Οδός Πανός
εργοτάξιο
εξαιρετικών αισθημάτων
έτος 43ο,
τχ. 203, Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2024, σ. 164
Αφιέρωμα
στον ΡΟΥΝΤΟΛΦ ΝΟΥΡΕΓΙΕΦ
«Κλείνουμε το 43ο έτος. Και μπαίνουμε με το περιοδικό Οδός
Πανός στα καλύτερα σπίτια. Τα σπίτια Σας! Σας ευχαριστούμε.». σελ. 107
Με αυτά τα λιτά αλλά ουσιαστικά
ευχαριστήρια λόγια, κυκλοφόρησε το νέο τεύχος με αριθμό 203 της Οδού Πανός, το
τελευταίο του 2024. 1981-2024 σαράντα τρία χρόνια ευδόκιμης, παραγωγικής
κυκλοφορίας δεν είναι λίγα, ούτε εκδοτικά και λογοτεχνικά αμελητέα για ένα
περιοδικό, λογοτεχνικών μάλιστα προδιαγραφών. Είναι πραγματικός άθλος, για
όσους γνωρίζουν έστω και ελάχιστα από εκδόσεις και κυκλοφορίες περιοδικών, όχι ποικίλης
ύλης ιλουστρασιόν σελίδων και της μόδας διαφημίσεων τα οποία έχουν μεγάλο τιράζ
πωλήσεων μια και απευθύνονται σε πολυπληθέστερο και ετερόκλητο αναγνωστικό
κοινό. Η σταθερή εκδοτική κυκλοφορία (ευκταία ανοδική) ενός λογοτεχνικού
περιοδικού στην χώρα μας, με μικρό αναγνωστικό κοινό σε σχέση με άλλες
πολυπληθέστερες και ανεπτυγμένες χώρες, χρειάζεται κότσια, υπομονή, οικονομική
στήριξη, αντοχές και πολύ μα πάρα πολύ τρέξιμο. Αυτόν τον εκδοτικό άθλο τον
κέρδισε η οδός Πανός με την δική της ποικιλία πνευματικής, καλλιτεχνικής και
δημοσιογραφικής ύλης στην μέχρι σήμερα διαδρομή της. Αυξάνοντας σταδιακά τις
σελίδες της, εμπλουτίζοντάς της, αποκτώντας νέους συνεργάτες, διευρύνοντας με
επίκαιρα από την ελληνική και ξένη κοινωνική δημοσιότητα τα θέματά της. Φυσικά,
όπως είναι εύλογο, αυτός ο επίμοχθος άθλος, δεν θα μπορούσε ίσως να επιτευχθεί
αν αύξαναν τα έξοδα του περιοδικού, δηλαδή, το περιοδικό πλήρωνε τους
συνεργάτες του για τα κείμενά και τα δημοσιεύματά τους, τα περιεχόμενά της. Η
πρακτική αυτή, δεν συνηθίζεται στον ελληνικό χώρο της έκδοσης των περιοδικών και μάλιστα των λογοτεχνικών, αυτό το επαγγελματικό συγγραφικό αλισβερίσι
εφαρμόζεται συνήθως στις εκδόσεις ένθετων περιοδικών των μεγάλων πολιτικών
εφημερίδων. Στην εκδοτική «πιάτσα» όπως έχει παλαιότερα λεχθεί σε διάφορα
έντυπα, υπήρχαν τίτλοι λογοτεχνικών περιοδικών των οποίων ο εκδότης τους
ζητούσε χρήματα από έναν ποιητή ή πεζογράφο για να δημοσιεύσει το ποίημά του ή
το διήγημά του. Αλλά σε ελεύθερης εμπορικής αγοράς συνθήκες, περιβάλλον, ο όποιος συγγραφέας είναι
«αναγκασμένος» να λειτουργήσει ανάλογα με τους κανόνες που επικρατούν, να τους
αποδεχθεί ή να τους απορρίψει, πληρώνοντας από την μεριά του το τίμημα. Την
έκδοση του περιοδικού οδός Πανός στην κυριολεξία, μετέφερε στους ώμους του ο
Πειραιώτης ποιητής και εκδότης του, γεννημένος τον Οκτώβριο του 1948 στον Πειραιά
από Αρκάδες γονείς, οποίος εμφανίστηκε στα γράμματα το 1973, ένας από τους ποιητές
της Γενιάς του 1970. Ασφαλώς, η κοπιώδης αυτή πολύχρονη προσπάθειά του, δεν θα
μπορούσε να υλοποιηθεί δίχως την συμπαράσταση φίλων και συνεργατών του
συγγραφέων, παροδικών ή μόνιμων του περιοδικού και πάνω από όλα των χιλιάδων
αναγνωστών του που σταδιακά αύξαναν. Ας μην εθελοτυφλούμε η Τέχνη σε όποια
μορφή και είδος της, ο κάθε συγγραφέας χρειάζεται αναγνωστικό κοινό, τους
θεατές και ακροατές της για να επιβεβαιώσει την ύπαρξή της. Δίχως κοινό η Τέχνη
είναι αλειτούργητη και ακοινώνητη. Αν δεν ενδιαφέρει το κείμενο ενός συγγραφέα
ή η έκδοση ενός περιοδικού, αυτά δεν μπορούν να επιβιώσουν στην εκδοτική ή
κυκλοφοριακή τους πρόταση και πρόθεση. Δημιουργία, δημόσια έκδοση και
παρουσίαση, αναγνωστικό «καταναλωτικό» κοινό πάνε μαζί.
Ο κ. Γιώργος Χρονάς έπρεπε από την μεριά του, σαν ιδιοκτήτης μίας μικρής εκδοτικής μονάδας και ενός βιβλιοπωλείου να ισορροπήσει μεταξύ των εμπορικών εκδοτικών του αναγκών, επιβίωσής του σαν εκδότης-έκδοση περιοδικού, cd., βιβλίων δικών του σαν ποιητής αλλά και άλλων συγγραφέων τα οποία εξέδωσε από τον ομώνυμο τίτλο και τις εκδόσεις «σιγαρέτα» που ίδρυσε-, και, λογοτεχνικής και καλλιτεχνικής αποδοχής των φιλοδοξιών του από τον ευρύτερο ανταγωνιστικό συνήθως αθηναϊκό και πανελλαδικά πνευματικό και καλλιτεχνικά χώρου, λογίους, διανοουμένους, συγγραφείς, εκδότες οι οποίοι μεσουρανούσαν εκείνα τα χρόνια στο πολιτιστικό της Ελλάδας στερέωμα.
Ήταν Ιανουάριος του 1981 όταν κυκλοφόρησε το 1ο
της τεύχος. «ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ» Εργοτάξιο Εξαιρετικών Αισθημάτων- τρείς φορές το
χρόνο. Τιμή τεύχους 120 δραχμές. Εκδότης- Διευθυντής, Αλληλογραφία, Γραφική
επιμέλεια Γιώργος Χρονάς. Φωτοσύνθεση: Επτάλοφος ΑΒΕΕ. Τυπογραφείο: Άγγελος
Ελεύθερος. Σελίδες 96, στο εξώφυλλο φωτογραφία του Γιώργου Τουρκοβασίλη.
Κεντρική διάθεση: Εξάντας, Κωλέττη 11 Αθήνα. Το πρώτο τεύχος άνοιγε τις σελίδες
του με μικρά κείμενα του αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Π. Καβάφη από το
Αρχείο του καθηγητή Γιώργου Π. Σαββίδη. Ενώ ακολουθούσαν «Τρείς επιστολές» του
ρώσου χορευτή Βάσλαβ Νιζίνσκυ σε μετάφραση Εύμολπου Συναδηνού. Στο οπισθόφυλλο
υπήρχε διαφήμιση του νέου βιβλίου του εκδότη: «Ελληνορωμαϊκή πάλη» που θα
κυκλοφορούσε στις 30 Μαρτίου από τις εκδόσεις «Ύψιλον». Το πρώτο τεύχος της οδού
Πανός κλείνει την αυλαία των σελίδων του με δύο ποιήματα του Μελωδού των
Ονείρων μας Μάνου Χατζιδάκι. «ΣΠΟΥΔΗ» και «ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑΣ». Μας δηλώνει
ο εκδότης στην εναρκτήρια παρουσία του στις σελίδες 90-91:
«Η οδός Πανός (17) στην αρχή ήταν μια
κάμαρα 5χ3 κάπου στην Πλάκα του 1973. Το ενοίκιό της ήταν 800 δρχ. στην αρχή
και 1.100 δρχ. όταν έφευγα για αλλού- το νοίκιασαν ακριβότερα σε πωλητές
τουριστικών ενθυμίων.
Η οδός Πανός είχεν υγρασία τον χειμώνα και δροσιά το καλοκαίρι. Το
περιβάλλον της δεν άρεσε σε γιατρούς και νοσοκόμες, σε συμβολαιογράφους και
δικηγόρους, σε νεαρούς που παραθέριζαν στην Μύκονο και στην Ύδρα. Άρεζε όμως σε
γκαρσόνια και στρατιώτες, σε ναύτες και παιδιά του δρόμου και εταίριαζε στην
πτώχεια μας.
Τον Μάρτιο του 1979 η οδός Πανός έγινε εκπομπή για το Τρίτο Πρόγραμμα
του Μάνου Χατζιδάκι- 16 εκπομπές με αυτόν τον τίτλο και 50 (παιγμένες και μη)
με τίτλο το εκάστοτε θέμα της εκπομπής.
Αυτό το περιοδικό-βιβλίο, που τώρα και στο εξής οδός Πανός θα λέγεται,
θα περιέχει ό,τι ακριβό και πολύτιμο μέσα σε λάσπες και υγρασία, σκόνη και
ψευδοροφές, η οδός Πανός περιέχει και
περισυνέλεξε. Θα είναι όπως το δάκρυ πάνω σε τζάμια καφενείων το χειμώνα, όπου
τα χνώτα περαστικών ανδρών φτιάχνουν λέξεις ή υγρασία.»
Η ξεκάθαρη
αυτή «διακήρυξη» φανερώνει τις προθέσεις του εκδότη και κατά κάποιον τρόπο την
ταυτότητα της οδού Πανός στο μέλλον. Η έκδοση, δεν σκόπευε να απευθυνθεί σε
λογοτεχνικά σαλόνια, διανοούμενους και λογίους πέριξ και εντός της περιοχής του
Κολωνακίου, μυημένους στην δυτικών θεωριών κουλτούρα (και θολούρα) ειδικούς
αναγνώστες που πίνουν το καφεδάκι τους στο «Ντόλτσε» και συζητούν για αυτήν
μεταξύ τους. Ήθελε να αγγίξει το αναγνωστικό ενδιαφέρον των ελλήνων βιβλιόφιλων
σε κάθε υποβαθμισμένη, λαϊκή συνοικία και περιοχή ανά την επικράτεια. Να κεντρίσει
την προσοχή του νεανικού κοινού, μαθητών και μη, των επαρχιακών πόλεων, να
πιάσουν το περιοδικό στα χέρια τους να το ξεφυλλίσουν, να το διαβάσουν,
ανεξάρτητα από το μορφωτικό τους επίπεδο, την οικονομική τους κατάσταση, την
μικρή τους έφεση για ποίηση, πεζογραφία, μελέτη, την φτώχεια της ζωής τους. Η
οδός Πανός ήταν μία άλλη εκδοτική μαρτυρία, το εγχείρημα μιάς άλλης φωνής η οποία
θα μπορούσε να ακουστεί και να μπει σε κάθε σπίτι οποιασδήποτε ελληνικής
οικογένειας, φτωχής, μικρομεσαίας, ευκατάστατης, ανεξάρτητα του μορφωτικού της επιπέδου, και
παράλληλα, να ενδιαφέρουν τα κείμενά της, ένα ειδικότερων γούστων κοινό. Ας
φέρουμε στο νου μας τίτλους λαϊκών εντύπων τα οποία κυκλοφορούσαν την περίοδο
αυτή, πέρα από τα «καθώς πρέπει» λογοτεχνικά περιοδικά. Η οδός Πανός αν δούμε
συνολικά την ύλη των αρχικών τευχών της, υπήρξε ένα περιοδικό το οποίο
εξέφραζε θα σημειώναμε τις Beat ομάδες των συγγραφέων και καλλιτεχνών. Δεν περιορίστηκε μέσα
στα τείχη των καθαρόαιμων λογοτεχνικών περιοδικών τα οποία ήταν επικεντρωμένα
στην δημοσίευση θεωρητικών κειμένων, σχολαστικών αναλύσεων, όχι εύπεπτων
αναγνωστικά δημοσιευμάτων, η οδός Πανός έπιασε τους καλλιτεχνικούς σφυγμούς της
νέας εποχής που ανέτειλαν, το τι επιθυμούσαν να εκφράσει με τα δημοσιεύματά
της, τις μεταφράσεις τους οι νεότερες γενιές συγγραφέων και ηλικιακά να
διαβάσουν αναγνώστες. Η ύλη της δεν έμεινε στα όρια των τομέων και τα είδη της
λογοτεχνίας, παρουσίασε θέματα που αφορούσαν την σύγχρονη μουσική βιομηχανία
και τα είδωλά της, ζητήματα προερχόμενα από το κινηματογραφικό στερέωμα, το θεατρικό
παραδοσιακό και μοντέρνο σανίδι. Είχε καλλιτεχνικές και κοινωνικές
ανταποκρίσεις από τα συμβαίνοντα στο εξωτερικό. Μικρές πινελιές σχολιασμού της
κοινωνικής πραγματικότητας όπως τις κατέγραφε η ντόπια και διεθνής
ειδησιογραφία του ημερήσιου τύπου στα ψηλά γράμματα. Οι κριτικές παρουσιάσεις
βιβλίων ή καταγραφές νέων εκδόσεων ήσαν σταθερές, το ίδιο και οι σελίδες τεχνοκριτικής,
οι παρουσιάσεις θεατρικών παραστάσεων. Εκατοντάδες τα γραμμένα στα ελληνικά
ποιήματα, διηγήματα και οι μεταφράσεις ξένων ποιητών και πεζογράφων, ενώ δεν
απουσίαζαν οι μελέτες και το δοκίμιο. Ο Πειραιώτης ποιητής και στιχουργός, εκδότης,
προερχόμενος από μάλλον φτωχή πολυμελή οικογένεια της Αρκαδίας όπως μας εξομολογείται
στην πρόσφατα εκδοθείσα Αυτοβιογραφία του, «Το όνομά μου είναι Γιώργος Χρονάς»,
εκδόσεις Οδός Πανός 2024, πριν την έκδοση του περιοδικού του, ήταν ήδη γνωστός
με τις ποιητικές του συλλογές και βιβλία, «Βιβλίο 1» (1973), «Οι λάμπες» (1974), «Τα μαύρα τακούνια» (1979),
«Ελληνορωμαϊκή πάλη» και «Τελετές μοτοσυκλέτας» 1981, και από την συμμετοχή του
στην θρυλική παράσταση των «Τρωάδων» του πειραιώτη εικαστικού Γιάννη Τσαρούχη στο θέατρο- πάρκιν της οδού Καπλανών στην Αθήνα, μεταφερμένη και στο Δημοτικό
Θέατρο του Πειραιά, και από την μελοποίηση στίχων του από τον μουσικοσυνθέτη
Γιάννη Μαρκόπουλο. Όταν η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στις ευρύτερες περιοχές
του Πειραιά, το Πέραμα, την Νίκαια, (η οικογενειακή τους οικία βρίσκεται ακόμα
απέναντι από το Κρατικό Νοσοκομείο επί της Πέτρου Ράλλη) ο νεαρός μαθητής Γιώργος
Χρονάς φοίτησε στο γνωστό ιδιωτικό δημοτικό σχολείο του Αυγέρη (στο πλάι της
εκκλησίας της Αγίας Σοφίας), στην Πειραϊκή συνοικία του 5ου
διαμερίσματος και κατόπιν, σε λύκειο πάλι περιοχής του Πειραιά. Σε αυτές τις
συνοικίες κατοικούσε ο ποιητής και εκδότης περιοδικού Δημήτρης Γιατράκος, διέμενε
για ένα διάστημα ο διηγηματογράφος Βελισάριος Μουστάκας, ήσαν οι οικογενειακές
κατοικίες των καθηγητών και συγγραφέων Ηλία Κυζηράκου και Βρασίδα Καραλή, του
γράφοντος, χώροι που περπάτησαν, έζησαν και περιέγραψαν οι πεζογράφοι Διονύσης
Χαριτόπουλος και ο πειραιώτης Κώστας Μουρσελάς. Οι Πειραϊκές αναμνήσεις και
μνήμες είναι έντονες, χαραγμένες από τα νεανικά και εφηβικά του χρόνια, κάτι
που ο Γιώργος Χρονάς δεν παύει να επαναλαμβάνει με κάθε ευκαιρία. Στα πρώτα του
βαδίσματα συμμετείχε στις πειραϊκές πολιτιστικές συγκεντρώσεις του «Νώε» στον Πειραιά, εδώ κατεβαίνει συχνά από
όταν μετακόμισε στην Αθήνα, σε αυτόν επιστρέφει με τους καλλιτέχνες φίλους του και
παρέες, να τους δειπνήσει στο Μικρολίμανο, να τους ψυχαγωγήσει μουσικά σε
κατάστημα στην Πλατεία Κοραή στο κέντρο της Πόλης. Είναι και ο ποιητής και
εκδότης Γιώργος Χρονάς (βραβευμένος από τις Δημοτικές Αρχές) ένα από τα ενεργά
και δημιουργικά πνευματικά μέλη της Πειραϊκής Λογοτεχνικής Σχολής.
Ο ποιητής και εκδότης πέτυχε κάτι χωρίς
υπερβολή θα γράφαμε «ακατόρθωτο», να κάνει τους αναγνώστες της οδού Πανός να
μην βαριούνται όταν την κρατούν στα χέρια τους, να θέλουν να την διαβάσουν, να την απολαύσουν ιδιαίτερα, τα συχνά μικρά ή εκτενή
σε σελίδες λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά της Αφιερώματα. Πλούσια και μεστά Αφιερώματα
σε Έλληνες και Ξένους λογοτέχνες και καλλιτέχνες, που, ορισμένες φορές, όπως το
απαιτούσε η μεγάλη ύλη που ανέμενε στο γραφείο του εκδότη ήσαν διπλά, και
ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Αυτό
έκανε τα Αφιερώματα ελκυστικότερα αναγνωστικά. Ο Πειραιώτης εκδότης και
βιβλιοπώλης κ. Γιώργος Χρονάς, σχεδίασε ένα περιοδικό- ας το επαναλάβουμε-το
οποίο δεν απευθυνόταν μόνο και αποκλειστικά στους σταθερούς και επαρκείς
αναγνώστες της λογοτεχνίας, τους συνεπείς βιβλιόφιλους και αγοραστές λογοτεχνικών
εντύπων. Η οδός Πανός από το πρώτο τεύχος της κυκλοφορίας της μέχρι το παρόν
τεύχος που κρατάμε στα χέρια μας και το χαιρόμαστε, σχεδιάστηκε σύμφωνα με τον
οραματισμό του εκδότη της, ώστε να μπαίνει στα σπίτια κάθε ελληνικής
οικογένειας, και κάθε έλληνας και ελληνίδα από όλη την Ελλάδα να μπορεί να το
διαβάσει να συναντήσει στις σελίδες της κάτι που θα του κεντρίσει την
περιέργεια, και φυσικά, να πωλείται σε τιμή ώστε να μπορεί να αγοραστεί από
κάθε βαλάντιο. Αν εξαιρέσουμε ορισμένα ελάχιστα τεύχη της που εξαιτίας
«κόπωσης» κάνουν κάπως «κοιλιά» η ύλη της και τα γραφόμενά της, σε γενικές
γραμμές οι κρίσεις της, ότι τέλος πάντων, εκφράζει κάθε συνεργάτης της δεν
ενοχλούν, δεν προκαλούν διαξιφισμούς και αντιδράσεις μεταξύ των λογοτεχνικών
κύκλων. Το περιοδικό εντάσσεται και εξετάζεται μέσα στην σύνολη των νεότερων
χρόνων παράδοση των νεοελληνικών γραμμάτων, και προσμετράτε η συνεισφορά της.
Με την αναγγελία κυκλοφορίας κάθε τεύχους της στις εφημερίδες και τα περιοδικά
προβάλλονται τα περιεχόμενά της και οι συνεργάτες της. Ανήκει επίσης στα
περιοδικά που έχει αποδελτιώσει το ΕΚΕΒΙ. Περισσότερο μάλλον ενοχλούν ορισμένες
δημόσιες κρίσεις και αντιδράσεις, εμπορικές μονομέρειες και καταλαλιές, και
φανερές συγγραφικές κακιούλες του εκδότη σε άλλους ομοτέχνους του μεγαλόσχημους
με τους οποίους συνεργάστηκε. Αρνητικές και αχρείαστες για δημοσίευση σελίδες
της πρόσφατης εκδοθείσας Αυτοβιογραφίας του, των 36 εν είδη κινηματογραφικών
πλάνων εξομολογητικής του αφήγησης, προσωπικών του ιδιαίτερων στιγμών και
εμπορικών συναλλαγών (πχ. μερικοί χαρακτηρισμοί για τον Νίκο Αλέξη Ασλάνογλου,
την Λούλα Αναγνωστάκη κ.ά. θα μπορούσαν να λείπουν). Στιγμές που δείχνουν την
εμπορική πλευρά του εαυτού του και της ναρκισσιστικής προσωπικότητάς του σαν
συγγραφέας, ενός λαϊκού παιδιού από τον Πειραιά ο οποίος κατά το κοινώς
λεγόμενο «έφτυσε αίμα» για να ορθοποδήσει επαγγελματικά, να κρατήσει το μαγαζί
του, τις εκδόσεις του, το περιοδικό του, όταν του έκλεισαν αρκετές πόρτες με
δύναμη μπροστά στο πρόσωπό του όταν τις κτύπησε, έφαγε αρνήσεις και απαξιωτικούς
χαρακτηρισμούς, ξεσολιάστηκε στους δρόμους της πρωτεύουσας πουλώντας τα βιβλία
των εκδόσεών του και την οδό Πανός, και δούλεψε για πολλά χρόνια ως
ραδιοφωνικός παραγωγός στην δημόσια ραδιοφωνία πάντα με μπλοκάκι υπηρεσιών.
Είναι ένας από τους πιο γνωστούς και παραγωγικούς λογοτέχνες της Γ΄
Μεταπολεμικής Γενιάς, γνωστής και ως Γενιά του 1970. Οι συνεντεύξεις του όχι με
επιφανείς λογοτέχνες, προβεβλημένους αλλά με λαϊκές μορφές της καλλιτεχνικής
και κοινωνικής πραγματικότητας, λαϊκά της μουσικής είδωλα, συζητήθηκαν και παραστάθηκαν στο θεατρικό σανίδι με επιτυχία. Για αυτό πιστεύουμε-αν δεν κάνουμε
αναγνωστικό λάθος- ότι οι κατά καιρούς επιμέλειες έκδοσης έργων σημαντικών
ελλήνων ποιητών που βοήθησε, οι εκδηλώσεις μνήμης πεζογράφων που επ’ αμοιβή
οργάνωσε, διαβάζονται από τον αναγνώστη της Αυτοβιογραφίας του με μεγαλύτερη
ευχαρίστηση παρά οι όποιες της «κλειδαρότρυπας» πληροφορίες που μας δίνει. Το
περιοδικό του, οι εκδόσεις του, το πρωτογενές έργο του (έχει εκδώσει μέχρι
σήμερα κάπου 30 τίτλους βιβλίων), οι στίχοι και τέλος η Αυτοβιογραφία του
φανερώνουν την λαϊκή ματιά ενός Πειραιώτη ο οποίος βλέπει και αντιμετωπίζει,
ανοίγει συζήτηση και απαντά στο κοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον της εποχής
που ζει, αποδέχεται το κυνικό και σκληρό παιχνίδι της αποδοχής του εντός του,
και ταυτόχρονα το αρνείται. Η λαϊκότητα της ζωής και των ιδιαίτερών του
συμπεριφορών και στιγμών για τις οποίες με ειλικρίνεια μας μιλά, έχουν κάτι από
την Παζολινική δημόσια στάση ζωής του ιταλού καθηγητή, ποιητή, πεζογράφου και
σκηνοθέτη. Απεχθάνεται τα λογοτεχνικά σαλόνια-αν και συνεργάστηκε και έφτιαξε
φιλίες με σημαντικούς πνευματικούς παράγοντες της ελληνικής τέχνης σχέσεις, ενώ
συναναστρέφεται και μιλά σαν ατίθασο, αντισυμβατικό, παιδί της λαϊκής πιάτσας,
αναζητώντας την συντροφιά και την παρέα τους.
Όπως και νάχει, και πέρα από τις δικές μας
αναγνωστικές κρίσεις που ως παρατηρητές της καλλιτεχνικής του διαδρομής
εκφράζουμε, η ιστορία τεσσάρων δεκαετιών κυκλοφορία της οδού Πανός, πέτυχε
τον στόχο της δίνοντας ικανοποίηση στον ίδιο τον εκδότη, τους συνεργάτες του
και την νέα ιδιοκτήτρια και εκδότριά του την κυρία Χριστίνα Χρονά. Αν δεν
κάνουμε λάθος, είναι το μόνο λογοτεχνικό περιοδικό το οποίο εκδόθηκε σε έντυπη
μορφή μετά την μεταπολίτευση δίχως να λάβει καμία οικονομική επιχορήγηση και εξακολουθεί να κυκλοφορεί. Είναι το μακροβιότερο λογοτεχνικό περιοδικό
που έχουμε μέχρι σήμερα από το 1974 και δώθε. Δεν μιλάμε για την παραδοσιακή
«Νέα Εστία» που κυκλοφορεί ακόμα από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, όχι
ασφαλώς στα παλαιότερα εκδοτικά δεκαπενθήμερά της, και μπορεί και ορισμένους
άλλους τίτλους περιοδικών που δεν γνωρίζουμε ή δεν αγοράζαμε. Δεν
συμπεριλαμβάνουμε τα σύγχρονα ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά που
εμφανίστηκαν στο διαδίκτυο, ή ορισμένοι τίτλοι μετέτρεψαν την κυκλοφορία τους
σε ηλεκτρονική. Ας κάνουμε με την ευκαιρία μία μικρή περιδιάβαση. Η σημαντική λογοτεχνική
Επιθεώρηση το «Διαβάζω» που άρχισε την εκδοτική της πορεία λίγα χρόνια πριν την
έκδοση της Οδού Πανός τερμάτισε την κυκλοφορία της εδώ και χρόνια, πάνω από 500
τεύχη. Το ίδιο και η καλαίσθητη «Η
Λέξη», πάνω από 200 νούμερα. Το σε δύο περιόδους του «Το Δέντρο» και αρκετοί
άλλοι έντυποι τίτλοι. Η «Ομπρέλα», Η «Ευθύνη», το «Τραμ», «η Ρέμβη», «Ο Χάρτης»
εκδίδεται σε ηλεκτρονική μορφή, η «Διαγώνιος», «Ο Παρατηρητής», «Το
Παραμιλητό», «Ο Ιχνευτής», η «Δομή», «η γραφή» η «Πνευματική πορεία», «Η
πολιτιστική επιθεώρηση», «Ο κόσμος του Βιβλίου» τα «Γράμματα και οι τέχνες», το
«πλανόδιον» ο "Εκηβόλος" και μια σειρά άλλων γνωστών λογοτεχνικών περιοδικών τα οποία
κυκλοφόρησαν στην πρωτεύουσα μετά την μεταπολίτευση, ή μας έρχονταν από την
Επαρχία και μεσουράνησαν στα Λογοτεχνικά μας πράγματα, ο κύκλος τους σταμάτησε,
ακόμα και νεότεροι τίτλοι όπως το «Κ», «Ο Μολυβδοκονδυλοπελεκητής», το
περιοδικό «Η Σύγκριση», τα «Ρεύματα», το εξαμηνιαίο η «Ποίηση», τα «Επτανησιακά
Φύλλα» που είχε την επιμέλεια της έκδοσής του ο ποιητής Διονύσης Σέρρας, ο
«Περίπλους», η «Υδρία». Νομίζω κυκλοφορούν ακόμα «Ο Πόρφυρας» και το
«Εντευκτήριο». Δεν γνωρίζω την τύχη της «Νέας Πορείας», του «Φιλόλογου» ή της
«Φιλολογικής», του «Μανδραγόρα», η της «Ηπειρωτικής Εστίας», αν εκδίδονται
ακόμα τα «Νέα Σύνορα» για να περιοριστούμε σε ενδεικτικούς τίτλους που είχαμε
από παλαιά υπόψη μας. Λογοτεχνικά Περιοδικά που έθρεψαν πνευματικά και
καλλιτεχνικά τις γενιές των φιλότεχνων και φιλαναγνωστών μετά το 1974, προσδιόρισαν
τα γούστα, την αισθητική μας, τα λογοτεχνικά μας κριτήρια και επιλογές. Ακόμα
και όταν συνειδητοποιούσαμε ότι ορισμένα από αυτά ανήκαν σε κλειστές
λογοτεχνικές παρέες και φιλικές ομάδες συγγραφέων. Η Οδός Πανός και ευτυχώς
άντεξε, μέσα σε ένα δύσκολο εκδοτικά περιβάλλον, και έφτασε μέχρι τις ημέρες μας.
Ημέρες που πολιτιστικό γεγονός θεωρείται μόνο ότι συμβαίνει και παράγει το Μουσικό
στερέωμα η βιομηχανία του θεάματος. Τα σχέδια και οι εικαστικές παραστάσεις του
πρόωρα χαμένου ζωγράφου και συνεργάτη του περιοδικού Οδός Πανός, Δημήτρη Λαλέτα
κόσμησαν την έκδοση. Ο Πειραιώτης συγγραφέας και εκδότης Βιβλίων και cd. κ. Γιώργος Χρονάς ευτύχησε να έχει
δίπλα του καλούς και πιστούς συνεργάτες οι οποίοι βρήκαν φιλοξενία στις
ανοιχτές σελίδες του περιοδικού. Ορισμένοι από τους συνεργάτες του, οι νεότερες
ηλικιακά συγγραφικές φωνές αναδείχθηκαν μέσα από τις σελίδες της, άλλοι
εξέδωσαν τα βιβλία τους από τον ομώνυμο
εκδοτικό οίκο που ίδρυσε.
Ο Γιώργος Χρονάς αποδείχθηκε κρατώντας το
τιμόνι της ζωής του πάντα στιβαρά και πολλές φορές με σκληρότητα, ένας άξιος
εργάτης του πνεύματος, ένας εργάτης της λογοτεχνικής και εμπορικών συνθηκών
πιάτσας και όπως κάθε σκληρά εργαζόμενος για βιοποριστικούς λόγους συγγραφέας,
που εργάστηκε στον ιδιωτικό τομέα, με μπλοκάκι υπηρεσιών, κατόρθωσε να κρατήσει
όρθια την επιχείρησή του, να γίνουν αγαπητά τα βιβλία των εκδόσεών του, ορισμένοι
τίτλοι ευπώλητοι και η Οδός Πανός να μακροημερεύσει αισίως.
Στο παρόν τεύχος με νούμερο 203 του 2004, εορτάζει
τα 43 χρόνια της έκδοσης, όπως ο Πειραιώτης ποιητής και εκδότης μας λέει στην
σελίδα 3:
«Πρέπει να ήμουν
μαθητής στις Σχολές Αυγέρη, στην Αγία Σοφία, στον Πειραιά, όταν μια μέρα μας έβαλαν
σε σχολική αίθουσα στο ισόγειο, αφού σκέπασαν με μπλε χαρτί τα τζάμια της αίθουσας,
για να παρακολουθήσουμε την προβολή μιας ταινίας με θέμα την έξοδο- φυγάδευση ενός
χορευτή από την Σοβιετική Ένωση στη Δύση. Ήταν μια απίστευτα γυρισμένη ταινία όταν
ο χορευτής Νουρέγιεφ ζήτησε άσυλο στη Δύση και δε γύρισε πίσω στην αγαπημένη
του Πετρούπολη (Λένινγκραντ).
Σ’ αυτό το τεύχος, 203, με το οποίο κλείνουμε
το έτος 2024, και τα 43 έτη, περιέχουμε τον μάγο του χορού-Νουρέγιεφ. Ο Δημήτρης
Τσίτουρας –παραγωγός και συλλέκτης του ομώνυμου βιβλίου του-μας έδωσε την άδεια
και το υλικό γι’ αυτό το πρόσωπο και την σχέση του με την Ελλάδα. Με πλούσιο
φωτογραφικό υλικό από την παρουσία του χορευτή στον τόπο μας, ως χορευτή και
επισκέπτη. Από τον Νιάρχο έως τον Πέρι Εμπειρίκο και τον Δημήτρη Τσίτουρα βρέθηκε
σε διακοπές και ξεκούραση στην πατρίδα μας. Ας μην ξεχνάμε πώς ο Νουρέγιεφ είχε
πάντα τον Έλληνα Νίκο Γεωργιάδη στις εμφανίσεις του ενδυματολόγο και σκηνογράφο.
Τον οποίο ονόμαζε-τον μεγαλύτερο της υφηλίου!»
Πειραιάς,
Γιώργος Χρονάς.
Από την μεριά μας να συμπληρώσουμε ότι το
τεύχος αφιέρωμα στον αίλουρο Ρώσο χορευτή Ρούντολφ Νουρέγιεφ είχαμε την τύχη να
τον απολαύσουμε σε όλες του τις εδώ στο Ηρώδειο εμφανίσεις και ακόμα θυμόμαστε
την μαγεία που εξέπεμπε η χορευτική του
παρουσία. Ορισμένες φορές εμείς οι νέοι της μεταπολίτευσης παθιαζόμασταν και
διχαζόμασταν ανάμεσα στα Μπαλέτα του Μπολσόϊ και στα Μπαλέτα του 20ου
αιώνα του έτερου μάγου Μωρίς Μπεζάρ. Ενώ ευτυχήσαμε να παρακολουθήσουμε και τα Μπαλέτα
της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, και άλλα μοντέρνα χορευτικά σχήματα ή χορευτικών δρώμενων
από την Ινδία. Όλα τα κείμενα του αφιερώματος είναι εξαιρετικά, από εκείνο της Ρωζίτας
Σώκου (που έχει γράψει βιβλίο για τον Ρώσο χορευτή) έως του κριτικού της χορευτικής
μαγείας και συγγραφέα Ανδρέα Ρικάκη. Ξεχωρίσαμε από την ύλη του τεύχους το
καλογραμμένο και ωραίο κείμενο της Αγγελικής Πετροπούλου, «Το μπαρ του Απότσου,
ο Ωντεν και οι Αμερικανοί «αυτοεξόριστοι» στη «Χαμένη Άνοιξη» του Στρατή Τσίρκα.
Εξαιρετική ερευνητική, εξονυχιστική δουλειά. Μας άρεσε επίσης το κείμενο του Αλέξανδρου
Π. Στεργιόπουλου, για την ποιήτρια «Μαρία Λαϊνά. Στον πυρήνα της ύπαρξης». Με
ενδιαφέρον διαβάσαμε τα σοφά λόγια του Πειραιώτη μουσικού και στιχουργού Δήμου Μούτση,
μια συγκλονιστική και εκ βάθους συνέντευξη αληθειών της μουσικής του μαρτυρίας
και της στάσης του απέναντι στα ελληνικά μουσικά μας πράγματα. Ευχάριστα διαβάσαμε
και «Ο Τίτος Πατρίκιος και η ιταλική τέχνη- Μια σύντομη προσέγγιση». Και όπως πάντα
διαβάσαμε τις βιβλιοκριτικές και τις θεατρικές παρουσιάσεις και αναλύσεις.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς
22 Φεβρουαρίου
2025
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου