Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2019

Ποιήματα του Σταύρου Βαβούρη


Ανθολόγιο ποιημάτων του Σταύρου Βαβούρη

Η ΑΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ
         της Χρυσής Παρθενιάδη-Φλώρου

Δεν ήξερα, δεν ήξερα, δεν ήξερα
ούτ’ έμαθα ποτέ γιατί.
Δεν ήξερα
πως εκείνοι που διαλέγουν οι ουρανοί
είναι και για την μεγάλη οδύνη διαλεγμένοι
κι ακόμη περισσότερο ότι
είν’ η δική τους καρδιά
που η λόγχη του Θεού τρυπάει πιο καίρια και βαθιά.

Ήταν αλλόκοτα για μένα όλα εκείνα:
Το Βήμα του Θεού μεσ’ στην καρδιά μου
Ο άγγελος του δειλινού,
ο κρίνος του: «Σε διάλεξαν»-γιατί;-
θολά πολύ και δύσκολα στο νου,
μαρτυρικά στην αίσθηση.

Δεν είχα πια, κανέναν από τότε.
Εικόνισμα, πριν γίνω ακόμα Εικόνισμα,
χαμένο στους καπνούς των θυμιατών του κόσμου,
Δεν έβλεπαν πως διέσχιζα μιαν έρημο ΄
Όλοι με μακαρίζανε: «Σε διάλεξαν»- γιατί;-
Τα δέντρα, καθώς πέρναγα, γονάτιζαν στον κήπο μου, για μένα.
Χωρίς να παύει ο άνεμος τα φύλλα τους σωπαίναν,
Σχολιάζαν έκπληκτα τ’ αστέρια τα κρυφά μου δάκρυα.
Όχι, δεν είχα πια κανέναν από τότε.
Μονάχα που ανατρίχιαζα καθώς μου ψιθυρίζανε
καμιά φορά τη Νύχτα,
παράξενα τραγούδια, το σκοτάδι κι η σιωπή.

Τώρα μου λεν ότι ήταν ο Θεός.
Δεν ήξερα-γιατί;-
Ποιός, πού ήταν ο Θεός;
Ποτέ δεν το κατάλαβα.
Ήταν μονάχα, μια παράξενη φωνή που σ’ αναστάτωνε
όπως αντηχούσε στις αβύσσους τ’ ουρανού.
Μι’ αλλόκοτη αίσθηση ήταν μόνο.

Όλα ήταν παράξενα
και Σύ, το πιο παράξενο παιδί του κόσμου
που θάχα-τόχα ελπίσει-σα μεγάλωνες
έπειτα από τόση μοναξιά.
Αλλά κι Εσύ ‘σουν των ανθρώπων, του θανάτου
και πάλι τ’ ουρανού μετά.

Κι εγώ, Εικόνα
πριν γίνω ακόμα εικόνα, μοναχή
Λιμάνι του όχλου βουλιαγμένο στο λιβάνι
και στη βαθιά ατέλειωτη απορία:

Γιατί όλ’ αυτά;
Ο κρίνος του απογεύματος: «Σε διάλεξαν»-γιατί;-
και τότε έπειτα απ’ τον Άγγελο
γιατί ο Σταυρός; Το ξύδι κι η χολή μετά, γιατί;
Αφού μας Διάλεξαν
η λόγχη στο πλευρό και στην καρδιά γιατί;

Δεν ήξερα. Περίμενα να μάθω,
μα, δεν μου αποκριθήκανε ποτέ.    (1954)
--
Ο ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΣΤΟΝ ΑΔΗ
Φωνές του δέρματος,
δεήσεις της αφής μου στον ήλιο
επικλήσεις κι οιμωγές της παλάμης μου.

Θλάση των νυχιών μου
Τραύματά μου ανώφελα

Δεν χαμηλώνουν τα βουνά εδώ κάτου,
Δεν έχει τέλος η Σκιά!
--
Ο ΚΑΙΡΟΣ ΓΥΡΙΖΕΙ ΣΤΗ ΒΡΟΧΗ
Ο καιρός γυρίζει στη βροχή
Ιούνιο μήνα.
Κι έτσι καταλαβαίνω, μη μου γράψεις:
«Θα τόθελα, αλλά…»,
πάλι η συνάντησή μας αναβάλλεται
γιατι, ο καιρός γυρίζει στη βροχή.
Σε λίγο οι δρόμοι θα γλιστρούν
και κάτω απ’ το νερό θα χάνονται
         γλιστρώντας όλα.

Καταλαβαίνω, μην αρχίσουμε και πάλι
ανώφελες  προφάσεις κι υποσχέσεις
          -τόσες υποσχέσεις-
που δεν μπορούμε, λόγω βροχής
ή και ποικίλων άλλων περιστάσεων, να κρατήσουμε.
---
ΛΑΜΠΟΝΤΑΣ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ
Λάμποντας εκείνο το βράδυ-θυμάστε;-
περίεργα κι εντυπωσιακά.
Μετά τον Έρωτα εκπέμποντας ολόκληρος μια νειότη
χαμένη προ πολλού
μα πούχε ξαφνικά παλινδρομίσει
και χωρίς φειδώ τον έλουζε
για τελευταία κι αλησμόνητη φορά:

Λάμποντας,
θερίζοντας εκείνο το βράδυ…
--
ΑΝ ΕΚΑΝΕ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΤΙΧΟΥΣ
Αν έκανε τα ποιήματά του στίχους
σημαίνει ότι δεν είχαν άλλο τρόπο
να υπάρξουνε στο στίβο σου, ζωή.

Αλλιώς, τα ποιήματα δεν γράφονται,
είν’ ανάσες και παράπονα θαλάσσης
πέσιμο βροχής, τραγούδια ανέμου
που συλλαβές δεν γίνονται και λέξεις φυσικά
και στίχοι που τυπώνονται κι εκδίδονται
για να υπάρξουνε στον άγριο στίβο σου, ζωή.
--
ΤΟ ΒΡΑΔΥ…
Τέτοιαν ώρα περιμένω πάντοτε ΄
Ο ήλιος βασιλεύοντας
απλώνει τρυφερά για λίγο κι’ αναπάντεχα
το φώς του γύρω  μου
Φυσάει στις γρίλλιες ο άνεμος
κι’ έπειτα κλαίει απαρηγόρητη
συχνά η βροχή στα τζάμια.

Κι’ εγώ να περιμένω πάντοτε
δίχως να μπορώ να ξεχωρίσω πιά
ούτε κάν κατά προσέγγιση
να μην μπορώ να καταλάβω
τί μού εκμυστηρεύονται
τί θέλουν ΄ να μού πούν
τί μού επισημαίνουν –τί-
ο ήλιος πρίν χαθεί
ο αέρας φεύγοντας
και κλαίοντας μετά η βροχή.
--
Η ΑΦΑΙΡΕΣΗ
Μούπες: ένα το κρατούμενο
δύο, τρία, τέσσερα
και συνέχισες-θυμάμαι-να μετράς και να κρατάς.
Μόνο πού δεν άκουσα καλά:
Ήτανε κρατούμενα
αφαιρετέου ή προσθετέου;
Η ελπίδα βέβαια μιάς πρόσθεσης
σπαρτάριζε βαθειά κι’ αόριστα στους υπολογισμούς μου.
Ωστόσο στο τέλος
όλα σχεδόν απόμειναν κρατούμενα
-τα υπόλοιπα: μηδέν-
κι’ όπως τελείωσες
τα πήρες φεύγοντας μαζί σου.
Επρόκειτο λοιπόν γι’ αφαίρεση.
Δέν σούπα λέξη κι’ άλλωστε για τι;
Ακόμα κι’ αν δέν ήταν μιά αφαίρεση σωστή
την είχες κάνει μ’ όλους τους κανόνες.
--
μάτια (α)
Τά μάτια σου, τα μάτια σου θυμάμαι
πυγολαμπίδες που ‘χαν τρελαθεί μες στο σκοτάδι

Μ’ ένα τους βλέμμα με πεθαίναν
με μια ματιά τους μ’ ανασταίναν.

Τα μάτια σου, τα χείλη σου,
ν’ αντανακλούν μαρμαρυγές τη νύχτα
πυγολαμπίδες στο σκοτάδι
          που ‘σβήσαν την αυγή.
--
μάτια (β)
Θα δω τα μάτια σου άραγε ξανά
χάδι κι απειλή μαζί μες στο σκοτάδι;
με μια ματιά μ’ ανάσταιναν
με μι’ άλλη τους με πέθαιναν

σα να μ’ είχε ο θάνατος ξεχάσει
σα να μ’ άνοιγε η ζωή
την πόρτα της τυχαία πάλι.
--
μάτια (γ)
Θα ‘χουνε διαβάσει μερικοί τα ποιήματά μου
θα τα ‘χουν αγαπήσει.
Κανείς όμως δεν είχε
          σκύψει να κοιτάξει
μήπως μπορέσει και διαβάσει
τι γράφανε, τι γύρευαν τα μάτια μου.
--    
Συμπέρασμα
Συμπέρασμα λοιπόν
για να τελειώνω μ’ όλ’ αυτά ΄
όλα:
τον αφανισμό της Κλυταιμνήστρας
της Μεσσαλίνας έπειτα
          κι αυτόν
την Ηλέκτρα με το τσιμεντένιο πρόσωπο
          κι αυτή
τη δυσφορία της θάλασσας,
τη δυσφορία της βροχής,
τίς πικροδάφνες
πού σε χρόνο ανύποπτο
φυτρώσαν μέσα στην καρδιά μου
και θα με κατοικήσουν
ώς ότου να με πνίξουνε φουντώνοντας
          κι αυτές
την λιγωρία όλων σας
κάθε σταθμητού κι αστάθμητου παράγοντα,

Τη γυναίκα με τ’ απούλητα λαχεία
          πού μ’ επέπληττε
          κι αυτή, κι αυτή.
Τέλος, με τη γριά κατ’ απ’ τα δέντρα
στα πλοία, στους σταθμούς, στις αποβάθρες
σε κάθε βήμα μου, η γριά, παντού.
Τον Ορέστη
-ωστόσο τί έφταιγε ο Ορέστης ο άβουλος
          -όχι λοιπόν αυτός-
Την κάθε λάθος κίνησή μου
          στο παιχνίδι
-όχι ΄ δεν ήταν όλες μου οι κινήσεις λάθος.
Η γυναίκα με τ’ απούλητα λαχεία
γιατί να μ’ επιπλήξει αυτή;
Τι την ενδιέφερε άλλο,
εκτός από τ’ απούλητα λαχεία της;

Η ολιγωρία των φίλων;
Δεν ολιγωρήσαν όλοι ΄ όχι,

Η θάλασσα σταχτιά, η βρώμικη βροχή
Η Ηλέκτρα; Όχι
Δεν ήταν ούτ’ η Ηλέκτρα
δεν ήταν η βροχή
κι η θάλασσα, κι η θάλασσα δεν ήταν

ούτ΄ η Γριά,
δεν ήταν η γριά
Πού ήξερε η γριά;
Πού ξέρουμε όλοι μας, τι ξέρουμε
           γι’ αυτή
Αυτή τη δύναμη κεί Πάνω,
πού δεν μαλακώνει ο πόνος μας
πού διαφεύγει μές απ’ τις κινήσεις μας
πού τις προετοιμάζει
πού πάντοτε την έκανε θηρίο η
          ευτυχία μου
κι έχει επιβάλει σα μονάχο
     προορισμό μου
μιά ατέρμονη θητεία μου
          στο χρέος και στο δάκρυ.               

    


Σημειώσεις:
-Το ποίημα «Η ΑΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ», σελ. 54-56, είναι από τα «ΔΕΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ» (1942-1958). Βλέπε «ΠΟΙΗΜΑΤΑ», εκδόσεις Ερμής 1977
-Το ποίημα «Ο ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΣΤΟΝ ΑΔΗ», σ.13, είναι από «Το τραυματισμένο φως», Βλέπε «ΠΟΙΗΜΑΤΑ».
-Το ποίημα «Ο ΚΑΙΡΟΣ ΓΥΡΙΖΕΙ ΣΗ ΒΡΟΧΗ», σ.159 είναι από «ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΒΡΟΧΗΣ», Βλέπε «ΠΟΙΗΜΑΤΑ»
-Το ποίημα «ΛΑΜΠΟΝΤΑΣ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ», σ. 88 και το ποίημα «ΑΝ ΕΚΑΝΕ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΤΙΧΟΥΣ», σ. 79, είναι από «ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ» (1956), Βλέπε «ΠΟΙΗΜΑΤΑ»
-Το ποίημα «ΤΟ ΒΡΑΔΥ…», σ. 20 και «Η ΑΦΑΙΡΕΣΗ», σ.17, είναι από την συλλογή «Στον αστερισμό των εγκλίσεων και των χρόνων του ρήματος «Έρχομαι», εκδόσεις Εγνατία-Θεσσαλονίκη 1980
-Η ενότητα των ποιημάτων «μάτια» (α,β,γ), σ. 57,58,59, είναι από την ποιητική συλλογή «τα ακαριαία: εμείς» 1980-1984, εκδόσεις Κέδρος 1984
-Το ποίημα «ΚΙ ΕΠΕΙΤΑ», σ. 20, είναι από την ποιητική συλλογή «ΕΞ ΑΛΛΟΥ, ΜΗ ΡΩΤΑΣ», εκδόσεις Ρόπτρον 1988.
-Το ποίημα «ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ», σ.52-53, είναι από την ποιητική ενότητα  «Όσον αφορά σ’ εκείνη τη γριά», και βρίσκεται στον τόμο του ποιητή “CARMINA PROFANA” Α΄ 1979-1982, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της «ΕΣΤΙΑΣ». Ι. Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ @ ΣΙΑΣ 1983.
- Την ποιητική συλλογή του ποιητή Σταύρου Βαβούρη, «ΕΞ ΑΛΛΟΥ, ΜΗ ΡΩΤΑΣ» εκδόσεις Ρόπτρον-Αθήνα Μάϊος 1988, την είχα αγοράσει πριν συναντήσω από κοντά τον ποιητή, μετά την συνάντησή μας, και ενώ του είχα πει ότι την είχα διαβάσει, μου πρόσφερε ένα ακόμα αντίτυπό της με αφιέρωση: «Στο Γιώργο Μπαλούρδο με την ευχή και την ελπίδα,  μιάς μακράς φιλίας», μάλιστα μου πρόσφερε μαζί και το στυλό. Το αναφέρω αυτό, για τον εξής λόγο. Η δεύτερη αυτή έκδοση, έχει συμπληρωματικά ποιήματα γραμμένα από τον ποιητή πάνω στις σελίδες της. Σε δύο δηλαδή ποιητικές μονάδες της σ. 8,9 και 16 υπάρχουν και άλλοι συμπληρωματικοί στίχοι γραμμένοι από τον ποιητή.  Κάτι που σημαίνει, ότι ο ποιητής Σταύρος Βαβούρης, διόρθωνε και επεξεργάζονταν τα ποιήματά του, ακόμα και αν είχαν εκδοθεί. Τα συμπλήρωνε προσθέτοντας στίχους ή αφαιρούσε στίχους του ή τους μετάθετε σε άλλη ποιητική μονάδα, όπως είχα την τύχη να ακούσω από το στόμα του όταν του ζητούσα να μου διαβάσει με αυτόν τον καθαρό και ευανάγνωστο λόγο του και το θεατρικό του ύφος ποιήματά του. Μια αντιβολή των ποιημάτων των συμπληρωμένων αυτών ποιημάτων του, όπως βλέπουμε στον συγκεντρωτικό τόμο «Που πήγε, ως πού πήγε αυτό το ποίημα 1940-1993, εκδόσεις Ερμής 1998, θα μας έδειχνε τα διάφορα στάδια επεξεργασίας των ποιητικών μονάδων του, ακόμα και αυτών, που εμείς οι αναγνώστες του, θεωρούμε ως τελειωμένα, ολοκληρωμένα. Ή αν στέκει ο όρος «Ατελή» για να θυμηθούμε και τα του Αλεξανδρινού. Και με την ευκαιρία, ο τελειωτικός τίτλος της συγκεντρωτικής αυτής έκδοσης, «Πού πήγε, ως πού πήγε αυτό το ποίημα» εκδ. Ερμής 1998, έχει άμεση σχέση με την προηγούμενη συλλογή του που εκδόθηκε τρία χρόνια πριν το 1995, από τον ίδιο εκδοτικό οίκο. Την συλλογή, «ΠΟΥ ΠΑΕΙ, ΠΟΥ ΜΕ ΠΑΕΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ». Παρατηρούμε ότι αλλάζοντας τον ερωτηματικό τίτλο «Που πάει, που με πάει…» και μετατρέποντάς την ερώτηση ο ποιητής από προσωπική σε γενική για την ίδια του την ποίηση, «Πού πήγε, ως πού πήγε αυτό το ποίημα», αποστασιοποιείται από την πρώτη εκδοχή της βεβαιότητας του ποιητικού του λόγου, της ποιητικής του κατάθεσης, και τρία χρόνια μετά, συναντάμε τα «κρούσματα» της πρώτης του αμφιβολίας για το ίδιο το μέλλον όχι του ίδιου του ποιητικού υποκειμένου αλλά, της ίδιας της ποιητικής δημιουργίας του. Γιαυτό και τα «ΠΟΙΗΜΑΤΑ» εκδόσεις Ερμής 1977, έχουν διαφορές και δεν συμπεριλαμβάνονται όλα στην έκδοση του 1998. Σε μια εικοσαετία ο ποιητής τροποποιεί και ανθολογεί εκ νέου τα ποιήματά του. Μια αυστηρή επιλογή ποιητικής κατάθεσης, που συναντάμε και σε άλλους, ελάχιστους όμως ποιητές. Μια και συνήθεια μάλλον είναι να φορτώνουμε τις τελευταίες χρονικά εκδόσεις με ότι ποιητικό σαν γραφή χωράει ο νους μας.
- Ο Σταύρος Βαβούρης, είχε μια καταπληκτική ευχέρεια να θυμάται παρ΄ όλη την ηλικία του, απέξω ποιήματα ποιητών και ποιητριών που είχε διαβάσει και όχι μόνο. Ήταν ένα ηχείο ποιητικών αποσπασμάτων και ποιητικών φωνών. Φοβερή η ποιητική του μνήμη. Θυμόταν απέξω πολλά ποιήματα, και τον άκουγα να μου απαγγέλλει ποίηση της ποιήτριας Κικής Δημουλά τόσο εξαιρετικά, που αν δεν σταματούσε ξαφνικά για να αρχίσει αυτόν τον παραληρηματικό λόγο για πρόσωπα και γεγονότα του παρελθόντος, μπορούσες να καθίσεις με τις ώρες να τον ακούς. Μπορεί να λαθεύω, αλλά, μάλλον, ούτε οι ίδιοι οι ποιητές δεν θα διάβαζαν ορθότερα και με τέτοια καθαρότητα τα ποιήματά τους. Πολλές φορές σταματούσε σε μια ποιητική ή συντακτική ασυνταξία και σου ανέλυε με τις ώρες ότι εδώ υπάρχει ένα λάθος που δεν προσέχθηκε από τον ποιητή. Άλλες φορές συμπλήρωνε τον στίχο ενός ξένου ποιήματος τόσο τέλεια και αρμονικά, που χωρίς να το θέλεις, ένιωθες ότι αυτό το ποίημα του τάδε ποιητή πλέον έτσι οφείλεις να το αποτυπώσεις στην μνήμη σου και να το διαβάζεις, με αυτόν τον τονισμό και την ρυθμολογία. Αυτή του η ποιητική και διδασκαλική ωριμότητα τον έκανε άξιο θαυμασμού. Το ίδιο είχα παρατηρήσει ότι έπραττε και με τις μεταφράσεις μυθιστορημάτων που διάβαζε ή ακόμα και αρχαίων τραγωδιών που του είχαν στείλει και τις διάβαζε στο πρωτότυπο και μετά σου εξηγούσε την μετάφραση και πως θα έπρεπε να είναι. Άλλης εποχής δημιουργοί.
-Άρχισα το μικρό αυτό ποιητικό ανθολόγιο του ποιητή Σταύρου Βαβούρη με το ποίημά του που έχει σαν θέμα την Παναγία. Ο Βαβούρης ασφαλώς, δεν εντάσσεται στους στενά προσδιοριζόμενους ως χριστιανούς ή ορθόδοξους ποιητές, ανήκει στην θύραθεν παιδεία, όμως πολλά του ποιήματα, διαπνέονται από μια θρησκευτική πνοή, μια θρησκευτικότητα που σε εκπλήσσει. Αρκετές φορές αναφέρεται η λέξη Θεός μέσα στα ποιήματά του, με μια ευρεία έννοια παρηγοριάς και ελπίδας όπως εκείνος την ένιωθε, αυτήν την υπερφυσική δύναμη, την επικαλούνταν ή την αμφισβητούσε. Όπως επίσης, μεγάλο εύρος της ποιητικής του δημιουργίας, των ποιητικών του ενοτήτων, περιλαμβάνει αρχαιόθεμους κύκλους. Κύκλοι ποιημάτων του που βασίζονται πάνω σε αρχαίες ηρωίδες του μύθου και των βασιλικών οίκων. Όπως πχ. ο Κύκλος των Ατρειδών. Είναι μάλλον, από τους πλέον ενήμερους έλληνες ποιητές πάνω σε θέματα θεατρικής διαπραγμάτευσης αρχαίων τραγωδιών και επαναφοράς των μηνυμάτων τους στα ιστορικά σύγχρονά μας καθ ημάς. Η ποιητική του συλλογή «ΟΙ ΑΤΡΕΙΔΕΣ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ» 1950-1988, εκδόσεις Διάττων 1990, θα μπορούσε άνετα κάτω από την σωστή καθοδήγηση ενός σκηνοθέτη που θα σεβόταν τον ποιητικό λόγο, να παρασταθεί στην σκηνή. Μια συνεξέταση της ποίησης αυτής με τα έργα αρχαίων τραγικών επίσης, θα μας φανέρωνε την ποιότητα και την μέριμνα του ποιητή, να δώσει στον σύγχρονό του αναγνώστη του ελληνικού ποιητικού λόγου, μια μοντέρνα εικόνα των αρχαίων μύθων με ότι αυτό συνεπάγεται στις συνειδήσεις αναγνωστών και θεατών.
-Ο ποιητής Σταύρος Βαβούρης, συνήθιζε από τις πρώτες του ποιητικές συλλογές, να αφιερώνει ποιήματά του σε φίλους του ποιητές ή ποιήτριες ή και άτομα που τον επισκέπτονταν. Οι ποιητικές του συλλογές είναι γεμάτες αφιερώσεις σε γνωστούς μας δημιουργούς. Συνήθιζε επίσης, όταν στεναχωριόταν και τσατίζονταν ή πικραίνονταν που τον εγκατέλειψαν και δεν τον επισκέπτονταν πλέον, να αφαιρεί από νέες εκδόσεις των ποιημάτων του τις αφιερώσεις αυτές. Βλέπε παραδείγματος χάριν την σύνθεση «Η ΑΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ» που έχει αφαιρεθεί η αφιέρωση,αλλά και σε άλλα του ποιήματα. Χαμογελώντας του έλεγα, ότι αυτό είναι ένα παιδιάστικο συνήθειο, όπως τα παιδιά παίρνουν πίσω τα παιχνίδια που χάρισαν στους φίλους τους όταν τσακώνονται, το ίδιο και αυτός. Μου έλεγε τα παράπονά του και εγώ, του έφερνα το πασίγνωστο παράδειγμα με την Αλίκη Βουγιουκλάκη που πήρε πίσω την σοκολάτα ΙΟΝ που πρόσφερε στον καθηγητή της Δημήτρη Παπαμιχαήλ, όταν αυτός την χαστούκισε για «ανάρμοστη» μαθητική συμπεριφορά. Του άρεσε αυτό το παράδειγμα και μου έλεγε ότι μετανιώνει για ορισμένα πρόσωπα. Ας μου επιτραπεί να αναφέρω μόνο ένα, επειδή το εκτιμούσε και το πρόσωπο αυτό όπως και η γυναίκα του τον εκτιμούσαν. Και αναφέρομαι στον ιστορικό της ελληνικής λογοτεχνίας κύριο Μιχάλη Μερακλή. Όποτε ερχόταν ο λόγος στις αφιερώσεις του, που του έλεγα ότι είναι ο ποιητής μάλλον με τις περισσότερες ποιητικές αφιερώσεις, ένιωθε άσχημα και θεωρούσε λάθος του που αφαίρεσε το όνομα του Μιχάλη Μερακλή. Αυτά για την ιστορία των ποιητικών γραμμάτων. Όπως θα έλεγε και η πεζογράφος Έλλη Αλεξίου, τα υπό εχεμύθεια στο γνωστό της βιβλίο. Μικρή παρένθεση, τι δημοσίευσε και αυτή η γυναίκα κάποτε στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» για την ερωτική ζωή του κρητικού Νίκου Καζαντζάκη, για να δικαιολογήσει την στάση της αδερφής της Γαλάτειας Καζαντζάκη, που χώρισε τον Νίκο Καζαντζάκη, ξαναπαντρεύτηκε, αλλά, κράτησε το επώνυμο του Καζαντζάκη στην συγγραφική της καριέρα. 
Αι Γυναίκαι είναι άτιμο είδος που θα έλεγε και ο μπακαλόγατος Κώστας Χατζηχρήστος.
- Ο Σταύρος Βαβούρης, ήταν ένας δημοκρατικών πεποιθήσεων έλληνας και ποιητής. Υποστήριζε την προσπάθεια του Ανδρέα Παπανδρέου ως πρωθυπουργού και την περιβόητη πολιτική Αλλαγή του 1981. Αυτήν του την επιλογή και το ότι δημοσίευσε κατά διαστήματα διάφορα αρνητικά σχόλια για την συντηρητική παράταξη, του δημιούργησαν προβλήματα στην επαγγελματική του σταδιοδρομία, που εξ αιτίας του προβλήματος της δυσκυνητικότητας αναζητούσε τρόπους καλυτέρευσης επαγγελματικής του εξέλιξης και χώρους διδασκαλίας. Σε παλαιότερο σχόλιο έχω αναφέρει ένα σχετικό περιστατικό, το οποίο ήταν γνωστό σε αρκετούς άλλους ποιητές πριν την γνωριμία μας. Όπως επίσης, παρότι στον εμφύλιο αν θυμάμαι ορθά οι αριστεροί τον είχαν πάρει αιχμάλωτο μαζί με άλλους νέους της εποχής του-λόγω ότι ο πατέρας του ήταν ευκατάστατος, και τους πήγαιναν για εκτέλεση, μου εξιστορούσε ότι βάδισε μαζί με άλλους νέους πάνω από μία σχεδόν ημέρα, πηγαίνοντας για να τους εκτελέσουν, σαν αντιδραστικούς, και τα κοινωνικά γνωστά πολιτικά επικίνδυνα της σκοτεινής αυτής στην χώρα μας εποχής. Ο Βαβούρης, δεν κράτησε κακία στους κομμουνιστές. Δεν τους ψήφιζε αλλά δεν ήταν και αντικομουνιστής. Μου έλεγε ότι τότε- ήταν και παλικαράκι-μπορούσε να περπατήσει περισσότερο άνετα. Είχε δυσκολίες αλλά περπατούσε πιο άνετα. Φτηνά την γλίτωσες του έλεγα, καθώς μου διηγιόταν διάφορα περιστατικά της εποχής εκείνης. Σε εκείνο το σκοτεινό επεισόδιο που ήταν κάθετα απορριπτικός απέναντι στους τότε κομμουνιστές ήταν όταν δολοφόνησαν την τραγωδό Ελένη Παπαδάκη που μάλλον αν θυμάμαι σωστά είχε δει στο Θέατρο. Και την δολοφονία της θεωρούσε έγκλημα. Από την εποχή του αρχαίου ιστορικού Θουκυδίδη και του Πελοποννησιακού πολέμου έως τον νεότερο ελληνικό εμφύλιο του προηγούμενου αιώνα, τα πάθη των ανθρώπων παρέμειναν τα ίδια. Ανεξαρτήτου ποιας ιδεολογίας βαπτίζουν μεταγενέστερα τα αιματηρά αυτά γεγονότα για να τα δικαιολογήσουν.
Αυτοβιογραφικά είναι και τα πεζά κείμενα του Σταύρου Βαβούρη. Η σχέση του υιού με τον πατέρα απεικονίζεται στα ελάχιστα πεζά του, ιδιαίτερα στο «Άγαλμα», όπως στην ποίησή του μας μιλά για τον πάππο του. Απουσιάζουν τα θηλυκά μέλη της οικογένειάς του.
Ας κλείσω το μικρό αυτό ποιητικό ανθολόγιο στην μνήμη του, όχι με πληροφορίες για το έργο του, βλέπε παραδείγματος χάριν το αφιέρωμα του λογοτεχνικού περιοδικού Κ, τεύχος 18/Ιούνιος 2009, αλλά με ένα ακόμα ποίημά του, από την συλλογή του «Κι’ αυτά; Ίσως…», σελ. 26, εκδόσεις Ερμής 1999.
ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΘΑ ‘ΧΩ
Όταν δεν θάχω τίποτα να γράψω
θ’ αναδυθούν από το βυθό τους τα παλαιά μου
 ποιήματα
Τότε αγριεμένα απ’ τη σιωπή
θα σπάσουν τα χτισμένα χείλη μου
θα μακελίσουν τη μακάβρια λιτανεία
των βουβών ωρών.
Θα πνίξουνε στα δάκρυα τις ημέρες μου
κι αιμάτινους θ’ ανοίξουν τους κρουνούς
της τραγωδίας πάνω μου.
Θα μ’ αναγκάσουν να μιλήσω, να φωνάξω πάλι
θ’ αρπάξουν βίαια το χέρι μου
να τα χαράξει πάλι
στο χιόνι και στις πέτρες
την απολιθωμένη στάχτη των ονείρων μου
εκείνου του νεκρού καιρού
που δε θα βρίσκω τίποτα να πω.
--
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2019                        
   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου