ΑΝΘΟΛΟΓΩΝΤΑΣ ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΦΩΝΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΙΩ. ΚΕΡΑΜΙΔΑ
Προλογικά στο δεύτερο σημείωμα
Το Σάββατο 15 Αυγούστου του 2015, δημοσίευσα στην ιστοσελίδα μου ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΠΑΡΕΡΓΑ ένα εκτενές σημείωμα για την πρώτη Νεοελληνική Θρησκευτική Ανθολογία του Ανδρέα Ιω. Κεραμίδα η οποία κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο Αστήρ την περίοδο της γερμανικής κατοχής. Για την ακρίβεια, τα στοιχεία της πρώτης σελίδας αναφέρουν: ΑΝΔΡΕΑ ΙΩ. ΚΕΡΑΜΙΔΑ, ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ (ΜΕ ΠΡΟΛΟΓΟ, ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΑΘ’ ΥΛΗΝ). ΠΩΛΗΣΙΣ: ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ «ΑΣΤΗΡ», Λυκούργου 10-ΑΘΗΝΑΙ 1942. διαστάσεις 13Χ18,5, σελίδες 331. Σκληρόδετο. Στο πρώτο πριν από επτά χρόνια σημείωμα έγραψα πρόλογο για την έκδοση, έδωσα τα γενικά χαρακτηριστικά του έργου και αντέγραψα τα ονοματεπώνυμα των Ελλήνων και Ελληνίδων ποιητών που συμπεριλαμβάνονταν στις σελίδες της Ανθολογίας. Στο πρώτο αφιέρωμα δεν είχα αντιγράψει τους τίτλους των ποιημάτων και τις αντίστοιχες σελίδες τους που ανθολογούνται. Στο παρόν-ελπίζω ενδιαφέρουσα ακόμα και σήμερα η Ανθολογική Σύναξη από τον Ανδρέα Ιω. Κεραμίδα, μεταφέρω ένα μέρος του πρώτου προλόγου, αντιγράφω το ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ του ανθολόγου, καταγράφω τις ποιητικές μονάδες ή τα αποσπάσματα και Ανθολογώ Ποιήματα ελλήνων και ελληνίδων που μας συγκινούν ακόμα, 80 χρόνια μετά την κυκλοφορία της από τον εκδοτικό οίκο Αλ. & Ε. Παπαδημητρίου. Ή τουλάχιστον όσους ακόμα φιλαναγνώστες χαίρονται να διαβάζουν τον ξένο και ελληνικό ποιητικό λόγο και να ξεφυλλίζουν παλαιές ελληνικές ανθολογίες με τα κιτρινισμένα και θρυμματισμένα φύλλα από τον χρόνο. Βρίσκοντας στις σελίδες τους μαραμένα φυλλαράκια λουλουδιών τα οποία «σταμπάρουν» τις λέξεις δυσκολεύοντας την ανάγνωση. Οι παλαιοί ανθολόγοι, υπήρξαν θαρραλέοι και τολμηροί, ίσως και παράτολμοι, (δεν είχαν στην διάθεσή τους τα σημερινά της τεχνολογίας μέσα συγκέντρωσης του υλικού τους) έθεσαν, παρά τις δυσκολίες της εποχής, τις βάσεις αγάπης για τις ανθολογίες, καλλιέργησαν συνήθειες ανάγνωσης, καθιέρωσαν οπτικές, πρότειναν στιχουργικές προτιμήσεις, κατέθεσαν ηχητικά ακούσματα, φωνές συγκίνησης, ύφη συγγραφέων. Οι κατοπινοί, βαδίζουν πάνω στα δικά τους ίχνη, στηρίζονται σε δικές τους προσπάθειες στην συλλογή στοιχείων και πληροφοριών. Και όπως συνήθως συμβαίνει σε κάθε τομέα έρευνας, λησμονούνται οι παλαιότεροι και η προσφορά τους και προβάλλονται οι νεότεροι. Η συγκέντρωση, ταξινόμηση και ξεσκαρτάρισμα του γραπτού υλικού χρειάζεται προσοχή, διάκριση, αμεροληψία, ανυστεροβουλία, φροντίδα. Κάθε ανθολογική εργασία συμπληρώνει προηγούμενα κενά ενίοτε με επιτυχία άλλοτε μιμητικά και άλλοτε ελλιπέστατα. Για ευκολία, συνηθίζεται να ανατυπώνονται παλαιότερες Ανθολογίες με ή χωρίς προλόγους, σχολιασμούς, υπομνηματισμούς, σημειώσεις. Ζούμε ιστορικά σε ξέφρενους ρυθμούς ζωής, κοινοβουλευτικές δημοκρατίες πολιτικών και ιδεολογικών Τηλεμάρκετινγκ, ανεξέλεγκτης βίας σε βάρος των πιο αδύνατων και ανυπεράσπιστων, γεροντότερων ανθρώπων και έχουμε αρχίσει να τα αποδεχόμαστε εφησυχασμένοι ο καθένας μας στον δικό του μικρόκοσμο και ασχολίες. Σε ανάγκες ζωής και προσδοκιών βίου πρωτόγνωρες που στηρίζονται στην βία. Συνθήκες οικονομικά δύσκολες και καταστροφικές. Τα πάντα γύρω μας αλλάζουν με θυελλώδεις ταχύτητες, μέσα σε αυτό το περιβάλλον και τις συνθήκες το πρόσωπο της Τέχνης αγωνίζεται να ξεκαθαρίζει το πρόσωπό της, να μην προσομοιάζει με ένα ακόμα εφήμερο καταναλωτικό προϊόν. Ακριβό και περιττό για την μεγάλη μάζα του λαού, αλλά χρήσιμο για τους συλλέκτες και τους εμπόρους τέχνης. Η έκδοση πχ. ενός βιβλίου κοστολογείται ανάλογα με την εμπορική του αγοραστική χρησιμότητα. Ποια θέση καταλαμβάνει στα ευπώλητα (μιλώ και για τα βιβλία εκείνα τα οποία διατίθενται ως ύλη διδασκαλίας στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες σχολές). Οι σύγχρονες Ανθολογίες αποτελούν και αυτές, ένα ακόμα εμπορικό-εκδοτικό προϊόν προς κατανάλωση ημών και υμών των σύγχρονων ανθρώπων αναγνωστών καταναλωτών. Τα τελευταία χρόνια, κυκλοφόρησαν πολύτομες ελληνικές ανθολογίες με κενά, επαναλήψεις ποιημάτων, εργογραφικά στοιχεία μισά (καρμπόν προηγούμενων). Σαν μια «αντιγραφή»(;) από τα ίδια. Αυτό ασφαλώς συνέβαινε και τα παλαιότερα χρόνια ίσως σε μικρότερο βαθμό, όμως σήμερα, που ο ερευνητής και ανθολόγος ευκολύνεται να βρει και να καταγράψει τα έργα συγγραφέων χρειάζεται περισσότερη προσοχή στην επιμέλεια και φροντίδα μιας Ανθολογίας. Τα γούστα των ανθρώπων άλλαξαν, οι αναγνωστικές τους επιθυμίες, οι οραματικοί σκοποί, και τα όνειρα τους, τα παλαιά όμως Ανθολογικά Άνθη συνεχίζουν να ευωδιάζουν. Βρίσκονται σιμά μας και αναμένουν υπομονετικά να τα πλησιάσουμε.
Τις τελευταίες δεκαετίες, βλέπουμε ότι και η Ποίηση τείνει να περιορίζεται σε χέρια «ειδικών», σε αίθουσες πανεπιστημιακών σχολών. Ο ποιητικός λόγος τα προηγούμενα χρόνια βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη της ζωής μας, στα χείλη και τις κουβέντες των προσωπικών μας συνομιλιών. Σήμερα η ποιητική παραγωγή διεξάγεται κάτω από άλλους όρους. Περιορίζεται μάλλον μέσα στα σπουδαστήρια. Τα έργα των ποιητών (και των πεζογράφων) έγιναν ένας ακόμα αναγκαίος τομέας διδακτορικών ερευνητικών εργασιών, αναγκαία προϋπόθεση εργασιακής καταξίωσης και σταδιοδρομίας των καθηγητών μας. Αυτό δεν είναι κάτι αρνητικό, επιλήψιμο, μήπως όμως έπαψε πια η μαγεία της ποίησης να κοινωνεί τις ζωές των ανθρώπων, όλων μας; Είναι άστοχο να πιστεύουμε ότι τις προηγούμενες δεκαετίες ο ποιητικός λόγος συγκινούσε περισσότερο τους ανθρώπους, τους ενέπνεε; Τους πρόσφερε μια άλλη διάσταση ζωής; ίσως θα αντιτείνει κάποιος ρεαλιστής ότι ήταν και αυτή μια ψευδαίσθηση, μία συναισθηματική φενάκη, είδαμε οι μεταπολιτευτικές γενιές των ελλήνων και ελληνίδων που διάβαζαν και μιλούσαν για ποίηση σε τι αδιέξοδα έφεραν την χώρα. (και κάτι ίσως σχετικό. Πρόσφατα άκουσα σε εκπομπές της δημόσιας τηλεόρασης τα εξής: πρώτον, αμερικανίδα καθηγήτρια που συμμετείχε σε πάνελ ομιλίας είπε ότι «εμείς στην Αμερική, δημιουργούμε πανεπιστήμια για να «εξυπηρετούμε» τους φοιτητές και σπουδαστές, εσείς εδώ για να «εξυπηρετήσετε» τους καθηγητές και τους κύκλους σας". Ασφαλώς υπερβολικές οι θέσεις της αλλά σε βάζουν σε σκέψεις. Και δεύτερον, η μυθιστοριογράφος κυρία Λένα Μαντά, όπως και η εκδότρια του εκδοτικού οίκου που εκδίδει τα βιβλία της, είπαν ότι τα βιβλία της αγαπητής στο γυναικείο κοινό συγγραφέως, πούλησαν κάπου 2.500.000 αντίτυπα. Πιστεύει αλήθεια κανείς ότι ενδιαφέρει στο που θα κατατάξουν τα μυθιστορήματά της οι αρμόδιοι κριτικοί ή αν θα ασχοληθούν με τα βιβλία της στις τριτοβάθμιες σχολές; όταν κάνουν τέτοιο τιράζ πωλήσεων τα μυθιστορήματα της αγαπητής στο κοινό Ελληνίδας μυθιστοριογράφου; θυμόμαστε την ανάλογη περίπτωση του βιβλίου, «Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα». Θέλω να πω, τι αποψίλωσε την ουσιαστική λειτουργία της Ποίησης από τις ζωές των ανθρώπων, όλων μας. Έγινε ότι και στην περίπτωση της Μαρξιστικής ιδεολογίας, έπαψε πιά να γονιμοποιεί τις πολιτικές συνειδήσεις των ανθρώπων ενώ μπήκε στις πανεπιστημιακές σχολές και έγινε μάθημα διδασκαλίας και εξεταστέα ύλη, διατριβή για νέους επιστήμονες. Αν χρήζουν ελάχιστης προσοχής τα λεγόμενά μου,-ενός σταθερού αναγνώστη της ποίησης άλλων εποχών, ενδεχομένως, μήπως θα μπορούσαμε να γράψουμε ότι και η Ποίηση έκλεισε τον ιστορικό της κύκλο μέσα στο κοινωνικό σώμα; Ολοκλήρωσε τον οραματισμό και την λειτουργία της μέσα στις κοινωνίες των ανθρώπων; Και κατ’ αναλογία, μπορεί να γραφεί σήμερα εν έτει 2022 ποιητικό Έπος; Να επανέλθουμε σε εποχές ρομαντισμού; Λυρισμού; Γιατί Καβάφης και όχι Παλαμάς; Γιατί Κακναβάτος και όχι Μαβίλης; Σίγουρα μακριά από εμάς ο πνευματικός διχασμός. Δεν υπάρχουν διαζευκτικά (η) στον χώρο του πνεύματος και των ιδεών. Και οι Ανθολογίες που εκδίδονται έχουν χρησιμότητα και πιά; Εκφράζουν τι; αντιπροσωπεύουν τι; Ή μήπως υπάγονται και αυτές στα άλλα της κατανάλωσης εμπορικά προϊόντα; Υπάρχει απάντηση ή δεν υφίσταται καν το ερώτημα;
Οι συμμετέχοντες ποιητές και ποιήτριες στην Ανθολογία του Ανδρέα Ιω. Κεραμίδα, προέρχονται από ένα ποιητικό φάσμα διαφορετικών σχολών, τεχνοτροπιών, γενεών, περιοχών της Ελλάδας, γλωσσικών εκφράσεων, αποτυπώσεων, φόρμας, τεχνικής του στίχου, ύφους συγγραφέων, επιλογή λεξιλογίου, επιδράσεων και βαθμών συγκίνησης, βαθμούς μαρτυρίας θρησκευτικής πίστης. Το υλικό προέρχεται ακόμα και από ανέκδοτες εργασίες ποιητών όπως σημειώνει ο Α. Ι. Κεραμίδας. Η Ανθολογία περιέχει ολοκληρωμένες ποιητικές μονάδες είτε αποσπάσματα συνθέσεων, ποιήματα μακράς πνοής και σύνθεσης, σονέτα. Ποιητικά μερίσματα ανθολογικά μελίσματα μιας άλλης ιστορικής και ποιητικής, κοινωνικής εποχής, βίου και πολιτείας ελλήνων και ελληνίδων. Τα περισσότερα ονόματα των ποιητών μας είναι και ευτυχώς, ακόμα και σήμερα γνωστά, το ίδιο και τα έργα τους. Ποιήματα τα οποία έχουν ανθολογηθεί μεταγενέστερα σε ανθολογίες, περιοδικά, μεταφέρονται σε μελέτες ή διδάσκονται στις σχολικές αίθουσες ή σε αίθουσες συγκεντρώσεων χριστιανικών ομάδων. Ίσως θα μπορούσαμε να εικάσουμε, ότι ορισμένα από τα ανθολογημένα αυτά ποιήματα μπορούν να προσμετρηθούν στην παράδοση των ποιητικών μορφών και ειδών του ελληνικού ποιητικού λόγου στην διαδρομή του. Μια διάσωση γλωσσικών τύπων και αποτυπώσεων της γραφής μέσα στην ιστορική διαδρομή της ελληνικής θρησκευτικής παράδοσης. Μια ιστορική θρησκευτική παράδοση που έχει τις ρίζες της στον Όμηρο, περνά στα ποιητικά κληροδοτήματα του Μεσαιωνικού Ελληνισμού, τα θεσπέσια υμνογραφίας μέλη της εκκλησιαστικής-βυζαντινής υμνογραφίας, εξακτινώνεται στα Δημοτικά Τραγούδια, το κρητικό έπος του Ερωτόκριτου, ποτίζει τα απομνημονεύματα των αγωνιστών του 1821, διοχετεύεται στους ρομαντικούς ποιητές, τον κορμό μαρτυρίας των καθαρευουσιάνικων φωνών, αγγίζει τα κράσπεδα της Καβαφικής πνοής, (έστω και ως ειρωνεία) του μοντέρνου Σεφερικού και Παπατσωνικού λόγου, και εκχέεται στις υπερρεαλιστικές φωνές του Νίκου Εγγονόπουλου, και όπως φαίνεται κατακάθεται στις δημοτικόμορφες στιχουργικές φόρμες του Μιχάλη Γκανά και στην αισθητική γλωσσική αρτιότητα της ποίησης του Οδυσσέα Ελύτη και των μοναχών υμνογράφων του καιρού μας. Ποιητικά θρησκευτικά ρυάκια της ελληνικής ποίησης που «λοξοδρόμησαν» από την αρχική Σολωμική πηγή. Φωνές της ποίησης με ιδιαίτερο χαρακτήρα η κάθε μία, βαθμούς ανάσας και αναβαθμούς πίστης στις ανθρωπιστικές αξίες της παράδοσης του ελληνικού πολιτισμού. Μια ανθρωπιστική ποίηση κόντρα στον ιστορικό ρεαλισμό της καθόλου Ιστορίας. Αγαπητά μας ποιητικά ακούσματα και ονόματα ποιητών, ενώ ταυτόχρονα, έχουμε και άγνωστές μας ποιητικές φωνές και τίτλους ποιημάτων. Ποιητές και Ποιήτριες αλειτούργητοι αναγνωστικά στο πέρασμα του χρόνου, χαμένες σε σκονισμένα ράφια βιβλιοθηκών και αρχείων. Σκεπασμένες από καινούργια ποιητικά προτάγματα και ποιητικές φωνές. Μεταγενέστερες δοκιμιακές εργασίες και ανθολογήσεις για την εξέλιξη της ποίησης εκείνων των δεκαετιών μας δείχνουν, ότι ενδέχεται ορισμένες ποιητικές φωνές να σταμάτησαν να γράφουν, να εκφράζονται μέσω του ποιητικού λόγου. Άλλαξε η πυξίδα των ενδιαφερόντων τους. Θεώρησαν ότι αυτό που είχαν να δώσουν στην ποίηση, την τέχνη, τον πολιτισμό το πρόσφεραν. Οι φωνές τους δεν κόμισαν κάτι το «ανατρεπτικό», η συνέχιση της συγγραφής τους δεν θα έφερνε καμία ρήξη στα ποιητικά πράγματα. Τομή στην πορεία της ποιητικής διαδρομής. Αντοχές πίστης και ίσως όχι ποίησης. Από την άλλη, «ισχυρές» ποιητικές φωνές, αντρικές και γυναικείες, εξακολούθησαν να είναι παραγωγικές και τολμηρές στους νέους καιρούς που ανέτειλαν. Δημιουργοί οι οποίοι πειραματίστηκαν, υιοθέτησαν δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα, έκαναν προσμείξεις στους στίχους τους, συνέχισαν να δημοσιεύουν σε περιοδικά και έντυπα πρωτοποριακών προδιαγραφών για την εποχή τους, να εκδίδουν συλλογές, να ανθολογούνται εκ νέου, να γράφουν κριτικές και να σχολιάζουν τα ποιητικά τεκταινόμενα της εποχής τους, των ομοτέχνων τους. Τις τελευταίες δεκαετίες έχουμε τις ανθολογικές προτάσεις της σειράς του Ανθολόγου Ερμή, της σειράς Εκ Νέου των εκδόσεων Γαβριηλίδης κ.ά. Οι νέες εκδοτικές ανθολογικές προτάσεις μπορούμε να σημειώσουμε ότι μάλλον «άλλαξαν» την ποιητική αναγνώριση της γεωγραφίας της εποχής μας. Επανέφεραν στην επιφάνεια αφετηριακούς και πρωτοποριακούς διαύλους επικοινωνίας του ποιητικού λόγου με νεότερους σε ηλικία αναγνώστες. Ήρθαμε σε επαφή με την μεγάλη δεξαμενή του ελληνικού λυρισμού, την υψηγορία των φωνών του ρομαντισμού, την στεντόρεια εθνική πνοή των καθαρευουσιάνων. Συγκινηθήκαμε ξανά από φωνές συμβολιστών. Αναζητήσαμε τρόπους αρμονικού συμβιβασμού, ισότιμης μεταχείρισης των παλαιών τεχνικών της μετρικής με την μοντέρνα μετρικότητα του ελεύθερου στίχου. Γοητευτήκαμε από τον προσωδιακό χαρακτήρα των παλαιότερων ελλήνων ποιητών, ψιθυρίσαμε και πάλι μουσικούς φθόγγους, ήρθαμε σε επαφή με προδρομικές φωνές της ελληνικής ποίησης. Σταθήκαμε σε καθαρευουσιάνικες εμπνεύσεις δίχως να αισθανόμαστε ότι μας ενοχλούν. Προσεγγίσαμε εκ νέου την Ιστορία του Έθνους μας και της πατρίδας μας μέσω του πανοραμικού κόσμου του Ελληνικού Ποιητικού λόγου. Ποιητικά στερεότυπα παλαιότερων εποχών και κλασικές εκφραστικές ποιητικής επικοινωνίας ήρθαν στην ποιητική σκηνή και ίσως, σε ελάχιστες περιπτώσεις με διαβρωτική ισχύ «αλλοίωσαν»- εμπλούτισαν τον σύγχρονο ποιητικό λόγο. Μετέστρεψαν νεότερες φωνές ποιητών όπως δεν το κατόρθωσαν στην εποχή τους οι παλαιότεροι ποιητές. Έγιναν πηγές έμπνευσης και σημασιοδότησης μιάς άλλης ποιητικής ατμόσφαιρας και βαρύτητας. Η καθόλου όμως συνεισφορά των παλαιών ποιητών και ποιητριών στις σύγχρονες ποιητικές πνοές και γραφή χρειάζεται ειδική διαπραγμάτευση η οποία θα μας φανερώσει και την χρησιμότητα των Ανθολογιών. Ανθολογίες οι οποίες μάλλον υπερβαίνουν τις 400. Αν προσμετρήσουμε και τις ξενόγλωσσες μεταφράσεις ελλήνων ποιητών και ποιητριών στο εξωτερικό. Για μία ακόμη φορά να μνημονεύσουμε αυτούς και αυτές που άνοιξαν τον δρόμο στην καταγραφή και εξέταση των Ανθολογιών. Την Μαρία Χαλκιοπούλου και βιβλίο της «Βιβλιογραφία Νεοελληνικών Ποιητικών Ανθολογιών (1834-1978)», εκδ. Μήνυμα, Αθήνα 1978. Τον Αλέξη Πολίτη και την εργασία του «Ποιητικές Ανθολογίες 1830-1900. Ανιχνεύοντας την γραπτή παράδοση» σελ.405-429. Θεσσαλονίκη 1998. Στον τόμο Μνήμη Ελένης Τσαντσάνογλου. Εκδοτικά και Ερμηνευτικά ζητήματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Πρακτικά Ζ΄ Επιστημονικής Συνάντησης. Υπεύθυνος Χ.Λ. Καράογλου. Και στον ίδιο τόμο, η εργασία των Έφη Χρ. Βαρακλιώτου- Χ. Λ. Καράογλου- Αρίστη Σαραλή, «Ποιητικές Ανθολογίες (1901-1950) Πρόδρομη ανακοίνωση, σελ. 431-453. Και τέλος τους συντελεστές και συνεργάτες του 11ου τόμου «Πρακτικά 11ου Συμποσίου Ποίησης-Ποιητικές Ανθολογίες» 5-7/Ιουλίου 1991, εκδ. Αχαϊκές Εκδόσεις 1993. Να συμπληρώσουμε ότι τίτλους Ανθολογικών Εκδόσεων διαβάζουμε και στις ενδιάμεσες ή τελευταίες σελίδες περιεχομένων των Ιστοριών της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και Ελληνικές Γραμματείας. Ίσως θα άξιζε και θα ήταν χρήσιμη και εκδοτικά, μια σύγχρονη και νέα καταλογράφηση, καταγραφή των σκόρπιων διαχρονικά εργασιών, δίχως κριτικούς αποκλεισμούς και άλλες εξαιρέσεις, ώστε να έχουμε μια συνολική σημερινή εικόνα πόσες αριθμητικά Ανθολογίες έχουν εκδοθεί εντός και εκτός Ελλάδας, τα περιεχόμενα και τους συμμετέχοντας τα είδη και τις κατηγορίες τους. Εμπορικά μπορεί όχι επικερδές ένα τέτοιο εγχείρημα αλλά πολύτιμο βοήθημα-κατάθεση στην Ελληνική Ποίηση και Λογοτεχνία και την Ιστορική πορεία της.
Κρατώντας την Νεοελληνική Θρησκευτική Ανθολογία του Κεραμίδα στα χέρια μας, ευχαριστιόμαστε για άλλη μία φορά την συμμετοχή του δασκάλου της ποίησης ποιητή Κωστή Παλαμά, του οποίου το συνολικό σώμα των συγγραφικών του καταθέσεων (ποίηση, πεζά, κριτικές, άρθρα, αλληλογραφία, θέατρο, μεταφράσεις, σχόλια, πρόλογοι) επανεκδίδονται στις μέρες μας από το Ίδρυμα Κωστή Παλαμά, αφήνοντας όπως φαίνεται πίσω τους,-η σύγχρονη επιμελημένη επανέκδοση-τους σκληρόδετους πολυσέλιδους τόμους της δεκαεξάτομης έκδοσης των «Απάντων» των εκδόσεων Μπίρη με τους οποίους μεγάλωσε και ήρθε σε επαφή η γενιά μας με τη φωνή και την σκέψη, τις ποιητικές διδαχές του δασκάλου ποιητή Κωστή Παλαμά και τον κόσμο των ιδεών του. Μέντορα πολλών αντρικών και γυναικείων ποιητικών φωνών και όχι μόνο. Επανέκδοση έχουμε και του έργου του ποιητή Γιώργου Κοτζιούλα. Βλέπε Γιώργος Κοτζιούλας, «ΑΠΑΝΤΑ», τόμοι 3, β΄ έκδοση, εκδόσεις Κώστας Γ. Κοτζιούλας-Δίφρος, Αθήνα 2013. Του ποιητή Ρώμου Φιλύρα., Ρώμος Φιλύρας, «Ποιήματα. Άπαντα τα ευρεθέντα» τόμοι 2, φιλολογική επιμέλεια Χ. Λ. Καράογλου- ΑμαλΊα Ξυνογαλά, εκδόσεις University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2013. Του ελληνοεβραίου ποιητή Γιώζεφ Ελιγιά, «Άπαντα» τόμοι δύο, Εισαγωγή-Επιμέλεια: Λέων Α. Ναρ, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2009. Του λοιδορούμενου από την Καρυωτακική πέννα Μιλτιάδη Μαλακάση,τόμοι3, (Ποιήματα-Πεζά), Εισαγωγή-Φιλολογική Επιμέλεια: Γιάννης Παπακώστας, εκδόσεις Πατάκη 2005 και πολλών άλλων. Ανάμεσα στις σελίδες της Ανθολογίας του Α. Ι. Κεραμίδα, συναντάμε και μία ποιητική φωνή με τα αρχικά του ονοματεπώνυμου της. Μ. Ν. Π. σελίδα 146. Από μια γρήγορη ματιά στο πολύτιμο βιβλίο του Κυριάκου Ντελόπουλου, «Νεοελληνικά Φιλολογικά Ψευδώνυμα» Νέα συμπληρωμένη έκδοση, γ΄ εκδ. Εστία 2005, μόνο στην σελίδα 78 υπάρχει ψευδώνυμο με τα αρχικά Μ. Π. που αντιστοιχεί στον Ν. Ν. Δρακουλίδη, τον γνωστό ως Άγγελο Δόξα, που ενδέχεται να είναι η φωνή. Ελάχιστες και γνωστές μας ποιητικές φωνές της Ανθολογίας προέρχονται από την πόλη του Πειραιά. Από την σύνολη ποιητική παράδοση της πόλη μας (μετά το 1835 που ιδρύθηκε ο Δήμος του Πειραιά) μόνο η λυρική φωνή του μεσοπολέμου του συμβολιστή Λάμπρου Πορφύρα ευτύχησε να αναστυλωθεί δύο φορές συνολικά τον περασμένο αιώνα. Εκδόσεις Πηγή, του Γιώργου Βαλέτα και αυτή των εκδόσεων Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη. Ο πειραιώτης ποιητής του μεσοπολέμου, (ορισμένοι μελετητές μιλούν για «σχολή της Φρεαττύδας»), έστω και ως «χαμηλή φωνή» τον διαβάζουμε σε αρκετές ανθολογίες, αφιερώματα περιοδικών, βιβλία. Ιδιαίτερα το πασίγνωστο ποίημά του «Δέηση για την ψυχή του Παπαδιαμάντη» είναι από τα πλέον αναγνωρίσιμα. Ο Σπετσιώτης Γεώργιος Στρατήγης, πολυγραφότατος ποιητής και μεταφραστής της εποχής του, παραμένει ακόμα και σήμερα σκόρπιος, αδιάθετος στο αναγνωστικό κοινό, αχαρτογράφητος και για πλείστους, λησμονημένος μέσα στις σελίδες των ιστοριών της ελληνικής λογοτεχνίας. Σποραδικά και που μνημονεύεται η παρουσία του σε επετειακές ομιλίες και διαλέξεις. Γνωστότερο και επαναλαμβανόμενο ποίημά του «Ο Ματρώζος». Ο χρονογράφος και πεζογράφος, αρθρογράφος από το Φάληρο Παύλος Νιρβάνας, διασώθηκε και ακούγεται συχνότερα. Το σύνολο σχεδόν σώμα του έργου του βρίσκεται στην πεντάτομη έκδοση του Χρήστου Γιοβάνη σε αναστύλωση του Γιώργου Βαλέτα. Ο Κλέαρχος Στ. Μιμίκος και ο Γιώργος Τσουκαλάς, εκδότης του Πειραϊκού περιοδικού ο πρώτος και συγγραφέας μυθιστορημάτων ο δεύτερος, ο Θεόδωρος Βελιανίτης με τα πολλά ιστορικού περιεχομένου θεατρικά του έργα Τί Συ!!!. Από τον πλούσιο λειμώνα των ελληνίδων ποιητριών, η Ζωή Αναστασιάδου μας είναι άγνωστη. Η καλή ποιήτρια Αιμιλία Δάφνη συστεγάστηκε κάτω από το στέγαστρο του συζύγου της ιστορικού και ποιητή Στέφανου Δάφνη και σιώπησε ποιητικά. Κατά διαστήματα, σε εργασίες για τον ελληνικό γυναικείο ποιητικό λόγο μνημονεύουν την παρουσία της. Η πρώτη νεανική σύντροφος του Νίκου Καζαντζάκη, η χειραφετημένη πεζογράφος και ποιήτρια Γαλάτεια Καζαντζάκη δεξιώθηκε καλύτερης τύχης. Το έργο της προσέχθηκε περισσότερο από άλλες γυναικείες φωνές, εξετάστηκε η προσφορά και όποια συμβολή της στην πεζογραφία με θηλυκό πρόσωπο. Δίαυλοι επικοινωνίας με την σκέψη και δράσεις της υπήρξαν και άλλες της παράλληλες δραστηριότητες, όπως τα παιδικά της βιβλία, η συμμετοχή της στο αριστερό περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι», η σχέση της με τον Νίκο Καζαντζάκη κ.ά. Πολλά της πεζογραφήματα επανεκδίδονται με εισαγωγές. Πρόσφατες επανεκδόσεις έργων της έχουμε από τον εκδοτικό οίκο Μπαρμπουνάκη στην Θεσσαλονίκη, τις εκδόσεις Καστανιώτη στην Αθήνα κλπ. Την μελιστάλακτη φωνή της Μελισσάνθης την απολαμβάνουμε στην έκδοση των Ποιημάτων της. βλέπε Μελισσάνθη, «Οδοιπορικό» Ποιήματα 1930-1984 εκδόσεις Καστανιώτη 1986 με τη φροντίδα του Θανάση Φωσκαρίνη. Δεν έχουμε όμως ακόμα συγκεντρωτική έκδοση και επιμέλεια του έργου της, ποιητικού και δοκιμιακού. Ο μελωδός των Ονείρων μας Μάνος Χατζιδάκις την έχει μελοποιήσει όπως και νεότεροι έλληνες συνθέτες. Άγνωστη στους πολλούς παραμένει και η παρουσία της Μαρίας Μπόταση. Η θρυλική Θεώνη Δρακοπούλου, η γνωστή μας Μυρτιώτισσα και η «καραμελένια» ερωτική ποίησή της έτυχε μιάς ανθολόγησης των ποιητικών της συλλογών από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη από τον υποφαινόμενο, μετά την έκδοση των ποιητικών της «Απάντων» με πρόλογο του Τάσου Αθανασιάδη και εισαγωγή του Αντρέα Καραντώνη, εκδόσεις Alvin Redman Hellas Αθήνα 1965. Υπάρχουν ακόμα διάσπαρτα πολλά της ποιήματα και μικρές μελέτες σε περιοδικά και ημερολόγια της εποχής, βλέπε περιοδικό «Νουμάς», «Φιλολογική Πρωτοχρονιά», «Νέα Εστία» κ. ά. Αγνοημένο είναι και το συγγραφικό ταλέντο της ποιήτριας, διηγηματογράφου, ανθολόγου και λαογράφου Αθηνάς Ταρσούλη. Μιάς γυναικείας γραφίδας από τις εξαιρετικότερες στην εποχή της και όχι μόνο. Οι λαογραφικές της εργασίες με την αισθητική και εκδοτική τους αρτιότητα, και η μελέτη-ανθολογία της για τις «Ελληνίδες Ποιήτριες» είναι και σήμερα ακόμα αξεπέραστες και πρωτοπόρες ως εργασίες. (Αξίζει αν δεν υπάρχουν πνευματικά ή άλλου είδους δικαιώματα να επανεκδοθούν τα βιβλία της, η σημαντική της μελέτη για τις Ελληνίδες Ποιήτριες, τα ποιήματά της, τα λαογραφικά και τα διηγήματά της). Από τους έλληνες ποιητές,-πολυπληθέστερες φωνές- ευτυχέστερος στάθηκε ο τραγικός ποιητής του μεσοπολέμου, ο αυτόχειρας και άθεος, εαμίτης ομοφυλόφιλος Ναπολέων Λαπαθιώτης, του οποίου τα Ποιήματα εκδόθηκαν από τις εκδόσεις Φέξη με την εισαγωγή του Άρη Δικταίου. Πολλά του ποιήματα συγκινούν και διαβάζονται και σήμερα, μελοποιούνται στίχοι του. Παρά την «καθήλωση» της ποιητικής του φωνής στις «χαμηλές» συγκινεί ακόμα. Η ζωή του έχει γυριστεί ταινία από τον πειραιώτη σκηνοθέτη και συγγραφέα Τάκη Σπετσιώτη, «Μετέωρο και Σκιά». Τα τελευταία χρόνια εκδόθηκαν και πεζά του. Άγνωστη παραμένει η πεζογραφική και αρθρογραφική του παρουσία στο οικογενειακό περιοδικό «Μπουκέτο» και σε άλλα έντυπα και εφημερίδες. Ο συμβολιστής ποιητής και πεζογράφος Κώστας Χατζόπουλος, ο ποιητής Ιωσήφ Ραφτόπουλος, ο εκπαιδευτικός Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, (πολυγραφότατος δοκιμιογράφος, κριτικός, πεζογράφος…), ο αθηναιολάτρης ποιητής Γεώργιος Δροσίνης έτυχαν καλύτερης μοίρας. Ο χρόνος και το αναγνωστικό κοινό πρόσεξαν το έργο τους δίχως μεγάλες κριτικές ενστάσεις. Από την γενική ποιητική ανωνυμία ξέφυγαν ενδόξως ο ποιητής και μεταφραστής Κώστας Βάρναλης, (Ο ποιητής και δοκιμιογράφος Γιάννης Δάλλας επιμελήθηκε και αναστύλωσε ποιητικές του συνθέσεις σχετικά πρόσφατα). Ο σημαντικός κριτικός και ποιητής Τέλλος Άγρας, χάθηκε νεότατος από αδέσποτη σφαίρα την περίοδο της Κατοχής, μας παραδόθηκε-το σύνολο έργο του-από τον παλαιό πανεπιστημιακό και ποιητή Κώστα Στεργιόπουλο. Τα Άπαντά του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ερμής. Ο επτανήσιος ποιητής και πολιτικός Αριστοτέλης Βαλαωρίτης διαβάζεται ακόμα και επιλέγονται ποιήματά του να γνωριστούν από το σύγχρονο νεανικό κοινό, κυρίως στον χώρο της εκπαίδευσης, μετά από το ανθολόγιο που κυκλοφόρησε στην Μέση Εκπαίδευση με εισαγωγή του Κωνσταντίνου Τσάτσου. Τροπαιοφόρος επανήλθε στην ποιητική επικαιρότητα των ημερών μας ο Ανδρέας Κάλβος. Τελευταίες εργασίες και εκδόσεις έργων του έχουμε από το Μουσείο Μπενάκη. Το ενδιαφέρον για τις Καλβικές σπουδές συνεχίζει το ευαίσθητο και οξύ βλέμμα και κριτήριο του Κωστή Παλαμά, για έναν έλληνα ποιητή του οποίου ενδεχομένως να μην ανακαλύψουμε ποτέ τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Ενώ θα αναρωτηθούμε, ποιός μνημονεύει σήμερα τον Γ. Φτιαρά, έναν χριστιανικού κλίματος ποιητή και τις ποιητικές του συνθέσεις για τις ταλαιπωρίες και τις διώξεις των ρώσων χριστιανών την εποχή της παντοδυναμίας της ΕΣΣΔ. Ή ποιός διαβάζει τα καλογραμμένα «Οράματα της Νύχτας» του που μέρος τους περιλαμβάνονται στην Νεοελληνική Θρησκευτική Ανθολογία. Οι καθαρευουσιάνοι ποιητές-οι οποίοι «έλυναν και έδεναν» στην εποχή τους με την παρουσία τους, διασώζονται σε γενικές γραμματολογίες, ιστορίες της ελληνικής λογοτεχνίας και επιλεγμένες σειρές Ανθολογιών. Ο πρώτος μοντερνιστής ποιητής, μεταφραστής και κριτικός Τάκης Κ. Παπατσώνης, ο Nobilissimus, τα τελευταία χρόνια ευτύχησε της προσοχής και του ενδιαφέροντος ελλήνων πανεπιστημιακών, συγγραφέων και εκδοτών. Η παρουσία του διερευνάται, το έργο του εξετάζεται, οι μεταφράσεις του συζητιούνται, παραλληλίζεται η φωνή του με ποιητές της γενιάς του, συγκεντρώνεται το διάσπαρτο σκόρπιο έργο του σε γνωστά και λιγότερο γνωστά περιοδικά και έντυπα. Ένας έλληνας ποιητής ευρωπαϊκών προδιαγραφών που όπως δηλώνουν οι καινούργιες ερευνητικές εργασίες «παραμερίσθηκε» ο λόγος του για αρκετά χρόνια από ομότεχνους του. Κατά το κοινώς λεγόμενο θάφτηκε από πολλές ποιητικές, κριτικές και ιδεολογικές πλευρές. Πρόσφατη εργασία για το δοκιμιογραφικό και κριτικό του έργο έχουμε από τον καθηγητή και δοκιμιογράφο κύριο Βασίλη Μακρυδήμα. Ο Αγρινιώτης μεταδιδακτορικός ερευνητής και διδάσκων στο Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης κυκλοφόρησε την ογκώδη κριτική και ερευνητική του εξονυχιστική και λεπτομερή δουλειά για τον κριτικό και δοκιμιογράφο, ποιητή Τ. Κ. Παπατσώνη. Βλέπε Βασίλης Μακρυδήμας, «ΣΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΑΝΤΙΘΕΣΕΩΝ»-Ο κριτικός και δοκιμιογράφος Τ. Κ. Παπατσώνης, εκδόσεις Gutenberg 2022, σελίδες 500, τιμή 27 ευρώ. Ο καθηγητής κύριος Βασίλης Μακρυδήμας συμμετείχε και στο βιβλίο με τις ομιλίες που εξέδωσε η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος το 2019, «Τ. Κ. ΠΑΠΑΤΣΩΝΗΣ. ΤΟ ΚΡΙΤΙΚΟ ΚΑΙ ΔΟΚΙΜΙΑΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ», σελίδες 102, τιμή 7 ευρώ. Το βιβλίο περιέχει τις ομιλίες-μελέτες των Γιάννη Δημητρακάκη, «Η γαλλική ποίηση στο δοκιμιακό έργο του Τάκη Παπατσώνη. Έντεκα άρθρα στη Νέα Εστία το 1947.». Βασίλη Μακρυδήμα, «Ο Καβάφης του Τ. Κ. Παπατσώνη». Βασίλη Βασιλειάδη, «Ο Τ. Κ. Παπατσώνης και η κριτική της νεοελληνικής λογοτεχνίας» και Βασίλη Λέτσιου, «Τάκης Παπατσώνης και Έντγκαρ Άλλαν Πόε». Και τα τέσσερα κείμενα είναι ομιλίες που εκφωνήθηκαν στις 20/4/2018 στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος. Την γενική επιμέλεια της σειράς εκδηλώσεων και εκδόσεων «Λόγος» έχει ο διευθυντής της «Νέας Εστίας» συγγραφέας Σταύρος Ζουμπουλάκης. Από όσο γνωρίζω, το σημαντικό του έργο που παλιότερα κυκλοφόρησε από τις καλές εκδόσεις Ίκαρος, του ποιητή Δημήτρη Καρύδη, παραμένει ακόμα ανατύπωτο. Επίσης, στην ροή του χρόνου προσέχθηκε ιδιαίτερα ο επτανήσιος ποιητής Λορέντζος Μαβίλης, ο ήρωας του Δρίσκου. Τελευταίος επιμελητής του έργου του ο καθηγητής και δοκιμιογράφος Θεοδόσης Πυλαρινός. Ο Θεσσαλονικιός Γεώργιος Θέμελης έχει στο ενεργητικό του δοκιμιακές και εκπαιδευτικές μελέτες πέρα από το καθαρά ποιητικό του έργο. Ούτε και ο καλός αυτός ποιητής και διάκονος του δοκιμιακού λόγου έτυχε μιάς συγκεντρωτικής εκδοτικής προσπάθειας. Στην Ανθολογία γράφεται με ι (Θέμελις) τυπογραφικό λαθάκι όπως και σε άλλες σελίδες του βιβλίου.
Τα Ποιήματα της πρώτης Νεοελληνικής Θρησκευτικής Ανθολογίας, αν εξετασθούν εν συνόλω, θα δούμε ότι δεν κινούνται τα πλείστα, μέσα σε αυτό που δεχόμαστε και αναγνωρίζουμε αυστηρά ως θρησκευτικό κλίμα. Δεν υπάγονται στην φιλοσοφία, χριστιανική οντολογία, υπαρξισμό, εκκλησιαστική προβληματική, στο άρμα με δύο λόγια, μιας χριστιανικών προδιαγραφών θρησκευτικού περιβάλλοντος ορθόδοξης πίστης, πνευματικής μαρτυρίας και άσκησης βίου. Οι ποιητικές ανάσες είναι διάφορες, η τονικότητα του ποιητικού λόγου επίσης, η θεματολογία ποικίλλει, η ποιητική και ο βαθμός έμπνευσης διαφέρει από ποιητή σε ποιητή και αντίστοιχα από ποίημα σε ποίημα. Το διαλυτικό κοινωνικό κλίμα της εποχής, το πνευματικό αδιέξοδο, το σκληρό και βασανιστικό τότε ιστορικό παρόν δεν διοχετεύεται μέσα στα στενά της εκκλησιαστικής ορθόδοξης γραμματείας πλαίσια. Οι στίχοι δεν αποτελούν μια εξαγνιστική της πίστης του ανθρώπου διέξοδο, ούτε μια συνμαρτυρία διαφορετικών εμπειριών. Είτε είναι αστικό το περιβάλλον είτε της επαρχίας από όπου προέρχεται ο ποιητικός αυτός λόγος και εικονογραφία, απουσιάζει η έμπνευση εκείνη της αλήθειας, ο σπινθήρας εκείνος της ουσιαστικότερης πίστης, ο στοχασμός της θρησκευτικής παράδοσης ο οποίος θα καθιστούσε τις φωνές αυτές ισότιμες και ισόκυρες μεταξύ των χριστιανών ποιητών που εμφορούνται από αυτό που δεχόμαστε ορθόδοξο φρόνημα και ήθος παρουσίας, όπως παραδείγματος χάρη έχουμε στην περίπτωση του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και όχι μόνο. Η δυσθυμία ενάντια στην τότε κοινωνική πραγματικότητα, η ανερχόμενη καταναλωτική ηγεμονεύουσα πνευματική και υλική κυριαρχία του δυτικού καπιταλιστικού πολιτισμού και παράλληλα του ιστορικού υλισμού που είχε εξαπλωθεί και μπόλιαζε συγγραφείς και διανοούμενους, δεν στρέφει συνήθως τους έλληνες συγγραφείς στη ανάγνωση νηπτικών πατερικών κειμένων, (εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση του Νίκου Καζαντζάκη), σε κείμενα δογματικής της ορθόδοξης λατρείας και βυζαντινής παράδοσης, αλλά επιλέγεται-από πολλούς ποιητές- μόνο ο διάκοσμος, το θρησκευτικό περίγραμμα ενός παραδοσιακού εκκλησιαστικού credo για να εκφραστούν και αποτυπωθούν ατομικοί δρόμοι δυσπιστίας, άγχους, φόβων, υπαρξιακών ερωτημάτων, αναζητήσεων, παιδικών και εφηβικών μνημών. Ποιητικές ομολογίες μιας πίστης ενός κόσμου που διατηρείται σαν κέλυφος και μόνο της εθνικής λατρευτικής παράδοσης και κρατικής εθιμικής τελετουργίας και κυρίαρχης διδασκαλίας. Έχουμε μιά ποιητικότητα ορθόδοξης υφής η οποία δεν αντιστοιχεί σε μια θα γράφαμε «φιλοκαλική» ποιητική. Πίσω από την σκηνική και σκηνή των ποιημάτων καιροφυλακτεί ο αδίστακτος ρεαλισμός της περιόδου της Κατοχής και της Σκλαβιάς. Οι ποιητικοί εστιασμοί περικείμενων ατομικών προθέσεων και αναφορών σε μια γνωστή μας και οικεία βυζαντινή εικονογραφία, ή μονοθεματική θεματογραφία. Αυτά και άλλα είναι φυσικά μια μαρτυρία των ανθρώπων της εποχής, ελάχιστες φορές όμως νιώθουμε μια σύστοιχη ελληνική διάθεση εκκλησιαστικής πνοής ανάλογη με του γάλλου ποιητή και θρησκευτικού θεατρικού δημιουργού Πωλ Κλωντέλ. Η προβληματική τους ανακαλεί ίσως το στοίχημα του Πασκάλ πάνω στην πίστη, δεν φτάνουν όμως στα ποιητικά βάθη και ύψη ευρωπαίων καθολικών χριστιανών, ή ρώσων πεζογράφων. Απέχουν μίλια δρόμου οι ελληνικές θρησκευτικής αυτές ποιητικές αποτυπώσεις στο να μας παραπέμψουν στο κλίμα της ποιητικής θρησκευτικής πνοής του άγγλου Τόμας Στέρν Έλιοτ. Για τους έλληνες ορθόδοξους δημιουργούς, η ποιητική «καθαρότητα» δεν μπορεί να προέλθει από τους δημιουργούς της θύραθεν παιδείας, ενός ποιητή του ύψους του γερμανού Ράινερ Μαρία Ρίλκε αλλά μόνο, από εκκλησιαστικούς συγγραφείς εντός των τειχών της ορθόδοξης δογματικής γραμματείας και ιερής παράδοσης. Ο Χιώτης δηλαδή χριστιανός ποιητής Γεώργιος Βερίτης, δεν κρίνεται, αξιολογείται και γίνεται αποδεκτός για την ποιότητα και καθαρότητα των ποιητικών του προθέσεων αλλά για την ποιότητα και ειλικρίνεια του βαθμού της ορθόδοξης πίστης του και της μη αμφισβήτησης των κρατικών εκκλησιαστικών διαπαιδαγώγησης θεσμών. Στις σελίδες της Ανθολογίας, διακρίνουμε φανερώματα χριστιανικών μεταγγίσεων συμβόλων και εικόνων, αλληγοριών και στιγμών, περιγραφών χώρων και καταστάσεων τα οποία πλημμυρίζουν το σώμα της Ανθολογίας αλλά, να σημειώσουμε ξανά, διαφορετικών προσδοκιών και αποτελεσμάτων. Ποιητικές της πίστης ανατάσεις και πνοές, διακηρύξεις ενός κόσμου που έχει αρχίζει να μεταφράζει την ποιότητα και το ήθος ζωής του, την αλήθεια των σχέσεών του με την πολιτική ποίηση, τα νέα των κοινωνικών ιδεολογιών μανιφέστα, τις διεθνιστικές πρακτικές και προκλήσεις και προσκλήσεις βίου. Μια «αντιχριστιανική» μεταφυσική σε ένα μεταφυσικής ατμόσφαιρας ποιητικό περιβάλλον κόσμου όπως του ελληνικού. Κλειστού και τυπολατρικού. Μια αν θέλετε μεταποίηση της μέχρι τότε παράδοσης. Μιά εκκοσμικευμένη πολυμαρτυρία περί πατροπαράδοτων αξιών και κανόνων ζωής νοσταλγία και ονείρων. Αναζήτησης ενός κοσμοείδωλου που να εκφράζει τις ευαγγελικές αρχές μέσα στα δεδομένα ποιητικά σύνορα αναγνώρισης. Ποιητικές αισθήσεις μιάς εποχής που παρέρχεται αφήνοντας πίσω της ένδοξα ιστορικά ερείπια και σπασμούς μιας οραματικής μεταφυσικής ελπιδοφορίας. Ο αποστολικός και βιβλικός κόσμος, ο προφητικό λόγος και η αγωγή και διαπαιδαγώγηση του ανθρώπου κατά «θεία οικονομία» μπορεί να προέλθει και μέσω ορισμένων διαύλων της θύραθεν ποίησης, πεζογραφία, λόγου. Το φαντασιακό των Ελλήνων αλλάζει, το ίδιο και οι πατροπαράδοτες συνήθειες, οι κοινωνικές επιλογές, οι στάσεις και οι τρόποι ζωής των, οι σχέσεις τους. Ο πόλεμος αποδήμησε παλαιά θέσφατα, ιερές σταθερές της κοινωνίας και εθνικών μορφών του χώρου της καλλιτεχνίας, που είχαν αρχίσει να γκρεμίζονται νωρίτερα, μετά το τέλος της Μεγάλης Ιδέας στα αιματοβαμμένα νερά του Αιγαίου τα χρόνια της Μικρασιατικής Καταστροφής. Το ροκάνισμα της βεβαιότητας της πίστης από καραβανάδες έλληνες πραξικοπηματίες και αυταρχικές κυβερνητικές δικτατορικές πρακτικές εκείνων των δεκαετιών. Ο Γ΄ Ελληνικός Πολιτισμός που προσπάθησε να αναβιώσει ο διανοούμενος στρατιωτικός, δικτάτορας πρωθυπουργός, δημοτικιστής Ιωάννης Μεταξάς κατά την τετραετή διακυβέρνησή του, δεν ήταν παρά ένα πείραμα σε πολιτικό επίπεδο των θέσεων και αρχών του αρχαιολάτρη Περικλή Γιαννόπουλου με μείξεις απόψεων του Ίωνος Δραγούμη. Οι ψιθυρισμοί των απόψεων του γυρολόγου της πίστης Απόστολου Μακράκη ακούγονταν από το βάθος. Οι κινήσεις επανεύρεσης μιάς νηπτικής ορθόδοξης καθαρότητας από την εποχή των Κολλυβάδων δεν μπορούσαν να σταματήσουν την λαίλαπα της πνευματικής και εκκλησιαστικής κυριαρχίας των ευρωπαίων συντηρητικών κοινωνικά και πολιτικά πιετιστών. Η «εισβολή τους» δεν ήταν γυμνή, συνοδεύονταν και με την οικονομική τους ισχύ η οποία πολεμούσε με τον τρόπο της την δεσποτεία και πνευματική εξουσία της πατριαρχικής συνοδικής καθ’ ημάς ανατολής. Ο προαύλιος χώρος της εκκλησίας του αγίου Ελισσαίου δεν προσέλκυε και πολλούς έλληνες ποιητές και συγγραφείς. Η αργή και σταθερή αστικοποίηση της Ελλάδας καλλιέργησε ένα ακόμα δυνατό και ανατρεπτικό υπόγειο ρεύμα αποιεροποίησης του ελληνικού Κόσμου και της τότε ιστορικής κληρονομιάς των παραδόσεων του. Ένα νεωτερικό ρεύμα από φωνές που διαισθανόμαστε ότι κυλά στις περισσότερες από τις φωνές της θρησκευτικής αυτής Ανθολογίας αλλά και των επόμενων που ακολούθησαν ελληνικών θρησκευτικών Ανθολογιών. Κάτι που ίσως ακόμα δυσκολεύει την διάκριση και ταξινόμηση των χριστιανικών φωνών, και το είδος της κατάταξής τους. Παρατηρούμε την αλλαγή σελίδας των βιωματικών μαρτυριών που οι νέοι και μοντέρνοι καιροί έφεραν στην ελληνική κοινωνία, και δεν άφησε αδιάφορες και ανεπηρέαστες τις πλείονες ποιητικές συνειδήσεις και ποιητικές τους καταθέσεις. Ελάχιστες ποιητικές φωνές όπως διαπιστώνει και ο Ανδρέας Ιω. Κεραμίδας θα μπορούσαμε να γράφαμε ότι είναι καθαρά ορθόδοξης πνοής, θρησκευτικές ανάσες ποίησης και όχι κοινωνιολογίζουσες ή μεταποιημένος κοινωνικός υπαρξισμός. Παρόλα αυτά, το βλέμμα του ανθολόγου-και το κριτήριο-εντάσσει όλες τις ποιητικές φωνές σε μια ενιαία γραμμή ονομαστικής παρουσίασης. Με τον τρόπο αυτό ρέει ομαλά το ρυάκι του χριστιανικού λόγου δίχως να προκαλεί εσωτερικές ενστάσεις, παρά μόνο ελεγχόμενες αισθητικές και αξιολογικές. Υπάρχουν φυσικά οι φωνές όπως του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντης, της Μελισσάνθης, του Θεόδωρου Ξύδη, του Τάκη Κ. Παπατσώνη, του Γεώργιου Δούρα του Ηλία Τανταλίδη και ορισμένων άλλων οι οποίες καταθέτουν την δική τους αλήθεια στο γενικό αυτό σύνολο. Φωνές που δεν χάνονται δίπλα στα ισχυρά άλλα ονόματα που λοξοδρομούν εν μέρει από τον κεντρικό σχεδιασμό της Ανθολογίας. Άραγε, ένας Ματθαίος Μουντές ή μια Ευαγγελία Παπαχρήστου-Πάνου, μια Όλγα Βότση, ένας Νίκος Τωμαδάκης, ένας Νίκος Αρβανίτης ακόμα και ένας Ντίνος Χριστιανόπουλος ή ένας Ανδρέας Αγγελάκης θα περιλαμβάνονταν στο τότε ποιητικό ανθώνα των επιλογών του Ανδρέα Ιω. Κεραμίδα;
Οι κλυδωνισμοί είναι διαρκείς και φτάνουν μέχρι των ημερών μας των αρχών της Τρίτη χιλιετίας. Ο θρησκευτικός διάκοσμος ακόμα κοινός, το κάδρο της αμφισβήτησης επίσης, οι παραχαράξεις της παράδοσης υιοθετημένες διαχρονικά από την ελληνική κοινωνία. Στις σελίδες της Ανθολογίας συναντάμε σχεδιασμούς σκηνικών πλάνων της ζωής και των παθών του Υιού του Ανθρώπου, πρόσωπα προφητών και αποστόλων, το ιερό δραματολόγιο ενός Συμβόλου ζωής και ελπιδοφόρων προσδοκιών. Πλαστουργήματα θεϊκών και ανθρώπινων βημάτων μέσα στην ποίηση. Ο ορισμός του ιερού σπονδυλώνει ζωές, σχέσεις, καλλιτεχνικά έργα, τον ποιητικό λόγο. Μια λαϊκή μεταφυσική ιερής πίστης, χαρμόσυνης εμπειρίας και αγγελίας (όπως θα μας έλεγε για μία ακόμη φορά η φωνή του Χρίστου Γιανναρά) η οποία εκδηλώνεται ως προφορική διδασκαλία και της γραφής εξιστόρηση της μνήμης. Μια ποιητική ανάταση μέσα σε μια βαθύτερη ανάταση στην πορεία του χρόνου.
Την πρώτη συστηματική αυτή εργασία-Ανθολογία προλογίζει ο συγγραφέας και ανθολόγος, σελίδες ε΄ έως η΄, (Ιούνιος του 1939). Σε σημείωσή του σελ. στ΄ γράφει: «Σχετική συστηματική εργασία δεν έχει εκδοθή-όσο εγώ τουλάχιστο ξέρω-μέχρι σήμερα εδώ, όπως σε άλλες χώρες (1), Και σαν πρώτη που είνε θα έχη φυσικά τις ελλείψεις της (2). Και πρώτα-πρώτα υπάρχουν μέσα στη συλλογή αυτή και ποιήματα κατωτέρας αισθητικής αξίας. Τα συμπεριέλαβα όμως γιατί, καθώς είπα είναι η πρώτη θρησκευτική ανθολογία που εκδίδεται στον τόπον μας και ενόμισα ότι έπρεπε να συμπεριληφθούν και τέτοια μέσα σ’ αυτή για τους εξής λόγους: Πρώτο για να συγκεντρωθή έτσι σιγά-σιγά το απαιτούμενο εκείνο άφθονο υλικό από το οποίο ο θρησκευτικός ανθολόγος του άμεσου μέλλοντος θα μπορέση να παρουσιάση μια μέρα κάτι πραγματικά εκλεκτό από έποψη ουσίας και μορφής. Δεύτερο γιατί ποτέ δεν εφαντάσθηκα την εργασία αυτή με σκοπό να δώση αποκλειστικά καλαισθητική απόλαυση στους αναγνώστες της. Ούτε την προώρισα μόνο για το περιωρισμένο εκείνο αναγνωστικό κοινό που θα ζητούσε να εύρη μέσα σ’ αυτή μόνο παροδικές αισθητικές μαζί και θρησκευτικές συγκινήσεις. Θέλησα «κυρίως» να δώσω στις θρησκεύουσες ψυχές μια ανθοδέσμη το άρωμα της οποίας να είναι όσο το δυνατό περισσότερο χριστιανικό, περισσότερο τονωτικό, ανακουφιστικό και δροσιστικό της αγωνιζομένης, μέσα στον κόσμο τούτο της αμαρτίας, χριστιανικής ψυχής. Άλλο πράγμα αν δεν το κατόρθωσα. Επεδίωξα να δώσω στις ψυχές αυτές ένα ψυχαγωγικό και σύγχρονα μορφωτικό μέσο από το οποίο να λείπη η στεγνότητα της κατηχητικής διδασκαλίας και η φαινομενική ξηρότητα των θρησκευτικών παραγγελμάτων, ώστε ακούραστα να εξυψώνωνται προς τον Κύριο, να στηρίζωνται στην καθημερινή τους ζωή και να βρίσκουν κάποια ψυχική ανακούφιση…..» Και παρακάτω: «Από άποψη περιεχομένου των ποιημάτων που βρίσκονται στη συλλογή αυτή, τούτο μόνο λέγω εδώ: ότι μπροστά σε ωρισμένα απ’ αυτά εστάθηκα πολύ ώρα και εσκέφθηκα πολύ αν έπρεπε να τα συμπεριλάβω. Αν τα συμπεριέλαβα, το έκαμα και για να δώσω στοιχεία τόσο στους σημερινούς συναδέλφους θεολόγους που τυχόν ενδιαφέρονται για τη θρησκευτική παραγωγή της νεοελληνικής ποιήσεως όσο και στους σκαπανείς της νεοελληνικής χριστιανικής γραμματολογίας του αμέσου ή απώτερου μέλλοντος, να κρίνουν με ασφάλεια τα πρώτα ασταθή βήματα που έκανε έως τώρα και τας «φάσεις» από τας οποίας επέρασε η νεοελληνική χριστιανική λύρα για να εύρη το δρόμο της-γιατί κάποτε αργά ή γρήγορα θα τον εύρη-και για να φθάση στο άνθισμά της στο οποίο, ας ελπίζουμε ότι, κάποτε θα φθάση…..». (1) Έχω υπ’ όψη μου την ωραία ανθολογία Γάλλων ποιητών που κατήρτισε και εξέδωκε πέρυσι στο Παρίσι ο Louis Chaigne με τον τίτλον “Anthologie de la renaissance catholique” τόμος Α΄. “les poetes” με πρόλογο του Paul Claudel, μέσα στην οποία αντικατοπτρίζεται πραγματικά η Γαλλική θρησκευτική αναγέννηση. (2) Μόνον ο Δ. Κουϊμουτσόπουλος εδημοσίευσεν εις το περιοδικόν «Χρυσόστομος» (Δεκέμβριος 1935) ύστερ’ από ένα εισαγωγικό του άρθρο για τη «θρησκεία εις την νεοελληνικήν ποίησιν» εις σειράν πέντε φύλλων, μερικά θρησκευτικά ποιήματα νεοελλήνων ποιητών από ανέκδοτη, δυστυχώς εργασία του».
Ακολουθεί ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ του Ανδρέα Ι. Κεραμίδα, σελίδες θ΄ έως ιγ΄. Τα ποιήματα ταξινομούνται για πιό εύχρηστη ανάγνωση σύμφωνα με την αλφαβητική σειρά του ονοματεπώνυμου των ποιητών και ποιητριών. Σελίδες 307-316. Ο κορμός των ανθολογημένων ποιητών και των ποιημάτων τους καταλαμβάνει τις σελίδες 15 έως 306. Ακολουθούν οι σελίδες 317-320, «Πηγαί από τας οποίας ελήφθησαν τα ποιήματα της παρούσης ανθολογίας». Και τέλος, έχουμε και τον δεύτερο πίνακα περιεχομένων «καθ’ ύλην», «Τα περιεχόμενα ποιήματα καθ’ ύλην», σελ. 321-331. Η Ανθολογία είναι αφιερωμένη στην μνήμη του πατέρα του ανθολόγου όπως αναγράφεται στις πρώτες σελίδες του βιβλίου.
«Ποια θέση επήραν οι νεοέλληνες ποιηταί απέναντι της Θρησκείας και μάλιστα της απολύτου θρησκείας, της Χριστιανικής; Παρουσιάζουν στα έργα τους βαθειά θρησκευτικότητα χριστιανική; Και άλλα τέτοια σχετικά ερωτήματα προβάλλουν στον ερευνητή της νεωτέρας θρησκευτικής ποιήσεως του τόπου μας. Λεπτομερής και εμπεριστατωμένη απάντησις στο ζήτημα αυτό επεκτεινόμενη και στη σχετική έρευνα της προσωπικότητας και του έργου των κυριώτερων νεοελληνικών ποιητών από του Σολωμού μέχρι των σημερινών, θ’ απαιτούσε μια μακρά μελέτη και θ’ αποτελούσε μια ενδιαφέρουσα και σημαντική συμβολή στην έρευνα και την ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Μα δεν είναι ο σκοπός μας αυτός εδώ.
Τα τελευταία χρόνια ασχολήθηκαν με το ζήτημα τούτο-όσο εμείς τουλάχιστο ξέρουμε-ο Κλέων Παράσχος στη Χριστουγεννιάτικη «Ν. Εστία» του 1934 σε μελέτη του με τον τίτλο «η θρησκευτική πίστη στη νέα ελληνική ποίηση» και ο καθηγητής της Ριζαρείου σχολής Δ. Κουϊμουτσόπουλος στο περιοδικό «Χρυσόστομος» στο τεύχος του Δεκεμβρίου 1935 με άρθρο του «η θρησκεία εις την νεοελληνικήν ποίησιν». Πράγμα παράξενο όμως καταλήγουν ο καθένας τους σ’ εντελώς διαφορετικά πορίσματα. Ο Δ. Κουϊμουτσόπουλος υποστηρίζει πώς «οι ευγενέστεροι και ενδοξότεροι εκπρόσωποι της νεοελληνικής ποιήσεως ησθάνοντο πλήρως εν τη ευαισθήτω ψυχή των τας βαθυτέρας της θρησκείας συγκινήσεις και εθέλγοντο και ενεπνέοντο από την καθαρότητα και το υπερκόσμιον των ευγενέστερων χριστιανικών ιδεωδών» και πώς «η υπέρθεη του Χριστιανισμού ακτίνα εφώτισε πλούσια και εκίνησε πρόθυμα και υψηλά τον εκλεκτότερο ελληνικό στίχο». Ο Κλ. Παράσχος αντίθετα υποστηρίζει ότι «ο Χριστιανισμός ενέπνευσε πολύ λίγο τους νέους Έλληνας ποιητάς από τον Σολωμό ως τον Καρυωτάκη», ότι «σ’ ελάχιστους, ίσως σε κανένα, δεν θα βρήτε αληθινή Χριστιανική έμπνευση ή και γενικώτερα έμπνευση-στη βαθειά της όμως έννοια-θρησκευτική»’ ότι από τους νεοέλληνας ποιητάς της τελευταίας εκατονταετίας «κανένας όχι μόνον δεν ήταν ή δεν είναι θρησκευτικός ποιητής, μα και μήτε επεισοδιακά, μήτε μια ή δύο φορές στη ζωή του, δεν έτυχε να δονηθή βαθύτερα από τον Χριστιανισμό», «μήτε κανένας έλληνας ποιητής βρέθηκε να είναι φύση βαθειά θρησκευτική» και τέλος ότι «στην ποίησή μας τουλάχιστον, από τον Σολωμό έως σήμερα», δεν μπόρεσε να εισχωρήση βαθύτερα ο Χριστιανισμός».
Σε ποια άποψη βρίσκεται περισσότερο το δίκαιον και η αλήθεια; Ομολογούμε ότι από τη σχετική έρευνα που επεχειρήσαμε κι’ εμείς για να καταρτίσουμε τη θρησκευτική αυτή ανθολογία, καταλήξαμε σε παραπλήσια, με τον Κλ. Παράσχο, συμπεράσματα. Διεπιστώσαμε δηλ. κι’ εμείς ότι η νεοελληνική θρησκευτική ποίησις, είναι συγκρινομένη με το όλον έργον των νεοελλήνων ποιητών, ποσοτικά ανεπαρκής και πτωχή και ποιοτικά-εκτός εξαιρέσεων-αναιμική, χωρίς βαθύτερο και ουσιαστικό χριστιανικό περιεχόμενο. Λείπει απ’ αυτήν η βαθειά συναίσθησις της «εν Χριστώ» σωτηρίας. Η συναίσθησις δηλ. της απολυτρώσεως που χαρίζει στους πιστούς ο σταυρικός θάνατος και η ανάστασις του Κυρίου.
Βέβαια δεν έμειναν τελείως ξένοι και ασυγκίνητοι οι νεοέλληνες ποιηταί προς το φαινόμενο και την πραγματικότητα της Χριστιανικής θρησκείας. Από το ένα μέρος ή έμφυτη θρησκευτικότητα, η χριστιανική κληρονομικότητα αρκετών αιώνων, η οικογένεια μέσα στην οποίαν επήραν τας πρώτας εντυπώσεις της ζωής, το κοινωνικό και εκκλησιαστικό περιβάλλον μέσα στο οποίον από μικροί εζυμώθηκαν και η κάποια θρησκευτική μόρφωση που επήραν στα σχολεία μας και από το άλλο μέρος τα μεγάλα ερωτηματικά και οι ανησυχίες που προβάλλουν μέσα στα βάθη της ψυχής του κάθε ανθρώπου και μάλιστα του μορφωμένου για τα μεγάλα προβλήματα και για το πραγματικό νόημα της ζωής, όλα αυτά, εκράτησαν οπωσδήποτε τους περισσότερους από τους ποιητάς μας δεμένους με τη θρησκεία των πατέρων τους και, σε ωρισμένες περιστάσεις της ζωής τους, τους συνεκίνησαν θρησκευτικά, τους εκίνησαν τις χορδές της λύρας τους και τους ενέπνευσαν μερικές ποιητικές δημιουργίες, παρ’ όλες τις υλιστικές και ορθολογιστικές επιδράσεις που υπέστησαν και υφίστανται. Αλλά και στα ολίγα αυτά ποιήματά τους προβάλλει ολοφάνερη η έλλειψις βαθειάς Χριστιανικής πίστεως, η άγνοια της ουσίας και του βάθους της Χριστιανικής θρησκείας. Δεν φαίνεται οι περισσότεροι να ένιωσαν βαθειά «την εν Χριστώ σωτηρίαν», που έχει ως αποτέλεσμα από το ένα μέρος για κάθε άνθρωπο χωριστά την ανάπλαση, την ανακαίνιση, την «εν Χριστώ» ζωήν, την κατάκτηση τέλος της βασιλείας των ουρανών και από τάλλο μέρος την «εν Χριστώ» αναμόρφωση της πανανθρώπινης κοινωνίας γενικά με την επικράτηση του θελήματός του επί της γης.
Και γι’ αυτό τα περισσότερα ποιήματά τους παρουσιάζουν βέβαια ωραίες θρησκευτικές εικόνες, παραστατικές, οι οποίες όμως δεν συγκινούν βαθύτερα, δεν θίγουν, δεν δονούν την ψυχή μας, διότι δεν φαίνεται να βγήκαν από βιώματα βαθειάς θρησκευτικότητας δεν είναι ζυμωμένες μαζί της και αφήνουν άλυτα τα μεγάλα προβλήματα της ζωής. Οι νεοέλληνες ποιηταί δύσκολα και σπανίως μεταφέρονται σε κόσμους πηγαίων θρησκευτικών οραματισμών και μεταρσιώσεων εμπνευσμένων από τη χριστιανική ιδέα «που μεθούν την πιστεύουσα ψυχή και τη γεμίζουν με πάθος και με δέος ανάμικτο με ηδονή». Επίσης λίγα ποιήματα «διαπνέονται από αληθινό οίστρο θρησκευτικό και φανερώνουν μια ανάταση ψυχική και πνευματική, μια γνήσια κατάνυξη μπροστά στο θαύμα της δημιουργίας» όπως λέγει ο Κλ. Παράσχος στη σχετική μελέτη του. Κατόπιν η έννοια της απολυτρώσεως του ανθρώπου, με την σταυρική θυσία του Θεανθρώπου, είναι σχεδόν ξένη από τους περισσότερους ποιητάς μας. Και να σκέπτεται κανείς ότι η απολυτρωτική θυσία Του μαζί με την Ανάστασή του είναι το κέντρο, ο πυρήνας, η ουσία της θρησκείας μας. Έπειτα ποιήματα μετανοίας και ζωντανής πίστεως στο Χριστό ελάχιστα υπάρχουν στη νεοελληνική ποιητική παραγωγή. Ενώ η μετάνοια και η ζωντανή προς το Θεό πίστη «η δι’ αγάπης ενεργούμενη» αποτελούν την ουσία της Χριστιανικής ζωής. Επίσης θέματα εμπνευσμένα κατ’ ευθείαν από το ανεξάντλητο μεταλλείο της Αγ. Γραφής και μάλιστα της Καινής Διαθήκης ελάχιστα υπάρχουν στη νεοελληνική μας ποίηση.
Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν ποιήματα μερικών ποιητών μας, όπως του Καρασούτσα, του Δούρα, (σπουδαστού των Γραφών), του Παπατσώνη, του Μπαρλά, του Φτυαρά, του Αυγέρη, του Ξύδη κ. ά. που είναι αληθινά πηγαία και που τα δονεί αληθινό θρησκευτικό και Χριστιανικό συναίσθημα.
Ας αναζητήσουμε τώρα, πολύ σύντομα, τα αίτια της ποσοτικής και ποιοτικής αυτής ανεπάρκειας. Ο Κλ. Παράσχος φαίνεται σαν να παραδέχεται δύο κυρίως. Πρώτο, μαζί με τον Περικλή Γιαννόπουλο, ότι «κάτω από το χριστιανικό μας ντύμα, κάτω από το Χριστιανισμό, που και αυτόν εμείς τον μορφοποιήσαμε, εμείναμε Έλληνες». Δεύτερο, ότι «η νεοελληνική ποίηση γεννιέται, αναπτύσσεται, αντρώνεται στον 19ο αιώνα όπου κορυφωμένος και αδελφωμένος ορθολογισμός και υλισμός χτυπούν με όση ποτέ άλλοτε δε χτυπήθηκαν λύσσα, τις θρησκευτικές πίστεις».
Με την πρώτη άποψη δεν συμφωνούμε γιατί, εντελώς αντίθετα, έχουμε πολλούς λόγους να πιστεύουμε (παρ’ όλα όσα μέχρι σήμερα εξακολουθούν από μερικούς να λέγονται) ότι η Ελληνική φυλή είναι βαθειά θρησκευτική από τους προχριστιανικούς χρόνους μέχρι σήμερα, παρ’ όλο που η ευσέβειά της, σήμερα τουλάχιστο, είναι περισσότερο μηχανική και εξωτερική, παρά ουσιαστική και ζωντανή. Τούτο όμως είναι άσχετο με την πραγματική θρησκευτικότητα που ανέκαθεν διέπει τη φυλή μας.
Συμφωνούμε όμως με τη δεύτερη άποψη και υποστηρίζουμε κι’ εμείς ότι ο υλισμός, ο ορθολογισμός και ο σκεπτικισμός, που ενέσκηψε στην Ευρώπη και λίγο αργότερα στην Ελλάδα τον περασμένο αιώνα, «εκαυμάτισαν» ετσουρούφλισαν και εμάραναν το θρησκευτικό συναίσθημα και ειδικώτερα τη Χριστιανική πίστη των νεοελλήνων ποιητών μας, όπως και των άλλων οπωσδήποτε μορφωμένων τάξεων της νεοελληνικής κοινωνίας, χωρίς να κατορθώσουν να τα αποξηράνουν και να τα νεκρώσουν. Γιατί δεν το κατόρθωσαν, το εξηγήσαμε πάρα πάνω.
Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι εμείναμε πάρα πολλά χρόνια υποδουλωμένοι στους Τούρκους και τον καιρό που στην Ευρώπη επί τετρακόσια και περισσότερα χρόνια συνετελείτο ολόκληρη πνευματική κοσμογονία, η φυλή μας ευρίσκετο σε πνευματικό σκοτάδι και όταν αποκτήσαμε κι’ εμείς την εθνική μας ελευθερία, ευρεθήκαμε πνευματικά άοπλοι και απροετοίμαστοι στο ν’ αντιδράσουμε συνειδητά στα αντιθρησκευτικά ρεύματα του περασμένου αιώνα που αναστάτωσαν και στην Ευρώπη τη θρησκευτική πίστη που ήταν πολύ περισσότερο καλλιεργημένη, διαφωτισμένη και στερεωμένη. Και κατά σύμπτωση η νεοελληνική μας ποίηση εγεννήθη στην κακή αυτή «στιγμή» της ιστορίας.
Αλλά υπάρχει κατά τη γνώμη μας και μια άλλη ακόμη αιτία, ένας άλλος παράγων αυτής της ποσοτικής και ποιοτικής φτώχειας της νεωτέρας θρησκευτικής ποιήσεως. Είναι η έλλειψη οργανωμένης και ζωντανής Εκκλησίας. Δυστυχώς μετά την απελευθέρωσή μας, όπως άλλωστε συνέβη και σε άλλους κλάδους της πνευματικής οργανώσεως του νεαρού ελληνικού κράτους, η θρησκευτική και εκκλησιαστική ζωή στην Ελλάδα, διά διαφόρους λόγους, δεν ωργανώθη ούτε εκαλλιεργήθη συστηματικά και με επίγνωση των αναγκών, των επιδιώξεων, της αποστολής και του ρόλου που είχε να παίξη στη νοτιοανατολική άκρη της Ευρώπης και στην εγγύς Ανατολή η νεαρά ορθόδοξος εκκλησία της ελευθέρας Ελλάδος. Έτσι η τελευταία αυτή δεν παρουσίασε αρκετές εκκλησιαστικές προσωπικότητες επιβλητικές και μεγάλα θρησκευτικά και ηθικά αναστήματα που με τη μόρφωση και την πραγματικά χριστιανική ζωή τους θα καθοδηγούσαν, θα ενεθάρρυναν, θα ενέπνεαν και τη νεοελληνική μούσα και θα την ωθούσαν στις καθάριες πηγές της θρησκείας μας, την Αγ. Γραφή και την Ιερή Παράδοση. Τελεία αδιαφορία παρετηρήθη και παρατηρείται και σε αυτόν τον τομέα της δράσεως της Εκκλησίας μας καθώς και σε τόσους άλλους. Αντίθετα μάλιστα, εκτός ολίγων εξαιρέσεων, την απογοήτευση εσκόρπισαν γύρω τους με τη ζωή τους και το παράδειγμά τους όσοι ετάχθηκαν από τον Αρχηγό της πίστεώς μας να είναι στον τόπο μας «το άλας της γης» «το φώς του κόσμου» «η πόλις η επάνω όρους κειμένη», «ο επί της λυχνίας λύχνος ίνα λάμπη πάσι τοις εν τη οικία». Δεν έλαμψεν αρκετά το φώς της διδασκαλίας και του παραδείγματος των ποιμένων μας στα μάτια και στις καρδιές των νεοελλήνων ποιητών μας «όπως ίδωσιν-οι τελευταίοι αυτοί- τα καλά αυτών έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα ημών τον εν τοίς ουρανοίς» με τη λύρα τους».
Το σύνολο των ποιητών και των ποιητριών που ανθολογούνται από όλο το φάσμα του ποιητικού ελληνικού σώματος της εποχής, είναι 111, οι γυναικείες φωνές είναι 7. Τα ποιήματα, ερανίζονται είτε από παλαιότερες γενικές ποιητικές ανθολογίες, ( «Ανθολογία Ηρακλή Αποστολίδη», Αθήναι 1933»/ «Εκλογή νεοελληνικών ποιημάτων Γ. Αυλωνίτη, Αθήνα 1924»/ «Οι νέοι. Εκλογή από το έργο των νέων Ελλήνων ποιητών 1910-1920. Επιμέλεια Τέλλου Άγρα, Αθήναι 1922»/ «Νεοελληνική Ανθολογία Σκόκου, Αθήνα 1922-1924»/ «Το τραγούδι. Μεγάλη Ελληνική Ανθολογία Αντώνη Παναυλή, Αθήναι 1927»/ «Ανθοδέσμη Π. Ματαράγκα, Αθήναι 1880» κλπ.). Είτε από Σχολικά Βιβλία («Αναγνωστικόν Ε’ Δημοτικού Σχολείου, Στ. Βασιλόπουλου»- «Νεοελληνικά αναγνώσματα ΣΤ΄ τάξεως Γυμνασίου, Γ. Σαρή»-«Αναγνωστικόν Γ΄ τάξεως Δημοτικού Σχολείου, Παύλου Νιρβάνα-Α. Ζήση» κλπ.) Αντλείται υλικό από περιοδικά, («Νέα Εστία» των ετών 1927, 1930 1931, 1932, 1934, 1935, 1936, 1937, 1938 κλπ.- Από διάφορες χρονιές του περιοδικού «Ακτίνες» 1938,1939,1940- Από το «Νεανική Ψυχή» του 1932, από θρησκευτικό περιοδικό «Χρυσόστομος» του 1935, την «Ανάπλασις» του 1923). Από εφημερίδες της εποχής, ( «Πρωϊα» 9/4/1939, «Αγροτικόν μέλλον» 1938. «Ελεύθερο Βήμα», «Η Καθημερινή» 13/6/1938 κλπ. Ερανίζονται ποιήματα από ανέκδοτη δουλειά ποιητών, από Άπαντα και συλλογές τους. Ακόμα και από Ημερολόγια, βλέπε «Ημερολόγιον Πάργα» Αλεξάνδρεια 1935 κ. ά. Συνήθως οι δημιουργοί ανθολογούνται με ένα ή δύο ποιήματά τους, υπάρχουν όμως και περιπτώσεις ποιητικών φωνών που τους δίνονται περισσότερες σελίδες. Οι ανθολογούμενοι και ανθολογούμενες ποιητές και ποιήτριες, ανήκουν σε διάφορες ποιητικές σχολές. Πολλοί ποιητές έχουν ήδη ανθολογηθεί και σε άλλες μη θρησκευτικές ανθολογίες. Από τα ελληνικά δύο Νόμπελ μας ανθολογείται το ένα. Ο Γιώργος Σεφέρης (όπως και ο ποιητής νομικός μικρασιάτης πατέρας του Στυλιανός Σεφεριάδης). Ανθολογούνται ποιητές που υπήρξαν και οι ίδιοι ανθολόγοι, όπως ο Τέλλος Άγρας, ο Σπύρος Παναγιωτόπουλος, η Αθηνά Ταρσούλη κλπ. Ορισμένα ονόματα ποιητών έχουν προ πολλού λησμονηθεί, όπως ο Χρήστος Βαρλέντης, ο Γιάννης Βουλής κ. ά. άλλους πάλι, τους συναντάμε σε ελληνικές γραμματολογίες με κατοπινές συλλογές τους. Σίγουρα υπήρχαν και άλλοι ποιητές θρησκευτικής πνοής-του 19ου και 20ου αιώνα-που θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στην πρώτη αυτή θρησκευτική ανθολογία, αυτό όμως δεν αναιρεί την σημασία και αξία της εργασίας του Ανδρέα Ιω. Κεραμίδα, ενός ανθολόγου του ποιητικού λόγου, που παρότι δεν συμπεριλαμβάνεται και ο ίδιος με ποιήματά του στις σελίδες της, υποδηλώνει ένα άτομο με ποιητική υπευθυνότητα, ποιητικό ένστικτο και μεράκι και όχι στενόμυαλο θρησκευτικά. Η Ανθολογία αυτή στάθηκε η βάση για τους μεταγενέστερους χριστιανούς συγγραφείς ή ανθολόγους της θρησκευτικής ποιητικής παραγωγής, τους βοήθησε να συντάξουν την δική τους ανθολογική πρόταση. Οι αμιγώς θρησκευτικές ελληνικές ανθολογίες είναι ελάχιστες στην χώρα μας σε σχέση πάντα με το σύνολο των ελληνικών ποιητικών ανθολογιών που έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα, γνωρίζουμε τουλάχιστον 350 από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό. Η Νεοελληνική Θρησκευτική Ανθολογία του Ανδρέα Ιω. Κεραμίδα, δεν συνοδεύει τα ονοματεπώνυμα των ποιητών και ποιητριών με άλλα πληροφοριακά στοιχεία. Τόπο καταγωγής ή ημερομηνία γέννησης, ενδεικτική εργογραφία του, πρώτες δημοσιεύσεις ή αναδημοσιεύσεις κλπ. Αρκετοί ποιητές αναφέρονται με το ψευδώνυμο με το οποίο έμειναν στις ιστορίες της ελληνικής λογοτεχνίας και όχι με το πραγματικό τους ονοματεπώνυμο. Βλέπε, Ιωάννου Ευάγγελος (ψευδώνυμο Τ. Άγρας), Παπαδόπουλος Γιώργος (ψευδώνυμο Μάρκος Αυγέρης), Μιχαηλίδης Κλ. (ψευδώνυμο Αργύρης Εφταλιώτης), Θεώνη Δρακοπούλου (ψευδώνυμο Μυρτιώτισσα), Ήβη Κούγια- Σκανδαλάκη (ψευδώνυμο Μελισσάνθη) και άλλοι. Ενώ σε άλλους, αναγράφεται σε παρένθεση το ψευδώνυμό τους. Δες Γαλάτεια Καζαντζάκη και Νίκος Καζαντζάκης, (Πετρούλα Ψηλορείτη και Πέτρος Ψηλορείτης αντίστοιχα) Ούτε στον πρόλογο ούτε στην εισαγωγή του ο ανθολόγος μας δίνει ένα πρώτο διάγραμμα της θρησκευτικής ποίησης στην Ελλάδα. Στέκεται μόνο σε δύο εργασίες, την δυσεύρετη του καθηγητή της Ριζαρείου Σχολής στο περιοδικό «Χρυσόστομος» Δεκέμβριος 1935 του Δ. Κουϊμουτσόπουλου, και το άρθρο του γνωστού και σημαντικού κριτικού Κλέων Παράσχου στην «Νέα Εστία» το 1934. Να συμπληρώσουμε τα στοιχεία, το άρθρο του Κλέων Παράσχου φέρει τον τίτλο «Η θρησκευτική πίστη στη νέα ελληνική ποίηση» τόμος 16ος, τεύχος 192/15 Δεκεμβρίου Χριστούγεννα του 1934, σ.74-77. Είναι από τα πρώτα «πρωτόλεια» άρθρα πάνω στην θρησκευτική ποίηση στην χώρα μας. Και, να θυμηθούμε ότι δεν έχει περάσει μια δεκαετία από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε το περιοδικό έχει σημασία να το επαναφέρουμε στην επιφάνεια. Τις τελευταίες δεκαετίες στην χώρα μας, έχουν διεξαχθεί συνέδρια και έχουν δοθεί ομιλίες σχετικές με το θέμα. Έχουν εκδοθεί μελέτες, γραφτεί άρθρα και τυπωθεί ανθολογίες χριστιανικού περιεχομένου και ενδιαφέροντος. Τα χριστιανικά γράμματα έχουν τους δικούς τους εκπροσώπους πλέον ποιητές και δοκιμιογράφους θεατρικούς συγγραφείς, κινηματογραφιστές, μεταφραστές, εικαστικούς. Έχει ιδρυθεί και Εταιρεία των Χριστιανικών Γραμμάτων. Αρκετοί ιερωμένοι θήτευσαν και στον ποιητικό λόγο. Με δυό λόγια, το ποιητικό και πεζογραφικό αυτό ρεύμα, ρέει παράλληλα με τον λόγο της θύραθεν καλλιέργειας και παιδείας. Στην παρούσα ανθολογία παρατηρούμε και τα εξής. Το όνομα του Κρητικού Νίκου Καζαντζάκη αναφέρεται με αποσπάσματα ποιημάτων του περισσότερες φορές από ότι παραδείγματος χάρη από αυτό του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ενός καθαρού ορθόδοξου χριστιανού δημιουργού.
Ας αναφέρουμε κατά αλφαβητική σειρά τους δημιουργούς και τους τίτλους των ποιημάτων τους.
-Αβλίχου Μ., ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ,15
-Άγρα Τέλλου, ΣΠΟΥΔΕΣ, 15-16.
Σ
Π Ο Υ Δ Ε Σ
Η πολιτεία καταχνιασμένη,
φεύγει, διαλύεται, ξεθυμαίνει.
Στο βράδυ αυτό το νοερό,
όλα είν’ αχνός κι’ όλα νερό.
Μές στα νερά πώς τρεμοσβύνει
και καίει μιά κίτρινη σελήνη!
Ώ αυτά τα δέντρα, στη σειρά,
κι’ οι εκκλησίες μες στα νερά!
Ώ κι’ η καμπάνα, που σημαίνει
την ώρα αυτή την περασμένη!
Σα μιά Μητρόπολη σβηστή
είν’ η καρδιά μου σφαλιστή.
Μές στην καρδιά μου έχω κλεισμένο
έναν μεγάλο Εσταυρωμένο.
Στα πόδια του-φτωχιά πιστή-
η Ελπίδα κλαίει, γονατιστή.
-Αθάνα Γεωργίου, ΜΕ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙΣΙΟ ΦΩΣ, 16-18.- ΩΡΕΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ, 18-19.-Αναστασιάδου Ζωής, ΕΡΗΜΟΚΛΗΣΙ, 19-20.-Αννίνου Γ., ΤΙΒΕΡΙΑΣ, 20-21.- «ΜΗ ΜΟΥ ΑΠΤΟΥ…!», 21-22.-ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, 22-23.-Αργυροπούλου Μ., ΤΟ ΔΕΝΔΡΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ, 23.- ΤΟ ΚΑΜΠΑΝΑΡΙΟ, 24.-Αστέρη Λάμπρου, ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ, 24-25.-
Αυγέρη Μάρκου, ΠΡΟΣΕΥΧΗ Α΄, 25-27.-ΠΡΟΣΕΥΧΗ Β΄,27-28
ΠΡΟΣΕΥΧΗ Α΄.
Ψυχή σου δέεται, που επλανήθη στ’ άνανθο σκοτάδι,
Κύριε, σώσε, ελέησέ με από τον κρύο τον Άδη.
Με περιμένει ολόγυρα, σιμώνει και στενάζει,
τ’ άφθαρτο πλάσμα σου ντροπή και θάνατος το κράζει
Στο μέτωπό μου που έχεις βάλει την χρυσήν ακτίνα
θα σβύσης, θα τιμήσης τα βασιλικά τα κρίνα;
Τ’ άγια σου που μου χάρισες και τα κρατώ στο χέρι
ρόδα θ’ αφήσης να συνεπάρει τ’ αγριοκαίρι;
Το ευλογητό φεγγόβολο στο μεσόφρυδο αμπόλι
μου μένει, δεν το νίκησε της ζωής η ασβόλη.
Θωρώ και τον αθάνατο στο χέρι μου αρραβώνα,
το νυφικόν που μου έδωσες λευκό φορώ χιτώνα.
Μόνο τις άγιες νάνοιγεν η Χάρη σου βαθιά μου
πηγές, να βγούν τα προφαντά λουλούδια του έρωτά μου.
Να κατεβής ως θαλασσαετός κρινάτος να με υψώση,
να με σηκώση απ’ το πικρό πέλαο που μ’ έχει ζώσει.
Και ν’ ανεβώ στον Ήλιο σου πολύφεγγο κρουστάλι
ν’ ανάψω με της μυστικής Παράδεισος τα κάλλη.
Ώ τουρανού που καρτερώ χαρά, σα θ’ ανατείλης,
θα λάμπη τότε ευλογητός, παντοτινός Απρίλης’
Όλη θα νοιώση η δροσερή κι’ αγνή παράδεισός μου
να λουλουδίση εαρινή και ροδισμένη εντός μου.
Γιούλια, ζουμπούλια, ζουλφαρί, ρόδα, αγγελόκρινά της
θα τρέμουν μέσα μου ανοιχτά πλατιά τα λούλουδά της.
Άκοπο χάρισε φτερό του λογισμού μου, απ’ τ’ άδεια
της πίκρας και του αδύναμου πόθου να βγω σκοτάδια.
Στού φωτός σου τα κύματα να το κρατώ ανοιγμένο,
άσειστον όλο, ακοίμητα πετράδια σκεπασμένο.
Στ’ άσβυστο οι έρωτες οι εφτά που σ’ έζωσαν καμίνι,
πότε υψωμένη η καρδιά θα καίη, δετό ρουμπίνι;
Μές του πνευματικού ουρανού τ’ ατίμητα διαμάντια
θάναι τα μάτια μου ανοιχτά, σ’ αιώνια φέγγη αγνάντια.
Ώ άγιοι ηλιοπερίχυτοι, του λυτρωμού μου δρόμοι!
του Πονηρού δε θέλη αργήση, θα λυγίση η γνώμη.
Ως του θανάτου τα πλατιά φτερά θα με σηκώσουν
οι χρυσοπόρφυροι ουρανοί οι εφτά θα με κυκλώσουν.
Σ’ αμάραντα θ’ αγάλλομαι για πάντα καλοκαίρια,
Κ’ ενώ η ψυχή θα λούζεται στα παραδεισονέρια,
ψηλά σ’ αιθρίες ατάραχες, κι’ από τα θεία τα κλώνια,
θα κελαδούν ασίγητα τα ηλύσια χελιδόνια.
Π
Ρ Ο Σ Ε Υ Χ Η Β΄
Έρωτα αιώνιε, ώ Λόγε εσύ, στάλαξες θεία χάρη
κι είμαι κοχύλι στο γιαλό πού κλεί μαργαριτάρι.
Πάνου στα στήθια να κρατώ γυμνός αυτό μονάχο
Κι’ από τη σκιά στον ήλιο σου να βγώ δός μοίρα νάχω.
Τη νέα μου αλήθεια να κρατώ κι’ αυτή φωνή ν’ αφήκη,
όπως θερμό στη χούφτα μου πού κελαδεί τζιτζίκι.
Ήλιος της νίκης στην καρδιά ‘ναι η όψη σου υψωμένη,
κι’ ακούω γλυκειά η Παράδεισο να πνέει κι’ ερωτεμένη’
Στη δέησή μου, ως στ’ Άγιο το Μαντήλι άς κυματίσει,
θαμπωτικά αγγελόκρινα ο νους να πλημμυρίσει.
Να πνέει χαρά στους λογισμούς και μέσα καλοκαίρι,
άνθη και φύλλα και καρποί που ο ουρανός θα φέρη.
Στο καλοκαίρι της ψυχής μεστό να ωριμάζη στάχυ,
πλήθιος αγρός που του Κυρίου την ευλογία θάχη.
Κι’ ως θα μεστώση ο λόγος μου μες στην καλή την ώρα,
νάναι στο στόμα μου γλυκιά κι’ ευωδιασμένη οπώρα.
Να κλείνη ως καλοκαιρινός καρπός του ηλιού τις λαύρες,
τίς θείες που μ’ έλουσαν δροσιές και τις γλυκόπνοες αύρες.
Κλήμα, θα πώ, στη σκέπη σου, μ’ ευλόγησες τα χείλη
και κρέμασεν η αγάπη μου μυριστικό σταφύλι’
κι’ είναι σα ρώδι κόκκινο, που κρύβεται στα φύλλα,
στον ήλιο κλώνος της μηλιάς, βαρύς από τα μήλα.
Θάναι η ζωή μου ως του δεντρού, οπού ‘ναι η χλόη του λίγη
μα ξάφνου ανθεί κι’ ως άγιο φώς ολούθε το τυλίγει’
σε μυρωμένον άνεμο σαλεύει και τα φύλλα
τα νέα του λένε σε κρυφής χαράς ανατριχίλα:
«Πλέω στην αγάπη και τα μέσα χύνεται το φώς μου,
με κλεί ο ανθός μου κι’ ο καρπός άγιος Παράδεισός μου».
Ώ λύτρωσέ με, ως το πουλί, πού τ’ άγγιξε άγια χάρη
και κάθησε και κελαδεί στο πιο ψηλό κλωνάρι’
κι’ είναι η φωνή του, ως κελαδεί, ρόδα ψηλά στο φώς σου,
γιούλια, ζουμπούλια, ζουλφαρί, που ανέβηκαν ομπρός σου’
κι’ είναι πηγή στα πόδια σου, στα χέρια σου καλάμι
μαργαριτάρι συναχτό, ψιλό στην απαλάμη.
Σφυροκοπάει με τη φωνή και την υπομονή του
χρυσή αλυσίδα, κι’ έδεσε με τ’ άστρα το κλαδί του.
«Πουλί ακριμάτιστη Ψυχή, τ’ ακούω και λέω, ποιά θάμπη
γνώρισες κι’ η Παράδεισο μες στη φωνή σου λάμπει;
απ’ τη λαλιά σου οι ακοές βαθιά μου έχουν αγιάσει,
πόσο πολύ τα σπλάχνα μου τάχεις αναγαλλιάσει».
-Βαλαωρίτη Αρ., Η ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ, 29.-ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ (Απόσπασμα), 29-30.- Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ (Απόσπασμα), 30.- Βαρλέντη Χρήστου, ΕΧΕΙ ΤΟΝ ΠΟΝΟ Ο ΓΟΛΓΟΘΑΣ,31.- Ώ ΧΑΡΑΥΓΗ, 31-32.-ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ, 33.-Βάρναλη Κ., ΟΙ ΠΟΝΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ, 33-34.- Η ΜΑΝΝΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ (Απόσπασμα), 34-35.-Βασιλακάκη Χρ., ΕΠΙ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ,35-36.-Βασιλειάδου Σ., ΘΡΗΣΚΕΙΑ, 36.- ΑΦΙΕΡΩΣΙΣ, 37-38. –ΕΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟΝ, 38-40.-Βασιλικού Πέτρου, ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ, 40-41.-Βελλιανίτου, Θ. ΠΡΟΣΕΥΧΗ, 41.-Βερίτη Γεωργίου, Ο ΓΥΡΙΣΜΟΣ, 41-44.-ΑΝΑΣΤΑΣΙ…, 44.-ΤΡΕΙΣ ΦΩΝΕΣ, (ΠΡΩΤΗ ΦΩΝΗ, 45), (ΔΕΥΤΕΡΗ ΦΩΝΗ,46-48), (ΤΡΙΤΗ ΦΩΝΗ, 48-50).-Βικέλλα Δημ. ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟΒΡΑΔΟ, 50-51.-Βλάχου Άγγ., ΑΙΝΟΣ, 51-52.-ΝΥΞ, 52-53,-ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΑΚΙ, 53-54.-ΤΟ ΤΕΛΟΣ,54.-Βούλη Γιάννη, ΜΥΡΟΦΟΡΑ, 54-55.
-Βραχιώτη Κ., ΣΟΝΝΕΤΟ,55.-ΑΓΑΠΗ, 56-57.
Σ
Ο Ν Ν Ε Τ Ο
Καλότυχοι που βρίσκονται και πάνε
στης ζωής το στενό το μονοπάτι,
που βγάζει στης αλήθειας το παλάτι
κι’ όπου τ’ αγνό τον ίσκιο τ’ ακλουθάνε.
Ξέρουν τον πονεμένο ν’ αγαπάνε
και με νάμα ουράνιο γεμάτοι
-όσο κι’ αν γύρω τους θανάτοι,-
το νάμα της ζωής παντού σκορπάνε.
Καλότυχοι! Τους βλέπω νάτοι!
Απάνω στο στενό το μονοπάτι,
μ’ αγέρωχο το στήθος μπρός στην μπόρα,
του λυτρωμού προσμένοντας την ώρα
Για νάμπουν στης αλήθειας το παλάτι
στης ομορφιάς σαν φθάσουνε τη χώρα.
-Γνευτού Παύλου, ΡΟΔΙΝΙ, 57.-Ι. Ν. Β. Ι. (α),(β),(γ), (δ), (ε) (ζ), (η), (θ),(ι),(κ),(λ), 57-60. –ΙΟΥΔΑΣ (α), (β), 60.-Δάφνη Αιμιλίας, Ο ΚΑΛΟΣ ΣΠΟΡΕΥΣ, 60-62.-Δάφνη Στέφανου, ΘΕ ΜΟΥ, Ο ΚΑΙΡΟΣ,62-63.-ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΙΛΑΤΟΥ,63-64.-Δέηση,64.-Δημακοπούλου Δημοσθ., ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ,65-66.-Δομενεγίνη Ναθαναήλ, ΠΟΝΟΣ-ΑΓΑΠΗ,66.
-Δούρα Γ. Σ., ΩΣΑΝΝΑ, 67.-ΧΡΙΣΤΟΣ, 67-68.-ΜΕΙΝΕ!,68.-ΚΥΗΣΗ ΘΕΙΑ,69.-ΕΦΤΑΣΤΥΛΟ ΤΟ ΔΩΜΑ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ,69-70.-ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΟΥΣ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΗΣ ΠΗΓΗ,70.-ΕΜΠΟΡΟΣ, ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΤΑ ΥΠΑΡΧΟΝΤΑ ΜΟΥ…, 70-71.-ΤΩΝ ΠΡΩΪΜΩΝ ΑΜΥΓΔΑΛΙΩΝ,71-72.-ΧΡΥΣΟΦΥΛΛΟ,72.-ΣΤΟΥΣ ΠΟΙΜΕΝΕΣ,72-73.- ΙΔΟΥ Ο ΝΥΜΦΙΟΣ…, 73-74.
ΕΦΤΑΣΤΥΛΟ
ΤΟ ΔΩΜΑ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ
Εφτάστυλο το δώμα της σοφίας.
Και τουρανού ψηλά κρατεί το θόλο,
Και τήνε καταυγάζει τάστρι του όλο,
Κι’ ολομεσίς πυκνός ο Γαλαξίας.
Σαν κάστρο απόξω, πόρθημα της βίας,
Μα με στρατό δεν πέρνεται ουδέ στόλο,
Κρούστε πιστά, δίχως κανένα δόλο,
Κ’ η θύρα της θ’ ανοίξει μονομιάς!
Γιατί ένας το χρυσόκλειδο κατέχει,
Αυτός, πού με τα νέφη Του σα βρέχει,
Θρέφει τη ρόγα, θρέφει το σιτάρι.
Άβλεφτος, βλέπει μέσαθε τα πάντα,
Κι’ αητός στα κράσπεδά Του έτοιμος-τα πάντα,
Κι’ αητός στα κράσπεδά Του έτοιμος πάντα,
Με φτέρωμα νανεί σ’ όποιον η χάρη!
ΤΩΝ ΠΡΩΪΜΩΝ
ΑΜΥΓΔΑΛΙΩΝ
Των πρώϊμων αμυγδαλιών ανθίσανε τα κλώνια,
από μακρυά σαν ένοιωσαν τον άγιον ερχομόν σου’
μες στη φωληά αναφτέριασαν τα κοιμισμένα αηδόνια
και τη φωνή δοκίμασαν για τον χαιρετισμό σου.
Στ’ απάτητα, στα τρίστρατα, τα κρούσταλλα τα χιόνια
ασημολάμψαν άφθαρτα, σα μάντεψαν το φώς σου,
κι’ όσα τ’ απάτητα πατούν, οι λυτρωμένοι αιώνια,
τρανή σημαία σήκωσαν τον Ευαγγελισμό σου!
Μά τι, μιά πλάση αν ρόδισε, αντίπερα και πέρα,
εδώθε πνίγουν άμετρα την πολιτεία σκοτάδια,
της καταχνιάς βαρύτατα, θανατερά μαγνάδια.
Άστραψε, φέξε, διώξε τα! Τυφλές σαν αναβλέψουν
καρδιές, πού δεν σε πρόσμεναν, θε να Σε πούν πατέρα
κι’ οι αετοί σου, άχ! πώς λαχτάρησαν με Σε να βασιλέψουν.
Χ
Ρ Υ Σ Ο Φ Υ Λ Λ Ο
Χρυσόφυλλο, στο χέρι μου, στεφάνι τόνομά Σου,
Στην κεφαλή μου διάδημα βασιλικό Χριστέ μου,
Μιά μέρα, θάναι, όταν ψηλά θ’ αγάλλομαι σιμά Σου
Πολύ σιμά Σου, Κύριέ μου, και Φίλε, κι’ Αδερφέ μου.
Στρατιώτης Σου, και δούλος Σου, και το φανέρωμά Σου
Το μάντεψα στα σύννεφα και στα φτερά του ανέμου’
Το κάθε μάτι δεν αργεί να ιδεί το δόξασμά Σου
Σαν ήλιου φωτοχάραμμα, τρισήλιε δοξαστέ μου!
Κι’ εγώ ζώνην έζωσα κι’ άναψα το λυχνάρι,
Η απαντοχή μου ζώνη μου, και λύχνος η καρδιά μου.
Πού από το φώς Σου ακέριο της το φέγγος έχει πάρει.
Κι’ ουδέ κρατεί το πόδι μου, της γής, πιά, το χορτάρι’
Το θάνατον ακαρτερώ ν’ ανοίξει θύρα γάμου,
Και να προβάλλεις, άφραστε Νυμφίε, καταμπροστά μου!
-Δροσίνη Γ., ΝΥΧΤΑ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ, 74-75.-ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ, 75.-ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗΣ,76.-ΑΠΑΡΝΗΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΟΥ,76.-ΤΟΥ ΧΑΡΟΥ ΤΟ ΧΩΡΑΦΙ,77.-ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΟΥΣΕΣ,77-78.-ΣΤΗΝ ΑΠΙΣΤΙΑ, 78.- ΤΟ ΤΑΜΑ,78-79.-Ελιγιά Γιωσέφ, ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ, 79-80.-Ευελπίδη Χρ., ΣΥΧΝΑ ΠΗΓΑΙΝΩ ΜΟΝΑΧΟΣ, 80-Εφταλιώτη Αργ., ΣΕ ΕΙΚΟΝΑ, 80-81.-Ζαχαρή Λάμπρου, ΘΕΙΟ ΛΙΜΑΝΙ,81-82.-Ζερβού Γιάννη, ΤΟ ΚΑΜΠΑΝΑΡΙΟ, 82.-ΟΨΙΣ,83.-ΕΣΠΕΡΙΝΗ ΠΝΟΗ, 83.-Θέμελη Γεωργίου, Η ΚΑΛΟΓΡΗΟΥΛΑ, 83-84.-Καβάφη Κ., ΔΕΗΣΙΣ, 84-85.-ΜΑΝΟΥΗΛ ΚΟΜΝΗΝΟΣ, 85. - Καζαντζάκη Γαλάτειας, Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ,85-86.-ΔΕΗΣΗ, 86.
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Τί νάγινε το ανθόσκεπο περβόλι
πού γέλαε στών ονείρων μου τα μάκρη
και τώρα αγκάθια ολούθε και τριβόλοι
ο δρόμος που πηγαίνει δίχως άκρη;
Κύριε, πώς μ’ αρνήθηκες τη χάρη
πού ανέβαζε στα βλέφαρα το δάκρυ
και μ’ έκανε μ’ ανάλαφρο ποδάρι
και λεύτερη στα στήθια την ανάσα
του ίσκιου σου ν’ ακολουθάω το χνάρι,
Στο λογισμό να κλειώ την πλάσι πάσα;
Πώς πήρες τη χαρά που μ’ επλημμύρα
σα θρόϊσμα που ξυπνά ξάφνου στα δάση
καθώς στην ταπεινή μου έβλεπα θύρα
να φτάνη των χελιδονιών το ψίκι
κι’ άκουγα στών καλοκαιριών την πύρα
ασίγητο όλη μέρα το τζιτζίκι;
Κύριε! Δέξου υπάκουος τη φωνή μου,
με την αγάπη πάλι, ως το φοινίκι
που υψώνεται στη μέση της ερήμου
κάμε στο φώς σου ν’ αναβή η ψυχή μου.
Δ
Ε Η Σ Η
Ώ σύ λευκό που φεύγεις περιστέρι
προς του φωτός την παραδείσια βρύση,
την ώρα πού αχνοσβύνεται στη δύση!
Πώς λάμπεις σα χερουβικό ξεφτέρι
ανάερον, ελαφρό φτερό στο αγέρι
απλώνοντας! Και νάταν ν’ αρμενίσει
κι’ ο λογισμός που θείο διψάει μεθύσι
για μιά στιγμή μαζύ σου στ’ άγια μέρη!
Ένα τραγούδι νάθε τραγουδήσει
κι’ η βραδυνή γαλήνη να το φέρει
πρόσχαρον, από αστέρι στ’ άλλο αστέρι,
το δρόμον τ’ ουρανού ν’ ακολουθήσει,
με τις αγγελικές φωνούλες ταίρι,
κ’ η χάρη του Θεού να το αγρικήσει!
-Καζαντζάκης Ν., ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! (Απόσπασμα), 87.-ΤΥΠΙΚΑΡΗΣ (Απόσπασμα),87-88.-ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ,88.-Ο ΠΕΤΡΟΣ (Απόσπασμα),88-89.-ΤΥΠΙΚΑΡΗΣ (Απόσπασμα),89.-ΙΩΑΝΝΗΣ (Απόσπασμα) (α), (β), 89-91.-ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ (Απόσπασμα),91.-ΧΡΙΣΤΟΣ (Απόσπασμα), 91-92.-Καλαμπούσης Α., ΔΥΣΗ, 92.-Κάλβου Α., ΕΙΣ ΘΑΝΑΤΟΝ, 92-99.-ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ (Από τα «Ηφαίστεια»,-«εις την Ελευθερίαν.»- «Ο Ωκεανός».,100.-ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΡΕΤΗΝ, 101-103.-Καλλινίκου Κων., ΣΤΟΜΑ ΝΗΠΙΩΝ,104.-ΕΔΙΨΗΣΕΝ Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ,104-105.-ΒΡΑΔΥΑΖΕΙ,105-106.-Καρασούτσας Ι., ΕΙΣ ΕΝ ΑΣΤΡΟΝ, 106-108.-ΤΟ ΣΤΕΡΕΩΜΑ (Απόσπασμα),109-110.-Κολομπή Γ., ΕΙΣ ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΝ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΝΟΥ, 110-111.
-Κοτζιούλα Γ., ΕΤΟΙΜΟΣ, 111-112.-ΚΥΡΙΑΚΗ,
112.
Ε Τ Ο Ι Μ Ο Σ
Έτοιμος πρέπει νάσαι πάσαν ώρα
ν’ αφήσεις το πολύκοσμο λιμάνι
ποιός οιωνός δεν ξέρεις από τώρα
την αναχώρησή σου θα σημάνει.
Και μη ζητάς καινούργιες προθεσμίες
για να τελειώσεις τάχα τ’ αρχινισμένα,
δεν έχουν τέλος οι επιθυμίες
και στη αρχή θα βρίσκεσαι ολοένα.
Προσπάθησε μονάχα αυτές τις λίγες
μέρες να μη ασυμπλήρωτες αφήσεις,
για να μη λες πώς έφυγες και πήγες
από μιά βία επίβουλη της φύσης.
Είναι φριχτό στη δύση της ζωής σου
πού τίποτε από σε δέν περιμένει,
να σκέφτεσαι πώς έγειρε μαζί σου
και η αθάνατη μοίρα προδομένη.
Κ Υ Ρ Ι Α Κ Η
Στην κατάφωτη πλατεία
βγήκαν όλοι τέτοια μέρα
για να πάρουν τον αέρα
με την αριστοκρατία.
Εργολάβοι με τα πούρα
βηματίζουν και κυρίες
πού φορούν πολυχρωμίες
μήπως κάμουνε φιγούρα.
Μά τα γέλια κ’ οι κακίες
τούτων όλων είν’ ανία,
είν’ ανία κι’ αμηχανία
κάτω από τις ακακίες.
Ώ, ψυχή, αθώα, πιστή μου,
πού πλανιέσαι μοναχή σου,
μεσ’ στον κόσμο προσευχήσου
για να μη χαθής ψυχή μου.
-Κριναίου Παύλου, ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ,113-Κρυστάλλη Κ., (ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΛΟΓΗΡΟΝ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ), 114.
-Κυριαζή Αθαν., ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ,115-116.-ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ,116.
Λ
Ε Ι Τ Ο Υ Ρ Γ Ι Α
Τώρα τον πόθο μου θα κλείσω
σε μιάς βρυσούλας τον ρυθμό,
της πίκρας μου να τραγουδήσω
με δίχως τέλος κι’ αριθμό.
Και τ’ αγριολούλουδα θα μάσω
‘ς την ακρινή βουνοπλαγιά,
τ’ άγιο στεφάνι να κρεμάσω
για την χλωμή μας Παναγιά.
Και ‘ς το ξωκκλήσι, που δε μπαίνει
παρά ο βορηάς να κοιμηθή,
αργά το κλάμα θα σημαίνη
κι’ ο πόνος θα λειτουργηθή.
- Κωνσταντινίδη Κων., Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ,116-117.-Λαπαθιώτη Ναπολ., DE PROFUNDIS, 117-118.
-Λαύρα Ν., ΑΠ ΤΟΝ «ΑΣΩΤΟ», 118.-ΓΕΝΗΣΑΡΕΤ,118-119.- ΙΚΕΤΗΣ ΣΟΥ,119.-ΤΟ ΕΙΚΟΝΙΣΜΑ,119-120.-ΟΜΙΛΙΑ, 120.-ΑΛΗΘΕΙΑ ΛΕΓΩ,120-121.-ΛΑΜΠΡΙΑΤΙΚΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ,121.-ΣΤ’ ΟΡΟΣ ΤΩΝ ΕΛΑΙΩΝ,121-122.-ΣΤΟ ΓΥΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ,122.
ΑΠ’ ΤΟΝ «ΑΣΩΤΟ»
Ανοίγει ανέγγιχτα, καλέ, του πατρικού σου η πόρτα.
Στο πάτημά σου κελαϊδούν και τα ξερά της χόρτα.
ΣΤ’ ΟΡΟΣ
ΤΩΝ ΕΛΑΙΩΝ
Στ’ όρος μοιρολογούσαν οι ελιές
Μακρυά σαν κάμπο ο ήλιος πάει να σβύση,
κυλούσαν των δακρύων οι σταλιές,
απ’ την αστέρευτη του πόνου βρύση.
Άνθρωπε: πώς εδείλιασες, κι’ ο ιδρώς σου,
-Αίματος θρόμβος-ρέει στο μετωπό σου;
Στ’ όρος των ελαιών’ Σαν κάποιο χέρι,
να μας τραβάει σαν κάτι να μας γνεύει.
Άνθρωπος; Θεός; Τα δυό μαζύ ποιός ξέρει’
ο καθένας μας; και πάει ψηλά ν’ ανέβη,
στ’ όρος που κάποιο μαύρο δειλινό,
μίλησε η γη κρυφά στον Ουρανό;
-Μαβίλη Λ., ΝΥΧΤΑ,122-123.-Μαγγανάρη Μ., ΟΜΟΡΦΟΣ ΚΟΣΜΟΣ,123.-Μαλακάση Μιλτ., Ο ΘΕΙΟΣ ΑΝΘΙΜΟΣ,124-125.-Μαμμέλη Αποστ., ΘΕΙΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ,125.-ΣΤΑΘΜΟΙ,126.-Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ,127.-ΕΞΑΓΝΙΣΜΟΣ,127-128.- ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ,128.
-Μαρκορά Γερ., ΕΙΧΕ ΝΥΧΤΩΣΕΙ,129.-ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΨΥΧΗ,130-133.- Ο ΧΑΡΟΣ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΙΑ,133-134.
Ο
ΧΑΡΟΣ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΙΑ
Μια μέρα ο Χάρος βρέθηκε βαθειά στη Σιβηρία,
κι’ είπε: Τί τόπος νάναι αυτός;
Ουδέ χορτάρι’ ουδέ θνητός:
Όλα λευκά και κρύα.
Άς πάρω λίγη ανάπαυση. Το ποθητό μου χιόνι,
στην έρμη τούτη κατοικιά.
μιά κλίνη μώστρωσε γλυκειά
Με κάτασπρο σεντόνι.
Ως πότε την αστείρευτη ζωή να πολεμάω,
κι’ εκεί πού πρόσκαιρα νικώ,
άσβυστο γέλιο μαγικό
Στον κόσμο να θωράω;
Σαν, απ’ αστέρια, ολόγυμνος μείνη ο γαλάζιος θόλος
σα χλόη δεν έβγη πουθενά,
δικός μου τότε αληθινά
θέ νάναι ο κόσμος όλος.
Δικός μου, ναι!-Το λόγο του να σώση δεν προφταίνει
πού σκάει το κρύσταλλο με μιάς,
και, στόλισμα της ερημιάς,
Ένα λουλούδι βγαίνει.
Μεσ’ από τ’ άσπρα φύλλα του, στο βορεινόν αέρα,
χύνει απριλιάτικην οσμή
το βλέπει ο χάρος και μ’ ορμή
Πετάει σκιασμένος πέρα.
-Άχ! μιά φορά, πάει σκούζοντας όθε με βία διαβαίνει
ξάφνου ως του πάγου τον ανθό,
μεσ’ από αφώτιστο βυθό
θα βγούν κι’ οι αποθαμένοι.
-Μαρτζώκη Στ., Ο ΧΡΙΣΤΟΣ,134-135.-ΧΡΙΣΤΟΣ,135.-ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ,135-136.-ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ,136-137.-ΣΤΟ ΘΕΟ,137.-ΠΙΣΤΗ,137-138.-ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ,138.-ΤΑ ΒΩΔΙΑ ΤΗΣ ΦΑΤΝΗΣ,139.-Ματαράγκα Π., ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗΝ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ,139-141.-Μελισσάνθη, ΘΥΣΙΑ, 141-142.-ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ,142.-ΚΑΤΑΔΙΚΗ,142-143.-Ο ΑΠΟΛΕΣΘΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ, 143-144.- GRACE, 144.-Μιμίκου Στ. Κλεάρχου, ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ,145.-Μόρφη Στ., ΤΑ ΦΩΤΑ,145.-Τ’ ΑΠΡΙΛΗ,146.-Μ. Ν. Π., ΓΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ, 146-147.-Μπαρλά Τάκη, ΑΝΑΒΑΘΜΟΙ,147.-Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΩΝ ΠΕΠΕΔΗΜΕΝΩΝ,148-153.- ΕΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙΣ ΕΥΔΟΚΙΑ,154-155.-Μπεκέ Ομήρου, ΑΠ’ ΤΙΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ(Απόσπασμα α΄),156-157.-ΑΠ’ ΤΙΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ (Απόσπασμα β΄),157-159.-ΑΠ ΤΙΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ (Απόσπασμα γ΄),159-160.-Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (Απόσπασμα α΄),160-161.-Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (Απόσπασμα β΄),162.-Μπόταση Μαρίας, Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ,162-163.-Μυριβήλη Στράτη, ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΤΟΥ ΥΠΝΟΥ,163-166.-Μυρτιώτισσας, ΟΛΕΘΡΙΟ ΤΑΞΙΔΙ, 166-167.-Νεοπτολέμου, ΠΑΛΗΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ,167-168.-Νιρβάνα Παύλου, ΠΡΟΣΕΥΧΗ,168.-Ξύδη Θεοδώρου, ΜΥΡΟΦΟΡΟΙ,168-169.-ΓΕΘΣΗΜΑΝΗ, 169-170.-ΣΥΝΤΡΙΒΗ,170-171.-ΙΔΟΥ Ο ΝΥΜΦΙΟΣ,171.-ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ,172.-ΜΑΡΘΑ-ΜΑΡΙΑ,172-173.-Η ΔΕΗΣΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ,173-174.- ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΣΣΑ,174-175.-ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ,175-176.-ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ,176-177.-Ουράνη Κων., ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΤΟ ΘΕΟ ΓΙΑ Ν’ ΑΝΑΠΑΨΗ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΥΣΤΥΧΙΣΜΕΝΟΥΣ,177-179.
- Παλαμά Κ., Η ΝΥΧΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ, 179-181.-ΘΩΜΑΣ, 181-182.-ΤΟ ΜΑΓΟ ΣΑΣ ΤΟ ΦΩΣ!..., 182-183.-Ο ΜΕΣΣΙΑΣ, 183-184.-ΗΜΟΥΝ ΑΘΩΟ ΚΙ’ ΑΝΗΞΕΡΟ,184.-ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ,184-186.-ΤΟ ΞΩΚΚΛΗΣΙ,186-187.-Ο ΠΡΩΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΩΝ (Απόσπασμα.), 187-188.-ΠΟΛΙΤΕΙΑ, 188-189.-Ο ΝΑΟΣ,189.-ΑΠ’ ΤΙΣ ΝΥΧΤΕΣ ΤΟΥ ΦΗΜΙΟΥ,189.-ΑΠ’ ΤΟΝ ΚΥΚΛΟ ΤΩΝ ΤΕΤΡΑΣΤΙΧΩΝ, 190.
Θ
Ω Μ Α Σ
Ά! Τα σημάδια, πού Σού αφήκαν τα καρφιά,
Στην άχραντή σου με γυρίσαν ομορφιά.
Ο Κύριός μου και ο Θεός μου! Φώς! Πονώ
Στα τετραπέρατα του κόσμου να γεννώ,
προσκυνητής και δοξαστής Σου μιά φορά
δός, για τ’ Αγίου Σου παραδείσου τη χαρά.
……………………………………..
Τ’ ακάνθινο στεφάνι, δός μου Γολγοθά,
υπέρτατο όνειρο του κόσμου με μεθά’
Το σώμα, το αίμα Σου, Χριστέ μου, για να πιώ,
χτύπα τη σκέψη, σκότωσέ μου το σκορπιό.
Δίχως να ψάχνω άθλιος μπροστά Σου γυρευτής,
της άχραντης αγνά ομορφιάς Σου λατρευτής!
ΗΜΟΥΝ ΑΘΩΟ ΚΙ’
ΑΝΗΞΕΡΟ
Ήμουν αθώο κι’ ανήξερο
κι’ ήμουν βυζασταρούδι,
κ’ ήμουν λιγώτερο άνθρωπος
και πιό πολύ λουλούδι.
Τώρα τα χρόνια πλάκωσαν
και πέταξαν τα μύρα…
Ιερή Σοφία, δέξου με
στού ναού σου τη θύρα.
Κι’ ότι ήμουν πρώτα ακατάσχετος,
βόηθα να ξαναγίνω’
τώρα εσύ πάλι κάνε με
σαν παιδί και σαν κρίνο.
Ο Ν
Α Ο Σ
Την έστησες τη σκήτη σου στον ξερό βράχο απάνω
κι’ έζησες εκεί,
κάτω από τον ολόβαθο τον ουρανό, μονάχος
με την προσευχή.
Στην πέτρα απάνω ακούμπαγες. Περνάν τα χρόνια.
Φέγγει μέσα σου ο Θεός.
Με το ιερό σου τ’ άγγισμα βαθούλωσε κι’ ο βράχος
κι’ έγινε ναός.
ΑΠ’ ΤΟΝ ΚΥΚΛΟ ΤΩΝ ΤΕΤΡΑΣΤΙΧΩΝ
-Κλείστηκαν οι ναοί;
Το λιβάνι που θα καή;
Πού θα πάη κ’ η μυστική συμφωνία της προσευχής;
-Μη φροντίζεις. Καίονται, δέονται μεσ’ στα βάθη της ψυχής.
-Παναγιωτοπούλου Ιωάνν., ΓΕΜΙΣΕ Ο ΦΡΑΧΤΗΣ,190-191.-Παναγιωτοπούλου Σπ., ΚΥΝΗΓΟΙ,191.-Η ΠΙΣΤΗ,191-192.-Παπαδιαμάντη Αλεξ., ΜΙΑ ΨΥΧΗ, 192-193.-ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΤΣΑ ΣΤΟ ΠΥΡΓΙ, 193-194.-Παπαντωνίου Ζαχ., ΤΟ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟ ΚΑΡΑΒΙ, 194-195.-Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΤΑΠΕΙΝΟΥ, 195.-Παπαπαναγιώτου Κωνστ., ΔΕΒΒΩΡΑ,196.-ΤΟ ΘΕΙΟΝ ΔΡΑΜΑ,196-197.-ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ,197.-ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ,198-199.-ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΤΗ ΘΕΟΤΟΚΟ,199-200.-Παπαρηγόπούλου Δημ., Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ, 200-201.
-Παπατσώνη Τ., ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ ΕΛΑΦΙ,202-203.- ADVENTUS, 203-204.-ΤΟ ΣΑΡΙΚΙ ΤΩΝ, 205.-Η ΠΑΡΑΓΚΟΥΛΑ,206-208.-ΕΙΣ ΚΟΡΗΝ ΟΠΟΥ ΑΝΑΘΡΕΦΕΤΟ ΜΕΣΑ ΕΙΣ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΝ, Salve, Sancta Virgo, 208-209.-ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ, 209-210.
ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ ΕΛΑΦΙ
Σαν Αποκάλυψη το Ελάφι
Φάνηκε στη θαμπή Σελήνη
Καταμπροστά μου είς τα βάθη
Της Νύχτας. Όλο βούϊζε η Κρήνη.
Παρηγοριά σκόρπα κι’ ελέη,
Την κάθε ανία, πώς να ξεπλύνη.
Κι’ οι αστερισμοί σκορπούσαν δέη
Τριγώνων, Δίσκων, Τετραγώνων’
Ο Βέγας όλο χρυσά κλαίει,
Πού άλλες νυχτιές ήτο το μόνον
Άστρο πού τόσο αντιφεγγγίζει.
Και απόψε εβρέθη από το Θρόνο
Των ουρανών Αντίπαλος πού τον υβρίζει,
Αντίπαλος με κάκια, το φεγγάρι,
Αντίπαλος που τίποτα πιά δεν ορίζει.
-Μά έννοια του, δεύτερος εχθρός, με χάρη
Να του αντιπολιτέβεται του Βέγα
Στη γής αυτός, και όλο πολύ καμάρι:
Το Ελάφι υψώνεται σαν ίσκιος, μέγα,
Αψηλό με τα κέρατα ως απάνω,
Αψηλό το νυχτερινόν Ωμέγα,
Η νυχτερινή τελεία και το βάνω
Καλλίτερο απ’ ό,τι εμπρός μου εστάθη
Και θα τώχω έτσι ως να πεθάνω.
Σκέφτομαι να υποκριθώ τον Άη Ευστάθη
Πού δάβαζα στα παληά τα παραμύθια
Του Σμίθ, με τα γήϊνα πάθη
Αλλά εμποδίζει η πολλή μου απείθεια
Στο νόμο του Μωϋσή, κι’ έπειτα η Τάση
Στις ηδονές, πού φουσκώνουν τα στήθια
Μου από τον πόθο, και όσο και αν προστάσση
Η ψυχή, μά με φέρνει ο εωσφόρος
Προς την κατώτερη της κολάσεως πλάση.
Και αναμετρώ τις νύχτες οδοιπόρος
Στα δάση σαν απόψε να ξοφλήσω
Πού άνωθε μου ζητηέται ο δίκαιος φόρος,
Αλλά καλά που δέησε ν’ αντικρύσω
Το ελάφι απόψε, πού θ’ ανακόψη
(Τόσον αγνό) την κατωφέρεια. Και θα ορίσω
Τον πολύν «νίψον… και μη μόναν όψιν».
Κανόνα από τα τώρα για τη ζωή μου
Και τίποτα πιά δε θα με διακόψη
Ίσαμε την ύστατην αναπνοή μου.
ΤΟ ΣΑΡΙΚΙ ΤΩΝ
Άθλιοι σαδδουκαίοι! μορφώσαν πίστη, βλέπεις,
«ανάστασιν ούκ’ είναι», στρέψαν ολόκληρο
το λογισμό σε ικανοποίηση του σαρκίου των.
Και, βέβαια, εκείθεν βγαίναν δαίμονες πού δίδασκαν
τα επιχειρήματα: «αν είναι ανάσταση, τότες είναι
και αποκατάσταση’ κι’ αν οι εφτά αδερφοί,
το σπέρμα των ποθώντας να ξαναζωντανέψουν,
αλλάξανε με τη σειρά καθώς πεθαίναν ένας ένας
άκληροι τη γυναίκα έκαστος του πρώτου,
(πάντα σύμφωνα με το Νόμο και όχι ατίμως,)
τότες, στην πέρα ανάσταση η γυνή
τίνος έσται; μή θα δύναται να κατανεμηθή
το γύναιο στους εφτά αναστημένους; άρα είναι σαφές,
«ανάστασις ούκ έστι» και δός μου το σαρκίον
αλόγιστα άς χαρούμε, μιά και είμαστε ριγμένοι
σε τούτο τον λειμώνα». Εύκολα και τερπνά
λύονται οι απορίες στους σαδδουκαίους.
«Φοβάμαι την ανάσταση, γιατί κοπρίζω
το δώρο του Αιώνιου; την καταργώ’ και λέγω:
«Ανάσταση δεν είναι.»- Καλλίτερα δεν καταργείς,
αισχρέ, το κόπρισμα; δεν πάς να λούεσαι
καλλίτερα σε νάματα ηλιοχαρή,
να πάς τουλάχιστον ευπρόσωπος, εκείνων,
πού, άσχετα από την πίστη σου, υφίσταται,
ν’ αναμένης; παρά να πλάθης τούτες της θεωρίες
από της φύσεώς σου τη ροπή και ν’ αντιλέγης
νύχτιος εσύ, σκοταδερός, αυτού του Ήλιου;
Γύρισε πίσω το κεφάλι: αυτός ο ογκώδης.
-Παράσχου Αχιλ., ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑΝ, 210-211.-ΟΛΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΝΤΑΙ,212.-ΕΙΣ ΤΟΝ ΘΕΟΝ, 213.- ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟΝ (Απόσπασμα),213-215.-Πετρίδη Μιχαήλ, ΨΥΧΗ ΚΑΙ ΠΟΝΟΣ, 215-216.-ΠΑΡΑΣΧΟΥ ΚΥΡΙΕ, 216.-Πολέμη Ι., Η ΑΜΑΡΤΙΑ, 217.-ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΙ ΕΠΑΝΩ ΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ, 217-218.-Η ΚΑΛΑΜΙΑ, 218-219.- Ο ΤΥΦΛΟΣ ΠΡΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ, 219-220.-ΤΕΛΩΝΗΣ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΣ, 221-222.-ΤΑ ΔΥΟ ΔΑΚΡΥΑ,222.- ΣΙΜΩΝ ΠΕΤΡΟΣ, 222-223.-ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ,223-224.-Πολίτη Φώτου, ΑΠ’ ΤΟΝ «ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ ΤΟ ΜΕΓΑ». ΤΗ ΧΡΥΣΗ ΠΟΡΤΑ ΤΗΣ ΑΥΓΗΣ…, 224-225.- Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΛΩΤ,225-226.
-Πολυλά Ιακώβου, ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΗΣ, 226-227.
Ε Ρ Α Σ Ι Τ Ε Χ Ν Η Σ
Όταν στα βάθη της νυχτός με περιζώνει
αύρα θαλάσσης, ουρανού και γης γαλήνη,
το πνεύμα, πού στην ταραχή του κόσμου σβύνει,
τη μυστική ζωή του ανανεώνει.
Των πόθων όλων και παθών αγάλια οι πόνοι
παύουν, καθώς στον νού απλώνεται ευφροσύνη,
ο αιθέρας, που αρχήθεν η ψυχή μου κλείνει
ήσυχη ορμή προς άλλον κόσμο με φτερώνει.
Κι’ όσα πνεύματα εδώ στα πλάσματά του είδα,
ακαθρέφτιστα εκεί θωρεί ‘τα η φαντασία
κι’ όταν θαρρώ, πώς τη χρυσή πατώ βαθμίδα,
όπου αντηχεί ψηλάθε απέραντη αρμονία,
θαμπή στιγμή την ιλαρή μου παίρνει ελπίδα
μ’ ουράνιο λάλημα να ειπώ τραγούδια θεία.
-Πορφύρα Λ., ΔΕΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ, 227-228.-ΤΑ ΕΡΗΜΟΚΚΛΗΣΙΑ,228-229. –ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ,229-230.-ΣΤΗΝ ΠΑΛΛΕΥΚΗ ΚΑΜΑΡΑ, 230.
ΤΑ Ε Ρ Η Μ Ο Κ Κ Λ Η Σ Ι Α
Είναι στα ερημοκκλήσια που γκρεμίζονται
θλιμμένες Παναγιές, χλωμές εικόνες,
και μοναχά αγαπάνε τα αγριολούλουδα:
κρινάκια, κυκλαμιές, σπάρτα, ανεμώνες.
Σά θυμιατήρια αγροτικά κ’ εφήμερα,
σκόρπια ή δεμένα σ’ άτεχνο στεφάνι,
την άνθινή τους την ψυχή σκορπίζουνε
ψυχομαχώντας σ’ άϋλο λιβάνι.
Άχ! όποιος πάει εκεί με τ’ αγριολούλουδα
στο πρώτον άγγιγμά του ανοίγει η πόρτα,
πού ολόγυρα οι φωλιές την επλουμίσανε,
της λησμονιάς την κέντησαν τα χόρτα’
Ανοίγει η πόρτα έτσι οπού συνήθισε
να την ανοίγει μόνον ο αγέρας,
σάμπως να την ανοίγει η Παναγιά
με την ανησυχία γλυκιάς μητέρας,
χαροκαμένης γριάς, που τη λησμόνησαν
στο έρμο φτωχικό της και προσμένει
κάποιους ναρθούνε περ’ από μιά θάλασσα
αιώνια, σκοτεινή, φουρτουνιασμένη…
-Προβελεγγίου Αριστομ., ΟΙ ΔΥΟ ΚΟΣΜΟΙ,231-232.-Η ΑΚΑΡΠΗ ΣΥΚΙΑ, 232-233.-ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ,233-234.-ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ, ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ,234-237.-ΑΠΟ ΤΟ ΔΡΑΜΑ «ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΦΩΚΑΣ» (Απόσπασμα) 237.-ΨΥΧΗ ΜΟΥ, ΨΥΧΗ ΜΟΥ (Απόσπασμα), 237-238.-ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ,239.-Προεστοπούλου Ν., ΠΗΓΗ, 240.-Ραγκαβή Αλ., ΘΕΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑ, 240-241.-ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ,241-243.-ΤΟ ΕΩΘΙΝΟΝ, 243-244.-ΑΙΝΟΣ ΕΩΘΙΝΟΣ, 244-245.-ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΘΕΟΝ,246-247.-Ραζέλου Λεων., Η ΑΝΑΛΗΨΙΣ, 247-248.-Ραφτοπούλου Ιωσήφ, ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ, 249.-ΤΟΝ ΘΕΟΝ ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΕΙΔΕ…,249.
-Ρώτα Βασιλείου, ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ,249-250.-ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ, 250.-ΤΟ ΚΟΝΙΣΜΑ, 250-252.- ΤΟ ΟΥΡΑΝΙΟ ΜΗΝΥΜΑ, 252-253.
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Την πορφύρα ντυμένος, το στεφάνι
σού τρυπά τα μελίγγια με τ’ αγκάθια,
Το καλάμι κρατείς, στο λυσσομάνι,
στη χλεύη του λαού Σου κλείς τα μάτια.
Ώ παραγνωρισμένε Θεέ του κόσμου
πονείς, τώρα πονείς, τον μέγαν πόνο.
Γονατίζω και κλαίω. Σε Σένα δός μου
τη δύναμη τα μάτια να σηκώσω.
Χ
Α Ι Ρ Ε Τ Ι Σ Μ Ο Σ
Χαίρε, η φανέρωση που μ’ έμαθε
Το νόημα της ζωής να βρίσκω’
Χαίρε το θάμα που μ’ εφώτισε
Και μ’ έκανε πιστό και θρήσκο.
Χαίρε τ’ αστέρι πού μ’ ωδήγησε
Να βρω το δρόμο στο σκοτάδι
Χαίρε το χέρι που με τράβηξε
Και μ’ έβγαλεν από τον Άδη.
Χαίρε, η χαρά που με καθάρισε
Κ’ η χάρη που με δυναμώνει
Χαίρε τ’ αθάνατο νερό
Πού από το Χάρο με γλυτώνει.
-Σακελλαροπούλου Δ., ΕΠΙΛΟΓΟΣ, 254.-Σεφέρη Γ., ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΓΙΑΛΙΑ (Απόσπασμα), 254.
-Σερενέ Στάθη, ΤΗ ΥΠΕΡΜΑΧΩ, 255.
ΤΗ ΥΠΕΡΜΑΧΩ
Χαίρε, και δέξου από μας τους ταπεινούς
δέξου τ’ ανάξια φτωχά μας δώρα,
ώ! κι’ αν μας έδειρε της αμαρτίας μπόρα,
κάμε σε Σένα να γυρίση ο νους.
Χαίρε, και μην αφίνης να χαθούνε οι πιστοί,
όσοι για χάρη Σου στην άκρη μιάς αβύσσου
γυρέψανε την άϋλη τη Δύναμή Σου
στην ανθρωπίνη νόηση χειροπιαστή.
Χαίρε, ανίκητη νικήτρα στους καιρούς’
διώξε τα σκότη που μας θάμπωσαν τη σκέψη,
κι’ άς ανεβή στον ουρανό να γαληνέψη
η δέησή μας των αγγέλων τους χορούς.
-Σεφεριάδη Στυλιαν., ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 255-256.-Σημηριώτη Άγγ., ΠΑΝΤΑ, 256.-ΤΟ ΒΟΥΝΟ, 256-257.-Σικελιανού Άγγελου, Ο ΙΗΣΟΥΣ ΣΤΟ ΝΑΟ (Απ’ το «Πάσχα των Ελλήνων»), 257-259.- Ο ΔΩΔΕΚΑΧΡΟΝΟΣ ΧΡΙΣΤΟΣ (Απ’ το «Πάσχα των Ελλήνων»),259-260.- ΔΕΗΣΗ,260-262.-Σκίπη Σωτήρη, ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΟ ΤΟΥ ΔΕ ΘΕΝΑΧΗ, 262-263.-Η ΚΟΜΗ ΤΗΣ ΒΕΡΕΝΙΚΗΣ (Απόσπασμα), 263-264.- ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΚΑΜΠΑΝΟΚΡΟΥΣΤΗ, 264-266.-ΒΙΒΛΙΚΗ ΑΡΠΑ, 266-267.-Σολωμού Διον., ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ, 267-268.- Η ΔΕΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΛΑΜΠΡΟΥ ΤΟ ΕΣΠΕΡΑ ΤΗΣ ΛΑΜΠΡΗΣ,268-269.- ΕΙΣ ΠΑΙΔΑΚΙ ΝΕΟΓΕΝΝΗΤΟ ΟΠΟΥ ΑΠΕΘΑΝΕ ΕΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΤΟΥ,269.-ΕΙΣ ΦΡΑΓΚΙΣΚΑΝ ΦΡΑΙΖΕΡ, 269.-Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΛΑΜΠΡΗΣ, 270.-ΕΙΣ ΜΟΝΑΧΗΝ,271-274.-ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ, 274.-Σουρή Κρίτωνος, ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ, 274-275.
Σούτσου Αλέξ., Η ΘΕΙΑ ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΙΑ, 275-276.
Η ΘΕΙΑ ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΙΑ
Μέγας εί, Κύριε, και καμμία
Γλώσσα προς ύμνον Σου δεν αρκεί.
Γαίας, στερέωμα και στοιχεία
Έν μόνον νεύμα Σου διοικεί.
Πνεύσας, εκίνησας τους αέρας,
Βλέψας, προσήλωσας τους αστέρας.
Ζωή ών άναρχος, αεννάως
Άφθονον χύνεις νάμα ζωής.
Καθώς εποίησας πάν το χάος,
Αν θέλης χάος το πάν ποιείς.
Ο χρόνος όλος ακαριαία
Ενώπιόν Σου είναι στιγμή,
Και το διάστημα πάν κεραία
Οι κοσμοκόποι Σου οφθαλμοί
Φωτοδοτήρες δύο, χιλίους
Σπινθηρακίζουν ομού ηλίους.
-Σούτσου Π., ΑΠΟ ΤΟΝ «ΟΔΟΙΠΟΡΟΝ» (Απόσπασμα ά,), 276-277.-ΟΙ ΕΚ ΤΟΥ ΑΔΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥΝ, 277.- ΘΩΜΑΣ,278.-ΑΠΟ ΤΟΝ «ΟΔΟΙΠΟΡΟΝ» (Απόσπασμα β΄,),278.-ΕΙΣ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟΝ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΜΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, 279.-ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΝ, 279-280. -Στάη Δημ., ΕΡΕΙΠΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ,280-281.-Σταύρου Θ., ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ, 281-282.-Στρατήγη Γεωργίου, ΣΤΑ ΕΙΚΟΝΙΣΜΑΤΑ, 282-284.-ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ,284-285.-ΑΝΑΣΤΑΣΙ, 285-286.- ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ, 286-287.-Στρατηγού Α., ΟΤΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΜΗΤΟΡΟΣ ΕΣΤΑΘΗ Η ΘΕΪΚΗ ΑΓΑΠΗ, 287-288.-Τανταλίδη Ηλία, ΚΥΡΙΑΚΗ, 288.-ΕΙΣ ΤΟΝ ΘΕΟΝ (Απόσπασμα), 289-290.-ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΟΥ, 290-291.
-Ταρσούλη Αθηνάς, ΤΗΣ ΛΥΤΡΩΣΗΣ Ο ΣΠΟΡΟΣ, 291-292.
ΤΗΣ ΛΥΤΡΩΣΗΣ Ο ΣΠΟΡΟΣ
Ρίξε τον αγνό σπόρο σου σε μιά ψυχή,
φτάνει νάρχετ’ από τα ιερά βάθη σταλμένος.
Πώς τότε θα την ανυψώσης σ’ άχραντη προσευχή,
σάν άγγελος θα της μιλήσης ουρανοσταλμένος.
Με τ’ άγιο κρίνο μιάς αγάπης μυστικής
τη ναρκωμένη της ζωή ανατάραξέ της,
φέρ’ της τον Ευαγγελισμό μιάς νέας χαραυγής
κι’ απ’ τη ζεστή πνοή σου αλαφροφύσηξέ της.
Θα δης μι’ ανέλπιστην ανάσταση και μιά χαρά
να πλημμυρίσουνε μ’ ανθούς την ατμοσφαίρα,
τα μουδιασμένα πρίν κι’ ασάλευτα φτερά,
σαν αρχαγγελικά θα σκίσουν τον αέρα,
και θα πετάξουνε σε χώρες λυτρωμού,
απ’ τη νοσταλγημένη σου αγάπη φτερωμένα.
Αχ, φανερώσου πρίν στη νύχτα του πικρού χαμού,
αλλοί τους! σκορπιστούνε συντριμμένα.
-Τριανταφύλλου Κλεαν., ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ,292-293.-Τσουκαλά Γ., ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ, 293.
-Φιλύρα Ρώμου, ΙΕΡΟ, 294.-ΝΑΡΘΗΚΑΣ, 294.
Ι Ε Ρ Ο
Τα άγια των αγίων λειτουργήστε,
λειτουργηθείτε όσοι εσείς πιστοί,
μεσ’ την ψυχή σας πίστη αιώνια κλείστε
και δεηθείτε και για το ληστή.
Χριστιανοί στη σκέψη και στο σχήμα,
Ιδανιστές στην πίστη του Υψηλού,
λυτρώστε τη ζωή σας απ’ το κρίμα
κι’ αύριο θάστε απ’ τη Γη γι’ αλλού.
-Φιντέλη Παύλου, ΣΟΝΝΕΤΟ, 295.
Σ Ο Ν Ν Ε Τ Ο
Άνοιξε της καρδιάς Ωραία Πύλη,
οπού καιρούς κλειστή και πένθιμη ήσουν…
Οι πολυέλαιοι άς λαμπροφωτίσουν
τον πορφυρόστρωτο ναό, σαν ήλιοι.
Μέσα στο ετοιμοθάνατο αυτό δείλι,
τον ώμορφο Νυμφίο για ν’ απαντήσουν,
με μελωδίες ουράνιες, ας ξυπνήσουν
οι αγγέλοι σου οι χρυσόφτεροι κι’ οι χίλιοι.
Τα σήμαντρα άς χτυπάν γλυκά κι’ αγάλι
κι’ οι απαλοτόνοι στο ναό κυλώντας,
της προσμονής ν’ ανοίγουν την αγκάλη.
Γιατί με του βραδιού τα πρώτα θάμπη
-Ξανθός βοσκός στον ώμο αρνί κρατώντας-
ο Βασιλιάς των βασιλιάδων θαμπή.
-Φτιαρά Γ., ΦΩΝΗ ΑΠΟ ΤΟ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ Σ’ ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΜΑΡΤΥΡΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΗ ΡΩΣΣΙΑ, 295-298.-ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ, (Η Φυγή. /Φωνή/ Ο Δυνατός/ Ο δρόμος της Δαμασκός/ Η σιωπή/ Το μήνυμα)298-302.- ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ, 302-304.-Χατζοπούλου Κ., ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ, 304-305.-Ο ΕΝΑΣ, 305-306.
Αυτοί είναι εν
συνολικά οι ποιητές και οι ποιήτριες της θρησκευτικής ανθολογίας του Ανδρέα Ιω.
Κεραμίδα και οι τίτλοι των ποιημάτων τους..
Ας δούμε και τις θεματικές ενότητες:
Ο Θεός-η φύσις-ο κόσμος, 24 ποιήματα.-Ευαγγελισμός, 3 ποιήματα.-Χριστούγεννα-Φώτα, έχουμε 17 ποιήματα.-Η ζωή, το έργο και η διδασκαλία του Σωτήρος, 19 ποιήματα.-Τιβεριάς- Γενησαρέτ-Ιερουσαλήμ, 3 ποιήματα.- Βάϊα-Ωσσανά, έχουμε 2 ποιήματα
Γύρω από τα πάθη του Κυρίου, 22 ποιήματα.-Ανάστασις, 12 ποιήματα.-Αι γυναίκες των Ευαγγελίων (Μαγδαληνή/Μάρθα-Μαρία/Μυροφόροι/Σαμαρείτισσα), 6 ποιήματα Οι δύο «Μαγδαληνές» του Νίκου Καζαντζάκη. Και τα υπόλοιπα από τον Θεόδωρο Ξύδη.-Ανάληψις-Πεντηκοστή, 2 ποιήματα. Του Λεωνίδα Ραζέλου, «Η Ανάληψις» και «Πεντηκοστή» του Τάκη Παπατσώνη.- Οι Απόστολοι( Πέτρος/Ιωάννης/Παύλος/Θωμάς/ Σίμων Πέτρος) 10 ποιήματα.-Παναγία-Θεοτόκος, 11 ποιήματα.-Μετάνοια-Εξομολόγησις-Θεία Ευχαριστία, 13 ποιήματα-Θάνατος-Ανάστασις νεκρών, 9 ποιήματα.-Θέματα από την Παλαιάν Διαθήκην, (Δεββώρα/ Απ’ τις προφητείες/ Η γυναίκα του Λωτ) 5 ποιήματα.-Προσευχαί, 33 ποιήματα.-Η δύναμις της πίστεως και της προσευχής, 2 ποιήματα. Του ποιητή και τεχνοκριτικού Ζαχαρία Παπαντωνίου, «Το ευλογημένο καράβι» και του πειραιώτη Θόδωρου Βελλιανίτη, «Η προσευχή».-Στοχασμοί Θρησκευτικοί-ηθικοί, 43 ποιήματα. Χριστιανική ζωή, 16 ποιήματα.-Τύψις συνειδήσεως, 1 ποίημα «Τα χέρια του Πιλάτου» του Στέφανου Δάφνη.-Θρησκεία-Οικογένεια, 1 ποίημα. Του Γεωργίου Αθάνα «Με της ψυχής το φεγγαρίσιο φώς».-Σχετικά με τα παιδιά, 7 ποιήματα. (των Κωστή Παλαμά 2, της Μελισσάνθης 1, του Διονυσίου Σολωμού 1, του Δημητρίου Παπαρρηγόπουλου 1. Και από ένα του Κωνσταντίνου Καλλίνικου και του Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη).-Σαββατόβραδα-Κυριακή, 4 ποιήματα.-Εσπερινοί, 7 ποιήματα. Τους ποιητικούς Εσπερινούς του Γεωργίου Δροσίνη, του Θεόδωρου Ξύδη, του Λάμπρου Πορφύρα, του Αριστομένη Προβελέγγιου και του Ιωσήφ Ραυτόπουλου. Και το ποίημα «Δύση» του Α. Καλαμπούση και «Βραδιάζει» του Κωνσταντίνου Καλλίνικου.-Εκκλησίες-Ερημοκκλήσια-Μοναστήρια, 13 ποιήματα.-Εικονίσματα, 6 ποιητικά Εικονίσματα των Αργύρη Εφταλιώτη, Κωνσταντίνου Π. Καβάφη, Λάμπρου Πορφύρα, Βασίλη Ρώτα, Γεωργίου Στρατήγη.-Μεγάλοι άνδρες της Εκκλησίας, μία ποιητική μονάδα «Οι τρείς ιεράρχες» του Κ. Παπαπαναγιώτου.
Αυτές είναι οι θεματικές ενότητες της Νεοελληνικής Θρησκευτικής Ανθολογίας που πρώτος άνοιξε την αυλαία και ανθολόγησε ο Ανδρέας Ιω. Κεραμίδας. Μια ανθολογία με θεματικό εύρος, γλωσσικό πλούτο και μεταφυσική χριστιανική ατμόσφαιρα, Η ποιητική θρησκευτική ανθολογία που συνέταξε ο Κεραμίδας, είναι η πρώτη συστηματική ταξινόμηση, συλλογή με το θέμα χριστιανική ποιητική μαρτυρία. Το πρωτεύον για τους δημιουργούς της χριστιανικής παράδοσης είναι ο ειλικρινής και ουσιαστικός διάλογος με τα πρόσωπα και τα σύμβολα της πατροπαράδοτης πίστης τους. Ο φωτισμός των εσωτερικών περιπετειών της ψυχής τους, οι φόβοι και αμφιβολίες τους, οι δισταγμοί και οι ελπίδες τους, οι ανησυχίες τους και όχι μάλλον, η ποιητική αισθητική των ποιημάτων τους, δίχως να αποκλείεται και αυτή, στην προσπάθεια ανάδειξης του ποιητικού τάλαντου των δημιουργών. Τον πιστό δημιουργό τον ενδιαφέρει πρωτίστως η εν Χριστώ ζωή και σωτηρία και όχι η καταξίωση στο βάθρο της ποιητικής ιστορίας. Κάτι, που όλοι μας αναγνωρίζουμε ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο και ακατόρθωτο. Η ανθρώπινη φιλαυτία όλων μας υπερβαίνει τους βαθμούς πίστης μας και αλήθεια μαρτυριών μας. Η Ιστορία και ο σκληρός ρεαλισμός της, δεν στέκεται σε ιδεολογίες, πιστεύω, επιθυμίες των ανθρώπων όπου γης. Εξυπηρετεί άλλους σκοπούς, καταγράφει τα γεγονότα πέρα ακόμα και από την αλήθεια τους όπως θα την ήθελαν ή την πρεσβεύουν οι άνθρωποι που γεννιούνται, ζουν, πεθαίνουν μέσα στην ροή του Χρόνου και ελπίζουν εν Τόπω. Η απομάγευση του Κόσμου, από τα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας, οι παγκόσμιοι και τοπικοί πόλεμοι, η αλλαγή των αντιλήψεων προτεραιοτήτων του βίου έφερε δραματικές και συγκλονιστικές αλλαγές στις συνειδήσεις των πιστών δημιουργών και στις κοινωνικές συμπεριφορές τους. Και φυσικά, στις μεταξύ τους σχέσεις. Μόνο που καθώς χάθηκε σταδιακά το μυστήριο του κόσμου και της ζωής, ο λογισμός και το όνειρο, ο λυρισμός, μας έμεινε ο σχολαστικισμός, το φόντο, το δόγμα, η τελετουργική μεγαλοπρέπεια, τα ήξεις αφίξεις μιάς πίστης και μιάς ποίησης ίσως «νεκρής». Μια ποίηση για την ποίηση και όχι για τον άνθρωπο και τις όποιες ανάγκες του. Το αναγκαίο μοτίβο αναγνώρισης και καταξίωσης μέσα σε έναν αποιητικό κύκλο ζωής προσωπικών απαγορεύσεων, ακατάσχετης και ανέξοδης αγαπολογίας. Η Ποίηση έπαψε να κοινωνεί με την ζωή και τις ανάγκες της, δηλαδή με την όποια Πίστη.
Στο δεύτερο αυτό συμπληρωματικό σημείωμα για την πρώτη ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ που συνέταξε ο Ανδρέας Ιω. Κρεμίδας, διατήρησα την ορθογραφία, την στίξη και τους διπλούς τύπους λέξεων όπως τους διαβάζω στο βιβλίο. Στόχος μου, δεν ήταν να διορθώσω τα της Ανθολογίας ή του Τυπογραφείου λαθάκια και αβλεψίες, επιθυμία μου ήταν να προβώ σε μια ανθολόγηση στηριζόμενος σε μία άλλη ανθολόγηση. Εκείνο που με ενδιέφερε είναι η συγκίνηση και ο λυρισμός των ποιητικών φωνών που ο Ανδρέας Ιω. Κεραμίδας πρώτος επέλεξε να μας παρουσιάσει διασώζοντάς τες. Η υγρασία της τρυφερότητας της φωνής τους. Γιαυτό και δεν θέλησα να συμπληρώσω την Ανθολογία του με στοιχεία και πληροφορίες από τις κατοπινές Χριστιανικές Ανθολογίες που γνωρίζουμε, γιατί δεν ήθελα ένα μέτρο σύγκρισης ή αξιολόγησης. Ούτε να προσθέσω χρονολογίες γέννησης ή θανάτου των δημιουργών. Το ίδιο πράττω και στα Ποιήματα που αντιγράφω γνωστών και άγνωστών μας ποιητών. Δεν κατέφυγα σε μία αντιβολή σε συλλογές τους και αναφοράς σε ποια ανήκουν τα ποιήματα. Το έντονο συναίσθημα παραδείγματος χάρη των δύο Προσευχών του ποιητή και κριτικού Μάρκου Αυγέρη, με τράβηξε περισσότερο από μία «καθαρή» χριστιανική φωνή. Ή πάλι, «Το όραμα της νύχτας» του Γ. Φτυαρά δεν μπορούσε να μεταφερθεί σε ένα περιορισμένου χώρου σημείωμα και μάλιστα αποσπασματικά. Θα χάνονταν η ομορφιά του. Γιατί κατά την δική μου εκτίμηση, πρωτεύον υπήρξε η ποιητική συγκίνηση και όχι η όποια πίστη των δημιουργών. Για έναν ποιητικό λόγο που ανασταίνεται ακόμα από τις τέφρες των λέξεων και γίνεται φανός. Οι ενδιάμεσοι σχολιασμοί που κάνω, είναι το περίγραμμα επεξηγήσεων σε ένα από τα ρεύματα του ελληνικού ποιητικού λόγου, βαδίζοντας πάνω στα χνάρια παλαιότερων και όχι σαν μία σημερινή επίσκεψη σε ένα ποιητικό κοιμητήριο. Αν το πέτυχα και σε ποιο βαθμό δεν μπορώ να το γνωρίζω.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς,
Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2022.
ΥΓ. Ολοκληρώθηκε η προσφορά του τετράτομου έργου του Ουίνστον Τσώρτσιλ, Β’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, σε μετάφραση Γιάννη Καστανάρα, από την κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ». Η εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ» πρόσφερε στους αναγνώστες της το έργο του γεννημένου στην Ναύπακτο, δραστήριου στον Πειραιά Σπύρου Μελά, ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΕΤΑΞΑΣ, Ο στρατιωτικός, ο πολιτικός, ο κυβερνήτης, εκδόσεις Historia 2021. Η Σαββατιάτικη έκδοση της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ», πρόσφεραν στους αναγνώστες τους τον τόμο 1946-1949 Ο Εμφύλιος Πόλεμος. Επιμέλεια σειράς: Ηλίας Νικολακόπουλος-Βασίλης Παναγιωτόπουλος. Τον τόμο υπογράφουν με κείμενά τους οι Θανάσης Σφήκας, Ιάκωβος Μιχαηλίδης, Ιωάννα Παπαθανασίου, Πολυμέρης Βόγλης. Λιάνα Θεοδωράτου. Κυκλοφόρησε επίσης ο ποιητής Γιώργος Βέης, μετά την τελευταία ποιητική του συλλογή «Βράχια», εκδ. Ύψιλον 2020, το σπονδυλωτό έργο του «Για την ποιητική γραφή» Δοκιμίων σύνοψις. Εκδ. Ύψιλον 2021. Μια συλλογή από μικρά δοκίμια ποιητικής και για την λειτουργία της ποίησης τα οποία έχει δημοσιεύσει ο ποιητής στα χρόνια της ενασχόλησης του με τον ποιητικό λόγο. Διάσπαρτες παραμένουν ακόμα οι βιβλιοκριτικές του στα διάφορα περιοδικά και εφημερίδες. Για τις πρόσφατες μελέτες που κυκλοφόρησαν για τον ποιητή Τάκη Κ. Παπατσώνη αναφέρομαι στο κείμενο. Κυκλοφορούν ακόμα, ο τόμος Ιάκωβος Καμπανέλης, «Άκουσε τη φωνή μου κι έλα» τραγούδια και ποιήματα. Φροντίδα Θάνος Φωσκαρίνης-Κατερίνα Ι. Καμπανέλλη, εκδόσεις Κέδρος 2020, καθώς και ο τόμος αφιέρωμα στον ποιητή Τάσο Λειβαδίτη των εκδόσεων Στίξις-Ρέθυμνο Δεκέμβρης 2017, σε επιμέλεια έκδοσης Χρυσοξένης Προκοπάκη και επιμέλεια των κειμένων Γιώργου Δουατζή. Ο τόμος περιλαμβάνει παλαιά και νέα κείμενα των Χρίστου Αλεξίου, Νικηφόρου Βρεττάκου, Κώστα Γεωργουσόπουλου, Γιώργου Δουατζή, Μίκη Θεοδωράκη, Σόνιας Ιλίνσκαγια, Σπύρου Κατσίμη, Κώστα Κουλουφάκου, Κώστα Κρεμμύδα, Γιώργου Μαρκόπουλου, Απόστολου Μπενάτση Γιώργου Παπαλεονάρδου, Τίτου Πατρίκιου, Μανόλη Πρατικάκη Γιάννη Ρίτσου, Σταύρου Στρατηγάκου, Έλλης Φιλοκύπρου. Τέλος, από την εφημερίδα «Το Βήμα» και πάλι, δεν θα μπορούσαμε να μην εξάρουμε την προσφορά της. Μιλώ για το αναπάντεχο και εξαιρετικό πνεύμα του αειθαλή στην σκέψη και ευρηματικό, σπινθηροβόλο και καυστικό χιούμορ, σαρκασμό και ειρωνεία, του ΑΡΚΑΣ και του βιβλίου του «Η ΚΥΡΙΑΚΗ και οι εργάσιμες». Ένα χιούμορ σύγχρονο, πολιτικό, επίκαιρο, καυστική γραφή, υπαρξιακή και κοινωνική σάτιρα, ενός ταλέντου που ευτυχώς ακόμα, αυτός ο χειμαρρώδης καταπληκτικός λόγος και η σκέψη του, δεν φυλακίστηκαν σε πανεπιστημιακές αίθουσες διδασκαλίας, σπουδαστήρια διατριβών, ακόμα και ιστοσελίδες όπως η παρούσα. Ο ΑΡΚΑΣ είναι ένα αηδόνι των καιρών μας που όπου θέλει πετά. Και ευτυχώς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου