Συμπόσιο
συγκεκριμένης ποίησης
“Poesia
Concreta”- “Concrete poetry”
της Έρσης Λάγκε
Η
συγκεκριμένη ποίηση, όπως μπορεί να μη γνωρίζουν στην Ελλάδα, είναι η
προσπάθεια της συνειδητής χρησιμοποίησης του υλικού της γλώσσας. Δηλαδή όχι η
μεταχείρησή του για την παραπέρα φραστική πιά επικοινωνία με έννοιες. Η
προσπάθεια κατάβασης στα πρώτα λιθάρια της δομής του λόγου κι η ανάλυση του στα
επιμέρους δομικά του στοιχεία, τα γράμματα, τους φθόγγους, τις λέξεις και τις
συλλαβές.
Όπως λέει
ο Πιέρ Γκαρνιέ, «η συγκεκριμένη ποίηση» δηλώνει το πέρασμα σε μια νέα βαθμίδα κουλτούρας. Μ’ αυτήν ο άνθρωπος
απαλλάχτηκε από την ίδια του την ομιλία. Είναι ανόητο το να παρατηρεί κανείς τη
«συγκεκριμένη ποίηση» σαν τμήμα μιας ορισμένης γλώσσας(γερμανικά, γαλλικά,
κινέζικα). Οι γλώσσες είναι ένα θεσμικό-χωρικό πλησίασμα κι η συγκεκριμένη
ποίηση δεν δημιουργείται από τους ιδιωματισμούς τους, αλλά από τα κοινά τους
σημεία. Η σημασία της συγκεκριμένης ποίησης δεν είναι η αλλαγή που φέρνει στην
καθομιλουμένη, αλλά η μετουσίωση την οποία προκαλεί στο σύνολο της γλωσσικής
επικοινωνίας. Ό,τι προσθέτουμε σαν ολότητα στην ομιλία μας, είναι η τωρινή μας
διανοητική κατάσταση κι αυτή αποτελείται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης,
αστραπιαίες συγκοινωνίες και διαστήματα. Σ’ αυτή λοιπόν τη βάση ολοκληρώνεται η
διεργασία μας για και με τη γλώσσα, σε μια φόρμα του σημερινού ανθρώπου που πιά
ταυτίζεται με το Διάστημα».
Κι η Ιλζε
Γκαρνιέ συμπληρώνει για το πώς διαβάζεται μια τέτοια λογοτεχνία: «Η ανάγνωση με
τη συνηθισμένη έννοια είναι μια χρονική διαδικασία, λέει όπως άλλωστε και το
γράψιμο. Όμως το γραφτό, ενώ το γράψιμο παραμένει φυλακισμένο στη χρονική του
διάσταση, γίνεται φόρμα στο χώρο. Από αυτό το γεγονός, παίρνει η «οπτική
ποίηση» τις συνέπειές της. Η μετουσίωση του χρόνου σε χώρο γίνεται εδώ κύρια,
αμετάκλητη και τελεσίδικη διαδικασία. Η ανάγνωση της «συγκεκριμένης ποίησης»
είναι μια κίνηση προς την κατεύθυνση του χώρου, μέσα στον οποίο βρισκόμαστε,
ακόμα και αν δεν μας έχει γίνει συνειδητό. Η ανάγνωση ήτανε ίσαμε τώρα μια
σιγουριά από τον έξω κόσμο, απόκοβε την απευθείας επαφή στη σιωπή του
αναγνωστηρίου, εκεί όπου μπορούσε κανείς γαλήνιος να συνδιαλλαγεί με τις
καταιγίδες του κόσμου. Με τη «συγκεκριμένη ποίηση» ο αναγνώστης, αντίθετα,
ξαναγκρεμίζεται στο χώρο. Αν η ανάγνωση ήταν μέχρι τώρα κάτι το ξένο προς το
εγώ του αναγνώστη, με τη «συγκεκριμένη ποίηση» γίνεται απωθητική. Η ανάγνωση
φωτίζεται από τη γλώσσα, η οποία, εξορισμένη πίσω στην ύλη της, γίνεται
δυσανάγνωστη, γιατί δεν έχει πιά καμία αξία χρήσης. Γι’ αυτές τις αιτίες είναι
δύσκολο ή μάλλον σχεδόν αδύνατο να «διαβάσει» κανείς ένα τέτοιο κείμενο».
Στο Μπήλεφελντ
ιδρύθηκε πριν πέντε χρόνια, με πρωτοβουλία του τοπικού Πανεπιστημίου, από 30
συγγραφείς, το αποκαλούμενο «Συμπόσιο Νέας Ποίησης», που εξελίχθηκε σήμερα σ’
έναν από τους σημαντικότερους χώρους συζήτησης συγγραφέων» όχι Μπέστ-σέλερς.
Η αρχή
βρίσκεται στην δεκαετία του 50 μ’ εκδόσεις από μικρότερους εκδοτικούς οίκους,
στους οποίους η κριτική δίνει λιγότερη προσοχή. Αυτή η λεγόμενη μη αφηγηματική
λογοτεχνία, ξεπερνά τα όρια της καθιερωμένης «φραστικής», ας πούμε,
λογοτεχνίας, χρησιμοποιώντας για επεξήγηση ή και ολοκλήρωση ακουστικά,
χορευτικά και άλλα οπτικά μέσα. Δίνω ένα παράδειγμα: «Σόμπα κάρβουνου» (δηλαδή
μια σόμπα που καίει κάρβουνο). Ζωγραφίζεται πάνω σε χαρτί μια σόμπα φτιαγμένη
από κομμάτια κάρβουνο, στη δεύτερη εικόνα βλέπεις να της βάζουν φωτιά, ενώ στην
τρίτη έχει πιά σωριαστεί σ’ αποκαΐδια, κυριολεκτώντας, στην έκφραση «σόμπα
κάρβουνου».
Άλλο
παράδειγμα: Ζωγραφίζουμε με τη λέξη μήλο,
μήλο, μήλο, το σχήμα του μήλου και στην άκρη αντί για τη λέξη μήλο,
βάζουμε τώρα ένα σκουλήκι.
Δηλαδή
αντλεί απ’ όλες τις τέχνες οικειοποιούμενη τις δυνατότητες τους για ν’ ανοίξει
νέες διαστάσεις και ίσως-ίσως νέα λογική.
Σ’ έναν
κόσμο όπου η τέχνη του κινηματογράφου δανείστηκε απ’ όλες τις άλλες,
αποσβήνοντας ή παρακάμπτοντας τα όριά τους, πήραν και οι υπόλοιπες τέχνες
αλλότρια στοιχεία, μπαίνοντας σε ξένες περιοχές. Έβαλε η ζωγραφική υπότιτλους
μέσα ή πλάι σε πορτραίτα και τα τοπία της, ή μουσική τίναξε κραυγές έναρθρες ή
άναρθρες στις συγχορδίες της κι η λογοτεχνία άρχισε να χορεύεται, να
ζωγραφίζεται ή και να τραγουδιέται.
«Η
συγκεκριμένη ποίηση, λέει ο Γερμανός Ζίγκφριντ Σμίτ, (ποιητής) έχει δοκιμάσει
στα καλύτερα κείμενά της να στοχεύσει σε δύο σημεία: α) στον πειραματισμό και
β) στην κατανόηση του θέματος. Μόνο με την ένωση των δύο αυτών παραγόντων
μπορεί, λέει, να επέλθει η επικοινωνία.
Αντίθετα,
είναι πάντα στείρα εκεί όπου έχει απομονώσει μια απ’ τις δύο αυτές απόψεις.
Όμως σε μια ενσυνείδητη παράλειψη και των δύο παραγόντων, παρουσιάζονται
δυνατότητες για παραπέρα εξέλιξη, της συγκεκριμένης ποίησης, σε μια ιδεατή πιά
μορφή.
Η ιδεατή
ποίηση από την άλλη μεριά, περιέχει δύο πάλι αρχές της συγκεκριμένης ποίησης:
α) την αρχή της γενεολογίας της γλώσσας και β) την αρχή της ολοκλήρωσης. Όμως η
λειτουργία της νόησης τέτοιου είδους, δεν είναι πιά με τα απλά αποτελέσματα
ικανοποιημένη. Η προσάρτηση ιδεατών κειμένων σε σύστημα ερμηνείας παραμένει γι’
αυτό ενέφιχτη.
Η μη
προσάρτηση και μη κατανόηση τέτοιων οπτικο-χορευτικών έργων, απασχολεί τον
αναγνώστη-παρατηρητή και τον κάνει συνδημιουργό και συμπαίκτη ενός αισθητικού
συμπλέγματος διττής, επικοινωνίας.
Τρείς
είναι οι τρόποι της επαφής που ολοκληρώνονται: Γνώση του έργου, αυτογνωσία και
νοητική εμπειρία.
Ιδεατά
κείμενα πραγματώνουν τις σύνθετες δυνατότητες της επικοινωνίας και της
σημασιολογίας. Κάθε ιδεατό κείμενο, λοιπόν, δείχνει ένα πυρηνικό Σύμπαν πού το
κύριο χαρακτηριστικό του είναι ο γλωσσικός διάλογος».
• Στο διάστημα από τις 13 ως τις 16 του Μαίου που
μας πέρασε, οργανώθηκε με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου Γκαίτε ένα πολύ
ενδιαφέρον συμπόσιο με θέμα τη συγκεκριμένη ποίηση. Στο συμπόσιο αυτό, που
συμμετείχαν 45 συγγραφείς διαφόρων
εθνικοτήτων (Γάλλοι, Γερμανοί, Αυστριακοί και Άγγλοι), θίχτηκαν ιδιαίτερα
θέματα σχετικά με την οπωσδήποτε όχι και τόσο γνωστή στον τόπο μας μορφή
ποίησης-τη συγκεκριμένη. Μιά σύνοψη των όσων διατυπώθηκαν σ΄ αυτό το συμπόσιο
αποτελεί το κείμενο που ακολουθεί.
Περιοδικό ΓΡΑΜΜΑΤΑ και Τέχνες, αριθμός φύλλου 6,
Ιούνιος 1982, σελίδα 17.
Σημείωση: Το ειδικό αυτό κείμενο της ποιήτριας και συγγραφέως Έρση Λάγκε, σκέφτηκα να μεταφέρω στο bloc μου, μια που πιστεύω, πως παρουσιάζει ακόμα και σήμερα ενδιαφέρον, αν και πολύ ειδικό, διότι δεν υπάρχουν πολλοί έλληνες ποιητές και ποιήτριες που ασχολήθηκαν και έγραψαν συγκεκριμένη ποίηση, η περίπτωση του Βολιώτη ποιητή και πεζογράφου Μιχαήλ Μήτρα, ενός από τους εκπροσώπους της γενιάς του 1970, ίσως είναι η πιο σημαντική εξαίρεση, αν δεν κάνω λάθος, είναι αυτός που έφερε την οπτική ποίηση στην Ελλάδα, με το έργο του και τις εκθέσεις του. Εκτός από τον Μιχαήλ Μήτρα που συναντάμε σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά ποιήματά του της συγκεκριμένης «σχολής», βλέπε ενδεικτικά, περιοδικό «Νέο Επίπεδο», κλπ, η συγγραφέας και ποιήτρια Έρση Σωτηροπούλου, έχει γράψει ποιήματα που ανήκουν στην συγκεκριμένη ποίηση, η ποιήτρια Ελένη Μουρέλου, η ποιήτρια και πεζογράφος Έρση Λάγκε, και ορισμένοι άλλοι σποραδικά. Το 1985 σε επιμέλεια Κώστα Γιαννουλόπουλου από τις εκδόσεις Νεφέλη, κυκλοφορεί η «Ανθολογία συγκεκριμένης ποίησης», που περιλαμβάνει κυρίως ξένους ποιητές, αλλά και έξι έλληνες. Το 2005 από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφόρησε το «ΛΕΞΙΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ» σε μετάφραση Γιάννα Δεληβοριά και Σοφία Χατζηιωαννίδου, του M. H. Abrams, στην σελίδα 455- υπάρχει λήμμα για την συγκεκριμένη ποίηση. Επίσης, ο Γρηγόρης Πασχαλίδης στο «ΛΕΞΙΚΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ» 2007, του ίδιου εκδοτικού οίκου, σελίδα 2097 υπογράφει το λήμμα για την συγκεκριμένη ποίηση. Τέλος, οφείλουμε να επισημάνουμε το κατατοπιστικό και χρήσιμο μελέτημα της φιλολόγου και συγγραφέως Μορφίας Μάλλη για το θέμα με τίτλο «Στους «αστερισμούς» της Συγκεκριμένης Ποίησης».-Μια σύντομη χαρτογράφηση», σελίδες 139-157, όπου, εξετάζει την ευρωπαϊκή-αμερικάνικη αλλά και την ελληνική πορεία και εξέλιξη της συγκεκριμένης ποίησης, ανά την υφήλιο, στο περιοδικό «σύγκριση» τεύχος 16/11,2005, περίοδος δεύτερη. Στο ίδιο τεύχος, ξεχωρίζει μεταξύ άλλων και η μελέτη του Δ. Αρμάου για τις «Ελληνικές μεταφράσεις της Θείας Κωμωδίας», και της Έρης Σταυροπούλου το κείμενο «Η εικόνα της Αμερικής στην ελληνική λογοτεχνία του 19ου αιώνα. Ανάμεσα στον εξωτισμό και την ουτοπία».
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς Τετάρτη, 31 Αυγούστου 2016
ΥΓ. Παναγιά μου, συγχώρα με, παρθένα Παναγιά όπως θα
τραγουδούσε και η Βούλα Πάλα, τους άφρονες εμάς πολίτες, που δεν ψηφίσαμε τον
κυρ Αλέξη τον ψευτο-καλυβήτη, τον τυχοδιώκτη πολιτικό καρεκλομπούρμπουλα της
πρώτης φοράς ψευτιάς κυβέρνησής μας, που δεν τον πιστέψαμε, και δεν τον
ψηφίσαμε, ούτε στις εκλογές ούτε στο δημοψήφισμα. Εμάς που μας αύξησε το όριο
συνταξιοδότησης, εμάς που μας επέβαλε φόρους που δεν μας αναλογούν σαν
χαμηλόμισθοι του ιδιωτικού τομέα, εμάς που διατήρησε τον ΕΝΦΙΑ, εμάς, που είναι
κ... και βρακί με τον Ολανδρέου τον πιο
άχρηστο Γάλλο πολιτικό, εμάς που δεν χειροκροτήσαμε τον ξαφνικό έρωτά του με την
κακιά μάγισσα Άντζελα, που έριξαν τα βάρη στον Νιμπελούγκεν υπουργό
οικονομικών, που μέχρι το πρόβλημα της υγείας του επικαλέστηκαν για να μας
πείσουν, αυτοί, οι μη ρατσιστές, οι ξενοσπούδαστοι κουλτουριάρηδες, ότι φταίει για
το κακό χάλι της οικονομίας, θυμάστε τι έλεγε στην εκπομπή του ο κυρ Λάκης, το φερέφωνο
της προπαγάνδας τους; που δεν πιστέψαμε τίποτα από όσα μας έλεγαν, γιατί το πολιτικό
ψέμα κραύγαζε στα μάτια τους. Αυτοί, που συνεργάστηκαν με την δεξιά για να βγάλουν
δεξιό πρόεδρο, αυτοί, που συνεργάστηκαν με τους ψεκασμένους για να πάρουν την εξουσία,
αυτοί, που φλερτάρουν με τον άγιο Βασίλη των κεντρώων για να παραμείνουν στην εξουσία
με κάθε τίμημα, εμάς, που δεν τους αγαπήσαμε όπως λέει ο κυρ Αλέξης ο ψευτο-πινοκιάρχης,
μας ζητά να πληρώσουμε για ένα σπίτι του 1943 με μούχλα και υγρασία, και με άλλα προβλήματα, 372 ευρώ ΕΝΦΙΑ, γιατί;
Επειδή κάποιοι αριστεροί εργάτες άφησαν στα παιδιά τους ένα ξυλόσπιτο; Ποια η διαφορά
τους από τον Βενιζέλο που πρώτος αυτός για ένα χρόνο-τάχα μου-επέβαλε τον ΕΝΦΙΑ;
Αλλά θα μου πεις, εδώ ο νομπελίστας μας ποιητής
υποστήριξε το κόμμα του κυρ Αντωνάκη, την Πολιτική Άνοιξη, για τους καρεκλοκένταυρους
ατζαμήδες, τα παιδιά του Στάλιν θα μιλάμε τώρα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου