ΓΡΑΜΜΑΤΑ
ΓΙΑ
ΤΑ 200 ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ
(1672-1977)
ΕΠΙΛΟΓΗ
ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΩΝ
(1882-1977)
ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΦΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΛΟΜΒΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ
Νούμερο 6/Μάρτιος-Μάϊος 1977, διαστάσεις 12,5Χ20,5,
σελίδες 329-384, δραχμές 50.
Διευθυντής: Φ. Ηλιάδης
Κάθε μήνα, ένα τεύχος περιοδικού ή ολοκληρωμένου
έργου. Εκδότης: Ειρήνη Ηλιάδη, Μπ. Άννίνου 5 Αθήνα, τηλ. 86…, συνδρομές για ένα
χρόνο(12 τεύχη) δρχ. 500
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΤΕΥΧΗ
-Περιοδικό και θεατρικό μονόπρακτο του ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ:
(Το υπόγειο της Σαλαμάνκας, δρχ.30)
-Παλαμική Ανθολογία 1886-1940, δρχ. 30
-Περιοδικό και θεατρικό μονόπρακτο του ΣΑΜΙΟΥΕΛ
ΜΠΕΚΕΤ: «Όχι εγώ» δρχ. 30
-Ανθολογία Λόρκα(1898-1936) με 26 σχέδια του Λόρκα,
δρχ. 60.
-Περιοδικό Θεατρικό μονόπρακτο του ΣΤΡΙΝΤΜΠΕΡΓΚ: «Η
πιο δυνατή», δρχ. 50
Αυτά
είναι τα στοιχεία που αναφέρονται στο άσπρο εξώφυλλο και στο εσώφυλλο της
τελευταίας σελίδας του περιοδικού ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Τα στοιχεία είναι σε μαύρα
κεφαλαιογράμματα, ο δε τίτλος σε απαλό κόκκινο,
στο οπισθόφυλλο υπάρχει διαφήμιση της Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος και αναγράφεται
η τιμή του τεύχους. Η σελιδοποίηση είναι συνεχόμενη όπως φαίνεται στο τεύχος.
Ας δούμε τι περιέχει το παρόν τεύχος
Το τεύχος ανοίγει με ένα προλογικό σημείωμα του
εκδότη Φ. Ηλιάδη.
ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ(1672-1977)
Η
επέτειος των 200 χρόνων της ανεξαρτησίας της Αμερικής γίνεται αφορμή να
καλυφθεί ένα κενό, με την σημερινή προσφορά των «Γραμμάτων». Δεν υπάρχει
πραγματικά, μια ανθολογία, που να δίνει μια συνοπτική και συνολική γνωριμία με
την αμερικάνικη ποίηση.
Η
ανθολογία που παρουσιάζουμε σήμερα, χωρίς να δίνει μια ολοκληρωτική εικόνα(για
την οποία άλλωστε θα χρειάζονταν πολυσέλιδοι τόμοι) νομίζομε ότι αποτελεί μια
θερμή επαφή με την αμερικάνικη ποίηση, από την αποικιακή περίοδο, στην οποία
ανήκει το πρώτο ποίημα, ως τις πιο ακραίες σημερινές τάσεις της, που
εκφράζονται με το τελευταίο δείγμα οπτικής ποίησης, με το οποίο κλείνει.
Θεωρήσαμε σκόπιμο να προτάξουμε, σαν εισαγωγή, την εξιστόρηση από τον
Κολόμβο του ταξιδιού του, για το λαϊκότροπο ύφος της, που γίνεται ένα είδος
ομφάλιου λώρου ανάμεσα στην ευρωπαϊκή και την αμερικάνικη κουλτούρα.
Όσον
αφορά τις μεταφράσεις, έχουν επιλεγεί από περιοδικά και βιβλία μιας 100ετίας
και είναι όσο καλλίτερες μπορούσε να γίνουν, καθώς οι περισσότερες φέρνουν τις
υπογραφές εγκύρων λογοτεχνών.
Σημείωση:
Αυτός είναι ο πρόλογος του εκδότη Φ. Ηλιάδη, που μας εξηγεί τον λόγο του
αφιερώματος στην Αμερικάνικη ποίηση, επίσης αναφέρει από που ερανίστηκε τις
μεταφράσεις χωρίς να μας δίνει συγκεκριμένες πληροφορίες, παρότι μετά το τέλος
του προλογικού μικρού σημειώματος στο τέλος της σελίδας αναφέρονται τα εξής:
«Οι εικόνες με θέμα την αποβίβαση του Κολόμβου στην Αμερική, είναι φλωρεντινές
ξυλογραφίες του 1495», το τεύχος που έχω, δεν περιέχει την εξιστόρηση του
Χριστόφορου Κολόμβου ούτε τις εικόνες. Το γεγονός αυτό, δεν μου δίνει την
δυνατότητα να γνωρίζω μετά από τόσα χρόνια, αν το περιοδικό συμπεριελάμβανε-ως
ένθετο-το κείμενο του Κολόμβου, ή αν εν τέλει, για άγνωστους σε εμένα λόγους ο
εκδότης δεν συμπεριέλαβε το κείμενο γέφυρα, εκτός αν κάποιοι αφαίρεσαν το ως
άνω κείμενο και τις εικόνες. Ή πάλι, αν εγώ αγόρασα ένα κακέκτυπο τεύχος. Όπως
και να έχει όμως, το τεύχος παρουσιάζει ενδιαφέρον και είναι χρήσιμο για όσους
ενδιαφέρονται για τον ποιητικό λόγο και ιδιαίτερα τον αμερικάνικο, πέρα το ότι
γνωρίζουμε τους έλληνες κατά καιρούς μεταφραστές. Βλέπουμε επίσης και
απολαμβάνουμε τις ιστορικές αλλαγές της ελληνικής γλώσσας στην διάρκεια των
ετών, τις ποιητικές τεχνικές που χρησιμοποίησαν οι μεταφραστές-που πολλοί είναι
και οι ίδιοι ποιητές, και μάλιστα αναγνωρισμένοι- και τις όποιες επιρροές τους
από τους μεταφραζόμενους αμερικανούς δημιουργούς. Ας επαναλάβουμε για άλλη μία
φορά ότι τα μεταπολιτευτικά χρόνια, η «ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ» του
ποιητή και μεταφραστή Αλέξη Τραϊανού από τις Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις
1979, με τις σαράντα πέντε αμερικάνικες ποιητικές φωνές, είναι το βιβλίο που
μας γνώρισε με μεγάλη επάρκεια τον αμερικάνικο ποιητικό λόγο, όπως έχω αναφέρει
και στα προηγούμενα κείμενα που μετέφερα στο μπλοκ. Ασφαλώς, δεν λαμβάνω υπόψη
μου τις αυτοτελείς εκδόσεις αμερικανών ποιητών που είχαν εκδοθεί τις
προηγούμενες δεκαετίες στην χώρα μας, ούτε και τις κατά καιρούς ευρωπαϊκές ή
αμερικάνικες ανθολογίες που κυκλοφόρησαν και γνώρισαν στις ελληνικές ποιητικές
γενιές τον ακαδημαϊκό, μοντέρνο και μεταμοντέρνο αμερικάνικο ποιητικό και
πεζογραφικό λόγο. Συμπληρωματικά και ενδεικτικά τέλος, αναφέρω ότι οι εκδόσεις
«Απόπειρα» το 1980 εξέδωσαν την Ανθολογία με τίτλο «FUCK YOU”-UNDERGROUND ΠΟΙΗΣΗ»,
από τον «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΔΕΣΜΟ ΕΛΛΗΝΟΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΦΙΛΙΑΣ» το 1991 εκδίδεται η
«ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ λογοτεχνία»(ΠΟΙΗΣΗ), μια ανθολογία 62 σελίδων, και φυσικά,
οφείλουμε να μνημονεύσουμε τις εκδόσεις «Ίκαρος» που στις αρχές της δεκαετίας
του χίλια εννιακόσια πενήντα(1952) εξέδωσαν το μελέτημα του Carl Van Doren, “WHAT IS AMERICAN LITERATURE!”-«ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ
ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ», δεν αναφέρεται μεταφραστής. Στην Ελληνοαμερικάνικη
Ένωση αλλά και στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο, μπορούν οι λάτρεις της
λογοτεχνίας να βρουν τα βιβλία και τα μελετήματα που χρειάζονται για να
γνωρίσουν αρτιότερα την Αμερικάνικη Ποίηση τον Πολιτισμό και την Ιστορία της
μεγάλης, πλούσιας και συμμάχου ηπείρου της χώρας μας.
Ας απολαύσουμε την ποιητική περιήγηση που μας
προσφέρει το αφιέρωμα του αξιόλογου περιοδικού «ΓΡΑΜΜΑΤΑ», με την ευρύτατη
θεματολογία όπως φαίνεται και από την αναφορά των προηγούμενων τευχών, την
ποικίλη θεματολογία και αφιερώματα και τους σημαντικούς συνεργάτες, το μικρού
μεγέθους περιοδικό που το έβρισκε κανείς σε πολλά περίπτερα της Αθήνας σε
άτακτα χρονικά διαστήματα,-όταν στα περίπτερα του Πειραιά και της Αθήνας
κρέμαγαν στα μανταλάκια την λογοτεχνία και όχι το σκάνδαλο και το κουτσομπολιό-εκδόθηκε
από το 1971 έως το 1977 με διευθυντή τον Φρίξο Ηλιάδη, και εκδότρια την Ειρήνη
Ηλιάδη. Ενδιαφέρον για τους ασχολούμενους με τα περιοδικά είναι, ότι στην χώρα
μας, κυκλοφόρησαν επτά περιοδικά με αυτόν τον τίτλο ή παραπλήσιο, και στην
εποχή μου είχε ιδρυθεί και εκδοτικός οίκος με αυτόν τον τίτλο. Αλλά και η πόλη
του Πειραιά δεν υστέρησε στην έκδοση περιοδικού με τον τίτλο «Πειραϊκά
Γράμματα» που εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 1940 με διευθυντές τον Κλέαρχο Στ.
Μιμίκο και την Ισιδώρα Ρόζενταλ Καμαρινέα.
Ας
θυμόμαστε επίσης, ότι δεν είμαστε ο ομφαλός της γης, ούτε τα έχουμε πει και τα
γράψει όλα εμείς οι έλληνες, και το κυριότερο, ότι μέσα στο διάβα της ελληνικής
ιστορίας μετά την επανάσταση του 1821 και την δημιουργία του ανεξάρτητου
ελληνικού κράτους, πάρα πολλά ευρωπαϊκά κράτη, και το αμερικάνικο έθνος και η
πολιτεία στάθηκαν σταθεροί σύμμαχοί μας, και στις χώρες τους, άνθισαν μεγάλα
και ισχυρά φιλελληνικά κινήματα και επιστημονικές και καλλιτεχνικές ομάδες που
στήριξαν τα δίκαια διπλωματικά και πολιτικά αιτήματά μας μέχρι να οριοθετηθούν
τα ελληνικά σύνορα. Αυτό δεν σημαίνει ότι απεμπολούμε την εθνική μας
ανεξαρτησία, ή ότι χάνουμε την ιδιοπροσωπεία μας σαν έθνος. Η δική μου γενιά,
δεν κατέβαινε μόνο σε πορείες, ούτε μετείχε σε αντιαμερικανικές διαδηλώσεις
μόνο έξω από την αμερικάνικη πρεσβεία,(ποτέ δεν κατανόησα γιατί δεν διαδηλώναμε
τότε, και έξω από την σοβιετική πρεσβεία, μια και η υπερδύναμη αυτή ήταν
υπεύθυνη για το μοίρασμα του κόσμου και είχε τις δικές της δορυφόρους χώρες
επιρροής που κατέλαβε στρατιωτικά και με την βία. Θυμάστε την δεκαετία του
1980, την εισβολή τους στο Αφγανιστάν;) αλλά είχε κατανοήσει, ότι για να σεβαστείς
την δική σου παράδοση οφείλεις να γνωρίσεις και την παράδοση και γραμματεία και
των άλλων λαών, και σίγουρα, ένα μεγάλο μέρος των ανθρώπων που γνώριζα την
εποχή εκείνη, ήθελαν να σταδιοδρομήσουν στην μεγάλη αυτή ήπειρο, ή να
σπουδάσουν σε αυτήν. Οι περισσότεροι νέοι και νέες που γνώριζα έφυγαν για τις
ΗΠΑ, και δεν ξαναγύρισαν.
Στην
παρούσα αμερικάνικη ποιητική ανθολογία δεν παρουσιάζουν ενδιαφέρον μόνο οι
ποιητικές φωνές, που τις περισσότερες το ελληνικό ποιητικό και αναγνωστικό
κοινό τις γνώριζε από παλαιότερες μεταφράσεις, αλλά και οι έλληνες μεταφραστές,
οι οποίοι υπήρξαν και είναι καταξιωμένοι ποιητές-όπως ο ποιητής του μεσοπολέμου
Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο ποιο Σεφερογενής ποιητής της γενιάς του ο Τάκης
Σινόπουλος, η σημαντική ποιήτρια, πεζογράφος, μεταφράστρια, δοκιμιογράφος της
γενιάς του 1970 Νανά Ησαϊα, ο Ζακύνθιος πεζογράφος και μεταφραστής Μαρίνος
Σιγούρος, η ποιήτρια της Θεσσαλονίκης Ζωή Καρέλλη, ο Λέσβιος ποιητής,
πεζογράφος και μεταφραστής Αργύρης Εφταλιώτης, ο δοκιμιογράφος και ποιητής
Ζήσιμος Λορεντζάτος και άλλοι. Πολλά ποιήματα μεταφράζει και ο εκδότης του
περιοδικού. Το περιοδικό έχει και ορισμένες ορθογραφικές και χρονολογικές
αβλεψίες, τις οποίες θεώρησα ότι δεν άξιζε να διορθώσω στην παρούσα αναφορά.
•ANN
BRADSTREET(1612-1672)
-Εις τον
αγαπητόν και λατρευτόν σύζυγον, μτφ. Λ. Η.
Αν
υπήρξαν ποτέ δυό, που νάειταν ένας
σίγουρα
αυτοί είμαστε εμείς.
Αν
υπήρξε ποτέ άνδρας που αγαπήθηκε
απ’
τη γυναίκα του, αυτός είσουν εσύ.
Αν
ποτέ γυναίκα βρήκε ευτυχία κοντά σε άνδρα
μπορεί
μ’ εμέ να συγκριθεί, όποια κι αν ήταν.
Η
αγάπη σου αξίζει πιότερο απ’ το χρυσάφι
απ’
όλα τα πλούτη της Ανατολής.
Η
αγάπη μου είναι σαν το ποτάμι
που
κυλά τα γάργαρα νερά του
Και
μόνο αγάπη ζητώ γι’ ανταμοιβή μου.
--
Η
αγάπη σου είναι απαρόμοιαστη στον κόσμο
είναι
το πλούσιο δώρο τ’ ουρανού. Στην προσευχή μου
παρακαλώ,
σαν αγαπιόμαστε, τίποτα να μη μας χωρίση
όσο ζούμε
μ’
αγάπη αν ζούμε, η ζωή μας θάναι αιώνια.
•EDGAR
ALLAN
POE(1809-1849)
-Το Κοράκι, μτφ. Μ. Σιγούρος
Μέσ’
στ’ άκραχτα μεσάνυχτα που ίσκιοι κρυφοδιαβαίνουν
ήμουν
μονάχος γέρνοντας το βάρυπνο κεφάλι
σ’
ένα βιβλίο σιβυλλικό. Και σαν σε ονειροζάλη
ήχους
γροικώ που αργόσυρτοι και κούφιοι ξεμακραίνουν.
Κ’
είπα: -Στη θύρα μη κανείς ανάλαφρα χτυπάει;
Όχι.
Δε θάναι τίποτε κι’ ο άνεμος θα φυσάει.
--
Άγριος
χειμώνας ήτανε δεν θα τον λησμονήσω,
τους
ίσκιους π’ αργοσάλεφτους μεσ’ στη φωτιά θωρούσα
Ποθούσα
νάρθει χαραυγή κι’ ανώφελα ζητούσα
τη
λήθη στα χαρτιά να βρω, τη θλίψη μου να σβύσω.
Οι
άγγελοι στον ουρανό μιλούν μ’ εκείνη τώρα
κ’
εδώ στη γη κανένας πλιά δεν κράζει τη Λενώρα.
--
Στη
σιγαλιά σαν απαλό θρόϊσμα κάτι περνάει,
τις
κόκκινες μετάξινες κουρτίνες κάποιος σέρνει
και
τρόμος πρωταγροίκητος και τρίσβαθα με δέρνει
και
για να πάψει κ’ η φτωχή καρδιά μου να χτυπάει
είπα:-Δεν
είναι τίποτε, μπορεί κανένας ξένος
να
κρούει τη θύρα μου άγνωστος και νυχτοπλανεμένος.
--
Έτσι
τον φόβον έδιωξα και πήρα λίγο θάρρος.
«Όποιος
και νάσαι, φώναξα, για πές μου τι γυρεύεις;
αθόρυβα
πως μπόρεσες εδώ ψηλά ν’ ανέβεις!
Δεν
σ’ άκουσα, δεν σ’ ένοιωσα γιατί στου ύπνου το βάρος
έγερνε
το κεφάλι μου». Και πάω μ’ ανατριχίλα
ν’
ανοίξω. Κ’ ήτανε βαθειά σιγή, πυκνή μαυρίλα.
--
Κ’
εκύτταξα τη σκοτεινιά σαν νάβλεπα τον Άδη
σε
όνειρο πρωτόφαντο φριχτά ζωγραφισμένο
που
άλλη φορά μάτια θνητού δεν τώχαν ιδωμένο.
Άφεγγη
νύχτα! Και γροικώ μεσ’ στο βουβό σκοτάδι
-Λενώρα-μια
βραχνόσυρτη φωνή να λέει, Λενώρα
κράζω
κ’ εγώ κι αντίλαλος, μαζί την ίδια ώρα.
--
Γύρισα
μέσα. Μ’ έκαιγεν ο νους μου σαν καμίνι.
Πλιό
δυνατά και πλιό ψηλά γροικούσα να χτυπάνε.
Κ’
είπα: Στο παραθύρι μου βροντούν και κάποιος θάναι»
ας
πάω να ιδώ, το μυστικό πρέπει να ξεδιαλύνει
δεν
θα ησυχάσω πριν ιδώ τι γίνεται εδώ πέρα…
ή
μήπως είναι μοναχά το βογγητό του αγέρα;
--
Με
τρόμον έτρεξα γοργά ν’ ανοίξω και ξανοίγω,
σαν
από τον καιρό μαυρόφτερος να μπαίνει
κόρακας
αργοσάλευτος που ατάραχος πηγαίνει,
σαν
άρχοντας περήφανος κι ούτε κυττάζει λίγο.
Πετάει
με τα βαρειά φτερά που δεν ταναταράζει,
στο
ανώφλι πλάϊ στην προτομή της Αθηνάς κουρνιάζει.
--
Το
μαύρο μεγαλόπρεπο πουλί κυττάζω τώρα
κ’
η άρρωστη φαντασία ποθεί να το περιγελάσει.
Κ’
έτσι του λέω: «Θάχεις καρδιά που δεν έχει δειλιάσει
αλλά
δεν έχεις φτερωτό κράνος. Πες μου απ’ τη χώρα
του
Πλούτωνα πως ξέφυγες κ’ εκεί πως σε ονομάζουν;»
Και
μου απεκρίθη «Ποτέ πλιά» πως οι νεκροί το κράζουν…….
-Οι Καμπάνες, I,II,III,IV μτφ. Ναπολέων
Λαπαθιώτης
Άκου τα έλκυθρα με τα κουδουνάκια,
τ’
ασημένια κουδουνάκια!
Σαν
τι κόσμος πασίχαρος δε λένε οι μελωδίες τους!
Πως
χτυπάν, χτυπάν, χτυπάν,
μεσ’
τον παγωμένο αέρα της νυχτός!
Ενώ
τ’ άστρα πασπαλίζουν όλον τον ουρανό,
και
λες σπιθοβολούν από κρυστάλλινες χαρές,
κρατώντας
τον ρυθμό, ρυθμό, ρυθμό,
σα
σ’ ένα Ρούνικο ρυθμό,
μαζύ
με το τριγκίνισμα, που σκάει έτσι μουσικά
απ’
των κουδουνιών τη σύχαρη βροντήν, ντιν, ντιν, ντιν,
απ’
την κλαγγήν κι’ από των κουδουνιώνε τη βροντή……
-Η ανήσυχη κοιλάδα, μτφ. Δημ. Σταύρου
Χαμογελούσε
μια φορά μια σιωπηλή κοιλάδα,
που
οι κάτοικοί της έφυγαν και πήγαν στους πολέμους
αφήνοντας
στα ολόγλυκα των αστεριώνε μάτια,
τη
νύχτα, απ’ τους γαλάζιους των τους πύργους ν’ αγρυπνούνε
στα
λούλουδα που μέσα τους, απ’ το πρωί ως το βράδυ,
ήμερα
φώλιαζε το φως το κόκκινο του ήλιου.
Τώρα
την αναταραχή της θλιβερής κοιλάδας
Όλοι
μπορούνε να την δουν και να την μολογήσουν.
Τίποτε
τώρα ασάλευτο εκειπέρα πιά δε μένει,
και
μοναχά οι αγέρηδες στην ερημιά κλωσάνε
τη
μαγεμένη. Και χωρίς να σειούνται από τους ανέμους
τα
δέντρα, σαν τα κύματα τριγύρω στις Εβρίδες,
τ’
ανταριασμένα αυτά νησιά, θροούν και σπαρταρούνε!.............
-Στην Ελένη, μτφ. Φ. Ηλιάδης
Ελένη,
η ομορφιά σου είναι για μένα
Σαν
της Νικαίας τ’ αλλοτινά πλοιάρια, όπου αγάλι
Σε
κύματα αρμενίζοντας γλαυκά κι ευωδιασμένα,
Τον
ταξιδιώτη τους, χλωμό και κουρασμένο, πάλι
Τον
φέρνουνε στο πατρικό ακρογιάλι………….
-Όνειρο μέσα σε όνειρο, μτφ. Α. Πρωτοπάτσης
Έλα, το μέτωπο να σου φιλήσω
Και
τώρα πούνε να σ’ αφήσω
Τούτο
άσε να σου μολογήσω:
Οι
μέρες μου, εσύ τόκρινες σωστά,
Ένα
όνειρο ήταν μοναχά
Μ’
αν έφυγε η ελπίδα πέρα
Μες
σε μια νύχτα ή σε μια μέρα,
Σ’
ένα όραμα, είτε σε κανένα,
Κι
έτσι δε χάθηκε για μένα;
Ό,τι
θωρεί κανείς ή μοιάζει τάχα
Είναι
όνειρο μες σ’ όνειρο μονάχα……………..
•HENRY
WADSWORTH LONGFELL/WO(1807-1882)
-Ο θεριστής και τα λουλούδια, μτφ. Α.
Εφταλιώτης
Είνε
κάποιος θεριστής-Χάρος τόνομά του
Με
δρεπάνι κοφτερό δω και κει γυρίζει,
Και
θερίζει τα σπαρτά και τα στρώνει κάτου,
Και
μ’ αυτά και λούλουδα που και που θερίζει.
--
«-Γιατί
όχι κι ώμορφα λουλουδάκια», κράζει,
Γιατί
στάχυα μοναχά, στάχυα με τα γένεια!
Κι
αν μ’ αρέσει η χάρι τους, τάχα τι πειράζει;
Όλα
πίσω θα δοθούν κι ας μην έχουν έννοια».
--
Και
τα γλυκοκοίταζε με βρεγμένα μάτια
Φίλησε
τα φύλλα τους τα μισογυρμένα,
Και
μ’ ευλάβεια τάδεσε μέσα στα δεμάτια
Όλα
για τον ουρανό είτανε γραμμένα.
--
«-Τρυφερά
μου λούλουδα, ο Θεός σας θέλει»,
Βλέποντάς
τα έλεγε και χαμογελούσε
«Ο
Θεός σας αγαπά, τρυφεροί μου αγγέλοι,
Γιατί
εδώ κι αυτός παιδί σαν εσάς εζούσε».
--
Στα
λαμπρά και δροσερά περιβόλια επάνω
Σας
ξαναφυτεύω εγώ και να μη λυπάστε
Με
νερού αθάνατου στάλες θα σας ράνω
Και
στολίδια όλα σας τν αγίων θάστε».
--
Και
η μάννα, με πολλή πίκρα και μεγάλη,
Δίνει
τ’ ακριβώτερα μοσχολούλουδά της.
Ήξερε
η κακόμοιρη πως θα ταύρη πάλι
Στα
ουράνια, κι έσφιξε τη φτωχή καρδιά της.
--
Δεν
ήταν οργή Θεού και κατάρα-όχι,
Πούφερε
το θεριστή την ημέρα εκείνη.
Να
μαζώνει λούλουδα, ωρισμένο τώχει,
Απ’
τη γη, και του Θεού πάλι να τα δίνει.
-Η
βροχερή ημέρα, μτφ. Δημ. Σταύρου
Κρύα
είναι η μέρα, σκοτεινή, λυπητερή,
Βρέχει,
φυσά ακατάπαυστα το κλήμα στη φραγή
τη
μουχλιασμένη σφιχτοπεριπλέκεται,
αλλά
στου μπουρινιού το ξέσπασμα τα νεκρά φύλλα πέφτουνε
κ’
η μέρα είναι σκοτεινή, λυπητερή.
--
Κρύα
είναι η ζωή μου, σκοτεινή, λυπητερή,
Βρέχει,
φυσά ακατάπαυστα, στο παρελθόν οι σκέψεις μου
το
μουχλιασμένο σφιχτοπεριπλέκονται,
αλλά
στο φύσημα οι νεανικές ελπίδες πέφτουνε
κι
οι μέρες είναι σκοτεινές, λυπητερές….
•WALT
WHITMAN(1819-1892)
-Από το «Τραγούδι του ανοιχτού δρόμου», μτφ. Λ.
Καραπαναγιώτης
Με
τα πόδια και μ’ ανάλαφρη καρδιά παίρνω τον ανοιχτό δρόμο
Γιομάτος
υγεία κι ελεύτερος, ο κόσμος είν’ ομπρός μου
Το
μακρύ γκριζωπό μονοπάτι είν’ ομπρός μου, οδηγώντας
με
όπου μ’ αρέσει.
Από
δω κι’ ομπρός δε ζητώ καλή τύχη-καλή τύχη είν’ ο ίδιος εαυτός μου
Από
δω κι’ ομπρός δε σαλιοκλαίγω, δεν αναβάλω κι’ ούτε χρειάζομαι τίποτα
Ευτυχισμένος,
δυνατός, ταξιδεύω στον ανοιχτό δρόμο……..
-(Τραγούδια), μτφ. Μαν. Μαγκάκης
Υμνώ
εσάς και τον εαυτό μου!
Και
παίζουνε οι σκέψεις μου μ’ όσα τριγύρω βλέπω,
Και
σιωπηλά τα σύγνεφα από πάνω μου περνούν.
Η
γη τον δρόμο της τραβάει ομπρός,
Κι’
ο ήλιος και τ’ αστέρια κι η σελήνη!
Τρέχει
το ποταμάκι τραγουδώντας
-Αλήθεια
δεν μπορεί παρά να ζει-
Ξυπνούν
τα δέντρα και ψηλά υψώνουν το κεφάλι, με τους
γερούς
κορμούς με φύλλα και κλαριά.
Βέβαια
κάτι μες τα δέντρα θα υπάρχη,
Κάποια
ψυχή.
--
Θέλω
να φύγουμ’ απ’ τους άλλους μακριά,
Σιγά,
σιγά να φύγουμε…
Ελεύθεροι
θα είμαστε χωρίς κανένα νόμο,
Σαν
δυό γεράκια στον αέρα,
Σαν
δυό ψαράκια μες στην θάλασσα-που λευτεριά πλειότερη
από
μας δεν έχουνε,
Και
θα περνάη μανιασμέν’ η ανεμοζάλη, κι εγώ θα τρέμω
παθητικά.
Κι’
ο όρκος, πως ποτέ μας δε θα χωριστούμε, θα μας
ενώνη.
Για
σένα θυσιάζω κάθε τι
Άσε
με να χαθώ, αν πρέπει,
Ω
εσύ και εγώ, και τι μας μέλλει για τους άλλους;
Ο
ένας θα χαίρεται τον άλλον.
Ο
ένας θα κουράζη τον άλλον-αν χρειάζεται.
-Άσμα για όλες τις θάλασσες και όλα τα
καράβια, μτφ. Ναπολέων Λαπαθιώτης
Θάναι
τραχειά και σύντομα τα σημερινά τα λόγια μου,
Για
τα καράβια που αρμενίζουν μεσ’ τις θάλασσες, καθένα
με
την ίδια του σημαία, και με το σήμα,
Για
τους αγνώστους ήρωες πούναι μεσ’ τα καράβια-για
τα
κύματα που απλώνονται, κι απλώνονται, πιο πέρα
κι’
από το μάτι,
Για
τη νερόσκονη που σπάει και τους αγέρηδες οπού
σφουράνε
και φυσάν,
Και
θέλω να υψωθεί μεσ’ απ’ τα λόγια μου, κ’ ένα τρα-
γούδι
για τους ναύτες όλων των εθνών, απότομο ως
το
κύμα
Θέλω
να υμνήσω τους πρώτους καπετάνιους, τους γέρους
ή
τους νέους, και τους δεύτερους, κι’ όλους τους
ατρόμητους
τους ναύτες,
Τους
λίγους εκλεχτούς, τους σιωπηλούς, που η μοίρα δε
μπορεί
να τους ξαφνιάσει, μήτε και να τους σκιάξει
ποτέ
ο θάνατος.
Προσεχτικά
από σένα, μαζωμένοι γέρικε ωκεανέ, και
διαλεγμένοι,
Από
σένα, θάλασσα, που διαλές και ξεδιαλές τη ράτσα
μεσ’
απ’ τους καιρούς, κι’ ενώνεις όλα τα έθνη,
Θρεμμένοι
από τα σένα γρηά παραμάνα δύστροπη και
που
να σ’ ενσαρκώνουν.
Ατίθασσοι,
άγριοι, σαν και σένα…….
-Τραγούδι της σημαίας και της αυγής,
μτφ. Γιάννης Γ. Σφακιανάκης
Ώ
ένα νέο τραγούδι ένα τραγούδι ελεύθερο,
Που
πλαταγίζει, πλαταγίζει, πλαταγίζει,
με
τους ήχους, με τις φωνές, πιο καθάριο,
Με
τη φωνή του ανέμου και του τυμπάνου,
Με
τη φωνή της σημαίας και με τη
φωνή
του παιδιού, με τη φωνή
του
ωκεανού και με τη φωνή του πατέρα,
Κάτω
στη γη και πάνω στον αέρα,
Στη
γη που στέκεται πατέρας και παιδί,
Στον
αέρα ψηλά εκεί όπου γυρνούν τα μάτια τους,
Όπου
η μπαντιέρα πλαταγιάζει μεσ’ στην αυγή!
Λέξεις!
Λέξεις! Χωρίς χαλινάρι! Τι είστε;…………
•EMILY
DICKINSON(1830-1836)
-Ποτέ δεν είδα, μτφ.
Ποτέ
δεν είδα χέρσο τόπο
τη
θάλασσα ποτέ δεν είδα
όμως
τ’ αγκάθι ξέρω τι είναι
και
τι μπορεί ναν’ ένα κύμα.
--
Δε
μίλησα με το Θεό
στους
ουρανούς ποτέ δεν πήγα
τη
θέση όμως ξέρω καλά.
σα
να μου εδόθη χάρτης και είδα
-Η επιτυχία είναι γλυκύτερη, μτφ. Σ. Κατσαμπής
Σ’
όποιον ποτέ δεν πέτυχε
σ’
αυτόν γλυκύτερη ειν’ η επιτυχία.
Την
ευωδία του νέκταρος
να
νοιώσης, πρέπει η γεύση της πικρίας.
--
Κανένα
απ’ όλα αυτά τάγρια πνεύματα
που
σήμερα εκρατήσαν τη σημαία
δε
μπορεί καλά να καθορίσει
τη
νίκη, τι είναι ελεύθερος αέρας.
--
όσον
ο νικημένος που πεθαίνει
κι
ακούει το κουρασμένο του πια τώρα αφτί
από
μακρυά κείνη του θριάμβου όλη
αγωνιώδη
καθαρή τη μουσική.
•EDGARD
LEE
MASTERS(1869-1950)
-Ουάσιγκτον Μακνίλη, μτφ.
-Νόουλτ Χοχάϊμερ, μτφ. Κλείτος Κύρου
Ήμουν
από τους πρώτους καρπούς της μάχης του Missionary Ridge,
Σαν
ένοιωσα το βόλι να μου τρυπά την καρδιά
Πόθησα
να βρισκόμουν σπίτι μου και νάχα πάει φυλακή
Επειδής
έκλεψα τα γουρούνια του Κέρλ Τρέναρυ,
Παρά
να τόχα σκάσει και να γινόμουν φαντάρος.
Χίλιες
φορές καλύτερα σ’ επαρχιακή φυλακή,
Παρά
να κείτεσαι κάτω από την φτερωτή τούτη
μαρμάρινη μορφή
Κι’
από το γρανιτένιον αυτόν βάθρο
Που
έχει την επιγραφή “PRO
PATRIA”.
Τι
σημασία έχουν αυτά τέλος πάντων;
•ROBERT
FROST(1875-1963)
-Μια νύχτα χιονισμένη μες στο δάσος, μτφ.
-Στις όχθες του Ειρηνικού, μτφ. Φ. Ηλιάδης
Είμαι
απ’ αυτούς που γνώρισαν τη νύχτα
Βάδισα
μες στη βροχή και επέστρεψα μες στη βροχή
Είμουν
πιο μακρυά κι από το πιο μακρυνό φως της πόλης
Προσπέρασα
τον νυχτοφύλακα στη βάρδια του
Και
χαμήλωσα τα μάτια μου χωρίς να θελήσω να εξηγηθώ
Κρατήθηκα
γαλήνιος και βάδισα με σιωπηλά βήματα
Όταν
μακρυά ένας σπασμένος αχός
Έφθανε
ως το σπίτι από έναν άλλο δρόμο
Αλλά
όχι για να με φωνάξει ή να μου πει αντίο
Και
πιο μακρυά ακόμα σ’ ένα απίστευτο ύφος
Ένα
φωτεινό ρολόϊ πάνω στον ουρανό
Διαλαλούσε
πως ο καιρός δεν είταν ούτε καλά
Διαλεγμένος
ούτε άσχημα διαλεγμένος
Είμαι
απ’ αυτούς που γνώρισαν τη νύχτα.
•WALLACE STEVENS(1879-1955)
-(II), V,
VII, μτφ. Νανά Ησαία
(ΙΙ)
Είναι
η ουράνια πλήξη των πολυκατοικιών
Που
μας στέλνει πίσω στην αρχική ιδέα, στην ένταση
Αυτής
της εφεύρεσης κι’ ωστόσο τόσο δηλητηριώδεις
Είναι
οι εκτάσεις της αλήθειας, τόσο μοιραίες για
Την
αλήθεια την ίδια που η αρχική ιδέα γίνεται
Ο
ερημίτης σε κάποιου ποιητή τις μεταφορές,…..
V
Το
λιοντάρι ουρλιάζει με την εξοργιστική έρημο,
Κοκκινίζει
την άμμο στον κοκκινόχρωμο θόρυβό του,
Προκαλεί
το κόκκινο κενό να τα βάλει μαζί του,
Κυρίαρχος
με τα νύχια και τα σαγόνια του και με τη
χαίτη
του
Ένας
πολύ ευλύγιστος προκαλών. Ο ελέφας
Παραβαίνει
το σκοτάδι της Κεϋλάνης με βρυχηθμούς,……..
VII
Κι
είναι ωραία έτσι όπως είναι χωρίς τον γίγαντα,
Τον
μελετητή της αρχικής ιδέας. Ίσως
η
αλήθεια να εξαρτάται από ένα περίπατο γύρω από μια
λίμνη.
Μια
ηρεμία καθώς το σώμα κουράζεται, μια παύση
Για
μιάν ανεμώνα, μια παύση για να παρατηρήσεις
Κάποιον
ορισμό να βεβαιώνεται και
Να
περιμένεις μέσα σ’ αυτήν τη βεβαιότητα, μιαν ανάπαυση
στις
βελόνες των πεύκων γύρω από την λίμνη.
Ίσως
να υπάρχουν οι στιγμές μιας εσωτερικής υπεροχής………..
•WILLIAM
CARLOS
WILLIAMS(1883-1963)
-Ηθικοθρησκευτικό φυλλάδιο, μτφ. Ζωή Καρέλλη
Θα
σας διδάξω συμπολίτες μου,
πώς
να παριστάνετε μια κηδεία-
κι’
έτσι θα ξεπεράσετε ολόκληρο
θίασο-
εκτός
πιά αν κανείς σκαλίσει όλον τον κόσμο-
έχετε
το βασικό και απαραίτητο γι’ αυτό μυαλό…….
-Μετρική μορφή, μτφ. Τάκης Σινόπουλος
Ένα
πουλί μέσα σε λεύκες
Είναι
ο ήλιος
Τα
φύλλα είναι μικρά κίτρινα ψάρια
Που
κολυμπούν μες το ποτάμι
Το
πουλί τα ψαύει
Η
μέρα ξυπνά μες στα φτερά του
Ο
Φοίνικας!
Αυτός
αφήνει μια μεγάλη ανταύγεια
Ανάμεσα
στις λεύκες
Το
τραγούδι του
Σβήνει
την λάμψη από το θρόϊσμα
Των
φύλλων καθώς κροταλίζουν
Μες
τον αγέρα
•EZRA
POUND(1885-1972)
-Μοιρολόϊ του φρουρού στα σύνορα, μτφ.
Στην
Πύλη του Βοριά, ο αγέρας φυσάει τινάζοντας την άμμο,
Μονάχος
από τότε που υπάρχει ο κόσμος μέχρι τώρα!....
-Ο καημός της σκάλας που είτανε όλη από πετράδια,
μτφ.
Κάτασπρα
κιόλας
από
δροσιά
τα
σκαλοπάτια
με
το πετράδι,
Είναι
τόσο αργά η δροσιά νοτίζει τ’ αραχνοϋφαντα ποδήματά μου
Κατεβάζοντας
τον κρυστάλλινο μπερντέ
Κοιτάζω
το φεγγάρι μες στο διάφανο φθινόπωρο.
-Αποχαιρετώντας ένα φίλο, μτφ. Ζήσιμος
Λορεντζάτος
Βουνοκορφές
γαλάζιες βορινά στα τείχη
Άσπρο
ποτάμι δίπλα τους στριφογυρίζει
Σ’
αυτό το μέρος πρέπει να χωρίσουμε
Και
να πάμε ανάμεσα σε χίλια μίλια πεθαμένο χόρτο.
--
Ο
νους ένα μεγάλο σύννεφο πλεούμενο,
Το
ηλιοβασίλεμα έχε-γεια εκείνων που γνωρίζονται
Από
χρόνια
Κι
υποκλίνονται πάνω από τα σταυρωμένα χέρια τους
για
λίγο ακόμα.
Ένα
στ’ άλλο τ’ άλογά μας χλιμιντρίζουνε
καθώς
μισεύουμε.
-Canto
XVII,
μτφ. Γιώργος Παυλόπουλος
Έτσι
λοιπόν τα κλήματα φουντώνανε απ’ τα δάχτυλά μου
Κι
οι μέλισσες φορτωμένες γύρη
Σαλεύανε
βαρειά μέσα στ’ αμπελοβλάσταρα…..
•ROBERT LOWELL(1917-
-Αντρόγυνο, μτφ Νανά Ησαϊα
Εξημερωμένοι
από το Μιλτάουν, κι οι δύο στο κρεβάτι
της
Μητέρας:
ο
ανατέλλων ήλιος σ’ εμπόλεμη βαφή μας βάφει κόκκινους
στο
άπλετο φως τα κάγκελα του σκαλισμένου κρεβατιού
της
λάμπουν
εγκαταλελειμένα,
σχεδόν Διονυσιακά……
•ADELAIDE CRAPSEY(1878-1914)
-Νιαγάρας, μτφ.
-Τραγούδι, μτφ. Φ. Ηλιάδης
Το
σάβανό μου φαίνω αλλά κανείς δεν θα το μάθει.
Είν’
τόσο ωραίο και λεπτό και τόσο φωτεινό.
Έχει
πλουμίδια κεντητά σε κύκλους τακτικούς.
Το
σάβανό μου φαίνω αλλά κανείς δεν θα το μάθει.
Μπρός
στο κατώφλι μου που ανθεί της πασχαλιάς λουλούδι
Σιγαλοψιθυρίζοντας
ένα γλυκό τραγούδι
Το
σάβανό μου φαίνω αλλά κανείς δεν θα το μάθει.
•VACHEL
LINDSAY(1879-1931)
-Ο Στρατηγός Γουϊλιαμ Μπούθ πάει στον ουρανό,
μτφ.
-ΙΙ, μτφ. Φ. Ηλιάδης
•ARCHIBALD MAC LEISH(1892-
-De votre Bonheur il ne reste que vos photos, μτφ.
-Μήτε μάρμαρο, μήτε τα χρυσοποίκιλτα
μνημεία, μτφ. Κλείτος Κύρου
Οι
υμνητές των γυναικών στα περήφανα κι ωραία τους ποιήματα
Περιγράφοντας
το σοβαρό το στόμα και τα μαλλιά και
τα
μάτια
Καυχιώνταν
πως αυτές που αγάπησαν δε θα ξεχνιούνταν ποτέ
Αυτά
ήσαν όλα ψέμματα.
Οι
λέξεις αντηχούν μα η μορφή λησμονήθηκε κάτω
απ’
τον ήλιο της Ιστορίας……
•CARL
SANDBURG(1878-1967)
-Ο άνθρωπος με τα σπασμένα δάχτυλα, μτφ. Φ.
Ηλιάδης
•LANGSTON HUGHES(1902-1967)
-Σημείωμα αυτοκτονίας, μτφ.
Το
ήσυχο,
Κρύο
πρόσωπο του ποταμού
Ένα
φιλί μου ζήτησε.
-Κ’ εγώ, μτφ. Λ. Καραπαναγιώτης
Κ’
εγώ την Αμερική τραγουδώ.
Είμαι
ο πιο μαύρος αδερφός.
και
με στέλνουν να φάω στην κουζίνα,
Όταν
μας έρθουν οι ξένοι.
Μα
εγώ γελώ,
Και
τρώω καλά
Και
δυναμώνω
--
Αύριο,
Θα
κάτσω κ’ εγώ στο τραπέζι
Όταν
θα μας έρθουν οι ξένοι.
Και
τότε,
Κανένας
δεν θα τολμήσει
Να
μου πεί:
«Φάε
στη κουζίνα»
--
Εξ
άλλου,
Θα
δουν πόσο όμορφος είμαι
Και
θα ντραπούν.
--
Η
Αμερική, είμαι κ’ εγώ.
•COUNTEE
CULLEN(1903-)
-Έχω ένα ραντεβού με τη ζωή
(Με απολογίες στη μνήμη του Allan Senger),μτφ. Λ. Καραπαναγιώτης
Έχω
ένα ραντεβού με τη ζωή
Σε
μέρες που ελπίζω πως θα ρθουν
Πριν
τα νιάτα διαβουν κι η χαρά του μυαλού
--
Πρίν
σωπάσουν για πάντα οι γλυκές μου φωνές.
Έχω
ένα ραντεβού με τη Ζωή
Όταν
πρωτακουστούνε της άνοιξης οι κράχτες.
Κι
ίσως αύριο την συναντήσω
Και
γλεντήσω με την προσταγή της
Και
αν ίσως ζητήσω μάταια
Την
ειρήνη του άσπρου της στήθους
Το
ραντεβού αυτό θε να βαστάξω
Και
θα λογιάσω ευτυχισμένες τις φουρτούνες
Αν
στο τέρμα του λευκού μου δρόμου
Ανταμώσουμε
εγώ κι η Ζωή.
--
Μερικοί
θα διαλέξουν να μείνουν
Κοιμισμένοι
σ’ όλες τους τις μέρες
Παρά
νανταμώσουν αγέρας και βροχές
Και
του δρόμου το βάθος νακούσουν
Αν
και βρεγμένος ούτε χτυπήματα ουτε αγέρες φοβάμαι.
--
Όμως
βαθειά και πολύ ναι πολύ το φοβάμαι
Μήπως
με κράξει και πάω με το Χάρο
Πριν
φτάσω στο ραντεβού της Ζωής.
•RICHARD
KOSTELANETZ(1940-)
-LOLLYPOP
-DEGENERATE
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς 18/11/2016
ΥΓ. Άτιμοι ψηφοφόροι, έπρεπε να μας αφήσετε τόσα
χρόνια εκτός κυβερνητικού κορβανά, εμάς τα τίμια και αμόλυντα και ευαίσθητα
σοϊλίδικα παιδιά της πρώτης φοράς αριστεράς κυβέρνησης, για να τραγουδήσουμε
μαζί με τον Αλέξη: «Κυπαρισσάκι αψηλό είναι ο αμερικανός πλανητάρχης που
αγαπώ». Επιτέλους, είχα βαρεθεί να τραγουδώ σαν μικρός πολιτικός σχηματισμός
της αντιπολίτευσης, τόσες και τόσες δεκαετίες: «Καλοκαιράκι μου τον αγαπώ, μα
την αγάπη μου που να την πω». Τιμή και δόξα στους ψεκασμένους συγκυβερνήτες
μας, που μας έφεραν στην εξουσία.
Και, να δω το γουρλομάτικο παιδί, τον υιό του
ακατανόμαστου, να φορά τα κουδούνια τώρα που επισκέπτεται την Αθωνική Πολιτεία
σαν άλλος Κύριος Σαρτζετάκης, και τι στον κόσμο.
Good by Αμέρικαν black Πέρικλες.