14 χρόνια με την Rexula
Ιερή μνήμη συντροφιάς.
Το
τελευταίο δάκρυ πριν την σιωπή.
(Αύγουστος 2005-14 Αυγούστου 2019)
Τραγουδώ τους πεσμένους προπάτορες
Είμαι τών άστρων ο σκύλος
Με τα μάτια κοιτάζω ψηλά
Με
τα χέρια γιορτάζω τη λάσπη
Νίκος Καρούζος
Υπάρχουν πράγματα στη ζωή μας, που όποτε και όταν
μας συμβαίνουν, (και αν είμαστε τυχεροί να μας συμβούν) δύσκολα ερμηνεύονται,
με μεγάλη διστακτικότητα εξηγούνται, δεν κατανοούνται ούτε από μορφωμένους ούτε
από αμόρφωτους ανθρώπους. Αδυνατεί ο ανθρώπινος νους να τα κωδικοποιήσει, να τα
κατατάξει και φυλάξει στα μικρά συρταράκια του μυαλού του. Εκεί που κρύβει τις παραστάσεις
και εμπειρίες της ζωής του, τα βιώματά του, τις αρνητικές και θετικές όψεις του
βίου του. Τα γεγονότα της ζωής ταξινομούνται και ανακαλούνται
στη μνήμη ανάλογα με την στιγμή εκάστου και εκάστης. Αυτά τα ζωοποιά σήματα,-στο πεπερασμένο και τυχαίο χρόνο ζωής του ανθρώπου-η ανθρώπινη λογική δεν
μπορεί να τα κατανοήσει πάντα. Είναι το θαύμα του ανεξήγητου, του παράλογου,
του σκοτεινού, του μυστικού, του μυθικού, του δυσνόητου, του ακατανόητου, του
αποκρυστάλλωτου στις ανθρώπινες συνειδήσεις, στις φθαρτές καρδιές μας. Με την
τυπική και ουσιαστική σημασία που έχει η λέξη θαύμα, θάνατος, πόνος, δάκρυ,
θλίψη, χαρά. Εικόνες ζωής και εικόνες του θανάτου, εικόνες αισιοδοξίας και
εικόνες απαισιοδοξίας, παραστάσεις προαιώνιες ιστορικής μνήμης των ανθρώπων συμπλέκονται με αυτές των άλλων μορφών ζωής της φύσης. Του φυσικού
περιβάλλοντος, που μικρό ατίθασο και αυτοκαταστροφικό μέλος του είναι και η
ανθρώπινη ύπαρξη,το ανθρώπινο Ον που χωρίς την τροφή και φροντίδα του φυσικού
κόσμου, της θεουργού ύλης, δεν θα μπορούσε να υπάρξει.Το φυσικό περιβάλλον είναι το γαμήλιο δώρο της φύσης προς τον άνθρωπο. Είναι η της ζωής του αιώνια
νυφική παστάδα που πάνω της ευτυχεί, δυστυχεί, αναπνέει, τρέφεται, ανθοφορεί,
μεγαλουργεί και πεθαίνει. Ο μικρός κύκλος της ζωής του, εξαρτάται από την
γενεσιουργό παντός είδους πνοής ζωής της φύσης. Η προέλευσή του ανάγεται σ' αυτήν, απορρέει από αυτήν, επιστρέφει σ' αυτήν. Και η απόσταση μεταξύ του
μικρού διαστήματος της ζωής του ανθρώπου ως τις πρωταρχές της εμφανίσης της
ζωής στο σύμπαν, είναι το μικρό διάστημα της ζωής του ανθρώπου, που αγωνίζεται
ασθμαίνοντας να κατανοήσει το τυχαίο θαύμα της ζωής και του θανάτου. Σε αυτό το
μικρό πέρασμα από την ανυπαρξία στην ύπαρξη μέσα στους αιώνες σημαντικό,
κυρίαρχο και ουσιαστικό ρόλο έχουν οι συγγενείς μας τα τετράποδα, οι πρόγονοί
μας, μέσα στην ιστορικά αιματοβαμμένη περιπέτεια της ζωής μας, την ακανθώδη
ανάβαση του ανθρώπινου ζώου προς το ιστορικό παρόν. Είτε ως τροφή, είτε ως
χρήσιμο και απαραίτητο εργαλείο βοήθειας στις διάφορες εργασίες του ανθρώπου, είτε ως
βοηθοί στις πολεμικές τους επιχειρήσεις (άλογα, γαϊδούρια, μουλάρια, βόδια,
ελέφαντες, αετοί, γεράκια κλπ.) είτε ως συντροφιά.
Οι τετράποδες
πρόγονοί μας είναι προγενέστεροι της ζωής του ανθρώπου, κατείχαν τον φυσικό
χώρο που τους τον κλέψαμε και τον υποδουλώσαμε στις δικές μας ανάγκες εκδιώχνοντας
τους πάντα, με βίο τρόπο. Ακόμα και η εξημέρωσή τους,-πολλών από αυτών-έγινε με
βίαιο τρόπο, παρά την θέλησή τους εκβιάζοντας την ανάγκη μας, όχι αυτών την
δική μας. Το χρήσιμο και απαραίτητο αυτό παιχνιδάκι της τυχαίας ύπαρξής μας το
ντύσαμε με ιδεολογικές καθηλώσεις, πολιτικές περί δημοκρατίας αρχές επιβίωσης,
μεταφυσικές αναγωγές φόβου ή ελπίδας, θρησκευτικές διατάξεις περί μεγαλειώδους
και τέλειου σχεδιασμού της ζωής που δεν χωρούν τα ζώα, εκκλησιαστικές αναφορές και
δοξασίες. «Ο άνθρωπος είναι η κορωνίς της φύσεως», "Ο άνθρωπος είναι κατ’ εικόνα
και ομοίωση του Θεού", λένε οι αρχές και το δόγμα της παράδοσης μέσα στην
ιστορία. Και γεννάται το ερώτημα, και τα ζώα, τα αδέρφια μας, οι πρόγονοί μας,
ποιανής εικόνας και ομοίωσης είδωλο είναι; Του αρχιτέκτονα του
σχεδιασμού του ανθρώπινου ζώου ή άλλου χτίστη; Διαφορετικού; Ο παραδοσιακός της
θρησκείας και πίστης συμβολισμός είναι φανερός, ξεκάθαρος, δεν σηκώνει
αμφισβήτηση. Το ανθρώπινο Ον είναι παντοδύναμο και κυρίαρχο μέσα στην Φύση γιατί αυτό επιβάλλει το θείο σχέδιο της σωτηρίας του ανθρώπου. Η Μορφή με την
Μορφή δικαιώνεται. Η Όψη με την Όψη επαληθεύεται. Το Όμοιο με το Όμοιο μόνο
ανασταίνεται. Ο παράδεισος της αιωνιότητας είναι προσδιορισμένος και
προκαθορισμένος και εκλεκτοί, είναι μόνο οι άνθρωποι. Μάλιστα ο
παράδεισος μπορεί να αμφισβητηθεί, ανάλογα με τον βαθμό πίστης ή εμπιστοσύνης του ανθρώπου, αποδοχής ή μη των ιερών θεσφάτων. Ορθότερα ο
παράδεισός ανήκει στην ομιλία, την γλώσσα του ανθρώπου. Την κληρονομημένη από
γενιά σε γενιά γραφή του ανθρώπου. Βάσιμη αλήθεια αν δεχτούμε την αμφισβήτηση
μιας άλλης ζωής ή την αμφισβήτηση ύπαρξης ενός ανώτατου όντος που σκέπει,
φροντίζει, ελεεί και περιμένει προς ανάσταση την χθόνια ύπαρξη και χτιστή φύση
του ανθρώπινου όντος, αρκεί οικειοθελώς να υποταχθεί και να ακολουθήσει τους
Νόμους της Θείας αποκάλυψης. Και με τα ζώα τι γίνεται; Για την ακρίβεια, με
τις άλλες μορφές ζωής του πλανήτη γη που και αυτές ζούν αναπνέουν, τρέφονται και πεθαίνουνμέσα στο φυσικό περιβάλλον; Μένουν έξωθεν του ιερού νυμφώνος της
ιστορίας και της μελλοντικής ανάστασης; Και, αν υπάρχει Ψυχή, τι είναι
αυτό, από πού πηγάζει και που οδεύει αν οδεύει μετά την φθορά της ύλης. Ψυχή
έχει μόνο το δίποδο ζώο ή και το τετράποδο; Και αν ναι, υπάρχει και για αυτά
μετέπειτα ζωή ή αποκλείονται λόγω θεϊκού σχεδιασμού, δικαιοσύνης και
αγαθότητος;
Η επίσημη
κυρίαρχη θρησκευτική δοξασία των Πολιτισμών δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, μόνο το
ανθρώπινο ον είχε την τύχη και την ευτυχία να κερδίσει την «μετά ζωή». Το
κτίσμα όχι. Το Θαύμα προέρχεται από την Εικόνα του χτίστη του ανθρώπου και
μπορεί να δεχτεί στα σπλάχνα του μόνο το δίποδο ζώο. Κάθε άλλη μορφή
αποκλείεται. Απορρίπτεται ως μη θεϊκό και ίσως, ως ύβρις. Από την
άλλη, οι λαϊκές θρησκευτικές δοξασίες ή μεταφυσικές, ταλαντεύονται ορισμένες
φορές, συμπεριλαμβάνουν και ζωές τετραπόδων. Οι δογματικές ταυτίσεις
θρησκευτικών αναφορών μετριάζονται ή αναμειγνύονται και με άλλες εμπειρίες της
ζωής και δοξασίες περισσότερο ελεήμονες προς τα συντρόφια μας τα ζώα. Τους τροφούς
μας, για να μπορούμε να πλάθουμε θεολογικές δοξασίες, να εφευρίσκουμε πολιτικές
ιδεολογίες, να διαιωνίζουμε το ανθρώπινο είδος.
Η φλόγα της ζωής του ανθρώπου προήλθε από την
ουσιαστική και απαραίτητη σωματική και πνευματική σχέση, την σωματική σχέση με τους
φίλους και προγόνους μας τα ζώα. Η χρήση του ονόματος φιλάνθρωπος είναι
ταυτόσημη με την λέξη φιλόζωος. Αν υπάρχει Θεία Οικονομία υπάρχει και για τα
τετράποδα και τις άλλες μορφές ζωής μέσα στην φύση. Ο άνθρωπος είναι η
εξαίρεση, το πρόβλημα, το τραύμα της ιστορίας που δημιούργησε την φυσική και
κοσμική αταξία. Η παράγραφος της παρακοής που έγινε κανόνας δόξας. Η αστραπή
που γεννήθηκε μετά την σκλαβιά και την υποταγή των άλλων μορφών ζωής μέσα στην
φύση. Η εξέγερση που δεν μπορούσε να κρύψει την γύμνια της και γιαυτό
χρειάστηκε να καθυποτάξει τα τετράποδα αδέρφια του. Η ανυπακοή του ανθρώπινου
ζώου είναι η ντροπή που νιώθει το ανθρώπινο είδος από την στιγμή που
συνειδητοποίησε ότι προέρχεται από το ζωικό βασίλειο. Ο άνθρωπος ντρέπεται για
τους προγόνους του. Γιαυτό περιβάλλει την εικόνα της παρουσίας του μέσα στην
φύση και ιστορία με περιβλήματα θεϊκά, μυθικά, ιδεολογικά, ηρωικά, δοξαστικά.
Δεν θέλει να καθρεφτιστεί στο χους εις και εις χους καταλήγεις.
Το φως των οστών του φωσφόρου, λάμπει στο διηνεκές
των μνημείων της ιστορίας για τους ανθρώπους και τα ζώα.
Τα εξημερωμένα τετράποδα που έχουμε δίπλα
μας, είναι η εναργής μνήμη της παιδικής μας ηλικίας. Είναι η γειτονιά των
παιδικών μας ονείρων πριν βγούμε στο ξέφωτο που λέγεται ενηλικίωση. Γιατί τα
ζώα, έχουν, διατηρούν ακόμα, την αθωότητα που χάσαμε εμείς. Τα ζώα δεν χρειάζεται να δουν το θαύμα όπως
εμείς, γιατί ζούνε μέσα στο θαύμα της φύσης παρά την σκλαβιά τους από εμάς. Τα
ριζικάρια της τύχης και της μεταφυσικής χρειάζονται στο ανθρώπινο είδος όχι
στους τετράποδες φίλους και συντρόφους μας. Στα ζώα δεν σουρουπώνει το όνειρο
της ζωής παρά μόνο από την δική μας σκλαβιά και εκμετάλλευση της ζωής των.
Αντίθετα με το ανθρώπινο είδος που το σουρούπωμα έρχεται με κάθε επίγνωση της
πραγματικότητας. Συνειδητοποίηση του φθαρτού και πεπερασμένου χρόνου. Η
περηφάνεια και η διακριτικότητα που τα διακρίνει είναι έμφυτη, όχι επίπλαστη,
τυλιγμένη με θεσμικές παραδόσεις όπως στον άνθρωπο. Τα ζώα δεν αισθητοποιούν
την ζωή, γιατί την βιώνουν με το καθαρό τους ένστικτο, την άδολη ματιά τους,
αντίθετα με τον άνθρωπο που χρειάζεται να επαναφέρει τα πρώτα της ψηλάφησης
του χώρου γύρω του ένστικτα, στην επιφάνεια
της ζωής του για να αισθανθεί το θαύμα, που σκεπάζεται από τόνους πολιτισμικής
γνώσης και πληροφοριών. Τίθεται όμως το ανοιχτό ερώτημα, το ένστικτο ή η γνώση είναι η προσδοκία της ολοκλήρωσης της ζωής; Και σε μια
πιο ανοιχτή του διατύπωση, το τετράποδο ζώο ή το δίποδο ολοκληρώνουν τον
σχεδιασμό της Ζωής της Φύσης;
Τα ζώα
ήταν και είναι ανέκαθεν φίλοι του ανθρώπου. Αυτά περισσότερο και από κάθε λόγο
θρησκευτικό ή μεταφυσικό, σου προσφέρουν
με άδολο τρόπο την ζεστή τους παρουσία, προσφέρουν συντροφιά, στοργή, φιλία,
ζεστασιά, τρυφερότητα, καλοσύνη,
παιχνιδιάρικη διάθεση, ηρεμία.Η παρουσία τους, από μόνη της είναι ένα
εργαστήρι διαφορετικών κοινωνικών εκδηλώσεων και δράσεων, τρυφερών στιγμών δίπλα στους ανθρώπους.Τα κατοικίδια ζώα μας συντροφεύουν
περισσότερο μάλλον παρά εμείς αυτά. Ίσως ακούγεται υπερβολικό αυτό, όμως εμείς τους προσφέρουμε τροφή και προστασία επειδή
τα υποτάξαμε και τα υποδουλώσαμε. Τα χειραγωγήσαμε έστω και για συντροφιά μας,
για παρέα μας, για φίλους μας. Ο βιολογικός μας χρόνος μακραίνει ή και
φορτίζεται θετικών συναισθημάτων καθοριστικά από την παρουσία
τους. Την φωνή τους, το παιχνίδισμά τους, την χαρά τους. Είναι η πρωταρχική
ομορφιά της δικής μας παιδικής εμπειρίας που αναγνωρίζουμε στην παρουσία τους.
Είναι το τεκμήριο της μεταγενέστερης αδυναμίας μας να νιώσουμε το θαύμα της
δημιουργίας και της φύσης. Ακτινοβολούν
αρμονία κινήσεων, δυναμική τρυφερότητας, νάζι ερωτικό, άνοιξη και χειμώνα σε
κάθε τους εκδήλωση.Εκδηλώνουν τάσεις προστασίας και παρηγοριάς παρά τις φοβίες
τους, τις ανασφάλειές τους. Τα μάτια τους είναι ο καθρέφτης της ιστορίας των
ανθρώπων πριν οι άνθρωποι παγιδευτούν στα θεωρητικά, ιδεολογικά,
θρησκευτικά-μεταφυσικά δοξάρια της ψευδαίσθησης επικυριαρχίας του.
Ιδιαίτερα τα σκυλιά, αγριεύουν και ημερεύουν ανάλογα με τον οίστρο της τρυφερότητάς
τους.
Τα
σκυλιά, είναι αυτόνομες και ανεξάρτητες φύσεις όχι όμως όπως οι γάτες. Δένονται με τους
ανθρώπους σε σημείο πολλές φορές κουραστικό αλλά και ευχάριστο. Σε αγαπούν ακόμα και
αν τα βασανίζεις. Δεν αποχωρίζονται ή σπάνια αποχωρίζονται το «αφεντικό» τους,
τον ιδιοκτήτη τους. Είναι φρουροί αλλά και αλανιάριδες. Παιχνιδιάρικα μέχρι κόπωσης. Πεισματάρικα μέχρι δακρύων. Καρδιακής διάθεσης προς τους ιδιοκτήτες
τους μέχρι εξάντλησής τους. Εργαλειοποιούν προς όφελός τους μέχρι κεραίας, κάθε
εκδήλωση άλλου πλάσματος προς εκείνα. Υπερηφανεύονται όταν παίζουν μαζί σου ή
νικούν άλλα όμοιά τους. Εξεγείρονται όταν πεινούν, πανηγυρίζουν όταν έχουν
χορτάσει και ακολουθούν συνήθειες τραπεζίτη όταν τους περισσεύει τροφή.
Ασκούνται και λιάζονται, χασμουριούνται και γαργαλιούνται, χαμογελούν και
γρυλίζουν όταν θλίβονται. Έχουν την ευχέρεια να αποκωδικοποιούν κάθε σου κίνηση
και να την αναμεταδίδουν προς όφελός μας. Είναι πιστά, ανεξάρτητα σχετικά ακούραστα. Είναι δίπλα σου αν αρρωστήσεις, αντίθετα από τους
ανθρώπους που θα σε παραπέμψουν στην κρατική μέριμνα και την θεία υπομονή και
προσευχή. Η βοήθειά τους είναι έμπρακτη πέρα από τις δυνάμεις τους. Συνομιλούν
μαζί μας έχοντας τον δικό τους τρόπο αφήγησης. Μπλέκονται μέσα στα πόδια σου
ακόμα και αν δεν το επιθυμείς. Σε κουράζουν πολλές φορές με την παρουσία τους
για να ξεκουραστούν τα ίδια. Τα άτιμα. Σε ειρηνεύουν με έναν τρόπο όχι εμφανή αλλά αποτελεσματικό. Κραυγάζουν διαμαρτυρόμενα και διαμαρτύρονται κλαίγοντας.
Έχουν ψυχολογία μικρού παιδιού γιαυτό απαιτούν την συνεχή φροντίδα και
περιποίησή μας.
Τελικά, δεν μπορείς να πεις με βεβαιότητα αν αυτά
είναι "σκλάβοι μας" ή εμείς εκεινών.
Τα ζώα και ιδιαίτερα τα σκυλιά, δεν σωπαίνουν ποτέ.
Αντλούν την αντοχή τους από την παρουσία μας κοντά τους. Θέλουν να
κοιμούνται συνεχώς δίπλα μας. Να μας βλέπουν διαρκώς, παρακολουθούν κάθε μας
κίνηση, την παραμικρή λεπτομέρεια από τις γκριμάτσες μας. Συγχρονίζονται
αυτά μαζί μας παρά εμείς με εκείνα. Δεν εκδικούνται παρά μόνο αν εκπαιδευτούν.
Είναι παρηγορητικά, διαθέτουν συνήθως εύφορη διάθεση σε σημείο σκασμού. Φιλοδοηούν να μας κατακτήσουν.Αισθάνονται λαβωμένα αν τα παραμελήσεις, θλίβονται αν τα αγνοήσεις. Ζητούν συνεχώς την προσοχή σου ακόμα και αν δεν
μπορείς να τους την προσφέρεις. Ανάλογα με τον χαρακτήρα τους είναι αντάρτικες
υπάρξεις ή δειλά, πάντως όχι αδιάφορα στο περιβάλλον. Σε βλέπουν ακίνητα και
σε παρατηρούν κινούμενα. Αγριεύουν αλλά δεν έχουν ποτέ παγωμένη μορφή, εκπέμπουν φόβο όταν απειλούνται και ηρεμία όταν αισθάνονται ασφάλεια.
Ακόμα και με κλειστά μάτια είναι μια μεγάλη
αγκαλιά προσφοράς και θυσίας προς τον άνθρωπο. Μια πρόθυμη αγκαλιά να γλύψουν
τις πληγές των διπλανών τους ζωών. Αρματωσιά τους, η επιθυμία τους να υπηρετούν τον άνθρωπο.
Την
μικρού μεγέθους σκυλίτσα Ρεξούλα την αποκτήσαμε το Καλοκαίρι του 2005. Ήταν
ένα ημίαιμο κουταβάκι ανάμεσα σε άλλα 9 αδελφάκια της, 8 θηλυκά και ένα αρσενικό.
Μητέρα της ήταν μια άλλη σκυλίτσα που είχε εγκατασταθεί στην γειτονιά και εμείς και
μία άλλη οικογένεια την φροντίζαμε, τρέφοντάς της την περίοδο της λοχείας της.
Δυστυχώς, άλλη γειτόνισσα, κατόρθωσε και την πήρε από την γειτονιά μαζί με τα
κουταβάκια της. Που την μετέφεραν, δεν γνωρίζω. Πάντως ο γράφων, ούτε καλημέρα δεν
ξαναείπε στο άτομο αυτό, την γυναίκα που ξαπόστειλε την λεχώνα με τα αβύζαχτα
κουταβάκια της. Ένα κατορθώσαμε να σώσουμε εμείς, ένα άλλο ο γιός μιας άλλης
γειτόνισσας. Την πήραμε και την φροντίσαμε. Της αγοράσαμε σπιτάκι, τις κάναμε
τα εμβόλια, την μπουκώσαμε με βιταμίνες και φαγητό και την κρατήσαμε. Όταν της
ήρθε η πρώτη της περίοδο, συμφωνήσαμε με τον κτηνίατρο και την στειρώσαμε, μια
και ήταν δύσκολο αν γέννούσε πολλά κουταβάκια να τα μεγαλώσουμε. Έτσι η Ρεξούλα
μεγάλωσε μέσα στην αγάπη και την τρελή χαρά, καταστρέφοντας, παίζοντας, ότι
έβρισκε μπροστά της. Ούτε εγώ ούτε η μητέρα μου θελήσαμε να της βάλουμε
χαλινάρι. Πιστεύαμε, ιδιαίτερα η Βάσω, ότι το σκυλάκι πρέπει να είναι ελεύθερο
να τρέχει και όχι να είναι δεμένο. Έτσι η μικρή, ατίθαση, παιχνιδιάρα,
φωνακλού, κουτσομπόλα και περίεργη Ρεξούλα μεγάλωσε σε συνθήκες σχετικά
ιδανικές και ευχάριστες. Γεμάτες στοργή και αγάπη, φροντίδα και περιποίηση. Δεν
έφαγε ποτέ, τίποτα ωμό. Ήταν λιγάκι παμφάγα. Έτρωγε φρούτα και σαλάτες,
αγαπούσε τα ψάρια και το τυρί. Απαιτούσε να δοκιμάσει πρώτη αυτή το φαγητό που σε έβλεπες να τρως και μετά εσύ.
Της άρεσε το ψωμί και το γάλα, και φυσικά τα γλυκά που δεν της δίναμε, παρά
σπάνια κανένα κουλουράκι. Το πρωί έτρωγε τα δικά της, σκυλίσια κουλουράκια και το
μεσημέρι το φαϊ της. Όταν ήταν μικρούλα ζητούσε να πιει κρασί,της άρεσε, αλλά την προσέχαμε. Παρότι λένε ότι τα σκυλιά είναι φύλακες,
η Ρεξούλα όταν άκουγε με τα πάντα τεντωμένα αυτιά της την πόρτα ή φωνές, έτρεχε
μπροστά στην πόρτα και έβγαινε πρώτη, και άντε μετά να την μαζέψεις από τους
δρόμους. Αν και είχε ολόκληρη αυλή δική της. Είχε ξεράνει
αρκετά φυτά με το κατούρημά της. Πάντα έλεγε η Βάσω-η μητέρα μου-ότι τα σκυλιά
είναι κακοί κηπουροί και δεν είχε καθόλου άδικο. Δεν άφησε λουλούδι για
λουλούδι. Α! ξέχασα, και μια μπουγάδα που την έκανε κουρέλια από την χαρά της.
Έτσι περνούσε η ζωή της. Τον χειμώνα στο χαλάκι της κοντά στην φωτιά μέσα στο
σπίτι, το καλοκαίρι δίπλα στον ανεμιστήρα να δροσίζεται. Την άνοιξη να σκάβει
το χώμα να ανακαλύψει καρκαλέτζους και άλλα μικρά ζωύφια που έπαιζε μαζί τους.
Υπάρχει
ένα συμβάν που θα μου μείνει αξέχαστο. Όταν αρρώστησε η Βάσω, παθαίνοντας
πολλαπλά εγκεφαλικά, τους λεγόμενους αέρηδες, η Ρεξούλα ήταν ακόμα μικρή. Όταν
η μητέρα πάθαινε κρίσεις, και μέχρι να της βάλουμε την μάσκα με το οξυγόνο, η
μικρή Ρεξούλα έκανε σαν τρελή, ήταν τόσο ανήσυχη που δεν ήξερες τι συμβαίνει.
Όταν πέρναγε η κρίση της άρρωστης, η Ρεξούλα σταματούσε, ηρεμούσε ησύχαζε. Κάθε
φορά που πάθαινε κρίση η Βάσω, είχαμε την ίδια συμπεριφορά εκδήλωσης από το
ζωντανό. Κάτι για μένα φοβερά συγκλονιστικό, που δεν τρέφω μεταφυσικές
αναζητήσεις για πέραν του θανάτου ζωής. Το ένστικτο του σκύλου, ακόμα και τόσο
μικρού, σου έδινε την αίσθηση ότι κάτι υπάρχει πέρα από αυτό που
αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας. Έστω και πρόσκαιρα. Η σκυλίτσα ήταν συνεχώς
δίπλα στην άρρωστη, προσπαθούσε να την συντροφεύει στο κρεβάτι του πόνου χωρίς
να την κουράζει. Ήταν διακριτική, ένιωθε τις αντιδράσεις της-μου, δεν
παραπονιόταν, έμενε ήσυχη, υπάκοη, δίπλα στο κατάκοιτο άτομο. Το περιστατικό
με την Ρεξούλα, μου θύμισε μια δική μου εμπειρία όταν ήμουν έφηβος. Την περίοδο
πριν τα 20 είχα μια φοβερή ψυχολογική πίεση, αναζήτησης της ύπαρξης ενός Θεού,
μιας υπερβατικής δύναμης που θα με αποφόρτιζε από τα προβλήματά μου και θα με
γαλήνευε. Υπήρχε μια πάλη, μια φοβερή πάλη μέσα μου για μεγάλο διάστημα. Μετά
από μήνες ίσως και χρόνο, κουράστηκα, απηύδησα, σιχτίρισα τον όποιο Θεό
αναζητούσα και είπα: «Άκουσε να σου πώ, αρκετά βασανίστηκα, κουράστηκα, αν
θέλεις να με βρεις, να με συναντήσεις και να με βοηθήσεις, γνωρίζεις την
διεύθυνσή μου, ξέρεις που μένω, χτύπα μου και θα σου ανοίξω. Εγώ δεν σε ξανά αναζητώ. Κουράστηκα». Δεν θυμάμαι ακριβώς μετά τόσες δεκαετίες, αλλά
ξαφνικά, και για ένα διάστημα μίας ή δύο εβδομάδων, μετά την φοβερή πίεση
αναζήτησης και επίκλησης σε έναν βοηθό Θεό, ένιωσα μέσα μου ένα Φως. Ένα Φως
που βρίσκονταν, ακόμα το θυμάμαι, κοντά στον αφαλό μου και πλημμύρισε το στέρνο
μου. Ένα Φως που έλαμπε μέσα μου και που με έκανε να νιώθω μια μεγάλη και
ήρεμη φωτισμένη αγαλλίαση. Μετά από αυτό το μικρό διάστημα, το Φως έσβησε, χάθηκε.
Έκτοτε, δεν το ξανάνιωσα. Θεώρησα όμως, μετά από αυτήν την εφηβική εμπειρία ότι
αν υπάρχει Θεός, αυτό είναι, αυτό το Φως που κάποτε αισθάνθηκα μέσα μου. Στα
κατοπινά χρόνια, διάβασα αρκετά θεολογικά βιβλία, βιβλία κοινωνιολογίας και
ιστορίας. Έπαψα να πιστεύω και θεωρώ ότι η θεωρία του Κάρολου Δαρβίνου είναι η
εγκυρότερη επιστημονική εξήγηση για την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους.
Εξακολουθώ όμως να σέβομαι και να επιμελούμαι την ορθόδοξη εκκλησιαστική
παράδοση του τόπου μας και της πατρίδας μας. Θεωρώ ότι είναι μια θρησκευτική
και εκκλησιαστική παράδοση που ταιριάζει με την ιδιοσυγκρασία της φυλής μας.
Ούτε η Ευαγγελική χριστιανική παράδοση ούτε η μουσουλμανική θρησκεία και
κανόνες νομίζω ότι ταιριάζουν στην φυσιογνωμία του Έλληνα του οποίου η ιστορία
και η ζωή είναι ζυμωμένη με τα νάματα της ορθοδοξίας, της εκκλησιαστικής καλλιτεχνίας και του
βιώματος. Παρά τα λάθη και τις φωνές πολλών κρατικοδίαιτων ιερωμένων. Παρά την
μετατροπή στην εποχή μας του ορθόδοξου βιώματος σε μια έκφραση ορθόδοξης
θρησκευτικής ειδωλολατρίας και ορθόδοξου παγανισμού. Και επανερχόμενος, μέσα σε
αυτό το μεταφυσικό πλαίσιο εντάσσω και την αντίδραση της μικρής σκυλίτσας
Ρεξούλας, απέναντι στην κρίση ενός κατάκοιτου ατόμου. Υπάρχουν δυνάμεις, ή
αντιμετωπίζουμε δυνάμεις ορισμένες φορές στην ζωή μας που δεν μπορούμε να τις
ερμηνεύσουμε, να τις εξηγήσουμε, να τις προσδιορίσουμε με την παγιωμένη λογική
μας. Υπάρχουν άρρητα ρήματα που δεν κατανοούνται όπως οι αντιδράσεις των ζώων
στους σεισμούς και σε άλλα φυσικά ξαφνικά επικίνδυνα φαινόμενα.
Η ζωή της
παιχνιδιάρας και τρυφερής Ρεξούλας, που πάντα γνώριζε τι ώρα γυρίζω από την
εργασία μου και με περίμενε υπομονετικά και με χαρά, κύλισε ομαλά μέχρι το
Πάσχα που μας πέρασε. Η επίσκεψή της στον κτηνίατρο έδειξε ότι είχε αρχίσει να
έχει καρδιακά προβλήματα, είχε και ένα έκτακτο περιστατικό, αλλά ευτυχώς, με
φαρμακευτική αγωγή συνήλθε, όσο συνήλθε. Ο γιατρός όμως διαπίστωσε στην
ακτινογραφία όγκο στο αριστερό της ποδαράκι. Δεν μπορούσε να ανέβει τα σκαλιά ή
να σταθεί όρθια. Με τα φάρμακα κάπως συνήλθε. Αν ο όγκος ήταν καλοήθης θα
επιζούσε, αν ήταν κακοήθης θα έκανε μετάσταση σε σύντομο χρονικό διάστημα. Όπερ
και εγένετο. Νέα επίσκεψη στο γιατρό έδειξε και αρχές νεφρικής ανεπάρκειας.
Άρχισαν τα προβλήματα. Άρχισε να έχει βραχνάδα, ανορεξία και να δείχνει
κακοδιάθετη.Είχαμε λιγάκι ταλαιπωρία και με τις άλλες φυσικές της λειτουργίες.
Κοιμόταν πολλές ώρες σχεδόν αδιάφορη για τον γύρω χώρο, ακόμα και για μένα.
Γυρίζοντας από την δουλειά ζέσταινα νερό έβαζα μέσα λίγο μπεταντίν ή μερικές
σταγόνες υγρού καθαρισμού και την έπλενα με προσοχή. Καθάριζα πάντα τον χώρο
που κοιμόταν για να είναι καθαρός, με χλωρίνη. Μια μεγάλη σύριγγα με βοηθούσε να
της δίνω νερό και γάλα. Αυτό συνεχίστηκε για δύο περίπου εβδομάδες. Ένιωθα ότι
έφευγε. Ότι δεν είχε διάθεση να ζήσει άλλο. Η στεναχώρια μου ήταν μεγάλη. Την
μπούκωνα με νερό για να μην πάθει αφυδάτωση, και γάλα που με το ζόρι κατάπινε
με την σύριγγα που τις έβαζα στο στόμα. Είχε χάσει πολλά της δόντια. Όταν γύριζα,
την χάιδευα και της κρατούσα συντροφιά. Δεν γνωρίζω τι ένιωθε. Πάντως με έβλεπε
και αφήνονταν στα χέρια μου να την περιποιηθώ. Την κρατούσα δροσερή με τις
ζέστες, το μέρος που έμενε ήταν πάντα σκιερό, όμως η Ρεξούλα, ένιωθα ότι
έφευγε. Μπορεί ίσως, και να μην ήθελε να την κρατώ με το ζόρι στην ζωή, δεν
μπορώ να το ερμηνεύσω. Όμως ένιωθα ότι της το οφείλω, όπως και εκείνη στάθηκε
δίπλα μου συντροφιά 14 χρόνια. Ήταν μια υποχρέωση, ένα καθήκον μου απέναντι στα
ζώα που τόσα μας έχουν προσφέρει μέσα στην ιστορία του ανθρώπου. Αυτό είχα
διδαχθεί από τους γονείς μου, αυτό είδα να πράττουν σε ανάλογες περιπτώσεις
αγαπημένοι φίλοι. Το δίλλημα ήταν ευθανασία ή να φύγει στο χώρο που μεγάλωσε.
Προτιμήθηκε το δεύτερο και ας ταλαιπωρήθηκα λιγάκι, ας ξοδεύτηκα, χαλάλι της.
Ακούω πολλές φορές σε δημόσιους χώρους, το τι λένε οι άνθρωποι και ιδιαίτερα
πολλά νέα σε ηλικία άτομα, για τους αρρώστους τους, στο ότι νιώθουν βάρος από
τις αρρώστιες των μεγάλων που έχουν δίπλα τους και απορώ. Εκφράζουν μια
αγανάκτηση πριν ακόμα φροντίσουν τους ασθενείς τους, τα συγγενικά τους δικά
τους πρόσωπα. Ή αν το πράττουν τους βρίζουν και ζητούν να
πεθάνουν. Και σκέφτομαι, τι υποχρέωση είχε αυτή η μικρή σκυλίτσα, η Ρεξούλα, να
σταθεί δίπλα σε μια άρρωστη κατάκοιτη γυναίκα για αρκετά χρόνια, και να της
κάνει παρέα, όταν οι συγγενείς της, της έκλεισαν την πόρτα με έπαρση ανθρωπισμού
και υπερηφάνεια αλληλεγγύης; Γιατί να πιστέψεις στην ανθρώπινη αλληλεγγύη
περισσότερο από εκείνη των τετράποδων κατοικίδιων; Δεν είναι καθήκον σου μετέπειτα
να φροντίσεις και περιθάλψεις τα ζώα, όχι μόνο στην τροφή τους αλλά και στα
προβλήματα υγείας τους; Τι να σου πουν οι μεγάλες χριστιανικές εξαγγελίες των
μοναχών που κηρύττουν ότι πιστεύουν-και μπορεί να είναι αλήθεια-σε σένα που δεν
πιστεύεις αλλά κρατάς χωρίς πολλές διακρίσεις την ορθόδοξη φιλανθρωπία. Γιατί
να φροντίζεις ένα ανθρώπινο ζώο και όχι και ένα τετράποδο; Ποια η διαφορά.
Μπορεί να λαθεύω στην κρίση. Όχι όμως στην διαπίστωση ότι οι σημερινοί άνθρωποι
είναι μόνο λόγια, λόγια, λόγια, από πράξεις αλληλεγγύης και συμπαράστασης
τίποτα. Όμως πιστεύουν και εκκλησιάζονται για να σώσουν τις ψυχές τους. Αυτήν
την τυπολατρία είναι που δεν κατανοώ.
Το
μαγνάδι της ζωής της έκλεισε ξημερώματα σχεδόν της 14ης προς 15
Αυγούστου του 2019. Έβγαλε αίμα από το στόμα και άρχισε να αφοδεύει, ένιωσα ότι
φεύγει. Την χάιδεψα και της έκλεισα τα μάτια. Είχε φύγει. Το σωματάκι της ήταν
ζεστό, τα ποδαράκια της λύγιζαν, όμως η βραχνάδα της αναπνοής της δεν
ακούγονταν πλέον. Μια παράξενη προσωπική συγκυρία με έχει κάνει να
παρευρίσκομαι σε αρκετούς θανάτους, σε τελευταίες στιγμές ανθρώπων ή ζώων.
Ίσως γιατί νιώθω, ότι δεν θα βρίσκεται κανένας στον δικό μου. Όμως ας μην
θλιβόμαστε. Έσκαψα έναν μικρό λάκκο στον κήπο της αυλής, που για 14 χρόνια
έπαιζε και έτρεχε και την έθαψα. Έβαλα από πάνω ένα πλέγμα και άλλο χώμα για
να μην πάνε οι γάτες και σκάψουν. Έτσι η Ρεξούλα βρίσκεται από σήμερα εκεί που
ανήκουν οι δίποδοι και τετράποδοι πρόγονοί της. Το πρωί της Παναγίας, δεν
άνοιξα τηλεόραση, δεν ήθελα να ακούσω τα παχιά τα θρησκευτικά τα λόγια τα
μεγάλα. Άναψα ένα κεράκι στη μνήμη της και ζήτησα από τον Θεό που δεν πιστεύω
να την αναπαύσει. Διάβασα τους χαιρετισμούς και έφαγα μια σοκολάτα να γλυκάνω την πίκρα. Έτσι για το συχώριο.
Γιατί αν υπάρχει άλλη ζωή, δεν είναι μόνο για το
δίποδο ζώο, τον άνθρωπο, αλλά και για τα άλλα είδη και μορφές ζωής της φύσης. Η
ζωή είναι μια αλυσίδα στιγμών αναπνοής και εκπνοής. Και πνοή διαθέτουν και τα
ζώα. Οι σύντροφοί μας. Από τον πιστό σύντροφο του Οδυσσέα τον Άργο έως τον Φλοξ
της ταινίας Οι Γερμανοί ξανάρχονται. Και από την Λάσσυ έως την μικρή
πειραιωτοπούλα Ρεξούλα. Που αναπαύεται στην γη που έζησε και έπαιξε. Έκανε τις
σκανδαλιές της και μας πρόσφερε τις χαρές της.
Ας είναι αιωνία η μνήμη της μικρής, ατίθασης και
τσαούσας Ρεξούλας.
Έτσι μιλούσαν συναλλήλως τους εκείνοι οι
δύο, και τότε
αφτιά και κεφαλή ανασήκωσε, κεί πού ‘ταν
πλαγιασμένος,
ο Άργος ο σκύλος ΄ τον μεγάλωνε, πριχού
στην Τροία την αγία
φύγει ο Οδυσσέας ο καρτερόψυχος, μα δεν
τον χάρηκε, όχι!
Στα πρώτα χρόνια οι νιοί τον έπαιρναν
αγριμολόι μαζί τους,
λαγούς, ζαρκάδια κι αγριοκάτσικα να
κυνηγούν΄ κατόπι,
σαν είχε πια μισέψει ο αφέντης του, μές
την κοπριά την πλήθια
των μουλαριών τον παραπέταξαν και των
βοδιών, πού απόξω
απ’ την αυλόπορτα σωριάζονταν, οι δούλοι ως
να την πάρουν
για του Οδυσσέα τ’ αμπελοχώραφα, το χώμα
να φουσκίσουν.
Κεί πάνω ο σκύλος ο Άργος κοίτουνταν,
τσιμπούρια φορτωμένος΄
μά ξάφνου, μπρός του μόλις ένιωσε τον
Οδυσσέα να στέκει,
μεμιάς τα δυό του αφτιά κατέβασε κουνώντας
την ουρά του,
μα στον αφέντη του σιμότερα πιά δεν
βαστούσε να ΄ρθει.
Κι αυτός, την όψη αλλού γυρίζοντας,
εσφούγγιξε ένα δάκρυ,
Τον Εύμαιο ξεγελώντας εύκολα, και τούτα
τον ρωτούσε:
«Τέτοιο σκυλί πολύ παράξενο να το ‘χουν
πεταμένο
μές στις κοπριές΄ αλήθεια, έχει όμορφο
σκαρί, μα δεν κατέχω
εξόν την ομορφιά και γρήγορα, παλιά, τα
πόδια αν είχε.
Μπάς κι ήταν απ’ αυτά που τριγυρνούν στις
τάβλες των αρχόντων
και που οι αφέντες τους τα γνοιάζονται, τα
θέλουν για στολίδι;»
Εύμαιε, και σύ του απολογήθηκες,
χοιροβοσκέ, και του ‘πες:
«Είναι
του αντρός, μακριά που εχάθηκε στα ξένα, ο σκύλος τούτος΄
την
ίδια τώρα να ‘χε ανάκαρα και το κορμί σαν τότε,
που
εκείνος το άφηκε μισεύοντας κατά της Τροίας τα μέρη,
τη
δύναμή του θα καμάρωνες και τα γοργά του πόδια.
Κανένα
αγρίμι δε του γλίτωνε στα πιο βαθιά του δάσου,
σαν
το ‘στρωνε μπροστά, τι του ‘βρισκε μεμιάς ξανά τ’ αχνάρια.
Μα
τώρα δυστυχάει, του χάθηκε το αφεντικό στα ξένα,
δεν
τον φροντίζουν πιά οι γυναίκες μας στην τόση αξεγνοιασιά τους.
Έτσι
είναι οι δούλοι, τον αφέντη τους που εχάσαν κι η κυβέρνια
τους
λείπει: πια δεν έχουν όρεξη σωστή δουλειά να κάμουν.
Αλήθεια,
τη μισή ο βροντόλαλος ο Δίας αξιά του ανθρώπου
του
παίρνει απ΄τη στιγμή που επλάκωσε για αυτόν σκλαβιάς ημέρα!»
Σαν είπε αυτά, στο αρχοντοκάμωτο παλάτι
μέσα εδιάβη
κι
ευτύς στον αντρωνίτη βρέθηκε μαζί με τους μνηστήρες.
Όμως
τον Άργο η μοίρα εσκέπασε του σκοτεινού θανάτου,
τον
Οδυσσέα μόλις αντίκρισε στα είκοσι χρόνια απάνω.
Οδύσσεια ραψωδία ρ΄
μετάφραση Νίκος
Καζαντζάκης- Ιωάννης Θ. Κακριδής. Αθήνα 1976
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου