Ποιητική
σκηνογραφία για τον Μέγα Αλέξανδρο
Cum potestas in populo auctoritas in senatu sit
Cicero, De Legibus
Παρακολούθησα την εβδομάδα
που μας πέρασε στο Κανάλι της Βουλής μια συνεδρία ιστορικών και βουλευτών της
συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για την Μακεδονία. Επιστήμονες καταξιωμένοι στον χώρο
τους, με πάμπολλες επιστημονικές δημοσιεύσεις στο ενεργητικό τους και
συγγράμματα που προκάλεσαν δημόσια αίσθηση ή αντιδράσεις, εν ενεργεία βουλευτές
και βουλευτίνες που εκλέχθηκαν αβίαστα από τον ελληνικό λαό στις τελευταίες
εκλογές,-πιστεύοντας φευ, ότι θα εκφράσουν κάτι καινούργιο στο πολιτικό
σύστημα της χώρας, που ταλανίζεται εδώ και δεκαετίες από μια πολιτικοβόρα
φαυλοκρατία και κομματοκρατία-πολιτικά πρόσωπα που διετέλεσαν στο πρόσφατο
πολιτικό παρελθόν υφυπουργοί παιδείας ή υπουργοί ή κατέλαβαν άλλες κυβερνητικές
θέσεις. Όπως η τηλεοπτική κάμερα μας έδειξε, το ακροατήριο ήταν σχετικά μικρό μάλλον, για ένα τέτοιου είδους σοβαρό εθνικό θέμα που ταλανίζει την ελληνική πολιτική
και διπλωματική σκηνή αρκετές δεκαετίες τώρα, χωρίς να παίρνει κανείς πολιτικός
την πρωτοβουλία να προτείνει συμφέρουσες και δίκαιες λύσεις τόσο για τα εθνικά
μας συμφέροντα όσο και για μια καλή γειτονία με την γείτονα αυτή μικρή χώρα,
που ούτως ή άλλως, η ελλάδα συνορεύει γεωγραφικά. Παρευρίσκονταν ο νυν πρόεδρος
της Βουλής, βουλευτές της συγκυβέρνησης, πρώην υπουργοί και άτομα-προφανώς
ιστορικοί, επιστήμονες, ειδικοί επί του θέματος. Αν δεν κάνω λάθος, δεν
παρευρίσκονταν βουλευτές ή άλλα στελέχη από άλλα πολιτικά κόμματα της Βουλής.
Άκουσα με προσοχή τις ομιλίες των ομιλητών, ιδιαίτερα του κυρίου Λιάκου, της
κυρίας Αναγνωστοπούλου, του βουλευτή των ΑΝΕΛ αλλά και των υπολοίπων.
Οφείλουμε
να είμαστε ιστορικά ειλικρινείς με τους εαυτούς μας πρωτίστως εμείς οι Έλληνες.
Όσοι και όσες μελετούν την ελληνική ιστορία διαχρονικά και εξακολουθητικά,
προσπαθώντας να κατανοήσουν τον χαρακτήρα της ελληνικής φυλής όπως αυτός
διαμορφώθηκε μέσα στο διάβα του ιστορικού χρόνου, να γνωρίσουν την ζωντανή και
ακμαία ακόμα και στις μέρες μας παράδοσή της, όχι ως φολκλορικό πλαίσιο
αναφορών αλλά ως βιωματική σχέση κοινωνίας ατόμων με κοινά χαρακτηριστικά, το
βάθος και το εύρος της, των σταθερών της αξιών γνωρίζουν, ότι το Μακεδονικό
ζήτημα χρονίζει. Έχοντας υπόψη τους, ότι γεωγραφικά ο χώρος της Μακεδονίας είναι
μοιρασμένος σε τρεις διαφορετικές κρατικές οντότητες, με το μεγαλύτερο και
πολυπληθέστερο σε Έλληνες Μακεδόνες στην σύνθεσή του, να ανήκει στην Ελληνική
επικράτεια. Εξάλλου, οι τελευταίοι αγώνες των Μακεδονομάχων στα Βαλκάνια για
την απελευθέρωσή της μας δείχνουν την πολιτική και ιστορική διάσταση του
ζητήματος. Ανεξάρτητα από το μακροχρόνιο και σημαντικό σύμπτωμα της κρίσης που
υφίστανται η χώρα μας και την σοβαρότητά της, μετά την ιστορική κατάρρευση του
ανατολικού συνασπισμού και ιδιαίτερα τον πόλεμο και την διάλυση της
Γιουγκοσλαβίας.
Αυτά που
ανακοινώθηκαν για την ιστορία του εθνικού αυτού προβλήματος ήσαν αλήθειες, ή
τουλάχιστον, δεν απείχαν από την ρεαλιστική πολιτική πραγματικότητα
αντιμετώπισης του προβλήματος, στους μετά ιστορικούς και μοντέρνους καιρούς που
διανύουμε σε ένα πολιτικό περιβάλλον τόσο ασταθές και ευμετάβλητο από τις
διάφορες απρόβλεπτες οικονομικές και στρατιωτικές συγκυρίες. Δεν απείχαν από
τις ιστορικές επισημάνσεις που κατατέθηκαν και από την κοινή διαπίστωση για το
τι δεν έπραξαν οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις πριν και μετά το τέλος του
δευτέρου παγκοσμίου πολέμου όσον αφορά την συνομοσπονδία κρατών της πρώην
Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας του στρατάρχη Τίτο για να λύσουν, ιστορικά,
πολιτικά και ίσως γεωγραφικά το θέμα.
Και εδώ τίθεται το μεγάλο και ίσως ανοιχτό μέσα
στους ιστορικούς αιώνες ζήτημα. Αν η εξουσία πηγάζει από τον λαό αλλά η
αυθεντία από την εκάστοτε κυβερνητική εκλεγμένη εξουσία, όπως μας λέει ο
αρχαίος ρωμαίος ρήτορας Κικέρων, τότε ποια από τις δύο εξουσίες έχει τον πρώτο
λόγο; Η λαϊκή εξουσία ή η εκάστοτε κυβερνητική έστω και πρόσκαιρη εξουσία; Το
ζήτημα αυτό ανακύπτει σχετικά με τις στάσεις που τήρησαν οι προηγούμενες
ελληνικές κυβερνήσεις είτε η τωρινή, που είτε αποσιώπησαν το πρόβλημα, είτε
φτάνοντας στο πολιτικό και διπλωματικό αμήν, οφείλουν να το λύσουν. Η κρίση
είναι κατάδηλη και παρούσα πέρα από συναισθηματισμούς και ψυχολογικές ενστάσεις
ημών των ελλήνων, συνθήματα ή πολιτικές αναλύσεις καφενείων ή δημοσιογραφικών
πάνελ και σαλονιών.Το νεοσύστατο κράτος των Σκοπίων της πρώην γιουγκοσλαβικής
δημοκρατίας έχει αναγνωριστεί πάνω από 100 κράτη παγκοσμίως, διατηρούμε
εμπορικές και οικονομικές σχέσεις μαζί του, κάτι που σημαίνει, ότι δεν κερδίζουμε
τίποτα με το να στρουθοκαμηλίζουμε διπλωματικά και εθνικά. Το ακανθώδες αυτό
πρόβλημα ήταν γνωστό τόσο στις συντηρητικές κυβερνήσεις όσο και στις
δημοκρατικές που κυβέρνησαν μετά το τέλος της εμφύλιας σύρραξης καθώς και στους
πολιτικούς εκείνους που διετέλεσαν πρόεδροι της ελληνικής δημοκρατίας,
πρωθυπουργοί, υπουργοί των εξωτερικών, του εμπορίου, επίσης σε διπλωμάτες και άλλους κυβερνητικούς υπηρεσιακούς παράγοντες που είχαν υπεύθυνη θέση στην κρατική διοίκηση. Η
εμπορική και οικονομική αναγκαιότητα πρυτάνευσε της εθνικής ή πολιτικής,
αποφεύγοντας και ευτυχώς, εχθροπραξίες ή κοινωνικές αστάθειες στην περιοχή.
Μέσα στις αλυσίδα αυτή των ελληνικών κυβερνήσεων που δεν μερίμνησαν για την λύση του,-είτε
επί Βασιλευομένης Δημοκρατίας είτε επί Προεδρικής-νομίζω από ιστορικής άποψης θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και την πολιτική περίοδο της τελευταίας επτάχρονης
στρατιωτικής δικτατορίας στην χώρα μας. Ήταν ένα θέμα κοινώς γνωστό, αλλά όπως
συνηθίζουμε εμείς οι έλληνες, μεταθέτουμε την όποια ευθύνη λύσης στους
επόμενους, κρύβουμε την σκόνη κάτω από το χαλάκι και κομπάζουμε υπερήφανοι ότι
ξεσκονίσαμε τα του οίκου μας. Η πολιτική αβελτηρία, ο πολιτικός ωχαδερφισμός,
το πολιτικό κόστος κατά κύριο λόγο, η πολιτική και διπλωματική άγνοια, τα
τοπικά συμφέροντα, οι πολιτικοί καιροσκοπισμοί, αλλά και η έλλειψη
ουσιαστικής-και όχι καφενόβιας-ιστορικής παιδείας ημών των ελλήνων, κακοφόρμισε
το ζήτημα, το άφησε να εξελιχθεί σε βάρος της δικής μας δήθεν «υπερήφανης»
εξωτερικής πολιτικής και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε στο μη περεταίρω. Με
πατριωτικές εγγενείς ευλογοφανείς αντιδράσεις και επιχειρήματα που
καταναλώνονταν μόνο στο δικό μας πολιτικό και πελατειακό σύστημα αναφορών.
Όσοι μελετούν
και αγαπούν την ελληνική ιστορία, εντρυφούν πάνω στις αρχαίες και σύγχρονες
πηγές, όσοι δηλαδή δεν είναι άμεσα ιστορικοί ή επιστήμονες αρχαιολόγοι κλπ, δεν
περιμένουν από δημοσιογραφικά μόνο χείλη ή άλλους παρατρεχάμενους πολύξερους να
ενημερωθούν, γνωρίζουν εδώ και χρόνια ότι γεωγραφικά ο χώρος της Μακεδονίας
χωρίζεται σε τρία μέρη. Το ελληνικό που είναι και το μεγαλύτερο πληθυσμιακά, το
τμήμα του κράτους των Σκοπίων και ένα τμήμα που ανήκει στην Βουλγαρία. Όλοι
γνωρίζαμε το πρόβλημα αλλά κανείς δεν έπαιρνε την πολιτική και διπλωματική
πρωτοβουλία να το λύσει. Εμείς οι Έλληνες, Μακεδόνες ή μη, αισθανθήκαμε εθνική
υπερηφάνεια όταν ο καθηγητής και αρχαιολόγος Μανόλης Ανδρόνικος ανακάλυψε τους
Βασιλικούς Τάφους της Βεργίνας. Ήταν ένα σύγχρονό μας ιστορικό θαύμα.
Εμψυχωθήκαμε εθνικά, εντυπωσιαστήκαμε από τα ευρήματα, τεκμηριώσαμε συνειδησιακά
τον πολιτισμό και την τέχνη των αρχαίων ελλήνων μακεδόνων. Επισκεφτήκαμε-όσοι
επισκέφτηκαν-την περιοχή από κοντά, το Μουσείο στην Θεσσαλονίκη που εκτίθενται
τα αρχαιολογικά εκθέματα και διαβάσαμε περιχαρείς τις διάφορες μεταγενέστερες
αρχαιολογικές και ιστορικές ανακοινώσεις. Το πρόβλημα όμως παρέμενε παρόν και
άλυτο. Δεν διεκδικούσαμε τίποτα από τους γείτονές μας, αλλά, δεν γνωρίζαμε πώς
να διαχειριστούμε τις διεκδικήσεις τους. Στα μεταγενέστερα χρόνια, κυκλοφόρησαν
εξαιρετικές επιστημονικές εργασίες και βιβλία που αφορούσαν την ελληνικότητα
της Μακεδονίας, τον Φίλιππο, την Ολυμπιάδα, τον Μεγάλο Στρατηλάτη, την ζωή και τις
κατακτήσεις του, τον εκπολιτιστικό οραματισμό του, τις στρατιωτικές του εκστρατείες, τον
θάνατό του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι αρχαιολογικές έρευνες για το που βρίσκεται ο
τάφος του συνεχίζονται.
Τα μυθιστορήματα από έλληνες και ξένους συγγραφείς για τον Μέγα Αλέξανδρο είναι πάρα πολλά, εξίσου μεγάλη είναι και η αλυσίδα των επιστημονικών βιβλίων ή των ιστορικών που αναφέρονται στον Μέγα Αλέξανδρο, τους αρχαίους Μακεδόνες την Μακεδονία. Στην ελληνική βιβλιοαγορά ή στις βιβλιοθήκες μπορεί ο ενδιαφερόμενος να βρει τα βιβλία που θα βεβαιώσουν ή θα προάγουν δημιουργικά και τεκμηριωμένα την ιστορική του συνείδηση.
Τα μυθιστορήματα από έλληνες και ξένους συγγραφείς για τον Μέγα Αλέξανδρο είναι πάρα πολλά, εξίσου μεγάλη είναι και η αλυσίδα των επιστημονικών βιβλίων ή των ιστορικών που αναφέρονται στον Μέγα Αλέξανδρο, τους αρχαίους Μακεδόνες την Μακεδονία. Στην ελληνική βιβλιοαγορά ή στις βιβλιοθήκες μπορεί ο ενδιαφερόμενος να βρει τα βιβλία που θα βεβαιώσουν ή θα προάγουν δημιουργικά και τεκμηριωμένα την ιστορική του συνείδηση.
Αλλά με το διπλωματικό και πολιτικό πρόβλημα τι
οφείλουμε εμείς οι Έλληνες να πράξουμε. Γιατί, το να λέμε ότι η Μακεδονία είναι
Ελλάδα και η Ελλάδα είναι Μακεδονία δεν ορθό. Το ίδιο μπορούμε να
υποστηρίξουμε και για την Κρήτη, τα Εφτάνησα, τα Δωδεκάνησα και άλλες
γεωγραφικά ελληνικές περιοχές. Το θέμα είναι να κατανοήσουμε γιατί οι Σκοπιανοί
υποστηρίζουν ότι είναι απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων δηλαδή των Ελλήνων.
Η παλαιά διαμάχη μεταξύ των αθηναίων ρητόρων συνεχίζεται με άλλα σύγχρονα μέσα; Ποιος καπηλεύεται και τι; Και ποιοι θα είναι οι πλην Λακεδαιμονίων της σύγχρονης εποχής μας, που λέει ο Αλεξανδρινός; Πως εμείς οι Έλληνες Μακεδόνες ή από άλλες περιοχές της χώρας μπορούμε να ερμηνεύσουμε ορθά τις πολιτικές εμπειρίες των άλλων λαών, τις εθνικές τους σκοπιμότητες, γεωγραφικές διεκδικήσεις, αλυτρωτισμούς, επαναφορά σε ιστορικές επιχειρηματολογίες των προηγούμενων αιώνων; Και πως μπορούμε να αντιδράσουμε για την δική μας συμφέρουσα πολιτική αποτελεσματικότητα, αποφεύγοντας παραλείψεις και λάθη του πρόσφατου παρελθόντος. Ο πολιτικός προσανατολισμός μας πρέπει να βρίσκεται διαρκώς σε μια αντιπαράθεση με τους γείτονες, και πόσο μπορεί να το αντέξει αυτό ο τράχηλος του έλληνα; Και μια καλή σχέση γειτονίας τι περιλαμβάνει, όταν οι άλλοι διεκδικούν από εσένα εδάφη, ιστορικά σύμβολα ή εθνικούς μύθους που ζωογονούν την εθνική μας συνείδηση. Ποιες αλήθειες είναι πιο ανθεκτικές μέσα στο υπάρχον κοινωνικό σώμα, αυτές της Ιστορίας ή αυτές της Πολιτικής;
Η παλαιά διαμάχη μεταξύ των αθηναίων ρητόρων συνεχίζεται με άλλα σύγχρονα μέσα; Ποιος καπηλεύεται και τι; Και ποιοι θα είναι οι πλην Λακεδαιμονίων της σύγχρονης εποχής μας, που λέει ο Αλεξανδρινός; Πως εμείς οι Έλληνες Μακεδόνες ή από άλλες περιοχές της χώρας μπορούμε να ερμηνεύσουμε ορθά τις πολιτικές εμπειρίες των άλλων λαών, τις εθνικές τους σκοπιμότητες, γεωγραφικές διεκδικήσεις, αλυτρωτισμούς, επαναφορά σε ιστορικές επιχειρηματολογίες των προηγούμενων αιώνων; Και πως μπορούμε να αντιδράσουμε για την δική μας συμφέρουσα πολιτική αποτελεσματικότητα, αποφεύγοντας παραλείψεις και λάθη του πρόσφατου παρελθόντος. Ο πολιτικός προσανατολισμός μας πρέπει να βρίσκεται διαρκώς σε μια αντιπαράθεση με τους γείτονες, και πόσο μπορεί να το αντέξει αυτό ο τράχηλος του έλληνα; Και μια καλή σχέση γειτονίας τι περιλαμβάνει, όταν οι άλλοι διεκδικούν από εσένα εδάφη, ιστορικά σύμβολα ή εθνικούς μύθους που ζωογονούν την εθνική μας συνείδηση. Ποιες αλήθειες είναι πιο ανθεκτικές μέσα στο υπάρχον κοινωνικό σώμα, αυτές της Ιστορίας ή αυτές της Πολιτικής;
Μεγαλώσαμε με ιστορικές αλήθειες πανάρχαιες και πολύ
σωστά, εκπαιδευτήκαμε να θεωρούμαστε ο ομφαλός της γης, μέγα λάθος. Το ελληνικό
πνεύμα επιβίωσε μέσα από πολύ αντίξοες ιστορικές συνθήκες και παραμένει ακμαίο
και ζωντανό εδώ και αρκετές χιλιετίες, αλλά, δεν είμαστε το κέντρο του
σύμπαντος. Δεν είμαστε ούτε η Ελληνική, ούτε η Ελληνομακεδονική, ούτε η Βυζαντινή
Αυτοκρατορία, είμαστε ένα σύγχρονο ελληνικό κράτος με την πανάρχαια παράδοσή
του, την μακραίωνη ιστορία του, τον πολυποίκιλο πλούτο του πολιτισμού του, αλλά
πάνω από όλα το μέλλον του. Είναι πολύ μεγάλος άθλος το ότι επιβιώσαμε σαν
έθνος και κατορθώσαμε να διατηρήσουμε την ταυτότητά μας μέσα σε τόσες σκοτεινές
ιστορικά, πολιτικά και στρατιωτικά περιόδους. Η άρθρωση της συλλογική μας μνήμη
είναι τεράστια και συνεχής. Η εθνική μας μοναξιά αφορά εμάς και μόνο εμάς και
όχι τους άλλους λαούς. Πέρα από την δική μας γεωγραφική επικράτεια συνθήματα
είτε διεθνιστικής υφής, είτε πατριδοκαπηλικά δεν έχουν πέραση. Το ζήτημα είναι
πως φωτίζεις με σύγχρονους προβολείς την ιστορία και την παράδοση του τόπου σου
και πως την προβάλεις τόσο προς τα μέσα όσο και προς τα έξω μέσα σε ένα
περιβάλλον που διαρκώς μετασχηματίζεται.
Είμαστε Έλληνες και σαν Έλληνες οφείλουμε όχι μόνο
να είμαστε υπερήφανοι για την δική μας Ιστορία, αλλά οφείλουμε να την μελετάμε
σωστά και να εμπνεόμαστε από αυτήν δημιουργικά χωρίς να παραβλέπουμε και την
σύγχρονή μας πολιτική πραγματικότητα.
Είμαστε Έλληνες και δικαιούμαστε και εμείς όπως οι άλλοι λαοί να έχουμε μια πατρίδα, μια κοινή Εστία που μας ανήκει και δεν την διαπραγματευόμαστε.
Η Ελλάδα, δεν είναι μια αφηρημένη φιλοσοφική έννοια ένα πολιτικό είδωλο, αλλά μια συγκεκριμένη ιστορική και γεωγραφική πραγματικότητα μέσα στους αιώνες. Δεν είναι ένα «εκθαμβωτικό φως» ελλήνων ή ξένων ελληνολατρών, αλλά μια απτή καθημερινή πραγματικότητα, ένας ζωντανός ανθρώπινος οργανισμός που κινείται, αναπνέει, τρέφεται, αναπαράγεται. Δεν είναι μια ιδέα που μορφοποιήθηκε πάνω στο ταμπλό ενός καλλιτέχνη, αλλά είναι ιστορική μνήμη ζυμωμένη με πολιτική πραγματικότητα. Το ανόητο σύνθημα «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» λες και θα μπορούσε να ανήκει σε άλλους, ίσως θα πρέπει να αλλαχθεί ότι οι Έλληνες ανήκουν στην Ελλάδα. Τι προσδιορίζουν άραγε αυτά τα συνθήματα, το εθνικό μας φρόνημα ή τις κυβερνητικές πολιτικές μας. Ποιο είναι το πλαίσιο των οφειλών μας απέναντι στην ιστορία μας και την εθνική μας παράδοση.
Τα κριτήρια ερμηνείας είναι πρωτίστως πολιτικά ή ιστορικά, είναι συμπληρωματικά ή αλληλοαποκλειόμενα. Εμείς οι Έλληνες-όπως και οι άλλοι λαοί-που με την πολύμορφη ιδεολογική και πολιτισμική πολλαπλότητα συνθέτουμε ένα ενιαίο πολιτικό σώμα αντιδράσεων και συμπεριφορών και κοινωνικών εκδηλώσεων, μπορούμε να «υποταχθούμε» στην ίδια ιστορική αλήθεια αναφοράς; Αλήθειες αυτονόητες ή πιθανά επαναπροσδιορίσημες. Άχ! αυτό το όμορφο παλικάρι από τη Μακεδονία
Είμαστε Έλληνες και δικαιούμαστε και εμείς όπως οι άλλοι λαοί να έχουμε μια πατρίδα, μια κοινή Εστία που μας ανήκει και δεν την διαπραγματευόμαστε.
Η Ελλάδα, δεν είναι μια αφηρημένη φιλοσοφική έννοια ένα πολιτικό είδωλο, αλλά μια συγκεκριμένη ιστορική και γεωγραφική πραγματικότητα μέσα στους αιώνες. Δεν είναι ένα «εκθαμβωτικό φως» ελλήνων ή ξένων ελληνολατρών, αλλά μια απτή καθημερινή πραγματικότητα, ένας ζωντανός ανθρώπινος οργανισμός που κινείται, αναπνέει, τρέφεται, αναπαράγεται. Δεν είναι μια ιδέα που μορφοποιήθηκε πάνω στο ταμπλό ενός καλλιτέχνη, αλλά είναι ιστορική μνήμη ζυμωμένη με πολιτική πραγματικότητα. Το ανόητο σύνθημα «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» λες και θα μπορούσε να ανήκει σε άλλους, ίσως θα πρέπει να αλλαχθεί ότι οι Έλληνες ανήκουν στην Ελλάδα. Τι προσδιορίζουν άραγε αυτά τα συνθήματα, το εθνικό μας φρόνημα ή τις κυβερνητικές πολιτικές μας. Ποιο είναι το πλαίσιο των οφειλών μας απέναντι στην ιστορία μας και την εθνική μας παράδοση.
Τα κριτήρια ερμηνείας είναι πρωτίστως πολιτικά ή ιστορικά, είναι συμπληρωματικά ή αλληλοαποκλειόμενα. Εμείς οι Έλληνες-όπως και οι άλλοι λαοί-που με την πολύμορφη ιδεολογική και πολιτισμική πολλαπλότητα συνθέτουμε ένα ενιαίο πολιτικό σώμα αντιδράσεων και συμπεριφορών και κοινωνικών εκδηλώσεων, μπορούμε να «υποταχθούμε» στην ίδια ιστορική αλήθεια αναφοράς; Αλήθειες αυτονόητες ή πιθανά επαναπροσδιορίσημες. Άχ! αυτό το όμορφο παλικάρι από τη Μακεδονία
αυτό το παράτολμο ελληνόπουλο
με τα ένδοξα ανδραγαθήματα
το παιδί από τη Μακεδονία
που δεν φοβήθηκε τον χρόνο
και αναμετρήθηκε με την ιστορία.
Που διέδωσε τον ελληνικό πολιτισμό στα πέρατα της
οικουμένης
πόσες καρδιές εξακολουθεί ακόμα να τραυματίζει
να προκαλεί εντάσεις θαυμασμού και ρωγμές διχασμού
πολιτικά προβλήματα και γεωγραφικές αναταράξεις.
Πρότυπο αιώνιο για αυτοκράτορες και καθημερινούς
ανθρώπους.
Βασιλέας Έλλην Μακεδών
το βασίλειό του οι ιστορικές συνειδήσεις των
ανθρώπων.
Και με το
Μακεδονικό ζήτημα, τι θέση οφείλει να έχει ο σημερινός σύγχρονος έλληνας, η
ελληνική κοινή γνώμη που εκφράζει το λαϊκό περί δικαίου αίσθημα αποφεύγοντας
τις πατριωτικές κορώνες. Αρνούμενοι τα λαϊκιστικά εμβατήρια των
«ψευτοπατριωτών» όπως εύστοχα και χαρακτηριστικά δίνει τον τίτλο σε ποίημά του ο
ποιητής και συγγραφέας Ανδρέας Λασκαράτος. «Στο ανάθεμα, στο ανάθεμα να πάνε
όλοι οι φιλοπόλεμοι προδότες…».
Όμως και οι ποιητές έχουν άποψη, και ας μην τόλμησε-κάπως υποτιμητικά, αν δεν κάνω λάθος-να αναφέρει το όνομά του ποιητή, ο βουλευτής εκπρόσωπος των ΑΝΕΛ στην ομιλία του καθώς ανέφερε τη γνωστή ρήση του νομπελίστα μας ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, «το όνομά μας είναι η ψυχή μας», φοβούμενος ίσως τις αντιδράσεις. Θα μου πείτε, εδώ και κάτι δεκαετίες ο θεσσαλονικιός δήμαρχος τους απεκάλεσε λαπάδες, και η εσκεμμένη παράληψη του ονόματος σε πείραξε. Τι θα πρότεινε ενδεχομένως ένας ποιητής αν ισχύει ο λόγος της ποιήτριας Μπίλης Βέμης:
όλοι οι φιλοπόλεμοι προδότες…».
Όμως και οι ποιητές έχουν άποψη, και ας μην τόλμησε-κάπως υποτιμητικά, αν δεν κάνω λάθος-να αναφέρει το όνομά του ποιητή, ο βουλευτής εκπρόσωπος των ΑΝΕΛ στην ομιλία του καθώς ανέφερε τη γνωστή ρήση του νομπελίστα μας ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, «το όνομά μας είναι η ψυχή μας», φοβούμενος ίσως τις αντιδράσεις. Θα μου πείτε, εδώ και κάτι δεκαετίες ο θεσσαλονικιός δήμαρχος τους απεκάλεσε λαπάδες, και η εσκεμμένη παράληψη του ονόματος σε πείραξε. Τι θα πρότεινε ενδεχομένως ένας ποιητής αν ισχύει ο λόγος της ποιήτριας Μπίλης Βέμης:
«Τελικά μπούμ
τέλειωσε το παιχνίδι
Μ’ έχει χτυπήσει η ίδια σκουριά που χτύπησε το
Μεγαλέξανδρο
και κυνηγούσε το πρόσωπό του
μες τα βαθιά λιβάδια της Περσέπολης
κι ως το μεγάλο ποταμό.»….
Το χάσαμε
το διπλωματικό παιχνίδι ή μήπως όχι, έχουμε ακόμα ελπίδες δικαίωσης των
εθνικών μας ζητημάτων. Ή θα το αφήσουμε ως έχει και θα έχουμε ένα ακόμα φοβερό
αγκάθι στα βόρεια σύνορά μας, με απρόβλεπτες θέσεις αλυτρωτισμού από την
γείτονα χώρα, όπως και από τους αρχαίου Ιλλυριούς, ή τους εξ ανατολών κακούς
και διεκδικητικούς γείτονές μας. Πρέπει να πούμε το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι
που μας λέει ο Αλεξανδρινός ποιητής και με τι εθνικό κόστος. Οφείλουμε ως Έλληνες και ως Μακεδόνες να ενεργήσουμε ψύχραιμα, αποφασιστικά, συστηματικά,
διορατικά και με αρκετή σύνεση. Αν λυθεί το θέμα και είναι υπέρ μας, θα έχουμε ένα καλό
προηγούμενο και για τα υπόλοιπα εξωτερικά ζητήματα που μας απασχολούν, το να
κρυφτούμε πίσω από την ιστορική σκιά μας δεν οδηγεί πουθενά, αλλά ούτε και η
αναβλητικότητα. Μεταξύ μας να τα λέμε και να τα κουβεντιάζουμε δεν κερδίζουμε.
Ας γίνει ένα δημοψήφισμα και ας πάρουμε όλοι την ιστορική ευθύνη. Άρχοντες και
Αρχόμενοι.
Επίσης, πολύ ορθά διοργανώνονται τα συλλαλητήρια,
πρέπει και ο ελληνικός λαός να εκφράσει τα ιστορικά και πολιτικά και
διπλωματικά του δίκαια. Το ίδιο πράττουν και οι άλλοι λαοί είτε της γύρω
περιοχής είτε σε άλλα μέρη της υφηλίου. Θυμηθείτε πως ενήργησε η αγγλίδα
πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ, ο Αμερικανός πρόεδρος Ρόναλντ Ρήγκαν, και άλλοι
ηγέτες. Οφείλουμε να παραστούμε ανεξάρτητα από κόμματα και πολιτικές
παρατάξεις, να μην επιτρέψουμε να καπελωθεί η νόμιμη και αναγκαία αυτή διαμαρτυρία από
πολιτικούς καριερίστες ή άλλους καλοθελητάδες. Οφείλουμε να ακουστεί η γνώμη
μας. Αν πιστεύει το γειτονικό κράτος ή μια μερίδα των πολιτών του ότι είναι
απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων και όχι νεότερα σλαβικά φύλα, τότε μήπως θα
πρέπει να αναρωτηθούν ότι έχουν σχέση με εμάς τους Έλληνες, και μήπως θα πρέπει
να επανεξετάσουν την στάση τους; Εφόσον οι Μακεδόνες είναι Έλληνες τότε
πολιτιστικά και πολιτισμικά και αυτοί ανήκουν στον ελληνικό κορμό. Αν όχι, τι
σκοπούς εξυπηρετούν οι αλυτρωτικές τους διαθέσεις, να τεμαχίσουν το ελληνικό
κράτος; Μήπως η αγαστή συνύπαρξη είναι προτιμότερη από την πυριτιδαποθήκη που
ήταν ανέκαθεν τα Βαλκάνια; Εξάλλου, εκτός από τον Μέγα Αλέξανδρο, υπάρχει και
το παράδειγμα του νεότερου Ρήγα Φεραίου για την περιοχή.
Ας
τελειώσω αυτές τις σκέψεις με το ποίημα της ιστορικού Ελένης Αρβελέρ:
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ
Επάνω ο μέγας ουρανός
κάτω η θάλασσα πλατειά
Φως ιλαρό στη μέση, μια κουκκίδα,
γίνεται φλόγα και φωτιά
που πίσω αφήνει ο κεραυνός
όταν στην πόρτα μας κτυπά η καταιγίδα.
Από το σήμερα και από το χθες
βγαίνουμε πάντα ηττημένοι νικητές.
--
Βλέπεις, δεν μας συγχώρεσε κανείς,
το ότι πρώτοι, μόνοι εμείς,
εκεί φτάνουμε, όπου
τα έργα αρχίζουν του ανθρώπου.
--
Για αύριο, τα παιδιά σας ας μας πουν,
αν πρέπει πάντα φίλοι, φίλους να κτυπούν.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς 31/1/2018
ΥΓ. Η αρχή του ποιήματος της Μπίλη Βέμη, είναι από την
συλλογή της «Η ΣΚΟΥΡΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ», εκδόσεις Εγνατία-Θεσσαλονίκη 1978, όπου
περιλαμβάνεται και το ως άνω ποίημα.
Το ποίημα της βυζαντινολόγου ιστορικού Ελένης Γλύκαντζη
Αρβελέρ, είναι από την ποιητική της συλλογή «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ» Ποιήματα Ιστορίας,
εκδόσεις Ερμής1998
Και την Κυριακή ξέρετε.