Ο ΛΥΡΙΚΌΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΦΡΗΝΤΡΙΧ
ΧΑΙΛΝΤΕΡΛΙΝ
«Ο
Φρίντριχ Χέλντερλιν (1770-1843), όπως και ο πρώιμα πεθαμένος Νοβάλις, ανήκει
στους συγγραφείς, των οποίων η ζωή και το έργο έχουν γίνει μύθος. Τα ποιήματά
του εντυπωσιάζουν με τη μεγάλη γλωσσική τους πυκνότητα, τον πλούτο των σκέψεων,
το πλήθος των εικόνων και τη δύναμη των συμβολισμών. Ευαισθησία και μελαγχολία
συνδέονται με την ελπίδα αποκατάστασης της κατεστραμμένης ανθρώπινης και
κοινωνικής αρμονίας σε μορφή πολιτικού ποιήματος, από το οποίο λείπει κάθε τι το επαναστατικό και το οποίο
πείθει με το βάθος της αισθαντικότητας, ηθικότητας και πολιτικής ακεραιότητας,
με τη γλώσσα και την αισθητική μορφή του. Ο Χέλντερλιν βρήκε το σημείο
προσανατολισμού του ανθρωπιστικού του προγράμματος στην εξιδανικευμένη Ελλάδα,
όπως την είχε διδάξει στους συγχρόνους του ο Βίνκελμαν (Συλλογισμοί για τη
μίμηση των ελληνικών έργων, 1755’
Ιστορία της τέχνης της αρχαιότητας. 1764). Η χρήση αρχαίων στροφικών
μορφών δεν ήταν εξωτερική υιοθέτηση παραδοσιακών μορφών, αλλά έκφραση
εσωτερικής σύνδεσης με την αρχαιότητα και επικαιροποίησής της μέσω των
αναμνήσεων. Πλάι στις αυστηρές αρχαίες στροφικές μορφές, υπάρχουν στους
κατοπινούς ύμνους και τις ελεγείες στροφές που περνούν σε ελεύθερους ρυθμούς
και εκφράζουν τη νοσταλγία για τη χαμένη Ελλάδα («Αρχιπέλαγος», «Μνημοσύνη»,
«Πάτμος»). Και τα πολυάριθμα φυσιολατρικά ποιήματά του Χέλντερλιν είναι
διαποτισμένα από τη λαχτάρα για το χαμένο δεσμό μεταξύ φύσης και ανθρώπου. Η
επώδυνη εμπειρία της αποξένωσης είναι σταθερό μοτίβο της ποίησής του, για την
οποία οι σύγχρονοί του έδειξαν μόνο μικρή κατανόηση. Μόλις στον 20ο
αιώνα αναγνωρίστηκε και αξιολογήθηκε η σημασία του Χέλντερλιν και του
ανθρωπιστικού και πολιτικού περιεχομένου του έργου του. Η πρόσληψη δυσκολεύτηκε
από το γεγονός ότι πολλά ποιήματα, ιδίως τα όψιμα, βρίσκονται σε ιδιαιτέρως
δυσανάγνωστα χειρόγραφα και θέτουν στους εκδότες σχεδόν άλυτα προβλήματα. Η
έκδοση της Στουτγάρδη (1943 κ.ε.) των Φρίντριχ Μπάισνερ και Άντολφ Μπεκ-
πρωτοποριακό επίτευγμα στο πεδίο σύγχρονης εκδοτικής τεχνικής- τεκμηρίωσε για
πρώτη φορά τις φάσεις δημιουργίας των κειμένων και επιχείρησε μια νέα,
αυθεντική πρόσβαση στο έργο. Η έκδοση της Φρανκφούρτης (1975 κ.ε.) του Ντ. Ε.
Ζάτλερ παραιτείται εντελώς από την ανασύσταση αυθεντικών κειμένων και προσφέρει
αντ’ αυτού δίπλα στα πανομοιότυπα των χειρογράφων μια τυπογραφική μεταγραφή από
το πρώτο σχεδίασμα μέχρι την τελευταία επεξεργασία.
Ο Χέλντερλιν ήταν απομονωμένος ιδίως
εξαιτίας της σταθερότητάς του στα ιδεώδη της Γαλλικής Επανάστασης. Μαζί με τον
Χέγκελ και τον Σέλινγκ ήταν ενθουσιώδης οπαδός της ήδη ως φοιτητής στην
Τυβίγγη. «Προσευχήσου για τους Γάλλους, τους υπερασπιστές των ανθρώπινων
δικαιωμάτων, έγραψε το 1792 στην αδελφή του. Μέσω του φίλου του Ισαάκ Ζίνγκλερ,
ο οποίος προετοίμασε ένα πραξικόπημα εναντίον του δούκα της Βιρτεμβέργης και το
1805 κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία, ο Χέλντερλιν εξακολούθησε και μετά το
1800 να εμπλέκεται στις επαναστατικές προσπάθειες των νοτιοδυτικών περιοχών,
όταν η πλειονότητα των Γερμανών διανοουμένων είχε πια απομακρυνθεί από την
επανάσταση. Κι αν ακόμη το ζήτημα, κατά πόσο ο Χέλντερλιν ήταν μυημένος στα
ανατρεπτικά σχέδια του φίλου του, είναι αμφιλεγόμενο, θεωρείται πάντως σίγουρο
ότι η δίκη εσχάτης προδοσίας εναντίον του Ζίνκλερ, στα γρανάζια της οποίας δεν
εμπλέχτηκε, επειδή με γνωμάτευση θεωρήθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει
κατάθεση, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πνευματική διαταραχή του Χέλντερλιν. Αυτή
η διαταραχή έκανε αναγκαία την παράδοσή του στη φροντίδα ενός ξυλουργού που τον
ανέλαβε και τον βοήθησε μέχρι το θάνατό του το 1843 στο λεγόμενο «Πύργο της
Τιβίγγης».
Ο ενθουσιασμός του Χέλντερλιν για τη
γαλλική επανάσταση, ενθουσιασμός που για πολύν καιρό θεωρήθηκε ασήμαντος, μετά
το 1968 οδήγησε σε μια νέα αντίληψη για το συγγραφέα. Η θέση του Πιέρ Μπερτό
πως ο Χέλντερλιν υπήρξε Ιακωβίνος και πώς ολόκληρο το έργο του πρέπει να
αναγνωριστεί ως μία «διηνεκής μεταφορά της επανάστασης» (Ο Χέλντερλιν και η
Γαλλική Επανάσταση, 1969), με την πολεμική υπερβολή της αποτελεί σίγουρα
αντίδραση στην παραδοσιακή έρευνα για τον Χέλντερλιν, η οποία είχε αποκλείσει
από το οπτικό της πεδίο τα πολιτικά συνεπαγόμενα και το κοινωνικό βάθος των
εμπειριών του ποιητή. Παρόμοια αναστάτωση, όπως η θέση του ιακωβινισμού,
προκάλεσε η δεύτερη θέση του Μπερτό (Φρίντριχ Χέλντερλιν, 1978) πώς ο ποιητής
δεν είχε τρελαθεί, αλλά η παραμονή του στον Πύργο της Τυβίγγης υπήρξε μια
προσωπικά επιλεγμένη μορφή εξορίας, και πώς τα όψιμά του δεν είναι με κανένα
τρόπο τεκμήρια τρέλας, αλλά κωδικοποιημένα μηνύματα ενός ανθρώπου που είχε
εκπέσει από την κοινή ομοφωνία της εποχής του και μπορούσε να διατηρήσει την
πολιτική και ηθική ακεραιότητα μόνο στην απομόνωση. Αλλά βέβαια αυτή η θέση του
«ευγενούς υποκρινόμενου» όπως εκείνη του «Ιακωβίνου» Χέλντερλιν δεν έμεινε
χωρίς αντιρρήσεις και με κατοπινές εργασίες αντικρούστηκε ή διαφοροποιήθηκε. Αν
και οι θέσεις του Μπερτό με τη ριζοσπαστικότητά τους δεν μπορούν να έχουν ισχύ,
αν και ο τρόπος χρήσης εννοιών όπως ιακωβινισμός και τρέλα αφήνουν πεδία σε
επιθέσεις, οι πολεμικές του απόψεις όξυναν το βλέμμα για τις πολιτικές σχέσεις
του έργου του Χέλντερλιν και έδωσαν ερεθίσματα για περαιτέρω έρευνα.
Έτσι, το Υπερίων (1797/99) ερμηνεύτηκε
ως πολιτική ομολογία στην οποία βρήκαν χώρο η συνάντηση του συγγραφέα με τη
Γαλλική Επανάσταση και τις δυνατότητες μιας επαναστατικής αλλαγής στη Γερμανία.
Η προηγμένη πολιτική συνείδηση του Υπερίωνα, που τον διαφοροποιεί από τους
ήρωες του μυθιστορήματος διάπλασης, και η λαχτάρα του για ελευθερία- παίρνει
ενεργά μέρος στον ελληνισμό απελευθερωτικό αγώνα εναντίον των Τούρκων* -προσκρούουν
σε παγιωμένα κοινωνικά μέτωπα και μένουν χωρίς απήχηση και επιτυχία. Η
διασύνδεση του ιδιωτικού με το πολιτικό στοιχείο, το οποίο ο Υπερίων προσπαθεί
να βιώσει, αποτυγχάνει μπροστά στις παραδοσιακές δομές. Ταυτότητα μπορεί να
βιώσει ο ήρωας μόνο στην απομόνωση. Η ελπίδα του συγγραφέα, που φωλιάζει π.χ.
στο Βίλχελμ Μάιστερ, ότι «ο άνθρωπος, παρ’ όλη την ανοησία και τη σύγχυσή του,
καθοδηγείται από μιαν ανώτερη δύναμη και τελικά θα πετύχει το σκοπό του», στον
Χέλντερλιν παραχώρησε τη θέση της στη αντίληψη-η οποία πήγαζε από τις επώδυνες
πολιτικές του εμπειρίες-ότι το αίτημα ευτυχίας του υποκειμένου δεν μπορούσε να
πραγματοποιηθεί στην τότε κοινωνία. Τον αποφενακισμό, σχετικά με τις
δυνατότητες πολιτικής δράσης και πολιτικών αλλαγών, ο Χέλντερλιν τον μοιράζεται
με τον ήρωά του. Την ελπίδα μιας από ευτυχία και αρμονία φερόμενης συμφιλίωσης
μεταξύ ανθρώπου, φύσης και κοινωνίας, με την οποία κλείνει το μυθιστόρημα, ο
συγγραφέας δεν μπόρεσε να την πραγματώσει στη ζωή του. Και στην τραγωδία
Εμπεδοκλής (1797/ 1800), που παραμένει απόσπασμα, ο Χέλντερλιν αναλογίζεται την
αποξένωση των ανθρώπων μεταξύ τους και από το φυσικό περιβάλλον. Ο Εμπεδοκλής,
στη μορφή του οποίου ο Χέλντερλιν εναπόθεσε την προσωπική του θέση ως ποιητή,
με τον οικειοθελή θάνατό του επιθυμεί να καταθέσει ένα σήμα και να βοηθήσει
στην προετοιμασία «καλύτερων ημερών». Στον αγώνα του εναντίον άθεων και
απομακρυσμένων από τη φύση κληρικών ο Χέλντερλιν κωδικοποίησε την κριτική του
στις πολιτικές συνθήκες της εποχής του: «Αυτή δεν είναι πια η εποχή των
Βασιλέων».
Για τους συγγραφείς ο Χέλντερλιν υπήρξε
συχνά μορφή αντανάκλασης και συνάρτησης με την ατομική τους γραφή. Ο Βίλχελμ
Βάιμπλινγκερ, ένας ευφυής συγγραφέας που πέθανε πολύ νέος, επισκέφτηκε τον
Χέλντερλιν επανειλημμένα στον πύργο του μεταξύ 1822 και 1826 και έγραψε σχετικά
(Ο βίος του Φρίντριχ Χέλντερλιν, ποίηση και τρέλα, 1828/29), βιβλίο που μέχρι
σήμερα αποτελεί σημαντική πηγή για την έρευνα του έργου του ποιητή. Στη νεότερη
εποχή ερεύνησαν τα ίχνη του Χέλντερλιν οι Πέτερ Χέρτλινγκ (Χέλντερλιν, ένα
μυθιστόρημα, 1976) και Γκέρχαρντ Βολφ (Ο φτωχός Χέλντερλιν, 1982). Ο Πέτερ Βάϊς
στο δράμα του Χέλντερλιν (1971) φαντάστηκε μια συνάντηση του νεαρού Καρλ Μαρξ
με τον άρρωστο Χέλντερλιν, στην οποία ο Μαρξ προσπαθεί μάταια να οικειοποιηθεί
τον ποιητή ως πρόδρομο των δικών του αντιλήψεων: «Στο τέλος, ανάμεσα σε όλες
τις πανίσχυρες δυνάμεις / μπόρεσα μόνο τη σιωπή μου να κρατήσω». –Στους
ξεχασμένους και αποκλεισμένους συγγραφείς ανήκει και ο φίλος του Χέλντερλιν
Κάζιμιρ Ούλριχ Μπέλεντορφ, του οποίου το έργο Ουγκολίνο (1801) ο Γκέτε και ο
Σίλερ το στιγμάτισαν ως «μηδενική λογοτεχνία» και ως απλή μίμηση του Ουγκολίνο
(1768) του Γκέρστενμπεργκ. Αυτή η ετυμηγορία είχε τέτοια διάρκεια, ώστε μόλις
το 2000 να υπάρξει μια έκδοση του έργου
και της αλληλογραφίας. Αλλά ήδη το 1965 ο Γιοχάνες Μπομπρόφσκι στο διήγημά του
Μπέλεντορφ είχε σχεδιάσει την εικόνα ενός ευφυούς και απάτριδος συγγραφέως που
δεν μπόρεσε να στεριώσει πουθενά, και το 1825 αυτοκτόνησε στην εξορία της
(ρωσικής) Βαλτικής.
*Εννοείται ο
αγώνας που σχετίζεται με τα Ορλοφικά. Στο πλαίσιο του Ρωσοτουρκικού πολέμου
(1768- 1774) οι αδερφοί Ορλόφ έρχονται στην επαναστατημένη Πελοπόννησο, όπου το
1770, μετά την αποχώρησή τους, οι Τούρκοι προελαύνουν δηώνοντας.
Σελίδες
303-305, στο κεφάλαιο γραμμένο από Inge Stephan, «Εποχή της Τέχνης» στην υποενότητα:
«Στο περιθώριο του κλασικισμού, του ρομαντισμού και του ιακωβινισμού: Ζαν
Πάουλ- Κλάιστ- Χέλντερλιν».
Στον τόμο ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ. Από τις αρχές της ως σήμερα.
Μετάφραση, επιμέλεια, σχόλια & πίνακες Κυριακή Χρυσομάλλη- Henrich, Φιλολογική διόρθωση Συμεών Σταμπουλού. Προλογικό σημείωμα του Βάλτερ
Πούχνερ, Εκδόσεις University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2016, σελίδες 940, τιμή 75 ευρώ.
Σχετικά
«Καλότυχοι όσοι δεν σε
καταλαβαίνουν. Όποιος σε καταλαβαίνει, είναι υποχρεωμένος να μοιραστεί μαζί σου
το μεγαλείο σου και την απελπισία σου».
Φρήντριχ
Χέλντερλιν «Υπερίων» μτφ. Παύλου Φλώρου
Ο ογκώδης σύγχρονος αυτός τόμος -που
κρατάμε στα χέρια μας και φυλλομετρήσαμε αρκετές φορές, από την χρονιά που τον
αγοράσαμε, με το ίδιο αμείωτο αναγνωστικό ενδιαφέρον- σε ιστορικά στοιχεία, πολύτιμες
πληροφορίες, παράθεση άγνωστων φιλολογικών «ντοκουμέντων», έρευνα σε
πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές, βιβλιογραφικές μικρές ή εκτενείς αναφορές
και σχόλια προερχόμενα όχι μόνο από γερμανικές εκδόσεις αλλά, και εκδόσεις
άλλων ευρωπαϊκών γλωσσών, είναι πραγματικά ένα πολύτιμο σύγχρονο των ημερών μας βοήθημα για όσους θέλουν και όσες αποφασίσουν να μελετήσουν και να
εμβαθύνουν πάνω στην Γερμανική Λογοτεχνική Παράδοση, την πορεία και εξέλιξη των
Γερμανικών Γραμμάτων τον Πολιτισμό, την Ιστορία του Πολιτισμού ευρύτερα. Της κυρίως θεματικής
των κύκλων της γερμανικής λογοτεχνίας, προηγούνται οι ακριβείς και εξαιρετικοί
«Συγκριτικοί πίνακες» τους οποίους συνέταξε με επιμέλεια η μεταφράστρια,
Πίνακες, βλέπε σελίδες 31-49 στους οποίους ο έλληνας αναγνώστης μπορεί να
διαβάσει παράλληλα την ελληνική ιστορία με την γερμανική, την ελληνική
λογοτεχνία και παιδεία και τη γερμανική λογοτεχνία και παιδεία. Η ευφυέστατη
αυτή παράθεση (από την κάθοδο των Αχαιών 2000 π.Χ, έως το 2009 και την παρουσία
της σύγχρονης γερμανόφωνης λογοτεχνίας στη Δύση) δεν δηλώνει μόνο τους τρόπους
και την επιστημονική μέθοδο που ακολούθησε η κυρία Κυριακή Χρυσομάλλη στην εν
λόγω μεταφραστική εργασία της, την επιμέλεια και την φροντίδα της στην περάτωση
μιάς ογκώδους, σύγχρονης εργασίας-προσφοράς αλλά κυρίως, δίνει την
δυνατότητα στους έλληνες αναγνώστες της γερμανικής και ελληνικής λογοτεχνίας να
ανιχνεύσουν παραλληλίες συγγραφικών έργων, συγγένειες λογοτεχνικών φωνών,
θεματικές ποικιλίες όμορης διαπραγμάτευσης, επαφές μεταξύ των δύο λαών και
πολιτισμών μέσα στον χρόνο της λογοτεχνίας και της γερμανικής- ευρωπαϊκής
παιδείας. Οι «Πίνακες όρων και εννοιών», και οι «Πίνακες συγγραφέων και τίτλων
έργων», σελίδες 911-937, που ολοκληρώνουν την έκδοση, κατατοπίζουν με τον
καλύτερο τρόπο, βοηθούν τον σύγχρονο έλληνα αναγνώστη, τον φοιτητή ή σπουδαστή,
μα και εκείνους που δεν έχουν έρθει σε επαφή με τους κανόνες και τις αρχές της
γερμανικής γλώσσας, δεν την έχουνε σπουδάσει, να γνωρίσουν αμεσότερα και με
μεγαλύτερη άνεση την χρήση της, τις ορολογίες της, τους χιλιάδες συγγραφείς της
και τίτλους έργων που κοσμούν την γερμανική γραμματεία. Οι παρατηρήσεις επίσης
των συντελεστών, 11 εν συνόλω συγγραφέων και επιστημόνων, είναι έγκυρες,
εύστοχες και επίκαιρες, σύγχρονες από μία άποψη παρά την παρέλευση του χρόνου
της κυκλοφορίας των πρώτων εκδόσεων και μεταφράσεων γερμανικών έργων πέρα από
τα όρια της γερμανικής γλώσσας και επικράτειας των παραπομπών. Χρήσιμα σχόλια
διαβάζουμε για άγνωστά μας πρόσωπα και έργα σταθμούς στην εξέλιξη της Ιστορίας
της Γερμανικής Λογοτεχνίας και Παιδείας. Έργα και παρουσίες συγγραφέων, βιβλία
και κυκλοφορίες (ποιητικά, πεζά, μελέτες, θεατρικά) την πλειάδα των πνευματικών προσωπικοτήτων οι οποίες αρχιτεκτόνησαν τον διαχρονικό καμβά της
λογοτεχνικής γερμανικής παράδοσης. Από το κεφάλαιο σ.51 «Η Μεσαιωνική
Λογοτεχνία» Η Ευρώπη και η «Γερμανία» κατά το μεσαίωνα- ένα σκίτσο, έως σ. 908,
«Τάσεις στη σύγχρονη γερμανόφωνη λογοτεχνία μετά το 1989». Ιστορικά σημαδιακή
Ημερομηνία, καθώς λαμβάνει χώρα η Πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η αρχή των
διαδικασιών ενοποίησης των δύο Γερμανιών (Ανατολικής με την Δυτική) και η
ιστορική περίοδος των πτώσεων των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ανατολική
Ευρώπη και της κατάρρευσης της πάλαι ποτέ κραταιάς Σοβιετικής Ένωσης και του
Ανατολικού συνασπισμού. (Η Μαρξιστική θεωρία περί της παγκόσμιας οικονομίας και
οικονομικής δικαιοσύνης φεύγει από τα αγωνιστικά πολιτικά προτάγματα των Λαών, της καθημερινότητάς τους, και μπαίνει πανηγυρικά και άφοβα στις διδασκαλικές
αίθουσες των Πανεπιστημιακών Σχολών. Τα κάθε είδους αριστερά «Μανιφέστα»
γίνονται διδακτορικά για φοιτητές στην ανεύρεση εργασία τους. Την ανάμνηση της
Μαρξιστικής ιδεολογίας μας την υπενθυμίζει κυρίως ο θεατρικός λόγος του
Μπέρτολτ Μπρεχτ και μειοψηφίες νησίδες πολιτικών κομμάτων σε διάφορες όχι και
τόσο αναπτυγμένες χώρες.). Στην σύγχρονη, του αιώνα μας Ιστορία της
Γερμανικής Λογοτεχνίας που έχουμε μπροστά μας, από την αναφορά και εξέταση,
έρευνα των 11 συγγραφέων συμμετεχόντων δεν έλειψαν και τα ονόματα των υπολοίπων
μικρότερων όχι όμως ασήμαντων λογοτεχνών της Γερμανικής παράδοσης, των σχεδιαστών
συντελεστών της που συνέβαλαν με την δημόσια παρουσία τους, τα γραπτά και τις
δημοσιεύσεις τους στην καθόλου οικοδόμησή της, από τις απαρχές της, το λυκαυγές
της παρουσίας της κατά την Μεσαιωνική χρονική περίοδο έως των μοντέρνων ή
μεταμοντέρνων γερμανικών ευρωπαϊκών ιστορικών χρόνων. Η αναφορά αυτή από τους
συγγραφείς του βιβλίου, μας δίνει την δυνατότητα να γράψουμε με ασφάλεια ότι το
σύνολο των γερμανικών φωνών και των εκφράσεων της γερμανικής παράδοσης
συνέβαλαν στον εμπλουτισμό και την διάδοσή της κοινής τους ιστορικής
γραμματείας, στην εξέταση και περαιτέρω διερεύνησή της, διαμόρφωσαν το στίγμα
της στο χρόνο και στο τοπικό των γερμανικών κρατιδίων επίπεδο. Η Ιστορία της
Γερμανικής Λογοτεχνίας από τις αρχές της ως σήμερα, είναι μία σύμμεικτη και
σύνθετη, πολύπτυχη, οργανικά οργανωμένη και σχεδιασμένη, παρατιθέμενη (σε εμάς τους
αναγνώστες) λειτουργική εργασία-έρευνα. Θα διακινδυνεύαμε αβίαστα, άνετα να
προσθέταμε, βασισμένη σε εκατοντάδες όχι μόνο γερμανόφωνες πηγές και παραπομπές,
εσωτερικούς σχολιασμούς, αλλά, και σε ξένες μη γερμανικές εκδόσεις και
κυκλοφορίες έργων. Γερμανών ποιητών, πεζογράφων, θεατρικών συγγραφέων,
φιλοσόφων, δοκιμιογράφων, στοχαστών κλπ., διεθνώς πλέον αναγνωρισμένων και
καταξιωμένων στην διαχρονική ιστορία του παγκόσμιου πολιτισμού και των
γραμμάτων, και πέρα ακόμα των συνόρων της ευρωπαϊκής ηπείρου και των κρατών άλλων
ηπείρων που τους προηγούμενους αιώνες το γερμανικό ιμπέριουμ είχε κατακτήσει
στην αποικιοκρατική του επεκτατική πολιτική. Δεν είναι αμελητέα η παρουσία των
γερμανικών φυλών στην Μεγάλη Βρετανία, στην Κεντρική Ευρώπη, την Αφρική και την
Ασία. Εκατοντάδες έργα-βιβλία και δημιουργίες
γερμανών συγγραφέων, πνευματικών δημιουργών και καλλιτεχνών έχουν εδώ και
αιώνες μεταφραστεί σε διάφορες ευρωπαϊκές και όχι μόνο γλώσσες (αγγλικά,
γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά, αραβικά, ελληνικά κ.ά) καθιστώντας τους Γερμανούς
πεζογράφους και ποιητές παγκοσμίως γνωστούς και αγαπητούς στο αναγνωστικό κοινό
των χωρών στις οποίες μεταφράζονται τα έργα τους. Γίνονται σημεία αναφοράς και
κτήμα των ενασχολούμενων με την τέχνη της γραφής, της συγγραφής και της
ανάγνωσης, του στοχασμού, της φιλοσοφίας της καλλιτεχνίας. Μέγιστο παράδειγμα
αλλά όχι το μόνο, η παρουσία και η συμβολή στο παγκόσμιο λογοτεχνικό γίγνεσθαι
και σκέψη του ολύμπιου ποιητή και μυθιστοριογράφου, πολιτικού Γιόχαν Β. φον
Γκαίτε, του ρομαντικού ποιητή Φρήντριχ
Χαίλντερλιν, του γερμανόφωνου θρησκευτικού ποιητή Ράινερ Μαρία Ρίλκε, της
γερμανικής οικογένειας των μυθιστοριογράφων του Τόμας Μαν, του μυστικού Έρμαν
Έσσε, του νομπελίστα Γκύντερ Γκρας και τόσων άλλων εξαιρετικών γερμανικών
φωνών. Σημαντικές και κυρίαρχες προσωπικότητες των Γερμανικών γραμμάτων,
πνεύματα «ογκόλιθοι» και έργα ανατρεπτικά, διαμορφωτικοί σταθμοί του Γερμανικού
λογοτεχνικού και πολιτιστικού πανθέου στην εξέλιξη της διαδρομής του. Μεγέθη
της γερμανικής φιλοσοφίας που επηρέασαν καταλυτικά, βαθιά, την ευρωπαϊκή σκέψη
και κουλτούρα. Χέγκελ, Χάιντεγκερ, Μαρξ.
Το βιβλίο
της Ιστορίας της Γερμανικής Λογοτεχνίας, διατηρώντας την αρχική σχεδιαστική του
σύλληψη, σκοπό και εποπτεία, διαμερισματοποιείται
σε κεφάλαια ανάλογα με τις χρονικές και ιστορικές φιλολογικές περιόδους,
σταθμούς της τέχνης, κόμβους και αλλαγής αντιλήψεων του Γερμανικού πνεύματος,
εμπνεύσεων και ανατάσεων των Γερμανικών γραμμάτων, είναι η καθόλου Ιστορία
γραμμένη και συνθεμένη από 11 σύγχρονες φωνές γερμανών
συγγραφέων, επιστημόνων, αντρών και γυναικών. Οι συγγραφείς του τόμου είναι
άγνωστοι μάλλον (;) στο ευρύ κοινό, πέρα από τον πνευματικό και
εκπαιδευτικό κύκλο των ατόμων που σπουδάζουν την Γερμανική γλώσσα, τα γράμματα
και τον πολιτισμό. Τους σταθερούς εκφραστές και λάτρεις του Γερμανικού
πνεύματος. Ερευνητές οι οποίοι αναζητούν τα ίχνη της γερμανικής λογοτεχνικής
παράδοσης στις δικές τους λογοτεχνίες και παραδόσεις και συγγραφείς. Να υπενθυμίσουμε
τις στενές σχέσεις των γερμανών λογίων, διανοητών, συγγραφέων και ποιητών,
πανεπιστημιακών δασκάλων και επιστημόνων, με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, τα
κλασικά γράμματα την ελληνική φιλοσοφία (Πλάτων, Αριστοτέλης, Προσωκρατικοί,
Ηράκλειτος, Ίωνες φιλόσοφοι, Νεοπλατωνικοί, Πλωτίνος κλπ). Την αρχαία ελληνική
μυθολογία και θεολογία με τους οικουμενικούς συμβολισμούς της. Την αρχαία
ελληνική διανόηση ,την αρχαία τραγωδία και τους έλληνες αρχαίους ιστορικούς και
περιηγητές. Την Ελληνική Τέχνη στο σύνολό της. Γλυπτική και Αρχιτεκτονική, την
Αρχαιολογία. Η αγάπη και η λατρεία των γερμανών ατόμων του πνεύματος και των
καλλιτεχνών για την αρχαία ελληνική γλώσσα. Το αμέριστο και συνεχές ενδιαφέρον
των κλασικής εκπαίδευσης πανεπιστημιακών σχολών ανάγεται στους προηγούμενους
αιώνες. Η προσήλωση στην αρχαία ελληνική σκέψη και διανόηση, στην αρχαία
επιστήμη υπήρξε έντονη από την πλευρά των γερμανών επιστημόνων το ίδιο και για
την αρχαία ελληνική θεολογία και μυθολογία που την παρομοιάζουν με την δική
τους, των βορείων μυθολογία και συμβολισμούς. Ο αθλητισμός επίσης είναι ένας
άλλος τομέας. Το έντονο ενδιαφέρον της γερμανικής παιδείας και αγωγής, (αν δεν λαθεύω),
υπερβαίνει τα χρονικά των ιστορικών εποχών όρια του γερμανικού ρομαντισμού και
κλασικισμού. Θα σημειώναμε, ότι αρχινά από την περίοδο που ο τραγικός και τόσο
άδοξα χαμένος Ιωάννης Βίνκελμαν εξέδωσε τις μελέτες του πάνω στην Αρχαία
Ελληνική Τέχνη. Το γερμανικό ερευνητικό πνεύμα εξερεύνησης δεν έμεινε αδιάφορο
ούτε απέναντι στους τρόπους και τις συνθήκες δόμησης και λειτουργίας της
αρχαίας ελληνικής δημοκρατίας. Στους κατά καιρούς τρόπους διακυβέρνησης της
αρχαίας ελληνικής κοινωνίας, στις ειρηνικές και πολεμικές της περιόδους, στις
ιστορικές-πολιτικές προσωπικότητες της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, τις
διπλωματικές τους στάσεις και πολεμικές στρατηγικές. Το γερμανικό πνεύμα δεν
έμεινε όμως προσκολλημένο μόνο στον αρχαίο των εθνικών κόσμο των ελλήνων αλλά
συμπεριέλαβε στα ιστορικά και καλλιτεχνικά του ενδιαφέροντα και εξέταση, και
την κατοπινή περίοδο, την χριστιανική την ορθόδοξη παράδοση της χιλιετούς
βυζαντινής αυτοκρατορία ως συνέχεια και εξέλιξη του αρχαίου Ρωμαϊκού imperium. Ερεύνησε την μεσαιωνική χριστιανική
περίοδο, τον πολιτισμό της, τα αρχιτεκτονήματά της, την λαϊκή της παράδοση, τον
δημώδη λόγο, τα παραμύθια, τις δοξασίες, τα γραπτά κείμενα κλπ. Τα αρχαία
ελληνικά όπως και τα λατινικά ήσαν και αν δεν λαθεύω εξακολουθούν να είναι στις
πρώτες επιλογές των γερμανών φοιτητών και σπουδαστών. Μιλούν «ερασμιακά» την
αρχαία ελληνική γλώσσα και εντρυφούν στην επιμέλεια εκδόσεων αρχαίων ελλήνων
συγγραφέων. Ας μην μας διαφεύγει ότι οι πρώτοι που ήρθαν στην Ελλάδα, μετά την
επανάσταση του 1821 και την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον Οθωμανικό ζυγό,
ήσαν οι Βαυαροί, ο πρώτος βασιλέας της Ελλάδος ο Όθων. Οι νομοθεσία και άλλες
δημόσιες υπηρεσίες της κρατικής μηχανής σχεδιάστηκαν από τους Βαυαρούς και την
νομοθεσία τους, το δίκαιό τους. Πέρα από τις μεταγενέστερες ημών των Ελλήνων
διαφωνίες και αντιδράσεις. Από την άλλη, σημαντικοί έλληνες επιστήμονες και
φιλόσοφοι, διανοητές, δάσκαλοι της νομικής επιστήμης του προηγούμενου αιώνα,
φοίτησαν σε γερμανικά πανεπιστήμια (Χαϊδελβέργη) και σπουδαστήρια. Βλέπε
ενδεικτικά Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, Κωνσταντίνος Τσάτσος, Παναγιώτης
Κανελλόπουλος κ. ά. Αρκετοί επίσης έλληνες θεολόγοι και ιερείς φοίτησαν σε
γερμανικές θεολογικές σχολές. Σπουδαίες ελληνικές της φιλοσοφίας και διανόησης
προσωπικότητες χαίρουν μεγάλου σεβασμού και χαίρουν βαθιάς εκτίμησης από τους
γερμανικούς πνευματικούς κύκλους. Ο δάσκαλος Ιωάννης Συκουτρής, ο Ιωάννης Θ.
Κακριδής, ο Παναγιώτης Κονδύλης, ο Κώστας Παπαϊωάννου, ο Χρήστος Γιανναράς, ο
Πέτρος Μάρκαρης και πολλοί άλλοι. Θέλουμε να επισημάνουμε με τα παραπάνω, ότι
οι ελληνογερμανικές σχέσεις παλαιόθεν, είναι άρρηκτα συνδεδεμένες, παρά την
σκοτεινή και καταστροφική περίοδο της ναζιστικής περιόδου, της στρατιωτικής
λαίλαπα, της εισβολής των γερμανικών ναζιστικών στρατευμάτων στην χώρα μας κατά
τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, την κατοχή της Ελλάδος και των εκατοντάδων
καταστροφών που υπέστη και βασανισμών και δολοφονιών χιλιάδων αγωνιστών ελλήνων
και ελληνίδων. Ποιητές και πεζογράφοι, θεατρικοί συγγραφείς της γερμανικής
παράδοσης είναι αρκετά γνωστοί και αγαπητοί στο ελληνικό κοινό, πολυδιαβασμένοι
και πολυανεβασμένοι στις ελληνικές θεατρικές σκηνές. Γκαίτε, Κλάιστ, Μπρέχτ,
Χέλντερλιν, Χάινε, Γκρας, Τόμας Μαν, Βάϊς, πολικές φυσιογνωμίες όπως η Ρόζα
Λούξεμπουργκ, ηγέτες ιδεολογικών κινημάτων Κάρλ Μαρξ, Φρ. Έγκελς, φιλόσοφοι του αναστήματος του
Έγελου, του Χέγκελ, του Μάρτιν Χάιντεγκερ, της πολιτικής επιστήμονος Χάννα
Άρεντ, του πατέρα της ψυχανάλυσης Σίγκμουντ Φρόυντ, του επίγονού του Κάρλ Γιουνγκ.
Του υπαρξιστή Κάρλ Γιάσπερ, του μαρξιστή φιλόσοφου Χέρμπερτ Μαρκούζε, για να
μείνουμε σε ενδεικτικά ονόματα των οποίων ο λόγος και τα γραπτά ήσαν ευρέως
διαδεδομένα στους νέους και τις νέες της δικής μας γενιάς μετά την
μεταπολίτευση του 1974, και για αρκετούς πολιτικές πυξίδες. Παροιμιώδεις έχουν
μείνει οι θεατρικές παραστάσεις του Μπέρτολτ Μπρεχτ. Δεν υπήρχε κλειστό ή
υπαίθριο θέατρο, νταμάρι ή Δηπεθέ, τσαντίρι ή πλατεία χωριού, βουνοκορφή ή
πεδιάδα, που να μην ανεβάζονταν και ένας ελληνοποιημένος με καμάρι και
υπερηφάνεια Μπέρτολτ Μπρεχτ. (Άχ! Μελίνα) επανάσταση δεν αρχινά δίχως θεατρική
παράσταση με Μπέρτολτ Μπρεχτ. Άσε, δε, που τα νούμερα της ελληνικής επιθεώρησης
της δεκαετίας του 1980 και μετά βασίζονταν σε καυστική σάτιρα για τα Μπρεχτικά
ανεβάσματα κάθε «κουτσής μαρίας του θεάτρου». Ευτυχώς από αυτήν την Μρεχτική
φρενίτιδα γλύτωσε η σοβαρή Γερμανική Κλασική Μουσική και οι σπουδαίοι
μουσικοσυνθέτες της γερμανικής παράδοσης. Μεγάλο κεφάλαιο στα ελληνικά μουσικά
πράγματα και εκτελέσεις. Όσο για την κινηματογραφική τέχνη, η ηθοποιός Χάνα
Σιγκούλα ήρθε και έδεσε στην ελληνική μνήμη με την παρουσία της Μάρλεν Ντήτριχ
της γνωστής ως «Λιλής Μαρλέν». Ας είναι καλά ο νέος και ανατρεπτικός πρόωρα
χαμένος σκηνοθέτης Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ και ο «Έλληνας γείτονάς του» και
(«ξερό ψωμί» που θα έλεγε και ο Τζίμης Πανούσης). Συμπερασματικά θα σημειώναμε
ότι με πρώτη την αγγλική λογοτεχνική παράδοση και δεύτερη την γαλλική, την
παλαιότερη ιταλική, η γερμανική πνευματική παράδοση, τα γράμματα στην λαϊκή και
την λόγια προσφορά τους, «Νιμπελούγκεν», μυθιστορήματα του Γκαίτε, ποιήματα
του Χαίλντερλιν, έργα του Τόμας Μαν, του Έρμαν Έσσε, του γερμανόφωνου
αυστριακού Στέφαν Τσβάιχ, του Φρανς Κάφκα, του Κλάιστ, είναι ιδιαίτερα αγαπητές
φωνές στην πατρίδα μας. Ονόματα περισσότερο ακουστά, συζητήσιμα από τους
φιλαναγνωστικούς κύκλους, αγαπητά και οικεία. Οι μεταφράσεις σύγχρονων γερμανών
συγγραφέων έχουν πληθύνει στην πατρίδα μας τις τελευταίες δεκαετίες. Αν
δεχτούμε φυσικά ως χρονικό όριο την πρώτη εικοσαετία του προηγούμενου αιώνα για
την ακρίβεια το 1921, έναν χρόνο πριν την Μικρασιατική Καταστροφή, όταν ο Λέων
Κουκούλας μεταφράζει στα ελληνικά το «Άσμα του Υπερίωνος» του Φρήντριχ
Χέλντερλιν στο περιοδικό «Μούσα». Ενώ οι γνωρίζοντες την ελληνική γραμματεία
μας μιλούν για την πρώτη «Ιστορία της γερμανικής εθνικής λογοτεχνίας», του Α.
Φ. Κ. Φίλμαρ σε μετάφραση Κλέωνος Ραγκαβή, εκδόσεις Σακελλάριος 1906. Και από
τις παλαιές εκδόσεις του γνωστού οίκου Ελευθερουδάκη, την περίοδο του
Μεσοπολέμου, το 1931, σε μετάφραση Γ. Σερούιου κυκλοφορεί η «Ιστορία της
γερμανικής λογοτεχνίας» του Thomas Walter. Αυτό σημαίνει, αν δεν λαθεύουμε,
ότι η «Ιστορία της Γερμανικής Λογοτεχνίας» των εκδόσεων University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2016 είναι η τρίτη στην
σειρά στα ελληνικά. Δεν συμπεριλαμβάνουμε ασφαλώς τις σκόρπιες επετειακές
μελέτες για πρόσωπα του Γερμανικού ποιητικού, πεζογραφικού και θεατρικού
πανθέου, όπου διαβάζουμε κατά καιρούς γενικά σχεδιαγράμματα της Γερμανικής
Γραμματείας. Ούτε περιλαμβάνουμε τις ελληνικές βιβλιογραφίες για γερμανούς
δημιουργούς. Συνήθως, η αποδοχή της Γερμανικής Λογοτεχνίας συμβαδίζει με εκείνη
της Αυστριακής και των συγγραφέων της. Αν υπερβούμε την τελευταία μετάφραση του
έργου του «Φάουστ» του Γκαίτε από τον Πέτρο Μάρκαρη, δίχως να αγνοούμε εκείνη του Κωνσταντίνου Χατζόπουλου, ευλογώντας τα «πειραϊκά γένια μας», να υπενθυμίσουμε και την
δίτομη έκδοση ολόκληρου του έργου σε μετάφραση του πειραιώτη παλαιού καθηγητή
Γιάννη Παυλάκη. Στην παρούσα περίπτωση εξέτασης και ανάγνωσης του γερμανού
λυρικού ποιητή Φρίντριχ Χέλντερλιν, να υπενθυμίσουμε και πάλι, το ποιητικό
ενδιαφέρον του νομπελίστα μας ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, του μοντερνιστή ποιητή Τάκη
Κ. Παπατσώνη, μετέφρασε και έγραψε, σχολίασε ποιητικές ενότητες του γερμανού
ποιητή, του άτυχου Δημήτρη Καπετανάκη και τα κείμενά του, τα διάφορα θετικά κείμενα του κοινωνιολόγου και
πολιτικού Παναγιώτη Κανελλόπουλου, την πρώτη στα ελληνικά βιβλιογραφία του Φ.
Χέλντερλιν από τον Λάμπρο Μυγδάλη, τις πρόσφατες μεταφράσεις του ποιητικού του
έργου από νέους μεταφραστές, την ειλικρινή αγάπη του Κορίνθιου Βασίλη Λαζανά,
του λάτρη του Φ. Χέλντερλιν Παύλου Φλώρου, των ειδικών φιλοσοφικών μελετών του
Γιάννη Τζαβάρα στην σχολαστική εξέταση του, της φιλοσοφίας της αποσπασματικής
ποίησης του άτυχου από την μοίρα ελληνολάτρη ποιητή Φρήντριχ Χαίλντερλιν. (βλέπε
προηγούμενο σημείωμά μας για τον Φ.Χ.), του ακάματου ποιητή και μεταφραστή Άρη
Δικταίου ο οποίος έφερε σε επαφή το ελληνικό αναγνωστικό κοινό με Γερμανούς
πεζογράφους και ποιητές, και τις ανθολογήσεις βιβλίων του γερμανών συγγραφέων, του
σύγχρονου μεταφραστή Θανάση Λάμπρου και άλλων. Οφείλουμε να εξάρουμε και την
παραδοσιακή «Νέα Εστία» η οποία δεν στάθηκε μόνο γαλαντόμα σε αφιερώματα στον
Φρήντριχ Χέλντερλιν αλλά φιλοξένησε σε δεκάδες σελίδες της μεταφράσεις
ποιημάτων του και μικρές μελέτες. Το έργο του Φρήντριχ Χαίλντερλιν «Υπερίων»
και η σύνθεσή του «Πάτμος» είναι από τα πιο γνωστά στο ελληνικό κοινό, δίχως να
παραβλέπουμε και την σύνθεση «Άρτος και Οίνος». Μικρές αυτόνομες μελέτες ξένων
(πχ. Στέφαν Τσβάιχ) και ελλήνων δοκιμιογράφων κυκλοφόρησαν από τις αρχές του
προηγούμενου αιώνα στην χώρα μας και πολλές από αυτές είναι δυσεύρετες.
Ο Φρήντριχ
Χαίλντερλιν αυτός ο ποιητής-σαλός της ευρωπαϊκής παράδοσης, δεν μοιάζει με τις
περιπτώσεις μάλλον των Φρειδερίκου Νίτσε, του Αντονέν Αρτώ, του Έντγκαρ Άλλαν
Πόε, της Βιρτζίνια Γουλφ ή του Σέλλεϋ, ας φέρουμε στην μνήμη μας το μελέτημα
«Περί Τρέλας», βλέπε εκδόσεις Κοβάλτιο 2018. Ο Γερμανός λυρικός ποιητής
Φρήντριχ Χέλντερλιν αποτελεί μια ειδική και ξεχωριστή περίπτωση στην ιστορία
των ευρωπαϊκών γραμμάτων. Η άκριτη προσκόλλησή του στους αρχαίους ελληνικούς
μύθους, τους αρχαίους έλληνες θεούς και το αρχαίο ειδυλλιακό ελληνικό τοπίο,
και η προσπάθειά του να τους συνενώσει ή να τους συν-συμπεριλάβει μέσα στον
χριστιανικό μύθο, της αναστάσεως, δηλαδή να ταυτιστεί το πρόσωπο και τα πάθη
του θεού Διονύσου με αυτά του θεανθρώπου
Χριστού, είναι κάτι που συναντάτε και στην προβληματική και άλλων ευρωπαίων
ποιητών και λογίων. Στην χώρα μας κλασική η περίπτωση του ποιητή Άγγελου Σικελιανού
και του Νίκου Καζαντζάκη, αλλά και στο τι μας αναφέρει ο νομπελίστας μας
ποιητής Γιώργος Σεφέρης σε κείμενά του. Ο Φρήντριχ Χαίλντερλιν δεν είναι μόνο ένας
από τους τραγικούς δημιουργούς των περασμένων αιώνων αλλά και ένας τραγικός
στον προσωπικό του βίο. Το πεπρωμένο του ήταν διαφορετικά χαραγμένο από την μοίρα των άλλων ανθρώπων γύρω του. Η περίπτωση της απομόνωσής του, της ερημιάς του από τις
αρχές του 1800, τα σκόρπια γραπτά και εργασίες του, η εμμονή του στο ελληνικό
φως και η απέραντη φυσιοκρατία του, κάτι που τον συνδέει άμεσα με τους Ίωνες
φυσιοκράτες φιλόσοφους, τους προσωκρατικούς και το σύμπαν τους, δίνει άλλη διάσταση στον λόγο και
την γραφή του, τον προσωπικό βασανισμένο βίο του. Εύστοχα ο κοινωνιολόγος Παναγιώτης Κανελλόπουλος
σε κείμενό του αναφέρει ότι οι ιατροί της εποχής του, όταν κλήθηκαν να αναλάβουν
την περίπτωσή του τον «αποτρέλαναν». Σύμφωνα με τα ιατρικά δεδομένα της εποχής.
Ο ποιητής-προφήτης βυθίστηκε στην ερημιά του, όπως ένας ευαγγελιστής, ο οποίος
κλεισμένος στο σπήλαιό του αποτυπώνει σε χαρτί τα οράματά του. Ο Χέλντερλιν πρέσβευε
την θέση του ποιητή-προφήτη όπως αυτή προέρχεται από την αρχαία ελληνική
ποιητική παράδοση, και την υποστήριξε με την θεωρία περί Ήρωά του ο Καρλάυ. Η άρνηση ακόμα και του άμεσου οικογενειακού του περιβάλλοντος
να κατανοήσουν τους οραματισμούς του, η κατηγορία της άδολης αγάπης και του έρωτά
του για την γυναίκα ενός άλλου, η ιδανική του Διοτίμα, η μη προσαρμογή του στην κοινωνική καθημερινότητα
της εποχής του, η ατομική του μοίρα, συνετέλεσαν ώστε τα μισά σχεδόν χρόνια του
βίου του να τα περάσει έγκλειστος σιτιζόμενος και βοηθούμενος, έχοντας την
φροντίδα, ενός καλοκάγαθου ξυλουργού γείτονά του. Όσο για την αντίρρηση που εκφράζει
ο έλληνας ποιητής και μεταφραστής μοντερνιστής Τάκης Παπατσώνης ότι η Ελλάδα
και το Ελληνικό Τοπίο το οποίο υμνεί στην ποίησή του και τα έργα του ο Χαίλντερλιν,
κινείται στην σφαίρα του Ιδεατού και του εξωπραγματικού, και δεν έχουν καμία σχέση
τα υμνητικά λόγια του με την σύγχρονη Ελλάδα της εποχής του και ασφαλώς της δικής
μας, έχουν μία βάση, μόνο που να, κανείς ποιητής-προφήτης δεν είχε σαφή εικόνα
της πραγματικότητας μπροστά του, τα ποιητικά-προφητικά οράματα δεν είναι του Κόσμου
τούτου αν και τον εμπεριέχουν και σε αυτόν απευθύνονται. Σαν να ζητάμε από τον Οδυσσέα
Ελύτη να υμνήσει τι, την παρακμή της ελληνικής πραγματικότητας; Από τον Περικλή
Γιαννόπουλο να ξεχωρίσει την μολυσμένη αθηναϊκή ατμόσφαιρα από τις καθαρές φωτόλουστες
κορυφογραμμές που ονειρεύονταν; Αν και προέρχονται από τον Κόσμο τούτο, φωνές
οραματικές και προφητικές σαν του Φρειδερίκου Χαίλντερλιν δεν προέρχονται από
την εποχή τους και τις συνθήκες της, έρχονται από τα βάθη του χρόνου και της ιστορικής
παράδοσης και γι' αυτό, είναι δύσκολο να κατανοηθούν από τους συγκαιρινούς τους,
από τους ανθρώπους της εποχής τους. Είναι τα πνεύματα που μας υπερβαίνουν, μας σκέπουν,
μας προστατεύουν ίσως, πάντως μας καθοδηγούν, σε όποια ποιητική εθνική παράδοση
και αν ανήκουν, όποια και αν είναι η φυλή και η καταγωγή τους. Είναι οι αμνοί
που αίρουν την ακοινωνησία και την απομυθοποίηση του Κόσμου μας. Είναι η
προφητική φωνή της Κασσάνδρας, του μάντη Κάλχα, του Τειρεσία, του ινδού Σαμάνου,
του χριστιανού Ευαγγελιστή της χαρμόσυνης αγγελίας του νέου μηνύματος. Ο πολυθεϊσμός
του Χαίλντερλιν είναι εξίσου ισχυρός σε πνεύμα σοφίας όσο και άλλων ποιητών ο
μονοθεϊσμός. Είναι το πρόσωπο και τα πολλά προσωπεία της ίδιας της Φύσης. Η Φύση
γεννά τους αγγέλους και κυοφορεί τους δαίμονές της μαζί. Ο Άνθρωπος είναι μέρος
της, αναπόσπαστο κομμάτι της, λειτουργικό της μέλλον όμοιο με τα άλλα είδη του
φυσικού βασιλείου. Δεν είναι η κορωνίδα είναι κρίκος μιάς αρχέγονης αλυσίδας
των λειτουργιών της Φύσης και της εξέλιξής της. Η Φύση είναι ο Θεός και αυτή
αποφασίζει ποιοι σχεδιασμοί των Μύθων της θα αποκαλυφθούν στον άνθρωπο και πότε
και με ποιανού ποιητή-προφήτη τη λαλιά ή συγγράμματα.
Οι συγγραφείς της Ιστορίας της Γερμανικής
Λογοτεχνίας των εκδόσεων University Studio Press, που μας έρχεται από την Θεσσαλονίκη
είναι οι εξής: Wolfgang Beutin, Klaus Ehlert, Wolfgang Emmerich, Cristine Kanz, Bernd Lutz, Volker Meid, Michael Opitz, Carola Opitz- Wiemers, Ralf Schnell, Peter Stein und Ingre Stephan. Τα κεφάλαια είναι 15 με τις σχετικές υποενότητές τους
Ο τόμος που Προλογίζεται από τον γνωστό
σημαντικό θεατρολόγο και ποιητή Βάλτερ Πούχνερ, (έναν ακάματο εργάτη της
ιστορίας του ελληνικού θεάτρου και των προσλήψεών του και καταβολών του) είναι
ένας πραγματικός άθλος πάνω στην Γερμανική γραμματεία από την αρχή της, τα
πρώτα της ιστορικά και χρονικά ριζοβολήματα έως των ημερών μας. «Η μετάφραση
αφιερώνεται στο Στέφανο, τον Αλέξανδρο και το Νίκο Henrich». Αξίζουν συγχαρητήρια στην
μεταφράστρια κυρία Κυριακή Χρυσομάλλη- Henrich, η οποία επωμίσθηκε το βαρύ φορτίο
της μετάφρασης, της επιμέλειας και του σχολιασμού, των πινάκων ενός τόσο
μεγάλου πολυσύνθετου και υφολογικά διαφορετικών βαθμών έργου. Το ίδιο θα
γράφαμε και όσον αφορά την φιλολογική διορθώτρια κυρία Συμεών Σταμπουλού, χωρίς
να παραβλέψουμε και την θεμιτή εκδοτική φιλοδοξία του γνωστού εκδοτικού οίκου
από την Θεσσαλονίκη University Studio Press να το κυκλοφορήσει και να το
προσφέρει στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό και σε κάθε ενδιαφερόμενο ελληνομαθή. Ίσως,
αμυδρή «ένσταση» θα μπορούσε να διατυπώσει ο γερμανόφωνος και μη έλληνας
αναγνώστης και φιλαναγνώστης της Γερμανικής ποίησης και πεζογραφίας όχι τόσο στα
ελάχιστα διάσπαρτα τυπογραφικά λαθάκια, όσο ότι τα τυπογραφικά στοιχεία της
έκδοσης είναι πολύ μικρά, κάτι που κάπως «κουράζει» τον αναγνώστη στο διάβασμα
ενός τόσο μεγάλου και πολυσέλιδου έργου. Αν και αυτό, κατανοούμε, οφείλεται στο
εκδοτικό γεγονός ότι αν τα τυπογραφικά στοιχεία (γράμματα) ήταν μεγαλύτερου
μεγέθους, θα αυξάνονταν υπερβολικά οι σελίδες του τόμου και ίσως και η τιμή
του. Ενδέχεται το σπάσιμό του σε δύο τόμους «να ήταν μία κάποια λύση» αλλά αυτό
θα άλλαζε την μορφή του!!! Πάντως, το εκδοτικό, αναγνωστικό αποτέλεσμα ενός
τόσο μεγάλου, πολύπλευρου, διαμερισματοποιημένου, όμορου φυσικά έργου, πάνω
στην Ιστορική διαδρομή της Γερμανικής Λογοτεχνίας είναι θετικό, επαινετικό, και
προπάντων χρήσιμο στον όποιο ενδιαφερόμενο αναγνώστη και ερευνητή, αλλά και τους
διδάσκοντες και διδασκόμενους την Γερμανική γλώσσα και φιλολογία. Ο τόμος
μπορεί να διαβαστεί συνολικά-στον δικό του χρόνο κατανόησης και εξέτασης
φυσικά- αλλά και στις χρονολογικές περιόδους και τα πρόσωπα που τις
συναπαρτίζουν-γερμανών δημιουργών που διαμόρφωσαν το πρόσωπό και την εξέλιξη
της Γερμανικής Λογοτεχνίας και κατ’ επέκταση του Γερμανικού Εθνικού Πολιτισμού,
ξεχωριστά και εν συνόλω. Δίχως να χάνει κάτι η παρούσα έκδοση, από την σημαντική
συνεισφορά του στην επικοινωνία και την πνευματική συνεργασία των δύο ιστορικών
λαών, του Γερμανικού και του Ελληνικού. Το ύφος της μεταφράστριας είναι καθαρό,
λαγαρό, η γλωσσική απόδοση ρέει, δεν μπουκώνει, ούτε κάνει κοιλιές ή έχει σκιές
σε έργα που αντιπροσωπεύουν μία άλλη εποχή, ατμόσφαιρα και κοινωνικό περιβάλλον.
Το να διαχειριστεί η μεταφράστρια ένα τόσο μεγάλο συγγραφικό υλικό, το οποίο
μάλιστα, δεν έχει στο σύνολό του ενιαία υφολογική μορφή, μια και το υλικό των
κεφαλαίων είναι γραμμένο από διαφορετικούς, έντεκα ξεχωριστούς συγγραφείς, πραγματικά
είναι σημαντικό και καταπληκτικό εγχείρημα που το έφερε σε πέρας επάξια η κ.
Κυριακή Χρυσομάλλη και αξίζει τις ευχαριστίες μας. Καθώς και η απόδοση των διαφόρων
όρων και εννοιών στα ελληνικά. Δίχως να γνωρίζω Γερμανικά, έχοντας γενικές και
αόριστες γνώσεις της γερμανικής γλώσσας, πρέπει να χρειάστηκε «ειδική» γλωσσική
μεταφραστική μέθοδο για να αποδώσει στην ελληνική γλώσσα το λεξιλόγιο της
γερμανικής γλώσσας που είναι πολυσύνθετο. Λέξεις μακριές «μακαρονοειδείς»
σύνθετα ουσιαστικά με άλλη ηχητική ρυθμολογία έστω και αν στην σύνταξή τους
βασίζεται στο αρχαίο ελληνικό συντακτικό και τη γραμματική. Πάντως πέτυχε η
μεταφράστρια, δεν κουράζει ο λόγος της ούτε μπουκώνει νοηματικά. Φυσικά
χρειάζεται τον ανάλογο αναγνωστικό χρόνο αν θελήσει ο σύγχρονος αναγνώστης να
περιδιαβεί όλες τις σελίδες του σύνθετου αυτού έργου, και να αποκτήσει μία
αναγνωστική επάρκεια της Ιστορίας της Γερμανικής Λογοτεχνίας. Θα συναντήσει
ονόματα και έργα περισσότερο γνωστά του, ακουστά του ή διαβασμένα και άλλα
καθόλου, είναι μία ευκαιρία να έρθει σε επαφή μαζί τους, να τα γνωρίσει και να
ανοίξει ειλικρινή συνομιλία.
Η πρόσληψη της καθόλου Γερμανικής
Λογοτεχνίας στην Ελλάδα μέσω της παρούσας έκδοσης γίνεται με νέα σύγχρονη ματιά
και «εφόδια» και αυτό οφείλεται τόσο στην μεταφράστρια, και στους υπόλοιπους
συντελεστές της έκδοσης και τον εκδοτικό οίκο, παρά την τσουχτερή τιμή του.
«Όποιος προσβάλθηκε και πληγώθηκε σύψυχος,
αυτόν μόνο η Μεγάλη Χαρά θα μπορούσε να τον παρηγορήσει. Όποιος, καθώς εσύ,
ένιωσε το σαχλό Τίποτα, αυτόν μόνο το ανώτερο πνεύμα μπορεί να τον ιλαρύνει.
Όποιος γνώρισε το θάνατο όπως εσύ, μόνο ανάμεσα στους θεούς βρίσκει γιατρειά.»
Φ. Χέλντερλιν μτφ. Παύλου Φλώρου. «Ο θάνατος του
Εμπεδοκλή», Αθήνα, Μάρτιος 1944.
Γιώργος Χ.
Μπαλούρδος
Πειραιάς
Σάββατο 19 Οκτωβρίου
2024
λίγες μέρες
πριν τον εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου
ΥΓ. Πραγματικά
έφυγε μία άξια πολιτικός και εξαιρετική χειραφετημένη ελληνίδα η Βάσω Παπανδρέου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου