Κυριακή 7 Απριλίου 2019

Η ιστορικός και αρχαιολόγος Λίζα Μιχελή

Λίζα Μιχελή

     Το πέρασμα από την παιδική ηλικία στην εφηβική και από εκεί στα επόμενα ηλικιακά χρόνια που είναι η ενηλικίωση και η αργόσυρτη ωρίμανση των ανθρώπων, μαρκάρεται συνήθως, από ορισμένα χαρακτηριστικά και καταλυτικά συμβάντα ή πρόσωπα αντίστοιχα, που συναντήσαμε και μας άλλαξαν τον ρου της διαδρομής της μετέπειτα ζωής μας. Συνηθέστερα και κυρίαρχα, είναι τα άμεσα πρώτου βαθμού μέλη της οικογένειάς μας σε πρώτο στάδιο, καθώς ανθίζουν τα χρόνια μας. Ακολουθούν οι υπόλοιποι συγγενείς και το άμεσο φιλικό περιβάλλον της οικογένειας. Κατόπιν έρχονται οι δάσκαλοι και οι καθηγητές των εκπαιδευτηρίων που φοιτούμε και τα καινούργια πρόσωπα που θα συναντήσουμε στο διάβα της ζωής μας, θα διακλαδωθούμε μαζί τους θα συνάψουμε συντροφικές και φιλικές σχέσεις στη πορεία μας προς την κοινωνικοποίηση. Στις καθ’ οδόν ιδιαίτερες σχέσεις μας, το πρώτο ερωτικό σκίρτημα, το πρώτο μέσα στην προσωπική μας ταραχή ραντεβού, το πρώτο διακριτικό χάδι ή κλεφτό διστακτικό φιλί, το βλέμμα του άλλου προσώπου που σε ανιχνεύει για πρώτη φορά και σε ελκύει σε άγνωστα του βίου μονοπάτια, είναι που μένουν βαθειά χαραγμένα μέσα στην μνήμη μας και συνεγείρουν ακόμα και μετά την πάροδο αρκετών δεκαετιών τις αισθήσεις μας με συγκίνηση, νοσταλγία, τρυφερότητα. Δεν θα ήταν άστοχο, νομίζω, το ίδιο να υποστηρίζαμε και για την πρώτη μας επαφή με ένα βιβλίο. Όταν μας έκαναν για πρώτη φορά δώρο ένα βιβλίο. Όταν πιάσαμε στα χέρια μας ένα βιβλίο και αρχίσαμε να το ξεφυλλίζουμε από περιέργεια στην αρχή με χαρά και αναγνωστική βουλιμία κατόπιν. Όταν διευρύνθηκαν-χωρίς σχεδόν να το συνειδητοποιούμε-τα σύνορα της σκέψης μας, όταν άνοιξαν οι ορίζοντες της φαντασίας μας και άρχισε να καλλιεργείται η ερευνητική μας διάθεση, η δίψα μας για μάθηση, οι προθέσεις μας να γνωρίσουμε τα μυστικά του Κόσμου γύρω μας, να αξιολογηθούμε με τις ζωές των ανθρώπων που ερχόμαστε σε επαφή, να ταξιδέψουμε και να ονειρευτούμε, να περιδιαβούμε τον Κόσμο πρωτόγνωρα διαβάζοντας ένα Βιβλίο. Παρακολουθώντας μια θεατρική παράσταση, μια παράσταση χορού, ακούγοντας ένα μουσικό κονσέρτο, βλέποντας μια νέα κινηματογραφική ταινία. Επισκεπτόμενοι ένα μουσείο, μια αίθουσα τέχνης, θαυμάζοντας τα εκθέματα, τις εικαστικές δημιουργίες ενός άγνωστού μας καλλιτέχνη.
Η Τέχνη, είναι μια συμμετοχική διαδικασία, ένα κοινό ταξίδι του δημιουργού με τον αποδέκτη του, τον θεατή του, τον αναγνώστη του, τον κριτή του, ακόμα και τον αμφισβητία του καλλιτεχνικού του προϊόντος. Είναι μια «ολοκαυτωματική» περιπέτεια συνειδητοποίησης του Κόσμου και της Φαντασίας, του Ονείρου και των αγνώστων διαδρομών του Πνεύματος. Αξίζει να σημειώσουμε, και ας μην φανεί υπερβολή, ότι η ζωή του ανθρώπου, αποκτά την αυθεντικότητά της όταν αρχίζει να εξερευνά τον Κόσμο γύρω του, το περιβάλλον που του έμελλε να ζήσει, να δραστηριοποιηθεί, όταν αρχίζει να προβληματίζεται πάνω σε θεμελιώδη ζητήματα της ύπαρξης-του, να θέτει πυρακτωμένα ερωτήματα και ας μην κατανοεί την βαρύτητα της σημασία τους, να ταυτίζεται με ένα ιστορικό σύμβολο, ένα καλλιτεχνικό είδωλο, έναν ήρωα της παράδοσης, έναν εθιμικό του έθνους του Θεό. Και η αυθεντικότητα της ζωής-πέρα από την ατομική εμπειρία και βίωση της πραγματικότητας-κατακτιέται και μέσα από τους λαβυρίνθους της Τέχνης και της παραμυθιακής ελπιδοφορίας της. 
Η Τέχνη, είναι η βίγλα της ελευθερίας του ανθρώπου. Είναι η ελπίδα αθανασίας-έστω και πρόσκαιρη-του «χαρομαγεμένου» ανθρώπου που γράφει ο Γιάννης Βλαχογιάννης. Και στην συγκεκριμένη περίπτωση, η ανάγνωση ενός βιβλίου.
      Πολύ πριν διαβάσω τους παλαιότερους και νεότερους ιστορικούς του Πειραιά, μέσα της δεκαετίας του 1980, πολύ πριν φυλλομετρήσω τα απομνημονεύματα παλαιών πειραιωτών του μεσοπολέμου, πολύ πριν περιδιαβώ τις σελίδες των πειραϊκών λευκωμάτων και των πειραϊκών εφημερίδων, γνώρισα την Ιστορία της Πόλης μας διαβάζοντας-το βιβλίο της αρχαιολόγου Λίζας Μιχελή «ΠΕΙΡΑΙΑΣ-ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΡΤΟ ΛΕΟΝΕ ΣΤΗ ΜΑΓΧΕΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ». Το δικό της συγγραφικό και ταξιδιωτικό βλέμμα με οδήγησε για πρώτη φορά στις μυστικές στοές της Ιστορίας του πρώτου λιμανιού της χώρας. Της Πόλης μου. Οι ιστορικές εγχάρακτες μνήμες, οι αρχαιολογικές μνημειακές παρακαταθήκες, η πορεία της πόλης από τα βάθη της αρχαιότητας μέχρι των ημερών μας, οι συνήθειες και πρακτικές ζωής, τα ήθη των παλαιών νησιωτών μετοίκων πειραιωτών μετά την ίδρυση του Δήμου, το πολύχρωμο και πολύπλευρο πλέγμα των εργατικών, εμπορικών, βιομηχανικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων τους, τα οράματα και οι κοινωνικοί σχεδιασμοί τους όταν ζήτησαν να εγκατασταθούν στο απαραίτητο ιστορικά αυτό επίνειο της πρωτεύουσας, οι αξίες βίου και οι νέες φιλοδοξίες τους,-των Χίων, των Υδραίων, των Κρητών, των Καρπαθίων, των Επτανήσιων, των Πελοποννήσιων και άλλων, που εγκαταστάθηκαν στο «παρά της Έλλησι εκαλείτο Δράκος» και του έδωσαν την ταυτότητα και την φυσιογνωμίας του που έχει μέχρι σήμερα. Η διεύρυνση των ορίων της πόλης έπειτα από τον αρχαίο της σχεδιασμό, ο πολεοδομικός της ιστός που αύξανε χρόνο με το χρόνο, οι βιομηχανικές της μονάδες που προσέλκυαν την εργατομάνα φτωχολογιά, το φθηνό εργατικό δυναμικό, οι κακές συνθήκες υγιεινής, η φτώχεια και τα βάσανα των παλαιών οικιστών και αυτών που εγκαταστάθηκαν μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, αυτά τα θησαυρικά χαμόνειρα των πειραιωτών που μεγαλούργησαν με το τίποτα από το μηδέν. Η αστική τάξη που αναδύθηκε κατόπιν μετά πολλών ένδοξων κόπων και βασάνων, οι της πειραϊκής ζωής τσιμινιέρες, οι αλευρόμυλοι, τα σιδηρουργεία, τα υαλουργεία, τα χυτήρια, τα ελασματουργεία, οι κάθε είδους εμπορικές δοσοληψίες, οι βιομηχανικές μονάδες που δημιουργήθηκαν, ο κόσμος της ναυτοσύνης, της ναυτιλίας και των ανθρώπων της, οι τεχνίτες και οι καραβοκύρηδές της πόλης του Πειραιά, ο πειραϊκός γνώμονας ζωής και ήθους των παλαιών προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στο Πόρτο Λεόνε, όλο αυτό το ιστορικό ζουζούνιασμα πειραϊκής ζωής, με δυό λόγια, ο χαρακτήρας της πειραϊκής ανθρωπογεωγραφίας και τοπιογραφίας, μου έγινε γνωστός διαβάζοντας για πρώτη φορά το βιβλίο «ΠΕΙΡΑΙΑΣ» της Λίζας Μιχελή.
Αγαπώ βαθειά και ειλικρινά το βιβλίο αυτό που μου άνοιξε δρόμους πειραικής αυτοσυνειδησίας και αυτογνωσίας. Γιατί, παράλληλα με τα προσωπικά μου εφηβικά και νεανικά βιώματα και περπατήματα αναγνώρισης της Πόλης, γνώρισα τον Πειραιά μέσα από τις σελίδες του. Εμπέδωσα την πειραϊκή μου ταυτότητα σε μια ηλικία ανίχνευσης του πρώτου λιμανιού της εποχής μου. Αναγνώρισα την καθόλου ευεργετική παρουσία της πόλης. Συμπορεύτηκα με τα πρώτα δειλά βήματά της που χάρασσε μέσα στις σελίδες της νεότερης Ιστορίας της Ελλάδας μετά το 1835. Ανακάλυψα και χάρηκα τη ραγδαία κλίμακα προόδου της Μαγχεστρίας της Ανατολής όπως τον αποκάλεσαν-κάποτε-τον Πειραιά, γνώρισα κάθε οικονομικό πυρήνα προόδου που μεγαλούργησε, αλλά, και με κυρίευσε βουβή θλίψη με την παρακμή του. Περπάτησα πάνω στα ίχνη που βάδισαν οι απλοί και αγράμματοι τσοπαναραίοι παλαιοί πειραιώτες, οι ποιητές του, Λάμπρος Πορφύρας, Νίκος Χαντζάρας, Στέλιος Γεράνης, Βασίλης Λαμπρολέσβιος, Κώστας Γαρίδης, οι πεζογράφοι του, Κώστας Σούκας, Χρήστος Λεβάντας, οι εκδορείς ρεμπέτες του με τους ανεπανάληπτους πονεμένους μουσικούς τους φθόγγους, τους ερωτικούς τους στίχους «τα ματόκλαδά σου λάμπουνε…». Οι καλλιτέχνες του με την λυγμική τους διάθεση και ατμόσφαιρα, οι υμνωδοί του Πειραιά, οι εικαστικοί του. Περιδιάβηκα πολλές φορές τα στενοσόκακα και τους ανηφορικούς δρόμους με τα γεράνια και τους οικισμούς με τις παράγκες και τα πισσόχαρτα, τα ελενίτ, που στέγαζαν τους Μικρασιάτες πρόσφυγές που τον ανοικοδόμησαν με πενιχρά μέσα και υλικά και δημιούργησαν, όλοι μαζί, οι κάτοικοί του-παλαιοί και νεότεροι-αυτό που αποκάλεσαν Πειραϊκό Θαύμα. Στάθηκα ενεός και θαυμαστής του επιβλητικού Δημοτικού του Θεάτρου που δεσπόζει στο κέντρο της πόλης. Επισκέφτηκα το Αρχαιολογικό του Μουσείο, το παλαιό μοναστήρι τον Άγιο Σπυρίδωνα, την εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου που συνομιλεί αρμονικά με το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά. Βάδισα στις γειτονιές που έζησαν ο Δημήτρη Πικιώνης, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Δημήτρης Ροντήρης, ο Αιμίλιος Βεάκης, η Κατίνα Παξινού. Μπουρδέλεψα στα στενά και υγρά σοκάκια ηδονής της Τρούμπας, χόρεψα με την φωνή του πειραιώτη Δημήτρη Παπαμιχαήλ και τραγούδησα τους στίχους του ποιητή και στιχουργού Γιάννη Κακουλίδη. Σιγοτραγουδώ πάντα τα Παιδιά του Πειραιά του μελωδού των ονείρων μας Μάνου Χατζιδάκι με την φωνή της Μελίνας Μερκούρη. Διαβάζω τα συγγράμματα των παιδαγωγών της πόλης, του Βασίλειου Λαούρδα, του Ευάγγελου Παπανούτσου. Παρακολουθώ τις ταινίες πειραιωτών σκηνοθετών όπως είναι ο Τάκης Σπετσιώτης. Πειραιώτες δημιουργοί και καλλιτέχνες με την φλόγα της καθόλου παιδείας μέσα τους, δημοσιογράφοι-ποιητές και συγγραφείς του Πόρτο Λεόνε που σήκωσαν στους ώμους τους την μοίρα της πόλης μέσα στα γραπτά τους, τα δημοσιεύματά τους. Την απεικόνισαν όπως ο Κωνσταντίνος Βολονάκης.
Το πειραϊκό άλμα προς την πρόοδο συντελέστηκε όπως μας λένε στα κείμενά τους οι παλαιοί χρονογράφοι της πόλης, μέσα από θύρες εξόδου πάνδημης φτώχειας και εξαθλίωσης προς το χάρμα χάραμα της Πειραϊκής ανατολής. Μέσα από μια καθημερινή των κατοίκων-δημοτών πραγματικότητα, που καραδοκούσε η αίσθηση της οικονομικής κάθε στιγμής απώλειας. Ο ημερήσιος επίμοχθος αγώνας της βιοπάλης των παλαιών πειραιωτών για τους ίδιους και τις οικογένειές τους. Αυτός ο συνεχής αιματηρός μόχθος για τον επιούσιο άρτο, την στυλωτική τροφή τους, είναι το μάννα της Πειραϊκής Ιστορίας. Το οικοδόμημα της υπεράνθρωπης προσπάθειάς τους που έγινε οραματική πράξη, καθολικότητα ζωής της ίδιας της Πόλης. Ο αγώνας και η πίστη τους έγινε λίπασμα στο οποίο στηρίχθηκαν τα θεμέλια της πόλης του Πειραιά και της ιστορίας του. Γιατί, όπως πρώτος είπε ο πειραιώτης ναύαρχος Θεμιστοκλής, τα Μακρά Τείχη της πόλης είναι οι άνθρωποί της. Η χαμοζωή τους που τροφοδότησε και οικοδόμησε την πόλη και τον μύθο της. Το ιστορικό μέγεθος της ηρωικής τους προσπάθειας να σχεδιάσουν ένα άνυδρο και κακοτράχαλο τοπίο, να εγκατασταθούν σε μια νέα θαλάσσια «πατρίδα» ερχόμενοι από διάφορα μέρη της Ελλάδος, είναι η ίδια η ηρωική πορεία της πόλης του Πειραιά. Με τα τραύματα και τις πληγές της, την παιδεία της και την ανθρωπιστική της απλοχεριά. Την μικρή αλλά σημαντική συνεισφορά της στην ιστορική και πνευματική διαδρομή της χώρας.
     Το βιβλίο της Λίζας Μιχελή ΠΕΙΡΑΙΑΣ-ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΡΤΟ ΛΕΟΝΕ ΣΤΗ ΜΑΓΧΕΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ, στάθηκε ορόσημο στην μετέπειτα εξερεύνησης της πόλης μου, μου έδειξε έναν προσανατολισμό ανάγνωσης των πειραϊκών ιχνών. Μου φανέρωσε τα κλειδιά της ερμηνείας του χαρακτήρα του Πειραιά, της φυσιογνωμίας του. Τις κοινωνικές και εμπορικές χαραμάδες μέσα από τις οποίες όφειλα να κοιτάξω, για να ξεκλειδώσω τους αρμούς της πορείας του μέσα στο χρόνο. 
Το πρώτο αυτό βιβλίο που διάβασα για την πόλη μου, τον Πειραιά, είναι μια σύγχρονη ματιά επισκόπησης της διαδρομής του στην ανεύρεση του ιδιαίτερου στίγματος της ταυτότητάς του σε σχέση με την Αθήνα που πάντα τον επισκίαζε. Είναι οι αλήθειες του που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση από την κλασικοτραφή πρωτεύουσα.. Είναι οι φωνές των Πειραιωτών που ακούγονται μέσα από τις στοές του χρόνου, τα καρνάγια και τους νεώσοικους που μας υπενθυμίζουν ότι: «Μη αγαπώμεν λόγω, μηδέ τη γλώσση αλλά έργω και αλήθεια». Την αλήθεια της ζωής της Πόλης μέσα από τα έργα όλων ανεξαιρέτως των Πειραιωτών που πέρασαν και συνεχίζουν προς το μέλλον, πατώντας πάνω στα ιερά του χώματα. Στα πέτρινα τεκμήρια της ιστορικής του αλήθειας που είναι τα Μακρά Τείχη.
       Το 284 σελίδων βιβλίο της Λίζας Μιχελή που τυπώθηκε το Νοέμβριο του 1988, «Η Φωτοστοιχειοθεσία, τα φιλμ, το μοντάζ και οι διαχωρισμοί έγιναν από την «ΤΥΠΟΔΟΜΗ Ο.Ε.» Η εκτύπωση από τον Α. Τσακίρη και η βιβλιοδεσία από τους α/φους Βόμπρα», είναι γραμμένο σε γλώσσα απλή, στρωτή, κατανοητή, μια γραφή γεμάτη νοσταλγία, τρυφερότητα, πονεμένη διάθεση, θα διακινδύνευα να έγραφα «ειρηνική». Το ύφος της είναι ανεπιτήδευτο, έχει μια αμεσότητα και ζεστασιά που θαυμάζεις. Σαν ένα παραμύθι από την γιαγιά μας Πειραιώτισσα που ξετυλίγει το κουβάρι των αναμνήσεών της, των γεγονότων της ανέμης της και μας εξιστορεί την αρχαία και νεότερη ιστορία της Πόλης μας. Βαδίζοντας πάνω στα χνάρια της ιστορίας, μετατρέποντας την πορεία της ιστορίας σε σύγχρονη αναγνώριση της ταυτότητας της πόλης του Πειραιά. Οι έγχρωμοι πίνακες που κοσμούν την έκδοση-όχι κατ’ ανάγκην πειραιωτών εικαστικών, και οι δεκάδες φωτογραφίες που τεκμηριώνουν την αλήθεια της γραφής και των πρωτογενών πηγών της, καθιστούν το «λεύκωμα» αυτό χρήσιμο ακόμα και σήμερα στο σεριάνισμα της πόλης του καθενός μας. Στην τροχιά του χρόνου, εκδόθηκαν και άλλα λευκώματα για τον Πειραιά, γράφτηκαν μελέτες και άρθρα, κυκλοφόρησαν βιβλία «ειδικού» περιεχομένου, όμως για εμένα τον Πειραιώτη, παραμένει ακόμα μια ανοιχτή πληγή αγάπης το διάβασμά του. Το ταξίδι μέσα από τις σελίδες του. Και αυτό διακρίνεται από το ιδιοσυγκρασιακής ατμόσφαιρας πρόλογο που γράφω πριν την κατάθεση πληροφοριακών στοιχείων για το έργο της Λίζας Μιχελή.
     Το βιβλίο χωρίζεται σε δέκα ζουμερά και κατατοπιστικά κεφάλαια
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
1.ΕΚΑΛΕΙΤΟ ΣΕ ΠΑΡ’ ΕΛΛΗΣΙ ΔΡΑΚΟΣ
2.ΕΡΗΜΟΣ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΑΓΡΙΑ
3.ΣΤΟΥ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ, ΕΙΣ ΤΖΕΡΑΤΖΙΝΙ
4.ΕΙΣ ΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ, ΤΟ ΠΡΟΑΣΤΙΟΝ ΤΗΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ
5.Η ΞΕΝΗ ΤΟΥ 1854
6.ΑΠΟ ΤΗΝΟΝ, ΒΡΑΤΖΕΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑ
7.Η ΜΑΓΧΕΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ
8.ΟΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΣ ΕΝΔΕΔΥΜΕΝΟΙ ΑΣΤΟΙ
9.ΣΤΙΣ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΤΩΝ ΛΙΜΑΝΙΩΝ
10.ΠΙΣΣΟΧΑΡΤΟ ΚΑΙ ΧΑΡΤΙΝΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ
ΠΡΟΣΩΠΑ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ, ΤΟΠΟΙ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
             
ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΛΙΖΑΣ ΜΙΧΕΛΗ
• ΣΠΟΥΔΗ, εκδόσεις «Ίκαρος» 1963 (ποιήματα)
•ΟΣΤΡΑΚΑ, εκδόσεις «Ερμείας» 1972 (ποιήματα)
• ΕΥΕΡΓΕΣΙΑΣ ΕΝΕΚΕΝ, εκδόσεις «Κέδρος» 1980 (ποιήματα)
• ΨΕΥΔΕΠΙΓΡΑΦΑ, εκδόσεις «Ωκεανίδα» 1986 (ποιήματα)
• Τόμας Στέρν Έλιοτ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ, εκδόσεις «Ερμείας» 1970, μετάφραση Λίζα Μιχελή.
Περπατήματα στην Ιστορία: «ΤΟ ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΤΗΣ ΕΡΑΤΩΣ-Η Σμυρναϊκή Κουζίνα (1867-1919)». Συνταγές και Ιστορία, εκδόσεις «Γαλάτεια», σ. 235 (σχ. 14Χ21)
(από όσο γνωρίζω, το βιβλίο εκδόθηκε και προσφέρθηκε από την εφημερίδα “Real News”, το 2012. Στο εξώφυλλο, αναφέρεται τόσο το όνομα της εφημερίδας “Realnews” η ανεξάρτητη εφημερίδα, στο αριστερό κάτω μέρος-μετά το πλαίσιο-και στα δεξιά ο εκδοτικός οίκος «ΓΑΛΑΤΕΙΑ»)
Επιμέλεια Έκδοσης-Μακέτες: ΝΙΚΟΣ ΛΑΓΚΑΔΙΝΟΣ
Διόρθωση Κειμένων: ΝΙΚΟΣ ΛΙΟΝΤΑΣ
Το εξώφυλλο, καθώς και το σημαντικότερο μέρος του εικονογραφικού υλικού, προέρχεται από τη συλλογή του Σπύρου Παπαϊωάννου-τον οποίο και ευχαριστούμε θερμά.
Πρόλογος: ΞΕΝΟΦΩΝ ΛΗΜΝΙΟΣ
Βλέπε:
-εφ. ΕΞΟΡΜΗΣΗ 26/11/1993. 
Από το «Τετράδιο της Ερατώς» ένας κόσμος γοητευτικός!
Το «Τετράδιο της Ερατώς» είναι το τρίτο βιβλίο με το ποίο η Λίζα Μιχελή αποπειράται μια προσέγγιση στον κόσμο του μικρασιατικού ελληνισμού. Και τούτο γιατί έχουν προηγηθεί τα βιβλία: «Προσφύγων Βίος και Πολιτισμός» και «Αστυγραφία της Ελάσσονος Ασίας», τα οποία κυκλοφόρησαν το 1992 από τα «Δρώμενα» στην σειρά «Ελλήνων Άστεα».
     Πηγή του βιβλίου αποτέλεσαν κάποια τετράδια που σώθηκαν από την καταστροφή της Σμύρνης και ανήκουν στην προσφυγική οικογένεια του Ξενοφώντος Λημνίου. Πρόκειται για τετράδια με προσωπικές σημειώσεις, αλλά και μια σειρά από σπάνιες συνταγές σμυρνέικης μαγειρικής και ζαχαροπλαστικής. Μέσα από τις φθαρμένες σελίδες τους, η Λίζα Μιχελή μπόρεσε ν’ αντλήσει πολύτιμα στοιχεία για τις συνήθειες του Ελληνισμού της Σμύρνης, αλλά και για την κοινωνία της αφθονίας που είχε δημιουργήσει στους κόλπους της ελληνικής κοινότητας η πόλη των ευκαιριών-που ήταν η Σμύρνη του 19ου αιώνα.
     Οι μαγειρικές αυτές συνταγές είναι ένα κομμάτι Ιστορίας: μέσα από τις οδηγίες για τη σωστή εκτέλεση ενός φαγητού ή ενός γλυκίσματος, προκύπτουν πληροφορίες για τα υλικά που χρησιμοποιούνταν, δηλαδή για τη ντόπια αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή, αλλά και για τα είδη διατροφής που εισάγονται(και που καταναλώνονταν ευρύτατα στη Σμύρνη), για τα μέτρα βάρους, για τις επιρροές από τις γευστικές συνήθειες των υπόλοιπων εθνοτήτων που ήταν εγκατεστημένες στη μεγαλούπολη της Μικράς Ασίας.
     Το πρώτο μέρος του βιβλίου αναφέρεται διεξοδικά στην καθημερινή ζωή των Ελλήνων της Σμύρνης, και στο δεύτερο μέρος η Λίζα Μιχελή παραθέτει ακέραιες περισσότερες από διακόσιες συνταγές μαγειρικής και ζαχαροπλαστικής, χωρίς καμιά παρέμβαση στο αρχικό κείμενο-προσθέτοντας μόνο διευκρινιστικές υποσημειώσεις, έτσι ώστε η εκτέλεση των συνταγών να είναι απόλυτα εφικτή και σήμερα.
     Την έκδοση αυτή, η συγγραφέας την αφιερώνει σ’ έναν κόσμο γοητευτικό, που έγινε ευρύτερα γνωστός στον ελλαδικό χώρο μόνο στις ώρες της μεγάλης του δοκιμασίας: στο γυναικείο κόσμο της Σμύρνης: Την αφιερώνει στις γυναίκες που, όπως η Ερατώ, ήταν σε θέση να καταγράψουν τον προφορικό λόγο, παραδίνοντας έτσι και σε μας αυτές τις συνταγές, αλλά και σε κείνες που ήξεραν μόνο να γεμίζουν τα σοκάκια της Σμύρνης με μυρωδιές από μαστίχα και ροδόσταμο, από ρόστο και σουτζουκάκια. 
-εφ. ΕΛΛΑΔΑ ΣΗΜΕΡΑ 27/11/1993. 
«ΤΟ ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΤΗΣ ΕΡΑΤΩΣ» ΛΙΖΑ ΜΙΧΕΛΗ «ΓΑΛΑΤΕΙΑ»
«ΤΟ ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΤΗΣ ΕΡΑΤΩΣ» ΛΙΖΑ ΜΙΧΕΛΗ «ΓΑΛΑΤΕΙΑ»
Στου Μπουρνόβα τα σακάκια ταξίδεψε χτες με το τραγούδι της Δόμνας Σαμίου, όσους βρέθηκαν στην παρουσίαση του «Τετραδίου της Ερατώς» του νέου βιβλίου της Λίζας Μιχελή. Στα σοκάκια αυτά κάποτε είχαν ζήσει, οι κυρίες της οικογένειας του Ξενοφώντος Λημνίου, και κατέγραφαν στα τετράδιά τους προσωπικές σημειώσεις αλλά και σπάνιες τώρα πια, συνταγές σμυρνέικης μαγειρικής και ζαχαροπλαστικής. Στις φθαρμένες σελίδες τους κατέφυγε η συγγραφέας και κατόρθωσε να αντλήσει πολύτιμα στοιχεία για τις διατροφικές συνήθειες του Ελληνισμού στη Σμύρνης, αλλά και για την κοινωνία της αφθονίας που είχε δημιουργήσει στους κόλπους της ελληνικής κοινότητας η πόλη των ευκαιριών, η Σμύρνη του 19ου αιώνα. Με το «Τετράδιο της Ερατώς» η Λίζα Μιχελή αποπειράται, όπως και με τα δύο προηγούμενα βιβλία της, μια προσέγγιση στον κόσμο του μικρασιατικού ελληνισμού και αφιερώνει αυτή την έκδοση στις γυναίκες της Σμύρνης. Σ’ αυτές τις κυράδες που όπως η Ερατώ «ήταν σε θέση να καταγράψουν τον προφορικό λόγο, παραδίδοντας έτσι και σε μας αυτές τις συνταγές, αλλά και σε εκείνες που ήξεραν μόνο να γεμίζουν τα σοκάκια της Σμύρνης με μυρωδιές από μαστίχα και ροδόσταμο, από ρόστο και σουτζουκάκια.   
-Κώστας Ι. Τσαούσης, εφ. ΕΘΝΟΣ Δευτέρα 6/12/1993. 
Ιστορία από την… κουζίνα.
Περπατήματα στην Ιστορία: «Το τετράδιο της Ερατώς-Η Σμυρναϊκή Κουζίνα (1867-1919)». Συγγραφέας: Λίζα Μιχελή. Εκδόσεις: «Γαλάτεια». Σελ.: 235 (σχ. 14Χ21).
     Η Λίζα Μιχελή, ακόμα και από την κουζίνα βγάζει  Ιστορία-και μήπως το  τι τρώνε οι λαοί δεν προσδιορίζει την οικονομική- πολιτισμική τους κατάστασης;
     Είναι ένα χαριτωμένο βιβλίο, αλλά και ιστορικά τεκμηριωμένο, όπως όλα της συγγραφέως (από το «Μοναστηράκι» της, την «Πλάκα» και την «Αθήνα σε τόνους ελάσσονες» ως τον «Πειραιά» της, την «Αθήνα των Ανωνύμων», «το «Αιγαίο», το «Προσφύγων βίος και πολιτισμός» και την «Αστυγραφία της ελάσσονος Ασίας»): Δεν είναι τα μεγάλα και συνταραχτικά που ιστορεί, αλλά τα ταπεινά και τα κοινά του βίου, που και αναδείχνουν την ουσία της ανθρώπινης πορείας μέσα στους καιρούς και στις τρικυμίες τους.
«Συνταγές και Ιστορία» είναι ο δεύτερος υπότιτλος του βιβλίου, που θα μπορούσε να είναι ο κύριος τίτλος: το κείμενό της συγγραφέως «Εισαγωγή στην καθημερινή ζωή των κατοίκων της Σμύρνης» είναι ένα έξοχο οδοιπορικό στα όμορφα χρόνια, τα τελευταία δυστυχώς της πολυάνθρωπης και πολυεθνικής μικρασιατικής πόλης, που ήταν συγχρόνως Ανατολή και Ευρώπη, αριστοκρατική του χρήματος και της παιδείας αλλά και πληβεία, με την ποικιλία των ηθών και των συνηθειών όσο καμία άλλη πόλη στη Γη.
     Η αναμφισβήτητη κυριαρχία του ελληνικού στοιχείου στην οικονομία και στον πολιτισμό, όμως, έδινε το χρώμα στην ποικιλότητά της-και η Λίζα Μιχελή, επίμονη ερευνήτρια και μαστόρισσα στην ιστορική αφήγηση, μας μιλάει γι’ αυτή την οικονομική και πολιτισμική δραστηριότητα μέσω της ποικιλίας των φαγητών και των γλυκισμάτων, όπως τα προσφέρουν οι συνταγές που βρέθηκαν σε χειρόγραφα, τα οποία διέσωσε η οικογένεια Λημνίου.
     Στο σύντομο πρόλογό του ο Ξενοφών Λήμνιος μας πληροφορεί για τα ονόματα των «συγγραφέων» των συνταγών, που είναι φυσικά γυναίκες.
     Είναι η Μελπομένη Μιλτιάδη Σέψη, οι θυγατέρες της Δέσποινα και Ευγενία και η εγγονή της Μαρία Φ. Νομικού.
     Το βιβλίο είναι πλουτισμένο με φωτογραφίες, ιδιόγραφα και διαφημιστικές καταχωρίσεις της εποχής, που αποτελούν ένα ακόμα στοιχείο μαρτυρίας για τη ζωντάνια της πόλης, της οποίας ο δραστήριος ελληνισμός χάθηκε στην τραγωδία του 1922.
     Το νέο αυτό έργο της Λίζας Μιχελή είναι πολύτιμη συμβολή στη λαογραφική-κοινωνική-οικονομική βιβλιογραφία της Σμύρνης, αλλά και εναργής εικόνα των εθνικοτήτων που αποτελούσαν τον πληθυσμό της. Περιέχει επίσης μαρτυρίες για τη συναλλακτική και άλλη σχέση τη Σμύρνης με τα κοντινά της ελληνικά νησιά, κυρίως τη Χίο, όπου αναφέρεται και ο Αδαμάντιος Κοραής, ο οποίος υπήρξε έμπορος στη δεκαετία του 1770.
     Εύστοχα η συγγραφέας τελειώνει την Εισαγωγή της με τα λόγια του Σεφέρη (από το βιβλίο του «Μέρες Ε΄»),  που ορίζουν και
τη σημασία της γνώσης των καθημερινών «ταπεινών» δραστηριοτήτων των Σμυρναίων Ελλήνων:
«…Συλλογίζομαι αυτόν τον ήσσονα ελληνικό πολιτισμό, όχι των πνευματικών ρευμάτων αλλά αυτόν που διεισδύει με την καθημερινή συμπεριφορά, τα γλυκίσματα, την καλλιέργεια της γης, την τέχνη του χτίστη, τις ασήμαντες χειρονομίες»…
(Η Λίζα Μιχελή γεννήθηκε στη Μυτιλήνη από πατέρα Μικρασιάτη. Μεγάλωσε και σπούδασε στην Αθήνα. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και απόφοιτος της Σχολής Ξεναγών. Ξεναγεί σε τέσσερις γλώσσες.
Από την τηλεόραση έχουν προβληθεί είκοσι ντοκιμαντέρ, που βασίζονται σε δική της έρευνα και κείμενα.
Έχει δημοσιεύσει τις ποιητικές συλλογές: «Σπουδή», «Όστρακα», «Ευεργεσίες ένεκεν», «Ψευδεπίγραφα».
Έχει μεταφράσει την «Οικογενειακή συγκέντρωση» του Τ. Σ. Έλιοτ. Τα κυριότερα από τα ιστορικά της βιβλία, που τα περισσότερα έχουν μεταφραστεί και στα αγγλικά: «Μοναστηράκι (Απ’ το Σταροπάζαρο στο Γιουσουρούμ)», «Πλάκα (Ιστορική Μνήμη και Μυθοπλασία)», «Η Αθήνα σε τόνους ελάσσονες», «Πειραιάς (Από το Πόρτο Λεόνε στη Μαγχεστρία της Ανατολής)». «Η Αθήνα των Ανωνύμων», «Αιγαίο» (Νεοκλασικές Πόλεις και Λιμάνια του 19ου αιώνα)», «Προσφύγων βίος και πολιτισμός», «Αστυγραφία της ελάσσονος Ασίας»).
• ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙ, (Απ’ το Σταροπάζαρο στο Γιουσουρούμ), εκδόσεις «Ωκεανίδα» 1984,/β΄ 1986, σελ.200
• Η ΑΘΗΝΑ, Η Αθήνα σε τόνους ελάσσονες, εκδόσεις «Δρώμενα» 1987, σελ.206
• ΑΙΓΑΙΟ, (Νεοκλασικές Πόλεις και Λιμάνια του 19ου αιώνα), εκδόσεις «Δρώμενα» 1990, σελ.284
• ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, (Από τις Πόλεις της Ελάσσονος Ασίας στα τοπία της Παράγκας και του Πισσόχαρτου) εκδόσεις «Δρώμενα» 1992, σ.285
Βλέπε:
-εφ. ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ 14/6/1992
ΛΙΖΑ ΜΙΧΕΛΗ: Προσφύγων βίος και πολιτισμός («Δρώμενα»), σ.285.
Η Λίζα Μιχελή είναι μια ακαταπόνητη και πολύ αισθαντική συγγραφεύς, που κάθε τόσο ρίχνει στην αγορά ένα βιβλίο. Και παρ’ όλο που στο ξεκίνημά της (1963) παρουσιάστηκε ως ποιήτρια, αργότερα (1984 και μετά) επιδόθηκε σ’ ένα είδος αστικής λαογραφίας, όπου η ιστορική μνήμη και η σύγχρονη έρευνα συναντιούνται κυοφορώντας βιβλία νοσταλγίας και αγάπης.
     Στο τελευταίο βιβλίο της η Λ. Μιχελή ασχολείται μ’ ένα θέμα που πονάει ακόμα, αφού το ελληνικό κράτος δεν κατάφερε-ή μάλλον δεν θέλησε-να ελαφρώσει από τη βαριά μοίρα τους, τους μικρασιάτες πρόσφυγες.
Το «Προσφύγων βίος και πολιτισμός» είναι ένα βιβλίο που αναφέρεται στην προ της καταστροφής ζωή των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, αλλά κυρίως στις μετέπειτα περιπέτειές τους.
Ενδεικτικός του πνεύματος της συγγραφέως ο υπότιτλος του έργου της: «Από τις πόλεις της Ελάσσονος Ασίας στα τοπία της παράγκας και του πισσόχαρτου».
Είναι αλήθεια ότι το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων-κάπου 1.500.000 ψυχές-δεινοπάθησαν φτάνοντας στην Ελλάδα. Μπορεί οι καιροί να ήταν δύσκολοι και οι πρόσφυγες-ο γενικός πληθυσμός αυξήθηκε κατά 30% -πολλοί, αλλά η αντιμετώπισή τους, επίσημη και ανεπίσημη, υπήρξε ανάλγητη. Παρ’ όλα αυτά, οι πρόσφυγες δούλεψαν, πρόκοψαν και έδωσαν τεράστια ώθηση στην ελληνική κοινωνία.
Όχι μόνο στο ότι αφορά την εσωτερική εξέλιξή της αλλά και σε ό,τι αφορά την οικονομική ζωή της.
Στο βιβλίο της η Λ. Μ. χρησιμοποιεί ντοκουμέντα της εποχής, βιβλιογραφία αλλά και σπαρακτικές μαρτυρίες προσφύγων οι οποίοι μιλούν όχι μόνο για τη σφαγή που υπέστησαν από τους Τούρκους αλλά και για τη μεταχείρισή τους από τους Έλληνες και το κράτος όταν έφτασαν στη νησιωτική και την ηπειρωτική Ελλάδα.
Το βιβλίο εμπλουτίζεται με 150 έγχρωμες και 80 ασπρόμαυρες φωτογραφίες.
Περσεύς Αθηναίος, εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΩΡΑ 5/1/1993, 
ΑΣΤΥΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΑΣΣΟΝΟΣ ΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
     ΔΥΟ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, που είναι εμπνευσμένα από τον Μικρασιατικό ξεριζωμό, παρουσίασε η εκλεκτή Μικρασιάτις συγγραφεύς και έμπειρη αρχαιολόγος, κ. ΛΙΖΑ ΜΙΧΕΛΗ, δεύτερο και τρίτο στην σειρά «ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΣΤΕΑ». Τα δύο έργα, γράφτηκαν με την ευκαιρία των εβδομήντα χρόνων από την τραγωδία του Ελληνικού πληθυσμού της ιστορικής Ιωνίας και την περιπέτεια ενός και μισού εκατομμυρίου προσφύγων, που κυνηγημένοι από το μαχαίρι των Τσετών του Κεμάλ, φθάσανε στα τέλη του Αυγούστου 1922, με κάθε μέσο, στα ελληνικά παράλια και τα κοντινά νησιά, αναζητώντας καταφύγιο και ανθρώπινη στοργή. Σε τίποτα δεν έφταιξαν, για να υποστούν την σκληρή τους μοίρα. Η ένοχη ΠΟΛΙΤΕΙΑ ήθελε δεν ήθελε, μπορούσε δεν μπορούσε, τους δέχθηκε κοντά της, κάνοντας ό,τι της ήταν δυνατό, για να στεγάσει σε πρόχειρες κατοικίες-ξύλινες παράγκες, με πισόχαρτες ή τσίγκινες στέγες, σε οποιαδήποτε σημεία της Αθήνας, του Πειραιά και των Περιχώρων, αλλά και παντού της χώρας, όπου, είτε προωθήθηκαν τα γυμνά και πεινασμένα καραβάνια, που αποβιβάζονταν στον Πειραιά είτε τα καράβια, που μετέφεραν τους κακοτυχημένους Μικρασιάτες, αγκυροβολούσαν στην Θεσσαλονίκη, την Καβάλα, ή, ακόμα, και στα πλησιέστερα, στα βιασμένα μικρασιατικά παράλια, την Σάμο, την Μυτιλήνη, την Χίο, νησιά γύρω από την Αθήνα, δεν το λησμόνησαν οι επιζώντες, ακόμα, πρόσφυγες, αντίκριζες την αθλιότητα. Άνθρωποι ράκη, ψυχικώς και σωματικώς, προσπαθούσαν να ανασυνταχθούν, να συγκεντρώσουν τους αγνοούμενους συγγενείς τους, σε μια περίοδο, όπου η ίδια η Ελλάδα είχε ανάγκη περιθάλψεως, έπειτα από την τεράστια καταστροφή που είχε υποστή με την άφρονα πολιτική και τις διχόνοιες των κομματικών ομάδων, Βενιζελικών και Βασιλικών, πληγή, γάγγραινα, που έγινε αιτία ένας νικηφόρος στρατός, που είχε φθάσει έξω από την Άγκυρα, να υποστή μία ήττα, πού γι αυτήν και ο ίδιος ο Κεμάλ είχε απορήσει. Είναι πασίγνωστο, ότι η τραγωδία του Ελληνικού εκστρατευτικού Σώματος, προήλθε, από την επιστροφή στην Αθήνα του Κωνσταντίνου, γερμανόφιλου, όπως ήταν, και παρά τις συμβουλές του ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ που δεν εισακούσθηκαν, τονίζοντας ότι συμφέρον της Ελλάδος ήταν να τεθή στο άρμα των Αγγλογάλλων, το ΜΕΓΑΛΟ ΚΑΚΟ έγινε. Οι άλλοτε σύμμαχοι στράφηκαν στον ΚΕΜΑΛ, αφήνοντας την Ελλάδα στο έλεος του Θεού. Ένας στρατός χωρίς πολεμοφόδια, χωρίς συντήρηση, χωρίς επιμελητεία, χωρίς φάρμακα, με τις Σμυρναίες Εθελόντριες του Ερυθρού Σταυρού, να προσφέρουν την στοργή τους, τόσο στο καταρρέον Μέτωπο, όσο και στο Νοσοκομείο του Αγίου Χαραλάμπους, στη Σμύρνη, το φάσμα της καταστροφής, όσο περνούσαν οι ημέρες του Αυγούστου του 1922, τόσο και μεγάλωνε.
Το ιστορικό έργο της κ. ΛΙΖΑΣ ΜΙΧΕΛΗ αναζωπύρωσε τις θλιβερές μας αναμνήσεις από μία τραγωδία, που δεν είχε προηγούμενο. Οι φωτιές, που πλησίασαν προς τη θάλασσα, οι αλλόφρονες Σμυρναίοι που αναζητούσαν σωτηρία, οι σφαίρες που κυνηγούσαν όσους επιχειρούσαν, πέφτοντας στη θάλασσα, να διαπεραιωθούν σε κάποιο ξένο ελλιμενισμένο καράβι. Και οι σπάθες των ιππέων άγριων Τσετών του Κεμάλ, να κόβουν κεφάλια, όσων βρίσκονταν στο πέρασμά τους. Φυγή άτακτη, αλλά προς ποιο σημείο; Ακόμα και στο Κεντρικό Νεκροταφείο γράφτηκε μια νέα Κόλαση του Δάντη. Οι κυνηγημένο, ξεριζωμένοι και πεινασμένοι Σμυρναίοι, φθάσανε ν’ ανοίγουν τους τάφους και να κρύβωνται κάτω από τις πλάκες τους. Τελικά, όμως, κι εκεί τους ανακάλυπταν και τους σφάζανε. Παιδιά ανασκολόπισαν, νέα κορίτσια βιάσθηκαν, και ο μεγάλος κόλπος της πολυτραγουδισμένης Σμύρνης, είχε πλημμυρίσει από πνιγμένους. Θα μπορούσαν να είχαν διασωθή πολλοί, εάν τα πληρώματα των Μεγάλων Ναυτικών  Δυνάμεων, δεν είχαν εντολές να…  πετούν και πάλι στην θάλασσα όσους κατόρθωσαν να φθάσουν έως τις σκάλες των πολεμικών. Η ιστορία συνεχίζεται και  σήμερα. Η αδιαφορία των ξένων προς την Ελλάδα, επιβεβαιώνεται συνεχώς, παράδειγμα η ΚΥΠΡΟΣ. Το δράμα των αγνοουμένων της Ιωνίας, ακολούθησε και η μοίρα των χαμένων Κυπρίων αιχμαλώτων. Ποιος ενδιαφέρθηκε γι’ αυτούς, για τις μητέρες, που αναζητούν τα παιδιά τους, για τις γυναίκες που ελπίζουν στην επιστροφή του συντρόφου τους, για τις απαγωγές και τους βιασμούς των κοριτσιών της Κύπρου. Είναι τόσα πολλά τα δείγματα της προδοσίας των ξένων. Από όσα άκουγα από τον πατέρα μου που έζησε εκείνες τις σκοτεινές και εφιαλτικές στιγμές της καιόμενης Σμύρνης οι Γάλλοι είχαν φθάσει και στο πιο φρικτό σημείο της αναλγησίας τους. Είχαν αποκλείσει, με ένοπλα πληρώματα ναυτικών, κάθε διέξοδο διαφυγής στους κεντρικούς δρόμους της Σμύρνης.
Έτσι, πολυάριθμοι Σμυρναίοι, πέφτανε στα αδηφάγα χέρια των μαύρων Τσετών, αφήνοντας την τελευταία τους πνοή στα πλακόστρωτα της πόλεως, ενώ οι φωτιές όλο και πλησίαζαν προς το θρυλικό ΚΑΤ-την παραλία-της Σμύρνης. Οι τρομαγμένες κραυγές. Έρχεται ο Κεμάλ, θα μας σφάξη όλλους, γράφανε την πιο συγκλονιστική ΣΥΜΦΩΝΙΑ των αιώνων. Και στο τέλος επήλθε στις 27 Αυγούστου. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΜΥΡΝΗ είχε πέσει στα χέρια των Τούρκων. Οι ξένοι γράψανε άλλη μια φορά την Ιστορία της προδοσίας τους. Σε τι ήταν υπαίτιος ο Ιωνικός Πληθυσμός αν οι Κωνσταντινικοί δεν ήταν αρεστοί στους Αγγλογάλλους;
Η κ. ΛΙΖΑ ΜΙΧΕΛΗ μας θύμισε πολλά. Οι αφηγήσεις του πατέρα μου ριγούν αυτή την ώρα την ψυχή μου. Στις 288 σελίδες του βιβλίου της ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΒΙΟΣ και ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, περιλαμβάνονται και εκατόν πενήντα έγχρωμες φωτογραφίες από τις «πόλεις», που δημιούργησαν οι πρόσφυγες ανά την Ελλάδα, και κυρίως στην Αθήνα και στην Θεσσαλονίκη. Άλλες ογδόντα ασπρόμαυρες φωτογραφίες, αποτελούν ντοκουμέντα των πρώτων χρόνων της φωτογραφίας. Ένας τόμος, που επισημοποιεί το δράμα ενός εύπορου και πολιτισμένου λαού, που ξαφνικά, πέρασε στην αθλιότητα και στον αφανισμό. Κακοποιημένοι, ασθενείς, μέσα στις τρώγλες, που καταδικάστηκαν να ζήσουν, φυσικό ήταν να πεθαίνουν ο ένας πίσω από τον άλλο, με μιάν αναλογία θανάτων προς γεννήσεις την περίοδο 1922-1923, τρείς προς ένα, και σε περισσότερες περιοχές, όπως σημειώνει η κ. Μιχελή το είκοσι τοις εκατό των προσφύγων, πέθαναν μέσα σε ένα χρόνο από την άφιξή τους, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της Κοινωνίας των Εθνών. Αλλά, προς τι ο θλιβερός γυρισμός σε μια κατάπτυστη εποχή, όπου ένας Ελληνισμός ακμαίος, εργατικός, ευφυής, εύπορος, νοικοκυραίος, ξεριζώθηκε από την πολιτική ενοχή και τα ξένα συμφέροντα, όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα, όπου κανείς δεν βλέπει, που ξανά μας οδηγούν οι ξενολάτρες. Η Ιστορία γράφεται για να προβληματίζη, για να παραδειγματίζη. Και όχι να χάνεται στη ΛΗΘΗ.
     Στο δεύτερο βιβλίο της η Λίζα Μιχελή αναφέρεται στις χρυσές πόλεις της Ιωνίας, στην ιστορία τους, στις παραδόσεις και στον λαό τους, περικλείοντας στις σελίδες της «ΑΣΤΥΓΡΑΦΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΑΣΣΟΝΟΣ ΑΣΙΑΣ», την μεγάλη Ιστορία του Ελληνισμού των παραλίων του «άλλου Αιγαίου» από τον17ο αιώνα ως τις αρχές του 20ου, καθώς και των πιο γνωστών και πιο αξιόλογων ιστορικών πόλεων και οικισμών της περιοχής της Δυτικής Μικράς Ασίας. Στις 336 σελίδες του νέου της βιβλίου περιλαμβάνονται και διακόσιες πενήντα έγχρωμες φωτογραφίες, που η εξαίρετη και δραστήρια συγγραφεύς, επήρε κατά την διάρκεια του περασμένου καλοκαιριού 1992, στην Σμύρνη, όπως είναι σήμερα, απόλυτα μεταμορφωμένη, με τίποτα, που να θυμίζει στον παλιό Σμυρναίο την γνωστή γραφικότητά της. Πορεύθηκε στο Αιβαλί, στην Πέργαμο, στην Φώκαια, τα Βούρλα, στον Τσεσμέ, με τα λουτρά του, και σε πολλούς άλλους οικισμούς, καλύπτοντας ένα ευρύ κύκλο στα παράλια της Ιωνίας και της Αιολίδας.
Το νέο της βιβλίο, με τις συγκινησιακές αναμνήσεις, το αφιερώνει σε όσους ακόμα υπάρχουν από την δεύτερη γενιά των Σμυρναίων, και γενικά και γενικά, των Μικρασιατών, που κατέφυγαν το 1922, στην Ελλάδα, σανίδα σωτηρίας από το πάθος των Τούρκων. Είναι σελίδες μνήμης, για τις πέρα του ΑΙΓΑΙΟΥ πόλεις, τα χωριουδάκια, με τις αγρεπαύλεις, τα πλούσια αρχοντικά, μνήμες για όσους παρέμειναν εκεί, ίσως, άταφοι, αγνοούμενοι ακόμα, και από την Ελλάδα. Ο Πόλεμος, φρικτός, πατήρ πάντων. Στο πέρασμά του παρασύρει ευτυχίες, ζωές, πατρίδες αγαπημένες και αλησμόνητες. Οι Μικρασιάτες δεν λησμονούν. Πρίν κλείσουν τα μάτια τους, μεταφέρουν τις  μνήμες τους από την Ιωνία στα παιδιά τους. Μια ιερή κληρονομιά, που παραμένει ζωντανή για πάντα. Δεν λησμονούσε το γαλήνιο χαρούμενο σπίτι μας, εκεί στο Κορδελλιό, στοΜπαρουκλή, στην Αγία Τριάδα. Κορδέλλες του γελαστού ιωνικού κόλπου, που στον καιρό των Ελλήνων σφύζανε από ζωή. Πέρασε το σκοτάδι του Τούρκου, πέρασε το γιαταγάνι και σκόρπισε τον θάνατο στο κορμί της ευτυχίας των ανθρώπων, πού ζούσανε ήρεμοι και μακάριοι.
Η Λίζα Μιχελή με το βιβλίο της, που γράφτηκε με κόπους και δάκρυ, αναζητώντας τις περιπλανήσεις της σε χώρους καταπατημένους και σκλαβωμένους σήμερα, σημάδια της περασμένης χαρούμενης εποχής, φιλοδοξεί να μεταδώση ένα πολύ συγκεκριμένο μήνυμα σε όλους τους Μικρασιάτες με τις φωτογραφίες της, ότι σε πείσμα των ιστορικών συγκυριών, η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ συνεχίζει να υπάρχει εκεί στα άγια ματωμένα χώματα της γενέτειράς μας. Στην Ιωνία και στην Αιολίδα, η Ιστορία γράφτηκε με τα αφροκέραμα, και τους μαιάνδρους, με τα νεοκλασικά κιονόκρανα, με τα χάλκινα ρόπτρα, με τις χρονολογημένες σιδεριές των μπαλκονιών, επάνω στις προσόψεις πολλών σπιτιών που προβάλλουν την ρίζα των Ελληνικών πόλεων σε δρόμους της Σμύρνης, των Κυδωνιών, των Βουρλών, διαιωνίζοντας τον πολιτισμό των Μικρασιατών Ελλήνων, κάτω από ξένους σήμερα σκλαβωμένους ουρανούς.
Και κάθε πρωί, εκεί στην αλησμόνητη Σμύρνη μας, όταν ο ήλιος αρχίζει να προβάλλει πίσω από το θρυλικό βουνό, που αγκαλιάζει την μεγάλη πολιτεία, το ποτάμι της, ο Μέλης, λαμπρός μαρμαίρει ως πλάξ αργύρο, συνεχίζει το παραμύθι του στις παρυφές, αναζητώντας, ίσως και αυτός γιατί τόση μεγάλη θυσία αυτής της πόλεως, και όσων την κατοικούσαν.              
ΑΣΤΥΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΑΣΣΟΝΟΣ ΑΣΙΑΣ-Τοπική Ιστορία-Λαογραφία-Μικρά Ασία, Σμύρνη, Ερυθραία, Μενεμένη, Αϊβαλί, Μαγνησία, Φώκαια, Πέργαμος, Νυμφαίο, Νέα Έφεσος, εκδόσεις «Δρώμενα» 1992, σ. 333.
Βλέπε:
-Περσεύς Αθηναίος, εφ. ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΩΡΑ 5/1/1993. 
ΑΣΤΥΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΑΣΣΟΝΟΣ ΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-περ. «ΕΝΑ» τχ. 2/6-1-1993. 
Στα νωπά ίχνη της ελάσσονος Ασίας.
Ένα συγκινητικό οδοιπορικό στην ιστορία και τον τόπο του άλλου Αιγαίου-στα παράλια της Μικράς Ασίας-αποτύπωσε η ακαταπόνητη Λίζα Μιχελή στο καινούργιο της βιβλίο «Αστυγραφία της ελάσσονος Ασίας» (εκδ. «Δρώμενα»). Με επιτόπια έρευνα της συγγραφέως στα νωπά όσο και τραγικά ίχνη του ελληνισμού που χάθηκαν το 1922, το βιβλίο αφηγείται την ιστορία των χαμένων πατρίδων από το 17ο αιώνα ως τις αρχές του 20ου, καθώς και των σημαντικότερων πόλεων και οικισμών της περιοχής της Δυτικής Μικράς Ασίας. Στις 336 σελίδες του περιλαμβάνονται 250 έγχρωμες φωτογραφίες από τη Σμύρνη, το Αϊβαλί, την Πέργαμο, τη Φώκαια, τα Βουρλά, τον Τσεσμέ και άλλους οικισμούς της Αιολίδας και της Ιωνίας. Φωτογραφίες που εικονογραφούν περισσότερο την αίσθηση παρά το κείμενο, καθώς ξεδιπλώνουν τη ζωή μιας άλλης πατρίδας που συνεχίζει να ζει στη μνήμη χιλιάδων προσφύγων, μια ματιά στο τι ήταν κάποτε ο ελληνισμός και τι απέμεινε. Μια απόδειξη ότι σε πείσμα κάθε ιστορικής συγκυρίας η ιστορία των Ελλήνων εξακολουθεί να είναι πάντα παρούσα στα «Ματωμένα χώματα».
-Κώστας Ι. Τσαούσης, εφ. ΕΘΝΟΣ 10/1/1993. ΣΠΙΤΙΑ ΠΟΥ «ΜΙΛΟΥΝ» ΓΙΑ ΤΗ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ
      Κι αν έφυγαν οι Έλληνες από τη Μικρά Ασία, η Ελλάδα συνεχίζει έντονη την παρουσία της εκεί, με τη γλώσσα και τα κτίσματα στις γειτονιές και στους χώρους που κάποτε έσφυζαν από ελληνική δράση, με τις μνήμες που μένουν χαραγμένες ανεξίτηλα σε κάθε γωνία της γης της Ιωνίας.
Το νέο βιβλίο της Λίζας Μιχελή, της ακούραστης ερευνήτριας της Μικρής Ιστορίας του Ελληνισμού-αυτής της Ιστορίας που θεμελιώνει τη Μεγάλη, την επίσημη…- «Αστυγραφία της Ελάσσονος Ασίας» (από τις εκδόσεις «Δρώμενα», σελ. 330, σχ. 12Χ24 εκ. δραχμές 6000) προσφέρει ακριβώς αυτή τη δυνατότητα: της προσέγγισης στο μικρόκοσμο του Μικρασιατικού Ελληνισμού που υπήρξε επί αιώνες και έδρασε στη Σμύρνη, στην Ερυθραία, στην Μενεμένη, στο Αϊβαλί, στη Μαγνησία, στη Φωκαία, στην Πέργαμο, στο Νύμφαιο, στη Νέα Έφεσο.
     Η Ιστόρηση βγαίνει μεσ’ από έγγραφες  μαρτυρίες καθημερινής ζωής-εμπορικές συμβάσεις, διαφημίσεις της εποχής, προξενικές επιστολές και άλλα γραπτά στοιχεία που βρίσκονται σε αρχεία ευρωπαϊκών πρωτευουσιάνων και στον Τύπο-αλλά και από το φωτογραφικό υλικό εκείνων των χρόνων και σημερινό με το φακό της ίδιας της συγγραφέως, που ταξίδεψε δυο φορές το φετινό καλοκαίρι σε κείνα τα χώματα.
     Οι οικιστικοί χώροι στους οποίους αναφέρεται η Λίζα Μιχελή εδώ, μοιάζουν με προέκταση της κυρίως Ελλάδας μετά τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους το 1832:
     «…Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ των πόλεων της Ελάσσονος Ασίας-όπως συχνά αναφέρεται η Μικρά Ασία από τον Τύπο και τους λογίους του 19ου αιώνα-είναι ένας κόσμος ολόκληρος, με δικά του σχολεία, εφημερίδες, κοινωνική οργάνωση, θρησκευτικές γιορτές, μουσική, χορούς, εργόχειρα, κουζίνα, που έχουν τις καταβολές τους στην κυρίως ελλάδα, στη Δύση και στην Ανατολή. Η αρχιτεκτονική των σπιτιών, όμως, κι αυτό σημαίνει κυρίαρχη ιδεολογία, είναι καθαρά ελληνική. Ο νεοκλασικός ρυθμός, που κυριαρχεί τότε στην Αθήνα, εφαρμόζεται και στα αστικά κέντρα της Μικράς Ασίας. Τα σπίτια του Αϊβαλιού, της Περγάμου, της Σμύρνης, των Βουρλών, του Τσεσμέ, θα μπορούσαν να βρίσκονται σε οποιαδήποτε πόλη της Ελλάδος του 19ου αιώνα. Οι δανεισμοί ξένων αρχιτεκτονικών στοιχείων είναι λιγοστοί. Στο Δεκελί, στο Νύμφαιο, στη Φωκαία, στην Αλάτσατα, στα Σώκια, υπάρχουν μαίανδροι, ανθέμια, κιονόκρανα, στις προσόψεις των περισσότερων ελληνικών σπιτιών». Σε εφτά δεκαεξασέλιδα, εμβόλιμα στο κείμενο, δημοσιεύεται η σημερινή φωτογραφική αποτύπωση αυτής της αλήθειας: σπίτια κάθε κοινωνικής- οικονομικής τάξης, σχολεία, εκκλησίες, καταστήματα (απείραχτα ή μισοερειπωμένα), επαύλεις και λεπτομέρειες τους, δηλαδή πόρτες, παραθύρια, εξώστες, πηγάδια σου «λένε» πως «σ’ αυτά τα μέρη δεν μπορείς να μη συλλογίζεσαι την παλιά Ρωμιοσύνη»...
ΣΕ ΠΕΝΤΕ μέρη χωρίζεται το βιβλίο, με τους τίτλους: «Και επορεύθησαν εις τα μέρη της Ανατολής», «Ω, μεγάλη Σμύρνη πόλις, ρίζα των πραγματευτών», «Το κοινόν των Ρωμαίων και η γραικική γλώσσα», «Παιχνιδιάτορες και σπιταλιόρες», «Εν τη ευρωπαική οδώ». Συμπληρώνεται με σημειώσεις (που αποτελούν ένα ακόμη μικρό βιβλίο) και βιβλιογραφία, ελληνική και ξένη. Είναι δηλαδή η Ιστορία εκείνου του Ελληνισμού, στην άλλη όχθη του Αιγαίου, όπως την αφηγούνται οι τρόποι της λαϊκής ζωής και δράσης-ζωής κοινωνικής, οικονομικής, καλλιτεχνικής, αλλά και μιας ζωής διωγμών και βασάνων: μια αλυσίδα παρουσίας που κόπηκε (κόπηκε;) τραγικά και δολοφονικά το 1922…
Η Λίζα Μιχελή με τη γραφή της κατορθώνει να μεταφέρει τον αναγνώστη στον καθ’ ημέραν βίον της εποχής και του τόπου που ιστορεί, κυκλοφορεί στους μαχαλάδες των αστικών και ημιαστικών κέντρων αφηγούμενη λεπτομέρειες από τις ανθρώπινες σχέσεις, από τις συμφορές που βρήκαν τους κατοίκους της, από τις χαρές και τα ποικίλα χρώματα της βιοτικής τους πορείας.
Τα μικρά γεγονότα την κάνουν να αποδίδει με αυθεντικότητα τους ανθρώπους και τις ενέργειές τους, ζωντανεύοντας μέσα στα έρημα ή αλλιώς χρησιμοποιούμενα τώρα κτίσματα την παλιά κίνηση.
ΕΤΣΙ, κι αν έφυγαν οι Έλληνες από τη Μικρά Ασία, η Ελλάδα συνεχίζει εκεί έντονη την παρουσία της, με τον τρόπο για τον οποίο μας μιλάει στο βιβλίο της η Λίζα Μιχελή-ένα είδος παρουσίας που είναι αδύνατον στους σημερινούς οικιστές των Ματωμένων Χωμάτων να την εξαλείψουν….    
-εφ. Ελευθεροτυπία 21/2/1993
ΛΙΖΑ ΜΙΧΕΛΗ: Αστυγραφία της Ελάσσονος Ασίας («Δρώμενα»), σελ. 333. Προσκύνημα στους χώρους της μνήμης. Λαογραφικό και ιστορικό-από το 17ο αιώνα ως τις αρχές του 20ου-οδοιπορικό της Λίζας Μιχελή στα παράλια του «άλλου Αιγαίου», στις πόλεις και στους οικισμούς της Δυτικής Μικράς Ασίας. Στις 333 σελίδες του νέου βιβλίου της η συγγραφεύς καταγράφει τα ιστορικά-και μνημειακά-δεδομένα του χαμένου Ελληνισμού-όπως τα είδε το καλοκαίρι του 1922. Η καταγραφή αυτή είναι διττή: με λόγο και με φωτογραφία-250 έγχρωμες που τράβηξε η ίδια και δεκάδες ασπρόμαυρες τις οποίες επέλεξε από το αρχείο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας Ελλάδος. Το «μάτι» της Μιχελή δεν είναι μόνο εκείνο του ψυχρού ιστορικού, αλλά διαθέτει κάτι από τη συγκινησιακή φόρτιση με την οποία είναι αδιάλειπτα ποτισμένοι όσοι έχουν μικρασιατικούς οικογενειακούς δεσμούς.
• ΠΕΙΡΑΙΑΣ. Από το Πόρτο Λεόνε στη Μαγχεστρία της Ανατολής, εκδόσεις «Δρώμενα» 1988, γ΄ έκδοση «Γαλάτεια» 1993, σ. 286
Βλέπε:
-εφ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 22/12/1988
ΛΙΖΑΣ ΜΙΧΕΛΗ, «Πειραιάς. Από το Πόρτο Λεόνε στη Μαγχεστρία της Ανατολής». Η συγγραφέας, που μας έχει δώσει σημαντικά έργα-λευκώματα για την Αθήνα (Μοναστηράκι, Πλάκα, Αθήνα σε τόνους ελάσσονες), μας δίνει τώρα ένα εντυπωσιακό βιβλίο για τον Πειραιά, που στη διάρκεια της μεσαιωνικής περιόδου λεγόταν ιταλικά Πόρτο Λεόνε κι αργότερα τουρκικά Αρσλάν Λιμάνι, που θα πει λιμάνι του Λιονταριού. Αρχίζοντας από το Μεσαίωνα, εξ ιστορεί τις περιπέτειες του χώρου στη διάρκεια της Επανάστασης του 182, για να συνεχίσει με τον Πειραιά των 22 κατοίκων το 1827 ως τη «βιομηχανική πολίχνη» του 1860, που μετατρέπεται σε «Μαγχεστρία (το Μάντσεστερ της Ανατολής)» το 1870. Μας δίνει, στη συνέχεια, την ανοδική του πορεία και πέρα από το 1922, που γίνεται η μεγαλύτερη εργατούπολη της χώρας, με την εγκατάσταση εκεί 100.000 προσφύγων.
     Το πλούσιο υλικό που έχει συγκεντρωθεί καλύπτει όλους τους τομείς της δραστηριότητάς του σ’ όλη αυτή τη χρονική περίοδο, ενώ το σχετικό εικονογραφικό υλικό, αυθεντικό και αποκαλυπτικό, συμπληρώνει τη γλαφυρή αφήγηση που χαρακτηρίζει το κείμενο. Την έκδοση προλογίζει η υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη.  
--
Η ΑΘΗΝΑ ΤΩΝ ΑΝΩΝΥΜΩΝ, Περιήγηση στα Πλατώματα στους μαχαλάδες και τις γειτονιές της Παλιάς Αθήνας, εκδόσεις «Δρώμενα» 1990, β΄/1991, γ΄ έκδοση εκδόσεις «Γαλάτεια» 1994, σελ. 192
• ΠΛΑΚΑ. Ιστορική μνήμη και η Μυθοπλασία, εκδόσεις «Γνώση» 1985, γ΄ έκδοση «Δρώμενα» 1988, δ΄ έκδοση «Γαλάτεια» 1994, σελ. 264
--
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
-Άννα Γριμάνη. Φωτογραφίες Κωστής Δρίμτζιας, περ. ΕΝΑ τχ. 31/29-7-1992, σ.74-77
ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ
-εφημερίδα ΕΞΟΡΜΗΣΗ
Α) Για τον Ευγένιο Ιονέσκο, 23/11/1986 και 30/11/1986
Β) Για τον Λόρδο Μπάυρον, 12/4/1987
Γ) Για την Μικρασιατική Καταστροφή 10/4/1994

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΛΙΖΑ ΜΙΧΕΛΗ
-εφ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 5/4/1994, «Έφυγε» η ιστορικός Λίζα Μιχελή
Η Λίζα Μιχελή κηδεύεται σήμερα το μεσημέρι (3 μ.μ.) από το Α΄ Νεκροταφείο των Αθηνών, αφού έδωσε τη μάχη με τον καρκίνο στον οποίο τελικά υπέκυψε. Έφυγε τα ξημερώματα της Κυριακής, νέα ακόμη, στην ακμή της δημιουργικής προσφοράς, έχοντας όμως ήδη καταγράψει ένα σημαντικό έργο και έχοντας επιτελέσει έναν από τους σκοπούς της ζωής της: να μοιράσει ζεστασιά και γνώση για το ελληνικό άστυ και τον πολιτισμό του, για τους «ελάσσονες τόπους», για τα λιμάνια του Αιγαίου, για τους ανώνυμους και τον βίο τους σε σοκάκια πίσω από τις λεωφόρους…
-Στρατής Μπαλάσκας, εφ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 5/4/1994, 
ΕΦΥΓΕ Η ΛΙΖΑ ΜΙΧΕΛΗ. «Μικρασία χαίρε»
Η Λίζα Μιχελή ήταν από αυτούς τους λίγους που ακόμα μπορούν να καταλάβουν ότι «ο χώρος της μνήμης μας είναι κι ο χώρος της ύπαρξής μας»…..
-Νίκος Λαγκαδινός, εφ. ΕΞΟΡΜΗΣΗ Κυριακή 10/4/1994, σ.25. 
Η Λίζα Μιχελή
-εφ. ΤΟ ΒΗΜΑ Κυριακή 10/4/1994, 
Μνήμη Λίζας Μιχελή
Στο έργο που άφησε πίσω της η Λίζα Μιχελή, συγγραφέας ιστορικών βιβλίων και συνεργάτις του «Βήματος», κυριαρχεί η αγάπη για την ελληνική παράδοση, μνήμες που ανακαλούν χαμένες πατρίδες, ευαίσθητες προσεγγίσεις στην ιστορική συνέχεια του ελληνισμού….
-Τήλεφος, εφ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ Τετάρτη 15/6/1994, 
Τιμή και μνήμη για τη Λίζα Μιχελή από τον Δήμο Αθηναίων
…Απόψε, χάρις σε ακόμη μία ωραία πρωτοβουλία του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων στην Αίθουσα Αντώνης Τρίτσης, στις 8 το βράδυ, η Λίζα Μιχελή θα είναι και πάλι ανάμεσά μας, χάρη στο έργο της και μέσα από τις αναμνήσεις και εκτιμήσεις των πνευματικών ανθρώπων και συναδέλφων της.
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μιχάλης Μερακλής θα μιλήσει με θέμα «Η ευγένεια ενός ανθρώπου ανάμεσα στη χαρά και τον πόνο της ιστορίας μας» ενώ, η ξεναγός-ιστορικός κ. Άρτεμις Σκουμπουρδή θα μιλήσει για την «Αθήνα στο συγγραφικό έργο της Λίζας Μιχελή». Για να τιμήσουν αυτή τη μεγάλη καρδιά που δονήθηκε και έγραψε για το μεγαλείο και τους καημούς της προσφυγιάς, η Δόμνα Σαμίου θα τραγουδήσει και ο ηθοποιός Λευτέρης Πλασκοβίτης θα παρουσιάσει σελίδες από το έργο της….
Σημειώσεις:
     Αναζητώντας στοιχεία και πληροφορίες για την Λίζα Μιχελή, την ποιήτρια και ιστορικό, παρατήρησα ότι δεν υπάρχει μία ιστοσελίδα με τα βιβλία της ή άλλες πληροφορίες για την ίδια και το έργο της. Ούτε και στην ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ. Όσα πληροφοριακά στοιχεία κατόρθωσα να συγκεντρώσω, είναι από τα αποκόμματα των εφημερίδων που διαφύλαξα στο αρχείο μου για τις μελέτες της και από πληροφορίες που αναγράφονται στα βιβλία της. Θέλω να πω ότι, δεν ήταν εύκολο-για μένα-να διεξάγω μια εκτενή καταγραφή πληροφοριών για την συγγραφική της πορεία. Ούτε τις ποιητικές της συλλογές κατόρθωσα να βρω και να αγοράσω, όταν τις αναζήτησα. Μην διαθέτοντας το σύνολο του έργου της, περιορίζομαι μόνο στα στοιχεία που μου δίνουν οι τίτλοι βιβλίων της που έχω, «ΠΕΙΡΑΙΑΣ», «ΑΙΓΑΙΟ» και το «ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΤΗΣ ΕΡΑΤΩΣ». Δεν αναφέρω τις εκδόσεις των έργων της που μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες και κυκλοφορούν στο εμπόριο. Εύχομαι άλλοι αρμοδιότεροι εμού να συμπληρώσουν τα στοιχεία που παραθέτω και να δημιουργηθεί μια οργανωμένη ιστοσελίδα με τα βιβλία της και τις σχετικές πληροφορίες για την συγγραφική της διαδρομή.    
     Ο παλαίμαχος, πολιτικοποιημένος δημοσιογράφος, συγγραφέας Νίκος Λαγκαδινός, εκδότης του θεατρικού περιοδικού «ΔΡΩΜΕΝΑ», του περιοδικού «Κ.ΛΠ.» διευθυντής της εφημερίδας «Εξόρμηση» και άλλων εφημερίδων και περιοδικών, ίδρυσε μεταξύ άλλων και τον εκδοτικό οίκο «ΔΡΩΜΕΝΑ» και στην μετονομασία του «ΓΑΛΑΤΕΙΑ», από τον οποίο σε συνεργασία με την ιστορικό Λίζα Μιχελή εκδόθηκαν τίτλοι βιβλίων της ή επανεκδόσεις τους. Οι εκδόσεις «ΓΑΛΑΤΕΙΑ» στεγάζονταν-τότε-στην οδό Βουκουρεστίου 27 στην Αθήνα. Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Νίκος Λιόντας. Η δε Λίζα Μιχελή έχει δημοσιεύσει κείμενά της με το ψευδώνυμο Ελίζα Μάνου. 
      Οι εκδόσεις «Δρώμενα» με τις οποίες η Λίζα Μιχελή συνεργάστηκε και εξέδωσε τα ιστορικά της βιβλία, στέγασαν τα βιβλία της κάτω από τον γενικό τίτλο «Ελλήνων Άστεα». 1,2,3, κλπ.
Τα βιβλία της Λίζας Μιχελή-αν εξαιρέσουμε τις ποιητικές της συλλογές αποτελούν μια κατά κάποιον τρόπο ενότητα, ένα πλέγμα πολιτισμού και ιστορίας-όπως φαίνεται και από τους τίτλους τους-γνωριμίας μας με την ιστορία, την παράδοση, την αρχιτεκτονική, τις συνήθειες των ανώνυμων κατοίκων της Αθήνας και του επινείου της, τον Πειραιά. Μια ιστορική και όχι μόνο περιπλάνηση σε ζωές ανθρώπων και πόλεων, μέσα από μνήμες, γεγονότα, ιστορικά συμβάντα, αναμνήσεις, δραστηριότητες, αρχιτεκτονικούς σχεδιασμούς, πίκρες και βάσανα, χαρές και ελπίδες, πολιτιστικές κληρονομιές, θρησκευτικές συνήθειες και κοινωνικές πρακτικές των ελλήνων. Μνήμες ζωής που βρήκαν την εκπλήρωση των οραμάτων τους μέσα στις θερμές και γεμάτες αγάπη σελίδες των βιβλίων της και των φωτογραφιών που τα κοσμούν.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς,7/4/2019.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου