ΟΛΥΜΠΙΑ ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΑ
VIRGINIA WOOLF-
Η Ανακάλυψη
Κάιρο, 1953.
Άνοιξη.
Προχωρώ
στους δρόμους τους μεγάλους. Δεκαενιά χρονών. Ψάχνω. Δειλινό. Μιά ανησυχία.
Άνθρωποι κάθε ράτσας γύρω μου. Τα φώτα ανάβουν. Αυτό που γυρεύω καμιά ανθρώπινη
ύπαρξη δεν θα μπορούσε να καθησυχάσει. Μιά άλλη διάσταση. Ένα βιβλίο ίσως; Μα
ποιό; Μπαίνω στο ξένο βιβλιοπωλείο. Ψάχνω. Και ξαφνικά ένας τίτλος: “The Waves”, «Τα Κύματα». Πρώτη φορά. Γυρνώ τις
σελίδες. Μια συγγένεια ψυχής. Μιά αλήθεια βαθιά, σοφά, έξοχα ειπωμένη. Πέρα απ’
τις λέξεις, ανάμεσα απ’ τις γραμμές το νόημα, η περίσκεψη, η έκσταση. Κι ας μήν
καταλαβαίνω τις λέξεις όλες ακόμα. Η ατμόσφαιρα του βιβλίου επιβάλλεται. Νικά.
Στο εξώφυλλο ένα άγνωστο ως τότε για μένα όνομα:
VIRGINIA
WOOLF
Αργότερα μαθαίνω πώς στο χέρι μου κρατώ το
αριστούργημα μιάς από τις πιό βαθιές φυσιογνωμίες στο χώρο του γραψίματος του
αιώνα μου.
Κι από τότε το ποτάμι της γνωριμίας
πλαταίνει. Η ανάγκη για όλα όσα έγραψε αυτή η γυναίκα. Ο κόσμος αποκτά ένα άλλο
νόημα. Κι η ζωή. Κι η ζωή μου. Στιγμές χωρίς χρώμα, χωρίς μουσική, μαλακώνουν,
γίνονται τραγούδι, από κάποια φράση, κάποια σκέψη δική της που ανεβαίνει στο
μυαλό.
Χρόνια ολόκληρα έμεινε η μυθιστοριογράφος
των λίγων που την καταλάβαιναν, των τυχερών που την είχαν γνωρίσει. Εδώ και
δυό- τρία χρόνια οι φωτογραφίες της, τα βιβλία της πλημμυρίζουν την Αμερική και
την Ευρώπη. Το μεγάλο κοινό ανακάλυψε την
VIRGINIA WOOLF. Ίσως το σύγχρονο κοινό, στη γενική
ωριμότητα αντίληψης και πλατιού κοιτάγματος που πιστεύω πώς όλο και περισσότερο
το χαρακτηρίζει, να μπορεί πιά να τη δεχτεί. Τα τελευταία χρόνια η ευαισθησία του
μεσαίου αναγνώστη έχει λαξευτεί, βαθύνει. Οι βίστες της συνείδησης και της
συνειδητοποίησης έχουν απέραντα πλατύνει, πιστεύω. Ίσως το σύγχρονο φεμινιστικό
κίνημα να ανακάλυψε τη συγγραφέα που μισό σχεδόν αιώνα πρίν μίλησε για τη
γυναίκα, τη ζωή και τη μοίρα της μεσ’ στην κοινωνία της Δύσης μ’ έναν τρόπο πού
έπειθε, πού προβλημάτιζε, που γκρέμιζε
τη φυλακή του ρόλου πού ως τότε την αιχμαλώτιζε- πρέπει να σκοτώσουμε τον «άγγελο
του σπιτιού», λέει κάπου, μιλώντας για τον τότε ιδανικό τύπο τρυφερής γυναίκας
χωρίς προσωπικότητα- μ’ έναν τρόπο που πιθανώς και σήμερα έχομε ανάγκη ν’
ακούσομε. Γιατί η VIRGINIA
WOOLF δεν βάζει τη γυναίκα ενάντια, εχθρό του άντρα. Θέλει τη γυναίκα ελεύθερα
να χρησιμοποιήσει το μυαλό, το ταλέντο, το συναίσθημα και την αίσθηση, την ως
τώρα τόσο καταπιεσμένη- έστω και μέσα σε λουλούδια και νταντέλες- προσωπικότητά
της. Την πονάει η σπατάλη, το χάσιμο, τόσου ανθρώπινου δυναμικού.
Και δεν ήταν μόνο τα βιβλία, τα λόγια.
Η ζωή της η ίδια είναι η μεγαλύτερη απόδειξη.
Υπήρξε το άστρο- όμορφο, σπινθηροβόλο, σοφό-μιάς
πορείας ανθρώπων που άνοιξαν δρόμους, κι έμειναν έξοχα δείγματα πολιτισμού στη συνείδηση
του Δυτικού κόσμου: του Bloomsbury Group- Εκεί συναντιόντουσαν συγγραφείς και
ποιητές σαν τον Ε. M. Forster, τον T. S. Eliot, τον Yeats, ζωγράφοι σαν τον Roger Fry, ιστορικοί και κριτικοί σαν τον Lytton Stratchey και τον Leonard Woolf και τον Clive Bell, φιλόσοφοι σαν τον Bertrand Russell και τον G. E. Moore.
Σύμφωνα με τα κριτήρια του Bloomsbury Group ένας άνθρωπος ήταν πολιτισμένος αν
είχε:
«μιά αγάπη για την αλήθεια και την
ομορφιά, την πνευματική επιείκεια και τιμιότητα’ τη φρίκη της βαρεμάρας, την
αίσθηση του χιούμορ και των όμορφων τρόπων, τη ζωντανή περιέργεια για τον κόσμο
γύρω του, μιά απέχθεια για τη χυδαιότητα και την επίδειξη, το μίσος της
προκατάληψης, της στενοκεφαλιάς και του καθωσπρεπισμού, το άνετο δέξιμο των
καλών πραγμάτων που έχει να προσφέρει η ζωή, την ανάγκη να εκφραστεί απόλυτα,
τη φροντίδα για μιά μόρφωση φιλελεύθερη, την περιφρόνηση της σκοπιμότητας και
του φιλισταϊσμού –με μιά λέξη την αγάπη για το φώς και τη γλυκύτητα, “Light and sweetness.”.
όπως γράφει ο Clive Bell.
Ακόμα, κι αυτή η παράγραφος του G. E. Moore:
«Τα πιό σπουδαία πράγματα που θα θέλαμε ή
θα μπορούσαμε να γνωρίσομε είναι ορισμένες καταστάσεις συνείδησης που με
χοντρές πινελιές μπορούν να περιγραφούν σαν η χαρά, η απόλαυση των ανθρωπίνων
σχέσεων κι η χαρά, η απόλαυση των ωραίων πραγμάτων…. Απ’ αυτά τα δυό…. μπορεί
κανείς να κριθεί, να δικαιωθεί στην άσκηση κάθε προσωπικού ή δημόσιου
καθήκοντος…. Είναι ο λόγος ύπαρξης της αρετής. Αυτά αποτελούν τον ύστατο, μόνο
λογικό σκοπό της ανθρώπινης δράσης και το μόνο κριτήριο της προόδου της
ανθρώπινης κοινωνίας».
Αυτές οι «δηλώσεις πίστεως» σήμερα δεν
ηχούν τόσο επαναστατικές. Ήταν όμως τότε, για την Εγγλέζικη ιντελιγκέντσια του
1920, μεγαλωμένη στα σφιχτά σπάργανα της βικτωριανής υποκρισίας κι έλλειψη
ανάσας κι ελευθερίας νου και ψυχής.
Η VIRGINIA STEPHEN, η κόρη του Sir Leslie Stephen, του αυστηρού πατέρα πού όμως άφηνε
τα τέσσερα παιδιά του- Vanessa, Virginia, Adrian και Thoby-να διαβάζουν ελεύθερα τα βιβλία της
πλούσιας βιβλιοθήκης του και να ακολουθούν το ταλέντο τους, παντρεύτηκε τον
κριτικό και ιστορικό Leonard Woolf, τον άνθρωπο πού τη στήριξε στο
εξοντωτικό ταξίδι του νου και της διαίσθησής της μέσα στο κόσμο του γραψίματος,
για να γίνει η σοφή αυτή μορφή, απέραντη σε βάθος και ομορφιά, του εικοστού
αιώνα: η VIRGINIA WOOLF. Ο. Καράγιωργα, Άνοιξη 1980, σ. 7-12.
VIRGINIA
WOOLF,
ΜΙΑ
ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΝΩΣΤΗ
«Το βάζο στεκότανε στην καρδιά του
σπιτιού, αλαβάστρινο, λείο, κρύο κρατώντας μέσα του την ήρεμη, κατασταλαγμένη
ουσία του κενού-τη σιωπή.».
(ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ)
«Ποτέ οι φωνές δεν είναι τόσο
όμορφες όσο το δειλινό ενός χειμώνα, όταν το σούρουπο σκεπάζει σχεδόν ολόκληρο
το σώμα κι είναι σα ν’ ανεβαίνουν απ’ το κενό μ’ ένα τόνο μυστικής οικειότητας
σπάνιο στο φώς της μέρας/- Μια τέτοια νότα υπήρχε στη φωνή της Μαίρης όταν τον
χαιρέτισε.»
(ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΝΥΧΤΑ)
«Τα μεγάλα φτερά της σιωπής
κτυπούσαν πάνω-κάτω στο άδειο σπίτι.»
(ORLANDO)
«Μα τα μεσάνυχτα, όταν κανείς δε
μιλάει, κανείς δεν καλπάζει κι ο άγριος θάμνος στέκεται απόλυτα ακίνητος, θα ‘ταν
ανόητο να ενοχλήσει κανείς τους βάλτους μ’ ερωτήματα-τί; και γιατί;-Το ρολόι
της εκκλησίας παρ’ όλα αυτά κτυπάει δώδεκα.»
(ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΤΟΥ JACOB)
«Χαμογέλασε εκείνο το χαμόγελο που
αυθόρμητα οι γυναίκες χαμογελούν όταν η ίδια τους η ομορφιά, που είναι σα να
μην είν’ δική τους, γίνεται μιά σταγόνα που πέφτει ή μιά πηγή που αναπηδάει κι
ορθώνεται εμπρός τους ξαφνικά μεσ’ στον καθρέφτη.».
(ORLANDO)
«Θαμπή είναι, στοιχειωμένη από
νοσταλγικά φαντάσματα άσπρου μάρμαρου, τυλιγμένα αδιάκοπα στη μουσική που τους
στέλνει το εκκλησιαστικό όργανο. Ύστερα έρχεται η τάξη, η πειθαρχία.- Ο
επίσκοπος με την άγια ράβδο έχει τη ζωή ίσια, σιδερωμένη κάτω απ’ το χέρι του.
Γλυκιά κι ιερή είν’ η χορωδία. Κι αιώνια, ασταμάτητα γύρω απ’ τους μαρμαρένιους
ώμους, ανάμεσα στα διπλωμένα δάκτυλα πετούν οι ψηλοί, λεπτοί ήχοι φωνής και
οργάνου.- Αιώνια δέηση, ηρεμία.»
(ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΤΟΥ JACOB)
«Όπου κι αν πάω άγνωστες μορφές,
γεμάτες μυστήριο, σας βλέπω να χάνεστε στη στροφή ενός δρόμου-μητέρες και γιοί,
εσείς, εσείς, εσείς. Τρέχω από πίσω, κάνω γρήγορα. Αυτή, λέω, πρέπει να είναι η
θάλασσα. Γκρίζο είναι γύρω το τοπίο, θαμπό σα στάχτη. Το νερό κινείται,
ψιθυρίζει. Αν πέφτω στα γόνατα, αν εκτελώ τη λειτουργία, τις αρχαίες κινήσεις,
εσάς άγνωστες μορφές, εσάς λατρεύω. Αν ανοίγω τα χέρια, εσένα αγκαλιάζω, εσένα
τραβώ κοντά μου! Κόσμε! Εικόνα της λατρείας μου!»
(ΕΝΑ ΑΓΡΑΦΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ)
Οι λέξεις είναι μουσικές. Ο ρυθμός
υπάρχει. Είναι ο ρυθμός που γεννιέται από τη βαθειά συγκίνηση στη θέα της
ομορφιάς που βρίσκεται- εύκολα ή δύσκολα-στον κόσμο γύρω μας.
Η γυναίκα
που έγραψε αυτές τις γραμμές είναι η VIRGINIA
WOOLF. Γεννήθηκε στο Λονδίνο τον Ιανουάριο του 1882 και αυτοκτόνησε ένα
απόγευμα του Απρίλη το 1941,* κοντά στο εξοχικό σπίτι της στο Σάσσεξ.
Ένα κεφάλι σαν από αρχαίο ελληνικό
άγαλμα, δυό μάτια που με κάθε φωτογραφία βαθαίνουν, βαθαίνουν… Στην τελευταία
σε σταματούν. Τα κοιτάζεις και μαζί τους θυμάσαι τον κόσμο που τόσο βάρβαρα ο
σύγχρονος ατσάλινος πολιτισμός προσπαθεί να μας κάνει να ξεχάσουμε, να μην
έχομε ώρα να σκεφτούμε ή να επιθυμήσουμε καν: το σκίρτημα της βαθύτερής μας
αλήθειας, την ευτυχία της ομορφιάς πίσω από την επιφάνεια της καθημερινότητας,
τη μουσική πέρα από τον άσχετο θόρυβο. Κάπου λέει:
«Μιά απεραντοσύνη με
τριγυρίζει.».
Κοιτάζοντας τα μάτια στην τελευταία
φωτογραφία καταλαβαίνεις πώς αυτή η απεραντοσύνη δεν είναι πιά γύρω της. Έχει
γίνει δική της.
Στην χώρα μας είναι σχεδόν άγνωστη.
Σ’ αυτό φταίνε δύο πράγματα:
Πρώτο, το γεγονός ότι όλο της το έργο
είναι βασικά «ποίηση» και για να μεταφραστεί χρειάζεται να είναι και ο
μεταφραστής ο ίδιος ποιητής.
Δεύτερο, το γεγονός ότι αυτοί που
ήτανε σε θέση να το κάνουν δεν το έκαναν.
Οπωσδήποτε δε φταίει το πλατύ κοινό πού
έφτασε να γνωρίσει ότι υπάρχει καν ένα τέτοιο όνομα, από το φιλμ του Άλμπυ,
«Ποιος Φοβάται τη VIRGINIA WOOLF».-Ποιός, δηλαδή, φοβάται την αλήθεια
και το μεγαλείο που μπόρεσε και τόλμησε να αποκαλύψει στα βιβλία της μιά από
τις μεγαλύτερες συγγραφείς του αιώνα μας. Το φωτισμό της «σκοτεινής χώρας» όπως
γράφει κάπου η ίδια, τη θέα «εκείνου του μέρους του μυαλού που εκτίθεται στη
σελήνη», εκείνου του κόσμου στον οποίο κλείνομε τα μάτια και πού είναι «πολύ
πιό φιλικός και γοητευτικός, πιό όμορφος τη μέρα και πιό ιερός τη νύχτα απ’ τον
κόσμο πού επιμένομε να ονομάζομε πραγματικό». Την υποχρέωση να κοιτάξομε πέρα
απ’ τα σύνορα της δήθεν σίγουρης καθημερινότητας, το θέαμα ενός κόσμου γεμάτο
γοητεία, έκσταση και ένταση.
ΕΙΜΑΙ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΗ
ΜΕ ΤΗ ΖΩΗ
Εκείνοι που τη γνώρισαν έχουν δυνατή μιά
ανάμνηση: όταν η Virginia Woolf παρουσιαζόταν κάπου, τα αντικείμενα έπαιρναν μιά
ιδιαίτερη ζωντάνια, υπήρχαν πιό εντατικά. Και δεν υπάρχει τίποτα το εκπληκτικό
εδώ. Διαβάζοντας τα βιβλία της που είναι ο κόσμος έτσι όπως τον νιώθουν οι
ήρωες και οι ηρωίδες της πού κι αυτοί δεν είναι παρά οι αμέτρητες όψεις της Virginia Woolf, συνειδητοποιούμε όλο και πιό πολύ
μιά τεράστια, παθιασμένη, σχεδόν ερωτική αγάπη και αίσθηση της ζωής.
Συναντούμε παραγράφους, εκφράσεις, σαν τις
ακόλουθες:
«Είμαι όλη νεύρα ζωντανεμένα. Όλων των
ειδών τρέμουλα με συγκλονίζουν. Το βάρος
της γης πιέζει τα πλευρά μου.».
--
«Μακριά, μιά
καμπάνα κτυπάει. Μα δεν κτυπάει για θάνατο. Υπάρχουν καμπάνες που κτυπούν για
τη ζωή. Ένα φύλλο πέφτει, από χαρά. Ώ! είμαι ερωτευμένη με τη ζωή.»
--
«Τί κούνησε τα φύλλα; Τί κουνάει τα πόδια μου; την καρδιά
μου;»
--
«Στα μάτια
των ανθρώπων… Στα αυτοκίνητα, στα λεωφορεία, στα φορτηγά. Στις ορχήστρες του
δήμου, στα οργανάκια, στο θρίαμβο ενός αεροπλάνου που περνούσε κάπου ψηλά στον
ουρανό βρισκόταν ό,τι αγαπούσε: η ζωή, το Λονδίνο, αυτή η στιγμή του Ιουνίου.».
--
«Τώρα, νιώθω
την αγριάδα του υφάσματος της κουρτίνας που σπρώχνει για να περάσω. Τώρα, το
κρύο σιδερένιο κάγκελο και τη φουσκωμένη μπογιά του κάτω από τις παλάμες μου.»
--
Τίποτα δεν
πάει χαμένο. Όλα είναι πηγή θαυμασμού για τη Virginia Woolf. Όλα αξίζουν να μας σταματήσουν, να
τα συζητήσουμε ή να τα σκεφτούμε.
Γι’ αυτό όμως χρειάζεται Χρόνος. Χρόνος
μυαλού, χρόνος ψυχής, χρόνος ρολογιού. Χρειάζεται διάθεση ποιητική. Κι αυτά,
μέρα με τη μέρα λιγοστεύουν, πεθαίνουν. Βρίσκονται σε θανάσιμο κίνδυνο να
πεθάνουν. Κάπου όμως υπάρχουν ορισμένα βιβλία που λέγονται:
«Τα Κύματα»
«Η Κα Dalloway»
«Το Ταξίδι στο Φάρο»
«Το δωμάτιο του Jacob»
«Ανάμεσα στις Πράξεις»
«Orlando»
Είναι τα
καλύτερα βιβλία της Virginia Woolf. Είναι δύσκολα γιατί μιλούν γι’ αυτό που οι
εξωτερικές ψευτοαξίες της εποχής μας μάς σπρώχνουν να ξεχάσομε. Αυτό που ο Bergson ονομάζει, την «αδιάκοπη μελωδία της
εσωτερικής μας ζωής», τα μυστικά και το δέος της ανθρώπινης καρδιάς, το
σύνδεσμό μας με μιά πραγματικότητα απεριόριστα μεγαλύτερη, πιό όμορφη, πιό
συγκινητική απ’ αυτήν που η αμάθεια, η βαρβαρότητα και η στεγνή λογική
αποκαλούν «ζωή» κι «αλήθεια».
Γι’ αυτό ακριβώς η Virginia Woolf κατηγορεί τόσο αμείλικτα αυτή τη
λογική πού προτείνεται πώς είναι σε κυρίαρχη θέση να εξηγήσει και να δώσει λύση
στα πάντα, δίνοντας στη ζωή όλο και περισσότερο τη μορφή της κίνησης και της
δράσης.
Στα «Κύματα», διαβάζομε:
«Θέλω να βρεθώ κάτω από την επιφάνεια. Να επισκεφτώ το βυθό,
να εξασκήσω το προνόμιό μου όχι πάντα να δρώ, να κινούμαι, αλλά να ψάχνω, να
βρίσκω. Ν’ ακούσω μακρινούς προγονικούς ήχους θάμνων να σπάζουν κάτω από το
βάρος ενός μαμούθ. Ν’ αφήσω την καρδιά μου να ποθήσει ανεκπλήρωτους πόθους ν’
αγκαλιάσει ολόκληρο τον κόσμο με τα χέρια της νοημοσύνης- πράγμα αδύνατο στους
ανθρώπους της δράσης». σελίδες 7-24.
Διευκρινιστικά
*Κάποιο τυπογραφικό λαθάκι αναφέρει
λανθασμένα τον μήνα του θανάτου της Βιρτζίνιας Γουλφ (25/1/1882- 28/3/1941). Η
Γουλφ (αναζήτησε τον θάνατο) αυτοκτόνησε στις 28 Μαρτίου 1941 στον ποταμό Ουζ.
Τον Πρόλογο και τα Κείμενα αντιγράφω από το
βιβλίο ΟΛΥΜΠΙΑ ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΑ, VIRGINIA WOOLF. ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΝΩΣΤΗ, Η σύνθεση του εξωφύλλου, το σχέδιο της σελίδας
6 και η επιμέλεια της έκδοσης έγιναν από
το Γιάννη Λεκκό. Η εκλογή των φωτογραφιών και οι λεζάντες έγιναν από την
Ολυμπία Καράγιωργα. εκδόσεις Επικαιρότητα, Αθήνα 1981, σ. 64.
Στην αριστερή τέταρτη σελίδα, διαβάζουμε
την Σημείωση της συγγραφέως: Η μελέτη αυτή είναι βασισμένη στο υλικό της
πραγματείας μου, “VIRGINIA WOOLF: CLAY and DIAMONDS» (ΛΑΣΠΗ και ΔΙΑΜΑΝΤΙΑ) που γράφτηκε
στο Πανεπιστήμιο του Standford το 1958-59 με βάση ολόκληρο το
πρωτότυπο έργο της. Σαν διάλεξη, στα Ελληνικά, διαβάστηκε για πρώτη φορά στην
Αθήνα το 1969 στο Βρετανικό Συμβούλιο κι αργότερα στο Γαλλικό Ινστιτούτο του
Βόλου, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στο Βρετανικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης.
Το μελέτημα περιλαμβάνει ακόμα τις εξής
ενότητες: - ΟΙ ΔΥΟ ΚΟΣΜΟΙ, 25-34.- ΑΓΕΝΝΗΤΟΙ ΕΑΥΤΟΙ, 35-38.- Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΦΥΣΗ
ΕΙΝΑΙ ΑΜΕΙΛΙΚΤΗ, 39-44.- ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ ΔΩΜΑΤΙΟ, 45-50.- ΑΝ ΖΗΣΟΜΕ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΜΑΖΙ,
51-62.
--
Ο Έρωτας στο έργο της Virginia Woolf*
Ολυμπία Καράγιωργα,
περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ τεύχος
153/22-10-1986, σ.50-51.
Τί σημαίνει,
τι μπορεί να σημαίνει ο ανθρώπινος έρωτας σε μια γυναίκα που υπήρξε ερωτευμένη
με το σύμπαν;
«Υπάρχει κάτι σε σένα που δεν μπορώ να το
πιάσω, δεν μπορώ να το κάνω δικό μου. Δε με θέλεις όπως σε θέλω. Θέλεις πάντα
κάτι άλλο!» Της φάνηκε τώρα πως αυτό που της είπε ήταν απόλυτα αληθινό, πώς
ήθελε πολύ περισσότερα πράγματα απ’ την αγάπη ενός ανθρώπινου πλάσματος-τη
θάλασσα, τον ουρανό. Γύρισε ξανά και κοίταξε το μακρινό γαλάζιο που ήταν τόσο
απαλό, γαλήνιο, εκεί που ο ουρανός συναντούσε τη θάλασσα.- Όχι, ήταν αδύνατο να
θέλει μόνο ένα ανθρώπινο πλάσμα.
«Με ξέχασες
εντελώς», λέει σε μια στιγμή ο άντρας στη γυναίκα.
«Όχι»,
ψιθύρισε. Όχι δεν τον είχε ξεχάσει, μόνο… τ’ άστρα… η νύχτα… το σκοτάδι…»
Μιάς γυναίκας που μέσα απ’ τα χείλη της Rhoda στα «Κύματα», ομολογεί:
«Το μονοπάτι μου ήτανε
πάντα ένα μονοπάτι που πήγαινε όλο πιό ψηλά για να φτάσει σ’ ένα μοναχικό δέντρο
με μια ακίνητη λίμνη πλάι του στην κορφή. Έχω κόψει φέτες με μαχαίρι το νερό
της ομορφιάς το δειλινό όταν οι λόφοι κλείνονται στον εαυτό τους σαν διπλωμένα
φτερά πουλιών».
Και σαν την κα Ramsay, της αρέσει να μένει μόνη. Της
αρέσει να είναι ο εαυτός της.
«Η κα Ramsay ξαφνικά απομακρύνεται από τους
καλεσμένους της, απ’ τις γύρω ομιλίες, απ’ τις κινήσεις της καθημερινής ζωής,
για να βρεθεί μπρος σ’ αυτή τη φοβερή παρουσία, σ’ αυτή την άλλη ζωή, αυτή την
αλήθεια, αυτήν την πραγματικότητα. Της αρέσει να μένει μόνη. Της αρέσει να
είναι ο εαυτός της. Γιατί, όπως λέει, «μέσα στον καθένα μας» κι ο καθένας τώρα
είναι κι η Γυναίκα, «υπάρχει ένα παρθένο δάσος, ένας κάμπος από χιόνι όπου
ακόμα και τ’ αχνάρια των πουλιών είναι άγνωστα. Εδώ, περπατάμε μόνοι. Και μας
αρέσει»».
Γι’ αυτό και πολλές ηρωίδες της είναι
μοναχικές, δεν παντρεύονται. Η σκηνοθέτις La Trobe, η ζωγράφος Lily Briscoe…. Η αιτία της μοναξιάς τους, η
έντονη προσωπικότητά τους, είναι και η σωτηρία τους. Δεν είναι δυστυχισμένες,
δεν τις λυπόμαστε.
Μιλάει όμορφα, με συγκίνηση γι’ αυτές, η Virginia Woolf στο «Ταξίδι»:
«Καθώς την άκουγε να
μιλά, ο Terence διέκρινε τα ίχνη μιάς νιότης που ‘φευγε στο πρόσωπό της. Δεν ένιωσε όμως
λύπη, συμπόνια. Κοιτάζοντας αυτά τα λαμπερά, κάπως σκληρά και πολύ θαρραλέα
μάτια, είδε πώς η ίδια δεν ένιωθε καμιά ανάγκη ν’ ανταλλάξει τη ζωή της με μιαν
άλλη πιο σίγουρη, πιο οργανωμένη όπως των άλλων ανθρώπων.- Μόνο που… με το
πέρασμα του χρόνου, η πάλη θα γινόταν όλο και πιο σκληρή.»
Όμως η Virginia Woolf ξέρει πώς υπάρχει μια άλλη
ελευθερία, μια τέλεια ελευθερία που φτάνει με τον ερχομό της σωστής αγάπης. Της
αγάπης που δένει τον κύριο και την κυρία Ramsay.
«Ταξίδι στο Φάρο»,
Της αγάπης που λέει:
«Ας ζήσομε ελεύθεροι, μαζί.»
Της
αγάπης που ποτέ δεν προσπάθησε ν’ αρπάξει δικό της το αντικείμενό της μα
γεννιόταν, υπήρχε, για ν’ απλωθεί σ’ όλο τον κόσμο, «να γίνει μέρος του
ανθρώπινου κέρδους».
«Η αλήθεια είναι πώς κανείς δεν είναι ποτέ
μόνος, και κανείς ποτέ δεν είναι συντροφευμένος», κατέληξε.
«Πού σημαίνει;»
«Πού σημαίνει; Α, κάτι σχετικό με
φυσαλίδες, φωτοστέφανα, πώς να το πει κανείς; Δεν μπορείς να δεις τη δική μου
φυσαλίδα, δεν μπορώ να δω τους δικούς σου’ το μόνο που βλέπουμε ο ένας απ’ τον
άλλο είναι μια ελάχιστη κηλίδα, σαν το φυτίλι σε κείνη τη φλόγα… Κι αν κάποια
στιγμή η δικιά μου φυσαλίδα μπορούσε να σμίξει με κάποιου άλλου…»
«Κι έσπαγαν κι οι δύο;» πείραξε ο Hirst.
«Τότε-τότε-τότε» συνέχισε σκεφτικά ο Hewet, σα να μιλούσε στον εαυτό του «θα
‘ταν ένας τε-ρά-στιος κόσμος»».
Της αγάπης που δίνει το θάρρος και τη γαλήνη
και τη σιγουριά να είμαστε πιο πολύ από πριν η αλήθεια του εαυτού μας.
Σ’ αυτήν πιστεύει απόλυτα η Virginia Woolf.
Αυτήν πιστεύω, έχουμε απόλυτη ανάγκη
σήμερα και μεις.
Ο Orlando που μετά πεντακόσια χρόνια ζωής κι
αφού έχει ζήσει και σαν άντρας και σαν γυναίκα συναντάει την ιδανική αγάπη και
παντρεύεται, νιώθει πώς τώρα επιτέλους ήτανε «ένας κι ολοκληρωμένος»,
αποτελειώνει τα ποιήματά του, παραδέχεται τον εαυτό του, μπορεί να γράψει,
γράφει, γράφει, γράφει κι αναφωνεί:
«Ζήτω η Ευτυχία!»
Ξέρει όμως και την άλλη αγάπη. Την
αγάπη-έρωτα. Διαλέγω από τα «Κύματα»:
«Εσύ είσαι εσύ. Είναι
ό,τι με παρηγορεί για την έλλειψη τόσων πραγμάτων-είμαι άσχημη, είμαι αδύναμη-
για τη φτήνια του κόσμου και το πέρασμα της νιότης και το θάνατο του Percival, και την πίκρα και το μίσος, και τη ζήλια Μ’ αν κάποια μέρα σε δω σ’
έναν καθρέφτη να κοιτάς μιάν άλλη, αν το τηλέφωνο κτυπάει, κτυπάει στο άδειο
σου δωμάτιο-τότε, μετά από τρομερή αγωνία, τότε- γιατί δεν έχει άκρη η τρέλα
της ανθρώπινης καρδιάς- θα ψάξω ένα άλλο, θα βρω ένα άλλο Εσύ. Για την ώρα, ας
σταματήσουμε το ρολόι του χρόνου με μια γροθιά. Έλα κοντά μου.».
Και
παρακάτω:
«Γιατί τώρα το σώμα μου, ο σύντροφός μου,
μου στέλνει μηνύματα ασταμάτητα, το τραχύ, μαύρο «Όχι», το χρυσαφένιο «Έλα», σε
γρήγορες αισθήσεις αστραπής, αρχίζει να καλεί. Κάποιος κουνήθηκε. Ύψωσα το
χέρι; Κοίταξα;
Η κίτρινη
σάρπα μου με τις κόκκινες βούλες κυμάτισε, έστειλε μήνυμα; Ξεχώρισε απ’ τον
τοίχο. Ακολουθεί. Έρχεται πίσω μου μέσα απ’ το δάσος. Όλα είναι ακίνητα,
νυχτερινά, κι οι παπαγάλοι στα κλαριά στριγγλίζουν, στριγγλίζουν όλο και πιο
δυνατά…
Τώρα ας τραγουδήσουμε το δικό μας τραγούδι
του έρωτα,- Έλα, έλα, έλα κοντά. Τώρα το χρυσαφένιο μήνυμά μου γίνεται αγέρωχος
χαρταετός, χάρτινος δράκος που πετάει τεντωμένος να σπάσει. Τζαγκ, τζαγκ,
τζαγκ, τραγουδώ σαν τ’ αηδόνι με το τραγούδι πνιγμένο, πνιχτό στο στενό του
λαρύγγι. Τώρα ακούω σπάσιμο, σχίσιμο κλαριών, κέρατα ελαφιών να κτυπούν, ν’
ακουμπιούνται, σαν όλα τα ζώα του δάσους να βγήκαν και να κυνηγούν, να υψώνουν
τα πόδια και να πέφτουνε από ψηλά στ’ αγκάθια. Ένα τους με διαπερνά. Ένα τους
μπήχτηκε μέσα μου. Βαθιά.».
Κι αλλού:
«Μ’ αρέσει, αυτό που
μπορείς ν’ αγγίξεις, αυτό που μπορείς να γευτείς…. Η φαντασία μου είναι η
φαντασία του κορμιού.»
Κι απ’ το
«Δωμάτιο του Jacob»:
«Το μαύρο ζαρωμένο
γάντι της έπεσε στο πάτωμα. Όταν ο Jacob έσκυψε και της το έδωσε, κοίταξε
αλλού θυμωμένα. Γιατί ποτέ δεν έγινε πάθος πιο παράλογο. Κι ο Jacob τη φοβήθηκε για λίγο-
τόσο βίαιο, τόσο επικίνδυνο είναι όταν οι νέες γυναίκες μένουν ακίνητες,
χουφτώνουν το κάγκελο, «είμαι χαμένη» λένε, «Τον αγαπώ».».
Με τον Leonard, αυτή η Virginia Stephen έζησε ελεύθερη μαζί. Ο κόσμος
σίγουρα έγινε «τε-ρά-στιος» απ’ την κοινή αυτή ζωή που γέννησε όχι παιδιά, αλλά
βιβλία. Βιβλία που θα αιωρούνται στις ζωές των ανθρώπων της Δύσης, φωτεινά
αντίδοτα στο θάνατο της ευαισθησίας. Όμως μαζί του η φαντασία της δεν έγινε
ποτέ «φαντασία του κορμιού», τα χέρια της δεν χούφτωσαν ποτέ το κάγκελο, καθώς
εκείνη που, «είμαι χαμένη», έλεγε, «τον αγαπώ».
Όμως, η κα Ramsay, η κα Dalloway, η Jinny, η Rhoda, η Susan, ο Percival, ο Jacob, ο Septimus, ο Orlando, η La Trobe, πλάσματα αυτού του αγέννητου έρωτα
περπατούν ανάμεσά μας, ανασαίνουν στη σκέψη μας, περιμένουν ξαφνικά στη γωνιά,
δείγματα δυνατά της νίκης της έκστασης ενάντια στη στέρηση του Έρωτα.
*Τα αποσπάσματα των έργων της Woolf που δημοσιεύονται στο κείμενο της
Ολυμπίας Καράγιωργα είναι μεταφρασμένα από την ίδια.
--
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
Ε. Μ. Φόρστερ
Εμπνευσμένη από το γυναικείο κίνημα, έγραψε ένα από τα πιο λαμπρά της
βιβλία, το εξαιρετικό και συγκλονιστικό Ένα δικό σου δωμάτιο… Αλλά το γυναικείο
κίνημα ευθύνεται και για ένα από τα χειρότερά της βιβλία-το φιλόνικο Τρεις
Γκινέες-και είναι η αιτία για μία σειρά από όχι και τόσο καλά κομμάτια στο
Ορλάντο. Ο φεμινισμός έχει αφήσει τα ίχνη του σε ολόκληρο το έργο της και
διαρκώς απασχολούσε τη σκέψη της. Ήταν
πεπεισμένη ότι η κοινωνία έχει φτιαχτεί για τους άνδρες, ότι η βασική ασχολία
των ανδρών συνίσταται στο να χύνουν αίμα, να κερδίζουν λεφτά, να δίνουν
διαταγές και να φοράνε στολές, και ότι καμία από αυτές τις ασχολίες δεν είναι
αξιοθαύμαστη. Οι γυναίκες στολίζονται γιατί το απολαμβάνουν ή γιατί θέλουν να
είναι όμορφες, οι άνδρες, αντίθετα, για να κάνουν εντύπωση, και η Βιρτζίνια δεν
διαθέτει καθόλου οίκτο για τον δικαστή, που φοράει μια περούκα, για τον
στρατηγό με τα παράσημά του, τον επίσκοπο με τα μεγαλοπρεπή άμφια ή ακόμα και
τον σχετικά ασήμαντο καθηγητή πανεπιστημίου με την τήβεννο. Υποψιαζόταν ότι οι
άνδρες με αυτό το μασκάρεμα ακολουθούσαν έναν συγκεκριμένο στόχο, χωρίς να
έχουν ρωτήσει ποτέ τις γυναίκες ποια είναι η γνώμη τους. Κι αυτό της προκαλούσε
μεγάλη δυσαρέσκεια. Στους άνδρες αρνούνταν κάθε συνεργασία στη θεωρία και
μερικές φορές και στην πράξη. Γι’ αυτό δεν έγινε ποτέ μέλος μιας επιτροπής και
δεν έβαλε ποτέ την υπογραφή της κάτω από μία έκκληση, αφού οι γυναίκες ούτε τα
δεινά που προκάλεσαν οι άνδρες οφείλουν να συγχωρήσουν, ούτε το ψίχουλα της εξουσίας
που μπορεί να τύχει να τους ρίξουν μπροστά στα πόδια οφείλουν να μαζέψουν. Όπως
η Λυσιστράτη αποσύρεται κι αυτή. Σελ. 191-192
E. M. Forster, “Rede Lecture” 1942.
Στον τόμο (Werner Waldmann, Virginia Woolf) ΒΕΡΝΕΡ ΒΑΛΝΤΜΑΝ, ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ,
Ιδιοφυής και μόνη. ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ. Μετάφραση: ΜΑΡΙΝΑ ΜΠΑΛΑΦΑ. Επιμέλεια: ΠΕΛΑΓΙΑ
ΤΣΙΝΑΡΗ, εκδ. Μελάνι, Αθήνα 10, 2008.
ΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΟΥ περιοδικού ΔΙΑΒΑΖΩ
VIRGINIA
WOOLF
Ξεχωριστή φυσιογνωμία της σύγχρονης
λογοτεχνίας η Βιρτζίνια Γουλφ, κατατάσσεται ανάμεσα στους μεγάλους καινοτόμους
του μυθιστορήματος των αρχών του αιώνα μας.
Κύριος
εκφραστής του μοντερνισμού, η Γούλφ πρόβαλε μέσα από το έργο και τη ζωή της την
αναγκαιότητα της ισότητας των δύο φύλων, γεγονός που αρκετό καιρό σκίασε το
έργο της και την ουσιαστικότητα του
περιεχομένου του.
Τώρα, που έχουν περάσει 45 χρόνια από την
αυτοκτονία της κι ο αγώνας για τα δικαιώματα των γυναικών δεν είναι υπόθεση
μόνο λίγων, τώρα, που το έργο της διαβάζεται από μια σχετική απόσταση από την
εποχή του, έχουμε τη δυνατότητα να εκτιμήσουμε το μέγεθός της συγγραφικής της
προσφοράς παράλληλα με τις ριζοσπαστικές της, τότε, θέσεις.
Ακόμα,
πρέπει να τονιστεί ότι η Γούλφ είχε μια πολύμορφη σχέση με το βιβλίο, γιατί
εκτός από τα δικά της έργα, πεζογραφήματα, δοκίμια, και κριτικές, ίδρυσε με τη
συνεργασία του συντρόφου της εκδοτικό οίκο, ο οποίος υπήρξε το λογοτεχνικό
στέγαστρο των καινοτόμων της εποχής, προωθώντας έργα σημαντικών, μέχρι σήμερα,
συγγραφέων. Στη Γούλφ, λοιπόν, δημιουργό, λάτρη του ελληνικού πνεύματος,
μαχόμενη γυναίκα και κυρίως ευαίσθητη και διεισδυτική καταγραφέα των ανθρώπινων
σχέσεων, είναι αφιερωμένο το σημερινό τεύχος.
Όπως θα διαπιστώσετε τα άρθρα του
αφιερώματος έχουν συνταχθεί από 8 γυναίκες. Είναι η πρώτη φορά στα χρονικά του
«Διαβάζω» που ένα ολόκληρο αφιέρωμα γράφεται μόνο από γυναίκες. Μένει στους
αναγνώστες να αναρωτηθούν: η σύνθεση είναι συμπτωματική ή αναπόφευκτη;
Για να υπάρξει όμως ένα μικρό ρήγμα στη
γυναικοκρατία του αφιερώματός μας, σας συνιστούμε να διαβάσετε το άρθρο του Άρη
Μπερλή: «Η Βιρτζίνια Γουλφ και το μυθιστόρημα», στο τεύχος αριθ. 56 και σελίδα
76 του περιοδικού μας, που είναι αφιερωμένο στην αγγλική λογοτεχνία.
Οι φωτογραφίες που εικονογραφούν το
αφιέρωμα είναι παρμένες από το βιβλίο του John Lehman: Virginia Woolf and her world, Thames and Hudson, Great Britain 1975. Σελ.13
-Έφη
Λαμπαδαρίδου, Χρονολόγιο Άντελιν Βιρτζίνια Στήβεν/ Γούλφ 1882- 1941, σ.14-20.
-Μαρία Θ. Αναστασοπούλου, Το λυρικό
μυθιστόρημα και η Virginia Woolf, σ.21-27
Το λυρικό μυθιστόρημα
χαρακτηρίζεται από μια έντονη προβολή προς τα μέσα της αντικειμενικής
εμπειρίας, δηλ. παρουσιάζει την κοινωνία και τη φύση μέσα από μια εσωτερική
προοπτική. Η αέναη αντίθεση μεταξύ του ατόμου και του εξωτερικού κόσμου
παρουσιάζεται όχι σαν πράξη, αλλά σαν συμβολική παρουσίαση του «εγώ» του
ατόμου. Στην προσπάθειά του ν’ αφομοιώσει έναν άγνωστο, και συχνά απειλητικό,
εξωτερικό κόσμο, το άτομο σφυρηλατεί αυτή την εξωτερική πραγματικότητα με το
δικό του εσωτερικό υλικό. Η στιγμή της γνώσης, δηλ. η στιγμή, που είναι ένα
εξωτερικό γεγονός γίνεται εσωτερική εμπειρία, είναι αυτή για την οποία ενδιαφέρεται, και την
οποία εξερευνά το λυρικό μυθιστόρημα.
Εισχωρεί κατ’ ευθείαν σ’ αυτή τη
στιγμή της μετουσίωσης, τη φωτίζει και την παρουσιάζει με άμεσες εικόνες, μέσα
από τις οποίες ελαφρά διαφαίνονται χαρακτήρες, δράση και θεματικά ενδιαφέροντα.
Ενώ, όμως, υπερτονίζεται η εικόνα και το ονειρικό στοιχείο, υποτονίζεται, όπως
είναι φυσικό, ο χαρακτηρισμός. Το ενδιαφέρον που συχνά παρουσιάζει η πλοκή
γενικά απουσιάζει, και γι’ αυτό κάθε προσπάθεια για ένα επιτυχημένο λυρικό
μυθιστόρημα πρέπει να συνοδεύεται από το χάρισμα της αφήγησης. Η Γουλφ, η
κατεξοχήν αντιπρόσωπος του λυρικού μυθιστορήματος στην Αγγλία, αποδείχτηκε,
όπως θα δούμε αργότερα, δεξιοτέχνις της λυρικής αφήγησης…. Σελ.21
-Μαρία Κουτσουδάκη, Ποιά είναι η κ.
Ντάλλογουεϋ;, σ.28-30.
Η Κυρία Ντάλλογουεϋ
(1925) είναι το τέταρτο μυθιστόρημα της Βιρτζίνια Γουλφ και πολλά έχουν λεχθεί
για την ταυτότητα της ομώνυμης ηρωίδας: ότι αποκαλύπτει την ίδια τη συγγραφέα,
ότι ήταν ένα πρόσωπο από το φιλικό και γνωστό περιβάλλον. Η απάντηση όμως, δεν
είναι τόσο εύκολη, γιατί η κ. Νταλλογουεϋ δεν είναι απλός αλλά σύνθετος
χαρακτήρας, ίσως δεν είναι μόνο μια γυναίκα αλλά και ένας άντρας, και πολύ
περισσότερο μια πόλη, ένας κόσμος που ζει κι ένας άλλος που αργοπεθαίνει. Κι
όλα αυτά δίνονται μέσα από την περίφημη «χρονική στιγμή» της Βιρτζίνια Γουλφ,
όπου ο μηδέν χρόνος γίνεται όλος ο χρόνος και όπου συμβαίνουν τα πάντα και
τίποτα… σ. 28
-Αφροδίτη Μ. Παναγή, Το θέμα του καλλιτέχνη
στο Προς το Φάρο* της Γούλφ, μετάφραση: Έφη Λαμπαδαρίδου, σ.31-33.
Στο μυθιστόρημα Προς το Φάρο, η Βιρτζίνια Γουλφ αποφεύγει να
χρησιμοποιήσει την παραδοσιακή πλοκή, παρ’ όλο που έχουμε ίχνη μιας ιστορίας.
Σαν αποτέλεσμα, τα γεγονότα δεν οδηγούν σε βαθμιαία αποκορύφωση της δράσης και
η περιπλοκή παραμένει αξεδιάλυτη. Η συγγραφεύς διαλέγει σχετικά γεγονότα και
περιγράφει το αποτέλεσμά τους στην επίγνωση των ποικίλων προσώπων που αφθονούν
στο έργο. Πρέπει να σημειωθεί ότι η Γουλφ ενδιαφέρεται να μεταδώσει τη ροή του
χρόνου μάλλον, παρά τη λογική αλληλουχία των γεγονότων. Το ενδιαφέρον του
αναγνώστη συγκεντρώνεται σε συναισθήματα, όπως χαρά, λύπη, ελπίδα ή απελπισία.
Οι συγκινήσεις αυτές αναλύονται, απλώνονται και καταγράφονται με επιστροφές της
μνήμης, γιατί σχηματίζουν το περιεχόμενο του μυθιστορήματος. Το διάβασμα
αλληλένδετων εμπειριών επιτυχαίνει ένα συνολικό αποτέλεσμα, καθώς ο αναγνώστης
ζει τις βασικές εμπειρίες αγάπης και θανάτου που σχηματίζουν το σχέδιο της
ανθρώπινης ζωής… σ.31
*Η μεταφράστρια του άρθρου επέλεξε
αυτή την απόδοση του τίτλου ως πιστότερη στον πρωτότυπο. Πρέπει όμως να
υπενθυμίσουμε ότι στις ελληνικές εκδόσεις έχει αποδοθεί «Στο Φάρο».
-Έφη Λαμπαδαρίδου, Διάνοια και
φαντασία στον Ορλάντο της Virginia Woolf, σ.34-38.
Το έργο Ορλάντο-Μία βιογραφία (1928),
είναι το έκτο μυθιστόρημα της Άντελιν Βιρτζίνια Γουλφ, γραμμένο με το
συμβολισμό ποιήματος σε πρόζα, και ανήκει στο «ψυχολογικό μυθιστόρημα».
Χρονικά, βρίσκεται ανάμεσα στο Προς τον φάρο (Ελλ. Τίτλος Στο φάρο) (1927), του
οποίου ο τίτλος συμβολίζει τις στιγμιαίες λάμψεις της ενόρασης, όταν η διάνοια
αρχίζει να εισχωρεί στο ασυνείδητο σκοτάδι της ψυχής φέρνοντας το σε επίγνωση.
Στο άλλο έργο που πλαισιώνει τον Ορλάντο, Τα κύματα (1931), ο τίτλος δίνει την
αίσθηση του άπιαστου υγρού στοιχείου που είναι η φαντασία και αναγγέλλει ότι η
διάνοια της συγγραφέως έχει πια φτάσει στο ασυνείδητο. Τα δίδυμα-αντίθετα, φως/
σκοτάδι, άνεμος/ θάλασσα, γίνονται στον Ορλάντο τα γένη, αρσενικό/ θηλυκό, στο
ίδιο πρόσωπο.. σ.34
-Λιάνα Σακελλίου- Schultz, Τα Κύματα και η «υπόγεια» μεταφορά τους, σ.39-41
Η Γουλφ στο ημερολόγιό της περιγράφει
το σχεδίασμά της για Τα Κύματα. Τη μέρα που σύνθεσε τις τελευταίες λέξεις του
μυθιστορήματος έγραψε:
«Αυτό που μ’ ενδιαφέρει στο τελευταίο στάδιο είναι η ελευθερία και η
τόλμη της φαντασίας μου που άρπαξε, χρησιμοποίησε και πέταξε στην άκρη όλες τις
εικόνες και τα σύμβολα που είχα ετοιμάσει. Είμαι σίγουρη πως αυτός είναι ο
καλύτερος τρόπος να χρησιμοποιηθούν- όχι σαν διαμορφωμένα κομμάτια σε ενότητες,
όπως προσπάθησα να κάνω αρχικά, αλλά απλά σαν εικόνες’ προσπαθώντας πάντα να
μην καθορίσω την εξέλιξή τους’ να τις αφήσω μόνο να υποβάλουν. Μ’ αυτόν τον
τρόπο κράτησα παρόντα τον ήχο της θάλασσας και των πουλιών, της αυγής και του
κήπου να λειτουργεί υποσυνείδητα, να κάνει τη δουλειά του υπογείως.» (1).
-Μαρία Κουτσουδάκη*, Ο «Έλληνας»
Ιάκωβος: η Ελλάδα στο Δωμάτιο του Ιακώβου (Jacob’ s Room), σ.42-49.
«Ο Ιάκωβος είναι από φυσικού του
«Έλληνας»: μοιάζει με ελληνικό άγαλμα, είναι ευτυχισμένος στην κορυφή του
βουνού Όλυμπος, ενώ στο Καίμπριτζ, αυτός και ο Τίμμυ Ντουρράν νομίζουν ότι
είναι οι μόνοι που ξέρουν τι πράγματι εννοούσαν οι Έλληνες.(1)
Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ κόσμος, και πολύ περισσότερο τα κλασικά ιδεώδη της αρχαίας
Ελλάδας πάντοτε μαγνητίζανε τη Βιρτζίνια Γουλφ. Το 1898, άρχισε να μαθαίνει
ελληνικά: «είχε πάθος για τον Αισχύλο και τον Ευριπίδη και έβλεπε τη σχέση τους
με τη δική της εποχή».(2) Αυτό το έντονο ενδιαφέρον για την αρχαία ελληνική
παράδοση αντικατοπτρίζεται σε πολλά από τα έργα της.
Ο τίτλος «Μελυμβροσία», που
αρχικά είχε δώσει σε ένα από τα πρώτα της μυθιστορήματα γνωστό σαν Το Εξωτερικό
Ταξίδι ( The Voyage Out) (1915), «αποπνέει με ρομαντισμό τις συνήθειες μιας βουκολικής ελληνικής
αρχαιότητας» (3). Το όνομα του πλοίου είναι ελληνικό («Ευφροσύνη») και ο κ.
Αμβρόσιος ένας αφηρημένος «Έλληνας καθηγητής», ενώ αρκετά μακρύ απόσπασμα (στα
ελληνικά) από την Αντιγόνη του Σοφοκλή μιλά για την καταπίεση των γυναικών και
«θα παίξει σπουδαίο ρόλο στα μεταγενέστερα έργα όπως Τα Χρόνια (The Years) και οι Τρεις Γκινέες
(Three Guineas)». (4)
Αλλά από τα μυθιστορήματα της Γουλφ, εκείνο που μπορεί ανεπιφύλακτα να
χαρακτηριστεί σαν «ελληνικό» είναι το Δωμάτιο του Ιακωβου (Jacob’s Room) (1922). Σ’ αυτό το
έργο όχι μόνο υπάρχει αναφορά σε θέματα ελληνικά, αλλά και μεγάλο μέρος των
γεγονότων λαμβάνει χώρα στην Ελλάδα. Ο πρωταγωνιστής επισκέπτεται την Αθήνα και
άλλες ιστορικές τοποθεσίες και, ήδη πλασμένος με τα ελληνικά ιδεώδη όπως τα ‘χε
γνωρίσει από το διάβασμα βιβλίων, φτάνει σε μια τελείωση του «είναι» του, μέσα
στη διαφάνεια του αττικού ουρανού πάνω στον οποίο ακτινοβολεί εντυπωσιακή η
φιγούρα του Παρθενώνα..» σ.43
*Το κείμενο της Δρ. Μαρίας
Κουτσουδάκη- μεταφρασμένο από την ίδια για το περιοδικό μας-είναι η εισήγησή
της στο 3ο Ετήσιο Συνέδριο Συγκριτικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Brown, στην πόλη Providence του Rhode Island, Η.Π.Α. Επίσης, δημοσιεύτηκε στην περιοδική έκδοση του Πανεπιστημίου της
Ουάσιγκτον “Papers in Romance”, το 1980.
-Ολυμπία
Καράγιωργα*, Ο Έρωτας στο έργο της Virginia Woolf, σ.50-51.
*Τα
αποσπάσματα των έργων της Woolf, που δημοσιεύονται στο κείμενο της Ολυμπίας
Καράγιωργα είναι μεταφρασμένα από την ίδια.
-Σοφία Ι. Καζάκου, Η φεμινιστική
άποψη της Βιρτζίνια Γουλφ μέσα από δύο δοκίμιά της, σ. 52-54.
«Η Βιρτζίνια Στέφεν Γουλφ, μεγάλη μορφή της αγγλικής λογοτεχνίας του
μεσοπολέμου, υπήρξε αναμφισβήτητα όχι μόνο μια απλή γυναίκα- συγγραφέας, αλλά
μια συγγραφέας με κοινωνική δράση. Κατάφερε να καταγράψει τη θέση της γυναίκας
στην κοινωνία και συγχρόνως να καταγγείλει τις διακρίσεις που γίνονταν σε βάρος
της. Σε πολλά γραφτά της μπορούμε να διακρίνουμε την επίδραση που άσκησε πάνω
στο νέο-φεμινιστικό κίνημα του σήμερα. Στην πραγματικότητα μας εντυπωσιάζει το
γεγονός ότι αίτημα και θέσεις, που μέχρι σήμερα εκφράζουν το φεμινιστικό
κίνημα, βρίσκονται ήδη σκόρπια στα γραφτά της Β.Γ.
Η Β.Γ. άφησε πίσω της ένα αρκετά
ογκώδες λογοτεχνικό έργο. Καταπιάστηκε με διάφορα λογοτεχνικά είδη, όπως
μυθιστορήματα, διηγήματα, δοκίμια, κριτικές, βιογραφίες. Στα μυθιστορήματά της
αναπτύσσει μια ολόκληρη φιλοσοφία πάνω στα δύο φύλα. Στα δοκίμιά της όμως, και
ιδίως στις Τρεις Γκινέες (1938) και στο Ένα δικό σου δωμάτιο (1928) είναι που
αναπτύσσει ξεκάθαρα τις θεωρητικές της απόψεις πάνω στο γυναικείο ζήτημα.
Κατ’ αρχήν πετυχαίνει να δώσει μια ακριβή εικόνα της γυναίκας της μέσης
αστικής τάξης στην εποχή της. Η Β.Γ. δεν πέφτει σε παγίδες: δεν προσπαθεί να
μιλήσει για τις γυναίκες άλλων κοινωνικών τάξεων, π.χ. για τις εργάτριες.
Περιγράφει τις γυναίκες της δικής της κοινωνικής τάξης, γιατί έχει συνείδηση
των ταξικών διαφορών που χωρίζουν την εργάτρια απ’ τη μεσοαστή, παρ’ ότι και οι
δύο ανήκουν στο καταπιεζόμενο γυναικείο φύλο.»… σ.52.
-Μαρία Τσάτσου, Ένα γράμμα της
Βιρτζίνια Γουλφ για την Ελλάδα, σ.55- 57.
Το γράμμα που ακολουθεί γράφτηκε από την Βιρτζίνια Γουλφ το 1932, όταν
ταξίδευε στην Ελλάδα, για δεύτερη φορά, μαζί με τον άντρα της Λέναρντ Γουλφ,
τον Ρότζερ Φράι και την αδελφή του Μάρτζερυ. Η ομάδα έφτασε στη Βενετία
σιδηροδρομικώς και από κει με ατμόπλοιο, μέσω Μπρίντιζι, στον Πειραιά. Το
ταξίδι κράτησε από τις 11 Απριλίου ως τις 12 Μαϊου.
Ο Ρότζερ Φράι (1866-1934), ζωγράφος και αισθητικός της τέχνης, ήταν από
τα πρόσωπα που περισσότερο εκτιμούσε και αγαπούσε η Βιρζίνια Γουλφ. Εισήγαγε το
αγγλικό κοινό στον γαλλικό ιμπρεσσιονισμό και υπήρξε η ψυχή του Εργαστηρίου
Ωμέγα στο Μπλούμζμπερυ. Η αδελφή του είναι ο κλασικός τύπος της βικτωριανής
δεσποινίδος, εκκεντρικής, κάποιας περασμένης ηλικίας. Η Έθελ Σμυθ (1858-1944)
ήταν συνθέτης, συγγραφεύς, αφοσιωμένη φίλη και θαυμάστρια της Βιρτζίνια και
λάτρις της Ελλάδας, την οποία είχε επισκεφθεί παρά το ότι περπατούσε με
μπαστούνι (A three-legged tour of Greece, 1927).
Η Βιρτζίνια Γουλφ είχε έρθει στην Ελλάδα για πρώτη φορά το 1906, 24
χρονών τότε, μαζί με τ’ αδέλφια της Βανέσσα, Τόμπυ και Εϊντριαν, και την
αγαπημένη φίλη των νεανικών της χρόνων Βάιολετ Ντίκινσον. Το ημερολόγιο του
ταξιδιού αυτού είναι ανέκδοτο και δυσπρόσιτο. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το
ότι, ενώ κατά το πρώτο της ταξίδι η Βιρτζίνια, μαγεμένη από το αρχαίο κάλλος
των ναών και τη ζωντανή αρχαιότητα της Ελλάδας, δεν είχε μάτια για τίποτα άλλο
σχεδόν, στο δεύτερο ταξίδι, 50 ετών πια, συγκινείται και εμβαθύνει στο ιδιάζον
μυστικιστικό κλίμα του ελληνικού Πάσχα και της άνοιξης, όπου συναντιώνται ο
θρήνος και η χαρά, με φόντο μια οργασμική, συχνά αντιφατική, φύση.
Το γράμμα αυτό περιλαμβάνεται στον Ε΄ τόμο της αλληλογραφίας της ( The Sickle Side of the Moon: The Letters of Virginia Woolf, V, 1932- 1935, Chatto & Windus, 1979), με αύξοντα αριθμό 2579, και θα περιληφθεί σε μια συνολική έκδοση
των επιστολών και εγγραφών ημερολογίου από και για την Ελλάδα, που θα
κυκλοφορήσει, στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Κρύσταλλο. Σ.55
Μετάφραση Μαρίας Τσάτσου. Copyright Quentin Bell & Angelica Garnett, 1979. Για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Κρύσταλλο, 1986.
-Σοφία Ι.
Καζάκου, Κατάλογος ελληνικών εκδόσεων έργων της Βιρτζίνια Γουλφ, σ.58.
Σημειώσεις:
ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ
ΚΟΥΡΑΣΗΣ
Η σκιά μου όλο και
μακραίνει
Η σκιά μου όλο και μου μοιάζει.
Ολυμπία Καράγιωργα
Στο τρίτο σημείωμα για την ποιήτρια και
μεταφράστρια Ολυμπία Καράγιωργα
(Αλεξάνδρεια 13/10/1934- Λέρος, Παρασκευή 5/1/2024) μεταφέρω στο μπλοκ δύο
κείμενά της, καθώς διαβάζω και πάλι τα δημοσιεύματα, τις μεταφράσεις και τα
ποιήματά της. Και τα δύο αφορούν την αγγλίδα μυθιστοριογράφο VIRGINIA WOOLF (25/1/1882- 28/3/1941), μια εμβληματική μορφή των αγγλικών
γραμμάτων και της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Αγαπημένη συγγραφέας του ελληνικού
αναγνωστικού κοινού όπως δηλώνουν οι μέχρι σήμερα μεταφράσεις των βιβλίων της
από διάφορους εκδοτικούς οίκους στην χώρα μας διαχρονικά, τους άντρες
μεταφραστές και τις γυναίκες μεταφράστριες, τις εισαγωγές, τους προλόγους και
τα σχόλια που συνοδεύουν τα βιβλία της. Τα διάσπαρτα άρθρα και οι
βιβλιοκριτικές, οι μελέτες για την συγγραφική της παρουσία, οι τέσσερεις
βιογραφίες της που κυκλοφορούν στα ελληνικά (από όσο γνωρίζω).
Συμπεριληπτικά
να αναφέρουμε τρία παραδείγματα. Το φιλότεχνο ελληνικό κοινό και οι
φιλαναγνώστες στην χώρα μας, από το 1946 έρχονται σε επαφή με την παρουσία της
Βιρτζίνια Γούλφ με το άρθρο του John Lehmann, “Virginia Woolf” σ.178-180, περιοδικό «Αγγλοελληνική
Επιθεώρηση» τόμος Β τεύχος 6/ 8, 1946. Ενώ είκοσι χρόνια μετά, στο ελληνικό
περιοδικό για τον Υπερρεαλισμό «ΠΑΛΙ», που εξέδιδε ο ποιητής και μεταφραστής
Νάνος Βαλαωρίτης, η ποιήτρια και μεταφράστρια Μαντώ Αραβαντινού μεταφράζει το
δοκίμιο της Virginia Woolf, “For the common reader”. Ένα κείμενο «που γράφτηκε πρίν από
τριάντα περίπου χρόνια. Η συγγραφεύς με εκπληκτική διαίσθηση προφήτευσε την
τύχη του μυθιστορήματος», όπως αναφέρεται στην αρχή του κειμένου, που αρχινά με
την πρόταση «Η ποίηση τέχνη αριστοκρατική απομονώθηκε στα χέρια των ιερέων
της». Ενώ την επόμενη πάνω κάτω εικοσαετία έχουμε δύο περιοδικά αφιερώματα. Του
περιοδικού «Διαβάζω» και του περιοδικού «ΤΟ ΑΜΦΙ», Τρίμηνη έκδοση επιστημονικής
και κοινωνικής έρευνας. Δ΄ περίοδος τεύχος 1/ Ιούλιος- Αύγουστος- Σεπτέμβριος
1988, σελίδες 45-64. Οι συντελεστές και τα περιεχόμενα του περιοδικού της
ομοφυλόφιλης ευαισθησίας είναι:- «Η ανώνυμη», Χρονολόγιο/ Βιογραφικά Στοιχεία,
σ.46-50. – Κασσάνδρα, Βιρτζίνια Γουλφ και Φεμινισμός, σ. 51-54. –«Λαίδη
Μάκβεθ», Γυναικείες παρουσίες στο έργο της ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ η κυρία Ντάλλογουεη
και η κυρία Ράμσεϋ, σ.55-56.- Η Βάρβαρη, ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ ΚΑΙ ΒΙΤΑ- ΓΟΥΕΣΤ: μια
ρομαντική φιλία ή συγχρόνως και μια ερωτική σχέση;, σ.57-59.- Ε.Γ.,
ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ (ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ ΤΗΣ ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΕΚΔΟΘΕΙ ΣΤΗΝ
ΕΛΛΑΔΑ), σ.60-64.
Αλλά και η αγάπη που έτρεφε η Βιρτζίνια
Γουλφ για την Ελλάδα δεν ήταν μικρή, ούτε αμελητέα, ούτε παροδική, ήταν σταθερή
και ακλόνητη. Ενδιαφέρεται και σπουδάζει από τη νεαρή της ηλικία συστηματικά
τις κλασικές σπουδές,-μαθαίνει αρχαία ελληνικά- διαβάζει στο πρωτότυπο αρχαίους
έλληνες συγγραφείς, Πλάτωνα, Αισχύλο, Σοφοκλή, γράφει και εκφωνεί ομιλίες για
τους αρχαίους έλληνες. Ανάμεσα στα ελληνικά άρθρα που έχουν δημοσιευθεί για το
σημαδιακό δοκίμιο της Βιρτζίνια Γούλφ, “On Not Knowing Greek”, το οποίο περιλαμβάνεται στο βιβλίο
της “The Common Reader”, αξίζει να διαβάσουμε εκείνο του παλαιού καθηγητή
του Πανεπιστημίου Αθηνών Ανδρέα Παναγόπουλου στην εφημερίδα «Το Βήμα»
16/6/1985, «Δεν ξέρουμε ελληνικά…».
Πολύτιμες σκέψεις της Βιρτζίνια Γουλφ για την αρχαία γλώσσα μας, και
ιδίως για τον τραγικό λόγο, επίκαιρες τούτες τις ημέρες με την πληθώρα των σχετικών παραστάσεων. Σε βιβλία και μελέτες της, ταξιδιωτικές της
αναμνήσεις, η ελληνολάτρης Βιρτζίνια Γουλφ, δεν παύει να αναφέρεται,
εξακολουθητικά επαινετικά, με υπέρμετρο θαυμασμό για την Ελλάδα, το Ελληνικό
Τοπίο, τους Έλληνες, κατά τις εδώ δύο επισκέψεις της. Πρώτη φορά ταξιδεύει στην
πατρίδα μας το Φθινόπωρο του 1906 ( Σεπτέμβριος-Οκτώβριος), νεαρή ανύπαντρη
αγγλιδούλα 24 ετών μαζί με τα αδέρφια της Βανέσα, Τόμπυ, Έιντριαν και την
παιδική της φίλη Βάιολετ Ντίκινσον. Κατά την επίσκεψή τους στην Νάουσα, η Γουλφ
αρρωσταίνει, ενώ μετά την επιστροφή τους στην Αγγλία, 20 Νοεμβρίου πεθαίνει ο
αδελφός της Τόμπυ. Επισκέπτεται για δεύτερη φορά την Ελλάδα τον Μεσοπόλεμο,
1932. Το ταξίδι κρατά από τις 15 Απριλίου έως τις 12 Μαϊου 1932. Η Βιρτζίνια
Στήβεν είναι παντρεμένη με τον Λέοναρντ Γούλφ και συγγραφέας τριών σημαντικών
της πεζών. Παντρεύεται με πολιτικό γάμο τον Λέοναρντ Γούλφ στις 10 Αυγούστου
1912 στο ληξιαρχείο του Σεντ Πάνκρας στο Λονδίνο, το ταξίδι του μέλιτος του
ζεύγους γίνεται στην Προβηγκία, την Ισπανία και την Ιταλία. Έχουν κυκλοφορήσει
τα βιβλία της «Κυρία Ντάλογουέη» (1925), «Φάρος» (1927) και «Κύματα» (1931).
Και τα τρία έργα: “Mrs. Dalloway”, “To the Lighthouse”, “The Waves” εκδόθηκαν από τον εκδοτικό οίκο που
δημιούργησε η Βιρτζίνια με τον σύζυγό της, τον Hogarth Press. Στο δεύτερο ταξίδι της στην Ελλάδα συνοδεύεται
από τον άντρα της Λέοναρντ Γουλφ (1880-1969) εβραϊκής καταγωγής,
μυθιστοριογράφο και υποψήφιο βουλευτή του Εργατικού Κόμματος, συνιδρυτή μαζί με
την Βιρτζίνια Στήβεν του εκδοτικού οίκου “The Hogarth Press”-. Τον κριτικό και ζωγράφο Ρότζερ
Φράι (1866-1934) και την αδελφή του Μάρτζερυ (1874-1958). Χαρακτηριστικές είναι οι ημερολογιακές της
σημειώσεις και τα γράμματα, όπως τις διαβάζουμε στον τόμο «ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΜΑΗΣ ΜΑΖΙ!
Εγγραφές ημερολογίου και γράμματα», σε μετάφραση και πρόλογο της Μαρίας
Τσάτσου, εισαγωγή και σημειώσεις του Άρη Μπερλή. Το βιβλίο κυκλοφόρησε από τις
εκδόσεις «Κρύσταλλο», Αθήνα, 12, 1987, σ.64.
Για την έκδοση βλέπε ενδεικτικά κριτικό σημείωμα: Γιώργος Χ. Μπαλούρδος,
εφημερίδα «Εξόρμηση» 14/1/1990, (αναρτημένη η βιβ/κη και στο ιστολόγιο),
περιοδικό «Το Τέταρτο» Μάρτιος 1988 κλπ. Γράφει ο συγγραφέας και μεταφραστής Άρης Μπερλής πολύ εύστοχα για την
έκδοση:
«Διαβάζοντας το
ημερολόγιο που κράτησε και τα γράμματα που έγραψε από την Ελλάδα η Βιρτζίνια
Γούλφ, την άνοιξη του 1932, έχεις την εντύπωση πώς αυτό που περιγράφεται δεν
είναι η Ελλάδα, είναι μιά άλλη χώρα:
Η Ελλάδα είναι χωρίς αμφιβολία η πιό όμορφη χώρα που έχει απομείνει.
Οι άνθρωποι είναι οι πιό συμπαθητικοί που γνώρισα ποτέ. Όλοι χαμογελάνε.
Γιατί δεν μου είπες ότι η Ελλάδα είναι τόσο όμορφη;
Αυτή η θάλασσα ήταν παρθένα.
Κι έκοψα άγρια κρίνα και κίτρινα αστεράκια που δεν τα ‘χα ξαναδεί, και
μικρά βυσσινιά, μωβ, μπλε, άσπρα λουλουδάκια, σαν μαργαρίτες.
Ολόκληρο το βουνό ήταν κόκκινο από τα ηλιάνθεμα και τις παπαρούνες.
Τα ξενοδοχεία λάμπουν από καθαριότητα.
Κρυστάλλινη θάλασσα και πεντακάθαρη άμμος.
Είναι τρέλα να χάνει κανείς τα καλύτερά του χρόνια πασχίζοντας να
πλουτίσει, όταν υπάρχει αυτή η άγρια αλλά πολύ πολιτισμένη και πανέμορφη χώρα
όπου μπορείς να ζήσεις.
Σε ποιό τόπο αναφέρεται αυτή η συγγραφεύς; Και τί νόημα έχει τούτη η
έκδοση, σε τούτη τη χώρα, τούτα τα χρόνια που επήλθαν ‘χυμένα θα ‘λεγες
ακάθαρτο πετρέλαιο που του βάλανε φωτιά; Μνημόσυνο για μιά προώρως χαμένη
ομορφιά; Διδαχή και φρονηματισμός για να περισωθεί ό,τι απόμεινε στο παρόν και
να διαφυλαχθεί στο μέλλον;
Η Ελλάδα του 1932, όπως την είδε και την περιέγραψε η Βιρτζίνια Γούλφ,
φύση και χαρακτήρας της φύσης της και των ανθρώπων της, δεν μας ανήκει. Σε
κανέναν δεν ανήκει τίποτα που δεν αγαπά. Ούτε τα ερείπια και τα πληγωμένα της βουνά, χωρίς ‘ένταση’
πιά ‘να ακεραιωθούν ξανά’. Μόνο τ’ αγριολούλουδα, φυτικές κατσαρίδες που
επέζησαν του ολοκαυτώματος, συνεχίζουν κάθε Μάη ν’ ανθίστανται. Καθώς η ίδια η
Γούλφ παρατηρεί με πρωτοφανή οξυδέρκεια στο ημερολόγιό της: «Ο τόπος είναι τόσο
εξουθενωμένος που δεν μπορεί πιά να διαφυλάξει τα συμφέροντά του».
Τούτη λοιπόν η έκδοση δεν μπορεί να έχει άλλη σημασία από το να
διαβάσουμε τη ζωντανή περιγραφή μιάς όμορφης χώρας, μιάς ουτοπίας, που μιά
μεγάλη συγγραφεύς κάποτε επισκέφτηκε. Μιάς χώρας παραμυθένιας τόσο για κείνη
όσο και για μας.».
Ενώ η μεταφράστρια και δημοσιογράφος Μαρία Τσάτσου αναφέρει μεταξύ άλλων στην δική της εισαγωγή:
«………. Η νέα οπτική που
κυριαρχεί στο δεύτερο ταξίδι της Γούλφ στην Ελλάδα οφείλεται όχι μόνο στην
ίδια, που βρίσκεται στην ωριμότητά της, αλλά κατά μεγάλο μέρος και στον Ρότζερ
Φράι. Η ικανότητά του και η ευαισθησία του να διαβάζει την τέχνη των Βυζαντινών
μοιάζει να κλιμακώνεται μέσα στις περιγραφές της Βιρτζίνια, όπου, σε μιά
μουσική σχεδόν αναγωγή και σύνθεση, το αρχαίο παγανιστικό στοιχείο συνυπάρχει
με τον ορθόδοξο χριστιανικό μυστικισμό. Όλα αυτά μέσα σε μιά φύση οργιαστική,
όπου άλλοτε κυριαρχεί το φώς της ζωής και άλλοτε η σκοτεινιά του θανάτου.
Γοητευτικότερη εικόνα της Ελλάδας δεν θα μπορούσε να φανταστεί κανείς, ούτε πιό
ενθουσιαστική, ή πιό καλόπιστα χιουμοριστική. Τόσο που όταν έρχεται η στιγμή να
πει κανείς κάτι για την Ελλάδα της εποχής ή ‘περί της αξίας της δραχμής εν έτει
1932’ να αισθάνεται κάποια δυσκολία.
Η Βιρτζίνια Γούλφ συνταξίδευσε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο ‘επί του
ατμοπλοίου Τέβερε’, στις 18 Απριλίου 1932, όταν ο Βενιζέλος επέστρεφε από την
Ελβετία, όπου είχε εκφωνήσει λόγο στην Κοινωνία των Εθνών…………………………
Μπορούμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι όταν η Βιρτζίνια ακούει το θόρυβο της
πόλης από το ξενοδοχείο Ματζέστικ της οδού Σταδίου, ολόκληρη η Αθήνα θα βράζει
στον πυρετό της κρίσης και της κομματικής αντιπαράθεσης, ενώ την ίδια εποχή η
αγγλική οικονομία ανορθώνεται θεαματικά χάρη στις μεθόδους του υπουργού
Οικονομικών Νέβιλ Τσέιμπερλιν. Με αυτά τα δεδομένα πρέπει να ερμηνεύσουμε τα
σχετικά με τη δραχμή και την οικονομική κατάσταση της χώρας αποσπάσματα του
ημερολογίου και των επιστολών.
Η Βιρτζίνια Γούλφ δεν ξαναγύρισε στην
Ελλάδα. Της συνέβαινε πάντα να ερωτεύεται τις χώρες που επισκεπτόταν και να τις
νοσταλγεί εκ των προτέρων. Ωστόσο, μέσα από τα γραφόμενά της δίνεται η αίσθηση
πώς στην Ελλάδα βρήκε κάτι το ιδιαίτερο. Μιλάει σαν άνθρωπος υγιής, που ξέρει
να απολαμβάνει τη χαρά της ζωής και της φύσης, με ανεξάντλητο χιούμορ.
Βυθίζεται στα σκοτεινά της βάθη με τη σιγουριά εξαιρετικής κολυμβήτριας, που ξέρει
πότε και πώς πρέπει να βγει στην επιφάνεια. Το 1941, όταν βυθίστηκε στα
παγωμένα νερά του ποταμού Ούζ, για να μην αναδυθεί πιά, είναι ακόμη
μακριά………………».
Πληροφοριακά να αναφέρουμε και τα εξής: η
φωτογραφία της σελίδας 57 που διανθίζει το αφιέρωμα του περιοδικού «Διαβάζω»
στην Βιρτζίνια Γούλφ είναι του Άρη Μπερλή. Είναι «Το βιβλίο επισκεπτών του
ξενοδοχείου “Belle- Helene” στις Μυκήνες. Διακρίνουμε τις υπογραφές των τεσσάρων επισκεπτών».
Επίσης, ο Άρης Μπερλής επιμελείται ή μεταφράζει και τα εξής βιβλία της
Βιρτζίνιας Γούλφ:- «Τα Κύματα», εκδ. Κρύσταλλο 1986/ εκδ. Ύψιλον 1994.- «Στο
Φάρο» εκδ. Οδυσσέας 1982/ εκδ. Κρύσταλλο 1982/ εκδ. Ύψιλον 1995. -Γράμματα σε
έναν νέο ποιητή», εκδ. Άγρα, 10,1997. Ενώ οι μεταφράσεις αποσπασμάτων έργων της
Βιρτζίνιας Γουλφ, που περιλαμβάνονται στον τόμο της Μονίκ Νατάν, «Βιρτζίνια
ΓΟΥΛΦ», μετάφραση Κατερίνα Μαρινάκη, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 9, 1986
(Συγγραφείς για πάντα) είναι από τον Άρη Μπερλή. Βλέπε τα έργα: «Ορλάντο»,
«Φάρος», «Κύματα», «Το στοιχειωμένο σπίτι και άλλα διηγήματα», «Ο θάνατος του
εφημέριου και άλλα δοκίμια», σελίδες 9, 131, 138, 158, 169, 175, 184, 193, 210.
Συμπληρωματικά να γράψουμε ότι ο Αρης Μπερλής προλογίζει και μεταφράζει,
παρουσιάζει το ανέκδοτο νεανικό Κείμενο της Βιρτζίνια Γουλφ, είναι μόλις 24
ετών και γράφτηκε κατά την πρώτη επίσκεψή της στην Ελλάδα, με τίτλο « Ένας Διάλογος
στο όρος Πεντελικόν», σημείωμα και μετάφραση Α. Μπερλή, περιοδικό της Θεσσαλονίκης
«Εντευκτήριο» τεύχος 14/ 3, 1991, σ.5-10. Όπως σημειώνει ο Α. Μπερλής το ανέκδοτο
κείμενο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς όχι μόνο αποτελεί πρώιμη
μαρτυρία για το λογοτεχνικό τάλαντο και πρόκριμα της πεζογραφικής εξέλιξης της
συγγραφέως του, αλλά ακόμα, «σχολιάζει κρατούσες αντιλήψεις και ιδεοληψίες, και αποκαλύπτει ιδέες και στάσεις
των μορφωμένων νέων της εποχής και του κύκλου της, στο κρίσιμο, όπως φαίνεται,
γι αυτούς θέμα της σχέσης αρχαίας και νεότερης Ελλάδας». «Καρπός της πρώτης επίσκεψης
είναι το κείμενο που ακολουθεί. Είχε παραμείνει ανέκδοτο, βρέθηκε στα κατάλοιπα
της Γουλφ και δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο Φιλολογικό Παράρτημα των Τάιμς (The Times Literary Supplement, 11 Σεπτεμβρίου 1987, σ.979). Αποσπάσματα
του κειμένου προ-δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Η Αυγή» 14/4/1991. Στην ίδια
πρωινή εφημερίδα της ανανεωτικής αριστεράς, η Ελένη Μαχαίρα στις 9/8/1987 δημοσιεύει
τις «Σελίδες ημερολογίου της ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ», τίτλος: «Εγώ, η Β.Γ., είμαι μια
κυρία της υψηλής κοινωνίας». Τέλος, όπως
αναφέρεται στο εισαγωγικό σημείωμα του περιοδικού «Διαβάζω», ο Άρης Μπερλής υπογράφει
το άρθρο «Η Βιρτζίνια Γούλφ και το μυθιστόρημα», σελ. 76-80. Το κείμενο συμπεριλαμβάνεται
στο αφιέρωμα του περιοδικού «Διαβάζω» στην «Αγγλική λογοτεχνία (από το μεσαίωνα
ως τις μέρες μας)», διπλό τεύχος 56/ Σεπτέμβριος- Οκτώβριος 1982.
«Μιά ύποπτη σιωπή
γλιστράει στην πόλη
υψώνεται, κυριαρχεί
Δεν είναι η σιωπή της ομίχλης
ούτε η σιωπή της θλίψης
«Η σιωπή της απουσίας»
Ολυμπία
Καράγιωργα
Το πρώτο κείμενο (ενότητες) της ποιήτριας Ολυμπίας
Καράγιωργα, προέρχεται από το γνωστό βιβλίο ΟΛΥΜΠΙΑ ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΑ, VIRGINIA WOOLF ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΝΩΣΤΗ, εκδόσεις
Επικαιρότητα 1981, σελ. 64. (Σε προηγούμενες αναρτήσεις έχουμε αναφερθεί στην
εργασία αυτή). Να υπενθυμίσουμε ότι το συγκεκριμένο βιβλίο είναι το πρώτο που
κυκλοφόρησε στην ελληνική εκδοτική αγορά για την αγγλίδα φιλελληνίδα
μυθιστοριογράφο, βιβλιογράφο, δοκιμιογράφο, κριτικό και εκδότρια, τυπογράφο Β. Γουλφ.
Το δεύτερο δημοσίευμα της ποιήτριας και μεταφράστριας Ολυμπίας Καράγιωργα
περιλαμβάνεται στο αφιέρωμα του περιοδικού ΔΙΑΒΑΖΩ
τεύχος 153/ 22. 10.86, σ.50-51. Την επιμέλεια του αφιερώματος στην
Βιρτζίνια Γουλφ την είχε ο συνεργάτη της παλαιάς Λογοτεχνικής Επιθεώρησης
Γιώργος Γαλάντης, ο οποίος σχεδίαζε και τα εξώφυλλα του περιοδικού, και για μεγάλη
χρονική περίοδο, υπήρξε διευθυντής του μετά την απώλεια των πρώτων ιδρυτών του
ΔΙΑΒΑΖΩ. Αναφέρω και τους υπόλοιπους συγγραφείς και τα θέματα του αφιερώματος,
αντιγράφοντας και μέρος των εισαγωγών.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς
Πέμπτη, 15 Φεβρουαρίου
2024.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου