Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2022

Ποιήματα και Παραμύθια για τα Γαϊδουράκια

 

                         «ΕΠΙ  ΠΩΛΟΥ  ΟΝΟΥ»

Στο μικρό γαϊδαράκο που χάθηκε βασανισμένο και άδικα

 

   Είναι δύσκολο να μιλήσεις στις μέρες μας για οτιδήποτε και να μην παρεξηγηθείς. Όλοι και όλες μιλούν για όλα-τα πάντα-κάτι που κάνει την αλήθεια ενός γεγονότος να φαίνεται μηδαμινή και ίσως αδιάφορη, μπροστά σε αυτά που προηγήθηκαν και σε αυτά που με καταιγιστική ταχύτητα ακολουθούν στις μέρες μας. Η κάθε μορφή και ποιότητας βία στις σημερινές κοινωνίες, είναι κάτι που δεν αμφισβητείται πλέον από κανέναν και καμία. Τους κατοίκους μιάς κρατικής ή εθνικής οντότητας, τους πολίτες μιάς Πολιτείας. Όσους θέλουν να βλέπουν κατάματα την καθημερινότητα μας χωρίς πολιτικά, πνευματικά παραπετάσματα ή άλλου είδους του παραδοσιακού μας πολιτισμού ιστορικά ψιμμύθια. Η έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς της Πολιτείας είναι υπαρκτή. Έχει χαθεί κάθε ίχνος εμπιστοσύνης και αυτό, είναι κάτι αρκετά ριψοκίνδυνο για τις αστικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες και επικίνδυνο, τουλάχιστον, για τις αξίες του δυτικού πολιτισμού όπως τον γνωρίζαμε και διδαχθήκαμε από τους μεγάλους φιλοσόφους και στοχαστές, τους μπροστάρηδες και επαναστάτες των ανοικτών κοινωνιών. Εξαμερικανοποιηθήκαμε (χουλιγουντικοποιηθήκαμε) όλοι και όλες και πληρώνουμε το κοινωνικό, πολιτικό και ατομικό τίμημα ο καθένας και η κάθε μία ανάλογα την οικονομική του κατάσταση και τον ρόλο του μέσα στην κοινωνία, την παιδεία του, την αντίληψή του για τα κοινά, το συμφέρον του. Η λεγόμενη πολιτική ορθότητα (έτσι όπως την εννοεί πολιτικά η μεγάλη της δύσης υπερδύναμη και επιδιώκει με κάθε μέσο να την επιβάλλει παγκοσμίως, λες και της το ζητήσαμε) και η αλόγιστη φιλοδοξία μιάς υπερβολικής κερδοφορίας σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο, είναι οι νέες κυρίαρχες αξίες της μοντέρνας και ταραγμένης εποχής μας. Ο νέος και βίαια επιβαλλόμενος αυτός τρόπος ζωής και συμπεριφορών μας, επέφερε την διάλυση του κοινωνικού παραδοσιακού ιστού συνύπαρξης, το ράγισμα των πολιτιστικών- ανθρωπιστικών παλαιών αξιών, την ανατροπή των περισσότερων μέχρι σήμερα δεδομένων σχέσεων κοινωνικής συμβίωσης και πλέγματος αλληλοβοηθείας, έτσι όπως δοκιμάστηκαν στα δυτικοευρωπαϊκά κράτη τα οποία είχαν κατακτήσει μία έστω υποτυπώδη μορφή κοινωνικού δικαίου για τους πολίτες τους σχετικής ευμάρειας ζωής, οι οποίοι έβγαιναν πληγωμένοι και τραυματισμένοι από την φονική λαίλαπα του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Το λεγόμενο καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα των πολλών οικονομικών ευκαιριών και ταχυτήτων επιλογών των ανοιχτών κοινωνιών και κρατών, κέρδισε κατά κράτος τα άλλα ιδεολογικά και πολιτικά, οικονομικά, θεωρητικά συστήματα που εμφανίστηκαν στην διάρκεια της ιστορικής εξέλιξης του ανθρώπινου στοχασμού και φιλοσοφίας στο ευρωπαϊκό έδαφος τους δύο τελευταίους αιώνες. Σκοτεινή Ήπειρος η Ευρώπη, με τους πολιτισμένους κατοίκους της να ακούν κλασική μουσική στα σπίτια τους ενώ την επομένη, στα πολιτικά τους πόστα να σχεδιάζουν στρατόπεδα συγκεντρώσεως εξόντωσης αθώων. Όμως, μέσα από τους σκοτεινούς λαβυρίνθους της ιστορικής της πορείας αναδείχθηκαν και τα φωτεινά άστρα των επιτευγμάτων της, των εφευρέσεών της, των τεχνολογικών επιτευγμάτων της, της ανατρεπτικής σκέψης του λαμπρού μυαλού των στοχαστών και φιλοσόφων, των ποιητών, των διαχρονικών αξιών και καταστάσεων. Homo homini lupus το ανθρώπινο ζώο είτε σκεπτόμενο, είτε ένθεο, είτε εφευρετικό, είτε υπόδουλο, είτε ονειροπόλο, είτε εξερευνητικό και ταξιδιάρικο, είτε σοφολογιότατο, το πιο άγριο ζώο μέσα στο ζωικό βασίλειο. Πολυμήχανο και κατακτητικό, εξολοθρευτικό έναντι των άλλων μορφών και ειδών ζωής πάνω στην Γη αγωνίζεται πεισματικά να υψώσει το τρόπαιο κυριαρχίας του πάνω στον Πλανήτη και τα υπόλοιπα είδη ζωής και πληρώνει το όποιο τίμημα, συνήθως καταστρέφοντας την Φύση. Πανάρχαια ιστορική και κοινωνική, δοκιμασμένη παράδοση συμπεριφοράς, πρακτικής και εκδηλώσεων του ανθρώπινου όντος, του Ζώου ο «άνω θρώσκω» Άνθρωπος.

     Στις μέρες μας, η ατομική και συλλογική μας αντίδραση, η ψυχική αναταραχή και συγκίνηση που θα μας αναστάτωνε, η θλίψη που θα μας προκαλούσε ένα αρνητικό και σκοτεινό συμβάν μέσα στο κοινωνικό σώμα που είμαστε μέλη- ένας φόνος, μία βιαιοπραγία, ένας βιασμός, μιάς πέραν των κανόνων του νομικού μας πλαισίου ορίων παραβατική συμπεριφορά σε βάρος των περισσότερων αδυνάτων και γεροντότερων, κάτι με δύο λόγια που διατάραζε την κοινωνική ειρήνη και κοινωνική ισορροπία και οικογενειακή ασφάλεια έχει χαθεί, ή τουλάχιστον, έχουν μειωθεί οι αντιστάσεις και το ενδιαφέρον των ανθρώπων. Οι στάσεις μας απέναντι σε βίαια συμβάντα και καταστάσεις έχουν γίνει περισσότερο φωνακλάδικες, τηλεοπτικές μάλλον, και λιγότερο ουσιαστικές, μια και είναι αρκετά δύσκολο να αλλάξουν κατεστημένες νοοτροπίες αιώνων και ατομικές μας συμπεριφορές, με την ψήφιση ενός νομοσχεδίου. Κορεσμός πολυνομίας μόνο και μόνο για να την παραβαίνουμε. Ενδεχομένως,-όπως φαίνεται- να έχουν πλέον χαθεί οι όποιες δημοκρατικές και πολιτιστικές αξίες ενός όχι και τόσο παλαιότερου πλέγματος ανθρωπιστικού πολιτισμού της ανθρωπότητας μέσα στην Ιστορία. Να έκλεισε τον ιστορικό του κύκλο (ο πολιτισμός αυτός, μαζί με την πολιτική του δημοκρατία) και αρνούμαστε να προσαρμοστούμε στις νέες κοινωνικές συνθήκες και πολιτικές εξελίξεις. Μία νέα χιλιετία εδώ και 22 χρόνια ανέτειλε. Λείπουν ακόμα στις πολιτικές μέρες μας οι μεγάλοι και πρωτοπόροι οραματιστές ηγέτες. Οι κυβερνήτες που ενέπνευσαν τα πλήθη και επέβαλαν ή πρότειναν τις μεγάλες και καθοριστικές αλλαγές. Το στοιχείο του Τραγικού-των προηγούμενων αιώνων της Τραγωδίας σε όλες του τις κοινωνικές πτυχές και εκφάνσεις ιδιωτικού βίου, δεν υφίσταται στους δύσκολους και δολοφονικούς καιρούς μας. Αντικαταστάθηκε από μία τηλεοπτική και εικονικής πραγματικότητας αντίδρασή μας, μετέχοντες όλοι μας, εκόντες άκοντες σε ένα τηλεοπτικό σόου, χαζοχαρούμενης σκλάβας και υποταγμένης ζωής άνευ νοήματος και χρώματος. Όταν τα όποια αρνητικά γεγονότα είναι υπέρτερα και πολλαπλασιαστικά των θετικών συμβάντων μέσα στην κοινωνία, τότε ο άνθρωπος κουράζεται, αηδιάζει, βαριέται τα ίδια και τα ίδια δίχως αποτέλεσμα, σιχτιρίζει τους πάντες και τα πάντα, τους πολιτικούς θεσμούς, τους πολιτικούς, το νομικό σύστημα, από τον υπέρογκο «βομβαρδισμό» του με αρνητικές ειδήσεις ώσπου στο τέλος, καταντά να συμμετέχεις σε ένα είδος θανατολαγνείας. Μια μονοθεματική πληροφόρηση αλλότριων συμφερόντων. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα ο μεγάλος κόρος από τις αρνητικές ειδήσεις να κάνει τα αρνητικά και σκοτεινά γεγονότα και κοινωνικές καταστάσεις να περνούν αδιάφορα από μπροστά μας, ή να γίνονται μία ακόμα είδηση για να γεμίσει ο τηλεοπτικός και ραδιοφωνικός δημοσιογραφικός χρόνος και να επαληθευτεί το περιβόητο ρεπορτάζ της επικαιρότητας. Ή μία ακόμα ευκαιρία να εμφανιστούν στις τηλεοπτικές οθόνες ή να ακουστούν στους ραδιοφωνικούς δέκτες, διάφοροι ειδικοί και επαΐοντες οι οποίοι θα μας αναλύσουν κοινωνιολογικά, νομικά, ψυχολογικά, θεολογικά, παιδοψυχολογικά, διπλωματικά, τα βίαια γεγονότα και προβλήματα, αδιέξοδα, σαν να βρίσκονται στα έδρανα ενός σπουδαστηρίου και διδάσκουν το ανάλογο μάθημα και όχι μέσα στην πολύχρωμη αντιλήψεων των ατόμων κοινωνία που διαδραματίζονται τα πραγματικά και σκληρά προβλήματα των ανθρώπων. Γιαυτό όλοι πέφτουν από τα σύννεφα όταν τους ρωτούν. Στο τέλος όλοι μας, ομιλητές και εμείς οι ακροατές εκφράζουμε τον ανέξοδο αποτροπιασμό μας μέχρι την επόμενη «γκουρμέ» είδηση. Οι ζωές μας στις μέρες μας ακολουθούν τις ροές, τις ταχύτητες και την βιαιότητα των ειδήσεων. «Κι’ ο γοργοτάξιδος καιρός/ ξοπίσω όλα τ’ αφήνει». Όπως μας λάλησε ο ποιητής και κριτικός Τέλλος Άγρας. Όταν η ανθρώπινη ζωή δεν μετράει πλέον,-όπως στο χρονικό μεσοδιάστημα έστω, μετά το τέλος του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου- και ο θήτης εξομοιώνεται ή έχει υπέρτερα δικαιώματα από το βασανισμένο ή δολοφονημένο ανθρώπινο θύμα, πχ. μία γυναικοκτονία, την ληστεία και δολοφονία ενός γεροντότερου πολίτη, ενός αδύνατου μέλους της κοινωνίας, τότε ποια εμπιστοσύνη να έχεις σε θεσμούς δικαιοσύνης, σε επίκληση ευρωπαϊκού δικαίου, και πολιτικής δημοκρατίας μας; Καμία. Αυτή η δικαιολογημένη άρνηση των ανθρώπων-φορολογούμενων πολιτών εμπιστοσύνης στους θεσμούς είναι όπως προαναφέραμε επικίνδυνη στάση για τα ίδια τα θεμέλια του πολιτεύματος. Όμως, ποιος είναι υπεύθυνος γιαυτό, οι πολιτικοί και οι κρατικοί εκπρόσωποι ή εμείς οι απλοί ανυπεράσπιστοι από παντού πολίτες; Είμαστε συνυπεύθυνοι; Και στα ανοιχτά αυτά ερωτήματα, επιβάλλετε να προσθέσουμε και ένα άλλο, τι αντίδραση οφείλουμε να έχουμε απέναντι στην κακοποίηση και θανάτωση ενός καλοκάγαθου και υπομονετικού τετράποδου υποζυγίου, φίλου και υπηρέτη του ανθρώπου. Όπως το πρόσφατο θλιβερό και αχαρακτήριστο συμβάν με τον δυστυχή γαϊδαράκο που εντέλει, δεν άντεξε την ταλαιπωρία και τον βασανισμό που υπέστη και του έκαναν ευθανασία. Τα ελληνικά μυθιστορήματα των προηγούμενων αιώνων και ιδιαίτερα εκείνα της ηθογραφίας, είναι γεμάτα με εικόνες και παραστάσεις όπου στις αγροτικές κοινωνίες και όχι μόνο, οι άνθρωποι όταν τα ζώα που έχουν στην δούλεψή τους γεράσουν, (τραυματιστούν) τα παρατάνε αβοήθητα στην μοίρα τους στα δάση ή σε έρημες τοποθεσίες. Φρίκη και όμως αλήθεια. Σπανιότατα διαβάζουμε μία καταδίκη αυτού του φαινομένου. Θα απαντήσει κάποιος, μα είσαι τόσο ανόητος και λες αυτά που λες, εδώ οι άνθρωποι παρατάνε τους δικούς τους, τους γεννήτορές τους, τους παρκάρουνε κατά το κοινώς λεγόμενο σε οίκους ευγηρίας, σε κλινικές και σε γηροκομία, σε ορφανοτροφεία και αδιαφορούν. Πάμπολλες οι περιπτώσεις που οικείοι συγγενείς δεν πηγαίνουν να πάρουν τους γονείς τους από την κλινική μετά  το πέρας της νοσηλείας τους. Και μετά μιλάμε όλοι μας με στόμφο για ναούς της δημοκρατίας, για θεσμούς και δικαιοσύνες, για περισπούδαστες αυστηρές άνωθεν ανακοινώσεις, για θρησκευτικές ανθρωπιστικές παραδόσεις, για επαγγέλματα λειτουργήματα, για ιδεολογικά κόκκινα, μπλε, ροζ, πράσινα, σκουρόχρωμα πιστεύω , για μοντέρνα τέχνη και λογοτεχνία, θέατρο και μουσική και άλλα μεταφυσικά παρατράγουδα;

     Η ταυτότητα αυτής της μικρής λογοτεχνικής ιστοσελίδας (και η φλυαρία του συντάκτη της) είναι Φιλοζωική με όποιον τρόπο μπορεί. Η Φιλοζωία και προστασία, φροντίδα των ζώων, οφείλει να είναι από όλους μας ανοιχτή σε κάθε πλάσμα της φύσης, που δεν κινδυνεύεις από αυτό και δεν επεμβαίνεις στο περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει ενταγμένο στο είδος του αρμονικά. Τι να κινδυνέψεις λοιπόν από έναν μικρό και ταλαιπωρημένο, κουρασμένο, υποδουλωμένο στις εμπορικές  και άλλες ανάγκες του ανθρώπου, νεαρό κυρ Κλιμέντιο, έναν νεαρό γαϊδαράκο με μεγάλα αυτιά και τα ακόμα μεγαλύτερα θλιμμένα μάτια, το πολύ-πολύ να σε ενοχλήσει χαμογελώντας το της φωνής του γκάρισμά του. Ο της φύσεώς του ηχητικός τρόπος αντίδρασης σε αυτά που του συμβαίνουν. Φωνήεντα είναι τα ζώα μας υπενθυμίζει ο παππούς μας Αίσωπος, και σε αυτά υπάγονται και τα κακομεταχειρισμένα από τον άνθρωπο τετράποδα όπως οι Όνοι. Πώς μπορεί και αντέχει το άλλο ζώο, ο άνθρωπος, το βασανισμό του, την αλόγιστη και διαρκή εκμετάλλευσή του; Όταν μάλιστα τα ίδια τα εξημερωμένα τετράποδα συμβάλουν με τις ζωικές τους φυσικές δυνάμεις και αντοχές στην βοήθεια, τις διάφορες εμπορικές εργασίες και δραστηριότητες του ανθρώπου αδιαμαρτύρητα;

     Στην διάρκεια των ενασχολήσεών μου με την λογοτεχνία, συνομιλώντας με μεγαλύτερά μου άτομα, τα οποία πολέμησαν στα βουνά της Αλβανίας, άκουσα αρκετές φορές τους έλληνες υπερασπιστές των ελληνικών συνόρων της πατρίδας μας, να αφηγούνται ιστορίες με άλογα, γαϊδαράκους, μουλάρια, ημίονους, γενικά ιπποειδή, τα οποία όχι μόνο μετέφεραν τα πολεμοφόδια και τις τροφές στις πιο απόκρημνες χιονισμένες βουνοκορφές και χαράδρες, αλλά έσωσαν και ανθρώπινες ζωές χάρις στο ένστικτό τους και την προνοητικότητα που τους έχει προικίσει η μητέρα και τροφός Φύση. Πολλές φορές πατούσαν νάρκες και σκοτώνονταν ή τραυματίζονταν και έτσι γλίτωναν οι έλληνες στρατιώτες. Οφείλουν πολλά οι έλληνες στρατιώτες-πολεμιστές στα αγαπητά και υπάκουα και πάντα πρόθυμα ιπποειδή. Δυστυχώς το λησμονήσαμε μέσα στην τύρβη των εμπορικών σκοπιμοτήτων μας και σύγχρονων επιλογών ζωής μας. Περισσότερο ο σημερινός άνθρωπος ενδιαφέρεται για το φόρεμα μιάς ηθοποιού ή τηλεοπτικού σταρ παρά για τα φαινόμενα βίας απέναντι στα Ζώα. Επίσης, ποιος δεν θυμάται το διήγημα του Δημήτρη Χατζή με ήρωα έναν έλληνα μετανάστη ο οποίος επιστρέφοντας στο χωριό του,-διαπιστώνει ότι είχαν όλα και όλοι γύρω του αλλάξει- που με το μόνο ζωντανό πλάσμα που κατόρθωνε να επικοινωνήσει ήταν μία άγρια αρκούδα των ελληνικών βουνών. Η σχέση μας με τα ζώα άλλαξε, ακολούθησε και αυτή την βίαιη αλλαγή των τρόπων ζωής μας στις σύγχρονες άξενες και αδιάφορες κοινωνίες μας. Υπάρχει ακόμα ελπίδα για μία άλλη αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων, απέναντί τους ή όχι; Να υπενθυμίσουμε ότι ελάχιστοι έστω ποιητές και διηγηματογράφοι έχουν αφιερώσει τα κείμενά τους, τα ποιήματά τους στον σκύλο ή την γάτα τους.

      Από τους αρχαίους Μύθους του παραμυθά Αισώπου έως την Καινή Διαθήκη, και από τον Απουλήϊο και τον «χρυσό του γάϊδαρο» έως τις θεατρικές κωμωδίες του Σαίξπηρ, τα ιπποειδή μετέχουν της ανθρώπινης ιστορικής περιπέτειας. (Τα άλογα, τα υπερήφανα άτια κοσμούν από τις μετώπες του Παρθενώνα έως τις εικόνες με τις μάχες του Μεγάλου Αλεξάνδρου κλπ.) Και από το «Έκβους» του Πήτερ Σάφερ έως τις κινηματογραφικές κωμωδίες του ιταλού σκηνοθέτη Φεντερίκου Φελίνι κοινά τα βαδίσματα ανθρώπων και ζώων. Από τα «άλογα του Αχιλλέα» του Κωνσταντίνου Π. Καβάφη έως το παιδικό τραγουδάκι «Ποτέ δεν θα πειράξω τα ζώα τα καημένα/μην τάχα σαν και μένα και εκείνα δεν πονούν…».  Από την γλαύκα της θεάς Αθηνάς έως τον αετό του Δία, τις «Όρνιθες» του παππού Αριστοφάνη και εκείνες του Καρόλου Κουν και του Μάνου Χατζιδάκι. Από τον χαριτωμένο γαϊδαράκο της ελληνικής ταινίας «Μανταλένα» έως τα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας, και από την ψυχωφελή και εύθυμη ιστορία τα «Απομνημονεύματα ενός γαϊδάρου» του επτανήσιου σατιρολόγου Ανδρέα Λασκαράτου και το «Άλλα λογαριάζει ο γάϊδαρος» του ποιητή Παναγή Γ. Γεωργόπουλου, η παρουσία των γαϊδαράκων γίνεται ύλη του ποιητικού και κειμενικού υλικού. Και από την πολιτική και κοινωνική σύνθεση του ποιητή Κώστα Βάρναλη, «Η μπαλάντα του κύρ- Μέντιου» έως το στιχούργημα του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου «Το αδέσποτο γαϊδουράκι» και το ποίημα της ποιήτριας Αλίκης Γιατράκου- Fossi, «Ο γάϊδαρός» μου, και τα ελληνικά λαϊκά παραμύθια και τους παροιμιόμυθους, έχουμε μία σειρά από ιστοριούλες και εικόνες οι οποίες μας μιλούν για τα ευγενή ιπποειδή, μία η βασιλική της φιλοζωίας μας οδός, της ανθρωπιάς μας. Δεν γίνεται να μην μνημονεύσεις από τα «ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ» του ποιητή και κριτικού Ιάκωβου Πολυλά, το παραμύθι «Ο ΜΥΛΩΝΑΣ, Ο ΥΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΓΑΪΔΑΡΟΣ» και γιατί όχι, να συμπεριλάβεις στην ενδεικτική αυτή μνημόνευση το ερωτικό ποίημα του Βασίλη Ρώτα, «ΚΑΛΕΣΜΑ»: «Τούτη η φοράδα η λυγερόκορμη, η ανεμοκυκλοπόδα,/ πώς χλιμιντρίζει, όταν καλάει τ’ αρσενικό,/σαν να βαράνε οι σάλπιγγες συναγερμό…». Η αγάπη και η φροντίδα των φίλων μας των Ζώων. Η Φιλοζωία είναι ένας τρόπος ζωής και εκδήλωσης πολιτισμού και κοινωνικότητας. Δεν χρειάζεται να κάνεις πολλά, και με ελάχιστα, οι φίλοι μας τα ζώα αποδέχονται την προσφορά μας, την συντροφιά μας, το χάδι μας. Περιμένουν στωικά την στοργή και την φροντίδα μας. Αρκεί φυσικά, να μην φτάνουμε στο άλλο άκρο. Στην εμπορευματοποίηση της Φιλοζωίας με κάθε τρόπο και μέσο, από φιλόζωους, κτηνιάτρους και έμπορους ζωοτροφών, όπως πολλές φορές συμβαίνει. Το αποδεχόμαστε ή όχι ένας νοητός παράδεισος δίχως το ζωικό βασίλειο θα ήταν σκέτη κόλαση. Δίχως αυτήν την χαρά που σου δίνει το βλέμμα ενός ζωντανού, μια αδιόρατη κίνηση ικανοποίησης της ουράς του, ένα παιχνιδιάρικο τίναγμα και άλμα προς το μέρος σου. Ο κελαηδισμός ενός πτηνού, το ψάξιμο της χούφτας σου μήπως βρουν καμιά λιχουδιά. Η θερμή ανάσα ενός τετράποδου, το χλιμίντρισμα ενός αλόγου, το γκάρισμα ενός γαϊδαράκου, το γάβγισμα χαράς ενός μούργου σκύλου, το άνοιγμα των πολύχρωμων φτερών ενός παγονιού, το περπάτημα ενός πιγκουίνου, το πέταγμα ενός σπαθάτου χελιδονιού, η προσγείωση μιάς δεκοχτούρας, το βέλασμα ενός προβάτου, η φωνή ενός τέττιγα, το χουχούλιασμα μιάς γάτας ενός σκύλου στα πόδια σου, το τίναγμα του όμορφου λαιμού ενός κύκνου, η γουστόζικη σειρά μιάς οικογένειας παπιών πάνω στα ήσυχα νερά της λίμνης, το τρελό και φιλικό παιχνίδισμα των δελφινιών, το απότομο τρέξιμο ενός σκίουρου, την ακατανόητη εργατικότητα των μερμηγκιών και των μελισσών, χωρίς τον πλούτο αυτόν της πανίδας και της χλωρίδας της φύσης πώς θα ήταν οι ζωές μας αλήθεια; Μόνοι με το άκτιστο φώς και την πολιτική ορθότητα των πολιτικών, και ιδεολογικές μπροσούρες των επαγγελματιών ιδεολόγων; Αλλά ας μην αναλύουμε επί ματαίω, σαν μία μικρή ένδειξη αγάπης στον μικρό γαϊδαράκο που έφυγε βασανισμένο,-υπομένοντας στωικά την μοίρα του- αντιγράφω ορισμένα ποιήματα και ιστοριούλες για τα ταλαιπωρημένα από τους ανθρώπους, όλους εμάς αυτά τετράποδα. Έτσι, σαν ένα άλλο μνήμης τραγούδι, όπως η ηθοποιός Γεωργία Βασιλειάδου παλαιότερα σε ελληνική ταινία τραγουδούσε για τον γαϊδαράκο «κουτεντέ….».

ΤΟ ΑΔΕΣΠΟΤΟ ΓΑΪΔΟΥΡΑΚΙ

Αδέσποτο στους δρόμους τριγυρνάει

ένα μικρό γαϊδούρι μοναχό,

κανένα χορταράκι μασουλάει

γιατί ‘ναι πεινασμένο το φτωχό.

 

Κοιτάει τ’ αυτοκίνητα θλιμμένο

και σκύβει το κεφάλι καταγής,

κι εκείνα σταματούνε να περάσει

σα λείψανο μιάς άλλης εποχής.

 

-Καημένο γαϊδουράκι, πού ποτέ σου

δε χάρηκες αγάπη και στοργή,

ποιός ξέρει πότε θα ‘ρθει κι η σειρά σου

μιά ρόδα να σου πάρει τη ζωή.

     ΝΤΙΝΟΣ  ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, «ΔΩΔΕΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ» του Ντίνου Χριστιανόπουλου, Ποίηση και Μουσική Ν. Χριστιανόπουλος. Εικονογραφημένα με ξυλογραφίες του Νίκου Νικολαϊδη, Θεσσαλονίκη 1984. Εκδόσεις Διαγωνίου, σειρά Τέχνης αριθμός 7.

Σημείωση: «Το αδέσποτο γαϊδουράκι» του Ν. Χριστιανόπουλου ανήκει στην συλλογή του «Το αιώνιο παράπονο». Η αγάπη του ποιητή για τα ζώα και ιδιαίτερα για τις Γάτες, διακρίνεται και σε άλλα ποιήματα και δημοσιεύματά του.

Ο  γάιδαρος μου

Κατακαλόκαιρο, καταμεσήμερο, καταλιακού,

όρθιος, ακούνητος ο γάιδαρός μου

έγινε παροιμία και ψόφησε.

 

Στο καταχείμωνο, κατάμονη,

εγώ που τον αγάπαγα και του ‘μπηγα

τις τακουνιές στην κοιλιά,

πού του ξεφώνιζα «τρέξε ρε κακομοίρη να γλιτώσεις»,

τόνε θυμάμαι που ‘χε δίκιο: «δε γλιτώνεις».

   ΑΛΙΚΗ ΓΙΑΤΡΑΚΟΥ- FOSSI,

Περιοδικό Διαγώνιος , περίοδος τρίτη, τεύχος 8/5,6,7,8, 1974, σ.144. Το ποίημα μεταφέρθηκε και στην έκδοση Αλίκη Γιατράκου- Fossi, «Ποιήματα» Επιλογή εκδόσεων 1973-1993. Εκδόσεις Πανδώρα, Αθήνα 2000, σελίδα 11

 ΑΛΛΑ ΛΟΓΑΡΙΑΖΕΙ Ο ΓΑΪΔΑΡΟΣ ΚΙ ΑΛΛΑ Ο ΓΑΪΔΟΥΡΙΑΡΗΣ

                                                (Παροιμία)

Ο Γάϊδαρος επήαινε με τ’ άλεσμα στο μύλο

κι’ Αφέντης του τον κένταε οπίσωθε με ξύλο.

                Αργοκουνώντας την ορά

                έκανε σκέψι πονηρά

                κι έλεγε με το νού του:

(επικροτών τας σκέψεις του δια του… πισινού του!...)

-Θα φτιάσω στον Αφέντη μου δουλειά πολύ μεγάλη.

Στο μύλο μόλις φτάσουμε και τ’ άλεσμα μου βγάλη

ώσπου αυτός το γέννημα στη σκάφη νάν τ’ αδιάση

                εγώ χαζίρι εν ταυτώ

                απ’ όξου θε να πεταχτώ

                να μη με ξαναπιάση.

Νάν τόνε κάμω ύστερα στην πλάτη του να πάρη

όχι μονάχα τ’ άλεσμα, αλλά και το…. σαμάρι!!-

Μ’ αγανακτών ο Αφέντης του για την αναίδειά του

και διεισδύουν οπωσούν μέσα στα σχέδιά του

                εξ αντιθέτου πάλι

                έκανε σκέψη άλλη…

Φτάνουν στο Μύλο. Άνοιξε ο Μυλωνάς την πόρτα.

Ο Γάϊδαρος κρατεί τ’ αυτιά ακίνητα κι’ ολόρτα.

                Έφτασ’ η κρίσιμος στιγμή.

                Πλήν φεύ! Πάν’ οι λογαριασμοί

                κι’ η σκέψις του η τόση.

Τον έδεσ’ ο Αφέντης του προτού τον ξεφορτώση!...

      ΠΑΝΑΓΗΣ Γ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ ή ΠΑΚΙΟΛΑΣ

Ελληνική Σάτιρα. Ανθολογημένη από 600-1973. Επιμέλεια Α. Βαγενάς, τόμος Α, εκδ. Ιστορική Έρευνα, Αθήνα χ.χ., σ.142.

268. Η γενιά του γαδάρου

   Μιάν ημέρα ευρέθηκαν ούλα τα ζώα σ’ έναν τόπο κι εκουβεντιάζαν. Από κουβέντα σε κουβέντα άρχισαν συζήτηση πάνω στη γενιά του κάθε ζώου. Το καθένα έλεγε για τους παππούδες του, για τές παλικαριές τους, για τα καλά που ‘καμεν ο καθένας, και από τούτα ούλα

     Ήρτεν κι η σειρά του γαδάρου. Ούλοι επαίνεσαν τους παππούδες τους, τους κυρούδες τους’ έπρεπε να πει κι ο γάδαρος για τους δικούς του.

     Άμα ήρτεν η σειρά του, έμεινε σιωπηλός. Καρτέρα, καρτέρα να πει και κείνος το δικόν του, τίποτε. Τον αρωτήσαν κι απολογήθη και τους λέγει: «Εμένα το άλογο είναι θειός μου». σελ. 670.

255. Ο γάιδαρος κι ο διάολος

     Μία βολά ο γάιδαρος ήτο κορδισμένος στη δροσιά κι εκοιμάτο. Ο πειρασμός δεν είχε δουλειά κι επήγε  να τον ανακατέψει να κάμει χάζι. Έσκυψε λοιπόν στο ζερβό του αυτί και του πε: «Ούλες οι γαϊδάρες εψοφήσαν!» Ο γάϊδαρος ως ήκουσε το κακό χαπάρι, επήδηξεν απάνω κι ήρχεψε να γκανίζει «α!α!α!α!» και ν’ αναστατώνει τον κόσμο μέρα μεσημέρι. Τότες οι άνθρωποι τον εβλαστημούσαν και τον εκαταριόνταν που χάσαν τον ύπνο τως. Κι ο διάολος δεν ήχασε καιρό και την ώρα που γκάνιζε κι εχάλα τον κόσμο επήγεν από το δεξιό αυτί και του ψουψούρισε: «Σώπα κακόμοιρε πλια κι απόμεινε μια γαϊδάρα για σένα». Και μονομιάς εσύχασεν ο κυρ Μέντιος!, σ. 651.

257. Η καμήλα κι ο γάιδαρος

        Μια καμήλα κι ένας γάδαρος εξαπολύθηκαν κι επήγαν κι έβοσκαν. Ο γάιδαρος αφού έφαγεν κι εχόρτασεν, αρχίνησεν, αρχίνησεν να τσιληπορδά και να γκανίζει. Του έλεγεν η καμήλα: «Μην γκανίζεις και θα μας ακούσουν και θα ‘ρθουν να μας πιάσουν να μας ζέψουν στη δουλειά». Ο γάιδαρος δεν άκουεν. Γκάνισμα και πάλε γκάνισμα. Ώσπου και τους άκουσαν κι ήρθαν και τους έπιασαν. Σαν τους έπαιρναν, είχαν να περάσουν από ‘ναν ποταμό. Έβαλαν τον γάδαρον πάνω στην καμήλαν, που ταν  ψηλά τα πόδια της, για να τον περάσουν. Όταν επήγαν στη μέση του ποταμού, λέγει η καμήλα του γαϊδάρου: «Κρατήσου καλά, γάιδαρε, και θα χορέψω». «Όχι της λέγει ο γάιδαρος, μη χορέψεις και θα με ρίξεις μες στον ποταμό να με πνίξεις». «Έ, μα θα χορέψω, του λέγει. Μου ήρθε κι εμένα κέφι τώρα». Και μόλις αρχινά χορόν η καμήλα, ο γάιδαρος ήρθε κάτω μες στον ποταμό κι επνίγη., σ. 654.

240. Το γαϊδουράκι κι οι αλεπούδες

     Ένας παπάς ζευγολάτης συνήθαγε και άφηνε το βράδυ στο χωράφι το ζυγόλουρο. Κάτι αλεπουδίτσες το μυρισθήκανε και πηγαίνανε τη νύχτα και του το παίρνανε. Εξαιτίας τούτου ελυπότανε και όλο μελαγχολικός ήτανε. Σαν τον έβλεπ’ έτσι το γαϊδουράκι του, τον ερώτησε μια μέρα τι έχει: «Τι να ‘χω, λέει ο παπάς, δε μ’ αφήσανε ζυγόλουρα οι αλεπούδες και δεν ξέρω τι να τις κάνω». «Α, είπε το γαϊδουράκι, τι μου δίνεις εμένα να σου φέρω γω όλα τα ζυγόλουρα, όσα έχεις χαμένα και τις αλεπούδες ακόμα;» «Αν μου κάνεις τούτο, είπε ο παπάς, μια μάντρα γρασίδι».

     Άμα άκουσ’ έτσι το γαϊδουράκι, απ! Πήδηξε εκεί πάνω από τη χαρά του, κι έπιασε το δρόμο του. Πήγε, πήγε, έφθασε σε μια σπηλιά, και σαν εκατάλαβε ότι εκεί είχανε το γιατάκι των οι αλεπούδες, πάει και ξαπλώνεται μπροστά και έκανε τον ψόφιο.

     Το πρωί που εξημέρωσε ο Θεός την ημέρα εβγήκε μια αλεπού όξω από τη σπηλιά, βλέπει άξαφνα το γαϊδουράκι έτσι ξαπλωμένο χάμω, ενόμισε ότι ήταν ψόφιο’  γυρίζει πίσω μέσα και λέει στις άλλες: «Μωρ’ κακομοίρες ειδ’ απόψε ένα όνειρο πολύ καλό’ είδα ότι ήρθε το γαϊδουράκι του παπά όκω και ψόφησε». «Εγώ είδα, λέει μια κουτσή, πώς πήγαινε τα τομάρια μας στο παζάρι», αλλά δεν την άκουσε καμιά.

     Έτσι εβγήκε μια άλλη όξω να ιδεί, είναι όξω αλήθεια το γαϊδουράκι ή όχι; Εβγήκε λοιπόν το είδε και ζύγωσε κοντά και το μύριζε να ιδεί, είναι ψόφιο ή όχι; Το γαϊδουράκι πονηρό εξεφύσαινε να φανεί ότι είναι ψόφιο και βρομάει. Εκείνη νόμισε ότι αλήθεια εβρόμαγε και γυρίζει πίσω μέσα και λέει στις άλλες: «Αλήθεια, όξω είναι το γαϊδουράκι του παπά ψόφιο και βρομάει μάλιστα». «Καιρός λοιπόν να το τραβήξομε να το φέρομε μέσα να το φάμε, αλλά πώς να το τραβήξομε;» «Να, να δεθούμε όλες με τα ζυγόλουρα του παπά, να δέσομε και το γαϊδουράκι και να το τραβήξουμε μέσα». «Έτσι να κάνομε», είπανε όλες.

     Δεθήκανε λοιπόν όλες. Μονάχα η κουτσή δεν εδέθη’ εδέθη  κι εκείνη, αλλά λίγο σε μια άκρη, γιατί δεν της μύριζε καλή η δουλειά. Δεθήκανε λοιπόν, εβγήκανε όξω, δέσανε και το γαϊδουράκι  ότι ήσανε όλες δεμένες, έκαν’ έτσι, πετιέται ορθό και αρχινάει γκαρρ και χορεύοντας έφτασε στο σπίτι του παπά με όλες τις αλεπούδες’ μόνο η κουτσή εγλίτωσε.

     Άμα είδε τούτο ο παπάς, ευχαριστήθη και αμέσως επήρε το γαϊδουράκι και το πήγε στη μάντρα στο γρασίδι. Ύστερα εγύρισε πίσω, έγδαρε τις κυράδες και επήγε τα τομάρια τους στο παζάρι…., σ.630-631

Σημείωση: Όλα τα παραμύθια είναι από τον τόμο Ελληνικά Λαϊκά Παραμύθια. Κώστας Καφαντάρης, Ο ΦΕΓΓΑΡΑΣ, πρόλογος «Λόγος για το παραμύθι» Κώστας Καφαντάρης, εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1988.  Στο νούμερο 262, σελίδες 661-662, έχουμε μία ακόμα ιστορία για γαϊδαράκους. «Ο λύκος, ο αλεπός κι ο γάιδαρος».

(338) Όνος Παίζων         

Όνος τις αναβάς εις το δώμα και παίζων

τον κέραμον έθλα, και τις αυτόν ανθρώπων

επιδραμών κατήγε τω ξύλω παίων.

ο δε όνος προς αυτόν, ός το νώτον ήλεγχεν,

«και μην πίθηκος εχθές» είπε και πρώην

έτερπεν υμάς αυτό τούτο ποιήσας.»

    Ο μύθος προς άνδρας τους εναντίας έχοντας τας δόξας και κινδύνους εαυτοίς επιφέροντας., σ.428

(337) Όνος και Τέττιγες

Όνος ακούσας τεττίγων ήσθη επί τη ευφωνία και ζηλώσας αυτών την ηδύτητα είπε: «Τι σιτούμενοι τοιαύτην φωνήν αφίετε;» Των δε ειπόντων δρόσον, ο όνος προσπαραμένων τη δρόσω λιμώ διεφθάρη.

    Ούτως οι των παρά φύσιν επιθυμούντες, παρά το μη επιτυχείν ών εφίενται, και τα μέγιστα δυστυχούσιν., σ.426

(330) Όνος, Κόραξ και Λύκος

     Όνος ηλικιωμένος τον νώτον εν τινι λειμώνι, ενέμετο’ κόρακας δε επικαθίσαντος αυτώ και το έλκος κρούοντος ο όνος αλγών και εσκίρτα. Του δε ονηλάτου πορρώθεν στάντος και γελώντος, λύκος παριών εθεάσατο και προς αυτός έφη: «Άθλιοι ημείς, οί, κάν αυτό μόνον οφθώμεν, διωκόμεθα’ τούτω δε και προσγελώσιν.»

     Ο λόγος δηλοί, ότι οι κακούργοι των ανθρώπων και εξ απροόπτου (απόπτου) δηλοί εισιν., σ.418

(325) Όνος και Αλώπηξ

     Όνος ακανθώδεις παλιούρος ήσθιε, Τούτον ιδούσα η αλώπηξ είπε: «Πώς ούτω τη απαλή γλώσση το σκληρόν και ανανθώδες  προσφάγιον εσθίεις;»

    Ότι ου δει φλυάριων ανδρών κατηγορίας ακούειν’ εις κίνδυνον γάρ άγουσι τον ακούοντα. Σ.414.

Σημείωση: Τους Μύθους του Αισώπου, τους άφησα αμετάφραστους πιστεύοντας ότι δεν είναι δύσκολη και ακατόρθωτη η μετάφρασή τους. Με ένα μικρό λεξικό διαβάζονται ευχάριτα και μας υπενθυμίζουν την άμεση συγγένειά τους με τα Λαϊκά Παραμύθια, τους Λαϊκούς Θρύλους και Παραδόσεις. Τις περισσότερες ιστορίες του Αισώπου τις διαβάζουμε παραλλαγμένες στα Λαϊκά μας Παραμύθια. Είτε αυτούσιους του παροιμιόμυθους είτε παραλλαγμένους ή συμπληρωμένους μέσα στον χρόνο. Πάντως ο κεντρικός και πρώτος πυρήνας, αναγνωρίζεται στους Μύθους του Αισώπου. Το αρχαίο κείμενο το ερανίστηκα από τον Δεύτερο τόμο, ΘΕΟΔΩΡΟΣ Γ. ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, «ΑΙΣΩΠΕΙΟΙ ΜΥΘΟΙ», τόμος Β΄. Κείμενο, μετάφραση, σχόλια, νεοελληνικές ρήσεις παράλληλες των «Αισώπειων Μύθων», αλφαβητικός θεματογραφικός κατάλογος. Εκδόσεις ΖΗΤΡΟΣ, Θεσσαλονίκη 2005. Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ/ ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ, Αθήνα 2019. Δημοσιεύονται ακόμα και οι εξής ιστορίες με τα «φωνήεντα ήν τα ζώα», που έχουν σχέση με τους Όνους: -Όναγρος και Όνος.-Όνοι προς τον Δία-Όνον Αγοράζων,-Όνος Άγριος.-Όνος Άλας Βαστάζων.-Άλλως, Μικρέμπορος και Ονάριον.-Όνος, Αλεκτρυών και Λέων.-Άλλως, Όνος και Λέων.-Όνος Βαστάζων Άγαλμα.-Άλλως.-Όνος και Αλώπηξ και Λέων.-Όνος και Βάτραχοι.-Όνος και Ίππος.-Όνος και Κηπωρός.-Όνος και Κυνίδιον.-Όνος και Κύων.-Όνος και Λεοντή.-Άλλως.-Όνος και Λύκος.-Άλλως.-Άλλως.-Όνος και Ονηλάτης.-Όνος Λεοντήν Φέρων.-Άλλως.-Όνου Σκιά.-Άλλως.

Η λέξη «Άλλως» σημαίνει μία νέα παραλλαγή του αρχικού πυρήνα της ιστορίας. Μία άλλη εκδοχή του Μύθου. Να επαναλάβουμε ότι η άμεση καταγωγή και συγγένεια με ελληνικά λαϊκά παραμύθια είναι κάτι παραπάνω από έκδηλη. Δηλώνει με τον πλέον περίτρανο τρόπο την συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού όχι μόνο σε ζητήματα γλώσσας αλλά και θρύλων, προλήψεων, αντιδράσεων, συμπεριφορών, λαϊκής διδαχής, στάσεων ζωής. Μικρές ιστορίες της λαϊκής φιλοσοφίας και του βίου των ελλήνων μέσα στην ιστορία. Είτε αυτός ο βίος απεικονίζεται στα έργα του Κώστα Κρυστάλλη, είτε στις θρησκευτικής ατμόσφαιρας ποιητικές ιστορίες του Ελευθέριου Μάϊνα είτε στα ανώνυμα ή επώνυμα λαϊκά παραμύθια και δημοτικά μας τραγούδια. Μια συνέχεια από το ιστορικό τότε στο (ανιστόρητο;) σήμερα.   

Στην αντιγραφή, διατήρησα την ορθογραφία που συναντούμε τα ποιήματα και τα κείμενα.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς,

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2022

      

       

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου