Περιοδικό Ο
Σίσυφος,
περιοδικό
λογοτεχνίας και πολιτισμού
τεύχος
20/ Δεκέμβριος 2022,
σελίδες 160, Εκδόσεις Κοράλλι τιμή 12 ευρώ. Διεύθυνση Αγίου Αντωνίου 3
Ηράκλειο Αττικής. Διευθυντής Γρηγόρης Τεχλεμετζής. Βοηθός σύνταξης: Σοφία
Παπαχριστοφίλου. Εκδόσεις ΚΟΡΑΛΛΙ, Πατησίων & Πολυτεχνείου 1. Αθήνα.
Το τεύχος κοσμούν πίνακες του Λεωνίδα Μιχαλάκου
Αφιέρωμα
ΠΑΥΛΙΝΑ ΠΑΜΠΟΥΔΗ
Επιμέλεια
αφιερώματος: Γρηγόρης Τεχλεμετζής
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
-Χειρόγραφο της Παυλίνας Παμπούδη, 8
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Τότε,
Παρασκευή ίσως
Μ’
έκοψαν πάλι
Πρόχειρα,
παιδί από χρόνο
Σταυρό
από πεντάλφα
Βαφτιστικά
λουστρίνια από μαύρο ζώο
Φιόγκο
από μυαλό
Φόρεμα
άλλο μέγεθος
Λόγια
πετούμενα
Χεράκια
παγωμένα με μολύβι-
Έπρεπε
γρήγορα να μεγαλώσω πάλι
Δε
χωρούσα στο χαρτί μου
Έπρεπε
να γυρίσω το χαρτί
Πίσω
στο δέντρο
Με
τις δέκα κατευθύνσεις των κλαδιών
Έπρεπε
Ζωντανό
Να
μοιραστώ στα φύλλα-
(Από το:
ΤΑ ΧΙΛΙΑ ΦΥΛΛΑ)
-Χρήστος Δ. Αντωνίου: Παυλίνα Παμπούδη. Αυτός Εγώ.
Εκδόσεις Εγνατία/Τραμ. Θεσσαλονίκη 1977, 9-13
-Δημήτρης Βαρβαρήγος: Παυλίνα Παμπούδη Παράξενες κι
ακόμα πιο παράξενες ιστορίες, 14-19
-Γιώργος Βέης: Μετασχηματισμοί: έλξη και
ανατροφοδότηση, 20-23
-Αναστάσης Βιστωνίτης: Για την Παυλίνα Παμπούδη
μικρός χαιρετισμός, 24-26
-Ανθούλα Δανιήλ: Παυλίνα Παμπούδη, 27-37
-Δημήτρης Δασκαλόπουλος: Λίγα λόγια για την Παυλίνα,
38-39
-Διώνη Δημητριάδου: Με ρίζες στην άβυσσο
αναγνωστικές προσεγγίσεις και αποκλίσεις στην ποίηση της Παυλίνας Παμπούδη,
40-46
-Ευσταθία Δήμου: Θεατρικές Σημάνσεις στην ποίηση της
Παυλίνας Παμπούδη, 47-52
-Γιάννης Ευσταθιάδης: Η ποιήτρια που κάνει
περισσότερα απ’ όσα μπορεί να φανταστεί, 53-57
-Βαλεντίνη Χρ. Καμπατζά: Η λειτουργία της Ποίησης
και του Χρόνου μέσα από την ερμητική γραφή της Παυλίνας Παμπούδη στο έργο της
Τιμαλφή, 58-65
(Β. Χρ. Κ., Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Διεθνές
Πανεπιστήμιο της Ελλάδος και Δρ. Συγκριτικής Λογοτεχνίας Α.Π.Θ.)
-Τασούλα Καραγεωργίου: Τα λάφυρα της μνήμης, 66-70
-Αγγελική Κομποχόλη, Φιλόλογος, Δρ. Πανεπιστημίου
Αθηνών: «Το χρώμα στην ποίηση της Παυλίνας Παμπούδη» Κριτικές σκέψεις με
αφετηρία το έργο της, 71-75
-Κοσμάς
Κοψάρης, Δρ. Κ. Κ., κριτικός: Μια ερμηνευτική ξενάγηση στην πρώτη ποιητική
συλλογή της Παυλίνας Παμπούδη: Σχεδόν χωρίς προοπτική δυστυχήματος (1971),
76-78
-Κωνσταντίνος Μπούρας, Δρ. Κ. Μ., Επισκέπτης
Καθηγητής Θεατρικής Κριτικής στο ΕΚΠΑ: Παυλίνα Παμπούδη, Νυχτολόγιο, εκδόσεις
Ροές/ Ποίηση, Αθήνα, Δεκέμβριος 2021, 79-81
-Σοφία Παπαχριστοφίλου: Παυλίνα Παμπούδη: Παράξενες
και ακόμα πιο παράξενες ιστορίες, Καλειδοσκόπιο, Αθήνα 2020. «Ταξιδεύοντας στον
ονειρικό κόσμο των ιστοριών της Παυλίνας Παμπούδη», 82-84
-Βάλτερ Πούχνερ: Εικονικότητα και ηχο-ποίηση στο
λογοτεχνικό έργο της Παυλίνας Παμπούδη, Αναδρομικοί στοχασμοί, 85-91
-Έρη Σταυροπούλου: Ευφρόσυνες ιστορίες, παράξενες
και γοητευτικές, 92-96
-Ασημίνα Ξηρογιάννη: Νυχτολόγιο της Παυλίνας
Παμπούδη, 97-100
ΓΙΑ ΤΑ
ΒΙΒΛΙΑ «ΔΗΘΕΝ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ» (όπως η ίδια τα ονομάζει)
-Μάνος Κοντολέων: Η….. κάπως περίεργη Παυλίνα,
101-103
-Μαρίζα Ντεκάστρο: Η Παυλίνα των παιδιών, 104-106
-Αδημοσίευτο ποίημα της Παυλίνας Παμπούδη: «Τα
προφανή», 107 (ποίηση)
ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΜΑΤΑ
Μετάφραση ποιημάτων του Robert Herrick από
τη Μαρία Λουίζα Νικολή: «Στις Παρθένες για να αδράξουν τον Χρόνο», «Απόλαυση
στην Αταξία», 108-109 (ποιήματα)
-Γιάννης Δ. Στεφανάκις: «Πρίν σκόνη γίνω», «Του
Κάλαμι η Σφίγγα κι ο κόσμος της θαλάσσης», 110-111 (ποιήματα)
-Σοφία Παπαχριστοφίλου: 5 Χαϊ- κου και 4 ποιήματα,
112-113 (ποιήματα). ΚΑΤΕΧΟΜΕΝΑ/ ΟΥΚΡΑΝΙΑ/ ΑΔΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ/ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ.
-Δέσποινα Καϊτατζή- Χουλιούμη: «Σίσυφος», 114 (ποίηση)
-Φωτεινή Βασιλοπούλου: «38ος παράλληλος», 115-116 (πεζό)
-Κώστας Λιννός: «Το άλλο μάθημα», «Η ανθρώπινη
σπορά», 117 (ποιήματα)
-Μαρώ Τριανταφύλλου: «Τα κόκκινα χέρια», 118-124
(πεζό)
-Άγγελος Βασιλείου Γιάνναρος: «Αποκάλυψη», 125-126
(ποίηση)
-Γιάννης Βούρος: «Το βεραμάν καλτσάκι και ο
Κοκκινούλης», «Ο Ζαχαρένιος», 127-129 (πεζά)
ΒΙΒΛΙΟ
-Ανθούλα Δανιήλ, Δρ. Φιλολογίας, κριτικός
Λογοτεχνίας: Αναστάσιος Αγγ. Στέφος, Γεωργίου Δροσίνη «Σταλακτίται».
Σταλαγματιές Αγάπης. Εκδόσεις, Σύλλογος «Οι Φίλοι του Μουσείου Γ. Δροσίνη»,
Κηφισιά 2022, 130-135
-Μαρία Γκασούκα, Ομότιμη Καθηγήτρια του
Πανεπιστημίου Αιγαίου: Ο καθηγητής Μανόλης Βαρβούνης και η ελληνική λαογραφία.
Σκιαγράφηση προσώπου και έργου, 136-139
(Ομιλία κατά την τελετή απονομής στον Καθηγητή Μαν.
Βαρβούνη του Χρυσού Σταυρού της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος και Αλμυρού, από
τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιο (Ιούνιος 2018),
κατά τη λήξη των μαθημάτων Λαογραφίας της «Ακαδημίας Λαϊκού Πολιτισμού και
Τοπικής Ιστορίας» του φορέα πολιτισμού «Μαγνήτων Κιβωτός», στο Βόλο.)
-Αγγελική Κομποχόλη, Φιλόλογος Δρ. Πανεπιστημίου
Αθηνών: Η απήχηση του Αισχύλου στην σύγχρονη ποιητική γραφή. Το παράδειγμα της
Π. Χριστοφή, 140-143
-Δέσποινα Καϊτατζή- Χουλιούμη: Χριστίνα
Αργυροπούλου, Ψηφίδες ζωής, Ποίηση. Εκδόσεις Έναστρον, 2022, 144-149
(Η Δέσποινα Καϊτατζή- Χουλιούμη είναι κλινικός
ψυχολόγος (Msc),
μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης και εγκεκριμένη μεταφράστρια στο
μητρώο του Εθνικού Συμβουλίου Πολιτισμού της Σουηδίας (Kulturradet). Έχει εκδώσει 5
ποιητικές συλλογές, μία συλλογή διηγημάτων και δύο βιβλία μετάφρασης σουηδικής
ποίησης, ενώ δημοσιεύει, ποιήματα, μεταφρασμένα, διηγήματα και κριτικές
αναγνώσεις σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά. Τελευταίο της
βιβλίο είναι η συλλογή διηγημάτων Ο τόπος μέσα μας, Εκδόσεις Αρμός, 2020)
-Αγγελική Κομποχόλη, Φιλόλογος- Δρ. Πανεπιστημίου
Αθηνών: Πάρης Κατσίβελος: Με πυξίδα το Φως. Η περιπέτεια της ανθρώπινης ύπαρξης
και η φωτεινή δικαίωση της, 150-152
-Αναστάσιος Αγγ. Στέφος, δ.φ. Αντιπρόεδρος της
Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων και του Συλλόγου «Οι Φίλοι του Μουσείου Γ.
Δροσίνη»: Σοφία Παπαχριστοφίλου, Αναπνέοντας με λέξεις. Κοράλλι 2021, 153-155
-Γρηγόρης Τεχλεμετζής: Φύση και μύθοι, Φωτεινή Βασιλοπούλου, Φυτρώνει άγρια
ζάχαρη, εκδόσεις Κουκίδα 2021, 156-157
Βιογραφικό σημείωμα του ζωγράφου Λεωνίδα Μιχαλάκου,
158.
Σημειώσεις:
Πρώτη φορά πιάνω στα χέρια μου το λογοτεχνικό περιοδικό «Ο Σίσυφος» των εκδόσεων «Κοράλλι» και οφείλω να ομολογήσω ότι η πρώτη εντύπωση είναι θετική. Φιλικό πρόσωπο- συγγραφέας και κριτικός είχε την καλοσύνη να μου το ταχυδρομήσει. Η ευγενική της χειρονομία στάθηκε η αφορμή να έρθω σε επαφή με το χορταστικό σε άρθρα και μελετήματα, ποιήματα, βιβλιοκριτικές περιοδικό το οποίο μεγάλο μέρος των σελίδων του αφιερώνει στην καλή και αγαπητή μας ποιήτρια και μεταφράστρια, στιχουργό και εικαστικό της Γενιάς του 1970 Παυλίνα Παμπούδη. Για όσους και όσες ενδιαφέρονται για την ελληνική ποίηση και τις σημαντικές γυναίκες εκπροσώπους της, ιδιαίτερα της τρίτης μεταπολεμικής γενιάς, της Γενιάς του 1970, το αφιέρωμα του περιοδικού «Ο Σίσυφος», μπορεί να προσμετρηθεί σαν μία ακόμα θετική ερευνητική ματιά και συνεισφορά πάνω στη δουλειά της αξιόλογης πολυτάλαντης δημιουργού, μετά την μελέτη του πανεπιστημιακού καθηγητή-θεατρολόγου κυρίου Βάλτερ Πούχνερ για το έργο της. Βλέπε τον τόμο Βάλτερ Πούχνερ, Η ΛΕΠΤΟΥΡΓΟΣ. Επιστήμη και μύηση στο ποιητικό έργο της Παυλίνας Παμπούδη, Με μια προσθήκη για το χιούμορ εκδόσεις Ροές, Αθήνα, Ιούλιος 2021, σελίδες 248, ευρώ 14. Πολύ καλή και εμπεριστατωμένη εργασία που μας φωτίζει το έργο της και ξεκλειδώνει σημεία του. Έχουμε σε ένα διάστημα δύο χρόνων, την κυκλοφορία μίας συγκεντρωτικής μελέτης για την δουλειά της και την κυκλοφορία ενός αφιερωματικού τεύχους ενός περιοδικού στην βραβευμένη ποιήτρια. Είναι ευτυχές το γεγονός ότι ακόμα αρκετοί και αρκετές από τους εκπροσώπους της Γενιάς του 1970 εξακολουθούν να γράφουν, να δημοσιεύουν, να μετέχουν στα κοινά, να δίνουν ομιλίες και διαλέξεις, να επιμελούνται εκδόσεις, να παραμένουν με δύο λόγια ακμαίοι και χρήσιμοι συγγραφικά και μεταφραστικά, εκδοτικά. Ένας μεγάλος εκδοτικός οργασμός τα τελευταία χρόνια επικρατεί στην χώρα μας, παρουσιάζοντάς μας το συνολικό έργο της Γενιάς του 1970, την συγκέντρωση σε τόμους κριτικών αποτιμήσεών της παρουσίας της, συγγραφής μονογραφιών για ποιητές και ποιήτριες της Γενιάς αυτής, της τελευταίας μάλλον πολιτικοποιημένης γενιάς που όρθωσε το ανάστημά της στην επτάχρονη δικτατορία. Στην Γενιά που άνοιξε τα φτερά της, αγκάλιασε και ασχολήθηκε, και διέπρεψε, σε πολλά είδη και μορφές της καλλιτεχνίας πέρα από την ποίηση. Είναι επίσης θετικό το γεγονός ότι πανεπιστημιακοί, ερευνητές-μελετητές της ελληνικής ποίησης και ειδικότερα της Γενιάς του 1970, έχουν αρχίσει τα τελευταία χρόνια να ασχολούνται και να σπουδάζουν την γυναικεία ποιητική παρουσία, την συμβολή και την παρουσία της Γυναικείας Γραφής στο καθόλου σώμα της ελληνικής ποιητικής γραμματείας διαχρονικά. Να υπενθυμίσουμε παρενθετικά για άλλη μία φορά την εργασία της ποιήτριας και λαογράφου Αθηνάς Ταρσούλη για τις «Ελληνίδες Ποιήτριες». Επιβάλλεται. Η θηλυκή ποιητική φωνή και παρουσία στην πατρίδα μας έχει πλέον καταξιωθεί στις συνειδήσεις μας, έχει κερδίσει επάξια το μερίδιό της ως ένα ξεχωριστό και σημαντικό κεφάλαιο στα ελληνικά γράμματα. Υπάρχουν φυσικά και εκείνοι ή εκείνες (μελετητές και δοκιμιογράφοι, γραμματολόγοι) οι οποίοι/ες δεν συμφωνούν με τον διαχωρισμό σε αντρική και γυναικεία ποίηση. Σε αντρική και θηλυκή γραφή. Δεν πιστεύουν σε αυτόν τον διαχωρισμό, αυτό όμως είναι ένα άλλο κεφάλαιο προς εξέταση. Κατά πόσο δηλαδή είναι λειτουργικός αυτός ο ποιητικός-της βιολογίας διαχωρισμός. Ο γράφων αποδέχεται τον διαχωρισμό, όπως τον διάβασε από παλαιότερους ερευνητές και τις αντίστοιχες εργασίες και βιβλία τους. Ελπίζω να μην μας απαγορευτεί στο μέλλον η αναφορά σε αυτόν τον διαχωρισμό όπως έγινε και για αρκετά άλλα κοινωνικά ζητήματα, λέξεις και ορολογίες, φράσεις και γλωσσικές διατυπώσεις στο όνομα της σύγχρονης μοντέρνας αμερικάνικης πολιτικής, της τέχνης και της λογοτεχνίας, του παγκόσμιου πολιτισμού ορθότητας. Μπορεί ο Μεγάλος Ερωτικός του Μάνου Χατζιδάκι να προήλθε από το ταλέντο και την ευαισθησία ενός έλληνα άντρα μαϊστορα του μουσικού μας πολιτισμού και παράδοσης αλλά το ποίημα Σ’ αγαπώ βγήκε από τα χείλη και την αισθαντικότητα μιάς γυναικείας ύπαρξης, της ποιήτριας Μυρτιώτισσας. Αλλά ας μην ξεστρατίσουμε από το κεντρικό θέμα μας που είναι ο ποιητικός και συγγραφικός κόσμος της ποιήτριας Παυλίνας Παμπούδη και το αφιέρωμα του περιοδικού «Ο Σίσυφος».
Η ποιήτρια και
εκδότρια, επιμελήτρια, συνεχίζει να παραμένει όχι μόνο ενεργή συγγραφικά και
δημιουργικά-καλλιτεχνικά αλλά και να μας εκπλήσσει κάθε φορά που αποφασίζει να
εκδώσει ή κυκλοφορήσει, δημοσιεύσει εργασία της. Ατομική ή συμμετοχική. Κάθε
φορά που μας παρουσιάζει δημόσια την εργασία της μένουμε έκπληκτοι με την
πολυχρωμία του κόσμου των ονείρων της, τον πλούτο των ιδεών της, την
ευρηματικότητα των συλλήψεών της, την γυναικεία της αισθαντικότητα και
ευαισθησία, την ευστοχία των μεταφραστικών της καταθέσεων, των άλλων ενασχολήσεών
της, όπως είναι η συγγραφή παιδικών βιβλίων, που κάθε άλλο παρά αφορούν ή
διαβάζονται μόνο από παιδιά. Η ποιήτρια εξακτίνωσε το ταλέντο της, την ευφυΐα
της, την πορεία και τις αναζητήσεις του φύλου της σε πολλές πτυχές της τέχνης
και πέτυχε επάξια σε όλες. Μας πρόσφερε και συνεχίζει να προσφέρει ένα
πολυπρισματικό έργο που από όποια πλευρά και αν θελήσεις να το προσεγγίσεις, να
το εξετάσεις, να το γνωρίσεις, τα αποτελέσματα θα είναι ευχάριστα και θετικά
στα μάτια του μεγάλου και του μικρού αναγνώστη. Είναι η ελληνική εκδοχή της
Αλίκης στην χώρα των θαυμάτων της τέχνης. Ας μην φανεί υπερβολικό. Από
παλαιότερα, όταν την συνάντησα για πρώτη φορά στην ζωή μου, δίπλα στον σύντροφό
της θεατρικό συγγραφέα Βασίλη Ζιώγα είχα την αίσθηση αυτή. Μια γυναικεία παρουσία
η οποία αναπνέει και ζει μέσα σε ένα σύμπαν ονειρικό, πολύχρωμο, πολύπτυχο
καλλιτεχνικά, θαυμάτων ατμόσφαιρα και σε αυτό θέλει να μας κάνει κοινωνούς. Μου
έρχεται στο νου ακόμα το κινηματογραφικό έργο του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν όπου ο
σκηνοθέτης μικρό παιδί παρακολουθεί γεμάτος θαυμασμό το κουκλοθέατρο που
παίζεται από τους μεγάλους μέσα στο αρχοντικό και πλούσιο οικογενειακό του
σπίτι. Το θεατρικό παιδικό παιχνίδι με τις Μαριονέτες δεν τελειώνει μετά την
παράσταση αλλά συνεχίζεται στις ζωές των μελών της οικογένειας. Τα παιδιά καθώς
μεγαλώνουν δεν χάνουν αυτό του παιχνιδιού θάμβος. Ο ποιητικός της λόγος σύμφωνα
με την δική μου αναγνωστική επάρκεια (από τις πρώτες της συλλογές που διάβασα)
δεν είναι και τόσο εύκολα προσβάσιμος, είναι δύσβατος ερμηνευτικά, γλωσσικά
παράξενος, κατακερματισμένο το φορτίο των λέξεών της. Το στοιχείο του
παράλογου και του παράδοξου διακρίνεται σε πολλές της συνθέσεις, αρχιτεκτονεί
συνθέσεις και ενότητες της ποίησής της. Μεγάλη η ποικιλία και πολυδιάστατη η
τοιχογραφία της. Την ισχυρή εικονοποιία της αμέσως αναγνωρίζεις ότι η ποιήτρια την ζωγραφίζει με λέξεις, θραυσμάτων φράσεις τον ποιητικό της καμβά, με την διπλή της ιδιότητα, της ποιήτριας και της ζωγράφου. Από ενότητα σε ενότητα και από
συλλογή σε συλλογή παρακολουθούμε την συναισθηματική της εξέλιξη, την
χαρτογράφηση των ιδεών της, τον εσωτερικό της ψυχισμό να ξεδιπλώνεται σε μία
ορισμένες φορές «ταραγμένη» γραφή. Ο κόσμος της άλλοτε είναι κόσμημα και άλλοτε
φυλακή. Το ύφος της δεν είναι μόνο θρηνητικό αλλά και παιγνιώδες. Βιώνει την πραγματικότητα
της ζωής και με το λευκό και με το μαύρο της πέπλο τυλιγμένη. Το λευκό και οι
φωτεινές αποχρώσεις του δεν είναι ανθεκτικότερο από το μαύρο και τις σκιές του,
είναι ισόμοιρα στις συλλήψεις της. Απορίας σημάδια αφήνει και το ένα και το
άλλο χρώμα στην συνείδησή της, διαμορφώνει την ματιά της. Χαράσσει τον κόσμο
της δίχως προτεραιότητας στίγμα. Το παιχνίδισμα από την άλλη του ύφους της, και
οι μικρές πινελιές σαρκασμού της ίδιας της ζωής δίνει μία χαροποιό διάθεση στην
ανάγνωσή μας, ενώ ταυτόχρονα σε τρομάζει στην σύλληψή του το ποιητικό της όραμα. Η γοητεία του λόγου της δεν σε εμποδίζει να αντιληφθείς και το σκοτεινό μέρος
του ποιητικού της προσώπου, την ανήλιαγη πλευρά του σύμπαντός της. Ζωή και
Θάνατος, παιχνίδι και λογική, παράτολμο και εξωπραγματικό, παράλογο και άχρονο,
ονειρικό και μυθικό, βιωμένο και φανταστικό, πραγματικό και της γραφής
«απαίτηση». Λυρισμός και πανάρχαιες μυθικές ρίζες, άγονο υπέδαφος και ποιητική
ύλη καλλιεργήσιμη. Συγκρούσεις και γαλήνιες στιγμές, πεπρωμένο και μοιραίο, πυρπόληση
των αισθήσεων και της σκέψης, αλλά και ένας εγκεφαλισμός, οργανώνουν το
ποιητικό σύμπαν της ποιήτριας. Τελειότητα στην έκφραση και αφαίρεση στην
τεχνική και χρήση της γλώσσας που γυμνώνεται όσο της επιτρέπει η μνήμη, επιλογή
λέξεων που δείχνουν την ποιητική της από συλλογή σε συλλογή, πειραματισμός και
ολοκληρωμένο αποτέλεσμα. Αίσθηση απρόσμενης έκπληξης και ενθουσιασμός, πολλά
στρώματα θλίψης και μία αλληλουχία εσωτερικών της στοχασμών και βιοφιλοσοφίας,
όλα όσα με δύο λόγια υφαίνουν το υφαντό της ποίησής της και εν γένει της γραφής
της τα οποία καθιστούν την ποιήτρια Παυλίνα Παμπούδη μία από τις εμβληματικές
γυναικείες παρουσίες της ελληνικής ποίησης και της Γενιάς του 1970. Δεν θα
ήθελα στην παρουσίαση ενός αφιερωματικού τεύχους, στην να επαναλάβουμε
ταλαντούχο και προικισμένη ελληνίδα ποιήτρια, να αναφερθώ συσχετικά και σε
άλλες ομότεχνες της Γενιάς της. Εξάλλου, δεν έχω δει και διαβάσει τις
τελευταίες της ποιητικές συλλογές και βιβλία της για "παιδιά". Δεν θέλω να βαδίσω
στα λιβάδια της σύγκρισης, της ποιητικής αντιπαράθεσης, της ποιητικής
αξιολόγησης μεταξύ των γυναικείων ποιητικών φωνών. Όλοι μας γνωρίζουμε,
ή τουλάχιστον αυτοί που ασχολούνται συστηματικά και ερευνητικά με την ελληνική
ποίηση ότι η Γενιά του 1970 ευτύχησε να κυοφορήσει σημαντικές αντρικές και
γυναικείες ποιητικές παρουσίες οι οποίες διακρίθηκαν τόσο στον ποιητικό λόγο
όσο και στις άλλες ερασιτεχνικές, επαγγελματικές ή δημιουργικές ενασχολήσεις
τους. Τα σχετικά μελετήματα και τα αφιερώματα των περιοδικών και των εφημερίδων
για την Γενιά της αμφισβήτησης μας δίνουν τα απαραίτητα στοιχεία για να την
προσεγγίσουμε καλύτερα. Να μνημονεύσουμε όμως την συχωρεμένη ποιήτρια Μαρία
Κυρτζάκη και τις εξαιρετικές της επιμέλειες σε εκδόσεις πέραν της ποίησης. Την
Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ και το εύρος των ποιητικών της συλλήψεων και την
γυναικεία της προσωπικότητα. Την ποιήτρια Τζένη Μαστοράκη και τις εξαιρετικές
της μεταφράσεις. Την ποιήτρια και ανθολόγο Μαρία Λαϊνά που εξακολουθεί να
ποτίζει τον γυναικείο της ποιητικό μυριόπνοο ανθώνα. Την ποιήτρια και κριτικό,
επιμελήτρια Έλενα Χουζούρη, την πάντα ακούραστη και παραγωγική. Την Ρέα
Γαλανάκη που έστρεψε το ενδιαφέρον της πετυχημένα στον χώρο της μυθιστορίας.
Την ερωτικά τολμηρή και «προκλητική» Βερονίκη Δαλακούρα της οποίας η ετερότητα
της γυναικείας φωνής της είναι χαρακτηριστική. Να μνημονεύσουμε ακόμα την
Θεσσαλονικιά ποιήτρια Ρούλα Αλαβέρα που και εκείνη, «πειραματίζεται» πάνω στο
παράλογο. Σε αυτόν τον Μπεκετικό κόσμο της αλαλίας των σύγχρονων καιρών μας.
Της ανθρώπινης φωνής που φιλοδοξεί να περιγράψει με λέξεις, να αποτυπώσει την
σιωπή της, τις παύσεις της, τα σκοτεινά κενά της. Να καθρεφτίσει το κενό της
πάνω στο «κενό» της αφήγησης. Το μεταιχμιακό σημείο μεταξύ ζωής και θανάτου,
άναρθρης κραυγής πόνου και ψελλισμάτων ζωής που ανατέλλει από το πουθενά, ή
μάλλον, από την ανθρώπινη γραφή, όπως έχουμε και στην περίπτωση της ποιήτριας
Παυλίνας Παμπούδη. Να θυμηθούμε την περίπτωση της ποιήτριας Δήμητρας
Χριστοδούλου και της ποιήτριας Αθηνάς Παπαδάκη σίγουρα περισσότερο
ευκολοχώνευτες στις ποιητικές τους καταθέσεις. Την περίπτωση της Νατάσας
Χατζιδάκι και τα γλωσσικά της αλματικά κενά, αλλά και την δοκιμιογράφο και
ποιήτρια Άντεια Φραντζή η οποία θητεύει και στις δύο της γραφής βάρκες, της
ποίησης και του δοκιμίου, και ορισμένες άλλες θηλυκές γραφίδες των τελευταίων
δεκαετιών οι οποίες μαζί με τους άντρες ομότεχνους της Γενιάς τους κοσμούν και
σχηματίζουν το σύγχρονο μωσαϊκό της ελληνικής ποίησης πρόσωπο.
Η ποίηση
και οι άλλες δημιουργίες και ενασχολήσεις της ποιήτριας Παυλίνας Παμπούδη,
θεωρώ ότι μέσα σε αυτό το ποιητικό και του ελληνικού πολιτιστικού κάδρου
οφείλει να εξεταστεί, να ερευνηθούν οι κομβικοί εκείνοι αρμοί του ποιητικού της
λόγου ώστε να γίνουμε μέτοχοι των ποιητικών της-έστω και
θρυμματισμένων-θαυμάτων, των ονειρικών εκπλήξεων. Γιατί η Παυλίνα Παμπούδη δεν
αναζητά μόνο την αρχική πηγή των λέξεων, τις ρίζες τους αλλά και τα θραύσματά
τους, τα θρύψαλά τους, την σκόνη τους από την ανθρώπινη και της ζωής χρήση.
Κρατά όλο το υλικό για να σχηματίσει τις εικόνες της, να σχεδιάσει το πορτραίτο
της. Κατορθώνει να οικοδομήσει μέσα από τα ερείπιά τους το δικό της παλάτι της
τέχνης και της ομορφιάς, του παιχνιδιού και της παρηγοριάς, της απόλαυσης του
παραμυθιού της ζωής που είναι τόσο αληθινό όσο η φθορά της ίδιας της ζωής, η
απώλειά της, το τέλος της. Ακόμα και όταν πεζολογεί η ποιήτρια δεν χάνει τον
ποιητικό βηματισμό της, την ρυθμικότητα του στίχου της, την εσωτερική της
μελωδία όπου χρειάζεται. Ο λυρισμός της φωνής της είτε βρίσκεται ανάμεσα στα
κενά των προτάσεών της, είτε στους παραληρηματικούς τόνους της φωνής της, δεν
κρύβει ούτε τους εφιάλτες της ούτε την ελεγχόμενη αισιοδοξία της. Πώς θα μπορούσε
να γίνει διαφορετικά, και να έχουμε τέτοιας ποικιλίας και ειδικής συγγραφικής
παραγωγής έργο που παραμένει και ευτυχώς ακόμα ανοιχτό στην σύλληψή του και την
έκδοσή του. Η Παυλίνα Παμπούδη έκανε κάτι έξυπνο αν δεν λαθεύω, διέσπασε την
ποιητική της μορφή- φόρμα και την διοχέτευσε με την ίδια μαεστρία και
καλλιέπεια λόγου, ποιότητα εκφραστική στον πεζό της λόγο, τις αφηγήσεις της,
στα παιδικά χαριτωμένα και γουστόζικα βιβλία για μικρά και μεγάλα παιδιά, στις
εξαιρετικές αγγλικές της μεταφράσεις, στους στίχους της που έτυχαν εύστοχης μελοποίησης. Είτε μας παρουσιάζεται η ίδια-βλέπε τις πρώτες της ποιητικές
συλλογές-όπου το ποιητικό της πρόσωπό είναι εμφανές στην πρώτη γραμμή, άμεσο
και ισχυρό το βλέμμα της-είτε στις κατοπινές της συλλογές, όπου φαίνεται το
ποιητικό υποκείμενο σαν να αποσύρεται από το προσκήνιο, να καταφεύγει στα ενδότερα
και παρατηρώντας από εκεί μας αφηγείται τις ιστορίες και τις περιπέτειες, τα
άγχη της και τις φοβίες της, τις στιγμές απελπισίας της, ο οραματικός της
στόχος είναι ένα και αυτός. Η ρομαντική της διάθεση και η μουσικότητα του λόγου
της παραμένει σταθερή και ισότονη ακόμα και όταν βαδίζει πάνω στα χαλάσματα των
λέξεων, του ποιητικού της υλικού. Η Παμπούδη πενθεί με έναν τρόπο όχι Σιβυλλικό
μάλλον, με έναν προφητικό λόγο που δεν θα τον καταλάβαινε κανείς στις μέρες
μας-μια και δεν έχουμε μόνο τον «θάνατο της τραγωδίας» και το ανέβασμα του
αρχαίου τραγικού λόγου στις θεατρικές σκηνές ως αστικό δράμα, αλλά και το τέλος της
τραγικότητας του φαινομένου της ίδιας της ζωής όπως φαίνεται στην τρίτη του
ανθρώπου χιλιετία, όπου το φαινόμενο της ζωής δεν είναι παρά ένας σκοτεινός πειραματισμός
της επιστήμης και της τεχνολογίας, της οικονομίας-αλλά με έναν τρόπο ενορατικό
όπως έχει ο λόγος των παραμυθιών των γιαγιάδων. Αυτός ο τόσο αγαπητός στα αυτιά
και τις παιδικές αισθήσεις παραμυθιακός λόγος γαλήνης και καταλλαγής. Ο
ποιητικός λόγος της Παυλίνας Παμπούδη εξαγνίζει το κακό που κυριαρχεί γύρω της και γύρω μας, την φθορά
και την σήψη, την αλλοίωση των πρωταρχικών της ζωής προτεραιοτήτων με την
ποιητική της «χρυσόσκονη». Αν και φορές το ύφος της συσκοτίζει την θέα
μας, έστω και αν δεν μπορούμε να παρακολουθήσουμε πάντα με ευκολία τα άλματά
της, η ποιήτρια, με το παιχνίδι και την χαρμολυπική της διάθεση και ποιητική
ατμόσφαιρα που μας δημιουργεί «εκμηδενίζει» ή τουλάχιστον λειαίνει το πέπλο του
κακού που σκεπάζει τον κόσμο και την φύση, την ανθρώπινη ύπαρξη, τις ανθρώπινες
σχέσεις. Ίσως και την ίδια την Ποίηση, την λειτουργίας της. Οι νότες γυναικείου
αισθησιασμού που διακρίνουμε στην φωνή και τα ποιήματά της δεν μας απαλείφουν
τον πόνο και την θλίψη, τον εφιάλτη, την σκοτεινή πλευρά της ζωής. Γιατί τα
δομικά της υλικά, δεν έχει σημασία αν προέρχονται από βιβλικές εικόνες ή
παραστάσεις της καθημερινότητας και των αδιεξόδων της, αυτή η αγχώδης κατάσταση
της ανθρώπινης ύπαρξης, αυτή η σκληρή πραγματικότητα που δεν εξαντλείται με την
αποτύπωσή της, αυτά τα αρχέγονα υλικά με τα οποία είναι φτιαγμένη η ανθρώπινη φύση. Των πρωτογενών στοιχείων της ταυτότητας των δύο φύλων. Η πάλι θανάτου και
κυριαρχίας, επικράτησης και επιβίωσης μέσα στην φύση. Αυτές οι πανάρχαιες της
φύσης λειτουργίες έκφρασης και εκδηλώσεις, της ζωής φανερώματα ως παρουσία
πρόσκαιρη και τυχαία, ανυπεράσπιστη, φοβισμένη και τρομαγμένη. Τα
κατακερματισμένα αυτά δομικά υλικά της ποίησής της είναι η Μοίρα της ανθρώπινης
ύπαρξης που άφησε το «Ναό» της Ζωής μισοτελειωμένο. Συνειδητοποιώντας αυτήν
την της Φύσεως ατέλεια, αυτό το ερειπωμένο οπτικό μεγαλούργημα ο άνθρωπος και
ιδιαίτερα ο καλλιτέχνης, αγωνίζεται να σουλουπώσει, να κρατήσει τα δοκάρια της
ζωής όρθια. Από εδώ ενδέχεται να πηγάζει και το πένθιμο ποτάμι μέσα στο οποίο η
ποιήτρια εμβαπτίζει τις λέξεις και τα νοήματά τους, πολλές από τις εικόνες της,
την σκέψη και την μνήμη της. Είναι η Μοίρα που καθορίζει τόσο την ανθρώπινη
ύπαρξη όσο και τις κάθε είδους και μορφής δημιουργήματά της. Η αμάχη μεταξύ του
αρσενικού και του θηλυκού είναι η πρώτη προσέγγιση, όχι αμελητέα και αδιάφορη,
πίσω όμως από την ωριμότητα του φύλου της, την διεκδίκηση, καιροφυλαχτεί η μαρτυρία
και το μαρτύριο της αμφισβήτησης της ζωής ή καλύτερα, του διαρκούς πένθους της,
όπως μεταφέρεται στη γραφή. Δεν είναι η του φύλου της ταυτότητα που κάνει την
διαφορά, είναι μάλλον η οντολογική της μεταβίβαση αποδοχής του ερέβους ως μόνη
πραγματικότητα. Μόνο που το μέσα και έξω μας σκοτάδι η Παυλίνα Παμπούδη το
ξορκίζει όχι μόνο με τις λέξεις αλλά με το παιχνίδι των λέξεων που τις βάζει να
παίζουν μεταξύ τους. Συνήθως αυτό το παιχνίδι το διαχειρίζεται εύστοχα, κινεί
τα νήματά του και ρυθμίζει τους κανόνες του με επιτυχία, υπάρχουν και οι
στιγμές εκείνες που το παιχνίδι αυτό των λέξεων και της ποίησης είναι κάπως
ερμητικό για εμάς τους αναγνώστες του. Δυσκολευόμαστε να το κατανοήσουμε. Ίσως
να φταίει η δική μας ποιητική ανωριμότητα, ίσως θα πρέπει να επανεξετάσουμε
κάτω από έναν άλλο φακό το έργο της. Ίσως να μετατονίζουμε το βλέμμα μας από
την ποίησή της στον παιδικό της λόγο που ασφαλώς δεν απευθύνεται μόνο σε
παιδιά. Το σίγουρο πάντως είναι ότι την φυσική και του χρόνο φθορά η ποιήτρια
Παυλίνα Παμπούδη χειρίζεται με μαεστρία, ποιητική δυναμική, γοητευτική και
θαυμαστή τελειότητα. Με έναν αφαιρετικό λόγο σπονδή στις αόρατες κοσμικές
δυνάμεις του σύμπαντος που είτε με την θυσιασμένη στους καιρούς ζωή μας είτε με
το παιχνίδι της ψευδαίσθησης αθανασίας των μαύρων κουκίδων που ονομάζουμε
λέξεις δεν κερδίζεται ο Χρόνος- Κρόνος. Ίσως γιατί ο ποιητικός λόγος, η
ανθρώπινη γραφή γενικότερα δεν είναι παρά μία αυταπάτη. Ναι, μία αυταπάτη που
δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε και γιαυτό συνεχίζουμε να γράφουμε, να
δημοσιεύουμε να δημιουργούμε, να περιμένουμε την αναγνώριση, να νικήσουμε
αλλιώς τον θάνατο. Να ψυχογραφούμε τους εαυτούς μας στα «Μαύρα Άλμπουμ» της κοινής
μας μνήμης. Να στέλνουμε «Καρποστάλ» ευχετήρια με τα πένθη μας και τις
καταβασίες μας στα ανήλιαγα μέρη που, οι λέξεις δεν φωσφορίζουν και κατοικούν
οι νεκροί προπάτορές μας, οι πρόγονοί μας που ανοίγουν συνομιλίες μαζί μας
μέσω της Τέχνης!. Συνεχίζουμε να επενδύουμε στην οικοδόμηση ενός μοντέλου πολιτισμού
λησμονώντας ότι είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε «Ένοικοι» σε αυτήν την Γη του
Χρόνου. Όμως όπως και η ποιήτρια, έτσι και εμείς οι αναγνώστες της ποίησής της
και εν γένει θιασώτες της ανθρώπινης τέχνης και δημιουργίας, προσφέρουμε τα
μόνα «Τιμαλφή» που διαθέτουμε ικετήρια προσφορά στο σκοτεινό άγνωστο που μας
κυκλώνει, τα καλούδια και τα παιχνίδια της εφήμερης τέχνης ενίοτε και της
αγάπης. Αρματωμένος με τον θάνατο το ανθρώπινο ον από την εμφάνισή του πάνω στη
γη, το μόνο που κάνει είναι να σχεδιάζει κάθε φορά μέσα στην ροή της ιστορίας του
την αρματωσιά του. Και αυτό δεν είναι λίγο ούτε αδιάφορο, έστω και αν πάντα η
αρματωσιά σκουριάζει, οξειδώνεται από της ζωής εμπειρίες μας πριν ολοκληρωθεί. Και
το παιχνίδι της παραμυθίας ανακυκλώνεται με θάμπος και θλίψη.
Κυκλωτικά
ας τελειώσουμε αυτό το σημείωμα. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει ένας έντονος
συγγραφικός και εκδοτικός «οργασμός», πάνω στους εκπροσώπους και τα έργα των
ποιητών και ποιητριών της Γενιάς του 1970. Το γεγονός αυτό, εν πρώτοις, είναι
ευχάριστο και αρκετά χρήσιμο στους ασχολούμενους μελετητές και αναγνώστες της
ελληνικής ποίησης όσο και σε αυτούς ή αυτές που διατρίβουν περισσότερο στην
Γενιά αυτή και τους εκπροσώπους της. Στους μελετητές που εξερευνούν την συμβολή
της και τις επιδράσεις της στην νεότερη ιστορία της ελληνικής γραμματείας, Δεν
μπορώ να προεικάσω εάν η συγγραφική και εκδοτική αυτή παραγωγή θα κατορθώσει να
συμπεριλάβει στους στόχους της όλους τους εκπροσώπους-πανελλαδικά της Γενιάς
του 1970, περίπου σύμφωνα με τους καταλόγους 90 με 100 έλληνες και ελληνίδες ποιητές και
ποιήτριες. Εάν φέρει στην επιφάνεια και δημιουργούς της από την επαρχία- τα
άλλα γεωγραφικά της ποίησης διαμερίσματα της Ελλάδος, Ποιητές και Ποιήτριες οι
οποίοι μας είναι μάλλον σχετικά άγνωστοι και αδιάβαστοι, ή η σύγχρονή μας
εκδοτική παραγωγή θα επικεντρώσει-προς το παρόν-τα ενδιαφέροντά της, «μόνο» σε
αυτούς και αυτές που κατοικούν στο Κλεινόν Άστυ και είναι, δίχως διάθεση
αρνητικού σχολιασμού, οι πλέον προβεβλημένοι και κυριαρχούν στο προσκήνιο τις
δεκαετίες μετά την πολιτική μεταπολίτευση του 1974, με το πρωτότυπο ποιητικό
και συγγραφικό τους έργο, τις μεταφράσεις τους, τις εκδοτικές τους
δραστηριότητες (κυκλοφορίες λογοτεχνικών περιοδικών κλπ.), τις βιβλιοκριτικές
τους κ.ά. Και αν οι οικονομικές και άλλες εκδοτικές συνθήκες επιτρέψουν στους
αρμοδίους και επιμελητές των σφαιρικών και ανθολογικών αυτών εργασιών, να μας
παράσχουν όλο το ποιητικό πανόραμα της Γενιάς. Το αποτέλεσμα πάντως θα είναι
θετικό τόσο για την ίδια τη Γενιά του 1970 και τους εκπροσώπους της όσο και για
εμάς τους αναγνώστες. Δημιουργοί που ακόμα παράγουν έργο, συμπληρώνουν τα κενά
των ενδιαφερόντων τους, ίσως και να επαναπροσδιορίζουν την ποιότητα της γραφής
τους, ανανεώνουν την θεματολογία τους. Αυτό το ζήτημα (εάν υφίσταται ασφαλώς)
αφορά ένα άλλο κεφάλαιο εξέτασης και προβληματισμού για το που βαδίζει ο
ελληνικός ποιητικός λόγος, εάν έχει μέλλον η ελληνική ποίηση στους σύγχρονους
και σκοτεινούς, άγριους καιρούς που διανύουμε ή έκλεισε τον κύκλο της και δεν
θέλουμε να το αποδεχτούμε. Αν βρίσκεται στο αναγνωστικό ενδιαφέρον των ξένων
αναγνωστών της ευρωπαϊκής και αμερικάνικης ηπείρου και ευρύτερα. Τέλος, ποιους
και ποιες θα επιλέξουν οι «αρμόδιοι», οι ιστορικοί της ελληνικής λογοτεχνίας,
οι ανθολόγοι να διασώσουν το όνομά τους στο μέλλον.
Μπορεί το 20ο τεύχος του περιοδικού «Ο Σίσυφος» να μην αφιερώνει όλες του τις σελίδες στην ποιήτρια και μεταφράστρια Παυλίνα Παμπούδη (όπως της άξιζε), όμως και πάλι, αυτές οι 9-107 σελίδες του περιοδικού είναι αρκετές για να μας φέρουν κοντύτερα και να θελήσουμε να γνωρίσουμε (όσοι δεν έτυχε να γνωρίσουν) την ποιητική της και όχι μόνο παρουσία. Η ποιότητα και το εύρος εξέτασης όλων των κειμένων, τα σοβαρά και ενδελεχή κείμενα, τα συμμετέχοντα ονόματα αντρών και γυναικών διακεκριμένα το καθένα στο χώρο τους μελετητών και ποιητών, προεξοφλούν το θετικό του εγχειρήματος και το ευφρόσυνο του αποτελέσματος. Ορισμένα από αυτά τα ονόματα έχουν γράψει παλαιότερα για την ποιήτρια βλέπε πχ. ποιητής Γιώργος Βέης, περιοδικό Ποίηση τ.21/Άνοιξη-Καλοκαίρι 2003 "Ποιήματα, 1971-1993". Καθηγητές, ποιητές και ποιήτριες, κριτικές φωνές και συγγραφείς παιδικών βιβλίων συμμετέχουν και γράφουν για την ποιήτρια, ενώ, ορισμένοι από τους συμμετέχοντες στο αφιέρωμα, δημοσιεύουν τις κρίσεις τους και στις άλλες δύο ενότητες της ύλης του τεύχους «Λογοτεχνήματα» και «Βιβλίο». Δες κριτικό και φιλόλογο Ανθούλα Δανιήλ. Αρμονικά δένουν με την σύνολη ύλη του τεύχους και οι εικαστικές παραστάσεις του Μανιάτη εικαστικού Λεωνίδα Μιχαλάκου, από τον Κότρωνα της Μάνης. Το σύντομο βιογραφικό του σημείωμα που κλείνει την ύλη του τεύχους, δηλώνει την εργατικότητα και την ποιότητα των εικαστικών του προτάσεών και συμμετοχών του. Την αναγνώρισή του τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδος
Με την πλούσια ύλη του
περιοδικού «Ο Σίσυφος» το μελέτημα του Βάλτερ Πούχνερ, και ας μας επιτραπεί
ενδεικτικά να συμπληρώσουμε και ορισμένα ακόμα παλαιότερα κριτικά δημοσιεύματα
για το έργο της ποιήτριας Παυλίνας Παμπούδη, πχ. του Βασίλη Στεριάδη, εφ. Η Καθημερινή 10/8/1978 και 28/6/1984, τώρα στο βιβλίο "Η Τέχνη της Ανάγνωσης", Γαβριηλίδης 2004, της Μάρης Θεοδοσοπούλου, «Από
την αμφισβήτηση στην πραγματικότητα» περιοδικό Αντί τχ. 434/5-4-1990
(συνεξετάζει 4 γυναικείες ποιητικές φωνές Τζένη Μαστοράκη/ Αθηνά Παπαδάκη/ Γλυκερία Μπασδέκη)και εφημερίδα Το Βήμα 9/2/2003, "Ιδιωτικό χρονικό του αιώνα" (για
την Χάρτινη Ζωή). Για την ίδια συλλογή την κριτική του Παντελή Μπουκάλα,
εφημερίδα Η Καθημερινή 3/6/2003, "Εικόνες και πρόσωπα από τον εικοστό αιώνα" (συνεξέταση μαζί με την συλλογή "Σα σπασμένα φτερά" του Τάσου Χατζητάτση), και της Μαρίας Α. Τσάτσου, "Χέρι-χέρι μύθος και ρεαλισμός", εφημερίδα Η Καθημερινή 12/1/2003. Του Γιάννη Ζέρβα, "Το στοιχειωμένο σπίτι της ποίησης" στο περιοδικό Ποίηση τχ. 15/ Άνοιξη 2000 (για "Το μαύρο άλμπουμ») Του Γιώργου Α.
Παναγιώτου, "Η νοσταλγία του μέλλοντος" κριτική για την ίδια συλλογή στην εφημερίδα Η Εποχή 18/6/2000. Του
Ευγένιου Αρανίτση, "Το βιβλίο των φωτοσκιάσεων" στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία Τετάρτη 14/6/1995, του Γιάννη
Κουβαρά, "Ο "λεπτουργός" της Π, Παμπούδη" στην εφημερίδα Η Καθημερινή 21/10/1997 και της Δήμητρας Παυλάκου, "Η βασιλεία των ουρανών" στην
εφημερίδα Η Αυγή 10/3/1996 και οι τρείς κριτικές για την συλλογή της «Ο
Λεπτουργός», καθώς και του πειραιώτη Τάκη Μενδράκου, "Η απομυθοποίηση του μύθου" στην εφημερίδα Η Αυγή
30/8/2001 για το βιβλίο της «Μύθοι για πολύ μεγάλα παιδιά», και του Κωστή Παπαγιώργη, για το ίδιο βιβλίο, περιοδικό Αθηνόραμα τχ. 71/21-9-2001, ενώ Προδημοσίευση του βιβλίου έχουμε στην εφημερίδα Αδέσμευτος της Κυριακής 8/4/2001, για να σταθούμε σε
ελάχιστα συμπληρωματικά κριτικά κείμενα για το έργο της, θα έχουμε μία σχετική
επαρκή εικόνα του πολύπλευρου ταλέντου της που συνεχίζεται με επιτυχία.
Τέλος,
αν περιδιαβούμε την ύλη του αφιερώματος στην Παυλίνα Παμπούδη και διαβάσουμε τα
κείμενα, ας μας επιτραπεί να σταθούμε σε ορισμένα τυπογραφικά λαθάκια του
περιοδικού όχι για να επαναεπιβεβαιώσουμε την πεποίθησή μας ότι γραπτό κείμενο
δίχως λαθάκια δεν υπάρχει, (μία τέτοια ύλη θα έμοιαζε με ένα παγερό μαυσωλείο,
κατά την κρίση μας), αλλά για να εκφράσουμε την πίκρα μας σε όλους αυτούς τους
αρχαιολόγους της ορθογραφικής τελειότητας οι οποίοι μας κουνούν διαρκώς τις
ορθογραφικές τους περγαμηνές καταδίκης και μας στέλνουν στο πυρ το εξώτερο της
μη αποδοχής τους. Ούτε πάλι τα αναφέρω για να υποδείξω κάτι στον συγγραφέα, τον
επιμελητή ή τον εκδότη του περιοδικού,-αυτά είναι αστεία πράγματα- αλλά για να
αποφύγω τον αρνητικό σχολιασμό μου από όσους και όσες ενδεχομένως δουν ή
καταδεχτούν να διαβάσουν αυτό το σημείωμα, και παρατηρήσουν τις σχετικές
επεμβάσεις μου και μου χρεώσουν τα φαύλα. Στην σελίδα 82 στον τίτλο διορθώνω το
«ΣΤΟΝ ΕΝΕΙΡΙΚΟ ΚΟΣΜΟ», στην σελίδα 101 στον τίτλο το «ΔΗΘΕΝ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ» είναι
δίχως εισαγωγικά όπως στα Περιεχόμενα. Στην σελίδα 107 αν δεν κάνω λάθος
δημοσιεύεται ένα ποίημα της ποιήτριας κάτω από τον τίτλο «ΤΑ ΠΡΟΦΑΝΗ» έτσι
έγραψα αδημοσίευτο ποίημα… και όχι αδημοσίευτα ποιήματα που έχουμε στην
μαρκίζα. Στην σελίδα 139 το επίθετο της ομότιμης καθηγήτριας γράφεται με (κ)
Γκασούκα, ενώ στα Περιεχόμενα με (λ) Γκασούλα. Το επίθετο είναι με (κ). Στην
σελίδα 153, το όνομα της ποιήτριας αναγράφεται με δύο ΠΠΑΧΡΙΣΤΟΦΙΛΟΥ. Αυτά τα
ελάχιστα που δεν αλλοιώνουν ούτε σκιάζουν την ποιότητα της ύλης του περιοδικού,
την τελική του εμφάνιση και αποτέλεσμα.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 26 Δεκεμβρίου 2022
ΥΓ. Αξίζουν πολλαπλά συγχαρητήρια και ευχαριστίες, πρώτον
στον εκδοτικό οίκο «ΚΙΧΛΗ» και τους εκδότες και υπεύθυνους για τον τεράστιο δυσθεώρητο
όγκο που επεχείρησαν στο να εκδώσουν σε δύο πολυσέλιδους και ογκώδεις τόμους «ΤΑ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΑ ΕΡΓΑ» του Κώστα Κουλουφάκου. Τόμος 1ος, Πρωτότυπα, σ.1320, 23,5 ευρώ και Τόμος 2ος Μεταφρασμένα, σ.1076, σ.22 ευρώ. Ο πρώτος τόμος είναι αφιερωμένος "Του Πέτρου και της Γεωργίας-Χρύσας", ενώ ο δεύτερος εις "Μνήμη Παναγιώτας Κουλουφάκου-Ανδρειωμένου". Δεν είναι μόνο η αρτιότητα της δίτομης
έκδοσης αλλά να τονίσουμε και το χαμηλό κόστος αγοράς της (λιγότερο από 50 ευρώ) για ένα τέτοιου μεγέθους
έργο, σχεδόν 2.500 χιλιάδων σελίδων. Ας μην το ξεχνάμε αυτό στους δύσκολους καιρούς που
περνούμε. Και επίσης, αξίζουν συγχαρητήρια στον καθηγητή και συγγραφέα κύριο Γιώργο Ανδρειωμένο ο οποίος
ανέλαβε την Φιλολογική επιμέλεια και το επίμετρο της δίτομης έκδοσης. Πραγματικά
μία αξιέπαινη και πολύμοχθη, τολμηρή εργασία, ένας εκδοτικός και συγγραφικός άθλος
που έφεραν εις πέρας τόσο οι εκδόσεις όσο και ο κύριος Ανδρειωμένος. Το σκόρπιο
υλικό πρωτότυπο και μεταφραστικό του Κώστα Κουλουφάκου έρχεται για πρώτη φορά συγκεντρωμένο
στα χέρια μας και αναμένει την υπομονή μας, το αναγνωστικό πείσμα μας και επιμονή
μας να το εξερευνήσουμε και να το χαρούμε αναγνωστικά στο χρόνο. Σημαντική δουλειά.
Καλή Χρονιά