Μνήμη
Αλέξανδρου Παναγούλη
(2/7/1939-1/5/1976)
Σ Τ Η Μ Ν Η Μ Η Μ Α Σ
Του Νίκου Σηφουνάκη, περιοδικό Η Λέξη τχ. 135/9,10,1996, σ.656-657
«Ο πανδαμάτωρ χρόνος όλα τα γιατρεύει, ήταν μια έκφραση πού ακούγοντάς την μικρό παιδί από τη μητέρα μου-και όχι μόνο-μού άρεσε πολύ. Βεβαίως περικλείει μεταξύ άλλων την απαράμιλλη λαϊκή θυμοσοφία, εμένα όμως τότε με συγκινούσε και με συνέπαιρνε η λέξη «πανδαμάτωρ». Είναι μιά λέξη εύηχη και από τις πλέον πλούσιες εννοιολογικά του ελληνικού λεξιλογίου.
Θυμάμαι την ημέρα που είχα σταθεί μαζί με τη μητέρα μου και τ’ αδέλφια μου, μικρό παιδί, με κοντά παντελονάκια, μπροστά στον πρόναο του Μητροπολιτικού Ναού στο Ρέθυμνο και δεχόμουν κι εγώ τα συλλυπητήρια των συγγενών και φίλων της μικρής και ευγενικής κοινωνίας της γενέτειρας πόλης μου για το θάνατο του πατέρα μου. Αυτή την ωραία φράση μου ψιθύρισε στ’ αυτί ασπάζοντάς με η δασκάλα μου η κυρία Σοφία θέλοντας να με παρηγορήσει.
Την ημέρα της ορκωμοσίας της νέας Βουλής, γύρισα πολλά χρόνια πίσω και μέσα από το υποσυνείδητό μου ανέσυρα πάμπολλες στιγμές συγκίνησης πού θα τις διατηρώ εκεί στο θησαυροφυλάκιο του μυαλού μου, όσο θα ζω.
Καθισμένος στα έδρανα το βλέμμα μου πλανιόταν στην αίθουσα και άγγιζε τα πρόσωπα παλαιών και νέων συναδέλφων. Αφού πλανήθηκα αρκετά, γύρισε για λίγο πίσω στο χρόνο και άρχισε να καταγράφει τις μορφές πού απουσίαζαν από την φωταγωγημένη για τις ανάγκες της τηλεόρασης αίθουσα: Ανδρέας Παπανδρέου, Μελίνα Μερκούρη, Γιώργος Γεννηματάς, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Θανάσης Κανελλόπουλος, Αμαλία Φλέμινγκ και, πηγαίνοντας λίγο πιό πίσω, σταμάτησε σχεδόν κουρασμένο-διάνυσε μία απόσταση είκοσι χρόνων- σ’ έναν νέο και ωραίο άνθρωπο που ελάχιστοι πλέον θυμούνται, τον Αλέκο Παναγούλη.
Τι δεν του τάξαμε την ημέρα του χαμού του, την Πρωτομαγιά του εβδομήντα έξι. Αγάλματα, αφιερώματα, υποτροφίες και ότι οι δύο ποιητικές του συλλογές θα έμπαιναν στα σχολικά βιβλία. Και αυτά σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, γιατί στα πέτρινα χρόνια έσωσε την τιμή μας με την ανδρεία του, όχι για την πράξη αυτή καθεαυτή της απόπειρας, αλλά για την αγέρωχη και λεβέντικη στάση του στα επτά χρόνια της σκλαβιάς.
Δεν πίστευα ότι ο πανδαμάτωρ θα λειτουργούσε τόσο καταλυτικά και στην συλλογική μας μνήμης και κυρίως ότι θ’ αποποιούμασταν την ευθύνη των δεσμεύσεών μας. Πίστευα ότι η συλλογική μνήμη ως συλλογική ευθύνη έχει μεγαλύτερη δύναμη για να τηρήσει μιά δέσμευση καταγραμμένη και μέσα από το βουητό του ενός και μισού εκατομμυρίου λαού πού παραβρέθηκε στην κηδεία και ορκιζόταν στη μνήμη του αγωνιστή.
Είμαστε τελικά ένας λαός που ξεχνάει γρήγορα και εύκολα; Δεν είμαστε συνεπείς στην αναγνώριση των αξιών της ζωής; Θυμάμαι τους διάφορους κριτικούς της ποίησης, πού όταν οι φίλοι του Αλέκου Παναγούλη πρωτοεκδώσαμε και κυκλοφορήσαμε στην Ιταλία τα ποιήματά του, αρνιούνταν να δεχθούν την ποίησή του. Πίστευαν ότι η ποίηση ως τέχνη δεν μπορεί να συνυπάρχει με την πολιτική. Αλλά ποιος ποιητής στ’ αλήθεια που είχε αποκοπεί από τη ζωή έγινε μεγάλος δημιουργός; Η τέχνη είναι ζωή και, όταν συμπορεύεται και συμμετέχει ενεργά στο γίγνεσθαι, δημιουργεί και μεγαλουργεί. Αν ρίξουμε μιά ματιά στους μεγάλους δημιουργούς, τότε θα κατανοήσουμε την αλήθεια: Κ. Παλαμάς, Α. Σικελιανός, Ν. Καζαντζάκης, Πικασσό, Π. Πάολο Παζολίνι και άλλοι πολλοί. Βέβαια, όταν η ποίηση όπως και κάθε τέχνη στρατεύεται, τότε δυναστεύεται, οστεοποιείται. Και εδώ τα παραδείγματα είναι πάμπολλα. Η ζοφερή πραγματικότητα των εβδομήντα χρόνων του υπαρκτού σοσιαλισμού είναι η τραγική απόδειξη.
Ο Παναγούλης, πού ως ποιητής έχει κυρίως καβαφική επιρροή-και αυτό δεν φαίνεται μόνο από την δικιά του Ιθάκη-, δεν στρατεύθηκε για να υπηρετήσει την πολιτική. Η πολιτική μέσα από τις μοναδικές του ψυχικές και σωματικές εμπειρίες τον οδήγησε στην ποίηση. Η πολιτική ήταν το αίτιο, δεν χρησιμοποιεί την ποίηση για να περάσει στην πολιτική.
Ο ίδιος ο Παζολίνι, σ’ εκείνο το αστραφτερό του δοκίμιο για τον Παναγούλη, έγραψε ότι ο Παναγούλης είναι μία από κείνες τις μορφές που η Ιστορία πλάθει με τα ίδια της τα χέρια προσδίδοντάς τους μιά στοιχειώδη τελειότητα.
Στο αιματοβαμμένο γράμμα του τον Μάϊο του 1969 προς την Διεθνή Αμνηστία, σ’ εκείνο το απέριττο και χωρίς ρητορεία κείμενό του, μ΄ έναν μοναδικό τρόπο ξεκινούσε κάθε παράγραφό του:
«-Γράφω με την ελπίδα να φτάσει το περιεχόμενο της επιστολής μου….
-Γράφω με τη βεβαιότητα ότι… θα εμποδίσουν την φυσική μας εξόντωση…
-Γράφω…. Γράφω….. Γράφω….».
Έκλεινε δε αυτό το μνημειώδες κείμενο με την παρακάτω φράση:
«Η παγκόσμια ηθική και το αίσθημα δικαιοσύνης άς μας προστατέψουν».
Έτσι κι εγώ σήμερα γράφω, είκοσι ακριβώς χρόνια από το θάνατό του (1976- 1996), λίγες γραμμές αφιερωμένες στη μνήμη του.
-Γράφω για να θυμηθούν εκείνοι που πρέπει.
-Γράφω για να ξαναθυμηθούμε όλοι μας, το οφείλουμε σ’ εκείνον και στους εαυτούς μας.
-Γράφω για να προκαλέσω τουλάχιστον όσους εξακολουθούν να έχουν οράματα και να τους παρακινήσω να τα κάνουν, αν μπορούν και αν θέλουν, πράξη.
-Γράφω για τον Αλέκο, πού προφητικά γνωρίζοντας ίσως τι θα επακολουθήσει για μας πού υποσχεθήκαμε, έγραφε στο ποίημά του αφιερωμένο στη ζωή:
Η μνήμη πόνος,
θάνατος ή λησμονιά.
Ένας αγέρας η ζωή.
Αγέρας που φέρνει στα αυτιά μας
φωνές φίλων που πέθαναν.
Αγέρας πού μας συντροφεύει
και κάθε στιγμή
μας θυμίζει τους όρκους
τους όρκους και τον σκοπό.
Αυτές τις λίγες γραμμές ήθελα να τις γράψω την φετινή Πρωτομαγιά, αλλά το ανέβαλα. Προσπάθησα ξανά να το κάνω στις 13 Αυγούστου, αλλά η προεκλογική ατμόσφαιρα με απέτρεψε. Το κάνω τώρα, γιατί δεν ήθελα να εκπνεύσει το σωτήριον έτος 1996 χωρίς να κοινοποιήσω τις βαθύτερες και ανεκπλήρωτες δεσμεύσεις όλων μας.
ΝΙΚΟΣ ΣΗΦΟΥΝΑΚΗΣ,
περιοδικό Η Λέξη τχ. 135/9,10,1996, σ. 656-657
ΥΓ. Έχω αναρτήσει και άλλοτε κείμενά μου για τον αντιστασιακό και πατριώτη βουλευτή Αλέξανδρο Παναγούλη, έναν Έλληνα που σήκωσε στους ώμους του το αντιστασιακό, αγωνιστικό φρόνημα όλων των Ελλήνων, εκείνα τα σκοτεινά για την πατρίδα μας χρόνια. Στις 2 Μαϊου 2016 ανήρτησα στην ιστοσελίδα μου ένα κείμενο για τα Ποιήματα του Αλέξανδρου Παναγούλη, φέτος αποφάσισα τιμώντας τη μνήμη του, να αντιγράψω το κείμενο του πολιτικού και συγγραφέα κυρίου Νίκου Σηφουνάκη,. Το είχα προσέξει και αντιγράψει. Μια προσωπική της ζωής και της γενιάς του ανάμνηση η οποία προσεγγίζει τον αγωνιστή Αλέξανδρο Παναγούλη μέσω της ποιητικής του γραφής, είκοσι χρόνια μετά, όταν ο πολιτικός βρίσκονταν στα έδρανα της Βουλής. Μία ακόμη επέτειο να θυμηθούμε την προσφορά του Αλέξανδρου Παναγούλη στην σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ελλάδας, του αινιγματικού θανάτου του και να διαβάσουμε ξανά την ποίησή του.
1 Μαϊου 2022
Πειραιάς, σαράντα έξι χρόνια μετά
γ.χ.μ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου