Μνήμη
προσωπική 52 χρόνια μετά
Οι
ελληνικές γενιές των αρχών του προηγούμενου αιώνα, του μεσοπολέμου, της κατοχής
και των μεταγενέστερων απελευθερωτικών και οικονομικής ανάπτυξης χρόνων, είχαν
γαλουχηθεί θρησκευτικά και εκκλησιαστικά μέσα στην ατμόσφαιρα (ηθικοπλαστικά
και αισθητικά) των Κατηχητικών. Θρησκευτικής ατμόσφαιρας θεσμοθετημένα από την
επίσημη Εκκλησία περιβάλλοντα, που «ελέγχονταν» ή «καθοδηγούνταν», από τις
λεγόμενες ευσεβιστικές οργανώσεις και λαϊκά Σωματεία. Της «Ζωής», και κατόπιν
του «Σωτήρος» (μετά την διάσπασή τους) και άλλες μικρότερες, αλλά εξίσου
κοινωνικά δραστήριες που είχαν ιδρύσει διάφοροι μητροπολίτες. Οι διάφορες αυτές
θρησκευτικές, συντηρητικές κοινωνικά και πολιτικά ομάδες ελλήνων ορθόδοξων
χριστιανών πιστών, του κινήματος αναγέννησης του πνευματικού μεσσιανισμού του
Ευσέβιου Ματθόπουλου ή του ελληνοκεντρικού μεσσιανισμού του Σεραφείμ Παπακώστα
έλκουν την καταγωγή τους ιστορικά κατά κάποιον τρόπο, (ασφαλώς διαφοροποιημένες
και αποστασιοποιημένες) από ακόμα χρονικά παλαιότερες εθνικές και χριστιανικές
κινήσεις και ρεύματα του 19ου αιώνα. Του ελληνοχριστιανικού
πολιτισμού, όπως παραδείγματος χάρη ήταν οι «περιβόητες» δοξασίες του Απόστολου
Μακράκη. Ενός ουτοπιστή και αιθεροβάμονα στοχαστή, (για όσους έτυχε να
διαβάσουν ορισμένα από τα βιβλία του, κατανοούν τα λεγόμενά μου) που πρέσβευε
σε έναν ουτοπικό γεωγραφικό μεσσιανισμό, μια συνέχεια της ελληνικής ιστορίας,
πολιτισμού και παράδοσης, που έχει τις ρίζες της στην Κλασική Εθνική Αρχαιότητα
(της παλαιάς θρησκείας, της επονομαζόμενης ειδωλολατρικής) και μέσω του
χριστιανικού και ορθόδοξου Βυζαντίου και των Ελληνικών Μεσαιωνικών χρόνων της
ιστορίας μας φτάνει μέχρι των ημερών μας. Κινήσεις εθνικές και θρησκευτικές
μεμονωμένων ατόμων, που με έναν λαϊκό τρόπο, ακατέργαστο και ίσως άδολο και
ερμηνεία της ελληνικής ιστορίας, συνεχίζουν τις θέσεις και τις απόψεις του
εθνικού μας ιστορικού Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου κατά κύριο λόγο, αλλά και
άλλων συγγραφέων όπως ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος κλπ. Μελετώντας τις δοξασίες και τις
κινήσεις αυτές, και πάλι έρχονται στην σκέψη μας-και ελπίζω να μην λαθεύω-οι
θέσεις κυρίως, του Ζήσιμου Λορεντζάτου, περί χαμένου κέντρου, που εκθέτει στο
κείμενό του για τον νομπελίστα μας ποιητή Γιώργο Σεφέρη. Ένα ανοιχτό διαχρονικά
ερώτημα-ελληνική πληγή-που ταλάνισε και ίσως ακόμα ταλανίζει πολλούς στοχαστές,
διανοούμενους, συγγραφείς, θεολόγους, ιστορικούς, ιστοριοδίφες και άλλους
ερευνητές που, προσπαθούν να ανακαλύψουν, να εντοπίσουν και να αναδείξουν την
συνέχεια της ελληνικής ιστορίας και παράδοσης, των ηθών και των εθίμων, του
πολιτισμού ημών των Ελλήνων, μετά την μετάβαση από την παλαιά θρησκεία στην
νέα. Δηλαδή, το πέρασμα από το Δωδεκάθεο και τον πολυθεϊσμό των Αρχαίων Ελλήνων
στον Χριστιανικό μονοθεϊσμό των νεότερων Ελλήνων. Κινήσεις θρησκευτικές και
κοινωνικές που τόνιζαν επίσης, την συνέχεια της αλήθειας της ορθόδοξης
δογματικής, έτσι όπως διδάσκεται από την πατερική διδασκαλία και τους αγίους
της ορθόδοξης εκκλησίας σε σχέση με τα άλλα χριστιανικά δόγματα της ευρωπαϊκής
δύσης. Συγκλίσεις και αποκλίσεις θέσεων, συγχωνεύσεις απόψεων, στηλιτεύσεις
κοινωνικών πρακτικών στην προσπάθεια ανεύρεσης των υπόγειων ρευμάτων πίστης,
φιλοσοφίας, δοξασιών και λαϊκών εθίμων που διατηρήθηκαν αναλλοίωτα μέσα στους
αιώνες. Ιστορικά στοιχεία και «αποδείξεις» που δηλώνουν την άρρηκτη συνέχεια
της Ελληνικής διαδρομής μας στο διάβα των αιώνων. Οι Ποιητές μας, επίσης,
εξέφρασαν με τις ποιητικές τους καταθέσεις και την διακονία της ελληνικής
γλώσσας, ότι υποστήριξαν οι ιστορικοί, οι δοκιμιογράφοι, οι ερευνητές της
ελληνικής συνέχειας, οι καθηγητές των πανεπιστημιακών μας σχολών.
Έχουν
γραφτεί εκατοντάδες άρθρα και έχουν εκδοθεί δεκάδες βιβλία τα οποία αναφέρονται
και μας μιλούν για την οργανική σχέση των ευσεβιστικών αυτών οργανώσεων (τις
αποκαλούν και παραεκκλησιαστικές) που ανδρώθηκαν κυρίως, μετά την τραγωδία της
Μικρασιατικής Καταστροφής στην ελληνική επικράτεια, με τις συντηρητικές
πολιτικές δυνάμεις και την τότε ελληνική βασιλική δυναστεία. Μια διασύνδεση
διακριτή ή όχι με τις ελληνικές νικητήριες πολιτικές δυνάμεις μετά τον εμφύλιο
σπαραγμό, την επίσημη ελληνική πολιτεία, το μετεμφυλιακό κατεστραμμένο κράτος.
Υπόγεια ρεύματα σχέσεων και αλληλεξαρτήσεων, που έφτασαν και διατηρήθηκαν μέχρι
την εφτάχρονη στρατιωτική δικτατορία του 1967 και των ανθρώπων της. Πράγματα
γνωστά μας και πολύ αναδεικνυόμενα από
σημαντικούς ιστορικούς και εκκλησιαστικούς παράγοντες της εποχής μας. Δεν θα
σταθώ στα θρησκευτικά και ιστορικά πεπραγμένα των οργανώσεων αυτών, άλλωστε, η
ατομική παιδική μου μνήμη, κρατά ορισμένα γεγονότα ακόμα ενεργά μέσα στο
σεντούκι της, από το μαθητικό μας πέρασμα σε αυτές τις ευσεβιστικές οργανώσεις
μέσω της επίσημης ορθόδοξης εκκλησιαστικής διδαχής. Στο δημοτικό και το
γυμνάσιο οι πρεσβύτεροι θα θυμούνται, ότι ήταν κατά κάποιον τρόπο υποχρεωτική η
φοίτηση και η σαββατιάτικη ή κυριακάτικη προσέλευση των παιδιών στα κατηχητικά
την επταετία και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Ήσαν ηθικοπλαστικά κέντρα
«επιμόρφωσης» της θρησκευτικής μας παιδικής αγωγής. Μεγαλύτεροι νέοι-φοιτητές,
δίδασκαν και επεξηγούσαν εδάφια από την αγία γραφή στους μικρότερους. Τραγουδούσαμε
τραγούδια και απαγγέλαμε ποιήματα χριστιανικού περιεχομένου, ψαλμούς, και μας
γινόταν μια ηθική διαπαιδαγώγηση και διδασκαλία χριστιανικής αρετολογίας, και
στο πώς οφείλουμε μεγαλώνοντας να συμπεριφερόμαστε για να είμαστε καλοί
χριστιανοί και ορθόδοξοι έλληνες αγαπητοί στον Χριστό, τον μόνο αληθινό Θεό των
προγόνων μας. Φυσικά, δεν έλλειπαν και οι καθοδηγητικές υποδείξεις για τα δεινά
και τα δολοφονικά εγκλήματα των ελλήνων κομμουνιστών εναντίον της πατρίδας μας.
Ο κεντρικός στόχος ήταν το σλόγκαν «Ελλάς, Ελλήνων, Χριστιανών». Δύσκολα
μπορούν οι γεννημένοι την καινούργια χιλιετία στην χώρα μας νέοι και νέες να
κατανοήσουν ή αναπλάσουν την εκπαιδευτική ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης. Οι
συνθήκες άλλαξαν και ευτυχώς. Εύλογα κατανοεί κανείς από τους παλαιότερους
έλληνες, ότι οι συνθήκες δεν ήταν ούτε ιδανικές ούτε με την τρέχουσα ορολογία
προοδευτικές και ελεύθερες. Κοινώς, δημοκρατικές. Όμως, παρά τα αρνητικά με τα
οποία ήταν φορτισμένα τα θρησκευτικά και εκκλησιαστικά αυτά περιβάλλοντα
εκείνης της περιόδου,-χώροι που καταπνίγονταν κάθε ανάσα παιδικής ελευθερίας,
εφηβικής αναζήτησης, νεανικής χειραφέτησης, αν εξαιρέσουμε τα άτομα και τους
ιερείς, τους δασκάλους και καθηγητές που ήταν φανεροί υποστηρικτές της χούντας,
διαπρύσιοι χειροκροτητές της, υπήρχαν και άτομα (ιερωμένοι ή λαϊκοί, καθηγητές
ή θεολόγοι) που ήσαν καλοκάγαθες χριστιανικές υπάρξεις, άβουλα πολιτικά
πλάσματα, αλλά έντιμα, με καλές χριστιανικές προθέσεις και αρετές. Πού έκρυβαν
τις δημοκρατικές τους καταβολές ή άφηναν χαραμάδες ενεργειών και λόγων που
έδειχναν την αντίστασή τους στο στρατιωτικό καθεστώς. Έλληνες που ερμήνευαν την
χριστιανική διδασκαλία με το γράμμα και μόνο του νόμου και όχι με το πνεύμα και
το άνοιγμα της θεολογικής σκέψης και των ερευνητικών οριζόντων. Της αδηφάγας
αναζήτησης και όχι υποταγής, που είναι φυσικό επακόλουθο να έχει, κάθε παιδί ή
έφηβος σε αυτές τις προσωπικής του ανάπτυξης ηλικίες. Δεν μπορούμε μάλλον( δεν
είμαι ειδικός) να δαιμονοποιούμε συλλήβδην, εκ των υστέρων, τα χιλιάδες αυτά
άτομα που εντάχθηκαν-με τον έναν ή άλλον άμεσο ή έμμεσο τρόπο-στις οργανώσεις
αυτές, ή αντρώθηκαν μέσα στα σπλάχνα τους, έζησαν, σπούδασαν, πρόσφεραν και
διακόνησαν τις χριστιανικές και εκκλησιαστικές αυτές ευσεβιστικές αδελφότητες.
Ούτε πάλι, να ακυρώσουμε με μια μονοκονδυλιά την όποια ενδεχομένως κοινωνική
συμβολή τους ή προσφορά τους στην επίσημη εκκλησία. Οι άνθρωποι, ανεξάρτητα αν
ανήκουν σε εκκλησιαστικούς χώρους, αδελφότητες, θρησκευτικές σέχτες ή ομάδες,
εκκλησίες, κάνουν λάθη, είναι ανώριμοι πνευματικά και κοινωνικά, είναι φοβισμένα
όντα, με αποτέλεσμα να ζημιώνουν είτε τους εαυτούς τους είτε τους γύρω τους με
ή παρά την θέλησή τους. Αλλά τα φαινόμενα αυτά συνέβαιναν και συμβαίνουν σε
όλους τους κοινωνικούς, πολιτικούς, εκκλησιαστικούς και άλλους δημόσιους
χώρους. Είτε οι χώροι και τα περιβάλλοντα αυτά είναι πολιτικοί, θρησκευτικοί,
καλλιτεχνικοί, πνευματικοί, εκκλησιαστικοί, συνδικαλιστικοί, εργασιακοί, κλπ. Η
κοινωνικοποίησή μας κατά την διάρκεια της ατομικής μας ενηλικίωσης περνά μέσα
από άπειρες συμπτωματικές ή τυχαίες, επίσημες ή ανεπίσημες στοές διδασκαλίας
επικοινωνίας με τις θετικές ή αρνητικές παρενέργειες στην κατοπινή ζωή μας. Τα
τραύματα της ενηλικίωσης ημών των ανθρώπων δεν επουλώνονται τελείως, μάλλον,
απλά καλύπτονται από άλλες συμβάσεις σχέσεων και αναφορών, γεγονότων και
δράσεων, ενεργειών, καθώς η ζωή αέναα κυλά και αφήνει πίσω της παλαιά σκοτεινά
και βαρειά μεταλλεύματα πόνου και πίκρας, αδιεξόδων και θλίψεων, απογοητεύσεων
και αρνητικών μνημών. Το αίσθημα της αυτοσυντήρησης και επιβίωσης-σε πιστούς
και απίστους, σε πατριώτες και άπατρις,
«αμαρτωλούς» και «δίκαιους», οικονομικά ανεξάρτητους ή φτωχαδάκια,
πολιτικούς ριζοσπάστες ή συντηρητικούς, κοινωνικούς ιδεολόγους ή καιροσκόπους,
είναι ισχυρότερο μέσα στις ζωές των πλειόνων ανθρώπων, από αυτό των αρνητικών περιπετειών
της παιδικής και εφηβικής μας ηλικίας. Είτε θεούμενο, είτε πολιτικό, είτε
πανσεξουαλικό, είτε κοινωνικά αδιάφορο, είτε μεταφυσικά άστεγο, το παμφάγο
ζώον-άνθρωπος, γνωρίζει να βρίσκει τις ανάλογες φάτνες επιβίωσης που του
ταιριάζουν κάθε φορά μέσα στις ζωής ανιχνεύσεις του, ώστε να συνεχίσει τον βίο
του μέχρι τέλος αν γίνεται απρόσκοπτα, παρά τις πυκνές καπνιές των ψυχικών,
πνευματικών ή σωματικών του τραυμάτων. Σε κάποιο εδάφιό της, η ιερή διδασκαλία
της χριστιανικής πίστης γράφει ότι: «έλεος θέλω και όχι θυσία». Και αυτό το
έλεος της ανθρώπινης ζωής (που για τους πιστούς προέρχεται από την Θεία
παρουσία) προς εμάς τους ίδιους και προς τους άλλους γύρω μας, είναι το διαρκές
ζητούμενο ανθρωπισμού μέσα στους ιστορικούς αιώνες. Μια αναζήτηση και μια
επίκληση που την συναντάμε είτε στα αρχαία ποιητικά κείμενα των εθνικών ελλήνων
τραγικών και συγγραφέων, είτε στους μεταγενέστερους χρόνους, στα ιερά
θρησκευτικά βιβλία, κείμενα και διδασκαλίες της ορθόδοξης χριστιανικής
παράδοσης. Αλλά και των άλλων χριστιανικών δογμάτων ή θρησκειών και φιλοσοφικών
δοξασιών. Όσες φορές το ανθρώπινο Όν κοντοζυγώνει σε αυτό το κεντρικό της
κοινωνικοποίησής του ζητούμενο, τόσο αυτό απομακρύνονταν από κοντά του. Μια
αέναη σισύφεια αγωνιώδη, βασανιστική και περιπετειώδη πνευματική και σωματική
πορεία, ελπιζομένης ελπιδοφορίας και αναστάσιμης παρηγοριάς. Και πάλι από την
αρχή. Το ιστόγραμμα των μεταφυσικών και κοινωνικών εμπειριών του ανθρωπίνου
όντος συμπληρώνεται χωρίς τέλος.
Επανερχόμενος στην συντηρητική στάση μέσα στην Κοινωνία που τήρησαν οι
οργανώσεις αυτές παλαιότερα, και την φιλική τους στάση απέναντι στο στρατιωτικό
καθεστώς, να συμπληρώσουμε για να είμαστε δίκαιοι απέναντι στην Ιστορία των
νεότερων ελληνικών χρόνων, τώρα που έχουνε περάσει 52 χρόνια από αυτήν την
σκοτεινή πολιτικά και κοινωνικά περίοδο, (και να θέλουμε να την λησμονήσουμε,
το άγος της Κυπριακής τραγωδίας μας την υπενθυμίζει ακόμα, καθώς οι πληγές της
είναι και σήμερα ακόμα ανοιχτές) ότι τουλάχιστον η δική μου παιδική μνήμη
θυμάται πάμπολλα άτομα εκτός των ευσεβιστικών αυτών οργανώσεων, που ήσαν
φανεροί αυθόρμητοι υμνητές της χούντας, διαπρύσιοι το ξαναγράφω, υποστηρικτές
της. Έλληνες μεγαλόσχημοι και απλοί συμπολίτες μας που, στα κατοπινά χρόνια της
μεταπολίτευσης παρουσιάστηκαν ως αντιστασιακοί και κυνηγημένοι, «δαφνοφόροι
αντιχουντικοί» και βολεύτηκαν ποικιλοτρόπως σε δημόσιες ή άλλες εργασιακές
θέσεις. Έγιναν εν μία καλοκαιρινή (24 Ιουλίου 1974) νυχτί τιμητές της
Δημοκρατίας, όπως έχει επισημανθεί και καταγραφεί πανηγυρικώς. Εντός και εκτός
των τειχών των οργανώσεων. Το πολιτικό, ιδεολογικό και κοινωνικό αυτό φαινόμενο ημών των Ελλήνων, ίσως ακόμα να μην
έχει ερευνηθεί σε όλο του το εύρος και το βάθος από τους ιστορικούς,
κοινωνιολόγους, πολιτειολόγους, δημοσιογράφους της μεταπολίτευσης. Σήμερα που
τα πολιτικά πάθη έχουν κατασιγάσει και οι ιδεολογίες έχουν αμβλυνθεί στις
συνειδήσεις των νεότερων ελληνικών γενεών. Είμαστε πλέον στην εποχή των κινητών
τηλεφώνων που η ιστορία των ανθρώπων γράφεται με SMS και μπάιτ και όχι λάβαρα και
θούριους ή Τη υπερμάχω….
Οι ευσεβιστικές αυτές θρησκευτικές οργανώσεις,
ανέδειξαν αρκετούς χριστιανούς διανοούμενους και στοχαστές, ποιητές και
συγγραφείς, καθηγητές και ιεράρχες, μεγαλόσχημους, ανεξάρτητα αν μεταγενέστερα,
οι περισσότεροι από αυτούς τις αρνήθηκαν και τις στηλίτευσαν για τον αρνητικό ρόλο
που διαδραμάτισαν στην ζωή τους, στο σώμα της εκκλησίας, την ελληνική πολιτεία.
Πολλά μελετήματα έχουν κυκλοφορήσει και αρκετές αναμνήσεις σύγχρονων γνωστών
μας θεολόγων έχουν γίνει Best
Seller.
Ένα αναγνωρίσιμο πρόσωπο είναι ο εκ Χίου ποιητής, δοκιμιογράφος, αρθρογράφος, μεταφραστής,
Αλέξανδρος Γκιάλας ή Γεώργιος Βερίτης, όπως ήταν το ψευδώνυμό του, στενός συνεργάτης
του περιοδικού «Ακτίνες», και ένθερμος πιστός και υποστηρικτής των θρησκευτικών
αυτών κινήσεων. Ας θυμηθούμε ακόμα, ότι ο σημαντικός Θεσσαλονικιός ποιητής Κωνσταντίνος
Δημητριάδης, ο οποίος θήτευσε στα Κατηχητικά της εποχής του, υιοθέτησε το ψευδώνυμο
Χριστιανόπουλος στην μεταγενέστερη πνευματική και καλλιτεχνική του διαδρομή.
Μέσα στο διάβα της ελληνικής ιστορίας και συνέχειας,
ο Ελληνικός Ουμανισμός και Ανθρωπισμός είτε αυτός έχει φιλοσοφικό πρόσωπο, είτε
ιστορικό, είτε ποιητικό, είτε εκκλησιαστικό, είτε ιδεολογικό-αριστερό, είτε πνευματικό,
παρέμεινε σταθερός στους στόχους του και τις αρχές του. Παρά τα κατά καιρούς του
ιστορικά και πολιτικά πισωγυρίσματα. Όπως αυτό της 21ης Απριλίου.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 20 Απριλίου 2019.
ΥΓ. Αλλά για τον ποιητή και δοκιμιογράφο Γεώργιο Βερίτη,
έπεται κείμενο στην ιστοσελίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου