Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2024

Σόνια Ιλίνσκαγια Καβάφης- Βάρναλης-Καρυωτάκης. Τρία περάσματα προς τον ρεαλισμό

 

ΚΑΒΑΦΗΣ-ΒΑΡΝΑΛΗΣ-ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ ΤΡΙΑ ΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΡΕΑΛΙΣΜΟ

της Σόνιας Ιλίνσκαγια

      Η συσχέτιση των ονομάτων Καβάφης, Βάρναλης, Καρυωτάκης, το ξεχώρισμά τους από το λογοτεχνικό σύνολο, η αναφορά σε αυτούς σχετικά με κάποιο κοινό παρανομαστή έχουν γίνει πολλές φορές και από πολύ παλιά. Είναι, θα έλεγα, πια ένας κοινός τόπος. Ας μνημονεύσουμε πρόχειρα τον Ι. Γρυπάρη που επισήμαινε τον αντιπροσωπευτικό για την εποχή εκείνη χαρακτήρα του έργου τους. Η λ.χ. τον Μ. Λαμπρίδη με την μελέτη του Il gran Rifiuto (Καβάφης- Βάρναλης- Καρυωτάκης και η παρακμή). Σημεία κοινής αναφοράς είναι πάμπολλα, οι δυνατότητες μιας συγκριτικής ανάλυσης απεριόριστες και πολύ γόνιμες για την έρευνα.

     Η δική μας προσπάθεια θα στραφεί σε κάποια στοιχεία μεθοδολογίας των τριών ποιητών που μας επιτρέπουν, όπως ελπίζω, να μιλήσουμε για την μετατόπισή τους προς τον ρεαλισμό- μια κίνηση πρωτοποριακή όχι μόνο για τον Καβάφη που σαφώς προηγήθηκε από τις αρχές κιόλας του 20ου αιώνα, αλλά και για τον Βάρναλη και τον Καρυωτάκη που την έκαναν ο καθένας με το δικό του τρόπο στον δημοσιογραφικό του χώρο. Στην δεκαετία του ’20 οι αναζητήσεις τους σε πολλά σημεία συμπορεύονται εκφράζοντας έτσι μια επιτακτική ανάγκη της ελληνικής λογοτεχνικής ζωής. Άλλωστε σε αυτό  ακριβώς το στάδιο στην Ελλάδα γίνονται αρκετά σημαντικά βήματα προς αναγνώριση και κατανόηση της προδρομικής ποίησης του Καβάφη.

     Είναι αναμφισβήτητο ότι στην ποιητική πορεία και των τριών υπήρξε μια τομή που με περισσότερη ή λιγότερη σαφήνεια καθόρισε τον καινούριο προσανατολισμό τους. Για τον Καβάφη στα τέλη της δεκαετίας του 1890 και τον Καρυωτάκη στα μέσα της δεκαετίας του 1920 σημαίνει η ώρα αποχώρησης από τον ρομαντισμό –αποφασιστικής, απόλυτα συνειδητοποιημένης στον Καβάφη, λιγότερο συνεπούς και ολοκληρωμένης στον Καρυωτάκη. Ενώ ο Βάρναλης γύρω στα 1920 ξεπερνά τον αρχικό αισθητισμό του, καθώς και τον πρόσκαιρο ιδεαλισμό του «Προσκυνητή». Και στις τρείς όμως περιπτώσεις η δίψα του ιδανικού δεν εξαφανίζεται, παρά το ξεπέρασμα του ρομαντικού αυθορμητισμού και της υπερβολής. Μετατοπίζεται και μεταμορφώνεται, λειτουργεί σαν κίνητρο για ανάλυση και σαν κριτήριο στις εκτιμήσεις. Τους οδηγεί μέχρι τη σάτιρα. Στην περίπτωση του Βάρναλη το ιδεώδες ενσαρκώνεται στις μαρξιστικές του ιδέες που τότε ασπάζεται.

     Η στροφή που συντελείται στο έργο τους προσδιορίζεται από μια καινούρια στάση που άρχισε να επηρεάζει τότε γενικότερα την προωθημένη ιστορική και καλλιτεχνική σκέψη- στάση διερεύνησης, κρίσης και διαλεκτικής απεικόνισης της πραγματικότητας. Από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της είναι ότι συνειδητοποιείται με ένα πολύ δυναμικό, πολύ φρέσκο τρόπο η συνύπαρξη και η πολύμορφη σύνδεση μέσα στα ζεύγη: το κοινωνικό και το ατομικό, το επίκαιρο και το διαχρονικό, το μερικό και το γενικό. Αποκαλύπτονται κάποιες βαθύτερες νομοτέλειες. Ο άνθρωπος αντικρίζεται μέσα στο κοινωνικό σύνολο, καλλιεργείται ο προβληματισμός πάνω στη μοίρα και την πορεία αυτού του συνόλου. Τον ώριμο Καβάφη τον απασχολούν επίμονα οι τύχες του ελληνισμού, ο Βάρναλης κατευθύνει τις αναζητήσεις του στον σύγχρονο λαϊκό χώρο, μιλάει και κρίνει εν ονόματι του λαού που κάθε άλλο παρά εξιδανικεύεται, ο πλέον προσωπικός Καρυωτάκης, όλο και συχνότερα χρησιμοποιεί τον πληθυντικό-και του πρώτου, και του τρίτου προσώπου:

-Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ, στο έρμο νησί…

-Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες κιθάρες…

-Ποιά θέληση Θεού μας κυβερνάει…

-Σα να μην ήρθαμε ποτέ σ’ αυτή τη γη…

-Όλοι μαζί κινούμε, συρφετός…

     Και στα τρία τελευταία ποιήματα:

-Ας υποθέσουμε πώς δεν έχουμε φτάσει στο μαύρο αδιέξοδο…

-Όταν κατεβούμε τη σκάλα, τι θα πούμε…

-Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους, θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία.

      Επίσης λίγα ενδεικτικά για το τρίτο πρόσωπο:

-Οι υπάλληλοι όλοι λιώνουν και τελειώνουν…

-Όταν οι άνθρωποι θέλουν να πονείς, μπορούνε με χίλιους τρόπους.

-Επρόδωσαν την αρετή κι ήρθαν οι έσχατοι πρώτοι.

      (Μια διευκρίνιση σε παρενθέσεις: Οι συζητήσεις του συμποσίου έθιξαν το πρόβλημα «Ο λαός και οι μάζες στον Καρυωτάκη». Οι δύο αυτές έννοιες έρχονται πάρα πολύ κοντά, αλλά δεν συμπίπτουν απόλυτα. Υπάρχει η έννοια του λαού που λειτουργεί ως κριτήριο στις πολιτικές και κοινωνικές εκτιμήσεις του ποιητή. Και υπάρχουν οι μάζες ως κοινωνική κατάσταση αυτού του λαού που κρίνεται και επικρίνεται).

     Η καινούργια ιστορική αίσθηση που βαθμιαία κατακτά και εμβαθύνει μέχρι το θάνατό του ο Καβάφης μέσα από το παρατηρητήριό του στο ιδιόμορφο σταυροδρόμι της Αλεξάνδρειας, του επιτρέπει να δημιουργήσει ιστορικά μοντέλα όπου σε καλλιτεχνικές εικόνες μακρινών εποχών διαφαίνεται η γνώση του σύγχρονου κόσμου, οι «διαγωγές των ατόμων» και οι «δράσεις των εθνών», όπως έλεγε ο Γ. Βρισιμιτζάκης, στις αιωνίως επίκαιρες στιγμές τους. Με τον τρόπο αυτό περνά στην ποίησή του και τις ταραγμένες εμπειρίες της Ελλάδας, αρχίζοντας από τους βαλκανικούς πολέμους μέχρι την μικρασιατική καταστροφή-με ιδιαίτερη προσήλωση στις πολιτικές και κοινωνικές διαστάσεις των θεμάτων του, αλλά πάντα αποστασιοποιημένα. Ο Βάρναλης και ο Καρυωτάκης τις εμπειρίες αυτές τις ζουν από πολύ πιο κοντά, ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος με τις κοσμογονικές του συνέπειες και η εθνική περιπέτεια του ελληνο-τουρκικού πολέμου 1919-1922 επηρεάζουν άμεσα στην κοσμοαντίληψή τους φέρνοντας τον Βάρναλη στον μαρξισμό και τον Καρυωτάκη σε απόλυτη άρνηση. Εκείνο που ενώνει τις διαδρομές τους είναι η άμεση προσγείωση προς την κοινωνική πραγματικότητα και- ιδιαίτερα στον Βάρναλη- το κοίταγμά της από μια πλατύτερη ιστορική σκοπιά.

     Ανάμεσα στα πολλά όμως που τους διακρίνουν είναι η επιλογή του ποιητικού αντικειμένου. Ο Βάρναλης ελκύεται ιδιαίτερα από μια φιλοσοφημένη θεώρηση και ταξινόμηση φαινομένων ζωής, από κει κατεβαίνει προς τα σπαρταριστά της στοιχεία, ενώ ο Καρυωτάκης, αντίστροφα, ξεκινά από άμεσο ζωντανό υλικό, μέσα από το οποίο, στα τελευταία κυρίως ποιήματά του, πετυχαίνει να δώσει καταστάσεις τυπικές για την ιστορική στιγμή, με βαθύτερο προβληματισμό. Αν στον Βάρναλη, στην σύλληψη και στη δομή των ποιητικών του συνθέσεων της δεκαετίας του ’20, κυριαρχεί το διανοητικό στοιχείο, στον Καρυωτάκη κυριαρχεί το βιωματικό. Ο Καβάφης δίπλα τους μπορεί να θεωρηθεί σαν μια περίπτωση αρμονικής σύνθεσης. Είναι ανάγκη όμως να υπογραμμίσουμε πως η συμβατική αφαίρεση του Βάρναλη πηγάζει από  την ίδια τη ζωή και στηρίζεται σε αυτή, τον εξυπηρετεί ως χειρονομία ερμηνείας.

     Η οξύτατη κοινωνική κριτική που ασκούν με τον τρόπο τους και οι τρείς ποιητές μας, στον Βάρναλη και στον Καρυωτάκη έχει έναν ιδιαίτερο ζήλο, χαρακτήρα απομυθοποίησης, εμπεριέχει μια τονισμένη αποστροφή από οποιαδήποτε εξιδανίκευση. Και οι δυό τους εντάσσονται απολύτως στο κλίμα της αναθεώρησης αξιών, της απαλλαγής και εθνικιστικές αυταπάτες, που επικρατεί μετά την μικρασιατική καταστροφή στην Ελλάδα. Μέσα σε αυτό το πνεύμα και σε τυπολογική συγγένεια με την ευρωπαική λογοτεχνία της εποχής, παρουσιάζεται στο έργο τους λ.χ. το αντιπολεμικό θέμα. Μέσα στο ίδιο πνεύμα φωτίζεται το πρόσωπο του σημερινού κόσμου, η κοινωνική του δομή, οι νόμοι του, οι πολύμορφοι μηχανισμοί καταπίεσης (κυρίως στον Βάρναλη), τα ήθη, η γραφειοκρατία, ο μικροαστισμός, σαν διαμορφωμένο πλέον φαινόμενο της ελληνικής πραγματικότητας (κυρίως στον Καρυωτάκη). Προσφεύγοντας σε μια από τις θέσεις του Τ. Άγρα στο κλασικό του άρθρο για τον Καρυωτάκη μπορούμε να πούμε πως εισάγοντας αυτό το θεματολόγιο ή, όπως λέει ο Άγρας, «περιεχόμενο», και ο Βάρναλης και ο Καρυωτάκης μπόρεσαν να γίνουν πράγματι αντιπροσωπευτικοί της εποχής τους. Όπως σε ένα μεγάλο βαθμό και ο Καβάφης-σε πιο απόμακρη βέβαια και περισσότερη καθολική, διαχρονική σύλληψη. Ενώ ο Καρυωτάκης, αντίθετα, ξεχωρίζει μέσα στην τριάδα ακριβώς με τον άμεσο τρόπο «προσκόμισης» στην ποίηση ατόφιων καθημερινών στοιχείων της τρέχουσας ζωής, της ριζικά αλλαγμένης μεταπολεμικής ελληνικής πραγματικότητας. Το βλέπουμε ανάγλυφα λ.χ. στο τόσο επίκαιρο για την παγκόσμια λογοτεχνία του 20ου αιώνα προβλήματα της κοινωνικής συνείδησης, της ψυχολογίας των μαζών, που απασχόλησε έντονα και τους τρείς ποιητές και αντιμετωπίστηκε με πολύ κριτική σατιρική διάθεση, ιδιαίτερα στον Βάρναλη και στον Καρυωτάκη.

      Ο καινούργιος προβληματισμός, το άνοιγμα προς μια ρεαλιστική θεώρηση της ζωής που δεν καλύπτεται από μια αληθοφανή αναπαράσταση, αλλά επιδιώκει μια διείσδυση στη βαθύτερη ουσία των φαινομένων, στον περίπλοκο συσχετισμό τους, που προϋποθέτει και τη διερεύνηση και την κρίση τους, με το έργο των τριών ποιητών μας δημιούργησε στην ελληνική λογοτεχνία μια νέα κατάσταση. Μια βαθύτερη εσωτερική ανανέωση που σφράγισε ασφαλώς και τα εκφραστικά μέσα. Με όλες τις χτυπητές διαφορές στην δημιουργική τεχνολογία του καθενός, παρατηρούμε και στους τρείς μια αναμφισβήτητη υπονόμευση των παραδοσιακών ποιητικών μορφών. Μια γενική προσγείωση της ποιητικής γλώσσας, την κίνησή της προς όλο και πιο γυμνό λόγο, την υλική- μέχρι ωμότητας στον Βάρναλη-φόρτισή της, τη νοηματική τους πύκνωση και την οικονομία, την τονική κλίμακα που πλησιάζει τη ζωντανή ανθρώπινη κουβέντα (ελεύθερη ρυθμική οργάνωση του ποιήματος και της ποιητικής φράσης στον Καβάφη, «ακανόνιστος», όπως σημειώνει ο Τ. Άγρας, τονισμός των περισσότερων στίχων στον Καρυωτάκη με διαταραγμένη την ισοσυλλαβία τους), την επίπεδη παράθεση ανομοιογενών- και νοηματικά και φρασεολογικά- στοιχείων, την αποσπασματικότητα στις καταθέσεις εντυπώσεων (που στο Βάρναλη εκδηλώνονται στην ίδια τη δομή των συνθέσεών του), την αξιοποίηση μορφών δραματικής τέχνης κ.λπ.

     Όλα αυτά- σημεία μιας ανανεωμένης τέχνης που εισάγεται στην ελληνική λογοτεχνία μέσα από το έργο των τριών μας ποιητών, μιας τέχνης που αφοριστικά μπορούμε να σηματοδοτήσουμε με δύο στίχους του Καρυωτάκη:

                   Ταπεινή τέχνη χωρίς ύφος,

                   πόσο αργά δέχομαι το δίδαγμά σου!

          («Εμβατήριο πένθιμο και κατακόρυφο»).

ΣΟΝΙΑ ΙΛΙΝΣΚΑΓΙΑ, ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ Από την πορεία της ελληνικής ποίησης του 20ου αιώνα. Εξώφυλλο: Γιώργος Μανουσάκης, Εσωτερικό, Λάδι, 35Χ45, 1939. εκδόσεις ΠΟΛΥΤΥΠΟ, Αθήνα 2, 1992, σ.27-35.

          Μνήμη

Σόνιας Αλεξανδροπούλου Ιλίνσκαγια (Μόσχα 1938- Αθήνα Παρασκευή 19/1/2024)

     Νεοελληνίστρια φιλόλογος, δοκιμιογράφος, μεταφράστρια, πανεπιστημιακός. Επιστήμονας και ερευνήτρια διεθνούς κύρους και αναγνώρισης. Συνέγραψε δεκάδες μονογραφίες, άρθρα, επιστημονικές ανακοινώσεις. Έδωσε αρκετές ομιλίες σε διεθνή συνέδρια και συμπόσια στην πατρίδα της και την χώρα μας. Ανθολόγησε για το ρωσικό αγνωστικό φιλότεχνο κοινό και αναγνωστών των φιλολογικών σπουδών, ποιήματα και διηγήματα ελλήνων δημιουργών προερχόμενων από διαφορετικές λογοτεχνικές γενιές και ιστορικές περιόδους. Παρουσίασε τίτλους ελληνικών μυθιστορημάτων στην ρώσικη γλώσσα. Συνέβαλε με τις σπουδές, τις μελέτες και τις αρχειακές της έρευνες (σε αρχεία και βιβλιοθήκες) «στην μελέτη των πολιτισμικών επαφών μεταξύ της ρώσικης και ελληνικής λογοτεχνίας και διανόησης, στον 19ο και 20ο αιώνα. Μετά από πολύχρονες μελέτες της στα σύγχρονα αρχεία και σε βιβλιοθήκες, ανακάλυψε άγνωστα στοιχεία που φωτίζουν αναδρομικά ένα ανεξερεύνητο, έως τώρα, πεδίο συγκριτικής έρευνας. Η κατά βάση ιστοριογραφική της προσέγγιση, εκτός από την τεκμηρίωση των «ανταλλαγών» μεταξύ της ελληνικής και της ρώσικης λογοτεχνίας, εστιάζεται στην κριτική υποδοχή των επιμέρους έργων αλλά και στην κίνηση των ιδεών και των αισθητικών ρευμάτων, σε συνδυασμό με τις ιστορικές εξελίξεις». Σημειώνει χαρακτηριστικά ο κριτικός της λογοτεχνίας και επιμελητής εκδόσεων, μεταφραστής Αλέξης Ζήρας στο λήμμα του για την Σόνια Αλεξανδροπούλου Ιλίνσκαγια στο Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας των εκδόσεων Πατάκη, Αθήνα 2007, σ.908.

     Σύγχρονη και διαπρεπής Καβαφολόγος και Καβαφίστρια των ημερών μας. Αγάπησε το ποιητικό έργο του Αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Π. Καβάφη, (όπως έπραξε αντίστοιχα για το γαλλόφωνο κοινό της ποίησης η συγγραφέας και μεταφράστρια Μαργαρίτα Γιουρσενάρ) και με τις επιμέλειες, τις μεταφράσεις, τις έρευνες και τις μελέτες της, το επιστημονικό της κύρος και επάρκεια, συνέβαλε με τα άρθρα και τα βιβλία της, τις δημοσιεύσεις και επιμέλειές της στην γνωριμία και την διάδοση της Ποίησής του στην αχανή σλαβόφωνη μεγάλη φίλη ομόδοξη χώρα Ρωσία. Την πρώην Σοβιετική Ένωση. Οι μελέτες και οι έρευνές της δεν περιορίστηκαν μόνο στην ποίηση του Αλεξανδρινού, αλλά και στο έργο μιάς πλειάδας παλαιότερων και σύγχρονων ελλήνων ποιητών και ποιητριών. Όπως οι: Ανδρέας Κάλβος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Νικηφόρος Βρεττάκος, Άγγελος Τερζάκης, Λευτέρης Πούλιος, Μιχάλης Γκανάς, Γιάννης Δάλλας, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Κική Δημουλά, Μίλτος Σαχτούρης, Τίτος Πατρίκιος, Γιάννης Υφαντής, Γιώργος Μαρκόπουλος, Έκτωρ Κακναβάτος και πολλών άλλων. Έφερε σε επαφή την ρώσικη διανόηση και το αναγνωστικό κοινό με τις μεταφράσεις της, με πλήθος νεοελλήνων και παλαιότερων συγγραφέων. Γεννήθηκε το 1938 στη Μόσχα της τότε ΕΣΣΔ. Σπούδασε κλασική φιλολογία στο διάσημο Πανεπιστήμιο Λομονόσοφ της Μόσχας με ειδίκευση στη νεοελληνική και τη ρώσικη φιλολογία. Ασχολήθηκε με τη διάδοση, μελέτη και μετάφραση της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Εκλέχθηκε τακτικό μέλος της Ένωσης Συγγραφέων της ΕΣΣΔ ως κριτικός και μεταφράστρια της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας. Το 1971 υποστήριξε τη διδακτορική διατριβή της με θέμα «Συμβολή στη μελέτη της μεταπολεμικής ποίησης στην Ελλάδα. Η μοίρα μιας γενιάς». Διετέλεσε μέχρι το 1983 ερευνήτρια στο Ινστιτούτου Σλαβικών και Βαλκανικών Μελετών της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ. Το 1983, για οικογενειακούς λόγους, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ελλάδα. Από το 1959 ήταν παντρεμένη με τον Έλληνα πεζογράφο και μεταφραστή Μήτσο Αλεξανδρόπουλο ο οποίος όπως και η ίδια σε συνεντεύξεις της έχει εξομολογηθεί, την μύησε στην ελληνική ποιητική και πεζογραφική γραμματεία και παράδοση. Υπήρξε καθηγήτρια της Νέας Ελληνικής Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων από το 1983 έως το 2004. Το 2002 από τη Ρωσική Ακαδημία Επιστημών της απονεμήθηκε ο επιστημονικός τίτλος Doctorat dEtat για το σύνολο των καβαφικών μελετών της. Το 2003 εξελέγη επίτιμο μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, ενώ υπήρξε και μέλος της Εταιρείας Ένωσης Ρώσων Συγγραφέων καθώς και της Ελληνικής Εταιρείας Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας. Πολλοί παλαιοί τίτλοι λογοτεχνικών περιοδικών και σύμμεικτων τόμων, περιέχουν κείμενά της και μελέτης της. Έχει βραβευθεί και από την ελληνική πολιτεία. Με τον θάνατό της τα ελληνικά γράμματα χάνουν μία πραγματικά ειλικρινή και σταθερή φίλη, συμπαραστάτρια και υπερασπιστή τους στο εξωτερικό. Οι Νεοελληνικές Σπουδές, ιδιαίτερα οι Καβαφικές (που τις διακονεί στην ΕΣΣΔ από το 1967) και αυτές του κομμουνιστή ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου, έχασαν μία σπουδαία συντρόφισσα.

     Το μικρό σε μέγεθος αυτό βιβλίο με κείμενα της καθηγήτριας ελληνίστριας Σόνιας Ιλίνσκαγια,- από το οποίο αντέγραψα ένα μικρό κεφάλαιο- κόστιζε όταν κυκλοφόρησε 720 δραχμές. Περιλαμβάνει Πρόλογο της συγγραφέως σ.9-12, και, -Λίγα λόγια για τον ρεαλισμό του Καβάφη, σ.13-25. –ΚΑΒΑΦΗΣ-ΒΑΡΝΑΛΗΣ-ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ Τρία περάσματα προς τον ρεαλισμό, σ. 27-35.-Η ΠΡΩΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΓΕΝΙΑ: Μια νέα ματιά σε παλαιότερη θεώρηση, σ.37-76. –ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ: Ένα λυρικό έπος, σ.77-93.- Ο ΧΩΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ, σ.95-110. Γράφει στον ΠΡΟΛΟΓΟ ΤΗΣ:

      «Τα κείμενα αυτά γράφτηκαν για ανακοινώσεις και ομιλίες. Το είδος δεν προϋποθέτει μια ανεπτυγμένη τεκμηρίωση. Περιέχει συνήθως συμπεράσματα μιας μελέτης που ολοκληρώθηκε, προτάσεις για έρευνα που πρέπει να ακολουθήσει. Διατυπώνονται θέσεις, τοποθετήσεις. Το αποδεικτικό υλικό στο μεγαλύτερο μέρος του παραμένει απ’ έξω.

Απ’ άλλα δοκίμια, βιβλιοκρισίες ή ανακοινώσεις που περιμένουν την ώρα τους να στεγαστούν σε κάποιο τόμο, ξεχώρισα τα κείμενα αυτά για να αποτελέσουν μια ενότητα με κοινό κλειδί τις μεθοδολογικές αναζητήσεις στην πορεία της ελληνικής ποίησης του 20ου αιώνα. Πρόκειται για αναφορές σε μερικούς μόνο κόμπους που είχαν όμως σημαντική εμβέλεια στην πνευματική ιστορία του τόπου. Πιστεύω πως αποκαλύπτουν στο βάθος κάποια ουσιαστική συγγένεια και εξόδους σε σταυροδρόμια γενικότερων προβλημάτων της λογοτεχνικής εξέλιξης της εποχής μας.»

Και συνεχίζει παρακάτω η Σόνια Αλεξανδροπούλου Ιλίνσκαγια: «Με την δεύτερη ανακοίνωση «Καβάφης- Βάρναλης- Καρυωτάκης. Τρία περάσματα προς τον ρεαλισμό» στο συμπόσιο για τον Καρυωτάκη (Πρέβεζα, 1986) προσπάθησα να προεκτείνω τα μεθοδολογικά μου συμπεράσματα για τον Καβάφη σε δύο άλλα εξέχοντα ποιητικά φαινόμενα, ανιχνεύοντας σημεία συγκλίσεων σε κοινές αναζητήσεις της εποχής τους (κυρίως στο πλαίσιο της δεκαετίας του ’20). Αν η πρώτη ανακοίνωση προσφέρει συμπεράσματα, η δεύτερη κάνει μερικές προτάσεις εργασίας. Το δεύτερο κείμενο δημοσιεύτηκε στον τόμο «Ελληνογαλλικά. Αφιέρωμα στον Roger Milliex” (ΕΛΙΑ, 1990, σελ. 347-351) και στα Πρακτικά του συμποσίου (Συμπόσιο για τον Κ.Γ. Καρυωτάκη. Πρέβεζα, 11-14 Σεπτεμβρίου 1986. Δήμος Πρέβεζας, 1990, σελ. 425-428.». Αρχειακό υλικό της Σόνιας Ιλίνσκαγια βρίσκεται στο Ελληνικό Λογοτεχνικό Ιστορικό Αρχείο.

Τίτλοι έργων της:

-Η μοίρα μιας γενιάς. Συμβολή στη μελέτη της μεταπολεμικής πολιτικής ποίησης στην Ελλάδα. εκδ. Ναούκα της Ακαδημίας Επιστημών, Μόσχα 1974. -Η Μοίρα μιας Γενιάς. Συμβολή στην μελέτη της μεταπολεμικής πολιτικής ποίησης στην Ελλάδα. Μεταφραστική επιμέλεια: Μήτσος Αλεξανδρόπουλος. εκδ. Κέδρος, Αθήνα1976, β΄ έκδοση 1986, γ΄ έκδοση1991, δ΄ εκδ. 1999. -Κ. Π. Καβάφης. Οι δρόμοι προς τον ρεαλισμό στην ποίηση του 20ου αιώνα. εκδ. Κέδρος, Αθήνα1983, β΄ έκδ.1986, γ΄ έκδ.1988, ε΄ έκδ.1999. -Κ. Π. Καβάφης. Οι δρόμοι προς τον ρεαλισμό στην ποίηση του 20ου αιώνα. εκδ. Ναούκα της Ακαδημίας Επιστημών. Μόσχα 1984. -Γιάννης Ρίτσος. Η ζωή και το έργο του, εκδ. Σοβιέτσκι πισάτελ, Μόσχα1986 -Μιχαήλ Λυκιαρδόπουλος. Ένας Έλληνας στο χώρο του ρώσικου συμβολισμού. εκδ. Κέδρος, Αθήνα1989. -ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ Από την πορεία της ελληνικής ποίησης του 20ου αιώνα. εκδ. Πολύτυπο, Αθήνα 2,1992. Σειρά «Νεοελληνικές Ψηφίδες». -Κωνσταντίνος Π. Καβάφης και η Ρώσικη ποίηση του «Αργυρού αιώνα». Τυπολογικές προσεγγίσεις, εκδ. Δελφίνι, Αθήνα 1995. Β΄ έκδοση συμπληρωμένη εκδ. Νάρκισσος, Αθήνα 2004. -Ρωσική Καβαφειάδα, (επιλογή, εισαγωγή, μέρος μεταφράσεων, μονογραφία Κωνσταντίνος Καβάφης. Κύκλος δοκιμίων. Ο Κ.Π. Καβάφης και η ρώσικη ποίηση του «αργυρού αιώνα»). εκδ. O.G.I.. Μόσχα 2000  -Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 στον καθρέφτη της ρωσικής ποίησης. (επιλογή, εισαγωγή, επιμέλεια). Ανθολογία Εκδ. Εστία, Αθήνα 2001. -Κ. Π. Καβάφης. Τα Πεζά (επιλογή, εισαγωγή, μέρος μεταφράσεων) εκδ. Ιθάκη, Μόσχα 2003 -Κ. Π. Καβάφης. Άπαντα τα ποιήματα (εισαγωγή, επιμέλεια) εκδ. Νάρκισσος, Αθήνα 2003 -Ελληνορωσικά συναπαντήματα, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2004 -Η ΡΩΣΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 19ος αιώνας. Βιβλιογραφική Δοκιμή. Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2006. -ΣΤΗΝ ΤΡΟΧΙΑ ΤΟΥ ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΥ. Η ρομαντική ποίηση στην Ελλάδα του 19ου αιώνα. Διόρθωση Ευδοκία Πρασίνου. Εξώφυλλο Κώστας Χουχούλης. εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 10, 2008.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς,

Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2024

Η κηδεία της έγινε στο Δεύτερο Νεκροταφείο σήμερα στις 11 π.μ.          

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου