Η γιορτή της Ελληνικής γλώσσας
Σεφέρης και Δημοτική γλώσσα
Η 9 Φεβρουαρίου, ημέρα που πέθανε ο Διονύσιος
Σολωμός, ΕΠΕΛΈΓΗ
για να εορτάζεται ως ημέρα της ελληνικής
γλώσσας.
Η ελληνική γλώσσα είναι μία. Αρχίζει από τον
Όμηρο διασχίζει τους αιώνες, μεταλλάσσεται και φτάνει μέχρι σήμερα. Σε
όλους αυτούς τους 25 αιώνες, λέει ο Ελύτης δεν έπαψε ποτέ να γράφεται
ποίηση.
Ο Πολιτισμός της γλώσσας είναι αυτός που
παραμένει και έχει φωνή … μας μιλάει και ακούμε τα μηνύματα του κάθε καιρού
μέσα από αυτές τις λέξεις τα μαύρα ρίγη.
Ο Ανρί Τονέ θεωρεί ότι η ελληνική γλώσσα
γράφεται 1500 χρόνια π.Χ. και από ακόμη πιο παλιά. 1.
Τον 19ο αιώνα, για λόγους
εθνικούς η Καθαρεύουσα επιλέγεται, κατασκευάζεται και επιβάλλεται, για να
αποδείξει την καταγωγή μας από τους αρχαίους προγόνους μας, κόντρα
στα μισελληνικά κηρύγματα του Γερμανού Φαλμεράυερ. Είναι μια γλώσσα τεχνητή,
επιλέγεται ως η επίσημη ελληνική, στη δημόσια διοίκηση και διδάσκεται στα
σχολεία. Έτσι ο Έλληνας έχει μία γλώσσα επίσημη, την οποία καθόλου δεν
καταλαβαίνει ο απλός λαός και άλλη μία την οποία χρησιμοποιεί στην καθημερινή
ζωή του.
Ο Διονύσιος Σολωμός μέσα από την ποίησή του θα
κάνει αγώνα για να κατακτήσει τη γλώσσα του λαού του, της μάνας του, της
Ζακύνθου. Να δαμάσει όχι τις λέξεις αλλά το αίσθημα που περικλείουν. Λέξεις της
μητρικής του γλώσσας που κοιμούνται στη μνήμη και ξυπνούν στους στίχους. Ο
Σολωμός πέθανε το 1857. Δύο χρόνια μετά, το 1859, θα γεννηθεί ο Κωστής Παλαμάς,
και λίγα χρόνια μετά η Νέα Αθηναϊκή Σχολή, η Σχολή του 1880 ή του Παλαμά όπως
είναι γνωστή με αίτημα τη γλώσσα τη δημοτική.
Το αδιέξοδο θα οδηγήσει σε αιματοκυλίσματα και
οδομαχίες. Είναι γνωστά τα Ορεστειακά (1903) και τα Ευαγγελικά
(1901), αλλά η αναγνώριση της δημοτικής θα γίνει τελικά, έστω κι αν χρειαστούν
πολλά ακόμα χρόνια για να φτάσει και στη γλώσσα της Διοίκησης, της Εξουσίας,
των θεσμών. Πρωτοπόροι σ’ αυτούς τους αγώνες είναι πάντα οι
ποιητές.
Και θα φτάσουμε στην περίφημη γενιά του
τριάντα που ανάμεσα στους στόχους της για την ανανέωση της ποίησης ήταν να
μιλήσουν για ελληνικότητα και να προβάλουν την δημοτική γλώσσα. Όσοι
συνοδοιπόροι της γενιάς, γράφουν στη δημοτική.
Η ελληνικότητα πήρε με τον Σεφέρη τη μορφή του
«καημού της Ρωμιοσύνης». Μέσα σ’ αυτό το κλίμα ο Σεφέρης θα ασχοληθεί με το
έργο του Μακρυγιάννη και του Θεόφιλου, ο Ελύτης επίσης με το έργο του Θεόφιλου,
του Παπαδιαμάντη, του Κάλβου…
Η ελληνικότητα λοιπόν συνδέθηκε κυρίως με
τους λογοτέχνες της γενιάς του ’30, οι οποίοι ήταν εκπρόσωποι της αστικής
τάξης, με ευρωπαϊκή παιδεία, ορισμένη νοοτροπία, συγκεκριμένη
αισθητική και ιδεολογία, ασπάζονταν το δημοτικισμό και γενικά ήταν
φιλελεύθεροι, Βενιζελικοί, όπως ήταν και ο Ελύτης και ο Σεφέρης και ο Θεοτοκάς.
Παράλληλα, ήθελαν να κάνουν έργα ευρωπαϊκά, χωρίς όμως να χάσουν την
επαφή τους με τις ελληνικές ρίζες. Έτσι, η γενιά του ’30, όπως επικράτησε να
λέγεται, περιελάμβανε κυρίως λογοτέχνες, που ανήκαν στον κύκλο του περιοδικού Τα
Νέα Γράμματα, ανάμεσά τους και οι πεζογράφοι Άγγελος Τερζάκης, Κοσμάς
Πολίτης, Τάσος Αθανασιάδης, Στράτης Μυριβήλης κ.ά.
Η δυσαρέσκεια του Καραντώνη, του επίσημου
κριτικού και απολογητή της γενιάς του τριάντα, για τη γλώσσα του Εμπειρίκου και
του Εγγονόπουλου (επειδή ήταν γλώσσα σχεδόν καθαρεύουσα) , επεκτεινόταν και σ’
εκείνους που είχαν σε εκτίμηση τον Κάλβο και τον Καβάφη. Η καθαρεύουσα επίσης
ενοχλούσε και τον Αιμ. Χουρμούζιο, ο οποίος απέδιδε στη γλώσσα τη στροφή των
νέων στον υπερρεαλισμό. 2. Ο υπερρεαλισμός όμως εκείνη τη στιγμή ήταν το κλειδί
που άνοιγε νέους δρόμους στην ποίηση, ελευθέρωνε τη γλώσσα, καταργούσε τους
κανόνες της παραδοσιακής λογικής, εισχωρούσε στον κόσμο του ενστίκτου και
υποσυνειδήτου, προεξέτεινε το όνειρο στην πραγματικότητα, έπαιρνε
διαστάσεις μέσα στην υπερπραγματικότητα.
Όμως, όπως μας λέει ο Γιώργος Σεφέρης, Το
ύφος είναι ο άνθρωπος και ο κάθε άνθρωπος έχει τη δική του γλώσσα και
διακρίνεται από κάποιον άλλο.
Ο Σεφέρης αισθάνεται δυσάρεστη παρείσφρηση των
μιξοβάρβαρων ιδιωμάτων που σφυρίζουν γύρω μας και για παράδειγμα ορθότητας,
αλλά κυρίως ειλικρίνειας, θα φέρει τα λόγια του Στρατηγού Μακρυγιάννη … «Για
κείνο έμαθα γράμματα στα γεράματα και κάνω αυτό το γράψιμο το απελέκητο» …
Ο Σεφέρης θα επικαλεστεί τον Ρασίν που κράτησε
ένα λεξιλόγιο 5000 λέξεων από τη γαλλική παράδοση, τον Σαίξπηρ με κάτι ανάλογο
από την Αγγλική, και φτάνει σε μας που μπορούμε να τους πάρουμε για παράδειγμα
αλλά από τους πολλούς θα καταλήξει στους τρεις. Σολωμό, Κάλβο και Καβάφη. Αυτοί
οι τρεις δεν γνώριζαν καλά τη γλώσσα αλλά έκαναν αγώνα για να την μάθουν. Τη
γλώσσα την ελληνική, την τρέχουσα της εποχής, την οποία αλλιώς τη μιλάει ο
Σολωμός και αλλιώς ο Καβάφης που έρχεται από την άλλη άκρη του Ελληνισμού, από
την περιφέρεια. Το σημαντικό είναι, λέει ο Σεφέρης, ότι δεν άρχισαν
από τον Κρυστάλλη, π.χ. που αυτός μιλάει τη γλώσσα του λαού, αλλά άρχισαν από
Σολωμό και μάλιστα από το έργο του Η γυναίκα της Ζάκυθος… Επειδή ο
Σολωμός έφυγε μικρό παιδάκι και πήγε στην Ιταλία για να σπουδάσει έμαθε,
μιλούσε και έγραφε στα Ιταλικά. 3.
Όταν ήρθε στην Ελλάδα πάλεψε πολύ καιρό ανάμεσα
στην Ιταλική και την Ελληνική έκφραση. «Γιατί ήταν ένας άνθρωπος που ήξερε να
κλείσει τα πράγματα μέσα στην ψυχή του. Δεν παράγουμε πολλούς τέτοιους
ανθρώπους». Chiudi nella tua anima la Grecia (o altra cosa)…».
Ο Ελύτης γράφει στα Ανοιχτά Χαρτιά για
τον Διονύσιο Σολωμό ότι είναι «Ένας από τους πέντε δέκα μεγαλύτερους ποιητές σ’
όλον τον κόσμο και σ’ όλους τους αιώνες». Τον θαυμάζει, τον σέβεται και
τον βάζει μέσα στο έργο του με στίχους του, με λέξεις του, με την αύρα
του γενικώς…
Οι λέξεις έχουν σημασία…
Ο Νοβάλις και ο Μαλαρμέ θεωρούσαν το αλφάβητο ως
το μεγαλύτερο ποιητικό έργο. 4. Ένας κατάλογος κρασιών (Βιαζέμσκι), μια
απογραφή των ρούχων του τσάρου (Γκόγκολ), ένας πίνακας δρομολογίων (ο
Πάστερνακ), ένας λογαριασμός καθαριστηρίου (Κρουσένιξ),
Ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης θεωρεί ότι το πιο
συναρπαστικό μυθιστόρημα είναι ένα λεξικό της ελληνικής γλώσσας…
Ο αναγνώστης ενός ποιήματος ή ο παρατηρητής ενός
πίνακα έχουν ισχυρή επίγνωση δύο ειδών τάξεων: του παραδοσιακού κανόνα και της
καλλιτεχνικής καινοτροπίας ως παρέκκλισης από αυτόν τον κανόνα. Μόνο στο
φόντο της παράδοσης συλλαμβάνεται ο νεωτερισμός.
Δεν θα μπορούσαμε να φύγουμε από το θέμα
«Γλώσσα» χωρίς να αναφέρουμε τον εμβληματικό Ψαλμό Β΄, από την ενότητα «Τα
Πάθη» του έργου Το Άξιον Εστί, όπου ο ποιητής μιλάει για τη
γλώσσα, για τον Όμηρο, για την Ελλάδα -στεριά και θάλασσα- για τους αγώνες, για
τους θεούς, για τους προγόνους, για την Επανάσταση, για τη
θρησκεία, για τον Σολωμό και τα «Πρώτα λόγια του Ύμνου».
Ποίηση ω Αγία μου , λέει ο Ελύτης, εμείς ας πούμε: γλώσσα
μου ω Αγία μου . Είναι το εργαλείο που δούλεψαν όλοι οι πρόγονοι για να το
βρούμε εμείς έτοιμο για να το χρησιμοποιήσουμε. Γι’ αυτό πρέπει να το
σεβόμαστε, να το αγαπάμε και να το προσέχουμε.
Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και
γλώσσα, ρωτά ρητορικά ο
Σολωμός, Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου, προσθέτει τέσσερις φορές ο
Ελύτης, θέτοντας τους ακρογωνιαίους λίθους της Ποίησής του…
--
1., Henri Tonnet, Ιστορία της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Η
διαμόρφωσή της, Μετάφραση: Μαρίνα Καραμάνου, Πάνος Λιαλιάτσης, , επιμέλεια:
Χριστόφορος Χαραλαμπάκης,, εκδ. Δημήτρης Ν. Παπαδήμας 1993.
2., Vitti,
Γενιά, σελ. 141. Σημ. 39. 3.
3., Δοκιμές, α΄, «Ελληνική Γλώσσα», σελ. 64-76, Κείμενο που
έγραψε στην Κορυτσά στις 27 του Γενάρη 1937.
4., Ρόμαν Γιάκομπσον,
Δοκίμια για τη γλώσσα και τη λογοτεχνία, Εισαγωγή- Μετάφραση Άρης Μπερλής, ΕΣΤΙΑ,
1998, σελ. 127.
Ανθούλα
Δανιήλ, Δρ Φιλολογίας, Κριτικός Λογοτεχνίας, συγγραφέας
Ομιλία που εκφωνήθηκε Πέμπτη 15/2/2024, στην πρωινή εκπομπή «Κάθε
μέρα νέα μέρα» του ραδιοφωνικού Σταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Πειραιάς 22/2/2024.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου