Παρασκευή 31 Μαρτίου 2023

Μάνος Χατζιδάκις, "Η Μαγεία της μεταρσίωσης" ένα γράμμα στον Δημήτρη Ποταμίτη

      ΜΑΝΟΣ  ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ

«Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΡΣΙΩΣΗΣ»

Ένα γράμμα στον Δημήτρη Ποταμίτη

                   Νέα Υόρκη 19.7.1967

περιοδικό Η ΛΕΞΗ, τεύχος 128/7,8, 1995, σ. 501.

Αγαπητέ Δημήτρη,

άργησα να σου γράψω, όχι γιατί αδιαφόρησα, μα γιατί μ’ είχαν περιζώσει πολλές έγνοιες γύρω απ’ τη δουλειά μου και μ’ αχάριστες μα αναγκαίες σχέσεις με τους δικηγόρους μου.

     Για την  Illya, καλλίτερα να μην σου γράψω. Είναι μιά αμαρτία. Προσπαθώ να συνηθίσω στην ιδέα ότι την έκαμα, για να την ξεχάσω. Τίποτ’ άλλο.

     Διάβασα με προσοχή το γράμμα σου. Οφείλω να ομολογήσω πώς ποτέ δεν είχα ακούσει μιά τόσο σοβαρή εξήγηση της ανάγκης που ωθεί τον ηθοποιό να γίνει ηθοποιός, και μάλιστα από ηθοποιό. Αυτή η «μαγεία της μεταρσίωσης»- καθώς λες- πού μέσω της άλλης προσωπικότητας ανακαλύπτεις ένα διαφορετικό πρίσμα του κόσμου, μ’ αρέσει. Χωρίς να παύω να πιστεύω, πώς η ανάγκη αυτή οπωσδήποτε φθείρει τον οργανισμό ψυχικά. Κι όπως η ιδιότης του μέντιουμ φθείρει το νευρικό σύστημα του έχοντος την ιδιότητα, έτσι και στον ηθοποιό φθείρεται το ηθικό του σύστημα. Τώρα βέβαια, εξαρτιέται κατά πόσον είσαι φύσει ή θέσει τοποθετημένος στην υπόθεση. Κι αν μεν είσαι φύσει, οφείλεις ν’ ακολουθήσεις ακόμη και τον διάβολο, αρκεί να βρείς την ολοκλήρωσή σου.

     Μα το ερώτημα, είναι αποκλειστικά δικό σου, για σένα κι από σένα. Κι όσο για το «να ζωντανέψεις το αγαπημένο πλάσμα», είναι νομίζω η πιό ποιητική ερμηνεία του ηθοποιού. Μ’ αρέσει. Κι όσο το σκέπτομαι, μ’ αρέσει περισσότερο.

     Χαίρομαι που η μουσική μου σε συμπληρώνει εσωτερικά. Αυτός ήταν ο σκοπός της.

            Γράψε μου νέα σου,

                 και σε φιλώ

       ΜΑΝΟΣ  ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ

--

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΤΑΜΙΤΗΣ

ΑΝΕΠΙΔΟΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΤΟΝ ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ

  (ΜΑ ΠΟΥ Ο ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ ΤΗΝ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΚΑΛΑ)

Περιοδικό Η ΛΕΞΗ, τεύχος 128/7,8, 1995, σ. 502-503

     «Αν θές να είσαι αντικειμενικός, φρόντισε να ‘σαι απόλυτα προσωπικός», μου έλεγες κάποτε. Αυτό θα προσπαθήσω σ’ αυτό το γράμμα, γιατί όλα τ’ άλλα είναι ανόητες νεκρολογίες και δεν μας ταιριάζουν.

     Αγαπητέ Μάνο,

     Θυμάσαι πώς γνωριστήκαμε; Σπούδαζα τότε, στα μέσα της δεκαετίας του ’60, στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Σ’ αυτή τη φάση και σ’ αυτή την ηλικία γνωριστήκαμε. Γύρναγα από ένα εστιατόριο, γύρω στις 11 το βράδυ, διέσχιζα την Μιχαλακοπούλου, που η μισή ήταν δρόμος και η άλλη μισή ρέμα πού το είχανε στερέψει, γεμάτο χαμόσπιτα και παράγκες, όταν σε είδα, έξω ακριβώς από το κατώφλι του σπιτιού μου. Ανοίγω την πόρτα, μπαίνω μέσα. Απότομα πάλι γυρνάω, ξαναβγαίνω. Σε πρόλαβα. «Είστε ο κ. Χατζιδάκις;». Χαμογέλασες σαν παιδί. «Θέλω να σας χαρίσω ένα βιβλίο, αγαπώ πολύ τη μουσική σας. Να, εδώ μένω, θέλετε να ανέβετε για λίγο;» «Να ανέβω!». Ανεβήκαμε στο εργένικο φοιτητικό δωμάτιο. Σου έδωσα το βιβλίο. Δεν ξέρω πώς, κουβέντα την κουβέντα, ξημερωθήκαμε. Ένιωσα σαν να σε ήξερα από μιάν άλλη ζωή. Ή πώς ήμουν με τον καλύτερο παιδικό μου φίλο. Πολύ αργότερα συνειδητοποίησα πόσο επικίνδυνο ήταν αυτό που έκανα. Όχι για σένα, γιατί τάχα κινδύνευες να κατηγορηθείς άλλη μιά φορά ότι συγχρωτίζεσαι με νεαρούς, κάτι πού η αστική νεοελληνική διαστροφικότητα το θεωρούσε τότε-ίσως και σήμερα-αμάρτημα. Ο κίνδυνος ήταν αλλού: Να με πέρναγες εσύ, Μάνο, για προβοκάτορα της αστικής διαστροφικότητας. Να υποθέσεις ότι άλλος ένας νέος, ανάμεσα στους εκατοντάδες που σε πολιορκούσαν από σκοπού-γιατί αυτοί σε πολιορκούσαν, όχι εσύ-, ήμουνα κι εγώ. Κι όμως, εγώ δεν είχα κανένα σκοπό. Απλά, ακούγοντας τη μουσική σου πρίν σε γνωρίσω, ακούγοντας τα λόγια σου αφού σε γνώρισα, ένιωθα πώς το κατά Πλάτωνα αρχέτυπο και πρότυπό μου, θα ‘πρεπε να ‘σουνα εσύ. Βλέπεις, μου έλειψε εμένα ο πατέρας- φίλος, κι ο σοφός μουσικός μου ταίριαζε απόλυτα. Όμως το πράγμα ήταν πολύ πιό πέρα από μια τέτοια φροϋδική εξήγηση…

     Το ξέρω, στις αρχές της γνωριμίας μας δεν είχα κερδίσει τη φιλία σου, αλλά μόνο τη συμπάθειά σου. Θυμάμαι, σ’ ένα γράμμα σου, μου έγραψες: «Μιά αληθινή σχέση μπορεί να ‘ναι είτε έρωτας, είτε σοφία». Η δική μας σχέση, έτσι και αλλιώς, δεν ήταν έρωτας. Δεν μπορούσε όμως, τότε, να ήταν ούτε σοφία. Ευτυχώς που υπήρχε και η γοητεία και μας κράτησε κοντά. Μερικά χρόνια αργότερα, η σχέση μας έγινε σοφία.

     Όμως όλα αυτά τα χρόνια, τόσο τα χρόνια της συμπάθειας και της γοητείας, όσο και τα χρόνια της σοφίας και της φιλίας, εγώ έδινα τον αγώνα για να σε κερδίσω. Ρουφούσα ως στυπόχαρτο τη σκέψη σου, την ηθική της αισθητικής και την αισθητική της ηθικής σου. Ωραίε Έλληνα. Ατέλειωτες νύχτες στον «Μαγεμένο Αυλό», γνώριζα την μαγεία της πιό ερωτικής σκέψης που έζησαν οι μετα-σωκρατικοί αιώνες.

     Το περίεργο είναι, πώς τα χρόνια της γοητείας έμαθα πολύ περισσότερα κοντά σου, παρά τα χρόνια της φιλίας. Μου άνοιξες εκείνο το παράθυρο στα άδυτα των αδύτων, προνόμιο και κατάρα για ελάχιστους νεοέλληνες, που μόνο αυτοί το ξέρουν. Οι λοιποί το αγνοούν, γιατί πρέπει να το αγνοούν! Ξέρεις ποιό ήταν το πιο σπουδαίο μάθημα πού πήρα από σένα; Να ξέρω τελεσίδικα το τέλος, να μπορώ να ζω χωρίς ελπίδα. Να μάθω να ξύνω τον εαυτό μου στην πλάτη μόνος, να μην το περιμένω από κανέναν άλλον. «Η αξιοπρέπεια της μοναξιάς» (θυμάσαι το ξενύχτι εκείνης της Μεγάλης Παρασκευής;). Το τίμημα της γνώσης…

     Θυμάμαι και χαμογελώ, ένα βράδυ που τρώγαμε εκείνη την απαίσια μακαρονάδα, όταν σε ρώτησα τι είναι «ταλέντο». Έμεινες ακίνητος πέντε λεπτά. «Ας το θέσουμε αλλιώς. Πότε ένιωσες ότι ωρίμασες σαν καλλιτέχνης;» σου είπα. «Από τότε που έμαθα να κάνω καλύτερες ενορχηστρώσεις», μου είπες. Η τεχνική και η Τέχνη. Ταυτόσημες τελικά.

     Θα σου ομολογήσω κάτι: Σ’ αυτή τη νεοελληνική κόλαση του ύποπτου,  τελικά, υπέρ- ανδρισμού, είσαι ο μόνος άνθρωπος από τον οποίο θα μπορούσε να πάρει κανείς μαθήματα ανδρισμού.

      Μάνο,

     Άλλη μιά φορά σ’ ευχαριστώ πού, ως μουσικός, μελοποίησες την κρυμμένη αρμονία των αρωμάτων. Πού, ως Έλληνας, αποκατέστησες το νήμα του μεγαλείου της φυλής με τους προπάτορες, επιβεβαιώνοντας το ελληνικό θαύμα, ακόμα και σήμερα που τουρκέψαμε, ραγιάδες, ραγιάδες. Μα κυρίως σ’ ευχαριστώ που μου έσωσες τη ζωή. Δεν ξέρω σε τί σκοτεινούς λαβύρινθους θα περιπλανιόταν ο πολυμήχανος Οδυσσέας-Νους μου, χωρίς τα αριστοτελικά παράθυρα που μου άνοιξες.

                Θα τα ξαναπούμε.

                Με την αγάπη μου

                   Δημήτρης Ποταμίτης

Ελαχιστότατα

Βαθιές ανάσες ζωής και ευαισθησίας είναι τα δύο γράμματα που διαβάζουμε για μία ακόμα φορά, δημοσιεύτηκαν στο λογοτεχνικό περιοδικό «Η Λέξη» σχεδόν τριάντα χρόνια πριν. Του Μελωδού των Ονείρων μας και Δασκάλου του Γένους μας Μάνου Χατζιδάκι και ενός ποιητή- ηθοποιού παιδιού «θαύμα» της θεατρικής τέχνης Δημήτρη Ποταμίτη. Πολλαπλά τα διδάγματά τους, καίρια τα ερωτήματά τους, ουσιώδεις διαπιστώσεις περί ηθικής και αισθητικής, Σωκρατικά διατυπωμένες. Πλατωνικά προτάγματα Βίου και Τέχνης, λόγια διαχρονικά δύο σοφών ερωτικών εφήβων ελλήνων, απευθυνόμενα σε όλους εμάς «τα παιδάρια καθήμενα εν ταις αγοραις» των μοντέρνων δημοκρατικών συνήθειών μας και των πολιτιστικών επιτευγμάτων μας. Ποιος όμως Σήμερα από εμάς τους νεοέλληνας ακούει; Σε ποιόν από εμάς λείπει ο λόγος τους, είναι αισθητή η υλική απουσία τους; Τα ίχνη της σοφίας τους καθώς βάδιζαν ανάμεσά μας στους δρόμους της Πόλης; Ανηφόρισαν μαζί μας στην Πνύκα; Υπήρξαν ξεναγοί, παιδαγωγοί της αισθητικής μας ευαισθησίας (δίχως να το καταλαβαίνουμε) καθώς επισκεπτόμασταν τον ιερό χώρο της Ακροπόλεως;  Ποιός από εμάς τους σύγχρονους νεοέλληνες είναι διατεθειμένος να δει διαφορετικά τις κατεστημένες βεβαιότητες στον καθρέφτη της ζωής του; Ποιός ή πόσοι νεοέλληνες γεύονται το άρωμα των νοημάτων της σκέψης τους, τα ηχοχρώματα της εμπράγματης αισθητικής τους, τον βιωμένο ερωτισμό των κειμένων και ποιημάτων τους; Την άλλη σοφία, όχι και τόσων μακρινών ιστορικών ελληνικών δεκαετιών. Σκληρό συναίσθημα μελαγχολίας σε πλημμυρίζουν τα επιστολικά λόγια δύο σοφών ελλήνων στις μέρες μας, που όλα και όλοι είναι διαφορετικά και σκοτεινά, επικίνδυνα αλλιώς. Μέσα σ’ ένα ελληνικό σύμπαν ζωής κονιορτοποιημένων θορύβων. Σε έναν αλαλάζοντα (περί διαφόρων πολιτικών ορθοτήτων) κόσμο ο οποίος στηρίζεται στα ραβδιά της αναπηρίας του. Σε ένα άηθες παζάρι δημόσιων καλλιστείων της περιφερόμενης ζωής μας φωτογραφικό τω τρόπω. Τα αντανακλαστικά της- ουσιαστικής- ανθρώπινης ευαισθησίας μας έχουν μειωθεί στο ελάχιστο, πρυτανεύει το καλλιτεχνικώς φαίνεσθαι ως πρόταση καταξίωσης και φιλάνθρωπης δωρεάς. Η βιωμένη εμπειρική αλήθεια της καλλιτεχνικής έκφρασης και δημιουργίας εξελίχθηκε σ’ ένα αλισβερίσι δημόσιων σχέσεων, σε μία αλληλοβραβευμένη εμπορική πνευματική κοκεταρία. Ακόμα και η σημασία της αναγκαίας σιωπής του ανθρώπου αλλοιώθηκε, μεταποιήθηκε σε βαρυπενθούσα πόζα συγγραφικών και μόνο προδιαγραφών αποδοχής από τους γύρω μας. Παγωμένα στιγμιότυπα οι ενδεδυμένες πολυτελώς συγκινήσεις μας ανάμεσα σε εφήμερα κίβδηλα αγκαλιάσματα φιλικού ενδιαφέροντος. Οι ζωές μας ένα παιχνίδι εντυπώσεων μπροστά στον καθρέφτη του Χρόνου που κυλά αγνοώντας μας. Προσπερνώντας μας αδιάφορα, κυνικά και αφιλάνθρωπα. Και αναρωτιέσαι στεκόμενος με προσοχή σε αυτά που κουβεντιάζουν μέσα στη δική τους του βίου καθημερινότητα οι δύο αυτές σημαντικές ελληνικές παρουσίες του προηγούμενου αιώνα της ελληνικής παράδοσης. Ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Δημήτρης Ποταμίτης, που η αλήθεια και που το ψέμα της ζωής; Μήπως οι δύο αυτοί «ακροβάτες»- ισορροπιστές της ελληνικής σκέψης περπατούσαν πάνω στο τεντωμένο σχοινί δίχως το αναγκαίο δίχτυ της ζωής προστασίας τους-μας; Υφίσταται (είναι εφαρμόσιμη) η αλήθεια των λόγων τους ή μήπως είναι μία φενάκη του νου δύο σπινθηροβόλων μεγαλοφυών προσωπικοτήτων της ελληνικής- οικουμενικής τέχνης; Μας απολογούνται κοινά σημεία βαδισμάτων της σκέψης και συνάντησης ευαισθησίας τους ή περιμένουν υπομονετικά την δική μας απολογία της σημερινής ζωής μπροστά στα ουράνια είδωλά τους;

Αυτός, ο Έλληνας Λαχειοπώλης τ’ Ουρανού ο Μελωδός των Ονείρων μας Μάνος Χατζιδάκις, και ο Άλλος, ο οργισμένος Ελληνοκύπριος ποιητής, ο γητευτής της θεατρικής σκηνής Δημήτρης Ποταμίτης είναι τόσο μα τόσο επίκαιρα παρόντες. Η παρουσία τους αναγκαία συνθήκη σπουδής της προσωπικής και κοινωνικής μας ελευθερίας. Μεθυστικά ρόδα στο υφαντό της ασέληνης νύχτας μας. Βουίσματα οραμάτων, αισθητικών προτάσεων, αλλαγής του βλέμματός μας μιάς ελληνικής παράδοσης ήθους που χάθηκε στη σκόνη…

     Σε λίγες ημέρες, θα εορτάσουμε για μία ακόμα φορά ατομικά και συλλογικά την σταυροαναστάσιμη εορτή του Πάσχα, της παράδοσης του απανταχού Ελληνισμού, και μετά την χαρά του πανηγυριού και του ξεδόματος, του κεφιού, θα πάμε να ψηφίσουμε τους εκπροσώπους μας. Στο ενδιάμεσο μέχρι τότε χρονικό διάστημα, ας διαβάσουμε τα Σχόλια και τα Κείμενα στο Τρίτο του Μάνου Χατζιδάκι, ας ακούσουμε ξανά και ξανά τις μουσικές ονειρικές μελωδίες του. Για λίγο, ας ξεφύγουμε από την κακοφωνία του καιρού μας. Ας εν σκύψουμε στα δημοσιευμένα κείμενα και συνεντεύξεις του στα περιοδικά και τις εφημερίδες του ποιητή Δημήτρη Ποταμίτη, ίσως, ενδέχεται, ευελπιστούμε, αυτή η επαναπροσέγγιση εκ μέρους μας του έργου τους και της πολιτιστικής ανιδιοτελούς προσφοράς τους στην Ελλάδα, τον κοινό μας Τόπο, να φέρει μία άλλη πνοή ελευθερίας και δημοκρατίας, «στον καιρό της Λιλιπούπολης» των δικών μας Μεταχατζιδακικών εποχών.

    Η επιστολή προς τον Μάνο Χατζιδάκι του ποιητή, ηθοποιού και σκηνοθέτη Δημήτρη Ποταμίτη δεν συμπεριλαμβάνεται στον συλλογικό τόμο «Ανοιχτές Επιστολές στον Μάνο Χατζιδάκι» με προμετωπίδα του Γιάννη Μόραλη, σε συλλογή και φροντίδα του συγγραφέα Θάνου Φωσκαρίνη, εκδόσεις Μπάστας-Πλέσσας, Αθήνα 1996. Το «Στον καιρό της Λιλιπούπολης» η βιογραφία μιας ραδιοφωνικής εκπομπής, είναι από τον εύρωστο πνευματικά τόμο του Γιώργου Ι. Αλλαμανή τον οποίο προλογίζουν ο Νίκος Κυπουργός, ο Γιώργος Μητρόπουλος και ο Σιδερής Πρίντεζης, εκδόσεις Τόπος & Γιώργος Ι. Αλλαμανής / Εκδόσεις Πηγάδι, Αθήνα 2022. Την παρουσία του Μάνου Χατζιδάκι και του Δημήτρη Ποταμίτη την συναντάμε και σε άλλα τεύχη του περιοδικού «Η Λέξη».

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς 31 Μαρτίου 2023   

    

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου