Κλεαρέτη
Δίπλα-Μαλάμου (Πρέβεζα 1897-Αθήνα 1977)
ή
το
βαρύτιμο σαρκαστικό στολίδι του καρυωτακικού δίστιχου.
ΣΤΗΝ
ΠΟΙΗΤΡΙΑ
Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου.
Στης
Ιόνιας φωτοθάλασσας
τη
γιορτή
το
προσκύνημα μας έσμιξε
του
Ποιητή.
Φλόγα
τον εζούσε μέσα του
περισσή
στης
Ιόνιας φωτοθάλασσας
το
νησί.
Στής
Ιόνιας φωτοθάλασσας
το
νησί
προσκυνήτρια
ήρθες του Δ ι ά β α σου
ψάλτρα
εσύ.
Με
τραγούδι αν ήρθες, τ’ άφησες
να
το πή,
μόνη
εσύ κρυφαγρικώντας το,
η
σιωπή.
Μά
είταν τάμα το τραγούδι σου
στη
χλωρή,
στου
πελάου την ερημίτισσα
Μαδουρή.
Κρατάει
πάντα, παντού, γούβα της
και
κορφή,
ζωντανεύτρα,
του Αστραπόγιαννου
Και
γυρίζαμε. Όλα, ορίζοντες,
τα
βουνά,
τ’
ακρογιάλια, η ώρα, η σκέψη μας,
γαληνά.
Δειλινή
μια γλύκα, θάλασσες,
ουρανοί.
Στο
καράβι ξάφνου χύνεται
μια
φωνή,
κρυσταλλένια
φωνή, κ’ έψελνε
-Μούσα
Εσύ-
της
Ιόνιας φωτοθάλασσας
το
νησί.
Το
νησί που κ’ εσέ γέννησε,
δροσαυγή
στου
λεβέντη στίχου πύρινη
την
πηγή.
Κωστής Παλαμάς
Μέρος
Α΄
Στο
διάβα της παγκόσμιας ιστορίας και του πολιτισμού, υπάρχουν προσωπικότητες που
διακρίθηκαν, ξεχώρισαν και εξακολουθούν να ξεχωρίζουν μέσα στο κοινωνικό σώμα
ενός λαού, μιας φυλής μιας εθνότητας. Η κοινωνική, πολιτική και πνευματική αυτή
διαπίστωση, το φαινόμενο δηλαδή της διάκρισης ορισμένων ανθρώπων, διασώζουν μέσα
στις σελίδες της ιστορίας και του πολιτισμού οι άμεσες και έμμεσες πηγές, οι
κατοπινές αφηγήσεις των ιστορικών, οι διάφορες χρονογραφίες, οι γενικές
ιστορίες και οι γραμματολογίες, τα βιογραφικά και άλλα λεξικά, οι πολύτομες
εγκυκλοπαίδειες. Τα οικογενειακά αρχεία και τα βιβλία αναμνήσεων αυτήκοων και
αυτοπτών μαρτύρων, οι αυτοβιογραφίες και επιστολογραφίες ατόμων που «ξέφυγαν»
από την μεγάλη ανθρωπομάζα, διέπρεψαν, μεγαλούργησαν στα γράμματα και τις τέχνες
με το ταλέντο τους, την συγγραφική τους παρουσία, τα βιβλία που εξέδωσαν, την
δημόσια παρουσία τους, τις επιλογές τους, την στάση που τήρησαν σε σημαντικά
ζητήματα της εποχής τους μέσα στην κοινωνία.
Ατομικές πράξεις και ανδραγαθήματα, πολιτικές,
στρατιωτικές και διπλωματικές επιλογές προσώπων που μνημονεύονται ως επιφανή
και ένδοξα μέσα στην ασταμάτητη ροή του πανδαμάτορος χρόνου, σχηματίζοντας την
ανθρώπινη πινακοθήκη των «εκλεκτών». Τα επιφανή αυτά άτομα μιας χώρας ή εποχής,
εικονογραφούνται με τις θετικές κυρίως πτυχές της προσωπικότητάς τους, του
χαρακτήρα τους, των κοινωνικών τους δράσεων, των καλλιτεχνικών τους
επιτευγμάτων. Αντίθετα, συνηθίζεται να παραγνωρίζονται πολλές φορές οι άλλες, οι
σκιερές, οι κοινωνικά λιγότερο φωτεινές, οι μάλλον επιλήψιμες πλευρές του
χαρακτήρα τους, της ταυτότητάς τους στην επίγεια διαδρομή τους. Σχηματίζεται
όπως διαπιστώνουμε εκ των υστέρων, ένα φωτοστέφανο αξιολογικών κρίσεων που τους
συνοδεύει και μετά το κοιμητήρι τους. Φιλοδοξώντας το ανθρώπινο ον να χαράξει
τα αποτυπώματά του πάνω στην άμμο του χρόνου της ιστορίας, προβαίνει σε κάθε
είδους ενέργειες και πολιτικές πράξεις, κοινωνικές επιλογές, πνευματικές ή
πολιτιστικές καταθέσεις και δημιουργήματα, ασχολείται με την τέχνη του λόγου,
συγγράφει έργα για να κερδίσει έστω, μια πρόσκαιρη στιγμή αθανασίας μέσα στην
κλεψύδρα του χρόνου. Την πανάρχαια αυτή επιθυμία και πρόθεση, επαναλαμβανόμενη συνήθεια
των ανθρώπων, την συναντάμε και στον χώρο των γραμμάτων και των τεχνών, πέρα
από αυτόν της ιστορίας και της πολιτικής. Την ποίηση, την λογοτεχνία, τις
πλαστικές τέχνες, την αρχιτεκτονική, την έβδομη τέχνη και το θεατρικό σανίδι.
Την μουσική και τις άλλες πολιτισμικές εκδηλώσεις του λαϊκού πολιτισμού, και της
αρχιτεκτονικής. Τα πρόσωπα που ξεχωρίζουν μέσα στο κοινωνικό σώμα, για την
ευφυΐα τους, το ταλέντο τους, που είναι προικισμένα, καλλιεργούν και προάγουν
τον πολιτισμό, την παιδεία, την παράδοση του τόπου τους ή της φυλής τους, καταγράφονται
στις σελίδες της παγκόσμιας ή τοπικής ιστορίας και του πολιτισμού με ένδοξα,
φωτεινά και λαμπερά γράμματα. για την ιδιαίτερη και λαμπρή συμβολή τους. Οι
κατοπινοί τους βιογράφοι, οι ιστορικοί της τέχνης, οι γραμματολόγοι και οι
κριτικοί της λογοτεχνίας, ανιχνεύουν και αναδεικνύουν την θετική πλευρά της
καλλιτεχνικής τους προσωπικότητας, του χαρακτήρα τους και με επιμέλεια την σκιαγραφούν.
Οικοδομώντας την δημόσια εικόνα τους, παράλληλα, με την ανάδειξη του έργου τους.
Ερευνούν και διασώζουν στο μέλλοντα χρόνο την θετική τους πλευρά. Τους
αφιερώνουν βιβλία, ποιήματα ή πεζά, γράφουν ποιήματα ή μελέτες, δημοσιεύουν κρίσεις
και σχόλια επαινετικά στις δικές τους δημιουργίες για άλλους ομοτέχνους τους
που εκτιμούν. Τα προβεβλημένα της εποχής τους ή των παλαιότερων ιστορικών
χρόνων ξεχωριστά αυτά της τέχνης και της καλλιτεχνίας άτομα. Τους στήνουν
ανδριάντες και ηρώα, τους διδάσκουν στα δημόσια εκπαιδευτήρια. Δίνουν διαλέξεις
και αναφέρονται στα θετικά ίχνη που άφησαν πίσω τους, το σπουδαίο έργο που κληροδότησαν
στις επόμενες γενιές οι πνευματικοί δημιουργοί και οι καλλιτέχνες Τους συγκρίνουν
και τους συνεξετάζουν με παλαιότερους προβεβλημένους ομοτέχνους τους.
«Χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών…» λένε οι θείες γραφές, «Μηδένα προ του τέλους
μακάριζε» μας υπενθυμίζουν οι παλαιότερες αρχαιοελληνικές πηγές. Η παγκόσμια γραπτή
και προφορική γραμματεία και παράδοση είναι γεμάτη από αποφθέγματα, ρήσεις και παραδείγματα διδαχών
σοφών δασκάλων που αποτυπώνουν την τελευταία του ανθρώπου υστεροφημία μέσα στην
Ιστορία. Οι κατοπινοί καταγραφείς των γεγονότων και των πράξεών τους, των πνευματικών
επιτευγμάτων των αξιοσημείωτων καλλιτεχνών, αξιολογούν, κρίνουν, αναλύουν, συνθέτουν
και υφαίνουν κατόπιν την σημαντική προσφορά, τον πρωταγωνιστικό ρόλο που
διαδραμάτισαν, την καταλυτική συμβολή που είχαν μέσα σε ένα δεδομένο ιστορικό
και κοινωνικό πλαίσιο, οι ξεχωριστές αυτές φυσιογνωμίες. Οι φημισμένοι ποιητές,
οι πνευματικοί μπροστάρηδες, οι πολιτικοί ηγέτες, οι επαναστάτες, οι ήρωες του
μύθου της παράδοσης, οι εξερευνητές, οι επιστήμονες οι εφευρέτες, οι φιλόσοφοι
οι θρησκευτικοί προφήτες. Οι άνθρωποι που διαμόρφωσαν το πρόσωπο της εποχής
τους, και συνέβαλαν στην θετική εξέλιξη της Ιστορίας και του Πολιτισμού για τον
λαό τους πρωτίστως, και παγκοσμίως.
Οι
κατοπινοί Ιστορικοί και Βιογράφοι, θα μας μιλήσουν για αυτούς που διακρίθηκαν
στην ανδρεία και την αρετή, την χρηστή διοίκηση και τα μεγάλα έργα, τα ατομικά
τους επιτεύγματα, των ατόμων που ξεπέρασαν τα σύνορα της εποχής που τους
κυοφόρησε και τους ανέδειξε. Τους ευκλεώς ζήσαντας και πνευματικά δημιουργήσαντας.
Θα μας μιλήσουν επίσης, και για τα πρόσωπα εκείνα που υπήρξαν μέσα στο διάβα
της ιστορίας και του πολιτισμού ηγέτες σπιθαμιαίοι, ασήμαντοι, μηδαμινοί ή μηδίσαντες
ποικιλοτρόπως. Ή ακόμα, τους πνευματικούς εκείνους δημιουργούς που τους
κατατάσσουν στον χώρο της παραλογοτεχνίας. Τις μίνορες ή ελάσσονες φωνές.
Διττή η
προσωπικότητα των ανθρώπων μέσα στην Ιστορία και την Κοινωνία που ξεχώρισαν και
διακρίθηκαν. Ο Ιούδας από μαθητής γίνεται προδότης και ο διώκτης Παύλος υμνητής
και υποστηρικτής. Τα παράλληλα ιστορικά ζεύγη των πολιτικών και στρατιωτικών
ηγετών που αναλύει, σχολιάζει και παραλληλίζει ο αρχαίος ιστορικός Πλούταρχος,
μας διδάσκουν του λόγου το αληθές στην εξέλιξη του χαρακτήρα των ανθρώπων. Οι
συγγραφικές αρνητικές κρίσεις και οι μη θετικοί σχολιασμοί, οι θεατρικοί
χαρακτηρισμοί και επισημάνσεις του για τις δυναστείες των άγγλων βασιλέων, των
πριγκίπων και αριστοκρατικών γενών, την θρησκευτική τάξη, που διαβάζουμε στο
πλούσιο και πολύστικτο έργο του ελισαβετιανού δραματουργού Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, είναι
μία ακόμη ενδεικτική απόδειξη για το πώς κινούνται οι μηχανισμοί της ιστορίας
και του πολιτισμού, αποτυπωμένες από το έμπειρο χέρι ενός συγγραφέα στη ροή του
χρόνου. Θα αποτολμούσαμε να επισημάνουμε ότι οι θέσεις ενός πολυτάλαντου
θεατρικού συγγραφέα είναι που μένουν και μετράνε στην τελική κρίση και
συνείδηση του τελευταίου αναγνώστη του έργου του, στην καταξιωτική ή απαξιωτική
και τελική εικονογράφησή του από το κοινωνικό σώμα, παρά ίσως, οι αναθεωρητικές
πολλές φορές κρίσεις ενός ιστορικού. Η προσωπική κρίση και το αξιολογικό βλέμμα
του επικού αρχαίου έλληνα ποιητή Ομήρου για τις αρχαίες Ελληνικές και των Τρώων
ηρωικές μορφές, είναι που διασώζουν στην συνείδηση του αναγνώστη την αλήθεια
της ιστορίας και των διαφόρων στιγμών της καθ’ όλη την διάρκεια του Τρωικού
Πολέμου. Η ματιά του Ποιητή επιβραβεύει ή όχι, ή έστω συμβάλλει στην τελική
αποδοχή ή απόρριψη ενός επιφανούς προσώπου και του έργου του.
Την επιβραβευτική ή απαξιωτική κριτική στάση πολλών
ποιητών ή μυθιστοριογράφων έναντι άλλων ομοτέχνων τους, την διακρίνουμε συχνά
μέσα στο σώμα της νεότερης ελληνικής γραμματείας.
Το
αναγνωστικό και ποιητικό ένστικτο και η προσωπική κρίση του ποιητή και δασκάλου
Κωστή Παλαμά, ανέδειξε και επανέφερε στην λογοτεχνική επιφάνεια τον ποιητή
Ανδρέα Κάλβο και τα ποιήματά του. Η επιλογή και τα προλεγόμενα του ποιητή και
μεταφραστή Ιάκωβου Πολυλά, μας υπενθύμισαν το εύρος και την αξία του έργου του
εθνικού μας ποιητή Διονυσίου Σολωμού. Η πρωτοβουλία του θεατρικού συγγραφέα
Γρηγορίου Ξενόπουλου να γνωρίσει-να δώσει διάλεξη-στο αθηναϊκό κοινό την ποίηση
του αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Π. Καβάφη, στάθηκε η αφορμή για το ελλαδικό
κοινό του κέντρου να στρέψει το βλέμμα του στον μεγάλο αλεξανδρινό ποιητή της
περιφέρειας. Οι μεταφράσεις έργων («Έρημη Χώρα» κ. ά.) του άγγλου ποιητή
νομπελίστα Τόμας Στερν Έλιοτ, από τον δικό μας επίσης νομπελίστα ποιητή Γιώργου
Σεφέρη, είναι που έφερε «επίσημα» σε επαφή το ελληνικό αναγνωστικό κοινό με το
έργο του άγγλου δημιουργού. Το ίδιο θα υποστηρίζαμε και για την μετάφραση του
έργου του Τζαίημς Τζοϋς «Οδυσσέας», από τον ποιητή και σκηνοθέτη Σωκράτη
Καψάσκη, που το γνώρισε στο ελληνικό κοινό τις προηγούμενες δεκαετίες στην
πατρίδα μας. Αυτό θα υποστηρίζαμε και για τις κατά διαστήματα μεταφράσεις στα
ελληνικά του έργου του αμερικανού ποιητή Έζρα Πάουντ, από έλληνες ποιητές, που,
ειρήσθω εν παρόδω, είναι ο αμερικανός ποιητής που έδωσε την τελική μορφή του έργου
του Τόμας Στερν Έλιοτ. Η μετάφραση του Κίμωνος Φράϊερ του έπους της Οδύσσειας
του Νίκου Καζαντζάκη στα αγγλικά, πρόσθεσε κυρίαρχη δημοσιότητα στο σύγχρονο έπος
της Ελλάδος στο αμερικάνικο πολυπληθέστερο αναγνωστικό κοινό, και έκανε
γνωστότερο το συγγραφικό έργο του κρητικού συγγραφέα πέρα από τα σύνορα της
χώρας μας. Οι κινηματογραφικές μεταφορές των έργων του Καζαντζάκη από τον
ελληνοκύπριο σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη, συνέβαλαν στην καλύτερη γνωριμία του
διεθνούς ευρωπαϊκού κοινού με τα έργα του έλληνα συγγραφέα και παραμυθά. Το
Πειραϊκό Θέατρο του πειραιώτη σκηνοθέτη και θεατράνθρωπου Δημήτρη Ροντήρη έφερε
σε επαφή με τις παραστάσεις του, στις περιοδείες του στο εξωτερικό, τα κείμενα της
αρχαίας ελληνικής τραγωδίας διεθνώς. Δίδαξε τρόπους σύγχρονης αναβίωσής της.
Εξίσου σημαντική ήταν η συμβολή και ο ρόλος που διαδραμάτισε το Θέατρο Τέχνης
του Καρόλου Κουν, του εκλεκτού επιτελείου του Εθνικού Θεάτρου και άλλων
θεατρικών σχολών της εποχής τους, στην γνωριμία του αρχαίου τραγικού λόγου πέρα
από τα ελληνικά σύνορα. Στις μέρες μας, συμβαίνει το ίδιο με τις παραστάσεις
στο εξωτερικό ελληνικών τραγωδιών από τον σκηνοθέτη Θόδωρο Τερζόπουλο και την
θεατρική του ομάδα-σχολή. Η μεγαλειώδης μουσική του Μίκη Θεοδωράκη έφερε
κοντύτερα το πολυπληθές ανώνυμο ελληνικό λαϊκό κοινό με την έντεχνη ελληνική
ποίηση. Ο ποιητικός λόγος του Οδυσσέα Ελύτη, του Μανόλη Αναγνωστάκη, του Τάσου
Λειβαδίτη, του Γιάννη Ρίτσου, του Μιχάλη Κατσαρού, έγινε οικείος και
τραγουδήθηκε από τις μεγάλες μάζες, με αφορμή τις μουσικές συνθέσεις και
μελοποιήσεις του ψηλού της ελληνικής μουσικής. Οι ερωτικές και ονειρικές
συνθέσεις του μελωδού των ονείρων μας Μάνου Χατζιδάκι, μας υπενθύμισαν τις
υπεριστορικές και διαχρονικές ευαισθησίες και ποιητικούς λυρισμούς ποιητών και
ποιητριών της ελλάδας, με το έργο του Ο Μεγάλος Ερωτικός. Ο παλαιός
τεχνοκριτικός Ελευθέριος Τεριάντ γνώρισε στο γαλλικό και ευρωπαϊκό φιλότεχνο
κοινό το έργο του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου. Αντίστοιχα, η ζηλόφθονη και
μικροπρεπή, αχαρακτήριστη συμπεριφορά του πεζογράφου και θεατρικού συγγραφέα
Σπύρου Μελά, στέρησε την ελληνική ποίηση από ένα ποιητικό νόμπελ πριν εκείνο
του ποιητή Γιώργου Σεφέρη (βλέπε τις περιπτώσεις του Άγγελου Σικελιανού, του
Νίκου Καζαντζάκη κλπ.). Ας μην λησμονούμε ακόμα τις κατά καιρούς διεθνείς
πολιτικές σκοπιμότητες στο χώρο της επιβράβευσης ενός έργου, μιας λογοτεχνικής παρουσίας. Έχουμε το σχετικό
παράδειγμα των προηγούμενων δεκαετιών για την χώρα μας, την αιτία δηλαδή που
έχασε το νόμπελ της ποίησης ο αγωνιστής ποιητής Γιάννης Ρίτσος, που όπως
έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής, ήταν συν- υποψήφιος για το βραβείο, θα
δίδονταν και στους δύο έλληνες μεγάλους μας ποιητές. Επεκράτησαν όμως άλλες «πολιτικές»
σκοπιμότητες και δεν δόθηκε και στον ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσο.
Παροιμιώδης έχουν μείνει στα ελληνικά γράμματα οι αήθεις κατηγορίες και
αρνητικές στηλιτεύσεις που επιστράτευσαν οι «εκδορείς» εναντίον του αρχαίου
κλασικού φιλόλογου Ιωάννη Συκουτρή και των μεταφράσεών του, πράγμα που τον
οδήγησε στον εκούσιο θάνατο. Θέλω να υπενθυμίσω με τα παραπάνω, ότι το
ενδιαφέρον ενός μεταγενέστερου χρονικά ιστορικού ή συγγραφέα, ιστορικού της
λογοτεχνίας ή κριτικού, ερευνητή ή δοκιμιογράφου για το έργο ενός προγενέστερου
δημιουργού ή καλλιτέχνη, είναι η κύρια γέφυρα επικοινωνίας με το έργο των
προγενέστερων πηγών της έντεχνης και λαϊκής παράδοσης, του γραπτού και
προφορικού λόγου μιας χώρας, ενός δημιουργού. Είναι τα σύγχρονα ηχεία που
μεταφέρουν τις φωνές μνήμης και παρουσίας των προπατόρων στα ευρεία στρώματα
του λαού και το όποιο αναγνωστικό κοινό.
ΚΛΕΑΡΕΤΗ
ΔΙΠΛΑ-ΜΑΛΑΜΟΥ
…..Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου,
και δίπλα σ’ αυτή τ’ όνομά μου.
Κ. ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ
όταν
με πάη ο καπετάν Ηρακλής
με
το καράβι του
στην
Πρέβεζα
η
πόρτα η σκοτεινή του κάστρου
που
οδηγάει απ’ το λιμάνι
στον
κεντρικό δρόμο
με
το ρολόϊ και τον πύργο
το
σμάρι το πολύχρωμο
οι
γύφτισσες
οι
φούρνοι που λαμπροφωτίζουνε
στα
βάθεια
των
σκοτεινών μαγκιπείων
και
τα χρυσά καρβέλια ορθά σειρές στημένα
στα
μακρυά πάταρα
στις
χαμηλές προθήκες
κι’
όλο τριαντάφυλλα
τριαντάφυλλα
παντού
στα
περιβόλια
αναρριχώμενα
στους φράχτες
φουντωτά
στις γλάστρες
στα
κατώφλια
‘
που είναι οι κουρούνες
που
είδε ο ποιητής;
εδώ
πρωτο-είδε το φως
ο
νέος Ηρακλής
-μιάς
κι’ άρχισα με τον Ηρακλή-
το
υπερήφανο λιοντάρι
της
ελευθεριάς
ο
Μουτσανάς
(ο
Οδυσσέας Ανδρούτσος)
Νίκος
Εγγονόπουλος
Οι
συγγραφείς κάθε γενιάς και σχολής,-ας το επαναλάβουμε-οι διανοούμενοι και οι καλλιτέχνες,
όταν παραχωρούν συνεντεύξεις μιλούν συνήθως για τους παλαιότερους με αγάπη και
σεβασμό, αναφέρονται με κολακευτικά λόγια για τις προηγούμενες γενιές των
συγγραφέων. Δίνουν διαλέξεις, δημοσιεύουν άρθρα, γράφουν μελέτες, εκδίδουν
βιβλία ή επιμελούνται τα έργα παλαιότερών τους δημιουργών προλογίζοντάς τα.
Πλήθος συγγραφέων από τους προηγούμενους συγγραφικά αιώνες, ιδιαίτερα ποιητές,
αφιέρωσαν βιβλία τους, ποιήματά τους, διηγήματά τους σε ομοτέχνους τους. Σαν
μια αντιχάρη οφειλή σε δάνειες συγγραφικές, πνευματικές και αναγνωστικές
αγάπες. Είναι εκατοντάδες τα ποιήματα που έχουν γραφτεί και αφιερωθεί από
ποιητές σε ποιητές. Με τις φιλικές αυτές χειρονομίες εξοφλούνται οι συγγραφικές ευχαριστίες και «υποχρεώσεις» σε
προγενέστερους τους δημιουργούς, σε «δασκάλους» όπως συνηθίζεται να λέγεται,
αρωγούς των δικών τους πνευματικών και συγγραφικών περιπετειών και αναγνώσεων. Οι
σημαντικότεροι εικαστικοί δημιουργοί της αναγέννησης και του διαφωτισμού,
αφιέρωναν τα έργα τους-τους πίνακές τους- είτε σε πρίγκιπες διαδόχους προστάτες
των τεχνών, σε βασιλικές οικογένειες της εποχής τους ή σε πρόσωπα της καθολικής
εκκλησίας που τους στάθηκαν οικονομικοί αρωγοί. Υπάρχουν φυσικά και οι περιπτώσεις εκείνες
που ένας δημιουργός, ποιητής στην παρούσα περίπτωση, σκιαγραφεί αρνητικά έναν
άλλον ομότεχνό του μέσα στο έργο του ή σε στίχους του. Παράδοση παλαιά,
διατηρητέα μέχρι σήμερα. Ας φέρουμε στην σκέψη μας τον αρχαίο κωμωδό Αριστοφάνη
και στο πως σατιρίζει στις κωμωδίες του τον αρχαίο τραγικό ποιητή Ευριπίδη, τον
ποιητή Αγάθωνα κλπ. Κάνοντας
το χρονικό απαραίτητο άλμα, στην σύγχρονή μας νεότερη ελληνική γραμματολογία,
συναντάμε περιπτώσεις δημιουργών που «στιγματίστηκαν» αρνητικά από άλλους
ομοτέχνους τους δημιουργούς, κριτικούς, δημοσιογράφους ή ιστορικούς της
λογοτεχνίας. Θυμηθείτε πχ. πως έβλεπε και τι έλεγε για τα ποιήματα του
αλεξανδρινού ποιητή ο Κωστής Παλαμάς. Τι θέσεις και απόψεις εκφράζει για έλληνες
ποιητές ο υπερρεαλιστής ποιητής Νικόλαος Κάλλας που ξενιτεύτηκε στην
αμερικανική ήπειρο. Ποιες οι απόψεις του ποιητή Νίκου Καρούζου για άλλους
ποιητές. Τι απόψεις εκφράζει για σημαντικούς έλληνες ποιητές και το έργο τους,
ο δοκιμιογράφος Ζήσιμος Λορεντζάτος, ποιους στίχους ποιημάτων επιλέγει να
ανθολογήσει. Βλέπε πχ. περίπτωση Άγγελου Σικελιανού. Ποιες οι θέσεις και οι
κρίσεις του δοκιμιογράφου και ποιητή Γιώργου Σεφέρη, όπως καταγράφονται στα
διάφορα ημερολόγιά του και στον δοκιμιακό του λόγο. Ποια διαχρονικά και
συστηματικά, γνώμη έχουν για την ελληνική ποίηση και την λογοτεχνία, τους
έλληνες συγγραφείς, οι στρατευμένοι στην μαρξιστική ιδεολογία ιστορικοί της
λογοτεχνίας, αριστεροί κομμουνιστές κριτικοί και δοκιμιογράφοι, ακόμα και
σήμερα. Ποιους κυρίως προβάλλουν και «προπαγανδίζουν» στις κριτικές τους
μελέτες και αξιολογήσεις. Οι αναγνώστες του έργου «Ελεύθερο Πνεύμα» του Γιώργου
Θεοτοκά, θα θυμούνται τις απόψεις του για τους νέους έλληνες συγγραφείς. Ποιες
απόψεις και κρίσεις εκφράζουν οι ποιητές της βορείου ελλάδος για τους ποιητές
της πρωτεύουσας. Βλέπε ενδεικτική περίπτωση του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου. Ποιους
συγγραφείς και τι έργα αφήνει έξω από τα ερμηνευτικά και αποδοχής τείχη της
ελληνικής ιστορίας της λογοτεχνίας του, ο μάλλον «πατέρας» της Ιστορίας της
Ελληνικής Λογοτεχνίας ιστορικός Κωνσταντίνος Θ. Δημαράς. Ποιους περιλαμβάνει ο
ιστορικός Λίνος Πολίτης, ο Γιάννης Κορδάτος κλπ. Ποιους συμπεριλαμβάνουν στην
ύλη τους,-ακόμα και στις επανεκδόσεις τους-οι εκδοθείσες ανθολογίες ελληνικής
ποίησης. Η περίπτωση του Ρένου Αποστολίδη είναι χαρακτηριστική. Διχογνωμίες συναντάμε
ακόμα και μέσα στα μέλη των επίσημων σωματείων των ελλήνων λογοτεχνών.
Πνευματικές αντεγκλήσεις και διαξιφισμούς για το τι είναι λογοτεχνία και τι
όχι, ποιος εντάσσεται στα «επίσημα» αρχεία της λογοτεχνίας και ποιος στην
«παραλογοτεχνία» ή «παραφιλολογία». Ξεχωρίζουμε μέσα στο διαχρονικό διάβα της ελληνικής
γραμματείας δημιουργούς ή καλλιτέχνες, που έμειναν στα γράμματα με αρνητικό πρόσημο,
εξαιτίας του κακόβουλου χαρακτηρισμού κάποιου άλλου συγγραφέα συναδέρφου τους,
μιας απαξιωτικής κρίσης του, σατιρικής αξιολόγησής τους. Τα παραδείγματα όπως
όλοι μας γνωρίζουμε είναι αρκετά για τους παροικούντες την λογοτεχνική
Ιερουσαλήμ. Να θυμηθούμε και ποιους περιλαμβάνει η «Χαμηλή Φωνή» του Μανόλη
Αναγνωστάκη. Στην εξεταζόμενη περίπτωση, έχουμε ένα ισχυρό αρνητικό παράδειγμα,
μιας ελληνίδας ποιήτριας του μεσοπολέμου. Την περίπτωση της ποιήτριας και
πεζογράφου Κλεαρέτης Δίπλα Μαλάμου που στιγματίστηκε αρνητικά από έναν άλλο
ποιητή της εποχής της, τον Τριπολιτσιώτη ποιητή Κώστα Καρυωτάκη μέσα σε στίχους
του.
Η παλαιά
ποιήτρια και πεζογράφος Κλεαρέτη Δίπλα
Μαλάμου στα χρόνια μας, ακόμα περισσότερο, ίσως από τις προηγούμενες
λογοτεχνικές προδικτατορικές δεκαετίες, μνημονεύεται χάριν της πικρόχολης και βιτριολικής
ειρωνικής αναφοράς της από τον αυτόχειρα ποιητή που άφησε την τελευταία του
πνοή στην Πρέβεζα, γενέθλια πόλη της ποιήτριας, τον περιλάλητο στην εποχή μας
ποιητή Κώστα Καρυωτάκη. Το έργο της πεζό και ποιητικό, παρά τον επαινετικό του
σχολιασμό στην εποχή του ο Φώτος Πολίτης έγραψε για τα διηγήματά της πως
κρύβουν «δυσεύρετα προτερήματα» (1), δες εφημερίδα «Ελεύθερο Βήμα» 25/6/1929,
και, την εξίσου επαινετική κριτική του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου (2) στην εφημερίδα
«Πρωϊα» της 29/12/1938, όταν κυκλοφόρησε, και άλλων κριτικών φωνών,
παραμελήθηκε αναγνωστικά από το φιλότεχνο ελληνικό κοινό, ακόμα και το
γυναικείο κοινό της ποίησης. Αναφέρεται συμπληρωματικά και ίσως «καταχρηστικά»
μάλλον, από τους ερευνητές και μελετητές της Καρυωτακικής ποίησης, στο
περιθώριο των καρυωτακικών σχολίων. Και της εξέτασης του σατιρικού του λόγου.
Τους ερευνητές και σχολιαστές του έργου και του βίου του Κώστα Καρυωτάκη και
των ποιητικών τεχνικών του, επιδράσεών του και επιρροών του. Μπορεί τα
βιτριολικά βέλη του ειρωνικού ποιητικού
του βλέμματος, του πικρόχολου λόγου και σαρκασμού του ποιητή Κώστα Καρυωτάκη να
στοχεύουν δραστικότερα τον ποιητή Μιλτιάδη Μαλακάση, αυτόν να αμαυρώνουν
ποιητικά κατά κάποιον τρόπο περισσότερο, ο χαρακτηρισμός του, να μην έχει την
ίδια μάλλον ποιότητα και βάρος, την ίδια πυκνότητα στην ευστοχία τους οι
σκληροί απαξιωτικοί του στίχοι, ο σαρκασμός του, όταν μας μιλά για την ποιήτρια
Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου, που παίζει με τις λέξεις-του επιθέτου της- καθώς την
αναφέρει, το γεγονός όμως, ότι η ποιητική του φωνή εστιάζεται με μια κάπως
κακεντρέχεια στο πρόσωπό της, ότι δηλαδή τον συγκρίνουν μαζί της, κατέστησε την
ποιητική παρουσία της ομότεχνή του ποιήτριας προβληματική μέσα στις σελίδες της
ελληνικής ποιητικής ιστορίας. Από την φλογώδη ποιητική, σαρκαστική και
περιπαικτική του γλώσσα στιγματίζεται μέσα στον ποιητικό χρόνο η ποιήτρια
Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου. Οι ποιητικές του φλόγες έκαψαν αν όχι τσουρούφλισαν και
την δική της παρουσία στα κατοπινά
χρόνια. Της καθόρισαν το πλαίσιο της ποιητικής της τουλάχιστον παρουσίας και
αναγνώρισης. Οι στίχοι του Κώστα Καρυωτάκη για την ποιήτρια, (γιατί μην μου
πείτε ότι το πράττει για να έχουν ομοιοκαταληξία οι στίχοι του) την καθόρισαν
περισσότερο ίσως και από τις αρνητικές ενστάσεις και ενδοιασμούς που γράφτηκαν
για τα πεζά της έργα. Δεν κατόρθωσε να την διασώσει από την Καρυωτακική «χολή» ούτε
το ποίημα που της αφιέρωσε ο ποιητής Κωστής Παλαμάς, ούτε η επαινετική κρίση
του ποιητή και κριτικού Τέλλου Άγρα. (3), βλέπε περιοδικό «Νεοελληνικά
Γράμματα» 15/9/1935. Ούτε καν το εκτενές κείμενο για την ποιήτρια που έγραψε
στο μνημειώδες έργο της, -«Ελληνίδες ποιήτριες» η ποιήτρια Αθηνά Ταρσούλη. Ίσως
ακόμα, ούτε και η μετέπειτα χρονικά πατριωτική και αντιστασιακή της δράση, η
γυναικεία της χειραφέτηση και ο ατομικός της αγώνας για τα δικαιώματα των
γυναικών της εποχής της, κατόρθωσαν να αποπλύνουν τον μελανό καρυωτακικό λόγο.
Ο στίχος του Κώστα Καρυωτάκη μετατράπηκε μάλλον σε μια επιτύμβια ποιητική πλάκα
πάνω στο συγγραφικό προσωπικό της μικρό μαυσωλείο και το επισκίασε αδίκως. Αν
δεν αποπροσανατολιζόμαστε με τα σχόλια αυτά, να υπενθυμίσουμε, και τον αρνητικό
ρόλο που έπαιξε ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης στην ζωή μιας άλλης ποιήτριας, της
ποιήτριας Μαρίας Πολυδούρη. Μιας χειραφετημένης ελληνίδας γυναίκας στην εποχή
της, (και μάλιστα προερχόμενη λόγω καταγωγής από την συντηρητική ελληνική
επαρχία) που πάλεψε για την ερωτική και σεξουαλική αυτοδιάθεση του φύλου της.
Καθώς όμως προσδέθηκε υπερβολικά στο Καρυωτακικό αντρικό άρμα, ίσως ζημιώθηκε
περισσότερο από όσο θα το επέβαλαν οι ηθικοί κοινωνικοί καθωσπρεπισμοί της
εποχής της και οι οικογενειακές συντηρητικές ελληνικές παραδόσεις. Και θα
σημειώναμε, χωρίς διάθεση αμαύρωσης του Καρυωτακικού έργου, ότι και οι δύο
θηλυκές ποιητικές παρουσίες, αιχμαλωτίστηκαν υπερβολικά, πέραν του δέοντος, από
τον ποιητικό λόγο και σαρκασμό του αυτόχειρα ποιητή και τους μεταγενέστερους
θιασώτες και ακραιφνείς φίλους του έργου του. Χωρίς να συγκρίνω τα δύο ποιητικά
γυναικεία μεγέθη, αυτό της Κλεαρέτης Δίπλα Μαλάμου και εκείνο της Μαρίας
Πολυδούρη, η πυξίδα της αποδοχής και αξιολόγησης των ποιητικών τους φωνών, στα
μεταγενέστερα χρόνια της ανάδειξης και προβολής του Καρυωτακικού έργου, από
τους ποιητές και διανοούμενες έλληνες καλλιτέχνες, επιβάρυνε την κρίση τους για
τις ποιήτριες, πέφτοντας το βάρος της ματιάς των κριτικών πάνω στα ίδια ίχνη
απόρριψης και σάτιρας που χάραξε ο Κώστας Καρυωτάκης. Τα σατιρικά ίχνη είχαν
ανοιχθεί, οι σαρκαστικοί ποιητικοί χαρακτηρισμοί είχαν δοθεί, δεν έμενε παρά να
βαδίσουμε πάνω σε αυτά.
Ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης, αποτελεί μια ιδιαίτερη
περίπτωση στα ελληνικά γράμματα. Μια αμφίθυμη σχέση απόρριψης ή αποδοχής
χαρακτηρίζει την ποιητική του παρουσία μέσα στον χρόνο. Η ενασχόληση με τις
μεταγενέστερες χρονικά επιδράσεις του έργου του πάνω στο έργο νεότερών του
ποιητικών φωνών, ίσως μας εμπόδισε να δούμε ξεκάθαρα το ίδιο το άτομο Καρυωτάκη
και τα ενδεχόμενα «προβληματικά» στοιχεία του χαρακτήρα του. Τις φοβίες και τα
«κόμπλεξ» του, την έλλειψη εμπιστοσύνης προς τον εαυτό του, την δειλία του, που
την ξεπερνούσε με την σάτιρά του. Η κάπως επαμφοτερίζουσα στάση και θέσεις του
απέναντι στο γυναικείο φύλο, μπορεί να εξηγηθεί μόνο με το γεγονός της
σωματικής του «αρρώστιας». Το σεξουαλικό παράσημο που απέκτησε-του κώλυσαν-οι
πεταλούδες της χαράς με τις οποίες συναναστρέφονταν. Ίσως ο Κώστας Καρυωτάκης,
ότι δεν του δόθηκε από την μοίρα να κερδίσει με το σώμα του και τις ανάγκες
του, το αναπλήρωνε με την σατιρική και ειρωνική του πένα. Τα της σωματικής
αποδοχής κενά της προσωπικότητας, καλύπτει η τέχνη του λόγου με αιχμηρότερες
αποτυπώσεις και σκληρότερους χαρακτηρισμούς. Η πινακοθήκη των ατομικών μας
ελλείψεων καλύπτεται από την ισχύ της κριτικής της γλώσσας για τους άλλους. Το
παιχνίδι των ρόλων είναι πάντα τόσο δυσδιάκριτο στην κατανόησή του από τους
μεταγενέστερους. Αλλά στο κοινωνικό αυτό παιχνίδι σημαίνοντα ρόλο έχει και ο
αυτοσαρκασμός που πλεονάζει στους στίχους του Καρυωτάκη. Η συγγραφική παρουσία
της ποιήτριας Κλεαρέτης Δίπλα Μαλάμου, δεν ευτύχησε της αναγνώρισης που είχαν
άλλες ποιήτριες της δικής της γενιάς, όπως η ποιήτρια και ηθοποιός Μυρτιώτισσα,
η ποιήτρια Αιμιλία Δάφνη, η πεζογράφος και ποιήτρια Μαρία Περικλή Ράλλη, η
δυναμική Μελισσάνθη, η χειραφετημένη σαν γυναίκα Γαλάτεια Καζαντζάκη, η
αριστερή Ρίτα Μπούμη-Παπά…, και φυσικά, οι άντρες ομότεχνοί της ποιητές της
εποχής της. Διασώθηκε σαν μια γυναικεία ποιητική φωνή, μάλλον μικρού ποιητικού
βεληνεκούς, με στενά υφολογικά όρια, μια γυναικεία φωνή αισθαντική, ευαίσθητη
και λυρική μέσα στο πνεύμα της παράδοσης και της ποιητικής τεχνογνωσίας των
καιρών της σίγουρα, αλλά άκαπνη ποιητικά. Μια παραδοσιακή γυναικεία ποιητική
φωνή που έρχεται από τα βάθη του ελληνικού ποιητικού χρόνου και που το έργο της,
έμελλε να μείνει μέσα στα στενά δικά του γυναικεία συγγραφικά όρια που η ίδια η
ποιήτρια ύφανε και ίσως, υφολογικά και θεματικά περιόρισε. Να τονίσουμε ότι,
αρκετές γυναικείες φωνές της εποχής της πέθαναν νεαρότατες. Το κλίμα της εποχής
διακατέχονταν από μια παράξενη γοητεία προς την πεισιθάνατη ατμόσφαιρα, την
γενικευμένη και επαναλαμβανόμενη θλίψη, από έναν μάλλον επαρχιώτικο μικρής
εμβέλειας μυστικισμό, μιας μεταφυσικής διάθεσης αναιτιολόγητης και σίγουρα
αντιεπιστημονικής. Ένα μικρό κύμα επαναστατικής διάθεσης είχε αρχίσει να
ξεδιπλώνεται λόγω των διαφόρων ιστορικών περιπετειών, αλλά δεν είχε βρει ακόμα
το τελικό του σχήμα διαμόρφωσης της ποιητικής φωνής των ελληνίδων της εποχής. Η
ερωτική θεματολογία και η σχέση αντρός και γυναικός ήσαν στην ημερήσια θεματική
διάταξη αυτών των ποιητικών φωνών. Η εποχή που έζησαν και έγραψαν διαμόρφωσε
την φωνή τους και την ποιότητα της γραφής τους. Η μουσικότητα και οι τεχνικές
του συμβολισμού και του νεοσυμβολισμού σαν τεχνοτροπία και θεματική
διαπραγμάτευση, κράτησε δέσμια την προσπάθεια ανίχνευσης νέων μοντέρνων δρόμων
έκφρασης για την γυναικεία ποίηση στην χώρα μας. Το παραδοσιακό κλίμα που
προέρχονταν και διαμορφώνονταν κυρίως από την αντρική ποιητική γραφή
κυριαρχούσε και επισκίαζε την γυναικεία αντίστοιχη. Τα επιτεύγματα της
γυναικείας χειραφέτησης και ατομικής και κοινωνικής ελευθερίας, γυναικείας
αυτοδιάθεσης, θα αργήσουν να φανούν μέσα στο θηλυκό ποιητικό σώμα και γραφή. Ψήγματα αναφορών και
διαπραγματεύσεων συναντάμε στα πεζά της Γαλάτειας Καζαντζάκη και στον πεζό λόγο
της ποιήτριας Κλεαρέτης Δίπλα Μαλάμου. (που διατήρησε το διπλό επίθετο στην
καλλιτεχνική της παρουσία).
Τα πεζά
της, σε αντίθεση με τον ποιητικό της λόγο, παρά τις αρνητικές και για αυτά
μπηχτές κριτικές από σχολιαστές τους, διασώθηκαν μέσα στην ελληνική γραμματεία περισσότερο και προσέχθηκαν σε σχέση με τα
ποιήματά της. Ο πεζός της λόγος, παρά του ότι είναι κάπως ευθύγραμμος στην
ερμηνεία του και κάπως χαλαρός στις προθέσεις του, είναι πιο χειραφετημένος,
έχει μεγαλύτερο θεματικό εύρος, προσεγγίζει με σχετική ευκολία και ευχέρεια
γυναικεία θέματα και προβλήματα. Προβαίνει μάλλον η Μαλάμου σε γυναικείους της
γραφής πειραματισμούς και ανιχνεύσεις, ιδιαίτερους αν όχι πρωτότυπους για την
εποχή της, σε αντιδιαστολή με άλλες γυναικείες γραφές. Ορισμένα πεζά της έχουν
την μορφή χρονικού και προσεγγίζουν θέματα της άμεσής της ελληνικής πολιτικής
ιστορίας του μέσου του προηγούμενου αιώνα. Ας μην λησμονούμε ότι η Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου
υπήρξε υποστηρίκτρια του Εαμικού κινήματος και ίσως και γυναικεία δραστήριο. Η
διηγηματική της γραφή έχει μεγαλύτερη απλοχεριά από τον ποιητικό της λόγο,
επεξεργάζεται θέματα και διαθέσεις κοινωνικής κριτικής που αφορούν εξίσου και
ισότιμα και τα δύο φύλα. Η Μαλάμου, για την εποχή της, δείχνει κατανόηση τόσο
στις αντρικές όσο και στις γυναικείες επιθυμίες και σωματικές ανάγκες. Εξετάζει
σε μια σχέση σχετικής ισοτιμίας τις σχέσεις των δύο φύλων, τις ανθρώπινες
σχέσεις μέσα στα δεδομένα πλαίσια που της αναγνωρίζει ένα καθαρά αντρικό βλέμμα
αντίληψης και ερμηνείας των κοινωνικών προβλημάτων της εποχής των αρχών των
πρώτων δεκαετιών του προηγούμενου αιώνα. Η πεζογράφος Μαλάμου, ξεφεύγει από την
στενότερη ποιητική ιδιοσυγκρασία ακόμα και της δικής της ποιητικής φωνής. Η
διηγηματική της πρόθεση σκοπό έχει να αναδείξει τις προσωπικές περιπέτειες και
αντιδράσεις και στάσεις ζωής και οικογενειακού βίου από την μεριά της γυναίκας
αλλά και του άντρα, χωρίς διχαστικούς και απόκρημνους διαχωρισμούς ή αντιπαλότητες.
Το βλέμμα της είναι κριτικό και ταυτόχρονα συγκαταβατικό αλλά γυναικείο. Η
Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου δεν σπιλώνει με έντονα μελανά χρώματα τις επιλογές και ερωτικές
επιθυμίες των ανθρώπων, τις ερωτικές τους ατασθαλίες, τα σεξουαλικά τους
ξενοκοιτάγματα, τις αναγκαίες της μικρής και άχαρης και ανιαρής με το χρόνο
ζωής τσιλημπουρδήματα. Χτίζει ένα περιβάλλον ανθρώπινων σχέσεων και αναγκών,
τέτοιο που δύναται να χωρέσει σχετικά αρμονικά τις σωματικές και ψυχικές επιθυμίες
και επιλογές τόσο των αντρών όσο και των γυναικών. Η κοινωνία διαμορφώνει τους
χαρακτήρες των ηρώων και ηρωίδων της στην εποχή της, και η γυναίκα και ποιήτρια
Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου προσπαθεί να ελευθερώσει από τα δεσμά αυτά τους
ανθρώπινους χαρακτήρες που ζωγραφίζει. Με απλό και άμεσο τρόπο, δυνατές αλλά
όχι ακραίες εικόνες, ζωγραφίζει έναν κόσμο που γεννιέται καθώς ο παλαιός
αρνείται να πεθάνει τελειωτικά. Αναζητά κοινωνικές χαραμάδες να διασωθεί αυτός
και οι αξίες του. Στα πεζά και την ποίηση της Κλεαρέτης Δίπλα Μαλάμου,
ανιχνεύουμε ένα γυναικείο ύφος που ξεφεύγει από τον ποιητικό αισθησιασμό της
ποίησης του καιρού της. Από την ειδυλλιακή ατμόσφαιρα που πεταρίζουν χαριτωμένα
τα γυναικεία συναισθήματα. Αυτά που θέλουν παρθένα την κόρη και μητέρα-πηνελόπη
την σύζυγο. Το εικονοστάσι των γυναικών του μεσοπολέμου είναι γεμάτο παρθένες
αγίες και ξεπαρθενεμένες δακτυλοδεικτούμενες οσίες μαγδαληνές. Το αντρικό
μουστάκι και το καβουράκι και το μπεγλέρι στο χέρι καθόριζαν την οικογενειακή
και γυναικεία ηθική. Τα κράσπεδα της σωματικής αυτοδιάθεσης μπορούσαν μόνο να
τα υπερβούν οι αντρείοι ποιητές της ηδονής, μέσα στα καταγώγια και τα
χαμαιτυπεία, τα Λαπαθιωτικά σκοτεινά πάρκα και Παπανικολαϊκά αλσίδια. Οι
δημοσιογράφοι ποιητές από τον πειραιά της μιάς ποιητικής συλλογής που
ξεροστάλιαζαν στα σκοτεινά και υγρά μακρά τείχη και σπηλιές του μεσοπολέμου. Ή
άντε και οι θεσσαλονικείς περιπατητές του Βαρδάρη. Η απόπειρα σεξουαλικής
απόλαυσης από την γυναίκα και ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη ή εν μέρει σεξουαλική
χειραφέτηση από την ποιήτρια Θεώνη Δρακοπούλου, ήσαν κάτι το αδιανόητο για την
εποχή εκείνη, ακόμα και για την Καλλιρόη Παρέν. Διπλός ο αγώνας των ελληνίδων
γυναικών τις εποχές εκείνες.
Τα πεζά της Κλεαρέτης Δίπλα-Μαλάμου, διαθέτουν ένα
εμπλουτισμένο και ιδιαίτερης σημασίες λεξιλόγιο, λέξεις που προέρχονται από τις
λαϊκές τάξεις, που άπτονται των ορίων μιας «ηθογραφικής» εικονογραφίας της
εποχής. Παρ’ όλες όμως τις περιορισμένες και ορισμένες φορές αρτιμέλειες των εικόνων
των πεζών της, αυτά διακρίνονται για τον γυναικείο λυρισμό τους,
χαρακτηρίζονται από έναν ευαίσθητο και τρυφερό νατουραλισμό στην επεξεργασία τους,
διαθέτουν μια κοινωνική γυναικεία χειραφέτηση, έντονη ταυτότητα του φύλου της.
Φωτογραφίζει σκηνές της καθημερινότητας με χάρη, αναφέρει βαθμούς ποιότητες
ανθρωπίνων σχέσεων, μεταβλητές προσέγγισης ή απόρριψης του ρόλου των δύο φύλων
μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον. Καταστάσεις οικογενειακής και ατομικής ευτυχίας αλλά
και μοιχείας. Και μάλιστα, μοιχεία επί της απαγορευμένης μοιχείας. (ο πολυπλόκαμος
τάρανδος της εποχής. Οι επιθυμητοί σαλτιμπάγκοι του έρωτα). Η ματιά της Μαλάμου,
είναι γυναικοκεντρική θα σημειώναμε,-όπως πολλών γυναικών της εποχής της-χωρίς
όμως να εμπλουτίζει την οπτική της με διχαστικά, πολεμικά προς το άλλο φύλο
στοιχεία. Τα δύο φύλα στο έργο της συνυπάρχουν το καθένα με τα ιδιαίτερα
προβλήματά του και τις επιθυμίες του. Τις ερωτικές τους ανάγκες και σωματικές
προθέσεις και κρυφές φιλοδοξίες. Η αυτοδιαχείριση της κοινωνικής τους προβολής
και προσωπικότητας είναι κοινή, παράλληλοι. Δεν εργαλιοποιούνται οι ανάγκες τους
και οι κρυφοί τους πόθοι στο όνομα καμιανής ιδεολογίας ή πολιτικής σκοπιμότητας
στην πάλη των δύο φύλων. Και τα δύο φύλα αντιμετωπίζονται με την ίδια
ερμηνευτική και συγγραφική επιμέλεια. Δεν διαχωρίζονται ταξικά ή ιδεολογικά ή
κοινωνικά τα προβλήματά τους. Απλά συσχετίζονται ή παραβλέπονται ή συνεξετάζονται.
Η κοινωνία με τα ήθη και τα έθιμά της, ο ιστορικός περίγυρος της εποχής της και
οι συνήθειες, εγκλωβίζει ή «απελευθερώνει» εξίσου τον άντρα όπως και την
γυναίκα. Διακρίνει τις ξεχωριστές ανάγκες και του ενός και του άλλου.
Χειραφετημένη σαν γυναίκα η Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου
με ικανοποιητική παιδεία για γυναίκες της εποχής της, και μάλιστα, για τα
ελληνικά πατριαρχικά δεδομένα και κοινωνικές αντιλήψεις, περνά μέσα στο έργο
της την δική της χειραφέτηση και αντίληψη για τις σχέσεις των δύο φύλων. Της
ατομικής αυτοδιάθεσης των ερωτικών και συναισθηματικών τους επιλογών, των
διαφορετικών κάθε φορά αναγκών τους, χωρίς να έρχονται σε ριζική αντιπαλότητα ή
εχθρότητα. Είναι οι εποχές στην ελληνική κοινωνική επικράτεια που το γνωστό
τραγούδι «εγώ είμαι η νέα γυναίκα….» ξεσηκώνει τις γυναικείες συνειδήσεις, αφυπνίζει
το γυναικείο φύλο στην προσπάθειά του να κατακτήσει τα δικαιώματά του και να
εκφράσει τις παντοειδείς ανάγκες του, σε έναν κόσμο που ανδροκρατείται και
βρίσκεται για πολλές δεκαετίες με το όπλο παραπόδας, ή χάνεται στα χαρακώματα
των πολεμικών επιχειρήσεων. Ένα τμήμα του συγγραφικού πεζού της λόγου, κινείται
μέσα σε μια ιστορική αντιστασιακή ατμόσφαιρα γεγονότων, που και η ίδια μαζί με
τον υπόλοιπο ελληνικό λαό βίωσε δραματικά. Μια εσωτερική πνοή ανθρωπιάς και
αλληλεγγύης, αγάπης για τον άνθρωπο και τα βάσανά του, πλημμυρίζουν την
πεζογραφική της δημιουργία. Μια διάθεση αφήγησης των γεγονότων χωρίς
ηρωοποιήσεις ή μεγάλα και συνταρακτικά πολεμικά ή αντιστασιακά συμβάντα. Παρά
τα όσα σαν ενεργός αντιστασιακός πολίτης και με αγωνιστικό φρόνημα ελληνίδα έζησε
και υποστήριξε δυναμικά.
Η
Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου, μέσα από τον πεζογραφικό της φακό μας παρουσιάζεται σαν
μια ελληνίδα, μια γυναικεία παρουσία που έσπασε τα οικογενειακά της δεσμά,
βρήκε διεξόδους ατομικούς, επαναδιαπραγματεύθηκε τον ρόλο της γυναίκας στην
εποχή της, και σαν κοινωνικά περισσότερο χειραφετημένη και μορφωμένη από άλλες
γυναίκες της εποχής της, εμπλούτισε τον λόγο της με ένα πνεύμα ανεξαρτησίας,
κοινωνικής αλληλεγγύης και αναπνοής ελευθερίας. Η γυναικεία αισθαντικότητα που
διατρέχει το έργο της Κλεαρέτης Δίπλα Μαλάμου είναι κάτι συνηθισμένο για τις
ελληνίδες ποιήτριες της γενιάς της, η δική της φωνή όμως, πάει κομμάτι
παραπέρα. Ο ήχος της υπερβαίνει τον συνηθισμένο αχό της γυναικείας
αισθηματολογίας και ισορροπεί μέσα σε ένα πλαίσιο ευρύτερων προσδοκώμενων
κοινωνικών αλλαγών των συνθηκών. Φτάνει μέχρι τα κράσπεδα της αγωνιστικής
ελληνικής υπερηφάνειας και εθνικού οραματισμού της περιόδου της Κατοχής και των
ελεύθερων κατοπινών χρόνων. Η ενασχόλησή της επίσης, με το παιδικό βιβλίο, μας
δηλώνει το εύρος των συγγραφικών της δυνατοτήτων και οραματικών της
εξερευνήσεων. Η δε μετάφραση του κλασικού έργου του γάλλου ποιητή Σαρλ
Μπωντλαίρ, «Τα άνθη του κακού» φανερώνει μάλλον τους παράλληλους δρόμους
γυναικείας ερωτικής χειραφέτησης που ακολουθούσε και η πεζογράφος Γαλάτεια
Καζαντζάκη, με άλλους ασφαλώς οραματισμούς, ερωτικούς και σεξουαλικούς σταθμούς
και τονισμούς χειραφέτησης. Διαφορετικής θερμοκρασίας γυναικείος συγγραφικός
λόγος σε μια εποχή, που η κοινωνία και η ζωή των ανθρώπων ζητούσε να αλλάξει
από το πνιγηρό κλίμα που ήταν σκεπασμένη. Ο γάλλος ποιητής Σαρλ Μπωντλαίρ και η
ατμόσφαιρα μέσα στην οποία κινείται η ποίησή του, όπως φαίνεται, επηρέασε
περισσότερο από όσο του έχουμε αναγνωρίσει και αποδεχτεί τους έλληνες και τις
ελληνίδες ποιήτριες της περιόδου αυτής. Η επιθυμία και μόνο μιας ελληνίδας
ποιήτριας να μεταφράσει το «σκανδαλώδες» και «κολασμένο», αν θέλετε
«δαιμονιακό» έργο του, δηλώνει πολλά περισσότερα από όσο ο χαρακτηρισμός της, ο
άδικος στιγματισμός της από τον ποιητή Κώστα Καρυωτάκη. Που ίσως, ο αυτόχειρας
ποιητής έβλεπε κάπως αφ υψηλού τους ποιητές της γενιάς του, και τους
αντιμετώπιζε με την νοοτροπία που αντιμετώπιζε τους συναδέλφους του εργασιακά
δημόσιους υπαλλήλους.
Στην
μνήμη της, μεταφέρω ορισμένα από τα κείμενα και τις πληροφορίες που έχουν δημοσιευθεί
για το έργο της. Μια ενδεικτική βιβλιογραφία απόψεων και κρίσεων από αντρικές
και γυναικείες κριτικές φωνές.
Κρατώντας το θέμα της ανάγνωσης των έργων της
ποιήτριας Κλεαρέτης Δίπλα-Μαλάμου ανοιχτό, παράλληλα με τις Καρυωτακικές
ποιητικές και άλλες πληγές.
Α)
Διηγήματά
της σε Περιοδικά και βιβλία
-Νεοελληνικά Γράμματα τχ. 10/6-2-1937, σ.13, «Μια
στιγμή στο δρόμο»
-Νέα Εστία τχ.327/1-8-1940, σ.948-951, «Η
Χελιδονοφωλιά»
-Πειραϊκά Γράμματα τχ. 5/11,1942, 218-221, «Η
Ρημαγμένη Φωληά»
-Πειραϊκά Γράμματα τχ. 6/6, 1943, σ.275-281, «Αλλαγή
Προγράμματος»
-Φιλολογική Πρωτοχρονιά τ.9/1952, σ.186-187, «Η
Εφιαλτική Αθήνα»
-Το Περιοδικόν μας τχ. 5/11, 1958, σ.112-114, «Τα
Δίχτυα τα Βαρειά»
-Το Περιοδικόν μας τχ. 9/3, 1959, σ.211-212, «Ο
Φαρμακωμένος Καιρός»
-Επτανησιακό Ημερολόγιο τ.3ος /1963,
σ.241-244, «Η Ευχαριστημένη Ώρα»
-Πασχαλινά Διηγήματα Ελλήνων Συγγραφέων: επιλογή-επιμέλεια:
Δημήτρης Αρμάος, μέρος πρώτο, εκδ. Gutenberg 1990,
«Το Πάσχα της Σημαδεμένης» σ.79-92. (στοιχεία εργοβιογραφίας, σ.102-103)
Β)
Ποιήματά
της σε Περιοδικά
-Ο Νουμάς τχ.555/7-3-1915, σ.110, «Το ξεριζωμένο
δέντρο»
-Ο Νουμάς τχ.565/23-5-1915, σ.1915, σ.231, «Παραμύθι
-Ο Νουμάς τχ.622/9-3-1919, σ.188, «Άνοιξη»
-Ο Νουμάς τχ.632/18-5-1919, σ.337, «Παρακάλια»
-Ο Νουμάς τχ. 647/31-8-1919, σ.577, «Βαρκαρόλα»
-Ο Νουμάς τχ.648/7-9-1919, σ.603, «Γλέντι»
-Γράμματα τχ.2/2,1944, σ.53, «Χειμώνας στον Πόρο»
-Γράμματα τχ. 8/8, 1943, σ.69, «Νεκρανάσταση»
-Επτανησιακή Πρωτοχρονιά τ.1/1960, σ.128, «Στείλε
μου κύριε την αιθρία…»
Γ)
Βιβλιοκριτικές
για βιβλία της
ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΜΟΥ, Ελευθερουδάκης-Αθήνα
1922, (Ποιήματα)
ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ, Προμηθεύς-Αθήνα
1955, (Ποιήματα)
•Κώστας Κουλουφάκος, περ. Επιθεώρηση Τέχνης τχ.16/4,1956,
σ.351-352
ΓΙΑ ΛΙΓΗ ΑΓΑΠΗ και ΑΛΛΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ,
Ι. Ν. Σιδέρης-Αθήνα 1929, (Πεζά)
(Βικέλλειο Έπαθλο Ακαδημίας Αθηνών)
ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΨΥΧΕΣ,
Γκοβόστης-Αθήνα 1933/1935, (Διηγήματα)
•Τέλλος Άγρας, περ. Νεοελληνικά Γράμματα τχ.
23/15-9-1935, σ.11
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΠΑΙΔΙΑ,
Πυρσός-Αθήνα 1938 (Πεζά)
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ, Διηγήματα πριν και
μετά το 1940,
Γκοβόστης-Αθήνα 1954, (Πεζά)
• Άρης Δικταίος, ΑΝΑΖΗΤΗΤΕΣ ΠΡΟΣΩΠΟΥ-ΚΡΙΤΙΚΑ, εκδ.
Γεωργίου Φέξη-Αθήνα 1963, σελ. 176-180
•Άλκης Θρύλος, περ. Φιλολογική Πρωτοχρονιά
τ.11/1954, σ.315
• Πέτρος Χάρης,
ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΟΙ, τ. 8ος, εκδ. Εστίας-Αθήνα 1993, σ.341-343
ΜΕ ΧΑΜΕΝΗ ΠΥΞΙΔΑ,
Ο Καιρός της Σκλαβιάς από την Σκοπιά μου, εκδ. Γεώργιος Φέξης-Αθήνα 1961,
(Χρονικό)
• Γιάννης Χατζίνης, περ. Νέα Εστία τχ.
831/15-2-1962, σ.274-275
ΤΑ ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ,
του Σάρλ Μπωντλαίρ (επιλογή), Γκοβόστης-Αθήνα 1966, μτφ. Κ. Δ. Μαλάμου
(μεταφράσεις)
Δ)
Πληροφορίες
για το έργο της:
-Αλέξανδρος Αργυρίου, Ιστορία της Ελληνικής
Λογοτεχνίας, εκδ. Καστανιώτη 2001, τ. Α, Β, σ.221, 501, 511, 1020, 1040.
-Γεώργιος Βαλέτας, Επίτομη Ιστορία της Νεοελληνικής
Λογοτεχνίας, εκδ. Πέτρος Κ. Ράνος 1966, σ.131
-Ρίτα Τσιντίλη-Βλησμά, Είπαν και Εμίλησα, εκδ.
Ίθακος 1987, σ.116-117
-Θ. Ι. Γαλάνης, Γραμματολογία εκδ. Κνωσσός χ.χ. σ.
244, (Πρέβεζα 1898)
-Δημήτρης Γιάκος, περ. Νέα Εστία τόμος 101ος,
τχ. 1189/15-1-1977, σ.124, Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου
-Άρης Δικταίος, Αναζητητές Προσώπου-ΚΡΙΤΙΚΑ, εκδ. Γεωργίου Φέξη 1963, σ.176-180
-Άρης Δικταίος, Αναζητητές Προσώπου-ΚΡΙΤΙΚΑ, εκδ. Γεωργίου Φέξη 1963, σ.176-180
-Νίκος Εγγονόπουλος, ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΡΟΔΩΝΕΣ,
εκδ. ΙΚΑΡΟΣ 1978, σ.90-91. (Ποίημα του ποιητή με τίτλο «ΚΛΕΑΡΕΤΗ
ΔΙΠΛΑ-ΜΑΛΑΜΟΥ».
-Αλέξης
Ζήρας-Βασίλης Δ. Αναγνωστόπουλος, ΛΕΞΙΚΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ,
ΠΡΟΣΩΠΑ-ΕΡΓΑ-ΡΕΥΜΑΤΑ-ΟΡΟΙ, σελ. 531, εκδ. ΠΑΤΑΚΗ 2007.
-Ναταλία Κ. Κατηφόρη, θεατρολόγος-δημοσιογράφος, εφ.
Η Κυριακάτικη Αυγή 3/10/2004, σ.27, στην σελίδα ΕΚΘΕΜΑΤΑ. Δύο μεγάλες καρδιές-Δύο
άγρυπνες συνειδήσεις. Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου και Μπεάτα Κιτσίκη.
-Σπύρος Κοκκίνης, Ανθολογία Νέας Ποίησης, εκδ. Εστία
1995, σ.159-160
-Γιάννης Κορδάτος, Ιστορία της Νεοελληνικής
Λογοτεχνίας, εκδ. Βιβλιοεκδοτική 1962, σ.627-628
-Αλέκος Κουτσούκαλης, Ιστορία της Ελληνικής
Λογοτεχνίας, εκδ. Ιωλκός Αθήνα 1989, τ.3ος, σ.157-158
-Δημήτρης Π. Κωστελένος: Σύνταξη-επιμέλεια ύλης,
Γιώργος Βαλέτας: Εισαγωγή, Βιογραφική Εγκυκλοπαίδεια Ελλήνων Λογοτεχνών, τ. 2ος,
εκδ. Αφοί Κ. Παγουλάτου,-Αθήνα 1974, σ. 342-343
-Δημήτρης Λαμπίκης, Ελληνίδες Ποιήτριες, Αθήνα 1936,
σ.81-82
-Ζωή Κ. Μπέλλα: Επιμέλεια, παρουσίαση, περ. Το
Δέντρο τχ. 63/9,10,1991, σ.48-60, Οχτώ Επιστολές Επιφανών Λογίων μας κατά τον
Μεσοπόλεμο προς την Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου
-Στάθης Μάρας, «Η ΓΥΝΑΙΚΑ» Β΄ Ελληνίδες ποιήτριες,
εκδόσεις Καστανιώτη 1990, σ. 46, 49.
-Κωστής Παλαμάς, Άπαντα, τ. 9ος, γ΄
έκδοση, εκδ. Μπίρης1972, σελ. 218-219. (Ποίημα αφιερωμένο στην ποιήτρια Κ. Δ.
Μ.)
-Μέμος Παναγιωτόπουλος, Νεοελληνική Ποιητική
Ανθολογία, τ.3ος, Αθήνα 1979, σ.238-242
-Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, Λογοτεχνία των Ελλήνων,
εκδ. Χάρη Πάτση χ.χ. τ. 9ος, σ. 624-627
-Αδαμάντιος Δ. Παπαδήμας, Νέα Ελληνική Γραμματολογία,
Αθήνα 1948, σ.375,376
-Νίκος Παππάς, Η αληθινή Ιστορία της Νεοελληνικής
Λογοτεχνίας (1100-1973), εκδ. Τύμφη 1973, σ.387 («Η Γυναικεία λογοτεχνία στην
Ελλάδα»)
-Κώστας Παππάς, Παράλληλα Νεοελληνικά Ποιήματα, εκδ.
Γλάρος 1987, σ. 36 κ΄. ά.
-Λεωνίδας Παυλίδης, Κριτικά Κείμενα. Πρόλογος: Κρήνη
Παυλίδου. Επιμέλεια: Λευτέρης Παπαλεοντίου, εκδ. Γαβριηλίδης 2006, σ.31, 298,
477
-Κωνσταντίνος Φ. Σκόκος, Νεοελληνική Ανθολογία, εκδ.
Ζηκάκη 1923, τ. Β΄, τχ.10ο σ.9-14
-Αθηνά Ταρσούλη, Ελληνίδες Ποιήτριες, Αθήνα 1951,
σ.117-128
-Διονύσης Τσουράκης, Βιογραφίες Ελλήνων Λογοτεχνών,
εκδ. ΕλληνοΕκδοτική 1997, σ.231
-Θ. Δ. Φραγκόπουλος, Καθημερινές Τομές, εκδ.
Διογένης 1977, σ.68
-Πέτρος Χάρης, Έλληνες Πεζογράφοι, τόμος Η΄, σελ.
341-, εκδ. Εστία 1993.
-Δημήτρης Μαυραγάνης-Γιώργος Μυρτάλης, Βιογραφίες
Ελλήνων Συγγραφέων, εκδ. Ντουντούμης 1994, σ. 383
-Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς, Αθήνα 1963, σ. 784
-Εγκυκλοπαίδεια της Γυναίκας, εκδ. Παλμός 1967, τ.4ος,
σ.515
-Περιοδικό Απόψεις τχ.4/5,1988, σ.360,362.
(Αδαμαντίου Στ. Ανεστίδη, «Το περιοδικό Τέχνη της Πόλης» (1944-1950), Ιστορία,
Συνεργάτες και Περιεχόμενα.)
--
Σημειώσεις:
1.Σε
παλαιοπωλεία τις παλαιότερες δεκαετίες, μπορούσε να αγοράσει ο αναγνώστης της
ποίησης την συλλογή ποιημάτων «Στο διάβα μου» της ποιήτριας Κλεαρέτης
Δίπλα-Μαλάμου που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Ελευθερουδάκης» εν Αθήναις
1922, στην τιμή των δέκα ευρώ. Την έκδοση αυτή, την συνάντησα αρκετές φορές και
σε διάφορα χρονικά διαστήματα, υπήρχε όμως ένα πρόβλημα. Το βιβλίο ήταν πάντα
κακέκτυπο, δηλαδή, όσες φορές και αν το συνάντησα, του έλειπαν δύο ή τρία
δεκαεξασέλιδα. Φαίνεται θα είχε τυπωθεί στο τυπογραφείο κάποια παρτίδα
αντιτύπων που παραλείφθηκαν αρκετές σελίδες του. Εδώ πρέπει να εστιάζεται και η
πληθώρα των αντιτύπων του μετά από τόσες δεκαετίες στα παλαιοπωλεία της
πρωτεύουσας. Αντίθετα από τις ποιητικές της συλλογές, έβρισκε ο αναγνώστης
ορισμένα από τα πεζά της, έστω και κακομεταχειρισμένα. Τα έργο της ποιήτριας
και πεζογράφου Κλεαρέτης Δίπλα Μαλάμου στην εποχή μας, προκαλούν μάλλον, ένα
μικρό ενδιαφέρον των αναγνωστών της ελληνικής ποίησης εξ αιτίας κυρίως της
αναφοράς του ονόματός της από τον ποιητή Κώστα Καρυωτάκη στο γνωστό και
περιλάλητο δίστιχό του. Βλέπε το ποίημά του «Σταδιοδρομία» από τη συλλογή του
«Ελεγεία και Σάτιρες» του 1927. Σποραδικά και που, συναντάμε μικρές νύξεις, ή άρθρα
για την λογοτεχνική της διαδρομή. Ξεχωριστή μνεία οφείλουμε να κάνουμε για την
παρουσίαση των οχτώ επιστολών ελλήνων λογοτεχνών της εποχής της προς την
ποιήτρια από την ερευνήτρια κυρία Ζωή Κ. Μπέλλα στο λογοτεχνικό περιοδικό «ΤΟ
ΔΕΝΤΡΟ» τεύχος 63/9,10,1991. Ενδιαφέρον είναι και το κείμενο της
δημοσιογράφου-θεατρολόγου κυρίας Ναταλίας Κ. Κατηφόρη, στην εφημερίδα «Η
Κυριακάτικη Αυγή» της 3/10/2004, που μας παρουσιάζει μια άλλη πτυχή των
κοινωνικών δράσεων της ποιήτριας, του αγωνιστικού της φρονήματος και των
δημοκρατικών της πολιτικών επιλογών και θέσεων. Στο διαδίκτυο συνάντησα επίσης,
ένα εξαιρετικό και εμπεριστατωμένο, άρτια οργανωμένο αντι-καρυωτακικό κείμενο,
τεκμηριωμένο στις υποστηρικτικές του θέσεις, του κυρίου Βασίλη Κ. Μπακούρου με
τίτλο: Βασίλειος Κ. Μπακούρος «Το monocle και το αυτό. Μιλτιάδης Μαλακάσης και
Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου: Μια φιλοπερίεργη αναδίφηση της «ανίερης» καρυωτακικής
υστεροφημίας.». Στο είκοσι περίπου σελίδων αυτό άρθρο, οι δέκα τελευταίες
περίπου σελίδες του αναφέρονται στην χειραφετημένη για την εποχή της ποιήτρια
Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου, την δημοκρατικών φρονημάτων συγγραφέα
Μαλάμου,(υποστηρίκτρια με πάθος της πολιτικής φυσιογνωμίας του Ελευθερίου
Βενιζέλου, και του κόμματος των φιλελευθέρων), και την «χολερική» σπίλωση της
από τον πάντα είρων Κώστα Καρυωτάκη.
Στο διάβα των ποιητικών ενασχολήσεών μου κατόρθωσα
να φωτοτυπήσω τις δύο ποιητικές της συλλογές από την Βιβλιοθήκη της Βουλής των
Ελλήνων. Στην ολοκληρωμένη τους εκδοτική μορφή. Χωρίς δηλαδή να λείπουν οι
σελίδες που έλειπαν από τα βιβλία της
που συναντούσαμε στο εμπόριο καθώς και την συλλογή διηγημάτων της «Γυναικείες
Ψυχές», τιμή 10 ευρώ.
2.Αρχές
της δεκαετίας του 1990, στο λογοτεχνικό περιοδικό «ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ», τχ.
63/9,10,1991, σελίδες 48-60 η κυρία Ζωή Κ. Μπέλλα, επιμελείται και μας
παρουσιάζει δείγμα της αλληλογραφίας επιφανών λογοτεχνών προς την ποιήτρια. Οι
Οκτώ Επιστολές που φέρνει στην σύγχρονη λογοτεχνική επιφάνεια η κυρία Ζωή Κ,
Μπέλλα είναι οι εξής:
Του Ρήγα Γκόλφη (1886-1958) Αθήνα 14/5/1922.
Α΄ επιστολή του Άγγελου Σικελιανού (1884-1951) Συκιά
Κορινθίας 23/5/(1)922
Του Κωστή Παλαμά (1859-1943) 18/7/1922
Του Γιάννη Ψυχάρη (1854-1929) Τρίτη 9 του Οχτώβρη
1923.
(η επιμελήτρια των επιστολών αντιγράφει και μια
απαντητική της ποιήτριας προς τον δημοτικιστή συγγραφέα)
Β΄ επιστολή του Άγγελου Σικελιανού, Άνω Αγόριανη
Γραβιάς 6 Ιουλίου (1)925
Του Τέλλου Άγρα (1899-1944) 20 Ιουνίου 1929
Του Σίμου Μενάρδου (1871-1933) 5.7. (1)929
Του Γιάννη Σκαρίμπα (1893/97-1984) 29/10/35.
3.Το
ποίημα «ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΤΡΙΑ» του ποιητή
Κωστή Παλαμά που είναι αφιερωμένο στην ποιήτρια Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου- και
έγραψε ο ποιητής το 1925, για την ακρίβεια 29 Ιουνίου 1925 τρία χρόνια μετά την
κυκλοφορία της πρώτης ποιητικής συλλογής της Μαλάμου, είναι από την ποιητική
του συλλογή «Δειλοί και σκληροί στίχοι»
και το αντιγράφω από τον 9ο τόμο των «ΑΠΑΝΤΩΝ» του Κωστή Παλαμά
εκδόσεις «ΜΠΙΡΗΣ» γ΄ έκδοση 1972, σελ. 218-219. Το ποίημα αυτό του Κωστή
Παλαμά, μοιάζει αν δεν κάνω λάθος με τραγούδι. Ο ρυθμός του είναι
τραγουδιστικός. Είναι ένα περιγραφικό εντυπώσεων μάλλον ποίημα ταξιδιωτικών
εικόνων του γενέθλιου νησιού της ποιήτριας, με την «κρουσταλλένια φωνή». Ο
Κωστής Παλαμάς υμνεί την Ιόνια φωτοθάλασσα και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα του
Ιούνιου πελάγους και μέσω αυτής της χαροποιούς υμνολογίας μιλά για την
ποιήτρια. Υπάρχει και μια λεκτική υπόμνηση στον ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη με
την λέξη «Αστραπόγιαννος». Να θυμίσουμε την εισαγωγή του Παλαμά στο έργο του
ποιητή και πολιτευτή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Του ποιητή με το ηρωικό της
επανάστασης του 1821 πνεύμα. Στο τρίτο τετράστιχό του ποιήματος «ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΤΡΙΑ»
ο Παλαμάς χρησιμοποιεί τον τίτλο της πρώτης της ποιητικής συλλογής, «Στο Διάβα
μου». Εντάσσει αρμονικά μέσα στους στίχους του τον γενικό τίτλο της πρώτης
ποιητικής της συλλογής. Σαν μια φιλική υπενθύμιση εκτίμησης στην ποιήτρια και
τα ποιήματά της. Αν φέρουμε στην σκέψη μας και την επιστολή που αποστέλλει στην
ποιήτρια ο εθνικός μας ποιητής,-που δημοσιεύεται στο περιοδικό «ΤΟΔΕΝΤΡΟ»,
αναγνωρίζουμε τα ειλικρινή αισθήματα που είχε ο Κωστής Παλαμάς για τα ποιήματα
της Μαλάμου. Οι κριτικές θέσεις του Κωστή Παλαμά όσον αφορά την γυναικεία
ποίηση της εποχής του, είναι συνήθως επαινετικές και «συναδελφικά»
προτρεπτικές, αν φέρουμε και πάλι στην μνήμη μας, την θετική στάση του Κωστή
Παλαμά για τα ποιήματα της ποιήτριας Μυρτιώτισσας. Αλλά, και άλλων γυναικείων
φωνών και την αλληλογραφία που διατηρούσε μαζί τους. Ο γέροντας σοφός δάσκαλος
ποιητής, σαν άλλος πολύφυλλος πλάτανος μέσα στην ελληνική ποιητική αυλή, σκίαζε
κάτω από τον γονιμοποιό και δροσερό ίσκιο του τις νεότερες φωνές της ποίησης με
περισσή φροντίδα. Ιδιαίτερα τις γυναικείες ελληνικές ποιητικές φωνές.
Μεταφέρω την επιστολή του Κωστή Παλαμά σελίδα 51-52
του περιοδικού:
Επιστολή Κωστή Παλαμά (1859-1943). 18/7/1922
Φίλη
κυρία και ποιήτρια
Πως είναι δυνατό να μ’ αφήση αδιάφορο το
βιβλίο σας; Την πρώτη φορά το ξεφύλλισα προσεχτικά, το κοίταξα εδώ κι εκεί,
είδα ότι μου μιλά ένας ποιητής που αξίζει να τον προσέξουμε’ όμως καθαρώτερα δεν μπορούσα να την διατυπώσω
την εντύπωσή μου. Ύστερα πήρα τα βιβλίο σας και το πέρασα προσεχτικά μιάν ώρα
ήσυχης καλοκαιρινής αυγής ζεστής κάτου από ένα δέντρο. Το αισθάνθηκα και πολύ
το συμπάθησα. Εγγίζετε στις 88 σελίδες του όλες σχεδόν τις χορδές της λύρας,
συγκρατημένα, ευτυχισμένα, και πάντα προτιμώντας, καθώς φαίνεται, την
ολιγόλογην υποβλητική αγνότερα λυρική έκφρασην, από τη ρητορικότερα ποιητικήν
ανάπτυξη. Το πλεονέκτημα του τραγουδιού σας είναι ότι τη συγκίνησή του δεν την
ερμηνεύει άμεσα, ξέσκεπα, μα σκεπασμένη κάτου από διάφορους πέπλους, με εικόνες
και με μεταφορές από το φυσικό κόσμο, ώστε το κάνει συχνά, αν χάνη από κάποια
χτυπητή λαμπερότητα, να κερδίζη σε κάποια ζεστότητα που μοσχοβολά. Πώς αρχίζετε
με την Εσπερινή γαλήνη και πόσο διαφορετικά τελειώνετε με τη Ζήλεια! Ξεχώρισα
στο βιβλίο σας ορισμένα ποιήματα, που εξαιρετικά μου εντυπώθηκαν, καθώς κανείς
ξεχωρίζει ωρισμένα λουλούδια, δένοντάς τα σε μπουκετάκια: Π.χ. Το ξερριζωμένο
δέντρο-τά Γαρούφαλλα-την Παπαρούνα-Ύστερα: το Μισεμό, την Ανυφάντρα, και τα
Κόλλυβα του Παλληκαριού. Το τελευταίο αυτό είναι, μου φαίνεται, ένα από τα
ωραιότερα, αν δεν είναι το πλέον ωραίο, της συλλογής σας.
Άλλη
σειρά: εκείνα που επιγράφονται Θάνατος γλυκός-Ζήλεια-Λήκυθο-Ανήσυχη ψυχή,
βγαίνοντας από κάποιο ιδιαίτερο βάθος, ιδιαίτερα και συγκινούν.
Στα Περπατά-Πάν-Σαλώμη, ο τόνος υψώνεται
σε κάποια δύναμη, πού προαγγέλλει πως αργότερα, αγάλια αγάλια, η Μούσα σας,
περισσότερο τονωμένη, θα βλέπη και προς ορίζοντες πλατύτερους, δραματικώτερα,
ήθελα να ειπώ, επικώτερα.
Το Αποξένωμα, οι Σκλάβοι, η Παρθένα, η
Θύμηση, έχουν κι αυτά μια χάρη ζεστοχάρακτη, περισσότερο κρυμμένη, παρά
δειγμένη.
Και μέσα στα τετράστιχα σαν επιγράμματά
σας σταμάτησα στα Άσβυστα, στην Ανδρομέδα, στην Καταχνιά, στο Πυροφάνι.
Η
Λευκάδα σας με συγκίνησε ξέχωρα. Όσο κι αν μας φέρνουν μακρυά τα φτερά μας, σα
να νοσταλγούμε πάντα να γυρίσουμε και να τα διπλώσουμε στη γη που πρωτοείδαμε
το φως. Δεν είν’ έτσι; Αν μπορούσεν όμως τώρα ο Βαλαωρίτης γυρίζοντας στη ζωή
να διαβάση το ποίημά σας πόσο ευχάριστα θα ξαφνίζονταν, υποθέτω, βλέποντας πόσο
προώδευσεν η ποίησή μας, και πώς αρκετά διαφορετικά από το ηρωικό και το
ιστορικό νησί του «Φωτεινού» είναι και η στοργική, η ψυχική Λευκάδα του ποιητή
του ρεμβασμού και της εσωτερικής ζωής.
Και
βάζω σε θέση μοναδική την Ειρήνη. Πώς το αρνί σας συμβολίζει την ομορφιά της άπληστης χιμαιρικής αυτής θεάς καλύτερ’
από όλες μας τις εύγλωττα λυρικές εκκλήσεις και ικεσίες προς εκείνη!
Συγχωρήστε μου το βιαστικό τούτο σημείωμα.
Αν σήμερα δεν το έρριχνα στο χαρτί όπως όπως, ύστερ’ από το γράμμα σας, δεν θα
το έγραφα ίσως ποτέ. Συγχωρήστε μου την άργητα να σας αποκριθώ. Λογικά τη
θεωρήσατε για σιωπή δυσκολοεξήγητη που έφερνε την απορία. Πάντα είχα στο νού
μου να σας απαντήσω, και δεν το κατόρθωνα. Συμπαθήστε τις αταξίες ενός ποιητή-
ενός απλού ταπεινού ποιητή, καθώς είσθε διαλεχτή της Μούσας.
Πάντα
θα σας έβλεπα με μεγάλη μου χαρά.
Με
χαιρετισμούς συναδελφικούς
εγκάρδιους
Κωστής
Παλαμάς.
Πόσο
διαφορετική είναι η εκτίμηση γραφής του ποιητή Κωστή Παλαμά προς την ποιήτρια
Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου, από την σαρκαστική του ποιητή προς το άτομό της από τον
ποιητή Κώστα Καρυωτάκη. Η γραφή του ποιητή και φτασμένου Κωστή Παλαμά, μας
υποδηλώνει μια ποιητική και ατομική ασφάλεια απέναντι σε κάποιον ομότεχνό του.
Ο Παλαμάς δεν φαίνεται να ζηλεύει, όπως μάλλον βλέπουμε στους στίχους του
Καρυωτάκη. Που μάλλον έπασχε από μια διαρκή ανασφάλεια τόσο στην προσωπική του
ζωή όσο και για το έργο του. Ένα έργο που πίστευε ότι δεν έχαιρε τις αξίας ή
της προβολής που του άξιζε ή τουλάχιστον ανέμενε. Το ότι ήθελε το έργο του να
μην συνεξετάζεται μαζί με το έργο άλλων ομοτράπεζών του φαίνεται από την διαρκή
υπερένταση του ποιητικού του ύφους και το σχεδόν πάντα απροκάλυπτη ειρωνεία
του. Η μοίρα των μουσών πάντως, το έφερε η Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου να ακουστεί
περισσότερο εν ζωή, ενώ ο Κώστας Καρυωτάκης μετά την αυτοχειρία του. Σαν το
τέλος μιας εποχής στα ποιητικά μας πράγματα. Μόνο που, τα αιχμηρά βέλη του
ακόμα στάζουν χολή σε όποιους τα
εκτόξευσε.
4.Στις
Ελληνικές Ανθολογίες που ανέτρεξα, ελαχιστότατες-μετρημένες στα δάχτυλα- είναι
οι αναφορές στο όνομά της ή την τίμησαν μνημονεύοντας ποιήματά της. Συνήθως
αντιγράφουν παλαιότερες καταγραφές. Βλέπε:
Δημήτριος Λαμπίκης, Ελληνίδες Ποιήτριες, Αθήνα 1936,
σελ.81-82
Ηρακλής Αποστολίδης, Ανθολογία (1708-1959) Εστία
1963, σελ. 407-408
Σπύρος Κοκκίνης, Ανθολογία Νέας Ποίησης (1708-1989)
Εστία 1995, σελ. 159-160
5.Ελάχιστα
στοιχεία και πληροφορίες αντλούμε και από τις κατά καιρούς εκδοθείσες Ιστορίες
της Ελληνικής Λογοτεχνίας και τα Βιογραφικά Λεξικά και Εγκυκλοπαίδειες. Τις καταγράφω,
γιατί αρκετοί συντάκτες αναφέρουν λανθασμένες χρονολογίες, όχι μόνο στην
ημερομηνία γέννησής της ή θανάτου της αλλά και στις εκδόσεις των έργων της.
6.Η
Βιογραφική Εγκυκλοπαίδεια Ελλήνων Λογοτεχνών των εκδόσεων Αφοί Κ. Παγουλάτου,
σε σύνταξη και επιμέλεια ύλης Δημήτρη Κ. Κωστελένου, που εκδόθηκε στην Αθήνα το
1974 σε τέσσερεις τόμους, συμπληρώνεται και από ένα δίτομο συμπλήρωμα-περιεχομενολόγιο
που συνέταξε ο συγγραφέας Δημήτρης Σιατόπουλος με τίτλο Γραμματολογική και
Βιογραφική Εγκυκλοπαίδεια της Ελληνικής Λογοτεχνίας, η Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου
αναφέρεται στον δεύτερο τόμο σελίδα 198.
8.Η
πλέον ολοκληρωμένη από τις παλαιότερες εργασίες για το έργο της Μαλάμου, μετά
από εκείνη της ποιήτριας Αθηνάς Ταρσούλη, που δημοσιεύτηκε στο μελέτημά της
«Ελληνίδες Ποιήτριες» είναι της επίσης ποιήτριας, μυθιστοριογράφου και
μεταφράστριας Σοφίας Μαυροειδή-Παπαδάκη στην Εγκυκλοπαίδεια «Λογοτεχνία των
Ελλήνων», όπως την γνωρίζω, στην πρώτη της έκδοση, των εκδόσεων Χάρη Πάτση. Η
χρήσιμη πολύτομη αυτή λογοτεχνική εγκυκλοπαίδεια επανακυκλοφόρησε συμπληρωμένη,
αν δεν κάνω λάθος την δεκαετία του 2000. Μπορούσες να συμπεριληφθείς στις
ανανεωμένες σελίδες της, στα συμπληρωματικά της λήμματα, συμμετέχοντας με ένα
χρηματικό ποσό.
9.Ενδιαφέρουσα
είναι και η βιβλιοκριτική του ποιητή και μεταφραστή, ανθολόγου Άρη Δικταίου,
που είχε διατελέσει διευθυντής της «Μικρής Βιβλιοθήκης Φέξη» των παλαιών
εκδόσεων του Γεωργίου Φέξη. Ο Άρης Δικταίος, από τον εκδοτικό οίκο με τον οποίο
συνεργάζονταν κυκλοφόρησε το 1963 το σπονδυλωτό μελέτημά του «Αναζητητές
προσώπου»-Κριτικά. Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μεγάλες ενότητες Α΄ ΚΡΙΤΙΚΑ και
Β΄ ΒΙΒΛΙΩΝ ΘΗΚΗ. Στις κριτικές του δεύτερου μέρους μεταξύ των έξι γυναικών
συγγραφέων που κρίνει είναι και το βιβλίο της Κλεαρέτης Δίπλα-Μαλάμου. Οι άλλες
γυναικείες φωνές είναι οι γνωστές μας Λιλίκα Νάκου, η Ρίτα Μπούμη-Παππά, η
Μαρία Σερβάκη, η Μάτση Ανδρέου και η Ελένη Βακαλό. Ενώ στο πρώτο μέρος
συναντάμε κείμενα για την ποιήτρια Ζωή Καρέλλη, την Λιλή Ιακωβίδη και την Κική
Δημουλά. Υπάρχει και ένας πειραιώτης, ο δημοσιογράφος και διηγηματογράφος
Χρήστος Λεβάντας. Ο τονισμός του βλέμματος του κριτικού και ποιητή Άρη Δικταίου,
στην ερωτική γυναικεία ματιά της Μαλάμου προς το αντρικό φύλο και τα σωματικά
του κάλλη, κάτι σημαίνει και υποδηλώνει και για τον ποιητή και κριτικό.
10.Η
αρνητικών χρωματισμών κριτική την οποία δημοσιεύει ο κριτικός Γιάννης Χατζίνης,
για το βιβλίο της «Με χαμένη πυξίδα» στο περιοδικό «Νέα Εστία» τ. 71, τχ.
831/15-2-1962, σ.274-275, βρίσκεται στις σελίδες του περιοδικού «ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ». Ο
Γιάννης Χατζίνης, σταθερός συνεργάτης του περιοδικού, συνεξετάζει και κρίνει
μαζί με το πεζό της Κλεαρέτης Δίπλα Μαλάμου και τα εξής ακόμα βιβλία: Γιάννης
Μπεράτης: Στρόβιλος. Αντώνης Σαμαράκης: Αρνούμαι. Πέτρος Χάρης: Η τελευταία
νύχτα της Γης, γ΄ έκδοση.
11.Το
αρχείο της ποιήτριας Κλεαρέτης Δίπλα Μαλάμου, φυλάσσεται στο Μουσείο Μπενάκη.
12.Στην
Εθνική Βιβλιοθήκη και την Βιβλιοθήκη της Βουλής που παλαιότερα είχα ανατρέξει,
για να φωτοτυπήσω τις ποιητικές της συλλογές, αν η μνήμη δεν με απατά, δεν
υπήρχαν όλα της τα βιβλία. Όποτε συναντούσα πεζά ελληνίδων ποιητριών τα διάβαζα
ή τα αγόραζα από τα διάφορα παλαιοβιβλιοπωλεία, αν τα έβρισκα σε χαμηλές τιμές.
Ήταν όμως πάρα πολύ δύσκολο να συγκεντρώσω τον μεγάλο αυτόν όγκο, όταν μάλιστα,
ούτε και οι Δημόσιες Βιβλιοθήκες ήταν δυνατόν να το πράξουν. Ακόμα και το ΕΛΙΑ,
παλαιότερα, διενεργούσε μπαζάρ παλαιών βιβλίων και πωλούσε βιβλία ελλήνων
λογοτεχνών αντρών ή γυναικών κάπως κακομεταχειρισμένα και δυσεύρετα. Έτσι, και
λόγω χρόνου, προμηθευόμουνα κυρίως ή μόνο τις γυναικείες ποιητικές συλλογές,
και κυρίως όπου τις συναντούσα τις έβγαζα φωτοτυπία. Το ίδιο έπραξα και για την
ποιήτρια Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου. Συμπληρώνοντας τις κακέκτυπες σελίδες των
ποιητικών της συλλογών που κυκλοφορούσαν στο εμπόριο.
13.Εκτός
από την σύντομη αναφορά του λογοτέχνη και ιστορικού της παιδικής λογοτεχνίας
Δημήτρη Γιάκου στο λογοτεχνικό περιοδικό «Νέα Εστία», τ.101, τχ. 1189,
15/1/1977, σ.124, στις σελίδες «Του δεκαπενθήμερου» στα «ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΤΑ
ΖΗΤΗΜΑΤΑ» που μεταφέρω για τον θάνατό της, σε ορισμένες εφημερίδες της ίδιας
χρονιάς που ξεφύλλισα δεν συνάντησα πληροφορίες για την απώλειά της.
14.Την
κριτική ματιά του συγγραφέα, δοκιμιογράφου και μακροβιότερου διευθυντή του περιοδικού
«Νέα Εστία» Πέτρου Χάρη για το βιβλίο της Κλεαρέτης Δίπλα-Μαλάμου, την
αντιγράφω από την σειρά των βιβλίων του «ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΟΙ» τόμος Η΄ εκδόσεις
Βιβλιοπωλείον της «Εστίας»- Ιωάννου Δ. Κολλάρου-Αθήνα 1993, σ.31-343, και όχι
από το περιοδικό που δημοσιεύτηκε. Ο Πέτρος Χάρης, υπήρξε ένας πολυγραφότατος
και εργατικότατος συγγραφέας και δοκιμιογράφος. Ασχολήθηκε με διάφορα είδη του
γραπτού λόγου από το 1924 που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά γράμματα
με τα διηγήματά του «Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΥΧΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ». Δοκίμια, ταξιδιωτικές
εντυπώσεις, μεταφράσεις γάλλων συγγραφέων, μελετήματα, λογοτεχνικά χρονικά,
διηγήματα…, ακούραστος και ανεξάντλητος έλληνας συγγραφέας. Η δε θητεία του,
στο τιμόνι του περιοδικού «Νέα Εστία» υπήρξε η πλέον παραγωγική και «ένδοξη».
Επί δικής του διεύθυνσης δημοσιεύτηκαν τα πλέον πρωτοπόρα κείμενα της εποχής
του προηγούμενου αιώνα. Ένα μεγάλο πλήθος παλαιότερων και νεότερων συγγραφέων
παρουσιάστηκε από τις σελίδες της. Ιδιαίτερα η περίπτωση του Κρητικού Νίκου
Καζαντζάκη είναι ενδεικτική. Τα αφιερώματα επίσης του περιοδικού σε έλληνες και
ξένους συγγραφείς και σε λογοτεχνικά ρεύματα είναι σημαντικά και χρήσιμα. Η ύλη
της «Νέας Εστίας» υπήρξε πολύπλευρη και απλώνονταν σε πολλά καλλιτεχνικά πεδία.
Οι τόμοι του «ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΟΙ» άρχισαν να κυκλοφορούν από το 1953 ο πρώτος.
Το 1963 κυκλοφόρησε ο δεύτερος, το 1968 ο τρίτος, το 1973 ο τέταρτος, το 1976 ο
πέμπτος, το 1981 ο έκτος, το 1986 ο έβδομος και το 1992 ο όγδοος. Μέσα από τα
μικρά και ορισμένες φορές κάπως συνοπτικά ή περιληπτικά μελετήματα του κριτικού
Πέτρου Χάρη, παρέλασαν σχεδόν οι περισσότεροι σημαντικότεροι έλληνες και
ελληνίδες συγγραφείς της εποχής του. Ο Πέτρος Χάρης με την συγκεντρωτική έκδοση
των κριτικών του,-αλλά και άλλων του βιβλίων όπως εκείνων «ΣΑΡΑΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ
ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΕΖΟΥ ΛΟΓΟΥ», εκδ. ΕΛΙΑ, 1981 και 1985 αντίστοιχα, και,
συμπληρωματικά, να μνημονεύσουμε ακόμα τις κριτικές και δοκιμιακές εργασίες, την
πολύτομη σειρά κριτικών κειμένων του που κυκλοφόρησε ο Απόστολος Σαχίνης, τα
«ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗΣ» και «ΠΕΖΟΓΡΑΦΟΙ», σχεδιάζουν και οι δύο αυτοί παλαιοί
μελετητές, οργανώνουν, τον χάρτη της ελληνικής πεζογραφίας στην χώρα μας. Είναι
μιας άλλης μορφής ιστορία του ελληνικού πεζού λόγου. Κάτι που αρκετά χρόνια
αργότερα έπραξαν από τις σελίδες των εφημερίδων που δημοσίευαν τις κριτικές και
τα κείμενά τους ο κριτικός και μεταφραστής Δημοσθένης Κούρτοβικ και η Μαρή
Θεοδοσοπούλου, και ορισμένοι άλλοι, όπως ο Σπύρος Τσακνιάς και ο Αλέξανδρος Κοτζιάς,
κυρίως για τον πεζό λόγο. Η κριτική του Πέτρου Χάρη, είχε δημοσιευτεί
χρονολογικά νωρίτερα, στον τόμο «Σαράντα χρόνια κριτικής ελληνικού πεζού λόγου»
τ. Β΄ 1950-1956 (α΄ ημίτομος) έκδοση Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού
Αρχείου-Αθήνα 1985,σελ.244-245.
15.Τα
νούμερα 1,2,3 μέσα σε παρένθεση, παραπέμπουν στο μελέτημα-ανθολόγιο της
ποιήτριας και συγγραφέως Αθηνάς Ταρσούλη, ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΠΟΙΗΤΡΙΕΣ, Αθήνα 1951,
σ.117-128, όπου η εξαίρετη αυτή ποιήτρια και διασώστρια της ελληνικής παράδοσης
και της γυναικείας ελληνικής ποίησης, με το οσάνω εκπληκτικής και σημαντικής
αξίας μελέτημά της, κατατάσσει την ποιήτρια Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου στον δεύτερο
χρονολογικά κύκλο (1911-1931) της μελέτης της. Στον δεύτερο αυτόν κύκλο
συμπεριλαμβάνονται ακόμα 12 παλαιότερες γυναικείες φωνές. Σε σύνολο 10 του
πρώτου κύκλου και 11 του τρίτου. Συνολικά 35 ελληνίδες ποιήτριες μνημονεύονται
στο σημαντικό αυτό χρήσιμο έργο της Αθηνάς Ταρσούλη. Η οποία με αγάπη, σεβασμό,
εγκυρότητα και συγγραφική μαεστρία και ταλέντο, γυναικεία ευαισθησία και
τρυφερότητα, καλλιέργησε τα ελληνικά γράμματα και την παράδοση. Με το έργο της
Ελληνίδες Ποιήτριες, αναδεικνύει το έργο λησμονημένων γυναικείων ποιητικών
φωνών της προηγούμενης χιλιετίας. Ένα βιβλίο σύγχρονο ακόμα και στις μέρες μας,
παρά του ότι πολλές από τις ελληνίδες αυτές ποιήτριες, λαμπρύνθηκαν και
αναγνωρίστηκαν, στα κατοπινά της κυκλοφορίας του έργου της ποιήτριας και
συγγραφέως Αθηνάς Ταρσούλη χρόνια. Την χρήσιμη και όχι ξεπερασμένη-θέλω να
πιστεύω-αυτή μελέτη της Αθηνάς Ταρσούλη (όπως μεγαλόσχημος τις συγγραφέας μου
είπε κάποτε) την συναντούσε ο αναγνώστης της ελληνικής ποίησης στα βιβλιοπωλεία
και τα παλαιοπωλεία σε σχετικά χαμηλή τιμή (10.000 παλαιές δραχμές) και σε
αρκετά αντίτυπα. Το καταγράφω, γιατί αν αναλογιστεί ο αναγνώστης την συγγραφική
αξία αυτού του βιβλίου και τα στοιχεία που μας παράσχει, μάλλον, είναι κάπως
παραμελημένο εκδοτικά, αφού όσα αντίτυπα συναντούσα στο εμπόριο ήταν άκοπα
ακόμα τα φύλλα του. Το δικό μου αντίτυπο έχει αφιέρωση της Αθηνάς Ταρσούλη σε
κυρία, προφανώς φίλη της. Η μελέτη αυτή της Ταρσούλη αναφέρεται συνήθως στην
γενική βιβλιογραφία χωρίς να επισημαίνεται ο σημαίνων ρόλος της, στην έρευνα
της πρώτης αυτής ουσιαστικά εργασίας για την γυναικεία ποίηση στην χώρα μας από
το 1951. Χωρίς να παραγνωρίζουμε την ανθολογία της γυναικείας ποίησης του
Δημήτρη Λαμπίκη, η εργασία και κατά κάποιον τρόπο ανθολογία της Αθηνάς
Ταρσούλη, δεν έχει όμοιό της για την εποχή της. Παρότι έχουν περάσει περίπου 70
χρόνια από την κυκλοφορία του βιβλίου εξακολουθεί να παραμένει νομίζω επίκαιρο.
Ο γυναικείος κριτικός λόγος της Αθηνάς Ταρσούλη, η επιμέλεια και η φροντίδα που
δείχνει απέναντι στις ομότεχνες της ποιήτριες, το οξύ ποιητικό της βλέμμα, οι
αναγνωστικές της κρίσεις, οι θέσεις που εκφέρει για τον γυναικείο λόγο, σαν
αρμονική συνέχειά του μέσα στο ελληνικό αντρικό σώμα της ποίησης, αποτελούν
μάλλον σταθμό στην ελληνική γραμματεία. Μπορεί να μην την ενδιαφέρει να έχει τα
εχέγγυα ενός ιστορικού της λογοτεχνίας, αλλά η Ταρσούλη, η ποιήτρια Αθηνά Ταρσούλη,
διακρίνεται για την ευαισθησία της σκέψης της και τις εύστοχες παρατηρήσεις
της. Συμφωνείς ή διαφωνείς μαζί της. Εξάλλου, αν ανατρέξουμε σε ιστορικούς της
ελληνικής λογοτεχνίας του πρώτου μισού του περασμένου αιώνα αλλά και των
μεταγενέστερων δεκαετιών, και δούμε τι γράφουν, τι πληροφορίες μας δίνουν, τι
λένε, ποιους και ποιες μνημονεύουν και πως, (δεν θα αναφερθώ στα λανθασμένα
στοιχεία και άλλα αρνητικά), ας μην αναφέρουμε ονόματα, οι εργασίες συνολικά
της ποιήτριας Αθηνάς Ταρσούλη έχουν την δική τους ξεχωριστή σημασία και αξία.
Την απαραίτητη χρησιμότητά τους στην οικοδόμηση της ελληνικής γραμματείας και
στην αρχιτεκτονική της ιστορίας της ελληνικής λογοτεχνίας. Είθε, να βρεθεί
σύγχρονος εκδότης, να ξεπεραστούν τα ενδεχόμενα κληρονομικά και οικονομικά
εμπόδια, και να επανεκδοθεί το βιβλίο-μελέτημα αυτό των 370 σελίδων που διανύει
χαράσσοντας τα δημιουργικά του ίχνη μια περίπου 70ετία από την έκδοσή του. Και
να βρεθεί ενδιαφερόμενος εκδότης και για τα άλλα της έργα. Αυτά που έχουν σχέση
με τον λαϊκό μας πολιτισμό. Εκπληκτικής ομορφιάς και καλαισθησίας τόμοι. Βλέπε
Δωδεκάνησα. Αν δεν με απατά η μνήμη υπάρχουν στην Δημοτική Βιβλιοθήκη του
Πειραιά.
16.
Το ποίημα του σουρεαλιστή ποιητή και εικαστικού, σκηνογράφου Νίκου
Εγγονόπουλου, «ΚΛΕΑΡΕΤΗ ΔΙΠΛΑ-ΜΑΛΑΜΟΥ» που έχει σαν μότο το γνωστό καρυωτακικό
δίστιχο, είναι από την συλλογή του Εγγονόπουλου, «Στην κοιλάδα με τους
ροδώνες», έκδοση «Ίκαρος» 1978, σελ.90-91. Η εξαιρετικής καλαισθησίας αυτή
συλλογή, κυκλοφόρησε επτά χρόνια πριν την κοίμηση του ποιητή. Ο ποιητής Νίκος
Εγγονόπουλος, με το ποίημα αυτό ίσως σκόπευε όπως συνηθίζεται να λέγεται, με
έναν σμπάρο δυό τρυγόνια. Τον Καρυωτάκη και την Μαλάμου. Κατ’ αρχάς, ο
διαφορετικής ποιητικής ιδιοσυγκρασίας Εγγονόπουλος, ο ποιητής που πραγματικά
αγάπησε τις γυναίκες, δεν τις αντιμετώπιζε με καχυποψία, με την υπερβολική
αισιοδοξία του και τον διαφορετικής θερμοκρασίας ποιητικό του λόγο, δεν θα
μπορούσε ποτέ να γράψει στις «ΥΠΟΘΗΚΑΙ» του, «Όταν οι άνθρωποι θέλουν το κακό/
του δίνουν όψη ν’ αρέσει.» που έγραψε ο Καρυωτάκης, σελ.157 του πρώτου τόμου
των «Απάντων» του. Ο Εγγονόπουλος, ήταν ένας όμορφος άνδρας, ο άλλος υστερούσε
σωματικά, σαν ποιητής και σαν ζωγράφος υπήρξε τόσο φωτεινός, τόσο αισιόδοξος,
τόσο λαμπερός στις συνθέσεις του, που, σπάνια, συναντάμε σκοτεινούς τονισμούς
και επιτονισμούς σε αυτές Ο Καρυωτάκης κρύβει τόσο σκοτάδι μέσα στην ποίησή
του, τόση απαισιοδοξία που ίσως φαντάζει και κάπως, λιγάκι ποιητικά προσποιητή
ή καλύτερα πολυδιατυμπανιζόμενη. Ο Κώστας Καρυωτάκης ήταν θα λέγαμε από την
πάστα του απαισιόδοξος χαρακτήρας, ο ίδιος σαν άτομο κατά κύριο λόγο και μετά
σαν ποιητής. Το πεδίο του σατιρικού του λόγου, που δεν περιλαμβάνει μόνο τον
ποιητή Μιλτιάδη Μαλακάση, τον Ανδρέα Κάλβο, την Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου, αλλά
γενικά όλον τον κοινωνικό του περίγυρο, που συναναστρέφεται και ασφυκτιά ανάμεσά
του, είναι αποτέλεσμα ενός ψυχολογικό εσωτερικού του σχεδιασμού, όσον αφορά το
εύρος τους και των επώνυμων και ανώνυμων ατόμων που αυτό περιλαμβάνει. Ο
Καρυωτάκης σαν άτομο, αποκαθαίρεται από τις ενοχές του μέσω της σάτιρας και της
ειρωνείας που εκτοξεύει και σκιαγραφεί πρόσωπα, καταστάσεις και χώρο. Η
ειρωνεία του αγγίζει τους πάντες, εκτοξεύεται εναντίον των πάντων που είναι ή
εν δυνάμει είναι εχθροί του. Διώκτες του. Απορριπτικοί των επαγγελματικών του
οραμάτων και ίσως και πολιτικών συντηρητικών επιλογών αλλά και των ποιητικών
του καταθέσεων. Ο ποιητής Καρυωτάκης, φαίνεται ήθελε να ξεχωρίζει από το
υπόλοιπο του μεσοπολέμου ποιητικό σινάφι. Και ίσως, πριν την αυτοκτονία του,
δεν το κατόρθωσε, ή τουλάχιστον στον βαθμό και με τον τρόπο που εκείνος φιλοδοξούσε.
Έτσι εκτοξεύει αιχμηρά και δηλητηριώδη βέλη σε συγκεκριμένα περισσότερο
προβεβλημένα από εκείνον ποιητικά πρόσωπα. Ο Κώστας Καρυωτάκης, αν δεν ήταν
ποιητής, ίσως θα μπορούσε να είναι ένας πετυχημένος θεατρικός σατιρογράφος. Και
όταν λέω σατιρογράφος δεν εννοώ ούτε τον ποιητή Γεώργιο Σουρή, ούτε τον
κατοπινό πεζογράφο Νίκο Τσιφόρο, ή ακόμα και τον δημοσιογράφο-πεζογράφο Δημήτρη
Ψαθά. Αν συγγενεύει με κάποιον της εποχής του, είναι ο Κώστας Βάρναλης. Μια και
ο Κώστας Βάρναλης είναι κυρίως μάλλον ένας κοινωνικός και πολιτικός
σατιρολόγος. Εξίσου κοινωνικός περισσότερο και λιγότερο μάλλον
πολιτικός-τουλάχιστον φανερά και κάπως κραυγαλέα που είναι η φωνή του Βάρναλη.
Μάλιστα, η σατιρική φωνή του Κώστα Βάρναλη έχει ταξικό πρόσημο. Είναι ορισμένες
φορές όπως και η ποιητική φωνή του Γιάννη Ρίτσου διατεταγμένη. Ο Ρίτσος με την
ευκαιρία σε πολλές πρώιμες συνθέσεις του έχει πάρει από την απαισιόδοξη
ατμόσφαιρα του Καρυωτάκη. Εμφορείται από την πεσιμιστική του διάθεση. Όπως κάτω
από άλλες ιστορικές προδιαγραφές και ο Γιώργος Σεφέρης. Ο Καρυωτάκης, επηρέασε
αρκετές γενιές ποιητών, χωρίς πολλές φορές να το παραδέχονται ούτε οι ίδιοι οι
δημιουργοί. Και όταν σημειώνω επηρέασε δεν εννοώ στο γενικότερο κάδρο,
εξωτερικά αλλά εσωτερικά. Τόσο το απαισιόδοξο βλέμμα του, όσο κυρίως, η
ειρωνική του ματιά και απαξιωτική του διάθεση. Ο Νίκος Εγγονόπουλος στην
συγκεκριμένη ποιητική του σύνθεση που φέρει το όνομα της ποιήτριας, ανοίγει μια
συνομιλία και με τους δύο. Καταρχάς, το τρίτο δίστιχο του Καρυωτάκη που
βρίσκεται στο ποίημά του «ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ»
κατά κάποιον τρόπο αλλάζει τεχνικά όψη. Το ποίημα «Σταδιοδρομία»
αποτελείται από εννέα δίστιχα. Το παράθεμα του Καρυωτάκη είναι στο πρώτο τρίτο
της σύνθεσης, ο Εγγονόπουλος το θέτει ως μότο κάτω από τον γενικό τίτλο του
ποιήματός του. Το όνομα «Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου» βρίσκεται μέσα σε παρένθεση
στον Καρυωτάκη ενώ στον Εγγονόπουλο αρχίζει με τελείες …..Κλεαρέτη
Δίπλα-Μαλάμου, με κόμμα μετά το δεύτερο επίθετο Μαλάμου, ενώ στο Καρυωτακικό
δίστιχο δεν υπάρχει κόμμα. Έπειτα, το
κυριότερο, ο Καρυωτάκης γράφει «δίπλα σ’ αυτό» τ’ όνομά μου». Ενώ, ο Νίκος
Εγγονόπουλος αλλάζει την αντωνυμία και γράφει «και δίπλα σ’ αυτή τ’ όνομά μου»
στο μότο που παραθέτει κάτω από τον τίτλο του δικού του ποιήματος. Γιαυτό
ανέφερα παραπάνω ότι ο περιπαικτικός Εγγονόπουλος πετυχαίνει με ένα σμπάρο δύο
ποιητικά τρυγόνια. Ο Νίκος Εγγονόπουλος μας δίνει εικόνα του νησιού της Μαλάμου
και του Καρυωτάκη, της Πρέβεζας για να μας μιλήσει για το υπερήφανο λιοντάρι
της ελευθερίας τον «Μουτσανά» τον «Οδυσσέα Ανδρούτσο». Αλλάζοντας την
καρυωτακική αντωνυμία παίρνει την θέση του Καρυωτάκη στην μετέπειτα μνημόνευση
από τους μεταγενέστερους. Αντί δίπλα στο όνομα της Κλεαρέτης Δίπλα Μαλάμου να
βρίσκεται ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης τώρα, βρίσκεται ο ποιητής Νίκος
Εγγονόπουλος. Ή μάλλον δίπλα στην ποιήτρια υπάρχουν ισάξια δύο άντρες ποιητές.
Με την ποιητική αυτή ευφυή τεχνική συνεχίζεται η σατιρική εικονογράφηση της
ποιήτριας. Καταξιωτικής ή απαξιωτικής, ποιος άραγε γνωρίζει; Πάντως το αειθαλές
σκιτσάρισμα της ποιήτριας συνεχίζεται μέσα στον ποιητικό χρόνο.
Να υπενθυμίσουμε ακόμα, ότι κάτω από την ποιητική
σκιά του Καρυωτάκη βρίσκεται και «η Λάμαρη, ποιήτρια ξεχασμένη» από την
ποιητική του σύνθεση «ΤΑΦΟΙ» Ελένη Σ. Λάμαρη, 1878-1912. Επέθανε με τους
φριχτότερους πόνους στο σώμα και με τη μεγαλύτερη γαλήνη στην ψυχή. Σε «ένα
μεγάλο πέτρινο βιβλίο» απολήγουν όλα. Οι ζωές των ποιητών και των έργων τους.
Μαρτζώκης, Βασιλειάδης, Λάμαρη. Καρυωτάκης-Μαλάμου.
Ο γράφων το μακροσκελές αυτό σημείωμα για την
ποιήτρια Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου, δεν προσπάθησε μόνο να την απαγκιστρώσει από
το Καρυωτακικό ειρωνικό βλέμμα και πικρόχολη κρίση του, αλλά να μεταφέρει ένα
μεγάλο μέρος πληροφοριών για αυτήν και το έργο της, προσπαθώντας να μην
αντιγράψει τα χνάρια που άνοιξαν άλλοι εμπειρότεροί του, στην καρυωτακική
ανάγνωση και σχολιασμό. Σπάει το κείμενο για την ποιήτρια Κλεαρέτη
Δίπλα-Μαλάμου, (ά και β΄ μέρος) επειδή αντιλαμβάνεται ότι ο συγγραφικός και
παραθετικός όγκος είναι μεγάλος, και μην διαθέτοντας την αναγκαία τεχνική
υποστήριξη, (φωτογραφίες, εξώφυλλα βιβλίων, τοποθεσιών, κλπ.) που θα καθιστούσε
ευκολότερη την ανάγνωση της παρουσίας της ποιήτριας από άτομα που δεν διαθέτουν
χρόνο για τέτοιου είδους μελετήματα ή άρθρα, (διανύοντας μάλιστα την
καλοκαιρινή ραστώνη και καύσωνα) κείμενα που αφορούν λογοτέχνες των αρχών του
προηγούμενου αιώνα, που έχουν λησμονηθεί ή είναι παντελώς λησμονημένες φωνές.
Έτσι, χωρίζοντας σε δύο μέρη την μικρή αυτή προσωπική έρευνα, δημοσιεύω
ξεχωριστά τα στοιχεία και τις πληροφορίες που αποδελτίωσα για την λησμονημένη
ποιήτρια και πεζογράφο. Όπως επίσης, και το κείμενο της ποιήτριας Αθηνάς
Ταρσούλη για την Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου, με ένα υποφερτό ανθολόγιο ποιημάτων
της.
Σαν μια ελάχιστη τιμή και προσφορά στην συνεισφορά της
στα ελληνικά γράμματα, στον γυναικείο ποιητικό λόγο, πέρα από την όποια άποψη
έχουμε για τον ειρωνικό στίχο του ποιητή Κώστα Καρυωτάκη για αυτήν, που την
προσδιόρισε λογοτεχνικά. Και σκοτείνιασε το λογοτεχνικό της πέρασμα.
ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ
Τη
σάρκα, το αίμα θα βάλω
σε
σχήμα βιβλίου μεγάλο.
«Οι
στίχοι παρέχουν ελπίδες»
θα
γράψουν οι εφημερίδες.
«Κλεαρέτη
Δίπλα-Μαλάμου»
και
δίπλα σ’ αυτό τ’ όνομά μου.
Την
ψυχή και το σώμα πάλι
στη
δουλειά θα δίνω, στην πάλη.
Αλλά,
με τη δύση του ηλίου,
θα
πηγαίνω στου Βασιλείου.
Εκεί
θα βρίσκω όλους τους άλλους
λογίους
και τους διδασκάλους.
Τα
λόγια μου θα ‘χουν ουσία,
η
σιωπή μου μια σημασία.
Θηρεύοντας
πράγματα αιώνια,
θ’
αφήσω να φύγουν τα χρόνια.
Θα
φύγουν, και θ’ ναι η καρδιά μου
σα
ρόδο που επάτησα χάμου.
Κώστας Καρυωτάκης
Το ποίημα είναι από την έκδοση Κ.Γ. ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ,
ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΑ. Φιλολογική Επιμέλεια Γιώργος Π. Σαββίδης, τόμος πρώτος,
Φιλολογική Βιβλιοθήκη-2 εκδοτικός οίκος «Ερμής»-Αθήνα 1979, σελ. 164.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 20 Ιουλίου-4 Αυγούστου 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου