Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2024

ΚΟΥΑΔΡΙΒΙΟ το επίσημο περιοδικό προπαγάνδας της Ιταλικής Κατοχής

 

Το Ιταλικό περιοδικό της Κατοχής «ΚΟΥΑΔΡΙΒΙΟ»

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ   ΧΡΟΝΙΚΑ

Τεύχος 26/1-5-1945,

ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΜΕΤΑΞΑΣ, ΟΙ ΑΝΑΞΙΟΙ, σ. 112-113.

         Ο Ι   Α Ν Α Ξ Ι Ο Ι

        Ούτε στιγμή δεν πρέπει ν’ αδρανούμε. Ούτε στιγμή δεν πρέπει να διστάζουμε. Στις σημερινές βαρύτιμες, αποφασιστικές ώρες της ιστορίας, το χρέος μας υψώνεται σε αμείλικτη εντολή και ζητάει την πλήρωσή του.

        Πρέπει σήμερα ακριβώς να μή γνωρίζουμε καμμιά άλλη σκοπιμότητα, εκτός απ’ τη μιά, αδιαίρετη και πάλλουσα «σκοπιμότητα» του χρέους. Υπερατομικά πρέπει ν’ αντικρίζουμε τη μοίρα μας. Γι’ αυτό και οι φτηνές ιδιωτικές μας χαρές, τα αδύνατα συναισθήματα, οι μικροσυμπάθειες ή αντιπάθειες, οι συμβιβασμοί και οι ευλυγισίες, πρέπει να μας είναι ολοκληρωτικά ξένες.

        Η μοναδική άξια πραγματικότητα  για μας πρέπει να είναι η «αποκάλυψη» της Αλβανίας και η σκλαβιά δεν έχουνε να επιδείξουνε μοναχικούς ήρωες. Δεν έχουνε να επιδείξουνε  πρόσωπα που με τη στάση τους απέναντι στο «μεγάλο γεγονός» να ξεχωρίζουν. Είναι το πρόσωπο του ολοκαυτώματος 40-41. Ο λαός. Ολάκερος ο αδίσταχτος, ο αφάνταστα ενιαίος λαός της Ελλάδας είναι ο μεγάλος, μοναδικός ήρωας του εθνικού μας Σηκωμού. Τα πρόσωπα ξεχωρίζουν, όταν ακριβώς οι γύρω του λυποψυχούν. Τα πρόσωπα ξεχωρίζουν, όταν οι πολλοί διστάζουν, υποχωρούν, δυναστεύονται από φόβο κι’ αγωνία.

        Όμως από  το 40 μέχρι το 44 ο μεγάλος ήρωας Λαός, προτείνει γυμνά τα στήθια στο κρύο μαχαίρι της επίβουλης επίθεσης. Κανένας δεν ξεχωρίζει. Γιατί όλοι είναι ενωμένοι στο ίδιο χρέος, γιατί όλοι παίρνουν «βήμα» από το εμβατήριο «ελεύθερη Ελλάδα», γιατί όλοι και πρώτα απ’ όλους οι ταπεινοί, οι φτωχοί, οι καταφρονεμένοι, αποστηθίσανε, έκαναν αίμα τους, το δυσκολότερο μάθημα, το «μάθημα του θανάτου».

        Στο μέτωπο της ελευθερίας δεν υπάρχει παρά Λαός. Στο «μέτωπο» της προδοσίας δεν υπάρχουν παρά άτομα. Καμμιά ίσως άλλη χώρα «κατεχόμενη», δεν έχει τους λιγότερους «ανάξιους», απ’ όσους ο τόπος μας. Σ’ άλλες χώρες, οργανωμένα σύνολα προσχωρήσανε στον εξολοθρευτή εχθρό. Εδώ, μόνο κωμικά ανθρωπάκια, μικρές μαύρες καρδιές, αδιάντροποι αριβιστές, χωρίς καμιά πίστη, παρά την «πίστη» στον εαυτούλη τους. Γι’ αυτό και το χρέος μας είναι να σταθούμε αμείλικτοι, αυστηροί, στα λίγα αυτά υποκείμενα.

        Δεν μπορούμε εδώ να εξετάσουμε τί κάνει η σημερινή Πολιτεία με τους πολιτικούς και οικονομικούς δοσίλογους. Θέλουμε να ελπίζουμε στην παραδειγματική, δίκαιη τιμωρία τους. Όμως δίπλα σ’ αυτούς το ίδιο υπεύθυνοι είναι και οι πνευματικοί δοσίλογοι.

        Δεν μπορούμε πιά να διασταυρωνόμαστε στο κάθε μας βήμα με τη βρωμιά. Ζητάμε να αναπνεύσουμε σε καθαρό, «ανοιξιάτικο» γιομάτο οξυγόνο αέρα. Αλλοίμονο, αν η Ελλάδα, δεν στιγματίσει με την κόκκινη βούλα της καταφρόνιας της, της περιφρόνησής της, του ηθικού ξεπεσμού, όλους- εκείνους, που το άγιο δώρο του Θεού, την μικρή τους ή μεγάλη τους Τέχνη, την έθεσαν άμεσα ή έμμεσα, με οποιοδήποτε τρόπο, μυστικά ή φανερά, στην υπηρεσία του άγριου καταστροφέα εχθρού.

        Στο σημερινό μας άρθρο θα σταθούμε σε μιά μόνο κατηγορία των ανάξιων αυτών υποκειμένων: Στους συνεργάτες του επίσημου οργάνου των Ιταλών φασιστών στην κατεχόμενη Ελλάδα.

        Το «Κουαδρίβιο» Ελληνική έκδοση της καθημερινής εφημερίδας «Τίβερις», αφιερωμένη εις την Ιταλο-ελληνικήν συνεργασίαν, διευθυντής: Τελέσκο Ιντερλάντι. Εφημερίς της νέας τάξεως.

        Απ’ όσα φύλλα του μπορέσαμε μέχρι σήμερα να συγκεντρώσουμε βλέπουμε ότι δέκα «Έλληνες» «πνευματικοί» εργάτες συνεργαστήκανε σ’ αυτό:

        Κ. Καιροφύλας, Ν. Γιοκαρίνης, Φ. Κόντογλου, Ν. Λάσκαρης, Σ. Μινώτος, Θ. Συναδινός, Μ. Τόμπρος, Μ. Σιγούρος, Α. Λιδωρίκης, Φ. Γιοφύλλης. Αν για την ταπεινή, προδοτική τους αυτή πράξη, υπάρχει κάποια ιδιαίτερη ανώτερη σκοπιμότητα που αγνοούμε, είμαστε πρόθυμοι μπροστά στις ατράνταχτες αποδείξεις τους, να αναιρέσουμε τα σημερινά δίκαια αυστηρά μας λόγια.

        Στο πλούσια τυπωμένο αυτό περιοδικό βλέπουμε να συνωστίζονται λογιών-λογιών άρθρα για το «Ντούτσε» και τη «Φασιστική Ιταλία», για τους «δολοφόνους» συμμάχους μας των Ενωμένων Εθνών, για το «μεγαλείο» τις νέας τάξης. Κι’ ανάμεσα σε τέτοια κείμενα, στο περιοδικό αυτό της ντροπής, που δεν το άγγιζαν μ’ όλη την επίμονη προπαγάνδα χέρια Ελληνικά, σπεύδουν οι δέκα αυτοί «Κύριοι» να μα διαφωτίσουν για «τα Ιταλικά μελοδράματα στην Αθήνα» ή για το «Μουσολίνι και τον ουμανισμό».

        Γράφοντας αυτές τις γραμμές, δηλώνουμε ότι ούτε έχουμε, ούτε θα έχουμε καμμιά σχέση με οποιαδήποτε λογοτεχνική κλίκα. Γράφουμε σαν «ανώνυμος» αγωνιστής λαός. Την ίδια ώρα που οι «ανάξιοι», είτανε  παραδομένοι στα έργα της ντροπής, ο λαός έσφιγγε τα δόντια, τέντωνε το στήθος κι’ έπαλλε από λαχτάρα εθνικής δράσης. Στα μυστικά τυπογραφεία, ενώ η μπότα του καταχτητή αντηχούσε απ’ έξω, τυπωνόντουσαν, τα διαφωτιστικά έντυπα, πού την άλλη μέρα σκορπίζανε στην πίστη, τη χαρά, την αισιοδοξία, το πνεύμα της αντίστασης σ’ όλους. Κάποτε χτυπούσε η πόρτα του υπόγειου. Η κάννη ενός πολυβόλου, στη μισάνοιχτη είσοδο. Μερικές άγριες γερμανικές φωνές. Και οι αποφασιστικοί πατριώτες, προσφέρανε ό,τι τους έμενε στον Αγώνα: Τη ζωή τους. Ο γνήσιος πνευματικός άνθρωπος ή μπορούσε να οδηγήσει, να βοηθήσει το έργο αυτό, ή να κλειστεί στο σπουδαστήριό του και να «δημιουργήσει» εμπνευσμένος απ’ τον εθνικό και λαϊκό αυτό αγώνα, ή αν αδύνατα και ανήμπορα έτρεμαν τα χέρια του και η ψυχή του, να περιμένει «σιωπώντας» με αξιοπρέπεια την ώρα της ελευθερίας. Όταν για μια στιγμή διστάσαμε να γράψουμε αυτό το άρθρο, ήρθανε να μας σκουντήξουνε βίαια οι αμέτρητοι «σύντροφοι» πού προσφέρανε τα νειάτα τους, με χαρούμενη αυτοθυσία σ’ ό,τι πολυτιμότερο έχει ο κόσμος στην Ελλάδα. Τα πνευματικά μας ιδρύματα και σωματεία, πρέπει να αναλάβουνε πρωτοβουλία γρήγορη και αποφασιστική. Να καταρτίσουνε, επίσημο κατάλογο όλων των συνεργατών του φασιστικού τύπου, όλων εκείνων που εκλιπαρούσαν να μεταφραστούν και να δημοσιευτούν τα έργα τους σε εθνικοσοσιαλιστικά περιοδικά. Όλων που με οποιοδήποτε τρόπο ξέχασαν το ήθος του Έλληνα Πνευματικού ανθρώπου. Και να τους επιβάλλουν μιά αυστηρή ηθική τιμωρία. Με το μαστίγιο στο χέρι να τους πετάξουμε έξω απ’ το «ναό» της Τέχνης. Έξω οι ανάξιοι. Να τους περιφρονήσουμε βαθύτατα με όλη μας την ύπαρξη. Το απαιτεί ό,τι αξιότερο έχουμε: ο μαχόμενος Ελληνισμός του 40-44.

                ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΜΕΤΑΞΑΣ         

Τεύχος 27/15-5-1945, ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ, σ. 174

        Στις σελίδες «ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ» διαβάζουμε:

ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ

        Από τον κ. Γιώργο Σαράντη, λάβαμε μιάν επιστολή, πού αφού μας λέει πώς ο «ηθικός αυτουργός της ιταλοελληνικής συνεργασίας για τη νέα τάξη πραγμάτων» είναι ο Μάριος Βαϊάνος, μας γνωρίζει και τους υπόλοιπους που συνεργάστηκαν  στο «Κουαντρίβιο» μιά και έχει-όπως γράφει- «όλο το σώμα του εγκλήματος» και που είναι οι εξής: 1) Γρηγόριος Ξενόπουλος, 2) Δ. Γατόπουλος, 3) Κλέων Παράσχος, 4) Μ. Αργυρόπουλος, 5) Αλ. Φιλαδελφεύς, 6) Στέφανος Δάφνης, 7) Κ. Φαλτάϊτς, 8) Μαριέττα Επτανησία, 9) Δημήτρης Μπόγρης.

        Χρέος όμως επιτακτικό έχουνε και τα πνευματικά σωματεία να ασχοληθούνε το ταχύτερο με το ζήτημα αυτό. Περιμένουμε.

Τεύχος 30-31/ 1-15/ 1945. ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ, σ.302

Γ. ΣΤΑΘΗΣ,

     Φίλε κ. Μοναχέ*

     Σε προηγούμενο φύλλο (αρ. 26) είδα ανάμεσα στα ονόματα των λογίων που συνεργάστηκαν στο «Κουαδρίβιο» και το όνομα του ποιητή κ. Μαρίνου Σιγούρου. Σε όσα φύλλα του «Κουαδρίβιου» μπόρεσα να βρω, εξακρίβωσα ότι δεν υπάρχει καμμιά συνεργασία του κ. Σιγούρου. Αν τυχόν υπάρχει τίποτα δικό του σε κάποιο από τα φύλλα που δεν μπόρεσα να δω, αυτό μπορώ να πω με απόλυτη βεβαιότητα, πώς είναι αποτύπωση από τη σειρά των μεταφράσεων ιταλικών ποιημάτων, που δημοσιεύτηκαν πρίν απ’ τον πόλεμο, για την οποία ούτε γνώση ούτε ευθύνη έχει ο κ. Σιγούρος, που ήταν αποκλεισμένος απ’ τους Ιταλούς στη Ζάκυνθο όλον τον καιρό της κατοχής, γιατί αρνήθηκε να δεχτεί τη θέση του καθηγητή της Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης, που του προσφέρανε οι Ιταλοί ύστερα από εκλογή της Σχολής.

                Με τιμή

                Γ.  ΣΤΑΘΗΣ

*Τα «Φιλολογικά Χρονικά» εξακρίβωσαν πώς ούτε ο κ. Φώτης Κόντογλου έδωσε συνεργασία στο «Κουαντρίβιο».

Σημείωση: Στην ίδια σελίδα του περιοδικού με τίτλο «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ» ο πειραιώτης καθηγητής και συγγραφέας Βασίλειος Λαούρδας αποστέλλει επιστολή στον διευθυντή του περιοδικού «Φίλε κ. Μοναχέ», να διορθώσει ένα μικρό λαθάκι. Διαβάζουμε: «Με την ευκαιρία της συζήτησης για τον «Ισοκράτη και την εποχή του» σας παρακαλώ να μου επιτρέψετε να κάνω μία διόρθωση. Την οφείλω στην ευγενική υπόδειξη του κ. Α. Μαργαρίτη. Στη σελ. 22-24 όπου αναλύω τον «Τραπεζιτικό» του Ισοκράτη γράφω πώς ο εκφωνητής του λόγου είναι από τη Θράκη. Πραγματικά όμως είναι από τον Πόντο, όπως φαίνεται από το ίδιο το κείμενο του «Τραπεζιτικού». Παρακαλώ λοιπόν όσους έχουν αντίτυπα του βιβλίου να κάνουν την διόρθωση. Τον κ. Μαργαρίτη τον ευχαριστώ θερμά κι από εδώ.

Δικός σας ΒΑΣ. ΛΑΟΥΡΔΑΣ.

--

               Οι  Μηδήσαντες

         Η αποδελτίωση των τόμων και τευχών του λογοτεχνικού περιοδικού Φιλολογικά Χρονικά του Νίκου Σ. Μοναχού και των συνεργατών του, γύρισε τους δείχτες του ρολογιού της ατομικής μου ιστορίας δεκαετίες πίσω. Παράξενη και «σκυθρωπή» αρκετές φορές και αινιγματική στις κρίσεις της, διφορούμενη στα συμπεράσματά της, φαντάζει στα μάτια των απλών ανθρώπων η όψη της αδέκαστης Ιστορίας. Η πιο «άτιμη» (ας μου επιτραπεί η λέξη) και απρόβλεπτη στις τελικές της αποτιμήσεις από τις άλλες αρχαίες Μούσες. Ίσως γιατί έχει να κάνει με Ήρωες καθοδηγητές, με Μεγαλοδόξαστες ηγετικές μορφές που υπερβαίνουν τα ανθρώπινα μέτρα, ίσως γιατί έχει να κάνει με μεγάλες ανθρώπινες ανώνυμες ογκομάζες, αυτά τα φιδίσια ικετήρια πλήθη (για να ανακαλέσουμε στην σκέψη μας τα υπέροχα κινηματογραφικά πλάνα του Σεργκέι Αϊζενστάιν ή των μετακινούμενων σε μεγάλες ταχύτητες μαζών του Γκρίφιθ) τα οποία διαμορφώνουν και πλαστουργούν το Γίγνεσθαι της καθολικότητας της Ζωής μας αλλά και των ίδιων των δομών και αιτιών της Ιστορίας. Επιθυμεί να την θεωρούμε αδιάφθορη όπως την Δικαιοσύνη, θέλει να την λογαριάζουμε ισάξια με την Μούσα των Τεχνών και των Γραμμάτων, ορθώνεται αγέρωχη, με τόλμη παρουσιάζεται μπροστά στην Πολιτική, δίχως φόβο δίχως αιδώ, καθώς είναι εκείνη που απογράφει και υπογράφει το τελικό συμπέρασμα των πεπραγμένων των χρόνων της και των συντελεστών της. Μας επιβάλει να την θεωρούμε τον μοναδικό αυστηρό δίκαιο κριτή ακόμα και στην πιο σκληρή ακαμψία της, ακόμα και αν στηρίζει την επιχειρηματολογία της σε απροσδόκητες συμπτώσεις, απρόβλεπτες συνέπειες, σε εξάρσεις των ιδεολογικών σκιαγραφήσεών της με τελικό σκοπό την οριστική εικόνα του πεπρωμένου μας, της συλλογικής και ατομικής μας Μοίρας που συντελείται τις περισσότερες φορές μέσα στις στοές του χρόνου ως τραγωδίας σκηνικό. Γι’ αυτό ενδέχεται επαναλαμβανόμενο. Από το Πραιτόριο της δεν γλυτώνει κανείς. Ήρωες ή Προδότες, ληστές ή άγιοι, επαναστάτες ή ρίψασπις, δοξασμένες προσωπικότητες ή προσκυνημένες, ανθρώπινες μονάδες ή έθνη, σπιούνοι ή αθώοι, αγνοί αγωνιστές, θυσιασθέντες ή δοσίλογοι. Ορθάνοιχτα πάντα και για τους πάντες τα μάτια της, νομιμοποιεί ή απονομιμοποιεί, εξυψώνει ή αποκαθηλώνει πέρα από τις δικές μας πρόσκαιρες προθέσεις και ατομικές φιλοδοξίες καταξίωσης και επιβραβεύσεις.

Η χρονική συγκυρία το έφερε να διαβάζω εκ νέου την ποίηση του λυρικού γερμανού ποιητή Φρήντριχ Χαίλντερλιν, τα βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη και να αποδελτιώνω το παλαιό λογοτεχνικό περιοδικό της Κατοχής και των Πολεμικών χρόνων Φιλολογικά Χρονικά. Με ενδιάμεσες αναγνωστικές γέφυρες διάφορες μελέτες και βιβλία όμορου ενδιαφέροντος και εξέτασης. Εξεταστικά υποστυλώματα υποστηρικτικά των αναγνωσμάτων μας. Πλούσια η ύλη του περιοδικού, το ίδιο και οι σελίδες του σε αρθρογραφία και κείμενα για την σύσσωμη αντίσταση του Ελληνικού Λαού ενάντια στους ξένους εισβολείς και Γερμανούς και Ιταλούς κατακτητές. Οι σταθεροί και μη συνεργάτες του, άμεσα ή έμμεσα αναφέρονται με υπερηφάνεια στους απελευθερωτικούς αγώνες των Ελλήνων. Μπορεί να μην είσαι πατριώτης σε τέτοιους σκοτεινούς καιρούς; έντονος ο στιγματισμός των εθελόδουλων της μειοψηφίας εκείνης των Ελλήνων συνεργατών του εχθρού. Είτε των Ιταλών είτε των Γερμανών. Και καθώς ο αναγνωστικός χρόνος κυλούσε ασταμάτητα δίχως να το πάρουμε χαμπάρι, κουτρουβαλιάζοντας τις ζωές μας, φθάσαμε σε μία ακόμα εορταστική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. Σε μερικές μέρες θα εορτάσουμε πανηγυρικά τις ένδοξες αυτές αγωνιστικές και αιματοβαμμένες αλλά ηρωικές ιστορικές περιόδους του Λαού μας, των πατεράδων και των μανάδων μας, των παππούδων και των γιαγιάδων μας, των μεγαλύτερων σε ηλικία συγγενών μας. Με θλίψη αναλογιζόμενοι άραγε, πόσες από αυτές τις ηρωικές φυσιογνωμίες των απλών ανώνυμων Ελλήνων και Ελληνίδων βρίσκονται ακόμα στη ζωή; Αυτά τα τότε εικοσάχρονα, εφηβικά βλαστάρια της Ελλάδας που ανδρώθηκαν και άνθισαν, μπουμπούκιασαν μέσα στις φλόγες του Πολέμου, την Πείνα και τα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας. Πόσοι και πόσες έφυγαν από αυτήν την ζωή αδικαίωτοι, πικραμένοι, βασανισμένοι, κουβαλώντας στις ψυχές τους, στα σώματά τους, στις συνειδήσεις τους τα ανεπούλωτα τραύματα εκείνων των χρόνων του προηγούμενου ευρωπαϊκού αιώνα. Επιτελώντας το ηθικό τους χρέος, το του βίου τους καθήκον πέρα από ατομικές τους ιδεολογικές επιλογές και πολιτικές προτιμήσεις. Πάνδημη η Εθνική Αντίσταση είτε μέσα στην πελώρια αγκαλιά του ΕΑΜ είτε ακολουθώντας άλλες αντιστασιακές ελληνικού φρονήματος πολυπληθείς ομάδες και οργανώσεις. Το Χρέος κοινό «μη κινούντες» από τα τείχη των υπερασπιστών του έθνους Θερμοπύλες όπως έγραψε και ο Αλεξανδρινός ποιητής. Όταν άφρονοι ηγέτες και παράφρονοι στρατοκράτες δικτάτορες αποφάσισαν με την βία και την ισχύ των όπλων να αλλάξουν τον ρου της Ιστορίας της Ανθρωπότητας και των ίδιων τους των πατρίδων. Μπλέκοντας στα πολεμοχαροί δίχτυα τους λαούς, έθνη, φυλές, άτομα, κοινωνικές ομάδες ανθρώπων, κατατρεγμένες και ανέστιες πανάρχαιες εθνότητες όπως των Εβραίων, σχεδιάζοντας και οικοδομώντας Ολοκαυτώματα φρίκης και μυριάδων θανάτων. Κρεματόρια θυσιασθέντων πατριωτών, δολοφονημένων άμοιρων ανθρώπων, ξεκλήρισμα πολυμελών οικογενειών. Το ρολόι της ανθρωπότητας σταμάτησε, ο πολιτισμός οπισθοδρόμησε, οι δυνάμεις του Κακού υπερίσχυσαν, η μυθολογική θεϊκή παγκόσμια πρόνοια ενότητας υποχώρησε, έσβησε μέσα στο σκοτάδι και τον φόβο των Ερινυών που ξεπήδησαν από το κουτί της Πανδώρας που απελευθέρωσαν οι δυνάμεις του Ρήνου. Ο ουρανός της Ευρώπης, της Ανθρωπότητας, της χώρας μας της Ελλάδος σκοτείνιασε, συννέφιασε, το ελληνικό φώς έγινε κόκκινο, απόχτησε το χρώμα της ώχρας του θανάτου. Όμως κάπου μέσα σε αυτήν την λαίλαπα της καταστροφής και των ερειπίων, η κρυμμένη σπίθα της ζωής άναψε πάλι, λες και την φύλαξαν αόρατες δυνάμεις αντίστασης μέσα στο μεταπολεμικό «λυχνάρι του Αλαντίν» και, οι νέες γενιές των μεταπολεμικών ανθρώπων- πολιτών, τρίβοντάς το, επανά- οικοδομούσαν από την αρχή τα όνειρά τους, τα οράματά τους για συνέχιση της ατελεύτητης Ζωής το μαρτύριο και μαρτυρία, αφήνοντας πίσω τους το σκοτάδι, το έρεβος, τον θρήνο, την απώλεια. Ο Πόλεμος έληξε με νίκη των συμμαχικών ελεύθερων δυνάμεων, (αστικών και κομμουνιστικών) επαναπροσδιορίστηκαν και επαναχαράχτηκαν τα νέα σύνορα, οι σφαίρες επιρροής των τριών μεγάλων δυνάμεων της εποχής, η νέα βασανιστική πορεία της Ανθρωπότητας είχε αρχίσει μέσα σε δημοκρατικά- κοινοβουλευτικά πλαίσια τώρα.

        Από τότε που άρχισα να διαβάζω βιβλία Ιστορίας της ελληνικής ή της παγκόσμιας, πάντα πρόβαλε μέσα μου ένα αμείλικτο ερώτημα, ιστορικό αλλά και φιλοσοφικό καθώς ανακάλυπτα στις σελίδες της περιπτώσεις ατόμων τα οποία στράφηκαν ενάντια στους συμπατριώτες τους σε πολεμικές περιόδους συντασσόμενες με την πλευρά του εχθρού και εισβολέα. Τι παρότρυνε έναν πολίτη μιας χώρας να συνεργαστεί με τους εχθρούς και εισβολείς της πατρίδας του; Τι ωθεί ένα άτομο να μην είναι πατριώτης και να γίνεται δοσίλογος και εχθρός εναντίων των ομοφύλων του, να κάμπτονται οι αγωνιστικές του αντιστάσεις; Να στρέφεται ενάντια του έθνους, της φυλής του, των ομοίων του, ομόγλωσσων, ομοπάτριων, ομόθρησκων ή μη συμπατριωτών του; Να γίνεται συνεργάτης του εχθρού, να καταφεύγει στις δικές του δυνάμεις για να επιβιώσει σε βάρος ολόκληρου του έθνους του και της καταστροφής του; Θέλει να αποκτήσει υλικά αγαθά και κέρδη; Περιπτώσεις μαυραγοριτών. Να σώσει την ζωή του και της οικογένειάς του με όποιο τίμημα; Να εκδικηθεί συμπατριώτες του για προηγούμενές τους διαφορές; Δελεαστικές προτάσεις του εχθρού-εισβολέα ή προγενέστερων ειρηνικών περιόδων ατομικά ή οικογενειακά πάθη και μίση; Επιθυμία του συνεργάτη να αποχτήσει προνόμια και να αναδειχτεί; Ή από πίστη, από πεποίθηση ότι ο όποιος εχθρός και εισβολέας θα επικρατήσει τελειωτικά, και έτσι, οφείλει σαν περισσότερο «καπάτσος», έρποντας και ρουφιανεύοντας να πάει με το μέρος του; Ή μήπως πάλι από συνειδητή ιδεολογική επιλογή, πιστεύοντας σε διεθνιστικές θεωρίες και απόψεις. Ποιοί και σε ποιό βαθμό δικαιολόγησαν τις γυναίκες εκείνες που βρήκαν πρόσκαιρο «καταφύγιο» στην συντροφιά των εχθρικών δυνάμεων για να έχουν τροφή για τα παιδιά τους; Που βρίσκεται η αλήθεια στην μετέπειτα απολογία των συνεργατών ότι έπραξαν όσα έπραξαν για να βοηθήσουν στην αποφυλάκιση και απελευθέρωση ελλήνων πατριωτών, να τους γλυτώσουν από τον βέβαιο θάνατο από τα εχθρικά ναζιστικά χέρια, τις φυλακές και τα μπουντρούμια; Τι ποσοστό πολιτικής και στρατιωτική ιστορικής αλήθειας εμπεριέχουν τα Απομνημονεύματα των ελλήνων πολιτικών και στρατιωτικών που διετέλεσαν πρωθυπουργοί ή αναρριχήθηκαν σε άλλες κυβερνητικές θέσεις την περίοδο της σκλαβιάς, του πολέμου και της κατοχής; Δεν είναι μόνο τα Απομνημονεύματα του στρατηγού Τσολάκογλου αλλά και οι μετέπειτα Μαρτυρίες άλλων δημόσιων παραγόντων. Τέλος, τι είχε και έχει αποφασίσει να διασώσουν και να διατηρήσουν ως αλήθεια οι μυλόπετρες της Ιστορίας; Της επίσημης Ιστορίας που, άλλοτε περισσότερο άλλοτε λιγότερο, αποδέχεται ή αγνοεί την ανθρώπινη φύση. Συμπερασματικά, αν δούμε την μακροιστορία της φυλής μας και του γένους μας, από αρχαιοτάτων χρόνων υπήρχαν είτε οι σπιούνοι είτε οι προσκυνημένοι είτε αυτοί οι οποίοι κατέφευγαν στην εχθρική προστασία για να γλυτώσουν από τις δίκες και τα κυνηγητά των συμπατριωτών τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της Πόλεως Πειραιώς, ο μέγας ευφυής νους, ο Θεμιστοκλής. Η Βυζαντινή περίοδος και η περίοδος της Τουρκοκρατίας, η νεότερη Ιστορία των σύγχρονων χρόνων μετά την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους, τα χρόνια της Ιταλικής και Γερμανικής εισβολής, τα σκοτεινά εμφυλιακά και μετεμφυλιακά χρόνια, είναι γεμάτα από παραδείγματα περιπτώσεων Ελλήνων που Μήδισαν. Ακόμα και στα δικά μας, της γενιάς μας χρόνια, την επτάχρονη περίοδο της Χούντας, δεν είναι λίγα τα παραδείγματα των αντιτίμων των αργυρίων της προδοσίας. Είναι τυχαίο άλλωστε, ότι ο ελληνικός κινηματογράφος έχει αναδείξει σε «αγαπητές» και αλησμόνητες φυσιογνωμίες τους ηθοποιούς Αρτέμη Μάτσα, Σπύρο Καλογήρου και άλλους, που υποδύθηκαν τον ρόλο του προσκυνημένου ή ρουφιάνου; Η αξέχαστη εικόνα του Δήμου Σταρένιου ως γερό λαδά, στο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη και της ομώνυμης ταινίας; Φωτογραφήσεις αυθεντικές των λαθών και των παθών της ράτσας μας, της φυλής μας που εμφανίζονται σε εξέλιξη μέσα στην διαχρονία της Ελληνικής Ιστορίας και διαδρομής. Είναι η του Ιούδα πλευρά της συνείδησής μας η αντιμαχόμενη της θυσιαστικής προσφοράς του Ιησού στον παγκόσμιο, οικουμενικό μύθο της ανθρωπότητας. Τα σκηνικά αλλάζουν, οι ερμηνευτές παραμένουν οι ίδιοι αλλάζοντας τα Προσωπεία τους.

      Και καθώς διάβαζα την Ιστορία της Γερμανικής Λογοτεχνίας στην οποία αναφερθήκαμε σε προηγούμενο για τον Φρήντριχ Χαίλντερλιν σημείωμά μας, δεν μπόρεσα να μην αναγνώσω εκ νέου το κεφάλαιό της «Η Λογοτεχνία στο «Τρίτο Ράιχ» που υπογραφόταν από τον ίδιο συγγραφέα που έγραψε το κεφάλαιο για  τον Φ. Χαίλντερλιν. Το  κεφάλαιο χωρίζεται στις ενότητες «Η κατάληψη της εξουσίας από τους εθνικοσοσιαλιστές», την ενότητα «Η «αισθητικοποίηση της πολιτικής» ή η φασιστική πολιτική ως «ολιστικό καλλιτέχνημα»».- «Η λογοτεχνία της «εσωτερικής μετανάστευσης» και την ενότητα «Η συγγραφή στην παρανομία». Η Τευτονική ορολογία το «Θέμα του Τίνγκσπιλ» μου έδωσε την αφορμή να σταθώ στο καταγγελτικό άρθρο του συνεργάτη του περιοδικού Φιλολογικά Χρονικά Επαμεινώνδα Μεταξά με τίτλο «Οι Ανάξιοι» αλλά και οι αντιδράσεις που προκάλεσε όπως φαίνεται από τα δύο επόμενα τεύχη του και τις επιστολές που αποστάλθηκαν στο περιοδικό. Στο ποιοί στην πραγματικότητα Έλληνες συγγραφείς και καθηγητές συνεργάστηκαν με το περιοδικό της Ιταλικής φασιστικής προπαγάνδας ΚΟΥΑΔΡΙΒΙΟ και ποιοί όχι, και από λάθος συμπεριλαμβάνεται το όνομά τους στους Μηδήσαντες.

        Το εφημερίδα- περιοδικό «Κουαδρίβιο» ελληνική έκδοση της καθημερινής εφημερίδας «Τίβερις» αφιερωμένη εις την ιταλοελληνική συνεργασίαν Τελέσιο Ιντερλάντι, με γραμματεία σύνταξης τον Ι. Σπ. Κουρούνη, εκδίδονταν στην Ιταλία, στην Ρώμη, το είχα δει για πρώτη φορά στο αρχείο του ΕΛΙΑ όταν έψαχνα να διαβάσω άρθρα για τον έλληνα ποιητή Κωστή Παλαμά. Γνώριζα μέσες άκρες ότι κυκλοφόρησε σε όχι τόσο τακτικά διαστήματα τις Κυριακές από τον Φθινόπωρο μάλλον του 1941 έως το 1943 (;). Η φιλόλογος και δοκιμιογράφος Αλεξάνδρα Κ. Μπουφέα στην γνωστή έρευνά της και το βιβλίο της «Τα Λογοτεχνικά Περιοδικά της Κατοχής», εκδόσεις Σοκόλης, Αθήνα 2006 στις σελίδες 499-508 στις οποίες ερευνάται η διάρκεια έκδοσής του στην Ελλάδα την περίοδο του Πολέμου και της Κατοχής, δίνει τους χρονολογικούς άξονες της κυκλοφορίας του από τον Μάρτιο του 1942 έως τον Απρίλιο του 1943 θέτοντας ένα ερωτηματικό για την ημερομηνία του τέλος της έκδοσής του, όπως όσοι ενδιαφερόμενοι ερευνητές και αναγνώστες του θέματος έχουν στην διάθεσή τους. Η Εθνική Βιβλιοθήκη έχει στην διάθεσή της τεύχη του ελληνόφωνου αυτού εντύπου «που εκδίδουν οι ιταλικές Αρχές, σχεδόν από τους πρώτους μήνες της Κατοχής μέχρις ότου τους διαδεχτούν στην εξουσία οι Γερμανοί» όπως μας λέει η Μπουφέα σ. 500. Η καθηγήτρια δίνει την ταυτότητα του περιοδικού ερευνώντας έναν αριθμό τευχών των χρόνων 1942 και 1943. Μας δίνει την φιλοσοφία και την προπαγανδιστική οπτική του, τους πολιτικούς σκοπούς του, καυτηριάζοντας και δικαίως όλα όσα γράφτηκαν από ελληνικές συγγραφικές, δημοσιογραφικές και άλλες γραφίδες κατά την περίοδο της επίσκεψης του Ιταλού δικτάτορα στην Αθήνα. Για την περίπτωση της επίσκεψης του Ιταλού δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι, τα γραφόμενα και δημοσιευθέντα στον ελληνικό τύπο, υπάρχουν αναρτήσεις των τελευταίων χρόνων στο διαδίκτυο, ορισμένες μάλιστα από αυτές εμπλουτίζονται και από φωτογραφίες ολοσέλιδες του «Κουαντρίβιου» και δίνουν περισσότερες λεπτομέρειες, ομογνομώντας στις κρίσεις και θέσεις για την στάση των ελλήνων και τους σκοπούς- τους προπαγανδιστικούς- της εφημερίδας-περιοδικού.

        Έχοντας μπροστά του ο όποιος ενδιαφερόμενος αναγνώστης, τα ονόματα των ελλήνων πνευματικών ατόμων, δημοσιογράφων, καθηγητών πανεπιστημίου, λογοτεχνών, ποιητών, κριτικών λογοτεχνίας, θεατρικών συγγραφέων, ιστορικών του ελληνικού θεάτρου, επτανήσιων δημιουργών, όπως αναφέρονται στις σελίδες του περιοδικού Φιλολογικά Χρονικά, όσο καλόπιστος και αν είναι, με τα σημερινά μετά πολεμικά δεδομένα δεν μπορεί να μην νιώσει μία αμηχανία για το πώς βρέθηκαν ελληνικές αντρικές κυρίως αλλά και γυναικείες γραφίδες να συνεργάζονται σε έντυπα του εχθρού εισβολέα. Όταν αναγνωρίζει τα ονόματα της βαρύτητας του κριτικού Κλέωνος Παράσχου, του αγιογράφου και πεζογράφου μικρασιάτη Φώτη Κόντογλου, του ποιητή Φώτου Γιοφύλη, του πρώτου ιστορικού του ελληνικού θεάτρου Νικόλαου Ι. Λάσκαρη, του σημαντικού συγγραφέα και διευθυντή της «Νέας Εστίας» Γρηγορίου Ξενόπουλου, του Κώστα Καιροφύλλα και άλλων, δεν μπορεί να μην νιώσει άβολα, ας επαναλάβουμε αμήχανα. Η πρώτη εντύπωση είναι αρνητική αν μάλιστα σκεφτούμε και την απώλεια του τρυφερού ποιητή Γιώργου Σαραντάρη στον ελληνοιταλικό πόλεμο. Δίχως να αγνοούμε και τις σχετικές επιστολές οι οποίες μας αναφέρουν ότι ορισμένα ονόματα συγγραφέων δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια του δημοσιεύματος των Φιλολογικών Χρονικών. Στο διαδίκτυο σε σχετικό με το θέμα κείμενο διαβάζουμε την υπερασπιστική άποψη συγγενών του συγγραφέα Κώστα Φαλτάϊτς. Από την πλευρά μας όμως, θα θέσουμε ας μας επιτραπεί ορισμένα ερωτήματα, για να μην διαβάζουμε το μονόλογο ενός ιστολόγου στο παρόν σημείωμα.

        Καλοπροαίρετα μας έκανε έκπληξη όταν σε παλαιότερα διαβάσματά μας και ξεφυλλίσματα παλαιών περιοδικών διαβάσαμε για πρώτη φορά τις θέσεις και τις κρίσεις, την παρουσίαση της εικόνας του φασίστα δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι σε κείμενα του Κρητικού συγγραφέα και φιλοσόφου και πολιτικού υποκειμένου Νίκου Καζαντζάκη, σε βιβλία του θεατρικού συγγραφέα Αλέκου Λιδωρίκη και ορισμένων άλλων όχι τόσο πρωτοκλασάτων ελλήνων συγγραφέων. Αυτό το γεγονός μας έκανε εντύπωση, όταν μάλιστα είσαι σε μία νεαρή ηλικία που το αίμα σου βράζει από τις ιδεολογικές και πολιτικές θύελλες των χρόνων σου, και εσύ έχεις επιλέξει την δημοκρατική πλευρά του τόξου της πολιτικής όπως αποδεχόμαστε τους σχηματικούς ή μη πολιτικούς και κοινωνικούς διαχωρισμούς. Οι κοινωνικές και πολιτικές καταστάσεις και συγκυρίες της εποχής, τα τότε γεγονότα και οι εξελίξεις δεν σου επέτρεπαν την αποδοχή τέτοιων συμπεριφορών όταν μάλιστα, μέσα στο οικογενειακό σου περιβάλλον ήσαν νωπές ακόμα οι ιστορικές μνήμες του πολέμου, της πείνας, της κατοχής και της αντίστασης. Ακόμα και την δίτομη έκδοση του έργου «Ο Αγών» μου του Χίτλερ των εκδόσεων «Δαρεμά» έμενε άγγιχτος από συνειδησιακή αντίδραση και σεβασμό στάσης απέναντι στις θυσίες πάνδημου του Ελληνικού Λαού, των θυσιών του και των αγωνιστικών προσφορών του. Έπρεπε να περάσουν αρκετές δεκαετίες από τα χρόνια της εφηβικής μας περιόδου, χαρίζοντας πρώτα την πρώτη αυτή έκδοση, και αγοράζοντας εκ νέου την έκδοση των εκδόσεων «Κάκτος» και να διαβάσουμε το έργο αυτό των ιδεών και αξιών των εθνικοσοσιαλιστών και να σταθούμε στην κατατοπιστική εισαγωγή του γνωστού Κλεάνθη Γρίβα. Μετέπειτα σε σπίτι φίλων ξεφυλλίσαμε το βιβλίο «Η Πολιτεία» του ιταλού δικτάτορα μεταφρασμένου στα αγγλικά. Το ερώτημα όμως μέσα μας παρέμενε. Ποιά η αιτία η οποία έκανε Έλληνες λογίους και διανοουμένους, και τμήμα του Ελληνικού Λαού, να υπερασπίζεται τον Μπενίτο Μουσολίνι, να γράψει για αυτόν αλλά κυρίως, σαν σκλαβωμένος λαός, πού του κήρυξαν τον πόλεμο οι ιταλικές φασιστικές δυνάμεις, αυτές που βούλιαξαν την «ΈΛΛΗ» στην μεγάλη θεομητορική εορτή της Παναγίας, στην Τήνο, να κρύβει μέσα στα σπίτια του, στα χωριάτικα χαγιάτια του, στις στάνες τους, στα δώματά τους, τα υπόγειά τους, με κίνδυνο της ίδιας τους της ζωής, να προφυλάσσει Ιταλούς στρατιώτες (τους κοκορόφτερους όπως τους αποκαλούσαν) από την γερμανική στρατιωτική λαίλαπα, πού, δεν κυνηγούσαν μόνο τους Έλληνες πατριώτες αλλά και τους Ιταλούς στρατιώτες που βρίσκονταν ακόμα στο ελληνικό έδαφος μετά την εισβολή των ναζί στρατιωτών. Έχω ακούσει, όχι μόνο διαβάσει σε σελίδες βιβλίων, από το στόμα ελλήνων και ελληνίδων βασανισμένων και ταλαιπωρημένων αγωνιστών να μας λένε πόσο συμπαραστάθηκαν στους Ιταλούς στρατιώτες αν και δεν είχαν περάσει αρκετοί μήνες από τότε που εισέβαλαν στην Ελλάδα. Οι Έλληνες που εξομολογούνταν αυτές τις τότε παράτολμες ενέργειές τους, τις φιλάνθρωπες και ανθρωπιστικές τους πράξεις υπέρ των πρώην εχθρών και γειτόνων τους, κάθε άλλο παρά ανήκαν ή υποστήριζαν τις φασιστικές θέσεις του κόμματος του Μουσολίνι. Ήσαν αυθεντικοί αντιφασίστες αλλά, μέσα στους άπειρους κινδύνους που περνούσαν ατομικά και σαν λαός εξαιτίας του πολέμου και της κατοχής-εισβολής, συμπονούσαν τους Ιταλούς μουσικόφιλους νεαρούς ερωτύλους στρατιώτες. Τα Ιταλικά παιδαρέλια που τα ξεγέλασαν ιδεολογικά και τους εμφύσησαν το αρχαίο του γένους τους Ρωμαϊκό Μεγαλείο, και τους στράτευσαν να κατακτήσουν τα Βαλκάνια, την Ελλάδα, την πάμφτωχη χώρα του αυτοκράτορα Χαϊλέ Σελασιέ την Αιθιοπία. Αν δούμε κάπως, πιο ήρεμα και ιδεολογικά φορτισμένα, «αποστασιοποιημένα» εκείνα τα Ελληνικά χρόνια, ίσως, γράφω ίσως, κατανοήσουμε ορθότερα και μπορέσουμε να εξηγήσουμε αν όχι να δικαιολογήσουμε, να ερμηνεύσουμε τις πράξεις εκείνες των ελλήνων πνευματικών δημιουργών και άλλων καλλιτεχνικών παραγόντων, πράξεις και ενέργειες που αμαύρωσαν την φήμη τους, σπίλωσαν το όνομά τους, καταδικάστηκαν τα γραπτά και οι συμμετοχές τους.

Οι απόψεις αυτές, δεν είναι μία εκ των υστέρων συνηγορία αλλά μία προσπάθεια κατανόησης των ιστορικών γεγονότων, εμβάθυνση ορθότερη των αιτιών, άρθρωση ερωτημάτων, ή επαναερωτημάτων πάνω σε γεγονότα και ενέργειες, πνευματικές δράσεις ελλήνων που εμείς δεν ζήσαμε, δεν βιώσαμε, αλλά γεννηθήκαμε στα μεταπολεμικά των δεκαετιών χρόνια μεταφέροντας τις «ενοχές» και τα τραύματα και τις πληγές που βίωσαν οι δικοί μας στους αντιφασιστικούς και απελευθερωτικούς αγώνες τους. Και, κάτι ακόμα.  Πέρα από το περιοδικό «Κουαδρίβιο» υπήρχε και το «Νέο Κράτος», «Ο Εικοστός Αιών» και άλλα λαθρόβια περιοδικά τα οποία υποστήριζαν ανοιχτά την Γερμανική ιδεολογία. Ποιος τα θυμάται όμως και ποιοι από τους συνεργάτες τους διασώθηκαν και για πιο λόγο; Έμεινε η ρετσινιά στον ιστορικό της ελληνικής λογοτεχνίας Άριστο Καμπάνη, στον καλοκάγαθο Μάριο Βαγιάνο κλπ. Παραβλέποντας ότι στα νεότερα ελληνικά και ευρωπαϊκά χρόνια υπήρξαν σημαντικοί και αξιόλογοι δημιουργοί και φιλόσοφοι οι οποίοι συντάχθηκαν και ύμνησαν τον κόκκινο πατερούλη και τον υμνούν ακόμα και μετά την πρώτη του Κρουτσόφ αποκαθήλωση και την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989. Διανοούμενοι που αποδέχτηκαν άκριτα την Πολιτιστική Επανάσταση του Μεγάλου Τιμονιέρη με τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα για τον πολυπληθή λαό του. Να γιατί στην αρχή αυτού του κειμένου, αναφέρθηκα για τις «ατιμίες» της επίσημης Ιστορίας ή τουλάχιστον, σε μία από τις αναθεωρητικές της πλευρές

Συμπερασματικά, στον φετινό μας εορτασμό στην μνήμη όλων αυτών που υπέφεραν και βασανίστηκαν, ταλαιπωρήθηκαν από τις ναζιστικές δυνάμεις εισβολής και κατοχής, ας διαβάσουμε εκ νέου τις νεότερες σελίδες της ελληνικής ιστορίας, ας θέσουμε ερωτήματα και ας αναστοχαστούμε νοερά πάνω σε βασικά ιστορικά ερωτήματα- ζητήματα και όχι μάλλον στα παραπολιτικά τους.

Πριν κλείσουμε το εν είδη εορτασμού αυτό σημείωμα της 28ης Οκτωβρίου, να γράψουμε ότι παρακολουθήσαμε στο κανάλι της Βουλής την παρουσίαση του τόμου «Τα οικονομικά της Δικτατορίας», από τους προσκεκλημένους συμμετέχοντες συγγραφείς εισηγητές. Ενδιαφέρουσες αναλύσεις από όλους, φωτισμοί άγνωστοι στο ευρύ κοινό και ερμηνείες σε εμάς για μία πρόσφατη ταραγμένη περίοδο της ελληνικής ιστορίας πού, ίσως, να μην ενδιαφέρει και αφορά μόνο τους καθαρούς ιστορικούς τους φιλίστορες ερευνητές αλλά και τους λογοτέχνες μια και η λογοτεχνία και στις ευρύτερες διαστάσεις της η ανθρώπινη Τέχνη και Δημιουργία- Καλλιτεχνία, καθρεπτίζει την ίδια την ζωή μέσα στην ιστορική της εξέλιξη.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2024.

                  

   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου