Τι
υπήρξε τελικά το
Πολυτεχνείο;
Του ΜΑΝΩΛΗ
ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ
Εφημερίδα «Η
Αυγή» 17/11/1993
Ξεφυλλίζοντας τις
επετειακές σελίδες των εφημερίδων για το Πολυτεχνείο θυμηθήκαμε και
αναδημοσιεύουμε ένα κείμενο του Μανόλη Αναγνωστάκη του 1983 με τίτλο «Δέκα Χρόνια
Πολυτεχνείου». Οι σκέψεις που έκανε τότε ο ποιητής που μας αιφνιδίαζε με το
«Υ.Γ.» δεν έχουν χάσει στο παραμικρό την επικαιρότητά τους. Θέματα όπως ο
χαρακτήρας της σύγκρουσης του Νοέμβρη του 1973 και οι επιδράσεις της μετέπειτα
πολιτικές εξελίξεις παραμένουν ανοιχτά και δεν έγινε στα χρόνια που ακολούθησαν
ούτε μιά στοιχειώδης διευκρίνισή τους.
ΤΑ ΔΕΚΑΧΡΟΝΑ του Πολυτεχνείου
γιορτάζονται φέτος με ιδιαίτερη επισημότητα, με πολυήμερο προγραμματισμό και με
προθέσεις πού τείνουν να ξεπεράσουν το απλό πανηγύρι και φιλοδοξούν να
συμβάλουν σε μιά ουσιαστικότερη προσέγγιση του γεγονότος.
Αυτές πιθανότατα είναι οι προθέσεις. Και
λέμε πιθανότατα γιατί από το πρόγραμμα που δημοσιεύθηκε προχθές ελάχιστα
ψήγματα αισιοδοξίας διασώζονται ότι όντως θα προχωρήσουμε φέτος σ’ έναν διάλογο
ουσίας και ότι όλες αυτές οι συζητήσεις και οι συναντήσεις και οι εκδηλώσεις
δεν θα εξαντληθούν πάλι και πάλι στις καθιερωμένες επαναλήψεις και στα χιλιοακουσμένα
σλόγκαν.
Όμως δέκα χρόνια δεν είναι διάστημα
διόλου μικρό για την ιστορία.
Και
οφείλουμε, μετά από δέκα χρόνια, να έχουμε πια ξεκαθαρίσει ορισμένα πράγματα,
όσο κι αν αυτό που λέμε «αντικειμενική αλήθεια στην ιστορία» παραμένει θέμα
ανοιχτό, επιδεχόμενο κατά βούλησιν ερμηνείες, με τον υποκειμενικό παράγοντα και
τις εκάστοτε σκοπιμότητες να παίζουν τον βαρύνοντα ρόλο.
Τί υπήρξε τελικά το Πολυτεχνείο;
Ο αγώνας τώρα δικαιώνεται ή ο αγώνας δεν
δικαιώθηκε ακόμα; Τα κυρίαρχα τότε συνθήματα διατηρούν την ισχύ τους και σήμερα
ή ξεπεράστηκαν και ξεθώριασαν μέσα στη διαδρομή των εξελίξεων; Το Πολυτεχνείο
υπήρξε ένα φωτεινό μετέωρο μέσα στο μαύρο ουρανό της δικτατορίας ή μιά «λογική»
απόληξη μιάς σειράς διαδικασιών-και ποιών;- που το προετοίμασαν; Ποιοί είναι οι
«κληρονόμοι» σήμερα του μηνύματος του Πολυτεχνείου, μια παράταξη, ένα κόμμα,
μιά ομάδα ή ο εν γένει Ελληνικός Λαός;
Αυτά και πολλά άλλα ερωτήματα
διαιωνίζονται χρόνο με το χρόνο και είναι δυστυχώς μάλλον βέβαιο πως και στην
πανηγυριώτικη πολυήμερη ατμόσφαιρα της φετινής επετείου, στην πομπώδη επίδειξη
σημερινών παραταξιακών δυνάμεων (άσχετων βέβαια με τους τότε συσχετισμούς),
μέσα στη διελκυστίνδα «δικαιώσεων» και προβολής τίτλων, μέσα στην αναπόφευκτη
συναισθηματική αχλύ- ούτε και τη φορά αυτή τα ερωτήματα θα βρουν μιά πιό
πειστική απάντηση, μιά απάντηση εννοούμε ιστορικά πειστική.
Μέσα στα αναπάντητα ερωτήματα παραμένουν
και μερικά ολότελα αιωρούμενα, ίσως γιατί δεν αποτολμήθηκε να τεθούν ποτέ, ίσως
γιατί είναι αρκετά «βέβηλα» και «ανάρμοστα» και φαίνεται ότι δεν είμαστε
προετοιμασμένοι, για πολλούς λόγους να τα αντιμετωπίσουμε.
Υπήρξε λοιπόν το Πολυτεχνείο το θανάσιμο
πλήγμα κατά της χούντας, της οποίας από ‘κει και πέρα- μ’ όλες τις
μεταμορφώσεις της και τις σπασμωδικές της ενέργειες- το τέλος ήταν άμεσα
προδικασμένο;
Μ’ άλλα λόγια: Υπήρξε το Πολυτεχνείο ο
ιστορικά αναγκαίος κόμβος για να περάσουμε στο στάδιο της αρχής της κατάρρευσης
της δικτατορίας; Επιτάχυνε το τέλος της ή- ιδού το πιο «βέβηλο» ερώτημα-της
έδωσε παράταση ζωής;
Αν κάνουμε την, ομολογουμένως, ανεδαφική
αφαίρεση (μια και η ιστορία είναι μονόδρομος και τα γεγονότα δεν παράγονται
κατά βούλησιν, συμβαίνουν ή δεν συμβαίνουν) ότι το Πολυτεχνείο δεν είχε
μεσολαβήσει (ή τουλάχιστον δεν είχε ακριβώς εκείνη τη χρονική στιγμή
μεσολαβήσει) ποιά θα ήταν η εξέλιξη των πραγμάτων σε μιά μεσοπρόθεσμη
προοπτική; Θα ήταν ευνοϊκότερη ή δυσμενέστερη- και με τη διάζευξη αυτή δεν
εννοούμε απλώς το υπολειπόμενο περιθώριο επιβίωσης του καθεστώτος, αλλά μιά
σειρά από σύνθετες συνιστώσες: ποιές θα ήταν οι προϋποθέσεις ανασύνταξης του
λαϊκού κινήματος, ποιοί συσχετισμοί εν δυνάμει θα μπορούσαν να διαμορφωθούν,
ποιοί αποκλεισμοί διαδικασιών μέσα στους κόλπους του καθεστώτος (και άλλων
ενδιαφερομένων) θα μπορούσαν να επιτευχθούν, ποιές ευρύτερες συσπειρώσεις θα
εύρισκαν μιά αποτελεσματικότερη κοίτη παρέμβασης;
…………………………… να χαρακτηρισθεί σαν …
αίσθηση της βαρύτητας του όρου, ότι ορόσημο στην ιστορία σημαίνει μια βαθιά
τομή στο πρίν και στο μετά; Ή απλώς-και αυτό το απλώς χωρίς βέβαια καμιά
μειωτική έννοια- πρέπει να συνηθίσουμε να μιλάμε για ένα κορυφαίο δραματικό
επεισόδιο μιάς εποχής, όχι και τόσο πλούσιας σε ανάλογες ανατάσεις που και γι’
αυτό ακριβώς το λόγο πρέπει να τονίζουμε την ιδιάζουσα και παραδειγματική
σημασία του;
Πιστεύω πώς έφτασε πια το πλήρωμα του
χρόνου να επιχειρήσουμε αυτού του είδους τις αναγκαίες αποτιμήσεις.
Και, αναπόφευκτα, να επιχειρηθεί μιά
συνολική και σφαιρική- επιτέλους! Θεώρηση των «πεπραγμένων» μιας ολόκληρης
επταετίας.
Γιατί εδώ-κυρίως εδώ- επιπολάζουν πολλές
μυθολογίες και ιστορικές «ανακρίβειες» (είναι η επιεικέστερη έκφραση) που δεν
καλύπτουν μόνον εύλογες σκοπιμότητες αλλά και κάποιες ιδιωτικές και ομαδικές
ενοχές….
ΜΑΝΟΛΗΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ, («Αυγή», 8/11/1983)
Ανοιχτά ερωτήματα:
Έχω
αναφερθεί και παλαιότερα, αρκετές φορές στην επέτειο του Πολυτεχνείου. Στα
πολιτικά πρόσωπα που είδα με τα μάτια μου έξω από τις Πύλες του το δραματικό
τριήμερο που κορυφώθηκε η αντιδικτατορική εξέγερση. Έχω επίσης μιλήσει για το
κυβερνητικό πείραμα του παλαιού πολιτικού, σημαντικού έλληνα ιστορικού
Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη ο οποίος είχε αναλάβει την δοτή πρωθυπουργία από τον
δικτάτορα-πρόεδρο, για να οδηγήσει την χώρα σε εκλογές κάτι που δεν ευοδώθηκε,
δεν υλοποιήθηκε ο σχεδιασμός. (Εδώ, ανοίγοντας μικρή παρένθεση αξίζει θεωρώ για
την νεότερη ελληνική ιστορία να επισημάνουμε το εξής. Θα πρέπει να ξεχωρίσουμε
την ιδιότητα του πολιτικού Σπύρου Μαρκεζίνη ως παλαιού υπουργού-και έναν από
τους διαδόχους του στρατάρχη Αλέξανδρου Παπάγου στο κόμμα του που συμμετείχε,
επίσης, το λάθος του να συμμετάσχει στην πολιτική εμπλοκή του με την
δικτατορική κυβέρνηση, με εκείνη του σημαντικού Ιστορικού της νεότερης
πολιτικής Ιστορίας. Η πολύτομη Ιστορία του της Ελλάδος χωρισμένη σε περιόδους,
και οι άλλες ιστορικές του μελέτες θεωρούνται και είναι αναμφισβήτητα
επιστημονικά έγκυρες και ορθές στις αξιολογικές κρίσεις του. Σαν ιστορικός ο εκ
Σαντορίνης πολιτικός είναι από τις πιο αξιόλογες σύγχρονες ιστορικές φωνές που
έχει η χώρα μας. Ο Μαρκεζίνης έχει ιστορικό καθαρό και ακριβοδίκαιο βλέμμα, οι
ιστορικές του κρίσεις είναι ορθές αν τις εξετάσουμε μέσα στο ιστορικό πνεύμα
της εποχής. Αν συγκρίνουμε τα ιστορικά του μελετήματα πχ. με εκείνα του
Πειραιώτη Παναγιώτη Πιπινέλη ή της αντίθετης ιδεολογικής παράταξης, του Γιάννη
Κορδάτου, θα διαπιστώσουμε την διαφορά υπέρ του. Ίσως μόνο να γράφαμε ότι ο
Σπύρος Μαρκεζίνης στα ιστορικά του συμπεράσματα, δεν ακολουθεί την περισσότερο
θεωρητική του σημαντικού ιστορικού Νίκου Σβορώνου, ο οποίος αρθρώνει παράλληλα
με τις ιστορικές του ανιχνεύσεις και μία ιστορική μέθοδο, θεωρητική ματιά πάνω
στα πράγματα, αν δεν λαθεύω. Αλλά ας μην ξεστρατίσουμε από το θέμα μας. Ο ίδιος- ο Σπύρος Μαρκεζίνης- και η κυβέρνησή
του ανατράπηκε, και μαζί και ο Γεώργιος Παπαδόπουλος που τον περιόρισαν στην
οικία του στο Σούνιο στις 25 Νοεμβρίου του 1973, έχοντας ενδυθεί την προεδρική
ρεντιγκότα μετά το δημοψήφισμα για την έκπτωση του τελευταίου Βασιλιά των
Ελλήνων Κωνσταντίνου ο οποίος ζούσε με την οικογένειά του στο εξωτερικό, μετά
το αποτυχημένο αντικίνημα του Δεκεμβρίου του 1967. Την θέση τους κατέλαβε μία
σκληρότερη δικτατορία, αυτή του ταξίαρχου Δ. Ιωαννίδη, της λεγόμενης και
«Αρσακειάδας» ο οποίος κινούσε τα νήματα της στρατιωτικής εξουσίας από τα
παρασκήνια ως αρχηγός του ΕΑΤ- ΕΣΑ και ήλεγχε με σιδηρά πυγμή το χουντικό
στράτευμα. Ακολουθεί η κυβέρνηση μαριονέτα του οικονομολόγου Αδαμάντιου
Ανδρουτσόπουλου και στην θέση του προέδρου της ελληνικής δημοκρατίας έχουμε τον
στρατηγό Φαίδωνα Γκιζίκη. Ανατρέπεται ο Τηνιακός αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος
Κοτσώνης και την θέση του καταλαμβάνει ο εξ Ιωαννίνων Σεραφείμ. Ακολουθούν οι
δραματικές ιστορικές εξελίξεις ενός κομματιού του Ελληνισμού, με το στρατιωτικό
πραξικόπημα ενάντια στον αρχιεπίσκοπο πρόεδρο της Κύπρου Εθνάρχη Μακαρίου του Γ,
την διάσωσή του και την επακολουθήσασα Τούρκικη Εισβολή και Κατοχή του νησιού
με τον Αττίλα 1 και τον Αττίλα 2. Πτώση της χούντας και αποκατάσταση της
Δημοκρατίας. Επιστροφή του παλαιού αρχηγού της ΕΡΕ Κωνσταντίνου Καραμανλή ο
οποίος ζούσε αυτοεξόριστος στην Γαλλία και ίδρυση του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας
με κύριο κορμό τα παλαιά στελέχη και τους βουλευτές της ΕΡΕ ο οποίος
αναλαμβάνει την πρωθυπουργία. Νομιμοποίηση των πολιτικών κομμάτων και
αναγνώριση του εξόριστου ΚΚΕ. Πρώτες ελεύθερες δημοκρατικές εκλογές. Εκλογική
νίκη της Ν. Δημοκρατίας, με αξιωματική αντιπολίτευση την Ένωση Κέντρου-Νέες
Δυνάμεις με αρχηγό τον Γεώργιο Μαύρο. Επιστροφή από την Αμερική του Αντρέα
Παπαντρέου ο οποίος ιδρύει μαζί με τους συνεργάτες του, την 3η
Σεπτεμβρίου το κόμμα του Πασόκ, το οποίο έρχεται τρίτο στις πρώτες ελεύθερες
βουλευτικές εκλογές. Το ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα θα αναλάβει την
κυβερνητική εξουσία τον Οκτώβριο του 1981 νικώντας θριαμβευτικά την συντηρητική
παράταξη. Κυβέρνηση Γεωργίου Ράλλη, εκπαιδευτική και γλωσσική μεταρρύθμιση. Διενεργείται
δημοψήφισμα για την επαναφορά ή όχι του θεσμού της Βασιλείας, κερδίζει η
Αβασίλευτη Δημοκρατία με 70%. Προσωρινός πρόεδρος ο Μιχαήλ Στασινόπουλος,
πρώτος κανονικός συνταγματικά πρόεδρος της μεταπολίτευσης, ο παλαιός πολιτικός
και Καντιανός φιλόσοφος Κωνσταντίνος Τσάτσος. Άνοιγμα των φυλακών και επιστροφή
των εξόριστων και φυλακισμένων ελλήνων από τα ξερονήσια. Απελευθέρωση του
αντιστασιακού Αλέξανδρου Παναγούλη ο οποίος εκλέγεται βουλευτής με την Ένωση
Κέντρου του Γεωργίου Μαύρου, όπως και των υπολοίπων φυλακισμένων αγωνιστών
κομμουνιστών και μη από την χούντα. π.χ.
του χριστιανοκοινωνιστή νομικού και πολιτικού, εκδότη της εφημερίδας
«Χριστιανική» Νίκου Ψαρουδάκη ο οποίος είχε φυλακιστεί και εξοριστεί από το
καθεστώς. Δίκες της Χούντας και του Πολυτεχνείου, ισόβια φυλάκιση των
πρωταιτίων του πραξικοπήματος. Η πατρίδα μας γίνεται και επίσημα, αναπόσπαστο
μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Έκτοτε, εδώ και μισό αιώνα διάγουμε με τα
όποια πολιτικά και κυβερνητικά, κοινωνικά σκαμπανεβάσματά του, έναν ελεύθερο
πολιτικό δημοκρατικό βίο με εκλογές και εναλλασσόμενες διαφορετικών κομματικών
αποχρώσεων κυβερνήσεις στο τιμόνι της εξουσίας. Με ανοιχτό δυστυχώς ακόμα και
σήμερα, το τραύμα του Κυπριακού Ελληνισμού. Της κατεχόμενης και σκλαβωμένης
Κύπρου από ξένα στρατεύματα για μισόν αιώνα. Έντονες μελανές σελίδες της
νεότερης ελληνικής πολιτικής ιστορίας, το «βρώμικο 1989» και η πτώχευση και
χρεωκοπία της χώρας με το δεκαετές μνημόνιο και τον εκατονταετή έλεγχο της
ελληνικής οικονομίας και εποπτεία της Ελλάδας από τους ξένους δανειστές.
Η φοιτητική και λαϊκή εξέγερση του
Πολυτεχνείου του 1973 έμεινε και αυτή ως ένα από τα ηρωικότερα, αιματοβαμμένα
δραματικά γεγονότα της πρόσφατης σύγχρονης ελληνικής πολιτικής ιστορίας, των
τελευταίων δεκαετιών του προηγούμενου αιώνα. Ο γράφων, είδε με τα μάτια του την
παρουσία του συντηρητικού πρώην πρωθυπουργό και συγγραφέα, καθηγητή
κοινωνιολογίας, λογίου Παναγιώτη Κανελλόπουλου έξω από την Πύλη του ιδρύματος
επί της Πατησίων να εμψυχώνει τους συγκεντρωμένους, καθώς και αρκετά παλαιά
προδικτατορικά στελέχη και πολιτικούς των κυβερνήσεων της Ενώσεως Κέντρου και
του μετέπειτα Πασόκ. Παλαιά προδικτατορικά μέλη να βοηθούν με τρόφιμα και άλλα
είδη, να ενθαρρύνουν στον αγώνα τους, τους εντός του Πολυτεχνείου χώρου πλήθος.
Το προσκλητήριο για παλλαϊκή συμμετοχή και αντίσταση, βοήθεια του λαού, από τον
ραδιοφωνικό σταθμό του Πολυτεχνείου, περίπου μία εβδομάδα πριν, για παλλαϊκή
συμμετοχή και ξεσηκωμό, αντίσταση για πτώση της χούντας, είχε κερδίσει τις καρδιές
των ελλήνων και ενθαρρύνει τις
δημοκρατικές συνειδήσεις τους. Οι φωνές των φοιτητών και φοιτητριών ηχούσαν
καμπάνες λευτεριάς και ανατροπής του στρατιωτικού καθεστώτος, λευτεριάς και
δημοκρατίας. Φυσικά, όπως ιστορικά γνωρίζουμε, υπήρχε και μία μεγάλη
πληθυσμιακά μερίδα του ελληνικού λαού που είχε ταχθεί εξ αρχής ανοιχτά υπέρ της
δικτατορίας, μαζί με το δικαστικό σώμα και το σύνολο σχεδόν της επίσημης ανώτατης
ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Οι ελάχιστες δημοκρατικές φωνές ιεραρχών ήταν
οι φωτεινές εξαιρέσεις στον κανόνα. Όπως του τότε επίσκοπου Ανδρούσης καθηγητή
Αναστάσιου Γιαννουλάτου, του φυλακισμένου πατήρ Γεωργίου Πυρουνάκη και
ορισμένων απλών ιερέων. Αντιχουντική υπήρξε και η επισκοπική παρουσία του
πρώτου μητροπολίτη Πειραιώς Χρυσοστόμου. Ορισμένοι πολιτικοί σχηματισμοί που
δρούσαν στην παρανομία, ήσαν ενάντια στην συμμετοχή του λαού στην εξέγερση,
δυστυχώς όπως υποστήριζαν, έπρεπε να περιμένουμε μέχρι να ωριμάσουν οι
συνθήκες. Αυτή η πολιτική θέση, άρνηση συμμετοχής, ασφαλώς δεν εμπόδισε
χιλιάδες αντιστασιακούς, αντιχουντικούς αριστερούς έλληνες και ελληνίδες
πολίτες να συμμετάσχουν και να συμπαρασταθούν στο φοιτητικό κίνημα. Σημαντική
υπήρξε η δημοκρατική συμβολή και βοήθεια του πατρός Γεωργίου Πυρουνάκη και του
αντιχουντικού κύκλου του, και ορισμένων άλλων απλών άγνωστών μας ιερωμένων που
έφερναν τρόφιμα και άλλα είδη στους έγκλειστους. Αξίζει να διαβάσει κανείς
σήμερα μετά 51 χρόνια, μεταξύ των άλλων ιστορικών βιβλίων που μιλούν για τα
δραματικά γεγονότα εκείνης της εποχής, και την μελέτη του Ανδρέα Χ.
Αργυρόπουλου, «Χριστιανοί και πολιτική δράση κατά την περίοδο της δικτατορίας
(1967-1974)», εκδόσεις Ψηφίδα, Αθήνα 2004. Ο συγγραφέας μέλος της πολιτικής
κίνησης του αντιστασιακού και φυλακισμένου-εξόριστου Νίκου Ψαρουδάκη, μας δίνει
το ιστορικό διάγραμμα του χριστιανοκοινωνικού πολιτικού κινήματος που ίδρυσε ο
Νίκος Ψαρουδάκης από την δεκαετία του 1950. Τις διώξεις του ιδρυτή του και της
εφημερίδας του «Χριστιανικής». Ονόματα και κείμενα, της εποχής πληροφορίες και
ντοκουμέντα παρελαύνουν με απλό και σύντομο κάπως τρόπο μπροστά από τα μάτια
μας. Διαβάζουμε για την επίσημη θέση και στάση υπέρ της δικτατορίας της τότε
ανώτατης ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και μεγάλης μερίδας του ελληνικού
κλήρου, μοναχών, ιερομονάχων, αγιορειτών, χριστιανικών σωματείων και οργανώσεων,
θεολόγων. Ελάχιστες οι δημοκρατικές εξαιρέσεις που ύψωσαν το ανάστημά τους
εναντίον στο στρατιωτικό καθεστώτος, αυτών των λίγων που συμπαραστάθηκαν στους
σκλαβωμένους τότε Έλληνες και το πλήρωσαν με βασανισμούς και φυλακίσεις,
εξορίες, μεταθέσεις, διώξεις. Ξεχωρίζει ας το επαναλάβουμε κουραστικά, το όνομα
του πρώτου επισκόπου του Πειραιά Χρυσοστόμου, του εφημέριου του Αγίου Γεωργίου
Κερατσινίου, π. Γεώργιου Δημητριάδη, του Ηρακλειώτη ιερέα Πέτρου Γαβαλά, του
νυν αρχιεπισκόπου Αλβανίας, και φυσικά του παπά Γιώργη Πυρουνάκη, μορφές της
ιεροσύνης θαρραλέες φωνές που ύψωσαν το ανάστημά τους, όρθωσαν την χριστιανική
φωνή τους κατά της επταετίας και των αντιδημοκρατικών ενεργειών της. Ρασοφόροι
που βοήθησαν κρυφά και φανερά με τις αντιστασιακές στους δράσεις και
χριστιανικές, φιλανθρωπίας πράξεις τους τον κόσμο, και πλήρωσαν ακριβά το
τίμημα. Με φυλακίσεις, εξορίες, βασανισμούς, αποκλεισμούς κυνηγητό τόσο από το
στρατιωτικό καθεστώς όσο και από την επίσημη διοίκηση της εκκλησιαστικής
ιεραρχίας. Βλέπε για όσους ενδιαφέρονται, και την ανάρτηση της 25 Μαϊου 2024
για τον Μήλιο πρωτοπόρο ιερέα κάτοικο του Πειραιά αντιστασιακό καθηγητή Γεώργιο
Πυρουνάκη. Ο Ανδρέας Χ. Αργυρόπουλος στην σελίδα 37 του βιβλίου του, προβαίνει
σε μία εύστοχη παρατήρηση, γράφει: «Εκείνο που προξενεί εντύπωση είναι ότι με
την πάροδο τόσων δεκαετιών καμία δήλωση αυτοκριτικής δεν ακούγεται απ’ τα
επίσημα χείλη της Διοίκησης της Εκκλησίας, αλλά και τω θεολόγων που στήριξαν τη
δικτατορία’ και όχι μόνον αυτό, αλλά γίνεται προσπάθεια συγκάλυψης καταστάσεων
και γεγονότων από ορισμένους Ιεράρχες των ημερών μας, οι οποίοι επικαλούνται
ακόμη και την «αδέκαστη ιστορία» χωρίς όμως να χρησιμοποιούν κανένα ιστορικό
επιχείρημα προκειμένου να δικαιώσουν πρόσωπα και επιλογές.».
Στο συγκεντρωμένο ανώνυμο πλήθος έξω και
μέσα στο Πολυτεχνείο άκουγες και έβλεπες άτομα από όλους τους τότε πολιτικούς
και ιδεολογικούς χώρους. Κάθε καρυδιάς ιδεολογικό καρύδι έλληνα και ελληνίδα
ανεξαρτήτου ηλικίας και προέλευσης, τάξης και επαγγέλματος, μορφωτικού επιπέδου,
τόπου καταγωγής, ακόμα και οικονομικής επιφάνειας. Νεολαίοι με οράματα
ανατροπής και αλλαγής του Κόσμου. Καταστροφής του παλαιού Κόσμου και ίδρυση
ενός νέου δικαιότερου με ισότητα, ελευθερία, δικαιοσύνη. Εξάλλου, το πολιτικό
κυβερνητικό όραμα του ανατραπέντος εκλεγμένου νόμιμα σοσιαλιστή προέδρου της
Χιλής Σαλβαντόρ Αλιέντε ήταν νωπό και ενεργό στις συνειδήσεις μας και πολιτικές
επιδιώξεις μας. Τα πολιτικά αγωνιστικά μας σύμβολα απλώνονταν από τον
δολοφονημένο μαύρο πάστορα Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και τον δολοφονημένο αμερικανό
πρόεδρο Τζών Κένεντι έως τον ιατρό επαναστάτη, επίσης δολοφονημένο Τσε Γκεβάρα.
Πού η ζωντανή μνήμη του ήταν λάβαρο και κονκάρδα στο πέτο και τον μπερέ μαζί
των ελπίδων της νιότης μας. Και από τον ηγέτη της Άνοιξης της Πράγας-που μας
υπενθύμιζε τις στρατιωτικές δικτατορίες του άλλου πολιτικού και ιδεολογικού
μπλοκ- έως τον Χο Τσι Μινγκ και τον μεγάλο τιμονιέρη, κοινές οι αναφορές
αγώνων. Με το «κόκκινο βιβλιαράκι» παραμάσχαλα και την «Ελληνική Νομαρχία» στο
χέρι. Ο δικός μας, ο ελληνικός «Μάης του 1968» έστω και καθυστερημένα,
διεκδικούσε την ιστορική και πολιτική του δικαίωση.
Τα χρόνια πέρασαν, ένας ακόμα μύθος σκίασε
τα ηρωικά εκείνα αντιστασιακά γεγονότα. Συνήθιζα να τιμώ από την πρώτη επέτειο
το Πολυτεχνείο, να συμμετέχω σε πορείες, να κατεβαίνω σε διαδηλώσεις, να
αντιγράφω τα εκατοντάδες επώνυμα και ανώνυμα ποιήματα και σημειώματα τα οποία
άφηναν οι επισκέπτες από το 1974 πάνω στα κάγκελα. Αγόραζα βιβλία και διάβαζα
άρθρα, κείμενα και δημοσιεύματα εφημερίδων και πολιτικών περιοδικών,
αφιερώματα. «Επίκαιρα», «Ταχυδρόμος», «Αντί» και άλλα, για την νεανική εκείνη
πολιτική περίοδο της ζωής μου και των συνομήλικων μου Ελλήνων. Όταν όμως
διαπίστωσα με την πάροδο του χρόνου ωριμάζοντας και μεγαλώνοντας ότι η επέτειος
της εξέγερσης μετατράπηκε σε ένα εμπορικό καθαρά πανηγυράκι, καπέλωμά του από
κομματικές σκοπιμότητες και οργανώσεις, ιδεολογικές διαστρεβλώσεις και φανατισμούς,
αντάλλαγμα βουλευτικών θώκων πολλών εκ των τότε αγωνιστών, συνειδητοποίησα ότι
το ιστορικό αυτό κεφάλαιο των πρώιμων νιάτων μας, των ανθών της εφηβείας μας
πολιτικών αγώνων είχε κλείσει τον κύκλο του. Ο κατοπινός μύθος που
περικλείστηκε η εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν με αντιπροσώπευε πια. Έδωσα τα
βιβλία που είχα διαβάσει και συγκεντρώσει, πέταξα το αρχείο με τα αποκόμματα
και τα δεκάδες ποιήματα και κείμενα που είχα αντιγράψει και δεν αναφέρθηκα ξανά
στο τότε και σε κανέναν. Έμεινε μόνο η προσωπική μνήμη με υποστολή των νεανικών
επαναστατικών λάβαρων και μία τηλεοπτική εικόνα της εποχής στους δρόμους της
Αθήνας με το μακρύ και πυκνό μαύρο μαλλί και την καμπάνα παντελόνι. Την λαμπερή
ομορφάδα των νιάτων, το πρόσωπο που φεγγίζει γεμάτο αγωνιστικό παλμό μέσα στο
ανώνυμο πλήθος. Των νιάτων που χάθηκαν οριστικά και αμετάκλητα καθώς γέρνουμε
και γερνάμε πάνω στο αμόνι του χρόνου ή μέσα στους στίχους και τα βιβλία της Ποίησης
και της Ιστορίας. Ελάχιστα κιτρινισμένα αποκόμματα εφημερίδων έμειναν στην
βιβλιοθήκη μου ξεχασμένα μέσα σε σελίδες βιβλίων, διαβασμένα και λησμονημένα
και αυτά γεμάτα σημειώσεις στο περιθώριο. Και καθώς διάβαζα τα ποιήματα και τα
δοκίμια τα πολιτικά κείμενα του Μανόλη Αναγνωστάκη αυτό το Καλοκαίρι, ανακάλυψα
ένα μικρό κομμάτι της πρωινής εφημερίδας «Η Αυγή» το οποίο ήταν αναδημοσίευση
ενός παλαιότερου δημοσιεύματος, του αριστερού πολίτη- ποιητή και στο οποίο ο
συνειδητά στρατευμένος ποιητής- πολίτης έθετε τα πολιτικά τους ερωτήματά για
τους επετειακούς εορτασμούς δέκα χρόνια μετά, τα πολιτικής χροιάς ερωτηματικά
του στο πώς βλέπουμε την φοιτητική αυτή εξέγερση, τους εύλογους ατομικούς του
προβληματισμούς για την εξέγερση του Πολυτεχνείου και στο αν και σε ποιο βαθμό
συνέβαλε στην πτώση της χούντας. Τίτλος του, «Τι υπήρξε τελικά το
Πολυτεχνείο;». Είναι η ματιά ενός βαθειά αριστερού και με πολιτικό ήθος
δημοκράτη ποιητή, ενός ποιητή που γνώριζε πότε έπρεπε να μιλά δημόσια, να
παρεμβαίνει και πότε να σωπαίνει. Είναι ο αντιπροσωπευτικός λόγος ενός
σύγχρονου λογίου ο οποίος έχει επάξια κερδίσει και τον τιμητικό τίτλο του
ποιητή, δίχως να χάνει και την άλλη του ενεργή ιδιότητα, αυτήν του
συμμετέχοντος στα κοινά πολίτη. Από τα βιβλία του που έχω διαβάσει και έχω στην
βιβλιοθήκη μου, δεν συνάντησα ξανά το κείμενο αυτό στις σελίδες τους. Είναι από
τα εκατοντάδες δημοσιεύματά του στις εφημερίδες και τα περιοδικά που
συνεργάζονταν και παραμένουν σκόρπια και άτακτα, μη συγκεντρωμένα αυτοτελώς σε
έναν τόμο. Αποτελούν όμως κομμάτι της καθόλου εργογραφίας του και επικουρική
βοήθεια για τους αναγνώστες του της φιλοσοφίας ζωής του και του τρόπου σκέψης
του και της σοβαρότητας με την οποία ερμήνευε τα πράγματα γύρω του. Ο Μανόλης
Αναγνωστάκης θέτει ερωτήματα στον εαυτό του και ταυτόχρονα σε εμάς, τους
πολίτες αναγνώστες του. Ακόμα και η αυτοαναφορικότητα της ματιάς του
απευθύνεται στο σύνολο των συνειδητών δημοκρατικών πολιτών, του ανώνυμου
πλήθους και των λογίων. Ο Αναγνωστάκης, δεν γράφει πολιτική ιστορία, είναι μέρος
της, ζωντανό κύτταρό της που την διαμορφώνει και προσπαθεί να της αλλάξει πρόσημο
όποτε θεωρεί, κατά την αντίληψή του, ότι αυτή το χρειάζεται. Όταν με αγωνία
συνειδητοποίησε ότι ο Κόσμος και οι παλαιοί σύντροφοί του άλλαξαν, έχασαν τον
παλαιό ενθουσιαστικό κοινωνικό και ανθρωπιστικό προσανατολισμό τους σιώπησε. Δίχως
να παύσει να μετέχει στα κοινά, εξάλλου, το Υστερόγραφό του, δεν ήταν μόνο η
στοχαστική, ποιητική του τελευταία συγγραφική κατάθεση, Υστερόγραφο ήταν πλέον
η ίδια του η ζωή στους νέους καιρούς που ανέτειλαν.
Αντιγράφω τις σκέψεις του εκ νέου, με την
ευκαιρία των 51 χρόνων από την εξέγερση του προσεχούς επετειακού εορτασμού του Πολυτεχνείου-δίχως
διάθεση και επιθυμία να ανατρέξω σε αρχεία εφημερίδων και να βρω τις λίγες
γραμμές που έχουν χαθεί στην διαφύλαξη του δημοσιεύματος εκ μέρους μου- εις
μνήμη όλων αυτών που έπραξαν το αγωνιστικό- πατριωτικό τους «καθήκον». Δεν
έγραψαν απομνημονεύματα, δεν μας άφησαν πολιτικά χρονικά, δεν μίλησαν, δεν
βγήκαν σε τηλεοπτικούς σταθμούς και ραδιοφωνικές εκπομπές να αναφερθούν στην
συμμετοχή τους, δεν αντάλλαξαν τις αγωνιστικές τους πρωτοβουλίες με περγαμηνές,
δεν διεκδίκησαν δάφνες, δεν «τρούπωσαν» (κατά την γνωστή φράση του Κώστα
Βουτσά) σε δημόσιες θέσεις και αξιώματα, και το κυριότερο ίσως, δεν
κατασκεύασαν ένα μυθικό αγωνιστικό κουκούλι για να δικαιολογήσουν τις εκ των υστέρων
πολιτικές και κομματικές επιλογές τους και θέσεις αναφερόμενοι στο συμμετοχικό τους
νεανικό τότε. Εξάλλου, όπως η επίσημη και ανεπίσημη ίσως Ιστορία μας διδάσκει,
τα όποια οφέλη και κλέη, θυσίες των αγωνιζόμενων ατόμων-στην εποχή τους- πάντα
τα καρπούνται οι μεταγενέστερες, νεότερες γενεές και τα «χρησιμοποιούν» κατά το
δοκούν τους, μια και δεν τα έζησαν ούτε τα βίωσαν, και ούτε διαθέτουν τις
ανάλογες μνήμες. Η Ζωή, αφήνει πίσω της νικητές και ηττημένους, επώνυμους
δικτάτορες και ανώνυμους ήρωες δημοκράτες και του λαϊκού σώματος αγωνιστές.
Τα πολιτικά ερωτήματα του αγωνιστή της
ανανεωτικής αριστεράς πολίτη- ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη είναι ακόμα παρόντα και
ενδέχεται αναπάντητα, ίσως και αδιάβαστα. Αναμένουν να κοπάσει ο σάλαγος της
όποιας επικαιρικής κομματικής «εκμετάλλευσης» για να έρθουν στην σύγχρονη
ιστορική και πολιτική επιφάνεια, δίχως ιδεολογικές επικαρπίες και οφέλη.
Γιώργος Χ.
Μπαλούρδος
Πειραιάς
Νοέμβριος 2024.
ΥΓ. Το ανέκδοτο των πολλαπλών διασπάσεων. Ο πετίτ Αλέξης αποτελεί εθνικό κεφάλαιο για την χώρα. Μπρου........
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου