Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2021

Ο πολιτικός και συγγραφέας Παναγιώτης Κανελλόπουλος

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ (Πάτρα 1902-Αθήνα 1986)

του Κωνσταντίνου Ι. Δεσποτόπουλου

     Θέμα της Ημερίδας είναι «ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, πνευματικός ταγός και πολιτικός ηγέτης», δηλαδή ο βίος και το έργο του αοιδίμου αυτού ανδρός, και ιδιαίτερα η δράση του και οι δοκιμασίες του και ό,τι από τη δράση του δεν έγινε βορά του χρόνου, αλλά δεσμεύθηκε στην Ιστορία και παραμένει στοιχείο του πολιτισμού.

      Αξίζει να τονισθεί το επίθετο «αοίδιμος» στην ετυμολογικά εδραιώσιμη αρχική σημασία του: δεκτικός αοιδής, έξοχος , δηλαδή και άξιος προβολής από τη Μούσα με τον έμμετρο λόγο των αοιδών, άρα, στην εποχή μας, άξιος εξιστορήσεως του βίου του και αναλύσεως του έργου του.

     Και πραγματικά είναι αοίδιμος στη γνήσια έννοια ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Υπήρξε δύο φορές Πρωθυπουργός της Ελλάδος με άψογη πολιτεία, επί τριάντα χρόνια Βουλευτής με παρουσία επιβλητική στη Βουλή των Ελλήνων, στα δέκα τελευταία χρόνια της ζωής του Νέστωρ και Μέντωρ της ελληνικής πολιτικής.  Υπήρξε όμως επίσης χαρισματικός πανεπιστημιακός διδάσκαλος, και προπάντων ατρύγητος λειτουργός του πνεύματος με τεράστιο συγγραφικό έργο. Ελάμπρυνε την Ακαδημία Αθηνών με την επί είκοσι χρόνια ενεργό στις συνεδρίες της συμμετοχής του, αλλά και την ετίμησε με την επίμονη αποχή του επί εφτά χρόνια, όταν ο ελληνικός λαός ζούσε υπό καθεστώς πολιτικής δουλείας.

     Ευτύχησα να είμαι ο πρώτος μαθητής του ως πανεπιστημιακού δασκάλου, ή μάλλον ο σύμπρωτος με τους αείμνηστους Κώστα Ζαΐμη και Δήμη Καπετανάκη. Η μοίρα και το χρέος έφεραν να βρεθώ πλάι του σε κρίσιμες ώρες αλλά και να εξάρω επανειλημμένα την προσωπικότητα και τη δράση του και το έργο του.

      Σήμερα θα ομιλήσω για το ήθος του και το πνεύμα του, και ιδιαίτερα για τις συγγραφικές επιτεύξεις του, ενταγμένες όμως στις φάσεις του βίου του, χωρίς εξ άλλου και να αποστέρξω επαναλήψεις όσων άλλοτε είπα ή έγραψα.

     Συχνά λέγεται από καλοπροαίρετους ανθρώπους, ότι αποτελεί ατύχημα ή αστόχημα η στράτευση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου στην πολιτική, με συνέπειες επιζήμιες για την πνευματική δράση του, και ότι θα έπρεπε να έχει αποκλειστικά επιδοθεί σ’ αυτήν, ως την κατ’ εξοχήν ομόλογη προς την υπαρξιακή του εντελέχεια.

     Ο ίδιος όμως δεν μετανόησε ποτέ για την ανάμιξή του ενεργά στην πολιτική. Όποιες κι αν αισθάνθηκε πικρίες σε κάποιες φάσεις της πολιτικής σταδιοδρομίας του, δεν έπαυσε ποτέ να επιδοκιμάζει την είσοδό του έγκαιρα στην πολιτική, από ηλικία τριάντα τριών ετών ως ανταπόκριση προς το καίριο αίτημα της ηθικής ευαισθησίας του ή και προς σιωπηρή έστω υπαγόρευση της δοκιμασμένης οικογένειάς του, αλλά και ως προϋπόθεση για βίωση έντονη στιγμών ιστορικών με συναίσθημα βαρύτατης ευθύνης και για πρόσκτηση της αντίστοιχης υπαρξιακής εμπειρίας, και προπάντων για προσφορά εποικοδομητική στη διαμόρφωση της ιστορικής πραγματικότητας.

     Βέβαιο είναι, ότι έφεραν στον σωματικό του οργανισμό υπερκόπωση σε βαθμό επικίνδυνο, εκτός από την υπερένταση συγγραφική εργασία του, οι φροντίδες και οι ευθύνες, οι απότοκες της αρχηγικής ασχολίας του με την ενεργό πολιτική, αλλά ο απολογισμός της πενηντάχρονης αυτής ασχολίας είναι αναμφίβολα θετικός, όχι μόνο από την άποψη του ατόμου του ως υπαρξιακού υποκειμένου και ως ηθικής προσωπικότητας, αλλά και από την άποψη της κοινωνίας και της πολιτείας, πολλαπλά ωφελημένων από σωστικές παρεμβάσεις του και από γόνιμες ενέργειές του, δυσαποφάσιστες και δυσεκπλήρωτες από άλλες. Βέβαιο επίσης είναι ότι ως ιστορικός συγγραφεύς ορίσθηκε από την υπαρξιακή εμπειρία του ως πολιτικού πολύτιμη διορατικότητα για τις συναρτήσεις των ιστορικών γεγονότων.

     Είναι δυνατόν να λεχθεί, ότι ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος στην πολιτική δράση του εμπνεύσθηκε σε κάποιο βαθμό από την πνευματική του συγκρότηση, αλλά και το συγγραφικό του έργο ενέχει συχνά την ανταύγεια της από την πολιτική δράση εμπειρίας του, ότι άρα στο πρόσωπό του ο πνευματικός ταγός και ο πολιτικός ηγέτης συνυπάρχουν λειτουργικά, με υπερνίκηση καθημερινή της αντιρροπίας και σε ρυθμό εναρμόνιο τελικά.

     Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος γεννήθηκε στην πόλη των Πατρών, την 30 Νοεμβρίου 1902, ημέρα του πολιούχου Αγίου της και απέθανε στην πόλη των Αθηνών την 11 Σεπτεμβρίου 1986. Από μαθητής Γυμνασίου είχε πνευματικές ανατάσεις και ηθικές αγωνίες. Και υπήρξαν έκτοτε φάσεις του βίου του διαποτισμένες από συναίσθημα τραγικότητας, αν και ωραισμένες από ανάβλυσμα πνεύματος ή και από τρόπαια ευψυχίας  μέσα και αντίκρυ στις δραματικές περιστάσεις της Ιστορίας, τις σύνδρομες του πολύπλαγκτου εικοστού αιώνα, και ιδιαίτερα του σπαραγμού της ελληνικής κοινωνίας, του απότοκου των δύο οικουμενικών σχεδόν πολέμων και των δύο αδελφοκτόνων εθνικών διχασμών.

     Στη Χαϊδελβέργη από τον Οκτώβριο του 1920 έως τον Φεβρουάριο του 1923, ευτύχησε να καταρτισθεί στις κοινωνικές επιστήμες, καλλιεργημένες εκεί τότε από κορυφαίους πρωτοπόρους επιστήμονες, αλλά και να συγκροτήσει την πνευματική του προσωπικότητα ευρύτερα.

     Εξ άλλου, φοιτητής ήδη στη Χαϊδελβέργη συγκλονίστηκε από την είδηση, ότι ο θείος του Δημήτριος Γούναρης, πνευματικός οδηγός του και ηθικό ίνδαλμά του, καταδικάστηκε σε θάνατο και η καταδικαστική απόφαση εκτελέσθηκε.

     Η τραγική σχέση του με τη ζωή εδραιώθηκε στη συνείδησή του από τότε, χωρίς όμως να κάμψει τη διάθεσή τους για δράση και δημιουργία.

     Από τον Οκτώβριο του 1923 στην Ελλάδα, επιδόθηκε με συναίσθηση ευθύνης στον καθορισμό της τροχιάς του βίου του: όχι επιδίωξη πλούτου είτε απολαύσεων, αλλά διακονία βαθύψυχη της επιστήμης, και αργότερα, ύστερα δηλαδή από την κατεργασία των πνευματικών του δυνάμεων, ανάληψη ευθυνών στο χώρο της πολιτικής.

     Το 1929 εκλέχθηκε Υφηγητής Κοινωνιολογίας στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σύντομα, το μάθημά του, κάθε Τετάρτη, 7 έως 8 το βράδυ, εξελίχθηκε σε θεσμό της πνευματικής ζωής των Αθηνών. Η διδακτική επιτυχία του ήταν απαράμιλλη, και πριν ακόμη εκλεγεί Καθηγητής Κοινωνιολογίας τον Ιανουάριο του 1933. Πολύ ενωρίς άρχισε να δημιουργείται ο θρύλος του, ως καθηγητού χαρισματικού.

     Τα πάντα προμήνυαν συνέχιση ένδοξη και γόνιμη της πανεπιστημιακής σταδιοδρομίας του. Η ώρα όμως της Ιστορίας εσήμανε διαφορετικά, για την πολιτική της Χώρας και για τον ίδιο προσωπικά. Η διδακτική πανεπιστημιακή δράση του έληξε το βράδυ της 1ης Μαρτίου 1935, όταν ξέσπασε το περίφημο Κίνημα που προκάλεσε την πολλαπλή αναστάτωση της Χώρας.

     Στην επακόλουθη του Κινήματος εκείνου θλιβερότατη πολιτική ατμόσφαιρα εμπάθειας, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, σύμφωνα με τις υπαγορεύσεις της ηθικής του ευγένειας, προέβαινε καθημερινά σε διαβήματα προς τον Πρωθυπουργό Παναγή Τσαλδάρη και όπου αλλού για τον κατευνασμό των παθών και για την αποτροπή των πολιτικών διωγμών, ιδιαίτερα των καταδικών σε θάνατο. Και αυτά με διακριτικότητα, χωρίς το θόρυβο της δημοσιότητας.

     Όταν ανακινήθηκε το ζήτημα του πολιτεύματος, με σκοπό την επαναφορά της βασιλείας, ο διάσημος ήδη τότε Καθηγητής είχε τη συναίσθηση του καθήκοντος να υπερασπισθεί δημόσια τη δημοκρατία και δημοσίευσε το καλοκαίρι του 1935 άρθρα περισπούδαστα εναντίον της βασιλείας και υπέρ της δημοκρατίας με απήχηση εξαίρετη.

     Καταλύθηκε όμως το πολίτευμα της δημοκρατίας με το πραξικόπημα της 10 Οκτωβρίου 1935. Και η τότε Κυβέρνηση αξίωσε από τους Καθηγητές Πανεπιστημίου να ορκισθούν πίστη προς τη βασιλεία. Μόνος ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος αρνήθηκε μέχρις εσχάτων να προδώσει την αξιοπρέπειά του με την ηθικά μειωτική ορκοδοσία εκείνη. Αποτέλεσμα της εμμονής του από αξιοπρέπεια στην άρνηση της ορκοδοσίας υπήρξε η απόλυσή του από την επάξια κατειλημμένη πανεπιστημιακή έδρα του.

     Η αποβολή από το Πανεπιστήμιο έφερε καίρια τομή στον βίο του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, καθώς επέφερε ή έστω επέσπευσε την είσοδό του ενεργά στην πολιτική. Τον Δεκέμβριο του 1935 ο διάσημος Καθηγητής εμφανίστηκε δημόσια ως Αρχηγός κόμματος, με πολιτικό σύνθημα την υπερνίκηση του εθνικού διχασμού, εκφρασμένο ήδη και με τον τίτλο «Εθνικόν Ενωτικόν Κόμμα».

     Η πολιτική συγκυρία, βαριά φορτισμένη από τις αναθυμιάσεις των αναρριπισμένων τότε παθών, εμπόδισε την εκλογική επιτυχία του νεοσύστατου κόμματος, και ολίγο αργότερα η από 4 Αυγούστου 1936 Δικτατορία απαγόρευσε τη λειτουργία του, όπως και των άλλων κομμάτων. Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος και τότε έπραξε το καθήκον του με γενναιότητα εναντίον της πολιτικής εκτροπής. Το αποτέλεσμα υπήρξε να συλληφθεί τη νύχτα της 7ης προς την 8η Φεβρουαρίου 1937 και μετά δέκα ημέρες να εξορισθεί στην Κύθνο.

     Μακρύς υπήρξε ο χρόνος της εξορίας του, με αλλαγή μόνο τόπου της, επί τα χείρω στην Καλλιράχη της Θάσου, επί τα βελτίω ύστερα στην Κάρυστο της Εύβοιας. Έληξε μόνο με την έκσπαση του ελληνο-ιταλικού πολέμου. Ζήτησε τότε ο 38 ήδη ετών πολιτικός Αρχηγός και διάσημος άνθρωπος του πνεύματος να καταταχθεί στον στρατό εθελοντής και υπηρέτησε ως στρατιώτης απλός σε μονάδα των πρόσω.

     Ύστερα από την κατάρρευση του Μετώπου, αρνήθηκε να εισέλθει στην υπό αναχώρηση από την Ελλάδα Κυβέρνηση, όπου άλλωστε μετείχαν ακόμα Υπουργοί της Δικτατορίας, και υποβοηθημένος από τους φίλους του άρχισε αμέσως ν’ αντιμετωπίζει επί τόπου το κανούργιο πολυσύνθετο πρόβλημα της Χώρας.

     Αναγκάσθηκε, όμως, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, στις 31 Μαρτίου 1942, καταζητούμενος από τις Αρχές Κατοχής, να διαφύγει από την Ελλάδα και να φθάσει, μέσω Τουρκίας, στη Μέση Ανατολή. Εκεί έγινε Αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως και Υπουργός Εθνικής Αμύνης. Από τη θέση αυτή και πολιτεύθηκε με πνεύμα εθνικά ενωτικό. Επανέφερε στις ένοπλες Δυνάμεις τους απότακτους δημοκρατικούς αξιωματικούς, αλλά διατήρησε και τους αξιωματικούς εν ενεργεία επί δικτατορίας, τους συνδημιουργούς με τον ελληνικό Λαό του Έπους του Ελληνοιταλικού Πολέμου και του Ελληνογερμανικού Πολέμου. Και στην όλη τότε πολιτεία του έδειξε ανιδιοτέλεια και αξιοπρέπεια και προθυμία προς αποδοχή κινδύνων και ευθυνών.

     Τον Σεπτέμβριο 1944, όταν άρχιζε η απελευθέρωση της Χώρας, πρώτος αυτός από τους πολιτικούς αρχηγούς τόλμησε και πάτησε το βαθιά σπαραγμένο έδαφός της. Αποβιβάσθηκε στην πολύπαθη τότε Πελοπόννησο, χωρίς συνοδεία στρατού. Με το προσωπικό του γόητρο και με την πειθώ του λόγου του κατόρθωσε να ειρηνεύσει πολλές περιοχές της, και ιδιαίτερα την πρωτεύουσα της Αρκαδίας, όπου ήταν επικείμενη φοβερή μάχη, φονικότατη και πολλαπλά καταστροφική.

      Τον Νοέμβριο του 1944 κατέλαβε κάθε προσπάθεια για να αποτραπεί η εμφύλια ένοπλη σύρραξη. Και, όταν έληξε η από 3 Δεκεμβρίου θλιβερή ένοπλη σύρραξη των Αθηνών, έσπευσε με ηθικά πολυδόνητο άρθρο του να απευθύνει έκκληση προς τους πάντες, για υπερνίκηση των απότοκών της ολέθριων ψυχώσεων, για εμπέδωση της κοινωνικής γαλήνης και για σύμπνοια και συνεργασία προς ανοικοδόμηση της Χώρας.

     Άλλοι όμως άλλα έπραξαν ή ολιγώρησαν, με συνέπεια τη διατήρηση ή και τη συντήρηση του εθνικού διχασμού. Και, όταν ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος την 1 Νοεμβρίου 1945 ανέλαβε την πρωθυπουργία, είχε να αντιμετωπίσει πολλαπλά οξύτατα προβλήματα, οικονομικά προπάντων και δημοσίας τάξεως. Η κυβέρνηση όμως εκείνη μετά είκοσι μόλις μέρες ανατράπηκε, ύστερα από επέμβαση των Άγγλων, γιατί ο Πρόεδρός της εννοούσε να ασκεί πολιτική εθνικά ενωτική, με πνεύμα κατευνασμού, προσηλωμένος στα πάγια εθνικά συμφέροντα με τρόπο ανένδοτο.

     Και στη συνέχεια, δηλαδή από το 1946 έως το 1985, είτε ως μέλος Κυβερνήσεων, είτε ως αρχηγός Κόμματος, είτε ως ανεξάρτητος βουλευτής, είχε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος πολιτική δράση με υψηλό ύφος και με άσπιλο ήθος-ακόμη και όταν συμμετείχε, από συναίσθηση καθήκοντος προς το Έθνος, σε Κυβερνήσεις με πολιτική διαφορετική από την ιδική του, και άρα υπείχε τότε και αλλότριες ευθύνες.

     Είχα την ευκαιρία, το καλοκαίρι του 1965, να διαβεβαιώσω τον κορυφαίο Γερμανό φιλόσοφο Karl  Jaspers, ύστερ’ από σχετικό ερώτημά του, κατά την συνάντησή μας στο Basel της Ελβετίας, ότι ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, όπου και αν βρεθεί στην πολιτική της Ελλάδος, θα εξυψώσει την ηθική στάθμη της και θα ανταποκριθεί στην κλήση της Ιστορίας.

     Μετά δύο χρόνια, η διαβεβαίωση εκείνη επαληθεύθηκε δραματικά. Στις 21 Απριλίου 1967, όταν η χώρα βυθίστηκε σε αλόγιστη περιπέτεια πολιτικής δουλείας, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος τήρησε ακέραιο το καθήκον του με άκαμπτη γενναιότητα. Υπήρξε αντίθετος μέχρις εσχάτων προς τους άρπαγες της κρατικής εξουσίας, και συνέβαλε αποφασιστικά στην περίσωση της τιμής των Ελλήνων πολιτικών, με το παράδειγμα του και με τις παραινέσεις του.

     Όταν ανατράπηκε τον Ιούλιο 1974 το ανελεύθερο καθεστώς, ύστερα εξάλλου από την αμαρτωλή πρόκληση της Συμφοράς του μείζονος Ελληνισμού στην Κύπρο, δεν επανήλθε στην πρωθυπουργία ο άσπιλος πολιτικός. Αλλά το αρνητικό αυτό γεγονός δεν ίσχυσε να μειώσει το απαράμιλλο ήδη πολιτικό του γόητρο και την μοναδική ηθική αίγλη του, ως εμψυχωτικού συμβόλου της πολιτικής αρετής.

      Ο πολιτικός Παναγιώτης Κανελλόπουλος, στην τελευταία δεκαετία της ζωής του, ήταν περιβεβλημένος από την εκτίμηση και τον σεβασμό του συνόλου των βουλευτών, από την εμπιστοσύνη και την αγάπη του συνόλου, σχεδόν, του λαού της Ελλάδος. Είχε αποκτήσει τον ωραιότερο κότινο ηθικής αριστείας.

      Παρά την ενασχόληση με την πολιτική, τόσο έντονα και τόσο υπεύθυνα, δεν έπαυσε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος να είναι ο ακάματος και πολυέμπνευστος  λειτουργός του πνεύματος. Με το συγγραφικό έργο του, συνεχιζόμενο έως την τελευταία ημέρα της ζωής του, αναδείχθηκε σε πνευματικό δημιουργό, κορυφαίο της γενιάς του. Υποκινεί τον αμέριστο θαυμασμό των αναγνωστών ως τέτραθλος του πνεύματος: κοινωνιολόγος, ιστορικός, φιλόσοφος, ποιητής. Και ας γράφτηκε το πλήθος των βιβλίων που συχνά σε ώρες νυχτερινές είτε αυγινές, είτε σε περιστάσεις προσωπικής δοκιμασίας. Ο τόπος της εξορίας είχε μετατραπεί σε χώρο πνευματικής περισυλλογής και δημιουργίας.

     Τι μέγιστο έργο «Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος» γράφτηκε αρχικά στην Κύθνο, το πρώτο νησί της επί Μεταξά εξορίας του. Πραγματικά, η Κύθνος είναι η γενέθλια νήσος του ιστορικού αυτού μεγαλουργήματος. Είχα εκεί τότε  κατ’ εξοχήν θαυμάσει τρία χαρίσματα πνευματικά του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ρωμαλέες ρίζες του συγγραφικού έργου του: ευμάθεια, αισθαντικότητα, μνήμη. Οι φίλοι του πνεύματος αισθάνονται σαν να δικαιώνεται η εξορία του εκλεκτού αυτού ανθρώπου, ικανού από τη φύση του και από την παιδεία του να τηρεί στη ζωή του γόνιμα το αριστοτέλειο υπόδειγμα: «πάσας τας τύχας ευσχημόνως φέρειν και εκ των υπαρχόντων αεί τα κάλλιστα πράττειν». Και υπήρξαν «κάλλιστα» πράγματι όσα ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος έπραξε ως εξόριστος, άλλωστε και με ακοίμητη έγνοια για τα πεπρωμένα της Χώρας. Η ακοίμητη αυτή έγνοια είχε εκφρασθεί με δύο υπομνήματα προς τον Πρωθυπουργό από τον χώρο της εξορίας, για τον επικείμενο μεγάλο πόλεμο και την  δέουσα πολιτική στάση της Ελλάδος.

      Στην ενδεκάτομη «Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος», το καταπληκτικό αυτό κατόρθωμα ενός μόνο ανθρώπου, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος εξιστορεί και περιγράφει, ερμηνεύει και αναλύει με γλαφυρότητα και με θέρμη τα σπουδαιότερα έργα των μεγάλων εκπροσώπων του Ευρωπαϊκού πνεύματος, από τον τέταρτο έως τον δέκατο ένατο μ. Χ. αιώνα: στη φιλοσοφία, στην ποίηση και στη λογοτεχνία, στις διάφορες επιστήμες, στη μουσική, στη ζωγραφική, στη γλυπτική, στην αρχιτεκτονική. Με οικειότητα προς την φιλοσοφικο-ιστορική έννοια του πνεύματος και με την φιλοσοφική γενικά συγκρότησή του, με την επιστημονική πολυμέρειά του και με την συναισθηματικά φορτισμένη διαίσθησή του, αναγνωρίζει εκ βαθέων τα μεγάλα έργα του ευρωπαϊκού πνεύματος και παρουσιάζει παραστατικά, συχνά μάλιστα και συναρπαστικά, την μορφή τους και την ουσία τους, ενώ και βιογραφεί τους δημιουργούς των με αμέριστη συμπάθεια.

     Εκτός όμως από το κολοσσιαίο αυτό έργο, υπάρχουν και άλλα πολλά και σπουδαιότατα έργα του Παναγιώτη Κανελλόπουλου.

     Υπότιτλος του βιβλίου του «Ο εικοστός αιώνας», γραμμένο το 1950, εκδομένο το 1951, είναι «Η πάλη μεταξύ ανθρωπισμού και απανθρωπίας». Στις διακόσιες τριάντα σελίδες του, υπάρχουν πυκνά διαταγμένες επισημάνσεις καίριων γεγονότων και περιγραφές χαρακτηριστικών στοιχείων του εικοστού αιώνα στην πρώτη πεντηκονταετία του, συνοδευμένες από στοχασμούς κριτικούς του ηθικού ποιού των προπάντων. Εκφραστικότατοι είναι οι τίτλοι των κεφαλαίων του βιβλίου. Ιδού κάποιοι από αυτούς: «Πώς μπήκε ο αιώνας μας…. Η ανυποψία του αστού», «Η ανθρώπινη ευθύνη…», «Η αστική τάξη, οι αρετές και οι αδυναμίες της», «Η ρώσικη επανάσταση του 1917», «Το πνευματικό χάος στη Δυτική Ευρώπη, ύστερ’ από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο», «Οι μεγάλες δημοκρατίες στα χρόνια του μεσοπολέμου. Τα μεγάλα τους λάθη», «Ο φασισμός στην Ιταλία… και ο γερμανικός εθνικοσοσιαλισμός», «Τα ερείπια πού άφησε… ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος», «Τί λέει η συνείδησή μας». Στο βιβλίο αυτό εκφράζεται ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος μάλλον ως κοινωνιολόγος και ως ιστορικός ή και ως εμπλεγμένος στην ιστορική δράση πολιτικός, αλλά κάπως και ως φιλόσοφος της Ιστορίας και ως ιστορικός του πνεύματος. Αξίζει όμως να σημειώσουμε την κατακλείδα του βιβλίου: «Τα μεγάλα μέτρα και κριτήρια της ζωής είναι και θα μείνουν χριστιανικά. Είναι αλάθητα’ αλάθητος όμως δεν είναι κανένας χριστιανός».

      Το βιβλίο διακοσίων εβδομήντα σελίδων «Ο χριστιανισμός και η εποχή μας- Από την Ιστορία στην αιωνιότητα» έγραψε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος συνεπαρμένος από βαθύβλυστη ορμή συγγραφική, σε χρόνο επτά εβδομάδων το 1952. Για το έξοχο αυτό βιβλίο, πνευματικό απόσταγμα της ιστορικής εμβρίθειας, της φιλοσοφικο-ιστορικής επιστημοσύνης και της μεταφυσικά εδραιωμένης ηθικής ανησυχίας του συγγραφέα του, γράφει ο ίδιος: «Κανένα βιβλίο μου δεν είναι τόσο δικό μου όσο αυτό» (σ.20) και προσθέτει: «… Δεν θα είχα το δικαίωμα νάμαι πολιτικός και παιδαγωγός, αν δεν είχα αγωνίες. Αλλά δεν θα είχα και το δικαίωμα να εκφράσω τις αγωνίες και τα βαριά μου προαισθήματα, αν δεν αισθανόμουνα τη δύναμη… να δείξω το δρόμο που κάνει τις αγωνίες ηθικά γόνιμες και τα βαριά προαισθήματα σωτήρια.» (σ.21).

     Από τα εννέα κεφάλαια του βιβλίου, το πρώτο «Ισραήλ και Ελλάς» αρχίζει με τις φράσεις: «Η Ιστορία φυλλορροεί. Ποτέ δεν είχαν τόσο γυμνωθεί τα δένδρα της. Κάποια πολύ μεγάλα γεγονότα σημειώνονται ή πλησιάζουν» (σ.25). Το δεύτερο κεφάλαιο «Ό Ιησούς και η επικράτηση του Χριστιανισμού», εκτός από την συναρπαστική περιγραφή της ηθικής παρακμής της ρωμαιοκρατίας και των φρικτών διωγμών των πρώτων χριστιανών, εκτός από την έξαρση της παρουσίας του Ιησού και της διδασκαλίας του και άλλα πολλά σημαντικότατα, περιέχει επίσης καίριες εξηγήσεις για την επικράτηση του Χριστιανισμού, το ιστορικό αυτό «θαύμα». Σπουδαία είναι τα κεφάλαια του βιβλίου «Η ευθύνη των χριστιανικών εκκλησιών» και «Τα μεγάλα γεγονότα της εποχής μας», προπάντων όμως τα κεφάλαια «Ο θάνατος», «Ο πόνος», «Η πίστη».

      Καταληκτήριες φράσεις του κεφαλαίου «Ο πόνος» είναι οι εξής: «Οι Έλληνες ανακάλυψαν την αισθητική μορφή του ίδιου μας του κορμιού, την κλασσική τέχνη, ανακάλυψαν την ηθική λειτουργία του κοινωνικού μας βίου, την πολιτεία. Ωστόσο κανένας τους δεν υποψιάστηκε τη συνάρτηση αγάπης, πόνου, θανάτου, αιώνιας ζωής. Η συνάρτηση αυτή είναι αποκάλυψη. Την αποκάλυψη την έκαμε ο Ιησούς».

      Ως φιλόσοφος εκφράζεται ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος κατ’ εξοχήν με το εκδομένο το 1956 βιβλίο του «Μεταφυσικής Προλεγόμενα», σελίδων τριακοσίων σαράντα. Ο τίτλος «Μεταφυσικής Προλεγόμενα» δικαιολογείται πειστικά στον Πρόλογο του βιβλίου: «Αν η φυσική πρέπει αδιάκοπα να επαληθεύει το τέρμα της, η μεταφυσική πρέπει αδιάκοπα να επαληθεύει την αρχή της… η μεταφυσική δεν μπορεί να προχωρήσει περ’ από τα προλεγόμενα…». Και τονίζεται ακόμη στον Πρόλογο: «Η μεταφυσική σκέψη δεν είναι μεταφυσική, όταν κλείνει τη θέα του αγνώστου… Και αν ακόμα δεν μπορεί το πνεύμα μας να την ανοίξει, πρέπει ν’ αγωνίζεται να την ανοίξει, ν’ αγωνίζεται και ν’ αγωνιά» (σ.9). Ενδεικτικοί του πνευματικού βάρους του βιβλίου είναι οι τίτλοι των εννέα κεφαλαίων του: «Ερωτήματα και υπαινιγμοί». «Τα στοιχεία του κόσμου», «Ο άνθρωπος και τα στοιχεία του κόσμου», «Η τύχη και το θαύμα», «Ο φυσικός κόσμος και το άπειρο», «Χρόνος και αιωνιότητα», «Το πνεύμα και το μηδέν», «Ο Θεός», «Η αλήθεια».

     Με πολλή μετριοφροσύνη ονομάζονται από τον συγγραφέα οι στοχασμοί του, οι εκφρασμένοι στις σελίδες του βιβλίου,  απλώς «φιλοσοφικές υποψίες». Από έγκυρο κριτικό έχει το βιβλίο στο σύνολό του χαρακτηρισθεί ως «έργο… που συμμετέχει δημιουργικά, με δικό του λόγο και αντίλογο, στην παγκόσμια μεταφυσική φιλοσοφική συζήτηση… ως δοκιμιακό, δηλαδή ενιαίο, αγώνισμα… ενός ανθρώπου πού έχει αναλάβει για λογαριασμό μας και συνεχίζει την ένδοξη «γιγαντομαχία… περί ουσίας»…. (Βλ. Φιλοσοφία, 1983-1984, σελ. 39-40). Άς κρατήσουμε την ηρακλειτίζουσα βεβαίωση του συγγραφέα: «Η πορεία του ανθρώπου μεσ’ στον εαυτό του δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος» (σ. 1), καθώς και την άλλη, την καντιανίζουσα και πλατωνίζουσα: «Ο άνθρωπος είναι… σχεδόν ένα τίποτα. Η αποστολή, όμως, του ανθρώπου… αγγίζει σχεδόν το σύμπαν» (σ. 16).

     Ως ιστορικός έξοχος του Ελληνισμού προβάλλει ο Κανελλόπουλος με το δίτομο έργο του «Γεννήθηκα το 1402», χιλίων εκατόν τριάντα εννέα σελίδων, πρωτο-εκδομένο το 1957, και με το τρίτομο έργο του «Από τον Μαραθώνα στην Πύδνα κι ως την άλωση της Κορίνθου», πρωτο-εκδομένο το 1963, χιλίων τετρακοσίων σελίδων στη δεύτερη έκδοσή του υπό τίτλο «Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος: 490-146 π. Χ.».

      Το πρώτο έργο αναφέρεται κυρίως στην ύστατη περίοδο της Ιστορίας του Βυζαντινού Ελληνισμού. Πλασματική αυτοβιογραφία χρησιμεύει ως συγγραφικό υπόβαθρο του ιστορικού συγγράμματος. Φαντάζεται δηλαδή ο συγγραφέας του σαν να έχει γεννηθεί, ακριβώς πεντακόσια χρόνια πρίν από την πραγματική γέννησή του και στην περιοχή των Πατρών. Η συγγραφική αυτή σκηνοθεσία έχει ως συνέπεια να εμφανίζονται η εξιστόρηση των γεγονότων και η περιγραφή των καταστάσεων σαν έκφραση αυτοβίωτης εμπειρίας, επιτρέπει στον αφηγητή να διατυπώνει φιλοσοφικούς στοχασμούς για πολιτικά ή και μεταφυσικά προβλήματα σε άμεση επαφή με τα γεγονότα και τις καταστάσεις, και ακόμη εμφανίζει εύλογη τη συναισθηματική δόνησή του και τη βαθύψυχη επικοινωνία του με την συχνά σπαραγμένη τότε ανθρώπινη πραγματικότητα, σύμφυρμα ετερόκλιτο πολιτικών πράξεων και παραλείψεων, και προπάντων παθημάτων, χρωματισμένων ζοφερά και από το άχθος των παραλείψεων. Κατορθώνει όμως ο συγγραφεύς, ώστε να χαρίζει γαλήνη στην ψυχή του αναγνώστη ο διάχυτος ανθρωπισμός στις σελίδες του βιβλίου, καθώς ο αφηγητής σκύβει με συμπάθεια και συγγνώμη προς τους ανθρώπους, ακόμη και τους βαρυμένους με φρικτά εγκλήματα, ενώ εξάλλου απαλύνει και τις τραχύτερες καταδρομές της μοίρας για τους πιό αγαπημένους του ήρωες και μάρτυρες, υψωμένους με την ηθική άθλησή τους  σε άχραντη ατμόσφαιρα μακαριότητας.- Συγκινεί και διδάσκει, θέλγει και προβληματίζει το θαυμάσιο αυτό βιβλίο, διπλά συναρτημένο με την περιοχή των Πατρών, και αξίζει να χαρακτηρισθεί όργανο εθνικής μυσταγωγίας και αυτογνωσίας των σημερινών Ελλήνων.

     Το δεύτερο έργο είναι και αυτό εξαίρετο και αποτελεί πλούσια πηγή πολιτικών διδαγμάτων για τους σημερινούς Έλληνες. Αναφέρεται ολιγότερο στην κλασική εποχή και πιό έντονα στην αλεξανδρινή περίοδο της αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας, την και άγνωστη μάλλον ή ελάχιστα γνωστή. Προβάλλεται από τον συγγραφέα ιδιαίτερα ο Πολύβιος, όχι ως ιστορικός απλώς, και υψώνεται σε ηθικο-πνευματικό ορόσημο της Ιστορίας’ παραλληλίζεται με τον Γεννάδιο, τον πρώτο Πατριάρχη του υπόδουλου στους Οθωμανούς γένους’ τονίζεται η συμβολή του για την προαγωγή της αρχής των μεγάλων διασταυρώσεων των δημιουργικών της Ευρώπης. Και άλλοι προβάλλονται, όσοι με τους μόχθους και την αγωνία τους επωμίσθηκαν το βάρος μεγάλων ευθυνών. Στα κεφάλαια «Ο Μέγας Αλέξανδρος και οι Διάδοχοι», «Ο Μέγας Αλέξανδρος και η τροπή των καιρών», «Η απόκρουση του Βρέννου και ο Πύρρος», περιγράφεται μεταξύ άλλων η δημιουργία των προϋποθέσεων της παγκόσμιας κοινωνίας. Σε άλλο κεφάλαιο παρουσιάζεται ως κατ’ εξοχήν αγωνιστική πολιτικά περίοδος της Ελληνικής Ιστορίας η περίοδος από 275 έως 168 π. Χ. , κατάμεστη από συνειδητή πολιτική δραστηριότητα σε όλες σχεδόν τις περιοχές της Ελλάδος. Στον αναγνώστη προκαλεί συχνά θάμβος και δέος το θέαμα της Ιστορίας, όπως είναι δοσμένη στον συνταρακτικό δυναμισμό της, με τις επικές διαστάσεις της και τη δραματική φυσιογνωμία της, και με την πολύπλοκη διασταύρωση των πολιτικών πρωτοβουλιών και των συμφερόντων και των παθών των ηγετικών προσωπικοτήτων, αλλά και με κάποιες ελλάμψεις ηθικού μεγαλείου.

     Η ανευμάρεια του χρόνου απόψε δεν μου επιτρέπει να σχολιάσω το μικρότερης βαρύτητος και άξια πάντοτε βιβλία του Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Περιορίζομαι να μνημονεύσω τους τίτλους των. Είναι τα κοινωνιολογικά, υπό έκδοση, τώρα συγκεντρωτική σε τρείς τόμους, και συγκεκριμένα: «Ιστορία και Κριτική των κοινωνιολογικών θεωριών Ι» (1929), «Κάρολος Marx» (1931), «Η Κοινωνία της εποχής μας» (1932), «Ο άνθρωπος και αι κοινωνικαί αντιθέσεις» (1934), και ακόμη άλλα, καθώς και πραγματείες σε ξένα προπάντων επιστημονικά περιοδικά ή στο Αρχείον Φιλοσοφίας και Θεωρίας των Επιστημών. Είναι οι τρείς συλλογές ποιημάτων, γραμμένες σε ηλικία ωριμότητας: «Απλοί Φθόγγοι» (1939), «Ο κύκλος των σονέττων» (1946), «Πικροδάφνες» (1955). Είναι τα ιστορικά και φιλοσοφικά δοκίμια: «Πέντε Αθηναϊκοί Διάλογοι»-51 έως 529 μ. Χ. (1956), «Το τέλος του Ζαρατούστρα» (1956). “Hyperion und der neugriechische Geist” (1959), “Das byzantinische Pompei” (1962), “Athen” (1964), “Reflexions sur la Grece et lEurope” (1967), “Five men, five centuries” (1971),«Ιστορικά Δοκίμια» (1975), «Τα χρόνια του μεγάλου πολέμου» (1964), «Επιστολές προς τους φίλους μου» (1943), «Ένας απολογισμός» (1945), «Ημερολόγιο, από 31 Μαρτίου 1942 έως 4 Ιανουαρίου 1945», (1977), «Η Πάτρα της Belle  Époque» (1978), «Δοκίμια και άλλα κείμενα σαράντα πέντε ετών, από 1935-1980», «Επιστολές στους προγόνους μου» (1989), και ακόμη άλλα.

      Έζησε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος την τελευταία οκταετία του με θραυσμένη την υγεία του, κάτι όχι άσχετο και προς την υπηρετική του έργου του αφειδώλευτη ανάλωση της βιολογικής ικμάδας του. Αντιμετώπισε όμως τη νόσο με άθραυστη καρτερία και με φρόνημα ελεύθερο. Δεν παρασύρθηκε να μεταβάλει τη ζωή του σε «νοσοτροφία». Ασχολούνταν με την αντίδραση προς τον βιολογικό εχθρό στα όρια μόνο νηφάλιων ιατρικών επιταγών. Παρά την επίγνωση της πραγματικότητας, συμπεριφερόταν, δρούσε και δημιουργούσε με ακατάβλητο ήθος και με άτρωτο πνεύμα, ως εάν η υγεία του ήταν άτρωτη και ως εάν είχε την Ιασώ παραστάτρια πανίσχυρη. Στις μεγάλες ώρες του-και υπήρξαν πολλές-ήθελε τη ζωή του διελκυστίνδα χρόνου και αιωνιότητας, μεταξύ του σχεδόν μηδενός και του σχεδόν σύμπαντος.

     Αυτός ήταν σε πολύ συνοπτική απεικόνιση, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Από νέος αντιμετώπισε τα πρόσωπα, τα γεγονότα και τα καθήκοντα με ανεξικακία, εγκαρτέρηση και αυταπάρνηση. Αξιοποίησε με υπεράνθρωπο μόχθο τις πνευματικές δυνάμεις του για να επιτελέσει το μεγαλοδιάστατο έργο του. Αφιερώθηκε με γενναιότητα και ανιδιοτέλεια στην υπηρεσία της ηθικά προσανατολισμένης πολιτικής, αντιμέτωπος συχνά με τις θύελλες της Ιστορίας. Έφυγε από τη ζωή στα ογδόντα και τέσσερα χρόνια του, πνευματικά βαθύπλουτος και ηθικά περίστεπτος.

     Κατέδειξε με τη δράση του, ότι δεν έπαυσε να υπάρχει στην Ελλάδα η πολιτική αρετή, και με το έργο του, ότι θωπεύουν την ελληνική γη και στον αιώνα μας η αύρα των Χαρίτων και η εμπνοή των Μουσών.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Κ. ι. Δεσποτόπουλος, «Φήμη απόντων», 1995 (Εκδόσεις Καστανιώτη), σελίδες 15-42. «Δοκίμια και Λόγοι», 1983 (Εκδόσεις Βιβλιοπωλείου της Εστίας), σελίδες 49-70 και 73-78.

Ομιλία του Ακαδημαϊκού κ. Κωνσταντίνου Δεσποτόπουλου στην Ημερίδα για τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο της 19 Οκτωβρίου 1996 στην μεγάλη Αίθουσα Τελετών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ι. ΔΕΣΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ

περιοδικό Νέα Εστία τεύχος 1667/ Χριστούγεννα 1996, σελίδες 41-47. Έτος Ο΄, τόμος 140.    

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ  ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ

     Πολιτικός αρχηγός, κοινωνιολόγος, ιστορικός, φιλόσοφος και ακαδημαϊκός, με τεράστιο συγγραφικό έργο, από τη μητέρα του ανιψιός του Δημητρίου Γούναρη. Σπούδασε διαδοχικά στο Α Γυμνάσιο Πατρών, στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1919-20), στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης (1920-23) και στη Φιλοσοφική Σχολή του Μονάχου (1923). Το 1925 έγινε μέλος της «Εταιρείας Κοινωνικών Επιστημών» με πρόταση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου. Τον επόμενο χρόνο διορίστηκε γενικός γραμματέας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Το 1929 έγινε υφηγητής και το 1933 καθηγητής της Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και η διδασκαλία του, ήδη από το 1930, είχε άκρα επιτυχία και αύξουσα φήμη και συρροή ακροατών. Υπήρξε επίσης εκδότης (από το 1929) μαζί με τους Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο, Κωνσταντίνο Τσάτσο και Μ. Τσαμαδό του ρηξικέλευθου τότε περιοδικού Αρχείον Φιλοσοφίας και Θεωρίας των Επιστημών. Σύζυγός του (από το 1935) η Θεανώ Πουλικάκου.

     Το καλοκαίρι του 1935 ο Κανελλόπουλος δημοσίευσε περίφημα άρθρα στην εφημερίδα Ακρόπολις υπέρ της αβασίλευτης Δημοκρατίας και το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου απολύθηκε από την πανεπιστημιακή έδρα του, μετά την άρνησή του να ορκιστεί πίστη στο βασιλιά. Στις 15 Δεκεμβρίου ίδρυσε το «Εθνικόν Ενωτικόν Κόμμα» και μετέσχε στις βουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου 1936 με σύνθημα την υπερνίκηση του εθνικού διχασμού, χωρίς όμως να εκλεγεί ούτε ο ίδιος.

      Λίγους μήνες αργότερα υπόμνημά του προς τον βασιλιά Γεώργιο Β΄ εναντίον της δικτατορίας του Μεταξά, γραμμένο σε υψηλό ηθικό τόνο, είχε ως συνέπεια τη σύλληψή του από την αστυνομία της Δικτατορίας τη νύχτα της 7ης προς την 8η Φεβρουαρίου 1937 και την εκτόπισή του αρχικά στην Κύθνο (ως το Σεπτέμβριο 1938), από εκεί στην Καλή Ράχη της Θάσου (ως το Μάϊο 1939) και από εκεί στην Κάρυστο ως την 4η Νοεμβρίου 1940.

     Το Νοέμβριο 1940 κατατάχθηκε ως εθελοντής και εντάχθηκε στη 13η Μεραρχία. Ως το Φεβρουάριο 1941 υπηρέτησε ως απλός στρατιώτης στην πρώτη γραμμή του μετώπου της περιοχής Πόγραδετς. Το Φεβρουάριο 1941 τοποθετήθηκε στην Κορυτσά. Τον Ιούνιο 1941, λίγες εβδομάδες μετά την κατάληψη των Αθηνών από τους Γερμανούς, υιοθέτησε πρόταση του συνεργάτη του Κωνσταντίνου Περρίκου (που το 1943 εκτελέστηκε από τους Γερμανούς) για ίδρυση αντιστασιακής οργάνωσης. Στις 31 Μαρτίου 1942, καταζητούμενος από τις Αρχές Κατοχής, κατόρθωσε να διαφύγει από την Ελλάδα, και ύστερα από τριήμερο ταξίδι με ψαρόβαρκα έφτασε στις 3 Απριλίου 1942 στην Ερυθραία της Μικράς Ασίας.

     Από το Μάϊο 1942 ως το Μάρτιο 1943 ο Κανελλόπουλος μετείχε ως αντιπρόεδρος και υπουργός Εθνικής Αμύνης στην εξόριστη κυβέρνηση της Ελλάδας με πρωθυπουργό τον Εμμανουήλ Τσουδερό και με έδρα βασικά την Αίγυπτο. Εκπροσώπησε την κυβέρνηση εκείνη σε δύσκολες ώρες των σχέσεών της με τους Συμμάχους και έλαβε ως υπουργός οργανωτικές πρωτοβουλίες τολμηρές με πνεύμα υπερκομματικό. Συμμετέσχε στο Συνέδριο του Λιβάνου από 17 ως 20 Μαϊου 1944, και τον Ιούνιο έγινε υπουργός Ανασυγκροτήσεως και προσωρινά των Οικονομικών στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας με πρωθυπουργό το Γεώργιο Παπανδρέου.

     Κατά την απελευθέρωση της Ελλάδας (1944), εκπλήρωσε κρίσιμη σωστική αποστολή στην Πελοπόννησο, όπου έφτασε (27 Σεπτεμβρίου) ως γενικός πληρεξούσιος της κυβέρνησης. Αντιμετώπισε την εκεί έκρυθμη κατάσταση με υπερκομματικό φρόνημα και πέτυχε, με γενναίες πρωτοβουλίες, να αποτρέψει, όπου πρόλαβε να φτάσει, τις αιματηρές συγκρούσεις. Από 28 ως 30 Σεπτεμβρίου, έξω από την πολιορκημένη Τρίπολη, κατόρθωσε να ματαιωθεί η επικείμενη επίθεση του ΕΛΑΣ υπό τον Άρη Βελουχιώτη εναντίον των οχυρωμένων στην πόλη ανδρών των «Ταγμάτων Ασφαλείας». Με την ενέργειά του αυτή αποσόβησε μεγάλη αιματοχυσία και προφύλαξε τον άμαχο πληθυσμό από σοβαρές απώλειες και άλλα δεινά. Στις 24 Οκτωβρίου έγινε υπουργός των Ναυτικών. Στις 4 Ιανουαρίου 1945 παραιτήθηκε, όπως και ολόκληρη η κυβέρνηση Παπανδρέου, και παρέμεινε δίχως υπουργικές ευθύνες επί δέκα μήνες. Την 1 Νοεμβρίου 1945 σχημάτισε κυβέρνηση και έμεινε πρωθυπουργός ως τις 22 Νοεμβρίου.

     Από το Μάρτιο 1946 ως το Φεβρουάριο 1964 εκλέχτηκε εννέα φορές βουλευτής, άλλοτε Αχαϊας και άλλοτε Αθηνών, και βρέθηκε στο Κοινοβούλιο αδιάπτωτα ως το 1967. Στην ίδια περίοδο μετέσχε πολλών κυβερνήσεων ως υπουργός ή και αντιπρόεδρος, αλλά και έμεινε εκτός κυβερνήσεως (Αύγουστος 1947-Ιανουάριος 1949. Ιανουάριος-23 Μαρτίου 1950. 3 Απριλίου 1950-Νοέμβριος 1952. Οκτώβριος 1955-Ιανουάριος 1959. Ιούλιος 1963-3 Απριλίου 1967). Διετέλεσε επίσης (Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1950) αρχηγός της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη. Το 1959 εκλέχτηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Τον Ιούλιο 1961 υπέγραψε τη συμφωνία σύνδεσης της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα.

      Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1963, ο Κανελλόπουλος έγινε αρχηγός του κόμματος ΕΡΕ, που είχε ιδρύσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Στις 3 Απριλίου 1967 σχημάτισε κυβέρνηση με αποστολή τη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών. Ενώ προετοίμαζε όμως την άψογη εκπλήρωση της αποστολής αυτής, έγινε την 21η Απριλίου πραξικόπημα ομάδας αξιωματικών που κατέλυσε τη δημοκρατία. Με το ηθικό σθένος του δικαίωσε τότε ολωσδιόλου την προς το πρόσωπό του εμπιστοσύνη. Αρνήθηκε οιοδήποτε συμβιβασμό προς τους πραξικοπηματίες και επί επτά χρόνια διεξήγαγε  ανένδοτο αγώνα εναντίον του άνομου καθεστώτος και συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό, ώστε οι παράνομες κυβερνήσεις της επταετίας να μην αποκτήσουν λαϊκή συναίνεση.

     Εύλογα ο Κανελλόπουλος υπήρξε το κύριο πρόσωπο στη δραματική, μετά την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, σύσκεψη της 23ης Ιουλίου 1974 για την παράδοση της κυβέρνησης από τους στρατιωτικούς στην πολιτική ηγεσία της χώρας. Την τελευταία στιγμή αποκλείστηκε από την προεδρία στην υπό σχηματισμό κυβέρνηση. Δεν μετέσχε στην κυβέρνηση εκείνη ούτε και στις βουλευτικές εκλογές του Νοεμβρίου 1974. Μετέσχε όμως στις βουλευτικές εκλογές του Νοεμβρίου 1977 και του Οκτωβρίου 1981 και εκλέχτηκε βουλευτής Επικρατείας και στις δύο αυτές εκλογές, εντάχθηκε στο ψηφοδέλτιο του κόμματος «Νέα Δημοκρατία» ως ανεξάρτητος. Με τις υποδειγματικές αγορεύσεις του σε θέματα σπουδαία ενώπιον της Βουλής του 1977-81 και της Βουλής του 1981-1985, επιβλήθηκε στη συνείδηση του λαού και των βουλευτών ως υπερκομματικός πολιτικός, σεβαστός από όλες τις πτέρυγες του Κοινοβουλίου.

     Η έντονη και υπεύθυνη πολιτική δράση του Κανελλόπουλου δεν εμπόδισαν την ενασχόλησή του με τη συγγραφή. Τα περισσότερα βιβλία του μάλιστα όχι μόνο διδάσκουν αλλά και θέλγουν, καθώς έχουν συγγραφεί με κριτική εμβρίθεια, με ποιητική συχνά διάθεση και με διαύγεια στην έκφραση πάντοτε.

     Κυριότερο σύγγραμμά του είναι το μοναδικό σε πολυμέρεια και πλούτο γνώσεων, δεκάτομο ήδη σύγγραμμα Ιστορία του Ευρωπαϊκού πνεύματος, όπου συναρπαστικά παρελαύνουν οι πνευματικές επιτεύξεις των λαών της Ευρώπης και των μεγάλων εκπροσώπων τους, από τον ύστερο 4ο ως τον 19ο αιώνα μ. Χ. στη φιλοσοφία, την ποίηση και τη λογοτεχνική πεζογραφία, στις διάφορες επιστήμες και στο πεδίο των κοινωνικοπολιτικών ιδεών, στη μουσική, τη ζωγραφική, τη γλυπτική, την αρχιτεκτονική. Το κολοσσιαίο αυτό έργο, που η συγγραφή του άρχισε από τα χρόνια της εξορίας στην Κύθνο, θαυμαστό κατόρθωμα ενός μόνο ανθρώπου, αποτελεί μέγα τίτλο της ελληνικής λογιοσύνης και απότιση φόρου τιμής προς την Ευρώπη του πνεύματος, αλλά και βαρύτιμο δώρο του συγγραφέα του προς τους σύγχρονους Έλληνες για ενθουσιαστική γνωριμία τους με το πνεύμα της Ευρώπης.

     Άλλα σπουδαία έργα του είναι δύο βιβλία-όργανα εθνικής αυτογνωσίας των Ελλήνων. Το πρώτο, εκδομένο το 1957, με τίτλο Γεννήθηκα στο 1402, που υποδηλώνει τη συγγραφική μορφή του ως πλασματικής αυτοβιογραφίας, ενέχει εξιστόρηση των δραματικών γεγονότων που σφράγισαν τη βυζαντινή ιστορία του 15ου προπάντων αιώνα, και περιέχει επίσης, εκτός από άλλα, φιλοσοφικούς στοχασμούς για τα σύμφυτα με τα γεγονότα εκείνα πολιτικά ή και μεταφυσικά προβλήματα. Εκδομένο το 1963 το δεύτερο, με τίτλο Από τον Μαραθώνα στην Πύδνα-κι’ ως την καταστροφή της Κορίνθου (490-146 π. Χ.) και σε β΄ έκδοση με τίτλο Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, 490-146 π. Χ. ενέχει αφήγηση και περιγραφή, ερμηνεία και αξιολόγηση των γεγονότων, καταστάσεων και πρωταγωνιστικών προσωπικοτήτων, που συνιστούν και χαρακτηρίζουν τους μεγάλους αυτούς είτε κρίσιμους αιώνες της ελληνικής Ιστορίας. Στο ίδιο «κλίμα» κάπως βρίσκεται και το μικρότερο βιβλίο του Πέντε Αθηναϊκοί Διάλογοι, 51 έως 529 μετά Χριστόν, που εκδόθηκε το 1956 και ύστερα γερμανικά το 1961 και ιταλικά το 1964. Σημαντικότατο έργο του είναι ακόμη τα Μεταφυσικής Προλεγόμενα (1955), βιβλίο γοητευτικό για τον αναγνώστη και δημιουργικό έντονου προβληματισμού.

     Άλλα έργα του, με ιδιαίτερη το καθένα σύσταση, αλλά και με κοινά χαρακτηριστικά της ίδιας πνευματικής φυσιογνωμίας, είναι: Όλιβερ Κρόμβελ (1947), Ο εικοστός αιώνας. Η πάλη μεταξύ ανθρωπισμού και απανθρωπιάς (1951). Ο Χριστιανισμός και η Εποχή μας (1952). Το Τέλος του Ζαρατούστρα (1956). Ιστορικά Δοκίμια (1975). Δοκίμια και άλλα κείμενα σαράντα πέντε ετών (1980).

     Έργα του άλλα, με προσωπικότερο χαρακτήρα είναι τα εξής: 1935-1945. Ένας απολογισμός (1945). Θα σας πω την αλήθεια (1945). Τα Χρόνια του Μεγάλου Πολέμου. 1939-1945 (1964). Ημερολόγιο 31 Μαρτίου 1942-4 Ιανουαρίου 1945 (1977). Η Πάτρα της Μπελ Επόκ (1978).

       Ξενόγλωσσα έργα του εκδόθηκαν τα εξής: Ο Υπερίων και το νεοελληνικό πνεύμα (Hyperion und der neugriechische Geist,1959). Μιστράς. Η βυζαντινή Πομπηϊα (Mistra. Das byzantinische Pompeji).(Athen, 1964).  Άνοδος προς την πίστη. (Ascent to Faith, 1966). Πέντε άνδρες-πέντε αιώνες (Σόλων, Σοφοκλής, Δίων, Κυδίας και Δίαιος). (Five Men- Five Centuries (Solon, Sophocles’, Dion, Cydias and Diaios) 1971).

     Έχει δημοσιεύσει επίσης τις συλλογές ποιημάτων: Ρυθμοί στα κύματα (1920). Απλοί Φθόγγοι (ψευδώνυμο Αίμος Αυρήλιος. 1945). Ο κύκλος των σονέττων (1939). Πικροδάφνες (1955) καθώς και το μυθιστόρημα Η λυτρωμένη από το σόϊ που χάθηκε (1923). Στην περίοδο του Μεσοπολέμου είχαν εκδοθεί τα εξής έργα του: Η Κοινωνία των Εθνών (1926). Κοινωνιολογία των ιμπεριαλιστικών φαινομένων (1927). Ιστορία και Κριτική των κοινωνιολογικών Θεωριών. Μέρος Α΄ (1929). Κάρολος Μαρξ Συμβολή εις την Ιστορίαν των Οικονομικών και Κοινωνικών Θεωριών (1931). Η κοινωνία της εποχής μας (1932). Ιστορία και Πρόοδος. Εισαγωγή εις την Κοινωνιολογίαν της Ιστορίας (1933). Ο Άνθρωπος και αι κοινωνικαί αντιθέσεις (1934). Έχει ακόμη πολλά δημοσιεύματα, για θέματα επιστημονικά, σε περιοδικά ή σε έργα συλλογικά, ελληνικά είτε ξένα.  Συνεργάστηκε επίσης με την «Εκδοτική Αθηνών», ως μέλος της εποπτικής επιτροπής της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους και σύμβουλος εκδόσεως της Εκπαιδευτικής Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας, έργα στα οποία περιλαμβάνονται και σημαντικά άρθρα του.

Κ. Ι. ΔΕΣΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ

 ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ- ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ- ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΑ ΝΕΑ, Αθήνα 1999, τόμος 4ος, σελίδες  243-244

Σημείωμα 3:

     Μεταφέρω στο τρίτο αυτό σημείωμα για τον δημοκράτη και αντιστασιακό πολιτικό και διανοούμενο, πρώην πρωθυπουργό Παναγιώτη Κανελλόπουλο, δύο κείμενα του φιλόσοφου, πολιτικού στοχαστή συγγραφέα Κωνσταντίνου Ι. Δεσποτόπουλου (Σμύρνη 8/2/1913 -Αθήνα 7/2/2016) που δημοσιεύθηκαν, το πρώτο, στο πλούσιο και μεστό αφιέρωμα του περιοδικού «Νέα Εστία» και το δεύτερο,-ως λήμμα- στο «Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό». Άρθρα που φέρουν την υπογραφή του Μικρασιάτη καθηγητή και επιστήμονα, ακαδημαϊκού,-διετέλεσε επίσης, για ένα διάστημα, και υπουργός παιδείας,-Κ. Ι. Δεσποτόπουλου. Μετά την Καταστροφή της Σμύρνης (1922) η πολυμελής οικογένειά του κατέφυγε πρώτα στην Μυτιλήνη και κατόπιν στην ελεύθερη Ελλάδα, όπου εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Βύρωνα. Υπήρξε από τους πρώτους οικιστές της. Η οικογενειακή του οικία συνόρευε σχεδόν με το σπίτι της οικογένειας της βυζαντινολόγου καθηγήτριας Ελένης Γλύκατζη Αρβελέρ, καθώς και με την οικία του «διαπρεπέστατου και αρχινούστατου λογίου της Σμύρνης Στίλπωνος Πιττακή, που η εγγονή του, γεννημένη πολύ αργότερα, είναι σήμερα πρωταγωνίστρια του θεάτρου Κουν». Ο Κ. Ι. Δεσποτόπουλος αναφέρεται στην Ρένη Πιττακή, γνωστή και αξιόλογη ηθοποιό και στέλεχος του Θεάτρου Τέχνης του Καρόλου Κουν και άλλων θεατρικών σχημάτων. Βύρωνας, μία από τις συνοικίες του λεκανοπεδίου αττικής που βρήκαν καταφύγιο χιλιάδες ξεριζωμένες ελληνικές οικογένειες. Ανέστιοι και εξόριστοι μικρασιάτες έλληνες, διωγμένοι βίαια από τις πατρογονικές τους εστίες, τα αιματοβαμμένα εδάφη της Ιωνίας. Κυνηγημένοι, βασανισμένοι, μακριά από την «καλλίστη πασών», την Σμύρνη. Έλληνες, Σμυρνιοί, Μικρασιάτες Πρόσφυγες των αλησμόνητων πατρίδων. Γράφει: «Η μικρή εκείνη κοινωνία υπήρξε πρωτοποριακή. Αυτά που σήμερα το κράτος προτείνει στην πρωτοβουλία των κοινοτήτων, παρέχοντας σ’ αυτές και άφθονα μέσα, οι λεγόμενες πολιτιστικές εκδηλώσεις και η ασχολία με τον αθλητισμό, γίνονταν ήδη τότε, πρίν εξήντα χρόνια, στο συνοικισμό Βύρωνος, χωρίς καμία υπόδειξη ή ενίσχυση από το φτωχό τότε κράτος, με την πρωτοβουλία μόνο των κατοίκων» σελ. 137.  Σημειώνει ακόμα, ο δραστήριος και πολιτικά πάντα ενεργός καθηγητής και διανοούμενος, ο οποίος ανήκει σε μια γενιά ελλήνων πλήρης σωματικών, ψυχικών και πνευματικών τραυμάτων. «Η γενιά μου υπήρξε πολύπαθη. Έζησα δύο παγκόσμιους πολέμους, την Εθνική Καταστροφή του 1922, έναν εμφύλιο πόλεμο και δύο δικτατορίες.», σ. 132. Ο Κωνσταντίνος Ι. Δεσποτόπουλος διετέλεσε για μια διετία, το 1945, «Πρόεδρος Σωματείου Νέων» με την επωνυμία «Ελληνοσοβιετικός Σύνδεσμος Νέων», ύστερα από έκκληση ομάδας φοιτητών. Η πολιτική και κοινωνική αυτή ενέργειά του είχε επιπτώσεις στον ίδιο και την καριέρα του. Ο εξόριστος Μακρονησιώτης, συντάσσει, αρκετές δεκαετίες αργότερα, 8 Φεβρουαρίου 1985, ένα «Βιογραφικό Σχεδίασμα», για το «Μνημόνιο» την τηλεοπτική εκπομπή «Μονόγραμμα» της ΕΡΤ-2, 26 Απριλίου 1985, που είναι τιμητικό αφιέρωμα στο πρόσωπό του και την σταδιοδρομία του: «Από το καλοκαίρι του 1947, αρχίζει περίοδος εξοριών και άλλων διωγμών. Μια εβδομάδα μόλις, αφού δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες η απόλυσή μου από την πανεπιστημιακή θέση μου, την αυγή της 4 Ιουλίου, απάγομαι από την κατοικία μου και ύστερ’ από φοβερή ταλαιπωρία επί ένα εικοσιτετράωρο στην Ψυτάλλεια, κάτω από τον ήλιο με 44 βαθμούς θερμοκρασία όλη την ημέρα και με σφοδρά μαστιγωτικό άνεμο στο ύπαιθρο όλη τη νύχτα, διψασμένος και νηστικός, μεταφέρομαι τελικά μαζί με πλήθος άλλων στην Ικαρία, όπου και μένω σε ακαθόριστη κατάσταση εξορίστου επί δύο και πλέον μήνες.  

     Η απίθανη όμως αυτή εξορία έμελλε να είναι προοίμιο απλώς. Επακολούθησε η παραμονή μου στη Μακρόνησο από 13 Νοεμβρίου 1947 έως 20 Ιουλίου 1950, που εξ άλλου είχε και παρέκταμα την εξορία μου υπό συνθήκες μάλλον ήπιες στον Άγιο Ευστράτιο από 21 Ιουλίου έως 3 Δεκεμβρίου του 1950.

     Όσα διαδραματίσθηκαν στη Μακρόνησο τότε, και πολλά έχω ζήσει ο ίδιος, δηλαδή έχω υποστεί άμεσα, υπήρξαν, κατά περιόδους προπάντων, ασύλληπτα για όποιον δεν τα έζησε. Πολλοί με παρότρυναν κατά καιρούς να καταγράψω και να δημοσιεύσω την αυτοβίωτη εκείνη εμπειρία μου. Η συναίσθηση όμως ευθύνης προς την ηθική γαλήνη της χώρας μου υπαγόρευσε τη σιωπή. Και τώρα εμμένω στη σιωπή. Δύο-τρείς εκφράσεις μόνο επιτρέπω στον εαυτό μου. Στρέφω με ευλάβεια το νου μου προς όσους έχασαν εκεί τη ζωή τους, ενώ εγώ τύχη αγαθή επέζησα…». σελίδες 147-148.

Το του βίου του «Βιογραφικό Σχεδίασμα» εμπεριέχεται στον τόμο Κ. Ι. Δεσποτόπουλος, «ΔΟΚΙΜΙΑ» Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ-ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ-ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ-Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΑ, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της «ΕΣΤΙΑΣ», Αθήνα 1986, και καταλαμβάνει τις τελευταίες σελίδες 131-174 του τόμου. Ο τόμος χωρίζεται σε δύο μεγάλες ενότητες που περιέχουν τα εξής κεφάλαια μετά τον Πρόλογο. Ι. Παρόν και μέλλον του ελληνισμού.- Η φιλοσοφία.-Έργα και μοίρα του Προμηθέως.-Πολιτεία και ηθική. Ο αριστοτέλειος ορισμός της πόλεως. ΙΙ. Στοιχεία του ελληνικού πνεύματος.-Κλέη της Ρόδου.-Η παιδεία των Ελλήνων.- Βιβλία και συγγραφείς.-Βιογραφικό Σχεδίασμα, από όπου ερανίζομαι τις πληροφορίες. Ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Ι. Δεσποτόπουλος την περίοδο της φοιτητικής του ζωής, σε πολύ νεαρή ηλικία, πρίν καν συμπληρώσει τα δεκαέξι του χρόνια, υπήρξε ένθερμος ακροατής μαθημάτων από τους σημαντικότερους εκείνη την εποχή καθηγητές.  Σημειώνει στην σελίδα 139,

«Εκείνα τα χρόνια στον Περίβολο του Πανεπιστημίου και στη Φοιτητική Λέσχη γίνονταν μεταξύ των φοιτητών έντονες και γόνιμες συζητήσεις για θέματα πολιτικά, φιλοσοφικά, φιλολογικά, προπάντων, και είχα πολύ αναμιχθεί σ’ αυτές. Ευτύχησα όμως ιδιαίτερα να παρακολουθώ τα μαθήματα και να μετέχω στα Φροντιστήρια των νέων τότε Υφηγητών και ύστερα Καθηγητών. Κωνσταντίνου Τσάτσου της Φιλοσοφίας του Δικαίου, Θεμιστοκλή Τσάτσου, του Διοικητικού Δικαίου, και Παναγιώτη Κανελλόπουλου, της Κοινωνιολογίας, καθώς και του καταπληκτικού φιλολόγου Υφηγητού Συκουτρή, πού οι παραδόσεις του ήταν συναρπαστικές. Η συμμετοχή μου εκείνη υπήρξε ενεργότατη και διάρκεσε πολλά χρόνια, και ύστερα από την περάτωση τυπικά των σπουδών μου. Ενεργότατη επίσης υπήρξε η συμμετοχή μου στον περίφημο «Φιλοσοφικό Κύκλο» των ίδιων Καθηγητών, όπου ήμουν συχνά εισηγητής και πάντοτε σχεδόν συζητητής και όπου συμμετείχαν κατά καιρούς πολλοί φοιτητές, διάσημοι αργότερα επιστήμονες, συγγραφείς, πολιτικοί. Περιορίζομαι να ονομάσω από αυτούς δύο κορυφαίους που έχασαν τη ζωή τους πολύ ενωρίς, τον Γιώργο Σαραντάρη και τον Δήμη Καπετανάκη, αλλά και τον φιλόλογο και ιστορικό Βασίλη Λαούρδα, που χάθηκε αργότερα.».

Όπως ο ίδιος δεν παύει διαρκώς να μνημονεύει με αγάπη και σεβασμό στα κατά καιρούς λόγια του, τις δημόσιες συζητήσεις του, τα άρθρα και τα δημοσιεύματά του, η φοιτητική εκείνη περίοδος της ζωής του, για το έφηβο προσφυγόπουλο, μικρασιάτη καθηγητή της φιλοσοφίας, υπήρξε η γονιμότερη και πλουσιότερη πνευματικά και παιδευτικά περίοδός του. Ανάμεσα στους σημαντικούς του δασκάλους συμπεριλαμβάνονται και ο παλαιός καθηγητής της φιλοσοφίας Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος. Ακόμα, στους εφηβικούς του φίλους και συνοδοιπόρους, συγκαταλέγεται ο συγγραφέας Ντίμης Αποστολόπουλος, ο κρητικός παραμυθάς μυθιστοριογράφος Νίκος Καζαντζάκης και πολλοί άλλοι γνωστοί μας έλληνες και ελληνίδες πεζογράφοι και διανοούμενοι, που δημιούργησαν έναν ευρύ κύκλο πνευματικών προοδευτικών και αριστερών πεποιθήσεων ελλήνων, που δημοσίευαν στα περιοδικά της εποχής και επηρέασαν με τον τρόπο τους και ίσως διαμόρφωσαν, την εικόνα της ελληνικής γραμματείας και διανόησης. Τον χώρο της λογοτεχνίας, της ποίησης και της φιλοσοφίας. Από τα χρόνια της εξορίας του μνημονεύει τους ηθοποιούς Τζαβαλά Καρούζο και τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Μάνο Κατράκη, γνωστούς κομμουνιστές αγωνιστές Μακρονησιώτες. Να τονίσουμε ότι ο ποιητής Γιώργος Σαραντάρης έχασε νεότατος την ζωή του στα βουνά της αλβανίας κατά τον ελληνοιταλικό πόλεμο, ενώ, ο στοχαστής και αισθητιστής Δημήτριος Καπετανάκης, άφησε επίσης νεότατος την τελευταία του πνοή στον εξωτερικό, την Αγγλία, χτυπημένος από λευχαιμία. Ο καθηγητής Βασίλειος Λαούρδας που μνημονεύει ο Δεσποτόπουλος, κατάγεται από την πόλη του Πειραιά, έχει δημοσιεύσει δεκάδες λογοτεχνικά και άλλα άρθρα, βλέπε ενδεικτικά για την «Οδύσσεια» του Νίκου Καζαντζάκη, και διετέλεσε διευθυντής της Βιβλιοθήκης της Χερσονήσου του Αίμου.

     Αν διαβάσουμε συνολικά τα σκόρπια κείμενα και κριτικές που έχει δημοσιεύσει ο Κωνσταντίνος Ι. Δεσποτόπουλος σε εφημερίδες και περιοδικά-το σύνολο σχεδόν των κυριότερων δημοσιευμάτων του συμπεριελήφθησαν σε ξεχωριστούς τόμους- θα διαπιστώσουμε με μεγάλη ευκολία, ότι ο Κωνσταντίνος Ι. Δεσποτόπουλος ανεξαρτήτου ηλικίας που έγραφε και δημοσίευε τα κείμενα και τα άρθρα του, εξακολουθεί να τρέφει αμέριστο σεβασμό, μεγάλη εκτίμηση και αγάπη για τους δασκάλους του και κυρίως, για τον πολιτικό και φίλο του Παναγιώτη Κανελλόπουλο.  Όλα του τα κείμενα διακρίνονται για την ευγένεια και το ήθος του ύφους του και της γραφής του, την καλλιέπεια και τον λεκτικό του πλούτο, που εμπλουτίζεται από λέξεις και φράσεις από όλο το πεδίο της ιστορίας της ελληνικής γλώσσας. Κοσμείται επίσης ο λόγος του, από φράσει και προτάσεις, από ρήσεις που προέρχονται από την αρχαία ελληνική γραμματεία και ιδιαίτερα από κείμενα της Πλατωνικής φιλοσοφίας. Οι λέξεις του είναι συνήθως πολυσύλλαβες και δεν τις συναντάμε εύκολα στο λεξιλόγιο άλλων ελλήνων στοχαστών, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η γραφή του γίνεται σκοτεινή ή δυσνόητη, κάθε άλλο, τα νοήματά του είναι εύληπτα και κατανοητά στον καθένα, ακόμα και τον πιο αμύητο στον φιλοσοφικό λόγο ή στοχασμό. Συνήθως, αν δεν λαθεύω αναγνωστικά, τα κείμενά του-τουλάχιστον αυτά που γνωρίζω και έχω διαβάσει-κινούνται μέσα σε ένα κλίμα αυτοβιογραφικής διάθεσης εμβαπτισμένα μέσα σε στιγμές ελληνικής ιστορίας. Έχουν έντονο λυρικό χρωματισμό και βρίσκονται μέσα σε μια ατμόσφαιρα συνήθως, συγκινησιακά φορτισμένη. Δίχως αυτό να σημαίνει ότι απεμπολούν την επιστημονική ή ιστορική τους εγκυρότητα και ακρίβεια. Ο λόγος του επίσης, είναι σε πολλά του σημεία προφορικός γιαυτό και απλώνει ευχάριστα. Σαν ο συγγραφέας να ανοίγει μαζί μας θερμή συζήτηση για ζητήματα της ελληνικής ιστορίας, πορτραίτα προσώπων, αξιοσημείωτες φυσιογνωμίες που γνώρισε, συνάντησε, μελέτησε το έργο τους που προέρχονται από τον χώρο της ευρύτερης ελληνικής παιδείας και παράδοσης. Είτε γράφει για ιστορικούς, είτε για ακαδημαϊκούς, είτε για πολιτικούς της νεότερης ελλάδος, είτε γράφει λόγους για την υποδοχή στην ακαδημία αξιοσημείωτων ελλήνων, είτε για λόγιους έλληνες  ή κριτικούς της λογοτεχνίας, είτε συνθέτει λόγους για αοίδιμους άντρες ή επικήδειους, ο λόγος και  η γραφή του είναι θερμή και γεμάτη ευγένεια και διακριτικότητα. Με την ίδια διακριτικότητα, σεμνότητα και προπάντων σεβασμό και τιμή, θερμό ζήλο και αγάπη μας μιλά και γράφει για τον δάσκαλό του και κατοπινό μέντορα και φίλο του Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Τα κείμενα που πιο πάνω παραθέτω, επικαλύπτουν όπως μας δείχνουν το ένα το άλλο σε στοιχεία, και είναι απόρροια, προέρχονται από παλαιότερα κείμενά του που βρίσκονται τώρα στον τόμο Κωνσταντίνου Δεσποτόπουλου, «Φήμη Απόντων» εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1995, «ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ (1902- 1986), σελίδες 15-37, είναι ο λόγος που «Εκφωνήθηκε στην Αίθουσα της Ακαδημίας Αθηνών, την 26η Μαρτίου 1987» και τον σύντομο επικήδειο, σελίδες 38-42, που «Εκφωνήθηκε στο Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών, την 15 Σεπτεμβρίου 1986», κατά την εξόδιο ακολουθία. Το βιβλίο εντάσσεται στην σειρά των εκδόσεων Καστανιώτη «ΣΚΕΨΗ, ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ», την σειρά διεύθυνε ο συγγραφέας και συνεκδότης Θανάσης Νιάρχος. Τα κείμενα του βιβλίου είναι μια προσωπική της μνήμης ηθική άθληση του Κωνσταντίνου Ι. Δεσποτόπουλου, για «πολύ αισθαντικούς αναγνώστες», όπως αναφέρει στον Πρόλογό του ο αοίδιμος ακαδημαϊκός, φιλόσοφος και πολιτικός στοχαστής. Το κείμενο για τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο που ανοίγει την αυλαία των λόγων για έλληνες ακαδημαϊκούς, είναι πυκνότερο, πιο σφιχτό και, στέκεται λίγο περισσότερο στα σημαντικότερα συγγραφικά έργα του Πατρινού πολιτικού. Όπως και νάχει όμως, μια και τα κείμενα του Κ. Ι. Δεσποτόπουλου «προσδιορίζονται» από τις σελίδες του εντύπου που δημοσιεύονται ή του τόμου που συμμετέχει διακρίνονται πάντα από την αγάπη και τον σεβασμό για τα πρόσωπα που αναφέρονται. Ο Δεσποτόπουλος μας μιλά τόσο για την ιστορική όσο και την φιλοσοφική γραφή, ή τους μεταφυσικούς ή κοινωνιολογικούς στοχασμούς του Κανελλόπουλου στο σύνολο των δημοσιευμάτων του, έστω και εν συντομία. Εξαίρεση αποτελεί το θεατρικό του «Όλιβερ Κρόμγουελ», το μοναδικό του μυθιστόρημα και οι ποιητικές συλλογές που έγραψε με ποιητική ωριμότητα ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Από όσο γνωρίζω, δεν έχουν συμπεριληφθεί σε ξεχωριστό τόμο, οι βιβλιοκριτικές παραδείγματος χάριν του Κωνσταντίνου Ι. Δεσποτόπουλου για τίτλους έργων του Παναγιώτη Κανελλόπουλου που υπάρχουν πχ. στο περιοδικό «Εποχές» που σταμάτησε την κυκλοφορία του το δικτατορικό στρατιωτικό καθεστώς του 1967. Να σημειώσουμε ακόμα, όσον αφορά την συγγραφική δημιουργία του έλληνα πολιτικού αντιστασιακού και δημοκράτη Παναγιώτη Κανελλόπουλου, του κοινοβουλευτικού που αγωνίστηκε με σθένος για την αναγνώριση σύνολης της εθνικής αντίστασης κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, -όπως είδαμε στο πρώτο σημείωμα που δημοσίευσα-είναι ο μοναδικός έλληνας πολιτικός ο οποίος είναι ταυτόχρονα και φημισμένος διεθνώς συγγραφέας. Η περίπτωση του φιλόσοφου και πολιτικού Κωνσταντίνου Τσάτσου, ο οποίος μας κληροδότησε μαζί με τα φιλοσοφικά του έργα και κείμενα που αφορούν την ελληνική λογοτεχνία, βλέπε Κωστής Παλαμάς, Ανδρέας Κάλβος, μεταφράσεις λατίνων και σύγχρονων ποιητών, ανάγεται σε ιδιαίτερη κατηγορία όχι τόσο ευρέως γνωστή όσο το πνευματικό έργο του Παναγιώτη Κανελλόπουλου που, το έργο του, είναι και πολύπλευρο και πολυσχιδές και περισσότερο μεταφρασμένο στο εξωτερικό από τις πρώτες κιόλας δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα. Από την συντηρητική παράταξη επίσης, βιβλία συνέγραψαν ο Θανάσης Κανελλόπουλος, ο πρώην πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης, ο βουλευτής και πρώην υπουργός Βύρων Πολύδωρας που έχει μεταφράσει ποιήματα του άγγλου ρομαντικού ποιητή Τζων Κιτς. Από την παλαιά φρουρά των πολιτικών να μνημονεύσουμε τον πρωθυπουργό και ιστορικό Σπύρο Μαρκεζίνη, τον πρωθυπουργό Αθανασιάδη Νόβα-που δημοσίευσε ποιητικές συλλογές-ο παλαιός κοινοβουλευτικός και υπουργός από τον Πειραιά ιστορικός Παναγιώτης Πιπινέλης, ο δικτάτορας πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς που μας άφησε το Ημερολόγιό του, και ορισμένοι άλλοι πολιτικοί. Όπως είναι τα Απομνημονεύματα του στρατάρχη Παπάγου. Από την άλλη πολιτική πλευρά, του λεγόμενου δημοκρατικού τόξου, έχουμε την μετάφραση του αρχαίου ιστορικού Θουκυδίδη από τον εθνάρχη Ελευθέριο Βενιζέλο, βιβλία του με πολιτικά του κείμενα μας κληροδότησε ο Γέρος της Δημοκρατίας, πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου. Ο ιδρυτής του Πασοκ και οικονομολόγος καθηγητής, πρώην πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, ο ηγέτης της Ελληνικής Δημοκρατικής Αριστεράς βουλευτής Ηλίας Ηλιού. Έχουμε επίσης, τα Απομνημονεύματα του αρχηγού του Δημοκρατικού Στρατού Μάρκου Βαφειάδη. Ο βουλευτής και δημοσιογράφος Γιώργος Λιάνης έχει γράψει βιβλία για έλληνες καλλιτέχνες. Ο βουλευτής του Πασοκ Γιάννης Καψής που μας άφησε εξαιρετικές ιστορικές του μελέτες, ο παλαιός βουλευτής Γιάννης Κουτσοχέρας που ήταν και ποιητής. Ποιητής είναι και ο βουλευτής επίσης του Πασοκ Τηλέμαχος Χυτήρης. Ποιήματα έγραψε ο αντιστασιακός βουλευτής της Ενώσεως Κέντρου Αλέξανδρος Παναγούλης και άλλοι, που η μνήμη δεν συγκρατεί. Ποιητής είναι και ο βουλευτής της Ιόνιας Βουλής Αριστοτέλης Βαλαωρίτης. Υπάρχει επίσης μιά κατηγορία ελλήνων πεζογράφων που ασχολήθηκαν με την πολιτική-τα κοινά-όπως είναι ο Σπύρος Πλασκοβίτης, βουλευτής του Πασοκ, ο νυν βουλευτής του Σύριζα μυθιστοριογράφος Βασίλης Βασιλικός, ο πεζογράφος και δημοσιογράφος του Σύριζα Πέτρος Τατσόπουλος κλπ. Συγγραφέας είναι και ο νομικός και ποιητής πρώην πρόεδρος της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας Μιχαήλ Στασινόπουλος.  Αν δεν κάνω λάθος, ποίηση έχει γράψει και εκδόσει η βουλευτής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, δημοσιογράφος Λιάνα Κανέλλη. Βιβλία για περιοχές της ελλάδος έχει γράψει ο πολιτικός Γιάννης Βαρβιτσιώτης. Ενώ ο πρώην υπουργός και πολιτικός Ευάγγελος Αβέρωφ Τοσίτσας εκτός από τα ιστορικά του βιβλία έχει συγγράψει και θέατρο. Απομνημονεύματα μας άφησε και ο πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ενώ, ο πειραιώτης πρωθυπουργός καθηγητής Κώστας Σημίτης, έχει κυκλοφορήσει βιβλία που αφορούν τόσο την περίοδο της πρωθυπουργίας του όσο και ζητήματα ευρύτερου ιστορικού, οικονομικού και επιστημονικού ενδιαφέροντος. Το ίδρυμα Κωνσταντίνου Καραμανλή εκδίδει επίσης τους λόγους του πρώην Σερραίου πολιτικού που κυβέρνησε την Ελλάδα για αρκετές δεκαετίες.  Υπάρχει και η περίπτωση συγγενών παλαιών πολιτικών που έγραψαν βιβλία για τους πολιτικούς συγγενείς ή τους συντρόφους τους, όπως είναι η Δήμητρα Λιάνη-Παπανδρέου. Τέλος ο πρώην υπουργός οικονομικών του Σύριζα και νυν αρχηγός κόμματος Γιάνης Βαρουφάκης, έχει στο ενεργητικό του αρκετούς τίτλους βιβλίων. Βιβλία επίσης έχουμε και από τον εθνικό μας μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη που υπήρξε βουλευτής του ελληνικού κοινοβουλίου, πολιτικός και υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου. Όπως βλέπουμε, από τις επιστολές της πρώτης ελληνίδας Βασίλισσας Αμαλίας, τα Απομνημονεύματα του πρώτου εθνικού κυβερνήτη της Ελλάδος, Ιωάννη Καποδίστρια, έως τους τόμους με τις προσωπικές ιστορικές εξομολογήσεις του πρώην έλληνα Βασιλιά Κωνσταντίνου ο συγγραφικός δρόμος των ελλήνων πολιτικών και ηγετών είναι ανοιχτός και αρκετά προκλητικός και ενδιαφέρων για όσους θέλουν να εντρυφήσουν στην ελληνική πολιτική ιστορία. Να υπενθυμίσουμε και τα Απομνημονεύματα που μας άφησαν τόσο ο Γάλλος στρατηγός Σαρλ Ντε Γκολ, όσο και ο άγγλος πρωθυπουργός, ο πατέρας της Νίκης Ουίνστων Τσώρτσιλ που τα Απομνημονεύματά του κέρδισαν το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Υπάρχουν επίσης, τα Απομνημονεύματα και άλλων πρώην ηγετών όπως του Πολωνού Λεχ Βαλέσα, οι θεατρικές εργασίες του Τσέχου ηγέτη Βάσλα Χάβελ, η Παγκόσμιο Ιστορία που έγραψε ο ινδός ηγέτης Νεχρού, ο μεγάλος τιμονιέρης της Κίνας, Μάο Τσετουγκ έγραψε πολιτικά μανιφέστα και ποιήματα. Απομνημονεύματα μας άφησε ο πρόεδρος της Κένυας, και ορισμένοι παλαιοί επαναστάτες ηγέτες της Νοτίου Αμερικής. Όμως, τόσο τα πολιτικά  κείμενα όσο και τα ιστορικά, τα κοινωνιολογικά και τα καθαρά λογοτεχνικά και φιλοσοφικά έργα του έλληνα πολιτικού Παναγιώτη Κανελλόπουλου, αποτελούν μια ιδιαίτερη, εξαιρετική, συγγραφική και καλλιτεχνική περίπτωση στο παγκόσμιο πολιτικό γίγνεσθαι. Μπορεί ίσως, οι σύγχρονοι έλληνες να ενδιαφέρονται περισσότερο για τα Απομνημονεύματα του πρώην πρώτου μαύρου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, ή να αναζητούν να διαβάσουν τα βιβλία του πρώην αμερικανού υπουργού των εξωτερικών Χένρυ Κίσινγκερ, για να ανακαλύψουν που και πόσο μας αδίκησε στο Κυπριακό ή στην ελληνική γλώσσα, η πνευματική και καλλιτεχνική όμως παρακαταθήκη του έλληνα πολιτικού Παναγιώτη Κανελλόπουλου, θα είναι ένα ανοιχτό ορόσημο όχι μόνο για τα πνευματικά πράγματα της χώρας μας αλλά, και ένα παράδειγμα πρόταση για πολιτικούς άλλων χωρών διεθνώς. Πολιτικοί με πολιτισμικές προδιαγραφές του έλληνα Παναγιώτη Κανελλόπουλου, συναντάμε ελάχιστους τον προηγούμενο αιώνα. Όπως ήταν ο γάλλος συγγραφέας Αντρέ Μαρλώ, και ο ποιητής πρόεδρος της Σενεγάλης.

     Περατώνοντας το τρίτο αυτό σημείωμα, της επαναπροσέγγισης μας με το έργο του έλληνα πολιτικού Παναγιώτη Κανελλόπουλου, μέσα από τα λόγια του Κωνσταντίνου Ι. Δεσποτόπουλου, να αναφέρουμε ορισμένους τίτλους έργων του, που είχα υπόψιν μου και τα περιεχόμενά τους.

Α) ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, εκδόσεις Γ. Φέξης, Αθήνα 1964. (Περιέχει κείμενα για τους Νίκο Καζαντζάκη,- Ιωάννη Συκουτρή, -Ν. Αποστολόπουλου, -το μελέτημα Ποιητική Βιοθεωρία για την ποιητική σύνθεση του ποιητή Κωστή Παλαμά «Η Φοινικιά»,- η μελέτη Μιά βιογραφία του Καζαντζάκη,-το μελέτημα Ο Σικελιανός και τα μυθικά σύμβολα.-Μυθιστόρημα ερωτικού αναχρονισμού, (για το έργο της συγγραφέως Μιμίκας Κρανάκη),-την μελέτη Μυθιστόρημα δυαδικής υπαρξιολογίας, (για το έργο της Μαργαρίτας Λυμπεράκη)- Το Μια λαμπρή έκδοση του Θουκυδίδη,-και τα Μελετήματα αισθητικής.)

Β) Θέματα Ιστορίας και Πολιτικής, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1977. (Περιέχει δύο ενότητες θεμάτων. ΙΣΤΟΡΙΑ. Η μεγαλουργία της Ιωνίας.-Η Λέσβος και η φιλοσοφία.-Απολογισμός της ελληνικής πολιτικής.-Η επέτειος.-Ο εικοστός αιώνας. ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Ελλάς και Τουρκία.-Ελλάς και Βαλκάνια.-Η δημοτική γλώσσα και η παιδεία του Έθνους.-Η διδασκαλία των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων.-Το σύστημα επωνύμου.- Στίγμα της νομοθεσίας.-Η θανατική ποινή και  το νέον Σύνταγμα. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Λόγος προς τους νέους.)

Γ) ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ έκδοση Β΄, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1981. (Περιέχει τα εξής κεφάλαια. –Παλαμά, η Φοινικιά.-Καζαντζάκης.-Ο Σικελιανός και τα μυθικά σύμβολα. – Ο Δαίδαλος στην Κρήτη.-Ο Χριστός στη Ρώμη.-Μυριβήλη, ο Βασίλης ο Αρβανίτης.- Παναγιωτόπουλου, Συνάντηση στη γέφυρα.-Συκουτρής.- Λαμπρίδη, Θουκυδίδης.-Λεκατσά, Η πολιτεία του ήλιου.-Λαούρδα, Σόλων ο νομοθέτης.-Ευελπίδη, Πολιτισμός και πολιτισμοί.).

Δ) Φήμη Απόντων, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1995. (Ο τόμος χωρίζεται σε τέσσερεις ενότητες και κάθε μία ενότητα σκιαγραφεί μια φυσιογνωμία. Ι. ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟΙ. Παναγιώτης Κανελλόπουλος.-Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος.-Κωνσταντίνος Τσάτσος.-Τάκης Παπατσώνης.-Γρηγόριος Κασιμάτης.-Άγγελος Αγγελόπουλος.- Αθανάσιος Πετσάλης-Διομήδης.-Ιωάννης Σόντης.-Γεώργιος Τενεκίδης. ΙΙ ΑΛΛΟΙ ΑΝΔΡΕΣ ΛΟΓΙΟΙ. Γιώργος Σαραντάρης.-Δήμης Καπετανάκης.-Αιμίλιος Χουρμούζιος.-Ανδρέας Καραντώνης.-Θεόδωρος Βαβαγιάννης.-Γιάννης Ρίτσος.-Αλέκος Λιδωρίκης.- Νίκος Σβορώνος. ΙΙΙ. ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ. Γεώργιος Καρτάλης.- Παύλος Βαρδινογιάννης.-Αλέξανδρος Βερνίκος.-Κωνσταντίνος Στεφανάκης. -Παναγής Παπαληγούρας.-Γεώργιος Μαύρος. ΙΙΙΙ. ΑΛΛΟΙ ΑΟΙΔΙΜΟΙ ΑΝΔΡΕΣ. Νείλος Μαστραντώνης.- Αχιλλεύς Μεζίλης.- Αλέξανδρος Κυρίτσης.-Σόλων Ρέγκας.).

Ε) ΑΟΙΔΙΜΩΝ ΦΗΜΗ, εκδόσεις Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός, Αθήνα 2005. (Ο τόμος αυτός των 138 σελίδων που ο συγγραφέας τον αφιερώνει στην ιερή μνήμη των γονέων του «Ιωάννου και Στυλιανής» χωρίζεται σε τρείς ενότητες που περιλαμβάνουν κείμενα για τους: Ι. ΦΗΜΗ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΩΝ 17-51. –Ξενοφών Ζολώτας.-Μιχαήλ Στασινόπουλος.-Γεώργιος Μιχαηλίδης-Νουάρος.-Γεώργιος Μερίκας.-Ιωάννης Παππάς.-Ιωάννης Πεσμαζόγλου. ΙΙ. ΦΗΜΗ ΑΛΛΩΝ ΑΟΙΔΙΜΩΝ. 53-130. –Αλέξανδρος Ι. Δεσποτόπουλος.-Παναγιώτης Αγγελόπουλος.-Ιωάννα Τσάτσου.-Ντόρα Τσάτσου. –Ελένη Ποταμιάνου.-Κορνήλιος Καστοριάδης.-Βασίλειος Κ. Γόντικας.-Γεώργιος Γκίζης.-Έλλη Λαμπρίδη.-Κωνσταντίνος Β. Γόντικας.-Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.-Φίλιππος Ιωάννου. ΙΙΙ. ΦΗΜΗ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΑΟΙΔΙΜΩΝ 131-136. Παύλος Μυλωνάς.-Μαρία Χαιρογιώργου.)

     Αρκετά από τα κείμενα που συμπεριλαμβάνει συγκεντρωτικά στους τόμους ο Κωνσταντίνος Ι. Δεσποτόπουλος, είναι άρθρα και κείμενα που έχει δημοσιεύσει σε περιοδικά. Ορισμένα τα επαναφέρει ξανά, σε δεύτερες εκδόσεις των βιβλίων του ενώ άλλα, είναι πρωτότυπα.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς, Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2021.                     

   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου