Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2023

Το αφιέρωμα του περιοδικού ΕΚΗΒΟΛΟΣ στον ποιητή Κωστή Παλαμά

 

               Ε Κ Η Β Ο Λ Ο Σ

Τριμηνιαίο περιοδικό λογοτεχνίας, θεωρίας της λογοτεχνίας και κριτικής

          Κ Ω Σ Τ Η Σ  Π Α Λ Α Μ Α Σ

                    Ένα  Αφιέρωμα

Αθήνα, Άνοιξη 1986- Τεύχος 14, σελίδες 496

             Κόσμηση:  ΠΕΡΗΣ  ΙΕΡΕΜΙΑΔΗΣ

Για τη συγκέντρωση των μελετημάτων που συγκροτούν το Αφιέρωμα βοήθησε ο καθηγητής Π. Δ. Μαστροδημήτρης

    Το τεύχος τούτο εκδίδεται με την αρωγή του Ιδρύματος Κώστα & Ελένης Ουράνη και του Υπουργείου Πολιτισμού & Επιστημών

     Η ύλη του Εκηβόλου καθορίζεται από τον διευθυντή του, Βασίλη Διοσκουρίδη, και από συντακτική επιτροπή.. Εκδότης, Βασίλης Διοσκουρίδης. Γραφεία, Ησιόδου 28, 10674 Αθήνα- τηλ. 7227…. Τιμή του ειδικού τεύχους: 1000 δρχ. Συνδρομές: ετήσια (4 τεύχη), 2400 δρχ. Εμβάσματα, Βασίλης Διοσκουρίδης, Ησιόδου 28, 10674. Τυπώθηκε το Μάϊο του 1986 σε 2000 αντίτυπα στο τυπογραφείο του Επαμεινώνδα Ταμπακόπουλου, Ηρώων Πολυτεχνείου 70 και Μυκόνου 1, Ζωγράφου. Τα clichés έγιναν στο τσιγκογραφείο του Κώστα Χαλκιόπουλου, Αγίου Μάρκου 14.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

         FRIEDRICH  HOLDERLIN

                  (1770-1843)

         ΤΑ  ΜΙΣΑ  ΤΗΣ  ΖΩΗΣ

        [HALFTE  DES  LEBENS]

            Μετάφραση

ΖΗΣΙΜΟΣ  ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ

Στην Ξανατονισμένη Μουσική (1930)

          με τις μεταφράσεις

                    του

            Κωστή  Παλαμά

           τιμητικό   αφιέρωμα

HALFTE DES LEBENS

Mit gelben Birnen hanget

Und voll mit wilden Rosen

Das Land in den See,

Ihr holden Schwane,

Und trunken von Kussen

Tunkt ihr das Haupt

Ins heilignuchterne Wasser.

 

Weh mir, wo nehm’ ich, wenn

Es Winter ist, die Blumen, und wo

Den Sonnenschein

Und Schatten der Erde?

Die Mauern stehn

Sprachlos und kalt, im Winde

Klirren die Fahnen.  σ.1172

      ΤΑ  ΜΙΣΑ  ΤΗΣ  ΖΩΗΣ

Απιδιές χρυσοκίτρινες

Αγριοτριαντάφυλλα

Μέσα στη λίμνη αποκρεμιούνται,

Κύκνοι εσείς με τη χάρη σας,

Και μεθυσμένοι από φιλήματα

Το κεφάλι βουτάτε

Στ’ αγιασμένο νηφάλιο νερό.

 

Οιμέ που θα βρω τα λουλούδια,

Χειμώνα καιρό, που θα βρω

Τη λιακάδα

Και τον ίσκιο της γης;

Αμίλητοι στέκουν οι τοίχοι

Και παγεροί, στον αγέρα χτυπούν

Οι ανεμοδείχτες. σ. 1173

ΓΙΩΡΓΟΣ Γ. ΑΛΙΣΑΝΔΡΑΤΟΣ (1915),

ΠΩΣ ΕΙΔΕ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΤΟΥΣ ΕΠΤΑΝΗΣΙΟΥΣ ΠΟΙΗΤΕΣ, 1173-1253

      (Στη μνήμη του αξέχαστου ΓΙΩΡΓΟΥ Κ. ΚΑΤΣΙΜΠΑΛΗ)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ, 1177-1184

1., ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ (1792-1869), 1185-1188

2., ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ (1798-1857), 1189-1197

3., ΙΟΥΛΙΟΣ ΤΥΠΑΛΔΟΣ (1814-1883), 1198-1203

4., ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΜΑΡΚΟΡΑΣ (1826-1911), 1203-1209

5., ΙΑΚΩΒΟΣ ΠΟΛΥΛΑΣ (1825-1896), 1209-1212

6., ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΛΟΣΓΟΥΡΟΣ (1849-1902), 1213-1216

7., ΛΟΡΕΝΤΖΟΣ ΜΑΒΙΛΗΣ (1860-1912), 1216-1218

8., ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΕΡΤΣΕΤΗΣ (1800-1874), 1218-1226

9., ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ (1811-1901), 1226-1229

10., ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ (1824-1879), 1229-1245

11., ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΝΑΣ (1832-1896), 1245-1247

12., ΝΙΚΟΛΑΣ ΚΟΝΕΜΕΝΟΣ (1832-1907), 1247-1251

13., ΜΙΚΕΛΗΣ ΑΒΛΙΧΟΣ (1844-1917), 1251-1253

ΣΤΕΦΑΝΟΣ  ΔΙΑΛΗΣΜΑΣ  (1941)

Ο ΔΩΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΓΥΦΤΟΥ ΚΑΙ ΕΝΑ ΑΘΗΣΑΥΡΙΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΝΙΡΒΑΝΑ, 1255-1266

                  (ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ)

ΒΡΑΣΙΔΑΣ  ΚΑΡΑΛΗΣ (1960)

ΙΔΙΟΤΥΠΙΕΣ  ΤΗΣ  ΠΑΛΑΜΙΚΗΣ  ΚΡΙΤΙΚΗΣ, 1267-1281

Κ.  Γ.  ΚΑΣΙΝΗΣ (1943)

«Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΤΟΜΟΣ ΤΩΝ ΒΩΜΩΝ» 1283-1294

    (ΑΝΕΚΔΟΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗ ΛΙΛΗ ΖΗΡΙΝΗ)

Κ.  Γ.  ΚΑΣΙΝΗΣ (1943)

ΚΩΣΤΗΣ  ΠΑΛΑΜΑΣ-  ΝΙΚΟΣ  ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ  1295-1318

ΠΕΤΡΟΣ  ΚΟΛΑΚΛΙΔΗΣ (1920-1985)

ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΡΙΩΝ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ 1319-1329

Π.  Δ. ΜΑΣΤΡΟΔΗΜΗΤΡΗΣ (1934)

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ-

ΤΡΕΙΣ ΣΤΑΘΜΟΙ ΤΗΣ ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ: 1943, 1973, 1983, 1331-1367

Π. Δ. ΜΑΣΤΡΟΔΗΜΗΤΡΗΣ (1934)

Ο ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ Τ. Κ. ΠΑΠΑΤΣΩΝΗ 1369-1407

(ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΜΕ ΓΝΩΣΤΑ ΚΑΙ ΜΕ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ)

Μ. Γ. ΜΕΡΑΚΛΗΣ (1932)

ΜΕΡΕΣ  ΤΟΥ  ΚΩΣΤΗ  ΠΑΛΑΜΑ (1859-1919), 1409-1451

ΓΙΑΝΝΗΣ  ΝΟΤΑΡΗΣ (1915)

ΤΟ  ΠΟΙΗΜΑ  ΤΟΥ  ΠΑΛΑΜΑ «ΠΑΥΛΟΣ  ΜΕΛΑΣ» ΚΑΙ ΜΙΑ ΥΠΕΡΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ 1453-1462

ΠΑΝΟΣ  ΠΑΠΑΧΡΗΣΤΟΣ (1905)

ΚΩΣΤΗΣ  ΠΑΛΑΜΑΣ- ΣΤΕΛΛΑ  ΔΙΑΛΕΤΗ  (ΜΙΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ) 1463-1488

Γ. Α. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ (1939)

ΠΑΛΑΜΙΚΟ- ΕΝΑ ΑΘΗΣΑΥΡΙΣΤΟ  ΚΕΙΜΕΝΟ 1489-1495

       Στην πολύτιμη «Βιβλιογραφία Κωστή Παλαμά» του Γ. Κατσίμπαλη [Νέα Εστία, τομ. 31, τεύχ. 397, Χριστούγεννα 1943, σελ. 387, αριθμ. λήμμ. 100] καταγράφεται ως πρώτο ποιητικό δημοσίευμα του Ποιητή το «Γιούλι», δημοσιευμένο στον Αττικόν Ημερολόγιον του δίσεκτου έτους 1876 του Ειρηναίου Ασωπίου [έτος Ι΄, Αθήνα 1875, σελ. 422-423]. Συναφής είναι και η ομολογία του ίδιου του Παλαμά σε κείμενό του τού 1930 [«Πώς πρωτομπήκα στη δημοσιότητα», περ. Νέα από την Ελλάδα, Δεκέμβριος 1930, ξαναδημοσιευμένο στον τόμο Τα χρόνια μου και τα χαρτιά μου= ΑΠΑΝΤΑ, 4 (1963), σελ. 383 (1) ((1) Τη βιβλιογραφική αυτή ένδειξη οφείλω στο συνάδελφο κ. Κασίνη, τον οποίο, και από εδώ, ευχαριστώ.). Πρβλ. το γράμμα του Παλαμά προς την εξαδέρφη του Μάσιγγα Δ. Παλαμά, 31 Δεκεμβρίου 1875, στου Κ. Γ. Καίνη, Κωστή Παλαμά, Αλληλογραφία, Α΄(1875-1915), Αθήνα 1975, σελ.13 και 255]. Η έρευνα ωστόσο έχει δείξει [η πληροφορία στου Κασίνη, ό.π. σελ. ξδ΄], ότι τον Μάρτιο του 1874, δύο χρόνια πρωτύτερα, ο Παλαμάς είχε, με ποιήματά του, παρουσιαστεί από τις στήλες της μεσολογγίτικης εφημερίδας Δυτική Ελλάς. Στα ευρήματα αυτά ερχόμαστε τώρα να προσθέσουμε το πρώτο-όσο είναι γνωστό-φιλολογικό παρουσίασμα του Παλαμά στον αθηναϊκό τύπο. Πρόκειται για ένα πολύστιχο ελεγείο, δημοσιευμένο στην Εφημερίδα των Συζητήσεων της 23 Αυγούστου 1875 [έτος S΄, αριθμ. 504, σελ.4γ-δ]. Ο, κατά το σημείωμα της εφημερίδας, «εύελπις και νεαρός του γυμνασίου απόφοιτος Κων. Μ. Παλαμάς» έγραψε το ελεγείο με αφορμή το πρόωρο θάνατο του συμπολίτη του, και φοιτητή της νομικής, Σπυρίδωνα Ιγγλέση. Οι φραστικές αδυναμίες του ποιήματος είναι αρκετά φανερές για να τις σχολιάσουμε’ φανερή επίσης είναι και η επίδραση της υπερρομαντικής αισθηματολογίας, «κοινού τόπου» στην ποίηση της εποχής-και είναι γνωστό, από τον ίδιο τον Ποιητή αλλά και από πληροφορίες άλλων, πόσο τον επηρέαζε τότε ο Αχ. Παράσχος και οι τεχνίτες οι βγαλμένοι από τα εργαστήρια του Σούτσου και του Ραγκαβή [βλ. Κ. Παλαμά, Αριστοτέλης Βαλαωρίτης= ΑΠΑΝΤΑ, 8 (1969), σελ. 200 και Αιμ. Χουρμούζιου, Ο Παλαμάς και η εποχή του, Α΄(1944, ανατ. 1974), σελ.38-42, 50-52].

                             «Έν τη ανθηροτέρα ηλικία πλήρης ελπίδων και επαγγελιών διά τε την εαυτού οικογένειαν και την κοινωνίαν απεβίωσεν εν Μεσολλογίω ο της νομικής φοιτητής Σπυρίδων Ιγγλέσης. Η πόλις απαξάπασα εθρήνησε τον άωρον και δύσμοιρον θάνατόν του συρρεύσασα εις την διαπρεπή αυτού κηδείαν. Το γενικόν δε τούτο άλγος διηρμήνευσεν ο εύελπις και νεαρός του γυμνασίου απόφοιτος Κων. Μ. Παλαμάς δια του εξής ελεγείου, όπερ απήγγειλε πρό του πολυκλαύστου νεκρού.

                        Απέθανεν, απέθανεν… ο κώδων του θανάτου

                        «Απέθανεν, απέθανεν» αντιλαλεί προθύμως.

                        Είναι ψυχρόν, απαίσιον, βαρύ το μήνυμά του,

                        και άπελπις κατέκλινα την κεφαλήν πενθίμως…

                        Εβύθισα το πνεύμα μου είς ρεμβασμών σωρείαν,  5

 

                        Αλλοίος ο Σπυρίδων μας εμπρός εμού παρέστη’

                        Ωχρός, πενθήρης, σκυθρωπός ενώπιόν μου έστη’

                        ακίνητος και έντρομος διέβλεπα τον νέον,

                        και είδα δάκρυ διαυγές των οφθαλμών του ρέον,  10

                        «Μητέρα, εψιθύρισε, μητέρα μου αθλία…»

                        κ’ εξηφανίσθ’ η αλγεινή και μαύρη οπτασία.

 

                        Ώ φίλοι μου, τι άρά γε το όνειρον σημαίνει;

                        Φεύ,  εις το πνεύμα μου πολλά εκείνο υπεμφαίνει’

                        δηλοί ότι απαίσιον εις δυστυχή μητέρα                       15

                        ν’ απονεκρούται η ελπίς εκείνης η φιλτέρα.

                        Δηλοί ότι απαίσιον να θνήσκη η νεότης,

                        ήτις ην έαρ και χαρά και φώς και ωραιότης.

 

                        «Μητέρα, εψιθύρισε, μητέρα μου αθλία…»

                        Ώ έκφρασις του πόνου του περιπαθής, βαθειά!     20

                        Κ’ επί της κλίνης της δεινής κ’ εσχάτης του θανάτου

                        ήτο πικρόν και ένθερμον η μήτηρ μέλημά του.

                        Την δυστυχή μητέρα του ο τάλας ενθυμείτο,

                        δεν ελυπείτο δι’ αυτόν, εκείνην ελυπείτο.

 

                        Τις δολοφόνος, φίλοι μου, τις μαύρος δολοφόνος   25

                        τοιούτον μας παρέδωκε τον φίλον μας απόνως;

                        Και τις, αφ’ ού εμάρανε το άνθος της ζωής του,

                        άνθη σωρεύ’ ειρωνικώς επί της κεφαλής του;

                        Τις την γοργήν νεότητα αφήρπασε, και ήδη

                        την σάρκα της του σκώληκος μνηστήν την παραδίδει;   30

 

                        Ιδού ο Σπύρος έφυγεν, επέταξεν, εσβέσθη.

                        Ακάματος της φθίσεως ο σκώληξ εκορέσθη…

                        Ο σκώληξ ο αήττητος και τροπαιούχος, οίμοι!

                        πρό του οποίου ωχριά δειλή η επιστήμη.

                        Κατάρατος! Κατέβαλε την ακμηράν υγείαν,  35

                        και την χρυσήν εμάρανε του νέου ηλικίαν.

 

                        Έρρε, θανάτου ισχυρά, μεγάλη ειρωνία,

                        ερρε, ω νόσος, οδηγέ θανάτου απαισία.

                        Ώ σπαραγμοί! Ανίλεων το πνεύμα του  θανάτου,

                        ανίλεων τον ήρπασεν εις τα ψυχρά πτερά του.   40

                        Ευδαίμων γη! Εις το ψυχρόν και σκωληκώδες χώμα

                        συ θα εγκλείσης εν στοργή του φίλου μας το σώμα;

 

                        Σύ, γή, θα ανοιχθής αντί της μητρικής αγκάλης;

                        Σύ το πτηνόν του έρωτος, ώ γή, θα περιβάλης;

                        Πτηνόν εκείνο προσχαρές αφίστατο εις κλώνας,   45

                        επόθει τ’ άστρα, τ’ άσματα, τα άνθη, τους λειμώνας.

                        Πώς εις το σκότος το βαρύ, πτηνόν, θα συνειθίσης;

                        θα δυνηθής καλλίπτερον εκεί να κελαηδήσης;

 

                        Οπόταν έζης, Σπύρο μου, προς τ’ άνω επλανάσο,

                        χρυσάς ελπίδας ουρανού αιθρίου εθεάσο’               50

                        διαγελών το μέλλον σου διέβλεπε το όμμα,

                        δεν έβλεπε τον χάρωνα, δεν έβλεπε το χώμα.

                        Και τώρα; φεύ! τα χείλη μου ψελλίζουν ελεγείας

                        πρό της νεκράς νεότητος, πρό σιγηλής καρδίας.

 

                        Ιδέ, θάνατε, δόλιε, ιδέ πώς κλαυθμηρίζουν,               55

                        και άκουσε ποίας φωνάς σπαρακτικάς σκορπίζουν.

                        Γνωρίζεις τι αισθάνεται η μήτηρ έντοσθέν της,

                        οπόταν βλέπη άψυχον το τέκνον έμπροσθέν της;

                        Πώς κόπτεται των αδελφών η προσφιλής χορεία;

                        Φεύ! τις αυτάς κατέβαλεν αγρία τρικυμία;                 60

 

                        Απόδος μας τον φίλον μας! ήν νεαρός ακόμα,

                        δεν ήν δια το άφιλον και παγετώδες χώμα.

                        Τον ουρανόν ητένιζε σφριγών ο οφθαλμός του.

                        Το σκότος τον φοβεί πολύ πολύ του μνήματός του.

                        Εκείνος έτρεχε ποτέ εις ευανθή πεδία,                          65

                        κ’ είνε η κλίνη του στενή, κ’ είνε η πλάξ βαρεία.

 

                        Απόδος μας τον ζωρόν Σπυρίδωνα! και πάλιν

                        να μας ανοίξη πάλλουσαν, ακμαίαν την αγκάλην.

                        Να ιδή πάλιν εύθυμος το φώς και την ημέραν,

                        να συμβαδίση μεθ’ ημών εις θερινήν εσπέραν.            70

                        Ουχί ημάς’ την δυστυχή μητέρα ευσπλαχνίσου,

                        της λείας σου της ζηλευτής, ώ χάρων, παραιτήσου.

 

                        ….Είς τί απάτας, ω λύρα μου, πλανάσαι,

                        υπό κενών, αερωδών ελπίδων βαυκαλάσαι.

                        Αν ήκουεν ο θάνατος τοσαύτας ικεσίας,                         75

                        εις πόσας πάλιν τους παλμούς θα έδιδε καρδίας.

                        Είνε κωφός ο θάνατος’ ώ λύρα, απελπίσου,

                        δέν συγκινεί τον θάνατον ουδείς, ούδ’ η μολπή σου.

 

                        Πλήν τις φωνή πανίσχυρος εγείρεται εντός μου;

                        Ά! είνε μυστική φωνή της συνειδήσεώς μου’                    80

                        ώ ψάλτα, λέγει, ύψωσε από της γής το χώμα

                        τους οφθαλμούς προς το γλυκύ του ουρανού σου χρώμα’

                        η γη παρέχει δάκρυα, κραυγάς απελπισίας,

                        και μόνον τα ουράνια γεννούν παραμυθίας.

 

                        Ώ μούσα μου, διάτρεξον τους κυανούς αιθέρας,                   85

                        πέτα, και άσμα έμπνευσον ελπίδος γλυκυτέρας.

                        Τί βλέπεις, μούσα, και σκιρτάς; εις τα χλωμά σου χείλη,

                        πώς δύναται μειδίαμα τοιούτον ν’ ανατείλη;

                        -Βλέπω τον Σπύρον μας λαμπρόν ως άστρον ανατέλλον

                        υψούμενον είς ουρανόν υπό λευκών αγγέλων.                     90

 

                        Εκεί, εις κόσμον αληθή φωτός, είς κόσμον άλλον

                        ιδέ, μεταφυτεύεται το άνθος μας το θάλλον.

                        Το λατρευμένον άνθεμον ο ουρανός ηράσθη,

                        επόθησε το μύρον του, και τάνθος ανηρπάσθη.

                        Χαρήτε! ο Σπυρίδων μας εκεί εν ευφροσύνη                95

                        υπέρ ημών πρόν τον Θεόν δεήσεις αποτείνει.                

Σημειώσεις:

     Συνεχίζω την ανάρτηση των περιεχομένων διαφόρων λογοτεχνικών περιοδικών αφιερωμένων στον ποιητή και δάσκαλο Κωστή Παλαμά, φέτος, που συμπληρώνονται 80 χρόνια από την κοίμησή του. Γεννήθηκε στις 3 το απόγευμα στην οδό Κορίνθου 77 στην Πάτρα 13/1/1859- Και απεβίωσε στις 3 π.μ. στην οικία του, οδός Ασκληπιού 3 στην Αθήνα, στις 27 Φεβρουαρίου 1943. Η συνομήλικη σύζυγός του Μαρία, και μητέρα των τριών παιδιών του, είχε φύγει από την ζωή λίγες ημέρες νωρίτερα. Στις 9 Φεβρουαρίου 1943. Ο Παλαμάς δεν το έμαθε ποτέ, ήταν βαρειά άρρωστος, οι κοντινοί του προτίμησαν να μην του το πουν. Δίπλα στο προσκεφάλι του τα δύο του παιδιά. Ο Λέανδρος και η Ναυσικά. Ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός τον επισκέπτεται καθημερινά καθώς και άλλοι, φίλοι του ομότεχνοί του ποιητές και λογοτέχνες. Το γεγονός της βαριάς του αρρώστιας, είχε γεμίσει θλίψη και πόνο τις καρδιές όλων των Ελλήνων τα Κατοχικά εκείνα σκοτεινά χρόνια. Την επομένη, 28 Φεβρουαρίου, ο ποιητής θα σκεπάζονταν από τα χώματα της Αθηναϊκής γης που αγάπησε και ύμνησε. Κηδεύεται στο Α΄ Νεκροταφείο. Το κιβούρι του το σηκώνουν στους ώμους τους λογοτέχνες και ποιητές από κάθε ποιητική γενιά. Ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός θα εκφωνήσει πάνω από το φέρετρό του το συγκλονιστικό, πατριωτικό και αγωνιστικό ποίημα:

                                «Ηχήστε οι σάλπιγγες!

                        Καμπάνες βροντερές δονήστε σύγκορμη τη χώρα, πέρα ως πέρα…

                        Βογγήστε, τύμπανα πολέμου…

                        Οι φοβερές σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα!

                        Σ΄ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα!

                         Ένα βουνό με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,

                         κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,

                        ποιόν κλεί, τί κι αν το πει η δικιά μου γλώσσα;

                        Μά εσύ, Λαέ, που τη φτωχή Σου τη μιλιά,

                        Ήρωας, την πήρε και την ύψωσε ως τ’ αστέρια,

                        μοιράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά

                        της τέλειας Δόξας του ανασήκωστον στα χέρια,

                        γιγάντιο φλάμπουρο, κι απάνω κι από μας

                        που τον υμνούμε, με καρδιά αναμμένη,

                        πές μ’ ένα μόνο ανασασμόν: «ο Παλαμάς!»,

                        ν’ αντιβογκήσει τ’ όνομά του η Οικουμένη!

                        Ήχήστε, οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,

                        δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…

                        Βογγήστε, βούκινα πολέμου!.... Οι ιερές

                        Σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα!

                        Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένας λαός,

                        σηκώνοντας τα μάτια μου τη βλέπει’

                        κι ακέριος φλέγεται ως με τ’ άδυτο ο Ναός,

                        κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τονε σκέπει.

                        Τί πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός

                        της αιωνιότητας αστράφτει, αυτή την ώρα,

                        Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός,

                        την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,

                        πού, αφού το Έργο της θεμέλιωσε βαθιά

                        στην γην αυτήν με μιάν ισόθεη Σκέψη,

                        τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο

                        με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.

                        Ηχήστε, οι σάλπιγγες…. Καμπάνες βροντερές,

                        δονήστε σύγκορμη τη χώρα, πέρα ως πέρα…

                        Βόγκα, Παιάνα! Οι σημαίες οι φοβερές,

                        στής Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε τον αέρα!

     Η λαϊκή συμμετοχή ήταν τεράστια, ογκώδεις, μια μεγάλη λαοθάλασσα ακολουθούσε τον αγαπημένο τους ποιητή, τον δικό τους ποιητή, τον ποιητή των χρόνων τους, της εποχής του στην τελευταία του κατοικία. Η ανθρώπινη αλυσίδα που ήρθε να συντροφεύσει τον ποιητή τους για τελευταία φορά πλημμύριζε τους γύρω από το κοιμητήριο δρόμους.  Το θλιμμένο πλήθος πλημμύριζε την οδό Αναπαύσεως και έφτανε μέχρι τις στήλες του Ολυμπίου Διός και ακόμα πιο πίσω, γέμιζε την πλατεία Συντάγματος, έφτανε ως την Ομόνοια. Οι Γερμανικές στρατιωτικές κατοχικές των κατακτητών δυνάμεις έμειναν έκπληκτοι από αυτήν την κοσμοσυρροή, αυτή την παλλαϊκή αντιστασιακή συμμετοχή του ελληνικού λαού που κήδευε τον Ποιητή του. Τα έχασαν μπροστά στην άφοβη και αδείλιαστη αυτή αγωνιστική και πατριωτική αυτή κοσμοθάλασσα που είχε έρθει να συνοδεύσει, να παρακολουθήσει την κηδεία και, ως του πατριωτικού θαύματος, μετατράπηκε σε διαδήλωση αντίστασης ενάντια στον βάρβαρο κατακτητή. Ζήτησαν να καταθέσουν στεφάνια και να εκφωνήσουν λόγο, οι παρευρισκόμενοι αντιστάθηκαν. Η στιβαρή και τολμηρή φωνή του Γιώργου Κ. Κατσίμπαλη άρχισε να ψέλνει τον Εθνικό Ύμνο πριν προλάβουν οι κατακτητές να αντιδράσουν. Σύσσωμος ο λαός και οι γύρω από τον τάφο, άρχισαν με βροντερή φωνή να ψάλλουν μαζί του, το του Διονυσίου Σολωμού: «Σε γνωρίζω από την όψη του σπαθιού την τρομερή….». Ήταν μία πανεθνική αντιστασιακή φωνή πρόσκληση σε αγώνα για την Ελευθερία και την εθνική ανεξαρτησία. (Ο απόηχος της φωνής του Κατσίμπαλη διέτρεξε τον ιστορικό της ελλάδας χρόνο και ενώθηκε με την φωνή του νεαρού εκφωνητή των ημερών του Πολυτεχνείου του 1973). Ολάκερος ο αγωνιζόμενος Ελληνικός Λαός εκείνων των σκοτεινών χρόνων του 1943 ύψωνε το ανάστημά του μπροστά στον ξένο κατακτητή που τους είχε υποδουλώσει με την δύναμη και την βία των όπλων. Ήταν σαν να τους έλεγε με μία φωνή, όσο αυτή η πατρίδα γεννά τέτοιους ποιητές δεν φοβόμαστε, θα αντιστεκόμαστε. Ο Εθνικός ποιητής και Δάσκαλος του Γένους Κωστής Παλαμάς, είχε κλείσει τα μάτια του πριν προλάβει να δει την πατρίδα του, την Ελλάδα, να απελευθερώνεται από τον ξένο βάρβαρο κατακτητή, είχε όμως κατορθώσει για άλλη μία φορά, να συσπειρώσει γύρω του-έστω και με τον θάνατό του-όλον τον Ελληνικό Λαό. Να γίνει ο μπροστάρης, ο καθοδηγητής του, ο σηματωρός, ο εμπνευστής του. Δύο χρόνια μετά, η χώρα θα απελευθερωνόταν. Οι κατακτητές αφήνοντας πίσω τους πόνο, θλίψη, ανθρώπινες και υλικές καταστροφές, θα εγκατέλειπαν την Ελλάδα. Η παρουσία του ποιητή Κωστή Παλαμά την ημέρα της απελευθέρωσης, θα ήταν κοντά τους, σιμά τους, ανάμεσα στον ανώνυμο Ελληνικό Λαό που γιόρταζε την απελευθέρωσή του την ελευθερία του και βρίσκονταν στους δρόμους και στις πλατείες. Η φωνή του Κωστή Παλαμά θα ενώνονταν με τις μυριάδες φωνές των ανώνυμων και επώνυμων Ελλήνων και Ελληνίδων που αποκτούσαν και πάλι την Ελευθερία τους. Το Παλαμικό της Ποίησης αστροπελέκι θα φώτιζε ξανά υπερήφανα, τροπαιοφόρα, νικητήρια τον αττικό ουρανό. Θα φλόγιζε τις ψυχές των Ελλήνων.

     Μετά τον απώλεια του Κωστή Παλαμά, θα πραγματοποιηθούν πλήθος επιμνημόσυνων εκδηλώσεων στην μνήμη του. Ο μετέπειτα πρώτος νομπελίστας μας ποιητής και διπλωμάτης Γιώργος Σεφέρης θα εκφωνήσει στο Κάιρο που βρίσκονταν την γνωστή ομιλία του 19 Μαρτίου 1943 για τον ποιητή. Ενώ το δεύτερο ελληνικό νόμπελ, ο νεαρός ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, θα είναι από τα πρώτα μέλη του «Ομίλου Παλαμά» που  ιδρύεται στις 30 Μαϊου 1943. Την ίδια χρονιά θα εκφωνήσει ομιλία για τον ποιητή ο ορφικός Άγγελος Σικελιανός, ενώ ο πιστός και σταθερός φίλος του Ποιητή, ο Γιώργος Κ. Κατσίμπαλης, ένθερμος και σταθερός Παλαμιστής θα κυκλοφορήσει από το τυπογραφείο του Σεργιάδη, τα πρώτα φυλλάδια με τις Βιβλιογραφίες του Κωστή Παλαμά. Από το 1917 που δίνεται η πρώτη διάλεξη για το έργο του Κωστή Παλαμά από τον Τυμφρηστό στο Λύκειο των Ελληνίδων, η πορεία τίμησης του έργου και της μνήμης του είναι ανοδική και σταθερή. Το περιοδικό «Νέα Εστία» πραγματοποιεί πολλά μικρά και μεγάλα αφιερώματα στον ποιητή. Ιδιαίτερης βαρύτητας είναι το πλούσιο και μεστό αφιέρωμα του 1943 χρονιά του θανάτου του. Το πειραιώτικο περιοδικό «Πειραϊκά Γράμματα» επίσης του αφιερώνει ειδικό τεύχος. Τα «Αχαϊκά» και άλλα περιοδικά όπως η «Αγγλοελληνική Επιθεώρηση», η «Ελληνική Δημιουργία», η «Πορεία», ο «Παρνασσός», οι «Νέοι Σταθμοί», οι «Θερμοπύλες», το «Περιοδικόν μας» και πολλά άλλα ξενόγλωσσα και ελληνόγλωσσα, σε ειδικά τεύχη τους θα αφιερώσουν την ύλη τους στον ποιητή. Εννιά μήνες μετά την εκδημία του, Νοέμβριος 1943, θα εκδοθεί το ολιγόχρονο περιοδικό (3 μόνο τεύχη) τα «ΠΑΛΑΜΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ». (σε προηγούμενα Παλαμικά μου σημειώματα-από τον Δεκέμβρη του 2022- αντέγραψα και αναφέρθηκα σε ορισμένα από τα αφιερώματα και στα Π.Γ..). Τις μεταγενέστερες δεκαετίες, κάθε 20ετία από τον θάνατό του, η μνήμη του θα τιμάται με επετειακές εκδηλώσεις, διοργάνωση ομιλιών και συνεδρίων, απαγγελίες ποιημάτων του, δίδονται διαλέξεις σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Ο συνθέτης Μανώλης Καλομοίρης, την δεκαετία 1950-1960, για την ακρίβεια (1954) θα συνθέσει την «Παλαμική Συμφωνία του» και θα μελοποιήσει αρκετά ποιήματά του. Την ίδια δεκαετία, και συγκεκριμένα, τον Φεβρουάριο του 1958 θα φύγει η κόρη του ποιητή Ναυσικά ενώ τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς θα φύγει και ο γιός του. Οι τύχες του Παλαμικού έργου και η ανάδειξη της εικόνας του, θα αφεθεί έκτοτε στα χέρια των φίλων και θαυμαστών του, ιδιαίτερα στον Γιώργο Κ. Κατσίμπαλη. Την επομένη χρονιά, (1959) μετά από συνεννόηση με τους βιολογικούς κληρονόμους του ποιητή θα συσταθεί 1/12/1959 το «Ίδρυμα Κωστή Παλαμά» στο οποίο περιέρχονται στην δικαιοδοσία του το αρχείο του ποιητή, η βιβλιοθήκη του, τα αυτόγραφα και τα προσωπικά της οικίας του αντικείμενα τα βιβλία του. Στην πρώτη δεκαμελή επιτροπή ισόβιος πρόεδρος είναι ο Γ. Κ. Κατσίμπαλης, ο Αντρέας Καραντώνης γραμματέας και μέλη οι: ο Ηλίας Βενέζης, ο Ξενοφών Ζολώτας, ο Γεώργιος Κουρνούτος, ο Γεώργιος Αθανασιάδης- Νόβας, ο Ευάγγελος Π. Παπανούτσος, ο Δημήτριος Π. Συναδινός, ο Γεώργιος Συριώτης και ο Κωνσταντίνος Τσάτσος. Από την πολεμική και κατοχική ιστορικά δεκαετία θα κυκλοφορήσουν δεκάδες λογοτεχνικά περιοδικά και ένθετα εφημερίδων αφιερωμένα στο έργο, τον βίο, την παρουσία του, την αλληλογραφία του. Στις 5 Μαρτίου του 1944 θα απονεμηθεί το πρώτο έπαθλο Κωστή Παλαμά στον μικρασιάτη ποιητή Γιώργο Δελή. Με το έπαθλο Κωστή Παλαμά (1947) θα τιμηθεί μεταξύ άλλων και ο μικρασιάτης ποιητής Γιώργος Σεφέρης. Ενώ, ο πειραιώτης φιλόσοφος και παιδαγωγός Ευάγγελος Π. Παπανούτσος θα εκδώσει την μελέτη του: «Παλαμάς- Καβάφης- Σικελιανός» εκδόσεις Άλφα, Ι. Μ. Σκαζίκη 1947. Να σημειώσουν ότι όπως παρατηρούμε τα εκδοτικά τεκταινόμενα την μεταθανάτια συγγραφική τύχη του Παλαμά , δεν την είχαν οι περισσότεροι μάλλον από τους έλληνες ποιητές μας. Εξαίρεση αποτελεί η Βιβλιογραφία του αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Π. Καβάφη και του Γιάννη Ρίτσου, παρακάμπτοντας τον εθνικό ποιητή Διονύσιο Σολωμό και τον Ανδρέα Κάλβο. Οι εκδοτικοί οίκοι που κατά καιρούς εξέδωσαν τίτλους βιβλίων του και μελετών για το έργο του είναι πάρα πολλοί. Το Ίδρυμα Κωστή Παλαμά, το οποίο στεγάζεται στην Ασκληπιού 3 στην Αθήνα, τοποθεσία που έζησε και δημιούργησε ο ποιητής τα τελευταία 40 χρόνια της ζωής του, (η παλαιά οικία γκρεμίστηκε και στην θέση της οικοδομήθηκε πολυκατοικία όπου με την οικονομική υποστήριξη του Γιώργου Κ. Κατσίμπαλη αγοράστηκε ο χώρος που σήμερα στεγάζεται το Ίδρυμα) έχει αρχίσει να εκδίδει εκ νέου, τα πολύτομα «ΑΠΑΝΤΑ» του ποιητή, περίπου 50 τόμοι. Η νέα αυτή επανέκδοση θα «αντικαταστήσει» όπως φαίνεται την παλαιότερη 16τομη των εκδόσεων «Μπίρη- Γκοβόστη». Η έκδοση του Ιδρύματος θα συμπεριλάβει και άγνωστα και ακυκλοφόρητα δημοσιεύματά του και το σύνολο της Αλληλογραφίας του. Οι μελέτες και τα άρθρα, τα δημοσιεύματα που έχουν γραφεί και δημοσιευθεί σε περιοδικά και εφημερίδες, μικρά, μεγάλα και «λαθρόβια» τοπικά έντυπα ανά την ελληνική επικράτεια είναι χιλιάδες. Η Βιογραφία του είναι ανοιχτή στο μέλλον και η ποίησή του συνεχίζεται να διαβάζεται. Η θεατρική του συγγραφή έχει παρασταθεί σε ελληνικές σκηνές. Η γενιά μου, ευτύχησε να την δει σε σκηνή. Η φωνή του ποιητή έχει μαγνητοφωνηθεί να διαβάζει το έργο του «Ο Τάφος». Πανεπιστημιακοί καθηγητές έχουν εκπονήσει διδακτορικές διατριβές για έργα του, όπως της καθηγήτριας του Πανεπιστημίου Αθηνών κυρίας Ελένης Πολίτου-Μαρμαρινού, «Ο Κωστής Παλαμάς και ο γαλλικός Παρνασσισμός», Αθήνα 1976, ενώ, το 1980 θα κυκλοφορήσει η εργασία του καθηγητή και νυν προέδρου του Ιδρύματος κυρίου Κ. Γ. Κασίνη «Η ελληνική λογοτεχνική παράδοση στη «Φλογέρα του Βασιλιά». Ο καθηγητής και Παλαμιστής Κ, Γ. Κασίνης θα κυκλοφορήσει μεταξύ άλλων του μελετών, από τις εκδόσεις «Πατάκη» 2014, τον τόμο «ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ», επιλογή: Κ. Γ. Κασίνης. Τα Τετράδια Ευθύνης σαράντα χρόνια από τον θάνατό του θα κυκλοφορήσουν τον 21ο τόμος τους «Επιστροφή στον Παλαμά».. Ενώ τα «Πρακτικά του 9ου Συμποσίου Ποίησης», εκδόσεις Αχαϊκές εκδόσεις 1993 θα είναι αφιερωμένο στον ποιητή. Το Δεκέμβριο του 1970 σε επιμέλεια Μανόλη Κ. Χατζηγιακουμή οι εκδόσεις «Ερμής» στο νούμερο ΣΠ-9 θα κυκλοφορήσουν τον καλαίσθητο τόμο «Κωστής Παλαμάς, ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ». Το περιοδικό «Κ», τχ.3/11, 2003, το διπλό τεύχος 793-794/25-7/4-9-2003 του πολιτικού περιοδικού «Αντί» είναι αφιερωμένο στον ποιητή. Το ίδιο και το περιοδικό «Θέματα της Λογοτεχνίας» τχ. 24/9,10,11,12, 2003 και τχ. 25/1,2,3,4, 2004. Το ένθετο περιοδικό της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία», η «Βιβλιοθήκη» τχ.278/24-10-2003 είναι αφιερωμένο στον Κ. Παλαμά. Το λογοτεχνικό περιοδικό «Η Λέξη» τχ.114/3,4,1993, το περιοδικό «Διαβάζω» τχ. 334/27-4-1994, το περιοδικό της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων, συγκαταλέγονται στα αφιερωματικά τεύχη στον ποιητή. Κυκλοφόρησαν ακόμα και διάφορες Ανθολογήσεις ποιημάτων του βλέπε αυτή των εκδόσεων «Ερμής» και της πολιτικής εφημερίδας «Η Καθημερινή».

     Το παρόν αφιερωματικό τεύχος του τριμηνιαίου περιοδικού λογοτεχνίας, θεωρίας της λογοτεχνίας και κριτικής, «ΕΚΗΒΟΛΟΣ», τεύχος 14 που κυκλοφόρησε 37 χρόνια πριν, είναι από τα πλέον αξιόλογα και σημαντικά, και πλούσιο σε «ειδική» θεματική ύλη αφιερωματικά περιοδικά στον ποιητή-τουλάχιστον τις τελευταίες δεκαετίες. Τα ονόματα των συμμετεχόντων καθηγητών- πανεπιστημιακών και μελετητών, Παλαμιστών που συνεργάζονται, και η ποιότητα και το γλωσσικό και ερμηνευτικό ύφος των κειμένων τους, δηλώνουν την συμβολή του τεύχους στις Παλαμικές σπουδές και την ευχάριστη ανάγνωση του τόμου του περιοδικού. Αν συνεξετάσουμε την ύλη των αφιερωματικών τευχών που έχουν εκδοθεί από το 1943 έως τις μέρες μας, θα έχουμε όχι μόνο μία θετική και συνολική θεώρηση της καθόλου συγγραφικής παρουσίας του ποιητή Κωστή Παλαμά αλλά, και το εύρος και ποικιλία των θεμάτων και των κριτικών και ποιητικών ειδών κάθε φορά που διερευνάται η συγγραφική Παλαμική παραγωγή στην διάρκεια του χρόνου, και στις μεταβολές και επιμειξίες που δέχτηκε η φωνή του Παλαμά, έως την χρονική στιγμή που βρήκε την τελική της μορφή. Θα διαπιστώσουμε ακόμα, ότι παρά τις ελάχιστες εξαιρέσεις, αρνητικές φωνές συγγραφέων και κριτικών που αρνούνται το Παλαμικό έργο, ή μέρος, τμήματα αυτού, ο ελληνικός λαός- στο σύνολό του-και το μεγαλύτερο μέρος των καθηγητών και μελετών του, αγάπησε την ποίησή του, σεβάστηκε τον ποιητή και το έργο του, το τραγούδησε, το ύμνησε και εξακολουθεί να το μελετά, να το ερευνά και να το ερμηνεύει σε πείσμα των αρνητών του. Αυτών, που περισσότερο μάλλον μιλούν για τα κριτικά κείμενα ενάντια στο έργο του παρά για το ίδιο το έργο. Ο Κωστής Παλαμάς ξεπέρασε ενδόξως και τιμητικά τις δύσκολες και σκοτεινές συμπληγάδες των διαφόρων ιδεολογικών στρατοπέδων. Έγινε τουλάχιστον για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα το κεντρικό ποιητικό ρεύμα ανάγνωσης της ελληνικής μας ποίησης. Γονιμοποιός ο ίδιος σαν ποιητής και κριτικός, γονιμοποίησε θετικά και τους πλησιάζοντας το έργο του. Την ποιητική και κριτική του γραφή. Ο στοχασμός του, με όλες τις «ιδιορρυθμίες» που ενδέχεται  να έχει μία ισχυρή προσωπικότητα και δυνατή φωνή όπως η δική του, έγινε αγαπητός και αποδεκτός αλλά, και πολεμήθηκε από ορισμένους. Προβάλλοντας πάνω στο έργο του πράγματα και στοιχεία, που δεν του αναλογούσαν, είταν πέρα από την ατομική του προβληματική και στοχασμό, περιπέτεια σκέψης. Όπως όμως φαίνεται, και δηλώνει το διαρκές διαρκώς ενδιαφέρον για το πρόσωπό του, την ποιητική του, την φυσιογνωμία και κριτική γραφή του, η εκτίμηση προς την παρουσία του δεν εξέλειπε. Τον απεκάλεσαν ποιητή και παιδαγωγό του Γένους των Ελλήνων, της Φυλής μας και αυτό παρέμεινε στις συνειδήσεις και τις ψυχές των απλών ελλήνων και ελληνίδων. Τα άλλα, τα Αντιπαλαμικά, δεν μείωσαν την αίγλη του. Εξάλλου, όσο και αν προσπαθούσαν πεισματικά οι φίλοι και θαυμαστές του, οι σταθεροί Παλαμιστές, που, ομολογούν την σταθερή αναγνωστική τους προτίμηση, δεν θα μπορούσαν να επιβάλλουν την θετική θέλησή τους, αν ο κόσμος, ο ελληνικός λαός στην πλειοψηφία του δεν τον αγαπούσε. Καμία κρατική ή πολιτική εξουσία, ή αστική ή μαρξιστική ιδεολογία δεν θα μπορούσε να τον επιβάλει στο κοινωνικό σώμα αν το ίδιο το Παλαμικό έργο δεν άντεχε στον χρόνο και δεν βρίσκονταν, όποτε χρειάζονταν στα χείλη των φιλότεχνων και των αναγνωστών του ελληνικού ποιητικού λόγου. Ίσως, μία εποχή «τρελή» και θρυμματισμένη, πολεμοχαρής, σκοτεινή και πολυεξακτινομένη στους συμβολισμούς της, πολυστρωματικά αντιφατική όπως είναι η δική μας, των αρχών της 3ης χιλιετίας της ανθρωπότητας να μην αντέχει ή να μην χρειάζεται φωνές σαν αυτές του Κωστή Παλαμά. Ενδέχεται ακόμα να χρησιμοποιείται η φωνή και η γραφή του για εθνικιστικές σκοπιμότητες τρίτων, πέρα από το καθαρό πλαίσιο που ορίζει η ίδια η ποίηση, οι κανόνες της λογοτεχνίας όμως ο Παλαμάς, είναι «αθώος» του αντιποιητικού παιχνιδιού τούτου. Ο Κωστής Παλαμάς, δεν είναι μία από τις σημαντικές σκιές του ελληνικού ποιητικού λόγου, είναι μία φωτεινή ακτίνα ποιητικού φωτός που, εξακολουθεί να λάμπει μέσα στο ποιητικό στερέωμα.

     Έχοντας διαβάσει εδώ και χρόνια την αφιερωματική ύλη του περιοδικού «Εκηβόλος» στον Κωστή Παλαμά και αντιγράφοντας τα περιεχόμενα του σχεδόν μετά από σαράντα χρόνια σε αυτό το Παλαμικό σημείωμα, είχα και πάλι την ίδια ευχάριστη αίσθηση που αποπνέουν τα ίδια τα κείμενα και το ύφος των συγγραφέων που τα υπογράφουν. Είναι άρθρα ειδικής ερμηνευτικής αλλά όχι δυσνόητα. Γραμμένα από διαφορετικής ηλικίας άτομα (όπως μας δείχνει η χρονολογία μέσα στην παρένθεση μετά το όνομα) κάτι που σημαίνει, ότι η Παλαμική ατμόσφαιρα αγκάλιασε όλες τις γενιές των μελετητών. Δεν θέλησα να αντιγράψω κείμενα-αυτό και τεχνικά θα ήταν κάπως κουραστικό-για να μην μπω στην διαδικασία μίας αναγνωστικής προτίμησης. Όλα τα παλαιά αυτά κείμενα και ερμηνείες έχουν την ξεχωριστή τους σημασία και αξία στην ανάλυση και αποδοχή του Παλαμικού έργου. Και ασφαλώς, όλοι σχεδόν, αν δεν κάνω λάθος, οι συμμετέχοντες στο αφιερωματικό τεύχος του «Εκηβόλου» έχουν ασχοληθεί, γράψει και δημοσιεύσει, εκδόσει βιβλία τους για τον Κωστή Παλαμά. Ορισμένα από τα μελετήματα αυτά έχουν εκδοθεί σε ανάτυπα ή έχουν συμπεριληφθεί σε αυτόνομες εκδόσεις. Προτίμησα μόνο να μεταφέρω μία πρωτόλεια και ίσως ακατέργαστη ποιητική σύνθεσή του νεαρού μαθητή Κωστή Παλαμά, ένα αθησαύριστο ποίημά του το οποίο απαγγέλθηκε με την ευκαιρία του τραγικού συμβάντος του θανάτου, του νεαρού φοιτητή Σπυρίδωνα Ιγγλέση. Ένα πολύστιχο ελεγείο γραμμένο όχι στην Δημοτική, που ίσως προφητικά από την προσωπική του μοίρα,  προεξαγγέλλεται η σύνθεση του κορυφαίου έργου του «Ο Τάφος» που συνέθεσε λίγα χρόνια μετά. Έπειτα από τον θάνατο του μικρού του παιδιού Άλκη. Δεν είναι τόσο, οι ρομαντικές των ελλήνων ποιητών παλαιότερες ποιητικές επιρροές που μας συγκινούν, δεν είναι οι πρώτες ενδοκειμενικές συγγένειες, είναι η ανάγκη του νεαρού Κωστή Παλαμά να εκφράσει τον πόνο του για έναν νέο που έφυγε από την ζωή. Τέτοιας θεματολογικής διαπραγμάτευσης ποιητικά θέματα, μάλλον, δεν πλησιάζονται με στενά κριτικά ή φιλολογικά κριτήρια και εκ των υστέρων αποτιμήσεις αλλά με το φορτίο συγκίνησης που μας πλημμυρίζει καθώς το διαβάζουμε στο σημερινό παρόν. Ο σπαραγμός της φωνής του νεαρού ποιητή Κωστή Παλαμά συνεχίζεται μέσα μας.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Από τον ασπροφορεμένο και παγωμένο Πειραιά

Κυριακή 5 του Κουτσοφλέβαρου 2023  

 

 

 

 

                       

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου