Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2022

Σεργιάνι στο Παλαμικό έργο πριν το τέλος του χρόνου

 

               Σεργιάνι στο Παλαμικό έργο πριν το τέλος του χρόνου

       Όπως είθισται στο τέλος κάθε χρονιάς, οι εφημερίδες και τα περιοδικά, οι εκφωνητές και δημοσιογράφοι ραδιοφωνικών εκπομπών θα μας συστήσουν, θα μας προτείνουν καινούργιες κυκλοφορίες και τίτλους βιβλίων που αξίζει να αγοράσουμε, να διαβάσουμε, να κάνουμε δώρο στον εαυτό μας, στα φιλικά μας πρόσωπα στα μέλη της οικογένειάς μας, στα παιδιά μας. Δεκάδες τίτλοι βιβλίων και ανάλογοι εκδοτικοί οίκοι διαφημίζονται στις οθόνες των τηλεοράσεων γίνεται λόγος για αυτούς σε ραδιοφωνικές εκπομπές. Ημερήσιες πολιτικές εφημερίδες προσφέρουν στο αναγνωστικό τους κοινό παλαιότερους τίτλους βιβλίων, τίτλους ιστορικούς μια και τιμούμε φέτος τα 100 χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Πολύ καλές ενημερωτικές εκπομπές βιβλίου της δημόσιας τηλεόρασης, πχ. «Βιβλιοβούλιο» και οι έμπειροι συνεργάτες και κριτικοί τους, μας παρουσιάζουν την καινούργια εκδοτική παραγωγή. Προσκαλούν συγγραφείς, συνομιλούν μαζί τους για το έργο τους, την συγγραφική διαδρομή τους το μέλλον της ποίησης της λογοτεχνίας. Ενώ άλλες, όπως το κλασικό «Μονόγραμμα»  μας γνωρίζει τον βίο και την συγγραφική πορεία ελλήνων δημιουργών και καλλιτεχνών. Είναι εύλογο και το Βιβλίο και οι τρόποι προβολής του, να «εντάσσονται» μέσα σε ένα ευρύ πλαίσιο διαφήμισης ενός  καταναλωτικού προϊόντος. Εξάλλου το βιβλίο σαν φορέας γνώσης, είναι ένα πνευματικό προϊόν μόρφωσης και καλλιέργειας, εκπαίδευσης, το οποίο πρέπει να καταναλωθεί, δεν εκδίδεται για να τοποθετηθεί αδιάβαστο στα ράφια μιάς δημόσιας βιβλιοθήκης ή ενός βιβλιοπωλείου. Όλοι μας γνωρίζουμε ότι για να εκδοθεί ένα βιβλίο και να κυκλοφορήσει στο εμπόριο, να φτάσει στα χέρια μας, δεν αρκεί μόνο το ταλέντο και η πρόθεση του συγγραφέα του, χρειάζεται να δουλέψουν για αυτό μία σειρά από άτομα διαφόρων επαγγελμάτων και ειδικοτήτων, της εμπορικής διακίνησής του.

   Την χριστουγεννιάτικη και εορταστική κυρίως  περίοδο, οι άνθρωποι συνηθίζεται να αγοράζουν και να προσφέρουν δώρα. Το δώρο ενός βιβλίου αποτελεί μία ευαίσθητη χειρονομία, εκδήλωση και μοίρασμα της επαφής μας με τον άγνωστό μας πολύχρωμο κόσμο των λέξεων, των εικόνων, των θεμάτων, ιδεών, θέσεων, πληροφοριών. Αναφέρομαι πάντα στην πληθυσμιακή εκείνη ομάδα των ανθρώπων που αγαπούν το διάβασμα, είναι βιβλιόφιλοι ή «βιβλιοφάγοι» και προτιμούν την συντροφιά των σελίδων ενός βιβλίου από την ανοικτή οθόνη της τηλεόρασης με τους χιλιάδες θεμιτούς ή αθέμιτους πειρασμούς και περισπάσεις της. Αυτό, για να είμαστε ειλικρινείς, συνέβαινε ανέκαθεν και τις παλαιότερες εποχές. Όποιος φιλαναγνώστης έχει μία σχετικά επαρκή εποπτεία των λογοτεχνικών περιοδικών των προηγούμενων δεκαετιών και των διαφημίσεών τους τις εορταστικές περιόδους,-των εσωτερικών σελίδων των εφημερίδων και των ένθετων- θα συμφωνήσει με την διαπίστωση, βλέπε πχ. το καλό παλαιό λογοτεχνικό περιοδικό «Διαβάζω» και τα τεύχη των εορταστικών ημερών κ.ά.. Στις μέρες μας είναι εκατοντάδες οι νέοι τίτλοι βιβλίων που εκδόθηκαν (διαφόρων ειδών και κατηγοριών, θεματολογίας) ακόμα και κατά την περίοδο της διετούς καραντίνας της πανδημίας, κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών δυσκολιών και συνθηκών. Από το με «ένα Άρλεκιν ξεχνιέμαι» διαφημιστικό σποτ των προηγούμενων δεκαετιών στο «αγοράσετε ότι εκδίδεται» του σήμερα. Προσφέρονται επίσης βιβλίων τίτλοι από ραδιοφωνικούς παραγωγούς και εκπομπές στους ακροατές τους καθώς και θεατρικές προσκλήσεις δωρεάν. Ελκυστικές προτάσεις (και  οικονομικές) ώστε να αυξηθεί η ακροαματικότητα μιάς εκπομπής ενός προγράμματος. Τίτλοι ευπώλητων μυθιστορημάτων τα οποία μεταφέρθηκαν στην μικρή οθόνη και αγαπήθηκαν από το μεγάλο και υπέρτερο τηλεοπτικό κοινό βρίσκονται στην πρώτη ζήτηση των αναγνωστών και αναγνωστριών. Πρόσφατες άρτι μεταφρασμένες βιογραφίες και προεδρικά απομνημονεύματα ξένων ηγετών της Εσπερίας. Βιβλία ψυχανάλυσης και παιδοψυχιατρικής, που αφορούν την εξωτερική πολιτική της πατρίδας μας και διπλωματίας. Ο γράφων, σποραδικά αγοράζει καινούργιους τίτλους κυρίως ποιητικών συλλογών, ελλήνων και ξένων ποιητών και ποιητριών, δοκίμια και ιστορικές μελέτες. Μια και κατανοεί σαν παλαιός βιβλιόφιλος αναγνώστης, ότι είναι οικονομικά πλέον και χρονικά, δύσκολο, να αγοραστεί το σύνολο της σύγχρονης εκδοτικής παραγωγής, και το κυριότερο τώρα πια, να αφομοιωθεί. Έτσι έχει μία μικρή, ενδεικτική σύγχρονη εικόνα του ποιητικού λόγου, των ποιητικών συλλογών και νεοελληνικών μυθιστορημάτων που κυκλοφόρησαν και κυκλοφορούν, παράλληλα όμως, διαβάζει εκ νέου παλαιότερους ποιητές και ποιήτριες, έλληνες και ξένους συγγραφείς. Ας μνημονεύσουμε και ας σταθούμε σε αυτό το σημείωμα-λίγες μέρες πριν την αλλαγή του χρόνου- στην ποίηση του Κωστή Παλαμά, και ας ευχηθούμε να βάλουμε ξανά την Ποίηση και την αποστολή της στην ζωή μας, όπως θα μας υπενθύμιζε από τις στοές του χρόνου ο αντι-Παλαμιστής Γιάννης Αποστολάκης.

     Κάνοντας μία αναδρομή στην ποιητική μας παράδοση να σημειώσουμε ότι αποτελεί ευχάριστο και θετικό γεγονός ότι επανακυκλοφορούν σε νέα έκδοση τα «ΑΠΑΝΤΑ» του Κωστή Παλαμά από το Ίδρυμα Κωστή Παλαμά στην Αθήνα, στην οδό Ασκληπιού όπου ο ποιητής και η οικογένειά του έζησε. Στο σπίτι αυτό υπάρχει το γραφείο και  η βιβλιοθήκη του. Στεγάζονται οι επιστήμονες και λογοτέχνες οι οποίοι είναι υπεύθυνοι των Παλαμικών εκδόσεων. Οι παλαιότερες γενιές ελλήνων αναγνωστών της ποίησης και της λογοτεχνίας,-μετά την  μεταπολίτευση του 1974- γνώρισαν το πολύτομο πολυδιάστατο και πολυπρισματικό έργο του-16 τόμοι- από τις παλαιές εκδόσεις «Μπίρη». Μία σειρά που όλοι μας θέλω να πιστεύω, επιθυμούσαμε να αποκτήσουμε, όταν είμασταν έφηβοι, να βαπτιστούμε μέσα στις χιλιάδες σελίδες της ποιητικά, κριτικά, γλωσσικά, φιλολογικά, φιλοσοφικά, ακόμα ίσως και πολιτικά. Να ιχνηλατήσουμε την Παλαμική σκέψη, να διαβάσουμε τις ιδέες του, την Ποιητική του, να ακούσουμε την ποιητική του φωνή, τις κριτικές του θεωρίες, τις απόψεις και θέσεις του για τον ποιητικό λόγο τον ρόλο και σημασία της ποίησης. Να πορευτούμε μαζί του πλημμυρισμένοι με τις εικόνες του, τους ποιητικούς του σχεδιασμούς, τις συλλήψεις, τον οραματισμό του, την πατριδολατρεία του. Κλείναμε ευλαβικά το γόνυ στον έλληνα ποιητή που μας γνώρισε τον Διονύσιο Σολωμό, τον Ανδρέα Κάλβο, μας μίλησε για τον Κώστα Κρυστάλλη, τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη και άλλα ποιητικά μεγέθη του ελληνικού και του ευρωπαϊκού Παρνασσού. Μίλησε επαινετικά για τον βάρδο της Ρωμιοσύνης αγωνιστή Γιάννη Ρίτσο, έγραψε προλόγους για νέους και νέες της εποχής του ποιητές. Τον Κωστή Παλαμά, πριν ακόμα διαβάσουμε το σύνολο έργο του, τον θεωρούσαμε δάσκαλο. Όταν κουβεντιάζαμε μεταξύ μας δεν λέγαμε απλά ο Ποιητής του Έθνους μας αλλά ο Δάσκαλος, ο ποιητής του Γένους των Ελλήνων. Η σύνθεσή του «Ο Τάφος» (1898), (πού υφάνθηκε για τον θάνατο του μικρού παιδιού του Άλκη) ήταν αυτή που τουλάχιστον τον γράφοντα, εισήγαγε στο ποιητικό του ξάστερο σύμπαν. Ο Παλαμάς ήταν ένα είδος «γκουρού» της ελληνικής ποίησης και δεν σκιαζόμασταν να το ομολογήσουμε. Δεν ντρεπόμασταν να το αναγνωρίσουμε τις δεκαετίες εκείνες που εισέβαλαν δυναμικά στα ποιητικά και καλλιτεχνικά μας ενδιαφέροντα, στην αισθητική μας, στις προτιμήσεις μας, η ερωτική και ιστορική ποίηση του Αλεξανδρινού Κωνσταντίνου Π. Καβάφη, το χαροποιό και φωτεινό ποιητικό σύμπαν του νομπελίστα Οδυσσέα Ελύτη, (Ποίηση, Μεταφράσεις, Ανοιχτά Χαρτιά) του επίσης νομπελίστα Μικρασιάτη Γιώργου Σεφέρη ο ποιητικός λόγος (κυριότερα ίσως οι πολύτομες Ημερολογιακές του Ημέρες και οι δίτομες Δοκιμές)-και οι δύο από τις εκδόσεις Ίκαρος-, του αγωνιστή ποιητή Γιάννη Ρίτσου, (Η Τέταρτη Διάσταση και άλλες συλλογές του που κυκλοφορούσαν από τις εκδόσεις «Κέδρος») του Κώστα Βάρναλη (Το Φώς που Καίει, και οι Διχτάτορες) της Μυρτιώτισσας μέσω του Μελωδού των Ονείρων μας Μάνου Χατζιδάκι κ.ά. Ο Κωστής Παλαμάς ήταν ο μεγάλος θρήνος και η τρανή δόξα του Έθνους μας μαζί για τις εφηβικές μας συνειδήσεις. Ο ποιητής της συνέχειας της φυλής μας, της διάρκειας της ράτσας μας, των αξιακών πολιτιστικών αρχών της πατρίδας μας. Η ορθόδοξη Ρωμιοσύνη και η πολυθεϊστική εθνική Ελλάδα συνυπήρχαν αρμονικά σαν ενιαία ταυτότητα στο πολύστικτο και πολύχρωμο έργο του. Οι αντιλήψεις του γίνονταν και αντιλήψεις μας καθώς ανοίγαμε τα υπαρξιακά και πολιτιστικά φτερά των οριζόντων μας. Η ποιητική του πολυπραγμοσύνη και στιχουργική ευχέρεια, ρευστότητα, γίνονταν και δική μας «ποιητική φλυαρία» δίχως να δυσανασχετούμε, χωρίς να νιώθουμε μειονεκτικά. Εξάλλου η εφηβεία ρέπει προς την ακατάσχετη γλωσσική έκθεση. Τιτιβίζει περί πάντων ασύστολα. Οι ποιητικές του ανισότητες δεν μας εμπόδιζαν να σταθούμε με υπομονή και προσοχή στην ποίησή του, στις θεωρίες του, τις ιδέες του, την διδασκαλία του, στην Ποιητική του. Ο Παλαμάς ήταν ο ποιητής και ταυτόχρονα ο δάσκαλος του πως οφείλουμε να διαβάζουμε και να γράφουμε ένα ποίημα, ανεξάρτητα αν το επιτυγχάναμε. Ένα ποιητικό πολυκάντηλο της ελληνικής ποιητικής παράδοσης που ακόμα, όλα τα καντήλια του φώτιζαν την χώρα και τον χώρο μας.

     Στις δύσκολες πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά μέρες μας, ακόμα και αν δεν μπορέσουμε να προμηθευτούμε τόμους της σειράς των «Απάντων» του,-λόγω οικονομικών δυσκολιών-οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η σταδιακή επανέκδοση του συνόλου των έργων του, (Ποίηση, Κριτική, Θεωρητικές του διδαχές, Σονέτα, Βιβλιοκριτικές, Μεταφράσεις, Αλληλογραφία, Πεζά του, Χρονογραφήματά, Αρθρογραφία, Προλόγους, Θεατρικά έργα κλπ.) αποτελεί όχι μόνο έναν εκδοτικό άθλο άξιο θαυμασμού και προσοχής μας αλλά, και ένα εκδοτικό και πολιτιστικό ελληνικό ορόσημο για τα ποιητικά πράγματα του άξενου, άφιλου και άφυλου καιρού μας. Μία καλή ευκαιρία να αναδιφήσουμε στην σκέψη του, να σταθούμε στις λεκτικές και στιχουργικές υπερβολές του, τις καίριες ποιητικές παρεμβάσεις του, στα δοκίμιά του, τις θέσεις και απόψεις του για τα πολιτιστικά πράγματα της εποχής του, το τι μας λέει για άλλους έλληνες και ευρωπαίους ποιητές, να χαρούν τον μαχητή αγωνιστή της δημοτικής λαλιάς. Του «τραγουδιστή» ποιητή που του άρεσε να αποκαλεί τα ποιήματα τραγούδια. Να επαναπροσεγγίσουμε τον φουρτουνιασμένο λυρισμό του σε μέρες τόσο παγερές και στεγνές για όλους μας γύρω μας. Να διαβάσουμε και πάλι αυτόν, τον ας μου επιτραπεί με σεβασμό, «βαθύγερο» των ελληνικών γραμμάτων, που έζησε μέσα στο κελλί του, την εστία του περιτριγυρισμένος από  χιλιάδες τίτλους βιβλίων. Αυτό το αντίθετο του Μπορχεσιανού ήρωα, του βιβλιοθηκονόμου Χόρχε, γιατί ο έλληνας «βιβλιοθηκάριος» ποιητής, δεν σκέφτηκε ούτε στιγμή στην διάρκεια του προσωπικού και συγγραφικού του βίου να αποκρύψει τα μυστικά της Ποίησης, να στερήσει τους έλληνες και τις ελληνίδες αναγνώστες και αναγνώστριες από τα αγαθά της, την τεχνική της, τους κανόνες συγγραφής της, τον προφητικό ρόλο της, την ευεργετική αποστολή-συντροφιά της. Τις ατομικές δεσπόζουσες ιδέες και κρίσεις του για την λειτουργία του ποιητικού λόγου. Ήταν ένας σεμνός δάσκαλος πρώτος ανάμεσα σε άλλους ομοτέχνους της γενιάς του και όχι μόνο. Ο Ποιό μορφωμένος και καταρτισμένος. Δώριζε και δίδασκε τα προικιά της ποίησής του, αυτά που με μαεστρία και μόχθο ύφαινε για χρόνια. Μοίραζε απλόχερα στους νεότερούς του την σοφία του, και δεν ήτανε λίγοι οι νέοι και  οι νέες έλληνες ποιητές και ποιήτριες που τον πλησίαζαν και αναζητούσαν την συντροφιά του, τις συμβουλές του, άκουγαν τις υποδείξεις του, τον σέβονταν. Ήταν ο πολύπειρος και καταδεκτικός «παππούς» στο ποιητικό παραγώνι των ελλήνων και ελληνίδων τον προηγούμενο αιώνα. Έτσι η επανέκδοση των «Απάντων» του κάτω από σύγχρονες επιμέλειες και τεχνικά δεδομένα φαντάζομαι, θα αποτελεί ένα ευτυχές γεγονός μέχρι την ολοκλήρωσή τους. Χωρίς να παραβλέπουμε τις κατά καιρούς εκδόσεις, αυτόνομων τόμων των ποιητικών του συλλογών και πεζών, με τις ενδιαφέρουσες εισαγωγές και επιμέλειες από παλαιότερους και σύγχρονους Παλαμιστές. Βλέπε την περίπτωση του ποιητή Ηλία Λάγιου. Δίχως να λησμονούμε επίσης τον ογκώδη τόμο της «Παλαμικής Ανθολογίας» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη 2004 σε επιλογή Κ. Γ. Κασίνη. Να ξανασυναντήσουμε την σκέψη, τον ποιητή, διαθέτοντας έστω και κατ’ ελάχιστο την αγάπη που έτρεφε για τον ποιητή και δάσκαλο ο Κολοσσός του Μαρουσιού, ο Εργογράφος και Βιβλιογράφος του Γιώργος Κατσίμπαλης. Να απολαύσουμε τον ποιητή, τον σονετογράφο, τον διηγηματογράφο, τον χρονογράφο, τον αρθρογράφο, τον θεατρικό συγγραφέα, τον σχολιαστή της πολιτιστικής και καλλιτεχνικής, πολιτικής καθημερινότητας, τον μελετητή, τον κριτικό, τον θεωρητικό, τον μεταφραστή, τον επιστολογράφο. Τον γλωσσοπλάστη και επιθετολάτρη, τον στοχαστή και σκεπτόμενο έλληνα. Αυτόν που από το περιγιάλι της ζωής του ατένιζε τις παγκόσμιες ιδέες, την εξέλιξη των επιστημών, τα νέα ρεύματα της καλλιτεχνίας και της ποίησης στον δυτικό κόσμο. Τον ερωτικά «μπερμπάντη» και λάτρη του θηλυκού ποδόγυρου. Τον για ορισμένους κριτικούς του σαρκολάτρη. Τον «ερωτόβλητο», «Ερωτοβλήτου Ημερολόγιον» επιγράφει το Ημερολόγιό του. Τον πατριδολάτρη και ευλογημένο των Μουσών, τον ακόρεστο «βιβλιοφάγο». Αυτόν που χώρεσε όλη του την ζωή μέσα στις σελίδες των βιβλίων. Τον διαβαστερό ποιητή. Αυτόν που αποτύπωσε την βιολογική του παρουσία ανάμεσα στις μικρές μαύρες κουκκίδες της ελληνικής αλφαβήτου. Χώρεσε την Φύση στο κελί του, στα βιβλία που πύργωναν την ύπαρξή του, σαν αρχαίος προφήτης, με αγάπη, στοργή, ενδέχεται και ανυπεράσπιστο καημό. Τον ποιητή που μας μίλησε με τα τραγούδια του, την παιανική φωνή του, την γαλήνια στοχαστική φωνή του, την ποιητική του αυτοκριτική και ένα είδος ποιητικής ανασφάλειας που διακρίνουμε στα λόγια του. Τον ερμηνευτή και αναλυτή της σύγχρονης ευρωπαϊκής-γαλλικής φιλολογίας και ποίησης της εποχής του. Τον καθρέφτη της συνείδησης του Νέου Ελληνισμού. Τον έλληνα ποιητή της «Ασάλευτης Ζωής»(1904), των «Βωμών» (1915), των «Ίαμβων και Ανάπαιστων» (1897), των «Σατυρικών Γυμνασμάτων» (1912), της σύνθεσης «Η Πολιτεία και η Μοναξιά» (1912), των « Παθητικών Κρυφομιλημάτων»(1925), της «Φλογέρας των Βασιλιά» (1910), των «Χαιρετισμών της Ηλιογέννητης» (1900), της συλλογής «Ο Κύκλος των Τετραστίχων» (1929), του «Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου» (1907) του αφηγήματος «Ο Θάνατος του παλληκαριού» και άλλων συνθέσεών του και συγγραφών του, όπως η θρυλική και άρτια αρχιτεκτονημένη «Φοινικιά». Πάνω στο δικό του κιβούρι την περίοδο της Γερμανικής σκλαβιάς ακούμπησε όχι μόνο όλη η Ελλάδα-όπως είπε ο Άγγελος Σικελιανός- αλλά και η ελπίδα Ανάστασης του Νέου Ελληνισμού, του Γένους μας. Για δεκαετίες το καθαρό και πεπαιδευμένο βλέμμα αυτού του πολυκάντηλου Μεσολογγίτη ποιητή, αυτού του ορφανού παιδιού που είδε το φως της ζωής στην Πάτρα 13/1/1859 και βυθίστηκε στο σκοτάδι στην Αθήνα 27/2/1943, υπήρξε και βλέμμα των ελλήνων ποιητών και ποιητριών μετά την Α΄ Αθηναϊκή Σχολή. Με το δικό του ποιητικό ένστικτο γαλουχήθηκαν γενιές ελλήνων, την δική του ποιητική αίσθηση και αισθητική, την Ποιητική του, ακολουθούσαν και ενστερνίστηκαν οι νέοι και οι νέες ποιητές στην Ελλάδα. Διάβαζαν ότι διάβαζε. Η Μεγάλη Ιδέα όχι μόνο του Έθνους μας αλλά και της Ελληνικής Ποίησης υπήρξε ο Κωστής Παλαμάς. Ο αφουγκραστής ήχων παλιών και γνώριμων, ρυθμών και γλωσσικών μελωδιών. Η ελληνική γη και η ελληνική παράδοση είναι καταστατικό συστατικό της κοσμοθεωρίας του. Σημαίνον ακλόνητο σημείο της ψυχοσύνθεσής του. Ο Κωστής Παλαμάς είναι ο Ακρίτας υπερασπιστής της ελληνικής παράδοσης, της ελληνικής ταυτότητας, των ελληνικών τοπίων, του χώματος και πνεύματος του σύγχρονου Ελληνισμού. Το ιδανικό και το αγνό ρομαντικό συναίσθημα του Έλληνα. Κάτω από τις δικές του φτερούγες κούρνιασαν νεαροί  νεοσσοί ποιητές και ποιήτριες, βρήκαν φροντίδα και συμπαράσταση. Βάδισαν στα δικά του εκφραστικά μονοπάτια αναζητήσεων, συμβολισμών, μετρικών κανόνων, θρήνησαν και ύμνησαν μαζί του την πατρίδα μας. Παθιάστηκαν και συνταιριάστηκε ο λόγος τους με τον δικό του ενθουσιασμό και ιδέες. Ανέμεναν με αγωνία την προσωπική του απάντηση στην αποστολή τους, στον δάσκαλο ποιητή, των ποιητικών τους συλλογών. Αναζητούσαν τον κριτικό του σχολιασμό, την επιδοκιμασία του, την γνώμη του. Ήλπιζαν να δουν Πρόλογό του να συνοδεύει τα βιβλία τους. Περίμεναν την επιβράβευσή τους από τα χείλη του. Μπορεί ορισμένοι κριτικοί του έργου του να ιχνεύουν ανάμεσα στα θετικά στοιχεία της ποίησής του και αρκετά αρνητικά (πχ. Πάνος Καραβίας)-που και ο ίδιος ο ποιητής συνειδητοποιούσε-όμως δεν πρέπει να μας διαφεύγει ο όγκος και η ποικιλία της δουλειάς του. Ο Κωστής Παλαμάς είναι κυρίως και πρωτίστως Ποιητής. Και αυτό οφείλουμε να είναι το κύριο κριτήριό μας στην ανάγνωση της πολύστικτης δουλειάς του, στις ερμηνείες του, παρά τις όποιες ξένες προς την ποίηση εμβιώσεις και ιδεολογικές προσχώσεις που έχουμε στο έργο του. (Το ίδιο δεν συμβαίνει και στο έργο του Γιάννη Ρίτσου, στον πεζό λόγο του Γιώργου Σεφέρη, τον «λουστραρισμένο» (η λέξη θετικά φορτισμένη) του Οδυσσέα Ελύτη! Προϋπόθεση των προσεγγίσεών μας οφείλουμε να είναι τα σημαίνοντα χαρακτηριστικά της ποίησης, το ποιητικό ένστικτο που διέθετε ο Παλαμάς και αλήθευε στο ευρύ μέγεθος των στίχων του, σχεδιασμών του. Ο Κωστής Παλαμάς δεν περιόρισε τα ποιητικά του όρια, η ποιητική του γεωγραφία υπήρξε τεράστια, ανοιχτή, ίσως ο ελληνικός ποιητικός λόγος του προηγούμενου αιώνα να ενηλικιώθηκε μαζί του, να έκοψε (και ο ίδιος σαν ποιητής) το χρέος του/μας απέναντι στις γενέθλιες του έθνους ποιητικές Σολωμικές καταβολές, γιαυτό και ήταν για πολλές δεκαετίες ο έλληνας πρεσβύτης συμβουλάτορας και διδαχός, πρεσβευτής της Ελληνικής ποίησης και των ελληνικών γραμμάτων πέρα των ελληνικών συνόρων. Κάποτε, αν θυμάμαι σωστά, ο μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης είπε ότι «Ο λόγος του Κωστή Παλαμά ήταν εγκυρότερος και είχε μεγαλύτερη αξία από τον λόγο δέκα πρωθυπουργών», και αυτό δεν ήταν υπερβολή. Ο λόγος του Παλαμά είναι μία καταιγίδα με απρόβλεπτα αποτελέσματα. Υπήρξε πρωτοπόρος μαχητής του Δημοτικισμού και γλωσσοπλάστης, (παρά του ότι έγραψε στα πρώτα του βαδίσματα κείμενα σε γλώσσα καθαρεύουσα) ήταν λάτρης της Δημοτικής μας Ποίησης και των αστείρευτων πνευματικών και γλωσσικών θησαυρών της. Ο πνευματικός του ορίζοντας και καλλιέργεια-σαν άτομο και χαρακτήρας- ξεπερνά τα όρια της ποίησής του και πολλών σύγχρονων ομοτέχνων του. Η πληθωρική στιχοποιία του, η μικρής φόρμας στίχοι του, (τετράστιχα), το ορισμένες φορές δημότροπο ύφος του, η τραγουδιστική λαλιά του, (αποκαλούσε τα ποιήματα τραγούδια) το πολυσύνθετο της σκέψης του, ο όχι αρκετές φορές διανοητισμός του και η μεγαλοστομία του, διακρίνονται, και οι θετικές και οι «αρνητικές» πλευρές του από πρωτοτυπία. Ο λαμπρός συμβολισμός της γραφής του, η ευρεία γκάμα της εικονοποιϊας και των θεμάτων που σπουδάζει, οι μεγάλες του συνθετικές ποιητικές τοιχογραφίες, (ιστορικών και άλλων γεγονότων), ο πανηγυρικός του λόγος σε πολλά σημεία και περιόδους της δουλειάς του, ο υμνητικός δοξασμένων στιγμών της ελληνικής φυλής, ο τόνος της φωνής του, η σημασία και προσοχή που έδινε σε κομβικές ηρωικές στιγμές της ελληνικής ιστορίας, σε πρόσωπα και προσωπικότητες, η αμάχη του με τον ίδιο του τον εαυτό, (είναι διάσπαρτα τα σημεία μέσα στο σύνολο ποιητικό του έργο και την πρόζα του η ατομική του αμφιβολία και αποδοχή της ποίησής του). Η πλούσια ρυθμολογία και χρήση μετρικών ειδών στους στίχους του, η αισθητική του. Η χρήση μιάς γλώσσας που θα μπορούσε να τραγουδηθεί από τα λαϊκότερα στρώματα του Ελληνικού Λαού (κάτι που υιοθετεί στο δικό του έργο και ο Γιάννης Ρίτσος) αλλά και από την μορφωμένη τάξη και λόγιους της Ελλάδας. Μία γλωσσική εκφραστικότητα και ένα σύνθετο λεξιλόγιο που ομοιάζει με το Δημοτικό μας Τραγούδι, αυτά όλα και άλλες αρετές του λόγου του στοιχειοθετούν επάξια τον τιμητικό τίτλο που του προσέδωσαν, ως Εθνικός Ποιητής. Ένας ποιητής παιδαγωγός. Η λέξη φαρμακός ενδέχεται να ερμηνευθεί με διπλή σημασία, όσον αφορά το έργο και την παρουσία του Παλαμά, και ως φαρμακοποιός, αξιολόγησης του έργου του Αλεξανδρινού, που θεωρούσε ιατρικές συνταγές τα ποιήματά του. Κρίση για τους ποιητές και λογοτέχνες που έκλειναν το μάτι στον Αλεξανδρινό παραγκωνίζοντας το έργο του Παλαμά. Δυστυχώς η μοίρα το έφερε και ο Κωστής Παλαμάς στάθηκε χρονικά άτυχος, βρέθηκε να μεγαλουργεί ανάμεσα στο αποσπασματικό φωτεινό έργο και εργαστήρι αναγνώρισης του γενάρχη του ελληνικού ποιητικού λόγου του επτανήσιου Διονυσίου Σολωμού, και στις ποιητικές ανατρεπτικές «δαγκάνες» του ιστορικού και ερωτικού αναθεωρητισμού και νέων ευρωπαϊκών αντιλήψεων του ποιητή της ελληνικής περιφέρειας, του Αιγυπτιώτη Έλληνα Κωνσταντίνου Π. Καβάφη. Το ανθρώπινο σώμα οι ανάγκες του, οι απολαύσεις του είχαν πλέον σημασία στους νέους ευρωπαϊκούς καιρούς που ανέτειλαν και όχι ο λόγος περί των ιερών και οσίων της πατρίδας. Θα άξιζε μία συγκριτική μελέτη για το τι είναι και εννοούν με την λέξη ΧΡΕΟΣ οι τέσσερεις μεγάλοι έλληνες ποιητές μας. Ο Διονύσιος Σολωμός, ο Κωστής Παλαμάς, ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης και ο βάρδος της Ρωμιοσύνης Γιάννης Ρίτσος. Η αίσθηση του Χρέους των Ελλήνων όπως φιλοτεχνείται και φανερώνεται μέσα στην ποίησή τους, σε διάφορους κομβικούς σταθμούς της ελληνικής ιστορίας που στάθηκαν και εξέτασαν. Ως ποιητικό τεκμήριο επιβράβευσης των Ελλήνων και Ελληνίδων μέσα στην πανάρχαιη  αγωνιστική διαδρομή και παράδοσή τους/μας. Αν δεν λαθεύω, ο Παλαμάς, στέκει διακριτικά σιωπηλός απέναντι στο έργο του Αλεξανδρινού, ερωτικά ιδιοσυγκρασιακά, σίγουρα δεν θα του πήγαιναν οι ερωτικές «παρεκτροπές» που συναντάμε στην ποιητική του γραφή, αυτό το εκ των υστέρων των χρόνων του ερωτικό αισθησιασμό αλλά και θρήνο σωματικής μνήμης, «θυμήσου σώμα», όμως, σαν πολύπειρος και γλωσσομαθής που ήταν, επικοινωνιακός πνευματικά και καλλιτεχνικά θα είχε υποψιαστεί τις συγκλονιστικές αλλαγές που έρχονταν στον δυτικό κόσμο, τις ρηγματικές ανατροπές στον χώρο του πνεύματος και των τεχνών, των μοντέρνων ρευμάτων στην ποίηση στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Διαισθάνθηκε ότι ο ιστορικός χρόνος της ποίησής του άρχιζε να υποχωρεί στις αναγνωστικές απαιτήσεις και ανάγκες των σύγχρονων ανθρώπων, που ο υλισμός πρυτάνευε στις ανάγκες και διεκδικήσεις των πολιτών. Ο Καβάφης και οι Καβαφίζοντες, οι κάθε είδους φανεροί και κρυφοί έλληνες Καβαφιστές είχαν επιβληθεί στο ποιητικό ελληνικό στερέωμα. Ίσως, για να μην αδικούμε τον Αλεξανδρινό, αν δεν είχαμε την χρονολογική σύμπλευση και παρουσία τους, κάποιος άλλος έλληνας μοντέρνος ή μοντερνιστής δημιουργός θα εκθρόνιζε από το βάθρο του τον Παλαμά. Ο Γιάννης Ρίτσος από τους μεγάλους μας ίσως, συγγενεύει σε αρκετά σημεία μαζί του περισσότερο. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο κεφάλαιο διερεύνησης και όχι του παρόντος σημειώματος. Καθώς και το γεγονός αν ο Λευτέρης Πούλιος από την Γενιά του 1970 του έδωσε μέσα στην ειλικρίνεια του λόγου του την χαριστική βολή.

      Ο Κωστής Παλαμάς όμως, δεν είναι ο Εθνικός ποιητής των Ελλήνων μόνο, είναι οικουμενικός, παγκόσμιας εμβέλειας ποιητής. Δεν ανήκει μόνο στην εποχή του και την πατρίδα του, τα υπερβαίνει και τα δύο κατά πολύ. Και αν μας ρώταγαν σήμερα, το 2022 ποιος είναι ο μεγαλύτερος έλληνας ποιητής, σίγουρα δεν θα απαντούσαμε με τον πικρόχολο λόγο του Αντρέ Ζίντ όταν τον ρώτησαν ποιος είναι ο μεγαλύτερος ποιητής της Γαλλίας και εκείνος απάντησε «δυστυχώς ο Βίκτωρ Ουγκώ». Εμείς οι Έλληνες και Ελληνίδες που αγαπάμε την ποίηση, θα δίναμε μπορεί την ίδια απάντηση, χωρίς όμως την λέξη «δυστυχώς». Υπερβολή ίσως; ποιητική αφέλεια και αναγνωστική του γράφοντος αγνωσία ή προτίμηση, ναι. Όμως η απάντησή μας περιέχει αρκετά στοιχεία ιστορικής και αυθεντικής αλήθειας. Ούτως ή άλλως τα ιστορικά ναυάγια μέσα στον χρόνο της ελληνικής παράδοσης δεν προήλθαν από μεγαλόστομους του έθνους μας ποιητές, από τις φωνές Τυρταίων Ποιητών, αλλά, από τα πολιτικά και ιστορικά λάθη των πολιτικών μας ηγεσιών και τις δικές μας άφρονες εκλογικές και κοινωνικές επιλογές. Μόνο που η Αισχύλειος Μοίρα δεν χαρίζεται ούτε σε νικητές ούτε σε ηττημένους και η πολυμήχανος μνήμη των ανθρώπων γνωρίζει να διακρίνει.

     Ας επαναπροσεγγίσουμε το Παλαμικό έργο και ας αφεθούμε στο ποιητικό ταξίδι του όχι ως νοσταλγία αλλά ως πρόκληση και πρόσκληση, υπόμνηση, στις μέρες μας που εκδίδονται εκ νέου τα Άπαντά του. Καθημαγμένη η ιστορική πορεία ζωής του Έλληνα-αλλά και της ανθρώπινης ύπαρξης πάνω σε αυτόν τον πλανήτη ευρύτερα, πάντα όμως θα βρίσκεται ένας Ποιητής που θα εξαγιάζει την διαδρομή και θα στεριώνει και εμψυχώνει τις αναμνήσεις μας.

61

Πάντα ζω; Κάλλιο στον ύπνο των μνημάτων,

της χριστιανικής κόλασης κάλλιο το καμίνι,

παρά του Χάους τριγυριστής με των Πνευμάτων

τη φρίκη, την ερμιά, στην απεραντοσύνη!

Κάλλιο εδώ στο κλουβί, στο λάκκο των πλασμάτων,

ψυχή μαϊμού, μέλισσα, σκύλλα, κανερίνι

μ’ όσα δεινά, παρά φωτιά πνοή που δε σβύνει,

παρά φωτιά των πειρασμών και των κριμάτων,

πνοή πλανήτρα έξω απ’ τη ζήση, πνοή ψυχή

που τελειωμό δεν έχει και δεν έχει αρχή,

πνοή, απ’ την πέτρα τη σισύφεια πιό βαρειά

μ’ όλο το απάνου και το κάτου κύλισμά της…

Μα εγώ από γη, της γης παιδί, στη γη διαβάτης,

Γη, μόνο εσένα ξέρω, μάννα μου και θεά!

                         (ΤΑ ΔΕΚΑΤΕΤΡΑΣΤΙΧΑ)

ΣΠΑΡΑΣΜΟΣ

Γύρω η μαυρίλα,

μέσα η καρδιά μου.

Στο πάτημά μου

τρίζουν τα φύλλα.

   Νερό, αργοκύλα!

Στολίδια γάμου

ξεσκίδια χάμου.

Ανατριχίλα.

    Μεσ’ στο βιβλίο

σκυμμένα μάτια,

και δε διαβάζω.

     Σιωπή, ερμιά, κρύο.

Πέρα; Παλάτια.

Σκοινιά. Σπαράζω.

                    (ΤΑ  ΠΑΡΑΚΑΙΡΑ)

 Η  ΦΑΝΤΑΣΙΑ  ΚΑΙ  Η  ΚΑΡΔΙΑ

Η Φαντασία μας πάει αλλού, στα τάρταρα και στ’ άστρα,

κ’ είναι πλανεύτρα μάγισσα και ξένη ξελογιάστρα’

μόνη δική μας η Καρδιά’ ζωές κι αγάπες δένει

με τις πατρίδες άσφαλτα’ και σαν να μην πεθαίνη.

 

Κορφές, βυθοί, σας γύρεψα την ορφική Ευρυδίκη’

τί πόθος τώρα μέσα μου πρωτόγνωρος και βόγγει;

-Να είμουν, ξυπνώντας ρυθμικά, ψαράς με το σταλίκι,

τα κοιμισμένα σου νερά, καημένο Μεσολόγγι!

                  (ΟΙ  ΚΑΗΜΟΙ ΤΗΣ ΛΙΜΝΟΘΑΛΑΣΣΑΣ)

4

Σκύλος κοκκαλογλύφτης φέρνει γύρα

κρακ! τακ! της γειτονιάς τους τενεκέδες.

Ο ποσαπαίρνης με το θεσιθήρα

 

για την πατρίς καυγά στους καφενέδες.

Οι γάτοι λυγεροί στα κεραμίδια

ταιριάζουν ερωτόπαθους γιαρέδες.

 

Φαγοπότι, ξαπλωταριό, τα ίδια.

Τα θέατρα, τις ταβέρνες, τα πορνεία,

φάμπρικες, μπάνκες, σπίτια, αποκαϊδια,

 

τ’ ανταμώνει αττικώτερη αρμονία.

Και κοιμισμένη στα όνειρά της βλέπει

μουρλή γλωσσοκοπάνα Πολιτεία

 

τον Περικλή. Μα ο Χασέκης της πρέπει.

               (ΤΑ  ΣΑΤΙΡΙΚΑ  ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΑ)

17

Καβάλα πάει ο Χάροντας

το Διγενή στον Άδη,

κι άλλους μαζί… Κλαίει, δέρνεται

τ’ ανθρώπινο κοπάδι.

 

Και τους κρατεί στου αλόγου του

δεμένους τα καπούλια,

της λεβεντιάς τον άνεμο,

της ομορφιάς την πούλια.

 

Και σα να μην τον πάτησε

του Χάρου το ποδάρι,

ο  Ακρίτας μόνο ατάραχα

κοιτάει τον καβαλάρη!

        ( ΙΑΜΒΟΙ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΙΣΤΟΙ)

*

Στο δροσάτο μνήμα σου

Κ’ επάνω του και γύρω

Τίποτε ξεχωριστό

Λουλούδι δε θα σπείρω.

 

Τίποτε ξεχωριστό

Λουλούδι δε θανθίση

Κάτω απ’ της φωλίτσας σου

Το μαύρο κυπαρίσσι.

 

Μονάχα ταγνώριστα

Χορτάρια και τα χίλια

Μύρια χρυσολούλουδα

Και τάγρια χαμομήλια.

 

Όμως τα φτωχούλια αυτά

Και τα συνηθισμένα

Πού με δίχως φύτεμα

Και πότισμα κανένα

 

Έχουν μόνο φυτευτή

Κ’ έχουν περιβολάρη

Της δροσιάς το στάλαμα,

Του ηλιού τη θεία χάρη,

 

Όμως τα φτωχούλια αυτά

Στου λάκκου σου την άκρη

Θα σκορπούν κάποιων ματιών

Το φέγγος και το δάκρυ,

 

Θα σκορπούν κάποιων μαλλιών

Τανέμισμα και θάναι

Σαν ψευδά παιδιάτικα

Λογάκια που μεθάνε.

 

Θάχουνε το σάλεμα

Κάποιων χεριών, κι ακόμα

Θα μοιράζουνε φιλιά

Σαν από κάποιο στόμα.

 

Κι όλα τα φτωχούλια αυτά

Και τα συνηθισμένα

Θάχουν κάτι ασύγκριτο,

Κάτι σαν από σένα!

     ---

*

Του Καιρού αυλακώματα,

Του Χάρου συγγενάδια,

Πέρασαν, το πάτησαν,

Ταφίσανε σημάδια.

       ------

*

Ώ καημέ ανιστόρητε,

Και ω μέγα καρδιοχτύπι,

Πάντα να τον καρτεράς

Κάποιο πού πάντα λείπει!

         ΤΑΦΟΣ)

      ----

* (Σονέτο)

-Α! η γόησσα Φαντασία μη σε γελά,

Τραγουδιστή, είν από το αίμα σου αίμα,

η πηγή της δε βρίσκεται ψηλά

κι ας πάη ως τάστρα, τάστρα ας βάζη στέμμα,

και αυτοκυβέρνητη όσο κι αν κυλά,

σαν αλλότριο που δεν κρατιέται ρέμα’

καθρέφτης είναι, αντιφεγγοβολά

μέσα τη η καρδιά, γίνεται πνέμα.

Τάνθος θαμπωτικό των παραδείσων

φουντώνει από τη φύτρα που την έχεις

μεσ’ στον κήπο, όποιο κήπο, το δικό σου.

Πάντα εισ’ εσύ, μ’ όποια όνειρα κι αν τρέχης,

των κορφών κυνηγέ και των αβύσσων,

αλυσόδετε με τον εαυτό σου.

                (ΤΑ  ΔΕΚΑΤΕΤΡΑΣΤΙΧΑ)

ΕΚ  ΒΑΘΕΩΝ

Χειμώνες με τα φρύδια τα κατεβαστά

και τ’ αγριεμένα,

οι Απρίληδες, τα πρόσωπα τα γελαστά,

τα ολανθισμένα,

 

Όλα σκληρά, ζωές, ψυχές, πώς να το πω-

τόποι, ώρες, χρόνια,

κόβω λουλούδι την αρρώστια, και καρπό

τα καταφρόνια.

 

Παιδί, και πάω, και δεν τα γνώρισα, τ’ αγνά

τα παιδιακίσια’

τα νιάτα μου αράχνες του τάφου στα λιγνά

τα κυπαρίσσια.

 

Το μέτωπό μου δεν το μύρωσε φιλί

καμιάς μητέρας’

η αγάπη από το πλάϊ μου έφυγε θολή

σαν από τέρας.

 

Του κόσμου με πατά και τ’ άλογο με μιας

και με συντρίβει’

μεσ’ στο καλύβι μου είν’ η γύμνια της ερμιάς,

μεσ’ στο καλύβι.

 

-Εσύ μονάχα μεσ’ στην κόλαση δροσιά

των παναθλίων,

βαθιά στο χρώμα και στη ρίζα χλωρασιά

των ερειπίων,

 

με τη σοφία της Σίβυλλας, με του παιδιού

την αθωότη,

ω Δέσποινα του ονείρου και του τραγουδιού,

στερνή και πρώτη!

Στου νου μου απαλογέρνεις την κακομοιριά

και της καρδιάς μου,

ω Μάννα, τη μονάκριβη παρηγοριά

σταλάζοντάς μου.

          ΠΟΛΙΤΕΙΑ  ΚΑΙ  Η ΜΟΝΑΞΙΑ)       

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

Και με πατεί κάθε αγριμιού και κάθε ανθρώπου φτέρνα,

κ’ είμαι μια χώρα και το φως με λούζει και η δροσιά,

σμίγουν αταίριαστες φωνές απάνου μου η ταβέρνα

πλάϊ πλάϊ κ’ η εκκλησιά.

 

Είδωλα, δαίμονες, ξωθιές, φαντάσματα, σκυλιά,

της νύχτας μέσα μου ο λαός κυλιέται και κουνιέται,

και μέσα στη χιλιόδιπλη καρδιά μου μιά σπηλιά,

κ’ ένας Χριστός γεννιέται.

         (ΔΕΙΛΟΙ  ΚΑΙ  ΣΚΗΡΟΙ  ΣΤΙΧΟΙ)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ:

Τα ποιήματα ανθολογούνται από

-Τόμους των Απάντων του Κωστή Παλαμά, εκδόσεις Μπίρης, Αθήνα χχ.

-Ανθολογία Κωστή Παλαμά., Επιλογή Κ. Γ. ΚΑΣΙΝΗ, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2004

-Ο ΤΑΦΟΣ- Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ- Ο ΠΡΩΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΩΝ, εισαγωγή- σημείωμα Ηλίας Λάγιος, επιμέλεια Χρήστος Α. Δάρρας, εκδόσεις Ιδεόγραμμα, Αθήνα 1998

-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, Σονέτα, φιλολογική Επιμέλεια Κάρολος Μητσάκης, εκδόσεις Γκοβόστη, Αθήνα 1994

Γιώργος  Χ.  Μπαλούρδος

Πειραιάς,

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2022

ΥΓ. Ούνα ράτσα διπλή φάτσα

 

      

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου