Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016

Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής

Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής
       Όταν Ο Βοκάκιος διάβασε την «Κωμωδία» του Δάντη, την ονόμασε Θεία, αυτός ο προσδιορισμός καθόρισε έκτοτε στους μελλοντικούς χρόνους την ονομασία του και ίσως, και την πορεία του έργου του Ιταλού ποιητή. Θέλω να πω, ότι μέσα στις στοές του χρόνου της τέχνης, μεταγενέστεροι συγγραφείς ή καλλιτέχνες, είναι εκείνοι που κατά κάποιον τρόπο καταξιώνουν με τα λόγια και τις μελέτες τους την φήμη και την πορεία των έργων των προγενέστερων δημιουργών. Στα λογοτεχνικά μας ελληνικά χωράφια, ο ποιητής Κωστής Παλαμάς έφερε εκ νέου στην λογοτεχνική επιφάνεια το έργο του ποιητή Ανδρέα Κάλβου, ο ποιητής Άρης Δικταίος το έργο του ποιητή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, ο Δημήτρης Λαζογιώργος Ελληνικός το έργο του Περικλή Γιαννόπουλου, για να αρκεστώ σε τρία παραδείγματα, διαφορετικών χρονικών στιγμών, επίσης ο συγγραφέας και μελετητής Γιώργος Βαλέτας αναστήλωσε αρκετούς παλαιότερους συγγραφείς από τον εκδοτικό του οίκο. Σίγουρα συμβάλει σε αυτό και η πνευματική ατμόσφαιρα της εποχής και το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού, όμως θέλω να πιστεύω, και μπορεί να μην κάνω λάθος, ότι πρωταρχικό ρόλο παίζει ο μεταγενέστερος συγγραφέας- επιμελητής που γνώρισε το έργο των προηγούμενων δημιουργών, το μελέτησε, επηρεάστηκε από αυτό, το αγάπησε και θέλησε να το επαναφέρει στην λογοτεχνική επιφάνεια του καιρού του, ή αν έχουμε να κάνουμε με έργα ξένων συγγραφέων να τα μεταφράσει και να τα κάνει γνωστά στους φιλαναγνώστες της εποχής του στους αναγνώστες που δεν έχουν την γλωσσική δυνατότητα να τα απολαύσουν στο πρωτότυπο. Η γλώσσα, σαν ένας ζωντανός οργανισμός ρέει ασταμάτητα μέσα στον χρόνο και ανεξάρτητα πως την χρησιμοποιεί ο καθένας ή η κάθε μία, στέκεται αρωγός στον επαναφωτισμό των καλλιτεχνικών έργων της παράδοσης ενός έθνους-ή μιας εποχής-και προσδιορίζει το μέλλον άμεσα ή έμμεσα των νέων δημιουργιών. Χωρίς ρίζες, δεν υπάρχει καρπός. Το βλέμμα μας καθορίζεται από τα διαβάσματά μας και τις αναγνωστικές μας εμπειρίες. Ακόμα και για να απορρίψουμε το έργο ενός παλαιότερου συγγραφέα, είμαστε υποχρεωμένοι να το ερευνήσουμε, να το διαβάσουμε, να το μελετήσουμε, δηλαδή, πρέπει να το αγαπήσουμε-έστω και για λίγο, για να μας συντροφεύσει στις νέες επιλογικές αναγνωστικές μας περιπέτειες, στους καινούργιους δρόμους που χαράσσει διαρκώς η ανεξέλεγκτη ροή της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
     Τα αναφέρω αυτά για να σημειώσω, ότι ο Πρόλογος του συγγραφέα Ιωάννη Ζερβού στα Ποιήματα του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή που εκδόθηκαν από την Λογοτεχνική Βιβλιοθήκη του Γεωργίου Φέξη το 1915-άλλα εξώφυλλα γράφουν 1916-προσδιόρισε μάλλον καταλυτικά για τα επόμενα χρόνια και την ποιητική πορεία του πολυγραφότατου και πολυσχιδούς αυτού συγγραφέα της Α΄ Μετεπαναστατικής Γενιάς, όπως τον κατατάσσει ο ιστορικός της λογοτεχνίας Μιχάλης Γ. Μερακλής στην "Ελληνική Ποίηση" τόμος Β΄ εκδόσεις Σοκόλη 1989 μαζί με τους Αλέξανδρο και Παναγιώτη Σούτσο, Θεόδωρο Ορφανίδη, Ηλία Τανταλίδη και Ιωάννη Καρασούτσα. Αν και, την ίδια χρονιά, αν δεχτούμε το 1916, κυκλοφόρησε τυπωμένη η ομιλία για τον φιλόκοσμο εγκυκλοπαιδιστή του Ευγένιου Γ. Ζαλοκώστα στην σειρά «Διαλέξεις Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού» νούμερο 6, «ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ ΤΟΥ ΙΘ ΑΙΩΝΟΣ», εκδόσεις Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου-Εν Αθήναις 1916, σελίδες 32. Τύχη αγαθή, από παλαιοπωλείο εδώ και χρόνια, μου έδωσε την δυνατότητα να αγοράσω και τις δέκα έξι αυτές ενδιαφέρουσες για τους λάτρεις της ποίησης «Διαλέξεις» σε έναν τόμο, και επιπλέον τον τόμο Ανθολόγιο Ποιημάτων του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή με πρόλογο του Ιωάννη Ζερβού από τις εκδόσεις «ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΉ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Ρ. ΡΑΓΚΑΒΗ «ΠΟΙΗΜΑΤΑ», μετά προλόγου Ιω. Ζερβού, Εν Αθήναις Εκδοτικός Οίκος Γεωργίου Φέξη 1916, σελίδες 100 μαζί με τα εξώφυλλα. Από το 1916 που κυκλοφόρησε το ανθολόγιο για τον ποιητή-Τα Άπαντά του αριθμούν 19 τόμοι-έως το 1995 που εκδόθηκε από την σειρά «ΑΝΘΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ-ΠΟΙΗΣΗ»-ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΙΗΤΕΣ, «ΤΑ ΕΙΣ ΜΟΥΣΑΝ» του Α. Ρ. Ραγκαβή, από τις εκδόσεις Ερμής νούμερο 1/1995, με εισαγωγή και επιλογή ποιημάτων από την ποιήτρια Λίτσα Χατζοπούλου σελίδες 120, το έργο του ποιητή, διάνυσε μια μικρή μεν αλλά σταθερή πορεία μέχρι των ημερών μας. Δεν αναφέρομαι στην πορεία του μυθιστορηματικού του έργου,-που αυτή είχε άλλη εξέλιξη-ούτε στα θεατρικά του που ανέβηκαν στις ελληνικές σκηνές, και φυσικά, δεν κάνω λόγο για τα περιβόητα «ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ» του,(τέσσερεις τόμοι), ούτε για το «ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ» του Λεξικό, ή τις μελέτες του για την Ελληνική Καλλιτεχνία ή τις ξενόγλωσσες μελέτες του. Από τους σύγχρονους μελετητές της εποχής μας, ο Απόστολος Σαχίνης έχει ασχοληθεί συστηματικά με το πεζογραφικό του αυστηρά έργο, συντάσσοντας και την πρώτη συγκεντρωτική βιβλιογραφία για τον Φαναριώτη πολιτικό,(διετέλεσε υπουργός των εξωτερικών) πρέσβη(πρώτος πρεσβευτής μας στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής), καθηγητή Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, και την πολλαπλά ενεργό και δραστήρια πολιτικά και κοινωνικά προσωπικότητα, πολυγραφότατο συγγραφέα Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή(Μέγα Ρεύμα Κωνσταντινουπόλεως 27/12/1809-Αθήνα 16/1/1892),(με το παλαιό ημερολόγιο) δες «ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΟΙ ΠΕΖΟΓΡΑΦΟΙ», εκδόσεις του Βιβλιοπωλείου της Εστίας 1989, Τρίτη έκδοση,(Α. Ρ. Ραγκαβής, Δ. Βικέλας, Γ. Βιζυηνός, Κ. Παλαμάς, Γ. Βλαχογιάννης), σελίδες 11-52, και σελίδα 53 με Συμπληρωματική Βιβλιογραφία περί Α. Ρ. Ραγκαβή-προτείνονται εννέα ακόμα βιβλιογραφικές αναφορές. Επίσης από τις εκδόσεις Αρσενίδη κυκλοφόρησε το 1996, η ενδιαφέρουσα μελέτη του Ε. Σουλογιάννη για τον Ραγκαβή, που μας φωτίζει την προσωπική του πορεία και την επαγγελματική του σταδιοδρομία καθώς και άγνωστες πτυχές του βίου του, ένα χρήσιμο μελέτημα για τον βίο του συγγραφέα και πολιτικού Ραγκαβή. Συμπληρωματικά οφείλουμε να μνημονεύσουμε ότι το 2003 από την ΒΙΒΛΙΟΕΚΔΟΤΙΚΗ Α.Ε., σε χορηγία του Ιδρύματος ΙΩΑΝΝΟΥ Φ. ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ, εκδόθηκαν «ΤΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΜΟΣ Α΄: ΕΛΛΗΝΙΚΑ» σε φιλολογική επιμέλεια: ΦΡΟΣΩ ΚΛΑΜΠΑΝΙΣΤΗ, του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή. Το βιβλίο αυτό της κυρίας Φρόσως Κλαμπανιστή, είναι αρκετά ενδιαφέρον για όσους θέλουν να έχουν μια σφαιρική αλλά ουσιαστική γνωριμία με το ποιητικό έργο του Ραγκαβή. Η επιμελήτρια εξετάζει σε βάθος την ποιητική του πορεία,-χωρίς να αγνοεί τις άλλες συγγραφικές του ασχολίες-στηριζόμενη στην πλούσια και εκτενή βιβλιογραφία που παραθέτει και έχοντας εντρυφήσει με ειλικρινές ενδιαφέρον στις πρώτες εκδόσεις των έργων του, μας δίνει ένα επαρκές πανόραμα του θέματος, χωρίζοντας την εργασία της σε επτά μέρη: Μέρος Α΄ ΕΙΣΑΓΩΓΗ, Μέρος Β΄ ΤΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Μέρος Β΄ΤΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ-ΧΩΡΙΣ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ, Μέρος Γ΄ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΕΜΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΕ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ, ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ Α. Ρ. ΡΑΓΚΑΒΗ και σε ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΚΑΙ ΑΝΘΟΛΟΓΙΕΣ, Μέρος Δ΄ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΜΦΙΒΟΛΗΣ ΓΝΗΣΙΟΤΗΤΑΣ, Μέρος Ε΄ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ, Μέρος Ζ΄ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Του βιβλίου προηγείται μια εκτενής και περιεκτική εισαγωγή για το έργο του δημιουργού και την επαγγελματική του χρονολογικά διαδρομή, αξίζει να τονίσουμε ότι εκτός από το χρήσιμο λεξιλόγιο-για τις λέξεις που χρησιμοποιεί ο Ραγκαβής- και τις σημειώσεις, ωφέλιμες και χρηστικές είναι οι σελίδες 251 έως 270 που αναφέρονται στην εργογραφία του συγγραφέα και την σχετικά πλούσια αρθρογραφία σύγχρονων και παλαιότερων για το έργο του.
     Στην μικρή αυτή παρουσίαση για τον Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή που κάνω εδώ στην ιστοσελίδα μου, έναν δημιουργό της παράδοσής μας, που, πάντα με έθελγε η εργατικότητά του,-τόσο σαν άτομο όσο και σαν συγγραφέα- η πολύπλευρη προσωπικότητά του, το αμέριστο ενδιαφέρον του για τα κοινά, το πρόβλημα της εκπαίδευσης στις αρχές σχεδόν ακόμα του ελληνικού βασιλείου, την μεγάλη του  διπλωματική εμπειρία, την ενασχόλησή του με την πολιτική μέχρι τα βαθειά του γεράματα, η χιουμοριστική του διάθεση και ο αυτοσαρκασμός που διέθεται, όπως φαίνεται από αρκετά γραφόμενά του, οι ιδέες του, η άδολη και αφιλοχρήματη φιλοπατρία του, ο τεράστιος ξενόγλωσσος πλούτος των γνώσεών του-έτσι όπως μας δηλώνεται και από την ανάγνωση των Απομνημονευμάτων του, η θεατρική του μικρή παραγωγή, οι θεωρητικές του περί στιχουργικής απόψεις στα δύσκολα ιστορικά χρόνια, οι θέσεις του περί της τέχνης του μυθιστορήματος και της αξίας του ή μη, οι σταθερές του επισημάνσεις περί της σημασίας και της χρησιμότητας της ποίησης, η ποιητική μεθοδολογία που υιοθέτησε για να μας παρουσιάσει τις ποιητικές του καταθέσεις-παρά το ότι είναι αρνητικές οι πλειοψηφούσες κρίσεις των περισσότερων κριτικών για την ποιητική του παρουσία(με προεξάρχοντες αυτές του γεραρού ποιητή Κωστή Παλαμά, δες τόμους των Απάντων του)-το πλούσιο λεξιλόγιό του έστω και αν αντλείται από τον χώρο της καθαρεύουσας ή αρχαϊζουσας η γλώσσα που χρησιμοποιεί, είναι πιο στρωτή στην εποχή του, σε σχέση με άλλων ομοτέχνων του, δες τους αδερφούς Σούτσους ή τον Αχιλλέα Παράσχο κ.λ.π. Η υιοθέτηση μοτίβων ή ρυθμών της αρχαίας ποιητικής γραμματείας, ή της κοντινότερής του δημοτικής ποίησης ή και της ξένης παράδοσης έργων(έχει πολλάκις κατηγορηθεί για αντιγραφή γάλλων κυρίως ρομαντικών ποιητών, και πάλι ο Κωστής Παλαμάς τον εντάσσει στους έλληνες αντιγραφείς γαλλικών έργων της εποχής του), ο κλασικισμός του με τον δανεισμό θεμάτων και εικόνων από την αρχαία ελλάδα(παρνασσισμός), ο πειραματισμός του και η ενασχόλησή του σε προβλήματα που ανήκουν στον χώρο της στιχουργικής, η μουσική του ρυθμολογία όπως φαίνεται σε αρκετά του ποιήματα που γράφτηκαν βασισμένα πάνω σε μελωδίες ξένων κλασικών συνθετών,(μια μουσική ανθολογία με εξαιρετικούς ακουστικά ρυθμούς) οι σκηνοθετικές του οδηγίες για ορισμένα θεατρικά του έργα, για το ποιοι στίχοι μπορούν να αφαιρεθούν κατά το ανέβασμα του έργου στην θεατρική σκηνή, ο αγώνας του για την ίδρυση ενός Εθνικού Θεάτρου, η συμμετοχή του στην έκδοση και κυκλοφορία λογοτεχνικών περιοδικών και εφημερίδας, ο εμφανής πατριωτικός χαρακτήρας πολλών ποιημάτων του(όχι μόνον αυτά που έχουν εμβατηριακό χαρακτήρα) ποιητικές μονάδες μακροσκελέστατης καταγραφής που εντάσσονται μέσα στην ευρύτερη καλλιτεχνική και εθνική ατμόσφαιρα εκείνης της ελληνικής και ευρωπαϊκής ιστορικής περιόδου, το ακατέργαστο και φλύαρο συνήθως ύφος του και το σίγουρα ανοικονόμητο της γραφής του, όπως ίσως, ενδιαφέρον στοιχείο παρουσιάζει και ο καθαρός ρομαντισμός πολλών του έργων, αλλά και ίσως, ακόμα και σήμερα, οι συγγραφικές του απόψεις περί Μεγάλης Ιδέας. Μιας εθνικής φιλοσοφίας και ακατέργαστης σε ένα βαθμό θεωρίας μιας νεοανεξάρτητης χώρας και ενός φτωχού και αγροτικού λαού, που γύρευε να επαναπροσεγγίσει τις αρχαίες του καταβολές,-μετά από αιώνες σκλαβιάς από ξένο δυνάστη-να οικειοποιηθεί τις πολιτικές και στρατιωτικές περγαμηνές των αρχαίων ένδοξων προγόνων του, να ταυτιστεί με ότι ποιο ένδοξο και δοξασμένο και παγκόσμια φημισμένο πνευματικά και καλλιτεχνικά είχε προσφέρει μέσα στην παγκόσμια ιστορία η Αρχαία Ελλάδα. Η Μεγάλη Ιδέα, στην αρχή της τουλάχιστον, εμψύχωσε έναν κατατρεγμένο φτωχό και απαίδευτο λαό,-λόγω ιστορικών και πολιτικών συγκυριών-και βοήθησε και αυτή, στην ανοικοδόμηση του νεοσύστατου κράτους, και του έθνους των ελλήνων, μέχρι την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 που χάθηκε και αυτή μαζί με τα άλλα του έθνους των ελλήνων οράματα στις αιματοβαμμένες ακτές των Μικρασιατικών παραλιών, του Ποντιακού χώρου και των βυζαντινών χωμάτων της Κωνσταντινούπολης. Το έσχατο εθνικής ικμάδας ζωοποιό της στοιχείο, βυθίστηκε στα νερά του Αιγαίου στην μαρτυρική Κύπρο το 1974. Μπορεί κατ’ ευφημισμό να αποκαλούμε τα παλαιά χώματα της Ιωνίας λησμονημένα ή αλησμόνητα, η σύγχρονή μας όμως πολιτική και διπλωματική ιστορία μας φανερώνει ότι αυτά ανήκουν πλέον στο παρελθόν. Η μνήμη των ανθρώπων, όσο εναργή και αν είναι, δεν μπορεί να επαναχαράξει γεωγραφικά σύνορα χωρών, και ευτυχώς, γιατί αυτή η επαναχάραξη θα γινόταν με χυμένο ανθρώπινο αθώο αίμα και από τις δύο πλευρές. Μπορεί όμως να λυθεί το εθνικό πρόβλημα της Μεγαλονήσου, πολιτικά ωφέλημα και για τις δύο κοινότητες. Με πρώτη κίνηση την επιστροφή των στρατευμάτων κατοχής από εκεί που ήρθαν, δηλαδή τη γείτονα χώρα, και οι πρόσφυγες στις πατρογονικές τους εστίες. 
     Οι επανεκδόσεις των πεζογραφημάτων του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή έτυχαν μεγαλύτερης αναγνώρισης στα κατοπινά χρόνια,-το έργο «Ο Συμβολαιογράφος» γυρίστηκε μάλιστα με επιτυχία σίριαλ και προβλήθηκε στην ελληνική τηλεόραση-καθώς και τα θεατρικά του,-δες «Του Κουτρούλη ο γάμος»-μια αριστοφανικής υφής κάπως άνιση κωμωδία-παρά η ποιητική του δημιουργία, που συνήθως είναι επιλογική και έχει χαρακτήρα αποσπασματικό, από τους κατά καιρούς ανθολόγους της, μια και σήμερα ιδιαίτερα, οι άνθρωποι δεν μελετούν και δεν απολαμβάνουν με την ίδια ευφρόσυνη διάθεση τον ποιητικό λόγο των παλαιότερων δημιουργών, ιδιαίτερα αυτών που ανήκουν σε διαφορετική γλωσσική ατμόσφαιρα, θεματολογία, τεχνική. Αλλά και οι παλαιότερες λογοτεχνικές γενιές για να είμαστε δίκαιοι, αντιμετώπισαν το ποιητικό του έργο με επιφύλαξη και καθαρή αρνητική διάθεση, παρά τα κείμενα που έγραψαν για τον ίδιο και το έργο του.
     Ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, υπήρξε μάλλον ένα αναγκαίο φλύαρο «κακό» φαινόμενο στον χώρο των ελληνικών γραμμάτων-της ποίησης κατά κύριο λόγο-για τις μετέπειτα λογοτεχνικές γενιές, και τους καταξιωμένους γραμματολόγους και ανθολόγους καθηγητές πανεπιστημίων και συγγραφείς, που δεν γνώριζαν πως, ή δεν μπορούσαν να το παρακάμψουν. Ήταν το καταχρηστικό καλλιτεχνικό αναγκαίο πρόβλημα που είχαν να διαχειριστούν και που προέρχονταν, από τις απαρχές της νεότερης ελληνικής γραμματείας, ενταγμένο μέσα στο Βυρώνειο ρομαντικό πνεύμα της εποχής, και της καθαρευουσιάνικης ατμόσφαιρας που η μεγαληγορία και το πολυδαίδαλο και επικαιρικό συνηθέστερα θεματολογικό του πεδίο, η ιδιοσυγκρασιακή του ατμόσφαιρα και το ακατέργαστο και βιαστικό του ύφος, και η μη ενορχηστρωμένη του εικονοποιία, σε πολλές του δραματικές συνθέσεις,  και φυσικά, το μεγαλύτερο σε εκδοτικό και συγγραφικό όγκο έργο του, σε σχέση με άλλους προγενέστερους και μεταγενέστερους δημιουργούς καθιστούσαν το πλησίασμα του Ραγκαβή μια παρακινδυνευμένη πνευματική ασχολία  Οι άλλοι λογοτέχνες της γενιάς του, είχαν βρει την κατάλληλη θέση τους στην πινακοθήκη της ελληνικής λογοτεχνικής γραμματείας, και πολλοί λησμονήθηκαν μέσα στα ποιητικά δαφνοστεφανωμένα κάντρα που τους κρέμασαν πανηγυρικά οι επερχόμενες συγγραφικά και αναγνωστικά γενιές. Ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, εξαιτίας της πολυσχιδούς πολιτικής του προσωπικότητας και των πολύπλευρων κοινωνικών του δραστηριοτήτων δεν ήταν εύκολο να παραβλεφθεί. Η ποιητική του ογκώδη δημιουργία επιλεκτικά μας διασώθηκε. Και στην αρνητική μας διάθεση για προσέγγιση του έργου του, νομίζω ότι μάλλον μας καθοδήγησε η αρνητική κρίση του Ιωάννη Ζερβού για το ποιητικό του έργο, ο οποίος συνέταξε και την πρώτη επιλογή ποιημάτων του για τις εκδόσεις του Γεωργίου Φέξη.
     Αν και για να είμαστε δίκαιοι απέναντι στον συγγραφέα και ανθολόγο Ιωάννη Ζερβό, πέρα από την προσωπική του αναγνωστική περιπέτεια και την σε γενικές γραμμές απόρριψη του ποιητικού έργου, σημειώνοντας τους εσωτερικούς και τεχνικούς σκοπέλους της ποίησης του Ραγκαβή, πρέπει να έπαιξε ρόλο στην κρίση του, και οι απόψεις του δασκάλου και ποιητικού αρχηγέτη διαχρονικά, Κωστή Παλαμά, ο οποίος στους δεκαπέντε τόμους των Απάντων του, όπως κυκλοφορούν στο εμπόριο από τις εκδόσεις Μπίρης, απορρίπτει συλλήβδην το έργο του Αλέξανδρο Ρίζου Ραγκαβή, άμεσα και φανερά κυρίως, έμμεσα και μέσα σε διάφορα θέματα που εξετάζει στις μελέτες, άρθρα, σημειώματα και χρονογραφήματά του, άλλοτε με δηλητηριώδη βέλη,(όπως αυτό που αφορά κείμενο του Ραγκαβή για τον «Εθνικό Ύμνο» του Διονυσίου Σολωμού), άλλοτε τον εντάσσει στο κείμενο που ασχολείται με τους λογοκλόπους, άλλοτε τον ειρωνεύεται, άλλοτε τον σαρκάζει, τον παρωδεί, και γενικά βλέπουμε ο γεραρός Κωστής Παλαμάς, να διάκειται αρνητικά απέναντι στην καλλιτεχνική δημιουργία του Ραγκαβή. Το κριτικό και καλλιτεχνικό αυτό θάψιμο θα γράφαμε του πολυπράγμονα δημιουργού και πολιτικού, που οι στίχοι του κάνουν για εφημεριδοπώλες, και άλλα τινά, ακολουθήθηκε χρονικά και από τους μεταγενέστερους που ακολούθησαν τον Κωστή Παλαμά, μια και τα δημοσιεύματα του Παλαμά δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Εφημερίς» 1894 και 1896, στο γνωστό «Ημερολόγιον» του Σκόκου 1889, και αλλού την περίοδο εκείνη. Δηλαδή στα κοντινά χρόνια πριν ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής πεθάνει 16 Ιανουαρίου 1892, και αφού έχει εκδώσει ότι θεώρησε ότι μπορεί να εκδοθεί από τα διάσπαρτα δημοσιεύματά του και τις αυτοτελείς εργασίες του, και σίγουρα, μια εικοσαετία περίπου, πριν ο Ιωάννης Ζερβός εντάξει μέσα στην λογοτεχνική βιβλιοθήκη του Γεωργίου Φέξη το δικό του ανθολόγιο για τον ποιητή, με τον γνωστό πρόλογο. Την ίδια αρνητική πρόθεση-πεπατημένη μάλλον ακολούθησε και ο Ευγένιος Γ. Ζαλοκώστας, στις γνωστές Διαλέξεις για τους ποιητές του ΙΘ αιώνος. Αν και επανερχόμενος στον Ιωάννη Ζερβό, σημειώνω ότι δίνει διάλεξη και για τον και το έργο του Ανδρέα Λασκαράτου, σελίδες σαράντα οκτώ, στον ίδιο τόμο, αναφέροντας εύστοχα τα εξής μεταξύ άλλων:
«Η Κριτική και μάλιστα η πρόχειρη και αγοραία κριτική είναι ο κυριώτερος λόγος ενός παράδοξου φαινομένου που το βλέπουμε στη φιλολογία όπως και σε άλλα κοινωνικά πράγματα, του φαινομένου δηλαδή ότι πολλές φορές διατηρείται και διαδίδεται η φήμη ενός ανθρώπου ή ενός έργου, χωρίς το πλήθος να καλοξέρη τον άνθρωπον αυτόν ή το έργο. Και όσο εις ένα τόπον ο φιλολογικός σνομπισμός είναι περισσότερος τόσο και η υπερβολική επίκριση ή ο υπέρμετρος έπαινος δημιουργούν πρόχειρα μια καλή ή μια κακή φήμη για τους συγγραφείς του τόπου. Έτσι ή σβύνεται ολότελα το έργο τους ή αντίθετα γίνεται γνωστό κατόπι της φήμης και βαθμηδόν εξ αιτίας αυτής……».
     Εύστοχες οι παρατηρήσεις του Ζερβού θέλω να πιστεύω και ακριβοδίκαιες. Από το ποιητικό έργο του ευπατρίδη και πολυμαθέστατου Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή, μας είναι γνωστό το εμβατήριο «Ο ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΕΛΛΗΝ», βασισμένο πάνω στον μελωδικό σκοπό των «Ληστών» του Σχιλλέριου» όπως γράφει ο ίδιος, που όλοι μας έχουμε σιγοψιθυρίσει-έστω και αν δεν γνωρίζαμε την πατρότητά του.
Μαύρη είν’ η νύχτα στα βουνά
στους βράχους πέφτει χιόνι
μες στ’ άγρια, στα σκοτεινά,
μέσα στας πέτρας, στα στενά,
ο Έλλην ξεσπαθώνει.
--
Το χέρι του το σκοτεινό
βαστά αστροπελέκι,
παλάτι έχει το βουνό
και σκέπασμα τον ουρανό
κι ελπίδα το ντουφέκι.
--
Ελεύθερος σαν το πουλί
δεσμούς δεν υποφέρει
την πίστιν του δεν την πουλεί
κι αν είμαστ’ άφοβ’ ή δειλοί
ο τύραννος το ξέρει.
--
Τον κόσμ’ ο δόλος διοικεί
η γη ειν’ φαρμακωμένη
την κυριεύουν οι κακοί
και μον’ στους βράχους κατοικεί
η αρετή κρυμμένη.
--
Πήγαινε, φίλιε την ποδιά
αυτών που τυραννούσι,
εδώ στα πράσινα κλαδιά
μον το σπαθί τους τα παιδιά
και τον σταυρόν φιλούσι.
--
Και αν δύο τρία ερπετά
να έρπουσι γυρεύουν
ημείς τ’ αφίνομεν αυτά
και το ποδάρι μας πετά
κι αν ξεύρουν ας ανέβουν.
--
Μητέρα, κλαίς, παρατηρώ
κι εγώ σε σαίτεύω
Ένα παιδί σε αφαιρώ
όμως να ζήσω δεν μπορώ
αν  ζω για να δουλεύω.
--
Μην κλαίτε, μάτια γαλανά,
φωστήρες που αρέσω
το δάκρυόν σας με πλανά
ελεύθερος ζω στα βουνά,
κι ελεύθερος θα πέσω.
--
Βαριά, βαριά βοϊζ η γη,
ένα τουφέκι πέφτει,
παντού τρομάρα και σφαγή,
εδώ φυγή, εκεί πληγή.
Τον σκότωσαν τον κλέφτη.
--
Κι αν απ’ της τύχης το βυζί
βυζαίνουν πεινασμένοι
κι αν όλο πνίγουνται μαζί,
ελεύθερος ο Έλλην ζει
κι ελεύθερος παθαίνει.
     Το ποίημα αυτό που γράφτηκε το 1834, το ερανίστηκα από το ανθολόγιο «Τα εις την Μούσαν» του ανθολόγου Ερμή 1995, και όχι από τα Έργα του Ραγκαβή που βρίσκονται στους τόμους της Εταιρείας Ελληνικών Εκδόσεων χ.χ., ή στα «Ποιήματα» που ανθολογεί ο Ζερβός, που το ποίημα έχει άλλον τίτλο «Ο ΚΛΕΦΤΗΣ» και οι στίχοι του αλλάζουν. Χρησιμοποίησα το τελευταίο ανθολόγιο που έχει πιο στρωτή γλώσσα, της επιμελήτριας και ανθολόγου ποιήτριας Λίτσας Χατζοπούλου, και του Ζερβού σε άλλα.
Η πιο γνωστή του και πολυαναφερόμενη και πολυχρησιμοποιούμενη πολύστιχη σύνθεση του είναι η «ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΠΛΟΥΣ»,  στην έκδοση του Γεωργίου Φέξη καταλαμβάνει τις σελίδες 13 έως 30. Είναι μια αρχαιοθεματική σύνθεση, «το λελαξευμένον αρχαιοπρεπές αριστούργημα, το εμπνευσθέν εκ της ζωφόρου του Λυσικρατείου μνημείου…» όπως γράφει ο Κωστής Παλαμάς, σελίδα 67 του 15ου τόμου των Απάντων του, και ο Ευγένιος Ζαλοκώστας, στην δική του ομιλία αναφέρει: «Δεν είνε δυνατόν να περάνω την ομιλίαν μου, χωρίς να σταματήσω εις εν από τα αληθώς εμπνευσμένα, τα αρμονικώτερα και καλλιτεχνικώτερα διηγηματικά του, εξιστορούν την αρπαγήν της Αριάδνης από τον Διόνυσον εις την νησίδα Δίαν, παρά την Κρήτην, οπόθεν απαγομένη η καλλίμορφος κόρη εις Νάξον ανελήφθη και ενεθρονίσθη νέα θεά εις τον Όλυμπον». Είναι το περιβόητο «ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΠΛΟΥΣ»
Η έκτασις του αχανούς
Αιγαίου εκοιμάτο,
κ’ έβλεπες δύο ουρανούς
ο εις ήν άνω κυανούς,
γλαυκός ο άλλος κάτω.
--
Αι διαλείπουσαι πνοαί
του έαρος εφύσων
αμφίβολοι και αραιαί
μακράν δ’ εφαίνοντ’ ως σκιαί
αι κορυφαί των νήσων.
--
Η δύσις, πύλη φλογερά,
λαμπρές αντανακλάσεις
ηκόντιζεν εις τα νερά
ως αν ενέμοντο πυρά
την πλάκα της θαλάσσης.
Η πράγματι αρμονική και ορθά οργανωμένη αυτή σύνθεση του Ραγκαβή, αποτελείται από 100 πεντασύλλαβες στροφές. Ένα μακράς πνοής διηγηματικό ποιητικό αφήγημα, που αυτοδικαίως καθιστά τον Φαναριώτη ποιητή ισάξιο με άλλους δοξασμένους ομοτέχνους του. Το ποίημα συνήθως αναφέρεται αποσπασματικώς και κρίνεται με αυτόν τον τρόπο, λόγο της μεγάλης του έκτασης. Στο διαδίκτυο, έχει αντιγραφεί ολόκληρο, και μπορεί κανείς να το απολαύσει. Είναι από τις ωραιότερες αρχαιοθεματικές συνθέσεις που μπορεί να διαβάσει κανείς από έλληνα ή ελληνίδα δημιουργό. Παρότι είναι μακροσκελές, ο Ραγκαβής έχει κατορθώσει να το τιθασεύσει και να πετύχει τον σκοπό της σύλληψής του. Ωραίες εικόνες, εξαίρετες ομοιοκαταληξίες, ρυθμικός βηματισμός, έλεγχος του θέματος που περιγράφει, ένα μεγάλο ποίημα, ένα ποίημα ποταμός σαν και αυτά που μας έδωσε ο ποιητής της Ρωμιοσύνης Γιάννης Ρίτσος, το οποίο δεν μας κουράζει ούτε μας απογοητεύει η ανάγνωσή του. Ιδιαίτερα αυτός ο καμπανιστός ήχος του τελικού ν, είναι πράγματι ευαίσθητος ήχος ποιητικής καμπάνας.  Η χρήση των πλάγιων επίσης  πτώσεων, βοηθά στον σχεδιασμό ορθότερης μορφής της σύνθεσης. Και όπως το διαβάζω στην έκδοση του Γεωργίου Φέξη, παρά τις όποιες μικρές χασμωδίες ή εξαιτίας αυτών, το ποίημα αποκτά μια κατά την γνώμη μου καλύτερη απόδοση, παρά οι μετέπειτα παρεμβάσεις και το γλωσσικό ρετουσάρισμα που υπέστη. Ακούγεται ηχητικά πιο τέλεια και σε αγγίζει χωρίς να δυσανασχετείς.
Σημειώνει χαρακτηριστικά μεταξύ άλλων στον πρόλογό του ο Ιωάννης Ζερβός:
«Αν οι στίχοι του εξέπεσαν πολύ εις την εκτίμησιν του αναγνωστικού μας κοινού, αν η ποιητική του φήμη σημαντικώς παρήκμασε, τούτο δεν συνέβη διότι επεκράτησεν εις κοινήν εκτίμησιν άλλη τις εκδήλωσις της προσωπικότητος αυτού. Είναι πρόδηλον ότι συμπαρήκμασε με όλους τους άλλους ποιητάς της καθαρευούσης, εκείνους μάλιστα που είχαν την ζωηράν λαϊκήν δημοτικότητα μεταξύ των συγχρόνων των. Διότι ανέκαθεν ούτε εξαιρετικά λαϊκός υπήρξεν, ούτε την αγάπην είχε των εκλεκτών και των εξαιρετικώς μορφωμένων. Οι στίχοι του απηλαγμένοι αγοραίου πάθους, αλλά και στερημένοι υπερτέρας τινός σκέψεως και ζωηρού αισθήματος, χαλαροί, παρά την φαινομενικήν κομψώτητα εις την μορφήν και έκφρασιν, ενέκλειαν ευθύς από τον καιρόν της εμπνεύσεώς των την εφημερότητα ήσαν προωρισμένοι να έχουν ευμενή υποδοχήν όταν ανεγιγνώσκοντο, δια να λησμονούνται σχεδόν αμέσως από αυτούς τους πρώτους αναγνώστας και εκτιμητάς αυτών-Θα ήταν όμως άδικος η κρίσις αυτή, διατυπουμένη τόσον γενικά και ανεξαίρετα. Μέσα εις το μεγάλο πλήθος των στίχων του Ραγκαβή ευρίσκομεν κάμποσους στίχους, που κρινόμενοι με την σχετικότητα της καθαρευούσης και της εποχής τους, κάποτε μάλιστα και ανεξαρτήτως σχετικότητος αξίζουν ιδιαιτέρα προσοχήν και εκτίμησιν. Ως προς τους στίχους αυτούς δυνάμεθα να είπωμεν ότι αληθεύει το φαινόμενο που προανέφερα-ότι πνίγονται δηλαδή μέσα εις το πέλαγος της άλλης μυριοπλασίας στιχουργίας του και αδικούνται εις την κοινήν κριτικήν εκτίμησιν. Από τους στίχους αυτούς-και παρέχομεν εις τον τόμον αυτόν μίαν εκλογήν-προκύπτει ασφαλές συμπέρασμα ότι ο Αλέξανδρος Ραγκαβής αν δεν είναι ο πρώτος, είναι μεταξύ των πρώτων που εκαλλιέργησαν την φιλοσοφικήν ποίησιν εις την Ελλάδα, καθώς ακόμη είναι μεταξύ των καλυτέρων της καθαρευούσης ερωτικών στιχουργών και ένας από τους ολιγώτερον ρητορικούς και περισσότερον κυριολεκτικούς εις την γλώσσαν αυτήν. Επί πλέον ο στίχος του είναι πολύ κομψότερος παρ’ ότι των περισσοτέρων συγχρόνων του και η ρίμα του (δεν αναφέρω τούτο ως αισθητικόν προσόν) πλουσιωτέρα….».
     Όπως διαπιστώνουμε οι απόψεις του Ζερβού συγκλίνουν αλλά και αποκλίνουν σε ορισμένα σημεία όσον αφορά εκείνες του Παλαμά. Ο Κωστής Παλαμάς είναι μάλλον πιο απόλυτος στις θέσεις του, ενώ διαλλακτικότερος παρουσιάζεται ο Ζερβός. Συμφωνούν πάντως στην πολυστοιχουργία του Ραγκαβή, κάτι όμως που δεν είναι φαινόμενο της εποχής του αλλά και μεταγενεστέρων. Φαίνεται ότι ο Ραγκαβής είχε μεγάλη ευχέρεια ποιητικής έκφρασης και ποικιλία ιδεών, από τα λεγόμενά του, μάλλον προσπαθούσε να συντάξει μια ολοκληρωμένη θεωρία περί ποιήσεως και των τεχνικών αυτής, τα σπαράγματα των σκέψεών του μας το υποδηλώνουν, πολλές από τις θεωρητικές του αρχές τις προσάρμοζε μέσα στον δραματικό και ποιητικό του λόγο. Φυσικά, δεν διέθετε την πιο οργανωμένη σκέψη ενός Ιάκωβου Πολυλά ή την πιο συγκροτημένη του Κωστή Παλαμά, που άρθρωσαν μια ολοκληρωμένη θεωρία  περί της ποιητικής τέχνης. Η ορισμένες φορές μεγαλοστομία του θυμίζει κάτω από άλλες συνθήκες τον λόγο του Γιάννη Ρίτσου.
     Άλλες ποιητικές συνθέσεις του που ακόμα μνημονεύονται είναι «Ο γοργός ιέραξ», «το ρόδον», «η ερωμένη του κλέφτου», η «Βάτος» «Η Ταξιδεύτρα», ένα θαυμάσιο δημοτικής ατμόσφαιρας ποίημα, που θυμίζει αυτό του «Κωνσταντή» με έντονο το μεταφυσικό στοιχείο, και στοιχεία του παραλόγου, των δυνάμεων του κάτω κόσμου, που η απύθμενη αγάπη των δύο νέων βρίσκει την πλήρωσή της, στην εκπλήρωση της προφητείας, ότι ο νεκρός αγαπημένος νέος θα πάρει κοντά του την αγαπημένη του στο μνήμα και θα ευτυχίσουν μαζί στον κόσμο του άδη. Ξεχωρίζει το ποίημα «Εις Σαπφώ».
Πλέκουσα ωδάς ακοιμήτου θρήνου
ήγειρας τας Μούσας τας Λευκαδίας,
κ’ είχες εις τα βάθη της σης καρδίας
φλόγας καμίνου.
--
Σ’ έλεγον αι Μούσαι αυτών δεκάτην.
Όταν τον πικρόν εκελάδεις πόνον,
οι ψαλμοί σ’ εφθόνουν των αηδόνων.
Οίμοι πλήν, μάτην!
--
Μόνη σ’ ήτον, μόνη ελπίς το μνήμα,
όπου να σβεσθώσι και φλόξ και πόνοι
και καταφυγή σοι παρέστη μόνη
βράζον το κύμα.
--
Και εις την υγράν του ριφθείσ’ αγκάλην,
ως το κλαίον βρέφος απεκοιμήθης
κ’ ήλπισας να εύρης σιγήν λήθης,
Μάτην δε πάλιν!
--
Παν προσρέον κύμα, παν απορρέον
Κλαίον διηγείται τας συμφοράς σου,
κ’ ελεγεία ψάλλει, και τ’ όνομά σου
λέγει τ’ ωραίον.
--
Θάλλεις εις ερώντων θνητών την μνήμην,
εις τας αποστάσεις και δ’ αιώνων.
Αν δε και απέθανες εις τον πόνον,
ζης εις την φήμην.
     Εκατοντάδες είναι τα ποιήματα τα αφιερωμένα στην αρχαία ποιήτρια Σαπφώ, και άλλα τόσα αυτά που έχουν σαν θέμα τους την Ψάπφα. Αξίζει κάποτε να γίνει μια εργασία και να συγκεντρωθεί όλο αυτό το υλικό, το αφιερωμένο στην Δέκατη Μούσα
Άλλο του Ραγκαβή,
ΕΙΣ ΑΓΝΩΣΤΟΝ
Τι αν εις άγνωστον Θεόν, ως οι αρχαίοι, θύω;
Προς κόσμον σπεύδω άγνωστον, και έρχομ’ εξ αγνώστου
αγνώστους διεβίωσα, και εύρον εν τω βίω
ότι γλυκύτερος καρπός ο άγνωστότερός του.
Άλλο του Ραγκαβή
Απουσία
Δεν σε βλέπω, κι η ψυχή μου
ξένη, ορφανή,
επί γης νεκράς κι ερήμου
δια σε πονεί.
--
Όπου το γλυκό σου βλέμμα
τώρα μειδιά
θα σ’ ακολουθεί ηρέμα,
ως πιστή σκιά.
--
Όταν θα σοι φερ’ η αύρα
σταλαγμούς βροχής
ήξευρε πως είναι μαύρα
δάκρυα ψυχής.
--
Των ανέμων αν στενάζει
κλαυθμηρά φωνή
η ψυχή μου θα σε κράζει
και θενά θρηνεί.
--
Αν ποτέ δ’ υπ’ αναιτίων
συσχεθείς παλμών,
κι ιδείς δάκρυ αναβρύον
εκ των οφθαλμών.
--
Ήξευρε πως η ψυχή μου
σ’ αποχαιρετά,
κι εκ του κόσμου του πενθίμου
φεύγει και πετά.
  
     Άλλες ποιητικές συνθέσεις που ξεχωρίζουν είναι «Τα μνήματα», η «Μοναξιά», «ο θάνατος του παλληκαριού», το «Άσμα παράφορος», η «Ωδή προς τον Αθανάσιον Χριστόπουλον και γενικά όσα συγκέντρωσαν και εξέδωσαν οι αναφερόμενοι στην αρχή ανθολόγοι, αλλά και ορισμένα άλλα που βρίσκονται σε άλλες εκδόσεις του.
     Δεν μπορώ να γράψω για τους άλλους, αλλά αν μου δινόταν η δυνατότητα να επανα-αναστηλώσω το ποιητικό έργο του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή, θα το έπραττα με μεγάλη χαρά. Διαβάζοντας τα Απομνημονεύματά του, τον θαύμασα περισσότερο. Αλλά για τον πεζογραφικό Ραγκαβή, τον απομνημονευματογράφο και τον Αυθέντη του Μωρέως, οφείλουμε να ακούσουμε τόσο την φωνή του Κωνσταντίνου Θ. Δημαρά όσο και εκείνη του Απόστολου Σαχίνη πρώτα.
Θα επανέλθουμε.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Σάββατο 8/10/2016
Πειραιάς, 8/10/2016
Υ. Γ. Πολύ χάρηκα που ο τηλεοπτικός σταθμός του ΑΛΦΑ, μεταδίδει ξανά την Ελληνοφρένεια. Καυστική πολιτική σάτιρα, δηκτικός σχολιασμός, εύστοχες κρίσεις, σπαρταριστές σκηνές, αυθεντικό και πηγαίο χιούμορ. Εκείνο μόνο που δυσκολεύει είναι η μάσκα που φοράει ο Μπαλούρδος και εμποδίζει την καλή ακουστική του λόγου του. Αλλά αυτή η αριστερή κόκκινη μπέρτα αλλά μεγάλου Ναπολέοντος μετά την στέψη είναι χάρμα. Να δούμε το Βατερλώ ποιος από τους κυβερνώντες θα το πληρώσει. Πριν πέσουμε όλοι μαζί στο πεδίο της μάχης των άμεσων και έμμεσων φόρων. Όσο για σύνταξη δεν το βλέπω. Να τα έχετε καλά με τον Ιερώνυμο μπας και φάμε κανένα πρόσφορο. Αν και υπάρχει και η λύση κάθε Κυριακή στα μνημόσυνα των Εκκλησιών, με τα κόλλυβα φτιάχνεις ένα υγιεινό κολλυβόζουμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου