Δευτέρα 24 Ιουνίου 2013

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ-ΚΕΙΜΕΝΟ 1.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ 1911-1996

     « Άγγελε συ που κάπου εδώ γύρω πετάς,
πολυπαθής και αόρατος πιάσε μου το χέρι.
Χρυσωμένες έχουν τις παγίδες οι άνθρωποι.
Κι’ είναι ανάγκη να μείνω απ’ τους απ’ έξω».

     Ο Οδυσσέας Ελύτης είναι ο τελευταίος Άγιος της Ελληνικής ποιητικής μας παράδοσης. Στο μυριόπνοο πολυφωνικό έργο του συνυπάρχουν σε μια αρμονική ισορροπία, οι Αρχαίοι Λυρικοί, και οι Ευρωπαίοι Υπερρεαλιστές ποιητές. Η γιαγιά μας η Σαπφώ και θείος Ρωμανός ο Μελωδός. Το Δημοτικό Τραγούδι και ο σκοτεινός Ηράκλειτος. Ο επικός Πίνδαρος και η χαρμολυπική ποίηση του Ακαθίστου Ύμνου.
     «Έχω κάτι να σου πω,
      διάφανο κι ακατάληπτο.
       Σαν κελαίδητό σε ώρα πολέμου».
Ο πανάρχαιος Ελληνικός τρόπος της θέασης του κόσμου, και το «ορθόδοξο» ήθος είναι οι δύο κυρίες συντεταγμένες του έργου του. Μια πνευματική δημιουργία που φωταγωγείται από τον θείο Πλωτίνο και το εύσχημο ήθος του ιερού Δαμασκηνού.
Το Ελληνικό φως το θανατοκτόνο αλλά ουχί θεοκτόνο για τον μύστη ποιητή, είναι το ερμηνευτικό κλειδί του Κόσμου. Η στενάζουσα οδυνηρώς Ιστορία της Ελλάδας συνβηματίζει με τά σταυροαναστάσημα παιχνιδίσματα του φωτός πάνω στις γκρίζες οροσειρές των ελαιώνων και τις πεζούλες με τους ασβεστωμένους αμπελώνες. Η Ελληνική φύση φωταγωγείται από την παρουσία των ουρανίων δυνάμεων που καθοδηγούνται από ευσχήμονες Διόσκουρους. Στρατηλάτης ποιητής ο Ελύτης, μπολιάζει την Ελληνική ποίηση με το αίμα και το σπέρμα των θυσιασμένων προγόνων του.
«Ονειρεύομαι μιαν επανάσταση από το μέρος του Κακού και των πολέμων σαν αυτή που έκανε από το μέρος του σκιόφωτος και των αποχρώσεων ο Ματίς».
     Μελωδεί τα απλά και καθημερινά και υμνωδεί τα αιώνια και παντοτινά. Στιχουργεί την αθωότητα του λευκού και κελαηδάει τις ανταύγειες του ουρανού. Ανυμνεί τις μικρές πέτρινες κόρες και γοργόνες του Αιγαίου και ευλογεί τα όλβια μνήματα των θυόμενων κατοίκων του. Ο Έλλην λόγος του αφθαρτίζει θεοπρεπέστατα την ατομική ιστορία και απαθανατίζει την πορεία του γένους των Ελλήνων.
«Πρέπει και ο θάνατος να θανατώνεται, και η φθορά…»
     Η Αναστάσιμη μνήμη του μύστη-ποιητή ακολουθεί τα ίχνη της Ιστορίας της φυλής του στο διαχρονικό βάδισμά της. Ο μικρόκοσμος των ανθρωπίνων παθών συνυφαίνεται με τον μακρόκοσμο του Σύμπαντος.
Συνθέτει με εκφραστική λιτότητα, ενάργεια ύφος, και γλωσσική συνείδηση, την Φύση και τα στοιχεία της, την Τέχνη και τις τεχνοτροπίες της, και τέλος, το υποκείμενο που όλα αυτά τα παρατηρεί, τον Άνθρωπο, σε ένα ενιαίο σύνολο. Το καθαρό του βλέμμα ψηλαφεί τα πάντα, από το πιο μικρό λουλουδάκι στην σχισμή ενός βράχου μέχρι τις λαϊκές ζωγραφιές του Θεόφιλου με την ίδια αθωότητα.
Με το δέος ενός εφήβου, αντικρίζει τον Κόσμο-κόσμημα, κάθε φορά σαν να είναι η πρώτη φορά. Ο ποιητής δημιουργεί έναν επεξεργασμένο «συζευτικό» γλωσσικά κώδικα, ο οποίος εκφράζει στο έπακρο την απεριόριστη χρήση των αισθήσεων και της φαντασίας του έτσι ώστε να πετύχει την αυθεντικότερη και αμεσότερη επικοινωνία με τον Φυσικό κόσμο και τα κρυμμένα μυστικά του.
Η θεώρηση αυτή του φυσικού κόσμου και της αισθητής πραγματικότητας μέσα από έναν συγκεκριμένο γλωσσικό προσωπικό κώδικα δεν προέρχεται από το πλεόνασμα των λεκτικών οραματικών σημασιών που παραμένουν μετέωρες και φωσφορίζουσες, ερεθισμένες μετά την εκφορά του εφικτού ποιητικού λόγου, κατ’ ανάγκη συμβατικού που τις αφορά ή τις υπαινίσσεται. Αλλά, από έναν λόγο πλήρη, φορτωμένο από αναρίθμητες βαθιές αισθήσεις, πλούσιο σε συγκεκριμένες και απερίγραπτες ιστορικά μνήμες, ζυμωμένο με τις ποιητικές συγκινήσεις των αρχαίων ποιητών, των εκκλησιαστικών υμνωδών, και των νεότερων ανωνύμων ή επωνύμων δημιουργών.
Έναν λόγο που αυλακώνει το συλλογικό όραμα και την αίσθηση του κόσμου, και διαπλάθει την αισθητική προβολή του.
Αυτή η παρατεταμένη γλωσσοπλαστική ευκαμψία των σημασιών στην ποίηση του φωτοφόρου ποιητή, είναι που διαστέλλει την συγκίνηση και επαυξάνει τις ιδιαιτεροποιημένες νοηματικές αποχρώσεις των λέξεων, μέσα στο έργο του Νομπελίστα ποιητή.
Οι λέξεις στο έργο του ποιητή, δεν είναι σκόρπια κομμάτια ενός κόσμου διχασμένου, αφυδατωμένου από την παράδοσή του, αλλά, αποτελούν τις απαραίτητες ψηφίδες για να εικονοποιηθεί το όραμά του, που ταυτοχρόνως είναι και το συλλογικό όραμα του Έθνους του. Οι λέξεις είναι τα «φωτόνια» που περιστρέφονται γύρω από την κρυφή αρμονία του διαχρονικού λόγου της παράδοσής του.
     Ο εξόριστος ποιητής δημιούργησε την προσωπική του ποιητική παραμυθία, την θεολογία του Αιγαίου κόσμου, προσανατολισμένη πάντοτε προς το γεωγραφικό σώμα της Ελλάδας.
Ο Ελύτης με τη γραφή του ,αρχαγγελιάζει τα στοιχεία της παράδοσης που εγκολπώνεται. Δεν στέκεται στους αρχαίους μύθους αμήχανα, δεν αγκυλώνεται στην φόρμα τους, αλλά τους υπερβαίνει και οικοδομεί την Οραματική του ζωηφόρο πρότασή του, στάση και θέαση της ζωής, που είναι, και στάση ζωής του Έλληνα τρόπου, δηλαδή που είναι το ήθος της διαχρονικής του παράδοσης.
     Και αυτή είναι η ειδοποιός του διαφορά από τους άλλους μεγάλους μας ποιητές όπως είναι ο Γιώργος Σεφέρης, ο Τάσος Λειβαδίτης κ. ά. Ενώ μόνον μάλλον η ποιητική σύνθεση της «Τέταρτης Διάστασης» του Γιάννη Ρίτσου προσομοιάζει μαζί του.
Αυτός ο μέγας ερωτικός της ποίησης, επεδίωξε και πέτυχε:
Να προσδώσει στις φυσικές δυνάμεις αξίες ηθικής κατηγορίας.
Να συγκεράσει τα διαχρονικά στοιχεία της παράδοσής μας μέσα στο ποιητικό του έργο και να μας προσφέρει ένα νέο Ελληνικό Όραμα.
Να κοινοποιήσει την μυστική αρμονία του Έλληνα Λόγου πέρα από τα  στενά όρια της Ελλάδας.
     Και αυτές οι εκλάμψεις του Θείου φωτός του ποιητικού του λόγου, είναι που θα μας συντροφεύουν στο χθόνιο πέρασμά μας από αυτήν την δύσμοιρη πατρίδα.
     Αυτός ο των καλών απάντων τούτων ποιητών πρώτος διδάσκαλος τε και ηγεμών.

Υ. Γ. Τα ποιητικά αποσπάσματα του Οδυσσέα Ελύτη είναι από την εκτός εμπορίου ποιητική του συλλογή « VILLA NATACHA” ,που κυκλοφόρησε το 1973.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πρώτη δημοσίευση, εφημερίδα 
«Η Φωνή του Πειραιώς» αριθμός 14.988/ 19 Μαρτίου 1996.

Σημείωση: για τον ποιητή-μύστη Οδυσσέα Ελύτη, έχω γράψει αρκετές φορές. Είχα την τιμή και την χαρά να τον γνωρίσω από κοντά από πολύ μικρός. Δύο φίλοι του και δικοί μου μέντορες στον πνευματικό χώρο, ο Νίκος Βαλμάς, ένας εξαιρετικός οικογενειάρχης, πολύ μορφωμένος άνθρωπος (ιδιαίτερα στο χώρο της Μουσικής) ήταν ένα από τα άτομα που με έφεραν κοντά στον ποιητή, το άλλο, είναι ο γνωστός μεταφραστής και συγγραφέας Κίμων Φράϊερ, μέσω του οποίου επίσης, ήρθα σε επαφή μαζί του και τον επισκεφτήκαμε μαζί και μόνος αρκετές φορές στην οδό Σκουφά.
Όπως επίσης, αξίζει να σημειώσω εδώ, τώρα που τα χρόνια πέρασαν σαν σταγόνες βροχής φθινοπωρινού δειλινού, ότι ακόμα θυμάμαι ανάμεσα στα άλλα λόγια αυτά που μου είχε πει ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, για τον μεταφραστή Φράιερ. Ότι δηλαδή, δεν θα είχε πάρει το Νόμπελ της ποίησης αν δεν είχε υπάρξει η μετάφραση του Κίμωνα Φράιερ. Οι Σουηδοί, στην δική του μετάφραση στηρίχτηκαν για να γνωρίσουν το έργο του. Κάτι που τουλάχιστον για εμάς τους νεότερους αποτελούσε τιμή η γνωριμία μαζί τους. Και οι δύο υπήρξαν δάσκαλοι στον χώρο τους ο καθένας με τον δικό του τρόπο.  
Όπως επίσης, και ο Φράιερ μου είχε μιλήσει επαινετικά για το έργο του Ελύτη, Λέγοντάς μου μάλιστα σαν παράπονο, ότι θα έπρεπε να προσφέρουν και ένα Νομπέλ για τους μεταφραστές και, τους δοκιμιογράφους. Η φιλική τους σχέση από όσο γνωρίζω διατηρήθηκε άχρι θανάτου. 
Και, όπως γράφει στην Μαρία Νεφέλη: «Αν είναι να πεθάνεις πέθανε, αλλά κοίταξε να γίνεις ο πρώτος πετεινός μέσα στον Άδη»                                       

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου