Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2019

Νάνος Βαλαωρίτης Τι είναι για μένα ποίηση. Μικρό ποιητικό ανθολόγιο


          Νάνος Βαλαωρίτης
(Λωζάνη Ελβετίας 5/7/1921-Αθήνα 13/9/2019)

Τι είναι για μένα η ποίηση

Όπως χαρακτήρισε κάποτε ο Έκτωρ Κακναβάτος τον Υπερρεαλισμό ως Ποίηση και όχι λογοτεχνία, μπορούμε να πούμε ότι ύστερα από το τέλος του ιστορικού κινήματος, που τοποθετείται συνήθως από το 1924-1966-με το θάνατο του Αντρέ Μπρετόν, ο Υπερρεαλισμός παραμένει στο σύνολο των εκδηλώσεων, ως πνεύμα, υπεριπτάμενο από τα γεγονότα του αιώνα, και σε μεγάλο μέτρο χαρακτηρίζοντάς τα, όπως τα χαρακτήρισε ο ουμανισμός, ή η Μεταφυσική-Μπαρόκ Ποίηση του 16 ου αιώνα, της Αναγέννησης.
     Μέρος του μεγάλου μοντερνιστικού ρεύματος ο Υπερρεαλισμός επηρεάζει και χρωματίζει διαφορετικά μεν, αλλά συναφή ρεύματα, όπως τον Στρουχτουραλισμό, το Νέο Μυθιστόρημα, τον Σκριπτουραλισμό, ή τον Μεταστρουχτουραλισμό και τον Μεταμοντερνισμό. Όλα αυτά τα ρεύματα αποτελούν την μεγάλη πρωτοπορία του 20ου αιώνα, που αρχίζει με τον Ζαρρύ, τον Βαλερύ, τον Απολλιναίρ, τον Ραϋμόνδο Ρουσσέλ, τον Ντουσάν, τον Yeats, τον Έλιοτ, τον Πάουντ, και στα εικαστικά με τον Πικασσό, τον Ντέ Κήρυκο, τον Μπράκ, τον Πικαμπία, τον Σαγκάλ κι ένα σωρό άλλους-συγκερνώντας τα κινήματα του συμβολισμού, των ντεκαντάν, του φουτουρισμού, του κυβισμού, του ντανταϊσμού και του υπερρεαλισμού, σ’ ένα πανόραμα εκδηλώσεων του μοντέρνου, ίσαμε τις μέρες μας. Μέσα σ’ αυτό εγγράφονται και το Θέατρο του Παραλόγου, ο Μοντερνιστικός και Υπερρεαλιστικός Κινηματογράφος, και τα πρόσφατα κινήματα των «Ηλεκτρικών» και «Γλωσσοκεντρικών» ποιητών.
     Όλα αυτά τα πρωτοποριακά κινήματα δηλώνουν μια ανατροπή ενός καθιερωμένου, κλασσικού και νεοκλασσικού ιδεώδους, χωρίς όμως να το καταργούν. Τίποτα στο χώρο της τέχνης και της γραφής δεν καταργείται. Όλα επιζούν, συχνά κρυφά, συχνά μεταμορφωμένα, με άλλη εξωτερική όψη, αλλά αν εξετάσουμε από πιο κοντά, με την ίδια υφή. Βέβαια η αλλαγή είναι ένα φαινόμενο της φύσης και της τέχνης, η εξέλιξη από τη μια μορφή στην άλλη νόμος της φύσεως. Σήμερα, ο Υπερρεαλισμός δεν είναι πια κίνημα, παρόλο που μερικοί το πιστεύουν ακόμα. Όμως είναι πνεύμα. Ένα πνεύμα ιδιαίτερο που επισκέπτεται τον ανύποπτο την ώρα που κοιμάται τη νύχτα, σαν ένα πολύχρωμο φτερωτό πλάσμα και φτερουγίζει από πάνω του. Είναι το πνεύμα που βρίσκομε σε τόσους προδρόμους από τους αρχαίους χρόνους, περικοπές στον Όμηρο, στους τραγωδούς, στον Αριστοφάνη, στον Λυκόφρονα, στα επιγράμματα των Αλεξανδρινών, στις Λειτουργίες του Σπανού τον Μεσαίωνα, στον Ρωμανό τον Μελωδό, στον Κάλβο, στο Σολωμό, στον Ανώνυμο του Έλληνα, στα Δημοτικά Τραγούδια, στον Μακρυγιάννη, ακόμα και σε ορισμένα ποιήματα του Βαλαωρίτη, του Παλαμά, του Καβάφη, στα Γαλλικά του Μητσάκη, στον Γρυπάρη, στον Καρυωτάκη, ένα πνεύμα που πλανιέται πάνω από την ποίηση και εκδηλώνεται άλλοτε πιο έντονα κι άλλοτε πιο αχνά, αλλά που πάντοτε υπάρχει, ακόμα και σ’ αυτούς που ποτέ δεν άκουσαν τ’ όνομά του. Κι αυτοί είναι πολυάριθμοι, οι Μπος, οι Bheughel, οι Μπλέηκ, οι Christopher Smart, οι Gerard Manley Hopkins, οι Lewis Carroll, οι Novalis, και τόσοι άλλοι και πρόδρομοι πολύ πιο συγκεκριμένα στην Ποίηση, ο Πόε, ο Μπωντλαίρ, ο Ρεμπώ, ο Λωτρεαμόν, ο Νερβάλ. Όλοι αυτοί δεν είχαν ακούσει ποτέ τ’ όνομα, όμως είχαν γνωρίσει το πνεύμα: Το Υπερπραγματικό, το Υπερφυσικό, το Μετα-φυσικό, το παράλογο, το ασυνείδητο, το όνειρο, το παραλήρημα, την έκσταση.
     Δεν χρειάζεται να υπογραμμίσουμε ότι αυτά όλα υποφώσκουν, αποτελούν και προϋπάρχουν, του ονόματος και του κινήματος που στις αρχές του αιώνα τα συγκέντρωσε και τους έδωσε ένα κοινωνικό, πολιτικό και γενικότερα πνευματικό χαρακτήρα, και, θα υπάρχουν πάντοτε όσο η ανθρωπότητα ονειρεύεται, επαναστατεί, ερωτεύεται, ενεργεί, φαντάζεται, ζει, υποφέρει, και ξεκινάει για μια μεγάλη περιπέτεια.
     Η συνθετικότητα που χαρακτηρίζει τ’ όνομα ίσως πάψει να λειτουργεί ως μοναδικός χαρακτηρισμός και το κίνημα, να προστεθεί σε όλα τ’ άλλα, που αναζήτησαν το διαφορετικό, το αλλότριο, το ασυνήθιστο, το αποκαλυπτικό.
     Τι άλλο, λοιπόν είναι το ποιητικό πνεύμα, από ένα σύνολο, όλων αυτών των χώρων του πνεύματος που αναλογούν σε κάτι άλλο: είτε πρόκειται για Γοτθικό Μυθιστόρημα, είτε για Μαύρο Χιούμορ. Η ποίηση συμμετέχει σε όλα αυτά, στην έκφραση του πνεύματος που λέει.
     Δεν υποτάσσομαι. Σηκώνω πάντοτε το κεφάλι μου, όσο και να με καταπατούν υπάρχω στον καθένα + στην κάθε μια και θα υπάρχω όσο υπάρχουν άνθρωποι.
---
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ
                   Βαρλαάμ και Παλαμάς
Ξεχνώντας τον μεγάλο κίνδυνο που τους έζωνε
Συζητούσαν
Αν ήταν χτισμένο ή άχτιστο το φως που είδαν
Να φέγγει επάνω στο βουνό Θαβώρ οι μαθητές., σ.140
--
ΗΛΙΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΝΥΧΤΙΟΥ
Ένας δικός μας χάθηκε κι ένας δικός τους άνθρωπος
Λείπει από καιρό. Τα μάτια του ξανάρχονται συχνά
Και λάμπουνε μες στον αντίμαχο καθρέφτη
Καθώς τα κόκκινα φανάρια των καραβιών
Αιχμάλωτα και σκεπασμένα διασχίζουνε το πέλαγος. σ. 38
--
ΑΝΟΙΞΗ 1944
Δε ζήτησα να σ’ εμποδίσω. Το μαγικό παλάτι
Ήταν φτωχή παρηγοριά. Δεν τόλμησα να σου μιλήσω
Ήταν γραφτό ν’ ακολουθήσεις την αντίθετη γραμμή
Κι εγώ να μείνω με τις αναμνήσεις. Άντρας μές στο παιδί
Μεγάλωσες ωρίμασες και χάθηκες. Υπομονή.
Την όχτη που παράτησες κατέλαβε ο εχτρός
Σε λίγο θα περάσει γοργός τον ποταμό,
Ορμητικός και διάφανος σαν τη βροχή σαρώνει την άνοιξη
μπροστά του
Τ’ άλογα καλπάζοντας περνάνε το κατώφλι σου και χάνον-
ται στον ουρανό. Σ. 35
--
ΑΥΓΗ
Τ’ άστρα βροντάνε στο μέτωπό σου
Τ’ άλογα χάνονται μέσα στη γη
Τά όνειρα βαστάνε το σφυγμό σου
Τα βήματά σου διώχνουν τη σιωπή.
--
Πύργοι γεννιούνται στην ανατολή
Πρέπει να σεβαστείς το μυστικό
Πού σου ‘στειλαν οι ναυαγοί
Μεσ’ απ’ το πράσινο νερό. Σ.32
--
ΤΡΟΙΑ
Πόσοι στο πέλαγος πόσοι πνιγμένοι
Κι όσοι γυρίζοντας θα ναυαγήσουν
Όλοι περίμεναν να σ’ αντικρίσουν
Μονάχα ο θάνατος δεν περιμένει.
--
Στις αμμουδιές θυμήσου οι πεθαμένοι
Καθώς περνάς γυρεύουν να μιλήσουν
Κείνα που χτίσαμε θα μας γκρεμίσουν
Μοιάζει να νίκησαν οι νικημένοι.
--
Τούτη την άνοιξη κανείς δεν ξέρει
Ο ποταμός μου γέμιζε το στόμα
Κι ο ήλιος με κρατούσε από το χέρι.
--

Τ’ άλογα γύρισαν χωρίς το σώμα
Όταν ξανάρθαμε το καλοκαίρι
Θεέ μου πώς άλλαζαν οι πύργοι χρώμα. Σ. 46
--
ΜΟΝΟΣΤΙΧΟ
Βάρβαρο χέρι απλώθηκε ν’ αρπάξει ό,τι είχε μείνει. Σ.117
--
ΠΡΟΣΟΧΗ
Ό,τι γνωρίζω θα ‘θελα να ξεχαστεί ολότελα
Να μην υπάρξουνε χαρτιά και υποσημειώματα
Να μη βρεθούν οι έξυπνοι που θα τα παρουσιάσουν
Με επιμέλεια πατρική και πνεύμα ανωτερότητας. Σ. 180
--
ΠΙΣΤΕΥΩ
Πιστεύω σε μια χημική ένωση Πατέρα Παντοκράτορα
Πιστεύω σε μια ηλεκτρική εκκένωση Άγιο Πνεύμα
Πιστεύω σ’ έναν Γιό Μονογενή που βγήκε από το σπέρμα
Πιστεύω σε μια φυσική εξέλιξη Μητέρα Αειπαρθένα
Πιστεύω σε μιάν Εκκλησία διακόπτρια του φωτός
Και σε δώδεκα Αποστόλους του Έρωτα
Πιστεύω σ’ ένα Εσταυρωμένο Δέντρο
Και σε μιάν αρχική ουσία Π
Πιστεύω σ’ έναν άγνωστο παράγοντα
Πού γεννάει την περιέργεια
Πιστεύω σ’ ένα πονηρό και σ’ ένα αθώο πνεύμα
Πιστεύω σε μιάν ωραία γυναίκα
Πού θα με κάνει ευτυχισμένο
Πιστεύω στην μεγάλη δύναμη της φαντασίας
Πού μπορεί στην κόλαση να δεί έναν παράδεισο
Στο καθετί που βλέπω πού ακούω πού μαντεύω που αγαπώ
Πιστεύω
Πιστεύω σ’ έναν άνθρωπο αποφυλακισμένο
Απ’ τα δεσμά της σκέψης του του φόβου του το αυγό
Άγιος ελεύθερος στον Αιώνα τον Άπαντα. Σ. 176.
--
ΑΝΑΣΚΑΦΗ
Γιατί η αρχαιολογική σκαπάνη να εγχειρίζει
Τις βαθιές πληγές πού έγιανε στο σώμα μας το χώμα
Απ’ το σκοτάδι φέρνοντας στο φως του ήλιου
Τις ακρωτηριασμένες πολιτείες;
Οι ρίζες δεν τις ανησύχησαν μήτε το βάρος ενός σπιτιού
Τώρα πονούν σαν δυνατή αντηλιά στα μάτια.
--
Νεκρές, δεν τις αφήνουν ήσυχες
Σαν άνθρωποι να κοιμηθούν τα χρόνια τους.
Η περιέργεια πού ανασήκωσε το επιτάφιο δέρμα τους
Ποιος ξέρει πού θα μας οδηγήσει. Σ. 124
--
ΜΙΚΡΟΣ ΘΡΗΝΟΣ
Γράμματα που έγραψε στο βλέμμα τους η αγάπη
Όνειρα που κέντησαν στον ύπνο τους οι αράχνες

Ο θάνατος σαν ύφασμα σύρθηκε ανάμεσά τους

Έσβησαν έτσι τα λαμπρά τους μάτια σά λυχνάρια
Το δέρμα τους πού ήταν σφιχτό σαν το πανί στον άνεμο
Δε νιώθει πιά τη ζεστασιά πού χύνουν τα κορμιά

Σαν ημερομηνίες τά ονόματά τους

Όμως καθώς χαμογελάς χαμογελούν ακόμα
Τα βήματά τους αντηχούν μέσα στα βήματά μας
Και στην καρδιά μας νιώθουμε το χτύπο της καρδιάς τους. σ. 105
--
ΕΡΗΜΙΑ
Η μεγάλη εκείνη ερημιά το ρίγος που πιάνει τα τοπία
όταν ο ήλιος χάνεται, σα μια γυναίκα που την πιάνουνε τά
κλάματα όταν απομακρύνεται ο εραστής που αγάπησε τόσο
παράφορα, σαν το καράβι που σαλπάρει με αγαπημένα πρό-
σωπα, ενόσω εμείς στεκόμαστε στην προκυμαία και χαιρετά-
με μ’ ένα λευκό μαντίλι, κι από τα μάτια μας κυλούν τα δά-
κρυα, κι όλα παίρνουν μια γεύση αλλόκοτη, καθώς μπήγεται
σιγά σιγά στο στήθος ένας κοχλίας, και στ’ άσπρα πλακάκια
και στα μαύρα όπου πατούν τα πόδια μας και στον ουρανό
όπου πετάνε τα πουλιά. Σ.87
--
ΜΟΙΡΟΛΟΓΙ
Σκοτείνιασε ουρανέ και πάψε θάλασσα
Κι εσύ βροχή δέσε τα σύννεφά σου
Σταθείτε όνειρα στα σύνορα του ύπνου
Πήρε άλλη καρδιά εκείνη που αγαπώ.
--
Μάτια που κοιτάτε αλλού όταν κοιτώ
Και σύ ψυχή που πέταξες σε ξένο κορμί
Διαμάντι μου που αλλού πήγες να φέξεις
Πέστε μου που πήγε εκείνη που αγαπώ;
--
Σπάσε καρδιά μου στο έρημο στήθος σου
Χτύπα ρολόι μου τις ώρες που χαθήκαν
Τρένα που φεύγετε σταθείτε ένα λεπτό
Φέρτε μου πίσω εκείνη που αγαπώ.
--
Αστέρια βάλτε φωτιά στον ουρανό
Ποτάμια γυρίστε πίσω στη φωλιά σας
Γυρίστε δάκρυα στα μάτια που σας έχυσαν
Άλλον αγάπησε εκείνη που αγαπώ. Σ.107

Σημειώσεις:
«Ουρανέ πόνε μακρινέ…» ακούγεται η φωνή του τραγουδιστή στο ραδιόφωνο να τραγουδά τον τρυφερό υπαρξιακό στίχο με την μελωδική και αισθαντική μουσική του Μελωδού των Ονείρων μας Μάνου Χατζιδάκι. Το τραγούδι τελειώνει και ακολουθούν οι καθιερωμένες ειδήσεις της ημέρας. Θάνατος του ποιητή Νάνου Βαλαωρίτη. 
Μεγάλη η σύναξη θανάτου τις τελευταίες μέρες, λίγο πριν η ερωτική λαύρα του καλοκαιριού παραδώσει την σκυτάλη στα φθινοπωρινά πρωτοβρόχια.. 
Χάθηκε ξαφνικά σε σχετικά μικρή ηλικία ο προικισμένος και τρυφερός, επαναστατημένος πάντα έφηβος Λαυρέντης Μαχαιρίτσας. Ο δικός μας Λαυρέντης Μαχαιρίτσας που συνόδευσε την επαναστατική και εξεγερμένη ορμή και οργή των εφηβικών μας χρόνων. Οι νέοι και οι νέες της γενιάς μου, οι πολιτικοποιημένοι και εξεγερμένοι άκουσαν τα τραγούδια του και τον αγάπησαν, πολλοί τον λάτρεψαν-όχι αδίκως-η μουσική και τα τραγούδια του, η πάντα δυνατή φωνή του, τα λόγια του, οι παρεμβάσεις του, ακούγονταν με προσοχή από τους νέους και τις νέες που μετείχαν στις συναυλίες του, ψυχαγωγούνταν με τα φωνητικά και μουσικά ντουέτα που μετείχε στις μουσικές εκδηλώσεις. Η γνωστή και αγαπημένη παρέα των φίλων τραγουδοποιών, ευαίσθητων παρεών των μουσικών συγκροτημάτων της δεκαετίας του 1980 που ξεσήκωνε τα πλήθη,  μουσικά εφαλτήρια συντροφιά στις κατά μόνας και συλλογικές εξεγέρσεις μας. Είναι τα ελληνικά μουσικά συγκροτήματα και τραγουδιστές, μουσικοί και στιχουργοί που συνέχισαν την παλαιότερη πολιτική μουσική ηχώ των έργων του Μίκη Θεοδωράκη, επάξια ενταγμένη στους νέους σύγχρονους καιρούς, συμπαραστάτες των νέων γενεών των μεταδικτατορικών κοινωνικών αγώνων και προσωπικών αγωνιών. Λαυρέντης Μαχαιρίτσας,  Ωραία φωνή, τρυφερή όχι ηττοπαθή, πάντα εγερτήρια στους κοινωνικούς αγώνες, μαχόμενη, αγωνιστική, σοβαρή, ατμοσφαιρική, ποιοτική, διαχρονική. Μια ελληνική μουσική παρουσία που ακούστηκε και αγαπήθηκε όχι μόνο από την δική μου γενιά, αλλά θα ακούγεται και από τις επόμενες. Καλό ταξίδι.
Τις ίδιες μέρες απεβίωσε σε προχωρημένη ηλικία ο εκδότης των «Νέων Συνόρων» και πολιτικός, ο εκ των πλέον εμπίστων φίλος του πρώην πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, Αντώνης Λιβάνης. Ο εκδότης που μας γνώρισε όλο σχεδόν το μυθιστορηματικό corpus του λατινοαμερικανού συγγραφέα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ένας συγγραφέας που αγαπήθηκε και διαβάστηκε πολύ από το ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Αλλά και αρκετοί άλλοι τίτλοι του εκδοτικού του οίκου διαβάστηκαν και είχαν μεγάλη εκδοτική επιτυχία. Σοβαρός και μετρημένος, εχέμυθος πολιτικά, τίμησε την στενή φιλία του με τον ηγέτη της Αλλαγής στην Ελλάδα. Ποτέ δεν ακούστηκε κάτι πολιτικά μεμπτό για τον ίδιο ή την πολιτική του συμπεριφορά, όταν γύρω του πολιτικά ακούγονταν και γράφονταν διάφορα, δημοσιογραφικά κουτσομπολιά και αήθη πολιτικά σχόλια. Πολιτικός που προέρχονταν από μια ευρεία δεξαμενή κοινωνικών αγώνων, δημοκράτης, αυθεντικός αντιστασιακός, οργανωτικός και κυβερνητικά αποτελεσματικός. Με δυό λόγια, ένας χρήσιμος σύμβουλος δίπλα σε υπεύθυνους πολιτικούς. Η ελληνική μουσική παραγωγή της δεκαετίας του 1980 συμβάδισε με το όραμα της κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής που ενέπνευσε στον ελληνικό λαό ο Ανδρέας Παπανδρέου. Καλό ταξίδι.
Την ίδια εβδομάδα έφυγε από την ζωή ένας μαχητής δημοσιογράφος της συντηρητικής παράταξης, ο καραμανλικός Δημήτρης Ρίζος. Ο Δημήτρης Ρίζος είχε υπερβεί τα 80, πράγμα που χρονολογικά σημαίνει, ότι έζησε και δημοσιογραφικά έδρασε σε σχεδόν όλες τις πολιτικές περιόδους της νεότερης σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Υπήρξε μεταξύ άλλων του δημοσιογραφικών δραστηριοτήτων και εκδότης της εφημερίδας Αδέσμευτος Τύπος. Πολιτικά φανατικός καραμανλικός αλλά όχι ακραίος, συγκαταλέγεται στο παλαιό επιτελείο της εφημερίδας «Η Βραδυνή» του Τζώρτζη Αθανασιάδη και όχι μόνο. Δημοσιογραφική πένα από τις καλές του τόπου μας, άφησε εποχή με τις δημοσιογραφικές του παρεμβάσεις και τα κείμενά του. Μία ακόμα πηγή πληροφοριών δημοσιογραφικών και μη από όπου αντλεί η νεότερη ελληνική πολιτική ιστορία τα στοιχεία που χρειάζεται για να φτιάξει το ψηφιδωτό της ελληνικής πολιτικής σκηνής των χρόνων μετά την επτάχρονη δικτατορία στην χώρα μας. Καλό ταξίδι.
    Τέλος, πλήρης ημερών και υπερρεαλιστικής πάντα ποίησης και ατμόσφαιρας ζωής, ταξίδεψε για το αιώνιο ταξίδι ο ποιητής Νάνος Βαλαωρίτης, ο δισέγγονος του ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Ποιητής, μεταφραστής, εκδότης περιοδικού, μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος, δάσκαλος του Ποιητικού Λόγου σε πανεπιστήμιο του Σαν Φραντσίσκο, είναι από τους ελάχιστους έλληνες δημιουργούς-τους μετρημένους στα δάχτυλα- που γνώρισε από κοντά και συνταξίδεψε ποιητικά με τον πάπα του Σουρρεαλισμού Αντρέ Μπρετόν αλλά και την υπόλοιπη ομάδα των καλλιτεχνών, των ακολούθων του υπερρεαλιστικού κινήματος. Ποιητών, ζωγράφων, κινηματογραφιστών, θεατρικών συγγραφέων και άλλων καλλιτεχνών. Ευτύχησε να γνωρίσει από κοντά και τον νομπελίστα Άγγλο ποιητή τον Τόμας Στερν Έλιοτ. Με παρότρυνση του δικού μας ποιητή και νομπελίστα Γιώργου Σεφέρη, ταξίδεψε και έμεινε για ένα διάστημα στην Αγγλία, κατόπιν στην Γαλλία μέχρι να κατοικήσει μόνιμα στις ΗΠΑ. Όπως ο άλλος υπερρεαλιστής ποιητής Νικόλαος Κάλλας.
Ο ποιητής Νάνος Βαλαωρίτης, είναι ο ποιο ακραιφνής έλληνας δημιουργός, ακόλουθος δια βίου, πιστός «υπηρέτης» του υπερρεαλιστικού κινήματος. 
Περισσότερο από τον νομπελίστα μας ποιητή Οδυσσέα Ελύτη που εγκατέλειψε νωρίς την σκληρή φόρμα και εκδοχή του υπερρεαλισμού για να στραφεί στο προσωπικό του φωτεινό και αποκαλυπτικό ποιητικό σύμπαν, αποδοχή της ζωής σαν μια διαρκή αποκάλυψη θαυμάτων, μην παραβλέποντας τα σουρεαλιστικά χνάρια των ευρωπαίων δημιουργών που λάτρεψε. 
Περισσότερο από τον στιχουργό και ποιητή Νίκο Γκάτσο, ο οποίος διαθέτει μια αστείρευτη λυρική δεξαμενή εικόνων και λέξεων, ήχων και οσμών, όχι μόνο στην μοναδική ποιητική του συλλογή που κυκλοφόρησε (1943) αλλά και στα μετέπειτα τραγούδια και στίχους του. Ο Νίκος Γκάτσος υπήρξε, χωρίς αρνητικό πρόσημο, ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα της ελληνικής ποίησης. Είναι τόσο στενά και άρρηκτα πλεγμένη η ποιητική λαϊκή φωνή του θεατρικού συγγραφέα και ποιητή Λόρκα μέσα στο σύνολο έργο του Γκάτσου, που είναι αυτό που ο λαός λέει, «πάνε πακέτο». Ο Ελληνοκεντρικός λυρικός και μελωδικός σουρεαλισμός του Γκάτσου είναι ο μεσογειακός λυρισμός του έλληνα ανθρώπου μέσα στην διαχρονική του παράδοση. Η μουσική ποιητική του. 
Το ποιητικό, ιδιαίτερα το εικαστικό, σύμπαν του ποιητή και ζωγράφου Νίκου Εγγονόπουλου, στέκει σαν γέφυρα μεταξύ των γάλλων υπερρεαλιστών και της βυζαντινής ελληνικής παράδοσης, της λαϊκής ελληνικής εκδήλωσης της αισθητικής και συμμετοχής στα κοινά της ζωής. 
Αυτόφωτοι έλληνες υπερρεαλιστές ποιητές υπήρξαν μάλλον μόνο ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Νικόλαος Κάλλας, ο Θεόδωρος Ντόρρος και ο πειραιώτης μαθηματικός Έκτωρ Κακναβάτος. Αυθεντικός επίσης, συνοδοιπόρος και συνεχιστής στα καθ’ ημάς, του υπερρεαλιστικού και μοντέρνου ευρωπαϊκού ποιητικού λόγου και των διαφόρων ρευμάτων του υπήρξε μέχρι τέλους ο ποιητής Νάνος Βαλαωρίτης. Μια συνομήλικη γενιά ελλήνων ποιητών και δημιουργών ανήσυχων νέων, πριν από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, που στέναζε κάτω από το βάρος μιας παραδοσιακρατικής συντηρητικής κοινωνικής, πολιτικής και εν μέρει πνευματικής ατμόσφαιρας. Νέοι ποιητές των κατοπινών ελληνικών γενεών οι οποίοι οραματίστηκαν την αλλαγή των συνθηκών στην πατρίδα τους, την διεύρυνση των πνευματικών και καλλιτεχνικών συνόρων της ελληνικής τέχνης, τους μοντέρνους ποιητικούς οραματισμούς και βαδίσματα, μακριά από τον ηρωικό τόνο και ενίοτε στόμφο της ποίησης των καθαρευουσιάνων και ίσως, τον γλωσσαμυντορισμό, τον φανατισμό της ισχυρής και δραστήριας κοινωνικά και καλλιτεχνικά ομάδας των δημοτικιστών ποιητών. Μέσα όμως σε ένα πλαίσιο επανεύρεσης της Ελληνικής ταυτότητας. Είναι οι νεότεροι σε ηλικία ποιητές που ξέκοψαν από την Παλαμική παράδοση και την επιβλητική κυριαρχία του ρωμαλέου Παλαμικού στίχου, των εθνικών μηνυμάτων της Μεγάλης Ιδέας όπως τα εκφράζει και με τον τρόπο που τα εξέφρασε ο Κωστής Παλαμάς, ο πατριάρχης της Α΄ Αθηναϊκής Σχολής, και από κοντά, ο αναβιωτής της Ορφικής παράδοσης και μυστικών κωδίκων του αρχαίου θρησκευτικού πανθέου Άγγελος Σικελιανός. Οι κοινωνικές και πολιτικές διαψεύσεις που βίωσαν οι νέοι ευρωπαίοι πνευματικοί δημιουργοί στην εποχή τους, άργησαν να γνωστοποιηθούν και να κοινοποιηθούν στο νεανικό κοινό των δημιουργών της γενιάς του 1930 και των προγενέστερων. Το βάπτισμα όμως ορισμένων ελλήνων δημιουργών στο σουρεαλιστικό κίνημα, και η ανάδειξή του μέσα στο ελληνικό ποιητικό σώμα, απελευθέρωσε τις ελληνικές συνειδήσεις από συντηρητικές αγκυλώσεις τεχνοτροπίας και θεματικής, καθηλώσεις σε προμοντέρνες πηγές καλλιτεχνικής έκφρασης, παγιωμένων μορφών δημιουργίας. Ακόμα και αν οι πειραματικές αυτές ελληνικές υπερρεαλιστικές φωνές λοιδορήθηκαν και χλευάστηκαν δημοσίως, δεν έγιναν άμεσα αποδεκτές από το ελληνικό αναγνωστικό κοινό κατά την διάρκεια της πρώτης τους εμφάνισης στο ελληνικό ποιητικό έδαφος. Με την επικράτηση του ελληνικού υπερρεαλισμού στην χώρα μας, θα τολμούσαμε να γράφαμε ότι η Ρωμιοσύνη άλλαζε ταυτότητα και γίνονταν η σύγχρονη Ελλάδα. Άφηνε πίσω της ή αγωνίζονταν να αφήσει τις ψυχικές επιπτώσεις και τα τραύματα που προήλθαν από την Μικρασιατική Καταστροφή, την κάπως μάλλον εκλεκτικότητα του ύφους γραφής, επιτηδευμένης μορφής, φορμαλιστικής απεικόνισης των ηρωικών ποιητών και των μηνυμάτων τους, των καθαρευουσιάνων, και ανακάλυπτε μέσω των ευρωπαϊκών επιτευγμάτων το απωθημένο ιστορικό της υποσυνείδητο μέσα στην σύγχρονή ιστορία της, να ενταχθεί δηλαδή επιτέλους, στην χορεία των δυτικοευρωπαϊκών κρατών και εθνών, και ισότιμα στα νέα κινήματα και πρωτοπορίες της δυτικοευρωπαϊκής τέχνης.
Το παράδοξο και μυστηριώδες για τους πολλούς κίνημα του σουρεαλισμού, γονιμοποίησε φανερά ελάχιστες ελληνικές ποιητικές φωνές αλλά υπόγεια περισσότερες. Η Καρυωτακική σφαίρα εξακολουθούσε να παράγει κλίμα απαισιοδοξίας μέσα στα πνευματικά πράγματα της χώρας. Ο Σουρεαλισμός από την άλλη, έδωσε μια άλλη ανάσα στην κάπως επαρχιώτικη θεματολογικά, ηθογραφική ελληνική ποίηση, έδωσε ένα πρωτόγνωρο και ακατανόητο φύσημα πνοής που ξεπερνούσε τα όρια του ελληνικού συμβολισμού και της κλασικής αρχαιότητας, των παρνασσιακών καταβολών του ελληνικού ποιητικού λόγου.
Το ακατανόητο παιχνίδι του υπερρεαλισμού, ακόμα και από τους ίδιους τους Γάλλους όταν πρωτοπαρουσιάστηκε με αυτήν την στεντόρεια επαναστατική φωνή του, ενός κινήματος της τέχνης χωρίς αρχές και κανόνες ίσως, παρά την υπογραφή του μανιφέστου του από τον Αντρέ Μπρετόν και τον ηγέτη και συναγωνιστή του Λένιν, Λέοντα Τρότσκι, τον οικοδόμο του σοβιετικού στρατού, κινούνταν μέσα στα τότε πρωτοφανέρωτα ελπιδοφόρα επιτεύγματα της επιστήμης της ψυχανάλυσης και της τεχνολογίας. Στις ελπίδες που γέννησε στους καλλιτέχνες η εξέγερση και επικράτηση της κόκκινης επανάστασης. Βλέπε ενδεικτικά: Λέων Τρότσκι-Αντρέ Μπρετόν, Το Μανιφέστο της Καλλιτεχνικής Δημιουργίας. ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Και άλλα κείμενα, εκδόσεις "ΑΛΛΑΓΗ"-Αθήνα 1985. Η χρήση επίσης της αυτόματης, συνειρμικής γραφής, του κυβισμού σαν τεχνοτροπία στην ζωγραφική, της δημιουργικής εκτύπωσης και φωτογραφικής κινησιολογίας στην έβδομη τέχνη, της αποτύπωσης, και της όσο το δυνατόν ρεαλιστικής εξεικόνισής της προσωπικότητας του ανθρωπίνου προσώπου στον χώρο της φωτογραφίας, της εισδοχής του παράλογου στην θεατρική σκηνή, της διεύρυνσης της ατονικότητας στην μουσική, δεν άφησε ασυγκίνητους τους ελάχιστους έστω, έλληνες δημιουργούς και καλλιτέχνες, και κυρίως, τους έλληνες εκείνους δημιουργούς που είχαν την απαραίτητη οικονομική επιφάνεια να ταξιδεύουν συχνά στις δυτικές χώρες-ιδιαίτερα την Γαλλία-να μαθαίνουν ξένες γλώσσες, να αγοράζουν και να διαβάζουν ξενόγλωσσες εκδόσεις και να διάγουν αν θέλετε, ορισμένοι από αυτούς, ζωή μποέμικη, μέσα στα φτωχά όρια της Ελλάδας. Ο αταξινόμητος και αχαρτογράφητος κόσμος του σουρεαλισμού, του κινήματος που διέθετε το δικό του κονκλάβιο των ποιητών και καρδιναλίων συγγραφέων, εφάρμοζε την δική του στενή καλλιτεχνική «ιερά εξέταση» των οπαδών του. Το επαναστατικό για την εποχή του αυτό κίνημα κυριάρχησε στις συνειδήσεις και καλλιτεχνικές επιλογές, σε μια κλειστή κάστα ανθρώπων, ορισμένες φορές φιλικά συντεχνιακή θα αποτολμούσαμε να δηλώσουμε. 
Ο Σουρεαλισμός υπήρξε ίσως, ένα προσωποπαγές κίνημα, ένα πεδίο ποιητικής καλλιτεχνικής δράσης και θεωρητικών προθέσεων και επιδιώξεων του ποιητή Αντρέ Μπρετόν, παρότι το κίνημα αυτό ήταν απότοκο ρεύμα του Ντανταϊσμού, προέρχονταν από τις εκβολές του. Η ορμητική του πορεία δεν επεκράτησε χρονολογικά, για μεγάλο διάστημα. Οι ρωγμές και οι αναταράξεις που έφερε όμως στα χώματα της παγκόσμιας τέχνης ήσαν τεράστιες και ανεπούλωτες. Οι βροντώδεις αστραπές που εξαπέλυσε ενάντια στο μιλιταριστικό, πολιτικό και κοινωνικό κατεστημένο της εποχής του, ήσαν σε γενικές γραμμές αποτελεσματικές. Παρά του ότι δεν έπαψε και αυτό, σαν παγκόσμιο κίνημα ανατροπής καθιερωμένων αξιών να κατασκευάζει την δική του υποκριτική, την σκηνική δράση των διαφόρων ποιητικών του εκφραστικών εκδηλώσεων και  άναρχης φόρμας.
Ο υπερρεαλισμός δεν απέκτησε μάλλον ποτέ του μια ταυτότητα. Ήταν ένα πολύχρωμο περιβόλι φωνών και δράσεων, θεωριών και οραματισμών, φιλοδοξιών και ίσως εγωτικών πνευματικών συμπεριφορών χωρίς περίφραξη. Ένα περιβόλι της τέχνης που όφειλε ο ακόλουθος και πιστός καλλιτέχνης του να παραχωρήσει την ατομική του ταυτότητα, τόσο στην άναρχη δόμηση παρουσίασης του επαναστατικού αυτού κινήματος, όσο και στους ηγέτες και ιδρυτές του. Ας το ξεκαθαρίσουμε, κινήματα και δη επαναστατικά και ανατρεπτικά, δεν φτιάχνουν οι λαοί, οι μεγάλες μάζες, αλλά οι λίγες, μικρές και ίσως επιφανείς παρέες και ομάδες. Οι επωνομαζόμενες και σέκτες. Κάτω από αυτήν την θέση ίσως όχι άστοχη, συναντάμε τα κατοπινά χρόνια καλλιτέχνες και πνευματικούς δημιουργούς όχι μόνο να γράφουν σουρεαλιστικά και να δημοσιεύουν, αλλά να συμπεριφέρονται σουρεαλιστικά στον ιδιωτικό τους βίο. Βλέπουμε μέσα από περιφερειακές σουρεαλιστικές ομάδες να αναφύονται άτομα με ισχυρή θέληση και αποφασιστικότητα και να διακωμωδούν ακόμα και την ίδια την τέχνη την σουρεαλιστική από την οποία προέρχονταν. Ο σαρκασμός, ήταν πάντα εντεύθεν κακείθεν των υπερρεαλιστικών τειχών αλλά κατά την περίοδο ανέλιξης του κινήματος είχε την τιμητική του. Η αφηρημένη τέχνη που άρχισε να αναπτύσσεται από τον προ προηγούμενο αιώνα, ο νέος μοντέρνος ποιητικός λόγος που τόσο κυνηγήθηκε από τα ολοκληρωτικά πολιτικά καθεστώτα της εποχής, όπως υπήρξε ο φασισμός, ο ναζισμός και ο σταλινισμός, στην επίσημη εφαρμογή τους στην δυτική Ευρώπη μέσα στην ιστορία, μετατρέπονταν πολλές φορές στα χέρια καλλιτεχνών σε όπλο υποστήριξης και προπαγάνδας διάσωσης ολοκληρωτικών καθεστώτων και αντιλήψεων. Η περίπτωση του φουτουριστή Μαρινέτι είναι χαρακτηριστική.  Οι καλλιτέχνες, ενώ αρνιόντουσαν τον καθαρό ρεαλισμό στην τέχνη, επιζητούσαν την ανατροπή της νατουραλιστικής δέσμευσής της στην φόρμα και θεματική της, από την άλλη, εκκολάπτονταν μέσα στα έργα τους ένας νέος κοινωνικός ρεαλισμός βουτηγμένος μέσα στο Όνειρο που προέρχονταν από τις σουρεαλιστικές του κόσμου ερμηνευτικές. Η φωτογράφηση των δραματικών σκηνών της ζωής μεταφέρονταν σε ένα ονειρικό σύμπαν που η ρευστότητα των γεγονότων μετατρέπονταν σε ρευστότητα των εικόνων και των λέξεων, της ίδιας της γλώσσας, των τεχνικών της δομής της. Η εμψύχωση των ανθρωπίνων συνειδήσεων γίνονταν άμεσα αντιληπτά, μέσω μιας οραματικής πνευματικής κάθαρσης και θεραπευτικής, με την υιοθέτηση και χρήση ενός συμβολισμού και ενός ανομοιογενούς υλικού παραστάσεων, λέξεων, εικόνων, ήχων, ρυθμών ανοργάνωτων, μιας παροδικής ρευστότητας, ανάδειξης στιγμών του ασυνειδήτου που ζητούσε επιμόνως να βγει στην λογική επιφάνεια και να εδραιωθεί ως η μόνη επαναστατική κυριαρχία της έκφρασης, μορφής και επίδρασης της καινούργιας αλήθειας. Ένα κρυμμένο σύμπαν σε στενή σχέση αλληλεπίδρασης με αυτό της εξωτερικής συνείδησης της ανθρώπινης προσωπικότητας. Ορισμένες στιγμές μέσα στην ιστορία της εξέλιξής του, ο σουρεαλισμός, αν τον κατανοώ ορθά, δημιούργησε μια παραλογοτεχνία σαν αντίβαρο στην επίσημη ακαδημαϊκή λογοτεχνία. Ή αν θέλετε μια λογοτεχνία ακραίων καταστάσεων, επικίνδυνων και ολισθηρών οραματικών επιδιώξεων, προϊόντων της φαντασίας που δεν ανταποκρίνονταν ούτε με την αλήθεια της ζωής ούτε με την αλήθεια της μυθοπλασίας της τέχνης. Είχε μια δική της παραλογοτεχνική ωριμότητα αν θέλετε. Είταν σαν τα αστυνομικά μυθιστορήματα εκείνα-αν στέκει το παράδειγμα-που ο συγγραφέας πρέπει να μας δείξει πολλούς φόνους για να επικρατήσει στο τέλος το δίκαιο και το καλό. Δηλαδή οι δολοφονημένοι είναι τόσοι πολλοί, που η τελική κάθαρση που έρχεται μέσω της δικαιοσύνης είναι άχρηστη. Και αυτό είχε σαν συνέπεια την εφαρμογή μιας άλλης ηθικής τάξης μέσα στην οργανωμένη κοινωνία με τους δεδομένους θεσμούς και νόμους μέσα στην ιστορία όσο και μέσα στις δομές οργάνωσης και λειτουργιών της τέχνης.
     Το κίνημα των σουρεαλιστών περισσότερο μάλλον από άλλα κινήματα της τέχνης μέσα στην ιστορία, πάτησε πάνω σε δύο βάρκες. Την βάρκα της τέχνης και την βάρκα της ζωής-της κοινωνίας, γιαυτό η γοητεία που άσκησε ήταν τεράστια σε κάθε εξεγερμένη και επαναστατική ανθρώπινη φύση του καιρού του, σε κάθε αναρχίζουσα ανθρώπινη ύπαρξη και αριστερίζουσα πολιτική φυσιογνωμία. Θέλησε να οικοδομήσει μια άλλη ατομικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Μεγαλώνοντας ηλικιακά όμως οι άνθρωποι-κατ επέκταση και οι κάθε λογής καλλιτέχνες, συνειδητοποίησαν ότι η οικονομία, με ότι αυτό συνεπάγεται-ρυθμίζει τους κανόνες και τους θεσμούς της κοινωνίας και επακόλουθα και της τέχνης που την αντικατοπτρίζει, και όχι το κλινικά πάνω στο ντιβάνι του ψυχοθεραπευτή Όνειρο. Το καθημερινό ανθρώπινο όνειρο ζωής, όσο βασανιστικό και αν είναι όσο τρομακτικά και αν βιώνεται, δεν πουλάει, ενώ το ζωγραφικό όνειρο του Ισπανού Σαλβαντόρ Νταλί αφήνει και κέρδος. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε όμως, ότι το σουρεαλιστικό ποτάμι άρδευσε πολλά της τέχνης χωράφια, απελευθέρωσε δυνάμεις που δεν θα απελευθερώνονταν αλλιώς, ή θα βρίσκονταν εν υπνώσει μέσα στη ροή του χρόνου, έδωσε νέα εκφραστικά εφόδια και διεξόδους στον καλλιτέχνη που είχε εξαντλήσει  αυτά της παράδοσης. Ανέδειξε τον ρόλο του σαρκασμού και της παρωδίας, της πολιτικής καρικατούρας, του σκοτεινού σκιτσαρίσματος των κάθε μορφής και είδους μεταφυσικών και θεουργικών θεωριών της τέχνης και της κοινωνίας. Ανέπτυξε την ευθύβολη κριτική και την ακραία ανατρεπτική αμφισβήτηση, επανακαθόρισε ανάλογα με την περίπτωση και την χώρα απορρόφησής του από τους καλλιτέχνες της, το κατασκευαστικό της τέχνης και της κοινωνίας οικοδόμημα και σχεδιασμό ατομικής και συλλογικής δράσης. Ο Σουρεαλισμός, υπήρξε μια στιγμιαία επιφοίτηση έμπνευσης και επαναστατικής δυναμικής μιας παρέας δημιουργών που επαναξιολόγησε και επαναπροσδιόρισε τους κανόνες λειτουργίας της μέχρι τότε ιστορικά γνωστής μας αστικής δημοκρατίας και κράτους, και των κανόνων που την/το διέπουν. Μια ασυντόνιστη κραυγή διαμαρτυρίας απέναντι στην εθνικά, κατά γεωγραφική περίσταση, στρατοκρατική μορφή διακυβέρνησης της ευρωπαϊκής ηπείρου την περίοδο εκείνη. Υπήρξε μια ανεκπλήρωτη επιθυμία ορισμένων δημιουργών να δημιουργήσουν τις γέφυρες δημιουργικής επικοινωνίας μέσω των αρχών της ψυχανάλυσης, των Φροϋδικών αρχών και κανόνων ερμηνείας του ασυνείδητου, μεταξύ της μεγάλης μάζας των ανθρώπων με την συμβολική της τέχνης. Να γεφυρώσει αυτήν την κοινωνική και ίσως έμφυτη ασυμφωνία του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον. Μόνο που η παγκόσμια  πορεία της τέχνης μας δείχνει, αν δεν λαθεύω, ότι οι μεγάλες μάζες του λαού μπορεί να θαυμάζουν ένα έργο τέχνης ή τα υψηλά παγκόσμια αριστουργήματα, αλλά δεν είναι διατεθειμένες να συμμετέχουν στην οικοδόμησή τους. Να παίξουν το επικίνδυνο παιχνίδι άρνησης και αμφισβήτησης των καλλιτεχνών, εμπιστεύονται περισσότερο τα πολιτικά παιχνίδια των πολιτικών και των στρατιωτικών. Οι ζωές των ανθρώπων οδηγούνται από τα χθόνια βασικά ένστικτά τους, αυτά της άμεσης επιβίωσης και διαιώνισής τους, τα άλλα, του εποικοδομήματος, τα οραματικά, και των καλλιτεχνών, των ονείρων ελάχιστων μονάδων, τα αφήνουν στους λίγους, ίσως «εκλεκτούς» που θα τα επιδιώξουν. Ή στην καλύτερη περίπτωση τα εναποθέτουν στο κρεβάτι του ψυχαναλυτή τους επί πληρωμή. Η παγκόσμια ιστορία και εξέλιξη μας έχει διδάξει ότι το δράμα του ανθρώπου βρίσκεται στην διχοστασία μεταξύ της ανθρώπινης βούλησης και της προσαρμογής του στο φυσικό περιβάλλον. Στην αντιπαράθεση μαζί του. Γιαυτό και η ανθρώπινη Ιστορία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια σειρά από τυχαίες και πολλές φορές ασύμπτωτες ιδεολογικά, επαναλαμβανόμενες στιγμές καθολικής εξελικτικής δημιουργίας, και παγκόσμιων επιτευγμάτων της τέχνης θεμελιωμένες μέσα σε μια αρχέγονη άλογη, ή θρησκευτικά μυθική γενεσιουργό αναφορά. Όταν δεν συναντάμε διαύγεια μέσα στην ζωή και τα φαινόμενά της, δεν μπορούμε να αναζητάμε διαύγεια στην απεικόνισή της από τις εκάστοτε παραδόσεις της τέχνης. Η αρτιότητα των συσχετίσεων ζωής και τέχνης εκδηλώνεται μέσα από τους επαναλαμβανόμενους κύκλους θανάτου της αναδημιουργίας στο χωρόχρονο.  Κανένα κίνημα της τέχνης μάλλον, δεν κατόρθωσε να ενσωματώσει και να αναπαράγει αυτόν τον διχασμό και την μην ομαλή προσαρμογή του μέρους προς το όλον, της επιμερισμένης μονάδας με την ακέραια δημιουργό μονάδα του Κόσμου. Δηλαδή του ανθρώπου με την Φύση. Η Τέχνη, όπως και ο Σουρεαλισμός, είναι αυτή η εξομολογητική ειρηνική ή οργισμένη διαπίστωση.
     Ο αυτοματισμός της γραφής της σύγχρονης ποίησης και του σουρεαλισμού πάλι, δεν είναι παρά μια έξοδος κινδύνου της ζωής που απειλείται ίσως από τον περιορισμό της ίδιας της γραφής. Δεν είναι ένα παιχνίδι της γλώσσας μόνο, με όπλα-πιόνια τις λέξεις που χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν μια νέα επαναστατική όψη στον κόσμο και την κοινωνία, μια μορφή πλεύσης ελευθερίας που δεν κατακτάτε ποτέ και πουθενά, και σίγουρα, ούτε και μέσα στο σύμπαν των ονείρων. Διαχρονικά ίχνη δεν αφήνει ούτε ο ίδιος ο θάνατος, μια και εμείς τα ανθρώπινα όντα είμαστε πεπερασμένες υπάρξεις. Η ηθική επίσης, η ανθρώπινη ηθική όπως την αντιλαμβανόμαστε και εφαρμόζεται μέσα στην κοινωνία, δεν είναι μια αδυναμία της σκέψης, του μυαλού, όπως γράφει κάπου ο γάλλος ποιητής Αρθούρος Ρεμπώ, αλλά μια κανονιστική ρύθμιση των δομών της κοινωνίας, προς εκμετάλλευση-αν επιθυμείτε,- οικονομική των φτωχότερων μελών της. Κολασμένοι δεν είναι οι επαναστάτες τροβαδούροι που έγιναν δουλέμποροι στην Αιθιοπία και στις φυτείες της Αφρικής, αλλά οι εργάτες στα Βελγικά ορυχεία ή οι Εβραίοι και άλλες εθνικές, θρησκευτικές και σεξουαλικές μειονότητες που χάθηκαν στα στρατόπεδα του Νταχάου και του Άουσβιτς. Οι χιλιάδες ψυχές και τα σώματα που εξαφανίστηκαν στις στέπες της Σιβηρίας για να ορθοποδήσει και κυριαρχήσει η μαρξιστική ορθότητα και το διεθνιστικό κομμουνιστικό μεγαλείο. Όπως σε μια συνέντευξή της είπε η Γκαλά, η γυναίκα του ποιητή Πωλ Ελυάρ και κατόπιν του ισπανού ζωγράφου Σαλβαντόρ Νταλί, οι Σουρεαλιστές-που γνώρισε εκ του σύνεγγυς σωματικά και η ίδια- ήσαν ή ερωτικά ανίκανοι και μπερδεμένοι, καταθλιπτικοί, ή σεξουαλικά κυνηγούσαν μικρά κοριτσάκια ή αγοράκια. Όχι ενήλικα ερωτικά, ανήλικα. Και αυτό, το γνωστό σε όσους μελετούν το κίνημα του σουρεαλισμού, δεν το μεταφέρω σαν κατάκριση της φιλοδοξίας ανατροπής της ηθικής και της κοινωνίας από τους σουρεαλιστές, αλλά σαν μια υποδήλωση ότι η τέχνη δεν κινεί τα νήματα της ιστορίας αφ’ εαυτής, ούτε οι καλλιτέχνες μπορούν να μετατραπούν σε Αρχιμήδηδες της καλλιτεχνίας. «Δως μου μέρος να πιαστώ  και θα σου κινήσω την γη». Η Τέχνη, στην οποία ανήκει και το σουρεαλιστικό κίνημα, σταδιοδρόμησε και αναπτύχθηκε μέσα στην ιστορική κόλαση του ανθρώπου της εποχής του, μεγαλούργησε βουτηγμένο μέσα στο αίμα που χύθηκε στα πολεμικά μέτωπα και χαρακώματα, δεν κατόρθωσε όμως ούτε και αυτό το επαναστατικό και ανατρεπτικό κίνημα να αποτρέψει το Κακό μέσα στην Φύση, ούτε καν να ξεριζώσει αυτό που κουφοβράζει μέσα στην ανθρώπινη φύση-συνείδηση, απλά το διακωμώδησε ή το σάρκασε ή το κριτίκαρε. Μια ισχυρή δύναμη του Κακού που κατάπιε πολλούς από τους υπερρεαλιστές ρομαντικούς και ευαίσθητους ποιητές-δημιουργούς. Οι μηχανισμοί της είναι τόσο ανίσχυροι, που ενώ το συνειδητοποιούσαν γύρω τους και μέσα τους, δεν ήθελαν να το παραδεχτούν, οι θιασώτες και η μικρή επαναστατική ομάδα των σουρεαλιστών. Εθελοτυφλούσαν ή σκοπίμως το παράβλεπαν, εγώ τουλάχιστον δεν έχω απάντηση. Αν και μετά από τόσες δεκαετίες δεν έχουν σημασία τα κίνητρά τους πλέον. Εξετάζονται μόνο από φοιτητές των πανεπιστημιακών σχολών και όχι από εκκολαπτόμενους κοινωνικούς επαναστάτες. Ούτως ή άλλως και η Τέχνη σήμερα δεν είναι παρά μια ανακύκλωση πεπαλαιωμένων αρχών και δοξασιών.
     Surrealisme, μια λέξη που χρησιμοποίησε πρώτος ο Γκυγιώμ Απολλιναίρ και εκτοξεύθηκε σαν διάττοντας αστέρας πάνω από την φάτνη της τέχνης. Ο καλλιτέχνης όμως μεγάλωσε, ενηλικιώθηκε, άφησε τις καλλιτεχνικές του παραβολές σαν παρακαταθήκη, την γοητεία του παιχνιδιού σαν ανάμνηση, σταυρώθηκε μέσα στην ιστορία και για άλλους πιστούς αναστήθηκε για άλλους όχι, το φως όμως της επανάστασης του κινήματος αυτού έσβησε με τον θάνατο, τον βιολογικό θάνατο, του Αντρέ Μπρετόν όπως επισημαίνει και ο ποιητής Νάνος Βαλαωρίτης. Ούτως ή άλλως η ομάδα αυτή διαλύθηκε πολύ γλήγορα. Άλλοι πέθαναν νέοι, άλλοι αυτοκτόνησαν, άλλοι έγιναν καλλιτεχνικοί έμποροι των έργων τους, άλλοι επισκίασαν τα πρώτα τους καλλιτεχνικά βήματα ακολουθώντας άλλα της τέχνης μονοπάτια. Breton, Artaud, Aragon, Jacob, Peret, Tzara, Fargue, Supervielle, Baron, Crevel, Desnos, Apollinaire, Narval, και αρκετοί άλλοι φημισμένοι αστέρες του μεσοπολέμου που φώτισαν σαν πυγολαμπίδα την μπελ εποκ-το ενδιάμεσο διάστημα μεταξύ δύο παγκοσμίων πολέμων-έγιναν σήμερα αστέρες φωτός που τους παρατηρεί ο σύγχρονος μετά ιστορικός άνθρωπος μέσα από τα σκοτεινά γυαλιά της νέας του συνείδησης. Καλλιτέχνες και ακόλουθοί τους που έζησαν μέσα στην πλάνη της ελπίδας. Πρόσωπα και πνευματικοί δημιουργοί που αυτολατρεύτηκαν, αυτοθαυμάστηκαν και αλληλοδοξάστηκαν στην εποχή τους. Δημιουργικά εφιαλτικά οράματα μιας παλαιότερης εποχής μεταξύ δύο παγκοσμίων πολέμων, και ενδιάμεσων τοπικών. Σήματα ατομικισμού συγγραφέων που παρώδησαν την συλλογικότητα. Χλεύασαν την μεταφυσική. Κορόιδεψαν την πίστη και την δικαιοσύνη, λάτρεψαν την ισχύ. Που προσπάθησαν να παγιοποιήσουν μέσα στις ανθρώπινες συνειδήσεις αυτό το άρρητο, το μυστικό, το φως του ζόφου που αν παγιοποιηθεί, χάνει την δυναμική του και την αποτελεσματικότητά του μέσα στο κοινωνικό σώμα. Οι δυσδιάκριτες πολλές φορές όπως αναγνωρίζουμε υπερρεαλιστικές οραματικές εφαρμογές δεν ήσαν παρά ασκήσεις επί χάρτου, επί των γλωσσικών σημείων, των μαύρων σημάτων πάνω στην λευκή σελίδα του χαρτιού.  Ήταν ο κώδικας μιας ποιητικής γλώσσας που σκιτσάριζε με ανομοιογένεια ειδών την ίδια του την απεικόνιση. Η ορθοδοξία του υπερρεαλισμού, δεν ήταν ή τουλάχιστον σε πολλές της εκδοχές, παρά μια γλωσσική φάρσα, μια αξιοποίηση των ίσως κακόγουστων ερεθισμάτων, ένα δεσμωτήριο της αισθητικής στο όνομα μιας οραματικής ελευθερίας που δεν κατακτήθηκε ποτέ. Never. Εδώ εστιάζεται και η έλλειψη κατανόησής του, η μη αρμονική και ισορροπημένη αποδοχή του ακόμα και από την μεγάλη μάζα των καλλιτεχνών, έμεινε στο στάδιο των συνεχόμενων αναθεωρήσεων και πειραματισμών. Η ενδυνάμωσή του κατά καιρούς, οφείλεται στους επαναλαμβανόμενους και αλληλοαναιρούμενους συνδυασμούς του. Στην αποδοχή της νοοτροπίας του σαν έλλειψη κατανόησης της τεχνοτροπίας του. Στο παράδοξο του παράδοξού του. Στην εικονιστική χαώδη μαγεία του, την γλωσσοκεντρική του ασάφεια, την επικράτηση της λογικοκρατίας στο όνομα της κατάργησής του. Στην σημασία της διαίσθησης και στις ανερμήνευτες καταβολές του ασυνείδητου. Από τις σκοτεινές στοές της συνείδησης που έρχονται στο φως της επιφάνειας μέσω των μικρών κουκίδων, των συνταγμένων στην σειρά γεωμετρικών σχημάτων που είναι τα σήματα των λέξεων, τα ράστερ των εικόνων που σχηματίζουν τα καρέ-καρέ της αμφισβητούμενης λογικής που τροφοδοτεί την αναίρεσή της. Ο αιφνιδιασμός του απίθανου που γίνεται πιθανό στην ανάγνωση. Η σημαντική της δραπέτευσης από τους κανονιστικούς μηχανισμούς της σκέψης για να αναδυθεί το υπέρλογο που καταλήγει σε μυθική παράσταση, σε στιλιζάρισμα μιας ποιητικής εντύπωσης που δεν θέλει να κατανοηθεί, παρά μόνο να φωτογραφηθεί σαν ποιητική επιδίωξη και στόχος. Είναι το αναπάντητο και ανοιχτό ερώτημα μέσα στον ανθρώπινο χρόνο, άραγε, ο εγκέφαλος αντιλαμβάνεται ότι σκέφτεται;
Ένα από τα πράγματα που αξίζει να σταθεί κανείς στις εφαρμοσμένες εφαρμογές μέσα στα διάφορα είδη τεχνών γενικά, είναι ο ρόλος του τυχαίου, όχι ως προειδοποιητική μοίρα μέσα στην ιστορία αλλά, σαν σήμανση αυτού που πρόκειται να ξανασυμβεί και δεν αποτρέπεται. Σαν συλλογικό κοινωνικό βασανιστήριο που δεν θέλει να απελευθερωθεί η κοινωνία από τα δεσμά του. Το απίθανο γίνεται μαρτυρία της μη έκφρασης της λογικής ακολουθίας της γλώσσας και το ασύλληπτο παραμένει ασύλληπτο ακόμα και αν αποτυπώνεται πάνω στο χαρτί. 
Η μόνη αθωότητα που υπάρχει στον κόσμο, είναι η λευκή αθωότητα της σελίδας πριν μουτζουρωθεί από το μελάνι του συγγραφέα προφήτη.
     Στην μνήμη του σουρεαλιστή ποιητή Νάνου Βαλαωρίτη, αντιγράφω ορισμένα του ποιήματα και ένα δικό του κείμενο.
Το κείμενό του το άντλησα από τον τόμο «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΟΣ ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ», εισαγωγή Ερατοσθένης Γ. Καψωμένος, επιμέλεια Γιάννης Η. Παππάς, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ-ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ, εκδόσεις Περί τεχνών- Πάτρα 2005, σελ. 428-429. 
Στον παραπάνω τόμο το έργο και το όνομα του Νάνου Βαλαωρίτη συναντάτε σε αρκετές εισηγήσεις. Επίσης, μετά το «Τι είναι για μένα η ποίηση» του Βαλαωρίτη ακολουθεί το κείμενο της Σίσσυς Πετρίδου, Νάνος Βαλαωρίτης σελ. 430-442 και το δοκιμιακό μελέτημα του Αντρέα Παγουλάτου-του πιο σημαντικού αναλυτή της ποίησης του Νάνου Βαλαωρίτη, «Από τον Υπερρεαλισμό στον Γλωσσοκεντρισμό: Η περίπτωση του Νάνου Βαλαωρίτη, σελ. 443-456. 
Κείμενα που μαζί με την ανάγνωση του κειμένου «Ο ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΝΑΝΟΥ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗ» «Με λόγια από ψευδάργυρο στιγμιοδοτείται το άπειρο» (πρόλογος στον Έγχρωμο Στυλογράφο) σελ. 319-327, της Ιωάννας Κωνσταντουλάκη- Χάντζου, βλέπε τον τόμο «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΕ ΤΙΣ ΞΕΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΕΣ» 28 Νοεμβρίου-1 Δεκεμβρίου 1991, ΠΡΑΚΤΙΚΑ Α΄ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ, Ελληνική Εταιρεία Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας, εκδόσεις ΔΟΜΟΣ 1995, και ορισμένων άλλων μελετών και βιβλιοκριτικών των δεκάδων έργων που συνέγραψε και δημοσίευσε ο υπερρεαλιστής ποιητής Νάνος Βαλαωρίτης, μας φανερώνουν την σημαντική διάσταση που είχε η ίδια ή παρουσία και η συγγραφική του κατάθεση, στο στενό κύκλο των υπερρεαλιστών δημιουργών αλλά και στον ευρύτερο της ελληνικής ποίησης και μυθιστορηματικού λόγου. Οφείλουμε ακόμα να επισημάνουμε τις μεταφράσεις ελλήνων ποιητών στην αγγλική γλωσσική επικράτεια κατά την διάρκεια της επαγγελματικής του καθηγητικής σταδιοδρομίας στο Σαν Φραντσίσκο στις ΗΠΑ.
    Σε παλαιότερη ανάρτησή μου, δημοσίευσα ένα μεγάλο κείμενο, στην ουσία, αποδελτίωσα το περιοδικό που εξέδωσε ο ποιητής το «ΠΑΛΙ».
Τα ποιήματα είναι από την δίτομη έκδοση ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1 (1944-1964) και ΠΟΙΗΜΑΤΑ 2 (1965-1974) εκδόσεις «Ύψιλον» 1983/1986 και 1987.
Διατήρησα την ορθογραφία των κειμένων, ακόμα και αν καταλάβαινα ότι ήταν τυπογραφικό λάθος.
Παράλληλα με την ποίησή του, τις μεταφράσεις του και τον πεζό του λόγο αξίζει να διαβαστούν και τα δοκίμιά του για άλλους ποιητές και συγγραφείς, καθώς και οι ατομικές του φιλολογικές εξιστορήσεις. Βλέπε σχετικά το βιβλίο του ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ ΚΑΙ «ΠΑΛΙ» Με γράμματα των ποιητών γύρω απ’ την έκδοση του «Πάλι» Εισαγωγή και Σημειώσεις του Ν. Β., εκδόσεις Καστανιώτη 1997. (Οι επιστολές είναι των Τάκη Παπατσώνη, Γιώργου Σεφέρη, Ανδρέα Εμπειρίκου, Γιώργου Κατσίμπαλη, Νίκου Γκάτσου, Νικόλαου Κάλας, Νίκου Εγγονόπουλου, Κώστα Ταχτσή.
Στον τόμο ΓΙΑ ΜΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ, εκδόσεις Εξάντας 1990. Στα δοκίμια αυτά ο ποιητής Νάνος Βαλαωρίτης αναζητά τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στις διάφορες γραφές ελλήνων και ξένων δημιουργών. Επισημαίνει επίσης την σημασία του πολλαπλού ρόλου της γλώσσας τις νέες της λειτουργίες και χρήση. 
Διαβάζουμε τα δοκίμια για τον συγγραφέα Γιώργο Μακρή, «Ο φίλος που έφυγε», για την σχέση του Κωνσταντίνου Π. Καβάφη με τον αμερικανό ποιητή και συγγραφέα Έντγκαρ Άλαν Πόε, το κείμενο που υπογράφει για την ποιήτρια Μαντώ Αραβαντινού, αυτό για τον Γιώργο Σεφέρη, «Μια άλλη ανάγνωση», τον διηγηματογράφο Νίκο Καχτίτση, «Φιλία και αγάπη και θαυμασμός», για τον εικαστικό και ποιητή Νίκο Εγγονόπουλο, "ο ντελικάτος εραστής της Χίμαιρας, του Πόθου και του Πάθους", για τον Κώστα Ταχτσή, «Το παιχνίδι της γραφής: μια ενθουσιώδης εμπειρία θανάτου", τον σουρεαλιστή ομότεχνό του Νικόλαο Κάλας, για τον σκηνοθέτη Λουϊς Μπουνιουέλ, «Δε σε αποχαιρετώ» το ενδιαφέρον κείμενο για «το χιούμορ στον ελληνικό υπερρεαλισμό» και άλλα.
Στον δεύτερο τόμο «για μια θεωρία της Γραφής Β΄» (κείμενα για τον Υπερρεαλισμό) εκδόσεις Ηλέκτρα 2006, σε επιμέλεια του ποιητή Γιώργου Μπλάνα, διαβάζουμε κείμενα για τον ποιητή ομόδοξό του σουρεαλιστή Ανδρέα Εμπειρίκο, «Η Περίπτωση του Ανδρέα Εμπειρίκο», το κείμενο «Ανδρέας Εμπειρίκος και Άγγελος Σικελιανός», δύο κείμενα για τον Andre Breton, για το μυθιστόρημα γλωσσικός σεξουαλικός ποταμός του Ανδρέα Εμπειρίκου, «Ο Μεγάλος Ανατολικός», κείμενά του για τον Υπερρεαλισμό στην Ελλάδα και «Περί Υπερρεαλισμού και Άλλων Σχετικών» καθώς και άλλα συναφή ζητήματα.
Πολλά επίσης ποιήματά του είναι αφιερωμένα σε όμορούς του συγγενικούς ποιητές, ή πρόσωπα της ελληνικής διανόησης και αγωνιστές. Όπως το ποίημα, 
ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΦΗΣΑΝ στον Μίμη Δεσποτίδη. 
Το ποίημα ΕΙΣ ΑΛΛΑ ΜΕΡΗ του Γιώργου Σεφέρη. 
Το πεζόμορφο ποίημά του ΟΝΕΙΡΟΚΡΙΤΗΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΩΝ-Homo Naturaliter Ferroviarius est,  του Ανδρέα Εμπειρίκου. 
Το ποίημα ΑΛΧΗΜΕΙΑ  του Νίκου Εγγονόπουλου. 
Η μακροσκελής ποιητική του σύνθεση ΤΟ ΘΑΥΜΑ του Νικόλαου Κάλας κλπ. 
Το μονόστιχο ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ  του Αλέξη Σολομού: 
«Τι χωρητικότητα έχουν τα όνειρά μας;». 
η ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ του Μίνου Αργυράκη. 
Το ποίημα ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ του Μάνου Χατζιδάκι. 
Ενώ το ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΑ  του Οδυσσέα Ελύτη. 
Άλλα του ποιήματα είναι αφιερωμένα σε μέλη της οικογένειάς του, σε φίλους του, στον ποιητή Τάσο Δενέγρη. Ας κλείσουμε με το ποίημά του:
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΚΟΜΗΤΟΣ
ΣΟΛΩΜΟΥ
(‘Ασμα για δύο φωνές)
Δεν άφησε στο διάβα του παράθυρα ο καιρός
Δεν άφησαν τριαντάφυλλα τα χέρια του στη γη
Περνούσαν τα καράβια του στ’ αρχοντικό του εμπρός.
--
Ο τελευταίος ανάπηρος στη χώρα μας εσύ
Ένας μεγάλος πόλεμος μας πήρε την ψυχή σου
Τώρα στην αμασχάλη σου κοιμούνται οι κεραυνοί.
--
Πέντε χιλιάδες άγγελοι επλάγιασαν μαζί σου
Δεν είναι πιά σαν άλλοτες ο κόσμος σταθερός
Οι στίχοι σου τους φόρεσαν εμβλήματα οι εχτροί σου.
--
Στο μέτωπό σου έλαμπε σαν άστρο ο στοχασμός
Δεν μπόρεσε όταν έπεσες η γης να σε δεχτεί
Κι ανάμεσά μας έγειρε την πόρτα του ο καιρός. Σ. 63.
--
Γιώργος . Μπαλούρδος
Πειραιάς, 14 Σεπτεμβρίου 2019
Καλό ταξίδι στην αιωνιότητα. 
«Ουρανέ όχι δεν θα πω το ναι…»     
                               

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου