ΛΟΓΟΣ ΥΠΕΡ ΠΑΤΡΙΔΟΣ
(ή περί κοινής γνώμης)
Το 1831,
ο εθνοδιδάσκαλος του γένους των Ελλήνων Αδαμάντιος Κοραής, (Σμύρνη
27/4/1748-Παρίσι 6/4/1833 ο σημαντικότερος και πιο επιφανής εκπρόσωπος του
Νεοελληνικού Διαφωτισμού δύο χρόνια πριν τον βιολογικό του θάνατο στην Εσπερία,
στην Πόλη του Φωτός, γράφει και δημοσιεύει την «Παράκλησιν ομογενούς γέροντος προς τους ελευθέρους Έλληνας». Ένα κείμενο για να συμβουλέψει, υποδείξει,
παροτρύνει τους προσφάτως αποκτήσαντες ελεύθερη πατρίδα (Κράτος) και ζωή
συμπατριώτες του, να οικοδομήσουν και να σταθεροποιήσουν την παραπαίουσα
στρατιωτικά και πολιτικά ακόμα ελευθερία τους,-μετά την απαλλαγή τους από τον
οθωμανικό τούρκικο ζυγό-, μια εθνική ελευθερία και ανεξαρτησία που δεν έπαψαν
να την επιβουλεύονται ξένοι και ντόπιοι δυνάστες, όπως μας έδειξαν τα κατοπινά
της εθνικής μας ανεξαρτησίας και παλιγγενεσίας ιστορικά και πολιτικά χρόνια.
Είναι ένα προφητικό σύντομο και περιεκτικό πολιτικό κείμενο που έχει την δική
του πολιτική και παραινετική προς τους Έλληνες βαρύτητα, η τελευταία αν δεν
κάνω ιστορικό λάθος πολιτική διαθήκη του προς το γένος μας, του μεγάλου έλληνος
αυτού πεπαιδευμένου ανδρός στα δυσμάς του βίου του. Που τα κείμενα, οι πρόλογοι
και οι επιστολές του αποτελούν πολύτιμο εθνικό θησαυρό του έθνους των ελλήνων.
Ο γεννημένος στην περιλάλητη και πολύβουη εμπορικά πολυπολιτισμική Σμύρνη-των
χαμένων αλλά όχι λησμονημένων μικρασιατικών πόλεων της καρδιάς μας-τονίζει με
καθαρό τρόπο και στέρεα σκέψη στους Έλληνες, το τι οφείλουν να πράξουν αν
θέλουν να διαφυλάξουν και να εξασφαλίσουν την ελευθερία τους.
Γράφει σχετικά:
«Πρώτον
μέσον. Να μείνετε, ως διάταξεν απ’ αρχής το προσωρινόν πολιτικόν σας σύνταγμα,
αβασίλευτοι. Αβασίλευτοι, διότι είσθε χριστιανοί, ήγουν πρεσβεύετε θρησκείαν,
ήτις δεν γνωρίζει βασιλείς, αλλά θέλει όλους τους πιστούς της αδελφούς. «Ούχ
ούτως δε έσται εν υμίν». Αβασίλευτοι, διότι η σημερινή πτωχή της Ελλάδος
κατάστασις δεν είναι ικανή να υποφέρη βασιλείαν, πράγμα και καθ’ εαυτό
βαρυδάπανον, και μάλλον όχι μόνον να σας καταστήση πτωχότερους αλλά και να
αμαυρώση όλους σας τους υπέρ της ελευθερίας λαμπρινούς αγώνας και να σας
καταβυθίση εις τον έσχατον βαθμόν της ατιμίας…».
Το κείμενο
αυτό του Αδαμάντιου Κοραή ασφαλώς ιστορικά αναφέρεται στο πολίτευμα της
Βασιλείας και την αποτροπή των Ελλήνων να το επιλέξουν ως πολίτευμα του νέου
απελευθερωμένου μικρού τους κράτους. Αν όμως παραβλέψουμε από το προτρεπτικό
αυτό πολιτικό γραπτό που γράφτηκε πριν από 186 χρόνια, την γενεσιουργό του
αφετηρία, περί πολιτεύματος, και στην θέση τους ως μεταβλητή της «αβασιλεύτου»,
τοποθετήσουμε τα διάφορα νέα πολιτικά και κοινωνικά φαινόμενα συμβαίνουν τα
τελευταία χρόνια στην χώρα μας, εν ονόματι όχι μόνο εξ αιτίας της οικονομικής
και πνευματικής μας πτώχευσης, και της αθρόας και ανεξέλεγκτης εισβολής ξένων
οικονομικών αλλόθρησκων και αλλόγλωσσων οικονομικών παράτυπων ατόμων, με
εντελώς διαφορετικό πολιτισμό ήθη και έθιμα (δεν εννοώ τους πολεμικούς
πρόσφυγες και μετανάστες), το κείμενο παραμένει ακόμα και σήμερα επίκαιρο και
έχει ίσως πολιτικό ενδιαφέρον.
Από τα κείμενα της αρχαίας τραγωδίας ως τις
βυζαντινές και μεσαιωνικές αναφορές σε συγγραφείς, και από τα κείμενα του
νεοελληνικού διαφωτισμού ως τα νεότερά μας ποιητικά και φιλοσοφικά κείμενα των
ελλήνων στοχαστών και ποιητών, οι Έλληνες αγωνίζονταν και πρέσβευαν σε μια
κοινή Εστία φυλετικής και πολιτιστικής αναφοράς. Σε μια πατρίδα που
συγκεφαλαίωνε τα πολιτικά τους πιστεύω και κίνητρα, την ατομική οικογενειακή
τους ευτυχία και γαλήνη, τον πλούτο και την ποικιλία των εθιμικών τους
παραδοσιακών επιτευγμάτων. Μια νέα μορφής οικονομική-καταναλωτική και
αλλόθρησκη αποικιοκρατία έχει επέλθει τα τελευταία χρόνια στην χώρα μας που της
αλλοιώνουν ίσως τον παραδοσιακό τρόπο ζωής και πολιτιστικό της πρόσωπο. Η χώρα
μας αλλάζει αγνοώντας τις παλαιές αρχές και αξίες της, και αφήνει πίσω της ένα
πολιτιστικό πρόσωπο που προήλθε από την αρχαία Πόλη Κράτος και τις βυζαντινές
Κοινότητες. Θύλακες αλλόφυλων και αλλόθρησκων δημιουργούνται μέσα στο κάποτε
συμπαγές σώμα της ελληνικής επικράτειας, και θύλακες ιθαγενής αδιαφορίας και
εχθρότητας προς αυτό που πριν μερικές δεκαετίες οι πρόγονοι τους θεωρούσαν
πατριωτικό τους καθήκον να υπερασπιστούν και να τιμήσουν με τους αγώνες τους ως
ιερό, βλέπουμε να το αρνούνται και να το καταστρέφουν. Η μεγάλη πληθυσμιακά
μάζα της εργατικής τάξης στην χώρα μας πριν προλάβει να αστικοποιηθεί και να
απολαύσει αρμονικά τα αστικά αγαθά της κοινωνικής της καθημερινότητας,
μετατράπηκε σε έναν καταναλωτικό πολτό. Αδιάφορη για τα κοινά και το κοινό
πολιτικό συμφέρον. Ζούμε σε κοινωνίες παραλλαγμένων ολοκληρωτικών φαινομένων
που πρυτανεύει η καταναλωτική οικονομική αφθονία προϊόντων που δεν θα
χρειαστούμε ποτέ, και σε μια εικονική πραγματικότητα που μας την παράσχει η κινητή
τηλεφωνία και το διαδίκτυο. Οι ξεπερασμένες πολιτικές ιδεολογίες είναι οι
πολιτικές προφάσεις που χρησιμοποιούν καιροσκόποι πολιτικοί για να παραμείνουν
στην κυβερνητική τους εξουσία. Η Ελλάδα, όπως κάποτε είπε ένας μετανάστης,
είναι μια ανοιχτή φυλακή. Τα τεχνάσματα και οι σειρήνες του συστήματος είναι
ποικίλα και αόρατα σαν τους ιστούς της αράχνης.
Κάνοντας αυτές τις πολύ προσωπικές σκέψεις και
αναζητώντας να ανακαλύψω κοινές γέφυρες πολιτισμικής αναφοράς των παλαιότερων
ελλήνων με τους νεότερους μέσω της τέχνης και του σκέψης των νεοελλήνων
παραθέτω ένα κείμενο του γνωστού δοκιμιογράφου, ποιητή και μεταφραστή Γεράσιμου
Λυκιαρδόπουλου (Αθήνα 1936- που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «σημειώσεις» τον
Ιούνιο του 1994. Μια συνέχεια του νήματος της ελληνικής πολιτικής και
φιλοσοφικής σκέψης, τώρα που μάλλον όλα έχουν πολιτικά καταρρεύσει. Και που
γνωρίζουμε έμπρακτα ότι ούτε η νυν κυβέρνηση, ούτε η μελλοντική που
προετοιμάζουν από την αξιωματική αντιπολίτευση-οι κινούντες τα νήματα-ούτε ο
ανέξοδα λαλίστατος πρόεδρος της δημοκρατίας μπορούν να φέρουν καμία αλλαγή, μια
και έχουν χάσει την εμπιστοσύνη της μεγάλης πλειοψηφίας των κατοίκων. Απλά
καρπούνται τα οφέλη της πολιτικής εξουσίας και των κυβερνητικών τους αξιωμάτων.
Ο πειρασμός της εξουσίας και των ψευδών υποσχέσεων στάθηκε πιο ισχυρός από την
ιστορική αλήθεια της πραγματικότητας και της ανθρώπινης πολιτικής ελπίδας, που
κάποτε είχαμε σαν έλληνες ψηφοφόροι. Η σημερινή εν έτει 2017 δημοκρατία μας, δεν
είναι παρά μια προαιρετική πολυτέλεια δήθεν αριστερών και νεοφιλελεύθερων κοινοβουλευτικών
ηγετών. Από την στιγμή που απεμπολήσαμε σαν έλληνες πολίτες την πολιτική μας νοημοσύνη,
όλα μπορούν να μας συμβούν. Ακόμα και να μας κυβερνήσουν ισχνές μειοψηφίες όπως
οι σημερινές, που μέσα στις εμβρυακές τους πολιτικές αναλαμπές, μοιράζουν φορολογικά
μερίσματα στο πόπολα για άγρα ψηφοπελατών. Η φαυλοκρατία αριστερά μετασχηματισμένη
συνεχίζεται.
Ας χαρούμε τα κείμενο του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου
Λόγος
υπέρ πατρίδος
Το
φαινόμενο που στην Ευρώπη εκδηλώνεται ως ρατσιστικός ανθελληνισμός στην Ελλάδα
δοξάζεται ως ελληνολεβέντικος αντιευρωπαϊσμός, ήτοι αντεστραμμένος ραγιαδισμός.
Και οι δύο λαϊκισμοί αν και οφείλουν, για λόγους λειτουργικούς, να εμφανίζονται
ως αντίπαλοι, συμπλέουν μεσ’ από συγκοινωνούντα κανάλια, αλληλοτροφοδοτούμενοι
από τα εκατέρωθεν διασταυρούμενα πυρά. Οι ημέτεροι τηλεμουεζίνηδες με την
αντιδυτική τους ρητορεία εξυπηρετούν άριστα τη δυτική τηλεπολιτική της
ανθελληνικής υστερίας. Γιατί πρόκειται για μια ρητορεία εσωτερικής κατανάλωσης,
εξισούμενη, ως προς τούτο, και αφομοιούμενη με τον υποτιθέμενο στόχο της’ με
τον υποκριτικό ανθρωπισμό του ευρωλαϊκισμού ο οποίος μπορεί να καταγγέλλει
άνετα τους βαλκανικούς φανατισμούς εισπράττοντας συγχρόνως τα εξ αυτών κέρδη ή
να καταδικάζει ανέξοδα τους τριτοκοσμικούς ολοκληρωτισμούς την ίδια στιγμή που
οργανώνει τεχνοκρατικά τους δικούς του εύτακτους παραδείσους οικοδομώντας τον
ιερό ναό της Οικονομίας πάνω στα ερείπια των πάλαι ποτέ «ανθρωπίνων
δικαιωμάτων». Τα «λευκά κελιά» της δυτικής δημοκρατίας και οι ομαδικές αγχόνες
της ανατολικής θεοκρατίας υψώνονται πάνω στην ίδια βάση-σε συλλογικές
συμπεριφορές οι οποίες οργανώνονται και αναδεικνύονται από τους ιεροφάντες των
ΜΜΕ σε κυρίαρχες μορφές ψευδευσθησιακής συμμετοχής στα «κοινά», στο θέαμα της
πολιτικής: η τηλεόραση υπήρξε το γιαταγάνι του σύγχρονου ισλάμ και συνάμα το
τεθωρακισμένο της μεταμοντέρνας δημοκρατίας.
Αν η
πολιτική εξουσία, με σαρίκι ή με γραβάτα, ενεργεί κατά τον άλφα ή βήτα τρόπο,
ενεργεί έτσι διότι έτσι της επιβάλλει η πίεση η οποία της ασκείται από τη
λεγόμενη κοινή γνώμη. Μένει να δει κανείς τι λογής πράγμα είναι αυτή η κοινή
γνώμη στο Λονδίνο ή στην Αθήνα, ή στο Βελιγράδι ή στην Τεχεράνη: ένα
εξαμβλωματικό κατασκεύασμα, ένα λατρευτικό ξόανο που υπαγορεύει προστατευτικά
πολιτικές αποφάσεις, (οι οποίες μπορεί κάποτε να σημαίνουν και την καταστροφή
της χώρας ή της συλλογικότητας της οποίας φέρεται ως εκφραστής) τη στιγμή που
και η ίδια η κοινή γνώμη δεν είναι παρά φτερό στον άνεμο των (ηλεκτρονικών)
γεγονότων.
Η κοινή
γνώμη θεωρήθηκε πάντα ένα γερό άλογο στο αμάξι της δημοκρατίας’ η αλήθεια
πάντως είναι πως πολλές φορές ζεύτηκε και στο κάρο της δημαγωγίας και στο άρμα
της δικτατορίας. Η «τέταρτη εξουσία» είναι βέβαια το πιο σύγχρονο και πιο
αποτελεσματικό όχημα πολιτικής ισχύος’ οι μεταφορικοί της «ίπποι» έγιναν τώρα
τα κυριολεκτικά της θρεφτάρια ακκιζόμενοι «διανοούμενοι» και επικερδώς
ανοηταίνοντες γιάπηδες, χαζοφασίστες δημοσιογράφοι, ταλαντούχοι «εκπομπιτές»,
τσανακογλείφτες πρώην επαναστάτες και νυν υπηρέτες πολλών αφεντάδων.
Δεν
πρόκειται για αποκλειστικώς ελληνική επιδημία. Ελληνική είναι μόνον η συγκεκριμένη
εκδοχή του φαινομένου, ή χυδαία, η ακαλαισθησία απροσχημάτιστη εκδοχή ενός
λαϊκισμού ο οποίος αλλού, τεχνοκρατικά ραφιναρισμένος, λαμποκοπάει ωραίος,
νεοφιλελεύθερος και μετασοσιαλιστικός. Αν επιμένουμε στην ελληνική του εκδοχή
δεν είναι γιατί συμπλέουμε με τους μαγαρισμένους δυτικόφρονες που μας έφεραν
τον Κάντιο και την κόκα κόλα (και τον μεν Κάντιο τον αναιρείς δια του φωτός της
Ορθοδοξίας, από την Κόκα Κόλα όμως πως γλυτώνεις;) αλλά γιατί ακριβώς είμαστε
Έλληνες και δοκιμάζουμε πρώτοι στο πετσί μας τις συνέπειες του
τηλεκατευθυνόμενου ελληνοκεντρισμού του Κολωνακίου και των Παρισίων. Γιατί δεν
θέλουμε να ζήσουμε την ανασταλινοποίηση της σκέψης μας και την αλβανοποίηση της
χώρας μας που θα την καθιστούσε Εδέμ, για τη μαφία των λαθρεμπόρων του πολέμου
και των ναρκωτικών.
Όχι,
λοιπόν, για να μας «αναγνωρίσουν» οι άλλοι ως ισότιμο μέλος της
«πεπολιτισμένης» Ευρώπης, αλλά για να μπορέσουμε εμείς οι ίδιοι να
αναγνωρίσουμε τον εαυτό μας σαν Έλληνες (και όχι σαν μια κακομοιρασμένη μάζα
καρπαζοεισπρακτόρων φαμφαρόνων) χρειάζεται να αναζητήσουμε την ελληνικότητά μας
εκεί όπου την πραγματοποίησαν εκείνοι των οποίων θέλουμε να λεγόμαστε απόγονοι
αντί να την αναζητούμε εκεί όπου αναζήτησαν την γερμανικότητά τους εκείνοι που
πριν από μισό αιώνα κατάστρεψαν και κατασυκοφάντησαν τη Γερμανία.
Χρειάζεται, δηλαδή, να γίνουμε πράγματι τόσο ισχυροί ώστε να μπορέσουμε
να αναγνωρίσουμε χωρίς ψυχοσυμπλέγματα πώς υπάρχει ισοδύναμα και ο λόγος του
Άλλου, τον οποίο αρνείται να αναγνωρίσει ο τηλεοπτικός μας «πατριωτισμός». Αν
δεν μπορούμε να το καταλάβουμε αυτό σήμερα θα αναγκαστούμε να το καταλάβουμε
αύριο όλοι-ή τουλάχιστον όσοι θα επιζήσουμε-και χωρίς καν να προλάβουμε να
γίνουμε οικολόγοι.
Γεράσιμος
Λυκιαρδόπουλος, περιοδικό σημειώσεις, τεύχος
43/Ιούνιος 1994, σ.5-7
Για την αντιγραφή Γιώργος Μπαλούρδος
Πειραιάς 30 Δεκεμβρίου 217
Ακουσόμεθά σου περί τούτων και πάλι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου