Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2025

Ονοματοδοσίες των Πειραϊκών οδών

 

Οι πρώτες ονοματοδοσίες των Πειραϊκών δρόμων

ΠΕΙΡΑΙΩΤΙΚΑ

Αι οδοί και πλατείαι. Έτος 1836. Μέρος Α΄

του Νίκου Ι. Χαντζάρα

εφημ. «Φωνή του Πειραιώς», Σάββατον 31/3/1945

          Το δημοτικόν συμβούλιον συνήλθεν εις την 22αν συνεδρίασίν του την 11 Αυγούστου 1836 και συνεσκέφθη δια την ονομασίαν των οδών της πόλεως και την εγχάραξιν των ονομάτων αυτών.

          Το συμβούλιον έλαβεν υπ’ όψιν τας προπατορικάς ονομασίας των Ελλήνων, των κατοικησάντων ενταύθα, καθώς και την αξιομνημόνευτων εκείνην περίστασιν του 1827 έτους και τους υπέρ πατρίδος πεσόντας οπλαρχηγούς, προς τους οποίους ο λαός της Ελλάδος χρεωστεί αιωνίαν ευγνωμοσύνην, εκρίθη δε να ονοματισθούν αι μέχρι τότε τελειοποιούμεναι οδοί του Πειραιώς και να εγχαραχθούν τα ονόματα των ηρώων του 1827, των πολεμησάντων και αποθανόντων υπέρ πατρίδος, ως ακολούθως.

1), Ο δρόμος του Τραντζέτου να ονομασθή οδός του Βασιλέως Όθωνος προς αιωνίαν ανάμνησιν του πολυποθήτου Βασιλέως μας.

2), Ο λεγόμενος δρόμος της Αθηνάς να ονομασθή οδός του Καραϊσκάκη.

3), Ο προς μεσημβρίαν δρόμος του Ιωάννου Αντωνιάδη να ονομασθή οδός Νικολάου Ζερβουδάκη.

4), Ο προς ανατολάς δρόμος του Γεωργίου Λαμπρινίδου να ονομασθή οδός Δημητρίου Κουρμούλη.

5), Ο προς μεσημβρίαν δρόμος του Νικολάου Αποστόλου να ονομασθή Λάμπρου Βεϊκου.

6), Ο ακόλουθος προς μεσημβρίαν δρόμος του Φεράλδη να ονομασθή οδός Τζαβέλα.

7), Ο ακόλουθος προς ανατολάς δρόμος του Φεράλδη να ονομασθή Άστιγκος.

8), Ο προς δυσμάς δρόμος του Φεράλδη να ονομασθή οδός Αρχοντοπούλου.

9), Ο προς μεσημβρίαν δρόμος του Κ. Σερφιώτη να ονομασθή οδός Μπότσαρη.

10), Ο παραθαλάσσιος δρόμος να ονομασθή οδός Μιαούλη.

11), Ο προς του Νικολάου Κωνσταντίνου δρόμος της λίμνης να ονομασθή οδός Τομπάζη.

12), Ο προς δυσμάς του φαρμακοποιού Α. Μαϋ δρόμος να ονομασθή οδός Τσαμαδού.

13), Ο προς μεσημβρίαν δρόμος του φαρμακοποιού Μαϋ να ονομασθή οδός Κυριακούλη.

          Αι υπάρχουσαι πλατείαι του αριστερού μέρους της πόλεως, εντός δηλαδή των ορίων των Χίων, θέλουν ονομασθή ως ακολούθως:

1), Η πλατεία της εκκλησίας να ονομασθή πλατεία του Αγίου Σπυρίδωνος.

          Ν. Ι. ΧΑΝΤΖΑΡΑΣ

Σημειώσεις:

    Διαβάζω εκ νέου τα «ΠΕΙΡΑΙΩΤΙΚΑ» του πειραιώτη δημοσιογράφου και ποιητή Νίκου Ι. Χαντζάρα με μεγαλύτερη άνεση χρόνου και προσοχή τώρα που τα αποδελτίωσα και τα ανάρτησα στα Λογοτεχνικά Πάρεργα. Στέκομαι σε λεπτομέρειες από τις σημειώσεις που έχω κρατήσει, προσπαθώ να τα ομαδοποιήσω θεματικά, να βρω τα σημεία εκείνα των ρεπορτάζ του που επαναλαμβάνονται, να ανιχνεύσω ανετότερα σε ποιες χρονικές και ιστορικές περιόδους της Πειραϊκής ιστορίας γυρίζει η σκέψη του, να ιχνομυθίσω τις νεανικές του αναμνήσεις, να αισθανθώ τι θέλει να μας πει η γραφή του, τι απαντήσεις δίνει αν δίνει και σε ποιους, με ποια κείμενα άλλων Πειραιωτών συνομιλεί, που συμφωνεί και που διαφοροποιείται. Ποια πρόσωπα επανέρχονται συχνότερα στα γραπτά του απασχολούν το νου του την προβληματική του, διαμορφώνουν την ρητορική της φωνής του. Ποια ντοκουμέντα που μας παρουσιάζει παραμένουν ακόμα και στις μέρες μας αναμμένοι Φάροι της Πειραϊκής Ιστορικής παράδοσης.

Γράφω πάνω στις φωτοτυπίες και τα χειρόγραφα φύλλα τετραδίου που είχα τις προηγούμενες δεκαετίες φυλάξει παλαιά ονόματα Πειραιωτών άγνωστα τα περισσότερα στις νεότερες μεταπολιτευτικές γενιές Πειραιωτών ή είχαμε συναντήσει ορισμένα από αυτά, χωρίς να ενδιαφερθούμε περισσότερο, παραδείγματος χάριν Δημάρχων, Δημοτικών Συμβούλων, ονόματα γηγενών και μη Πειραιωτών, οικογένειες εμπόρων και βιομηχάνων, προερχόμενων από τα διάφορα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας που εγκαταστάθηκαν στα Πειραϊκά χώματα και απόκτησαν με μόχθο και σκληρή δουλειά την συνείδηση του Πειραιώτη, κέρδισαν επάξια την ταυτότητα του. Προσπαθώ να τα ταυτοποιήσω με ονόματα που συνάντησα σε μεταγενέστερα διαβάσματά μου και αποδελτιώσεις μου ιστορικών βιβλίων, μελετών για την πειραϊκή ιστορία, λευκώματα και ημερολόγια πειραιωτών, πειραϊκές εκδόσεις, γραπτά και μαρτυρίες οι οποίες καταγράφουν συνοπτικά ή αναλυτικότερα την Ιστορική διαδρομή της Πόλης μας, στο τι μας κληροδότησε σαν σώμα η Πόλη και ο Πειραϊκός λαός. Σημειώνω επαγγελματικές τάξεις, ονόματα μαγαζιών, εμπορικά καταστήματα (καφενεία, ταβέρνες, μπακάλικα, μπαρμπέρικα, υαλοπωλεία, στέκια πώλησης ειδών καπνικών προϊόντων κλπ.), τοπόσημα της Πόλης και οδούς με τις παλαιές τους ονομασίες, παλαιά τοπωνύμια. Διαβάζω εκ νέου βιβλία δημοσιογράφων- συγγραφέων από τον όμορο Δήμο την Νίκαια- Νέα, Παλαιά Κοκκινιά, όπως ο έμπειρος Δημήτρης Λιάτσος, ο Στρατής Ευστρατιάδης, ο Γιώργος Πολιτάρχης και άλλων, όταν ακόμα τα γεωγραφικά και εν μέρει τα πνευματικά όρια του Δήμου Πειραιά και των άλλων γειτονικών Δήμων ήταν δυσδιάκριτα. Ο Πειραιάς-το Λιμάνι σαν χώρος και ατμόσφαιρα απλώνονταν και δικτυώνονταν σε περιοχές και πέραν του Πειραϊκού Δήμου. Δραπετσώνα, Παλαιά και Νέα Κοκκινιά- Νίκαια, Νεάπολη, Άσπρα Χώματα, Άγιος Ιωάννης Ρέντης, Κορυδαλλός, Πέραμα, Κερατσίνι, Άγιος Γεώργιος, ορισμένοι ερευνητές μνημονεύουν και την Σαλαμίνα, μέρος της Αγίας Βαρβάρας. Δήμοι που αν και αυτονομήθηκαν ως γεωγραφική περιφέρεια, απόκτησαν την διοικητική τους ανεξαρτησία και των γεωγραφικών ορίων τους αυτοτέλεια με νομοθετήματα της κρατικής εξουσίας, εξακολούθησαν όμως οι κάτοικοι να θεωρούν ότι ανήκουν στον ευρύτερο Πειραϊκό χώρο και ορισμένοι από αυτούς συνέχισαν να συμμετέχουν σε κοινές ποικίλες δράσεις και να αναζητούν λύσεις από την ελληνική πολιτεία κοινές με αυτές του Δήμου Πειραιά. Ορισμένοι ιστοριοδίφες μάλιστα, από λανθασμένες πηγές ορμώμενοι συμπεριλαμβάνουν και τον Δήμο του Μοσχάτου, όμως ο όμορος αυτός Δήμος δεν ανήκε ποτέ στον Πειραιά, πέρα από τις αμοιβαίες πνευματικές συνεργασίες κύκλων καλλιτεχνών. Μπερδεύει ακόμα (;) ορισμένους η περιφέρεια του Φαλήρου μια και το Νέο Φάληρο έχει ως Δήμος «αποκοπεί» και έχει επανενωθεί στο χρόνο με τα υπόλοιπα Πειραϊκά διαμερίσματα.

Οφείλουμε να έχουμε υπόψη μας ότι οι πληθυσμιακές ή ομαδικές- οικογενειακές μετακινήσεις είναι πανάρχαιες και αναγνωρίσιμες, μια και συνήθως πάντα οι ανθρώπινες ομάδες, φυλές, εθνότητες, θρησκευτικές κοινότητες και πληθυσμοί μετακινούνται μέσα στην Ιστορία και τον Χρόνο αναζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας και ζωής. Ιδιαίτερα όταν οι πληθυσμοί αυτοί είναι Προσφυγικοί, κλασικό παράδειγμα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας του προηγούμενου αιώνα οι Έλληνες διωγμένοι, καταδιωκόμενοι Μικρασιάτες πρόσφυγες του 1922. Ο ξεριζωμένος Ελληνισμός της Μικράς Ασίας και της Τραπεζούντας που εγκαταλείποντας τα Μικρασιατικά πατρογονικά τους εδάφη κατέφυγαν στα νησιά του Αιγαίου απέναντι από τα παράλια της Μικράς Ασίας, την Βόρειο Ελλάδα, την Αττική. Κατέφυγαν ζητώντας προστασία στον Πειραιά και τις γύρω περιοχές και Δήμους, εγκαταστάθηκαν δημιουργώντας τη Νέα Κοκκινιά, τη Νέα Σμύρνη, τη Νέα Ιωνία, τη Νέα Κιλικία περιοχές που συνέχιζαν την ιστορική τους μνήμη και παράδοση πριν τον διωγμό. Ο Ελληνισμός στην ιστορική διαδρομή του πάντα βρίσκονταν εν κινήσει από τότε που απόκτησε την αυτονομία και ελευθερία της φωνής του και την ιδιοπροσωπεία της ποικιλομορφίας του χαρακτήρα του.

Παρενθετικά να συμπληρώσουμε ότι η παιδική μνήμη θυμάται σαν παλαιός Νικαιώτης μια και το πρώτο ενοικιαζόμενο σπίτι μας με το μικρό ψιλικατζίδικο που διατηρούσαν οι γονείς μου βρίσκονταν στην οδό Ικονίου 120. Η βάπτιση μας έγινε στο Ναό της Οσίας Ξένης, τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού τις τελειώσαμε στο Δημοτικό κοντά στην Μάντρα της Κοκκινιάς των Εκτελεσθέντων από τους Γερμανούς, η φοίτηση των πρώτων τάξεων Γυμνασίου ήταν στο Περιβολάκι κλπ., πριν μετακομίσουμε στον Πειραιά. Από τότε η αναμμένη μνήμη συγκρατεί παλαιές προσφυγικές μορφές να προτρέπουν δακρυσμένοι σε όσους νέους και νέες μεγαλύτερης ηλικίας αναζητούσαν δουλειά να πάνε να χτυπήσουν την πόρτα εργοστασίων που οι ιδιοκτήτες τους ήταν Μικρασιάτες, όπως πχ. το εργοστάσιο των κλωστών «Πεταλούδα», σε «Μπισκοτάδικα» «Σαπουνάδικα», «Τσιμπιδάδικα», «Υαλουργεία», «Υφαντουργεία», «Κεραμοποιεία», «Ξυλουργεία», «Μηχανουργικών εργασιών», «Χαλβαδοποιεία» και εργαστήρια «Ζαχαροπλαστικής» που ήταν στην ιδιοκτησία Μικρασιατών προσφύγων και προτιμούσαν το εργατικό δυναμικό τους να είναι από τα μέρη του Ξεριζωμού των αλησμόνητων πατρίδων.

Επανερχόμενος, όσοι και όσες σύγχρονοι ερευνητές και συγγραφείς ενδιαφέρονται για την αρχαιολογική ταυτότητα του Πειραιά πού στα προϊστορικά και αρχαία χρόνια ήταν Νησί, τα ιστορικά συμβαίνοντα της αρχιτεκτονικής του οικοδόμησης και εξάπλωσης στην διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων, όσους μελετούν την λογοτεχνική γηγενή πειραϊκή παράδοση και τους εκπροσώπους της, σχεδιάζουν τα ιστογράμματα του κοινωνικού και κοινωνιολογικού του προσώπου, αναζητούν να χαρτογραφήσου τα Δημοτικά καθέκαστα της Πειραϊκής Ιστορίας, να σταθούν στους εμπνευσμένους Δημάρχους του, γνωρίζουν ότι ο Πειραιάς διαχρονικά ήταν ένα Λιμάνι με την δική του ατμόσφαιρα και ιδιαίτερο «χαρακτήρα» διαφορετικό από εκείνο της κλασικοτραφούς Αθήνας. Ένας Δήμος- επίνειο της πρωτεύουσας σε διαρκή κίνηση και οργασμό δραστηριοτήτων. Μία φιλόξενη χοάνη ατόμων και ανθρώπινων επαγγελμάτων που έβρισκαν «καταφύγιο» οι ναυτικοί κάθε κατηγορίας και άλλων κατηγοριών της εργατικής τάξης που εργάζονταν στο Λιμάνι. Πειραιώτες του Δήμου και των όμορων Δήμων βρήκαν εργασία στα Καπνεργοστάσια του «Παπαστράτου», του «Κεράνη», στην Λευκοσιδηρουργία της «Έλσας», στο εργοστάσιο της «Ελαϊς», στην Σοκολατοποιία της «Ίον», στο Υφαντουργείο- Κλωστήριο της Εταιρείας «Αιγαίον», στον ΟΛΠ, στα δεκάδες Ναυτιλιακά Πρακτορεία, Εφοπλιστικές και Ατμοπλοϊκές Εταιρείες εσωτερικού και εξωτερικού. Στις Βιομηχανικές και Εμπορικές μονάδες της Πόλης τις περιόδους που έσφυζε ο Πειραιάς από κίνηση και τροφοδοτούσε από εργατικό δυναμικό όλο το λεκανοπέδιο. Ο Πειραιάς δεν ήταν μία παραθαλάσσια πετρώδη έκταση κλεισμένη στον εαυτό της, το αρχαίο μεγαλείο ή τα κατά διαστήματα αδιέξοδά της. Ένας έρημος ανεμοδαρμένος χερσότοπος με ένα μισοερειπωμένο μοναστήρι (του Αγίου Σπυρίδωνα), μερικές ξεχαρβαλωμένες παράγκες ως αποθήκες με ένα Τούρκικο Τελωνείο και το σπίτι με τον περίφρακτο κήπο ενός Γάλλου έμπορα του Καϋράκ, που ζούσε με την κόρη και την φίλη του απομακρυσμένοι από την πολυβουία και την τύρβη του Κόσμου με «μόνη» συντροφιά την στήλη του Τάφου του αρχαίου οχυρωτή του, του ένδοξου Θεμιστοκλή κατά τα χρόνια της σκλαβιάς. Του Ελληνικού Λιμανιού όπως μας τον περιγράφουν οι ευρωπαίοι (άγγλοι και γάλλοι) ταξιδευτές και περιηγητές της εποχής. Ταξιδευτές όπως ο γάλλος διπλωμάτης και ρομαντικός συγγραφέας Φρανσουά Ρενέ ντε Σατωμπριάν (1768-1848), ο επίσης γάλλος περιηγητής, ιατρός και διπλωμάτης Φρανσουά Σαρλ Υγκ Πουκεβίλ (1770-1838), ο άγγλος Ριχάρδος Τσάντλερ (1764-1766) και τόσοι άλλοι ποιητές και εικαστικοί που απαθανάτισαν τα ερείπια και την έρημη εικόνα του Πειραιά. Οι δύο σειρές βιβλίων του πειραιώτη Παρασκευά Ευαγγέλου και του τρίτομου «Πειραϊκού του Αρχείου» και, το πολύτομο έργο του Κυριάκου Σιμόπουλου «Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα» είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα μαρτυριών της όψης της Πόλης τα μεσαιωνικά χρόνια και τα χρόνια της επανάστασης. Πειραϊκά ιστορικά και αρχαιολογικά ντοκουμέντα ως συνέχεια του έργου του δικηγόρου πολιτευτή Ιωάννου Μελά για τον Πειραιά κατά την περίοδο της Αρχαιότητας. Ένα Λιμάνι που στους αιώνες της παρακμής του είχε απολέσει ακόμα και το αρχαίο του όνομα και όταν οι πρώτοι νησιώτες εποικιστές του (Υδραίοι, Χιώτες, Σπετσιώτες, Ψαριανοί κλπ.) θέλησαν να δημιουργήσουν έναν άλλον εμπορικό και ναυτιλιακό τόπο-κόμβο μεταναστεύοντας μετά τις καταστροφές των νησιών τους από τους Οθωμανούς, κάνοντας τον Πειραιά δεύτερη πατρίδα τους, σημαντικά Λιμάνια όπως αυτό της Ερμούπολης της Σύρου, της Θεσσαλονίκης κλπ. αντέδρασαν δυναμικά.

Μετά την κατάκτηση της Ελλάδας από τους Ρωμαίους το 146 ο ελληνικός χώρος ερήμωσε, έμεινε μόνο ο απόηχος των παλαιών του κλεών, τα ερείπια της κλασικής δόξας του, τα σπασμένα αγάλματα και οικισμοί των αρχαίων και προϊστορικών χρόνων. Ο απόηχος των Φιλοσοφικών του Σχολών, η παλαιά φήμη των Μαντείων του. Τα μαρμάρινα ερείπια και πέτρινα θραύσματα των αρχαίων των Εθνικών Ναών και προσκυνημάτων έγιναν πρώτη ύλη οικοδόμησης των ναών της νέας Χριστιανικής θρησκείας. Επιγραφικές πλάκες των Εθνικών Ελλήνων εντοιχίστηκαν σε ιερούς ναούς των χριστιανών που ακόμα κοσμούν Χριστιανικές Εκκλησίες δηλώνοντας την συνέχεια του Ελληνικού πνεύματος. Το Βυζάντιο δεν ξερίζωσε εντελώς το αρχαίο κλασικό των Εθνικών Ελλήνων μεγαλείο και την θρησκευτική παράδοση και συνήθειες, τις μεταποίησε, τις μετέπλασε σε επανά- νοηματοδότηση του αρχαίου ελληνικού στοχασμού και μετονόμασε τις ροές των Ελληνικών Ιδεών σε νέους προσανατολισμούς και μεταφυσικούς ορίζοντες θρησκευτικής αντίληψης. Οι επεκτατικές βλέψεις των Δυτικών από την άλλη, κατά τα χρόνια της Φραγκοκρατίας επέτειναν το πρόβλημα, η παλαιά φήμη της Ελλάδος έμεινε στην μνήμη και τα γραπτά των Ρομαντικών ποιητών και περιηγητών από τα σχολικά τους διαβάσματα στα εκπαιδευτικά τους ιδρύματα και ταξιδιωτικές εξερευνήσεις. Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας τον έρημο Πειραιά τον αποκαλούσαν οι Δυτικοί Πόρτο Λεόνε, στους δύσκολους αιώνες της Τουρκοκρατίας οι Οθωμανοί κατακτητές τον έλεγαν Ασλάν Λιμάνι ενώ οι Έλληνες τον ονόμαζαν Πόρτο Δράκο. Ορμώμενοι από το γνωστό ευμεγέθους μαρμάρινο Λιονταριού, σύμβολο του Λεωσθένους με την Ρούνικη επιγραφή που έστεκε φύλακας βιγλάτορας στον μυχό του Λιμανιού σε στάση Σφίγγας και ο Βενετσιάνος Δόγης της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας πυρπολητής, που βομβάρδισε την Ακρόπολη ο περιβόητος Φραγκίσκος Μοροζίνης (1619-1694) το 1688 έκλεψε τον Πειραιώτικο Λέοντα και τον μετέφερε στην Βενετία που βρίσκεται μέχρι σήμερα (υπήρχε και ένα δεύτερο κοιμώμενο Λιοντάρι). Αιώνες αργότερα μία πειραιώτικη συντροφιά από λογίους, ιστορικούς, διανοούμενους, συγγραφείς, εκπροσώπους πολιτιστικών φορέων, επιχειρηματίες μαγαζάτορες και αρκετούς Πειραιώτες με την επαινετή πρωτοβουλία του συγγραφέα Απόστολου Δόμβρου, υπογράφουν την Έκκληση της επιστροφής. Διοργανώθηκε μία παμπειραϊκή κίνηση μιά πολυπληθή εκδήλωση και μία πορεία διαμαρτυρίας 3/6/1992 για την επιστροφή του Λιονταριού του Πειραιά απέβη όμως άκαρπη. Έμεινε ως ανάμνηση μόνο η συμμετοχή μας και ένα μικρό βιβλιαράκι δίγλωσσο, με τις πάνω από 700 υπογραφές με τις εκκλήσεις των πειραιωτών. Βλέπε: «Ο Λέων του ΠΕΙΡΑΙΩΣ» έκδοση Συντονιστικής Επιτροπής Επιστροφής του Λέοντος του Πειραιώς, Πειραιάς 1994. Ενώ το 2000 στον Πειραιά με την χορηγία της «Ελληνογαλλικής Σχολής Πειραιά- Άγιος Παύλος» κυκλοφόρησε το βιβλίο του αρχαιολόγου και ιστορικού Χάρη Μιχ. Κουτελάκη, «Το Πόρτο Λεόνε. Ο Λέων του Πειραιώς» Η απαγωγή του στη Βενετία και τα προβλήματα που σχετίζονται με το μνημείο και τη χρονολόγησή του. Σήμερα, μπροστά από μία καφετέρια έχει στηθεί ένα αντίγραφο (μία ρεπλίκα) του μαρμαρογλύπτη Γιώργου Μέγκουλα στην «μπούκα» του λιμανιού στο Χατζηκυριάκειο.

Σταθερά τους τελευταίους δύο ιστορικούς αιώνες ο Πειραιάς διαμόρφωνε και αναδιαμόρφωνε, εκσυγχρόνιζε την Εικόνα του νεοϊδρυθέντος Δήμου των πέντε πρώτων κατοίκων του. Άλλαζε ο ρυμοτομικός του σχεδιασμός με τόλμη, η οικοδομική του ανάπτυξη έστω και αλόγιστα εντάθηκε (εννοώ την οικοδόμηση πολυώροφων πολυκατοικιών στο λιμάνι της Ζέας, στο Πασαλιμάνι). Ο αρχιτεκτονικός του επανασχεδιασμός τροποποιούσε ακόμα και την αστική παλαιά όψη της Πόλης, την αστική αισθητική των πλούσιων Πειραιωτών των πρώτων δεκαετιών του προηγούμενου αιώνα, της τοπιογραφίας των ιχνών του, της επέκτασής του Δήμου από το 1835 και εντεύθεν στον ευρύτερο πειραϊκό χώρο. Η νέα πυξίδα της Πόλης έδειχνε και προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, και είχαν δίκιο όσοι μίλησαν πρώτοι για το «Πειραϊκό θαύμα» και αυτό, δεν είναι ένας σοβινιστικός τοπικισμός, είναι μία ιστορική αλήθεια που υπερβαίνει τοπικές, εμπορικές ακόμα και ναυτιλιακές σκοπιμότητες. Όσο μελετούμε την ιστορία του Πειραιά και εμβαθύνουμε στα θαυμάσια «μυστικά» της τόσο αναρωτιόμαστε πώς αυτό το «λασποχώρι» που το κτυπούσαν τα φουρτουνιασμένα κύματα και οι θυελλώδεις άνεμοι μετατράπηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα Λιμάνια της Μεσογείου. Αυτό το «Βουρκάρι», ο «Λιμνότοπος» έγινε το επίνειο της Πρωτεύουσας κατακτώντας επάξια την δική του σύγχρονη ιστορική και βιομηχανική, εμπορική δόξα, ξεπερνώντας άλλες πόλεις και κωμοπόλεις, ισχυρά κέντρα της πατρίδας μας. Πώς επήλθαν οι απαραίτητες και αναγκαίες βελτιώσεις αλλά και αλλοιώσεις της μορφής του στο πέρασμα του χρόνου από φωτισμένες αποφάσεις Δημοτικών αρχόντων και επιλογές Πολιτικών της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Εθνάρχες όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος που συνδέθηκε με την ανάπτυξη και οικοδόμηση νέων κτηριακών συγκροτημάτων του ΟΛΠ, πολιτικοί που άφησαν το αποτύπωμά τους στα πειραϊκά χώματα. Εμπνευσμένοι και σπουδαγμένοι δάσκαλοι όπως ο αρχαιολόγος Ιάκωβος Δραγάτσης διευθυντής στο πρώτο Πειραϊκό Γυμνάσιο που φοιτούσε ο Νίκος Ι. Χαντζάρας. Σχεδόν σε όλα του τα «Πειραιώτικα» τον μνημονεύει ο επιμελής μαθητής του, θυμάται τις εκπαιδευτικές συμβουλές που έδινε στους μαθητές του. Ανεξάρτητα αν τον απέβαλε δια παντός ο αυστηρός γυμνασιάρχης, ενέργεια που του στέρησε την περαιτέρω εκπαιδευτική του μόρφωση. Όμως το ζιζάνιο της δημοσιογραφίας που έκρυβε μέσα του από μαθητής ο ποιητής Νίκος Ι. Χαντζάρας δεν τον πρόδωσε ποτέ του, όπως φανερώνει η λαμπρή δημοσιογραφική του σταδιοδρομία, οι γνώσεις τους της γαλλικής και αρβανίτικης γλώσσας τα εκατοντάδες διαβάσματά του της ελληνικής και ξένης γραμματείας. Όμως ο Δήμος του Πειραιά και οι πρώτοι οικιστές του δεν ενδιαφέρθηκαν μόνο για το εμπόριο και τις άλλες επιχειρηματικές, οικονομικές δραστηριότητες αλλά και για την Παιδεία των Πειραιωτών, την Μόρφωση του φτωχού πειραϊκού λαού, της Πειραϊκής νεολαίας. Ίδρυσαν Σχολικές μονάδες τόσο για τα αγόρια όσο και για τα κορίτσια δίχως διάκριση, κάπως σπάνιο για τα ήθη και τα έθιμα της τότε ελληνικής κοινωνίας και εποχής, που οι γονείς απαιτούσαν από τα θηλυκά μέλη της οικογένειας να μην βγαίνουν έξω από τον της φαμελιάς τους «γυναικωνίτη». Σημαντικές φυσιογνωμίες της ελληνικής παιδείας και των γραμμάτων που μαθήτευσαν κοντά στον έλληνα διαφωτιστή και δάσκαλο του γένους Αδαμάντιο Κοραή, όπως ο επιστήμονας χιώτης Νεόφυτος Βάμβας, ο «Μικρασιάτης» ευπατρίδης Ιωννίδης, ο από το Άργος ιστορικός και νομισματολόγος, συλλέκτης Μελετόπουλος έγιναν μεγάλοι ευεργέτες της Πόλης χάραξαν τα ίχνη τους στην πειραϊκή εκπαίδευση βοηθώντας δυναμικά στην ίδρυση Σχολείων εντός των ορίων του Δήμου, δίδαξαν την αλληλοδιδακτική, έδωσαν την δυνατότητα σε παιδιά πειραϊκών φτωχών οικογενειών που είχαν έφεση στα γράμματα να σπουδάσουν, να προκόψουν και να μεγαλουργήσουν στην ζωή τους, να κατακτήσουν πανεπιστημιακές έδρες, να γίνουν σημαντικοί επιστήμονες, ακαδημαϊκοί πολίτες με προσόντα που τίμησαν και εξακολουθούν να τιμούν τον Πειραιά. Το Σχολείο που ίδρυσε ο Μελετόπουλος και λειτούργησε για τρία περίπου έτη, όπως μας λέει σε χρονογράφημά του ο Χαντζάρας αναφέροντας και το μαθητολόγιό του, είναι φανερά τα ίχνη του στην περιοχή της Αγίας Σοφίας στο ύψος της οδού Μαυρομιχάλη και Παλαμηδίου. Η Ιωνίδειος Σχολή ακόμα παραμένει ένα από τα σημαντικά πρότυπα της Πειραϊκής Εκπαίδευσης για την μαθητιώσα νεολαία πανελλαδικώς. Να θυμηθούμε τα άλλα δύο Σχολεία των Καθολικών του Δήμου, τα Ιδιωτικά Εκπαιδευτήρια που μόρφωσαν γενιές γενεών όπως «Ο Πλάτων». Την Τεχνική Εκπαίδευση και τις διάφορες Σχολές της «Αρχιμήδης», «Ηράκλειτος», «Πυθαγόρας» κλπ. Επιβάλλεται να υπενθυμίσουμε ότι τα πρώτα πανελλαδικώς Νυχτερινά Σχολεία για εργαζόμενους μαθητές και μαθήτριες ιδρύθηκαν από τον επαναστάτη καθηγητή Παπά- Γιώργη τον Πυρουνάκη στην Πόλη μας, ο οποίος δημιούργησε και τις πρώτες νεανικές κατασκηνώσεις. Δήμαρχοι χαρισματικοί όπως ο Δημοσθένης Ομηρίδης Σκυλίτσης, ο Λουκάς Ράλλης, ο Τάκης Παναγιωτόπουλος με όραμα και έμπνευση έβαλαν την σφραγίδα τους σε πολλά έργα της Πόλης. Όχι μόνο στην ίδρυση της Ραλλείου Σχολής με δωρεάν των αδερφών Ράλλη, αλλά και της ύδρευσης του Δήμου, της αποξήρανσης των βάλτων και των λασπότοπων, του ηλεκτροφωτισμού. Της χάραξης νέων οδών και λεωφόρων και της ονοματοδοσίας τους που άλλαζε σε κάθε πολιτειακή μεταβολή, βασιλεία, δημοκρατία και ξανά βασιλεία, ή σε νεότερες επετειακές μνημονεύσεις. Τα ονόματα των παλαιών αρχαίων Ελληνικών Θεών και Θεαινών,  Ήρωες και Ημίθεοι της ελληνικής αρχαίας ιστορίας, φιλόσοφοι που το όνομα και τα έργα τους κοσμούσαν τις Οδούς των Πειραϊκών συνοικιών. (Αθηνάς, Σωτήρος Διός, Σωκράτους, Πραξιτέλους…). Οι Δήμαρχοι σταδιακά με τις ιστορικές αλλαγές που επέρχονταν επέλεγαν να δώσουν στους δρόμους της Πόλης ονόματα Ηρών και Μορφών της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, της πρώτης βαυαρικής βασιλικής δυναστείας- Όθων, Αμαλία, Κολοκοτρώνης, Παπαφλέσσας, Μιαούλης, Καραϊσκου- της δεύτερης Βασιλικής δυναστεία του Γεωργίου του Α΄ και των κληρονομικών μελών της οικογένειάς του, Βασίλισσας Όλγας, Σοφίας, Κωνσταντίνου, Παύλου… στα ονόματα πολιτικών των χρόνων της Πρώτης Ελληνικής Δημοκρατίας και μετά πάλι Βασιλείας και των αγώνων του ελληνικού λαού ενάντια στο γερμανό κατακτητή. Αλέξανδρος Παπαναστασίου, Γ. Κονδύλη, Γ. Θεοτόκη, Ε. Βενιζέλου. Μέχρι τις πρόσφατες μετονομασίες της περιόδου της Μεταπολίτευσης. Ηρώων Πολυτεχνείου, αγωνιστών της αριστεράς Νίκου Μπελογιάννη κλπ. Καινούργια ονόματα έρχονται να προστεθούν στα παλαιότερα, νέα τοπωνύμια και τοπόσημα προσδιορίζονται και συμπληρώνουν τα προηγούμενα, τις πρώτες ονομασίες των συνοικισμών και των περιοχών του ευρύτερου χώρου του Πειραιά που δόθηκαν από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του Δήμου από τους πρόσφυγες και τους μέτοικους δημότες. Συνοικίες παίρνουν το όνομά τους από τις Εκκλησίες και τις ενορίες των Ιερών Ναών. Προφήτης Ηλίας, Άγιος Σπυρίδωνας, Άγιος Νείλος, Άγιος Βασίλειος, Ρόδο το Αμάραντο, Άγιος Φανούριος, Αγία Σοφία, Άγιος Δημήτριος και ούτω καθ’ εξής. Τοπωνύμια και Τοπόσημα που ακτινογραφούν την ιστορική πορεία της Πόλης και των Δημοτών.

    Διαβάζοντας τα «Πειραιώτικα» του Νίκου Ι. Χαντζάρα θα ανακαλύψουμε παλαιά ξεχασμένα τοπόσημα ή τοπωνύμια, λησμονημένες ονομασίες οδών και πλατεών που χάνονται στον χρόνο αλλά ακόμα βρίσκονται στα κιτάπια της μνήμης παλαιών γενεών, μεγαλύτερης ηλικίας Πειραιωτών υφίστανται ακόμα ως διπλές ονομασίες αναγνωρίσιμες. Ας δώσουμε σχετικά παραδείγματα:

«Κράκαρη», «Το Περιβολάκι», «Τερψιχόρη», «Το Αυγό», «Ο Βουρλοπόταμος», «Βρωμολίμνη», «Στάση Νερό», «Καστράκι», «Μνήμα του Γάλλου», «Βούρλα», «Μπαϊκούτση», «Ντάπια», «Παγόδα», «Τσιρλονέρι», «Πάνθεον», «Κωσταράκου», «Μεγάλο Βουρκάδο», «Ακτή Τζελέπη», «Τρούμπα», «Δεξαμενές», «Πλατεία Λουδοβίκου», «Κρεμμυδαρού», «του Καράμπαμπα», «Δεξαμενή», «Καραβάς», «Κοπή», «Λιπάσματα» και πολλά άλλα των πέντε διαμερισμάτων του Πειραιά και των γύρω όμορων Δήμων «Κουτσικάρι» που υφαίνονται ομού οι ιστορίες των ανθρώπων και των τόπων αφηγήσεις.

Ορισμένους από τους καταγραφείς των παλαιών αυτών πειραιώτικων τοπωνυμιών, τοπόσημων και ονομάτων αναφέραμε στο προηγούμενο σημείωμά μας. Ας τα μνημονεύσουμε εκ νέου προσθέτοντας και άλλα: Ο Αθηναιογράφος Γιάννης Καιροφύλλας και το βιβλίο του για τα «Τοπωνύμια» και ο παλαιός συγγραφέας και φυσιολάτρης Δημήτριος Καμπούρογλους στο τρίτομο έργο του για την «Ιστορία των Αθηνών», οι αρχιτέκτονες Κώστας Μπύρης και ο αρχιτέκτονας και πολιτευτής Νίκος Μπελαβίλας που εξέδωσαν βιβλία τους για «Τα Τοπωνύμια» του Πειραιά. Ο τελευταίος ιστορικός του Πειραιά Γιάννης Ε. Χατζημανωλάκης σε αρκετά βιβλία του. Η ιστορικός και διευθύντρια του Ιστορικού Αρχείου του Δήμου και νυν Πολιτισμού Λίτσα Μπαφούνη στις δικές της εργασίες, και σε βιβλία της η ιστορικός Σταματίνα Μαλικούτη. Ο συλλέκτης- παλαιοπώλης που έγραψε για την περιοχή της Τρούμπας Βασίλης Πισιμίσης, το βιβλίο του σημείωσε εμπορική επιτυχία και επανεκδόθηκε. Ο συγγραφέας βιβλίων για Εκκλησίες του Πειραιά, («Αγία Τριάδα», «Άγιος Κωνσταντίνος») και ποιητής Δημήτρης Φερούσης. Ο δικηγόρος και δημοσιογράφος  Δημήτριος Σπηλιωτόπουλος που είναι ο πρώτος που έγραψε για τους «Δημάρχους του Πειραιά» στην εποχή του, Ο ποιητής και θεατράνθρωπος Αλέκος Χρυσοστομίδης, ο ποιητής και δημοσιογράφος Νίκος Ι. Χαντζάρας, ο συγγραφέας Αντώνης Ν. Μανίκης. Ο έμπορος Γιάννης Σωτηρίου, ο κομμουνιστής συγγραφέας Σίμος Μιχαηλίδης που έγραψε για το ΕΑΜ του Πειραιά και της Κοκκινιάς, όπως και ο Νίκανδρος Κεπέσης. Ο συγγραφέας και ερευνητής της πολιτιστικής ιστορίας της Νίκαιας, διηγηματογράφος Δημήτρης Λιάτσος. Η καθηγήτρια Αρχοντία Παπαδοπούλου που κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Η Αττική Νίκαια». Ο Άγγελος Κοσμής που μας διέσωσε την «Εκπαιδευτική ιστορία του Πειραιά», ο συγγραφέας Αντώνης Μαρμαρινός, η ηθοποιός της ελληνικής χρυσής εποχής της Επιθεώρησης Σπεράντζα Βρανά με το βιβλίο της «Τρούμπα». Ο Χάρης Μ. Κουτελάκης που ιδιαίτερα ασχολήθηκε με τον Δήμο Κερατσινίου. Ο ποιητής Παναγιώτης Τσουτάκος και πολλοί Πειραιώτες δημοσιογράφοι διέσωσαν στα γραπτά και δημοσιεύματά τους παλαιά Τοπωνύμια, Τοπόσημα, αρχαία ονόματα συνοικιών και δρόμων. Τέλος, οι ερευνητές και συγγραφείς Μάρω Βουγιούκα και Βασίλης Μεγαρίδης που συνεργάστηκαν και μας έδωσαν το χρήσιμο βιβλίο τους «Οδωνυμικά του Πειραιά» και ορισμένοι άλλοι που στις ημερολογιακές τους αναμνήσεις και τα βιβλία διέσωσαν παλαιά ονόματα δρόμων, πρώτες ονομασίες πλατεών, αρχικά ονόματα συνοικισμών και περιοχών. Πχ. «Γερμανικά», «Γέφυρα- Γαντζάκι», «Ρετσίνα», «Μελετοπουλέϊκα», συνοικία του «Τσίλερ». Ονομασίες δημοτών που έπαιρναν το όνομά τους από την περιοχή που διέμεναν, πχ. «Οι Βουρλιώτες», (Γούβα του Βάβουλα), «Οι Ευγενίτες» (περιοχή της Ευγένειας), «Δραπετσωνίτες» (Δήμος Δραπετσώνας- Κρεμμυδαρού), «Αγιασοφιώτες», «Αγιοδημητριώτες» από τις γνωστές συνοικίες που έλκουν το όνομά τους από τις εκκλησίες της Αγίας Σοφίας, του Αγίου Δημητρίου κλπ. Θυμάμαι ακόμα τα πρώτα λόγια της πειραιώτισσας ποιήτριας Μαρίας Παπαλεονάρδου όταν πρωτομιλήσαμε στο τηλέφωνο που μου είπε ότι η οδός Ηρώων Πολυτεχνείου ονομάζονταν στην εποχή της «Σωκράτους». Παλαιές ονομασίες θυμόταν και ο πειραιώτης ποιητής και στιχουργός Γιάννης Κακουλίδης, η ηθοποιός Ελένη Σοφρά. Πειραιώτικοι Συνοικισμοί που πήραν το όνομά τους από την καταγωγή των νέων δημοτών και προσφύγων που προέρχονταν. «Μανιάτικα», «Κρητικά», «Χιώτικα», «Υδρέϊκα», «Καρπαθιώτικα», «Σπετσιώτικα», «Μικρασιάτικα», «Κιλικιανά», των «Ψαριανών», «Κωνσταντινουπολίτικα», «Επτανησιώτικα»… κλπ. Μικρό παιδί ακόμα το Σχολείο της Αικατερίνης Κατρανίδου και του Γιώργου Λαγογιάννη προσδιόριζε την περιοχή, όπως και το γαλατάδικο-ζαχαροπλαστείο του Μέγκουλη, ο φούρνος του Ντούρα στην πλατεία του αγίου Νικολάου αν θυμάμαι σωστά. Οι δύο θεόρατες Καμινάδες στην Λεύκα λίγο πριν το ερειπωμένο υφαντουργείο του Ρετσίνα ή αλλιώς «Οι γραμμές» από τις σιδηροδρομικές γραμμές των τρένων που πήγαιναν στην αφετηρία τους στον Άγιο Διονύση. «Τα Περιβόλια» στον Άγιο Ιωάννη τον Ρέντη. Το «Χαλβατζίδικο» του Κοσμίδη στην Δραπετσώνα κοντά στα «Ψυγεία». «Το Ρέμα» νυν οδός Τζαβέλα στη Νίκαια. «Η στάση Νερό» στην Χαλκηδόνα και τόσες άλλες παλαιές ονομασίες που ακούγαμε παιδιά από τους παλαιότερους και φυσικά τα «Προσφυγικά» στη Νεάπολη και την Παλαιά και Νέα Κοκκινιά. Ονόματα, Συνοικίες, Τοπόσημα, Περιοχές, δρόμοι και παράδρομοι, λεωφόροι, στέκια διασκέδασης και παλαιές Ταβέρνες όπως «Η Βασίλαινα», το μαγαζί του «Κεφάλα», του «Περιβόλα»  κινηματογράφοι- μουσικών εκδηλώσεων όπως ο «Έσπερος» και ο «Άλφα», το «Παλλάς», το «Ακροπόλ» και Μάντρες που παίζονταν παραστάσεις Θεάτρου Σκιών και Λαϊκές Επιθεωρήσεις. Πασίγνωστα λαϊκά φτηνά εστιατόρια όπως του «Γιαρούμα», του «Στρατηγόπουλου», των «Τεσσάρων αδερφών», ξακουστά Ουζερί της Πειραϊκής και θαλασσινάδικα της Ευγένειας, μακαρονάδικα που έδιναν το όνομά τους στην γύρω περιοχή. Ακόμα και το μπαράκι «Διαχρονικό» είχε «δανείσει το όνομά του στην περιοχή της Καστέλας και φυσικά το «Κάβο Ντόρο».

Ποιος θυμάται ότι η οδός Παναγιώτη Βλαχάκου (που χάθηκε στην κρίση των Ιμίων) λέγονταν «Αρτεμισίου», η λεωφόρος Χαριλάου Τρικούπη λέγονταν «Αρτέμιδος», η λεωφόρος ΙΙ Μεραρχίας που τέμνεται με την Ηρώων Πολυτεχνείου «Αιγέως». Η οδός Γλάδστωνος την άκουγα να την αποκαλούν και «Καζανόβα». Την Εθνικής Αντιστάσεως την λένε οι παλαιοί μαγαζάτορες ακόμα «Μιαούλη» και «Φεράλδη», την Ευαγγελιστρίας «Ομηρίδη Σκυλίτση» και «Διστόμου». Την Αλιπέδου την αναγνωρίζαμε ευκολότερα μια και την αποκαλούσαν «Πάροδος των Ηλεκτρικών Σιδηρόδρομων» αλλά και «Καραϊσκάκη». Η Δημητρίου Γούναρη λέγονταν «Μακράς Στοάς» στην Αγορά, αν και αρκετοί ακόμα την αποκαλούν και με το παλαιό και το νέο της όνομα. Η Βασιλέως Γεωργίου του Α΄ που φτάνει μέχρι το Άγαλμα της Μητέρας λέγονταν «Αθηνάς». Είναι αυτή που ενώνει την Ακτή Μιαούλη με την Ακτή Κουντουριώτη, στην πλαζ Βοτσαλάκια. Η δική μας γενιά από εκεί και πάνω μέχρι που διασταυρώνονταν στον περιφερειακό της Καστέλας την ονομάζαμε «Καλντερίμι». Ο πεζόδρομος Σωτήρος Διός με τα εμπορικά μαγαζιά και παλαιότερα τους κινηματογράφους λέγονταν «οδός Ρέπουλη». Την Ηρώων Πολυτεχνείου την πρόλαβα και ως «Βασιλέως Κωνσταντίνου» και οι παλαιότεροι ως «Σωκράτους». Την 34ου Πεζικού Συντάγματος στην είσοδο της πόλης όπως ερχόμαστε από τον σταθμό του Νέου Φαλήρου την άκουγα να την ονομάζουν και «Υδραγωγείου» είχε και την ονομασία «Ντενύ Κοσσέν». Την Αγίου Διονυσίου συνηθέστερα την αποκαλούσαμε «Κόνωνος». Την νυν Γρηγορίου Λαμπράκη την προλάβαμε και ως «Βασιλίσσης Σοφίας». Την άνοδο προς την Πόλη του Πειραιά λεωφόρος που περνά από το παλαιό κτήριο του «Κορασίδη» και το εργοστάσιο σχοινιών του «Κωνσταντίνου Βελλή» την παλαιά «Φαλήρου» την μετονόμασαν σε Ανδρέα Παπανδρέου, ενώ η έξοδος της Πόλης Ομηρίδη Σκυλίτση.  Η πλατεία Καραϊσκάκη- Ακτή Τζελέπη λέγονταν «Απόλλωνος» αλλά και «Βασιλέως Όθωνος». Ότι η κεντρική πλατεία του Πειραιά μπροστά από το Δημαρχείο ονομάζονταν «Κόμητος Τσώρτσιλ», «Δημοτικού Θεάτρου», «Κοραή», «Ελευθερίου Βενιζέλου» και ένα της «τεταρτημόριο» «Παύλου Μπακογιάννη», και ούτω καθ’ εξής.

          Αναρτώ τις πρώτες ονομασίες πειραϊκών δρόμων όπως τις διασώζει και ο Νίκος Ι. Χαντζάρας, αλλά δυστυχώς ανατρέχοντας στις δικές μου πηγές δεν κατόρθωσα να ταυτοποιήσω ορισμένα παλαιά ονόματα.

ΥΓ. Σε παλαιότερη ανάρτησή μας στα Λογοτεχνικά Πάρεργα, 18 Μαϊου 2019 αποδελτιώσαμε οδούς του Πειραιά που φέρουν το όνομα Ελλήνων Λογοτεχνών.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

16 Οκτωβρίου 2025.

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου