Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024

Αργυρώ Μαντόγλου, Βιρτζίνια Γούλφ, Μιά διαχρονική πινακοθήκη των αισθήσεων

 

     ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ ΠΟΥ ΣΗΜΑΔΕΨΑΝ ΤΟΝ ΑΙΩΝΑ

               ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ  ΓΟΥΛΦ

Μια διαχρονική πινακοθήκη των αισθήσεων

της  ΑΡΓΥΡΩΣ  ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ

περιοδικό ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» 26/11/1999, σ.24.

          Η Βιρτζίνια Γουλφ, σύμφωνα με την τελευταία βιογράφο της, Hermione Lee, είναι η συγγραφέας που «όπως και ο Σέξπιρ προσφέρεται για πολλαπλές ερμηνείες», γιατί υπάρχουν ακόμα αδιαφανή σημεία της ζωής και του έργου της, παρά τις εξαντλητικές αναγνώσεις που έχει δεχτεί. Κι αυτό οφείλεται εν μέρει στους μύθους που δημιουργήθηκαν και που αφορούν την προσωπικότητά της και εν μέρει στο τεράστιο σε όγκο και ποιότητα έργο της, το οποίο συνετέλεσε στη μεταθανάτια φήμη της. Η αρχική της εικόνα, της εύθραυστης και εκκεντρικής συγγραφέως ενός αριθμού πειραματικών μυθιστορημάτων, φιλολογικών πορτρέτων και ημερολογίων μεταβλήθηκε σε αυτή της τελειοθηρικής επαγγελματία, δραστήριας και τολμηρής φεμινίστριας, που όχι μόνο υπηρέτησε τις αρχές του μοντερνικού κινήματος αλλά συνέβαλε και στην εδραίωσή του.

     Οι εικοσιτέσσερις τόμοι των ημερολογίων της συντέλεσαν στη δημιουργία αυτού του μύθου γιατί, παρ’ όλο που εκεί ακούμε μια φωνή σχεδόν σύγχρονή μας να μας απευθύνεται και αποτελούν το «βαρόμετρο» των συναισθημάτων της και «αποθήκη των αναμνήσεών της», καθώς και σχόλιο για την εξέλιξη των έργων της, εν τούτοις, ακόμα κι εκεί, μοιάζει σε στιγμές να απομακρύνεται, να κρύβει το πρόσωπό της, τη συγκίνηση ή τον θυμό της. Κι αυτό γιατί, όπως προφητικά είχε γράψει και η ίδια στο δοκίμιό της «Προσωπικότητες»: «Οι συγγραφείς που θαυμάζουμε έχουν κάποιο στοιχείο άπιαστο, ακαθόριστο, αινιγματικό και απρόσωπο. Κορυφώνονται αργά και από το ύψος τους λάμπουν».

     Η Βιρτζίνια Γουλφ γεννήθηκε περισσότερο από έναν αιώνα πριν (1882), στο Λονδίνο και έζησε την περίοδο των δραματικών αλλαγών της ανθρώπινης Ιστορίας. Η ψυχανάλυση, οι πόλεμοι, οι κοινωνικές αναταραχές και η αντίδραση στις συνήθειες του δεκάτου ενάτου αιώνα σήμαιναν και τη ρήξη με τους παραδοσιακούς τρόπους αναπαράστασης και γραφής. Και όταν, τη δεκαετία του 1910 μελετάει τι είδους συγγραφέας θα ήθελε να γίνει, αισθάνεται πώς βρίσκεται ήδη σε μια μεταβατική περίοδο της γραφής, όπου η αναπαράσταση της ζωής και των χαρακτήρων θα πρέπει να αλλάξει για να μπορέσει το σύγχρονο μυθιστόρημα να συλλάβει την ουσία της πραγματικότητας,- χωρίς βέβαια να είναι σε θέση να προβλέψει πως εν μέρει η ίδια θα είναι ανάμεσα σε εκείνους που θα προκαλέσουν αυτή τη μετάβαση.

     Στα δυο πρώτα της μυθιστορήματα (The Voyage out- 1915 και Night and Day- 1919), παίρνει τις βασικές αρχές του μυθιστορήματος και τις προσαρμόζει στο δικό της όραμα. Σ’ αυτά διαφαίνεται η ανάγκη της για μια νέα φόρμα, στην οποία θα μπορούσε να βρει θέση και ο λυρισμός της.

      Αυτό που έχει σημασία για εκείνη δεν είναι οι χαρακτήρες αλλά οι εμπειρίες τους. Εμπειρίες βαθιά ανθρώπινες, όπως ο έρωτας, η ευτυχία, η μοναξιά κι ο θάνατος. Ο αναγνώστης αισθάνεται πως σ’ αυτά δεν περιγράφονται κάποιο άνθρωποι που βίωσαν τη ζωή με έναν συγκεκριμένο τρόπο, αλλά πώς: «Ναι, έτσι αισθάνεται κανείς, όταν είναι ερωτευμένος, ευτυχισμένος, απελπισμένος». Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας τους αποκαλύπτεται όχι μέσα από τις ιδιότητές τους αλλά μέσα από τις πράξεις τους και τα λεγόμενά τους και όταν τους επαναφέρουμε μένουμε με τη γεύση πως αυτό που τους ζωντανεύει είναι η ιδιαιτερότητα της εμπειρίας τους, μέσα από την οποία αποκτούν δεσμούς που τους ενώνουν.

     Στα βιβλία που θα ακολουθήσουν θα κατορθώσει όχι μόνο να αποδώσει την εμπειρία των αισθήσεων αλλά και τον τρόπο που οι άνθρωποι συλλαμβάνουν ολόκληρη την εμπειρία της ζωής. Στα άρθρα της, τα οποία και δημοσιεύονται παράλληλα με τα μυθιστορήματά της, συνεχίζει να στηρίζει τις επιλογές της και τη ρήξη της με την παραδοσιακή φόρμα. Πιστεύει πως ο μυθιστοριογράφος πρέπει να σχεδιάζει το βιβλίο του και να παρουσιάζει τη ζωή όπως τη συλλαμβάνει και την κατανοεί ο ίδιος και πως η συμβατικότητα της πλοκής και η αλληλεξάρτηση των χαρακτήρων είναι ένας τρόπος για να βάλει τάξη στο χάος και στη ρευστότητά της. Η τάξη αυτή πιστεύει πώς δεν υπάρχει στη ζωή αλλά μόνο στην ανθρώπινη σκέψη και πώς στο μυθιστόρημα ο συγγραφέας, για να διαπραγματευτεί το χάος, επιλέγει τη συμβατική φόρμα. Η Βιρτζίνια Γουλφ για να εκφράσει το δικό της όραμα αναγκάστηκε να καταστρέψει τη παραδοσιακή φόρμα του μυθιστορήματος και να επινοήσει τη δική της. Οι προβληματισμοί της είναι φανεροί στο δοκίμιο που εμφανίζεται το 1919 στο T.L.S. με τον τίτλο «Το σύγχρονο μυθιστόρημα»:  «…αν ο συγγραφέας ήταν ένας ελεύθερος άνθρωπος και όχι σκλάβος, αν μπορούσε να γράψει ό,τι επιθυμούσε και όχι ό,τι  τον υποχρεώνουν, αν μπορούσε να βασίσει το έργο του πάνω στα δικά του συναισθήματα και όχι στους κανόνες, δεν θα υπήρχε πλοκή, κωμωδία, ερωτικό ενδιαφέρον ούτε όλεθρος, δοσμένα με τον κοινώς αποδεκτό τρόπο… Ο στόχος του συγγραφέα είναι να μεταφέρει αυτές τις μεταβολές, αυτό το άγνωστο και φευγαλέο πνεύμα, με οποιοδήποτε τρόπο».

     Όταν ανακάλυψε πως η ζωή ήταν το θέμα των μυθιστορημάτων της, αντιλήφθηκε πως έπρεπε να απορρίψει τη συμβατική φόρμα και για να πει «αυτά που συλλαμβάνει ο νους μια καθημερινή μέρα», έπρεπε όχι μόνο να τα αναδημιουργήσει με την φαντασία της αλλά να εξαγάγει και μια τάξη από αυτές τις εντυπώσεις, χωρίς αυτές να περιοριστούν σε απλές καταγραφές. Για να το πετύχει αυτό, χρειαζόταν έναν επιδέξιο χειρισμό των αλληλουχιών, δεξιοτεχνικές αντιπαραθέσεις και συνθέσεις που να δημιουργούν από το επί μέρους ένα όλον, να αποσπούν από το τυχαίο ένα μοτίβο επαναλαμβανόμενο, που να μεταφέρει τους παλμούς της ζωής και την εναλλασσόμενη ροή της συνείδησης. (stream of consciousness). Στα επόμενα χρόνια της (Η Κυρία Νταλαγουέι (1925), «Στον φάρο» (1927), «Τα κύματα» (1931) μετακινείται από συνείδηση σε συνείδηση, δίνοντάς μας το «δικό της όραμα της ζωής», τονίζοντας τη ρευστότητα της ανθρώπινης προσωπικότητας, παρά τη σταθερότητα και αντί να ορίσει μια ταυτότητα για τους χαρακτήρες της, μας προσκαλεί να την ανακαλύψουμε κατοικώντας στη σκέψη τους ή στη σκέψη αυτών που έρχονται σε επαφή. Το αποτέλεσμα είναι, η δημιουργία όχι χαρακτήρων, αλλά ανθρώπινων τύπων. Ταυτόχρονα δεν στέκεται έξω από το δημιούργημά της σαν παντογνώστρια αφηγήτρια αλλά κοινωνεί την εμπειρία τους, δεν μας υποδεικνύει αλλά μεθάει με τις «αναλαμπές της ατελούς ανθρώπινης όρασης».

     Τα μυθιστορήματά της διαπνέει από ένα είδος αποστασιοποίησης και από μια αίσθηση δυσεξήγητης απομάκρυνσης, απαραίτητης για να προσλάβουμε τις περιστασιακές αχτίδες της «άλλης ζωής», εκείνης της ζωής των αισθήσεών μας, που διαπνέεται από τη νοσταλγία της ομορφιάς και της αλήθειας, η οποία την ανάγκασε να επινοήσει για το μυθιστόρημα μια φόρμα ανάλογη της λυρικής ποίησης. Στη Γουλφ οι εμπειρίες του έρωτα και του θανάτου είναι συνυφασμένες με τη σύσταση και την υφή της ανθρώπινης ζωής, μέρος του μοτίβου που τη διέπει, δεν είναι κλιμάκωση ή συμπέρασμα αλλά κάθε στιγμή εμπλέκονται και δραστηριοποιούν τη σκέψη και είναι υπεύθυνες για τον ρυθμό, τον παλμό και την απόκριση της συνείδησης.

     Η Γούλφ αντιλήφθηκε πως η αποστολή του μυθιστοριογράφου δεν ήταν να καταγράψει και να μεταδώσει την περιγραφή της εμπειρίας της ζωής αλλά να μας δώσει τον τρόπο που τη βίωναν οι συνειδήσεις μέσα από τις προβολές τους στους άλλους. Τα ημερολόγια και τα μυθιστορήματά της μας μεταβιβάζουν την αίσθηση του ανθρώπου που βιώνει την περιπέτειά του, τον κίνδυνο, τον φόβο και την ελπίδα, που ελλοχεύουν τη στιγμή μιας σημαντικής ανακάλυψης, την εξάντληση και την απογοήτευση που δημιουργείται μετά την πραγματοποίηση ενός άθλου.

     Αν και μοιάζει παράξενο να πούμε για κάποια που αυτοκτόνησε (έβαλε πέτρες στο παλτό της και βυθίστηκε στον ποταμό Oulse το 1941), υπήρξε τολμηρή και ηρωική, γιατί κατόρθωσε να επιλύσει όλα τα προβλήματα που έθεσε στον εαυτό της, έστω και οδηγώντας τον στα άκρα. Και για να συνοψίσουμε μόνο εν μέρει τους άθλους της: έδωσε φόρμα στο «χαλαρό και ρευστό υλικό της ζωής», εξέτασε και πάλεψε με τις πολύμορφες βεβαιότητές της πατριαρχικής κουλτούρας της εποχής της, που εκτεινόταν από το εκπαιδευτικό σύστημα μέχρι τον τρόπο που διεξήγαγε τους πολέμους και πάνω απ’ όλα με το έργο της κατόρθωσε να περιγράψει με έναν μοναδικό τρόπο την εμπειρία της ζωής.

         ΑΡΓΥΡΩ  ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ

 περιοδικό ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» 26/11/1999, σ.24.

 Σημειώσεις:

      Σταθερή και ανοδική η συγγραφική και μεταφραστική παρουσία της καθηγήτριας, ποιήτριας, πεζογράφου και μεταφράστριας κυρίας Αργυρώς Μαντόγλου τις τελευταίες δεκαετίες. Ιδιαίτερα οι μεταφραστικές της προτάσεις και επιλογές, προσέχθηκαν και σχολιάστηκαν θετικά ή με σχετικές ενστάσεις, (βλέπε κριτική Κώστα Βούλγαρη, περ. «Ο Πολίτης») και έτυχαν του ανάλογου αναγνωστικού και κριτικού ενδιαφέροντος, όπως μας δείχνουν τα ενδεικτικά δημοσιεύματα που κατόρθωσα να συγκεντρώσω σε μία γρήγορη αποδελτίωση για τα βιβλία της, αυτά που έχουν να κάνουν με την παρουσία της Β. Γούλφ. Το συγγραφικό και μεταφραστικό της προφίλ στην ιστοσελίδα του ΕΚΕΒΙ αλλά και άλλων μπλοκ του διαδικτύου, που καταγράφουν παλαιότερες και νεότερες εκδόσεις και κυκλοφορίες, δηλώνουν το πλήθος και το μέγεθος των εργασιών της, πρωτογενών και δευτερογενών, που ορισμένες από αυτές είναι εδώ και χρόνια εξαντλημένες, δεν τις συναντά κανείς στο εμπόριο.

Στο παρόν σημείωμα δεν θα ασχοληθούμε με την ποιητική ή πεζογραφική της δουλειά, ούτε και με την πλειάδα των μεταφραστικών της προτάσεων, εξάλλου, η κυρία Αργυρώ Μαντόγλου είναι ακόμα ενεργή και παραγωγική, δημιουργική στον μεταφραστικό τομέα και σε επιμέλειες βιβλίων. Όπως η ίδια δηλώνει, δεν είναι μόνο οι αναγνωστικές της αγάπες και οι συγγραφείς που επιθυμεί να μας γνωρίσει αλλά, και καθαρά βιοποριστικοί λόγοι. Από όποιον τομέα κοινωνικών αναφορών και αν προέρχονται οι μεταφράσεις της, το αποτέλεσμα είναι θετικό και ευχάριστο, ικανοποιητικό για το αναγνωστικό κοινό. Επιμερίζοντας τις μεταφραστικές της καθαρά εργασίες, θα εστιάσουμε την προσοχή μας αποκλειστικά σε αυτές που αφορούν την αγγλίδα αυτόχειρα μοντερνίστρια μυθιστοριογράφο, κριτικό, αρθρογράφο, δοκιμιογράφο και εκδότρια Βιρτζίνια Γούλφ. (25/1/1882-28/3/1941). Μία από τις επιφανέστερες παγκοσμίως γυναίκες συγγραφείς. Μία θηλυκή γραφίδα που κατόρθωσε να προάγει και να κάνει γνωστή όχι μόνο την γυναικεία αγγλοσαξονική σκέψη, πέρα των ορίων της χώρας της, να αναδείξει την κοινωνική θέση της γυναίκας μέσα σε ένα καθαρά πατριαρχικό και πουριτανικό αντρικό περιβάλλον ,όπως ήταν η Βικτωριανή εποχή αλλά, και να προβάλει με την γραφή και τον λόγο της, τις θέσεις και τις ιδέες της, την ταυτότητα και την φιλοσοφία του έργου της, την γυναικεία φεμινιστική κριτική γραφή και παρουσία. Συμφωνεί κανείς ή διαφωνεί με τις αξιολογικές κριτικές κρίσεις και απορρίψεις της, (βλέπε τι γράφει για το έργο του Τζέιμς Τζόις) την δοκιμιακή αριστοκρατική προβληματική της Βιρτζίνιας Γούλφ, στις επιλογές των άπειρων διαβασμάτων της, (Η πατρική Βιβλιοθήκη του συγγραφέα πατέρα της και της συγγραφέως μητέρας της ήταν αρκετά μεγάλη) δεν μπορεί να μην της αναγνωρίσει την επίδραση που είχε ο λόγος της και ιδιαίτερη η γραφή της, (μυθιστορηματική και κριτική, δοκιμιακή) όχι μόνο στην Αγγλία αλλά και στην Αμερικάνικη ήπειρο του προηγούμενου αιώνα και κατόπιν, στις σύγχρονες και μοντέρνες κριτικές φωνές του δυτικού κόσμου και κυρίως, τις γυναικείες φεμινιστικές ομάδες και κύκλους της νέας κριτικής και σκέψης, τους μικρούς κύκλους που συναποτελούν την πρωτοπορία του μοντερνιστικού κινήματος στους νέους καιρούς. Η Βιρτζίνια Γούλφ, παρά τα οικογενειακά και άλλα ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετώπισε, παρά την από νεαρή ηλικία ορφάνια της, -θάνατοι των γονιών της και δύο αδερφών της- πέτυχε να γίνει το κορίτσι «φανατικό για γράμματα» όπως θάλεγε και ο Κωστής Παλαμάς. Να πειραματιστεί συγγραφικά και να σχεδιάσει ή να μας δώσει μία θεωρία μέσα στα βιβλία της, για το πώς πρέπει εμείς οι αναγνώστες να διαβάζουμε ένα βιβλίο που έχουμε μπροστά μας, τι να περιμένουμε από το διάβασμα ενός σύγχρονου μυθιστορήματος, πέρα από τις προθέσεις του ίδιου του συγγραφέα. Μιάς σύγχρονης και μοντέρνας μυθιστορηματικής γραφής η οποία είναι ανοιχτή στην συνδιαμόρφωσή της από τους μελλοντικούς αναγνώστες της κάθε φορά, ανοιχτή στο χρόνο και στις συνθήκες και ανθρώπινες καταστάσεις και εμπειρίες. Στην πράξη με δύο λόγια, μας λέει η Γούλφ, ένα έργο γράφεται, ζωγραφίζεται, αρχιτεκτονείται, παράγεται το τελικό του αποτέλεσμα, όχι μόνο από τον δημιουργό του, αλλά, και από τους αναγνώστες του ή τους θεατές του, κριτές του. Τα υλικά με τα οποία οικοδομείται το σύγχρονο μυθιστόρημα, δεν προέρχονται από παλαιότερα συγγραφικά μοντέλα και ιστορικές συμβάσεις αλλά από τις παρούσες κάθε φορά ανάγκες, καταστάσεις και εμπειρίες, μνήμες του ίδιου του αναγνώστη και της καθημερινότητάς του. Της κοινωνικής καθημερινότητας του συγγραφέα. Αυτή η αποδόμηση και η επαναδόμηση της μυθιστορηματικής γραφής είναι αποτέλεσμα του Μοντερνισμού και των συγγραφικών, αναγνωστικών και ιδεολογικών αποτελεσμάτων του. Των φωνών της Νέας Κριτικής και Σκέψης που γεννήθηκε τον προηγούμενο αιώνα και κυριάρχησε και η επιφανής παρουσία και φωνή της Βιρτζίνιας Γουλφ. Στα έργα της ακόμα, ανιχνεύουμε αυτήν την ροικότητα της συνείδησης, των ρευστών καταστάσεων και εμπειριών, συναισθημάτων, για την οποία έγινε τόσος λόγος, αντιδρώντας οι κριτικοί θαυμαστές της και προσάπτοντάς της ότι οι ήρωες των μυθιστορημάτων της δεν δρουν, δεν έχουν ιστορική ή κοινωνική δράση. Οι δραστηριότητές τους είναι περιορισμένες έως σχεδόν αμελητέες. Η δε ιστορική πραγματικότητα είναι σαν να θέλει να σβήσει τα ίχνη της μέσα στην καθημερινότητα των μικρολεπτομερειών και των ανθρώπινων συμβάσεων. Ο Χρόνος στα έργα της δεν είναι γραμμικός, ευθύγραμμος, ενιαίος αλλά διακεκομμένος, αποσπασματικός συμπλεκόμενος στις διαστάσεις του, δίχως να αυτοκαταργείται. Αυτό το άπιαστο και ανεξερεύνητο και τυχαίο γεγονός του Χρόνου, ακατανόητο και ασύλληπτο στον ανθρώπινο νου δεν έπαψε να απασχολεί την ανθρώπινη σκέψη στις διάφορες μέχρι σήμερα ιστορικές εκδοχές της. Ένας φιλοσοφικός στοχασμός και παράλληλα «αξίωμα» το οποίο προέρχεται από την επιρροή του φιλόσοφου Ερρίκου Μπερξόν που οι θεωρίες του τόσο επέδρασαν στις συνειδήσεις όχι μόνο των φιλοσόφων της εποχής του αλλά και στον χώρο της καθαρής λογοτεχνίας, στα έργα των μοντέρνων ευρωπαίων συγγραφέων. (Βλέπε και την περίπτωση του Νίκου Καζαντζάκη). Ο προσδιορισμός της έννοιας του ΧΡΟΝΟΥ και η κατανόησή του από τον ανθρώπινο νου, η σύλληψή του και η φρούδα ανθρώπινη επαναλαμβανόμενη ελπίδα της αναχαίτισης του, του σταματήματός του, μας γυρνά πίσω, στον έλληνα σκοτεινό και αινιγματικό φιλόσοφο Ηράκλειτο αλλά, και ακόμα πιο πίσω χρονικά και ιστορικά, στην παράδοση της αρχαίας ελληνικής εθνικής θεολογίας και στον Θεό Κρόνο. Ίσως στον χώρο των εικαστικών τεχνών μόνον ο Γκόγια πέτυχε να αποδώσει την πάλη του ανθρώπου να υπερβεί τον θάνατο. Όσον αφορά το σύμβολο του ανδρόγυνου που πίστευε και ασπάζονταν η πρωτοποριακή ομάδα του Λονδίνου, στην οποία πρωτοστάτησε και μετείχε δυναμικά η Βιρτζίνια Γούλφ, αυτή του “Bloomsbery”,-χαρακτηριστικό παράδειγμα το μυθιστόρημά της «Ορλάντο» ας μην λησμονούμε ότι η Βιρτζίνια Γούλφ είχε αποδεχθεί τις θεωρίες του πατέρα της ψυχανάλυσης, διαβάσει τα έργα του Σίγκμουντ Φρόυντ. Τα μεταφρασμένα στα αγγλικά βιβλία του Φρόυντ γνώρισε στο αγγλικό κοινό η ίδια, μια και εξέδωσε η Βιρτζίνια Γούλφ στο τυπογραφείο- εκδοτήριο που είχε ιδρύσει μαζί με τον σύζυγό της, το “Hogarth Press” στην περιοχή του Ρίτσμοντ όπου ήταν η οικία τους. Τα βιβλία του Φρόιντ κυκλοφόρησαν πρώτη φορά από το δικό τους τυπογραφείο. Από το εκδοτικό τους οίκο κυκλοφόρησαν και τα δικά της έργα, καθώς και βιβλία του νομπελίστα ποιητή Τόμας Στερν Έλιοτ. Εξάλλου, η περίπτωση του συμβόλου του ανδρόγυνου, δεν ανάγεται σε εκείνη του ερμαφρόδιτου που θαυμάζουμε στην γλυπτική τους αναπαράσταση αλλά, σε μυστικές παραδόσεις της ευρωπαϊκής παράδοσης και της παράδοσης της άπω ανατολής. Ο ανδρόγυνος, αυτή η δίφυλη παρουσία, είναι η μυθική αυτοολοκλήρωση των διαφόρων μυστικών ή θρησκευτικών δοξασιών. Η ενοποίηση των δύο φύλων δίχως η προτεραία σωματική φύση να αρνείται την μεταγενέστερη. Η μνήμη είναι αμφίδρομη στον παρόντα χρόνο, όπως στην περίπτωση του «Ορλάνδου». Από την άλλη, η τραγική περίπτωση της αυτοκτονίας της,- γέμισε τις τσέπες της με πέτρες και έπεσε στον ποταμό Ούζ, η σορός της βρέθηκε μετά από μερικές μέρες από τον σύζυγό της και άλλα μέλη της οικογένειάς της- ανακαλεί στην μνήμη, ο οικειοθελής της θάνατος τηρουμένων των σχετικών αναλογιών, την περίπτωση της ελληνίδας πεζογράφου παιδικών και ιστορικών μυθιστορημάτων Πηνελόπης Δέλτα, παρά τις αντίστοιχες περιπτώσεις του ποιητή Ναπολέοντος Λαπαθιώτη ή εκείνη του πεζογράφου Περικλή Γιαννόπουλου. Οι ευαίσθητες και καλλιεργημένες γυναικείες υπάρξεις, προερχόμενες μάλλον, από ένα μεγαλοαστικό περιβάλλον, για να μην γράψουμε «αριστοκρατικό» όπως ήταν η ελληνίδα Πηνελόπη Δέλτα και η αγγλίδα Βιρτζίνια Γούλφ, δεν θα άντεχαν την σκοτεινή λαίλαπα της καταστροφής, του φοβερού πολέμου και των επιπτώσεών του, της επέμβασης των γερμανικών ναζιστικών κατακτητικών στρατευμάτων στη χώρα τους, τον βομβαρδισμό των σπιτιών τους όπως και έγινε εκείνη την τρομερή δεκαετία του 1940 με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα ανθρωποσφαγεία. Είναι χαρακτηριστική αλλά όχι αλησμόνητη η περίπτωση του συγγραφέα Πρίμο Λέβι ο οποίος έζησε την φυλάκιση και την εξορία στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και αφανισμού της ανθρώπινης ύπαρξης, και δεν συνήλθε ποτέ.

     Η σχέση της Αργυρώς Μαντόγλου με την αγγλίδα πρωτοπόρα συγγραφέα είναι σταθερή. Η μεταφράστρια, δεν είναι απλά κάτοχος της αγγλικής γλώσσας αλλά και της αγγλικής λογοτεχνικής της παράδοσης. Γνωρίζει πράγματα και έργα, συγγραφείς της αγγλικής λογοτεχνίας όσο λίγοι. Αγαπάει το έργο της Βιρτζίνια Γούλφ και αυτό φαίνεται από την πρώτη ματιά που θα πιάσουμε στα χέρια μας μιά μετάφρασή της. Το εξετάζει προσεκτικά, το φωτίζει από τα μέσα αλλά και περιφερειακά, γνωρίζει να ξεκλειδώνει τα κειμενικά του μυστικά, το πλαίσιο δημιουργίας του και εσωτερικών φιλολογικών και γραμματολογικών αναφορών του, τις συγγραφικές του «ιδιορρυθμίες», τις γέφυρες που στήνει η συγγραφέας και ασφαλώς την γλώσσα του. Την ιδιαίτερη χρήση της αγγλικής γλώσσας από την Γούλφ. Είναι νομίζω πλεονασμός να αναφέρουμε την ορθή, προσεγμένη και εύστοχη μεταφραστικά σωστά διαχείριση της ελληνικής γλώσσας, την οποία η Αργυρώ Μαντόγλου κατέχει άριστα και χρησιμοποιεί στις μεταφράσεις της ή αν θέλετε, «αποδόσεις» της. Προσπερνώ τον παλαιό Σεφερικό όρο «Μεταγραφές» γιατί δεν ανταποκρίνεται στις δικές της εργασίες στην εποχή μας, ούτε τον Ελυτικό ορισμό «Δεύτερη Γραφή» μια και η περίπτωση του Οδυσσέα Ελύτη βασίζεται περισσότερο στον ποιητικό λόγο. Αν και ο πεζογραφικός λόγος της Βιρτζίνιας Γουλφ, διαθέτει επίπεδα ποιητικής διάθεσης και ατμόσφαιρας. Δεν είναι υπερβολή να σημειώσουμε, ότι οι μεταφράσεις της Αργυρώ Μαντόγλου γίνονται αποδεκτές με ευχαρίστηση ακόμα και από άτομα που γνωρίζουν την αγγλική γλώσσα καλά ή διαβάζουν την αγγλική λογοτεχνία στο πρωτότυπο. Για να είμαστε όμως μετρημένοι στις επαινετικές εκφράσεις μας, χωρίς την παραμικρή διάθεση σύγκρισης ή μεταφραστικής παραβολής,- εξάλλου, δεν είναι αυτός ο σκοπός μας-, θα προσθέταμε μερικά ονόματα ακόμα, επίσης αξιόλογα, παρόμοιων δεικτών μεταφραστικής ποιότητας, όπως είναι οι μεταφράσεις βιβλίων της Β. Γούλφ από τον Άρη Μπερλή κυρίως, και ορισμένων άλλων μεταφραστών και μεταφραστριών της αγγλίδας επιφανούς μοντερνίστριας μυθιστοριογράφου. Ονόματα όπως αυτό του Μανώλη Βάρσου βλέπε το βιβλίο: Βιρτζίνια Γούλφ, «Μια συζήτηση περί τέχνης- Λεξιτεχνία» εκδόσεις Περισπωμένη, 12, 2021. (Η εισαγωγή και οι σημειώσεις του βιβλίου είναι εξαιρετικές). Την μετάφραση της Μαρίας Τσάτσου και το βιβλίο «Ελλάδα και Μάης Μαζί!» -Εγγραφές ημερολογίου & γράμματα, εκδόσεις Κρύσταλλο, 12, 1987, σ.64. Πώς να το λησμονήσουμε αφού έχουμε δημοσιεύσει κριτική στην εφημερίδα «Εξόρμηση» παλαιότερα, 14/1/1990. Την μετάφραση που πραγματοποίησε για το ανέβασμα σε θεατρική σκηνή του μυθιστορήματος «Ορλάντο», ο ποιητής και πολύπειρος μεταφραστής Αλέξανδρος Ίσαρης. Βλέπε: Βιρτζίνια Γούλφ, «Ορλάνδο», θεατρική διασκευή Ιώ Βουλγαράκη, εκδόσεις Κάπα εκδοτική 2007, σ.38. Μια εξαιρετική δουλειά με έναν μόνο υποκριτή για την ακρίβεια γυναίκα, η οποία σήκωσε το βάρος του μυθιστορηματικού πολυσέλιδου μυθιστορήματος στους ώμους της. Βοηθούντος το παιχνίδι των φωτισμών.  Και φυσικά, η πειραιώτικη συνείδηση μας επιβάλει να μνημονεύσουμε την πρώτη φορά που ήρθαμε σε επαφή με τον μυθιστορηματικό λόγο της Βιρτζίνιας Γούλφ, μέσω της μετάφρασης του έργου «Η Κυρία Ντάλλογουέη» από την πεζογράφο, ποιήτρια και θεατρική συγγραφέα πειραιώτισσα Κωστούλα Μητροπούλου. Το βιβλίο είχε κυκλοφορήσει από τις αγαπημένες σε εμάς τους νέους φιλαναγνώστες εκδόσεις Γαλαξία Νο 163/Αθήνα 3, 1967 της εφημερίδας «Η Καθημερινή» της δημοσιογράφου Ελένης Βλάχου. Το αναγνωστικό μας όμως ήθος, ή το βιβλιογραφικό ζιζάνιο αν θέλετε, μας επιβάλει να προσθέσουμε ένα ακόμα παλαιότερων γενεών όνομα, το οποίο μας μύησε στον κόσμο, μας έφερε σε επαφή με τις ιδέες, θεωρητικές θέσεις, την φιλοσοφία, την πεζογραφική τεχνική, την ταυτότητα του έργου της Βιρτζίνιας Γούλφ, αυτό του Θεσσαλονικιού διηγηματογράφου, μυθιστοριογράφου και θεατρικού συγγραφέα, δοκιμιογράφου Γιώργου Δέλιου. Το χρήσιμο δοκίμιο-γιατί περί αυτού πρόκειται- έχει τίτλο: Γιώργου Δέλιου «ΔΥΟ ΑΓΓΛΙΔΕΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΟΙ» (VIRGINIA WOOLF και KATHERINE MANSFIELD). ΔΟΚΙΜΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ, εκδοτικός οίκος Γεωργίου Φέξη, Αθήνα, Άνοιξη 1963, σ.216. Το δοκίμιο αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια, τα δύο πρώτα αναφέρονται στην Βιρτζίνια Γούλφ. Παρενθετικά να γράψουμε ότι η γενιά μου, γενιά του 1980, είχε την τύχη και την χαρά να αγοράσει τα βιβλία αυτά από το βιβλιοπωλείο του Λαδιά στην οδό Ιπποκράτους στην Αθήνα με το Κιλό, αρχές δεκαετίας του 1980. (Ακόμα θυμάμαι τις ντάνες με τα εκατοντάδες βιβλία που ήταν δεμένα με σπαγκάκι και ανέμεναν τους πελάτες να τα βάλουν στην ζυγαριά, να ζυγιστούν και να πουληθούν.). Φυσικά, όσοι ενδιαφέρονται πιο συστηματικά με το έργο και τις μεταφράσεις βιβλίων της Βιρτζίνιας Γούλφ στην Ελλάδα, γνωρίζουν και άλλα ονόματα μεταφραστών και μεταφραστριών. Τίτλων έργων της που κυκλοφόρησαν από διάφορους εκδοτικούς οίκους.

     Η πρόσληψη του έργου της Β. Γούλφ στην πατρίδα μας, έχει μακρά παράδοση. Από το παλαιό περιοδικό της Βορείου Ελλάδος «Μακεδονικές Ημέρες», την κλασική αλλά πάντα χρήσιμη «Νέα Εστία», το περιοδικό της δεκαετίας του 1980 η «Λέξη», το περιοδικό «Εντευκτήριο» κλπ. ως τα αφιερώματα του περιοδικού «Διαβάζω» και «Το Αμφί», είναι κοινά τα ίχνη. Αναγνωρίσιμα είναι επίσης και τα ονόματα νεότερων μεταφραστών και μεταφραστριών τα οποία μας γνώρισαν καινούργιους τίτλους έργων της στα ελληνικά-και παλαιότερους, καθώς και τρείς ξενόγλωσσες Βιογραφίες της που κυκλοφορούν ήδη. Ετοιμάζω σε προσεχές σημείωμα έναν Εργογραφικό και Βιβλιογραφικό της κατάλογο, ας μνημονεύσουμε εν τάχει, ενδεικτικά ονόματα και εκδοτικούς οίκους που εξέδωσαν βιβλία της Βιρτζίνιας Γουλφ: -Μίνα Δαλαμάγκα, Σπάρτη Γεροδήμου, Βάσια Τζανακάρη, «Ένα δικό σου δωμάτιο» εκδόσεις Οδυσσέας, Ερατώ και Μεταίχμιο αντίστοιχα. Σώτη Τριανταφύλλου, «Τα Χρόνια» εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή. Λαμπριάνα Οικονόμου, «Γυναικεία επαγγέλματα. Σκοτώνοντας τον άγγελο του σπιτιού» εκδόσεις Κοβάλτιο, 2021. Εύα Σιμάτου, «Το Ταξίδι» εκδόσεις Φιλότυπον 2012. Θωμάς Σκάσσης, «Γράμμα σε έναν νέο ποιητή και άλλα κείμενα» εκδόσεις Πατάκη 2015. Το ίδιο έργο κυκλοφόρησε σε μετάφραση Άρη Μπερλή από τις εκδόσεις Άγρα. Μυρτώ Αναγνωστοπούλου-Πισσαλίδου, «Τρείς Γκινέες» εκδόσεις Μπαρμπουνάκη. Δημήτρης Κωστελένος, «Γυναικεία Πορτραίτα»-Δοκίμια και Κριτικές, εκδόσεις Γλάρος, 1988. Παλμύρα Ισμυρίδου, «Δευτέρα ή Τρίτη και άλλα διηγήματα», εκδόσεις Άγρα 2019 Ερρίκος Μπερλιές σε συνεργασία με την Μαρία Κουτσουδάκη, «Το δωμάτιο του Τζάκομπ», εκδόσεις Οδυσσέας, 1987. Θανάσης Χατζόπουλος, «Ορλάνδο», εκδόσεις Κέδρος 1999. Δέσποινα Κερεβάντη, «Η Κυρία Ντάλογουέη» εκδόσεις Γράμματα, 1990. Βάϊος Λιάπης, «Για την Άγνοια των Αρχαίων Ελληνικών», εκδόσεις Στιγμή 1998,  και αρκετά άλλα ονόματα ελλήνων και ελληνίδων μεταφραστών κοσμούν με τις δουλειές τους την μεταφραστική ελληνική σκηνή και φυσικά, η Αργυρώ Μαντόγλου.

     Επανερχόμενοι στην περίπτωση της Αργυρώς Μαντόγλου, ας αναφέρουμε τα δημοσιεύματα και τους τίτλους που μετέφρασε και γνωρίζω. Δημοσιεύει στις 26/11/1999 το άρθρο στο περιοδικό Βιβλιοθήκη της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» που αναδημοσιεύω, με τον εύστοχο και χαρακτηριστικό τίτλο: «Μιά διαχρονική πινακοθήκη των αισθήσεων». Και πράγματι όπως θα μας έλεγε ο μεγάλος κριτικός Χάρολντ Μπλούμ στον «Κανόνα του», η ερμηνεία των έργων της Γούλφ είναι πρωτίστως θέμα αισθητικής. Δεκάδες αισθήσεις που εικονογραφεί η Β. Γούλφ και καταλήγουν σε ένα συγγραφικό αισθητικό αποτέλεσμα. Κυκλοφορεί, η Αργυρώ Μαντόγλου, το μυθιστόρημά της, «άμεσα» συνδεδεμένο με την τεχνική και τις θέσεις που διατύπωσε η σημαντική Βιρτζίνια Γούλφ για το μοντέρνο μυθιστόρημα. Βλέπε: Αργυρώ Μαντόγλου, «Βιρτζίνια Γουλφ- Café», εκδόσεις Απόπειρα, Αθήνα 1999, σ.137. Δες και κριτικό σχολιασμό του Δημήτρη Τσατσούλη. Σε συνεντεύξεις της μας μιλά για την Virginia Woolf και την σχέση της με το έργο της. Αίσθηση έκαναν οι ραδιοφωνικές της επιστολές προς την Βιρτζίνια Γούλφ που ακούστηκαν. Ακούγονται και στο διαδίκτυο. Σχετικά πρόσφατα, Δεκέμβριος του 2023, στο περιοδικό «Σελίδες Ιστορίας Δεκεμβρίου» της εφημερίδας «Η Καθημερινή» διαβάζουμε άρθρο της για την Β. Γούλφ. Αυτή είναι η μία της, υποστηρικτική πλευρά, η άλλη, που μας έγινε γνωστότερη και αγαπητή αναγνωστικά, προσέχθηκε από τους κριτικούς αλλά κυρίως, το αναγνωστικό κοινό, (γιατί, στην τελική ανάλυση σε μία εκδοτική εμπορική πρόταση αυτό έχει αξία. Βιβλίο δίχως αναγνώστες δεν υπάρχει, δίχως διαμεσολαβητές κριτικούς;;) είναι οι προσεγμένες μεταφράσεις της, 3 τίτλων έργων της Βιρτζίνιας Γούλφ στα ελληνικά. Οι ακριβείς και έγκυρες, χρήσιμες πληροφορίες, τα στοιχεία που μας παράσχει στις εισαγωγές, τα σημειώματα, οι παραπομπές της που συνοδεύουν τα μεταφρασμένα βιβλία προσθέτουν ένα ακόμα θετικό πρόσημο στην έκδοση. Ο σύγχρονος αναγνώστης, έχοντας στα χέρια του τους τρείς τίτλους βιβλίων της Βιρτζίνιας Γούλφ που μετέφρασε και σχολίασε η συγγραφέας και μεταφράστρια Αργυρώ Μαντόγλου, (από τις σημαντικότερες της γενιάς της) θα μπορέσει συν τοις άλλοις να εξερευνήσει με άνεση και δίχως πολλές δυσκολίες τον δοκιμιακό- αρθρογραφικό και τον πεζογραφικό της κόσμο. Να συμπληρώσουμε ότι ορισμένα από τα μεταφρασμένα κείμενα της Β. Γ. που συμπεριλαμβάνονται στα «Δοκίμια» που μετέφρασε η Αργυρώ Μαντόγλου, έχουν μεταφραστεί και από άλλους μεταφραστές και περιλαμβάνονται στα δικά τους βιβλία είτε με τον ίδιο τίτλο ή παραλλαγμένο.

Οι τρείς αυτοί τίτλοι είναι:

-Δοκίμια, (The Moment and Other Essays. Επιμέλεια: Leonard Woolf 1947)

Μετάφραση- Πρόλογος: Αργυρώ Μαντόγλου. Επιμέλεια: Σπύρος Τσακνιάς, εκδ. Scripta, 6, 1999, σ. 98.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εισαγωγή της μεταφράστριας

Ι., Πώς πρέπει να διαβάζει κανείς ένα βιβλίο;

II., Πίνακες

III., Γυναικεία Επαγγέλματα

IV., Προσωπικότητες

V., Καλλιτέχνης και πολιτική

VI., Οι τρείς εικόνες

VII., Η ηλικιωμένη κυρία Γκρέυ

VIII., Η παρακμή της δοκιμιογραφίας

IX., Το σύγχρονο μυθιστόρημα

X., Σημειώσεις της μεταφράστριας

Βλέπε:

-Επιμέλεια: Κίττυ Ξενάκη, εφ. Τα Νέα, Πέμπτη 20/5/1999, σ. 33/ 3 Πανόραμα. ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ. «Ποιός φοβάται τους καλλιτέχνες». Νέα δοκίμια της Βιρτζίνια Γουλφ, στα Ελληνικά, από τις εκδόσεις SCRIPTA. Γιατί η τέχνη ακολουθεί την πολιτική.

- Πάρ. Σπίνου, εφ. Κυριακάτικη 11/7/1999, σ.26/66, «Ποιός διαβάζει τη Βιρτζίνια Γουλφ».

– Λίζυ Τσιριμώκου, εφ. Το Βήμα, Κυριακή 15/8/1999, σ. στ. 5. «Αμέθοδη μέθοδος». Από το πρώτο της μυθιστόρημα, το 1915, ως το τελευταίο, το 1941, η Βιρτζίνια Γουλφ αντιμάχεται με πείσμα τις αδράνειες του λογοτεχνικού βικτωριανισμού και της ρεαλιστικής αφήγησης.

- Κατερίνα Σχινά, εφ. Ελευθεροτυπία 27/8/1999, σ.16. «Η δριμύτητα της ειρωνείας και η λάμψη της πρωτοτυπίας». Βιρτζίνια Γουλφ Αναλαμπές ευφυϊας που αναπτύσσονται αντιστικτικά στο πεζογραφικό έργο της.

– εφ. Ελεύθερος Τύπος 6/9/1999 «Η Βιρτζίνια Γουλφ».

–εφ. Ελεύθερος Τύπος 1/8/1999, «Η στοχαστική πλευρά της Γουλφ».

 –εφ. Κυριακάτικη 25/7/1999, Νέες Εκδόσεις.

- εφ. Το Βήμα 18/7/1999, Δοκίμια. (Βιβλία/ προθήκες)

-εφ. Η Εποχή 18/7/1999, Δοκίμια.

– Ελισάβετ Κοτζιά, εφ. Η Καθημερινή 19/9/1999,

      «Πώς πρέπει να διαβάζει κανείς ένα βιβλίο;».

«Πώς πρέπει να διαβάζει κανείς ένα βιβλίο;» αναρωτήθηκε στα 1926 η Βιρτζίνια Γουλφ: για να τονίσει στην εισαγωγή του περίφημου δοκιμίου της ότι η μοναδική συμβουλή που θα μπορούσε να δώσει για την ανάγνωση ενός βιβλίου είναι το να μη δεχόμαστε καμιά συμβουλή, το να ακολουθούμε τα ένστικτά μας, να χρησιμοποιούμε τη δική μας λογική και να βγάζουμε τα δικά μας συμπεράσματα. Ύστερα από τη διευκρίνιση αυτή, η Αγγλίδα μυθιστοριογράφος εξηγεί τον τρόπο που η ίδια διαβάζει τα βιβλία της βιβλιοθήκης της. Αν παραθέταμε σε αυτό το σύντομο σημειωματάκι τις βασικές θέσεις της θα αδικούσαμε το πυκνό, στοχαστικό και ταυτόχρονα χαριτωμένο πεζό μιας από τις σημαντικότερες δοκιμιακές φωνές της Αγγλίας. Περιοριζόμαστε έτσι στο να αντιγράψουμε από τον τόμο Βιρτζίνια Γουλφ «Δοκίμια» (εκδόσεις Scripta, μετάφραση Αργυρώ Μαντόγλου) το δοξαστικό κλείσιμο του  κειμένου όταν οι αναγνώστες βιβλίων θα εμφανισθούν μπροστά στον Πλάστη για να κριθούν.

     «Ονειρεύομαι μερικές φορές πως τουλάχιστον όταν έρθει η Ημέρα της Κρίσης και τότε όλοι οι σπουδαίοι καταχτητές, οι δικηγόροι, οι πολιτικοί καταφτάσουν για να παραλάβουν τα έπαθλά τους, τα στέμματά τους, τις δάφνες τους, και τα ονόματά τους σκαλισμένα ανεξίτηλα πάνω σε άφθαρτο μάρμαρο, τότε, ο Παντοδύναμος θα στραφεί στον Πέτρο και θα πει, με κάποιο ίχνος ζήλιας, όταν θα μας δει να καταφτάνουμε με τα βιβλία μας στα χέρια, «Ιδού κάποιοι που δεν χρειάζονται κανένα έπαθλο. Τίποτα φυσικά δεν μπορούμε να του απονείμουμε εδώ. Αυτοί λατρέψανε το διάβασμα».

- Κώστας Βούλγαρης, περ. Ο Πολίτης τχ.68-69/ 10, 1999, σ.62.    

          Από τις τελευταίες εκδόσεις.

*VIRGINIA WOOLF, Δοκίμια, μετάφραση Αργυρώ Μαντόγλου, επιμέλεια Σπύρος Τσακνιάς, εκδόσεις Scripta, Αθήνα 1999, σελ. 97.

     Αν κάποιος δεν σταθεί στην εισαγωγή αλλά πάει κατευθείαν στο πρώτο από τα κείμενα του τόμου, πράγμα φυσιολογικό αφού φέρει τον τίτλο Πώς πρέπει να διαβάζει κανείς ένα βιβλίο, σκέφτεται αν υπήρχε κάποιος ιδιαίτερος λόγος για τη μετάφραση του εν λόγω κειμένου στη γλώσσα μας. Έχουμε να κάνουμε με ένα κείμενο που περιλαμβάνει τρόπους να προσλάβουμε την κριτική ενός βιβλίου, μιά από «τα μέσα» ενημέρωση για τα προβλήματα του συγγραφέα, εν γένει οδηγίες προς αναγνώστες και, το κυριότερο, όλα αυτά να επενδύονται, άλλοτε διακριτικά και άλλοτε απροσχημάτιστα, στην κολακεία του αναγνώστη, δηλαδή εκείνου του κοινωνικά και ιδεολογικά αυτάρκους αναγνώστη και συγκεκριμένα, του περί το ’30 Άγγλου μεσοαστού. Ο λόγος είναι αφόρητα περιγραφικός και όταν συναντά τα πραγματικά προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει με βάση το αντικείμενο της συζήτησης, καταφεύγει σε συνεχείς ανούσιες μεταφορές, καταστρέφοντας διά της καταχρήσεως την αναμφισβήτητη σπιρτάδα και χάρη που διαθέτει: Τώρα που τα βιβλία πηγαίνουν στην κριτική, όπως πάνε τα ζώα στο σφαγείο, τώρα που ο κριτικός έχει μόνο ένα λεπτό στη διάθεσή του για να οπλίσει, να στοχεύσει και να πυροβολήσει, πρέπει να συγχωρείται αν ξεγελαστεί και περάσει τα κουνέλια για τίγρεις, και τους αετούς για σπουργίτια ή αν αστοχήσει εντελώς και χάσει τη βολή του πάνω σε κάποια φιλήσυχη αγελάδα που μασάει στο γρασίδι. Αν πέρα από τους ανεύθυνους πυροβολισμούς του τύπου, ο συγγραφέας αισθανόταν πως υπήρχε και κάποιου άλλου είδους κριτική, η γνώμη των ανθρώπων που διαβάζουν από αγάπη για την ανάγνωση, αργά και ερασιτεχνικά και πού κρίνουν αφ’ ενός μεν με μεγάλη συμπάθεια αφ’ ετέρου δε με μεγάλη αυστηρότητα, αυτό δεν θα μπορούσε να βελτιώσει την ποιότητα των γραπτών του;» (1932).

      Στο σημείο αυτό ή έστω μετά το διάβασμα ενός ακόμα δοκιμίου, είναι αναμενόμενη η κίνηση του αναγνώστη προς την εισαγωγή της Αργυρώς Μαντόγλου, αναζητώντας το λόγο που εκδόθηκε το βιβλίο. Και εδώ τα πράγματα αρχίζουν να φωτίζονται, μιάς και η Μαντόγλου διαχωρίζει τη μυθιστοριογράφο από τη δημοσιογράφο Βιρτζίνια Γούλφ: η πρώτη υπέγραφε με το όνομά της, ενώ τα κείμενα της δεύτερης συνήθως είναι ανυπόγραφα και τα περισσότερα γράφονται για βιοποριστικούς λόγους.

     Μα έτσι προκύπτει το ερώτημα: γιατί τα εν λόγω κείμενα να ονομαστούν Δοκίμια και όχι, απλούστατα, Άρθρα; Ας πούμε λοιπόν πώς επρόκειτο για μιά ατυχή επιλογή τίτλου, έστω παραπλανητικού για τον αναγνώστη και άδικου για τη συγγραφέα, που όμως δεν παύει να στεγάζει κάποια κείμενα της Γούλφ. Ακόμα κι έτσι η Μαντόγλου δεν τα θεωρεί πάρεργα της συγγραφέως, αλλά ως πρώτη ύλη μιάς περαιτέρω επεξεργασίας και μάλιστα παρατηρεί πώς πολλά από αυτά οδηγούν σ’ ένα κεφάλαιο κάποιου μυθιστορήματος ή άλλα προετοιμάζουν ένα «κανονικό» δοκίμιο. Με όλα αυτά λοιπόν συνεχίζουμε, συνυπολογίζοντας και το χρόνο δημοσίευσης των κειμένων, αφού δεν πρόκειται για πρωτόλεια αλλά, τα περισσότερα, καλύπτουν τη δημιουργική της περίοδο.

     Τί ψάχνουμε εδώ; Μά τον δημόσιο λόγο της Γούλφ, τη στάση της επί σημαντικών θεμάτων, τα οποία πραγματεύονται τα κείμενά της. Ενδεικτικοί άλλωστε και οι τίτλοι τους: Γυναικεία επαγγέλματα, Καλλιτέχνες και πολιτική, Η παρακμή της δοκιμιογραφίας, Το σύγχρονο μυθιστόρημα… Χαρακτηριστικό είναι το δημοσιευμένο το 1936 κείμενό της Καλλιτέχνες και πολιτική, κείμενο «διμέτωπο», απέναντι στο φασισμό και τον κομμουνισμό, όπου υπερασπίζεται την ανεξαρτησία της τέχνης και του δημιουργού, αντιμετωπίζοντας την εμπλοκή με την πολιτική και τα κοινωνικά δρώμενα ως μιά καταναγκαστική συνθήκη, με την οποία ο δημιουργός πρέπει να συμβιβαστεί και να συνυπάρξει. Ενδεικτική η ακροτελεύτια φράση της: Δυό θεμελιώδεις αρχές για αυτόν διακυβεύονται: Η πρώτη αφορά την επιβίωσή του και η δεύτερη την επιβίωση της τέχνης του.

     Οπωσδήποτε τα κείμενα αυτά της Γούλφ μας βοηθούν να αποκτήσουμε μιά σαφέστερη εικόνα για την προσωπικότητά της, σίγουρα φωτίζουν κάποιες πτυχές του έργου της, αλλά, επί της ουσίας, ελάχιστα μπορούν να πούν σε ένα σημερινό αναγνώστη. Η Αργυρώ Μαντόγλου φαίνεται να γνωρίζει πολύ καλά τη Γούλφ και τον αγγλικό μοντερνισμό, όπως συμπεραίνουμε και από το προσφάτως εκδοθέν μυθιστόρημά της Βιρτζίνια Γούλφ Café, αλλά η αγάπη για μιά συγγραφέα και το ενδιαφέρον για τη γυναικεία θεματική και γραφή δεν αρκούν για να γίνει πραγματικά ενδιαφέρον και ένα βιβλίο σαν το προκείμενο…

-Ορλάντο, (Orlando. A Biography 1928)

Μετάφραση: Αργυρώ Μαντόγλου, Επιμέλεια: Αναστασία Μανταίου, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 5, 2005, σ.368.

-Ορλάντο. Μια Βιογραφία, (Orlando. A Biography 1928)

Μετάφραση-Εισαγωγή-Σημειώσεις: Αργυρώ Μαντόγλου. Επίμετρα: Cleveland B. Chase,  Μαρία DiBattista, Κατερίνα Κίτση- Μυτάκου. Επιμέλεια: Ζωή Μπέλλα- Αρμάου. Διορθώσεις: Μαρία Ράμμου. Την έκδοση σχεδίασε και επιμελήθηκε ο Γιάννης Μάμαης, εκδ. Gutenberg, 11, 2017, σ. 518. Στην Σειρά ALDINA. Διεύθυνση σειράς Ζωή Μπέλλα- Αρμάου. Την Σειρά εμπνεύστηκε και οργάνωσε ο ποιητής Δημήτρης Αρμάος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εισαγωγή

Προλεγόμενα [της Βιρτζίνια Γούλφ]

     Ορλάντο: Μιά βιογραφία

ΚΕΦΑΛΑΙΑ I, II, III, IV,V, VI.

       ΕΠΙΜΕΤΡΑ

1., Cleveland B. Chase, Η κυρία Γούλφ εξερευνά το στοιχείο του «χρόνου» στις ανθρώπινες σχέσεις.

2., Maria DiBattista, [Εισαγωγικό κείμενο στην έκδοση του Ορλάντο από τον εκδοτικό οίκο Harcourt, Inc (2006)]

3., Κατερίνα Κίτση- Μυτάκου, Ορλάντο: Το έργο

Βιβλιογραφία

Χρονοβιογραφία

Φωτογραφικό υλικό 

Βλέπε:

Θοδωρής Αντωνόπουλος, ηλεκτρονική εφημερίδα LIFO 30/10/ 2020. ««Ορλάντο». Ένας διαχρονικός ήρωας γένους ουδετέρου».

*Διευκρινιστικά:

     Η έκδοση αυτή της σειράς ALDINA των εκδόσεων Gutenberg είναι εξαιρετική. Από αισθητικής πλευράς, από τυπογραφικής και εκδοτικής επίσης. Δεν χρειάζονται ειδικές εκδοτικές συστάσεις για να διαπιστώσει ο αναγνώστης που κρατά στα χέρια του τον τόμο ότι στάθηκε τυχερός που το αγόρασε ή το προμηθεύτηκε για να το δωρίσει. Η μετάφραση είναι μάλλον τελειωτική για το συγκεκριμένο έργο της Β. Γούλφ. Η δουλειά της Αργυρώς Μαντόγλου όχι μόνο η μεταφραστική αλλά και τα προλεγόμενα, η εισαγωγή και τα κείμενα και των υπολοίπων συμμετεχόντων συγγραφέων δεν χρειάζονται σχολιασμό παρά μόνο θαυμασμό και ανάγνωση. Η πρώτη μεταφραστική έκδοση των εκδόσεων «Ελληνικά Γράμματα» εξαντλημένη από καιρό δεν συγκρίνεται. Όλοι και όλες και όλα συντείνουν στο τελικό θαυμάσιο εκδοτικό αποτέλεσμα το οποίο ενδέχεται να αργήσει να ξεπεραστεί για το συγκεκριμένο ιδιαίτερο μυθιστόρημα της Βιρτζίνιας Γούλφ.

     «Η ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ (Virginia Woolf) είναι η συγγραφέας η οποία, καθώς γράφει η βιογράφος της Hermione Lee, «όπως ο Σαίξπηρ, προσφέρεται για πολλαπλές ερμηνείες» (1). Και πράγματι, παρά τις εξαντλητικές αναγνώσεις, στη ζωή και το έργο της συνεχίζουν να υπάρχουν πλήθος αδιαφανών σημείων. Αυτό οφείλεται εν μέρει στους μύθους που δημιουργήθηκαν μετά το θάνατό της και αφορούν στην προσωπικότητά της αλλά και στο τεράστιο σε όγκο και ποιότητα έργο της. Η αρχική εικόνα της εύθραυστης και εκκεντρικής συγγραφέως, φιλολογικών πορτρέτων και ημερολογίων, μεταβλήθηκε με την πάροδο του χρόνου στην εικόνα της τελειοθηρικής επαγγελματία, της δραστήριας και τολμηρής φεμινίστριας που όχι μόνο υπηρέτησε τις αρχές του νεωτερικού κινήματος, αλλά συνέβαλε και στην εδραίωσή του.

    Οι είκοσι τέσσερις τόμοι των Ημερολογίων της συνετέλεσαν στη δημιουργία αυτού του μύθου. Μια σχεδόν σύγχρονη φωνή μας απευθύνεται μέσα από τις σελίδες τους, που αποτελούν το «βαρόμετρο» των συναισθημάτων της, την «αποθήκη των αναμνήσεών» αλλά και σχόλιο για την εξέλιξη του έργου της, μολονότι, ακόμη κι εκεί, μοιάζει κάποιες στιγμές να απομακρύνεται, να κρύβει το πρόσωπό της, τη συγκίνηση και το θυμό της. Προφητικά έγραφε: «Οι συγγραφείς που θαυμάζουμε έχουν κάποιο στοιχείο άπιαστο, ακαθόριστο, αινιγματικό και απρόσωπο. Κορυφώνονται αργά και από το ύψος τους λάμπουν» 2.- χωρίς να γνωρίζει βεβαίως σε ποιό βαθμό αυτό αφορούσε και την ίδια».

          Από την Εισαγωγή σ. 9-10. 

Ας δώσουμε τα ονόματα ορισμένων ακόμα μεταφραστών που ασχολήθηκαν με τον «Ορλάνδο».

-Ορλάντο. Μιά Βιογραφία, Μετάφραση: Αναστασία Λιναρδάκη, Πρόλογος: Αλέξανδρος Φοίβος, εκδ. Αστάρτη, 12, 1980/ 1, 1984, σ.248./ 1993.

Βλέπε: -εφ. Τα Νέα 26/5/1984

-Ορλάντο,

Μετάφραση: Θανάσης Χατζόπουλος. Πρόλογος: Κλερ Μαρί- Πεσκιέ, εκδ. Κέδρος, 1999, σ.80 (Διασκευή)

Βλέπε: -Κωστής Παπαγιώργης, περ. Αθηνόραμα τχ. 1175/ 16-4-1999, σ. 62

-Ορλάντο, (ORLANDO: A BIOGRAPHY)

Μετάφραση- Σημειώσεις: Αλέξανδρος Ίσαρης, Διασκευή: Ιώ Βουλγαράκη.  Γλωσσική & υφολογική επιμέλεια: Νίκος Μαθιουδάκης, Παναγιώτης Μιχαλόπουλος. Σχεδιασμός έκδοσης: Ιωάννης Κ. Τσίγκας. εκδ. Κάπα εκδοτική, 12, 2017, σ.38.

Σημείωση:

Περιλαμβάνει: Αλέξανδρος Ίσαρης, Σημειώσεις για μια παράσταση, σ.6-9.- ΟΡΛΑΝΤΟ, Σκηνές Έξι, σ.11-32.- Ιώ Βουλγαράκη, Ορλάντο: η ευφορία της ύπαρξης και η ανθρώπινη ειμαρμένη, σ.34-36 

Διαβάζουμε από την σελίδα 38: «Η μετάφραση έγινε για την παράσταση Ορλάντο που ανέβηκε τον Σεπτέμβριο του 2017 στο Μικρό Θέατρο Μονής Λαζαριστών στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη σε σκηνοθεσία της Ιώς Βουλγαράκη. Η παράσταση επαναλήφθηκε τον Οκτώβριο του 2017 στο “Skrow Theater” στην Αθήνα.

Συντελεστές: Ερμηνεία: Ορλάντο, ΑΜΑΛΙΑ ΚΑΒΑΛΗ.- Μετάφραση: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΙΣΑΡΗΣ.- Διασκευή-Σκηνοθεσία: ΙΩ ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗ.- Σκηνικός χώρος-Κοστούμια: ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ.- Φωτισμοί: KAROL JAREK.- Ηχητικό μοτίβο του Ύπνου: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΤΣΑΡΟΣ.- Σχεδιασμός κομμώσεων: ALEX SCISSORS.- Σχεδιασμός μακιγιάζ: MARINA STAT.- Φωτογραφίες παράστασης: ΚΙΚΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ.

--

-Ο κύριος Μπένετ και η κυρία Μπράουν και άλλα κείμενα για την τέχνη της γραφής,

Μετάφραση-Πρόλογος: Αργυρώ Μαντόγλου. Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Καραδήμας. Σελιδοποίηση- Σχεδιασμός εξωφύλλου: Ιάκωβος Ψαρίδης, εκδ. Μίνωας, 1, 2016, σ.152

Περιεχόμενα

Πρόλογος, 9-, -1., Ο κύριος Μπένετ και η κυρία Μπράουν, 25-, -2., Ο καλλιτέχνης και η πολιτική, 63-, -3., Πίνακες, 70-, -4., Πώς πρέπει να διαβάζει κανείς ένα βιβλίο;, 79-, -5., Γυναικεία επαγγέλματα, 102-, -6., Το σύγχρονο μυθιστόρημα, 113-, -7., Η παρακμή της αρθρογραφίας, 128-, -8., Προσωπικότητες, 135-. Βιρτζίνια Γουλφ- Σύντομο βιογραφικό, 145. –Σημειώσεις, 147.

      «Όποιος επιχειρήσει να ερευνήσει τη σχέση ανάμεσα στη Βιρτζίνια Γούλφ τη μυθιστοριογράφο και στη Βιρτζίνια Γούλφ την αρθρογράφο και δοκιμιογράφο δεν θα διακρίνει αρχικά πολλές ομοιότητες. Η πρώτη υπήρξε μία από τις ηγετικές μορφές στην ιστορία του νεωτερικού κινήματος, ενώ η άλλη ήτα κατά κύριο λόγο μια δημοσιογράφος που της ανέθεταν να γράφει άρθρα για εφημερίδες και δοκίμια για περιοδικά επ’ αμοιβή. Η πρώτη ήταν συγγραφέας απαιτητικών λογοτεχνικών έργων, ενώ η δεύτερη έγραφε για βιοπορισμό. Η πρώτη υπέγραφε ως Βιρτζίνια Γούλφ, ενώ η δεύτερη δημοσίευε τα κείμενά της ανώνυμα, ιδιαίτερα τα άρθρα της στο Times Literary Supplement. Η μία έχει μελετηθεί επαρκώς από ακαδημαϊκούς και κριτικούς, ενώ αντιθέτως, η άλλη δεν έχει γίνει ευρύτερα γνωστή και για πολλούς θεωρείται συμπληρωματική της πρώτης, κάτι σαν πηγή πληροφόρησης και διαφώτισης προκειμένου να κατανοηθεί καλύτερα το πεζογραφικό της έργο, που θεωρείται εν γένει δυσνόητο, σκοτεινό και γεμάτο αμφισημίες.»

      Από τον Πρόλογο σ.9.

     Εν κατακλείδι, συγκεντρώνοντας βιβλιογραφικά στοιχεία και άλλες πληροφορίες και διαβάζοντας εκ νέου το έργο της Βιρτζίνια Γούλφ, το πεζό και το δοκιμιακό, στο δεύτερο αυτό σημείωμα να αναφέρουμε εν συντομία τα εξής: -Τον Μάρτιο του 1991, από το «Θεατρικό Αναλόγιο» η θεατρική ομάδα του ΔΗΠΕΘΕ ΠΑΤΡΑΣ, ανεβάζει σε μετάφραση Άρη Μπερλή το έργο  «Τα Κύματα» της Βιρτζίνια Γούλφ. Η ηθοποιός Μάγια Λυμπεροπούλου, ο Άρης Λεμπεσόπουλος, ο Θοδωρής Γκόνης, η Γιάννα Νικολοπούλου, ο Λεωνίδας Κακούρης και άλλοι δίνουν ένα διήμερο θεατρικού ρεσιτάλ. -Στο Θέατρο «Αυλωνίτη»- «Ροές» ο σκηνοθέτης Γιάννης Ιορδανίδης ανεβάζει το έργο «Βιρτζίνια» της Έντνα Ο’ Μπράιαν. Δεκέμβρης 1999. Τον ομώνυμο ρόλο ερμηνεύει η ηθοποιός Δήμητρα Χατούπη. Το Πάσχα της ίδιας χρονιάς η σκηνοθέτης Ρούλα Πατεράκη ανεβάζει στο «Απλό Θέατρο» Νέα Σκηνή, το έργο της Β. Γ. «Ορλάνδο», τον ομώνυμο ρόλο υποδύεται η ηθοποιός Μάνια Παπαδημητρίου. Όσον αφορά τις κινηματογραφικές οθόνες, ξεχώρισε η ταινία «Ορλάντο» σε σενάριο και σκηνοθεσία Σάλι Πότερ. Άνοιξη του 1993. Η αμερικάνικη ταινία «Κυρία Ντάλλογουέη/ Βιρτζίνια Γουλφ» σε σκηνοθεσία Μαρλίν Γκόρις η ταινία προβλήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1998. Τέλος, όπως όλοι μας παρακολουθήσαμε την περίοδο 2002-2003 την ταινία «ΟΙ ΩΡΕΣ» του σκηνοθέτη Στίβεν Ντάλτρι, με την τριάδα των ηθοποιών Μέριλ Στριπ, Νικόλ Κίντμαν, Τζούλιαν Μουρ, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Μάικ Κούνινγκχαμ που είχε κυκλοφορήσει στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Νέα Σύνορα- Λιβάνης». Εξαντλημένο στο εμπόριο.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς, 

Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024.

Ευχαριστώ την κυρία Αργυρώ Μαντόγλου για την άδεια αναδημοσίευσης του κειμένου της.

ΥΓ. Και μία πολιτική επισήμανση των βουλευτικών πολιτικών καιρών μας. Μα κανείς από τους φωτισμένους μας βουλευτές διαπαραταξιακά δεν γνώριζε ή δεν ενημερώθηκε ότι ο μεγάλος έλληνας συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης δεν έτρεφε και τα καλύτερα συναισθήματα για τους GAY. Και τον μνημόνευαν ομού πανηγυρικά διαρκώς; Δεν έχουν διαβάσει στο πως αναφέρεται στα μυθιστορήματά του για τα περιβόητα «Γιουσουφάκια»;

 

Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2024

Η γιορτή της Ελληνικής γλώσσας

 

         Η γιορτή της Ελληνικής γλώσσας

 

              Σεφέρης και Δημοτική γλώσσα

 

Η 9 Φεβρουαρίου, ημέρα που πέθανε ο Διονύσιος Σολωμός, ΕΠΕΛΈΓΗ 

για να εορτάζεται  ως ημέρα της ελληνικής γλώσσας. 

Η ελληνική γλώσσα είναι μία. Αρχίζει από τον Όμηρο διασχίζει τους αιώνες,  μεταλλάσσεται και φτάνει μέχρι σήμερα. Σε όλους αυτούς τους 25 αιώνες, λέει ο Ελύτης δεν έπαψε ποτέ να γράφεται ποίηση. 

Ο Πολιτισμός της γλώσσας είναι αυτός που παραμένει και έχει φωνή … μας μιλάει και ακούμε τα μηνύματα του κάθε καιρού μέσα από αυτές τις λέξεις τα μαύρα ρίγη

Ο Ανρί Τονέ θεωρεί ότι η ελληνική γλώσσα γράφεται 1500 χρόνια π.Χ. και από ακόμη πιο παλιά. 1.

Τον 19ο αιώνα, για λόγους εθνικούς η Καθαρεύουσα επιλέγεται, κατασκευάζεται και επιβάλλεται, για να αποδείξει την καταγωγή μας από τους αρχαίους προγόνους μας, κόντρα στα μισελληνικά κηρύγματα του Γερμανού Φαλμεράυερ. Είναι μια γλώσσα τεχνητή, επιλέγεται ως η επίσημη ελληνική, στη δημόσια διοίκηση και διδάσκεται στα σχολεία. Έτσι ο Έλληνας έχει μία γλώσσα επίσημη, την οποία καθόλου δεν καταλαβαίνει ο απλός λαός και άλλη μία την οποία χρησιμοποιεί στην καθημερινή ζωή του.   

Ο Διονύσιος Σολωμός μέσα από την ποίησή του θα κάνει αγώνα για να κατακτήσει τη γλώσσα του λαού του, της μάνας του, της Ζακύνθου. Να δαμάσει όχι τις λέξεις αλλά το αίσθημα που περικλείουν. Λέξεις της μητρικής του γλώσσας που κοιμούνται στη μνήμη και ξυπνούν στους στίχους. Ο Σολωμός πέθανε το 1857. Δύο χρόνια μετά, το 1859, θα γεννηθεί ο Κωστής Παλαμάς, και λίγα χρόνια μετά η Νέα Αθηναϊκή Σχολή, η Σχολή του 1880 ή του Παλαμά όπως είναι γνωστή με αίτημα τη γλώσσα τη δημοτική.   

Το αδιέξοδο θα οδηγήσει σε αιματοκυλίσματα και οδομαχίες. Είναι γνωστά τα Ορεστειακά (1903) και τα Ευαγγελικά (1901), αλλά η αναγνώριση της δημοτικής θα γίνει τελικά, έστω κι αν χρειαστούν πολλά ακόμα χρόνια για να φτάσει και στη γλώσσα της Διοίκησης, της Εξουσίας, των θεσμών.  Πρωτοπόροι σ’ αυτούς τους αγώνες είναι πάντα οι ποιητές.  

Και θα φτάσουμε στην περίφημη  γενιά του τριάντα που ανάμεσα στους στόχους της για την ανανέωση της ποίησης ήταν να μιλήσουν για ελληνικότητα και να προβάλουν την δημοτική γλώσσα. Όσοι συνοδοιπόροι της γενιάς, γράφουν στη δημοτική. 

Η ελληνικότητα πήρε με τον Σεφέρη τη μορφή του «καημού της Ρωμιοσύνης». Μέσα σ’ αυτό το κλίμα ο Σεφέρης θα ασχοληθεί με το έργο του Μακρυγιάννη και του Θεόφιλου, ο Ελύτης επίσης με το έργο του Θεόφιλου, του Παπαδιαμάντη, του Κάλβου…

Η ελληνικότητα λοιπόν συνδέθηκε κυρίως με τους λογοτέχνες της γενιάς του ’30, οι οποίοι ήταν εκπρόσωποι της αστικής τάξης, με ευρωπαϊκή παιδεία,  ορισμένη νοοτροπία, συγκεκριμένη  αισθητική και ιδεολογία,  ασπάζονταν το δημοτικισμό και γενικά ήταν φιλελεύθεροι, Βενιζελικοί, όπως ήταν και ο Ελύτης και ο Σεφέρης και ο Θεοτοκάς. Παράλληλα, ήθελαν  να κάνουν έργα ευρωπαϊκά, χωρίς όμως να χάσουν την επαφή τους με τις ελληνικές ρίζες. Έτσι, η γενιά του ’30, όπως επικράτησε να λέγεται, περιελάμβανε κυρίως λογοτέχνες, που ανήκαν στον κύκλο του περιοδικού Τα Νέα Γράμματα, ανάμεσά τους  και οι πεζογράφοι Άγγελος Τερζάκης, Κοσμάς Πολίτης, Τάσος Αθανασιάδης,  Στράτης Μυριβήλης κ.ά. 

Η δυσαρέσκεια του Καραντώνη, του επίσημου κριτικού και απολογητή της γενιάς του τριάντα, για τη γλώσσα του Εμπειρίκου και του Εγγονόπουλου (επειδή ήταν γλώσσα σχεδόν καθαρεύουσα) , επεκτεινόταν και σ’ εκείνους που είχαν σε εκτίμηση τον Κάλβο και τον Καβάφη. Η καθαρεύουσα επίσης ενοχλούσε και τον Αιμ. Χουρμούζιο, ο οποίος απέδιδε στη γλώσσα τη στροφή των νέων στον υπερρεαλισμό. 2. Ο υπερρεαλισμός όμως εκείνη τη στιγμή ήταν το κλειδί που άνοιγε νέους δρόμους στην ποίηση, ελευθέρωνε τη γλώσσα, καταργούσε τους κανόνες της παραδοσιακής λογικής, εισχωρούσε στον κόσμο του ενστίκτου και υποσυνειδήτου,  προεξέτεινε το όνειρο στην πραγματικότητα, έπαιρνε διαστάσεις μέσα στην  υπερπραγματικότητα.

Όμως, όπως μας λέει ο Γιώργος Σεφέρης, Το ύφος είναι ο άνθρωπος και ο κάθε άνθρωπος έχει τη δική του γλώσσα και διακρίνεται από κάποιον άλλο. 

Ο Σεφέρης αισθάνεται δυσάρεστη παρείσφρηση των μιξοβάρβαρων ιδιωμάτων που σφυρίζουν γύρω μας και για παράδειγμα ορθότητας, αλλά κυρίως ειλικρίνειας, θα φέρει τα λόγια του Στρατηγού Μακρυγιάννη … «Για κείνο έμαθα γράμματα στα γεράματα και κάνω αυτό το γράψιμο το απελέκητο» …

Ο Σεφέρης θα επικαλεστεί τον Ρασίν που κράτησε ένα λεξιλόγιο 5000 λέξεων από τη γαλλική παράδοση, τον Σαίξπηρ με κάτι ανάλογο από την Αγγλική, και φτάνει σε μας που μπορούμε να τους πάρουμε για παράδειγμα αλλά από τους πολλούς θα καταλήξει στους τρεις. Σολωμό, Κάλβο και Καβάφη. Αυτοί οι τρεις δεν γνώριζαν καλά τη γλώσσα αλλά έκαναν αγώνα για να την μάθουν. Τη γλώσσα την ελληνική, την τρέχουσα της εποχής, την οποία αλλιώς τη μιλάει ο Σολωμός και αλλιώς ο Καβάφης που έρχεται από την άλλη άκρη του Ελληνισμού, από την περιφέρεια.  Το σημαντικό είναι, λέει ο Σεφέρης,  ότι δεν άρχισαν από τον Κρυστάλλη, π.χ. που αυτός μιλάει τη γλώσσα του λαού, αλλά άρχισαν από Σολωμό και μάλιστα από το έργο του Η γυναίκα της Ζάκυθος… Επειδή ο Σολωμός έφυγε μικρό παιδάκι και πήγε στην Ιταλία για να σπουδάσει έμαθε, μιλούσε και έγραφε στα Ιταλικά. 3. 

Όταν ήρθε στην Ελλάδα πάλεψε πολύ καιρό ανάμεσα στην Ιταλική και την Ελληνική έκφραση. «Γιατί ήταν ένας άνθρωπος που ήξερε να κλείσει τα πράγματα μέσα στην ψυχή του. Δεν παράγουμε πολλούς τέτοιους ανθρώπους». Chiudi nella tua anima la Grecia (o altra cosa)…».

Ο Ελύτης γράφει στα Ανοιχτά Χαρτιά για τον Διονύσιο Σολωμό ότι είναι «Ένας από τους πέντε δέκα μεγαλύτερους ποιητές σ’ όλον τον κόσμο και σ’ όλους τους αιώνες». Τον θαυμάζει, τον σέβεται και τον  βάζει μέσα στο έργο του με στίχους του, με λέξεις του, με την αύρα του γενικώς… 

Οι λέξεις έχουν σημασία…

Ο Νοβάλις και ο Μαλαρμέ θεωρούσαν το αλφάβητο ως το μεγαλύτερο ποιητικό έργο. 4. Ένας κατάλογος κρασιών (Βιαζέμσκι), μια απογραφή των ρούχων του τσάρου (Γκόγκολ), ένας πίνακας δρομολογίων (ο Πάστερνακ), ένας λογαριασμός καθαριστηρίου (Κρουσένιξ), 

Ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης θεωρεί ότι το πιο συναρπαστικό μυθιστόρημα είναι ένα λεξικό της ελληνικής γλώσσας…

Ο αναγνώστης ενός ποιήματος ή ο παρατηρητής ενός πίνακα έχουν ισχυρή επίγνωση δύο ειδών τάξεων: του παραδοσιακού κανόνα και της καλλιτεχνικής καινοτροπίας ως παρέκκλισης από αυτόν τον κανόνα.  Μόνο στο φόντο της παράδοσης συλλαμβάνεται ο νεωτερισμός. 

Δεν θα μπορούσαμε να φύγουμε από το θέμα «Γλώσσα» χωρίς να αναφέρουμε τον εμβληματικό Ψαλμό Β΄, από την ενότητα «Τα Πάθη» του έργου Το Άξιον Εστί,  όπου ο ποιητής μιλάει για τη γλώσσα, για τον Όμηρο, για την Ελλάδα -στεριά και θάλασσα- για τους αγώνες, για τους  θεούς,  για τους προγόνους, για την Επανάσταση,  για τη θρησκεία, για τον Σολωμό και τα «Πρώτα λόγια του Ύμνου».  

Ποίηση ω Αγία μου , λέει ο Ελύτης, εμείς ας πούμε:  γλώσσα μου ω Αγία μου . Είναι το εργαλείο που δούλεψαν όλοι οι πρόγονοι για να το βρούμε εμείς έτοιμο για να το χρησιμοποιήσουμε. Γι’ αυτό πρέπει να το σεβόμαστε, να το αγαπάμε και να το προσέχουμε. 

Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα, ρωτά ρητορικά ο Σολωμός, Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου, προσθέτει τέσσερις φορές  ο Ελύτης, θέτοντας τους ακρογωνιαίους λίθους της Ποίησής του… 

--

 1., Henri Tonnet, Ιστορία της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Η διαμόρφωσή της, Μετάφραση: Μαρίνα Καραμάνου, Πάνος Λιαλιάτσης, , επιμέλεια: Χριστόφορος Χαραλαμπάκης,, εκδ. Δημήτρης Ν.  Παπαδήμας 1993. 

2., Vitti, Γενιά, σελ. 141. Σημ. 39. 3.

3., Δοκιμές, α΄, «Ελληνική Γλώσσα», σελ. 64-76, Κείμενο που έγραψε στην Κορυτσά στις 27 του Γενάρη 1937.

4.,  Ρόμαν Γιάκομπσον, Δοκίμια για τη γλώσσα και τη λογοτεχνία, Εισαγωγή- Μετάφραση Άρης Μπερλής, ΕΣΤΙΑ, 1998, σελ. 127.

Ανθούλα Δανιήλ, Δρ Φιλολογίας, Κριτικός Λογοτεχνίας, συγγραφέας

Ομιλία που εκφωνήθηκε Πέμπτη 15/2/2024, στην πρωινή εκπομπή «Κάθε μέρα νέα μέρα» του ραδιοφωνικού Σταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Πειραιάς 22/2/2024.

 

 

Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2024

Έφυγε από την ζωή ο ποιητής και μεταφραστής Γιώργος Μπλάνας

 

Μνήμη ποιητή και μεταφραστή Γιώργου Μπλάνα

(Αιγάλεω 1959- Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2024)
  

This is the end

Beautiful friend

This is the end

My only friend, the end

Of our elaborate plans, the end

Of everything that stands, the end

No safety or surprise, the end

I'll never look into your eyes...again

Can you picture what will be

So limitless and free

Desperately in need...of some...stranger's hand

In a...desperate land

Lost in a Roman...wilderness of pain

And all the children are insane

All the children are insane

Waiting for the summer rain, yeah

There's danger on the edge of town

Ride the King's highway, baby

Weird scenes inside the gold mine

Ride the highway west, baby

Ride the snake, ride the snake

To the lake, the ancient lake, baby

The snake is long, seven miles

Ride the snake...he's old, and his skin is cold

The west is the best The west is the best

Get here, and we'll do the rest

The blue bus is callin' us

The blue bus is callin' us

Driver, where you taken' us

The killer awoke before dawn, he put his boots on

He took a face from the ancient gallery

And he walked on down the hall

He went into the room where his sister lived, and...then he

Paid a visit to his brother, and then he

He walked on down the hall, and

And he came to a door...and he looked inside

Father, yes son, I want to kill you

Mother...I want to...WAAAAAA

 C'mon baby,--------- No "take a chance with us"

C'mon baby, take a chance with us

C'mon baby, take a chance with us

And meet me at the back of the blue bus

Doin' a blue rock

On a blue bus

Doin' a blue rock

C'mon, yeah

Kill, kill, kill, kill, kill, kill

This is the end

Beautiful friend

This is the end

My only friend, the end

It hurts to set you free

But you'll never follow me

The end of laughter and soft lies

The end of nights we tried to die

This is the end.

      THE END,

     THE  DOORS

 

Πειραιάς 19/2/2024