Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

Το τέλος μιας γενιάς


 Το τέλος μια εποχής και μιας ιστοσελίδας

      Καθώς αντιγράφω διάφορες κριτικές για το ποιητικό έργο του νομπελίστα μας ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, διαπίστωσα το μεγάλο ενδιαφέρον ανώνυμων και άγνωστων σε μένα αναγνωστών αυτής της ιστοσελίδας για την ποιητική του συλλογή τα «Ελεγεία της Οξώπετρας» από διάφορα μέρη της υφηλίου. Δεν μπορώ να γνωρίζω αν είναι έλληνες ή ελληνίδες που ασχολούνται με την ελληνική ποίηση, ή ξένοι νεοελληνιστές που αγαπούν, θαυμάζουν και διαβάζουν το ποιητικό έργο του Οδυσσέα Ελύτη και ενδιαφέρονται για την ελληνική λογοτεχνική γραμματεία της εποχής μας. Ή πάλι, ο βραβευμένος μας ποιητής είναι γνωστότερος στους κύκλους των καθηγητών και φοιτητών των ξένων πανεπιστημίων. Ίσως, και μάλλον το πιο σίγουρο, να μην έχουν εύκολη πρόσβαση στις κριτικές που δημοσιεύθηκαν στον ημερήσιο ελληνικό τύπο στην εποχή τους και τα περιοδικά. Από όσο μπορώ να γνωρίζω, δεν υπάρχει μια συστηματική μάλλον αποδελτίωση των βιβλιοκριτικών για τις ποιητικές συλλογές και τα λογοτεχνικά βιβλία που εκδόθηκαν και κυκλοφόρησαν μετά την μεταπολίτευση του 1974 στην χώρα μας. Παλαιότερα, από όσο θυμάμαι, υπήρχαν δύο(;) Πρακτορεία Τύπου, που επ’ αμοιβή, έκαναν αυτήν την δουλειά για τους εκδοτικούς οίκους. Και πάλι όμως, αποδελτίωναν τα βιβλία που μόνο αυτοί εξέδιδαν. Το λογοτεχνικό περιοδικό «ΔΙΑΒΑΖΩ» επίσης, είχε μικρά ένθετα αποδελτιωτικά δελτάρια που κατέγραφαν τις διάφορες κριτικές που έπεφταν στην αντίληψή τους. Από αυτά τα δελτάρια, πολλοί, σχημάτιζαν την πρώτη-και πολλές φορές μοναδική-μαγιά της βιβλιογραφίας τους. Έχοντας και εγώ την παλαιά συνήθεια να αγοράζω εφημερίδες, ή να παρακολουθώ τις σελίδες και τις στήλες των βιβλιοκριτικών-πέρα από την πολιτική τοποθέτηση του εντύπου-διέσωσα ορισμένες κριτικές για ποιητές και ποιήτριες. Η αδιαφορία όμως, πολλών σύγχρονων ατόμων για την άχαρη, χρονοβόρα και πολυέξοδη ατομική προσπάθεια ή η συμφεροντολογική συμπεριφορά άλλων, αλλά και οι μεταγενέστερες επί χρήμασι αποδελτιώσεις από προγράμματα ιδρυμάτων και πανεπιστημιακών σχολών, μου φανέρωσε το ατελέσφορο της κουραστικής αυτής προσπάθειας με πρωτόγονα κατά κάποιον τρόπο μέσα. Άχρηστα και αδιάφορα στους περισσότερους αναγνώστες ή ειδικούς, που αναζητούν μάλλον έτοιμη τροφή χωρίς κόπο ή προσπάθεια. Η μόνη ενδεδειγμένη λύση(;) ήταν η καταστροφή του υλικού αυτού. Μια και το ενδιαφέρον, ήταν και είναι φοβερά ελαχιστότατο. Και, μια και ο ελεύθερος χρόνος ενός εργαζομένου στον ιδιωτικό τομέα όπως ο γράφων είναι ελάχιστος, και από πληροφορίες βιβλιοπωλών διαπιστώνεις ότι τα νεαρά άτομα στην χώρα μας δεν διαβάζουν πλέον ούτε θέλουν να ξοδέψουν έστω ένα μικρό ποσό για να αγοράσουν ένα βιβλίο, μια ποιητική συλλογή, αλλά ξοδεύουν το όποιο χρηματικό ποσό διαθέτουν στην αγορά ειδών ένδυσης, υπόδησης, καλλυντικών, διασκέδασης, κομμωτικής και άλλα καταναλωτικής φύσεως προϊόντα και του σύγχρονου φαίνεσθαι, θεωρώ πλέον, ότι και ο ρόλος αυτής της ιστοσελίδας έκλεισε τον κύκλο της. Με τα θετικά γραφόμενά της και με τα αρνητικά. Με τις αντιγραφές πληροφοριών και με τα πρωτότυπα κείμενά της. Με την καλλιέπεια της γλώσσας του γράφοντος και με τις εσκεμμένες ή μη γλωσσικές του αβλεψίες. Εμείς οι παλαιότεροι, διδαχθήκαμε να αγαπάμε την χώρα μας και να σεβόμαστε τα όποια σύμβολά της, από όποια πολιτική παράταξη και αν προέρχονταν αυτά, στις μέρες μας, αυτό μάλλον δεν συμβαίνει. Όλα γίνονται ερήμην μας. Ακόμα και οι εκλογικές μας αποφάσεις ανατρέπονται και αλλοιώνονται με πρόφαση το καλό μας. Το πραγματικό ενδιαφέρον μάλλον έχει χαθεί και αντί αυτού επικρατεί ένας «πρωτόγονος» συμφεροντολογισμός είτε στον δημόσιο εργασιακό τομέα είτε στον ιδιωτικό, είτε στην καθημερινή μας ζωή από όλους μας. Ζούμε να επαναλάβω για άλλη μια φορά, αυτό που έγραψαν οι αμερικανοί κοινωνιολόγοι εδώ και αρκετές δεκαετίες πριν, τα καθεστώτα αυτά, τα ονομάζουν «φίλιες κοινοβουλευτικές δικτατορίες». Ζούμε την δικτατορία των πάσης φύσεως και εκδοχής και έκφρασης μειοψηφιών. Αυτό όμως γίνεται με την δική μας ανοχή και επικρότηση. Είτε μέσω της ψήφους μας είτε μέσω των διαφόρων και πολυποίκιλων κοινωνικών μας εκδηλώσεων και ενεργειών. Και από αυτές τις πρακτικές δεν εξαιρούνται ούτε τα κόμματα του λεγόμενου δημοκρατικού τόξου, εννοώ την αριστερά, την παραδοσιακή συντηρητική παράταξη, αλλά και τον εκκλησιαστικό χώρο. Μια πατρίδα, ένα κράτος, ένα έθνος, δεν είναι ΜΚΟ που λαμβάνουν αποφάσεις για σένα χωρίς εσένα. Και παρά την δική σου θέληση. Δεν είναι ξέφραγο αμπέλι των όποιων ξένων αποφάσεων. Όταν αυτό όμως γίνεται με την «συγκατάθεση» ημών και υμών των Ελλήνων ή των νόμιμων αλλοδαπών που κατοικούν και αγαπούν αυτήν την χώρα, τότε κάτι δεν πάει καλά, τόσο στο χώρο της πολιτικής όσο και της κοινωνίας. Σε εμάς τους ίδιους δηλαδή. Πράγμα που σημαίνει, ότι και οι τέχνες γενικότερα, δεν είναι πλέον παρά μιας άλλης μορφής καταναλωτικό προϊόν προς κατανάλωση. Αυτά που διδαχθήκαμε-καλώς ή κακώς-από τους ηγήτορες λογοτέχνες μας δεν ισχύουν πια. Ούτε ο κόσμος του Γιώργου Σεφέρη αληθεύει στις μέρες μας, ούτε το ποιητικό σύμπαν του Οδυσσέα Ελύτη, ούτε οι αγώνες του ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου. Θα τολμούσα να έγραφα, ούτε ακόμα και το ερωτικό σύμπαν του αλεξανδρινού Κωνσταντίνου Π. Καβάφη. Όλα έγιναν ωραίες και περισπούδαστες διδακτορικές διατριβές και πανεπιστημιακές εργασίες για επαγγελματική ανέλιξη των ενδιαφερόμενων. Όμως αυτό, ίσως είναι φυσικό, μια και χάθηκε το δικό μας ήθος. Νικηθήκαμε. Είμαστε η πλέον άτυχη γενιά μετά την μεταπολίτευση. Τόσο στον οικονομικό τομέα, στον επαγγελματικό, όσο και σε εκείνο των κοινωνικών οραμάτων. Η Ποίηση, σε όποια της μορφή και είδος, δεν αληθεύει πια στις ζωές των ανθρώπων, των νεοελλήνων. Η Ιστορία όμως, ούτε αρχινά ούτε τελειώνει με εμάς και την δική μας γενιά. Όπως και ο Κόσμος. Αυτός ο μικρός ο Μέγας που λέει και ο ποιητής.
Ευχαριστώ αυτούς που παρότι δεν ενδιαφέρθηκαν να πληροφορηθούν ποιος είναι αυτός που αντέγραφε αυτά τα κείμενα ή ποιες τεχνικές δυσκολίες αντιμετωπίζει στην γραφή και αντιγραφή ο έχων αυτήν την λογοτεχνική ιστοσελίδα. Όλους και όλες, αυτούς που με συνόδευσαν στο ταξίδι αυτό της ελληνικής λογοτεχνίας και του πολιτισμού που έκανα με την μικρή μου σκούνα και τα πενιχρά εφόδια που κάποτε με τροφοδότησαν. Οι δυνάμεις και οι αντοχές μου όμως-και όλων μας- δεν είναι αστείρευτες, και μάλιστα, όταν δεν πράττεις αυτά που πράττεις όχι από επαγγελματικό ή οικονομικό συμφέρον, αλλά, από μια αγάπη που σου εμφύσησαν οι δάσκαλοι της γενιάς σου για αυτό που λέγεται ποίηση, λογοτεχνία, τέχνη, πολιτική γενικότερα. Σε εποχές, που τα πνευματικά εφόδια δίδονταν-έστω-σχεδόν, χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα. Αυτές οι εποχές όμως πέρασαν. Σήμερα οι πάντες αμείβονται για οτιδήποτε. Οι δίοδοι της τέχνης είναι διαφορετικοί. Αποτελούν και αυτοί δρόμοι του οικονομικού μεταξιού του πνεύματος και της πίστης των ανθρώπων.
     Το μέλλον θα δείξει, στις μελλοντικές γενιές που ακολουθούν των Ελλήνων, αν είχε δίκιο ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης. Αν δηλαδή: «Απομένει να μάθουμε κάποτε πόσοι και ποιοι, αν υπάρξουν, θα είναι οι πολλοί Έλληνες του ενός Δραγούμη».
Καλή αιωνιότητα. Είτε στα νησιά των Μακάρων είτε στον Παράδεισο της πίστης καθενός και κάθε μιας.
Των Φώτων 6/1/2019.
ΥΓ. Ασφαλώς, ο γράφων, δεν είναι τόσο ανόητος ώστε να χάσει τα αγαθά που προσφέρει στον άνθρωπο η ανάγνωση. Η Ποίηση και η Ιστορία. Αλλά δεν θα είναι άλογο κούρσας πλέον για αλλότρια χωράφια.        


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου