Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2023

Το αφιέρωμα στον ποιητή Κωστή Παλαμά του περιοδικού ΠΟΡΕΙΑ

 

                 Π Ο Ρ Ε Ι Α

                  ΜΗΝΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ

ΠΑΙΔΕΙΑ- ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ-ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ-ΓΡΑΜΜΑΤΑ

Διευθυντής: Δημ. Ανδρικόπουλος

Έτος 4ον, ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ, 1959, ΤΕΥΧΟΣ 33-34, διαστάσεις 17Χ24

ΑΦΙΕΡΩΜΑ  ΣΤΟΝ  ΚΩΣΤΗ  ΠΑΛΑΜΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

-Α.,  ΠΑΛΑΜΑΣ, 705-707

                    Π Α Λ Α Μ Α Σ

      Μια πληθωρική πνευματική φύση, ο Παλαμάς, που δεν μπορεί να τοποθετηθή, καθώς επεζήτησαν κάποιοι κριτικοί μ’ αρνητική όραση ή σκόπιμη προκατάληψη, στο κοινό περίγραμμα του κριτικού στοχασμού και στην ψυχρή πλάκα του φιλολογικού ανατομείου για μιά πανευρύτατα εντελεχή ανερεύνηση, πυρηνική είσδυση, συνολική θεώρηση, για ένα σαφή κοσμοθεωριακό προσδιορισμό και, φυσικά, για τη μέθεξη και την κατάκτηση’ ένας ευαίσθητος δέκτης όχι μόνο των αντίλαλων της εποχής και του τόπου του, αλλά και του Ιστορικού παρελθόντος και μέλλοντος, και του Ευρωπαϊκού χώρου, κι’ ένας πομπός με μεγάλη εμβέλεια και περιφερειακή ακτίνωση, διάφορτος από εκρηκτικό πνευματικό πυρ, που σκόρπισε σ’ όλα τα είδη του στοχασμού και του έντεχνου λόγου, μ’ όλη την ποιοτική αναβάθμιση και πολυειδεία, δεν ήταν και δεν είναι εύκολο να μελετηθή και πολυορατική συλληφθή, καθώς χρειάζεται.

     Ο συγκρητισμός των εκφραζόμενων στοιχείων και ιδεών του, οι αντίδρομες πορείες, οι ιδεολογικές του δολιχοδρομίες, όπως βρίσκονται, κάποτε, μέσα στην ίδια ενότητα, οι υψώσεις και οι  καταβασίες, οι άγρια μεγαλόπρεπες ενορχηστρώσεις και οι ελάσσονες τόνοι, οι ποικιλίες των ρυθμών και μέτρων, ο θεϊκός του λυρισμός και η τυραννική του πεζολογία, η γαληνή νηνεμία και τα επικά αστραπόβολα συνθέτουν έναν Παλαμά τέτοιον, που σε όλους προσφέρει, χωρίς όμως να προσφέρη ολόκληρα τα χρυσοφόρα κοιτάσματά του.

     Προσφέρει στον καθένα το «συγγενές», ταυτόχρονα και το διαμετρικά αντίθετο, για να ακούγωνται, κάθε φορά οι διαμαρτυρίες. Το «συγγενές», φυσικά, πληρώνει τις εσώτερες λαχτάρες, τοποθετείται καλόδεχτα εντός και ικανοποιεί, το μη «συγγενές» αποστρακίζεται. Έτσι, ακούστηκαν και ακούγονται οι παραδοξολόγοι, οι αρνητές και οι «δήμιοι», που καθένας από τη σκοπιά του με το υποκειμενικό μικροσκόπιο, χωρίς ούτε κάν να προβή σε μιά πανεπόπτευση κάμνει «αποσυμφόρηση», βρίσκει «αντιποιητικό» τον Παλαμά ή και τον καρατομεί με την κριτική εμπάθεια. Θέλουν τον Παλαμά ν’ ανήκη κοινωνιολογικά σε μιά «κάστα», φιλοσοφικά σε μιά περιοχή, αισθητικά σε μιά σχολή. Τον θέλουν ένα ταμπού, μονολιθικόν, «ανεκτατόν», στα μέτρα τους.

     Κι’ εδώ, θα μπορούσε κανείς να πη ότι, αφού δεν μπορούν να ξανοιχτούν, με το μικρό ιστιοφόρο τους, στον ωκεανό ν’ αντιμετωπίσουν τα αμέτρητα θεόρατα κύματα των στοχασμών και στίχων του ποιητή, αρκούνται ν’ αργοπλέουν στο γιαλό, να κατακρίνουν και να θορυβούν.

      Αλλά ο ωκεανός δεν μπορεί να γίνη Αιγαίο, ούτε ο Καύκασος Μαίναλο, επειδή το θέλουν ιδιοσυγκρασιακά πνευματικοί νιχιλιστές και κοντόθωροι κριτικοί.

      Ποιος φταίει αν φτάνουν στα κράσπεδα και αδυνατούν να βγούν ως τις Παλαμικές κορφές;

      Άς τ’ ομολογήσουν όπως αντρίκια το κήρυξε, τοποθετώντας εκεί που έπρεπε τον εαυτό του σπρωγμένος από θετική αυτογνωσία ο Δροσίνης, ποιητής μάλιστα.

     Ή κι’ αν με δεκανίκια κατάφεραν να φτάσουν ή με την πανοπλία μεγάλου κριτικού, ας εποπτεύσουν απ’ το αετίσιο κατακόρφι πολυπλευρικά, καθολικά κι’ άς τοποθετήσουν το θεόχτιστο τούτο παλαμικό βουνό, πρώτα μέσα στο πλαίσιο της Ελληνικής σκηνογραφίας κι ακόλουθα στον παγκόσμιο πνευματικό χώρο.

     Πολύκρουνος, ο Παλαμάς, κατάρδευσε πλούσια τις αυχμηρές εκτάσεις της νεοελληνικής γραμματείας. Άδραξε κάθε μορφή ζωής και την ξανάπλασε ποιητικά και την παρέδωσε ακτινοβολούσα, ακήρατη, συμβολική, οδηγητική. Κάθε στοιχείο, πού τόβρισκε σ’ απίθανες γωνίες, σε κοινά περάσματα του χτές και του τώρα, όταν άλλοι βιαστικοί χρυσοθήρες, ζητητές του εφήμερου, προσπερνούσαν, και κάθε φωνή και ρυθμό, όλα τάπαιρνε και τ’ αναχώνευε μες στο δημιουργικό του καμίνι, το πυρωμένο απ’ τις φωτιές του φιλοσοφικού στοχασμού και του συναισθήματος, για να δώση πολύρρυθμα, πολύηχα και υψιστόχαστα ποιητικά κείμενα.

     Ο ποιητής δημιούργησε πολλά για πολλούς, απ’ όλα για όλους, χωρίς τα όλα για τον καθένα. Οι αντινομίες και οι ασυνέπειες που θέλουν να βρίσκουν μερικοί κι’ αν υποτεθή ότι υπάρχουν, είναι επιφαινόμενα, επιπολές, που πειθαρχούν, όμως, όταν πάρουν τη θέση τους σε συνάρτηση με τα συναπαρτίζοντα στοιχεία, στη θέληση και την κεντρική αφετηρία του δημιουργού. Οι πυρρωνιστές της Τέχνης και του Πνεύματος, οι αρνητές του Εθνικού μας ποιητή, αυτοί μάλιστα που βάλλουν συστηματικά και τώρα, είναι πνευματικά ούχρονοι και ούτοποι, βρίσκονται μακρυά κι έξω απ’ την ποιητική σφαίρα του χτές και το σύγχρονο ποιητικό κλίμα, απ’ τον τόπο μας και τον ευρωπαϊκό ορίζοντα.

      Οι κορυφαίοι πνευματικοί μας άνθρωποι, οι μεγαλύτεροι κριτικοί μας, κι’ όλοι οι ταπεινοί και μεγάλοι Παλαμολάτρες με τη μικρή ή δυνατή φωνή τους εδικαίωσαν και καταξιώνουν καθημερινά την Παλαμική δημιουργία οι αρνητές ας αγνοηθούν γιατί «ούκ οίδασι τι ποιούσι».

     ΕΚΕΙΝΟ πού, σ’ αυτές τις ώρες, πρέπει να τονιστή περισσότερο είναι η στάση του Παλαμά απέναντι στο Έθνος και τα ζητήματά του. Αλλά ο ποιητής στάση καταφάσκουσα ή θέση σύνδρομη σ’ όλους που έτσι και έτσι δούλευαν για το Έθνος, ελαφρά δεν έπαιρνε, καθώς άλλοι στείροι δημοκόποι, μα πολεμούσε, ήταν μαχητής, κονταροχτυπιόταν άμεσα όπου και όταν θετικά χρειαζόταν. Ήταν πολεμιστής, πρωταθλητής.

      Βέβαια, δεν μπορούν ν’ αγνοηθούν οι κοσμοπολιτικές και πανανθρώπινες διεκτάσεις οι συναντώμενες σε πολλά του κείμενα’ όμως τα πάντα, όλα τον αποδεικνύουν «Ελλαδικόν», Εθνικό, δεμένον με τον τόπο του απ’ όπου επιχειρεί και τις μακρυνές του πτήσεις. Ο Παλαμάς είναι Εθνικός. Καταγράφει κάθε κίνηση, ανάσα, ήχο, λαχτάρα, παλμό, ιδέα, όραμα και ιδανικό της φυλής του.

     Συνθέτει τη «Φλογέρα του Βασιλιά» και δένει με την ποιητική του δύναμη τα ξεκομμένα διαστήματα της φυλετικής μας πορείας και ανδρώνει την εθνική συνείδηση.

     Δεν δέχεται τα ραπίσματα των Burckhard και Fallmereier, πού, «επιστημονική» αδεία αποκαλούν τους Έλληνες Γκρεκοσλάβους.

     Δίνει τη σκληρή μάχη με τον τρόπο του  μαζί με τον Παπαρρηγόπουλο, τον Πολίτη και τους άλλους δικούς μας και ξένους.

     Ο πατριδολάτρης ποιητής μέσα στη θρηνητική ατμόσφαιρα, ύστερα απ’ το 97, και τους οδυνηρούς ηθικούς κλονισμούς της χώρας, περήφανα σαλπίζει την ηθική έγερση και την ανάταση των εθνικών συνειδήσεων. Κι’ όταν οι Ελληνικές καρδιές πυρπολούνται απ’ την καφτή λαχτάρα της απολύτρωσης των υπόδουλων αδερφών και συνέχεια ξεχύνονται νικηφόρα στους δυναστευόμενους τόπους, ο ποιητής γίνεται, βούκινο, σάριζα και χρυσή σάλπιγκα στέλνοντας κατάϊσα στις εμπύρετες ψυχές των Ελλήνων το θραμβικό του ήχο, τον ήχο και τα προστακτικά μηνύματα της ίδιας της Ελλάδας. Ξαποστέλλει αρχαγγελικά τα επικά του σαλπίσματα και φτερώνει τους αετούς της λευτεριάς που λυτρωτικά προελαύνουν. Ο Παλαμάς είναι δεμένος και στέκεται πρώτα στο Έθνος του. Ύστερα κι απ’ εδώ εκδιπλώνει τα ομόκεντρα πνευματικά του κύματα στην παγκόσμια περιοχή.

     ΜΕ ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ιερού δέους διατυπώθηκαν οι παραπάνω ταπεινές σκέψεις και με βαθύτατο σεβασμό αφιερώθηκαν οι σελίδες του περιοδικού μας στον Εθνικό δάσκαλο με τις αρίφνητες πηγές πνευματικής φωτιάς πού θα διακαίουν και θα φωτίζουν τη φυλετική μας ψυχή και το πανανθρώπινο πνεύμα.

--ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ, 707 (ποίημα)

           ΟΙ  ΠΑΤΕΡΕΣ

Παιδί, το περιβόλι σου πού θα κληρονομήσης,

όπως το βρής κι  όπως το δής να μήν το παρατήσης.

Σκάψε το ακόμα πιό βαθιά και  φράξε το πιό στέρεα

και πλούτισε τη χλώρη σου και πλάνησε τη γη του,

κι ακλάδευτο όπου μπλέκεται να το βεργολογήσης,

και να του φέρνης το νερό το αγνό της βρυσομάνας,

κι αν αγαπάς τ’ ανθρώπινα κι όσα άρρωστα δεν είναι,

ρίξε αγιασμό και ξόρκισε τα ξωτικά, να φύγουν,

και τη ζωντάνια σπείρε του μ’ όσα γερά, δροσάτα.

Γίνε οργοτόμος, φυτευτής, διαφεντευτής. Κι αν είναι

κι έρθουνε χρόνια δίσεχτα, πέσουν καιροί οργισμένοι,

κι όσα πουλιά μισέψουνε σκιασμένα, κι όσα δέντρα

για τίποτ’ άλλο δε φελούν παρά για μετερίζια,

μη φοβηθής το χαλασμό! Φωτιά! Τσεκούρι! Τράβα,

ξεσπέρμεψέ το, χέρσωσε το περιβόλι, κόφ’ το,

και χτίσε κάστρο απάνω του και ταμπουρώσου μέσα,

για πάλαιμα, για μάτωμα, για την καινούργια γέννα,

π’ όλο την περιμένουμε κι όλο κινάει για νάρθη,

κι όλο συντρίμμι χάνεται στο γύρισμα των κύκλων.

Φτάνει μιά ιδέα να σ’ το πη, μιά ιδέα να σ’ το προστάξη,

κορώνα, ιδέα, ιδέα σπαθί, που θα είν’ απάνου απ’ όλα.

                                (Βωμοί)

-ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, ΣΤΟΝ ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ, 708 (ανέκδοτο ποίημα)

               ΣΤΟΝ  ΚΩΣΤΗ  ΠΑΛΑΜΑ

Ο ρυθμικός ο λόγος σου σαν καταρράχτης πέφτει

συγκίνησης μεσ’ των ψυχών το μαγικό καθρέφτη

απ’ των αρχαίων των πηγών τα ρείθρα αναβλυσμένος

κι’ απ’ τη σοφία των λαών της Δύσης αρτυμένος.

 

Από Πυθίες, Σίβυλλες κι’ ιέρειες χρισμένος

κι’ απ’ των Μουσών τους άσπιλους τους κόρφους θηλασμένος,

ο στοχασμός σου πίδακας υψώνεται με χάρη

αστραφτερός και αμόλευτος στην πούλια, στο φεγγάρι.

 

Στην ούγια τ’ ουρανού το φώς του οίστρου σου αναμμένο,

απ’ των χαρίτων τα ιερά τα μάτια τιναγμένο,

τα μυστικά της αύριο προφητικά φωτίζει

και της ζωής το νόημα με πίστη ξαναχτίζει.

 

Τα πεπρωμένα της φυλής: αντίλαλοι, ύμνοι, θρήνοι,

δοξαστικά κι’ οράματα στους στίχους σου έχουν γίνει

και στο ναό του θαυμασμού μεσ’ των αγίων τ’ άγια

για τ’ ορθρινό της πέρασμα στρώνεις ελπίδων βάγια.

 

Κόσμοι λαχτάρας κι’ έκστασης σε μπόρες και σ’ ευδίες,

συγκινημένοι στοχασμοί κι αιθέριες μελωδίες

πηδήσαν απ’ της έρημος τα σπλάχνα, λες, ανάβρες,

πότε χαρές εωθινές και πότε λύπες μαύρες.

 

Σπαρτά παλμών στο χλόϊσμα της αίσθησης σαλεύουν,

τις γυφτοπούλες σου καθώς προβάλλεις να χορεύουν

και σεισμικά σαλπίσματα και θούρια απ’ τις φλογέρες

των Βασιλιάδων νικητών γεμίζουν τους αιθέρες.

 

Το λυρισμό του Αρχίλοχου, την έξαρση του Αλκαίου,

της Ψάπφας τ’ αναφλόγισμα, τη μέθη του Τυρταίου,

ενορχηστρώνει η λύρα σου μεσ’ το ναό του θάμβους

τροχαίους συνταιριάζοντας μ’ ανάπαιστους κι’ ιάμβους.

 

Μιά των καινούργιων πειστικών συμβόλων καταρράχτης,

μιά της μεγάλης εθνικής ιδέας νους και κράχτης,

ειδωλολάτρης, χριστιανός, πανθεϊστής αντάμα,

μ’ εντός σου πάντα ολάνθιστο το κλασσικό το θάμα.

 

Του πόνου σου «οι Παράδεισοι» κι οι «Τάφοι» μαυσωλεία,

βουβών ενδότατων λυγμών ηχώ και συμφωνία

και της «Ασάλευτης Ζωής» οι κραδασμοί κεραίες

για νέες δόξες, ομορφιές, ρίγη, ιδεώδη, ιδέες.

 

Η νόησή σου ολάνοιχτη προς τη σοφία πύλη,

το αίσθημά σου εαρινή ανάσα ανθών του Απρίλη

κι’ ιέρεια μεσ’ τ’ άδυτα της ομορφιάς του πόνου

η έμπνευσή σου, που τρυπάει το κρύσταλλο του χρόνου.

 

Στον ουρανό των λυρικών ρυθμών και των σχημάτων

η δόξα σου χιλιάστερη, το πάθος σου «άσμα ασμάτων»

κι’ όλος ο λόγος σου άσβηστη μεσ’ τους αιώνες δάδα,

πού θα φωτίζει, ποιητή προφήτη, την Ελλάδα.      

-ΣΠΥΡΟΣ ΜΕΛΑΣ, προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών., ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, Ο ΠΟΙΗΤΗΣ, ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ, 709-721

-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, ΜΙΣΟΛΟΓΓΙ, 721 (ποίημα)

          Μ Ι Σ Ο Λ Ο Γ Γ Ι

Κόβω για σε τα βάγια

του τραγουδιού ιερά,

στο μέτωπό σου πλέκω,

στεφάνια γιορτερά.

Βωμός το μέτωπό σου.

Θυμάσαι; Μιά φορά

στο γγίξαν και σταγιάσαν

της Δόξας τα φτερά.

Λάμπουν ιερά, στα βάγια

του τραγουδιού, η φωτιά,

το αίμα των ηρώων,

του χαλασμού η νυχτιά.

Και τρέμουνε τα βάγια

ιερά του τραγουδιού

τα δάκρυα της αγάπης,

τα χρόνια ενός παιδιού.

       (Η πολιτεία και η μοναξιά)

-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣ, Ακαδημαϊκός, ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ, 722-735

-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣ, ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ, 735-736 (Ωδή στα 100 χρόνια από τη γέννηση του Κωστή Παλαμά)

               ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ  ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ

                           (Ωδή στα 100 χρόνια από τη γέννηση του Κωστή Παλαμά)

Στους «Βωμούς» σου οι Πατέρες λατρευτοί!

Κ’ οι ανόρκιστοι μαστόροι της φλογέρας

και του βιολιού οι τεχνίτες οι ορκωτοί.

Στο δικό μας Βωμό εσύ ο Πατέρας!

 

Του Ορφέα και του Ομήρου εσύ αδερφός

του Αλκαίου, του Αισχύλου, του Πινδάρου ο φίλος

Κι’ από δικό σου ορθρίζει τώρα φώς

της φυλής ο αβασίλευτος ο θρύλος!

 

Της Αθήνας, της Σπάρτης δόξα: Εδώ!

Του Μεγαλέξανδρου ανοιχτός ο χώρος.

Ακρίτας πολεμάς στη Λυκανδό,

σοφός καλογερεύεις στ’ Αγιονόρος.

 

Στ’ Άγραφα, στα Βαρδούσια αρματωλός.

Η πέννα σου γυμνό σπαθί του Διάκου

και του Κανάρη ο στίχος σου δαυλός

Στο Μεσολόγγι ολοκαυτώνεσαι- άκου!

 

Του Σολωμού τα ωραία συντρίμμια εσύ

σε ναό μεγαλόπρεπο τα υψώνεις.

Απ’ το σουραύλι του λαού χρυσή

του Απόλλωνα τη λύρα ξανανιώνεις!

 

Και γίνεσαι ο Γενάρχης της γενιάς!

Και γίνεσαι πολλών γενιών Γενάρχης!...

Όσο θ’ ανθίζη του Έθνους ο δαφνιάς

ανθός κ’ εσύ της δάφνης του θα υπάρχης.

 

Αστέρι εωθινό της αρετής,

της ομορφιάς αδείπνιστο φεγγάρι.

Ο ήρωας’ κι’ ο προφήτης κι’ ο κριτής!

Ο ποιητής με την ισόθεη χάρη!

 

Στο χάος σαν η γενιά μας ξεκοπή

κι ο επιτάφιος σβύση αλάργα θρήνος,

η Μούσα θα περάση και θα ειπή:

«Παλαμάς, Βενιζέλος, Κωνσταντίνος».

 

Μονάχα εσείς αθάνατοι από εμάς

θα μείνετε, αντικόβοντας το Χρόνο.

Κωνσταντίνος, Βενιζέλος, Παλαμάς:

Σπαθί, τιμόνι, λύρα σ’ έναν θρόνο!

 

Του Ορφέα και του Ομήρου εσύ αδελφός,

του Ρωμανού και του Κορνάρου ο φίλος,

κι’ από δικό σου αστράφτει τώρα φώς

Παλαμά, της Ελλάδας μας ο Θρύλος!       

-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΤΕΡΗΣ. ΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ, 737-739

              ΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

         Ο ΠΑΛΑΜΑΣ  ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ

     Ετιμήσαμε ήδη τον Παλαμά, όπως είχαμε χρέος, όπως έχομε όλοι μας χρέος και θα λάβομε πάλι μέρος στις τιμές που θα του αποδοθούν κατά το διάστημα του έτους του αφιερωμένου στη σεβαστή μνήμη του. Αλλά θεωρούμε επίσης  σαν ένα καθήκον ιστορικής δικαιοσύνης, να τιμήσουμε με την ίδια ευκαιρία και κάτι άλλο που αξίζει να τιμηθεί, τουλάχιστον  σε τούτη τη στήλη, και από τον υπογράφοντα. Την εφημερίδα. Γενικά την εφημερίδα, θα λέγαμε τη φτωχομάνα εφημερίδα-φτωχομάνα των ανθρώπων και των γραμμάτων, και ειδικότερα στην περίπτωση του Παλαμά το λιμάνι του, το καταφύγιό του όταν ήρθε από την επαρχία στην πρωτεύουσα χωρίς κανένα στήριγμα οικονομικό. Τότε αυτή, η φτωχή αθηναϊκή εφημερίδα τον δέχτηκε, αυτή του άνοιξε την πόρτα της και του εξασφάλισε στοιχειώδεις έστω συνθήκες βιοτικές για να αντιμετωπίσει τις ανάγκες του, για να πάρει το ξεκίνημά του. Πρόκειται για μιά συμπαράσταση θετική που συνεχίζεται χρόνια, και που θα ήταν παράλειψη να αποσιωπηθεί τώρα που τόσοι λογοτέχνες παρουσιάζουν τον Παλαμά απ’ όλες τις πλευρές της προσωπικότητάς του, με όλα τα πνευματικά συστατικά του και με όλα τα βιογραφικά στοιχεία του. Γιατί εκτός από τις δεσπόζουσες, τις γνωστές του μορφές-του Παλαμά ποιητή, του Παλαμά στοχαστή, του Παλαμά κριτικού, του Παλαμά γλωσσοπλάστη, του Παλαμά θεατρικού συγγραφέα κλπ,- υπάρχει επίσης και μιά άλλη, η μορφή του Παλαμά δημοσιογράφου, που άσχετα με το αν έχει ένα περιορισμένο ενδιαφέρον επαγγελματικό, βιοποριστικό, νομίζομε πώς είναι κάτι το αξιομνημόνευτο, επί τέλους και σαν ένας σταθμός της ζωής του. Πάντως όσο κι’ αν το ποιητικό του έργο εσκέπασε-όπως ήταν άλλωστε φυσικό- όλες τις άλλες εκδηλώσεις του, όλες τις άλλες απασχολήσεις του, εμείς που αγαπάμε το επάγγελμά μας θα θυμίσομε, οφείλομε να θυμίσομε τον Παλαμά δημοσιογράφο, στον κόσμο που τον τιμά. Κι’ αυτό όχι βέβαια για ν’ αντιτάξομε στον ποιητή το δημοσιογράφο. Αλλά για να εξάρομε το ιστορικό γεγονός ότι στις εφημερίδες βρήκε το πρώτο πνευματικό και οικονομικό αποκούμπι του ο μεγαλύτερος ποιητής της νεωτέρας Ελλάδος, και ότι δουλεύοντας στις εφημερίδες επήρε την πρώτη επαφή με το κοινό, το πρώτο βάφτισμα της δημοσιότητος.

      Από το 1878 που εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα, μαζί με την ποιητική δραστηριότητά του που αποτελεί το κύριο έργο του, τον απασχολεί και η δημοσιογραφία. Είναι δε εύκολο να καταλάβει κανείς τί τον σπρώχνει στην ποιητική δραστηριότητα και τί στη δημοσιογραφία. Στην πρώτη η κλίση του, το ταλέντο του. Στη δεύτερη η ανάγκη για να ζήσει, ακολουθώντας ένα επάγγελμα προσιτότερο, πού του πήγαινε, μιά που προϋπέθετε μία εκφραστική ικανότητα στο γραπτό λόγο. Εργάστηκε-ύστερα από το «Ραμπαγιά» και το «Μή χάνεσαι»-στην «Ακρόπολι» του Γαβριηλίδη, στην «Εφημερίδα» του Κορομηλά, στο «Άστυ» στο «Νέο Άστυ», στο «Εμπρός» του Καλαποθάκη αργότερα. Και στις εφημερίδες που εργάστηκε δεν έδινε μόνο φιλολογικά άρθρα, δεν ήταν μ’ άλλα λόγια μόνο συνεργάτης φιλολογικός, του τύπου που διαμορφώθη στην εποχή μας. Έγραφε για διάφορα δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος θέματα, με ποικίλες υπογραφές, μ’ ένα πλήθος ψευδώνυμα, καθώς βλέπει κανείς στην πολύτιμη βιβλιογραφία του αγαπητού Γ. Κατσίμπαλη-πού αναφέρομε το όνομά του στη σημερινή επιφυλλίδα μας με την ίδια φιλική ευχαρίστηση που νιώθουμε όταν συναντάμε τον ίδιο στο δρόμο.

     Ο Ξενόπουλος στο άρθρο του «Ο Παλαμάς από κοντά», που εδημοσίευσε σ’ ένα ειδικό τεύχος της αφιερωμένο στον ποιητή η «Νέα Εστία» το λέει καθαρά. Ώσπου να πάρει τη θέση του στο Πανεπιστήμιο πού τον ανακούφισε σημαντικά, δεν είχε παρά το μισθό του συντάκτη στην «Εφημερίδα» του Κορομηλά, και μερικά άλλα έκτακτα έσοδα από έκτακτες συνεργασίες. Ήταν συντάκτης «τακτικός» μάλιστα συντάκτης, όπως τον χαρακτηρίζει η παραπάνω εφημερίς  στην αναγγελία των γάμων του-πού τη διατύπωσή της την διαβάσαμε στα «Παλαμικά» του αείμνηστου Ν. Βέη. Και ο Μήτσος Χατζόπουλος (ο Μποέμ) γράφοντας εκείνα τα χρόνια στο «Άστυ» για την οικογενειακή ζωή του Παλαμά, λέει ότι κάποτε που πήγε στο σπίτι του στις εννιά το βράδυ, δεν βρήκε τον ποιητή. «… Ο Παλαμάς-εξηγεί- δεν επέστρεψεν ακόμη, εργάζεται από το μεσημέρι εις την «Εφημερίδα», έχει ταχυδρομείον απόψε, θα επιθεωρήση τόσας εφημερίδας ο ποιητής, θα μεταφράση, θα γράψη και θα πληρώση ολόκληρα χειρόγραφα…».

      Αλλά μήπως έζησε από τις εφημερίδες στην πρώτη του εξόρμηση μονάχα ο Παλαμάς; Έζησαν τόσοι και τόσοι άνθρωποι των Γραμμάτων, στα παλαιότερα χρόνια, ζούν ακόμη και στα δικά μας, ή αν δεν ζουν σ’ όλη την έκταση των αναγκών των από τις εφημερίδες, μια φορά βοηθούνται ενισχύονται. Τονίζουμε αυτή τη σχέση γιατί δείχνει τι έχουν προσφέρει οι ελληνικές εφημερίδες στον τομέα του πνεύματος, μ’ όλη τους τη φτώχεια. Δεν ελάβαιναν απλώς μέρος-οι σοβαρότερες-στους δύσκολους προοδευτικούς αγώνες της εποχής τους- δύσκολους άμα σκεφθεί κανένας πόσο η απερίγραπτη αμάθεια που επικρατούσε τότε στην Ελλάδα, διευκόλυνε τα κάθε λογής αντιδραστικά συνθήματα. Κατόρθωναν επίσης να δημιουργούν μιά πνευματική ατμόσφαιρα, που μέσα στο γονιμοποιό θάλπος της έγινε η εκκόλαψη των περισσότερων λογοτεχνών μας, εκείνων που εκπροσωπούν τα νέα ελληνικά Γράμματα.

     Ο Παπαδιαμάντης, φτωχός, φοβερά πτωχός, κι’ ανίκανος από ιδιοσυγκρασία να συλλάβει το οικονομικό νόημα, θα αντιμετώπιζε συντριπτικότερος δυσχέρειες, πού δεν αποκλείεται να είχαν αντίκτυπο και στη συγγραφική διάθεσή του, αν δεν βρισκόταν η εφημερίδα να του δώσει το καθημερινό, ό,τι χρειαζότανε στην καλογερική του ολιγάρκεια, για να μείνει στην πρωτεύουσα και για να συνεχίζει το λογοτεχνικό του έργο. Ανήκε επί χρόνια στο δημοσιογραφικό επάγγελμα, έκανε μεταφράσεις, έγραφε επιφυλλίδες, εδημοσίευσε εορταστικά διηγήματα. Ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης- για να μη το χωρίσομε από τον Παπαδιαμάντη-επέρασε επίσης από το επάγγελμα, κρατούσε μάλιστα τα πρακτικά της Βουλής.

      Ο Παπαντωνίου, χρονολογικά σε συγκεντρωμένη, σε κανονική απασχόληση και σε ποσότητα εργασίας-άς πούμε σε συνολικό αριθμό χειρογράφων-είναι πρωτ’ απ’ όλα άνθρωπος των εφημερίδων, σε εκείνες δωσιδικεί επαγγελματικά. Σ’ εκείνες απάγγιασε φτάνοντας από την ιδιαίτερη πατρίδα του, το Καρπενήσι, στην «Ακρόπολη» του Γαβριηλίδη, στην «Εφημερίδα των Συζητήσεων» του Δεληγιώργη, στο «Σκρίπ» του Κουσουλάκου όπου έγινε και αρχισυντάκτης μάλιστα, στο «Εμπρός» κατόπιν-την εφημερίδα  που έλαβε την εντυπωσιακή για τότε απόφαση να τον στείλη στο Παρίσι ανταποκριτή. Ο Νιρβάνας, αν και γιατρός του Ναυτικού, στις εφημερίδες έζησε, από τις στήλες τους, συγκεκριμένα από τις στήλες της «Εστίας» έκαμε ευρύτερα γνωστή τη λογοτεχνική του προσωπικότητα. Τον Ξενόπουλο τον θυμούνται όλοι οι συνάδελφοι, ακόμη κι’ πιό νέοι, να μπαινοβγαίνει με τον αργό, τον προσεκτικό βηματισμό του μύωπα, στα γραφεία των εφημερίδων όπου από χρόνια συνεργαζότανε. Ο Κονδυλάκης, ο Διαβάτης, δένεται με το «Εμπρός», εκεί έζησε, εκεί γέρασε. Ο Ουράνης, ο αλησμόνητος φίλος μας,  είχε ένα μακρότατο δεσμό με τις εφημερίδες. Ήταν δημοσιογράφος κοντά στον ποιητή, αλλά δημοσιογράφος με ευρύτατη καθιέρωση, πρώτα-πρώτα για τις εντυπώσεις του από τις ξένες χώρες που τόσο διαβαστήκανε και εξακολουθούν να διαβάζονται ακόμη στα βιβλία του Ουράνη, κι έπειτα για το μεγάλο ρεπορτάζ πού έμπασε στις δημοσιογραφικές αποστολές του. Ο Φώτος Πολίτης-για να περιοριστούμε σε κείνους που δεν ζουν-δεν ανήκε μόνο στο θέατρο, όσο κι’ αν οι υπηρεσίες που έχει προσφέρει σ’ αυτόν τον τομέα θεωρούνται απαράμιλλες. Ανήκε και στη δημοσιογραφία, πέρασε από διάφορες εφημερίδες, είχε το τραπέζι του στα γραφεία τους.

     Το συμπέρασμα είναι ότι οι ελληνικές, ακριβέστερα οι αθηναϊκές εφημερίδες, με το να χρησιμοποιηθούν  επί ολόκληρα χρόνια σαν πνευματικά άσυλα, έσωσαν τα ταλέντα της εποχής τους και τα βοήθησαν για να εξελιχθούν να πάρουν μιά μέρα τη λογοτεχνική θέση τους. Γιατί κανένας δεν μπορεί να ξέρει αν και δίχως τη δική τους ενίσχυση θα κατόρθωναν, κι οι πιό προικισμένοι, να εκδηλωθούν και να επιβληθούν, σε μιά χώρα όπου η εκδοτική οργάνωση δεν εξασφάλιζε στους νέους λογίους τις ευκολίες που υπήρχαν αλλού, ούτε ο περιοδικός φιλολογικός τύπος παρουσίαζε το απαραίτητο πλάτος και την αναγκαία οικονομική σταθερότητα. Έτσι οι ίδιες οι συνθήκες του ελληνικού βίου είχαν αναθέσει για πολύν καιρό στις εφημερίδες όλες τις πνευματικές αρμοδιότητες. Και κάτι άλλο. Τους έδωσαν ένα ρόλο «σχολείων εφαρμογής» των ικανοτήτων και των γνώσεων του άπειρου ακόμη λογοτέχνη, που επάνω στο χειρόγραφό τους έκανε την πρακτική του εκπαίδευση κι εσυνήθιζε στην κατεργασία του γλωσσικού υλικού.

      Αυτές τις υπηρεσίες των εφημερίδων, τις αναμφισβήτητα μεγάλες-άσχετα με τις περιπτώσεις των λογίων που συνέβη να απορροφηθούν από το επάγγελμα-θελήσαμε να θυμίσουμε σήμερα, θυμίζοντας μιά λησμονημένη περίοδο της ζωής του Παλαμά.     

-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ, 739 (ποίημα)

           ΤΟ  ΦΑΝΤΑΣΜΑ

Ωραίε νεκρέ, μονάρχη εσύ του μυστικού ουρανού μου

αστέρινε, ήρθες πάλι,

σ’ έφερε νύχτα, φάντασμα του λατρευτού μου

στην ορφανή μου αγκάλη.

Και σε κρατούσα όπως ποτέ δεν κράτησε μητέρα,

το πρωτογέννητο παιδί στην αγκαλιά της,

και κάποιου πόνου μιά ψυχή, χυμένη απ’ άλλο αέρα,

την όψη σου την άγιαζε με τ’ αντιφέγγισμά της.

Κι’ είσουν ωραίος, όπως ποτέ κανένας έρωτάς μου

δεν είτανε στις νιότης μου τα χρόνια,

και σώπαινες, όπως ποτέ δε μίλησαν αηδόνια

των ποιητών στα βάθη της καρδιάς μου.

                                (Η πολιτεία και η μοναξιά)

-ΤΑΚΗΣ ΔΟΞΑΣ, Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ ΤΟΥ ΛΥΡΙΣΜΟΥ, 740-748

-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΙΑΚΟΣ, ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ. Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΤΟΥ, 749-755

-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ, 755 (ποίημα)

                ΥΜΝΟΣ  ΤΗΣ  ΖΩΗΣ

Ζωή! δεν είναι τίποτε γλυκύτερο στον κόσμο

απ’ την πεντάμορφη ζωή την ηλιοφωτισμένη!

Ζωή, κι αν έρχεσαι γοργά κι από χαρές γεμάτη

κι αν έρχεσαι με βάσανα και μ’ έγνοιες και μ’ αρρώστιες,

ζωή του γέρου και του νιού, της φτώχιας και του πλούτου,

με της δουλειάς τον ίδρωτα, με τις αργίας τη γλύκα

με την ειρήνη ήμερη, με τους αγρίους πολέμους

και μ’ όλες τις καλοκαιριές και μ’ όλους τους χειμώνες,

Ζωή, κι όπως κι αν δείχνεσαι, Ζωή ό,τι κι αν είσαι,

αν είσαι πράγμα ή όνειρο, καλή κακή κι αν είσαι,

χαρά σ’ εσέ, δόξα σ’ εσέ κι αγάπες και τραγούδια.

                                (Τα μάτια της ψυχής μου)

-ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΚΟΥΛΟΥΡΗΣ, ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ. Ο ΟΙΚΟΔΟΜΟΣ, Ο ΟΡΑΜΑΤΙΣΤΗΣ, Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, 756-759

-ΚΩΣΤΗ ΚΟΚΟΡΟΒΙΤΣ, Ο «ΤΑΦΟΣ» ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ, 760-763

-ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ ΔΑΝΤΗ, Η «ΣΚΟΤΕΙΝΗ» ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Κ. ΠΑΛΑΜΑ, 764-765

                Η «ΣΚΟΤΕΙΝΗ» ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Κ. ΠΑΛΑΜΑ

     Είναι πολύ γνωστή, όσο και άδικη, η γνώμη πως η ποίηση του Κωστή Παλαμά είναι σκοτεινή και απρόσιτη στους πολλούς. Τη γνώμη αυτή πολλές φορές την είχε ακούσει ο Παλαμάς, όταν ζούσε, ακόμη, και από τους πιό στενούς φίλους του, πράγμα που τον έκαμνε να πικραίνεται τόσο, γιατί δεν μπορούσε να εξηγήση και να παραδεχθή, πώς η ποίηση είναι μόνο το ξεχείλισμα της ψυχής του ποιητή και όχι μαζί και η έκφραση σοφών διανοημάτων και στοχασμών με το πέταγμά του ως τις υψηλότερες σφαίρες του νου μέσα από τη μάθηση και την ιστορική γνώση, που ολοκληρώνει καλύτερα τον πολύπλευρο κόσμο των ποιητικών ιδεών του.

     Έτσι μιά μέρα-λίγα χρόνια πρίν πεθάνη-έπειτα από μιά σχετική μου συζήτηση πάνω στο θέμα αυτό ξαναντίκρυσα μελαγχολικό και στενοχωρημένο τον ποιητή: Συγκεκριμένα την ημέρα εκείνη είχε περάσει από το βιβλιοπωλείον Ελευθερουδάκη για εκκαθάριση και είχαν πουληθή σ’ όλο το εξάμηνο μόνο δυό αντίτυπα από τα βιβλία του, με τη δικαιολογία ότι δεν τον διαβάζουν, γιατί τον βρίσκουν σκοτεινό οι αναγνώστες του.

      -Καλά να πάθω, λέει, αφού είμαι τόσο σκοτεινός και δεν με καταλαβαίνουν: ίσως και να έχουν δίκιο!

      -Μά νομίζω πώς σας αδικούν, του είπα. Μού φαίνεται, συνέχισα, ως δεν σας διαβάζουν και γι’ αυτό δεν σας καταλαβαίνουν. Παθαίνουν οι αναγνώστες σας κάτι ανάλογο, που πεθαίνουν και οι περαστικοί έξω από τις καθολικές εκκλησίες. Καθώς περνούν μπροστά από τα σκονισμένα και θαμπά παράθυρα των καθολικών εκκλησιών δεν δίνουν προσοχή σ’ αυτά γιατί δεν τους κάμνουν καμμιά εντύπωση. Αν όμως τύχη και μπουν μέσα στην εκκλησία για να προσκυνήσουν αμέσως αλλάζουν γνώμη, μόλις αντικρύζουν τις θαυμάσιες αγιογραφίες των τζαμιών (βιτρώ) των δυτικών εκκλησιών, και μετανιώνουν γι’ αυτή την άδικη και επιπόλαιη κρίση τους στην αρχή.

          -Έχεις δίκιο, μου είπε, με κάποια φανερή ικανοποίηση. Μ’ αρέσει πολύ αυτή η παραστατική εικόνα σου. Κοίταξε, καμμιά φορά να το γράψης αυτό, αν νομίζης, όταν πεθάνω.

      Όταν τον Φεβρουάριο του 1943 επληροφορήθηκεν όλη η Ελλάδα με θλίψη το θάνατό του-μέσα στην Κατοχή- σκέφθηκα πώς έπρεπε να γράψω κάτι που να θυμίζη τη συζήτησή μας εκείνη και να αναφέρω την εικόνα, μιά που ήταν και επιθυμία δική του.

      Θέλησα έτσι να την δώσω στιχουργικά με το παρακάτω (ανέκδοτο) ποίημά μου:

Πολύχρωμα παράθυρα

πού φέγγουν σ’ εκκλησιά

μοιάζουν κάτι ποιήματα

πούναι σαν ζωγραφιά

 

Όποιος στην πόρτα σταματά

κ’ απ’ έξω τα κοιτά

τα βλέπει νάναι σκοτεινά

κ’ αδιάφορος περνά.

 

Αν μπη να προσκυνήση

τη φωτεινή τους ομορφιά

ευθύς θε ν’ αντικρύση!

 

Ανίδεοι προσκυνητές

οι πιότεροι διαβάτες

τις ζωγραφίες τις άφαντες

πούναι ψηλά στημένες

 

δεν τις θωρούν και φεύγουνε’

τα βλέπουν θολωμένα’

τα κρύσταλλα τα μαγικά

είναι γι’ αυτούς κρυμμένα!

 

Μ’ αυτές δεν παύουν να μιλούν

σε μιά απολλώνια γλώσσα

του νου κρυφομιλήματα

 

λόγια σοφά βαλμένα

για να μας φέρνουν πιό ψηλά,

εκεί πούναι κρυμμένα.

 

Νεράϊδες, ήρωες, θεοί,

γλυκά τραγουδισμένες

ιδέες, πού τους πρέπουνε

λαμπάδες αναμμένες.

 

Τον ξωτικό τον ήχο τους

συμβολικές φλογέρες φέρνουν

και μέσα στο ναό καλούν

όσους μπορούν να μπαίνουν…

 

Αν μένουν έξω μερικοί,

απλοί περαστικοί,

άς περιμένουν’ κάποτε,

 

όταν ξαναγυρίσουν,

θάν τα ξανάβρουν πιό όμορφα

και τότε θα δακρύσουν.

 

Σαν πεντελήσια μάρμαρα

σ’ αρχαίου ναού μετόπη

κρύβουν την ομορφάδα τους

με μιά περίσσια χάρη

 

Και μας καλούν επίμονα

ψηλά απ’ τον κόσμο, πέρα

στής Τέχνης τα Ηλύσια

πού θα στηθούν μιά μέρα…

 

Σ’ έναν υπέρτατο σκοπό

στής μαγεμένης λύρας του τον ήχο

η Αρμονία τούπλασεν

αρμονικά το στίχο

 

Η μούσα του η πολύχορδη

με το δικό της τόνο

αμίμητος τραγουδιστής

θα μείνης μεσ’ στο χρόνο!...        

-ΔΗΜ. Ι. ΠΑΠΠΑ, Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ, 766-768

               Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ 

      Ενεφανίσθη ο Παλαμάς σε μιά εποχή θολή για την πρόοδο και την επιβίωση του νεοελληνικού έθνους. Βγαλμένος ο νέος Ελληνισμός από την θανάσιμη δοκιμασία της δουλειάς, επάλαιεν με ανυπέρβλητες αντιξοότητες εξωγενείς και εσωγενείς. Κάτω από την ψυχολογικήν ώθηση της προγονικής του δόξας και την συνεχή υπόκρουση της αυτοκρατορικής αναστήλωσης εταράσσετο δραματικά και απεγνωσμένα, σπαρταρούσε μέσα στην καθήλωση και την χρόνια τελμάτωση της υλικής του δυσπραγίας, της πνευματικής του σύγχισης και της κρατικής ανεπάρκειας. Οράματα και φιλοδοξίες υπέρμετρες, αλλά και επανειλημμένοι επώδυνοι τραυματισμοί της εθνικής του φιλοτιμίας, αποτολμήσεις και πόθοι εξαίσιοι, αλλά και απότομες συγκλονιστικές απογοητεύσεις και τραχείες προσγειώσεις στην αμείλικτη πραγματικότητα, ανεδαφισμοί και απορροφητικές περιπτύξεις ξένων ή στείρων επιδράσεων, και παντοειδείς εκτροπές από την οδό του ορθού και του εφικτού, αλλά και αγώνας βαθύς και πάλη διηνεκές για την ανεύρεση και αξιοποίηση της φυλετικής γνησιότητας και την κατάκτηση της εθνικής και πνευματικής αυτοδυναμίας, συνέθεταν τον αντιφατικό, τον ετερόκλιτο και αγωνιώδη πίνακα της εν γένει ζωής του.

      Και στην κρίσιμη πραγματικά στιγμή τούτη, ενεφανίσθη από τα ήμερα νερά της Λιμνοθάλασσας, η οποία εκόλπωνε τον βόγγο και την συνταρακτική μνήμη του απελευθερωτικού έπους, ο κορυφαίος, ο συνθετικός, ο προφητικός, ο οδηγητής ποιητής: ο Παλαμάς. Στο ισχνό του σώμα έκρυβε τη φλόγα μιάς τεράστιας ενεργητικότητας και στην συνεσταλμένη ψυχή του την καταπιεσμένη ορμή και την απωθημένη πνοή και λαχτάρα του δοκιμασθέντος και σερνόμενου Γένους. Και χάρη σ’ αυτά απέβη και έγινεν η σπονδυλική στήλη της ανανεωτικής πνευματικής εξόρμησης, η ηρωική έπαλξη, η εμπράγματη αποφασιστική προώθηση και η τελική κατακύρωση του δημοτικισμού, ο γλωσσοπλαστικός κρουνός της ζωντανής μας γλώσσας, ο δυναμογόνος αρδευτής της Εθνικής Παιδείας, ο ακαταπόνητος δέκτης και οργανικός αφομοιωτής των πνευματικών αναβαθμών του παρελθόντος και των σύγχρονων εξελίξεων της προηγμένης Ευρώπης, ο διονυχιστικός ερευνητής και διαισθαντικός αποκαλυπτής των ενωτικών γραμμών των εθνικών παραδόσεων, ο λυρικός κιθαρωδός της πιό λεπτής ευαισθησίας και της πιό απαιτητικής αισθητικής πραγμάτωσης, ο διθυραμβικός ραψωδός των περασμένων μεγαλείων με τις φοβερές διακυμάνσεις των, ο συνεπαρμένος οραματιστής ενός αποκαταστημένου μέλλοντος, ο κριτικός ταξιθέτης στην ιεράρχηση, προβολή και αποκατάσταση των πνευματικών μας αξιών.

      Έγινεν ο Όλυμπος της πνευματικής μας γεωγραφίας. Χωρίς αυτόν η πνευματική φυσιογνωμία της νεώτερης Ελλάδας φαίνεται γυμνή, ρηχή, αναιμική, φυτοζωϊκή. Έρριψε τον κολοσσιαίον ίσκιο του και εκάλυψε και εγονιμοποίησε ολόκληρη την πνευματική ικμάδα του έθνους. Γύρω του όλοι περιεστράφησαν ωσάν σε ηλιακό κέντρο. Και είτε τον εθαύμασαν, είτε τον επολέμησαν, απ’ αυτόν αποκλειστικά πήραν και εγνώρισαν το μέτρο της αξίας των και τις πραγματικές διαστάσεις του αναστήματός των. Σε μία εποχή, που ο νέος Ελληνισμός απατείτο να κάμη υπερβολικά άλματα, για να προλάβη και ευθυγραμμισθή με την φυσιολογική πνευματική ανέλιξη της Ευρώπης, την οποία δουλωμένος δεν ηδυνήθη όταν έπρεπε να παρακολουθήση, άνοιξε παράφορα την οδηγητική, την αέτιο και αδηφάγο όραση της ψυχής του, προς κάθε κατεύθυνση και με εκπληκτικές ακένωτες στιχοθάλασσες, ύφανε το πρωτεϊκό, το επικό, το συνταραγμένο και ρωμαλέο χρονικό της αγωνιζομένης και εφορμούσης ομαδικής ψυχής του τόπου και της εποχής του. Ενός τόπου οργωμένου από την καταδρομή των δεινών, αλλά και κραδαινομένου από την ασύγκριτη και τραγικά ωραίαν αναγεννητική του δόνηση και μιάς εποχής η οποία συνείχετο από τις ωδίνες της εκτυφλωτικής τεχνικής και επιστημονικής προόδου και των δραματικών οικουμενικών  αιτημάτων των ημερών μας.

      -Έτσι κατέστησε τη χώρα μας, από περιφρονημένη και καθυστερημένη επαρχία της ευρωπαϊκής και ειδικώτερα της γαλλικής πνευματικής ζωής, είς αυτόνομο και αυτοδύναμο κέντρο αυτόχθονης πνευματικότητας. Ικανό να σταθή και να εξελιχθή με αξιώσεις δίπλα στα άλλα σύγχρονά του, με την ιδιομορφία της ιδικής της προσφοράς και με την γοητεία της ιδικής του μοναδικότητας.

      Στο βασικό αυτό σημείο έγκειται η αμείωτη και πρωταρχική σημασία του έργου του Παλαμά και η συμβολή του ως εθνικού πνευματικού ταγού. Έθραυσε το πλέγμα της πνευματικής φυτοζωίας, εξοβέλισε την νοοτροπία της επαρχιακής μας μειονεκτικότητος και αυτάρκης λαμπρός άρχοντας του εαυτού του και της Φυλής του, εξώδευσεν αφειδώλευτα τα πλούσια και ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα του ατομικού του, του ιδιόκτητου μόνου πλούτου. Και διά την προβολή και αξιοποίηση αυτού του πλούτου επέδειξε  σπάνια πραγματοποιό ικανότητα. Επέδειξε την μοναδική γλωσσοπλαστικήν αρετή.

     Με τον Παλαμά η νεοελληνική γλώσσα ανδρώνεται και αποβαίνει αξιοζήλευτο όργανο Παιδείας και πολιτισμού. Γίνεται βαθύ και πλατύ θεμέλιο, ικανό να βαστάξη και να προάγη το οικοδόμημα της εθνικής ζωής, ικανό να υπηρετήση και να αρτιώση σε όλη την κλίμακα κάθε αισθητικό και κάθε επιστημονικό λόγο. Και η συμβολή του στον τομέα αυτό θα παραμείνη ασφαλώς θεμελιώδης και ιστορική.

      Ο ποιητικός του λυρισμός, σε πολλά σημεία, μπορεί σήμερα να μας φαίνεται ξεπερασμένος και αταίριαστος προς τα νέα μέτρα και τις νέες εξελίξεις του καθαρού ποιητικού λόγου. Μπορεί να φαίνεται συνθλιμμένος κάτω από τον όγκο της στιχουργικής πολυπραγμοσύνης, κάτω από το συμφωνικό βάρος της Βαλαωριτικής σάλπιγγας και κάτω από τον πληθωρικό φόρτο της πλατυρρημοσύνης. Αλλά δεν μπορεί ν’ αρνηθή κανείς ότι μέσα στο όλο του ποιητικό έργο, υφίσταται και δύναται κάλλιστα να διακριθή ένα πλούσιο μέρος, ως λυρική δημιουργία και ως εντρύφημα αισθητικής αγωγής είναι αξεπέραστο και κλασσικό. Αλλά και στο σημείο αυτό, μετατοπίζεται η ακριβής αξιολόγηση και αδικείται τόσον ο ποιητής, όσο και το έργο του, όταν τα περιορίζουμε στα όρια της αυστηρής καλλιλογίας, δηλαδή της αισθητικής υποβολής, της λυρικής απλώς ευαρέστησης, της μυστικότητας των λέξεων, των συναισθηματικών αποχρώσεων. Διότι ο ίδιος δεν ήταν και δεν θέλησε τον εαυτό του σαν λεπταίσθητο βιρτουόζο της αποσταγμένης, ελλειπτικής ποιητικής μορφής, αλλά σαν φλογερό εθνεγέρτη και αποστολικό οραματιστή πού συνεπαίρνει, και το έργο του δεν είναι και δεν το θέλησε να είναι χρωματιστή και μουσική τοπογραφία, αλλά εμπνοή και βουή που εκπηδά από τα σπηλαιώδη έγκατα του Γένους του και από τις τρικυμισμένες και εργώδεις εκτάσεις της εποχής του, ικανό και κατάλληλο όχι απλώς να τέρψη αλλά κυριώτατα, να παιδεύση, να φρονιματίση και καθοδηγετήση. Όπως οι προφήτες του Ισραήλ, ο Δάντης του δυτικού Μεσαίωνα, ο Βίκτωρ Ουγκώ και ο Ουίτμαν της νεώτερης εποχής, έτσι κι ο Παλαμάς δεν πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται ουδ’ επί στιγμή, από τη στενή οπτική γωνία των αξιώσεων και των επιτευγμάτων του καθαρού ποιητικού λόγου.

      Η αξία του είναι, κατά πρώτιστο λόγο, παιδευτική, αναπλαστική, ανατατική ψυχών και σωμάτων, με ομαδική απήχηση και με ανανεωτικό, αναμορφωτικό και αναγεννητικό εθνικό και πολιτιστικό στόχο. Και από την άποψη αυτή, θα παραμείνη αναμφισβήτητα «εσαεί» αναντικατάστατη, φωτεινή και γονιμοποιά καταβολή για κάθε μας περαιτέρω εθνική και πνευματική ανέλιξη.         

--

Από έλλειψη χώρου δεν δημοσιεύτηκαν οι σχετικές με τον Παλαμά και το έργο του μελέτες των δ. Hellen Libada  και Ισμήνης Γεωργιάδη και των κ.κ. Φώτη Παπαστεργίου, Κ. Στεργιόπουλου, και Θανάση Ολύμπιου.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

             Η σημασία του Παλαμά για τον τόπο μας γίνεται φανερή όταν συλλογιστεί κανείς πόσο άδεια θα ήταν η πνευματική μας ζωή χωρίς την παρουσία του τα τελευταία του πενήντα χρόνια, που αυτός τα γεμίζει με τον  όγκο του. Κι αυτό είναι το πρώτο κριτήριο, μ’ έναν τρόπο, και μία πρώτη αξιολόγηση του Παλαμά, που μας επιβάλλεται από τα ίδια τα πράγματα, άσχετα με την προσωπική μας γνώμη…….  Κατάλαβε βαθιά την ιστορική του αποστολή και δείχτηκε πνευματικός ήρωας κι οδηγός παράξιος, αποφασιστικός μ’ όλη τη φυσική του ασθενικότητα, αδίσταχτος μ’ όλη την κοινωνική του συστολή, άφοβος μπροστά στην αλήθεια και το χρέος…

               Μάρκου  Αυγέρη, Εισαγωγή στην ποίηση του Παλαμά.

                 Έλληνες Λογοτέχνες, εκδόσεις Χαρ. Μπούρας, Αθήνα 1982

     Είναι το πρώτο και μοναδικό τεύχος που πιάνω στα χέρια μου του περιοδικού «ΠΟΡΕΙΑ», και αυτό, χάρη στο Αφιέρωμα στον ποιητή του Έθνους των Ελλήνων Κωστή Παλαμά. Στο προηγούμενο σημείωμα που ανάρτησα για το περιοδικό «ΠΑΛΑΜΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ» αναφέρθηκα σε ποιανού κατοχή, το Αρχείο-Βιβλιοθήκη ανήκει από όπου μου δανείστηκε για να το διαβάσω και να αντιγράψω μέρος της ύλης του. Φέτος, 2023 συμπληρώνονται 80 χρόνια από την απώλεια του πατριδολάτρη ποιητή Κωστή Παλαμά που, τόσο όταν βρίσκονταν στην ζωή όσο και τις επόμενες δεκαετίες μετά τον θάνατό του, το πολυσχιδές έργο και η στεντόρεια φωνή του, το ποιητικό του κοσμοείδωλο και η φιλοσοφία του, στάθηκαν «σημείο αντιλεγόμενο» για έλληνες λογίους και διανοούμενους εκατέρωθεν των ιδεολογικών και πολιτικών παρατάξεων, λογοτεχνικών σχολών και γενεών. Καθηγητές πανεπιστημίου, ακαδημαϊκοί, πολιτικοί της εποχής του, δημοσιογράφοι, ποιητές και δοκιμιογράφοι, κριτικοί και ιστορικοί της ελληνικής λογοτεχνίας, εκπαιδευτικοί και τοπικοί ερευνητές των τόπων καταγωγής του, αστοί και μαρξιστές, πολιτικοί, ερευνητές και σχολιαστές των ελληνικών γραμμάτων και της ελληνικής πολιτιστικής παράδοσης, λαογράφοι, έσκυψαν με ενδιαφέρον και προσοχή πάνω στο πραγματικά ογκώδες έργο του, διάβασαν και μίλησαν για ποιητικές του και όχι μόνο συλλογές, εξέδωσαν την αρθρογραφία του, τα πεζά του, εκδότες και φιλολογικοί επιμελητές επανέκδοσαν συνθέσεις του, μουσικοί μελοποίησαν την φωνή του, την ηχογράφησαν. Σκηνοθέτες ανέβασαν σε ελληνικές σκηνές έργα του, μεταφραστές τον μετέφρασαν στο εξωτερικό, τον ανθολόγησαν. Με δύο λόγια, η πνευματική και συγγραφική του δραστηριότητα και ενέργειες όσο βρίσκονταν εν ζωή, παρέμεινε ζωντανή στο χρόνο. Αντέγραψαν ή απέρριψαν ιδέες και φιλοσοφικές του θέσεις, την μεγαλορρημονία του, το ιστόγραμμα του λυρισμού του, το πολύστικτο ύφος του. Ο Παλαμάς και όσο ζούσε και μετέπειτα για μεγάλο μέρος της ελληνικής πνευματικής διανόησης υπήρξε ένα ορόσημο, ένας δείχτης πνευματικής πορείας, ένας ποιητικός προσανατολισμός. Προσπάθησαν να διακριβώσουν τις πολιτικές του απόψεις και προτιμήσεις, τι πίστευε σαν έλληνας πολίτης για τους πολιτικούς της εποχής του, πχ. Χαρίλαο Τρικούπη, Ελευθέριο Βενιζέλο, άτομα της Βασιλικής Δυναστείας κλπ. Διοργανώθηκαν πνευματικές «ξιφομαχίες» για το πόσο και σε ποιο βαθμό το έργο του εκφράζει και αντιπροσωπεύει τον Λαό ή την ανάπτυξη της όψιμης ελληνικής αστικής τάξης της εποχής του. Αν είναι εθνικός ποιητής. Αλλά, για να χρησιμοποιήσω και πάλι την αξιοπρόσεκτη, σοβαρή και δίκαια κριτική ματιά και ερμηνεία πάνω στο έργο του Κωστή Παλαμά του αριστερού ποιητή και δοκιμιογράφου, ιστορικού της λογοτεχνίας Μάρκου Αυγέρη, ο Παλαμάς: «Μα είναι κάτι περισσότερο από εθνικός, είναι και ποιητής της ευρωπαϊκής πατρίδας, κάνει εθνική υπόθεση τα ευρωπαϊκά ενδιαφέροντα και μπάζει την ελλάδα στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Όπως ήταν ένας δραστήριος φορέας ιδεών, έβγαζε την Ελλάδα από την ασιατική της νωχέλεια κι απομόνωση και την εμπόδιζε να βυθιστεί και ν’ αποκοιμηθεί μέσα στις νεκρές αξίες ενός πολιτισμού που χανόταν στους αιώνες. Διαλέγοντας ό,τι βιώσιμο και ζωτικό υπάρχει στην πνευματική κληρονομιά των περασμένων, επιχειρεί να συνδέσει την αρχαία, τη μέση και τη νέα Ελλάδα με τις ζωντανές αξίες του σημερινού κόσμου.», σελ. 94.  Ορθές και εύστοχες παρατηρήσεις και όχι μόνο του αριστερού Αυγέρη, που μας δείχνουν όχι μόνο τον σεβασμό για το έργο του αλλά και το ιστορικό λάθος της φιλολογικής κριτικής μέχρι σήμερα, να κρίνουμε και να βλέπουμε όλοι μας, το έργο και την παρουσία του Κωστή Παλαμά κάτω από τον φακό της ξεπερασμένης από τα ιστορικά και λογοτεχνικά καθέκαστα οπτικής του Νίκου Ζαχαριάδη και της μελέτης του «Ο αληθινός Παλαμάς». Τουλάχιστον των κριτικών εκείνων που ερμηνεύουν τα πράγματα από μαρξιστική θεώρηση. Ίσως είναι πλέον καιρός να αλλάξουμε την στρατηγική ερμηνείας του, εφόσον όχι μόνο ο Αυγέρης αλλά και παλαιοί ιστορικοί όπως ο Γιάννης Κορδάτος, ο Νίκος Παππάς, αλλά και σύγχρονοί μας ιστορικοί της ελληνικής ποίησης όπως ο Μιχάλης Γ. Μερακλής προερχόμενοι από το αριστερό ημισφαίριο της τέχνης επαινούν και υμνούν και μιλούν ακριβοδίκαια για αυτή την πολυφωνική μελωδική, επική και λυρική ορχήστρα που λέγεται Κωστής Παλαμάς. Ο ποιητής και δάσκαλος Κωστής Παλαμάς αν δεν λαθεύω, έπαθε ότι έπαθε και το Καζαντζακικό έπος «Οδύσσεια», δεν διαβάστηκε σχεδόν ποτέ ολόκληρο. Δεν μπορούμε πάντως να είμαστε αναγνωστικά σίγουροι για το ποσοστό των ελλήνων- διαχρονικά- αναγνωστών οι οποίοι έχουν διαβάσει ή έστω ξεφυλλίσει τους 16 τόμους των «Απάντων» του των παλαιών εκδόσεων Μπίρη-Γκοβόστη. Ο μεγάλος όγκος του πολύπλευρου έργου του, οι χιλιάδες σελίδες των δημοσιευμάτων του, η πολυπαραγωγικότητά του, η πολυπραγμοσύνη του, η εργασιομανία του, που ένα μέρος της οφείλεται στο ότι ο ποιητής έπρεπε να δουλέψει σκληρά για να φροντίσει τις ανάγκες της οικογένειάς του, τρία παιδιά (Λέανδρος, Άλκης Ναυσικά). Οι οικονομικοί του πόροι προέρχονταν κυρίως από τις συνεργασίες του με τις εφημερίδες της εποχής του, έκαναν αρκετούς-ακόμα και «φανατικούς» Παλαμιστές, να επιμερίσουν τις αναγνωστικές και ερευνητικές τους εργασίες, στα κατά καιρούς μελετήματά τους, τις ομιλίες και διαλέξεις τους, τις συμμετοχές τους στα συνέδρια που οργανώθηκαν προς τιμή του, να σταθούν και να εξετάσουν μέρος και ενότητες του ογκώδους και πολυθεματικού έργου του. Και είναι εύλογο αυτό μια και η σύνολη συγγραφική του παρουσία αποτελείται από: Ποίηση, πεζό, θέατρο, δοκίμιο, μελέτες, κριτικές, μεταφράσεις, ομιλίες, εισαγωγές σε βιβλία τρίτων, επιμέλειες, αρθρογραφία, δημοσιογραφία, αλληλογραφία κ.ά. Όλοι μας στεκόμαστε σε κεντρικές και πολυσημασμένες ποιητικές του συνθέσεις, τις χωρίζουμε σε χρονικές περιόδους και «ξεχνούμε», να μελετήσουμε έστω και μία φορά το σύνολο του έργου του. Αυτό φυσικά δεν μας εμποδίζει, να συνεχίζουμε να μιλάμε-αναφερόμαστε- εξ ονόματος του συνόλου, αφοριστικά και καταδικαστικά. Και ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες που οι αρχές και οι σχολές της αποδόμησης κλασικών έργων και μεγάλων επών και λυρικών συνθέσεων, προερχόμενες κυρίως, από «αμερικάνικες» πνευματικές ροές, αν δεν λαθεύω αλλά και γαλλικές σχολές, αποκαθηλώνουν παραδοσιακές αξίες και σύμβολα του ευρωπαϊκού και του δυτικού πολιτισμού γενικότερα στο όνομα των νέων χρόνων της πολυπολιτισμικότητας και της μείξης των ειδών και φωνών, επαναπροσδιορισμού των ερευνητικών μας μοντέλων. Όταν μάλιστα οι σημερινοί νέοι και νέες αναγνώστες εξοικειώθηκαν με το να μην διαβάζουν πολυσέλιδες μελέτες ή μυθιστορήματα, να μην θέλουν να εστιάσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα την προσοχή τους σε ένα κείμενο που έχουν μπροστά τους, να αρνούνται να σκεφτούν, να ανοίξουν μία συζήτηση, να συνομιλήσουν με το έργο ποιητικό ή πεζό, δοκιμιογραφικό κ.ά. Όμως ας σταματήσουμε εδώ μια και αισθανόμαστε ότι μακρηγορούμε κοινωνιολογίζοντας, ή αναζητούμε ποσοστιαίες αναλογίες. Επανερχόμενος, από την πλευρά της μαρξιστικής διανόησης και λογιοσύνης των ημερών του Παλαμά τον προηγούμενο αιώνα, σημαντικό ρόλο στην αποδοχή του Παλαμικού έργου και της συμβολής του ως ποιητή του αγωνιζόμενου Λαού, έπαιξε η εργασία γραμμένη στις φυλακές της Κέρκυρας μέσα στην περίοδο της Μεταξικής δικτατορίας του παράνομου ηγέτη του ΚΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη, «Ο Αληθινός Παλαμάς». Καθοριστική εργασία για την αποδοχή του Κωστή Παλαμά από την πλευρά του απλού ανώνυμου έλληνα αριστερού και του πνευματικού κόσμου της κομμουνιστογενούς διανόησης και των εκπροσώπων της. Όσοι έχουν διαβάσει το βιβλίο-έχει επανεκδοθεί αρκετές φορές- θα διαπιστώσουν ότι είναι μία χοντροκομμένη και ρηχή δουλειά, και στην ευρύτερη σύλληψή της «ακατέργαστη» ερμηνευτικά και κάπως ανούσια. Η σκοπιά από την οποία βλέπει ο τότε πολιτικός ηγέτης τον ποιητή, είναι φυσικό να προέρχεται από την πολιτική ιδεολογία που ασπάζεται, αγωνίζεται και ηγείται. Όμως η εργασία είναι τόσο πρωτόλεια και επιφανειακή, γλωσσικά φτωχή και με κλισέ ορολογία, συμπερασματικά όχι τόσο επαρκής τεκμηριωμένη, λογοτεχνικά κακοτράχαλη, δίχως ίχνος φιλολογικής έμπνευσης. Το μόνο που σου μένει από το διάβασμά της, είναι μία γενική θετική αίσθηση αποδοχής του Παλαμικού έργου και συνεισφοράς του στον Ελληνικό Λαό. Και, μία γεύση πίκρας για το πνευματικό υπόβαθρο του συντάκτη και τι ηγέτες εμπιστεύονταν και ακολουθούσαν αγνοί, άδολοι πατριώτες και ανιδιοτελείς αγωνιστές έλληνες και ελληνίδες εκείνα τα δύστοκα ελληνικά και ευρωπαϊκά χρόνια που πολεμούσαν τόσο τον ευρωπαϊκό ναζισμό και φασισμό όσο και την εσωτερική της Ελλάδας δικτατορία από τους διάφορους στρατιωτικούς εκείνης της περιόδου. (Κονδύλης, Πάγκαλος, Μεταξάς). Στην ουσία η εργασία και το συμπερασματικό πλαίσιο που στηρίζεται ο Ν. Ζαχαριάδης, βασίζεται σε ένα και μόνο έργο του Κωστή Παλαμά, στο «Ο Παλαμάς στο «Δωδεκάλογο του Γύφτου» κριτική από τ’ αριστερά»». Δημοσιεύτηκε παράνομα πρώτη φορά το 1944 επί Γερμανικής Κατοχής. Η ακατέργαστη και πρωτόλεια αυτή πολιτικά και ιδεολογικά ερμηνεία με όρους παλαιομοδίτικους και τετριμμένης πολιτικής προπαγάνδας, γλώσσα μικρής και περιορισμένης εμβέλειας, φτωχού λεξιλογίου-κάτι που δεν αρμόζει αν δεν λαθεύω, τουλάχιστον για έναν ηγέτη και καθοδηγητή, εκφραστή μιάς πρωτοπόρας επαναστατικής ιδεολογίας στην εποχής της, (τουλάχιστον σε καθαρά θεωρητικό επίπεδο) που επικρατούσαν τα φασιστικά καθεστώτα και κινήματα στην ευρωπαϊκή και όχι μόνο ήπειρο, ενώ οι πολεμικές θύελλες του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου γκρέμιζαν θύρες και παράθυρα των παλαιών βασιλικών οίκων και των ελεύθερων αστικών δημοκρατιών, και σχεδίαζαν μακροπρόθεσμα τον παγκόσμιο γενικό χαλασμό και καταστροφή, μία ανθρωπότητα των Άουσβιτς και των Νταχάου, η ανθρωπότητα χρειάζονταν ηγέτες με σοφία, πείρα, αποφασιστικότητα, παιδεία, ανοιχτή σκέψη και διορατικότητα, πράγμα που όπως φαίνεται δεν διέθεται ο έλληνας ηγέτης. Η θετικών θέσεων μικρή αυτή εργασία, υπήρξε ένα είδος «ευαγγελίου» για τους ποιητές και λογοτέχνες της αριστεράς-και τους ακολούθους τους που θα ήθελαν να γνωρίσουν το έργο και την πολιτική φιλοσοφία του Κωστή Παλαμά και να το εντάξουν στην από εδώ πλευρά της ιστορίας. Στα έργα εκείνα που στηρίζουν και εμπνέουν το φρόνημα του Ελληνικού Λαού και των αγώνων του. Η εργασία φαίνεται να έγινε αποδεκτή κυρίως, εξαιτίας του ατόμου που την έγραψε παρά για την ποιότητά της ή την αξία της. Έτσι μεταφέρθηκε στον ιστορικό και φιλολογικό χρόνο μεταγενέστερα. Ο Ζαχαριάδης στην εργασία του αναφέρεται αρνητικά και σε τρείς ακόμα σημαντικούς εκπροσώπους των ελληνικών γραμμάτων. Τον Κεφαλλήνα Ανδρέα Λασκαράτο, τον Συριανό Εμμανουήλ Ροϊδη και τον Σκιαθίτη Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Ποιητές και πεζογράφοι εγνωσμένης ποιότητας και αποδοχής. Στο μεγαλύτερο όμως μέρος της εργασίας αναφέρεται στον Μεσολογγίτη ποιητή. Και οι τέσσερεις προαναφερθέντες-ιδιαίτερα ο Κωστής Παλαμάς- εξετάζονται από την πλευρά του γλωσσικού τους οργάνου και της συμβολής τους στους κοινωνικούς αγώνες του Δημοτικισμού. Στην επικράτηση δηλαδή και την χρήση στην δημόσια εκπαίδευση και τους θεσμούς της κρατικής διοίκησης της Δημοτικής γλώσσας, της ομιλούμενης γλώσσας του Λαού. Αυτή που μιλούσαμε όλοι οι έλληνες και ελληνίδες στα σπίτια μας και στις οικογενειακές μας αυλές, και όχι την επιβαλλόμενη εκ των άνω καθαρεύουσα ή την επιδεικτικά αρχαιότροπη των γραμματιζούμενων, πνευματικά, υψηλά πολιτικών ιστάμενων. Η επικράτηση και εφαρμογή στον δημόσιο λόγο και τους κρατικούς θεσμούς της Δημοτικής του Τριανταφυλλίδη, επιτεύχθηκε επιτέλους αρκετές δεκαετίες αργότερα, μετά την μεταπολίτευση του 1974 με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της τότε κυβέρνησης του Γεωργίου Ράλλη. Κάτι που έβαλε ταφόπλακα στον γλωσσικό μας διχασμό και διαμάχες. Να τονίσουμε ότι μέρος της αλλαγής της γλωσσικής μας αντίληψης είχε αρχίσει επί κυβερνήσεως της Ενώσεως Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου, του πειραιώτη παιδαγωγού Ευάγγελου Παπανούτσου και άλλων αξιόλογων συνεργατών του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και φωτισμένων καθηγητών όπως ο Ιωάννης Φ. Κακριδής, ο γεννημένος στον Πειραιά Εμμανουήλ Κριαράς και διαφόρων άλλων επιστημόνων που ενστερνίστηκαν την εκπαιδευτική πολιτική της προδικτατορικής Ενώσεως Κέντρου. Επανερχόμενος, η θετική οπτική του τότε πολιτικού κομμουνιστή ηγέτη πάνω στο Παλαμικό έργο (μία του συλλογή) στάθηκε η κύρια πηγή τροφοδότησης αποδοχής του από τις μεγάλες μάζες του ελληνικού λαού και των κομμουνιστών διανοουμένων. Ακόμα και σήμερα, αν δεν κάνω λάθος, σύγχρονοι και σοβαροί κριτικοί και θεωρητικοί της ελληνικής λογοτεχνίας και ποίησης, όταν μας μιλούν αρνητικά, αναφέρονται είτε θετικά είτε αρνητικά στο έργο του Εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά, χρησιμοποιούν την παλαιά αυτή εργασία παραβλέποντας ή προσπερνώντας τις θετικές και επαινετικές κρίσεις άλλων αξιοσημείωτων κριτικών φωνών της αριστεράς, των οποίων τα κείμενα ερμηνείας τους είναι και καλογραμμένα και αξίζουν σίγουρα περισσότερο την προσοχή μας και η συμβολή τους είναι απείρως ουσιαστικότερη στην αποδοχή του Παλαμά ως εθνικού ποιητή και ένα από τα διαχρονικά σύμβολα και πνευματικά στηρίγματα της Ελληνικότητας και ιστορικής μας συνέχειας. Ακόμα και πρόσφατα πολυπρισματικές κριτικές μελέτες-προερχόμενες από τα αριστερά-αν δεν κάνω λάθος, βλέπε το έργο του δοκιμιογράφου, κριτικού και πεζογράφου, επιμελητή εκδόσεων Κώστα Βούλγαρη, «Η δικιά μας Ελένη» Ψηφίδες και πρόσωπα της σύγχρονης ποίησης. Δοκίμιο. Εκδόσεις Εκδοτική Αθηνών, Μάρτιος 2022, σελίδες 480, εξώφυλλο Πάνος Χαραλάμπους, τιμή 19.80 ευρώ. Στέκομαι σε μία εκδοθείσα πρόσφατη εργασία που δεν μπορείς μάλλον να αποφασίσεις αν το βιβλίο υπάγεται στον καθαρά φιλολογικό χώρο ή στον πολιτικό, μια και η μείξη μεταξύ ιδεολογικής προβολής των συμπερασμάτων και ποιητικών κειμένων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη, ενδεικτικά αναφέρομαι στην πρόσφατη ερμηνευτική και αξιολογική αυτή εργασία, μια και κρατά επιφυλακτική στάση ή αρνητική απέναντι στο Παλαμικό έργο ο κριτικός και συγγραφέας, και όχι σε παλαιότερες γνωστές μας ερμηνευτικές αξιολογήσεις που οι ασχολούμενοι με τα Παλαμικά γράμματα γνωρίζουμε. Βλέπε σελίδες 13,19,26,27,29,30, 46,48,49, 61,65, 76, 77, 78, 88, κυρίως 94-97, 181,182, 192, 194,195, 290, 455. Απαντά σε ερώτηση που ο ίδιος θέτει κριτικός Κώστας Βούλγαρης, σελίδα 96-97: «-Ποια είναι η «προβολή» του Ζαχαριάδη πάνω στον Παλαμά;» «Στην Κατοχή η Αριστερά, με το ΕΑΜ, θα διεκδικήσει την εθνική αφήγηση για λογαριασμό της, με μια αμφίβολη «προσαρμογή» αυτής της αφήγησης στο δικό της πλαίσιο, στην ίδια προοπτική που μετά τον Εμφύλιο θα διεκδικήσει τον Μακρυγιάννη, ο οποίος ήδη έχει αναδειχθεί σε σύμβολο της νεωτερικής αστικής αφήγησης που οργανώθηκε από τη γενιά του ’30. Αντίθετα, στη διάρκεια του Εμφυλίου, υπό τον απόλυτο έλεγχο του Ζαχαριάδη, η αμφισβήτηση του εθνικού αφηγήματος θα είναι μετωπική’ η Αριστερά του Εμφυλίου αμφισβήτησε, πολιτικά και ένοπλα, ακόμα κι αυτά τα όρια/ σύνορα, προχώρησε στην πιο έμπρακτη αναίρεση της «μονοεθνικότητας» του νεοελληνικού κράτους, η οποία μαζί με τη μονοκρατορία της χριστιανικής ορθοδοξίας αποτελού[σαν] τους δύο πυλώνες της εθνικής αφήγησης. Όμως, κοινωνικά και πολιτισμικά, η Αριστερά στον Γράμμο αντιπαρέθεσε ένα κοσμοείδωλο, της υπαίθριας «πρωτοαστικής» Ελλάδας, που ως ρυθμός ζωής και ως «μορφή» του κόσμου ήταν παρωχημένο και ανεπαρκές. Είναι εκείνο το κοσμοείδωλο, εκείνη η μορφή κι εκείνος ο ρυθμός ζωής , που εκφράζονται και σημαίνονται  από τον παλαμικό δεκαπεντασύλλαβο». Το «παράξενο» στην δομή του και πρωτότυπο στην διάταξη της ύλης του, αυτό σπονδυλωτών απόψεων και θέσεων, ιδεών, κρίσεων, κειμένων και ποιητικών παραθεμάτων, ποιημάτων, αποσπασμάτων, ερωτοαπαντήσεων βιβλίο, επιμελήθηκε από διάφορες πλευρές και γλωσσικές της γραφής του γωνίες, η γνωστή ποιήτρια της γενιάς του 1980 Μαρία Κούρση. Το βιβλίο είναι μία «σύνοψη» των τελικών (;) θέσεων που έχει εκφράσει κατά διαστήματα για την ελληνική, σύγχρονη και μοντέρνα και παλαιότερη ποίηση ο κριτικός και συγγραφέας Κώστας Βούλγαρης σε δημοσιεύματά του στις σελίδες «Αναγνώσεις» της εφημερίδας «Η Αυγή» που εδώ και χρόνια επιμελείται και επιλέγει τις αρθρογραφίες των σελίδων της και των συνεργατών της. Οι κρίσεις του είναι αρνητικές και απορριπτικές τόσο κυρίως προς το Σεφερικό έργο και τον ίδιο τον πρώτο έλληνα Νομπελίστα ποιητή και την παρουσία του όσο και για το έργο του Παλαμά, που τους θεωρεί ως εκπαιδευτικά και εθνικά μοντέλα, σύμβολα χειραγώγησης της δημόσιας πολιτιστικής ζωής και πολιτικής ιστορίας στην πατρίδα μας, μια και οι ιθύνουσα αστική τάξη της Ελλάδας χρησιμοποιεί για ίδιους πολιτικούς και καλλιτεχνικούς σκοπούς το έργο και την παρουσία τους. Ενώ ταυτόχρονα και οι ίδιοι οι τιμημένοι ποιητές ωφελούνται από την θέση που τους τοποθετούν οι κρατικοί πνευματικοί θεσμοί και οι εκπρόσωποί τους. Καταδικάζεται επίσης η Γενιά του 1930 και οι εκπρόσωποί της κάτι επαναληπτικά γνωστό για όσους τυγχάνει να παρακολουθούν τα γραπτά του κριτικού, ενώ διερευνάται η συμβολή των ποιητικών φωνών της Γενιάς του 1970 ξεχωριστά, στην εξέλιξη και τις ρηγματικές τομές που έφεραν στον ποιητικό λόγο και ποιητική έκφραση οι φωνές τους, της αλλαγής του ρυθμού στην διαδρομή του ελληνικού ποιητικού λόγου και γραφής. Ξεκινώντας από το Σολωμικό έργο «Η Γυναίκα της Ζάκυθος» ως κοινής αποδοχής αφετηρία και όχι άλλων Σολωμικών σχεδιασμάτων, και βαδίζοντας πάνω σε ορισμένους συγκεκριμένους σταθμούς και πρόσωπα της ελληνικής ποιητικής παράδοσης, ο κριτικός μας μιλά για τις αγάπες του, τις εμμονές του, τις αντιπάθειές του, τις κριτικές του αρνητικές θέσεις, τις αποκαθηλώσεις του. Με μία γραφή άλλοτε κατηγορηματική και διαλεκτικά ειρωνική, άλλοτε με την υιοθέτηση διαλογικών ερωτηματικών προτάσεων, (κάτι σαν την αρχαία Σωκρατική μαιευτική μόνο που εδώ «χειραγωγείται» η απάντηση ή εγκλωβίζεται μέσα στον ερωτηματικό συλλογισμό του σύγχρονου κριτικού και συγγραφέα). Τα διαλογικά αυτά μέρη είναι εμβόλιμα και διάσπαρτα σε διάφορες ενότητες και υποενότητες και αποτελούν συμπερασματική προέκταση των θέσεων αποδοχής από τον αναγνώστη ή των αμφισβητήσεων του αντίστοιχα. Ο κριτικός συνομιλεί με τις θέσεις των κειμένων του και ταυτόχρονα θέτει ερωτήματα αλλά και απαντά στα ερωτήματα που ο ίδιος θέτει. Το κριτικό του βλέμμα είναι φανερά απαξιωτικό για ορισμένα συγκεκριμένα ποιητικά πρόσωπα, σύμβολα του ελληνικού ποιητικού λειμώνα. Θα αποτολμούσα σαν απλός αναγνώστης του βιβλίου να γράψω ότι το σπονδυλωτό αυτό μελέτημα πέρα των άλλων, είναι και μία «έμμεση» απάντηση σε θέσεις πανεπιστημιακών ποιητών και των κρίσεών τους πάνω σε ποιητές του μεσοπολέμου. Το βιβλίο παρά τις φανερές αρετές αλλά και αρνητικές εμμονές του και κριτικές του απορρίψεις, είναι μία συνομιλία με τα ίδια τα ποιητικά κείμενα, τα ίδια τα ποιήματα πολλών νεότερων ελλήνων ποιητών και ποιητριών που αποτελούν κυρίως τον κορμό της ποιητικής γενιάς του 1970 (στο δεύτερο μέρος του), αλλά και μία τάση πολλαπλώς συγγραφικά εκφραζόμενη κυρίως και πρωτίστως αποδόμησης της Γενιάς του 1930 και του ρόλου της στα πολιτιστικά πράγματα της χώρας και του νομπελίστα ποιητή Γιώργου Σεφέρη. Κάτι, που τα τελευταία χρόνια, δεν αποτελεί προνόμιο του οσάνω κριτικού, αρκετοί νεοαριστεροί-προερχόμενοι από την γαλλική σχολή-δημοσιεύουν εργασίες, εκδίδουν βιβλία, προτείνουν αναθεωρήσεις συμβόλων και «μύθων», προσπαθούν να αποδομήσουν σε πολιτικό και ιστορικό επίπεδο την έννοια του Έθνους, της Πατρίδας, της Ελληνικότητας, της Φυλής και των πανάρχαιων συμβόλων της, αυτά που καλώς ή κακώς ήσαν στην ροή της ιστορίας ο συνδετικός ιστός της αποδεκτής των ελλήνων παράδοσης και κοινής μνήμης. Ενώ και σε επίπεδο φιλολογικό και πνευματικής «κυριαρχίας» επιδιώκουν να γκρεμίσουν ποιητικά και πεζογραφικά ονόματα- σύμβολα τα οποία ανήκουν και αποτελούν την Γενιά του 1930. Μια σύγχρονη τάση, που οι γενιές μετά την μεταπολίτευση δεν διανοούνταν να σκεφτούν ή να αποτολμήσουν. Ο πανάρχαιος ιστός και το πλέγμα της Ελληνικότητας θεωρείτο κάτι ιερό και ιστορικά δεδομένο.  Οι φωνές των προγόνων ποιητών και συγγραφέων ήσαν οι πνευματικοί προάγγελοι και εκφραστές αυτού του εθνικού αφηγήματος το οποίο γινόταν αποδεκτό από τον λαό ότι αντιπροσωπεύει την ελληνική ταυτότητα και προϊστορία της στον ευρωπαϊκό, δυτικό και υπόλοιπο κόσμο. Σύμφωνα με το αναγνωστικό και κριτικό κοσμοείδωλο του συγγραφέα και επιμελητή των «Αναγνώσεων», η φωνή του Γιώργου Σεφέρη λειτούργησε κάτι σαν ποιητικός και εθνικός σκοτεινός εφιάλτης αν κατανοώ σωστά. Αυτό φαίνεται όχι μόνο στις σελίδες «Ο κριτικός και η φιλόλογος» σ. 87-89 όπου αποκαλεί τον Σεφέρη «Καιροσκόπος ήταν», -«Διά του μελιστάλαχτου, πονεμένου ύφους του’ κλαίει για την «πατρίδα», που τον πληγώνει, ακριβώς όπως ο τοκογλύφος Μακρυγιάννης που έτσι έγινε εθνικό σύμβολο» και συνεχίζοντας παρακάτω στα διαλογικά  μέρη της εργασίας- θεωρώ ότι τα διαλογικά μέρη του βιβλίου είναι και τα πιο ενδιαφέροντα-, ένα είδος εξομολογητικής αποτίμησης των απόψεών και θέσεών του, κρίσεών του, μέσω ερωτήσεων και απαντήσεων ενός όχι και τόσο φανταστικού αναγνώστη που είναι στην ουσία ο ίδιος ο συγγραφέας αναγνώστης αποδομητής. Ή προσδιορίζει αν θέλετε με «έμμεσο» τρόπο την κριτική ματιά με την οποία θα ήθελε να εξετάσουμε και να διαβάσουμε το βιβλίο και να αποδεχτούμε τις κρίσεις του. Συνεχίζει στην σελίδα 88. –«Τι όφελος είχε ο Σεφέρης;» -«Έγινε εθνικός ποιητής» και παρακάτω αναφερόμενος στον Κωστή Παλαμά: -«Για κοίτα πώς αυτοκαταστράφηκε ο Παλαμάς, ώστε να γίνει εθνικός ποιητής. –Ο Σεφέρης όμως όχι.-Όχι ακόμα.-Μάλλον γιατί είναι καλύτερος.-Καλύτερος καιροσκόπος.-Είσαι εμπαθής απέναντί του. –Κριτική σημαίνει εμπλοκή.-Και εμπάθεια; -Η Κριτική μετέχει στην ποιητική συνθήκη, όχι βέβαια εξ απαλών ονύχων’ διακινδυνεύει ενδεχομένως καίγεται, πάντως ζει μέσα στην ποιητική συνθήκη, μετέχει του γίγνεσθαι.». Ενώ για τους δημιουργούς της Γενιάς του 1970 και από ποια γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας προέρχονταν και πώς τους αντιμετώπιζαν οι έλληνες, σημειώνει στην σελίδα 192: «Αντίθετα, οι ποιητές του ’70 κοινωνικά ήσαν απλά και «άδοξα» παιδιά μικροαστών της πόλης και επαρχιώτες, που τους επαπειλούσε το στίγμα του «ψώνιου», από την πρώτη στιγμή της ενασχόλησής τους με την ποίηση, αλλά μέχρι και σήμερα, αφού για την κοινωνία το ποίημα είναι ταυτισμένο με τους στίχους των τραγουδιών ή με τα αυτοσχέδια στιχάκια και τις μαντινάδες’ πέρα αυτών, το ποίημα είναι κάτι ασαφές και νεφελώδες, εν τέλει αδιάφορο, όπως και οι ποιητές….». Ίσως η αρνητική επαναληπτική μανιέρα απέναντι σε ποιητές «μύθους» ή εθνικά της φυλής μας σύμβολα, μάλλον κουράζει και συσκοτίζει το βάθος της σκέψης του κριτικού και αλλοιώνει την συγγραφική του πρόθεση και το τελικό αίτιο και αιτιατό της εργασίας του. Έχουμε ένα είδος αντιρρητικού πολιτικού «μανιφέστου» παρά μια φιλολογική διερεύνηση της πορείας και των ανανεωτικών ρηγμάτων της ελληνικής ποιητικής παράδοσης. Άλλοτε υπερτονίζει ή προβάλλει ποιητικές νεότερες φωνές και άλλοτε δεν ξέρεις που θα πρέπει να εντάξεις το προκλητικό και πυκνογραμμένο και με πολλά παραθέματα αυτό μελέτημα. Όταν μάλιστα αν δεν λαθεύω η βεντάλια των παραπομπών γίνεται από συγκεκριμένα έντυπα και περιοδικά, ονόματα σταθερές αγάπες του κριτικού. Την ίδια αρνητική θέση ο συγγραφέας της «Η δική μας ‘Ελένη» έχει και για το έργο του Κωστή Παλαμά. Τον συνδέει με ιστορικές της επίσημης κρατικής ιδεολογίας επιταγές απαραίτητες στο να οικοδομηθεί και να στηριχθεί το εθνικό  φρόνημα του ελληνικού λαού. Η χρήση του λόγου των ποιητών και της ποιητικής τους ή πεζογραφικής τους φωνής, κατά την δική μου προσωπική γνώμη ήταν και ίσως ακόμα και σήμερα (ίσως λιγότερο) αναγκαία μια και οι πληθυσμιακές των λαών προσμείξεις πάνω στο ελληνικό της γεωγραφίας σώμα ήσαν τόσες πολλές μέσα στην ελληνική ιστορία, και οι έλληνες ήσαν διεσπαρμένοι στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα ώστε έπρεπε να βρεθούν οι αρμοί εκείνοι οι οποίοι θα συνενώσουν την φυλή των ελλήνων και θα δώσουν την αίσθηση της σιγουριάς και της ασφάλειας σε αυτόν τον ταλαιπωρημένο και βασανισμένο-και κατά διαστήματα εξόριστο και πρόσφυγα ελληνικό λαό. Η περίοδος της αρχαιότητας ήταν η περίοδος της ελληνικής εξωστρέφειας, η μεσαιωνική περίοδος ήταν η περίοδος της σκλαβιάς του έθνους, η σύγχρονη ήταν η περίοδος της αναδίπλωσης σε μία γεωγραφικά προσδιορισμένη εστία και το ερώτημα περί χαμένου κέντρου της ελληνικότητας. Αθήνα ή Κωνσταντινούπολη. Και το ιδεολογικό αυτό πλαίσιο αναφοράς μας το έδωσαν διαχρονικά οι έλληνες εθνικοί ποιητές μας. Προκαταλαμβάνοντας και τις δικές μας αναγνωστικές Παλαμικές αγάπες, ο κριτικός Κώστας Βούλγαρης μας λέει ότι, ναι αρέσει (ο Κ. Παλαμάς) γιατί η ελληνική κοινωνία και εκπαίδευση είχαν «ως ανεκτό ποιητικό πρότυπο» τον Κωστή Παλαμά και τον δεκαπεντασύλλαβο, γιατί ο λόγος του Κωστή Παλαμά δεν ξέκοψε ποτέ από τις ελληνικές ρίζες. Δεν αρνήθηκε την συνέχεια της φυλής και της Ελληνικότητας, της πατρίδας. Εν κατακλείδι το βιβλίο του κριτικού Κώστα Βούλγαρη και οι κριτικές του αποτιμήσεις, αν τον δούμε έξω από το πλαίσιο των «Αναγνώσεων» και των δημοσιεύσεων τους, θεωρώ ότι οικοδομείται μάλλον υπερβολικά στην επιχειρηματική της φωνής του αρνητική τεκμηρίωσή του. Όταν μάλιστα και ο ίδιος αρνείται να το κατατάξει. Γνωρίζει πολύ καλά ότι ο σχεδιασμός του αφήνει το τελικό αποτέλεσμα «μετέωρο». Δεν μας αφήνει περιθώρια σε αναγνωρίσιμα κριτικά πεδία ένταξης. Με τις διαλογικές διαλεκτικές του ερωτοαπαντήσεις μας βγάζει έξω από το φιλολογικό παιχνίδι συμμετοχής μας σε μία ενδεχόμενη συζήτηση. Τι ο χρόνος θα φέρει από αυτήν την πρόταση, αν θα το θεωρήσει σηματωρό ή θα το προσπεράσει, τουλάχιστον ο γράφων δεν μπορεί να απαντήσει. Και κάτι που αφορά την πόλη μας, τον Πειραιά, βλέπε σελίδες 249-250 όπου αναφέρεται σε πίνακα του ποιητή και εικαστικού Νίκου Εγγονόπουλου. Ο αγαπητός μας ποιητής και ζωγράφος απεικόνισε οικία επί της παραλιακής λεωφόρου Ακτής Μουτσοπούλου και γωνία της οδού Χαριλάου Τρικούπη στην πόλη μας στον Πειραιά. Οικία Μέλλιου.

                  Ο Παλαμάς δεχόταν, το ξέρομε, εντελώς καλοπροαίρετα και ρεαλιστικά τη δυτική κυρίως επίδραση της ευρωπαϊκής παιδείας στο δικό μας πολιτιστικό κόσμο. Είχε μάλιστα και πρωταγωνιστήσει προς αυτή την κατεύθυνση. Όμως δεν έβλεπε κατά τον ίδιο τρόπο την επίδραση που στους νεότερους καιρούς άσκησαν ορισμένες ευρωπαϊκές γλώσσες-ιδίως η γαλλική-στην καθιερωμένη γραπτή γλώσσα, την καθαρεύουσα.

         Εμμανουήλ  Κριαράς, Ο Παλαμάς αγωνιστής του δημοτικισμού (1898-1920), σ.21. Χανιά, Καλοκαίρι 1996, ανάτυπο από τη ΘΑΛΛΩ τεύχος 8.

     Επανερχόμενος στο ζήτημα της αποδοχής μας ή μη ως ποιητή του Έθνους των Ελλήνων Κωστή Παλαμά, θεωρώ ότι η εργασία του Νίκου Ζαχαριάδη εγκλώβισε αρνητικά τις ματιές μας όλα αυτά τα χρόνια, πέρα από την γενική θετική θέση του από την πλευρά της αριστερής διανόησης. Αν συγκρίνουμε τον λόγο και τις θέσεις του τότε ηγέτη με τον λόγο του αριστερού και αντιστασιακού Μάρκου Αυγέρη, αυτόν του κομμουνιστή ποιητή, ανθολόγου και ιστορικού της νεοελληνικής λογοτεχνίας, κριτικού Νίκου Παππά, («…είναι στη νεοελληνική γραμματολογία, μ’ όλες τις αντιδράσεις που μέχρι την άρνηση προκαλεί η ποίησή του, μ’ όλες τις διαφορετικές όψεις του, σα μορφή πολύπλευρη, πολυσύνθετη, πνευματικά και πνευματικά οργανωμένη, ο μεγαλύτερος Νεοέλληνας ποιητής, ανάμεσα στους μεγάλους…» Η Αληθινή Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Τύμφη, 1973, σ.89) τον λόγο του κομμουνιστή ιστορικού Γιάννη Κορδάτου, και άλλων σύγχρονων μελετητών προερχόμενων από τον χώρο της αριστεράς- θα διαπιστώσουμε την διαφορά και την λανθασμένη προσκόλληση μας στην θέση του Ν.Ζ.. Την λάθος οπτική μας. Και συγκεκριμένα, την χρονιά που εορτάζονται τα 100 χρόνια από την γέννηση του Κωστή Παλαμά, και το περιοδικό «ΠΟΡΕΙΑ» πραγματοποιεί το αφιέρωμα, (όπως και άλλα περιοδικά) το Πειραιώτικο διμηνιαίο περιοδικό «Το Περιοδικόν μας» με διευθυντή τον ποιητή Νίκο Βελιώτη και επί της ύλης τον ποιητή και κριτικό Στέλιο Γεράνη (όλοι μας γνωρίζουμε ποιο πολιτικό και ιδεολογικό κλίμα και ατμόσφαιρα προτιμούσαν οι δύο πειραιώτες δημιουργοί) πραγματοποιεί μικρό Αφιέρωμα στον Κωστή Παλαμά. Βλέπε διπλό τεύχος 7-8/1,2, 1959. Δημοσιεύονται, ένα άγνωστο κείμενο του Παλαμά «Ένας άνθρωπος σ’ ένα χωριό», αναδημοσίευση από το περιοδικό το «Περιοδικό» μας του 1900 του Γεράσιμου Βώκου. «Τρία ποιήματα» του Λέων Κουκούλα και η μελέτη του Στέλιου Γεράνη, «Κωστής Παλαμάς. Σημειώσεις στα περιθώρια της «Ποιητικής» του», σύνολο αφιερωματικών σελίδων 167-170. Στο αμέσως επόμενο τεύχος, με νούμερο 9/3,1959 δημοσιεύονται δύο ακόμα κείμενα για τον ποιητή. Αναδημοσίευση κριτικής του Φαληριώτη Παύλου Νιρβάνα σ.212 και «Μερικές απόψεις για το έργο του Παλαμά» σελίδες 213-216. (Την ίδια επετειακή ακόμα χρονιά, το περιοδικό στα νούμερα 10-11/4,5,1959 ο Μιχάλης Γ. Μπακούρης δημοσιεύει ποίημα αφιερωμένο στον Κ. Παλαμά και στο διπλό τεύχος 17-18/11,12, 1959, σ.111-112 αναδημοσιεύεται κριτική του Γρηγορίου Ξενόπουλου, «Κωστής Παλαμάς, ο Άνθρωπος» από τα Αθηναϊκά Νέα). Ο κομμουνιστής, ιστορικό στέλεχος του ΚΚΕ και ιστορικός της ελληνικής ιστορίας και λογοτεχνίας Γιάννης Κορδάτος, ο οποίος γνώρισε από κοντά τον ποιητή, συζήτησε μαζί του, τον συναντούσε στις ομιλίες του «Εκπαιδευτικού Ομίλου», χειρίζεται ερμηνευτικά και φιλολογικά με ορθότερη κριτική ευστροφία την περίπτωση του ποιητή Κωστή Παλαμά και στο που ανήκει. Ο Γιάννης Κορδάτος απαντά με το κείμενο αυτό τόσο στον Ν. Ζ. όσο και στον κριτικό και θεωρητικό της Γενιάς του 1930 Ανδρέα Καραντώνη και τις θέσεις του για τον Παλαμά. Συνοπτικά σημειώνει ο Γιάννης Κορδάτος, ότι πάντα ο «ολιγόλογος και σκεφτικός» Κωστής Παλαμάς σαν «συμπέρασμα θα βγάλουμε ότι ήταν ένας φιλεργάτης’ σε μία περίοδο που ο φιλεργατισμός κηρύχνονταν απ’ τον αρχηγό του Κόμματος των Φιλελευθέρων. Δεν ήταν ποτέ συνειδητός σοσιαλιστής. Ήταν ένας στοχαστής που ανήκε στην προοδευτική μερίδα της αστικής τάξης, σε καιρούς που η μερίδα αυτή ανέδειξε το Χαρίλαο Τρικούπη, τους Κοινωνιολόγους και το Βενιζέλο», σ.216 του περιοδικού. Παρά τις επιφυλάξεις του μαρξιστή Γιάννη Κορδάτου για το πολιτικό κάδρο μέσα στο οποίο οφείλουμε να εντάξουμε τον ποιητή, με νηφάλια σκέψη και θερμής ατμόσφαιρας γραφή κρίνει ακριβοδίκαια και έντιμα τον ποιητή Κωστή Παλαμά. Ερωτήματα λοιπόν γεννούνται για το γιατί δεν προσέχθηκε η δική του θέση, δεν οικοδομήθηκε μία διαφορετικής αντίληψης αφήγηση για τον Ποιητή και το έργο του και προτιμήθηκε η όχι και τόσο άξια λόγου εργασία του πολιτικού ηγέτη, από τους κατοπινούς ερευνητές και μελετητές μέχρι σήμερα. Ο λόγος του Γιάννη Κορδάτου, (και άλλων κριτικών φωνών της αριστεράς, πχ. Μ. Μ. Παπαϊωάννου) αν τον δούμε από την απόσταση που μας δίνει ο χρόνος και η  εποπτεία του συνόλου του Παλαμικού έργου, μας βοηθά-από την πλευρά της αριστερής ερμηνευτικής πάντα- να ξεκλειδώσουμε ορθότερα και δικαιότερα το έργο και την φιλοσοφία της φωνής του ποιητή και των ιδεών του. Δεν μπορούμε να γυρίσουμε τους δείκτες του ρολογιού πίσω αλλά ορισμένοι ιδεολογικοί μύθοι ως ευκταίο πολιτικής διακυβέρνησης πρόταγμα νομίζω ότι ανήκουν στο ιστορικό παρελθόν και όχι στα εύκαιρα της ερευνάς μας συρτάρια. Από την άλλη τώρα πλευρά, της περιβόητης πνευματικής Γενιάς του 1930, της αστικής πλευράς και διανόησης, το μόνο που έχω να επαναλάβω, είναι αυτό που σημείωσα κάτω από το κείμενο του ποιητή και νομπελίστα Γιώργου Σεφέρη για τον Κωστή Παλαμά, όταν το διάβασα για πρώτη φορά στον πρώτο τόμο των «Δοκιμών» του μετά την μεταπολίτευση του 1974. Πάρα πολύ ωραίο και καλογραμμένο κείμενο. Έχει αντιγραφεί σε ανθολόγια κριτικών κειμένων για τον ποιητή, βλέπε εκδ. Πανεπιστημίου Κρήτης. Ο πειρασμός να το αντιγράψω διαδικτυακά αν δεν έχει ήδη γίνει είναι μεγάλος.

Για να δώσω και το δικό μου της φιλολογίας σχήμα και ας μην ανήκω στην «Σχολή» των φοβερών και τρομερών κριτικών φωνών μας μία προσωπική μαρτυρία. Από μνήμης αναφέρω ότι σε συνομιλίες μου με μικρασιάτες και μικρασιάτισσες πρόσφυγες της περιοχής της Νίκαιας τα προηγούμενα χρόνια, απλοί, φτωχοί, βασανισμένοι, αγράμματοι και ταλαιπωρημένοι έλληνες και ελληνίδες, Βενιζελικοί, Παπανδρεικοί και Κομμουνιστές Μικρασιάτες, ένιωθαν υπερηφάνεια όταν μιλούσαν και αναφέρονταν στον ποιητή Κωστή Παλαμά, τους μικρασιάτες ποιητές, Γιώργο Σεφέρη, τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Άκουσα από Μικρασιάτες να απαγγέλλουν ποιήματα του Κωστή Παλαμά-πού τότε, εγώ σαν έφηβος δεν είχα ακόμα διαβάσει. Τα ίδια ποιητικά ακούσματα και από την άλλη πλευρά στην περιοχή Μανιάτικα του Πειραιά. Μανιάτες λόγιοι και καθημερινοί μεροκαματιάρηδες υποψιασμένοι πάνω σε θέματα της λογοτεχνίας γνώριζαν και απάγγελλαν ποιήματα του Παλαμά, (σαν γνήσιος πατριδολάτρης) κάτι που φανερώνει την κοινή αποδοχή του από όλο το ελληνικό έθνος, το λαϊκό σώμα μέχρι των ημερών μας. Ήταν εξίσου γνωστός όσο ο Διονύσιος Σολωμός και ίσως περισσότερο. Μια ποιητική πραγματικότητα των χρόνων της δικής μου γενιάς και ιστορίας. Της γενιάς του 1980. Δεν γίνεται να αναφερόμαστε συνέχεια στα εμφύλια και κατοχικά τραύματα που δεν ζήσαμε και να αγνοούμε τις περιπέτειες αυτογνωσίας της δικής μας γενιάς, των δικών μας χρόνων.

         Θέλω να πω με τα παραπάνω, σαν διαρκής αναγνώστης της ελληνικής ποίησης, ο ποιητικός λόγος δεν έχει μόνο έναν δίαυλο επικοινωνίας με τον λαό, τον απλό κόσμο, είτε προέρχεται από την επαρχία είτε κατοικεί στα μεγάλα αστικά κέντρα, (επαρχιώτης ή προλετάριος) αν είναι δυνατός, αυθεντικός, αληθινός, πηγαίος, ουσιαστικός, ειλικρινής και συγκινεί, ξυπνά μνήμες, ανακαλεί εικόνες, φέρνει στην επιφάνεια προσωπικές παραστάσεις, προσθέτει ένα λιθαράκι στην κοινή αφήγηση μνήμης μας, εκφράζει βιώματα και προσωπικές μας στιγμές, τον εσωτερικό της ψυχής και εξωτερικό λυρισμό μας. Υπομνηματίζει ιστορικές συλλογικές συνθήκες και γεγονότα. Ο Ελληνικός λαός και ίσως και οι άλλοι Λαοί, αν ένα ποίημα είναι καλό και συγκινεί δεν το διαφοροποιεί από τον καλό και ειλικρινή στίχο, το λαϊκό ή έντεχνο ελληνικό τραγούδι. Δεν θα σταθεί στα κιτάπια των κριτικών διαύλων αποδοχής ή απόρριψης όλων μας. Η ποίηση του Κωστή Παλαμά και άλλων ελλήνων ποιητών και ποιητριών  βρίσκεται στα χείλη των Ελλήνων και Ελληνίδων έστω σαν Τραγουδιού άκουσμα, σαν σιγαλόφωνο μουσικό ψέλλισμα, έστω και σαν τετράστιχο μέσα σε πλαίσιο στις σελίδες του ετήσιου Καζαμία. Πίσω από ημερολόγια του τοίχου και κοινωνεί με την λαϊκή ψυχή του λαού, το αγωνιστικό του ήθος και της καρδιάς του άπλωμα. Των συναισθημάτων του σκίρτημα. Ο Κωστής Παλαμάς δεν είναι η εξαίρεση είναι ο κανόνας, το ίδιο και ο Σεφερικός λόγος, το ωκεάνιο έργο του Γιάννη Ρίτσου, το πολύχρωμο ποιητικό σύμπαν του Οδυσσέα Ελύτη, ο αστικός ποιητικός λόγος δημιουργών της γενιάς του 1930. Υπάρχει αλήθεια διαχωριστική γραμμή μεταξύ των στίχων του Βασίλη Τσιτσάνη και των ποιημάτων του Τάσου Λειβαδίτη; Υπάρχει διαχωριστική γραμμή μεταξύ των Τραγουδιών του Διονύση Σαββόπουλου και του ποιητικού λόγου ενός Θεσσαλονικιού ποιητή; (Δεν αναφέρομαι στην θεματογραφία τους). Ο ποιητικός λόγος της Μυρτιώτισσας δεν μπορεί μελοποιημένος να συγκινήσει όπως οι στίχοι γραμμένοι πάνω στα πακέτα τσιγάρα που κάπνιζε η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου; Είναι ποιητής ή τραγουδοποιός ο Δημήτρης Χριστοδούλου; Ποιητής ή στιχουργός ο Λευτέρης Παπαδόπουλος; Ο Άλκης Αλκαίος, ο Κώστας Βίρβος, ο Γιάννης και ο Μίκης Θεοδωράκης σε ποια κατηγορία ανήκουν; Ποια ιδιότητα υπερισχύει περισσότερο στο μεγαλόπνευστο ποιητικό και στιχουργικό πολυτραγουδισμένο έργο του Νίκου Γκάτσου; και γιατί να μπούμε στην διαδικασία αυτών των διαχωριστικών γραμμών. Για να κατασκευάσουμε ένα πεδίο έρευνας καινούργιο για τα σπουδαστήρια ή τις εφημερίδες; Η φωνή του Γιώργου Νταλάρα τραγουδά ποίηση ή στίχους όταν τραγουδά τον λόγο του Γιάννη Ρίτσου; Τι είναι η Λίνα Νικολακοπούλου, ποιήτρια ή στιχουργός; Η Χαρούλα Αλεξίου,  η Σώτια Τσιώτου;  Τι μας συγκινεί περισσότερο, που στέκεται η συλλογική μνήμη, στο «Στο περιγιάλι το κρυφό…» ή στην αρνητική κρίση μας για τον Σεφέρη ή τον Παλαμά; Μήπως δημοσιογραφούμε περισσότερο από όσο οφείλουμε τις εμμονές μας; Μήπως η Κριτική αποτίμηση περί του τι είναι Ποίηση και ποιοι οι Κανόνες της, είναι για εσωτερική των κριτικών φωνών και μόνο αναγνωστική κατανάλωση; Ερωτήσεις και από την μεριά μου θέτω, ή πρόσκληση σε μία συζήτηση. Σε μία εποχή που η ανθρώπινη ζωή μετράει λιγότερο από μία φρατζόλα ψωμί, ή είναι φτηνή η τιμή της προϊστορίας της και της παράδοσής της, ποιος ενδιαφέρεται για την τιμή της Ποίησης αλήθεια;

     Ο Κωστής Παλαμάς στη διάρκεια του χρόνου μέσα στην συνείδηση του ελληνικού Λαού βρήκε πλήθος θαυμαστών, περισσότερους από τους αρνητές του. Και αυτό σημαίνει κάτι. Εξακολουθούμε να διαβάζουμε και σήμερα την ποίησή του, να σιγοψιθυρίζουμε την φωνή του, να στεκόμαστε πάνω στις ιδέες του, να εξερευνούμε την φιλοσοφία του. Να απολαμβάνουμε την αρθρογραφία του, να παρακολουθούμε ανεβάσματα των θεατρικών του έργων. Να μας συγκινεί ο λυρισμός του ακόμα και η ποιητική του φλυαρία. Να στεκόμαστε στον πεζό και δοκιμιακό του λόγο. Νομίζω ότι έχουμε ακόμα αυτό το δικαίωμα. Προσπαθούμε να ανακαλύψουμε τις πολιτικές του πεποιθήσεις, να βρούμε τις επιρροές του, την ρυθμολογία και μουσικότητά του, το τι πρέσβευε για την λειτουργία της Ποίησης, τους κανόνες που την διέπουν. Τι ο μέλλων χρόνος θα κρατήσει από την φωνή του, τι θα προτιμήσει από το έργο του το αναγνωστικό κοινό των επόμενων δεκαετιών και μελλοντικών γενεών δεν γνωρίζουμε, όπως δεν γνωρίζουμε ποιοι θα διασωθούν από τις κριτικές φωνές των ημερών μας.

                  Πολύς λόγος γίνεται για τον Παλαμά απ’ αφορμή που έκλεισαν εκατό χρόνια απ’ τη γέννησή του. Οι πνευματικοί άνθρωποι της χώρας μας έχουν καθήκον και υποχρέωση να τιμήσουν τη μνήμη του Ποιητή, που στάθηκε απ’ το τέλος του περασμένου αιώνα ένας στοχαστής από κείνους που γράφουν το όνομά τους με μεγάλα γράμματα, στο βιβλίο της εποχής τους.

     Και όμως τον καιρό που ο Παλαμάς άνοιγε καινούργιους δρόμους στην ποίηση, η Πολιτεία και η  άρχουσα τάξη τον αγνοούσαν, ή πιο σωστά τον εχτρεύονταν. Τον τίμησαν μόνο στα γεράματά του, μπάζοντάς τον στη νεοσύστατη Ακαδημία. Και το παράξενο είναι πώς η τιμητική αναγνώριση του ποιητή δεν έγινε από την πρωτοβουλία κανενός Βενιζέλου αλλά από το δικτάτορα Θ. Πάγκαλο.

     Πρέπει να προσθέσω μάλιστα πως ο Παλαμάς την πρώτη εικοσαετία του αιώνα μας, όχι μόνο από τον πολύ κόσμο ήταν άγνωστος αλλά πολλά όργανα της εξουσίας, επειδή ήταν φανατικός δημοτικιστής, τον αποκαλούσαν μαλλιαρό, που παλαιότερα είχε τη σημασία του αναρχικού και του απάτριδα.

                               Γιάννης  Κορδάτος, Μερικές απόψεις για το έργο του

Ας δώσουμε τώρα τις πληροφορίες γνωριμίας μας με το παλαιό αυτό περιοδικό από την επαρχία όπως τις διαβάζουμε στις μέσα σελίδες του. Το τεύχος δεν έχει στο εξώφυλλό του ούτε στην κόχη του τον κεντρικό τίτλο, την ονομασία του περιοδικού, τα νούμερα του διπλού τεύχους ή χρονολογικό στίγμα της έκδοσης. Στο εξώφυλλο μέσα σε δίγραμμο πλαίσιο με κόκκινα κεφαλαιογράμματα διαβάζουμε την λέξη ΠΑΛΑΜΑΣ και από κάτω την χρονολογία γέννησης του ποιητή και το έτος κυκλοφορίας του τεύχους σε μαύρο μελάνι 1859-1959. Ακριβώς από κάτω με μικρότερα μαύρα στοιχεία διαβάζουμε: Αφιέρωμα του περιοδικού «ΠΟΡΕΙΑ». Σχεδόν όλο το εξώφυλλο καταλαμβάνει σε μπλε σκούρο χρώμα η φωτογραφία του Ποιητή μέσα σε πλαίσιο κόκκινης λεπτής γραμμής. Κάτω από την φωτογραφία μετά την λέξη ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΝΤΑΙ έχουμε ορισμένα από τα ονόματα των συμμετεχόντων στο Αφιέρωμα. Το Αφιερωματικό τεύχος του περιοδικού «ΠΟΡΕΙΑ» του 1959 το οποίο κυκλοφορεί 100 χρόνια από την γέννηση του ποιητή (Πάτρα 13/1/1859), δεν έχει Περιεχόμενα ή άλλα συμπληρωματικά στοιχεία για τους συμμετέχοντες ή τον ποιητή. Είναι ένα λιτό αλλά μεστό σε ύλη τεύχος χρήσιμο στους μαθητές και τις μαθήτριες εκείνων των χρόνων αλλά και πέρα από το κοινό της μαθητιώσας ελληνικής νεολαίας. Στο οπισθόφυλλο μέσα σε διπλό πλαίσιο έχουμε την διαφήμιση της ιστορικής μονογραφίας του αρχηγέτη της επανάστασης του 1821 «Θ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ. Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ» γραμμένη από τον Επιθεωρητή Δημοτικών Σχολείων Δημήτρη Γερουλάνου-Ναύπλιον. Ακολουθεί η διαφήμιση του σχολικού βοηθήματος «Η ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ» των Δημήτρη Ανδριόπουλου και Φώτη Παπαστεργίου που εξέδωσε ο εκδοτικός οίκος «ΕΣΤΙΑΣ» οδός Σταδίου 38 Αθήνα. Στην μέσα σελίδα, την πίσω από το οπισθόφυλλο μέσα σε διπλό πλαίσιο διαφημίζονται δύο βιβλία σχολικού-εκπαιδευτικού ενδιαφέροντος. Τα «ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΠΡΑΞΕΩΣ» του Γενικού Επιθεωρητή Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως Ευάγγελου Παπαϊωάννου, τεύχη Γ΄ και Δ΄. 200 σελίδες έκαστο, δραχμές 40, από τις Εκδόσεις-Βιβλιοπωλείου ΛΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ, οδός Σταδίου 38 Στοά Νικολούδη αρ. 10 Αθήναι. Και το βιβλίο των Φώτη Παπαστεργίου και Δημήτρη Ανδριόπουλου. «ΠΑΙΔΙΚΟΙ ΠΕΡΙΠΑΤΟΙ». Ελεύθερα παιδικά αναγνώσματα-Εκθέσεις για τις ανώτερες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου. Κεντρική πώληση Βιβλιοπωλείον ΚΟΝΤΟΥ- ΦΥΛΑΚΤΟΥ, Σταδίου 31 Αθήναι. Στην τελευταία της αφιερωματικής ύλης του περιοδικού σελίδα 768-πριν το οπισθόφυλλο- μέσα σε πλαίσιο παρουσιάζεται ένα ανθολόγιο συνοπτικών κρίσεων και γνωμών δημοσιευμένων σε εφημερίδες για το βιβλίο «ΛΥΡΙΚΟΙ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ» του ανθολόγου, ιστορικού της παιδικής λογοτεχνίας, δοκιμιογράφου και κριτικού Δημήτρη Γιάκου, με τίτλο: Μερικές Κρίσεις για τους «Λυρικούς της Ρούμελης» του Δημήτρη Γιάκου. Αναγνωρίζουμε τα ονόματα του Μπάμπη Κλάρα (Βραδυνή) του Τάκη Δόξα (Αυγή-Πύργου) του Α. Σακαλή και του Κ. Θ. Δημαρά (Το Βήμα) του Ανδρέα Καραντώνη στο (Ραδιοσταθμό Αθηνών), του Πέτρου Χάρη, του γεννημένου στον Πειραιά Τίμου Μαλάνου, του Άγγελου Φουριώτη, του Μιχάλη Σταφυλλά κ.ά.

    Στην μέσα «δεύτερη» σελίδα, πίσω από το εξώφυλλο, πληροφορούμαστε για την ταυτότητα του περιοδικού «ΠΟΡΕΙΑ», το οποίο όπως λέει ο υπότιτλος του κυκλοφορεί κάθε μήνα στην Μεγαλούπολη. Το περιοδικό δεν είναι αμιγώς λογοτεχνικό, αλλά άπτεται και θεμάτων γενικής παιδείας, φιλοσοφίας, κοινωνιολογίας κ.λπ.. Η μέσα σελίδα χωρίζεται στη μέση. Στο πάνω μέρος έχουμε τα σχετικά με το περιοδικό και ακριβώς έπειτα την διαφήμιση του τρίτου τεύχους του μηνιαίου σχολικού περιοδικού «Νέα Ζωή» Ένα 32 σελίδων περιοδικό που κόστιζε 2.50 δραχμές και κυκλοφορούσε μέσω του Πρακτορείου του Αθηναϊκού Τύπου. Το περιοδικό το προμηθεύονταν και από τον Γ. Γαβράν, Δημητσάνα- Γορτυνίας. Δίπλα ακριβώς μαθαίνουμε ότι κυκλοφόρησε το εκπαιδευτικό βιβλίο της εκ Κυπαρισσίας Βασιλικής Ν. Μπινιώρη, «Πως εφήρμοσα την ολικήν μέθοδον» Τάξις Πρώτη. Η εργασία πωλείται σε βιβλιοπωλεία των Αθηνών και του Πειραιώς. Αντλούμε επίσης τα σχετικά στοιχεία για το περιοδικό στο πάνω μέρος της σελίδας μέσα σε πλαίσιο:

«ΠΟΡΕΙΑ» ΜΗΝΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ. Ιδιοκτήτης: Π. Παπαδόπουλος. Διευθυντής: Δ. Ανδριόπουλος. Διαχειριστής: Ι. Πατρινέλης. Επιμέλεια: Π. Βαλκανάς-Γ. Κικόπουλος. Γραφεία: Μεγαλόπολις. Γράμματα και συνεργασίες στη διεύθυνση: Δ. Ανδριόπουλος, Πραξιτέλους 20 Αθήνα. Συνδρομές Εσωτερικού- Εξωτερικού. Ετήσια-Για τα Σχολεία 80 δρχ. Για Εκπαιδευτικούς 50 δρχ. Τιμή τεύχους 15 δραχμές. Ιδιοκτήτης Π. Παπαδόπουλος, Μεγαλόπολις. Προϊστάμενος Εκδοτικού Οίκου Ιωάννη Καμπανά, Ν. Σακουλίδης, Λέκκα 25.

ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: Αγγελίδου Αδαμ.- Ανδριόπουλος Δημ.- Αντωνόπουλος Δημ.- Βαλκανάς Παναγ.- Κικόπουλος Γεώργ.- Μαδούρος Αντων.- Παπαδόπουλος Παν.-Παρασκευόπουλος Κων. Πατρινέλης Ιωαν.-Σκούρος Ιωαν.

      Το περιοδικό αν μπορούμε να εξάγουμε μία γενική εικόνα του από τα στοιχεία που μας δίδονται στο αφιερωματικό για τον Κωστή Παλαμά αυτό διπλό τεύχος του 1959, εντάσσεται στην κυκλοφορία των εκπαιδευτικών περιοδικών που κυκλοφορούσαν εκείνες τις δεκαετίες και μεταγενέστερα. Οι διαφημίσεις κατ’ αρχάς των βιβλίων- μας δείχνουν τον εκπαιδευτικό προσανατολισμό του όπως και οι συγγραφείς της ύλης του. Οι συνεργάτες του αφετέρου, μας βεβαιώνουν την ένταξή του στην εκπαιδευτική- μαθητική κοινότητα και τα γεωγραφικά τοπόσημα των περιοχών της Πελοποννήσου. Ασφαλώς, δεν προέρχονται όλοι κάτω από το «αυλάκι». Η σελιδαρύθμιση όπως φαίνεται από το διπλό τεύχος ήταν ενιαία. Το παρόν τεύχος που έχουμε ανοιγμένο μπροστά μας, δεν συμπληρώνεται με φωτογραφίες του ποιητή Κωστή Παλαμά, των συλλογών του ή των υπολοίπων συντελεστών. Δεν έχουμε ακόμα, ενδεικτικό φωτογραφικό υλικό της περιοχής της Αρκαδίας που εκδίδεται και διανέμεται. Στο «Λεξικό» των εκδόσεων «Πατάκη», Αθήνα 2007, δεν συναντάμε λήμμα στη λέξη «ΠΟΡΕΙΑ» για το περιοδικό ούτε και στο όνομα του διευθυντή Δημ. Ανδριόπουλου. Το όνομά του δεν αναφέρεται ούτε στην τρίτομη Ανθολογία, «Μεγάλη Πελοποννησιακή Λογοτεχνική Ανθολογία», εκδόσεις «Βιβλιοεμπορική» Αθήνα 1995. Το ίδιο και στην δωδεκάτομη «Λογοτεχνία της Ελληνικής Λογοτεχνίας» του Χάρη Πάτση, ούτε στο Βιογραφικό «Λεξικό» του «Παγουλάτου. Πληροφορίες δεν αντλούμε ούτε από τον τόμο «Η Λογοτεχνία της Αρκαδίας» της πολύτομης εργασίας του Κώστα Μιχ. Σταμάτη, «Πελοποννησιακή Λογοτεχνία». Στο διαδίκτυο αναφέρεται ως αφιέρωμα στον Κωστή Παλαμά-στην γενική βιβλιογραφία για τον ποιητή- δίχως όμως να δίδονται άλλες πληροφορίες για το τεύχος ή την διαδρομή και την ιστορία του περιοδικού, τους συντελεστές του. (Τουλάχιστον από την σύντομη ματιά μου και εξερεύνηση. Αυτό δεν αποκλείει το γεγονός να έχει καταγραφεί ο τίτλος του, τα τεύχη του, η αρχή και το πέρας της κυκλοφορίας του και των συνεργατών του σε τοπικές ή άλλες αποδελτιωτικές εργασίες, ή αφιερώματά του). Σημαίνει ότι χρειάζεται ενδελεχή έρευνα, σε συγκεκριμένους θεματικούς εκδοτικούς χώρους και γεωγραφικές περιοχές, παιδικά περιοδικά, αν θέλουμε να εντοπίσουμε το στίγμα του μαθητικού περιοδικού «ΠΟΡΕΙΑ». Να γνωρίζουμε πόσα τεύχη (μονά ή διπλά κυκλοφόρησαν) από πότε έως πότε. Σε ποια γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας διανέμονταν, τι απήχηση βρήκε από το εκπαιδευτικό και άλλο δυναμικό της εποχής, τους μαθητές και μαθήτριες που το έπαιρναν στα χέρια τους, τους λόγιους και αναγνώστες, συγγραφείς. Αν ήταν σταθερός ο χρόνος της κυκλοφορίας του, αν ήσαν σταθεροί οι συνεργάτες του ή εμπλουτίζονταν κατά διαστήματα, ποια η ύλη του και πότε τέλειωσε τον εκδοτικό του κύκλο. Αν είχε κάποια οικονομική αρωγή από τους υπεύθυνους τότε του Υπουργείου Παιδείας, τις περιφερειακές Σχολικές Επιθεωρήσεις της Πελοποννήσου. Ένα άλλο, φιλολογικό ζήτημα, είναι κατά πόσο τα δημοσιεύματα του Αφιερώματος στον ποιητή Κωστή Παλαμά είναι πρωτότυπα ή αντιγραφές, δεύτερες δημοσιεύσεις. Φέρνω ως παράδειγμα το κείμενο του Γιώργου Φτέρη που κάνει λόγο για «στη σημερινή επιφυλλίδα μας» σελ. 738. Μόνο μάλλον αν έχουμε μπροστά μας τις κατά διαστήματα Βιβλιογραφίες που κυκλοφόρησαν του Κωστή Παλαμά ενδέχεται να έχουμε καλύτερο προσανατολισμό σε αυτό το θέμα. Στο αν είναι δηλαδή πρωτότυπες ή μη οι συνεργασίες και ποιές, ή αν είναι μέρος μιας ευρύτερης συνθετικής δουλειάς που ο ή οι συγγραφείς την επεξεργάστηκαν και την κυκλοφόρησαν μεταγενέστερα ή όχι. Αν γράφτηκαν με την ευκαιρία των 100 χρόνων από τη γέννησή του ή αντλήθηκαν από προγενέστερες τιμητικές εργασίες. Όπως και νάχει, η αφιερωματική ύλη-για την εποχή και τα συγγραφικά και γεωγραφικά δεδομένα της-του περιοδικού «ΠΟΡΕΙΑ» είναι αρκετά αξιοπρόσεχτη. Κάνοντας ένα χρονικό άλμα, από τις σύγχρονες, των ημερών μας Ανθολογήσεις και Επιλογές Κριτικών Κειμένων για τον Κωστή Παλαμά, να υπενθυμίσουμε τον τόμο «Εισαγωγή στην Ποίηση του Παλαμά» επιλογή κριτικών κειμένων, επιμέλεια Ευριπίδης Γαραντούδης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο-Αθήνα, 2019, σελίδες 452. Ο τόμος περιλαμβάνει 32 παλαιότερα και νεότερα-σύγχρονα ονόματα αντρών και γυναικών ερευνητών και μελετητών ελλήνων και ξένων του Παλαμικού έργου και των αντίστοιχων δημοσιευμάτων τους. Τώρα, από τους συμμετέχοντες στο Αφιέρωμα του περιοδικού «ΠΟΡΕΙΑ»  αρκετοί μας είναι γνωστοί. Ο ακαδημαϊκός και συγγραφέας Σπύρος Μελάς, ο οποίος έχει συνδεθεί με την πόλη μας, τον Πειραιά και τον πνευματικό του κύκλο. Μνημονεύεται συχνά και σταθερά ως μέλος της πειραϊκής συγγραφικής και δημοσιογραφικής παρέας και συντροφιάς (της ταβέρνας). Παρενθετικά να σημειώσουμε ότι ίσως ήρθε πια το πλήρωμα του ιστορικού χρόνου ώστε να μιλάμε για Πειραϊκή Σχολή. Ούτε τα πρόσωπα μας λείπουν ούτε τα έργα ούτε οι άλλες καλλιτεχνικές και πνευματικές δραστηριότητες-από την ίδρυση του Δήμου μέχρι σήμερα- οι οποίες οικοδομούν αυτήν την θέση μου. Εμείς οι Πειραιώτες, δεν είμαστε τοπικιστές αλλά δεν θα πρέπει να εξακολουθούμε να νιώθουμε μειονεκτικά απέναντι στην κλασικοτραφή και υπέρτερη πρωτεύουσα. Ο Γεώργιος Αθάνας προέρχεται από την παλαιά ελληνική ποιητική «φρουρά». Γνωστός μας είναι και ο δημοσιογράφος Γεώργιος Φτέρης από βιβλία και δημοσιεύματά του. Η γραφή του Τάκη Δόξα συναντάται σε αρκετά παλαιότερων εποχών έντυπα. Ο Δημήτρης Γιάκος, υπήρξε ένα πολύπλευρο συγγραφικό ταλέντο, ένας ακάματος εργάτης των ελληνικών γραμμάτων. Ασχολήθηκε με την ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας, την κριτική βιβλίου, το δοκίμιο, τον πεζό λόγο, την ανθολόγηση πεζών και ποιημάτων. Συμμετείχε ως λημματογράφος σε αρκετές εγκυκλοπαίδειες. Τον συναντούσα συχνά και κουβεντιάζαμε, στα Γραφεία της εφημερίδας «Εξόρμηση»- επί Πασοκ, (επί διευθύνσεως του δημοσιογράφου Νίκου Λαγκαδινού) όπου έδινε τις κριτικές του και όχι μόνο συνεργασίες. Ο εκ Λαμίας Χρήστος Ν. Κουλούρης είναι γνωστός επίσης, από τα πεζά και τα δοκίμιά του, τις κριτικές του και από την πολύχρονη έκδοση του περιοδικού «Νέα Σκέψη». Τόσο οι παραπάνω όσο και οι υπόλοιποι συμμετέχοντες (Δημ. Ι. Παππά, Ξενοφών Δάντης κ.ά., που σε εμένα τουλάχιστον είναι άγνωστοι, μαζί με την εκδοτική ομάδα) στο μεστό σε ύλη αυτό Αφιέρωμα, εκφράζονται με σεβασμό και εκτίμηση για τον ποιητή Κωστή Παλαμά και το έργο του. Συμμετέχουν με μελέτες τους ενώ με μελέτη και μία ωδή του, με αφιερώσεις ποιημάτων τους ορισμένοι. Η συνολική εικόνα του Αφιερώματος είναι θετική, φανερώνει ένα καλό περιοδικό το οποίο δεν προέρχεται από το αθηναϊκό κέντρο αλλά την ελληνική επαρχία. Με τα πολιτικά και οικονομικά δεδομένα της εποχής και των κοινωνικών συνθηκών. Να υπενθυμίσουμε ότι την ίδια χρονιά, το πειραϊκό περιοδικό «Το Περιοδικόν μας» τχ. 7-8/1959 πραγματοποιεί Αφιέρωμα στον Ποιητή και δάσκαλο Κωστή Παλαμά, όπως μνημόνευσα παραπάνω. Τώρα, τα όποια τυπογραφικά λαθάκια συναντάμε στην «ΠΟΡΕΙΑ» είναι αστείο και να τα κουβεντιάσουμε. Τέτοιου είδους πνευματικές και καλλιτεχνικές προσπάθειες και πρωτοβουλίες, δεν αμαυρώνονται από ορθογραφικές ή τυπογραφικές αβλεψίες. Το σίγουρο είναι, υποψιάζομαι, ότι οι μαθητές και οι μαθήτριες της ελληνικής επαρχίας και όχι μόνο, θα έμειναν ικανοποιημένοι με την ύλη και την ποιότητά του Αφιερώματος του «δικού τους» εκπαιδευτικού περιοδικού. Θα ήρθαν ενδεχομένως σε επαφή (για πρώτη φορά;) με την ποίηση του Κωστή Παλαμά, θα βοηθήθηκαν στις όποιες σχολικές εργασίες ενδέχεται να τους πρότειναν οι καθηγητές και οι καθηγήτριες τους, θα γνώρισαν έλληνες συγγραφείς που δεν ήξεραν.

      Αξίζει το Ίδρυμα και οι Εκδόσεις του Κωστή Παλαμά, (αν ξεπεράσουν τις τεχνικές και εκδοτικές ενδεχόμενες δυσκολίες και τα της χρηματοδότησης) να ξανατυπώσουν ορισμένους(!!) τίτλους παλαιότερων δεκαετιών περιοδικών αφιερωμένους στον Κωστή Παλαμά. Πέρα από την γνωστή μας και χρήσιμη μακρόβια «Νέα Εστία» που εξακολουθητικά δημοσιεύει και αφιερώνει σελίδες της στον ποιητή και αξίζει τον θαυμασμό μας. Ένα συγκεντρωτικό σώμα των κατά καιρούς Περιοδικών-Αφιερωμάτων από όλη την Ελλάδα (ή και το εξωτερικό) στον ποιητή Κωστή Παλαμά, θα ήταν σημαντική σύγχρονη αρωγή έρευνας, μελέτης και διερεύνησης για τα Παλαμικά Γράμματα. Δεν παραβλέπουμε τα «Συμπόσια», τα «Συνέδρια», τις «Ομιλίες». Παρά το πέρασμα του χρόνου, και ίσως, την παλαιότητα των γνωμών, των κρίσεων και των κειμένων, των θέσεων και απόψεων. Σε όλους τους αφιερωματικούς τίτλους παλαιότερων και νεότερων περιοδικών που έχω υπόψη μου, διαβάζουμε, όχι μόνο οι σταθεροί αναγνώστες Παλαμιστές, οι αγαπώντες το έργο του Εθνικού μας ποιητή, χρήσιμες και χρηστικές πληροφορίες ανοιχτές σε συζήτηση και επαναπροσέγγιση με το πολύπλευρο έργο και παρουσία του. Έστω και για να υπερβούμε τους διαχωρισμούς των αρνητών του. Την ίδια θέση (για την συγκεντρωτική επανέκδοση Αφιερωμάτων) θα εκφράζαμε και για τους διάφορους «Καταλόγους των Εκθέσεών» του που κυκλοφόρησαν. Να επαναλάβουμε τίτλους πχ. την έκδοση «ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ» 40 ΧΡΌΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ, που πραγματοποιήθηκε από 12-31 Δεκεμβρίου 1983 στην Ακαδημία Αθηνών. Η Έκθεση πραγματοποιήθηκε από το Ίδρυμα Κωστή Παλαμά και το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών επί υπουργίας Μελίνας Μερκούρη. Βλέπε και των 64 σελίδων «Κατάλογο» της Έκθεσης από την ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ ΑΒΕΕ. Ανάμεσα στις απόψεις για τον ποιητή έχουμε και απόσπασμα του Φαληριώτη Παύλου Νιρβάνα αλλά και του ιρλανδού εστέτ Όσκαρ Ουάιλντ, του ινδού νομπελίστα Ραμπιτρανάθ Ταγκόρ, του ελληνογάλλου Ζαν Μωρεάς και πολλών άλλων. Είκοσι χρόνια μετά πραγματοποιείται η Έκθεση «ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ» 60 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ, σελίδες 56. Έκδοση του Υπουργείου Πολιτισμού και του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου με σημαντικούς συνεργάτες, σε φιλολογική επιμέλεια της καθηγήτριας Ελένης Πολίτου- Μαρμαρινού και σχεδιασμό της έκδοσης από τον ποιητή και εκδότη Δημήτρη Καλοκύρη. Στην οργανωτική επιτροπή των εκδηλώσεων για την επέτειο των εξήντα χρόνων από τον θάνατο του Κωστή Παλαμά, συμμετείχαν ως πρόεδρος η καθηγήτρια νεοελληνικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Ελένη Πολίτου- Μαρμαρινού, και ως μέλη ο Σταύρος Ζουμπουλάκης, ο Δημήτρης Καλοκύρης, ο Ξενοφών Α. Κοκόλης, ο Κωνσταντίνος Κουρούλης, ο Χρίστος Γ. Λάζος και ο πειραιώτης καθηγητής συγκριτικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, μέλος του Δ.Σ. του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά, Πειραιώτης κυρός Βαγγέλης Αθανασόπουλος. Και μια και είμαστε σε πειραϊκή ατμόσφαιρα, να τονίσουμε για μία ακόμα φορά όπως κάναμε σε προηγούμενο σημείωμά μας για τον ποιητή, την σταθερή και συχνή παρουσία του ποιητή Κωστή Παλαμά στον πειραϊκό πνευματικό χώρο και τα διάφορα έντυπά του. Έχουμε πειραιώτες συγγραφείς και λογίους που ασχολήθηκαν και ασχολούνται με το έργο του, γράφουν ή επιμελούνται επανεκδόσεις συλλογών του. Διαβάζουμε τα σκόρπια δημοσιεύματα πειραιωτών πεζογράφων και ποιητών στον πειραϊκό τύπο και τα πειραϊκά λογοτεχνικά περιοδικά από τα πρώτα χρόνια του προηγούμενου αιώνα. Βλέπε το περιοδικό «Το περιοδικόν μας» του Γεράσιμου Βώκου. Στα κατά διαστήματα φύλλα των πειραϊκών τοπικών εφημερίδων. Την δημοσίευση ανέκδοτων Γραμμάτων του, βλέπε πχ. περιοδικό «Φιλολογική Στέγη» τχ. 30/12,1983, σ.87, τόμος Ε΄, χρόνος 18ος, «Ένα άγνωστο γράμμα του Κωστή Παλαμά». Ποιήματα αφιερωμένα στον ποιητή, ποιήματα του ποιητή σε πειραιώτικα περιοδικά και τα Αφιερώματα που του έκαναν. Βλέπε πχ. περιοδικό «Πολιτιστική Πράξη» τχ. 11/12,1992, εισαγωγές του, Γεώργιος Στρατήγης, επιτομή του έργου του κλπ. Έχουμε επίσης τις ομιλίες Πειραιωτών για το έργο και την παρουσία του. Βλέπε ενδεικτικά ποιητής  και κριτικός Στέλιος Γεράνης στις 25/4/1983 που διοργανώθηκε από την Πανελλήνια Πολιτιστική Κίνηση του Πειραιά στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά για τα 40χρονα του ποιητή. (Θυμάμαι ότι ήταν γεμάτη η αίθουσα στην ομιλία με θέμα «Ο ποιητικός Παλαμάς». Ο τοπικός τύπος ασχολήθηκε με το γεγονός). Ο ποιητής Στέλιος Γεράνης έχει δώσει και άλλες ομιλίες για τον Κωστή Παλαμά. Συμπληρωματικά να υπενθυμίσουμε ότι ο Πειραιώτης Σ. Γεράνης, χρησιμοποίησε Παλαμικά μότο σε ποιήματά του, συμμετείχε σε αφιερώματα περιοδικών όπως «Το Περιοδικόν μας» και οι «Θερμοπύλες» τχ.7/1,2, 1963, και το 1989 κυκλοφόρησε με την συνεργασία του πειραιώτη συγγραφέα Χρίστου Αδαμόπουλου, το «ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ 130 ΧΡΟΝΙΑ (1859-1989) Χρονολόγιο, ποιητικό και κριτικό ανθολόγιο, αναμνήσεις, εργογραφία»: Στέλιος Γεράνης- Χρίστος Αδαμόπουλος, εκδόσεις «Αστήρ» Αλ. & Ε. Παπαδημητρίου, Αθήνα, Μάρτιος 1989, Β΄ έκδοση σελίδες 112. Να αναφέρουμε ότι ανάμεσα στους ποιητές, πεζογράφους, δοκιμιογράφους, καθηγητές και τα αποσπάσματά τους που ανθολογούνται και έχουν σχέση με την πόλη μας, είναι: ο Νικηφόρος Βρεττάκος, ο Σπύρος Μελάς, ο Βασίλειος Λαούρδας, ο Ευάγγελος Π. Παπανούτσος, ο Μενέλαος Παλλάντιος, ο Εμμανουήλ Κριαράς, ο Ε. Ν. Μόσχος, ο Δημήτρης Π. Παπαδίτσας (από την Νίκαια) ο Κώστας Σούκας. Στην σελίδα 27 του βιβλίου έχουμε «Σκίτσο Μιχάλη Νικολινάκου» Ειδική μνεία για την σχέση του ποιητή Στέλιου Γεράνη με τον Κωστή Παλαμά κάνει ο φιλολογικός επιμελητής των δίτομων Ποιητικών Απάντων του Στέλιου Γεράνη, ομότιμος καθηγητής Θεοδόσης Πυλαρινός στην Εισαγωγική του σημείωση νούμερο 66 και 106. Βλέπε Σ. Γεράνης, «Ποίηση» τόμος Α΄, 1943-1960, εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα Μάιος 1998. Σελ. 47,53 και 197, 17-18.  Εργασίες και βιβλία για τον Παλαμά έχουμε ακόμα του γεννημένου στον Πειραιά καθηγητή κυρού Εμμανουήλ Κριαρά, συμβολή στα Παλαμικά Γράμματα. Βλέπε Ανάτυπο από τη «ΘΑΛΛΩ περιοδική έκδοση του συνδέσμου φιλολόγων νομού Χανιών, «Εμμανουήλ Κριαράς, Ο Παλαμάς αγωνιστής του δημοτικισμού (1898-1920), εκδόσεις Χανιά, Καλοκαίρι 1996, τεύχος 8. Και τον τόμο Εμμανουήλ Κριαράς «Κωστής Παλαμάς» Ο αγωνιστής του δημοτικισμού και η κάμψη του, εκδόσεις Γκοβόστη, Αθήνα, Σεπτέμβριος 1997, σ.168, δρχ. 3.500. Ακόμα να γράψουμε την συμβολή του μεγαλωμένου στον Πειραιά, πανεπιστημιακού και κριτικού, μεταφραστή Βρασίδα Καραλή και την Εισαγωγή του στην σύγχρονη επιμελημένη επανέκδοση της «Ασάλευτης Ζωής» από τις εκδόσεις Ιδεοδρόμιο. Όπως και το ανάτυπο από το περιοδικό «ΕΚΗΒΟΛΟΣ» τεύχος 14/Άνοιξη 1986, Β. Καραλής «Ιδιοτυπίες της Παλαμικής Κριτικής». Μία άλλη, ξεχωριστή περίπτωση Πειραιώτη συγγραφέα που αγάπησε και ασχολήθηκε με το έργο του Κωστή Παλαμά, αποτελεί ο δοκιμιογράφος και διευθυντής της «Νέας Εστίας» Ευάγγελος Ν. Μόσχος και οι μελέτες του για τον Κωστή Παλαμά. Βλέπε: Ε. Ν. Μόσχος, «Η Μεταφυσική αγωνία του Παλαμά» Δοκίμια Κριτικής, εκδόσεις Δημητρίου Ν. Παπαδήμα, Αθήνα 1993 σελ. 356, δρχ.2912 και τον τόμο «Παλαμικές Σπουδές» Δοκίμια γύρω στον Κωστή Παλαμά και το έργο του, εκδόσεις Ίδρυμα Κωστή Παλαμά, Αθήνα 2002, σελ. 290. Τιμή 15.60 ευρώ. Είναι ευτυχές το γεγονός ότι ο ποιητής Κωστής Παλαμάς δεν λησμονήθηκε στην πόλη μας. Στήθηκαν γέφυρες επικοινωνίας από διαφορετικές Γενιές Πειραιωτών με το έργο και την παρουσία του έως τους σημερινούς καιρούς μας. Δεν έμεινε το Παλαμικό ενδιαφέρον μας στα χρόνια του ποιητή Γεωργίου  Στρατήγη και της Α΄ Αθηναϊκής Σχολής.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς, 13 Ιανουαρίου 2023

ΥΓ. Άραγε πόσο θα ζημιώνονταν η χολιγουντιανή και των μέσων μαζικής ενημέρωσης αστική προεδρική δημοκρατία μας από την επίσημη κηδεία του έκπτωτου τελευταίου Βασιλιά. Έκλεισε ένας ιστορικός κύκλος περιπετειών της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας με τον θάνατό του. Ούτως ή άλλως οι σημερινές κηδείες των ανθρώπων, λαϊκών και επισήμων, δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τις φανταχτερές και πολύχρωμα φωταγωγημένες εκδηλώσεις χειροκροτημάτων τιμής των σταρ των κόκκινων χαλιών, στις κηδείες. Το παραμύθι (των σωτήρων) της ζωής μας συνεχίζεται.           

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου