Λόγος περί Θεάτρου του ισπανού ποιητή Φεδερίκο
Γκαρθία Λόρκα
Βρισκόμενος μέσα στον ηλιόλουστο συμβολισμό και τον φυσιολατρικό
πανθεϊσμό της ποίησης του ανδαλουσιανού ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Φεδερίκο
Γκαρθία Λόρκα, «αυτού του ραψωδού που προχώρησε στο δράμα» όπως αναφέρει
χαρακτηριστικά μεταξύ άλλων ο κυρός καθηγητής και σημαντικός δάσκαλος του
θεάτρου Τάσος Λιγνάδης στην μελέτη του «Ο Λόρκα και οι ρίζες» Δίφρος 1964,
και έχοντας γράψει και δημοσιεύσει ήδη τρία κείμενα
για τον δολοφονημένο ποιητή και ακόμα, διαβάζοντας ξανά το ενδιαφέρον βιβλίο
της καθηγήτριας της Γαλλικής Φιλολογίας κυρίας Άνδρης Χριστοφίδου-Αντωνιάδου
από την Λεμεσό της μαρτυρικής Κύπρου, σκέφτηκα να μεταφέρω εδώ το Πέμπτο
κεφάλαιο του Τρίτου Μέρους της μελέτης της συγγραφέως για τον Ισπανό ποιητή που
είναι «Η Ομιλία του Φεδερίκο για το θέατρο, σ. 183-187, σε δική της μετάφραση.
Το μελέτημα της Κυπρίας καθηγήτριας, συγγραφέως και σταθερής ερευνήτριας του
έργου και της ζωής του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα έχει τον τίτλο «Ο Φεδερίκο Γκαρθία
Λόρκα Σε Τρεις Διαστάσεις»- Έρευνα, και εκδόθηκε στην Λεμεσό το 2000. Η
ερευνητική εργασία της κυρίας Χριστοφίδου-Αντωνιάδου για τον ισπανό ποιητή,
παρότι έχουν περάσει δέκα έξι χρόνια από την έκδοσή της θεωρώ, ότι είναι ένα
ακόμα χρήσιμο μελέτημα που έρχεται να προστεθεί στην ελληνική βιβλιογραφία για
τους έλληνες λάτρεις της ποίησης, του θεάτρου και της ζωής του Λόρκα, του
μεγαλύτερου ποιητή της Ισπανίας των νεότερων χρόνων. Ασφαλώς η ερευνήτρια,
γνωρίζοντας η ίδια και ισπανικά, πράγμα που της προσφέρει την δυνατότητα να
μελετήσει το έργο του στο πρωτότυπο, ακολουθεί μια ποιο ιδιοσυγκρασιακή
ερευνητική διαδρομή όσον αφορά την εικονογράφηση του πορτρέτου του ποιητή-και
του έργου του, σε σχέση με τα μελετήματα ελλήνων αλλά ιδιαίτερα, ξένων μελετητών
και συγγραφέων του έργου του Federico
Garcia
Lorca,
που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά και είναι εύκολο για τον έλληνα αναγνώστη να
τα μελετήσει. Το ελληνικό κοινό εδώ και αρκετές δεκαετίες, αγάπησε τον ποιητή,
το θέατρό του και γενικότερα, συγκλονίστηκε από την βίαιη και άνανδρη δολοφονία
του, μέθυσε με τις εξαιρετικές θεατρικές ερμηνείες ελληνίδων ηθοποιών που
ερμήνευσαν κατά καιρούς στο ελληνικό θεατρικό σανίδι τις τραγικές μεσογειακές ηρωίδες του-που έχουν αρκετά
κοινά και μοιραία σημεία ζωής και θανάτου με ηρωίδες-πρότυπα της αρχαίας
ελληνικής τραγωδίας, στην γενιά μου, ανεπανάληπτη θα μείνει η ερμηνεία της
τραγωδού Άννας Συνοδινού στον «Ματωμένο Γάμο», αλλά και άλλων ελληνίδων
καλλιτεχνών που ερμήνευσαν ηρωίδες των έργων του. Ενδεικτικά αναφέρω τον “Bodas de Sangre” του σκηνοθέτη Αλέξη Σολομού με το
Εθνικό Θέατρο, του σκηνοθέτη Νίκου Παροίκου με την Θεατρική Έξοδος του Αιγαίου,
την παράσταση που σκηνοθέτησε η Έρση Βασιλικιώτη με το ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου το 1985,
αλλά και αυτή με σκηνοθέτη τον Θοδωρή Γκόνη, αυτή του Αλέξη Δαμιανού στο Θέατρο
της Κατερίνας Βασιλάκου, του σκηνοθέτη Γιώργου Ρεμούνδου, την παράσταση της
Μαριέττας Ριάλδη από το Πειραματικό Θέατρο Πόλης το 1991, εκείνη του σκηνοθέτη
Θανάση Παπαγεωργίου από το Θέατρο ΣΤΟΑ, του Κώστα Τσιάνου με το Δημοτικό
Περιφερειακό Θέατρο Κρήτης το Καλοκαίρι του 2008 στο Βεάκειο του Πειραιά κλπ.
Όπως επίσης ενδεικτικά αναφέρω και πάλι, ότι ζωντανή μένει στην μνήμη μας η
ερμηνεία της «Γέρμας» με την ηθοποιό Ρένη Πιττακή σε σκηνοθεσία του Πειραιώτη
ηθοποιού Μίμη Κουγιουμτζή από το Θέατρο Τέχνης το 1992 σε μετάφραση της
ποιήτριας Τζένης Μαστοράκη, αλλά και η «Γέρμα» του θιάσου του Εθνικού Θεάτρου
το 2000 με την Λυδία Κονιόρδου στον ομώνυμο ρόλο σε σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου,
και μετάφραση πάλι της Τζένης Μαστοράκη, δυό αριστουργηματικές παραστάσεις, που
ευτύχησα να δω και τις δύο, από δύο φορές. Στο σύντομο αυτό θεατρικό σεργιάνι
που άφησε το αισθητικό και συγκινησιακό του στίγμα στις καρδιές μας, δεν θα
μπορούσα να μην αναφέρω και την παράσταση της Νέας Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου
το 1999, της «Δόνια Ροζίτα» η Ανύπαντρη ή Η γλώσσα των λουλουδιών, σε διασκευή
και σκηνοθεσία της Νικαίτης Κοντούρη με την Μαρία Κατσιαδάκη στον ομώνυμο ρόλο,
την Μπέτυ Βαλάση, τον Κώστα Τριανταφυλλόπουλο, την Μιράντα Ζαφειροπούλου και
άλλους εξαίρετους ερμηνευτές, σε μετάφραση του ποιητή και εκδότη Δημήτρη
Καλοκύρη. Ο Θεατρικός Λόρκα, υπήρξε όχι μόνο ο αγαπημένος των ελλήνων και
ελληνίδων ηθοποιών και σκηνοθετών αλλά, και του σταθερού ελληνικού θεατρόφιλου
κοινού. Ενός κοινού, που μαγεύονταν κάθε φορά που παρακολουθούσε θεατρικές του
παραστάσεις. Υπάρχει μια σταθερή συγκινησιακή και θεατρική αποδοχή του
ποιητικού θεατρικού λόγου του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα από τους Έλληνες, κάτι σαν
συνέχεια, όπως με τα διαχρονικά ανεβάσματα της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας.
Ένας μητριαρχικός κοινός πολιτισμός της μεσογειακής λεκάνης και του πνεύματος
πολιτισμικών αναφορών που αυτή γέννησε μέσα στο διάβα της ιστορίας. Όπως
οφείλουμε να αναφέρουμε ότι, το μελέτημα του Τάσου Λιγνάδη, «Ο ΛΟΡΚΑ ΚΑΙ ΟΙ
ΡΙΖΕΣ» είναι αυτό που μας στάθηκε οδηγός πλεύσης στην ανάγνωση και ερμηνεία του
έργου του, σιμά με τις μεταφράσεις του ποιητή και στιχουργού Νίκου Γκάτσου και
τα μουσικά κελαϊδίσματα του μελωδού των ονείρων μας Μάνου Χατζιδάκι. Και
τυχεροί στάθηκαν οι θεατρόφιλοι της γενιάς μας-γενιά του 1980-που κατόρθωσαν να
προμηθευτούν στο εμπόριο, το αφιερωματικό τεύχος του κλασικού περιοδικού
«ΘΕΑΤΡΟ» τχ.29-30/9,12,1966 του Κώστα Νίτσου, που είναι αφιερωμένο στον ποιητή,
ένα επαρκέστατο και άξιο λόγου αφιέρωμα ακόμα και σήμερα. Επανερχόμενος στην
ερευνητική μελέτη της καθηγήτριας Άνδρη Χριστοφίδου-Αντωνιάδου, σημειώνω ότι η
σπονδυλωτή αυτή εργασία, με την ανάλυση του έργου του και τον εμπλουτισμό της
με τις προσωπικές της αναμνήσεις από τις ταξιδιωτικές της επισκέψεις στο σπίτι,
τους χώρους που έζησε, και το σημείο που δολοφονήθηκε ο ποιητής, καθιστούν το
βιβλίο χρήσιμο και πληροφοριακά αρκετά επαρκές για τους θιασώτες της
περιπέτειας του ποιητικού και θεατρικού έργου, αλλά και του σύντομου βίου του Federico Garcia Lorca.
Η
ερευνητική μελέτη της Κυπρίας καθηγήτριας και ποιήτριας Άνδρη
Χριστοφίδου-Αντωνιάδου, η οποία έχει σπουδάσει σε Πανεπιστήμιο της Ισπανίας και
γνωρίζει επαναλαμβάνω την ισπανική γλώσσα, αλλά το κυριότερο, ασχολείται εδώ
και χρόνια με το έργο και την ζωή του ποιητή, όπως μας φανερώνουν οι μελέτες
και οι διαλέξεις της στην Κύπρο, που καταγράφονται στην σελίδα 205 του βιβλίου
της, χωρίζεται σε τρία εκτενή μέρη με τις ανάλογες κεφαλαιακές υποδιαιρέσεις,
κάτι που κάνει το βιβλίο εύκολα αναγνώσιμο, μια και ο πιο αμύητος αναγνώστης
της τέχνης του Λόρκα, μπορεί να ανατρέξει στο κεφάλαιο της αρεσκείας του και να
αντλήσει τα στοιχεία εκείνα που τον ενδιαφέρουν. Η διαμερισματοποίηση είναι η
εξής:
Μέρος Πρώτο
Ο Άνθρωπος Λόρκα
-κεφάλαιο πρώτο: Τα πρώτα χρόνια
-κεφάλαιο δεύτερο: Η ζωή στη Μαδρίτη
-κεφάλαιο τρίτο: Ο Φεδερίκο Δημοκράτης
-κεφάλαιο τέταρτο: Η Δολοφονία του Φεδερίκο
Μέρος Δεύτερο
Ο Ποιητής Φεδερίκο
-κεφάλαιο πρώτο: Η πορεία της Ισπανικής Ποίησης
-κεφάλαιο δεύτερο: Ποίηση και Μουσική
-κεφάλαιο τρίτο: Οι Τσιγγάνικες Μπαλλάντες
-κεφάλαιο τέταρτο: Ποίηση και Ευαισθησία
Μέρος Τρίτο
Ο Δραματουργός Φεδερίκο
-κεφάλαιο πρώτο: Η εξέλιξη του Ισπανικού Θεάτρου
-κεφάλαιο δεύτερο: Η Γέννηση του Θεάτρου του
Φεδερίκου
-κεφάλαιο τρίτο: Η Θεατρική Δημιουργία
-κεφάλαιο τέταρτο: Η Λορκιανή Τριλογία
-κεφάλαιο πέμπτο: Η Ομιλία του Φεδερίκο για το
Θέατρο
-κεφάλαιο έκτο: Ο θάνατος στην ποίηση και στο θέατρο
του Λόρκα
Την αυλαία του βιβλίου ανοίγει το ποίημα της
συγγραφέως «Συνομιλία με το Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα», και η αναγνωστική
παράσταση κλείνει με το ποίημά της «Ο φίλος μου ο Φεδερίκος». Δύο συγκινητικά
ποιήματα, που μας δηλώνουν την βαθειά αγάπη της συγγραφέως στο πρόσωπο και το
έργο του ισπανού δραματουργού, και προστίθενται και αυτά, στον κατάλογο των
ελλήνων δημιουργών που έχουν γράψει ή αφιερώσει ποιήματα στον ισπανό ποιητή.
Υπάρχει και ενδεικτική ξενόγλωσση μόνο εργογραφία και βιβλιογραφία. Μέσα στις
207 σελίδες της έρευνας αυτής, περνά πανοραμικά και με καίριες αναλύσεις η
συγγραφική πορεία του Λόρκα και της ζωής του, όχι μ’ έναν τρόπο ξηρό και κάπως
αποστεωμένο, αλλά με μια ευαίσθητη και τρυφερή απλή και κατανοητή γλώσσα,
συνεπικουρούμενη με τις αναμνήσεις της ίδιας της συγγραφέως καθώς επισκέπτεται
την πατρίδα του ποιητή, ετοιμάζοντας την έρευνά της και βαδίζει πάνω στα ίχνη
που βάδισε ο δημιουργός που μας άφησε ένα ποιητικό έργο που είναι ταυτόχρονα
ζωγραφικό και αρχιτεκτονικό, και έναν δραματικό λόγο που δραματοποιεί ποιητικά
και με απύθμενο λυρισμό τους αρχέγονους παραδοσιακούς μύθους με την πρωτόγονη
σύγχρονη οικογενειακή πραγματικότητα του κόσμου των ηρώων του. Η Μοίρα, όπως η
αρχαία Ειμαρμένη είναι αυτή που καθορίζει την ατομική ή οικογενειακή τύχη των
προσώπων του έργου του Λόρκα. Η συγγραφέας επισκέπτεται την οικογενειακή του
εστία που είναι πλέον Μουσείο Λόρκα, περιδιαβαίνει τα στενά και ηλιόλουστα
σοκάκια που περπάτησε ο ποιητής, επισκέπτεται τον τόπο δολοφονίας του και
βλέπει από κοντά τα διάφορα μνημεία μνήμης που έχουν οικοδομήσει οι
συμπατριώτες του μεταγενέστερα στο σημείο της εκτέλεσής του καθώς και των άλλων
συμπατριωτών του, συνομιλεί με γηραιούς ισπανούς κατοίκους, ελπίζοντας ότι
είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν από κοντά, τους ρωτά αν θυμούνται κάτι από το
βιολογικό πέρασμα του ποιητή, αν τον γνώρισαν και τι εντύπωση άφησε στη μνήμη
τους στο σύντομο δημιουργικό και βιολογικό πέρασμά του αυτός ο τσιγγάνος
ανδαλουσιανός που σημάδεψε καταλυτικά όχι μόνο την πόλη της Γρανάδας, αλλά
έκανε παγκόσμια γνωστό τον γενέθλιο χώρο του. Η σύζευξη αυτή των προσωπικών
αναμνήσεων με την ανάλυση του συγγραφικού του έργου, είναι ενδιαφέρουσα και
κατατοπιστική. Η μνήμη βοηθά την γραφή και η γραφή συμπληρώνει τις εικόνες της
μνήμης. Δεν έχουμε ένα ξερό αφηγηματικό οδοιπορικό στον τόπο ζωής και μαρτυρίου
του ποιητή, αλλά μια διαχρονική ποιητική αιμάσουσα εικόνα του πορτραίτου και
του έργου του, πράγμα που καθιστά ακόμα και σήμερα επίκαιρο και σύγχρονο τον
λόγο του οικουμενικού αυτού ανδαλουσιανού συγγραφέα, ενός ποιητή, που του
ταιριάζει απόλυτα ο στίχος του ποιητή Ράινερ Μαρία Ρίλκε, «Θεέ μου βοήθησέ με
να έχω τον θάνατο που επιθυμώ…», αν θυμάμαι σωστά τον στίχο του ποιητή. Το
βιβλίο εμπλουτίζεται με ασπρόμαυρες φωτογραφίες από τους χώρους που
επισκέπτεται η συγγραφέας. Οφείλουμε να σημειώσουμε επίσης, ότι τα αποσπάσματα
από τα θεατρικά και ποιητικά έργα του Λόρκα είναι μεταφράσεις της ίδιας της πολύγλωσσης
συγγραφέως. Και όπως προανέφερα, οι δύο ποιητικές συνθέσεις που ανοίγουν και
κλείνουν την έρευνα μας δίνουν το προσωπικό και ιδιοσυγκρασιακό στίγμα με το
οποίο εξετάζεται ο ποιητής, και υποδηλώνουν την διαρκή επιρροή της παρουσίας
του στην ίδια και το έργο της. Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στον σύζυγο και τα
παιδιά της Κυπρίας συγγραφέως.
Για πρώτη
φορά, διαβάσαμε τις απόψεις του Lorca
για
το θέατρο και τον ρόλο του καθώς και την σημασία και την βαρύτητα του ρόλου του
ηθοποιού ως καλλιτέχνη στο αφιερωματικό τεύχος του περιοδικού «Θέατρο» τεύχος
29-30/1966. Στις σελίδες 18 έως 28 και με τον γενικό τίτλο «Μιλάει ο Λόρκα»
δημοσιεύεται η ομιλία του «Η αποστολή του Θεάτρου» Μια ομιλία και επτά
συνεντεύξεις του σε μεταφράσεις του Τάκη Δραγώνα και Λέανδρου Πολενάκη. Εδώ,
λόγο χρόνου και χώρου, μεταφέρω μόνο την ομιλία του, σε μετάφραση της
συγγραφέως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΠΕΜΠΤΟ
Η
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΦΕΔΕΡΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ
Σαν
επίλογο στην ενότητα για το θέατρο, αντί των δικών μου συμπερασμάτων, προτίμησα
να αφήσω τον ίδιο το Λόρκα να μιλήσει για τις ιδέες του περί θεάτρου.
Στις 18
του Μάρτη 1935 παρουσιάζεται μις ειδική παράσταση της Γέρμα στη Μαδρίτη για
τους ηθοποιούς. Ο Λόρκα πριν την παράσταση κάνει μια ομιλία για το θέατρο:
«Αγαπητοί φίλοι»
Είναι καιρός που πήρα τη σταθερή
απόφαση να αποκρούω κάθε είδους τιμητικές εκδηλώσεις, γεύματα και πανηγυρισμούς
που γίνονται για το ταπεινό πρόσωπό μου, πρώτο, γιατί νιώθω πως κάθε τι
παρόμοιο βάζει ένα λιθαράκι στο φιλολογικό μας τάφο και δεύτερο, γιατί
διαπίστωσα πως δεν υπάρχει πιο δυσάρεστο πράγμα από έναν ψυχρό λόγο προς τιμή
μας, ούτε και πιο θλιβερή στιγμή απ’ το οργανωμένο χειροκρότημα, ακόμα κι όταν
είναι καλόπιστο.
Εξάλλου, πιστεύω πως γεύματα, επίσημα και
περγαμηνές φέρνουν κακοτυχία στον άνθρωπο που τα δέχεται. Κακοτυχία και
δυστυχία γεννάει η βολική στάση των φίλων που σκέφτονται: «Τώρα ξοφλήσαμε μαζί
του». Ένα επίσημο γεύμα είναι μια επαγγελματική συγκέντρωση προσώπων που τρώνε
μαζί μας κι όπου βρίσκονται, θέλοντας και μη, οι άνθρωποι που μας αγαπούν λιγότερο.
Για τους ποιητές και τους θεατρικούς συγγραφείς θα οργάνωνα, μαζί με τις
τιμητικές εκδηλώσεις, επιθέσεις εναντίον τους και αντεγκλήσεις όπου θ’ ακούγαμε
να μας λένε παλικαρίσια και μ’ αληθινή οργή: «Γιατί δεν έκρινες πως αξίζει να
κάνεις αυτό; Γιατί δεν κατάφερες να εκφράσεις την αγωνία της θάλασσας σ’ ένα
θεατρικό πρόσωπο; Γιατί δεν τόλμησες ν’ αναμετρήσεις την απόγνωση των εχθρών
στρατιωτών στον πόλεμο;». Η απαιτητικότητα μ’ ένα φόντο αγάπης αυστηρής
τονώνουν την ψυχή του καλλιτέχνη, που χάνει τη λεβεντιά του και καταστρέφεται
με την εύκολη κολακεία. Τα θέατρα είναι γεμάτα από απατηλές σειρήνες
στεφανωμένες με ρόδα θερμοκηπίου και το Κοινό είναι ικανοποιημένο, και
χειροκροτεί βλέποντας καρδιές από πριονίδι και διαλόγους που λέγονται με νάζι,
όμως ο δραματικός ποιητής δεν πρέπει να ξεχνά, αν δεν θέλει να ξεχαστεί, τους
αγρούς με τις τριανταφυλλιές, που τις δροσίζει η χαραυγή κι όπου υποφέρουν οι
εργάτες, και το περιστέρι, που πληγωμένο από μυστηριώδη κυνηγό, χαροπαλεύει
μέσα στις καλαμιές χωρίς ν’ ακούει κανένας το κλάμα του.
Αποφεύγοντας τις σειρήνες, τα
ψεύτικα λόγια και συγχαρητήρια, δε δέχτηκα καμιά τιμητική εκδήλωση για την
πρεμιέρα της Γέρμα, όμως ένιωσα τη μεγαλύτερη χαρά της μικρής συγγραφικής μου
ζωής, μαθαίνοντας πως γι’ αυτό το έργο ο θεατρικός κόσμος της Μαδρίτης ζήτησε
απ’ τη μεγάλη Μαργαρίτα Σίργου, ηθοποιό με άσπιλη καλλιτεχνική ιστορία, αστέρι
φωτεινό του ισπανικού θεάτρου και
θαυμαστή ερμηνεύτρια του επώνυμου ρόλου, να δώσει μαζί με το θίασο, που τόσο
αξιοθαύμαστα την παραστέκει, μια ειδική παράσταση για να παρακολουθήσει το
έργο.
Το θέατρο είναι ένα απ’ τα πιο
εκφραστικά και χρήσιμα μέσα για το χτίσιμο μιας χώρας και το βαρόμετρο που
δείχνει την ακμή και την παρακμή της. Ένα θέατρο ευαίσθητο και καλά
προσανατολισμένο σ’ όλα τα είδη του, από την τραγωδία ως το κωμειδύλλιο, μπορεί
να αλλάξει μέσα σε λίγα χρόνια την ευαισθησία του λαού, κι ένα θέατρο
εξαρθρωμένο που αντί να ‘χει φτερά φοράει τσόκαρα, μπορεί να εξαχρειώσει και ν’
αποκοιμίσει ένα ολόκληρο έθνος. Το θέατρο είναι ένα σχολείο θρήνου και γέλιου
κι ένα βήμα ελεύθερο όπου οι άνθρωποι μπορούν να προβάλλουν ηθικά συστήματα παλιά
ή με περιεχόμενο αμφίλογο και να εξηγούν με ζωντανά παραδείγματα, τους αιώνιους
κανόνες που κυβερνάνε την ψυχή και το αίσθημα του ανθρώπου. Ένας λαός που δε
βοηθάει και δεν υποστηρίζει το θέατρό του, αν δεν είναι νεκρός, είναι
ετοιμοθάνατος, όπως και το θέατρο που δεν αποδίδει τον κοινωνικό παλμό, τον
ιστορικό παλμό, το δράμα των ανθρώπων και το ειδικό χρώμα της πατρίδας και του
πνεύματός της με το γέλιο ή με το δάκρυ, δεν έχει δικαίωμα να λέγεται θέατρο,
πρέπει να λέγεται αίθουσα παιχνιδιών ή τόπος για να συντελείται η φριχτή αυτή
πράξη που λέγεται «σκοτώνω την ώρα μου». Δεν αναφέρομαι σε κανένα και δεν θέλω
να πληγώσω κανένα, δε μιλάω για τη ζωντανή πραγματικότητα μα για ένα πρόβλημα
που ‘χει τεθεί χωρίς να βρίσκεται η λύση του.
Ακούω καθημερινά, αγαπητοί φίλοι,
να γίνεται λόγος για την κρίση στο θέατρο και πάντα σκέφτομαι πως το κακό δεν
είναι αυτό που βλέπουμε, αλλ’ αυτό που βρίσκεται στο βάθος της ουσίας του, δεν
είναι κακό επιφανειακό, αλλά με βαθιές ρίζες, είναι με λίγα λόγια, ένα
οργανωτικό κακό. Όσο καιρό ηθοποιοί και συγγραφείς θα βρίσκονται στα χέρια
επιχειρήσεων αποκλειστικά εμπορικών, χωρίς καμιά δέσμευση και χωρίς κανένα
είδους φιλολογικό ή καλλιτεχνικό έλεγχο, επιχειρήσεων που αγνοούν κάθε κριτήριο
ή εγγύηση έστω και της παραμικρής αξίας, ηθοποιοί, συγγραφείς και το θέατρο
ολόκληρο, θα βουλιάζουν κάθε μέρα και πιο πολύ, χωρίς πιθανή σωτηρία.
Το απολαυστικό ελαφρό
επιθεωρησιακό θέατρο, τα κωμειδύλλια κι η κωμωδία με τις χοντράδες, θεατρικά
είδη που σαν θεατής τ’ αγαπώ, θα μπορούσαν ν’ αμυνθούν ακόμα και να σωθούν.
Όμως το θέατρο σε στίχους, το ιστορικό θέατρο κι η παλιά ισπανική μουσική
κωμωδία(zarzuela),
θ’ αντιμετωπίζουν όλο και πιο πολλές αντιξοότητες, γιατί, ενώ είναι είδη με
μεγάλες αξιώσεις και με προϋποθέσεις που επιτρέπουν πραγματικές καινοτομίες,
δεν υπάρχει ούτε το κύρος ούτε το πνεύμα της θυσίας που χρειάζεται για να τις
επιβάλει σ’ ένα Κοινό με το οποίο πρέπει να διαφωνήσουμε και σε πολλές περιπτώσεις
να το προκαλέσουμε. Το θέατρο πρέπει να επιβάλλεται στο Κοινό κι όχι το Κοινό
στο θέατρο.
Γι’ αυτόν το σκοπό, ηθοποιοί και
συγγραφείς πρέπει, με αιματηρό αντάλλαγμα, να περιβληθούν με μεγάλος κύρος
γιατί το θεατρικό Κοινό είναι σαν τα παιδιά στο σχολείο: λατρεύει το σοβαρό κι
αυστηρό δάσκαλο που απαιτεί κι απονέμει δικαιοσύνη και γεμίζει άσπλαχνες
καρφίτσες το κάθισμα όπου κάθονται οι επιεικείς και δειλοί δάσκαλοι, που ούτε
διδάσκουν ούτε αφήνουν τους άλλους να διδάξουν.
Και είναι δυνατό να διδάξουμε το
Κοινό-υπογραμμίζω πως λέω Κοινό όχι λαός. Είναι δυνατό να το διδάξουμε γιατί
εγώ ο ίδιος είδα να σφυρίζουν τον Ντεμπυσσύ και το Ραβέλ και παρακολούθησα τις
θορυβώδεις αργότερα επευφημίες ενός λαϊκού κοινού για τα έργα που πριν είχαν
αποδοκιμάσει. Υπάρχουν συγγραφείς, που επιβλήθηκαν μ’ ένα ψηλό κριτήριο, πιο
έγκυρο απ’ αυτό που διαθέτει το συνηθισμένο Κοινό, όπως ο Βέντεκιντ στη
Γερμανία, ο Πιραντέλλο στην Ιταλία και τόσοι άλλοι.
Είναι ανάγκη να το κάνουμε αυτό,
για το καλό του θεάτρου, για την τιμή και το κύρος των ερμηνευτών. Πρέπει να
κρατήσουμε στάση αξιοπρεπή, βέβαιοι πως θ’ ανταμειφθούμε με το παραπάνω γι’
αυτό. Το αντίθετο είναι να τρέμουμε από φόβο και να σκοτώνουμε τη
φαντασμαγορία, τη φαντασία και τη χάρη του θεάτρου που ‘ναι πάντα Τέχνη και θα
‘ναι πάντα Τέχνη εξαίσια, μ’ όλο που περνάει από μια εποχή που Τέχνη
αποκαλείται ό,τι μας αρέσει μ’ αποτέλεσμα να εξευτελίζεται το θέατρο, να
καταστρέφεται η ποίηση κι η σκηνή να μετατρέπεται σε λιμάνι αποκλήρων. Το
θέατρο είναι Τέχνη πάνω απ’ όλα. Τέχνη ευγενέστατη, κι εσείς αγαπητοί ηθοποιοί,
καλλιτέχνες πάνω απ’ όλα. Καλλιτέχνες απ’ την κορφή ως τα νύχια. Ιδιότητα που
αποκτήσατε από αγάπη και κλίση ανεβαίνοντας στο γεμάτο από προσποίηση και πόνο
κόσμο της σκηνής. Καλλιτέχνες επαγγελματίες μα και σπρωγμένοι από ανησυχίες. Σ’
όλα τα θέατρα, απ’ το πιο φτωχικό ως το πιο μεγαλόπρεπο, θα πρέπει να γραφτεί η
λέξη Τέχνη στην αίθουσα και στα καμαρίνια. Γιατί αν δεν γίνει αυτό, το μόνο που
μένει είναι να βάλουμε τη λέξη Εμπόριο ή κάποια άλλη που δεν τολμώ να πω. Και να
σέβεστε την ιεραρχία νάχετε πειθαρχία, να κάνετε θυσίες και να νιώθετε αγάπη.
Δε θα ‘θελα να δώσω μαθήματα,
γιατί νιώθω πως πρώτος εγώ πρέπει να πάρω. Τα λόγια μου τα υπαγορεύει ο
ενθουσιασμός και η σιγουριά. Δεν είμαι ονειροπόλος. Σκέφτηκα πολύ-και ψύχραιμα-όσα
νιώθω και, σαν καλός ανδαλουσιανός, κατέχω το μυστικό της ψυχραιμίας γιατί στις
φλέβες μου κυλάει πανάρχαιο αίμα. Ξέρω πως την αλήθεια δεν κατέχει αυτός που
λέει «σήμερα, μόνο σήμερα» τρώγοντας το ψωμί του κοντά στο τζάκι, μα κείνος που
στο ύπαιθρο ήρεμα κοιτάζει μακριά το πρώτο φως της χαραυγής. Ξέρω πως δεν
κατέχει την αλήθεια αυτός που λέει «τώρα, αμέσως τώρα», με το βλέμμα καρφωμένο
στο κιγκλίδωμα του ταμείου, μα αυτός που λέει «αύριο, αύριο» και νιώθει μα
‘ρχεται η νέα ζωή που πλανιέται πάνω από τον κόσμο».
Αυτή είναι η Ομιλία του
Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα για το Θέατρο και το ρόλο των ηθοποιών και των άλλων
συντελεστών που αποφάσισαν να θητεύσουν και να υπηρετήσουν την Τέχνη του
Θεάτρου. Για τον ποιητή Λόρκα, η σημασία της θεατρικής τέχνης είναι ουσιαστική
και καίρια για τον πολιτισμό ενός έθνους και την ανάπτυξη του παιδευτικού και
καλλιτεχνικού επιπέδου των κατοίκων μιας χώρας που θέλει να λέγεται
πολιτισμένη. Για τον ποιητή, το Θέατρο είναι Τέχνη και μόνο Τέχνη, και όχι
Εμπόριο, μια εμπορική πράξη διασκέδασης, στηλιτεύει με τον τρόπο του τις
περιπτώσεις εκείνες που μια θεατρική παράσταση ή εκτέλεση στην εποχή του, έχει
μοναδικό σκοπό την εμπορικότητα του ανεβάσματος και όχι την καλλιτεχνική
προσφορά, ή την προβολή μόνο των ηθοποιών, ανεξάρτητα και πέρα από το όποιο
ταλέντο τους. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η άποψή του για διαχωρισμό μεταξύ
Κοινού και Λαού, κάτι που τον διαφοροποιεί από άλλους θεωρητικούς του Θεάτρου,
όπως παραδείγματος χάριν τις απόψεις του Γερμανού θεατρικού συγγραφέα Μπέρτολτ
Μπρέχτ. Η Μπρεχτική αποστασιοποίηση αφήνει αδιάφορο τον ισπανό δραματουργό,
ασφαλή δρόμο θεωρεί το κατέβασμα του θεάτρου στο δρόμο, κάτι σαν την κομέντια
ντελ άρτε, γιαυτό ασχολήθηκε και έδωσε μεγάλη βαρύτητα στον ρόλο που παίζει
στις λαϊκές συνειδήσεις το Κουκλοθέατρο, και το θέατρο του δρόμου, των
πλατειών, όπως κάνει και το θέατρο του Κασσόλα κλπ. Ο Λόρκα και ορθός, πιστεύει
ότι η τέχνη του θεάτρου οφείλει να «επιβάλλεται» στο Κοινό και τα αισθητικά του
γούστα, να επηρεάζει θετικά και εποικοδομητικά την αισθητική του, να προκαλεί
την εγρήγορση της σκέψης του, να συνεγείρει την φαντασία του, να
επαναστατικοποιεί το πνεύμα του, και όχι τα επικαιρικά γούστα του Κοινού, το
φτηνό κριτήριό του, να «επιβάλλονται» στην θεατρική τέχνη. Η μαγεία του θεάτρου
προέρχεται από την ίδια την φύση και λειτουργία του ανεβάσματος μιας θεατρικής
παράστασης, και όχι από το τι θα περίμενε να δει και να απολαύσει ο θεατής, που
έχει ως σκοπό του όχι την θεατρική παιδαγωγία αλλά, το πώς θα ξεδώσει. Η άποψή
του, θυμίζει αυτή των αρχαίων ελλήνων τραγικών, και μας φέρνει στο νου αυτό που
πάντοτε υποστήριζε ο δάσκαλος Καρόλου Κουν, «Κάνουμε θέατρο για την ψυχή μας».
Μιλά για το ψηλό κριτήριο που διαθέτει η καλλιτεχνική αυτή πράξη ως Τέχνη
παιδαγωγική και ουσιαστική στην ανάπτυξη του επιπέδου ενός Κοινού και που
ξεπερνά το δίλημμα ότι το θέατρο είναι μια τέχνη της ψυχαγωγίας και της
διασκέδασης, μια ευκολοχώνευτη τελετουργική διαδικασία για να μην ξεβολευτούμε
από τις ιδέες και τις καθημερινές μας κοινωνικές ή πολιτικές θέσεις. Οι ηθοποιοί
είναι εν δυνάμει δάσκαλοι ή διαμορφωτές ψυχών και συνειδήσεων, ή τουλάχιστον
έτσι θα όφειλαν να συμπεριφέρονται και να αντιμετωπίζουν την τέχνη που
υπηρετούν. Ίσως ακούγονται αρκετά ονειροπόλες οι απόψεις και οι θέσεις αυτές
του ποιητή Λόρκα όσον αφορά το θέατρο ως Τέχνη, ως καλλιτεχνική δημιουργία,
γιατί μάλλον παραγνωρίζει τις κοινωνικές, οικονομικές και ιστορικές συνθήκες
που γεννούν την ανάπτυξη του φαινομένου του θεάτρου ως τέχνη θεραπευτική των
συνειδήσεων, διαχρονικά μέσα στην ιστορία. Κάτι που έχει συλλάβει η σταθερή και
διαχρονική θρησκευτική τελετουργία των διαφόρων εκκλησιαστικών δογμάτων, και
την σταθερή επιρροή που έχει όλο αυτό το ακούραστα επαναλαμβανόμενο
τελετουργικό μικρών δράσεων και ποιητικών ψαλμών μέσα στις συνειδήσεις των
πιστών. Τα θρησκευτικά θεατρικά επαναλαμβανόμενα καθημερινά δρώμενα των
διαχρονικών τελετουργιών είναι η αριστοτελική κάθαρσις για τις συνειδήσεις των
ανθρώπων των εχόντων μεταφυσικό φόβο. Σε αυτόν τον ρόλο του θεάτρου, του
κοινωνικού κοινού εκπαιδευτή πιστεύει ο Λόρκα, εμπλουτισμένο με έναν μαγευτικό
λυρισμό και έναν ονειρώδη φυσιολατρικό μυστικισμό, που ενώνει την μυστηριακή
όψη της φύσης και των στοιχείων της με την ανθρώπινη έκσταση και ενατένιση. Ο
Ήλιος και η Σελήνη, ως δύο σταθερά σημεία αναφοράς στο έργο του, είναι η Ζωή
και ο Θάνατος της ίδιας της πορείας του ανθρώπου. Ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα,
είναι ένας λαϊκός τροβαδούρος ονειρικών καταστάσεων που τα δραματοποιεί με τον
ποιητικό του λόγο, και τα εξαγνίζει με το ελιξίριο της δραματουργικής του
γραφής. Αυτός ο μύστης των λουλουδιών και των κρυφών κελαϊδισμάτων των πουλιών
που τραγουδά και ο δικός μας Οδυσσέας Ελύτης. Επανερχόμενος στις απόψεις του
για το θέατρο και τον ρόλο του ηθοποιού,
την καλλιέργεια που πρέπει να
έχει, την ολοκληρωμένη θεατρική παιδεία και αγωγή, και την επίδραση του
ηθοποιού ως καλλιτέχνη και ως δημιουργού-ψυχαγωγού στο Κοινό, έχει εκφράσει και
ο Στανισλάβσκυ παλαιότερα στις μελέτες του, και ο διαφωτιστής Ντενίς Ντιντερό
σε κείμενό του, και άλλοι θεωρητικοί του θεάτρου μέσα στον χρόνο στην γηραιά
μας ήπειρο. Ας μην μας διαφεύγει το γεγονός, ότι συνήθως, οι σημαντικότεροι
στοχαστές της θεατρικής τέχνης, δεν ήσαν μόνο συγγραφείς θεατρικών έργων αλλά,
σκηνοθέτες και ηθοποιοί οι ίδιοι. Η περίπτωση του μεγάλου ελισαβετιανού
δραματουργού άγγλου Ουίλλιαμ Σαίξπηρ είναι χαρακτηριστική και ίσως καταλυτική
στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε την τέχνη του θεάτρου και την σημασία της στην
ζωή μας. Οι σκέψεις του ποιητή Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα ξεπερνούν τα όρια της
Ιβηρικής χερσονήσου-της χώρας του-και αποκτούν μια οικουμενική διάσταση. Δεν
γνωρίζουμε μάλλον, την εμβέλεια των σκέψεών του και των θεωρητικών θεατρικών
ιδεών του στην παγκόσμια θεατρική θεωρητική σκηνή, γνωρίζουμε όμως με
βεβαιότητα, την μεγάλη επίδραση που άσκησε ο θεατρικός του λόγος στις συνειδήσεις
των θεατρικών συγγραφέων, σκηνοθετών, σκηνογράφων, μουσικών, και διαφόρων
συντελεστών της θεατρικής τέχνης παγκοσμίως, είτε αυτή προέρχεται από τις
εθνικές σκηνές μιας χώρας είτε από ιδιωτικές ή ερασιτεχνικές. Βέβαιο είναι ότι
ο Λόρκα στην εποχή του κατόρθωσε με τον τρόπο του και την ποιητική
επαναστατικότητα της φωνής του να κατεβάσει το θεατρικό κοινό της εποχής του
από τις γαλαρίες στην θυμέλη, να δημιουργήσει ένα διαχρονικό παγκόσμιο
«μπαρράκα», να οικοδομήσει ένα θέατρο του δρόμου διαρκές σχολείο αναφοράς και
επεξεργασίας των κοινωνικών θεμάτων, και όχι ένα πεζοδρομιακού τύπου
επιθεωρησιακού κακέκτυπό του, όπως δυστυχώς γνωρίζουμε ότι έπραξαν
μεταγενέστεροι δημιουργοί του, και για να μείνουμε στα καθ’ ημάς, όπως
συνηθίζεται άμυαλα να ανεβάζονται Αριστοφανικές κωμωδίες κατ’ έτος στην πατρίδα
μας στα καλοκαιρινά φεστιβάλ, σε αυτές τις κακόγουστες εμπορικές και
αντικαλλιτεχνικές παραστάσεις. Σε αυτές τις Αριστοφανιάδες της κακιάς θεατρικής
και ψυχαγωγικής μας ώρας, λες και είναι οι Καλοκαιρινές Φωσκολιάδες.
Τα
θεατρικά έργα του Lorca,
ανεβάζονταν στις θεατρικές σκηνές της βορείου και νοτίου Αμερικής με μεγάλη
επιτυχία και όσο ο ίδιος βρίσκονταν εν ζωή και μετά την ξαφνική και βάρβαρη
δολοφονία του από ισπανούς φαλαγγίτες στις αρχές του Ισπανικού εμφύλιου
πολέμου, σαν αθίγγανος, ομοφυλόφιλος και υποστηρικτής της αριστερής δημοκρατικά
εκλεγμένης κυβέρνησης της πατρίδας του στην εποχή του. Ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα
υπήρξε ένας αναμορφωτής της θεατρικής τέχνης, συνένωσε την αρχαία παράδοση με
σύγχρονα στοιχεία της εποχής του, μπόλιασε τις λαϊκές παραδόσεις της φυλής του
με το νέο κίνημα του σουρεαλισμού αρμονικά και δημιουργικά και για τις δύο
πλευρές, πέρασε μέσα στο έργο του ένα μέρος από τις απόψεις του Φρόυντ που ήσαν
σε άνθηση την εποχή εκείνη, ξαναζωντάνεψε με νέα θεματολογία τις μεσαιωνικές
μπαλλάντες της χώρας του, οργάνωσε τον ποιητικό του λόγο πάνω σε μουσικές ράγες
λαϊκών ακουσμάτων, εικονογράφησε τον ποιητικό του λόγο και ενέδυσε με ποιητική
φόρμα τα σχέδιά του. Αν δεν ήταν ο Λόρκα, σίγουρα θα είχε μείνει στην μνήμη μας
σαν ένας λαϊκός τραγουδιστής σαν και αυτούς τους έλληνες που στηρίχτηκε ο
Όμηρος για να συνθέσει τα έπη του.
Ο Φεδερίκο
Γκαρθία Λόρκα, υπήρξε και είναι ένα μεγάλο ταξιδιάρικο πουλί, που στο ταξίδι
του μέσα στο χρόνο μετά την δολοφονία του, κουβαλά πάνω στις δραματουργικές και
ποιητικές του φτερούγες, όχι μόνο την παράδοση της εποχής του, αλλά και τα
όνειρα των μελλοντικών αναγνωστών του.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Σάββατο 25 Ιουνίου 2016
Πειραιάς, 25/6/2016
Υ. Γ. Δύο μέρες μετά το Brexit, σαν έλληνας και σαν ευρωπαίος, το
μόνο που μπορώ να πω είναι τα εξής: Οφείλουμε να αναλογιστούμε σοβαρά και
δημιουργικά, για το τι επιπτώσεις θα έχει στην δική μας ζωή, μια διάλυση της ευρωπαϊκής
ένωσης, που παρά τις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε σαν ευρωπαίοι και
σαν έλληνες, είναι μια ομπρέλα προστασίας για όλους μας, όπως επίσης, και η
αργή και επικίνδυνη μουσουλμανοποίησή της αν δεν ερμηνεύω λανθασμένα τα
σύγχρονα ιστορικά στοιχεία. Μια καταστροφή του δυτικού αποικιακού
καπιταλιστικού πολιτισμού και των πολιτισμικών παραδόσεών του, δεν θα φέρει
μόνο το γκρέμισμα της καπιταλιστικής δύσης και των κοινωνιών της, αλλά θα
σημάνει και το τέλος των πανάρχαιων πυλώνων της, που είναι ο ελληνικός
πολιτισμός, η ιουδαϊκή-χριστιανική θρησκεία και παράδοση και το ρωμαϊκό δίκαιο,
και ο ουμανιστικός πολιτισμός των δυτικών χωρών, καθώς και οι κοινωνικές και
πολιτικές τους επαναστάσεις. Δεν ανήκει στο κοινό μας ευρωπαικό και ελληνικό
πολιτισμικό ταμείο, ούτε ο μουσουλμανικός κόσμος, που έχει διαδραματίσει έναν
σημαντικό ιστορικό ρόλο μέσα στο διάβα της ανθρώπινης περιπέτειας, αλλά είναι
ξένος προς τις κοινωνικές αξίες της δύσης, ούτε και ο παγκοσμιοποιημένος
λαϊκισμός, περί του ότι όλοι ίδιοι είμαστε, και φταίει ο κακός φιλελευθερισμός
και η οικονομική ολιγαρχία. Αξίζει να μελετήσουμε τον κοινό μας πατέρα ιστορικό
Θουκυδίδη, για να κατανοήσουμε όχι μόνον την δική μας ιδιοσυστασία σαν ελληνική
φυλή, αλλά και σαν Ευρωπαίου πολίτη. Όχι κλειστά σύνορα αλλά και όχι ξέφραγο
αμπέλι. Οφείλουν όλοι οι μη ευρωπαίοι να σέβονται πρώτιστα τον πολιτισμό της
δύσης και όχι της πατρίδας τους, αφού αποφάσισαν να σταδιοδρομήσουν στην
Ευρώπη, όπως και ο Ευρωπαίος πολίτης οφείλει να σεβαστεί τις παραδόσεις των λαών
και των πολιτισμών που επισκέπτεται ή εργάζεται. Στην εποχή μας, συντελείται
μια άλλη μορφή επιβαλλόμενης αποικιοκρατίας από τους λαούς της Αφρικής και της
Ασίας, που δεν είναι εφικτό να αναγνωρίσουν το δικό τους πολιτισμικό και
κοινωνικό είδωλο στον ήδη θρυμματισμένο ευρωπαϊκό καθρέπτη, και από την άλλη,
λαϊκίστικες ευρωπαϊκές δυνάμεις ξηλώνουν το κοινό μας ευρωπαϊκό ένδυμα. Αν finis Europa, σημαίνει και finis Greece. Αν αυτό θέλουμε, τότε ας πάψουμε
να στρεφόμαστε προς το αρχαίο και βυζαντινό και μεσαιωνικό ελληνικό και
ευρωπαϊκό μας παρελθόν. Ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός κατά την γνώμη μου αξίζει να
διασωθεί, με ότι θετικό και αρνητικό κουβαλάει στα σπλάχνα του. Παρθενώνας δεν σημαίνει
μόνο αρχαίες κολόνες και γυμνά αγάλματα, αλλά έναν τρόπο σκέψης που γεννά και τα
θετικά και τα αρνητικά της ιστορίας του δυτικού πολιτισμού. Αγαπώ την χώρα μου,
σημαίνει αγαπώ την Ευρώπη. Αγαπώ όλο τον κόσμο δεν σημαίνει απολύτως τίποτα, είναι
μάλλον μια υπεκφυγή για να μην αγαπήσεις ούτε τον εαυτό σου. Οι μεγάλοι του πνεύματος
δημιουργοί και καλλιτέχνες στους οποίους συγκαταλέγεται και ο ποιητής Λόρκα, αγάπησαν
πρώτα και κύρια την παράδοση του τόπου και της χώρας τους, κάτι που τους έδωσε την
δυνατότητα να αποκτήσει παγκόσμιο κύρος και εμβέλεια η δημιουργική τους φωνή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου