Κυριακή 4 Ιουνίου 2017

Ο ποιητής Κωνσταντίνος Π. Καβάφης, με τα μάτια του Κίμωνα Φράϊερ

Ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης με τα μάτια του Κίμωνα Φράϊερ

     Στις 25 Μαΐου, συμπληρώθηκαν εικοσιτέσσερα χρόνια από την κοίμηση του δάσκαλου, του μεταφραστή, του δοκιμιογράφου, του ποιητή, του καθηγητή Κίμωνα Φράϊερ(18/11/1911-25/5/1993). Έχω αναφερθεί και άλλοτε, στην μεγάλη προσφορά του μελετητή και μεταφραστή Κίμων Φράϊερ στα ελληνικά γράμματα. Η πολύχρονη σχέση μου μαζί του, μου έδωσε την δυνατότητα να γνωρίσω από κοντά και να ακούσω τις θετικές γνώμες αρκετών ελλήνων δημιουργών για το έργο του, αλλά, και την μετέπειτα αχαριστία αρκετών. Τον λησμόνησαν πριν ακόμα στεγνώσει το μελάνι του ποιητικού τους βιβλίου (ή του ποιήματος) που με κόπο, μεράκι και αγάπη μετέφρασε στα αγγλικά. Ένα πολύμοχθο μεταφραστικό έργο, (ελλήνων παλαιότερων και νεότερων ποιητών στην αγγλική γλώσσα, από τα μέσα της δεκαετίας του προηγούμενου αιώνα, που εγκαταστάθηκε μόνιμα στην ελλάδα) που ίσως, η εμβέλειά του, ακόμα να μην έχει επιστημονικά-στατιστικά-ακόμα ερευνηθεί και εξεταστεί όσο του έπρεπε. Δεν γνωρίζω στην αχανή Αμερικανική Ήπειρο και στους Πανεπιστημιακούς ή τους ποιητικούς της χώρους, αν τον μνημονεύουν ακόμα, αν μιλούν για τις εκατοντάδες μεταφράσεις του, τ’ άρθρα και τους δεκάδες προλόγους του σε βιβλία ελλήνων ποιητών κυρίως, που μετέφρασε για το αγγλόφωνο κοινό, που μέχρι τας δυσμάς του βίου του δούλευε ακόμα και σε βάρος της υγείας του. Ή ο πολύπλευρος αυτός μόχθος των δοκιμιακών του εργασιών για την μοντέρνα αμερικάνικη και ευρωπαϊκή ποίηση, οι κατά καιρούς διάσπαρτες δημοσιευμένες μελέτες του και ο μεταφραστικός του άχθος πάνω στο έργο ελλήνων δημιουργών, αποτελούν πλέον, μετά την παρέλευση τόσο δεκαετιών, μια ακόμα πνευματική προσφορά ενός ελληνοαμερικάνου δημιουργού που την συναντάμε στα σκονισμένα ράφια των δημόσιων βιβλιοθηκών, ή στις γενικές βιβλιογραφικές καταθέσεις για την αμερικάνικη και ελληνική ποίηση, στις τελευταίες σελίδες των ανάλογων μελετημάτων ή ανθολογιών. Και το μόνο έντονο ίχνος που έμεινε από την πνευματική του προσφορά στα ελληνικά γράμματα, είναι η μετάφραση της ογκώδους «Οδύσσειας» του Νίκου Καζαντζάκη στην αγγλική γλώσσα. Το τελευταίο ποιητικό έπος των ελληνικών γραμμάτων.  Τον θυμάμαι άρρωστο στο κρεβάτι, στο σπίτι που είχε ενοικιάσει στην περιοχή του Χολαργού στην οδό Παναγή Τσαλδάρη, μετά την αποχώρησή του από την οδό Καλλιδρομίου στο κέντρο της Αθήνας, να μου ζητά να του διαβάζω έλληνες νέους ποιητές και ποιήτριες που τότε μελετούσα, όπως και τυχόν κριτικά σημειώματα που είχαν γραφτεί στον ελληνικό τύπο και τα λογοτεχνικά περιοδικά για αυτούς. Να με παρακαλεί να ενημερώνομαι για τις νέες ποιητικές εκδόσεις που κυκλοφορούσαν και να τους τις αναφέρω, ενώ παράλληλα, επεξεργάζονταν νέες και παλαιότερες μεταφραστικές εργασίες και προλογικά του σημειώματα. Την επιθυμία αυτή ενός προσώπου, να του διαβάζω δηλαδή τον σύγχρονο ποιητικό λόγο των νεώτερων συγγραφέων, την έζησα στα κατοπινά χρόνια ξανά, όταν ο ποιητής και φιλόλογος Σταύρος Βαβούρης στις επισκέψεις μου στο σπίτι του, μου εξέφραζε το ίδιο, ανοίγοντας μακροσκελή συζήτηση για τις νέες ποιητικές φωνές. Αν και ο ποιητής Σταύρος Βαβούρης, εξακολουθούσε να αγοράζει και ο ίδιος βιβλία-ποίηση, μυθιστόρημα- και να ενημερώνεται, ανοίγοντας μου με πάθος συζήτηση για αυτά. Η μνήμη του, σχετικά με πρόσωπα και δημοσιεύματα ελλήνων δημιουργών, ήταν τεράστια). Χαλκέντερος μεταφραστής ο Kimon Friar, αγάπησε ουσιαστικά και αληθινά τον ελληνικό ποιητικό λόγο και φιλοδόξησε και πέτυχε, με την μεγάλη κατάρτιση που διέθετε πάνω στην αμερικάνικη και αγγλική ποιητική παράδοση, να τον γνωρίσει στο αγγλόφωνο κοινό, και να τον καταστήσει οικείο και προσιτό στους αναγνώστες και τους διανοούμενους των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και της Ευρωπαϊκής Ηπείρου. Υπήρξε άτομο πειθαρχημένο και αφοσιωμένο στην δουλειά του, έντιμο στις επαγγελματικές μεταφραστικές του ασχολίες. Ακόμα ηχούν στα αυτιά μου οι λόγοι του νομπελίστα μας ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, που σε συνάντησή μας μου είχε πει: «Γιωργάκη, από τις μεταφράσεις του Κίμωνα, οι Δυτικοευρωπαίοι γνώρισαν και βράβευσαν το έργο μου». Την ίδια πάντα θετική κρίση εξέφραζε και η Ελένη Καζαντζάκη, δεύτερη σύντροφος του Νίκου Καζαντζάκη για τον Φράϊερ. Το πεδίο των πνευματικών του ενδιαφερόντων ήταν ευρύ και πολύπλευρο, γνώριζα,-μια που οι δυό μας είχαμε κάνει την μετακόμιση στο καινούργιο σπίτι, την βιβλιοθήκη του, και τις εκδόσεις των βιβλίων που διέθετε. Βιβλία και λευκώματα των εικαστικών τεχνών, ξένα μελετήματα που αφορούσαν την παγκόσμια μυθολογία, δοκίμια με θέμα τους αρχαίους πρωτόγονους πολιτισμούς, μελετήματα που αφορούσαν θέματα της θρησκείας, (αν και ο ίδιος, δεν πίστευε σε κανένα θρησκευτικό δόγμα ή δοξασία). Είχαμε επισκεφτεί αρκετούς εκθεσιακούς χώρους και άκουγα από κοντά, τις απόψεις που εξέφραζε για θέματα και ρεύματα των εικαστικών τεχνών. Έδειχνε ενδιαφέρον για την έβδομη τέχνη, προτιμούσε να βλέπουμε τα ασπρόμαυρα αστυνομικά αμερικάνικα φιλμ,-(παράξενο σ’ εμένα τον τότε τον νέο μου φαίνονταν, η αγάπη του για τον ηθοποιό Τζων Τραβόλτα, όχι μόνο του «πυρετού του σαββατοκύριακου»). Αγαπούσε την λαϊκή ελληνική μουσική, ιδιαίτερα τα ρεμπέτικα. Η μνήμη μου κρατά έντονα, την εικόνα πολλών μεγάλων μπομπίνων που είχε σε συρτάρια και κούτες Νουνού, με αυθεντικές και σπάνιες ηχογραφήσεις ελλήνων μουσικών δημιουργών και τραγουδοποιών, ακούσματα ρεμπέτικων τραγουδιών, αλλά και, συζητήσεις με έλληνες ποιητές της εποχής του. Ένα σπάνιο μουσικό υλικό, που μέχρι τον θάνατό του, έμενε αναξιοποίητο. Κάτι, που το κουβεντιάζαμε, χωρίς να δίνουμε λύσεις. Όταν του ζητούσα να ακούσω τις φωνές ορισμένων ποιητών, γνώριζα ότι ήταν δύσκολο και σίγουρα αδύνατο, μια και δεν κυκλοφορούσαν στην αγορά, τα ειδικά εκείνα παμπάλαια πικάπ με τις στρογγυλές ταινίες, που ξετυλίγονταν η κορδέλα από την μία « πλαστική ρόδα» στην άλλη.
      Ο Κίμων Φράϊερ, υπήρξε ένας ευσυνείδητος μεταφραστής και σταθερός λάτρης της χώρας μας και της ποιητικής της παραγωγής. Οι πανεπιστημιακές του σπουδές, οι ειδικές εργασίες του πάνω σε ζητήματα ποιητικής φύσεως, σε προβλήματα και θέματα της αγγλοσαξονικής ποιητικής παράδοσης, η εμπειρία του ως διευθυντής του Ποιητικού Κέντρου της Νέας Υόρκης, και, για πολλά χρόνια, ως μέλους της κριτικής επιτροπής για το Εθνικό Βραβείο Ποίησης των ΗΠΑ, για το Εθνικό μετάλλιο Λογοτεχνίας, και άλλων καλλιτεχνικών φορέων, που σταδιοδρόμησε κατά την διάρκεια των πανεπιστημιακών του καθηκόντων στις ΗΠΑ, είχαν δημιουργήσει ένα «μικρό μύθο» γύρω από το όνομά του, για πολλά χρόνια στην χώρα μας. Σημαντικό επίσης ρόλο είχε και η προσωπική του γνωριμία με πολλούς και σημαντικούς λογοτέχνες της πριν το 1970, ελληνικών ποιητικών γενεών. Ο δημοκρατικών πολιτικών αρχών λάτρης αυτός της Ελλάδας, είχε διατελέσει καθηγητής αγγλικών του τότε νεαρού Βασιλέα πρώην των Ελλήνων Κωνσταντίνου Β΄, και διαφόρων άλλων γόνων εφοπλιστικών οικογενειών από όσο γνώριζα. Επί υπουργίας πολιτισμού, της αλησμόνητης Μελίνας Μερκούρη, του ζητήθηκε και εξέδωσε την ελληνική ποιητική ανθολογία, στην αγγλική γλώσσα, KIMON FRIAR, “CONTEMPORARY GREEK POETRYPublisher the Greek Ministry of Culture” 1985, με εκτενή εισαγωγή, πληροφορίες και σύντομα βιογραφικά για 67 ελληνικές αντρικές και γυναικείες ποιητικές φωνές, από όλο το φάσμα της σύγχρονης ελληνικής ποιητικής παράδοσης. Μια ανθολογία, που τόσο «πολεμήθηκε» στην εποχή της, ακόμα και από συγγραφείς που είχε παλαιότερα ευεργετήσει με τις μεταφράσεις του. Θυμάμαι, ότι μου «έκοψαν και την καλημέρα» κατά το κοινώς λεγόμενο, νέοι-τότε-δημιουργοί, επειδή δεν τους συμπεριέλαβε στην ανθολογία. Λες και έφταιγα εγώ.   
       Την Πέμπτη 27 Μαΐου 1993 όταν τελέστηκε η εξόδιος ακολουθία στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, ελάχιστοι ήσαν αυτοί που τον συνόδευσαν στο τελευταίο του ταξίδι. Από μνήμης αναφέρω τα ονόματα: ο ποιητής Νάσος Βαγενάς, ο ποιητής Χάρης Βλαβιανός, ο ποιητής Γιάννης Κοντός, εκ μέρος του εκδοτικού οίκου που κυκλοφόρησαν οι μελέτες του, η ποιήτρια και μεταφράστρια Λύντια Στεφάνου, η ποιήτρια και μεταφράστρια Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ, που εκφώνησε έναν μικρό επικήδειο, η σύζυγος του Γιώργου Ποταμιάνου, η Γουλανδρή του Μουσείου της Φυσικής Ιστορίας στην Κηφισιά, που επίσης είπε δύο λόγια, ο καθηγητής και συγγραφέας Κώστας Στεργιόπουλος, ο διευθυντής του Αμερικάνικου Κολλεγίου Αθηνών, ο Θωμάς Στραβέλης, ο Θ. Φραγκόπουλος, ο Τομ, η Ανθούλα, ο δικηγόρος του. Ελάχιστοι έλληνες δημιουργοί για ένα άτομο, που πρόσφερε τόσα πολλά-για αρκετές δεκαετίες-στα ελληνικά γράμματα. Η ΕΡΤ-2 στις νυκτερινές της ειδήσεις, ανέφερε τον θάνατό του επιγραμματικά. Ένα μικρό κανάλι, το Τηλετώρα ήταν εκεί, και ένας δημοσιογράφος του, ο Κώστας Παπαπαναγιώτου, μετά από δική μου ενημέρωση, τράβηξε βίντεο και το πρόβαλε στις νυχτερινές του ειδήσεις. Οι άλλοι ιδιωτικοί σταθμοί, καθώς  και η κρατική ΕΡΤ, τήρησαν σιγή ιχθύος.
     Η μεταφραστική προσφορά του Κίμωνα Φράϊερ είναι τεράστια,-είναι ο πνευματικός δημιουργός εκείνος που έβγαλε κατά κάποιον τρόπο, στην εποχή του, τον ελληνικό ποιητικό λόγο από τα στενά όρια της νότιας βαλκανικής επαρχίας που ανήκει η χώρα μας, και γνωρίζοντάς τον στο αγγλόφωνο κοινό της δύσης, του πρόσφερε «αίγλη» και διεθνή αναγνώριση. Του έδωσε την δυνατότητα να αναμετρηθεί με σημαντικές ποιητικές φωνές του εξωτερικού, να ανιχνεύσει τα δάνεια στοιχεία, να αναγνωρίσει τις επιρροές και τις συγκλείσεις του, να εξερευνήσει θεματικές προσχώσεις και φανερές «αντιγραφές». Πρόσφερε στην ελληνική ποιητική γλώσσα την δυνατότητα να συγκριθεί με άλλες όμορες ξενόγλωσσες ποιητικές μονάδες και να περισκοπήσει τα δικά της όρια. Δεν θα ήταν άστοχο μάλλον, αν σημειώναμε, ότι η μεγάλη καπιταλιστική δυτική υπερδύναμη μέσω της στρατιωτικής και οικονομικής ισχύς της, δυναστεύει κατά κάποιον τρόπο και πολιτιστικά τα υπόλοιπα κράτη. Η αγγλική γλώσσα είναι σε πλεονεκτικότερη θέση από ότι η ελληνική στο παγκόσμιο πολιτιστικό στερέωμα. Κάθε μεταφραστική προσπάθεια ελληνικών λογοτεχνικών κειμένων που απευθύνεται στο πολυπληθέστερο ευρωπαϊκό κοινό, προσμετράτε στις θετικές εξελίξεις της ελληνικής λογοτεχνικής πορείας. Οι νέοι έλληνες ποιητές και ποιήτριες, μέσω των μεταφράσεων του Κίμωνα Φράϊερ, έγιναν γνωστοί και αναγνωρίσιμοι ιδιαίτερα στις ΗΠΑ. Εκτός από το κυρίως μεταφραστικό του έργο, ο Φράϊερ, ασχολήθηκε με τον ποιητικό και δοκιμιακό λόγο. Δεκάδες είναι οι μελέτες και τα άρθρα του πάνω σε έργα ελλήνων και ξένων συγγραφέων, ξενόγλωσσες ή στα ελληνικά, πολλές από τις οποίες, καθώς και μικρά εισαγωγικά του κείμενα, βρίσκονται ακόμα διάσπαρτα σε ξένα και ελληνικά έντυπα-εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά-όπως πολλές φορές είχαμε συζητήσει. Η προσπάθεια που έκανα παλαιότερα να συγκεντρώσω το υλικό, γρήγορα κατάλαβα ότι ξεπερνούσε την πρόθεσή μου, κάτι που με λύπη του το είχα αναφέρει. Η μελέτη του Γιώργου Γιάνναρη, «Κίμων Φράϊερ»- Ο ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΡΙΤΙΚΟΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ», εκδόσεις Κέδρος 1984 σελίδες 82, μας δηλώνει του λόγου το αληθές. Ο Φράϊερ, δεν συγκέντρωνε το δικό του σκόρπιο συγγραφικό υλικό, εκτός από ορισμένα βιβλία του. Κρατούσε μόνο(;) ένα μικρό υποτυπώδες αρχείο, πράγμα που δυσκόλευε ακόμα περισσότερο την συγκέντρωση του αχαρτογράφητου σκόρπιου και διάσπαρτου σε δύο ηπείρους συγγραφικού και μεταφραστικού υλικού. Με μελαγχολία αναρωτιόταν και ο ίδιος, αν θα βρίσκονταν στο μέλλον έλληνας ή αμερικανός ερευνητής, που θα θελήσει να αφιερώσει προσωπικό χρόνο και ατομικά έξοδα, για να συνάξει το διάσπαρτο δημοσιευμένο υλικό τόσων δεκαετιών, και ίσως, να το αξιοποιήσει εκδίδοντάς το. Δεν αναφέρομαι επίσης, στο ανέκδοτο υλικό που γνώριζα, και βρίσκονταν στα συρτάρια των γραφείων του. Ο Kimon Friar, ευτύχησε να δει να μεταφράζονται και να εκδίδονται σημαντικές του μελέτες στα ελληνικά, πέρα από την αγγλόγλωσση ανθολογία του.
     Στο μικρό αυτό σημείωμα στο bloc μου, μεταφέρω ένα ακόμα κείμενο για τον ποιητή Κωνσταντίνο Π. Καβάφη, θέλοντας κατά την προσωπική μου άποψη πάντα, να αναδείξω τις διαφορετικές εκδοχές ανάγνωσης και παρουσίασης του Καβαφικού έργου, από διαφορετικά πρόσωπα και ιστορικές περιόδους. Η κρίση του Κίμωνα Φράϊερ, ενός δασκάλου του ποιητικού λόγου, ενός έγκυρου μεταφραστή, έχει την ιδιαίτερη σημαντική της, με εκείνη του εικαστικού και ποιητή σουρεαλιστή Νίκου Εγγονόπουλου, με του υπερρεαλιστή δημιουργού-κοσμοπολίτη Νάνου Βαλαωρίτη, του ηθοποιού και σκηνοθέτη Αλέξη Μινωτή, του στρατευμένου ποιητή της κομμουνιστικής ιδεολογίας Γιάννη Ρίτσου, και άλλων ελλήνων και ξένων μελετητών της ελληνικής ποιητικής παράδοσης, μέσα στο συγγραφικό και ερευνητικό πανόραμα της Καβαφικής έρευνας. Κείμενα προσωπικής υφής, αναμνηστικής ταυτότητας, ποιητικής σκιαγράφησης, επιστημονικής ανάλυσης κλπ., που σχηματίζουν το καθένα από την σκοπιά του, το Καβαφικό πορτρέτο. Ένα ελληνικό διαχρονικό ποιητικό πορτρέτο, που ακόμα και στις μέρες μας οι ψηφίδες του, συμπληρώνονται επάξια. Είτε υιοθετώντας τις κρίσεις και τις απόψεις του αιγυπτιώτη συγγραφέα Στρατή Τσίρκα, είτε τις αναμνηστικές θέσεις του Νίκου Καζαντζάκη, είτε αυτές των νεότερων ποιητών, όπως του Ντίνου Χριστιανόπουλου από την Θεσσαλονίκη, ή την ποιητική εκδοτική κατάθεση του Πειραιώτη ποιητή Ανδρέα Αγγελάκη. Για να σταθώ σε ενδεικτικά ονόματα ελλήνων δημιουργών χωρίς να εξαντλώ το θέμα, ανοικτό σε συζήτηση και εποικοδομητικές ερμηνείες, για την σύνολη παρουσία και διαδρομή του ελληνικού ποιητικού λόγου.
     Για την ιστορία αναφέρω ότι, ο Κίμωνας Φράϊερ, εκτός από τις φορές που συναντηθήκαμε στον Πειραιά, έδωσε και μία διάλεξη για την Οδύσσεια του Νίκου Καζαντζάκη στην πόλη μας, σε μια κατάμεστη αίθουσα, που παρευρίσκονταν και η Ελένη Καζαντζάκη, στο παλαιό Γαλλικό Ινστιτούτο, οικία Στρίγκου, νυν βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη, στην οδό ΙΙ Μεραρχίας στο λιμάνι της Ζέας.
     Πριν αντιγράψω το κείμενο για τον Αλεξανδρινό, δίνω μερικά ενδεικτικά εργογραφικά στοιχεία για τα βιβλία του Κίμωνα Φράϊερ που κυκλοφορούν στα ελληνικά.
 Η αγγλόφωνη ανθολογία του περιλαμβάνει τους εξής έλληνες ποιητές και ποιήτριες:
Μηνάς Δημάκης, Τάκης Βαρβιτσιώτης, Κρίτων Αθανασούλης, Τάκης Σινόπουλος, Σαράντος Παυλέας, Γιώργος Γεραλής, Νίκος Καρύδης, Άρης Δικταίος, Μίλτος Σαχτούρης, Αντώνης Δεκαβάλλας, Έκτωρ Κακναβάτος, Γιώργος Κότσιρας, Νάνος Βαλαωρίτης, Κλείτος Κύρου, Ελένη Βακαλό, Άθως Δημουλάς, Τάσος Λειβαδίτης, Δημήτρης Παπαδίτσας, Άρης Αλεξάνδρου, Αριστοτέλης Νικολαϊδης, Θ. Φραγκόπουλος, Γιώργος Παυλόπουλος, Μιχάλης Κατσαρός, Γιάννης Δάλλας, Μανόλης Αναγνωστάκης, Δημήτρης Δούκαρης, Σταύρος Βαβούρης, Νίκος Σπάνιας, Πάνος Θασίτης, Μαντώ Αραβαντινού, Κώστας Στεργιόπουλος, Νίκος Καρούζος, Νίκος Φωκάς, Λύντια Στεφάνου, Γιάννης Παπαδόπουλος, Τίτος Πατρίκιος, Μαρία Σερβάκη, Ντίνος Χριστιανόπουλος, Κική Δημουλά, Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, Βύρων Λεοντάρης, Νανά Ησαϊα, Μάρκος Μέσκος, Τάσος Δενέγρης, Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Ανέστης Ευαγγέλου, Γιώργος Δανιήλ, Εύα Μυλωνά, Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Ζέφη Δαράκη, Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Γιάννης Κοντός, Χρήστος Βαλαβανίδης, Αλέξης Τραϊανός, Λευτέρης Πούλιος, Ντίνος Σιώτης, Νάσος Βαγενάς, Δημήτρης Ποταμίτης, Νατάσα Χατζηδάκη, Νίκος Λάζαρης, Γιάννης Πατίλης, Βασίλης Στεριάδης, Παυλίνα Παμπούδη, Γιώργος Χρονάς, Τζένη Μαστοράκη, Γιάννης Υφαντής, Αντώνης Φωστιέρης.
     Στην ποιητική αυτή τράπεζα του Κίμωνα Φράϊερ, περιλαμβάνονται με ποιήματά τους έλληνες ποιητές από ένα μεγάλο φάσμα του ελληνικού ποιητικού λόγου, κυρίως, από την τελευταία της εποχής του γενιάς, της γενιάς του 1970. Είμαστε ομοτράπεζοι με ποιητές από την Θεσσαλονίκη, τον Πειραιά, την Κύπρο και άλλα μέρη της Ελλάδας. Συναντάμε ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, της δεύτερης, και γυναικείες φωνές σημαντικές και διεθνώς αναγνωρίσιμες. Ποιητές εκδότες λογοτεχνικών περιοδικών και μεταφραστές ποιητές, αυτόχειρες ποιητές, και ποιήτριες που βρίσκονται ακόμα εν ζωή και δημιουργούν. θρησκευτικής χροιάς ποιητές και ποιητές καθηγητές πανεπιστημίου.
     Η σύγχρονη αυτή ανθολογία που σχεδιάστηκε από τον Κίμωνα Φράϊερ, πέρα από τα τεχνικά λάθη που συνοδεύουν την έκδοση, θεωρώ, από τις συζητήσεις που είχα με το Κίμωνα-μετά τις δημόσιες και μη, αντιδράσεις που εκδηλώθηκαν, εξαιτίας του ότι η ξενόγλωσση αυτή ανθολογία ελλήνων ποιητών και ποιητριών πραγματοποιήθηκε με χρήματα του Υπουργείου Πολιτισμού, και όφειλε να ήταν πληρέστερη, ότι ακόμα και σήμερα, είναι ένας σταθμός στα ελληνικά μεταφραστικά ποιητικά πράγματα της χώρας. Δεν θέλω να επεκταθώ, στο τι γνωρίζω για αυτήν την έκδοση από πρώτο χέρι, αλλά, ποιος άλλος της εποχής του Φράϊερ, συγγραφέας ή μεταφραστής ασχολήθηκε με ένα τόσο μεγάλο εύρος ελλήνων δημιουργών. Ο Φράιερ, δεν επαναπαύθηκε στην δαφνοστεφανωμένη μεταφραστική του εργασία όσον αφορά την Οδύσσεια του Καζαντζάκη, αλλά συνέχισε να γνωρίζει το έργο των νεότερων ελλήνων δημιουργών, να συνομιλεί μαζί τους, να τους ζητά την βοήθειά τους στις μεταφραστικές του προσπάθειες, ακόμα και μέσα στα δύσκολα χρόνια της επτάχρονης δικτατορίας.  Ιστορικά, έχουμε μεταφράσεις όπως του John Mavrogordato-Μαυροκορδάτου για το έργο του Κωνσταντίνου Καβάφη, μεταφράσεις ελληνικών ποιημάτων στο εξωτερικό από τον Φίλιπ Σέραρντ, του Γιώργου Σεφέρη, του Edmund Keelly-Έντμουντ Κήλυ επίσης, μεταφράσεις ποιημάτων και πεζών ελληνικών κειμένων στα γερμανικά από την Ισιδώρα Ρόζενταλ-Καμαρινέα, μεταφράσεις ποιητικών συλλογών παλαιότερων δημιουργών όπως του Κωστή Παλαμά, του Άγγελου Σικελιανού, του Διονυσίου Σολωμού, του Γιάννη Ρίτσου, του Λάμπρου Πορφύρα και άλλων ποιητών,-όμως στην εποχή τους-στο αγγλόφωνο ή γαλλόφωνο αναγνωστικό κοινό. Τόσο μεγάλο εύρος ελλήνων ποιητών στον δυτικό κόσμο, ίσως να κάνω λάθος, αλλά δεν είχαμε. Σίγουρα στα μετέπειτα μεταπολεμικά χρόνια, μετά την άνθηση των ελληνικών γραμμάτων στον Ευρωπαϊκό χώρο, με την δεύτερη ελληνική βράβευση με το βραβείο νομπέλ του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, ή των ποιητών Γιάννη Ρίτσου και Κώστα Βάρναλη με το βραβείο Λένιν κλπ, εκδόθηκαν αρκετές ανθολογίες ελλήνων ποιητών και ποιητριών στην δύση, όπως η σχετικά πρόσφατη για ελληνίδες ποιήτριες της Karen Van Dyck, αλλά τότε; Έχουν δημοσιευτεί ερευνητικές εργασίες για τις ξενόγλωσσες μεταφράσεις ελλήνων ποιητών και ποιητριών σε πολλές γλώσσες για όποιον ενδιαφέρεται. Εδώ, μνημονεύω όσα γνωρίζω για έναν πολύπειρο δάσκαλο όπως υπήρξε ο Κίμωνας Φράϊερ. Και την σημαντική πολιτιστική συγγραφική και μεταφραστική παρακαταθήκη που άφησε πίσω του, πέρα από τις όποιες ατέλειες ή παραλήψεις έχουν οι μεταφραστικές του εργασίες στην εποχή τους. Ο ελληνικός ποιητικός λόγος, με τις μεταφραστικές εργασίες του Κίμωνα Φράϊερ βγήκε στο διεθνές ξέφωτο και αναγνωρίστηκε με επίσημο διαβατήριο.
     Το μελέτημα από όπου αντλώ το κείμενο για τον Καβάφη είναι το ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ- ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΒΑΦΗ ΣΤΟ ΒΡΕΤΤΑΚΟ, μετάφραση Νάσος Βαγενάς(Θαν. Χατζημιχαηλίδης), εκδόσεις Κέδρος 1982. Το βιβλίο είναι μια ενδιαφέρουσα ανεπτυγμένη εισαγωγή της ελληνικής ποίησης, που είχε γραφτεί ως εισαγωγή στην ξενόγλωσση ανθολογία του Από τον Καβάφη στον Βρεττάκο που εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο Simon and Schuster στην Νέα Υόρκη το 1974, οκτώ χρόνια νωρίτερα. Το βιβλίο χωρίζεται σε διαφωτιστικές θεματικές ενότητες, ώστε το αμερικάνικο και το αγγλόφωνο κοινό, να έχει μια γενική άποψη-χρηστική, πάνω σε πρόσωπα και έργα της ελληνικής ποίησης. Όπως σημειώνει ο ίδιος: «Σκοπός μου δεν ήταν να αναλύσω αυτούς τους ποιητές(εννοεί αυτούς που συμπληρωματικά εδώ εξετάζει) από καμιά συγκεκριμένη θεματική σκοπιά, αλλά να παρουσιάσω λίγο πολύ μια γενική άποψη. Έχω μελετήσει τους ποιητές κατά ομάδες, σύμφωνα με τους προσανατολισμούς και τις επιδράσεις που δέχτηκαν, κυρίως για λόγους πρακτικούς, έχοντας υπόψη μου ότι κανένας ποιητής, βέβαια δεν ανήκει αποκλειστικά σε καμιά συγκεκριμένη ομάδα, αλλά κατά διάφορους τρόπους έχει, σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία του, προσαρμόσει τις μεθόδους και τις τεχνικές του σ’ άλλες ομάδες ή σχολές ή τεχνοτροπίες…».
Ο Φράϊερ στο Αντί Προλόγου μονοσέλιδο κείμενό του, μας δίνει το στίγμα της νέας του αναθεωρημένης και συμπληρωμένης εργασίας. Οι θέσεις και οι κρίσεις του, παρουσιάζονται σε μια γλώσσα σύγχρονη, επεξεργασμένη και εύληπτη. Το ύφος του είναι καθαρό, καθόλου δαιδαλώδες ή θεωρητικό, και εκφράζει με σαφήνεια τις κρίσεις και τις απόψεις. Οι θέσεις του Φράϊερ, δεν επικεντρώνονται μόνο στους εξεταζόμενους και μεταφραζόμενους έλληνες ποιητές, αλλά συμπληρώνονται με κρίσεις για ξένους ομοτέχνους τους, με τον τρόπο αυτόν η τεκμηρίωση των θέσεων αποκτά διεθνή εμβέλεια και γίνεται κατανοητότερη από το ξένο κοινό. Ο Φράϊερ, έχει στερεή εποπτεία του ελληνικού ποιητικού λόγου διαχρονικά, πράγμα που του δίνει την ευκαιρία να κάνει τους ανάλογους πανευρωπαϊκούς συσχετισμούς με διεθνή ρεύματα και δημιουργούς. Ο λόγος του είναι κρυστάλλινος και ακόμα και σήμερα χρήσιμος, στους ενδιαφερόμενους. Η σκέψη του διακρίνεται για την επιστημονική της καθαρότητα, και το ύφος του είναι ταυτόχρονα υψηλό αλλά κατανοητό στο ευρύ αναγνωστικό κοινό. Ένα ξενόγλωσσο κοινό, που το ενδιαφέρει να αποκτήσει γενικές γνώσεις των διαφόρων διαδρομών και κόμβων του ελληνικού ποιητικού λόγου, και όχι να μελετήσει μια εξειδικευμένη πραγματεία για αυτόν.
Τα περιεχόμενα του βιβλίου είναι:
Ι. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ
II. Η ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
III. ΟΙ ΣΧΟΛΕΣ
Η Παλαιά Σχολή των Αθηνών
Η Επτανησιακή Σχολή
Η Νέα Σχολή των Αθηνών
IV. ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΔΡΟΜΟΙ
Κ. Π. Καβάφης
Άγγελος Σικελιανός
Νίκος Καζαντζάκης,
Κώστας Βάρναλης
Κώστας Ουράνης
Κώστας Καρυωτάκης
Τάκης Παπατσώνης
V. ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ
Αλέξανδρος Μπάρας
Αλέξανδρος Μάτσας
Νίκος Καββαδίας
Δ. Ι. Αντωνίου
Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος
Παντελής Πρεβελάκης
Γιώργος Σαραντάρης
Ανδρέας Καραντώνης
VI. Η ΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΟΙ ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΤΕΣ
Γιώργος Σεφέρης
Νικόλαος Κάλας
Ανδρέας Εμπειρίκος
Νίκος Εγγονόπουλος
Νίκος Γκάτσος
Οδυσσέας Ελύτης
VII. ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ
Γιάννης Ρίτσος
Νίκος Παππάς
Ρίτα Μπούμη-Παππά
Νικηφόρος Βρεττάκος
VIII. ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΚΑΙ ΥΠΑΡΞΙΑΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ
Μελισσάνθη
Ζωή Καρέλλη
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης
Γιώργος Θέμελης
Γιώργος Βαφόπουλος
VX. ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
     Μια άλλη συνοπτική μελέτη του Φράϊερ, είναι και το ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΟΙΗΣΗ, μετάφραση Αντώνης Δεκαβάλλες, εκδόσεις Λωτός-Αθήνα χ.χ. Το τριάντα σελίδων αυτό δοκίμιο τυπώθηκε στις τυπογραφικές εγκαταστάσεις «ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ ΕΠΕ» για τις εκδόσεις «ΛΩΤΟΣ». Είναι μια συνοπτική δοκιμιακή εργασία του Φράϊερ, για την παγκόσμια ποίηση. Ένα πανόραμα της Αγγλικής και Αμερικάνικης ποίησης, της ποίησης του δυτικού κόσμου ξεκινώντας από τα Ομηρικά Έπη, και που ερευνά την συμβολή του Μύθου και της Μεταφυσικής μέσα στα παγκόσμια έργα του πολιτισμού, και όχι μόνο. Το «λαθρόβιο» αυτό βιβλίο, πρέπει να κυκλοφόρησε μετά την έκδοση του έργου «ΤΑ ΠΕΤΡΙΝΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΕΔΟΥΣΑΣ» το 1981 από τις εκδόσεις Κέδρος, και ίσως εξαιτίας αυτού, να μην αναφέρεται ημερομηνία έκδοσης. Το βιβλίο, περιλαμβάνει την ΕΙΣΑΓΩΓΗ, και τίτλους που χωρίζουν τις ενότητες του θέματος, που περιέχονται στα «ΠΕΤΡΙΝΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΕΔΟΥΣΑΣ» όπως:
Η ΙΛΙΑΔΑ ΚΑΙ Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ
Η ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ
ΧΑΜΕΝΗ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
ΦΑΟΥΣΤ
Θ. Σ. ΕΛΛΙΟΤ
Η ΕΡΗΜΗ ΧΩΡΑ
Η ΓΕΦΥΡΑ
ΤΖΑΙΗΜΣ ΤΖΟΥΣ
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
ΑΓΡΥΠΝΙΑ ΤΟΥ ΦΙΝΝΕΓΚΑΝ
ΟΥΙΛΛΙΑΜ ΜΠΑΤΛΕΡ ΓΑΙΗΤΣ
ΕΝΑ ΟΡΑΜΑ
ΕΖΡΑ ΠΑΟΥΝΤ
ΤΑ ΚΑΑΝΤΑ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ
Ο ΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ
ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΣΟΥΡΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ, ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ
     Την ίδια χρονιά, το 1981, οι εκδόσεις Κέδρος εκδίδουν την σπονδυλωτή εργασία του με τον γενικό τίτλο ΤΑ ΠΕΤΡΙΝΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΕΔΟΥΣΑΣ. Ένα άκρως ενδιαφέρον βιβλίο, απαραίτητο σε εκπαιδευτικούς, συγγραφείς, μεταφραστές, ερευνητές, ειδικούς, ιστορικούς της λογοτεχνίας, άτομα που ασχολούνται συστηματικά και υπεύθυνα με τον ποιητικό λόγο, ελληνικό ή διεθνή. Μελετήματα ειδικά και εξειδικευμένα, δοκίμια που χωρίς να ξεφεύγουν από τον στόχο της γενεσιουργού αναφοράς τους, άπτονται και άλλων επιστημονικών χώρων, όπως παλαιότερων εθνολογικών εργασιών, για αγγλόφωνους συγγραφείς, ρεύματα της τέχνης, μεταφραστικές εργασίες πάνω σε αρχαίους ποιητές, τεχνικές για το πώς γράφεται και πως διαβάζεται ένα ποίημα, για την σχέση της ποίησης με την πολιτική, για τις αγγλικές μεταφράσεις του Καβάφη, για τα αρχέγονα σύμβολα που υιοθετεί ο ποιητικός λόγος για να εκφράσει τα μηνύματά του, το λυρικό προσωπικό εξομολογητικό του κείμενο ταξιδιωτικής εκπληκτικής αναφοράς, κλπ. Στο βιβλίο των 311 σελίδων συγκεφαλαιώνονται κατά κάποιον τρόπο, οι θεωρητικές θέσεις που πρέσβευε ο Κίμωνας Φράϊερ για την Ποίηση και την λειτουργία της. Τον τρόπο που την αντιμετώπιζε κατά την διάρκεια των διδασκαλικών του μαθημάτων και μεταφραστικών του εργασιών, τις σοβαρές και υπεύθυνες θέσεις που διατύπωνε για αυτήν, και τον ρόλο της στον σύγχρονο κόσμο. Προβληματισμοί, που μας αποκαλύπτουν το αξιακό του όραμα για τον ποιητικό λόγο, τις εσωτερικές της γραφής τεχνικές και της γλώσσας που χρησιμοποιούσε κατά την ενασχόλησή του με αυτή. Τα σπονδυλωτά αυτά μελετήματα, μεταφράστηκαν από διάφορους έλληνες συγγραφείς. Το βιβλίο περιέχει μικρό πρόλογο και τρία μεγάλα κεφάλαια, απαραίτητες σημειώσεις και ενδεικτική βιβλιογραφία.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Ι. ΑΛΛΗΓΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑ
Τά Πέτρινα Μάτια της Μέδουσας, μτφ. Αντώνης Δεκαβάλλες
Ο Δρόμος της Κνωσσού, μτφ Νίκος Καζαντζάκης
ΙΙ. ΑΓΓΛΟΙ ΚΑΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
Μύθος και Μεταφυσική, μτφ Αντώνης Δεκαβάλλες
Ποιητές και Πολιτική, μτφ. Κειμένου Θωμάς Στραβέλης, μτφ. Ποιήματος Αντώνης Δεκαβάλλες
Πώς Διαβάζεται Ένα Ποίημα, μτφ. Ντίνος Χριστιανόπουλος
Πως Γράφτηκε Ένα Ποίημα, μτφ. Κειμένου Νέλλη Ανδρικοπούλου, μτφ. Ποιήματος Νίκος Φωκάς
Ο Ντύλαν Τόμας και το Ποιητικό Δράμα, μτφ Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ
«Ένα Όραμα» του Γουίλλιαμ Μπάτλερ Γέητς, μτφ. Κειμένου Θωμάς Στραβέλης, μτφ. Ποιημάτων Αντώνης Δεκαβάλλες
Η Ακεραιότητα της Ζωής, μτφ. Αλίκη Χώλλς
ΙΙΙ. ARS POETICA
Ποίηση και Μετάφραση, μτφ. Νάσος Βαγενάς
Ο Καβάφης και οι Μεταφράσεις του στα Αγγλικά, μτφ. Τζένη Μαστοράκη
Εισαγωγή σε μια Μετάφραση του Πίνδαρου στα Αγγλικά, μτφ. Θωμάς Στραβέλης
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
----
     Στην Αθήνα το 1971, κυκλοφορεί το βιβλίο 6 ΠΟΙΗΤΕΣ, με πρόλογο του Κίμων Φράϊερ, η μετάφραση από τα αγγλικά του Προλόγου, έγινε από την ποιήτρια και μεταφράστρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ. Οι έξι συμμετέχοντες ποιητές είναι οι εξής: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ, ΤΑΣΟΣ ΔΕΝΕΓΡΗΣ, ΝΑΝΑ ΗΣΑΙΑ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΤΑΜΙΤΗΣ, ΛΕΦΤΕΡΗΣ ΠΟΥΛΙΟΣ, ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΤΕΡΙΑΔΗΣ.
      Από τις εκδόσεις Ερμείας το 1972, κυκλοφορεί το θεατρικό έργο του Dylan Thomas, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΓΑΛΑΤΟΔΑΣΟΣ, η μετάφραση του έργου έγινε από την ποιήτρια και μεταφράστρια Κατερίνα Αγγελάκη- Ρουκ, η εισαγωγή στο έργο του Ντύλαν Τόμας είναι του Κίμων Φράϊερ
     Το 1978, κυκλοφορεί το βιβλίο του, ΆΞΙΟΝ ΕΣΤΙ ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ: Εισαγωγή στην Ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη, μτφ Νάσος Βαγενάς, εκδ. Κέδρος.
     Το 1978 και πάλι, εκδίδεται το μελέτημά του, ΤΟΠΙΟ ΘΑΝΑΤΟΥ: Εισαγωγή στην Ποίηση του Τάκη Σινόπουλου, μτφ. Νάσος Βαγενάς και Θωμάς Στραβέλης, εκδ. Κέδρος
      Αυτά είναι ενδεικτικά, τα δοκίμια και τα βιβλία που κυκλοφόρησαν τις τελευταίες δεκαετίες στην χώρα μας, του δάσκαλου και συγγραφέα Κίμωνα Φράϊερ, όπως και το ποιητικό του Η ΓΕΝΝΗΣΗ από τις εκδόσεις Πλειάς 1974, σε μετάφραση Νίκου Καζαντζάκη (που έχω μεταφέρει στο μπλοκ).
     Το όνομα του ποιητή Κωνσταντίνου Π. Καβάφη, αναφέρεται σε αρκετές εργασίες του, που δηλώνει το συνεχές ενδιαφέρον του για την ποίηση του Αλεξανδρινού.

                                                                     Κ. Π. Καβάφης
          Ο Κωστής Παλαμάς επισκιάζει με την παρουσία του τους περισσότερους ποιητές των πρώτων δεκαετιών του αιώνα, όμως, ένας σύγχρονός του, ο Κωνσταντίνος Καβάφης, τέσσερα χρόνια νεώτερός του, όχι και πολύ γνωστός στην Ελλάδα ως το 1920, επρόκειτο να τον εκτοπίσει από τη θέση του πραγματικού προδρόμου της σημερινής ελληνικής ποίησης. Ο Καβάφης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1863, όπου και πέθανε το 1933. Εκτός από εφτά σημαντικά χρόνια (από εννιά ως δεκαέξι ετών) που τα έζησε στην Αγγλία, άλλα δύο στην Κωνσταντινούπολη, τέσσερεις επισκέψεις του στην Αθήνα, που όλες μαζί δεν κράτησαν παραπάνω από ένα χρόνο, και ένα σύντομο ταξίδι του στο Παρίσι, έζησε την υπόλοιπη ζωή του στη μυθολογική και μυστηριώδη ελληνοαιγυπτιακή και αγγλική πολύγλωσση γενέτειρά του, όπου την ελληνιστική εποχή είχαν ακμάσει ένδοξοι και πολυμαθείς ποιητές, που πλούτισαν την περίφημη βιβλιοθήκη της, περιδιαβαίνοντας άπληστοι στους λειμώνες της κλασικής ποίησης και εξαναγκάζοντας τα τεχνητά άνθη των θερμοκηπίων τους ν’ ανθίσουν.
     Μέχρι τα σαράντα ένα του χρόνια, ο Καβάφης δεν εξέδωσε βιβλίο, μόνο τότε κυκλοφόρησε μια μικρή συλλογή από δεκατέσσερα ποιήματα, εκτός εμπορίου. Όταν την επανεξέδωσε, πέντε χρόνια αργότερα, πρόσθεσε μόνο εφτά ποιήματα, και από τότε δεν τύπωσε άλλο βιβλίο. Τα ποιήματα που θεωρούσε άξια να τον αντιπροσωπεύουν, και που εκδόθηκαν όλα μαζί έπειτα από το θάνατό του, ήταν μόνο 154, κατά μέσον όρο από δεκαπέντε στίχους το καθένα. Από αυτά μόνο 24 είχαν γραφτεί πριν από τα σαράντα οχτώ του χρόνια. Ο Καβάφης ωρίμασε αργά ως ποιητής και στάθηκε αυστηρός κριτικός του εαυτού του, γι’ αυτό και αποκήρυξε πολλά από τα παλαιότερα ποιήματά του. Αρκετά από αυτά που, σε σχέση με τα μεταγενέστερά του, δεν δείχνουν αξιόλογο ταλέντο, είναι σε παραδοσιακούς τρόπους και μέτρα και θυμίζουν κάπως τα πρώτα ποιήματα του Ουόλτ Ουίτμαν, τη διαφορά, πχ. του O Captain! My Captain!”, από εκείνα της ωριμότητάς του.
     Από τον τρόπο με τον οποίο εξέδιδε τα ποιήματά του μπορεί να καταλάβει κανείς ότι ο Καβάφης ήταν άνθρωπος λεπτολόγος και φιλόκρυπτος, ιδιότητες που, πιθανότατα, του τις υπαγόρευε η ομοφυλόφιλη φύση του. Μολονότι το ντύσιμό του ήταν, γενικά, συντηρητικό, όπως άρμοζε σε έναν άνθρωπο που ήταν υπάλληλος της Αιγυπτιακής Εταιρείας Αρδεύσεων, τριάντα ολόκληρα χρόνια, τον πρόδιδαν κάποιες λεπτομέρειες: το «σχήμα του κολάρου» του, κάποιο τσάκισμα του καπέλου του, το χρυσοποίκιλτο μπαστούνι του, τα πολλά δαχτυλίδια που φορούσε, οι περίεργες κινήσεις του κορμιού του, κάτι το προσποιητό στο χαιρετισμό του, στον τρόπο που περπατούσε και που έδινε το χέρι του, κάτι το τεχνητό στο χαρακτήρα του, που έδινε στις χειρονομίες του τελετουργικότητα καρδιναλίου και επινοητικότητα εξαίρετου ηθοποιού. Θαυμάσιος συζητητής, μιλούσε τα ελληνικά της Αλεξάνδρειας με κάποια ίχνη αγγλικών τόνων. Ο Ε. Μ. Φόρστερ τον απεικόνισε ωραία, περιγράφοντάς τον ως «εκείνον τον ευγενικό Έλληνα με το ψάθινο καπέλο, που στεκόταν εντελώς ακίνητος , σε μια λοξή στάση προς το σύμπαν».
     Όταν στη «Θάλασσα του Πρωϊνού» κοντοστέκεται ο ποιητής για να ατενίσει τη φύση, βρίσκει τον εαυτό του ξαναβυθισμένο στις φαντασίες του, στις αναμνήσεις και στα ινδάλματα της ηδονής του. Θα συμφωνούσε με τον Όσκαρ Ουάιλντ, ότι η φύση μιμείται την τέχνη, γι’ αυτό και προτιμούσε τα τεχνητά άνθη από τα πραγματικά, γιατί αυτά δεν βλασταίνουν βρόμικα από τη λάσπη και το βούρκο, δεν μαραίνονται και δεν σαπίζουν ποτέ, αλλά είναι «της Τέχνης της πιστής δώρα πιστά». Όπως ο Γέητς, επιθυμούσε κι αυτός να μεταμορφωθεί σε μια από τις αγαπημένες ιστορικές του περιόδους, τη Βυζαντινή, στις μορφές που πλάθουν οι Έλληνες χρυσοχόοι, από «σφυρήλατο χρυσάφι και χρυσό σμάλτο». Η τέχνη και η ποίηση ήταν για τον Καβάφη η μοναδική αθανασία που μπορούσε να χαρίσει η ζωή, η μόνη, διαμέσου της αισθητικής σωτηρίας, «τεχνουργία της αιωνιότητας». Όταν μια ελληνική θεότητα στο ποίημα «Ένας Θεός Των» κατεβαίνει στα καταγώγια της Σελεύκειας για να παραδοθεί στην ακολασία, ο ποιητής τον οραματίζεται τέλειο και ωραίο, έφηβο, όμως «με τη χαρά της αφθαρσίας μες στα μάτια», γιατί, αντίθετα από το Σύρο σπουδαστή στα «Επικίνδυνα» ένας θεός μπορεί να αφήνεται στις «τολμηρότερες ερωτικές επιθυμίες», διατηρώντας, ωστόσο, την αγνότητα της ψυχής του. Ο Καβάφης κατάλαβε την πικρή ειρωνεία ότι μια τέτοια αγνότητα μπορεί να βρεθεί μόνο στο θείο και στην τέχνη, ποτέ στην ζωή. Αντίθετα από το σονέτο του Κώστα Βάρναλη, «Αφροδίτη», ο Καβάφης περιγράφει αυτή την αφθαρσία των θεών με συμπόνια και χωρίς σατιρική διάθεση.
      Τα πρώτα μεταεφηβικά του χρόνια, υποφέροντας από τύψεις συνειδήσεως και ενοχής, προσπαθούσε να μην αφήνει τις ερωτικές του εμμονές να διαφαίνονται από τους στίχους του. Όπως ο νεαρός του «Δυό νέοι, 23 έως 24 Ετών» (οι ωραίοι νέοι του δεν περνούν ποτέ τα είκοσι εννιά χρόνια), που περιμένει με ανυπομονησία το φίλο του, έτσι και ο Καβάφης κατεχόταν από οχληρές σκέψεις «της παραστρατημένης του ζωής». Μόνο όταν αισθάνθηκε τα γερατειά σαν «πληγή από φοβερό μαχαίρι» και άρχισε να αναλογίζεται με νοσταλγία τις συγκινήσεις του, κατάλαβε το νόημα της έκλυτης ζωής του και είδε πως
«Μέσα στον έκλυτο της νεότητός μου βίο
μορφώνονταν βουλές της ποιήσεώς μου,
σχεδιάζονταν της τέχνης μου η περιοχή».
Περιγράφοντας ένα νέο να φεύγει με προφυλάξεις από τον τόπο της άνομης ηδονής του, ο γέρος ποιητής καταλαβαίνει
«του τεχνίτου πως εκέρδισε η ζωή.
Αύριο, μεθαύριο, ή μετά από χρόνια θα γραφούν
οι στίχ’ οι δυνατοί που εδώ ήταν η αρχή των».
Απελευθερωμένος, τελικά, από δισταγμούς και συναισθήματα ενοχής έγραψε ποιήματα καθαρά ερωτικά και ηδυπαθή, γεμάτα επιθυμίες, συχνά σε πρώτο πρόσωπο, αισθησιακά ποιήματα για ομοφυλόφιλους νέους, πού δεν έχουν τίποτε από το ρομαντικό τόνο των ερωτικών σονέτων του Σαίξπηρ, αλλά είναι γεμάτα από δίχως προσχήματα νοσταλγίες και μνήμες, που περιγράφουν τις ενοχές, τις νευρώσεις, τα άγχη, καθώς και τις ηδονές και τις επιθυμίες της «άνομης ηδονής». Τώρα συναντά κανείς στους στίχους του τη χυδαία λαγνεία των νεαρών σε κακόφημα καφενεία και ταβέρνες, αγοραίους ή κλεμμένους έρωτες σε μοναχικά ξενοδοχεία ή φτωχικά δωμάτια, ερωτικά δολώματα, νέους που πουλάνε το κορμί τους για μια κυριακάτικη γραβάτα ή μιάν έπαυλη στο Νείλο, ανησυχίες και συναισθηματισμούς.
     Θα έπρεπε ν’ ανατρέξει κανείς στην Παλατίνη Ανθολογία για να βρει μια παρόμοια ερωτική ποίηση. Σ’ αυτά τα ποιήματα ο Καβάφης αποβάλλει τα προσχήματα, η τεχνική του γίνεται λεπτότερη, το ενδιαφέρον του στρέφεται επίμονα στην τελειοποίηση των μικρών και ασήμαντων λεπτομερειών. Όλα αυτά, μαζί με τη συμπάθεια για τους ύποπτους και τους καιροσκόπους της ιστορίας έχουν αναμφίβολα, την πηγή τους στην «άνομη» φύση του. Η ηδυπάθεια του Καβάφη διακρίνεται ακόμα και από τις επίμονες περιγραφές ενδυμάτων, κοσμημάτων και αρωμάτων σε ποιήματα, όπως τα «Αλεξανδρινοί Βασιλείς», «Περιμένοντας τους Βαρβάρους», «Ιθάκη», τα οποία, παρ’ όλα αυτά, έχουν ένα αυστηρό μετρημένο και υπολογισμένο ύφος, όπου ο τόνος κυριαρχεί με στεγνή ακρίβεια, ακόμα και στην περιγραφή ηδονιστικών λεπτομερειών.
     Λίγα από τα ερωτικά ποιήματα του Καβάφη μπορούν να περιληφθούν στα καλύτερά του, σ’ εκείνα που έχουν στοχαστικό ή ιστορικό περιεχόμενο. Μολονότι μερικά από τα ποιήματά του αναφέρονται στον κλασικό κόσμο, βρήκε την προσωπική μυθολογία του στην Ελληνιστική, την Ελληνορωμαϊκή και τη Βυζαντινή εποχή, σε περιόδους δηλαδή αμφίβολες και μεταβατικές, όταν οι Ιουδαίοι είχαν αρχίσει να εξελληνίζονται ή οι Έλληνες να διαβρώνονται από το χριστιανισμό, στο ημίφως της παρακμής μεγάλων πολιτισμών, των οποίων η γενέτειρά του, η Αλεξάνδρεια, ήταν κληρονόμος. Αλλά ακόμα και σ’ αυτές τις περιόδους δεν τον ενδιέφεραν τόσο τα μεγάλα γεγονότα ή οι μεγάλες προσωπικότητες, όσο οι μικρές πράξεις και οι φθαρμένες μορφές, όπως η εγκατάλειψη του Αντώνιου από τον προστάτη θεό του, το Διόνυσο, ή η χρησιμοποίηση ψεύτικων κοσμημάτων στη στέψη ενός ταλαίπωρου βυζαντινού αυτοκράτορα. Όσες φορές ασχολήθηκε με μεγάλα γεγονότα, όπως π.χ. η καταστροφή του στόλου του Αντώνιου και της Κλεοπάτρας στο Άκτιο, αυτό το έκανε στρέφοντας ειρωνικά το βλέμμα του σε ασήμαντες λεπτομέρειες, που αποκαλύπτουν τη ματαιότητα της μεγαλοπρέπειας και το άστατο της ανθρώπινης μοίρας. Αυτό που τον ενδιέφερε δεν ήταν οι ηρωικές πράξεις των Ελλήνων στις Θερμοπύλες, αλλά η προδοσία τους από τον αναπόφευκτο Εφιάλτη. Για τον Καβάφη η χαρά και ο θρίαμβος δε διαρκούν πολύ, γιατί, πάντα, ακριβώς τις πιο ευφρόσυνες στιγμές, θα υπάρχει κάποιος Θεόδοτος, που θα ετοιμάζεται να φέρει «επάνω σε σινί αιματωμένο» ενός άμοιρου Πομπηίου το κεφάλι.
      Υπάρχει ένα στοιχείο διδακτισμού, σε πολλά από τα στοχαστικά ποιήματα του Καβάφη, ένα ηθικό δίδαγμα που σπάνια δηλώνεται, ωστόσο είναι συχνά ευδιάκριτο. Στο «Περιμένοντας τους Βαρβάρους», αποκαλύπτει τον απόκρυφο πειρασμό των ελεύθερων ανθρώπων να παραχωρήσουν τις ευθύνες τους και να υποταγούν, λυτρωτικά, στην επερχόμενη δύναμη. Σπάνια αυτή η καταπιεστική επιθυμία της υποταγής, της υπακοής, της απαλλαγής από ενοχλητικές ευθύνες, αποφάσεις και κρίσιμα διλήμματα, έχει αποδοθεί με μια τόσο δραματική, τόσο ειρωνική, τόσο κυνική έκφραση, γιατί οι βάρβαροι, τελικά, «ήσαν μια κάποια λύσις». Η «Ιθάκη» του είναι το τέλειο συμπλήρωμα του ποιήματος «Οδυσσέας» του Τέννυσον, γιατί μας υπενθυμίζει ότι Ιθάκη είναι η αναζήτηση του τέλειου, πού ποτέ δεν επιτυγχάνεται, και ότι το αληθινό νόημα της αιώνιας αναζήτησής μας δε βρίσκεται στο τέλος του ταξιδιού, αλλά σ’ αυτό το ίδιο το ταξίδι, ότι η Ιθάκη μας δίνει το ωραίο ταξίδι και δεν έχει τίποτα άλλο να μας προσφέρει.
     Ο Καβάφης, πολύ πετυχημένα, είπε για τον εαυτό του ότι, αν δεν ήταν ποιητής, θα μπορούσε να γίνει ένας καλός ιστορικός, και δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτός, που θα ήθελε να αποφύγει τις μεγάλες καταστροφές των κοσμογονικών γεγονότων, θα μπορούσε να αποκρυπτογραφήσει και τις υπόγειες σεισμικές δονήσεις, που έκαναν να γκρεμιστούν μεγαλοπρεπείς ναοί και αετώματα θεών και ηρώων. Μια από τις μεγάλες ικανότητες του Καβάφη είναι ότι ερμηνεύει τους χαρακτήρες ή τα γεγονότα του παρελθόντος, μέσα από το πρίσμα παρόμοιων σύγχρονών του γεγονότων, και πως κατορθώνει να τους δώσει καθολικό νόημα, πέρα από το χρόνο και την ιστορία.
     Οι ήρωές του δείχνουν συχνά θάρρος και ηρωισμό, συχνότερα όμως αδυναμία, εγωισμό, καιροσκοπισμό, κυνισμό, δειλία, σύγχυση, ματαιοδοξία. Όλα αυτά τα απεικονίζει με μεγάλη ανεκτικότητα, με τρυφερή συμπόνια, με θυμοσοφία, με κατανόηση. Ο μυημένος νέος του «Άς φρόντιζαν» μετά χαράς θα πήγαινε να υπηρετήσει κάποιο τίμιο πολιτικό, αλλά αφού η κρατούσα τάξη και οι θεοί δεν του έδωσαν παρά μωρούς και ηλίθιους, τι άλλο του μένει να κάνει; Αυτό που ενδιέφερε τον Καβάφη ήταν οι αστάθειες του χαρακτήρα, η συμβιβαστικότητα εκείνων που αισθάνονται πως θα έπρεπε να κινούνται από μεγάλα ιδανικά, όμως είναι αδύνατο να μείνουν στις πεποιθήσεις τους η αναποφασιστικότητα, οι αμφιταλαντεύσεις και οι αξιώσεις των αυταπατώμενων, που αναγκάζονται να εκλογικεύσουν τη φυσική τους τάση προς τους καιροσκοπισμούς και την ακολασία.
     Τα ποιήματά του δεν είναι συγκινησιακά ούτε λυρικά, αλλά αφηγηματικά, δραματικά, αντικειμενικά, ρεαλιστικά, λόγια και πνευματώδη, ένας λεπτός απολογισμός γεγονότων και επεισοδίων σε τόνο ξερό και εσκεμμένα πεζολογικό. Είναι πάνω απ’ όλα, ειρωνικά, ιδιαίτερα όταν περιγράφουν ανεκπλήρωτες επιθυμίες ή το χάσμα ανάμεσα στην πραγματικότητα και στην αυταπάτη, στην υπόσχεση και στην απιστία. Λίγο επηρεασμένα από τους ευρωπαϊκούς τρόπους ή από τη σύγχρονή τους ελληνική ποίηση, τα ποιήματά του ανήκουν στην παράδοση του ελληνικού επιγράμματος, που αναπτύχθηκε από τον 4ο αιώνα π. Χ. και έπειτα, από το Σιμωνίδη, τον Καλλίμαχο, τον Ασκληπιάδη, ως τον επιτηδευμένο στίχο των Αλεξανδρινών και Βυζαντινών λογίων. Το λεκτικό και η σύνταξή του δε βασίζεται στην ελληνική τν μορφωμένων Αθηναίων της εποχής του, αλλά σ’ εκείνη των Ελλήνων της διασποράς, που μιλούσαν με τον τόνο και τους ιδιωματισμούς της Κωνσταντινούπολης, της Αλεξάνδρειας ή της Μικρά Ασίας. Πάνω σε αυτή την βάση, ο Καβάφης καλλιέργησε τη μορφή του με λέξεις, ιδιωματισμούς και εκφράσεις παρμένες απ’ όλη την ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Του άρεσε να τοποθετεί δίπλα σε μιάν αρχαία λέξη κάποια σύγχρονη της καθημερινής ομιλίας, και να επιδεικνύει κάποιον σχολαστικισμό με τη χρήση μιάς έκφρασης «αργκό» ή την παραπομπή σ’ ένα αρχαίο κείμενο. Το αποτέλεσμα είναι μια γλώσσα ιδιαίτερα δική του, ένα προσωπικό αμάλγαμα, που φανερώνει αμέσως την πατρότητά του, μια επιτηδευμένη έκφραση, που ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία του και πού ακεραιώνεται χάρη σ’ αυτήν. Η φύση αυτής της γλώσσας χάνεται όταν μεταφράζεται στα αγγλικά, γιατί η βραχύτερη ιστορική εξέλιξη της τελευταίας, και η ανυπαρξία διγλωσσίας δεν επιτρέπουν μια τέτοια σύνθεση.
     Ο Καβάφης περηφανευόταν για την μετρική ακρίβεια και την τεχνική της ομοιοκαταληξίας του, με την πάροδο όμως του χρόνου, άρχισε να τη χρησιμοποιεί ελευθερότερα, με ομόηχα και παρηχήσεις, ή και την αγνόησε ολότελα. Ακόμα, έδωσε στο μέτρο του μεγαλύτερη ελευθερία, μολονότι διατήρησε πάντα ένα είδος ιαμβοαναπαιστικού ρυθμού, διατηρώντας πάντα την έμφυτή του αίσθηση της δομής. Τα ποιήματά του είναι εξαιρετικά συμπυκνωμένα με μια διαύγεια, που δεν αισθάνεται την ανάγκη παρομοιώσεων ή μεταφορών, προτιμώντας μάλλον τις γενικότερες απεικονίσεις των γεγονότων, των καταστάσεων ή των χαρακτήρων. Δεν υπάρχει ούτε μία λέξη περιττή, τα πάντα είναι ακριβή και υπολογισμένα, η συγκίνηση βρίσκεται πάντοτε υπό έλεγχο, μολονότι, κάποτε, γίνεται αισθητός ένας απροσδόκητος συναισθηματισμός, όταν τον κυριεύουν νοσταλγικά οι ηδονιστικές αναμνήσεις του. Αυτοί οι τεχνικοί του τρόποι, σε συνδυασμό με την εκφραστική του ξηρότητα, τη λογική του οξύτητα και την αδιάπτωτη ειρωνεία του, τον κάνουν πραγματικό πρόδρομο της σύγχρονης ποίησης στην Ελλάδα.
Κίμων Φράϊερ, ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ.-ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΒΑΦΗ ΣΤΟ ΒΡΕΤΤΑΚΟ, μετάφραση Θαν. Χατζημιχαηλίδης, (Νάσος Βαγενάς), εκδόσεις Κέδρος 1982, σελίδες 41-47.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 4 Ιουνίου 2017

ΥΓ. Εντελώς τυχαία και καθυστερημένα,-μετά από ένα και, χρόνο-έμαθα την απώλεια της ποιήτρια και επιμελήτριας βιβλίων και κειμένων Μαρίας Κυρτζάκη. Καβάλα 25/12/1948-Αθήνα 21/1/2016. Την είδηση την άκουσα ενώ παρακολουθούσα εκπομπή στο κανάλι της Βουλής, με προσκεκλημένους δυό ποιητές και εκδότες της γενιάς του 1970. Τον εξ Αμοργού Αντώνη Φωστιέρη και τον Πειραιώτη Γιώργο Χρονά. Σε μια στιγμή ξαφνικά και τυχαία, ο Χρονάς ανέφερε το όνομα της Κυρτζάκη. Αυτό με έβαλε σε υποψία και μπήκα στο ιντερνέτ να δω. Έχοντας λόγο κρίσης σταματήσει να αγοράζω εφημερίδες, και επειδή δεν μπορείς εύκολα να εμπιστευτείς πλέον, τον δημοσιογραφικό λόγο, όπως παλαιότερα, μάλλον έχασαν την εγκυρότητά τους, δυστυχώς, δεν πληροφορήθηκα εγκαίρως την απώλεια της Μαρίας Κυρτζάκη. Την είχα πάντα μέσα στο μυαλό μου. Την αποκαλούσα «μαμά» στα τηλεφωνήματά μας. Την Μαρία Κυρτζάκη αυτό το εξαίρετο άτομο, το ελεύθερο και ανεξάρτητο, το σκληρό ίσως απέναντι στον εαυτό της, αυτήν την στοργική μητέρα με τα δύο παιδιά που αγαπούσε και φρόντιζε μόνη της, την είχα συναντήσει παλαιότερα, και μου είχε προσφέρει τις πρώτες της ποιητικές συλλογές που δεν κυκλοφορούσαν πλέον στην αγορά, ή άλλες, μου τις είχε ταχυδρομήσει. Την αγαπούσα με τον δικό μου τρόπο, αληθινά. Σεβόμουν τον προσωπικό της αγώνα, και, άκουγα αυτά που μου έλεγε από τα αρκετά τηλεφωνήματά μας, παλαιότερα, σε μια δύσκολη περίοδο της ζωής μου. Μιλάγαμε με τις ώρες, αναφερόμασταν στην αντιμετώπιση και φροντίδα των άρρωστων δικών μας ανθρώπων. Η κάπως κοινή περιπέτεια της αρρώστιας των μητέρων μας, μας έδωσε ένα κοινό πεδίο επικοινωνίας. Η ποιήτρια Μαρία Κυρτζάκη, ήταν ένα άτομο που με αυταπάρνηση και προσωπικό κόστος εργάζονταν για βιοποριστικούς λόγους ως επιμελήτρια εκδόσεων. Ήταν μια άριστη και αυστηρή χειρίστρια της ελληνικής γλώσσας. Θυμάμαι όχι μόνο τις εκπομπές της στο ραδιόφωνο, και τα κείμενα που επέλεγε, αλλά, και τα επιχειρήματά της για να με παρακινήσει ν’ αγοράσω και να μελετήσω το βιβλίο του Λούντβιχ Βίτγκενστάιν, του αυστριακού φιλόσοφου (Ludwig Wittgenstein) και τις απόψεις του για τα χρώματα.  Όταν της ανέφερα, ότι παρακολούθησα αυτήν την εξαίρετη κινηματογραφική ταινία με την ζωή του.
Θυμάμαι, καθώς κουσκουσέβαμε για διάφορα πρόσωπα-λογοτέχνες της πιάτσας, να εκφράζει τον θαυμασμό της και την ευγνωμοσύνη της, μετά από τόσα χρόνια, για τον κυρό καθηγητή και συγγραφέα Γιώργο Σαββίδη που ήταν από τους πρώτους που πρόσεξε την συγγραφική της παρουσία. Την αγάπη της για το έργο του πεζογράφου Γιώργου Χειμωνά. Για την εκτίμηση που έτρεφε στην Ιστορία της Ελληνικής Λογοτεχνίας του Κ.Θ. Δημαρά, που πρώτος αυτός, όπως έλεγε, γνώρισε στην γενιά της τα άτομα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Την θυμάμαι να μου μιλά για την εμπειρία της μετά την συνέντευξη που είχε με την ποιήτρια Κική Δημουλά. Η Μαρία Κυρτζάκη, ήταν ένας συνειδητός πολίτης του Κόσμου και της Τέχνης. Το τονίζω αυτό, για να σημειώσω ότι, το πώς επικρότησε αμέσως την θέση και την άποψή μου, όταν της είπα, ότι θέλω να συμπεριλάβω σε αυτήν την μεγάλη εργασία που ετοίμαζα για τις γυναίκες ποιήτριες, και πρόσωπα που κατά την κρίση της δεν άξιζαν ποιητικά και τόσο. Πίστευε, και αυτό με έκανε να την σεβαστώ περισσότερο, ότι όλοι και όλες είχαν θέση σε μια γενική ιστορία της γυναικείας ποιητικής παρουσίας. Η ποιήτρια Μαρία Κυρτζάκη, δεν ελίτιζε, μπορεί να ήταν πολύ αυστηρή και πειθαρχημένη σε θέματα γλώσσας και έκφρασης, αλλά σέβονταν όλες τις γυναικείες ποιητικές φωνές. Δεν πίστευε σ’ αυτήν την κουλτουριάρικη θέση των διανοουμένων, που ξεχωρίζουν από την μία τους τοπ-συγγραφείς και από την άλλη, την πλέμπα. Τα ρετιρέ της ποίησης και τα υπόγεια αυτής. Η δημοκρατικών αρχών συμπεριφορά της, περιελάμβανε και τον χώρο της τέχνης, όχι μόνο προβλήματα του ιδιωτικού βίου. Φυσικά ξεχώριζε, αγαπούσε και εκτιμούσε ορισμένες γυναικείες σύγχρονές της ποιητικές φωνές, όμως, δεν στέκονταν εκεί, όταν επρόκειτο να αναφερθεί σε άλλες ομότεχνες της. Για ένα διάστημα χαθήκαμε. Πολλά τα της ζωής προβλήματα και των δυό μας. Όταν ένα τηλεφώνημα, μου ξαναθύμισε την παρουσία της. Μου τηλεφώνησε για να μου ζητήσει την άδεια, να πάρει το κείμενό μου, που είχε εκδοθεί σε βιβλίο, για την χαμένη ποιήτρια και ηθοποιό Κατερίνα Γώγου.  Ήθελε να το δώσει σε κάποια άλλη ποιήτρια και φιλόλογο, να το διαβάσει στην τάξη που δίδασκε, μια και αναφερόμουν και σε αυτήν. Της είπα αμέσως ότι με συγκινεί η ευγένειά της, και με ενοχλεί που μου ζητά την άδεια, μετά από όσα είχαμε κουβεντιάσει. Είπαμε τα δικά μας, και χαθήκαμε έκτοτε. Μέχρι που εχθές έμαθα για τον θάνατό της. Θα θυμάμαι πάντα το ωραίο της πρόσωπο, το γυναικείο της παρουσιαστικό, τα καλά της λόγια, και τις απόψεις της πάνω σε θέματα της ελληνικής ποιητικής περιπέτειας. Ας αναπαύεται στην χώρα των άπτερων αγγέλων, κοντά στον Μάνο Χατζιδάκι, και τα άλλα αγαπημένα της πρόσωπα. Ευτύχησε να πραγματοποιηθεί η επιθυμία της για πολιτική κηδεία.
Αυτά τα ελάχιστα προσωπικά για την ποιήτρια Μαρία Κυρτζάκη. Εύχομαι να συγκεντρώσω πληροφοριακά στοιχεία για το έργο της, και να τα καταθέσω στο μπλοκ μου, και να την γνωρίσουν και την διαβάσουν όσοι νέοι και νέες ενδεχομένως δεν την γνωρίζουν. Μέσα σε αυτό το φονικό κουρνιαχτό των καιρών μας, μέσα στην οντολογική, μεταφυσική και πολιτική ορφάνια που όλοι μας βιώνουμε με τον δικό του τρόπο ο καθένας, ο ποιητικός λόγος είναι ίσως μια κάποια πρόσκαιρη έστω ψυχική ανάπαυση.
Και αυτήν την πνευματική αγαλλίαση-ανάπαυση μας προσφέρει με το έργο της η ποιήτρια Μαρία Κυρτζάκη. Τώρα που στα σκοτεινά ουράνια δώματα, η ψυχή της σαν ελεύθερη πεταλούδα θα πετά κοντά στα άλλα αγαπημένα της οικεία και μη πρόσωπα.      
   


                                

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου