ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ
ΓΙΑ ΤΙΣ ΓΑΤΕΣ
ή
Οι
Ψιψινούλες σε δράση
Μνήμη Γιώργου Ιωάννου
Δύο υπήρξαν οι δίαυλοι επαφής και επικοινωνίας της γενιάς μου, (ή τουλάχιστον για μένα) αμέσως μετά την μεταπολίτευση, με τον φανταστικό και ονειρικό Κόσμο των Παραμυθιών. Τον Κόσμο των ανεξήγητων και αλλόκοτων θαυμάτων. Την απολαυστική γλωσσική ευφορία τους, την ακατέργαστη ή χειροποιημένη παραστατικότητά τους, την πολυχρόνια μαγεία τους. Υπάρχει μια παράξενη θελκτική αλχημεία μεταξύ του Κόσμου των Παραμυθιών και της Παιδικής φαντασίας και όχι μόνο. Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς παραμυθιολόγος για να νιώσει αυτήν την αίσθηση της μαγικής πραγματικότητας που αποπνέει ο Κόσμος των Παραμυθιών και εκχέεται με διάφορους τρόπους μέσα στην παιδική ψυχή και εξηρμένη φαντασία αλλά και των μεγαλύτερων. Στα άτομα με «αυξημένες» τις κεραίες ευαισθησίας τους που με αμείωτο ενδιαφέρον επιθυμούν να ακούσουν τους παραμυθάδες και τις παραμυθούδες να αφηγούνται τις παλαιές και νεότερες ασυνήθιστες ιστορίες τους. Διηγήσεις και αφηγήσεις μικρές ή εκτενέστερες, με τα μοτίβα και τα επεισόδιά τους, τις επιμέρους ενότητές τους, την «απόκοσμη» θεματολογία τους, τις πάμπολλες παραλλαγές τους από τόπο σε τόπο, από χώρα σε χώρα, ήπειρο σε ήπειρο. Κάθε παραμύθι ή κάθε ομάδα παραμυθιών ανήκει σε συγκεκριμένο οικότυπο. Στην δεδομένη περίπτωση αναφερόμαστε στα Ελληνικά Λαϊκά Παραμύθια και διηγήσεις από τον αφηγητή παραμυθά, ο οποίος με την μεγάλη και έντονη αφηγηματική του παραστατικότητα, σωματική του συμμετοχή και πολυχρωμία του ύφους της φωνής του, θυμίζει τον αρχαίο υποκριτή του αρχαίου ελληνικού θεατρικού τραγικού λόγου, έρχεται σε άμεση επικοινωνία, απευθείας με τον ακροατή ή ακροατήριο που έχει μπροστά του. Άμεση συγγένεια διαχρονικής καταγωγής της πολιτιστικής παράδοσης, που, αν αναλογιστούμε μάλιστα ότι πολλά μοτίβα και επεισόδια και διδαχτικά μηνύματα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας έχουν περάσει και στην υπόθεση των ελληνικών λαϊκών παραμυθιών μας αφήνει έκπληκτους. Σοφίες πανάρχαιου βίου και θρησκευτικές δοξασίες, μυθικές και ηρωικές μορφές, αρχαίων ανθρώπων συμβολισμοί και τεχνάσματα απέρρευσαν στον παραμυθιακό λόγο. Οι συγκριτικές εξετάσεις και μελέτες που μέχρι σήμερα έχουν δημοσιοποιηθεί, αποδεικνύουν περίτρανα την συνέχεια του αρχαίου κόσμου με τις μεταφυσικές δοξασίες τα ήθη και τα έθιμά του, αρχαίες των ελλήνων-ανθρώπων νοοτροπίες και συνήθειες οι οποίες επιβίωσαν στις νεότερες ιστορικά ελληνικές περιόδους. Ιδίως κατά τον μεσαιωνικό ελληνισμό, την βυζαντινή περίοδο και τα χρόνια της τούρκικης σκλαβιάς. Οι ειδολογικές κατατάξεις των μέχρι σήμερα καταγεγραμμένων Ελληνικών Λαϊκών Παραμυθιών και η ενδελεχής εξέταση της ύλης τους, μας αποκάλυψε ίχνη και βαδίσματα εθνολογικών και ανθρωπολογικών αναφορών, τόσο της μυθικής όσο και της ιστορικής περιόδου της αρχαίας ελληνικής παράδοσης και ιστορίας. Ελληνικής καθημερινότητας των Ελλήνων. Τόσο ο Γεώργιος Α. Μέγας, όσο και ο Νικόλαος Πολίτης, αλλά και σύγχρονοι επιστήμονες λαογράφοι, έλληνες εθνογράφοι όπως ο Δημήτριος Λουκάτος, ο Μιχάλης Γ. Μερακλής, ο Στίλπων Κυριακίδης αλλά και ο κλασικός φιλόλογος Ιωάννης Κακριδής μας μίλησαν για την επιβίωση των Αρχαίων Ελλήνων στον σύγχρονο Ελληνισμό, των Ελληνισμό των ημερών μας. Ιδιαίτερα ο ομότιμος καθηγητής Μιχάλης Γ. Μερακλής μας πρόσφερε σημαντικές και χρήσιμες εργασίες πάνω στην ιστορία και εξέλιξη του παραμυθιού, τις ξένες επιρροές του και τις ντόπιες παραλλαγές του, την εντοπιότητά του, τα διάφορα μοτίβα του τα οποία προέρχονται από ξένες επιδράσεις και καταγωγές. Αρκετά ακόμα ονόματα της ελληνικής λαογραφίας και ερευνητές της λαϊκής μας παράδοσης και του πολιτισμού ιχνογράφησαν τις διάφορες επιμειξίες των παραμυθιών, τις θεματικές τους προσμείξεις και αλλοιώσεις. Από τον πρώτο τους πυρήνα έως την τελική του μορφή και απόδοση από τον ταλαντούχο αφηγητή παραμυθά ή παραμυθού. Όπως γράφει ο Μ. Γ. Μερακλής, στην μελέτη του «Το Ελληνικό Παραμύθι»: «Η διεθνής έρευνα έχει κατατάξει σήμερα πάνω από 2.000 διαφορετικούς τύπους παραμυθιών, από τους οποίους οι 300 αφορούν μύθους ζώων, οι 900 τα καθαυτά παραμύθια και οι υπόλοιποι τις αστείες, τις ευτράπελες διηγήσεις.», σελ.47. «Τα Παραμύθια μας», Κωνσταντινίδης, Θεσσαλονίκη (1974). Και μόνο ο μεγάλος αυτός αριθμός διασωθέντων παραμυθιών και των παραλλαγών τους που κατέγραψαν και αποδελτίωσαν ξένοι διακεκριμένοι επιστήμονες, των οποίων οι Κατάλογοι αποτελούν διαχρονικό μοντέλο στην έρευνά μας, μας αποκαλύπτει τον πλούτο του θησαυρισμένου ή ίσως και αθησαύριστου ακόμα αυτού υλικού. Ο ελληνικός αυτός πλούτος της λαϊκής μας εθνικής παράδοσης είναι μία άμεση απάντηση του ελληνικού λαού στον θείο Πλάτωνα, ο οποίος μην εκτιμώντας τα παραμύθια, τα αποκαλούσε «Μυθεύματα γραώδη». «Εξετάζοντας με προσοχή τα μοτίβα και τους πρωταγωνιστές μέσα στο ελληνικό λαϊκό παραμύθι, θα δούμε ότι τα περισσότερα ανάγονται εξελικτικά στις αρχαϊκές κοινωνίες. Η αρχαία ελληνική κυρίως, Μυθολογία τροφοδοτεί πολλά νεότερα παραμύθια. Δεν βρίσκουμε μόνο λιγοστά, επί μέρους στοιχεία, που να έλκουν την καταγωγή τους από αρχαίους μύθους, αλλά, και ολόκληρες, απαράλλαχτες πολλές φορές, ιστορίες, που διαφέρουν μόνο ως προς τα ονόματα των ηρώων και τον τόπο, όπου εκτυλίσσεται η δράση.» Σημειώνει μεταξύ των ενδιαφέροντων άλλων στο συμμετοχικό κείμενό του «Οι ήρωες και τα μοτίβα στο ελληνικό λαϊκό παραμύθι» ο Ηλίας Κεφάλας, σ. 22. Περιοδικό Διαβάζω τχ.130/6-11-1985 Αφιέρωμα «Το Ελληνικό Παραμύθι», επιμέλεια Γιώργος Γαλάντης. Θερμές λοιπόν αφηγήσεις πολλές φορές αυτοσχεδιαστικές που από το προοίμιό τους κιόλας ανατρέπουν τη ορθότητα των κανόνων της τάξης του Κόσμου, την νομοτέλεια, την χρονική σειρά των συμβάντων της Φύσης. Τα Παραμύθια χωρίζονται σε τρείς μεγάλες κεντρικές κατηγορίες. Στα μαγικά, σε αυτά δηλαδή που κυριαρχεί το υπερφυσικό, εξωλογικό και παράλογο στοιχείο, το ονειρικό. Στα διηγηματικά, σε αυτά που, αν και δεν απουσιάζει το μαγικό στοιχείο και η ατμόσφαιρα, ο λόγος τους είναι πιο προσγειωμένος στο σήμερα. Στον παρόντα χρόνο και τόπο, στις συμβάσεις και τα αδιέξοδα του κόσμους μας, σε αυτήν την κατηγορία πλεονάζουν συνήθως οι ηθικές προτροπές και παραινέσεις καλού και ενάρετου βίου. Συναντάμε αρκετά ανεκδοτολογικά ιστορικά και κοινωνικά επεισόδια των ζώων των ανθρώπων, σε τοπικό επίπεδο και σε περιφερειακό. Εικόνες βίου από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Τέλος, έχουμε την κατηγορία των Θρησκευτικών παραμυθιών. Σε αυτήν την κατηγορία των παραμυθιών η χριστιανική θρησκεία και ορθόδοξη παράδοση με τις δοξασίες και τις προλήψεις της, τα ήθη και τα έθιμά της, το δόγμα και την χρηστότητα βίου των ατόμων πρυτανεύει στα θεματικά μοτίβα και επεισόδια. Δηλαδή έχουμε την επίκληση η παρουσία του Θεού, την σωτήρια εμφάνιση του Χριστού και της μητέρας του της Παναγίας, την εμφάνιση του κακού πνεύματος, του Διαβόλου είτε με την μορφή του είτε με το πρόσωπο ενός Δράκου. Σε αρκετά επεισόδια αυτής της κατηγορίας των παραμυθιών ο ήρωας δεν συνομιλεί μόνο με τα ιερά αυτά πρόσωπα αλλά και έχουμε την εμφάνιση αγγέλων και γίνονται θαύματα όπως διαβάζουμε στις ευαγγελικές ιστορίες της καινής διαθήκης και σε εκείνες της παλαιάς. Ένας ενιαίος ιστός υφαίνει και ενώνει το μαγικό στοιχείο, το εξωλογικό, το ιστορικό και κοινωνικό και το θρησκευτικό και «εκκλησιαστικό» με τους Ήρωες και τους Αντί-Ήρωες, τα πλάσματα της φύσης και τις αμέτρητες καταστάσεις και διαδραματιζόμενα μοτίβα στην θεματική ύλη των ελληνικών λαϊκών παραμυθιών. Στον Κόσμο των Παραμυθιών αναγνωρίζουμε πεντακάθαρα να αναπνέει και να κινείται να δρα ένας άγνωστός μας λαϊκός και αρχοντικός κόσμος μιάς αγροτικής και «πρωτόγονων» δοξασιών κοινωνία, με στοιχεία και πρακτικές βιωτής και πολιτιστικής και εθιμικής ζωής του σήμερα. Υπάρχει ένας «παμψυχισμός» διαφορετικών ειδών και μορφών ζωής του ανθρώπινου και ζωικού βασιλείου που ανάλογα με την περίσταση-την υπόθεση και τον χρόνο που αυτή εξελίσσεται, αλλάζουν ρόλους, παλεύουν μεταξύ τους ή ζουν ειρηνικά, μεταμορφώνονται, εχθρεύονται, κάνουν θαύματα ή λύνουν γρίφους και αινίγματα εκ μέρος του ανθρώπου. Τα Ελληνικά Παραμύθια, αφηγούνται απλές καθημερινές ιστορίες ανθρώπων, μεμονωμένων ατόμων ή των οικογενειών τους. Μας μιλούν για σκηνές ανθρώπινης καθημερινότητας, για παθήματα και βάσανα νέων κυρίως σε ηλικία αλλά και γεροντότερων, αναφέρονται στην φτώχεια τους, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην σπορά και στο θερισμό τους, στην εκμετάλλευσή τους από τους πλουσιότερους της κοινότητας. Μας δίνουν το στίγμα του τόπου της δράσης του ήρωα, την γλωσσική διάλεκτο που χρησιμοποιεί στις ομιλίες του, το όνομά του, την καταγωγή του, τις ρίζες του, τις φιλοδοξίες και τους καθημερινούς αγώνες επιβίωσής του. Μας μιλούν για την διαρκή επικοινωνία και συνομιλία με τα Ζώα της φύσης, για τις πολιτιστικές του συνήθειες, γάμοι, βαφτίσια, χωρισμοί, εορτές ονομαστικές, πανηγύρια αγίων, παραδοσιακούς χορούς, τρόπους διασκέδασης και εκτόνωσης. Για εργαλεία και μηχανήματα σποράς και θερισμού, για κοιμητήρια και εκκλησίες, για την δόμηση των σπιτιών της εποχής, τον προαύλιο χώρο, τα παρτέρια και τους κήπους με τα λουλούδια, τα περιβόλια. Μας αφηγούνται για συναντήσεις των ανθρώπων με σκοτεινές και παράξενες μορφές, με τελώνια και πλάσματα του Κάτω Κόσμου. Με Δράκους και Μάγισσες, με Νεραΐδες και Μάγους. Με λάμιες και αέρινα όντα των λιμνών και των ποταμών. Μας μιλούν για Βασιλιάδες και Βασίλισσες, πριγκιπόπουλα και πλούσιες πριγκιποπούλες που τις καταριόνται και τις βασανίζουν τις ναρκώνουν ή τις μεταμορφώνουν μωρές και κακές μητριές, αδερφές ζηλιάρες που θέλουν να καρπωθούν την περιουσία τους. Σκιαγραφούν ξανθομαλλούσες φτωχές κόρες, παρθένες και τίμιες, ευκολόπιστες ή θυγατέρες που απατούν τον άντρα τους, ερωτευόμενες τους φύλακές τους (τον Αράπη), καθότι φυλακισμένες μέσα στον γυάλινο πλούσιο πύργο τους. Μας μιλούν για Μοίρες και πλούσιους ηγεμόνες, για φτωχές γριές γυναίκες και ξωμάχους αγρότες. Για ψαράδες και ληστές, για κατήδες και υπηρέτες. Για αρχοντόπουλα και ιππότες περιπλανώμενους, για δαιμόνια και υπερφυσικές δυνάμεις που δρουν ανεξέλεγκτες, ανατρέποντας την φυσική ευταξία του κόσμου. Για Μοίρες που κλώθουν το νήμα της ζωής και μοιραίνουν τα μωρουδέλια στην ξύλινη κούνια να είναι καλότυχα, ευτυχισμένα, να καλοπαντρευτούν, να αποκτήσουν πολλά παιδιά και πλούσια αγαθά. Για θεόρατους Δράκους που βγάζουν πύρινες φλόγες από το στόμα τους και μεταμορφώνονται παίρνοντας μορφή ανθρώπινη, ερωτεύονται συζύγους ή θυγατέρες των ανθρώπων, παλεύουν για να τις κατακτήσουν δίνοντας το ανάλογο τίμημα. Για πλάσματα σκοτεινά που έχουν το βασίλειό τους στα βάθη της γης-τα οποία δεν εμφανίζονται συχνά μπροστά στους ανθρώπους, βρίσκονται κρυμμένα σε σπηλιές και λαγούμια, σε πυκνά και στοιχειωμένα δάση και φυλλωσιές, κοντά σε θαυματουργές πηγές και ποτάμια, σε μαγικά βουνά. Μας περιγράφουν διηγήσεις με ανυπόδητους και πάμφτωχούς μεροκαματιάρηδες, για γυναίκες που ξένουν, για άτομα που ξενιτεύονται για μια καλύτερη τύχη, καινούργια ζωή. Για συνομιλίες ανθρώπων με τα ζώα της φύσης, μεταμορφώσεις τους, για μαγικά δακτυλίδια και το αθάνατο νερό. Για πλάσματα του Κάτω Κόσμου που όταν το απαιτεί η περίσταση βγαίνουν στην επιφάνεια της Γης και επεμβαίνουν στις ζωές των ανθρώπων. Για μυστικά και φιλοδοξίες παράτολμες, εγωιστικές, άπληστες. Για παράξενα και αλλόκοτα όντα της φύσης που μιλούν με ανθρώπινη ομιλία, έχουν ανθρώπινο χαρακτήρα συμπεριφέρονται όπως ο άνθρωπος, αντιγράφουν επιθυμίες και ανάγκες ανθρώπινες, διαθέτουν αισθήματα και συναισθήματα ανθρώπινα. Διατηρώντας όμως την διπλή φύση τους. Για ανθρωπόμορφα τέρατα που κατοικούν στα βάθη των ωκεανών και έχουν μισό σώμα ανθρώπου και μισό ψαριού. Για καταστάσεις ανεξήγητες στο ανθρώπινο μυαλό που μπερδεύονται με την καθημερινότητά του, τροποποιούν τις επιλογές του θετικά ή αρνητικά. Για τον Ήλιο και το Φεγγάρι που οδηγούν τους ανθρώπους με τους ετήσιους και μηνιαίους κύκλους τους. Σχηματίζουν τους κύκλους των εποχών του χρόνου, επηρεάζουν τον βίο και καλλιεργούν ψευδαισθήσεις ή λυτρωτικές. Βοηθούν τις ανύπαντρες γυναίκες να παντρευτούν, τις άτεκνες να αποκτήσουν παιδί, τις στείρες. Δίνουν τις φυσικές τους ιδιότητες και εικόνα ως όνομα, σε πρόσωπα και τίτλους παραμυθιών. Γίνονται μοτίβα ιστοριών. «Ηλιογέννητη», «Φεγγαράς», «Ηλιοστάλαχτη», «Φεγγαροπρόσωπος, «Φεγγαροσκιαγμένος», «Αλαφροΐσκιωτος» κλπ. Σε αυτήν την ανεξάντλητη τοιχογραφία ηρώων και ηρωίδων, ανθρώπων και ζώων, φυτών και λουλουδιών, φτωχών και πλούσιων ατόμων, τσιγκούνηδων και γαλαντόμων, ζηλιάρικων συγγενών, όμορφων και άσχημων χαρακτήρων, φιλεύσπλαχνων και σκληρών, βλέπουμε βασιλιάδες και πριγκιπόπουλα να παντρεύονται κοινές φτωχές θνητές και το αντίθετο. Αγρότες να συμπεθεριάζουν με ηγεμόνες. Ξανθομαλλούσες πριγκιποπούλες και του λαού θυγατέρες και κακές μάγισσες που τις ζηλεύουν για την ομορφιά τους. Για παλικαρόπουλα που λύνουν αινίγματα και κάνουν ανδραγαθήματα για να κερδίσουν την καρδιά της αγαπημένης τους και κερδίζοντας τον βασιλικό θρόνο. Για παρθένες κόρες που ερωτοτροπούν και κυοφορούν πριν τον γάμο τους. Για πεθερές που βασανίζουν τις νύφες τους. Για μητριές μανάδες που μηχανορραφούν εις βάρος των θετών παιδιών τους. Για μανάδες που θυσιάζονται για τα παιδιά τους. Για στείρες παντρεμένες γυναίκες που παίρνουν το σερνικοβότανο για να αποκτήσουν το πολυπόθητο αρσενικό παιδί. Για γριές μάγισσες και απόκοσμους μάγους που ετοιμάζουν τα διάφορα φαρμακευτικά ή δηλητηριώδη μαντζούνια τους στην σκοτεινή τους κάμαρα. Για φυτά που ψηλώνοντας τόσο ώστε η κορφή τους φτάνει μέχρι τον ουρανό, γίνεται σκάλα που την ανεβαίνουν ήρωες και παιδιά. Για λουλούδια που μεταμορφώνονται. Για ζώα του αγρού, για χήνες που γεννούν χρυσά αυγά. Για πάπιες που κλωσούν ξένα κλωσσόπουλα και μεγαλώνοντας αποκτούν μαγική δύναμη και ισχύ. Για διάφορα οικόσιτα ζώα, όπως κότες, πετεινάρια, πρόβατα, αρνιά, λαγούς και κουνέλια, σκυλιά και γάτες, βόδια και ταλαιπωρημένα από τον κάματο της ημέρας γαϊδουράκια, για υπερήφανα άτια, για βατράχους που κοάζουν νυχθημερόν. Για σπιτικά φίδια και σαύρες που περπατούν στις οροφές των σπιτιών φέρνοντας γούρι στους ιδιοκτήτες. Για ετοιμόρροπες καλύβες με μισοσβησμένη την στια. Για φίδια και μικρά ερπετά, έντομα, σκαθάρια, ποντίκια και μερμήγκια, μέλισσες και σφίγγες, χελώνες και άλλα είδη. Για άγρια ζώα της φύσης που ζούνε μόνα, σε απάτητο από τους ανθρώπους περιβάλλον, σε πυκνά δάση τα οποία όταν το απαιτήσουν οι ανθρώπινες ανάγκες, επικοινωνούν ήρεμα και ομαλά με τους ανθρώπους, συνομιλούν μαζί τους την ίδια γλώσσα, τους βοηθούν στις δύσκολες στιγμές και περιστάσεις, στις αγροτικές τους δουλειές, στην επίτευξη των ονείρων τους. Ζώα που διαθέτουν μαντικές ικανότητες. Λιοντάρια, Λύκοι, Αλεπούδες, Τσακάλια, Αρκούδες, Ελάφια και άλλα είδη του ζωικού βασιλείου περνούν μπροστά στα μάτια μας, «φωνήεντα» ζώα μετέχουν και διαμορφώνουν την πλοκή και την εξέλιξη της παραμυθιακής ιστορίας στο σύνολο της πανοραμικής της αποτύπωσης. Οι άνθρωποι ζητούνε χάρες από αυτά, εξυπηρετήσεις στα προβλήματά τους, βοήθεια στις δράσεις τους, συμπαράσταση στην προσπάθειά τους να παντρευτούν. Τα ξεγελάνε ή τα φροντίζουν το ίδιο πράττουν και τα Ζώα. Τους χρωστούν ευγνωμοσύνη κρατούν τους όρκους τους, απαιτούν την τήρηση των υποσχέσεών τους. Ζουν ανάμεσά τους, περιφέρονται μέσα στα πόδια τους, στα αγροτόσπιτά τους, κατοικούν στους κήπους και τα χωράφια τους, γίνονται πιστοί σύντροφοι και ακόλουθοί τους. Είναι και αυτά μέλη των οικογένειών τους. Σε αρκετά Παραμύθια ο νέος μοναχογιός παρακούει τις εντολές της φτωχής γριάς μάνας του και αντί με τα λίγα χρήματα που κερδίζει να φέρει φαγητό στο σπίτι και να τραφούν, εκείνος στα ταξίδια του-προς ανεύρεση αγοραστών των ελάχιστων προϊόντων του,- σπαταλάει το ελάχιστο εισόδημα για να απελευθερώσει από την βία παιδιών γάτες, σκύλους, φίδια, με αποτέλεσμα να μένει και εκείνος και η γριά μάνα του νηστικοί, που όταν το πληροφορείται καταριέται τον ακαμάτη μοναχογιό. Οι ιστορίες με τα Ζώα μέσα στα Παραμύθια, διαθέτουν πολλά και συχνά επίπεδα ουσιαστικής φιλοζωίας και αγάπης προς την Φύση. Αλλά και αυτά, τα Ζώα, τηρούν τις υποσχέσεις τους προς τους ανθρώπους, τους στέκονται αρωγοί, βοηθοί με πολλούς τρόπους, αλλάζοντας μορφή, χρησιμοποιώντας τις σωματικές τους δυνάμεις, θυσιάζουν την ίδια τους την ζωή, δεν φυγομαχούν δεν δειλιάζουν για ίδιο συμφέρον. Ή πάλι, χρησιμοποιούνται από Μάγους και Μάγισσες από άλλες αρνητικές προς τους ανθρώπους δυνάμεις, Νεράϊδες ή Άρχοντες στην βοήθειά τους να καταστρέψουν ότι έργο επιδιώκει ο άνθρωπος. Μεταμορφώνονται συχνά παίρνοντας μορφή ανθρώπου και πλαγιάζουν με νεαρές πεντάμορφες θυγατέρες, κάνουν απογόνους μαζί τους. Είναι ερωτικοί αντίζηλοι των ανθρώπων, αποκρύπτοντας το πραγματικό τους πρόσωπο, την φύση. Στο πλούσιο και πολύχρωμο αυτό ταμπλό των Παραμυθιών, πουλιά ταξιδιάρικα μεταφέρουν μηνύματα, πελαργοί και περιστέρια προειδοποιούν για τις αλλαγές του καιρού. Πτηνά με χαριτωμένα πετάγματα και βάδισμα πιάνουν κουβεντολόι με τους ανθρώπους, μοιράζονται τα μυστικά τους, λύνουν μαζί γρίφους, χρησιμοποιούν το ίδιο λεξιλόγιο πέρα από το δικό τους. Αποκτούν διπλή φύση όπου το απαιτεί η ανάγκη της πλοκής. Απαντούν σε ερωτήσεις, λύνουν αινίγματα, συμβουλεύουν. Ακόμα, κοινωνούν και συνομιλούν με τα άλλα είδη ζώων που, στην φύση δεν είναι εύκολο να συνυπάρξουν, ή μάλλον ανήκουν σε εχθρικό στρατόπεδο. Στα Παραμύθια η σχέση του ανθρώπου με την κοινωνία των ζώων, την ίδια την φύση τους, είναι μία άλλη οικεία διαβάθμιση κοινωνίας ζωής με τους δικούς της κανόνες και αξίες, ενταγμένη ομαλά στην ανθρώπινη κοινωνία και περιβάλλον, διαμορφώνοντας το κλίμα της αφήγησης. Άλλες φορές τα Ζώα κοροϊδεύουν τους Ανθρώπους για τις γκάφες και τα λάθη τους, τους περιπαίζουν αλλά αυτό δεν αναιρεί την θετική συνεισφορά τους. Μια κοινωνία ζώων και φαρμακευτικών φυτών, λουλουδιών με πολλά αρώματα, πουλιών, ψαριών των λιμνών και κοίτη των θαλασσών, παράξενων πλασμάτων και υπερφυσικών φαινομένων. Πέρα από τα πλάσματα, τους ζωντανούς οργανισμούς της Φύσης, η θεματική και τα μοτίβα των Παραμυθιών, τουλάχιστον όσον έχουν τις ανάλογες θεματικές, εμπλουτίζεται και από σκοτεινές σκιές και μορφές παράξενες, εικόνες δεισιδαιμονικές, προλήψεις και προκαταλήψεις θρησκευτικής αντίληψης, διάφορα μάλλον εμβόλιμα, ασυνήθιστα περιστατικά, με τα οποία είναι πλασμένη η πολύπτυχη φαντασία του λαϊκού ανθρώπου και δομείται ο βίος του. Μικρές παραβολές και παρεμβολές, αντίστοιχες αλληγορίες, υπερβολές αφήγησης και υπερτονισμοί συμβάντων για έναν και μόνο σκοπό. Την παιδαγωγία και την ακουστική και αναγνωστική τέρψη του ακροατή παιδιού, νέου, μεγαλύτερης σε ηλικία ατόμου. Απόλαυση της ψυχής και της φαντασίας τους. Προλήψεις και δεισιδαιμονίες, αφηγήσεις ανώνυμων λαϊκών ανθρώπων, πιστεύων κοινωνικών και μεταφυσικών των παλαιών πρωτόγονων- αγροτικών κοινωνιών στην Ελλάδα και άλλων χωρών και εθνών της υφηλίου. Περιπέτειες φαντασίας των ανθρώπων οι οποίες είναι κεντρικά και περιφερειακά μοτίβα, τα οποία μεταφέρονται στην ύλη και τις σελίδες των Παραμυθιών. Σε λαούς και κοινωνίες οι οποίες δεν οικοδόμησαν ακόμα τον δικό τους αστικό πολιτισμό και ανάλογες συνήθειες. Δεν έχουν ενταχθεί σε αστικό ιστό κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας. Σε αστικά πολιτιστικά πλέγμα αρχών και αξιών. Γιαυτό και τα μοτίβα τους και η θεματολογία τους, πολλά τους επεισόδια επαναλαμβάνονται ή μεταφέρονται από χώρα σε χώρα, από γεωγραφικό τόπο και περιοχή σε γεωγραφική επικράτεια. Την αλληλεπίδραση αυτή του αφηγηματικού λόγου των Παραμυθιών, την συναντάμε αρκετά συχνά στα κράτη της Βαλκανικής χερσονήσου και από ηπειρωτική σε νησιώτικη ελληνική περιοχή. Γεωγραφικό διαμέρισμα. Εξ’ ου και οι πάμπολλες παραλλαγές στα μοτίβα, το ύφος, την γλώσσα, το λεξιλόγιο.
Τα Παραμύθια, δεν προέρχονται από την λόγια γραφίδα και φαντασία ενός συγγραφέα πχ. ενός Τζώρτζ Όργουελ. Δες το μυθιστόρημά του «Η Φάρμα των Ζώων», αλλά από την φωνή και τα ανώνυμα χείλη, τα επίπεδα βαθειάς φαντασίας του απλού αγράμματου λαού, με μεγάλη όμως σοφία ζωής και αξιών, η οποία αντλείται από την παρατήρηση της φύσης και της κάθε μορφής και είδος, κατηγορία ζωής που ζει δρα και αναπνέει μέσα της. Από την δεξαμενή φαντασίας απλών μεροκαματιάρηδων ανθρώπων, ξωμάχων, φτωχών, απλοϊκών γυναικών, καλοκάγαθων γιαγιάδων των κοινωνιών της ελληνικής υπαίθρου. Τον κόσμο τον αγροτικό, της αγροτικής οικονομίας με τις συνήθειες του, τις ασχολίες και καθημερινές αντιξοότητες και δυσκολίες, τα όνειρα και τις φιλοδοξίες, την αντιμετώπιση των φυσικών συνθηκών, αυτό το περιβάλλον καθρεπτίζει ο προφορικός λόγος των Παραμυθιών. Αυτόν μας περιγράφει με γλαφυρότητα, χάρη και ειλικρίνεια, παραστατικότητα. Γιαυτό το Παραμύθι-αν το δούμε και το εξετάσουμε σαν σύνολο προφορικών αφηγήσεων, εννοώ αριθμητικά, (Ο Κώστας Καφαντάρης στην δίτομη Ανθολογία του Ελληνικών Λαϊκών Παραμυθιών, μας παρουσιάζει 252 Ελληνικά Λαϊκά Παραμύθια. Ανάλογη μικρότερης αριθμητικής ποσότητας μας παρουσίασε και ο πεζογράφος Γιώργος Ιωάννου, ο Γεώργιος Α. Μέγας και άλλοι ανθολόγοι παραμυθιολόγοι) δεν διαθέτει μεγάλη ποικιλία. Δράση ναι, σκιαγράφηση χαρακτήρων ναι, ηθικές προτάσεις να, ενδεχομένως συντηρητική προοπτική στην διδασκαλία του ναι, αλλά ποικιλία μάλλον όχι. Δεν αναφέρομαι στην πολυχρωμία των συμμετεχόντων. Τα μοτίβα του είναι συγκεκριμένα, αρκετές φορές ομοιόμορφα, μονοθεματικά μάλλον. Αν δούμε εν συνόλω τα Ελληνικά Λαϊκά Παραμύθια που διέσωσαν ξένοι και έλληνες λαογράφοι και αυθεντικοί ποιητές και ποιήτριες παραμυθάδες και παραμυθούδες, συλλέκτες κληροδοτημάτων του λαϊκού πολιτιστικού υλικού της ελληνικής παράδοσης, βλέπε Διαλεχτή Ζευγώλη Γλέζου και άλλοι, έχουν μία συχνή επαναληπτικότητα. Ακόμα και οι παραλλαγές από τόπο σε τόπο ενδεχομένως να μην προσθέτουν τίποτα, πέρα από την διάσωσή τους σε διαφορετική γεωγραφική περιοχή. Συναντάμε και διαβάζουμε τα ίδια θέματα, αλλάζοντας τον τίτλο του Παραμυθιού ή έχουμε το ίδιο μοτίβο σε διάφορες παραλλαγές με ελάχιστες αμυδρές προσθοαφαιρέσεις. Είτε εντός των γεωγραφικών ελληνικών εθνικών ορίων (Έχουμε αφηγήσεις από την Κωνσταντινούπολη, την Σμύρνη κλπ.) είτε στον ευρύτερο Βαλκανικό χώρο. Ορισμένα μάλιστα Παραμύθια, μάλλον προέρχονται, έχουν την πηγή τους σε ξένες πηγές παραμυθιών, μια και η ύλη τους ομοιάζει με εκείνων. Βλέπε πχ. την εργασία του Μ. Γ. Μερακλή πάνω στις «Παρατηρήσεις στο Παραμύθι της Ξανθομαλλούσας». Την μελέτη του Πρεβεζιάνου φιλόλογου Ευάγγελου Αυδίκου, «Το λαϊκό Παραμύθι» θεωρητικές προσεγγίσεις, εκδ. Οδυσσέας 1994. Πέρα όμως από τα σχετικά περί Καταγωγής και Προέλευσης των Ελληνικών Λαϊκών Παραμυθιών, την Μορφολογία τους, τις πρωτογενείς πηγές τους, την επιστημονικά φροντισμένες εκδόσεις τους ή τις αντίστοιχες λαϊκές βλέπε το άρθρο του Βασίλη Δ. Αναγνωστόπουλου, «Λαϊκές εκδόσεις των Παραμυθιών», σ.50- 52 στο αφιέρωμα του περιοδικού «Διαβάζω», τα Ελληνικά Λαϊκά Παραμύθια μας καταγράφουν, απεικονίζουν καθημερινές ιστορικές στιγμές της ελληνικής επικράτειας, ενός ελληνικού ιστορικού περιβάλλοντος του Έλληνα ανθρώπου και των συνήθειών του, των πιστεύων του και των ασχολιών του εκείνες τις περιόδου. Δηλαδή της μεσαιωνικής, βυζαντινής και προεπαναστατικής ελληνικής περιόδου αλλά και μεταγενέστερα μετά την εθνική παλιγγενεσία του 1821. Έχουμε το καθρέφτισμα μιάς ιστορικής και κοινωνιολογικής εξεταζόμενης ελληνικής πραγματικότητας, συμπεριφορών και αντιδράσεων, προβολών τους πάνω στα ήρεμα και άγρια ζώα της φύσης, στην ύλη των Παραμυθιών, όπως αντίστοιχα αναγνωρίζουμε (παρόμοια μοτίβα) σε έλληνες πεζογράφους της ελληνικής ηθογραφίας. Βλέπε Ανδρέας Καρκαβίτσας, νησιώτικου κλίματος βλέπε κυρ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ή μεταφερόμενη η ηθογραφική αυτή πραγματικότητα στις εργασίες- όσον αφορά τον φυσικό πλούτο την Αττική Γη, τον καταγραφέα και διασώστη, συγγραφέα Δημήτριο Καμπούρογλου. Γαμήλιες συνήθειες, ανατροφές αγοριών και θυγατέρων, εκμετάλλευση παιδιών, διαζύγια και έχθρες, θεσμός της προίκας, δοξασίες θρησκευτικές, λαϊκές επινοήσεις επιβίωσης, εφευρετικότητα και κουτοπονηριά, κουτσομπολιά, ερωτικές και της αγάπης των νέων και νεανίδων της αγάπης πανάρχαιες συνήθειες. Δειλά φλερτ και νοοτροπίες Ελλήνων και Ελληνίδων, φοβίες και πάθη, μίση, αμφιβολίες, αιδημοσύνη. Μηχανορραφίες για την απόκτηση της γονικής και προγονικής περιουσίας. Κληρονομιές που χάνονται από δολοπλοκίες συγγενικών προσώπων. Κλοπές και αθέμιτος πλουτισμός ο οποίος προέρχεται και από μαγικές ιδιότητες των ενδιαφερομένων. Κάποιο μαγικό λυχνάρι τριβόμενο θα εμφανίσει ένα Τζίνι ή έναν Αράπη δούλο, ο οποίος θα εκτελέσει τις οδηγίες του αφέντη του και θα υλοποιήσει τις επιθυμίες του. Επιθυμίες οι οποίες περιστρέφονται γύρω από την απόκτηση υλικού πλούτου και καλύτερου επιπέδου ζωής, προστασίας των γηρατειών. Το χτίσιμο ενός πολυτελέστατου Παλατιού που θα κατοικήσει το νιόπαντρο ζευγάρι, ή θα σαγηνεύσει τον βασιλιά και θα δώσει την μοναχοκόρη του σύζυγο στον φτωχό ξωμάχο πραγματοποιείται από μαγικές παρεμβάσεις πνευμάτων φυλακισμένα μέσα σε μικρά οικιακά σκεύη.. Έχουμε και την περίπτωση που τα Τζίνι ξεγελούν το φτωχό παλικάρι και το φυλακίζουν πρόσκαιρα, για να αποκτήσουν την δική τους ελευθερία. Ή πάλι ο Αράπης δούλος που απελευθερώνεται, βγαίνει από το λυχνάρι ξεγελά τον αφέντη του και τα φτιάχνει με την βασιλοπούλα γυναίκα του φυλακίζοντας τον απατημένο σύζυγο και ζώντας μαζί της σε ένα χρυσό παλάτι. Συζυγικές απιστίες (κερατώματα) σε Παραμυθιακή έκδοση. Η πονηράδα και η εξυπνάδα, η επινοητικότητα και οι δισταγμοί, οι αμφιβολίες, ο συμφεροντολογισμός, η κουτοπονηριά, η υπομονή και η καρτερία, η δολοπλοκία και η αρετή, τα βάσανα και οι κακουχίες, ο πλουτισμός και η πείνα, η ποιότητα του χαρακτήρα και η ηθική του υπόσταση είναι κοινά, όλα μπλέκονται στους ανθρώπους της εποχής-τους έλληνες και τις ελληνίδες όσο και στο βασίλειο των Ζώων. Σε άρχοντες και αρχόμενους. Μόνο τα Ζώα δεν καταριούνται όπως πολύ συχνά κάνουν οι γηραιότερες γυναίκες και μανάδες, γιαγιάδες μέσα στα Παραμύθια. Αυτήν την συνήθεια το ζωικό βασίλειο την αφήνει στο ανθρώπινο. Στα παραμύθια, αναγνωρίζουμε ελληνικές ιστορικές και κοινωνικές περιπέτειες, μεταφυσικές δοξασίες, θρύλους και θρησκευτικά πιστεύω, τελετουργίες. Τον αληθινό Ιστορικό Ελληνικό Κόσμο των διαφόρων και διαφορετικών αλληλεπιδράσεων αφηγείται από γενιά σε γενιά το Παραμύθι. Αυτόν τον Κόσμο τον Μικρό τον Μέγα, με τα πνευματικά και πολιτιστικά δρώμενα, εθιμικά κληροδοτήματα και αρχές, διατηρεί στον χρόνο και εξιστορεί στην μνήμη των ανθρώπων από τόπο σε τόπο, κεντρίζοντας την αχαλίνωτη φαντασία του Έλληνα. Το Παραμύθι είναι σπλάχνο από τα κοινωνικά σπλάχνα της ελληνικής αγροτικής κοινωνίας και των τρόπων ζωής της. Μια άλλη αίσθηση της Ζωής για εμάς τους μικροαστούς και αστούς (ίσως ακόμα «πρωτόγονης» και συντηρητικής, αγροτικής) του εξωτερικού παρθένου Φυσικού περιβάλλοντος, των αινιγματικών και ανεξήγητων μυστικών κανόνων, για αυτά μας μιλούν οι παράδοξες και αλλόκοτες αυτές μικρές αφηγήσεις και ιστορίες. Για αντοχές και δυνάμωμα της ανθρώπινης θέλησης στον αγώνα της για επιβίωση μέσω μιάς άλλης ηθικής και στάσης ζωής, πλησιάσματος και ερμηνείας της φυσικής πραγματικότητας, των φυσικών φαινομένων. Μιάς εξέλιξης μπρος πίσω στον χρόνο,-ο χρόνος στα παραμύθια δεν είναι συνήθως γραμμικός- πάνω κάτω σε ουρανό και γη, μέσα και έξω της ψυχής του ανθρώπου, αν και συμβαίνουν τώρα. Ονειροφαντασίας και σκληρής κοινωνικής, ιστορικής και φυσικής πραγματικότητας. Παράλογων και λογικών καταστάσεων του Κόσμου μαζί, οικειότερης κατανόησής του και αποφυγή των κινδύνων του. Το Παραμύθι μας μιλά για μια άλλη ηθική ζωής και του ανθρώπου και των ζώων δικαιοσύνη, για μία ισορροπία συμβίωσης των περιορισμένων δυνάμεων της ανθρώπινης ύπαρξης και των ανεξέλεγκτων δυνάμεων της Φύσης. Αλληλοσεβασμού. Του ανθρώπου που αφουγκράζεται ή μετέχει στα Θεία Δώρα του ουρανού και της γης από την στιγμή της γέννησής του έως την θανή του. Της Φύσης με τον ανατροφοδοτούμενο πλούτο ζωής της, τους δικούς της μηχανισμούς και άλλοτε ειρηνική άλλοτε φουρτουνιασμένη και σκοτεινή εκφραστικότητά της. Την προαιώνια τροφό του ανθρώπου και των άλλων ειδών με τον καρποφόρο πλούτο της πανίδας και της χλωρίδας της. Ακούγοντας την αφήγηση ενός Παραμυθιού δεν την ακούς μόνο με τα αυτιά σου αλλά συμμετέχεις με όλες τις αισθήσεις σου. Σωματικές, ψυχικές, πνευματικές. Οι εντυπώσεις της εξιστόρησης είναι βαθιές στον ακροατή, οι δροσοσταλίδες της αφήγησης του προφορικού παραμυθιακού λόγου πηγάζουν από τα βάθη της λαϊκής συνείδησης, σαν δροσεροί πίδακες αναπηδούν από έναν άλλον μυστικό κόσμο με τα δικά του αινίγματα και θαυμαστά γεγονότα.
Τα Παραμύθια προσέφερναν και εξακολουθούν να προσφέρουν ακόμα και σήμερα,-θέλω να πιστεύω-χαρά και ευεξία, σε παιδιά και μεγάλους. Σήμερα που οι ανθρώπινες Κοινωνίες έχασαν τους περισσότερους βαθμούς της ευαισθησίας τους, απεμπόλησαν μέγιστο μέρος του ρομαντισμού τους, της απλότητάς τους, της αθωότητας τους, ακόμα και της αφέλειάς τους. Ο λόγος των Παραμυθιών μας προσφέρει μία λαϊκής διδαχής βιώσιμη σοφία, μια ανθρωποσοφία που λειτουργούσε οργανικά κάποτε μέσα στο κοινωνικό σώμα. Ένας λόγος καταιγίδα αποκαλυπτικών θαυμάτων, παράτολμων εμπειριών, καλλιέργεια σκόπιμων ή μη συμπτώσεων για την επίτευξη του καλού σκοπού. Έχει αξιοζήλευτες περιγραφές τρόπου ζωής, ξένων στους καινούργιους τρόπους και ρυθμούς και εικόνες ζωής μας των αφιλόξενων πόλεών μας. Πώς να μιλήσεις σήμερα στο νέο άτομο για σκιάχτρα και παγανά, για ερπετά γουρλίδικα που περιφέρονται στις ξύλινες οροφές των σπιτιών. Για ηθικές βάσεις κοινές σε όλο το ζωικό βασίλειο. Για ανάγκη υπεράσπισης αξιών και συμπεριφορών μας. Οι κλιμακωτές ιστορίες του μας προσφέρουν ακόμα ίσως, μια περισσότερο φιλόξενη προσέγγιση (έστω σε λίγους, σε μικρές ομάδες ανθρώπων) ερμηνεία κατανόησης του Κόσμου μας. Είτε ως χρυσό κόσμημα είτε ως μπρούτζινο.
Η αμάχη μεταξύ ανθρωπίνων και φυσικών δυνάμεων, η πάλι μεταξύ του καλού και του κακού, οι μεταφυσικές επεμβάσεις, οι ουρανοκατέβατες εμφανίσεις εξωλογικών όντων, αγγέλλων, οι σκοτεινές δυνάμεις της φύσης που επεμβαίνουν και ανατρέπουν την ανθρώπινη λογική και κοινωνική ισορροπία είναι το γενικό και ευρύ περίγραμμα των Παραμυθιών. Μαζί με τις σωτήριες παρεμβάσεις Ζώων, εχθρικές των Στοιχειών και των Στοιχείων της Φύσης, των παιχνιδιάρικων Ξωτικών, που αλλάζουν ευτράπελα την τάξη των συμπεριφορών μας. Επικλήσεις σε Ζώα για βοήθεια από τον άνθρωπο, Προσφωνήσεις και συμπερασματικά μηνύματα, περιπέτειες παθημάτων των Ανθρώπων μια άλλης όχι και τόσο μακρινής εποχής, μας εξιστορούν τα Παραμύθια. «Μια φορά κι έναν καιρό…» αρχίζει η αφήγηση των Παραμυθιών, παραλίγο να έγραφα «Τω Καιρώ εκείνω…», θέλοντας να αφηγηθώ μία περιπέτεια ανθρώπινη από άλλου είδους «συναξαριστές». Η αρχή του Παραμυθιού γίνεται με παραμυθιακούς στίχους, ή το προοίμιο είναι μία μορφή «παιδικού στίχου» και η αφήγηση τελειώνει με το γνωστό «Ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα». Υπάρχουν και περιπτώσεις Παραμυθιών που έχουν σαν επιμύθιο την άρνηση της λογικής εξήγησης της ιστορίας, της ψευδής κατάθεσης τους που μας αφηγήθηκαν και μας το δηλώνουν στο τέλος. Τελειώνει τον λόγο του ο αφηγητής, βλέπε πχ. το παραμύθι «Τα κορακίστικα»: «Μηδ’ εγώ ήμουν εκεί, μηδέ σεις να το πιστέψετε». Κλπ. Ενώ άλλα παραμύθια δεν έχουν επιμύθιο, κλείνει η ιστορία με την επίτευξη του σκοπού και την ευτυχία των Ηρώων, συνήθως νεόνυμφων, και της αλλαγής της οικονομικής και κοινωνικής τάξης που μέχρι πρότινος άνηκαν. Ας μην λησμονούμε ότι τα Παραμύθια, είτε αναφέρονται σε βασιλιάδες και βασίλισσες, είτε σε φτωχούς και πάμφτωχους, είτε σε ζώα, είτε σε ξωτικά και δράκους έχουν πάντα αίσιο και αισιόδοξο τέλος. Στόχος της έκβασης είναι η νίκη του Καλού εναντίον του Κακού στον διπολικό Κόσμο μας. Και η συμβολική ερμηνευτική τους είναι πάντοτε ανθρωποκεντρική. Ίσως και για αυτόν τον λόγο ο Βασίλης Αναγνωστόπουλος στο βιβλίο του «Τέχνη και Τεχνική του Παραμυθιού», εκδ. Καστανιώτη 1997, επιμένει στην διδασκαλία του στα παιδιά του νηπιαγωγείου και του δημοτικού. Βλέπε σχετικά κεφάλαια. «Είναι ανάγκη λοιπόν ανάμεσα στις άλλες εκπαιδευτικές διαδικασίες να πάρει την πρέπουσα θέση της και η αφήγηση μέσα στο σχολείο και ανάγκη να διδαχθεί η τεχνική της.», σ.183. Μυθολογούσα συνείδηση στα Παραμύθια έχει πάντα ο άνθρωπος, το γυναικείο πρόσωπο, κατ’ επιλογή η μεγάλη και φτωχή φαφούτα γιαγιά που γνέθει την ρόκα της δίπλα στο τζάκι. Το σύμπαν των παραμυθιών είναι σχηματικά δομημένο σε ένα δίπολο. Δηλαδή οι πρωτεύοντες και δευτερεύοντες Ήρωες και Ηρωίδες ανήκουν σε αντίθετα πάντα ζεύγη. Βασιλιάδες και Φτωχοί, Αγρότες και Ψαράδες. Βασίλισσες και Φτωχές πεντάμορφες Κόρες. Ρακένδυτες γυναίκες του λαού και Αριστοκράτισσες. Καλοί Άρχοντες και Κακοί Βεζίρηδες. Νεραΐδες και κακές Μάγισσες. Μανάδες και Μητριές. Καλός αδερφός δίπλα σε κακό αδερφό. Όμορφες υπάρξεις δίπλα σε Κακάσχημες. Καλός χαρακτήρας σιμά στον κακό που τον επιβουλεύεται. Δύο πανάρχαια σχήματα Ζωής και ερμηνείας της. Ο λόγος των Παραμυθιών προέρχεται από την ανώνυμη φαντασία, την λαϊκή αυθεντικότητα των απλών ανθρώπων της υπαίθρου. Της Ελληνικής επαρχίας αλλά και ορισμένων μεγάλων πόλεων ή κεφαλοχωριών. Οι Βασιλιάδες και οι Βασίλισσες, οι Δράκοι πλεονάζουν σαν θεματικό μοτίβο, τα Στοιχειά με θεϊκές θαυματουργικές ιδιότητες. Σε ορισμένα έχουμε εκτός από την επίκληση στις θεϊκές ουράνιες δυνάμεις, στον Θεό και προτροπή για βοήθεια και συμπαράσταση από τον Χριστό ή την Παναγία. Η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο. Οι Ήρωες είναι πολυμήχανοι όπως ο αρχαίος Οδυσσέας. Οι ερωτήσεις έχουν σαφήνεια, οι απαντήσεις είναι συνήθως λακωνικές. Τα διαλογικά μέρη δεν καταλαμβάνουν και μεγάλη έκταση έναντι των αφηγηματικών μονολόγων. Η γλώσσα εκφράζει την εποχής τους. Τους ιδιωματισμούς της χρονικής περιόδου και της γεωγραφικής τοποθεσίας. Δημοτική της υπαίθρου με τους σκληρούς ιδιωματισμούς της, τους ιδιαίτερους συντακτικούς χρωματισμούς της. Τα Παραμύθια είναι συνήθως μικρά, σύντομα, δίχως να αποκλείονται και τα πολυσέλιδα, οι μεγάλης πνοής αφηγήσεις. Τα συμβάντα επαναλαμβάνονται από περιοχή σε περιοχή από γεωγραφική τοποθεσία σε γεωγραφική τοποθεσία χωρίς να χάνουν τον κεντρικό αφετηριακό διδαχτικό στόχο τους.
Να υπενθυμίσουμε για άλλη μία φορά, έστω και κουραστικά ότι η παρουσία των διαφόρων Ζώων είναι συχνότατη. Θρύλοι ζώων που σίγουρα μια ιστορική περίοδο κατοικούσαν σε αυτόν τον τόπο. Τα συναντούσε ο Έλλην Άνθρωπος. Οι παρεμβάσεις τους άλλοτε είναι καταστροφικές και άλλοτε σωτήριες για τους ανθρώπους, όσο μικρά και αν είναι, πχ. ποντίκια, βατράχια, όσο άγρια, πχ. λιοντάρι, λύκος, όσο ανεξάρτητα και ελεύθερα πχ.. αλεπού. Η πάντα πονηρή κυρία Μάρω έχει την θέση της στις σελίδες των παραμυθιών δανείζει τον χαρακτήρα και την ταυτότητα της. Ένα δίπολο πάντα σχήμα με τον αντίστοιχο ηθικό κώδικα και αξίες, συμπεριφορές όπως έχουμε μέσα στα ανθρώπινα περιβάλλοντα. Παρόμοια καθρεφτίζονται και οι οικογένειες των άλλων όντων άγριων ή ειρηνικών της Φύσης. Με συγκεκριμένους ρόλους, κοινωνικές ιεραρχήσεις, καθορισμένους τρόπους επιβίωσης και συνύπαρξης, συμπεριφοράς. Ζώα και Άνθρωποι μετέχουν στην αμάχη μεταξύ του ανθρώπινου όντος και της φύσης στο ποιος θα κυριαρχήσει. Ένα θεματικό δίπολο υλικού πλούτου και φτώχειας, κοινωνικής δικαιοσύνης και αδικίας. Εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου. Μεγάλης και μικρής ηλικίας, φύλου αρσενικού και φύλου θηλυκού, με τα ηθικά κοινωνικά στερεότυπα. Μια εγκόσμια και μία μεταφυσική τάξη πραγμάτων που διαρκώς ανανεώνεται. Ένα τραμπάλισμα γεγονότων μέχρι να επέλθει η ποθητή ισορροπία. Ήρωες και Αντιήρωες μαζί. Ζώα και Άνθρωποι έχουν την θέση τους λαμβάνουν το μέρισμά τους στο Παραμύθι. Ο Κόσμος των Παραμυθιών μας μιλά και αναφέρεται σε μία εμπειρική κατάσταση τόσο πνευματική όσο και υλική, του καθόλου της ανθρώπινης ύπαρξης στον αγώνα της επιβίωσής της. Ο μύθος και η πραγματικότητα δεν ξεχωρίζουν αποτελούν ένα όλο στην εξέλιξη της αφήγησης. Κοινή η πεποίθηση. Δεν ψυχανεμίζεται σε αόριστες επισημάνσεις και υποδείξεις, διδασκαλίες, αλλά σε βιωμένες του βίου εμπειρίες και ιστορικές στιγμές. Μιάς βιωμένης σωματικής και πνευματικής εμπειρίας, της ψυχής ανακουφιστικό πέταγμα που χάθηκε με τα επιτεύγματα της Βιομηχανικής και Τεχνολογικής Επανάστασης του ανθρώπου μέσα στην Ιστορία Την επικράτηση της Λογικής ως μοναδικής εξήγησης των φυσικών και υπερφυσικών δυνάμεων ως ερμηνεία του Κόσμου που έλαχε να ζούμε. Της κατάργησης στις συνειδήσεις των ανθρώπων των θετικών επενεργειών του υπέρλογου και μαγικού. Σαν μια κοινή των ανθρώπων ψυχογραφία. Ποιος θα μπορούσε στις μέρες μας να κατανοήσει και να χαρεί τα μυθιστορήματα και παραμυθιακό λόγο και γραφή της Εύας Βλάμη. Η αναφορά δεν γίνεται τυχαία, η Βλάμη ήταν σύζυγος του έλληνα εθνογράφου Παναγή Λεκατσά. Την ανάδειξη της σκέψης-λογικής ως μοναδικό μοντέλο ερμηνείας και κατανόησης της Φύσης, του Βίου, των κοινωνικών του ανθρώπου περιπετειών. Ο πολύχρωμος και πολύπτυχος κόσμος των Ονείρων δεν ανήκει πια στον Κόσμο των Παραμυθιών και την συμβολικής του, αλλά στα εργαστήρια Ψυχολογίας και Ψυχανάλυσης. Στους επαΐοντες και σπουδαγμένους επιστήμονας. Οι ανθρωπομορφικές εμφανίσεις των Ζώων προστατών και βοηθών, ακολούθων του ανθρώπου, συντρόφων του, έχουν θέση μόνο σε εκπαιδευτήρια τσίρκων και κλουβιά κήπων των επισκέψεών μας για να τα κάνουμε χάζι στην εξημερωμένη τους κατάσταση. Η Φύση και τα μυστικά της γίνεται αντιληπτή από τον άνθρωπο μέσα από ομιχλώδη κάτοπτρα και όχι απευθείας. Από επισκέψεις σε Μουσεία Φυσικής Ιστορίας. Οι μυητικές πανάρχαιες ιερές ιστορίες και δοξασίες του ανθρώπου που διασώθηκαν μέσα στον Κόσμο των Παραμυθιών, έγιναν τηλεοπτικά σήριαλ προς τέρψιν αδιάφορων τηλεθεατών, ή μετετράπησαν σε σεναριακό υλικό στα χέρια επιδέξιων σκηνοθετών για ατομική τους προβολή. Το μυητικό ταξίδι του Σεβάχ του Θαλασσινού όπως και του Ομηρικού Οδυσσέα έγιναν ιλουστρασιόν χολιγουντιανά κινηματογραφικά έπη άνευ μηνύματος. Ή μάλλον των σκοτεινών εφέ. Τα άδυτα και σκοτεινά μονοπάτια της παιδικής και ανθρώπινης ψυχής και φαντασίας που περιδιαβαίναμε μέσω των αφηγήσεων των Παραμυθάδων και των Παραμυθούδων, των πρεσβύτερων, σήμερα έγιναν εύπεπτα και ίσως γαργαλιστικά κινηματογραφικά επεισόδια των μυθιστορημάτων του Τόλκιν για τις ανθρωπομάζες. Επιβραβεύσεις διαφήμισης εμπορικών προϊόντων και σκοπιμοτήτων. Η πνευματική και του καθημερινού βίου καθοδήγηση των παιδιών-γιατί όχι και των μεγαλύτερων- μέσω μιάς άλλης, συμβολικής διδαχής και πανάρχαιης εμπειρικής αθωότητας, λαϊκής θυμοσοφίας αιώνων που χάνεται στα βάθη του παρελθόντος χρόνου και της Ιστορίας και ενσωμάτωνε το εδώ θαύμα με την άνωθεν επέμβαση, τις υπερφυσικές με τις χθόνιες δυνάμεις, τα του ουρανού και τα της γης, του πάνω και του Κάτω Κόσμου μυστικά, δεν υπάρχει πια. Αυτός ο κόσμος με τα παράξενα γεγονότα και τις αλλόκοτες περιπτώσεις και ασυνήθιστες επιδράσεις, των μικρών και κλειστών κοινωνιών των ανθρώπων και των μυριάδων διαμορφωτικών επεμβάσεων του φυσικού περιβάλλοντος άλλοτε σωτήρια και άλλοτε καταστροφικά, άλλοτε σημαδιακά και άλλοτε ανταποδοτικά, με τα οποία γίνονταν αποδεκτή η πραγματικότητα ζωής, φωτίζονταν η τάξη του Κόσμου ομαλά και πολλές φορές αθόρυβα, μια και οι άνθρωποι ήσαν δεκτικότεροι σε παρόμοιες παραστάσεις, εικόνες, επίγειες και ουράνιες δράσεις, βρίσκονταν σε άμεση φανερή συνομιλία και επικοινωνία με ξωτικά και υπερφυσικές δυνάμεις, δαιμόνια και νεραΐδες, τελώνια και καλικάντζαρους, τον κόσμο των πουλιών των πτηνών και των ζώων που ζούσαν και δρούσαν ανάμεσά τους, με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τους, την προσωπικότητά τους, τον συμβολισμό τους, αυτή η παλαιά αποδεκτή αθωότητα, αφελή έστω ματιά θέασης, συνύπαρξης, χάθηκε με το τέλος της εποχής και του κόσμου και των κοινωνιών που την εξέφραζε. Ο Κόσμος των Παραμυθιών είναι διασωθείσες εικόνες και μαρτυρίες ενός προβιομηχανικού κόσμου, όπως τα διάφορα ιστορικά και θρησκευτικά μαρτυρολόγια της ιστορίας, της θρησκευτικής λαϊκότητας, μιάς κοινωνίας, πολιτείας, ενός έθνους με άλλη πλέον πολιτιστική ταυτότητα και μορφή. Αυτά τα αρχετυπικά σύμβολα του Κόσμου των Παραμυθιών, τα Λαϊκά Μνημονούρια διαχωρίστηκαν πλέον από τις ζωές και τις κοινωνίες των σημερινών ανθρώπων. Ή αν θέλετε, μεταλλάχθηκαν τόσο δραματικά, χάνοντας την παλαιά αινιγματική ιερότητα και αίγλη τους, μη γινόμενα αντιληπτά με την προτεραία τους μορφή και επίδραση. Αυτή η ενθουσιώδης φυσική αταξία του Κόσμου, η χαροποιός και ενθουσιαστική δραματοποίηση γεγονότων ή η εφιαλτικά διαλυτική κίνησή τους μέσα στην ατομική και ομαδική ιστορία η άμεση θα γράφαμε καλύτερα ευθύγραμμη υπέρβαση των ορίων του χρόνου και της κανονικότητας της ζωής, αυτή η ομαλή μεταβίβαση από το χοϊκό στο πνευματικό, το χρόνιο στο άχρονο, το ρεαλιστικό στο μαγικό, η εξήγηση του μέσα και του έξω της ψυχής του ανθρώπου δεν υφίσταται πιά. Το «μυστήριο ξένον» του Κόσμου των Παραμυθιών βγήκε από τον κύκλο της Ζωής μας. Οι μυθοποιητικές επιδράσεις στον βίο των ανθρώπων δεν ανήκουν πια στην φαντασία ανώνυμων λαϊκών ανθρώπων αλλά στην μαεστρία και την οργανωμένη τεχνική γραφής των μυθιστοριογράφων των μοντέρνων καιρών μας . Έμεινε ίσως, μόνο, ως θεατρικό μοτίβο στις θεατρικές δημιουργίες του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ και περασμένων εποχών διηγηματικές ιστορίες και μυθοπλασίες σύγχρονων συγγραφέων όπως είναι το έργο του αργεντινού Χόρχε Λουϊς Μπόρχες και άλλων δυτικοευρωπαίων πεζογράφων της παγκόσμιας κλασικής λογοτεχνίας, του μαγικού ρεαλισμού. Βλέπε πχ. το βιβλίο «ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ» μετάφραση Γιάννης Βαλούρδος, εκδόσεις Απόπειρα, Αθήνα 1995. (*).
Αυτό το άρωμα εξυγιαντικής καθάρσεως της ανθρώπινης ψυχής, αυτή η θρυλική περιγραφική εικονογραφία ενός άλλου κόσμου έπαψε να υφίσταται μια και ο σύγχρονος άνθρωπος δεν καθρεφτίζεται πλέον στον πολύχρωμο Κόσμο των Παραμυθιών και της λαϊκής παράδοσης, αλλά στον σκοτεινό καθρέφτη της ανεξέλεγκτης και «απάνθρωπης» τεχνολογίας, στην ηθική του οικονομικού και μόνο συμφέροντος, σε ψυχοφθόρες ανεξέλεγκτες υλιστικές επιλογές του, αυτοκαταστροφικές των σύγχρονων κοινωνιών των επιλογών μας. Οι αρκετές φορές προβλέψιμες απειλητικές δυνάμεις, οι κατανοητές με ευκολία από τον αγράμματο λαϊκό άνθρωπο, την παιδική φαντασία, του Κόσμου των Παραμυθιών μεταλλάχθηκαν σε μία άλλη σκληρή και εφιαλτική πραγματικότητα πιο επικίνδυνη, η οποία αυτήν τη φορά δεν προέρχεται από τον λόγο των παραμυθιών. Τα νοήματα και τις λαϊκές βιωματικές αλήθειες και δοξασίες, θρύλους και μηνύματα που εξέφραζε και μας αφηγούνταν. Ο Κόσμος των Παραμυθιών δεν έχει θέση στην σημερινή αίσθηση της κοινωνικής πραγματικότητας του μοντέρνου πολυπολιτισμικού κόσμου μας των τρόπων και συμπεριφορών των σύγχρονων ανθρώπων στην νέα χιλιετία των ιστορικών εξελίξεων. Οι πνευματικές ιερές σκιές του παρελθόντος, ο κόσμος των νεκρών και των ζωντανών, οι ανάσες τους, οι τραγικές φωνές τους που δεν θέλουν να σβήσουν, τα ανοιχτά ακόμα παράθυρα των ερωτημάτων τους, περί ύπαρξης και συνύπαρξης του ανθρώπινου όντος με το φυσικό περιβάλλον, με τα άλλα έμβια είδη του, την ομορφιά και την αψάδα τους, την ενστικτώδικη αγριάδα τους και την ειρηνική συμπεριφορά τους, όλα αυτά τα μυριόπνοα που έδιναν κάποτε τροφή στην φαντασία των ανθρώπων εμπλουτίζοντας τα όνειρά τους και τον σύντομο και φτωχό βίο τους ανήκουν στο παρελθόν. Σήμερα, άλλα «είδωλα» καθησυχάζουν την ψυχή και το πνεύμα του ανθρώπου, καθοδηγούν τις σωματικές τους ανάγκες και ευδαιμονίας επιλογές. Άλλοι άγευστοι χυμοί απορροφούν τις αισθήσεις του και τον οδηγούν στην έλλειψη σεβασμού προς το Φυσικό περιβάλλον, προβάλλοντας την ετσιθελίστικη καταστροφική του ανοήτως μανία. Η κλιματική αλλαγή μας το αποδεικνύει περίτρανα. Προσπερνώντας το γεγονός ο άξενος και άπληστος άνθρωπος ότι με την καταστροφή του Φυσικού περιβάλλοντος που είναι ταυτόχρονα Πηγή Ζωής και Σήματός του, θα χαθεί και ο ίδιος και τα όποια ιστορικά του επιτεύγματα στην διαδρομή της εξέλιξή του μέσα στον ιστορικό και πολιτισμικό χρόνο. Όμως οι Ήρωες και οι Ηρωίδες των Παραμυθιών-είτε είναι άνθρωποι είτε είναι ζώα, είναι εδώ, αναπαύονται σαν την ωραία κοιμωμένη στην φαντασία μας αναμένοντας ένα παραμυθά ή μια παραμυθού να τους ξυπνήσει με την αφήγησή τους. Να επαναφέρει στην επιφάνεια των στεγνών στιγμών της ζωής μας την ανάσα και το πνεύμα αισιοδοξίας τους. Της αρμονικής συνεργασίας μεταξύ Φύσης και Ανθρώπου, του κτήτορος και του κτήματος. Την συνέχιση της συνομιλίας και επικοινωνίας των άλλων μορφών ζωής, των ζώων με το αντίστοιχο ανθρώπινο. Δεν είναι τυχαίο, που αρκετοί έλληνες ποιητές δανείστηκαν τα ποιητικά τους μοτίβα από τον Κόσμο των θρυλικών Παραμυθιών. Ο Κωστής Παλαμάς με την «Φοινικιά» και την «Τρισεύγενη». Το μοτίβο της «Τρισεύγενης» χρησιμοποίησε και η ποιήτρια Έφη Αιλιανού. Ο νομπελίστας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης αγάπησε και δανείστηκε τον μύθο του «Μικρού Βοριά» και πάει λέγοντας. Οι συμβολικοί αριθμοί 3, 7, 9, 12, 40 και… που συναντάμε στα λαϊκά παραμύθια μεταφέρθηκαν ως ρυθμιστικοί της ποιητικής εξέλιξης και χρονικοί κόμβοι από διάφορους ποιητές και ποιήτριες. Ακόμα και ορισμένα ανθρωπόμορφα και με ανθρώπινη φωνή ζώα και συμπεριφορά, συναντάμε σε ποιητικές συλλογές και πεζά που τα διακρίνει η χιουμοριστική και περιπαικτική διάθεση και ατμόσφαιρα. Βλέπε και το βιβλίο της Μαργαρίτας Καραπάνου, «Η Κασσάνδρα και ο Λύκος». Υπάρχουν και εκδόσεις της πεζογραφίας θεματικές, με θέμα ΤΑ ΖΩΑ. Αναγνωρίσιμες προσεγγίσεις και ενδοκειμενικές συνομιλίες του προφορικού με τον γραπτό λόγιο λόγο. Ο δρόμος προς την μυητική ωριμότητα του ανθρώπου από τα Ομηρικά Έπη πέρασε στο λαϊκό παραμύθι και τις λαϊκές δοξασίες και έφτασε μέχρι των ημερών μας. Ο απόηχος του προφορικού λόγου των Παραμυθιών βουίζει ακόμα στα αυτιά μας, και ας μην ίσως θέλουμε να το παραδεχτούμε ανοιχτά.
Σε παλαιότερη ανάρτησή μου στην ιστοσελίδα Λογοτεχνικά Πάρεργα είχα δημοσιεύσει ένα κείμενο για την τέχνη του Παραμυθιού και είχα συμπληρώσει το κείμενο με Βιβλιογραφία για το Παραμύθι. Το έναυσμα για το σημερινό μου σημείωμα προήλθε από την σειρά σημειωμάτων που έγραψα και ανήρτησα για τον Θεσσαλονικιό ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο. Όποιος ξεφυλλίσει προσεκτικά τα αυτοβιογραφικά και άλλα βιβλία του Χριστιανόπουλου, θα δει τις σελίδες τους να εμπλουτίζονται με φωτογραφίες δικές του, της μητέρας του με Γάτες. Ο ποιητής μας μιλά αρκετά συχνά για την Γατομανία του, ενώ μας δίνει και τα διάφορα ονόματα Γατών που κατά διαστήματα φρόντιζε και είχε δίπλα του. Τόσο ο ίδιος όσο και άλλα μέλη του οικογενειακού του περιβάλλοντος. Κα η φιλόζωη αυτή διαπίστωση, επανέφερε διαβάσματα παλαιών ευχάριστων στιγμών, σημειώσεις και σχόλια στο περιθώριο βιβλίων με Ελληνικά και Ξένα Παραμύθια. Ξύπνησε μνήμες γνωριμίας μου με την ποιήτρια Μαρία Σερβάκη και το Γατοβασίλειό της. Τις Κύπριες Γάτες του Άη Νικόλα του ποιητή Γιώργου Σεφέρη, την αγάπη του Νίκου Δήμου για τις Γάτες και το βιβλίο του. Τον άγγλο νομπελίστα Τόμας Στερν Έλιοτ και μια σειρά άλλων Γατόφιλων και Ζωόφιλων συγγραφέων. Έτσι το εκτενές αυτό σημείωμα ας είναι ένα είδος τρισάγιου σε όλους τους φανατικούς ή χλιαρούς Ζωόφιλους. Τους Άγιους Φραγκίσκους της Ασίζης του Κόσμου τούτου.
Ο πρώτος δρόμος που με έφερε στην εφηβική ακόμα ηλικία κοντά στον Κόσμο των Παραμυθιών, ήταν η συλλογή παραμυθιών του Θεσσαλονικιού φιλόλογου πεζογράφου, ποιητή, στιχουργού, εκδότη και μεταφραστή Γιώργου Ιωάννου και του γνωστού βιβλίου του «ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΜΑΣ», επιμέλεια Γιώργος Ιωάννου, εικονογράφηση Ράλλης Κοψίδης, εκδόσεις «Ερμής» Αθήνα, Οκτώβριος 1975, σελίδες 380. Ο καλαίσθητος αυτός εικονογραφημένος τόμος περιλαμβάνει πέρα από το «Εισαγωγικό Σημείωμα» του Γιώργου Ιωάννου, σ.7-17, το μονοσέλιδο κείμενο «Εικαστική μυθοπλασία» σ.19 του εικονογράφου Ράλλη Κοψίδη, και 54 τίτλους Ελληνικών Λαϊκών Παραμυθιών από διάφορα μέρη της Ελλάδος, σ.21-372. Ολιγοσέλιδα ή πολυσέλιδα Ελληνικά Παραμύθια. Το βιβλίο περιέχει σχετική «Βιβλιογραφία», σ.373-374 και «Περιεχόμενα». Στα Περιεχόμενα της έκδοσης, μας δίδονται μετά τον κάθε τίτλο των 54 αυτών ελληνικών λαϊκών παραμυθιών, το έντυπο, την πηγή που τα πρωτοσυναντάμαι και τα πρόσωπα που τα διέσωσαν, το χρόνο πρώτης δημοσίευσης ή καταγραφής στην αυθεντική του μορφή ή σε παραλλαγή. Όπως διευκρινίζεται στην έκδοση του «ΕΡΜΗ», η ανθολογία περιλαμβάνει και τους τίτλους Μαγικών Παραμυθιών προγενέστερης κυκλοφορίας, 1966, με τίτλο «Μαγικά Παραμύθια του Ελληνικού Λαού». Τα 20 αυτά παραμύθια μαζί με μία παραλλαγμένη εισαγωγή του Γιώργου Ιωάννου είχαν δημοσιευθεί στο παλαιό γενικής ύλης περιοδικό «Ο Ταχυδρόμος» του δημοσιογραφικού συγκροτήματος του μουσικόφιλου και μουσικό «μαικήνα» του Χρίστου Λαμπράκη. Οι 20 τίτλοι των Παραμυθιών σημειώνονται με αστερίσκο. Αυτό σημαίνει ότι η έκδοση του 1975 είναι επανέκδοση του 1966, (β’ έκδοση) συμπληρωμένη και επαυξημένη κατά 34 νέους τίτλους. Τα Μαγικά αυτά Παραμύθια προέρχονται από διάφορες περιοχές της Ελλάδος και εκτός αυτής. Από την Ήπειρο, την Κωνσταντινούπολη, την Σμύρνη, την Ανατολική Θράκη, την Σκιάθο, την Σκύρο, την Ζάκυνθο, την Αθήνα, την Αστυπάλαια την περιοχή της Κασσάνδρας. Το μεγαλύτερο ποσοστό από τα Παραμύθια είναι Ηπειρώτικα. Την διαπίστωση αυτή, δηλαδή ότι το μεγάλο ποσοστό των Ελληνικών Λαϊκών Παραμυθιών προέρχονται από την περιοχή της Ηπείρου κάνει και ο κριτικός και μεταφραστής Δημοσθένης Κούρτοβικ στον Πρόλογό του στην μετάφραση των «Ελληνικών Παραμυθιών» που συνέλεξε και εξέδωσε ο αυστριακός ταξιδευτής, αρχαιογνώστης και φιλέλληνας Γιόχαν Γκέοργκ βον Χαν, το 1864. Ο τόμος του αυστριακού φιλέλληνα περιλαμβάνει 101 ελληνικά και 13 αλβανικά παραμύθια. Ο Δημοσθένης Κούρτοβικ στην δική του μεταφραστική πρόταση, μεταφράζει 92 Ελληνικά Παραμύθια. Όπως και νάχει, η επιλογική αυτή έκδοση των εκδόσεων «Ερμής», με τον μεστό και κατατοπιστικό πρόλογο του Γιώργου Ιωάννου για την τέχνη του Παραμυθιού ήταν το πρώτο μας βάπτισμα σε νεαρή ηλικία με τον θαυμαστό και παράξενο αυτόν λαϊκό κόσμο των Παραμυθιών, καθώς αναζητούσαμε τις ρίζες μας και την αυτοσυνειδησία μας σε μία περίοδο που η Ελλάδα θρηνούσε την απώλεια του Κυπριακού εδάφους και τον ξεριζωμό εκατοντάδων χιλιάδων Ελληνοκυπρίων το 1974, έναν χρόνο πριν. (1)
Δεκαετίες αργότερα, οι εκδόσεις «Απόπειρα» και
οι εκδόσεις «Εν πλω», οι εκδόσεις “Opera” μας πρόσφεραν
εξαιρετικές ανθολογίες ελληνικών λαϊκών παραμυθιών διαμερισματοποιημένες κατά
γεωγραφικά διαμερίσματα της πατρίδας μας, καθώς και Παραμύθια από διάφορες
άλλες περιοχές και χώρες της υφηλίου. (**).
Ο μαγευτικός αυτός κόσμος των
ελληνικών λαϊκών παραμυθιών (τα παραμύθια τα χωρίζουμε σε τρείς μεγάλες
κατηγορίες. Τα Μαγικά, τα Διηγηματικά και τα Θρησκευτικά) δεν είχε να ζηλέψει
σχεδόν τίποτα από την τέχνη της κλασικής γραπτής μυθοπλασίας και τεχνικής.
Έχουμε την αυθεντικότητα και την φανταστική αληθοφάνεια του προφορικού λόγου,
της προσωπικής διήγησης των Παραμυθάδων. Ένας προφορικός λόγος που μεταφέρεται
από στόμα σε στόμα, από παππού και γιαγιά σε παιδιά και εγγόνια, πριν
αποφασίσουν οι ερευνητές της διάσωσης του λαϊκού μας πολιτισμού και εθνικής κληρονομιάς,
να τα διασώσουν μέσω της γραφής. Να τα απομαγνητοφωνήσουν ή τα καθαρογράψουν
στις σελίδες των βιβλίων και των εντύπων. Να περάσει δηλαδή η σκυτάλη από τον
βιωμένο προφορικό λόγο, τον λόγο της μνήμης, στον γραπτό λόγο της τέχνης και
της καλλιτεχνίας. Η Χαλιμά Γραφή θέλησε να υπερβεί το όριο των 1000 προφορικών
νύχτιων αφηγήσεών της και το πέτυχε. Μόνο που η διάσωση του προφορικού λόγου
μέσω της γραφής, αφαίρεσε κάτι από την μαγευτική αυθεντική ατμόσφαιρα που
δημιουργούσε η αμεσότητα και θεατρικότητα του προφορικού λόγος της παράδοσης
Της σωματικής και ηχητικής αφηγηματικής πρόθεσης. Μείωσε ίσως, τις διάφορες
επιμέρους τοπικές παραλλαγές τους εξαιτίας του ότι δίνοντάς τους τελική μορφή,
έπαψαν να εξιστορούνται. Αλλοίωσε κάπως την ανεκδοτολογική και πηγαία έκφραση
και ύφος που μεταφέρει ο προφορικός λόγος είτε αυτός απευθύνεται σε ένα πρόσωπο
είτε σε μεγαλύτερη ομήγυρη. Το ανοιχτό της προσωπικής και αυτοσχεδιαστικής
φαντασίας και ομιλίας, μάλλον έχει σημασία και όχι το «περίκλειστο» της
αποτυπωμένης Γραφής. Ένας λόγος, ο προφορικός, ο οποίος διαρκώς εμπλουτίζεται
και ζυμώνεται από παραμυθά σε παραμυθά, από παραμυθού σε παραμυθού, από αφήγηση
σε αφήγηση και από περιοχή σε περιοχή. Το ουράνιο τόξο του προφορικού λόγου το
οποίο δημιούργησε και καλλιέργησε την αρχαία του ανθρώπου τραγωδία, παραχώρησε
την θέση του, στην ξαστεριά της ανθρώπινης γραπτής Γραφής. Μέχρι των ημερών μας, όπου η Εικόνα
αντικατέστησε με την σειρά της την γραπτή Γραφή και τις αποτυπωτικές εκδοχές
της.
Επανερχόμενοι όμως στην αρχή της εκδίπλωσης των σκέψεών μας,
για να είμαστε ακριβέστεροι χρονολογικά με την ανακάλυψη των ελληνικών παραμυθιών,
η επαφή μας μαζί τους είχε αρχίσει μερικά χρόνια νωρίτερα, στις τελευταίες τάξεις
του Δημοτικού Σχολείου, όταν μία άλλη έκδοση είχε πέσει στα χέρια μας και την
είχαμε ξεκοκαλίσει κυριολεκτικώς. Στην περιοχή της Νίκαιας υπήρχε το
βιβλιοπωλείο του Νίκου Αρχιτεκτονίδη. Στο γεμάτο πάντα σκόνη βιβλιοχαρτοπωλείο,
συνάντησα για πρώτη φορά τις δεμένες μυθιστορηματικές εκδόσεις «Δαρεμά, την
εγκυκλοπαίδεια του «Ηλίου», και πολλά μικρά έγχρωμα φυλλάδια με ελληνικά
παραμύθια και επεισόδια από τον Καραγκιόζη. Και, πάρα πολλά τεύχη «Κλασικών Εικονογραφημένων».
Μέσα σε αυτό το σκονισμένο πάντα βιβλιοχαρτοβασίλειο, με τους άτακτους
σκορπισμένους τίτλων βιβλίων, συνάντησα το βιβλίο του Γεωργίου Α. Μέγα, Εκλογή,
«ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ» σειρά δεύτερη, εικόνες Ράλλη Κοψίδη, εκδόσεις
Βιβλιοπωλείον της «ΕΣΤΙΑΣ», Αθήνα 1963, σελ.234. Στο εξώφυλλο της έκδοσης αναγράφεται
το έτος 1962. (2).
Ο δεμένος αυτός, επίσης καλαίσθητος τόμος, περιέχει: 13
τίτλους «ΜΥΘΟΙ ΖΩΩΝ», 28 τίτλους «ΠΑΡΑΜΥΘΙΩΝ» και 8 τίτλους «ΕΥΤΡΑΠΕΛΟΙ
ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ». Στις σελίδες 219-229 δημοσιεύονται οι «ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ» της Εκλογής του
Γεωργίου Α. Μέγα. Αναγράφονται οι περιοχές της Ελλάδος από όπου προέρχεται η
Εκλογή των Παραμυθιών, τα έντυπα και οι τόμοι που τα συναντάμε και τα πρόσωπα
που μας τα διέσωσαν. Να τονίσουμε την σημαντική συμβολή στην έκδοσης της
«ΕΣΤΙΑΣ» του εικαστικού Ράλλη Κοψίδη. Του οποίου η εικονογράφηση και τα σχέδια
του βιβλίου το καθιστούν ακόμα και σήμερα αισθητικά όμορφο. Χάρμα οφθαλμών. Γράφονται τα εξής στην αρχή των ΣΗΜΕΙΩΣΕΩΝ»
«Η Δευτέρα σειρά των Εκλογών από τα παραμύθια του ελληνικού λαού
κατηρτίσθη προς τον αυτόν σκοπόν και με την αυτήν μέθοδον, που έγινε και η
πρώτη. Και της σειράς αυτής τα παραμύθια εξελέγησαν προς τον σκοπόν να
χρησιμεύσουν ως τερπνόν ανάγνωσμα διά παιδιά, αλλά μεγαλυτέρας κάπως ηλικίας
από τα της πρώτης.
Τα κείμενα ελήφθησαν από αδημοσίευτους και δημοσιευμένας συλλογάς. Δέκα
οχτώ προέρχονται από ανέκδοτους συλλογάς μαθητών μου, υποβληθείσας εις το
Λαογραφικόν εν τω Πανεπιστημίω Φροντιστήριον. Πέντε ανήκουν επίσης εις
ανεκδότους συλλογάς του αειμνήστου Αδ Αδαμαντίου, της μακαρίτιδος διδασκαλίσσης Μαρίας Λιουδάκη, της κ.
Διαλεχτής Ζευγώλη-Γλέζου και της δεσπ. Γεωργίας Ταρσούλη. Τα λοιπά παρελήφθησαν
από δημοσιευμένας συλλογάς, αι οποίαι αναγράφονται εις τον κατωτέρω πίνακα.
Πλήν της γλωσσικής προσαρμογής των διαλεκτικών κειμένων προς τον κοινόν
τύπον, ουδεμία άλλη μεταβολή έγινεν εις τα κείμενα και δι΄ αυτό ημπορούν ταύτα
να χρησιμεύσουν και εις την επιστημονικήν έρευναν. Εις τας σημειώσεις, που
ακολουθούν, αναγράφονται η προέλευση εκάστου παραμυθιού, αι παραλλαγαί και ο
τύπος, εις τον οποίον έκαστον ανήκει επί τη βάσει του διεθνώς αναγνωρισμένου
Καταλόγου Antti Aarne- Stith Thompson, The Types of the Folktale, Second Revision (FF Comm. N: o 184) Helsinki 1961, όπου παρέχονται η σχετική
δι’ έκαστον τύπον βιβλιογραφία και αι ξέναι παραλλαγαί».
Της έκδοσης
του 1963, διαθέτω και την έκτη έκδοση επηυξημένη, «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ» ΕΚΛΟΓΗ
Γ. Α. ΜΕΓΑ, με εικόνες αυτή τη φορά και του κυρ Φώτη Κόντογλου μαζί με του
Ράλλη Κοψίδη, εκδόσεις «ΕΣΤΙΑ»-Ι. Κολλάρου, Αθήνα 1983., σ.246. (3). Η έκτη αυτή έκδοση περιλαμβάνει:
Α. ΜΥΘΟΙ ΖΩΩΝ, τίτλοι 1-11. Β. ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ, τίτλοι 12-34, Γ. ΕΥΤΡΑΠΕΛΟΙ
ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ, τίτλοι 35-40. Μετά τις ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ, δημοσιεύεται η «ΚΡΙΣΙΣ ΦΩΤΟΥ
ΠΟΛΙΤΗ ΔΙΑ ΤΗΝ Α΄ ΕΚΔΟΣΙΝ», σ.241-242. Τα Παραμύθια που συμπεριλαμβάνει αυτή η
έκτη επαυξημένη έκδοση, διαφέρουν ή ομοιάζουν με αυτά της προηγούμενης.
Το τρίτο κατά σειρά βιβλίο το οποίο μας μύησε στον Θαυμαστό Κόσμο των Ελληνικών Παραμυθιών δεν ήταν ένα ακόμα βιβλίο με Ελληνικά Παραμύθια, μία ακόμα Συλλογή, αλλά μία εμπεριστατωμένη λαογραφική και επιστημονική μελέτη του πανεπιστημιακού και ιστορικού της ελληνικής λογοτεχνίας κυρίου Μιχάλη Μερακλή. Η μελέτη στην οποία αναφέρομαι είναι: Μιχάλης Γ. Μερακλής, «ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΜΑΣ», μελέτη νούμερο 4, εκδόσεις ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Θεσσαλονίκη χχ., σ.224. Το βιβλίο ο καθηγητής το αφιερώνει «στον δάσκαλό μου Γ. Α. Μέγα». Μεταγενέστερα ήρθε να προστεθεί ένας ακόμα τίτλος-μελέτη για τα Παραμύθια του καθηγητή Μερακλή, η: Μιχάλης Γ. Μερακλής, «ΤΟ ΛΑίΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ» Κείμενα Παραμυθολογίας, εκδόσεις «Ελληνικά γράμματα», Αθήνα1999., σ.264.
Η Ζωοφιλία στα
ελληνικά και ξένα παραμύθια είναι αρκετά μεγάλη, έντονη και συχνή. Αποτελεί ένα
από τα κυρίαρχα μοτίβα της θεματικής τους (συναγωνίζεται το μοτίβο με τους
βασιλιάδες και βασιλοπούλες, τους δράκους και τα ξωτικά, τις γραίες και τις
ανύπαντρες θυγατέρες, τους φτωχούς ξωμάχους και τους ψαράδες). Ένα μεγάλο μέρος
της θυμοσοφικής και διδαχτικής λαϊκής παραμυθιακής ύλη τους και τις ατμόσφαιρά τους
προέρχεται από την παρουσία και συμπεριφορά των Ζώων. Τα κυριότερα Ζώα της
άγριας φύσης παρελαύνουν υπερήφανα και με καμάρι, χαριτωμένα και παμπόνηρα,
αινιγματικά και πονηρά, φιλικά πάντα προς τον άνθρωπο, Έχοντας υπερφυσικές
δυνάμεις και μαγικές ιδιότητες, φωνή ανθρώπινη και χαρακτήρα μεικτό, σε
ορισμένα παραμύθια και προσωπικότητα, εικονογραφούνται στο φρέσκο των λαϊκών
παραμυθιών μέσα στους αιώνες. Το λιοντάρι, η αλεπού, η αρκούδα, ο λύκος, το
τσακάλι, το φίδι, ο αετός, το κοράκι, ο πετεινός, η κότα, η πάπια, η χήνα, η
πέρδικα, το ψάρι, ο τσαλαπετεινός, η κουκουβάγια, ο σκύλος, η γάτα, ο ποντικός,
τα γαϊδουράκια. Το αηδόνι, ο κότσυφας, η χελώνα, το περιστέρι, το μερμήγκι, οι
δράκοι, οι νεραΐδες, οι ληστές των δρόμων, τα δέντρα και τα φαρμακευτικά φυτά
της φύσης, ό άνθρωπος και η οικογένειά του, τα όνειρά του και οι αγώνες
επιβίωσής του, η φτώχεια και η προσπάθεια πλουτισμού του, η αιώνια πάλη του
ανθρώπου να ξεφύγει από την ανέχεια και την μιζέρια της ζωής, υπάρχουν μέσα
στην ύλη του Παραμυθιού. Εικονογραφούνται με γλαφυρότητα, αθωότητα, αφέλεια,
ηθικούς ενδοιασμούς και κανόνες. Ο καθηγητής λαογραφίας και κριτικός
λογοτεχνίας πανεπιστημιακός Μιχάλης Γ. Μερακλής, σημειώνει μεταξύ των
σημαντικών άλλων στην μελέτη του «Τα Παραμύθια μας», εκδόσεις Κωνσταντινίδη,
αριθμός μελέτης 8, Θεσσαλονίκη χχ. «Είδαμε
ότι στις διηγήσεις των πρωτογόνων παρατηρείται επίσης κάποτε μιά περιοδική
μετάπτωση του συζύγου-ζώου στην κατάσταση του ανθρώπου, πράγμα που οφείλεται,
κατά τη γνώμη του Rohrich, όχι στην ανάγκη μιάς λύτρωσης
με τη νεώτερη έννοια, αλλά στο δισυπόστατο του ζώου, που μπορεί να είναι μαζί
και άνθρωπος. Γι’ αυτό και η μετάβαση από τη μία κατάσταση στην άλλη δε
σημαίνει καμιάν εσωτερική μεταβολή-η εσωτερικότητα του ζώου και του ανθρώπου
είναι για τον πρωτόγονο ίδια-, αλλά είναι μία διαδικασία υλική, συγκεκριμένη:
γίνεται με το ξεντύσιμο του δέρματος του ζώου…», σελ.36. Και παρακάτω, σελ.38
γράφει και πάλι ο ομότιμος καθηγητής Μ.Γ. Μ., «Ελπίζω με το παράδειγμα της
σχέσης του ανθρώπου με το ζώο, όπως παρουσιάζεται στα παραμύθια των πρωτογόνων
και τα παραμύθια των πολιτισμένων λαών, να έγινε φανερή η στενή συγγένεια που
τα συνδέει». Και συνεχίζει: «Το νεώτερο παραμύθι είναι ένα θαυμάσιο ντοκουμέντο
για την πολιτιστική εξέλιξη του ανθρώπου, γιατί, λόγω της συντηρητικότητας που
το διακρίνει, διαφύλαξε, έστω και κάποτε παραλλαγμένες, μορφές της πανάρχαιας
σκέψης.»
Ο
κόσμος των Ζώων είτε αυτά είναι της άγριας φύσης είτε είναι οικόσιτα,
εξημερωμένα, στέκονται συνήθως αρωγοί, βοηθοί στις ζωές των ανθρώπων, τις
επιθυμίες τους. Η εικόνα τους μας δίνεται σχηματικά, δίχως πολλές λεπτομέρειες,
η απλότητα επιβάλει την δράση τους κυρίως, την δική τους περιπετειώδη διαδρομή
μέσα στην εξέλιξη της αφήγησης. Τους βοηθούν, γίνονται αποτελεσματικότερα με
τις δράσεις τους τα Ζώα, τις υπερφυσικές τους δυνάμεις, την εφυϊα και την
εξυπνάδα τους. Είναι αρωγοί στο να υλοποιήσουν τις μικρές ή μεγάλες φιλοδοξίες τους
οι άνθρωποι. Ο άνθρωπος στις διηγήσεις των παραμυθιών μπορεί να πάρει εύκολα
την μορφή ενός ζώου για να ξεγελάσει τον εχθρό του, να πετύχει τον σκοπό του. Αλλά
και το ζώο (το πτηνό, το πουλί, το ερπετό κλπ.) μπορεί να πάρει ανθρώπινη
παρουσία φυσικά και αυθόρμητα. Η παρουσία τους είναι απαραίτητη στο ξετύλιγμα
του μύθου, του κουβαριού της παραμυθιακής αφήγησης ανάλογα σε ποιο είδος
ανήκουν. Σε ορισμένα Παραμύθια, η παρουσία τους είναι υπέρτερη της ανθρώπινης ή
τουλάχιστον ισότιμη. Αυτή κινεί τον τροχό της ιστορίας. Το όνομά τους δηλώνει
και τις ιδιότητές τους. Έχουν μαντικές ικανότητες, γνωρίζουν που μπορούν να
βρουν το ελιξίριο της αθανασίας, το αθάνατο νερό της ζωής και της αιώνιας
ομορφιάς. Οι αντιλήψεις τους ταυτίζονται με εκείνες των ανθρώπων. Ορισμένες
φορές σκηνοθετούν μία μικρότερη ιστορία μέσα στην μεγαλύτερη. Προτρέπουν τον
άνθρωπο να πράξει ετούτο ή εκείνο. Αυτό συμβαίνει γιατί ο φυσικός χώρος, το
άμεσο φυσικό περιβάλλον και στις τέσσερεις εποχές του χρόνου μέσα στο οποίο
διαδραματίζονται οι θαυμαστές δράσεις και θαυματουργές ενέργειες, τα ανεξήγητα
συμβάντα, εκδηλώνονται οι υπερφυσικές ιδιότητες των φίλων μας των ζώων, είναι
οι αγροτικές κυρίως παλαιές κοινωνίες της ανθρώπινης ιστορίας,-και όχι τόσο το
αστικό τοπίο-, παρά του ότι σε πολλά παραμύθια πλεονάζουν οι βασιλιάδες, οι
βασίλισσες, τα βασιλόπουλα και οι χρυσομαλλούσες πριγκίπισσες, τα παλάτια, οι
υπηρέτες. Οι μάγισσες όπως και τα ζώα, οι απλοί χωριάτες, μπορούν να συνομιλούν
απευθείας με τον βασιλιά, την βασιλική οικογένεια, παντρεύονται τις
βασιλοπούλες κόρες. Δίνονται ως «τρόπαιο» σε ήρωες, που επιτέλεσαν σπουδαία και
υψηλά ανδραγαθήματα. Το Φυσικό περιβάλλον (κυρίως των πρωτόγονων λαών και
κοινωνιών) είναι ο συνήθης χώρος που διαδραματίζονται τα μαγικά συμβάντα.
Βλέπουμε τις ευεργετικές ικανότητες και άλλες δεξιότητες των Ζώων. Τους
βατράχους να αποκτούν ανθρώπινη υπόσταση και οι άνθρωποι να μεταμορφώνονται σε
διάφορες μορφές ζώων. Τα δάση, τα βουνά, οι ποταμοί, οι λίμνες, τα έλη, οι
χαράδρες, τα κρυφά περάσματα, τα τρίστρατα, τα όρη και τα βάθη των θαλασσών, με
δύο λόγια, το Φυσικό τοπίο (Ξηρά, Αέρα, Θάλασσα) με όλη την αγριάδα και την
ομορφάδα του, τις αινιγματικές και ανερμήνευτες για το μυαλό των ανθρώπων
φανερώσεις του, παρουσιάζεται μπροστά μας σε μια πανοραμική θέασης κίνηση. Η
πανίδα και η χλωρίδα, ο κύκλος των εποχών, είναι το ταμπλό που πάνω του
εξελίσσονται οι διάφορες λαϊκές ιστορίες του Κόσμου των Παραμυθιών. Ένας κόσμος
πολύχρωμος, αθώος, αφελής και ταυτόχρονα πονηρός, έξυπνος, τετραπέρατος,
δαιμονικός που διαθέτει υπερφυσικές ιδιότητες, μαγικές μεταμορφωτικές
ικανότητες ακατανόητες για τους ανθρώπους, που όμως, οι άνθρωποι-κυρίως της
υπαίθρου, τις επικαλούνται με μεσολαβητές τα Ζώα, για δική τους βοήθεια και
συμπαράσταση. Στον ρομαντικών και παρθένων ακόμα διαστάσεων μαγευτικό αυτόν
Κόσμο των ποικίλλων συμπεριφορών και περιπετειών, των άχρονων διαστάσεων, που ο
χρόνος δεν ακολουθεί ευθύγραμμη πορεία και οι αόρατοι «μηχανισμοί» της Φύσης
λειτουργούν με ακατανόητους και ανερμήνευτους νόμους και κανόνες, μεθόδους για
τους ανθρώπους, τα περισσότερα από τα είδη των άγριων και οικόσιτων Ζώων, των
πτηνών και των πουλιών, συμμετέχουν ενεργά, ισορροπημένα και αρμονικά, ισότιμα
και λειτουργικά με το ανθρώπινο είδος στην εξέλιξή του και την ιστορική του
διαδρομή. Τα επεισόδια της ζωής του είναι κοινά με τα επεισόδια της ζωής των
ζώων, των πουλιών και των πτηνών. Μετέχουν στα όρια των ίδιων συναισθηματικών
κόσμων. Είναι και αυτά «μυθοποιεί» τις δικής τους πραγματικότητας ζωής που
μπλέκεται με εκείνη των ανθρώπων. Δημιούργημα της Φυσικής εξέλιξης το ανθρώπινο
είδος όπως και τα άλλα είδη. Ζώο της
Φύσης ο Άνθρωπος, ένας ακόμα κρίκος της εξελικτικής αλυσίδας της ζωής
στον πλανήτη όπως μας μίλησε και ερμήνευσε ο Δαρβίνος στις σημαντικές μελέτες
του. Αργά και σταθερά ο ανθρώπινος πολιτισμός της γραφής εξοβέλισε τον
προφορικό λόγο με ότι πολιτισμικό φορτίο αυτός κουβαλούσε μέσα του. Έτσι και ο
Κόσμος των Παραμυθιών υποχώρησε, αφομοιώθηκε από την σκόνη του γραπτού λόγου,
τους κανόνες της αστικής κοινωνικής συμβίωσης.
Από τους αρχαίους ελληνικούς μύθους του Αισώπου έως τα παραμύθια μέσα στο έργο του εθνογράφου Ηροδότου-όπως μας μίλησε ο καθηγητής Δημήτρης Μαρωνίτης, και από τα παραμύθια της άπω ανατολής και των ιερών βιβλίων τους, τους περσικούς παροιμιόμυθους και τα μυητικά παραμύθια των διαφόρων φυλών των Ινδιάνων του Αμαζονίου και της βορείου αμερικής. Τους μύθους του Λαφονταίν, και την παρουσία των συντρόφων και φίλων μας των Ζώων στα ιερά θρησκευτικά κείμενα της δυτικής παράδοσης, παλαιά και καινή διαθήκη, από τα ρώσικα λαϊκά παραμύθια της σλαβικής ψυχής έως τα παραμύθια των αδελφών Γκριμμ. Τις «έντεχνες» ιστορίες και τα παραμύθια του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν και τον «Παπουτσωμένο Γάτο» και όχι μόνο του Charles Perrault, από τα λαϊκά ελληνικά παραμύθια διαφόρων περιοχών της Ελλάδος και τα Κυπριακά παραμύθια, τα παραμύθια των άλλων βαλκανικών λαών της χερσονήσου του Αίμου, τα Ζώα και τα Πτηνά, τα Πουλιά και τα Έντομα, και άλλες μικροσκοπικές μορφές ζωής εντός των ποταμών, των λιμνών και των ωκεανών, τα τετράποδα και τα πτερόεντα, αυτά που κολυμπούν και αυτά που σέρνονται ή βαδίζουν, τα συναντάμε μέσα στα Παραμύθια. Η ύλη των Παραμυθιών θα ήταν μάλλον ανούσια και ίσως και αδιάφορη αν δεν συμμετείχαν μέσα σε αυτήν τα πάσης μορφής και φύσεως Ζώα με τις γήινες και υπερφυσικές, μαγικές τους δυνάμεις και ξεχωριστές ιδιότητες. Μια μικρή «Κιβωτός» ζωής και συμπεριφορών, χαρακτηριστικών ταυτοτήτων και φωνών. Αυτά τις περισσότερες φορές κινούν το νήμα της ιστορίας των Παραμυθιών. Αυτά βοηθούν και συμπαραστέκονται στους ανθρώπους. Αυτά λύνουν αινίγματα παγίδες για το δίποδο ανθρώπινο ζώο. Παίρνουν την θέση και μορφή του όταν το απαιτεί η ανάγκη. Αυτά συνομιλούν (διαθέτοντας ανθρώπινη φωνή) με τα όντα του πάνω και του Κάτω Κόσμου. Με Θεούς και Βασιλιάδες, με Μάγους και Νεραΐδες και άλλα είδη του Ζωικού βασιλείου. Τα Ζώα διαθέτουν την δική τους προσωπικότητα πέρα από το αλάνθαστο ένστικτό τους. Εκδηλώνουν τα συναισθήματά τους άμεσα, ευθαρσώς. Είναι αθώα στα φανερώματα των εκδηλώσεών τους αλλά και παμπόνηρα. Γοητευτικά μα και επικίνδυνα. Οπαδοί μα και αντίπαλοι. Εχθρικά και φιλικά μαζί. Αρέσκονται στην κοινωνικότητα αλλά απαιτούν να διαβιούν και μόνα. Σεργιανίζουν μέσα στη ροή του χρόνου και της ιστορίας της Γης. Εκτελούν εντολές και υπακούν σε παρακλήσεις. Είναι υπάκοα και ατίθασα, υπομονετικά και ναζιάρικα. Ενδύονται όταν το απαιτεί το αφηγηματικό στόρι με ρούχα του ανθρώπου. Κυκλοφορούν ανάμεσα στα σπίτια και τα χωράφια των ανθρώπων και έχουν την δική τους εστία. Είναι υπερήφανα και μελαγχολικά. Έχουν το χάρισμα να ανακατεύουν τα πράγματα και τα συμβάντα. Είναι ευλογημένα και καταραμένα. Ζουν όλες τις ανθρώπινες διακυμάνσεις του βίου. Συντροφεύουν Δράκους αλλά και φτωχούς αγρότες, ταΐζουν ψαράδες, φτωχές γριές και κυνηγούς. Είναι παρηγορητικά και με πολλές και ποικίλες αντιθέσεις ζωής. Ζωντανεύουν πανάρχαιες δοξασίες και παλαιά ήθη. Διαθέτουν ευρηματική φαντασία και αλάνθαστο ένστικτο. Είναι ριψοκίνδυνα και παράτολμα. Διαθέτουν γοητεία και επικίνδυνη όταν χρειάζεται χάρη και συμπεριφορά. Έχουν σοφία και έντονη λαιμαργία. Πνεύμα και διάθεση συναγωνισμού και ανταγωνισμού στην συνύπαρξή τους με τον άνθρωπο. Του στέκονται αρωγοί και εχθρικά όταν το θελήσουν. Μετέχουν στις πρώτες γραμμές της Παραμυθικής ιστορίας. Στην μεγάλη γκάμα των απιθανοτήτων της. Δεν αναρωτούνται ούτε αμφιβάλλουν για τον ρόλο τους μέσα στην δράση του παραμυθιού. Έχουν τον δικό τους κύκλο ζωής και τιμούνται από τον άνθρωπο. Επιβραβεύονται ή κυνηγιούνται μέχρις εξοντώσεως. Διαθέτουν μεγάλες σωματικές και μεταφυσικές αντοχές. Υπερφυσικές ιδιότητες που ξαφνιάζουν και εκπλήσσουν τον άνθρωπο των μεγάλων αστικών κέντρων. Εκδηλώνουν παρόμοια αισθήματα με τους ανθρώπους, φλόγα ζωής, μεταμορφωτικές ιδιότητες και πολυποίκιλες μεταλλαγές. Ίσως το μόνο που δεν έχουν είναι «αισθητική». Ξεγελούν τον άνθρωπο και τα δαιμόνια, τα τελώνια και τις άλλες μαγικές δυνάμεις της Φύσης. Όπου το απαιτεί ο θρύλος είναι μισά ζώα και μισοί άνθρωποι. Είναι οξυδερκέστερα των ανθρώπων αλλά και υπόδουλα σε αυτούς. Έχουν χιούμορ και υποδύονται ρόλους με καυστική διάθεση. Τους αρέσει το παιχνίδι και το χουζούρι, η βολή, η ραστώνη. Έχουν την δική τους οικογένεια και σπιτικό, κώδικες μεταξύ τους επικοινωνίας. Μεταμορφωτικές ικανότητες και είναι περισσότερο παρατηρητικά από τον άνθρωπο που τα εξημέρωσε και τα έκανε σκλάβο του. Μεταφέρουν μεγαλύτερα φορτία στις πλάτες τους από τον άνθρωπο. Αφουγκράζονται τον κίνδυνο και τον αποφεύγουν γρηγορότερα από το ανθρώπινο είδος. Δίχως να χάνουν την άγρια φύση τους, βλέπε τον βασιλιά των Ζώων, το Λιοντάρι, μπορούν να μετατραπούν σε αρνάκια. Τρέχουν γρηγορότερα. Είναι ευγνώμονα σε ανθρώπινες ευεργεσίες. Βλέπε τον μύθο ο Ανδροκλής και το Λιοντάρι. Όμορφα και πανούργα όπως οι αλεπούδες. Ύπουλα, βλέπε τον μύθο του Κήπου της Εδέμ και πως ξεγέλασε το φίδι τον μπουνταλά Αδάμ παγιδεύοντάς μας εσαεί. Πανέμορφοι Κύκνοι και χαριτωμένες πάπιες, ανοιχτόχρωμοι πελαργοί που χτίζουν την φωλιά τους σε ψηλά καμπαναριά, καλλικέλαδα αηδόνια που πετούν σαν «στούκας» και υπερήφανοι αετοί που επισκοπούν τον κόσμο από ψηλά, μούργοι σταθεροί σύντροφοι του ανθρώπου αγαπημένα μας Σκυλιά, είτε ως Γκούφηδες είτε ως Ραταπλάν, πάντα δίπλα μας ακόλουθοι των βημάτων μας. Ατίθασες και ανεξάρτητες Γάτες αναμικιόρες και εκδικητικές, παιχνιδιάρες και ισορροπίστριες, εφτάψυχες, γίνονται πρώτη ύλη στον Κόσμο των Παραμυθιών. Γατούλες με τις ροζ μυτούλες και παπουτσωμένοι γάτοι, κεραμιδόγατοι ερωτύλοι, κυκλοφορούν ανενόχλητες στον υπαίθριο χώρο των αγρών, μέσα στα σπίτια. Πονηρούλικα ποντίκια που τρυπώνουν παντού και ξετρυπώνουν από εκεί που δεν τα περιμένεις, και μητόγκες τρυποκάρυδοι που κάνουν πάντα τον ίδιο ρυθμικό θόρυβο. Πετεινοί που μας ξυπνούν απ’ τα χαράματα και κότες που κακαρίζουν ανενόχλητες. Μηχανικοί και αρχιτέκτονες μυρμήγκια χτίζουν την φωλιά τους με απίστευτη θέληση. Κουρασμένα γαϊδουράκια και υπερήφανα άτια. Ήρεμα ελαφάκια και υποζύγια σε έλκηθρα τάρανδοι. Παιχνιδιάρικα και κοινωνικά δελφίνια με χορευτικές κινήσεις και στροβιλισμούς εκδηλώνουν την αγάπη τους στην παρουσία του ανθρώπου, μη γνωρίζοντας τις Ιαπωνικές συνήθειες.. Καβουράκια της άμμου και οικογένειες ιππόκαμπων κολυμπούν δίπλα με ομιλούντα ψάρια στις θάλασσες και τους ωκεανούς. Τζίνι και νεραΐδες αναδύονται μέσα από τα βάθη των λιμνών. Μάγισσες πάνω σε σκουπόξυλα πετούν στον ουρανό δίπλα σε σμήνη πουλιών και περιστεριών. Σοφές κουκουβάγιες και στωικές πέρδικες. Μνησίκακες καμήλες και ακούραστα άλογα, βατράχια που κοάζουν νυχθημερόν. Τρελά από την καλοκαιρινή κάψα τζιτζίκια δεν χορταίνεις να τα ακούς. Τσαλαπετεινοί και σπαθάτα χελιδόνια, σκαντζόχοιροι και λαγοί, λύκοι που παραμονεύουν το θήραμά τους και κυνηγούν τις κοκκινοσκουφίτσες. Χελώνες που μεταφέρουν το σπίτι τους με αργούς βηματισμούς και ερπετά που δίνουν το όνομά τους σε ανθρώπους. Μικροσκοπικά σπουργίτια που χορταίνουν με ψίχουλα και καπλάνια. Όλος ο κύκλος του ζωικού βασιλείου σιτίζεται από την φαντασία και το όνειρο τις μεταφυσικές δοξασίες του Κόσμου των Παραμυθιών. Σιμά με θεόρατους ανθρωποφάγους Δράκους, και στοιχειά του Κάτω Κόσμου. Βασιλιάδες και Βασίλισσες, ανύπαντρες θυγατέρες, Νεραΐδες Μοίρες και μυλωνάδες. Νύφες και κακές πεθερές, στείρες μανάδες και μητριές. Πανούργες γυναίκες και μάγισσες, μάγους, γριές που καταριούνται επειδή δεν έγινε το δικό τους. Η Πούλια και ο Αυγερινός, τα Στοιχειά και τα Τελώνια, οι ανθισμένες αμυγδαλιές και τα σπιτικά παρτέρια. Τα μουρλά κορίτσια και οι αλαφροΐσκιωτες γυναίκες και άντρες. Οι χρυσομαλλούσες και οι τρισεύγενες, τα θεριά και τα ερωτευμένα πριγκιπόπουλα. Τους ψαράδες και τους μαρμαρωμένους βασιλιάδες, τους αλημπαμπάδες και τους κλέφτες, την Σταχτοπούτα και την Γοργόνα. Τον Χριστό, τον Άη Γιώργη και τον Κυρ Βοριά, την ωραία Ελένη και τους περιβολάρηδες, τους ξωμάχους και τους πλούσιους, τους μάντηδες και τον Φιάκα. Τους προγόνους και τις Μοίρες, τους χαρτοπαίχτες και τους μισοκωλάκηδες, τις θυγατέρες και τις στρίγκλες μανάδες. Τον Μέγα Αλέξανδρο και τις γοργόνες, τους μυλωνάδες και τον κακούργο Ιαβέρη, το φιδόδεντρο και ο Φεγγαράς. Τους αμνούς που δίνουν το μαλλί τους και τα βόδια που οργώνουν. Τα στοιχειά του Κάτω και του Πάνω Κόσμου, όλα ένας πολύχρωμος καμβάς. Συνυπάρχουν στα λαϊκά ελληνικά και ξένα παραμύθια της παράδοσης και δίνουν τον τίτλο στην αφηγούμενη ιστορία. Ο ρόλος των Ζώων είναι ισάξιος, ισοδύναμος με εκείνον των ανθρώπων μέσα στο Παραμύθι. Υπερβολική συμπεριφορά και αντίδραση όποτε το απαιτεί η ιστορία ή σιωπηρή επικουρική παρουσία. Μπλέκονται αρμονικά σε κάθε του ανθρώπου εκδήλωση, στα πόδια του, κυκλοφορούν στα χαγιάτια τους, τις καλύβες τους, τους αγρούς τους. Είναι μεγάλη και κεντρική η συμβολική τους στην αλλόκοτη ή θρησκευτικής ατμόσφαιρας ιστορίες και λαϊκές δοξασίες που γεννούν και διατηρούν ζωντανό τον λόγο και την ζωή των Παραμυθιών. Δηλαδή τις ζωές των απλών ανθρώπων.
Τα Παραμύθια είναι ο φύλακας των λειψάνων της αρχαίας ζωής και κοινωνίας των ανθρώπων. Είναι η ζωντανή μνήμη που διατηρείται μέσα από τα διάφορα μοτίβα της αφήγησης, την προφορική παράδοση. Στην λαϊκή φαντασία των ανθρώπων η αλήθεια και το όνειρο είναι ένα. Η πραγματικότητα και το θαύμα επίσης. Όλα μπορούν να συμβούν και να γίνουν αποδεκτά. Παμπάλαια ήθη και άγνωστα έθιμα, κοινωνικές συνήθειες και συμπεριφορές, παλαιές νοοτροπίες και δοξασίες, μεταφυσικές καταφυγές όλα διασώζονται μέσα στο Παραμύθι. Όπου το ιερό συνυπάρχει με το ανίερο. Το θείο με το δαιμονικό. Όλες οι αξίες της ζωής μορφοποιούνται στο Παραμύθι, μια και το τέλος του είναι συνήθως αισιόδοξο, ελπιδοφόρο. Εξάλλου, πάντα τελειώνουν με το «περάσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα». Ο Αετός είναι Σύμβολο του πατέρα των Θεών και των Ανθρώπων Δία. Ο Νώε έστειλε το περιστέρι μετά τον κατακλυσμό. Και το Πνεύμα το Άγιο εν ήδη Περιστεράς… Το Άλογο είναι το σύμβολο του Θεού Ποσειδώνα. Οι τέσσερεις ιεροί Ευαγγελιστές εικονογραφούνται με διάφορες μορφές Ζώων. Ισχυρά κράτη έχουν στις σημαίες τους φωτογραφίες Πουλιών ή Ζώων. Ένα τεράστιο μωσαϊκό φωνών, αναπνοών, ομιλιών, χαρακτήρων, ταυτοτήτων, τρυφερών συγκινήσεων και γλυκών αισθημάτων, εντυπώσεων, μαγευτικών ταξιδιών μας εξιστορούνται στις απλοϊκές αυτές ιστορίες που, η σημαντική τους, είναι ισάξια με τα κλασικότερα και διαχρονικότερα έργα της παγκόσμιας μυθοπλασίας. Η λαϊκή έμπνευση της επώνυμης ή ανώνυμης προφορικής αφήγησης των Παραμυθιών, δεν απέχει και τόσο από τα άλλα ανθρώπινα γραπτά και διασωθέντα έπη της ανθρώπινης περιπέτειας. Και τα μεν και τα δε έργα, εκφράζουν την περιπετειώδη διαδρομή του ανθρώπινου βίου και την συνέχεια της ανθρώπινης φωνής. Ανθρώπου και Ζώων. Η μορφολογική και μόνο εξέτασή του μας δηλώνει του λόγου το αληθές. Η γλώσσα επίσης των Παραμυθιών έχει την δική της ιδιαιτερότητα. Είναι μια γλώσσα με την δική της σημαντική, λέξεις της αγροτικής κοινωνίας όπως μιλιέται την δεδομένη χρονική στιγμή και του εκάστοτε από τόπο σε τόπο ιστορία.
247., Ο
γάτος χατζής
Μια φορά ένας γάτος, για να φάει πολλά ποντίκια εδιαλάλησε ότι επήγε στον Ιορδάνη και έγινε χατζής και για τούτο δε θα μεταφάει κρέας. Και για να πιάσει φιλία με τα ποντίκια, τα επροσκάλεσε, μια ημέρα σε τραπέζι, αφού εμάζωξε μερικές κόρες ψωμί, φλούδες από τυρί και άλλα τέτοια, και τις έβαλε μέσα σε μια αποθήκη αδειανή. Τα ποντίκια, αφού εφάγανε, αρχινήσανε να χορεύουν’ ο γάτος σαν τα είδε και απομακρυνθήκανε από τις τρούπες τους, αρχίνησε να κουνάει τα μουστάκια του δεξιά και αριστερά και ετήραγε πούθε ν’ αρχινήσει. Οι γέροι ποντικοί σαν είδανε το γάτο να στριφογυρίζει τα μουστάκια του, επιάσανε τον τοίχο και είπανε στα μικρά ποντίκια: «Κατά τον τοίχο το χορό, γιατί τα μουστάκια του κουμπάρου μας δεν μοιάζουνε για χατζή». Σελίδα 640
246., Ο γάτος ψόφιος
Μια φορά ένας γάτος έκαμε τον ψόφιον και εγέλασε υα ποντικάκια και τα ‘φαγε. Στα ύστερα εψόφησε αληθινά και τον επετάξανε στα σαρίδια. Τα μικρά τα ποντικάκια, σαν τον είδανε ψόφιο, ετρέξανε στα μεγάλα και τους είπανε πως ο γάτος εψόφησε. Εκείνα όμως, θυμώντας τη λαχτάρα που ετραβήξανε όντας έκαμε τον ψόφιο, δεν το πιστεύανε. Τα μικρά τα ποντικάκια για ναν τους πείσουνε πώς αλήθεια εψόφησε, ανεβήκανε επάνω του και εχορεύανε. Ένας από τους μεγάλους ποντικούς λέει: «Και καπνοσακούλα να τον ιδώ, δεν θα το πιστέψω». Σελίδα 369
137., Ο γάτος
Ήταν ένας πατέρας κι είχε τρία παιδιά’ αρρώστησε βαριά, κατάλαβε πώς θα πεθάνει και τα φώναξε να τα δώσει την ευχή του και να τα μοιράσει και το βιό του. Στο μεγάλο έδωσε το μύλο, στο μεσιό τ’ άλογο και στο μικρό το γάτο. Στο μύλο πηγαίνανε στάρι για ν’ αλέσουνε κι ο μεγάλος έβγαζε το ψωμί του, ο δεύτερος πήγαινε φορτιά από χωριό σε χωριό κι έβγαζε το ψωμί του, μόνε ο μικρός δεν ήξερε τι δουλειά να κάνει με τον γάτο, που του άφησε ο πατέρας του. Ο γάτος είδε τον αφέντη του συλλογισμένο και παραπονεμένο και τον είπε: «Γιατί, αφέντη μου, είσαι παραπονεμένος και συλλογισμένος;» «Πώς να μήν είμαι; Ο μεγάλος ο αδελφός μου έχει το μύλο, τον πηγαίνουν στάρι, το αλέθι και βγάζει το ψωμί του, ο άλλος μου αδελφός έχει τ’ άλογο, πηγαίνει φορτίο από χωριό σε χωριό και κείνος βγάζει το ψωμί του, εγώ τι να κάμω με σένα το γάτο;» «Μην πικραίνεσαι αφέντη μου, ‘πο μένα πολλά καλά θα δεις»’ και γέλασε το παιδί. «Τι καλό θα διω ‘πό σένα, καημένε γάτο, που θέλω και ψωμί να σε δίνω; «Αυτό που σου λέγω, πολλά καλά θα διεις από μένα, μόνε κάνε μια σακούλα για τον ώμο και γέμιο’ τη στάρι, δώσ’ με μια σαϊτα και σιδερένια τσαρούχια».
Βάζει ο γάτος τα σιδερένια τσαρούχια στα πόδια του, βάζει στον ώμο του τη σακούλα με το στάρι και τη σαϊτα και φεύγει. Πάγει, πάγει, φθάνει έξω στα βουνά, στα δροσερά τα δέντρα, που είναι πολλά πουλιά, τα ρίχνει στάρι, κατεβαίνουν να φάνε και τα πιάνει. Αφού έπιασε πολλά, τα πάγει στο βασιλέα και τον λέγει: «Πολυχρονεμένε μου βασιλέα, έχεις πολλά χαιρετίσματα απ’ τον αφέντη μου».
Πάλε την άλλη μέρα βάζει τα σιδερένια του τσαρούχια, παίρνει στον ώμο τη σακούλα γιομάτη στάρι και τη σαϊτα και πάγει έξω στα βουνά, στα δροσερά τα δέντρα, που είναι τα πουλιά, κατεβαίνουν τα πουλιά να φάνε το στάρι, τα πιάνει. Αφού έπιασε πολλά, τα πάγει δώρο στο βασιλέα απ’ τον αφέντη του. Αυτό το έκανε πολλές φορές κι ο βασιλέας λέγει τους δούλους του: «Όποιος φέρει τα πουλιά να τον φέρτε μπρος μου». Την άλλη μέρα πήγε πάλι ο γάτος τα πουλιά στο βασιλέα και τον πήγανε μπροστά του. «Είναι, βασιλέα μου πολύχρονε, τα πουλιά απ’ τον αφέντη μου και σε στέλνει πολλά χαιρετίματα».
Ο βασιλέας τον είπε πως θέλει να πάγει στο σπίτι του να τον δει και να τον ευχαριστήσει για τα πουλιά που τον στέλνει. «Μετά χαράς», είπ’ ο γάτος κι έδειξε κατά πού ήτανε το παλάτι τ’ αφέντη του. Γυρίζοντας ο γάτος, περνάει απ’ το παλάτι του δράκου, μπαίνει μέσα απ’ το παράθυρο. Ο δράκος διασκέδαζε μοναχός του, γινούντανε λογής λογής ζώα, γιούντανε λιοντάρι, γινούντανε μαϊμού, γινούντανε λάφι, γινούντανε αλεπού, ο γάτος ξεκαρδιζούντανε απ’ τα γέλια κι ο δράκος ευχαριστιούντανε που έβλεπε το γάτο να τον θαυμάζει. «Μπράβο δράκο, έγινες όλα τα μεγάλα ζώα, δε μπορείς να γίνεις και κανένα μικρό;» «Σαν τι θέλεις;» «Ό,τι θέλεις, σαν ποντίκι, να πούμε». «Γίνουμαι».
Ο δράκος έγινε ποντικάκι κι ο γάτος χαπ! Το καταπίνει και φεύγει χαρούμενος. Πηγαίνει στον αφέντη του και τον λέγει: «Ο βασιλέας ευχαριστεί για τα πουλιά που τον έστειλες και θα ‘λθει κι ο ίδιος να σε κάνει βίζιτα». «Πώς; Ο βασιλέας θα έλθει μέσα στην καλύβα μου; Δεν έχω στον ήλιο μοίρα’ κι έδενε τα χέρια του απ’ τη στενοχώρια». «Μη στενοχωριέσαι, αφέντη μου, όλα τα βόλεψα, έλα να σε πάγω σπίτι σου, είναι το παλάτι του δράκου που έγινε ποντίκι και τον έχαψα».
Μπρός ο γάτος, πίσω το παλικάρι, πάνε στο παλάτι του δράκου, μπαίνουν μέσα. Το παλικάρι σάστισε, όλα χρυσά γύρω, όλο μεγάλοι καθρέφτες’ βλέπει τον εαυτό του μέσα με ωραία κατιφεδένια ρούχα, ντυμένο σα βασιλόπουλο’ μπερντέδες μεταξωτοί, χαλιά ωραία, δούλοι με σταυρωμένα χέρια περιμένανε τις διαταγές του. Νόμισε πως ονειρευούντανε. «Δε σε είπα, αφέντη μοτ, πως θα διεις πολλά καλά από μένα;»
Το βράδυ ο βασιλέας έρχεται, απόρησε με το παλάτι που ήτανε πιο όμορφο και πιο μεγάλο απ’ το δικό του και γύρεψε να τον κάνει γαμπρό στη μονάκριβή του βασιλοπούλα. Ο γάμος γινούντανε σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες κι ο γάτος έζησε μαζί τους, τον τιμούσανε όλοι κι όταν πέθανε τον εκλάψανε, τον εβάλανε σ’ ένα χρυσό κουτί και με δόξα τον εθάψανε στον κήπο του παλατιού. Ήμουνα και γω εκεί μ’ ένα κόκκινο βρακί. Σελίδες 119-121.
185., Οι γάτες
Μια φορά κι έναν καιρό ήτανε δύο αδέρφια. Ο ένας λεγότανε Μητράκης κι άλλος Μπαμπάκης. Ο Μητράκης ήτανε πλούσιος κι ο Μπαμπάκης φτωχός. Ο φτωχός πήγαινε κάθε μέρα για ξύλα. Μια μέρα δεν είχε ο φτωχός ψωμί να πάρει μαζί του. Στέλνει το κορίτσι του στον αδελφό του τον πλούσιο, να του δώσει λίγο ψωμί, να πάρει μαζί του στον τροβά. Κείνος δεν το ‘δωσε και το κορίτσι γύρισε πίσω παραπονεμένο και το ‘πε του πατέρα του. Σκώνεται τότε ο κακόμοιρος, παίρνει τον τροβά του άδειο και πήρε το δρόμο. Βγήκε απ’ το χωριό και πήγε μακριά. Κει που πάγαινε στο δρόμο, βρίσκει ένα μάρμαρο με μια χρυσή κριτσέλα. Πιάνει την κριτσέλα ανασκώνει το μάρμαρο, βρίσκει σαράντα σκαλιά. Κατεβαίνει τα σκαλιά και βρίσκει μια κάμαρη. Ανοίγει την κάμαρη και βλέπει μέσα πολλές γάτες. «Καλημέρα», τις λέει ο Μπαμπάκης. «Καλημέρα», είπανε κι οι γάτες. Τις ξαναρωτάει πάλι αυτός: «Πού είναι ο αρχηγός σας;» «Παραμέσα» του λεν οι γάτες.
Πάει παραμέσα αυτός και μπαίνει σε μια άλλη κάμαρη, όπου ήτανε ο βασιλιάς κι η βασίλισσα απ’ τις γάτες. Ήτανε κι αυτοί γάτες . Λέει και σ’ αυτές ο Μπαμπάκης. «Καλημέρα». «Καλημέρα, του λένε. Έχεις κανένα τροβά;» τον αρωτήσανε. «Έχω» είπε κείνος.
Τον παίρνουν τον τροβά του, τόνε γεμίζουνε φλουριά κι αποπάνω του βάνανε κάτι πελεκούδια και κάτι ξεροκόμματα ψωμί. Παίρνει τον τροβά με τα φλουριά ο Μπαμπάκης, ανεβαίνει τα σκαλιά και πάει στο σπίτι του. Αδειάζει τα φλουριά. Χαρά κι αυτός και το κορίτσι του! Αγόρασε σπίτια, πήρε καλούδια ένα σωρό. Ζούσανε πλια χωρίς στενοχώριες.
Ο αδερφός του ο Μητράκης σαν είδε πως ο αδερφός του είχε χρήματα και ζούσε καλά, τον αρώτησε μια μέρα: «Πού τα βρήκες αυτά τα χρήματα, αδερφέ;» Κείνος ήτανε καλός ο κακομοίρης και του ‘πε πού τα βρήκε. Του λέει ο Μητράκης. «Πάμε μαζί, αδερφέ, να με δώσουνε κι εμένα;» «Πάμε» είπε ο Μπαμπάκης.
Σκώνουνται το πρωί, πάνε, βρίσκουν το μάρμαρο με την κριτσέλα. Σκώνει ο Μπαμπάκης την κριτσέλα, βρήκανε τα σαράντα σκαλιά. Κατεβαίνουν κάτω, μπαίνουν μέσα στην κάμαρη , βρίσκουν τις γάτες. Ο Μπαμπάκης τις είπε: «Καλημέρα». Ο Μητράκης, σαν είδε τις γάτες, δεν τις είπε «Καλημέρα», μονάχα έλεγε: «Αυτές οι γάτες θα με φάνε». Πάνε και στην άλλη την κάμαρη που ήταν ο βασιλιάς κι η βασίλισσα. Ο Μπαμπάκης τις είπε πάλι: «Καλημέρα». Ο Μητράκης δεν τις είπε «Καλημέρα». Τον αρωτάνε ύστερα οι γάτες: «Έχεις κανένα τροβά;» «Έχω είπε κείνος.»
Ύστερα διατάξανε και φκιάσανε στον πλούσιο τσάι, και στο φτωχό φκιάσανε γάλα. Και μέσα στον τροβά του φτωχού βάνανε πάλι φλουριά και μέσα στον τροβά του Μητράκη βάνανε κάτι πελεκούδια. Και λένε στον Μητράκη: «Άμα πας στο σπίτι σου, να πας σε μια κάμαρη, να κλείσεις πόρτες και παράθυρα και ν’ απλώνεις ένα μεταξωτό σεντόνι, κι απάνω ν’ αδειάσεις τον τροβά σου».
Σκώθηκαν αυτοί, ανεβήκανε τα σκαλιά και πήγανε στα σπίτια τους. Πάει ο Μητράκης στο σπίτι του, κλείνει πόρτες και παράθυρα, απλώνει ένα σεντόνι μεταξωτό κι αδειάζει απάνω τον τροβά του. Πετιούνται τα φίδια, χυμήξαν απάνω στον πλούσιο και τόνε πνίξανε. Ο Μπαμπάκης άδειασε πάλι τα φλουριά απ’ τον τροβά του και ζήσανε με το κορίτσι του καλά κι εμείς καλύτερα. Σελ.392-393
238., Οι δύο ποντικοί
Δυό ποντικοί ταξιδέψανε και φτάσανε σε μια πολιτεία. Λοιπόν ο ένας είδε ένα πλουσιόσπιτο και λέει: «Εγώ θα μείνω εδώ». Ο άλλος είπε: «Εγώ θα πάω στο βουνό να βρω μια βελανιδιά, να τρώω τα βελανίδια, να πίνω και το νερό μου και να ‘χω την ησυχία μου». Του ‘δειξε το μέρος που ήτανε η βελανιδιά, αν θέλει καμιά φορά να πάει να το ευρεί. Εκάθισε δυό χρόνια στο σπίτι αυτός και πάχυνε. «Βρε, λέει μια ημέρα, δεν πάω να βρω το φίλο μου, να ιδώ τι κάνει;» Κίνησε λοιπόν και πήγε και τον ηύρε. «Ώρα καλή, αδερφέ». «Καλώς τονε». «Πώς τα περνάς με τα βελανίδια;» «Καλά». «Εγώ τρώω βούτυρα, λάδια, μέλια και τέτοια και πάχυνα’ εσύ αχάμνηνες. Έλα κει πέρα που είμαι κι εγώ να τρώς καλά και να πίνεις καλά». Ερώτησε λοιπόν στο σπίτι, ανεβήκανε απάνω στα κεραμίδια και καθίσανε στην τρούπα της καμινάδας. Εκεί κάτω στο τζάκι έτυχε να κάθεται η γάτα. Του λέει: «Λοιπόν να που έχει γάτα’ εσύ μου είπες ότι δεν έχει». «Άμ, είναι στραβή, δε βλέπει, του λέει». «Για πέσε κάτω να ιδούμε, είναι στραβή;» «Στάσου να πέσω». Πέφτει λοιπόν.
Η γάτα εκοιμότανε απάνω στη στάχτη’ εμπήκε στάχτη στα μάτια της και δεν επρόφτασε να τον πιάσει. Ανέβη πάλι στα κεραμίδια και του λέει: «Να, δε σου είπα εγώ που είναι στραβή; Να που δε με πρίραξε!» Του λέει: «Για ξαναπέσε να ιδούμε θα σε πιάσει;» Πέφτει πίσω’ η γάτα έτοιμη, καθώς έπεσε’ τον άρπαξε και βγήκαν τ’ αντερά του από πίσω. «Έ, λέει ο άλλος, κάλλιο βελανίδια και μέσα τ’ άντερα, παρά βούτυρο, λάδια και μέλια, και όξω τ’ άντερα».
Κάλλιο πουλάκι στο κλαρί
παρά πουλάκι στο κλουβί. Σελ. 628.
274. Ο γάτος κι οι μυζήθρες
Μια νοικοκυρά έκαμνε το γάλα, και καθώς το ‘καμνε, ο γάτος επαραμόνευε μήπως τη γελάσει κι αρπάξει κανένα τυρί, για καμιά μυζήθρα, αλλά δεν τα κατάφερνεν. Τα πρόσεχε κι επό κει, κι από δω από το γάτο. Άμα ετελείωσεν, έβαλεν τα τυριά μέσα στη στάμνα, την εστούπωσε, κι αναποδογύρισε κι από πάνω της ένα κοφίνι. Τις μυζήθρες ήθελε να τες βάλει στον ήλιο, και για να μην τες φάει ο γάτος, εκρέμασεν ένα σανίδι στα δοκάρια της στέγης κοντά στο παναθύρι, τες έβαλε πάνω, κι επήγε στην δουλειά της.
Ο γάτος έκατσε πάνω στο παναθύρι κι εθεώρει τις μυζήθρες κι εξερογλείφονταν. Επετάχτηκε μια, δύο, τρείς βολές, δεν τα κατάφερεν ν’ αρπάξει καμιά γιατί ήτο πολύ ψηλά. Έκατσε κει χάμω κι εσυλλογιόταν. Ύστερα από λίγη ώρα λέγει: «Αλλά τι τυραννιούμαι τόσην ώρα δω χάμω σαν τον τρελό; Ξέφυγε τελείως απ’ το νου μου! Σήμερα είναι Τετάρτη κι εξέχασα πως δεν τρώμε λίπη!» Κι εξεκίνησεν κι έφυγεν., σελ.678.
258. Ο γάτος που πήγε ν’ αγιάσει
Ένας γάτος μια φορά αποφάσισε ν’ αγιάσει. Να μην πιάνει πια μήτε ποντικούς, μήτε πουλιά, μήτε να κλέβει από το τραπέζι φαγιά. Κι επήγε σ’ ένα μοναστήρι. Πράγματι έδειξε μετάνοια πολλή για τες πράξεις του και τον έκαμαν διάκο. Μιαν ημέρα όμως που κρατούσε στο θυμιατό στο ‘να χέρι και τη λαμπάδα εις το άλλο κι εθυμιάτιζεν τον παπά, που γύριζεν τ’ άγια, επετάχτηκεν ένας ποντικός. Ο γάτος, άμα είδεν τον ποντικό, εξέχασε πως ήτο διάκος και ξαπολά το θυμιατό και τη λαμπάδα και τρέχει να πιάσει τον ποντικό… , σελ.655 (***)
Γατοσημειώσεις:
(*) ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, μετάφραση Γιάννης Βαλούρδος, επίμετρο Christine Park * Caroline Heaton. Εκδόσεις Απόπειρα, Ιούλιος 1995, σελ.200. Στο νούμερο 4 της σειράς Τα Παραμύθια του Κόσμου. Περιλαμβάνει 13 σύγχρονα παραμύθια της λογοτεχνίας. Των: Γαβριήλ Γιοσιποβίτσι, Ένα σύγχρονο παραμύθι.-Άννι Ντιλλαρντ, Το παραμύθι της σούπας.-Μισέλ Τουρνιέ, Ο Πιερρότος ή Τα μυστικά της νύχτας.-Κλαρίσε Λισπέκτορ, Η μοιρασιά του ψωμιού.-Μάργκαρετ Άτγουντ, Η Ίσις στα σκοτάδια.-Μπεν Όκρι, Όταν ανάβουν τα φώτα ξανά.-Πέτερ Νάντας, Μια ιστορία για τη φωτιά και τη γνώση.- Τατιάνα Τολστόι, Μια καθαρή κόλλα χαρτί.-Ντόρις Λέσσινγκ, Πώς έχασα τελικά την καρδιά μου.- Τζόύς Κάρολ Όουτς, Ο κυανοπώγων εραστής.- Τζόϋς Κάρολ Όουτς, Μυστικές παρατηρήσεις για την κοπέλα κατσίκι.-Τζων Μπέρτζερ, Μια αρκούδα.- Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, Το μυστικό θαύμα.
(**). Βλέπε την σειρά «ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ» όπου κυκλοφόρησαν Παραμύθια του Αμαζονίου, της Περσίας, ή θεματολογικά, όπως «Παραμύθια Αγάπης και Έρωτα», εκδόσεις Απόπειρα χρόνοι 1994, 1995 και αργότερα. Η δεύτερη σειρά είναι αυτή των εκδόσεων «ΕΝ ΠΛΩ». Οι καλαίσθητες αυτές εκδόσεις εξέδωσαν τρείς δεμένους με διαφορετικό χρώμα ογκώδεις τόμους, οι οποίοι με διαφορετικούς Προλόγους και Σχόλια μας παρουσιάζουν Ελληνικά Παραμύθια από διάφορες γεωγραφικές περιοχές της Ελλάδος. Έχουμε τόμος πρώτος της σειράς, Αθήνα, Νοέμβριος 2003 τα «ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ» της παραμυθούς Στέλλας Πιθαρουλιού, ο πρόλογος είναι του Θεοχάρη Προβατάκη και η εικονογράφηση της Κατερίνας Καλουμένου. Στον τόμο αυτόν της παρουσίασης 26 Παραμυθιών από διάφορες περιοχές της Μεγαλονήσου, δημοσιεύεται και μία παραλλαγή του Παραμυθιού «Ο ΕΞΥΠΝΟΣ ΓΑΤΟΣ» (Μαργαρίτας Γεροποτάμου Ρεθύμνης), μία του παραλλαγή μεταφέρω-αντιγράφω από την έκδοση των εκδόσεων «Οδυσσέας» ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ, του ΚΩΣΤΑ ΚΑΦΑΝΤΑΡΗ, και τον δεύτερο τόμο με τίτλο «Ο ΦΕΓΓΑΡΑΣ», Αθήνα 1988. Ο δεύτερος τόμος έχει τίτλο «ΤΟ ΦΙΔΟΔΕΝΤΡΟ», Αθήνα 1988 και συνοδεύεται με πρόλογο του Μιχάλη Γ. Μερακλή. Τον τόμο ο ανθολόγος Κώστας Καφαντάρης τον αφιερώνει «στον Γιώργο Ιωάννου». Μία άλλη παραλλαγή του ίδιου Παραμυθιού έχουμε στην έκδοση «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ» ΣΕΙΡΆ ΔΕΥΤΕΡΗ του Γεωργίου Α. Μέγα, εκδόσεις «ΕΣΤΙΑΣ- ΙΩΑΝΝΟΥ Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ» Αθήναι 1963. Εδώ ο τίτλος του παραμυθιού αλλάζει, γίνεται «ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΥΧΕΡΑ ΑΔΕΡΦΙΑ», νούμερο 43, σελ.207-209. Και μία μικρούλα σημείωση για τα «Λαϊκά Παραμύθια της Κρήτης» των καλαίσθητων εκδόσεων «Εν Πλω». Στα περιεχόμενα αναγράφονται 25 τίτλοι Παραμυθιών, ενώ στην έκδοση έχουμε την παρουσίαση 26 τίτλων, μαζί με την «ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΟΥΣΑ» που δεν προσμετράτε. (Αλλά αυτό είναι ένα ασήμαντο λαθάκι μπρος την ομορφάδα της έκδοσης). Την ίδια χρονιά, Αθήνα, Ιούνιος 2003 ο ίδιος εκδοτικός οίκος κυκλοφορεί τον τόμο του Γιώργη Βενετούλια, «ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΩΝ ΚΥΚΛΑΔΩΝ» σε πρόλογο και σχόλια Μαριάνθης Καπλάνογλου. Οι διορθώσεις και η επιμέλεια είναι του Γιώργη Βενετούλια, το Εξώφυλλο των Αντώνη Κοζαδίνου και Άρτεμις Καμαρινέα ενώ την εικονογράφηση έχει ο Παναγιώτης Παναγόπουλος. Τα 30 Παραμύθια προέρχονται από την Σίφνο, την Μύκονο, την Μήλο, την Τήνο, την Νάξο, την Κύθνο, την Πάρο, την Ίο, την Σέριφο, την Σύρο. Τέλος, ένα χρόνο μετά, Αθήνα, Ιούνιος 2004, οι εκδόσεις «Εν Πλω» δίνουν την κυκλοφορία και του τρίτου τόμου της σειράς. Συγγραφέας είναι η Γιάννα Σέργη, «ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΩΝ», ο πρόλογος είναι του Μιχάλη Γ. Μερακλή το εξώφυλλο και την εικονογράφηση του τόμου είχε ο Βασίλης Σιδερής, οι διορθώσεις και η επιμέλεια ήταν της Γιάννας Σέργη. Την αυλαία το τόμου ανοίγει απόσπασμα από στίχο του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη. «Η θύμηση να γίνει ένα κλαδάκι δυόσμου αμάραντο κι από τη ρίζα του να ορμήσουν άνεμοι γιορτής». Τα 31 εν συνόλω Παραμύθια, προέρχονται από την Κάσο, την Ρόδο, την Κάλυμνο, το Καστελόριζο, την Λέρο, την Κάρπαθο, την Αστυπάλαια, την Χάλκη, την Πάτμο. Και οι τρείς τόμοι συνοδεύονται από ερμηνευτικό Γλωσσάρι και Πηγές.
Στην παρουσίαση αυτού του σημειώματος για τα Παραμύθια και το μικρό Γατοανθολόγιο, είχα υπόψη μου και ξαναδιάβασα εκτός από αυτά που χρησιμοποιώ και το βιβλίο της Νίκης Μαραγκού «ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ», Εικονογράφηση Γιώργος Κόρδης, εκδόσεις Αρμός, Αθήνα, Απρίλιος 1994. Ο τόμος περιέχει 8 παραμύθια. Το τελευταίο έχει τίτλο «Το σκυλί και το γατί». Τέλος από την πλευρά των Ελληνικών Παραμυθιών συμβουλεύτηκα και τον τόμο του αυστριακού ερευνητή Jojann Feorg von Hahn, «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ», επιλογή-μετάφραση Δημοσθένης Κούρτοβικ, εκδ. “Opera”, Αθήνα 1991, με εξώφυλλο του Αλέξη Κυριτσόπουλου. Το βιβλίο περιλαμβάνει 31 τίτλους ελληνικών παραμυθιών, με πρόλογο του συγγραφέα και του έλληνα μεταφραστή. Και σε αυτήν την έκδοση, διαβάζουμε το Παραμύθι, «ΤΑ ΤΡΙΑ ΕΥΓΝΩΜΟΝΑ ΖΩΑ» σ.63 όπου το μοτίβο και την θεματολογία την έχουμε συναντήσει και σε άλλες εκδόσεις με διαφορετικό τίτλο παραμυθιού και ελάχιστες προσθοαφαιρέσεις. Και εδώ, το φίδι, το σκυλί και η γάτα, είναι τα τρία ζώα που διασώζει ο φτωχός γιός από τα χέρια παιδιών που ετοιμάζονται να σκοτώσουν τα τρία ζώα. Και στις επίσημες εκδόσεις Ανθολογιών Ελληνικών Παραμυθιών, συναντάμε ίδια περιεχομένου Παραμύθια με άλλη ονομασία. Η παρουσία της Γάτας και του Σκύλου, και άλλων οικόσιτων ζώων συναντούνται και σε άλλα Παραμύθια με διαφορετικό μοτίβο.
Όσο αφορά τώρα, τις συλλογές Ξένων Παραμυθιών είχα πρόχειρα υπόψιν μου, την πολύτομη σειρά των εκδόσεων «Ηριδανός» «Χίλιες και Μία Νύχτες», την έκδοση της «Ωκεανίδας» Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν, «Ιστορίες και Παραμύθια», μετάφραση από τα αγγλικά. Ερρίκου Μπελιέ, σε εικονογράφηση Vilhelm Pedersen, Αθήνα Οκτώβριος 1993. «ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ» του CHARLES PERRAULT με τις γκραβούρες του Gustave Dore, των εκδόσεων Άγρα, Αθήνα 1985 σε μετάφραση Δέσποινας Καμπάνη-Δετζώρτζη. Και την τρίτομη έκδοση «ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΓΚΡΙΜΜ» σε μετάφραση Μαρίας Αγγελίδου, εισαγωγή Marthe Robert, εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 1994. Και στα Παραμύθια των Γάκομπ και Βίλεμ Γκρίμμ, η παρουσία των Ζώων είναι έντονη. Διαβάζουμε και παραμύθια που έχουν σαν θέμα τους την Γάτα.
Τέλος ας μνημονεύσουμε ελάχιστους τίτλους θεωρητικών προσεγγίσεων και μελετών του Κόσμου των Παραμυθιών χρήσιμες στην εξερεύνησή τους: Α) Μιχάλης Γ. Μερακλής, «ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΜΑΣ», εκδ. Κωνσταντινίδη, Θεσσαλονίκη χ.χ. Την σπονδυλωτή μελέτη ο καθηγητής την αφιερώνει «στον δάσκαλό μου Γ. Α. Μέγα».- Β) Μιχάλης Γ. Μερακλής, «ΤΟ ΛΑΪΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ» Κείμενα Παραμυθολογίας, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999. Το βιβλίο ο καθηγητής το αφιερώνει στην σύζυγό του «Στη Μαρκέλλα».- Γ) Ευάγγελος Αυδίκος, «ΤΟ ΛΑΪΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ» Θεωρητικές Προσεγγίσεις, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα, Γενάρης 1994. Ο τόμος είναι αφιερωμένος «Στο δάσκαλο Μ. Γ. Μερακλή».-Δ) Βασίλης Δ. Αναγνωστόπουλος, «ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ», εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1997. Την εργασία του ο πανεπιστημιακός την αφιερώνει «Στους μελισσοκόμους των παραμυθιών».-Ε) Roy Wilkinson, «Η συμβολική ερμηνεία των παραμυθιών», μτφ. Μαρία Ζολώτα, εκδ. «Τρόπος Ζωής», Αθήνα 1994.-ΣΤ) Τζ. Σ. Κούπερ, «Ο ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙΩΝ» Αλληγορίες της Εσωτερικής Ζωής Πορεία προς την Ωριμότητα. Αρχέτυπα Στοιχεία και Συμβολισμοί στα Κλασσικά Παραμύθια. Μετφ. Θύμης Μαλαμόπουλος, εκδόσεις Θυμάρι, Αθήνα 1983. Πληροφορίες και στοιχεία για την καταγωγή και την προέλευση και την κατάταξη των Παραμυθιών συναντάμε σε τόμους της Λαογραφίας και αφιερωματικά τεύχη περιοδικών πχ. Διαβάζω τχ.130/6-11-1985.
(***)
Τα Παραμύθια όλα προέρχονται από την δίτομη Ανθολογία, ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ. ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΦΑΝΤΑΡΗΣ, ΤΟ ΦΙΔΟΔΕΝΤΡΟ, και Ο ΦΕΓΓΑΡΑΣ, εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1988, σελίδες α΄ τόμου 606. Παραμύθια Νούμερο 1-108. Πρόλογος Κώστας Καφαντάρης, Εισαγωγή Μιχάλης Γ. Μερακλής. Ο τόμος αφιερώνεται στον « ΑΞΕΧΑΣΤΟ ΓΙΩΡΓΟ ΙΩΑΝΝΟΥ» Παραμύθι 1, Τ’ αθάνατο νερό. Νούμερο 108. Το φιδόδεντρο. Τόμος δεύτερος σελίδες 716. Περιλαμβάνει τον πρόλογο του Κώστα Καφαντάρη, ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ. Σ.5-9. Το κείμενο του Κ. Καφαντάρη είχε δημοσιευθεί στο Αφιέρωμα του περιοδικού Διαβάζω για το Ελληνικό Παραμύθι, τεύχος 130/6-11-1985.σελ.19-20. Και τα Παραμύθια Νούμερο 109, «Η ΕΥΚΗ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ», έως 277, «ΟΙ ΔΥΟ ΒΑΤΡΑΧΟΙ». Η Ανθολογία περιλαμβάνει δύο ακόμα Παραμύθια το νούμερο 81 και το νούμερο 128 Παραμύθια παραλλαγές που συγγενεύουν με το νούμερο 137. Και το νούμερο 252.
Διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο: «Η μεγαλύτερη σε έκταση ανθολογία ελληνικών λαϊκών παραμυθιών. 252 παραμύθια, δημοσιευμένα σε περιοδικά και βιβλία, και 15 ανέκδοτα, από το Λαογραφικό Αρχείο της Φιλοσοφικής Σχολής Ιωαννίνων έχουν επιλεγεί με κριτήριο το θέμα, την αισθητική και τη γλωσσική τους αξία. Η ταξινόμηση έχει γίνει χρονολογικά: το πρώτο παραμύθι φέρει ένδειξη 1843 και το τελευταίο 1983. Έτσι οι δύο τόμοι καταγράφουν, μεταξύ άλλων, και τη εξελικτική πορεία του ελληνικού παραμυθιού».
(1)., Κατά σειρά παρουσιάσεων η έκδοση του «Ερμή» που επιμελήθηκε ο Γιώργος Ιωάννου είναι η εξής:
1., Το λιοντάρι, το καπλάνι κι ο αητός, σ.21-24. -2., Το σκλαβί, σ.25-40.- 3., Τα τρία παλικάρια και τα τρία κορίτσια, σ.41-44.- 4., Ο γέρο-Σορόκος, σ.45-54.- 5., Τα δυμάρικα (τα δίδυμα), σ.55-60.-6., Ο Σιμιγδαλένιος, σ.61-68. -7., Το βασιλόπουλο, σ.69-90.-8. Η χηναρού, σ.91-102.- 9. Η κουρούνα, σ.103-106.- 10. Το χρυσό βεργί, σ.107-112.-11. Η Μαρδίτσα, σ. 113-122. -12. Ο καημός, σ.123-126.-13., Η Γοργονοβασίλισσα, σ.127-132. -14., Η φτωχή κι ο βασιλιάς, σ.133-135. -15. Το χρυσόμαλλο αρνί, σ.136-138.-16. Το φίδι, σ.139-150.-17. Ο Τσυρόγλες, σ.151-158.-18. Η Γοργόνα, σ.159-166.-19. Το μαχαίρι της σφαγής, τ’ ακόνι της υπομονής και το κερί τ’ αμάλαχτο, σ.167-170.-20. Τα γραμμένα δεν είναι άγραφα, σ.171-174.-21. Η κακιά πεθερά (Οι παραωρίτες), σ.175-178. -22. Η βασιλοπούλα πάει στον πόλεμο, σ.179-182.-23. Ο Γαβριήλ ο μυλωνάς και η κερά-Μάρω, σ.183-186.-24. Η Στρίγγλα, σ.187-191.-25. Τ’ αλαφάκι, σ.192-194.-26. Ο κυρ-Λάζαρος κι οι δράκοι, σ.195-197.-27. Η ξανθομαλλούσα, σ.199-208.-28. Αστερνός και Πούλιω, σ.209-213.-29. Η Πούλια κι ο Αυγερινός, σ.214-218.-30. Της Λάμιας η δυχατέρα, σ.219-223.-31. Ο μικρός αδερφός, που γλίτωσε την αδερφή του από το δράκο, σ.224-228.-32. Ο γάτος, σ.229-231.-33. Το φίδι, το σκυλί κι η γάτα, σ.232-236.-34. Ο Αράπης, σ.237-242.-35. Η Αφροδίτη κι ο βασιλέας, σ.243-248.-36. Το κορίτσι που πήρε τον Ήλιο άντρα, σ.249-252.-37. Οι εννιά αγριόκυκνοι και η ωραία Ελένη, σ.253-256.-38. Το βασιλόπουλο κι η ξωθικιά, σ.257-260.-39. Οι γάτες, 261-262 -40. Ο παπουτσής κι η βασιλοπούλα, σ.263-268.-41. Τα χρυσά και τα χρυσουμηλιγγάτα (Τα ξα κί ξουμιλ’ γάτα), σ.269-274.-42. Η αχελώνα, σ.275-280.- 43. Η κόρη της δάφνης και το βασιλόπουλο, σ.281-284.-44.Ο πλάτανος και οι σαράντα δράκοι, σ.285-290.-45. Η βασιλοπούλα πού έγινε γαϊδούρα, σ.291-296.-46 Το φίδι που έγινε άνθρωπος, σ.297-300. -47. Τα χρυσά κλαδιά και ο Αλίμονος, σ.301-318.-48. Τα τρία αδέρφια κι οι μοίρες, σ.319- 321.-49. Η Σταχτουπιπιλιάρου, σ.322-324. -50. Η Ανδραβίδα, που εγίνηκε χρυσόψαρο, σ.325-330.-51. Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς, σ.331-334.-52. Το ακοίμητο καντήλι, σ.335-346. -53. Το φιδόδεντρο, σ.347-356.-54. Ο Γιαννάκης, ο γιός της ορφανής, σ.357-372.
*Τα Μαγικά Παραμύθια, με νούμερα 3,6,13,14,23,24,29,30,32, 34,36,37, 43,44,45,46, 48, 49, 50 και 51, είναι από την έκδοση του 1966.
(2)., Η έκδοση του Γ. Α. Μέγα σειρά δεύτερη, 1963 περιέχει τους εξής τίτλους: Μύθοι Ζώων
1., Λιοντάρι, λύκος και αλεπού, σ.7-9.-2., ΓΑΤΑ, ΛΙΟΝΤΑΡΙ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, σ.10-12. -3. Ο Γέρος ξυλοκόπος και το λιοντάρι., σ.13-15.-4. «Η Αλεπού δέκα χρονών και τ’ αλεπουδάκι έντεκα», σ.16-17.-5. Η αλεπού στο λάκκο, σ.18-19.-6. Το Βόδι κι ο γάϊδαρος, σ.20.-7. Οι μουζικάντες, σ.21-23.-8. Ο βασιλιάς των πουλιών, σ.24-25.-9. Η κουκουβάγια κ’ η πέρδικα, σ.26.-10. Ο τσαλαπετεινός κ’ η καρακάξα, σ.27-28.-11. Ο σπουργίτης, το χελιδόνι και το μερμήγκι, σ.29-30.-12. Ο κορυδαλλός και τα σπίτια του, σ.31-32.-13. Το παιδί και το ψαράκι , σ.33-35.. Ακολουθούν ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ
14., Το φτωχό καλό παιδί, σ.36-39.-15. Αδερφός και αδερφή, σ. 40-44.- 16. Τα δώδεκα αδέρφια που εγίνονταν πουλιά, σ.45-50.-17. Οι εφτά κόρακοι, σ.51-54.-18. Τα δίδυμα αδέρφια, σ.55-61.-19. Τα χρυσά κλαδιά, σ.62-81.-20. Ο ακαμάτης, σ.82-88.-21. Η μαγεμένη λίμνη, σ.89-95.-22. Η γλάστρα με τον βασιλικό, σ.96-101.-23. Η κοιμισμένη βασιλοπούλα, σ. 102-104.-24. Ο χρυσοπράσινος αετός, σ.105-114.-25. Ο κυρ Σιμιγδαλένιος, σ.115-121.- 26. Το φίδι, σ.122-125.-27. Ο κάβουρας, σ.126-130.-28. Οι παπαρούνες, σ.131-134.-29. Η εκκλησία και το πουλί τ’ αηδόνι, σ.135-140.-30. Ο καλόγερος, σ.141-156.-31.Οι δύο γειτόνοι, σ.157-163.-32. Η κουδούνα, σ.164-171.-33. Η άτυχη βασιλοπούλα, σ.172-177.- 34. Φιλάργυρος και αχόρταγος, σ.178-179.-35. Ο φτωχός και τα γρόσια, σ.180-181.-36. Το αίνιγμα, σ.182-185.-37. Τα κορακίστικα, σ.186-190.- 38. Οι τρείς καλές συμβουλές, σ.191- 195.-39. Τ’ αυγά, σ.196-198.-40. Ο διάβολος που χάλασε σαράντα ζευγάρια τσαρούχια, σ. 199-200.-41. Ο κότσυφας και τα παιδιά του, σ.201-202. Ακολουθούν ΕΥΤΡΑΠΕΛΟΙ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ
42., Ο τσοπάνης κ’ οι τρείς αρρώστιες, σ.203-206.-43. ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΥΧΕΡΑ ΑΔΕΡΦΙΑ, σ.207-208. -44. Η πολυλογού, σ.210-213.-45. Ενενήντα εννιά κότες κ’ ένας κόκορας, σ.214-216. -46. Βρεμένα ‘ναι ή ξερά;, σ.217.- 47. Η παπαδιά και τα ξύλα, σ.218.
Στις «ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ» του ο Γεώργιος Α. Μέγας, σε ορισμένα παραμύθια μας μεταφέρει και μια νέα περίληψη του μύθου, παραλλαγμένη όπως αυτή με αριθμό 19. «Τα χρυσά κλαδιά» όπως την κατέγραψε η ποιήτρια Διαλεχτή Ζευγώλη Γλέζου. Τα Παραμύθια που αντιγράφω με ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΣ ΤΙΤΛΟΥΣ, τα συναντάμε και σε άλλες εκδόσεις, εκδοχές και με άλλους τίτλους. Η παρουσία της ΓΑΤΑΣ είναι υπέρτερη εκείνης του Σκύλου. Και τα δύο ζωντανά παρουσιάζονται και σε άλλα παραμύθια δίχως να διαδραματίζουν πρωτεύοντα ρόλο, είναι «διακοσμητική» η παρουσία τους ή ελαχιστότατα συμμετέχουν στη δράση.
(3)., Η έκτη έκδοσης περιλαμβάνει τα εξής Παραμύθια. Α. ΜΥΘΟΙ ΖΩΩΝ
1., Ο ΠΕΤΕΙΝΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ, σ.7-15.-2. Ο ΛΥΚΟΣ ΚΑΙ Η ΑΛΕΠΟΥ, σ.16-17.-3. ΛΥΚΟΣ, ΑΛΕΠΟΥ ΚΑΙ ΓΑΔΑΡΟΣ, σ.18-20.-4. Η ΑΛΕΠΟΥ ΚΙ Ο ΛΕΛΕΚΑΣ, σ.21-22.-5. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΤΟ ΦΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΛΕΠΟΥ, σ.23-26.-6. Ο ΚΑΒΟΥΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΦΙΔΙ, σ.27-28.-7. Ο ΤΣΟΠΑΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΦΙΔΙ, σ.29-31.-8. Ο ΠΟΝΤΙΚΟΣ Κ’ Η ΘΥΓΑΤΕΡΑ ΤΟΥ, σ.32-35.-10. ΤΗΣ ΓΡΙΑΣ Ο ΓΑΤΟΣ, 36-38.- 11. Η ΑΛΕΠΟΥ ΚΑΛΟΓΡΙΑ, σ.39-41. Ακολουθούν τα Β. .ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ
-12. Η ΜΑΡΟΥΛΑ, σ.42-50.-13. ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ ΚΙ Ο ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ, σ.51-56.-14. Η ΜΥΡΣΙΝΑ, σ.57-65. -15. ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΜΗΝΕΣ, σ.66-74.-16. Ο ΜΥΛΟΣ, σ.75-78.-17. ΗΛΙΟΣ ΚΑΙ ΦΕΓΓΑΡΙ, σ.79-84 -18. ΤΟ ΛΑΛΟΥΣΑΚΙ ΚΑΙ ΤΟ ΣΚΟΥΦΑΚΙ, σ.85-91.-19. Η ΧΕΛΩΝΑ ΚΑΙ Ο ΡΕΒΙΘΑΚΗΣ, σ.92-98.- 20. ΤΟΥ ΨΑΡΑ ΤΟ ΠΑΙΔΙ, σ.99-106.-21. ΤΟ ΧΡΥΣΟΨΑΡΟ, σ.107-108.-22. Ο ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΗΣ, σ. 109-115.- 23. Ο ΒΑΠΤΙΣΤΙΚΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ ΚΙ Ο ΣΠΑΝΟΣ, σ.116-127.-24. Η ΜΗΛΙΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ, σ.128-136.-25. Η ΑΝΘΟΥΣΑ, Η ΞΑΝΘΟΥΣΑ, Η ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΟΥΣΑ, σ.137-142.- 26. Η ΤΡΙΣΕΥΓΕΝΗ Ή ΤΑ ΤΡΙΑ ΚΙΤΡΑ, σ.143-155.-27. ΤΗΣ ΓΗΣ Ο ΑΦΑΛΟΣ, σ.156-163.-28. ΤΟ ΚΟΙΜΙΣΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ, σ.164-170.-29. Ο ΠΟΛΥΡΟΒΙΘΑΣ, σ.171-179.- 30. Ο ΤΣΙΡΤΣΩΝΗΣ, σ.180-186.-31. ΚΑΠΟΤΕ ΡΙΖΩΝΟΥΝ ΚΑΙ ΤΑ ΛΟΓΙΑ, σ.187-188.-32. Ο ΓΕΡΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΡΙΑ ΑΔΕΡΦΙΑ, σ.189-191.-33. ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΓΛΗΓΟΡΟΤΕΡΟ ΠΡΑΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ;, σ. 192-198.- 34. Ο ΣΑΚΚΟΡΡΑΦΟΣ, σ.199-204. Ακολουθούν οι ΕΥΤΡΑΠΕΛΟΙ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ.
-35. Ο ΣΠΑΝΟΣ ΚΙ Ο ΔΡΑΚΟΣ, σ.205-209.-36. Η ΜΥΓΔΑΛΙΑ ΚΙ Ο ΤΖΙΝΤΖΙΡΑΣ, σ.210-213.-37. Ο ΗΛΙΑΣ, σ.214.- 38. ΤΑ ΠΑΘΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΑΤΗ, σ.215-217.-39. ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΓΙΑΝΝΗΔΕΣ, σ. 218-220.- 40. Ο ΤΡΕΛΛΟΣ ΚΙ Ο ΓΝΩΣΤΙΚΟΣ, σ. 211-227.
Και ελάχιστα από τις «ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ» του Γ. Α. Μέγα της έκτης έκδοσης:
«……Η πρώτη έκδοσις της εκλογής αυτής, γενομένη το 1927 από τον Οίκον Ι.Δ. Κολλάρου με εικόνας του Φώτη Κόντογλου, απετελέσθη από ανέκδοτα κείμενα, εκλεγέντα από τας συλλογάς του Λαογραφικού Αρχείου. Η Δευτέρα έκδοσις γενομένη το 1956, επλουτίσθη με 14 ακόμη μύθους και παραμύθια, τα οποία ελήφθησαν από παλαιάς δημοσιεύσεις και από τας ανεκδότους συλλογάς παραμυθιών της κ. Διαλεχτής Ζευγώλη- Γλέζου και της φοιτήτριας Ανδρομάχης Τροβά. Δεύτερος τόμος Ελληνικών παραμυθιών, ομοίως εκλεγέντων, θα εκδοθή προσεχώς από τον ίδιον εκδοτικόν οίκον.
Η γλώσσα και των νέων κειμένων, όπου ήτο ιδιωματική, προσηρμόσθη εις τον κοινόν τύπον. Εις ολίγα μόνον εξ αυτών (τα υπ’ αριθ. 10, 11,12,22,23,32 και 39) έγιναν αναγκαίαι τινές συμπληρώσεις από παραλλαγάς του αυτού τύπου. Κατά τα άλλα καμία μεταβολή δεν έγινεν εις τα κείμενα, τα οποία είναι πιστά καταγεγραμμένα από το στόμα του λαού από εμπείρους συλλογείς και διατηρούν όλην την χάριν αφελούς λαϊκής διηγήσεως.
Την εικονογράφησιν των νέων κειμένων, ως και του εξωφύλλου, εξετέλεσεν ο άξιος μαθητής του Φ. Κόντογλου Ράλλης Κοψίδης. Ο εκδότης δεν εφείσθη κόπων και δαπάνης, ίνα η έκδοσις πληροί και τας αξιώσεις καλαισθήτου εμφανίσεως.
Δι’ όσους θελήσουν να χρησιμοποιήσουν την συλλογήν δι’ επιστημονικούς σκοπούς παραθέτω πίνακα εμφαίνοντα την προέλευσιν εκάστου παραμυθιού, ως και τον τύπον, εις τον οποίον ανήκει επί τη βάσει του διεθνούς ανεγνωρσμένου Καταλόγου του Antti Arrne, ως συνεπληρώθη υπό του Stith Thompson, The Types of the Fulk-tale. A Classification and Bibliography, Second Revison. Helsinki (FF Comm. No 184), κατά τον οποίον είναι κατατεταγμένη και η συλλογή παραμυθιών του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών.», σ.230.
ΚΡΙΣΙΣ ΦΩΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΔΙΑ ΤΗΝ Α’ ΕΚΔΟΣΙΝ
«…. Ο τόμος αυτός περιέχει καμιά εικοσιπενταριά κομμάτια, όλα ανέκδοτα. Η εκλογή είναι επιτυχής, γιατί, προκειμένου περί εκδόσεως ειδικής για παιδιά, εδιαλέχθηκαν μύθοι εξέχοντες εξαιρετικά τονισμένον τον χαρακτήρα της φανταστικής πολιτείας τω παραμυθιών όπου υπάρχουν δράκοι και στρίγγλες και βασιλόπουλα, όπου ο ήλιος, το φεγγάρι, η φύση ολόκληρη λαλεί, κι’ όπου «φωνήεντα» είναι τα ζώα. Ίσως να μη γνωρίζουν πολλοί, ότι υπάρχουν νεοελληνικά παραμύθια, μάλλον προσφάτου, υποθέτω, εμπνεύσεως, τα οποία έχουν χαρακτήρα κάπως «ρεαλιστικόν», και πλησιάζουν προς τα συνήθη λογοτεχνικά διηγήματα.
Τουναντίον, η καλλιέργεια της παιδικής φαντασίας και η τροφοδότησίς της με μορφές παρμένες από τη νεοελληνικήν μυθολογίαν είναι η καλυτέρα, φαντάζομαι, για την μικράν ηλικίαν παιδαγωγική. Το παιδί είναι αγνό, κι’ είναι αγνός κι’ ο λαός’ για τούτο το καθαρό δημοτικό λογοτέχνημα μιλά άμεσα στην παιδική ψυχή. Ο λαός ανέκαθεν ξεπέρασε τους λογικούς φραγμούς, κι’ ένιωσε να επικοινωνή με τη φύση ολόκληρη, αισθάνθηκε σαν πλάσμα αδελφικά, τ’ άλογα, τα «νοητάκια», τους σκύλους, τα πουλιά, τα ζώα. Η βαθειά αγάπη του αγνού λαού για όλο το ζωϊκό και το φυτικό βασίλειο, γέμισε τη λαϊκή ψυχή χαρά και γέμισε τη φύση μορφές. Η ξεραϊλα της σημερινής ζωής μας, κληροδότημα δύο αιώνων άδροσων, είναι ανάγκη να λείψη, για να ευτυχήση ο κόσμος. Κι’ ορθοποδεί η παιδαγωγική, όταν προς τέτοιαν κατεύθυνσιν βαδίζη.
Ευτύχημα, ότι εμείς, όσο λυτρωνόμαστε από την τυραννία της καθαρεύουσας, μπορούμε ακόμη ν’ ανακαλύπτουμε καθαρές κι’ αμόλυντες τις πηγές της εθνικής μας ζωής. Το παραμύθι ζη πάντα στο στόμα του λαού, κι’ η φαντασία του δεν εδεσμεύθηκε από τον χυδαίον ορθολογισμόν. Ανάλογη αγνότης εκ μέρους μας αρκεί, για να οδηγηθούμε, με μοναχό δάσκαλο το λαό μας, σε δρόμους χαράς και λυτρωμού. Παράδειγμα ο ζωγράφος κ. Φ. Κόντογλους, ο οποίος εικονογράφησε τα «Παραμύθια». Η ζωγραφική του αυτή εργασία θα μπορούσε να υψωθή σε πρότυπο, απ’ όπου να οδηγηθούν στο δρόμο τους όχι μόνο οι ζωγράφοι μας, αλλά κι’ οι ποιηταί μας. Χωρίς καμιά δουλική μίμηση, ποτισμένος μονάχα από τη βυζαντινή και τη λαϊκή παράδοση, ο κ. Φ. Κόντογλους κατόρθωσε στις εικόνες αυτές των «Παραμυθιών» να δώση τον ελληνικό ρυθμό, να ερμηνεύση δηλ. με απλές ζωγραφικές γραμμές την ισχυρή και πηγαία του λαού φαντασία. Το ν’ αγνοής την παράδοση του τόπου σου, και να πέφτης σκλάβος των ξένων απομιμούμενος, αν είσαι ζωγράφος, πότε τον εμπρεσσιονισμό, πότε τον εξπρεσσιονισμό και πότε τον κυβισμό, κι’ αν είσαι λογοτέχνης, πότε το συμβολισμό, και πότε το ρεαλισμό ή το νατουραλισμό, τούτο αποδείχνει μονάχα, πως το μυαλό σου έρμα δεν έχει, κι’ ούτε έπιασε ποτέ ρίζες η ζωή σου.
Αν θέλης όμως αληθινά ν’ αποκτήσης προσωπικότητα, η παράδοση του τόπου σου θα σε βοηθήση να γνωριστής ακόμη και με τον εαυτό σου, και θα σ’ οδηγήση να αγαπήσης ό,τι μπορεί από σένα ν’ αγαπηθή. Την δύναμη, που πιθανόν να έχης, η παράδοση την δεκαπλασιάζει, γιατί τη ρυθμίζει και την γυμνάζει, ενώ η μίμηση ξένων τρόπων την τσακίζει και την καταστρέφει.
Στις εικόνες των «Παραμυθιών» του κ. Φ. Κόντογλου υπάρχει η φύση, όπως την βλέπει και τη νοιώθει ο σημερινός Έλληνας, ελεύθερος από κάθε ξενική επίδραση, και με ανοιχτά τα μάτια της ψυχής του. Οι μορφές της νεοελληνικής μυθολογίας βρήκαν τον καθαρόν ελληνικόν τύπον τους.
Ο βοριάς, ο δράκος, οι πεντάμορφες, οι μήνες, η γοργόνα ζωογονούνται μέσα στις ζωγραφιές αυτές, όπου εκφράζεται και του λαού μας όλη η ψυχική ιστορία, πότε στο πρόσωπο ενός πολυβασανισμένου ψαρά, πότε στο περπάτημα ενός σακκορράφου, πότε στη στάνη ενός τσοπάνη που αρμέγει τα πρόβατά του, ή ενός γέρου που πορεύεται για ξύλα. Κ’ ένας ρυθμός ελληνικός στη σύλληψη και στη σύνθεση της κάθε εικόνας, βγαλμένης ολόϊσια μέσα από την περίφημη βυζαντινή παράδοση, κυριαρχεί σ’ ολόκληρο το ζωγραφικόν όραμα.
Τα «Παραμύθια» εξεδόθησαν για τα παιδιά. Μα αν ξεφυλλίσουν το βιβλίο αυτό κι’ οι μεγάλοι, μόνον ωφέλεια θα ιδούν. Νοιώθοντας, έστω και για μιά ώρα, κάτι απ’ τη λαχτάρα του παιδιού, και κάτι απ’ του λαού την αγνή φαντασία, θα γίνουν καλλίτεροι».
Φώτος Πολίτης, εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα», 2 Δεκεμβρίου 1927. Σελ. 241-242.
Η έκτη έκδοση επηυξημένη της εκλογής ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ, του Γ. Α. Μέγα, περιλαμβάνει τα εξής Παραμύθια. Ο διαχωρισμός είναι ο ίδιος. Α. ΜΥΘΟΙ ΖΩΩΝ. Β. ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ. Γ. ΕΥΤΡΑΠΕΛΛΟΙ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ.
Κλείνοντας το ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ του ο Γιώργος Ιωάννου αναφέρει μεταξύ άλλων:
« Για το εισαγωγικό σημείωμα στα
βασικά στηρίχτηκα στις εργασίες του Στίλπωνα Κυριακίδη και ιδίως στο πολύτιμο
βιβλίο που μας άφησε «Ελληνική Λαογραφία», καθώς επίσης και στην εισαγωγή που
προτάσσει ο καθηγητής Δ. Λουκάτος στα «Νεοελληνικά λαογραφικά κείμενα». Φυσικά
έλαβα υπόψη μου και αρκετές άλλες σύντομες ή εκτενέστερες μελέτες τις οποίες
και σημειώνω στη βιβλιογραφία.
Θεώρησα πιο σωστό ν’ αφήσω για το τέλος μερικές γενικότερες σκέψεις:
Απίστευτα λίγες είναι δημοσιευμένες γενικές συλλογές ελληνικών παραμυθιών. Το
παραμύθι έχει προσεχθεί από συλλογείς και λαογράφους πολύ λιγότερο απ’ το
δημοτικό τραγούδι. Κι αυτό γιατί η συλλογή και η παρουσίαση παραμυθιών ανέκαθεν
παρουσίαζε ιδιαίτερες δυσκολίες και απαιτούσε κόπους, ενώ με το δημοτικό
τραγούδι τα πράγματα ήταν ομαλότερα. Κι όμως, στο παραμύθι είναι που θα βρούμε
να αναπνέει πιο ελεύθερα η νεοελληνική γλώσσα και να δίνεται πιο ολοκληρωμένα η
νεοελληνική ψυχή, η ψυχή μας. Τα παραμύθια δεν είναι μόνο για παιδιά, αυτό
είναι σφάλμα. Έχουν άπειρο ενδιαφέρον και για τους μορφωμένους και για τον απλό
λαό. Οι πνευματικά χαλασμένοι έχουν βέβαια τις αντιρρήσεις τους. Δεν είναι
λίγοι’ ευτυχώς, όμως, δεν βαραίνουν και τόσο.
Τον Μακρυγιάννη, θαρρώ, πρέπει να τον διαβάζουμε παράλληλα με τα λαϊκά
κείμενα. Μονάχα μελετώντας τα λαογραφικά κείμενα μπορούμε να νιώσουμε καλά πόσο
γνήσιος και πόσο κοντά στην ελληνική ψυχή στάθηκε ο αγωνιστής εκείνος. Τα
παραμύθια πρέπει να τα διαβάζουμε παράλληλα με τον Όμηρο. Και στο πνεύμα, αλλά
και στην τεχνοτροπία συγγενεύουν. Αλλά μήπως ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης δεν
είναι σφιχτοζωσμένος με την παράδοση αυτή;
Δεν εννοώ κι ούτε ελπίζω σε κανενός είδους λογοτεχνική στροφή ή αναβίωση.
Αυτά τα πράγματα δεν γίνονται. Αλλιώτικα ζητήματα μας καίνε τώρα. Απ’ αυτά, όμως,
τα λαϊκά κείμενα η πνευματική μας ζωή έχει ξεκινήσει, κι ύστερα αυτά καθεαυτά είναι
θαυμάσια επιτεύγματα στο είδος τους. Ηθικό, ψυχολογικό και γλωσσικό περισσότερο
το κέρδος. Και δεν είναι βέβαια λίγο.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς,
Παρασκευή 26 Αυγούστου 2022