ΠΛΩΤΗ ΣΧΟΛΗ ΠΕΙΡΑΪΚΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
Του Σάββα Παπαδόπουλου
Εφημερίδα Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ
ΠΕΙΡΑΙΩΣ Παρασκευή 23/2/1945
Ξαναπιάνοντας στα χέρια μου τα
«ΠΕΙΡΑΙΩΤΙΚΑ» του πειραιώτη ποιητή και δημοσιογράφου Νίκου Ι. Χαντζάρα- υδραίου
την καταγωγή από την πλευρά της μητέρας του Μπίλιως- ο ίδιος δεν παύει να μας
το τονίζει συχνά στα χρονογραφήματά του καθώς σκιαγραφεί τα πορτραίτα των μελών
της οικογένειάς του και των καθημερινών συνηθειών και ασχολιών τους. Εδώ από
την μεριά μας να επισημάνουμε ότι από το γεγονός αυτό (παιδικά και εφηβικά
ακούσματα και συνομιλίες) προέρχεται και το Αρβανίτικο λεξιλόγιό του (λέξεις,
φράσεις, μικρές προτάσεις του) που συναντάμε συχνά στα «Πειραιώτικα» μαζί με
μεταφρασμένες στα ελληνικά γαλλικές λέξεις και εκφράσεις και φυσικά την
δημοσιογραφική γλωσσική εκφραστική της εποχής την οποία υιοθετούσε στα γραπτά
του. Τα δημοσιεύματα του Χαντζάρα απευθύνονταν τόσο στους αστούς γηγενείς,
μέτοικους Πειραιώτες, όσο και στους απλούς μεροκαματιάρηδες κατοίκους της πόλης,
του λιμανιού, τους καφενόβιους, των δημοτών του που συναντούσε στις λαϊκές
ταβέρνες και τα άλλα δημόσια στέκια, τους δημοτικούς κήπους και τα πάρκα, τα
ζαχαροπλαστεία, τα μπακάλικα και τα μπαρμπέρικα από όπου αντλούσε τις
πληροφορίες και το ειδησεογραφικό υλικό για τα μέρα παρά μέρα σχεδόν κείμενά
του. Ο Πειραιολάτρης ποιητής όπως ο ίδιος και πάλι μας εξομολογείται σε ένα του
χρονογράφημα για το «χωριό του» μιλώντας μας για την απώλεια του ιερέα του
καινούργιου ναού που οικοδομήθηκε του Αγίου Βασιλείου, του «πνευματικά
ευρυμαθούς» θεολόγου Γεώργιου Μακρή, έκανε τα πρώτα δειλά ποιητικά του βήματα
από το θρησκευτικό περιοδικό- φυλλάδιο που συνηθίζονταν να κυκλοφορούν οι
διάφορες εκκλησιαστικές ενορίες «Αναμόρφωσις». Βλέπε «Πάτερ- Γεώργιος»
Παρασκευή 2/2/1945. Γράφει: «…Τον είχα γνωρίσει από την παλιάν εποχή που δεν
είχεν ακόμα ιερωθή. Έβγαζε τότε το θρησκευτικό περιοδικό «Αναμόρφωσις» και
εκήρυττε το λόγο του Θεού. Στα πρώτα φύλλα του περιοδικού αυτού είχα δημοσιέψει
μερικούς νεανικούς μου στίχους……». Η εσωτερική αυτή άμεση μαρτυρία του Χαντζάρα
είναι μία από τις πληροφορίες που μας παράσχει φανερώνοντας μας την φιλομάθειά
του, την ατομική του ευρυμάθεια και φιλαναγνωσία το ταλέντο του στην Ποίηση.
Καθώς ταξινομούσα τα χαρτιά και τις φωτοτυπίες, τις σημειώσεις και αντιγραφές
που είχα φυλάξει βρήκα ένα δημοσίευμα του παλαιού πειραιώτη δημοσιογράφου και
φίλου του Χαντζάρα, συνεργάτη του στον τοπικό τύπο Σάββα Παπαδόπουλο. Στην
γενική βιβλιογραφία για τον Ν. Ι. Χαντζάρα συμπεριλαμβάνεται και ο Σάββας
Παπαδόπουλος εφόσον έχει δημοσιεύσει επαινετικά σχόλια και κρίσεις για τον
δημοσιογράφο ποιητή.
Το χρονογράφημα του
γεννημένου στην Τραπεζούντα της Μικράς Ασίας (1905-4/8/1978) δημοσιογράφου,
φιλόλογου και ποιητή Σάββα Παπαδόπουλου
φέρει τον ακριβή τίτλο «Πλωτή σχολή Πειραϊκής
λογοτεχνίας η εξέδρα του Νέου Φαλήρου» δημοσιευμένο στην «Η Φωνή του
Πειραιώς» της 23 Φεβρουαρίου 1945. Το απόκομμα δημοσιεύεται στο ίδιο φύλλο με
το χρονογράφημα «Βατερλώ» του Ν. Ι. Χ. Ασχολούμενος με τον Χαντζάρα δεν έδωσα
σημασία στο κείμενο του Σάββα Παπαδόπουλου που την υπογραφή του την είχα
συναντήσει αρκετές φορές στον τοπικό τύπο. Τις τελευταίες δεκαετίες
συγκεντρώνοντας στοιχεία για τον Λογοτεχνικό Πειραιά, τους συγγραφείς και τα
έργα τους, πρόσωπα και πράγματα υποστηρίζοντας την άποψη, την θέση, ότι ήρθε
πλέον ο καιρός να μιλάμε, να αναφερόμαστε σε «Λογοτεχνική Πειραϊκή Σχολή»
και όχι σε «Λογοτεχνική παρέα της Φρεαττύδας», «Λογοτεχνικές συντροφιές των
Καφενείων», "πειραιώτες λογοτέχνες της ταβέρνας" κλπ., που μειώνουν την προβολή και την προσφορά των Πειραιωτών δημιουργών στα Ελληνικά Γράμματα, επιθυμώντας
να καθιερώσω τον όρο στην καθόλου ιστορία της Πειραϊκής Λογοτεχνίας αναζητούσα
ένα δημοσίευμα, ένα κείμενο, έναν πειραιώτη συγγραφέα ο οποίος θα είχε στα
παλαιότερα χρόνια την ίδια συναντίληψη και θέση με εμένα. Προσπαθούσα να
κατανοήσω γιατί στους πνευματικούς κύκλους της γενιάς μου και δημιουργούς- μετά
την μεταπολίτευση- που είχα συζητήσει το θέμα, άρχισα να το υποστηρίζω έβρισκα
αντίσταση, άρνηση, αυτό που λέμε λαϊκά «κλειστές πόρτες». Ορισμένοι μάλιστα με
απέτρεπαν από το να οικοδομήσω την θέση μου αυτή, την θεωρούσαν λανθασμένη.
Όμως καθώς ερευνούσα τα Πειραϊκά Γράμματα και έβλεπα τον πλούτο τους και την
πολυμορφία τους, την ποικιλία τους, τις εκδόσεις πειραϊκών βιβλίων και
λογοτεχνικών περιοδικών, τον μεγάλο πληθυσμιακά αριθμό των λογίων και
διανοουμένων τους σε σχέση με τις άλλες γεωγραφικές περιοχές και τοποθεσίες της
πατρίδας μας, πχ. Θεσσαλονίκη, Κρήτη, Επτάνησα, Πρωτεύουσα και τις Λογοτεχνικές
Σχολές τους που είχαν καθιερώσει, επέμενα, δεν ήθελα να κλείσω το ζήτημα. Πάντα
στροβιλίζονταν μέσα στην σκέψη μου και αναζητούσα την αφορμή μιάς
συν-μαρτυρίας, μια άλλης γνώμης. Ή στην τελική ανάλυση μήπως αυτή μου η θέση
ήταν φρούδες ελπίδες ενός φαντασιόπληκτου πειραιώτη ποιητή και κριτικού
μελετητή της ελληνικής λογοτεχνίας; Δεν ευσταθούσε, είχαν δίκιο οι άλλοι, που
έζησαν καταστάσεις, γνώρισαν πρόσωπα, ενστερνίστηκαν πνευματικές ιδέες και
αντιλήψεις της πόλης του Πειραιά. Έτσι έμεινε στις καλένδες η θέση μου.
Και να που βρέθηκε μπροστά μου στις μέρες μας, αυτό το
Καλοκαίρι του 2025 μία φωτοτυπία που ενεργοποίησε εκ νέου τις παλιές
υποστηρικτικές θέσεις μου, ότι δηλαδή οφείλουμε να μιλάμε για «Πειραϊκή
Λογοτεχνική Σχολή». Το καλογραμμένο κείμενο του Σάββα Παπαδόπουλου ασφαλώς
αναφέρεται στις πειραιώτικες και όχι μόνο συντροφιές που σύχναζαν, στα
ζαχαροπλαστεία τα καφέ του Νέου Φαλήρου. Τα χρόνια που κατέβαιναν Αθηναϊκές
οικογένειες, όπως η φαμίλια του ποιητή και δασκάλου Κωστή Παλαμά, ο
αγγελόμορφος Άγγελος Σικελιανός, ο ιστορικός της ελληνικής λογοτεχνίας Άριστος
Καμπάνης, ο ποιητής και μεταφραστής Γεώργιος Στρατήγης, ο Παύλος Νιρβάνας και
αρκετοί άλλοι για να κάνουν την βόλτα τους, την περαντζάδα τους, να φάνε το
γλυκό τους ή να κολυμπήσουνε. Η Εξέδρα του Νέου Φαλήρου ήταν τόπος αναψυχής για
Πειραιώτες και Αθηναίους, τους επισκέπτες του Ξενοδοχείου «Ακταίον». Από τον
χώρο αυτό πολύβουης συνάντησης δεν θα μπορούσαν να απουσιάζουν οι πειραιώτες
συγγραφείς, λόγιοι, διανοούμενοι που έστηναν τα «πηγαδάκια» τους, έπιναν το
αναψυκτικό τους, έτρωγαν το γλυκό τους, έκαναν τα φιλικά πειράγματά τους, έθαβαν
ή ανύψωναν συγγραφείς συναδέλφους τους, μιλούσαν για την συγγραφική τους
παραγωγή τα περιοδικά και τα βιβλία που διάβαζαν, με δύο λόγια, ανάσαιναν
ψυχαγωγικά και πνευματικά. Ότι γίνεται τέλος πάντων σε κάθε ανδροπαρέα που
αναζητούσαν την καθιέρωσή τους στους λογοτεχνικούς κύκλους. Ας μην λησμονούμε
ότι και στους Αθηναϊκούς κύκλους το ίδιο συνέβαινε, ας θυμηθούμε το «πατάρι του
Λουμίδη», την πλατεία «της Δεξαμενής» όπου σύχναζε ο κυρ Αλέξανδρος
Παπαδιαμάντης, το ζαχαροπλαστείο του «Ζώναρ» στην Πανεπιστημίου, το ορθάδικο στέκι-καφέ της οδού Βουκουρεστίου,
του δρόμου της Φωκίωνος Νέγρης στην περιοχή της «Κυψέλης» κλπ. Η μελέτη του
Γιάννη Παπακώστα για τα «Φιλολογικά Καφενεία» από τις εκδόσεις «Εστία» που έχει
κυκλοφορήσει είναι αρκετά χρήσιμη ακόμα και σήμερα μια και δεν μας μιλά μόνο
για τις λογοτεχνικές παρέες και συζητήσεις τους αλλά, και για τα Τοπόσημα συνάντησης των λογοτεχνών. Ο Νίκος Ι. Χαντζάρας μνημονεύει στα Πειραιώτικά του
αρκετά μέρη, Τοπόσημα, κέντρα συνάντησης, τοποθεσίες, πειραιωτών πνευματικών δημιουργών και
καλλιτεχνών. Ενώ μας δίνει και το στίγμα και την ονομασία ορισμένων Τοπωνυμιών
των περασμένων δύο αιώνων από την ίδρυση του Δήμου 1835 και τις πρωταρχικές
ονομασίες τους που άλλαξαν όπως είναι φυσικό στο πέρασμα των αιώνων και την
αλλαγή και εξέλιξη της πειραϊκής ιστορίας και του Δήμου. Ορισμένες ονομασίες,
τοποθεσιών και μαγαζιών ψυχαγωγίας και των ιδιοκτητών τους, κεντρικά μέρη
συνάντησης πειραιωτών έδωσαν και την ονομασία της περιοχής ή της συνοικίας. Ας
φέρουμε στο νου μας το γνωστό παλαιό ζαχαροπλαστείο της «Στάνης» μπροστά από
την Ιωνείδιο Σχολή, το παλαιό καφενείο «Ακροπόλ» στην πλατεία Κοραή γωνία
Κολοκοτρώνη και Βασιλέως Γεωργίου του Α΄, το ζαχαροπλαστείο του «Χαραμή» στην
Τερψιθέα κοντά στο παλαιό κτήριο του ΝΑΤ, την «Μυριόβιβλο» κάτω από την οικία
του Στρίγκου κλπ. Σύγχρονα Τοπόσημα και Τοπωνύμια της Πόλης του Πειραιά που
προστέθηκαν στα παλαιότερα γνωστά του Δήμου και του ευρύτερου πειραϊκού χώρου.
Των όμορων Δήμων της Νίκαιας- Νέα Κοκκινιά, της Δραπετσώνας, του Περάματος, του
Κερατσινίου, ακόμα και του Κορυδαλλού. Αυτά που μας είναι γνωστά και έχουν
καταγράψει μεταξύ άλλων ο ιστορικός Ιωάννης Μελετόπουλος στα «Πειραϊκά» του, ο
Δημήτρης Σπηλιωτόπουλος στους «Δημάρχους» του, ο Χάρης Κουτελάκης στο περιοδικό
«Ψυττάλεια» και μαζί με την Αμάντα Φωσκόλου στο βιβλίο τους «Ο Πειραιάς και οι
Συνοικισμοί» του, ο Παύλος Τσαρόπουλος στις «Πειραϊκές Εικόνες, μνήμες και
αναμνήσεις» του. Στις μελέτες του ο Γιάννης Ε. Χατζημανωλάκης και ιδιαίτερα για το Λιμάνι,
στα βιβλία των αναμνήσεών του ο Γιάννης Σωτηρίου, ο ποιητής και μελετητής της
πειραϊκής ιστορίας Δημήτρης Φερούσης στα δικά του βιβλία. Ο Αλέκος
Χρυσοστομίδης στις θεατρικές του αναμνήσεις, ο Παναγιώτης Τσουτάκος στην τρίτομη
ιστορία του Κερατσινίου που κυκλοφόρησε, στην αρθρογραφία του ο Δημήτρης
Κρασονικολάκης, ο Βασίλης Πισιμίσης στο βιβλίο του για την Τρούμπα, το ζεύγος
των ιστορικών Λίτσα Μπαφούνη και Νικόλαου Μέλιου στα βιβλία τους, «Καμίνια», «Φάληρο»
η Σταματίνα Μαλικούτη στο «Πειραιάς 1834-1912» και ορισμένοι άλλοι που
προετοίμασαν- συνέχισαν το δρόμο της έρευνας και της καταγραφής, της έκδοσης
βιβλίων για τα Πειραϊκά Τοπωνύμια και Τοπόσημα όπως των: Κώστα Η. Μπίρη, «Αι
τοπωνυμίαι της πόλεως και των περιχώρων των Αθηνών.- Η Μετονομασία των
οικισμών», Αθήνα 1971 τιμή 44 ευρώ β΄ έκδοση συμπληρωμένη και συνοδευόμενη με δύο
χάρτες. Γιάννη Καιροφύλλα, «Τοπωνύμια της Αθήνας, του Πειραιά και των
Περιχώρων», Φιλιππότης- Αθήνα 1995 τιμή 20 ευρώ, και το πρόσφατο, Νίκος
Μπελαβίλας, «Πειραϊκά Τοπωνύμια» Πειραιάς, Ι.Μ.Τ.Ι.Ι.Ε. 2025, τιμή 15 ευρώ.
Δίχως να παραβλέπουμε την εξαιρετική μελέτη των Μάρω Βουγιούκα και Βασίλη
Μεγαρίδη, «Οδωνυμικά του Πειραιά» Η Σημασία των Ονομάτων των οδών και πλατειών
των Δήμων Πειραιά, Κερατσινίου, Δραπετσώνας, Νίκαιας, Κορυδαλλού, Αγίου Ιωάννου
Ρέντη και Περάματος, Αθήνα, Φιλιππότης 1996. Αν δεν κάνω λάθος το βιβλίο των Βουγιούκα-
Μεγαρίδη επανεκδόθηκε. Είχα την χαρά να γνωρίσω από κοντά την γλυκύτατη και
ευγενέστατη Μάρω Βουγιούκα (Αθήνα 29/6/1926-) διέμενε στην Πλατεία Παύλου Κουντουριώτη
στην Αθήνα και όταν της ανέφερα ότι είχα αγοράσει το βιβλίο της σε επόμενη συνάντησή
μας μου πρόσφερε και την εργασία τους για τα Οδωνυμικά της Αθήνας.
Οι παραπάνω υποστηρικτικές βιβλιογραφικές πληροφορίες δεν δίνονται
για να υπενθυμίσουμε εκδοτικά πράγματα γνωστά μας-σε όσους ασχολούνται
συστηματικά με την ιστορία και τον πολιτισμό του Πειραιά, αλλά για να υποστηρίξουνε
πολλαπλώς την θέση μας από διάφορες σκοπιές και χρονικές περιόδους την θέση μας
για ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ. Κάτι που αξίζει στην πόλη μας.
Ας αντιγράψουμε και ευχαριστηθούμε αναγνωστικά το παλαιό αυτό
δημοσίευμα του Σάββα Παπαδόπουλου που μίλησε ο μοναδικός από τις παλαιότερες
γενιές λογίων και λογοτεχνών για «Πλωτή σχολή Πειραϊκής λογοτεχνίας» και, όσοι
ενδιαφέρονται για την προσφορά του Πειραιά στα πνευματικά πράγματα της πατρίδας
μας ας ενστερνιστούν και διαδώσουν τον όρο.
ΠΛΩΤΗ ΣΧΟΛΗ ΠΕΙΡΑΪΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Η ΕΞΕΔΡΑ ΤΟΥ Ν. ΦΑΛΗΡΟΥ
Ήτανε μιά φορά κι’ έναν καιρό στο Ν. Φάληρο μία εξέδρα ξύλινη
πολιτεία της δροσιάς. Ποιός δεν την θυμάται; Κι’ όμως ποιός θυμήθηκε την ιστορία
της. Πότε έγινε, σε πόσον κόσμο χάρισε το μυστήριο της νύχτας και τα χρώματα
του ατλαζένιου Σαρωνικού; Όταν οι γερμανοί χρειάσθηκαν τα σίδερα της εξέδρας
και ξύλωναν την εξέδρα, ξύλωσαν μαζί της και την ιστορία της, που κοντά στα άλλα
αποτέλεσε και την πλωτή σχολή της Πειραϊκής λογοτεχνίας.
Εκεί στο ειρηνικό προγεφύρωμα των αστεριών, που πέφτανε στα
φλογισμένα ρόδα μέσα στα γαληνεμένα νερά της ακτής Πρωτοψάλτη συγκεντρώνονταν
οι γνωστότερες πνευματικές μορφές που πλαισιώνουνε το νεώτερο Πειραιά.
Εκεί πρωτοακούσθηκαν οι λυγμοί της νεοελληνικής μούσας, τα
τραγούδια του Λάμπρου Πορφύρα. Εκεί ο Ν. Χαντζάρας εδιάβαζε τα θεοκριτικά του «Ειδύλλια».
Εκεί ξέσπαγε το πριγκιπικό ταλέντο του Άγγελου Σικελιανού. Εκεί έσφιγγε και ξανάσφιγγε
τα δόντια του ο Άριστος Καμπάνης, με τα μαλλιά στον άνεμο και την οργή στο στόμα:
-Πρέπει να βρίσουμε, πρέπει να βρίσουμε…
Εκεί ο δικηγόρος κ. Επιφάνης εδιάβαζε τα άρθρα της «γιαγιάς» μας,
τα άρθρα της «Φωνής του Πειραιώς». Εκεί στην εξέδρα του Φαλήρου ο Σπύρος ο Μελάς
σχεδίαζε το «Γυιό του Ίσκιου».
Είχε και ο Πλάτωνας την περιπατητική του σχολή και στο ύπαιθρο
αντήχησε η σοφώτερη λαλιά των αιώνων. Είχαν οι Γάλλοι το Καρτιέ Λατέν κι ο Λέων
Τολστόι τη Γιασνάγια Πολιάνα. Αλλά τα παιδιά του λιμανιού είχανε βρει τη
μαγευτικώτερη του κόσμου σχολή, τη λησμονημένη εξέδρα, που αργά, πολύ αργά είχε
περάσει από τα πνευματικά μεσουρανήματα στην πεζότητα των αγοραίων ερώτων κι’
αργότερα στην ταπείνωση της πρώτης ύλης για τη γερμανική πολεμική μηχανή. Βρισκόμαστε
στα 1903. Λίγα χρόνια αργότερα η πνευματική φωλιά της εξέδρας βλέπει τα πουλιά της
σκορπισμένα. Άλλοι έφυγαν στην Αθήνα, άλλοι δεν ξαναγύρισαν από τον Πειραιά. Και
ένας, αυτός που αποτελούσε την οργανωτική ψυχή της συντροφιάς ο Άγγ. Σικελιανός,
αυτός είχε φύγει για το Παρίσι. Το προγεφύρωμα της τέχνης νοστάλγησε για χρόνια
πολλά. Και κάποτε δοκίμασε την ιαχή της θριαμβευτικής επανόδου.
Ο Ψυχάρης ωνειροπολούσε στη ζωή του «δόξα και γροθιές». Ο Σικελιανός
στάθηκε τυχερότερος. Γύρισε από το Παρίσι γεμάτος δόξα και λεφτά. Τότε η εξέδρα
γνώρισε μιά ξαφνική προαγωγή. Έφτασε στην τεράστια αίθουσα του εστιατορίου «Ακταίου».
Ο Πορφύρας, ο Σπ. Μελάς, ο Α. Καμπάνης, ο Ν. Χαντζάρας, ο Δ. Βουτυράς, ο αδερφός
του ο Μιλτιάδης Βουτυράς, μία από τις πιό αγνοημένες πνευματικές μορφές του Πειραϊκού
στερεώματος, ελησμόνησαν, για μιά στιγμή, μέσα εκεί στους καϋμούς της εξέδρας. Αλλά
γρήγορα ξαναγύρισαν στη μαγεία των ανοιχτών ουρανών. Και η πλωτή σχολή της Πειραϊκής
λογοτεχνίας ύφανε για χρόνια πολλά στο χρυσό της τέχνης αργαλειό τα αριστουργήματά
της. Ώσπου μία μέρα η φωλιά σκόρπισε οριστικά. Ο μεγαλόπνοος τραγουδιστής της «Θεσσαλίας»
τραβήχτηκε στη θεία μόνωσή του πευκιά του Ξυλοκάστρου. Ο Μελάς κι’ ο Καμπάνης
μεσουράνησε στο Αθηναϊκό στερέωμα. Ο Χαντζάρας προσδέθηκε οριστικά στο άχαρο άρμα
της δημοσιογραφίας. Ο Πορφύρας ξαναγύρισε στην αγαπημένη του συντροφιά των ψαράδων.
Κι’ έμεινε μόνη εκεί κάτω από το ποδοβολητό των πεζών ανθρώπων η περιπατητική μας
σχολή. Δεν την εξύλωσαν οι Γερμανοί. Της εχάρισαν τη λύτρωση των συγκινητικών της
αναμνήσεων…
ΣΑΒΒΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Διατήρησα
την ορθογραφία της εποχής και του συντάκτη του κειμένου στην αντιγραφή του στα Λογοτεχνικά
Πάρεργα.
Επιπρόσθετα ο Σάββας Παπαδόπουλος έχει δημοσιεύσει για τον Ν. Ι. Χαντζάρα, -"Φωνή του Πειραιώς" Τετάρτη 29/8/1945 "Αττικαί ισχάδες". - "Φωνή του Πειραιώς" 11/6/1945 Ο ποιητής των "Ειδυλλίων" Ο αυλός του τραγουδιστή μας στις κορυφές του Παρνασσού. Το έργον του Χαντζάρα. Και "ένας θερμός χαιρετισμός" σατιρικά ποιήματα στο γεύμα του δημάρχου Μιχαήλ Μανούσκου (;).
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς
Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2025