Σάββατο 1 Μαρτίου 2025

Ο ποιητής Μανώλης Μαγκάκης

 

Λίγα για τον ποιητή και μεταφραστή Μανώλη Μαγκάκη

          ΤΑ  ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Ονείρατά μου απόκοσμα, στον κόσμο ενσαρκωμένα,

Καθώς εκείνα ανέγγιχτα και τόσο αγαπημένα,

Μορφές πού πρωταντίκρυσα στου νου μου τον αιθέρα,

Σκλάβο με σέρνεται, καθώς τη νύχτα σέρνει η ‘μέρα.

 

Όταν στη φαντασία μου κάποια τραγούδια ανθίζουν,

Και νοιώθω εντός μου τις χαρές του Ωραίου να πλημμυρίζουν,

Μά κι’ όταν της ζωής βαθειά με τυραννά η φοβέρα,

Σκλάβο με σέρνεται, καθώς τη νύχτα σέρνει η ‘μέρα.

 

Εγώ σας γέννησα, μα εσείς ζωή μούχετε δώσει’

Κι’ αν η καρδιά μου να χτυπά για σας έχει ματώσει,

Ποτέ κι’ αν δεν με κράξατε εραστή σας ή πατέρα,

Σκλάβο με σέρνετε, καθώς τη νύχτα σέρνει η ‘μέρα.

        Το όνομα του πρόωρα χαμένου νεαρού ποιητή και μεταφραστή Συριανού την καταγωγή Μανώλη Μαγκάκη (Σύρος ;/8/1891-Ωρωπός 21/10/1918)ήταν γνωστό σε όσους καταπιάνονταν με τις μεταφράσεις των Σαιξπηρικών Σονέτων στην Ελλάδα. Οι ερευνητές και οι ιστορικοί του Νεοελληνικού Θεάτρου εξετάζοντας την πορεία πρόσληψης του Σαιξπηρικού έργου στην χώρα μας (Θέατρο και Ποίηση), δεν την συγκρίνουν μόνο με την αντίστοιχη πρόσληψη της θεατρικής Μολιερικής παρουσίας από τον 18ου αιώνα και μεταγενέστερα αλλά, μας μιλούν και για τις ανυπέρβλητες δυσκολίες εντοπισμού της πρώτης ακριβής ημερομηνίας συνάντησής μας με αυτό. Ποιο είναι το όνομα του έλληνα μεταφραστή, ο τίτλος του Σαιξπηρικού έργου, σε ποια θεατρική σκηνή και από ποιόν θίασο ή θεατρικό μπουλούκι παραστάθηκε το Σαιξπηρικό δράμα, σε πιά γεωγραφική περιφέρεια της Ελλάδας, πότε ακριβώς ο Έλληνας θεατής ή αναγνώστης ήρθε σε επαφή για πρώτη φορά με την παρουσία του Ελισαβετιανού δραματουργού. Την απόλαυσε δημόσια στο θεατρικό σανίδι ή την διάβασε τυπωμένη σε βιβλίο, συνάντησε την Σαιξπηρική γραφή σε σελίδες παλαιών ελληνικών λογοτεχνικών και μη περιοδικών. Για την προϊστορία της Σαιξπηρικής δραματουργίας στον ελληνικό χώρο μέσω των μεταφράσεων και των επιδράσεών της στα πνευματικά και καλλιτεχνικά μας πράγματα, να σημειώσουμε ενδεικτικά ότι το 1789 ο Γ. Σακελάριος μεταφράζει το έργο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», ενώ προς τα τέλη της πρώτης εικοσαετίας του 1800 ο Ανδρέας Θεοτόκης μεταφράζει τον «Μάκμπεθ». Ακολουθούν οι «εκδοχές» μεταφράσεων του πρόξενου και ποιητή Αλέξανδρου Ρίζου-Ραγκαβή, γνωρίζουμε την μετάφραση της Δ΄ πράξης του «Οθέλλου» από τον εθνικό μας ποιητή Διονύσιο Σολωμό. Το 1855 έχουμε την μετάφραση της «Τρικυμίας» από τον επτανήσιο βουλευτή της Ιονίου Πολιτείας- Βουλής, Ιάκωβο Πολυλά, ο οποίος μας έδωσε και τον «Άμλετ», συνοδεύεται με εμπεριστατωμένα σχόλια, όπως μνημονεύσαμε σε πρόσφατο σημείωμά μας. Από τον Ι. Π. Περβάνογλου, τον Δημήτρη Βικέλα, τον Άγγελο Βλάχο, τον πειραιώτη Αλέξανδρο Πάλλη έως τον ποιητή Κ. Καρθαίο γνωστούς Σαιξπηρικούς μεταφραστές, και από τον Νίκο Ποριώτη, τον κριτικό Μάρκο Αυγέρη, τον θεατρολόγο Μανώλη Σκουλούδη έως το ζεύγος Βασίλη Ρώτα και Βούλας Δαμιανάκου (μετέφρασαν στα ελληνικά τα θεατρικά έργα, τα ποιήματα και τα σονέτα του Σαίξπηρ), τον πεζογράφο και μεταφραστή Γιώργο Χειμωνά και τον ποιητή και μεταφραστή Ερρίκο Μπελιέ, οι Σαιξπηρικές μεταφράσεις στην Ελλάδα ακολουθούν ανοδική διαδρομή με ευχάριστα πάντοτε θεατρικά και αναγνωστικά αποτελέσματα. Οι Σαιξπηρικές σπουδές έχουν αναπτυχθεί τους τελευταίους δύο αιώνες στην χώρα μας. Δημοσιεύονται άρθρα σε λαϊκά και λογοτεχνικά περιοδικά και γίνονται αφιερώματα, διαβάζουμε ανταποκρίσεις από τον ξένο τύπο σε μεγάλης κυκλοφορίας ελληνικές εφημερίδες, μεταφράζονται  τα θεατρικά του έργα εκ νέου ή αποσπάσματά τους από καταξιωμένους μεταφραστές ή σκηνοθέτες, κυκλοφορούν σε λαϊκές εκδόσεις. Γράφτηκαν και εξακολουθούν να γράφονται σημαντικές αναλύσεις για τον θεατρικό του λόγο, την καθολικότητα των μηνυμάτων του, την διαχρονικότητα των ιδεών του, την τεχνική μαεστρία της γραφής του, τον γλωσσικό του πλούτο, τις ενδοκειμενικές του συνομιλίες με άλλες συγγραφικές παραδόσεις και έργα, συγγραφείς. Εκδόθηκαν και εξακολουθούν να εκδίδονται ελληνικές μελέτες ή μεταφράζονται δοκίμια ξένων θεατρολόγων, Σαιξπηρολόγων. Πραγματοποιούνται Σαιξπηρικά συνέδρια, δίνονται ομιλίες από ειδικούς ερευνητές, θεατρολόγους, πανεπιστημιακούς δασκάλους. Εξετάζονται κάτω από νέες θεατρικές οπτικές η ατομική του φιλοσοφία, οι ιδέες του, οι κοινωνικές του αντιλήψεις, οι πολιτικές του θέσεις και θεωρήσεις περί πολιτικής, δημοκρατικής διακυβέρνησης, αρμών της εξουσίας των άγγλων ηγεμόνων, των κληρονομικών δυναστειών (βλέπε την σημαντική μελέτη του πειραιώτη θεατράνθρωπου Μάριου Πλωρίτη "Ο Πολιτικός Σαίξπηρ"). Εδώ να προσθέσουμε ότι η εικόνα της κατάληψης και αναρρίχησης στην εξουσία ηρώων του Σαίξπηρ φέρνει στην σκέψη μας τις αρχές και θεωρίες του Νικολό Μακιαβέλλι. Στο πώς ο Σαίξπηρ μετέτρεψε δυσθεώρητα θέματα της εποχής του, διλήμματα και αδιέξοδα πολιτικών προσωπικοτήτων, καθημερινά στιγμιότυπα ανθρώπων στις μεταξύ τους σχέσεις, από διάφορες κοινωνικές τάξεις, δραματικές αποφάσεις και καθοριστικές πράξεις μελών των βασιλικών δυναστειών σε θεατρικό λόγο, τα έκανε σπουδαία, αιώνια θεατρική τέχνη. Μαθαίνουμε ποιά ήταν η προσωπική του θέση απέναντι στις κρίσιμες αποφάσεις και επιλογές άγγλων βασιλιάδων και πριγκίπων. Πως μας περιγράφει τους κρυφούς μηχανισμούς της εξουσίας που υφαίνονται σαν τον ιστό της αράχνης και πως εκδηλώνεται και υλοποιείται, γίνεται πολιτική πράξη. Την μισοαποκαλυπτική αφηγηματική τεχνική των ιστοριών του, παράλληλες ιστορίες ατόμων που εξελίσσονται όλες μαζί και λύνονται η κάθε μία ξεχωριστά. Εικονογραφεί με σκούρα χρώματα τις μηχανορραφίες αντρών και γυναικών στην ακόρεστη επιθυμία τους να κατακτήσουν ή επανέλθουν στο τιμόνι της κληρονομικής τους εξουσίας. Τους φωτισμούς που χρησιμοποιεί, τα τεχνάσματα για να αναδείξει το άδολο και τις αγνές προθέσεις του έρωτα των δύο φύλων, τα ερωτικά πάθη και τα όριά τους, την ζήλεια αλλά και τους βαθμούς συναισθημάτων της ειλικρινούς αγάπης τους. Την χρήση της παρενδυσίας είτε ως παγίδα, ερωτικό ξεγέλασμα είτε ως μέσο προσέγγισης. Το ανάγλυφο των σχέσεων των δύο φύλων που μας περιγράφει αποπνέει μια ζωντάνια και φρεσκάδα ακόμα και σήμερα. Τον απασχολούν οι συμπεριφορές των αντρών απέναντι στις γυναίκες και τούμπαλιν, η θέση του  παιδιού μέσα στην κοινωνία, η ανατροφή και αγωγή του. Μας περιγράφει με ειλικρίνεια τις εμπορικές σχέσεις, τις οικονομικές συναλλαγές των ανθρώπων, τις οικονομικές τους δοσοληψίες στο πως επηρεάζουν αυτές τον χαρακτήρα τους. Μας ιστορεί τις διπλωματικές σχέσεις, την εξωτερική πολιτική της Ελισαβετιανής Αγγλίας με τα άλλα γειτονικά της κράτη. Τις εξερευνήσεις και ταξιδιωτικές περιπλανήσεις, τις πολεμικές επιχειρήσεις. Ο κόσμος του δεν αποτελείται μόνο από την λευκή φυλή είναι πολυπολιτισμικός. «Όλος ο Κόσμος μια σκηνή» μας λέει, και ο ίδιος ο μέγας δημιουργός, ο σεναριογράφος του, ο σκηνοθέτης, ο ερμηνευτής, ο άνθρωπος πίσω από τους προβολείς, ο θεατής της ίδιας της θεατρικής του τέχνης. Ένα σύμπαν ολόκληρο το έργο του σε διαρκή κίνηση ανθρώπων κάθε κατηγορίας και ποιότητας, μορφωτικού επιπέδου και τάξης. Η μίκρο και μάκρο Ιστορία της Αγγλίας εν κινήσει.

Τα Σαιξπηρικά έργα αγαπιούνται από την πρώτη στιγμή που θα έρθεις σε επαφή μαζί τους, σου κεντρίζουν το ενδιαφέρον όταν τα διαβάσεις ή τα δεις να ανεβάζονται στις θεατρικές σκηνές. Είναι πολυπρόσωπα έργα και κάθε ήρωας ή ηρωίδα μοιάζει αν είναι σωστό το παράδειγμα όπως ένα κρεμμύδι, κάθε του ήρωας απεκδύεται από πράξη σε πράξη ένα μέρος της προσωπικότητάς του, μας φανερώνει κρυφές πτυχές της συνείδησής του, τις λεπτές αποχρώσεις των διακυμάνσεων της ψυχής του, κουβαλά στους ώμους του την ατομική του Μοίρα ή δεσμεύεται από την Μοίρα του γενεαλογικού του δέντρου, της οικογένειάς του. Κάθε σκηνή είναι και ένα τεράστιο πολύχρωμο ταμπλό, μία πολυδιάστατη εικονογραφία όσων έχουν διαδραματιστεί ή πρόκειται να συμβούν και προλέγονται. Τα πάντα είναι σοφά σχεδιασμένα, καλοκουρδισμένα με σκοπό να τραβήξουν το μάτι του θεατή, να τον παρασύρουν σε αυτό το παιχνίδι επί σκηνής που λέγεται θέατρο, να τον ψυχαγωγήσουν και να τον διασκεδάσουν, να αναγνωρίσει επιλογές και πτυχές του εαυτού του, των συμπεριφορών του, της συνείδησής του σκοτεινές πλευρές. Η Τέχνη, σε όλα τα είδη και τις κατηγορίες της μας αποκαλύπτει ό,τι ο άνθρωπος δεν θέλει να παραδεχτεί, να φανερώσει στον ίδιο του τον εαυτό σε στιγμές αυτογνωσίας του. Ο θεατρικός λόγος του Σαίξπηρ διδάσκεται στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, στις θεατρικές σχολές, θεατρικοί του ρόλοι γίνονται αιώνια πρότυπα ζωής. Η Σαιξπηρική παραστασιογραφία στην Ελλάδα είναι συχνότατη, επαναλαμβανόμενη, συναγωνίζεται στις ελληνικές χειμερινές και καλοκαιρινές σκηνές, θεατρικά φεστιβάλ εκείνη της αρχαίας ελληνικής τραγωδίες και των αριστοφανικών κωμωδιών. Η θεματογραφία και η ταυτότητα της χαρακτηρολογίας πολλών τραγικών ηρωικών του μορφών συγκρίνεται με τα ηρωικά πρότυπα των τριών αρχαίων μας τραγικών, του Αισχύλου, του Ευριπίδη, του Σοφοκλή. Είναι εκατοντάδες τα άρθρα και οι μελέτες, τα βιβλία που κυκλοφορούν, τα οποία ερευνούν, εξετάζουν τις οφειλές, τις επιρροές, τις αναφορές της Σαιξπηρικής γραφής που οι ρίζες της έλκει τους χυμούς της από τους αρχαίους έλληνες και λατίνους συγγραφείς, ιστορικούς όπως ο Πλούταρχος, φέρουν το στίγμα του φιλοσοφικού και θεολογικού κοσμοειδώλου της αρχαίας ελληνικής θρησκείας και μυθολογίας. Διάσπαρτες στα έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ οι μικρές νησίδες ιδεών και σκέψης, στοχασμού, προερχόμενες από τον αρχαίο «ειδωλολατρικό» επονομαζόμενο κόσμο, ενσωματωμένο με τις αξίες και τις εθιμικές αρχές του μεσαιωνικού χριστιανισμού, της θεολογικής του παράδοσης. Η κληρονομιά της Ελλάδας είναι εμφανής στα έργα του. Δεν υπάρχει θα γράφαμε βιογραφία ή ημερολογιακές αναμνήσεις έλληνα άντρα ή γυναίκας ηθοποιού που να μην μας εξομολογείται ότι στην θεατρική του καριέρα δεν φιλοδόξησε να ερμηνεύσει παραπάνω από μία φορά Σαιξπηρικούς ρόλους. Αυτά τα διπολικά ζεύγη χαρακτήρων και συμπεριφορών, οι δύο κυρίαρχοι πόλοι της ανθρώπινης ψυχολογίας και χαρακτηρολογίας.  Οι Σαιξπηρικοί Ήρωες και Ηρωίδες αποτελούν μοντέλο θεατρικής υποκριτικής αγωγής.

 Την ίδια τύχη έχει και η μεταφραστική πορεία των Σαιξπηρικών Σονέτων στην πατρίδα μας, όπως μας ενημερώνουν οι Σαιξπηρολόγοι μελετητές, αρχινά στην ανατολή του προηγούμενου αιώνα, το 1901, με την μετάφραση μέρος των Σονέτων από τον νεαρό Συριανό ποιητή Μανώλη Μαγκάκη. Ακολουθούν οι μεταφράσεις του Βασίλη Χανιώτη, του Σπήλιου Σπηλιωτόπουλου και ορισμένων άλλων ελλήνων μεταφραστών και μεταφραστριών, ονόματα που γνωρίζουμε και τα καταγράψαμε στα προηγούμενα Σαιξπηρικά σημειώματά μας στα Λογοτεχνικά Πάρεργα. Παράλληλα παρουσιάσαμε και μέρος της ανέκδοτης μεταφραστικής δουλειάς του ποιητή Άγγελου Σ. Παρθένη Σαιξπηρικών Σονέτων.

       Στην προσωπική μας αναγνωστική έρευνα, όχι μόνο λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη μας αλλά και θα συμφωνήσουμε με την θέση που εκφράζει ο εμπειρότατος και πολυγραφότατος ερευνητής και σύγχρονος μελετητής της Ιστορίας του Νεοελληνικού Θεάτρου, ποιητής Βάλτερ Πούχνερ, ο ιστορικός μελετητής επισημαίνει ότι η πρόσληψη των Σαιξπηρικών φιλολογικών σπουδών στο πεδίο των ελληνικών μεταφράσεων στην χώρα μας, είναι ακόμη άγνωστη σε πολλά της σημεία και αχαρτογράφητη στην ολότητά της.

              ΣΤΕΦΑΝΟΣ  ΜΑΡΤΖΩΚΗΣ

Σιγά-σιγά τον φέραμε στο σκοτεινό του μνήμα,

Πούφεγγε μπρός στη μαύρη του ζωή που απαρατούσε,

Κι’ αν ούτε πέτρινο σταυρό στερνό δεν έχει κτήμα,

Κτήμα της δόξης έγινε, που τόσον αγαπούσε.

    Αναρτώντας τους πρώτους δύο μήνες του 2025 στην Ιστοσελίδα μας στοιχεία και πληροφορίες για τις Σαιξπηρικές μεταφράσεις των Σονέτων και των Ποιημάτων, αναζητήσαμε να διαβάσουμε και να παρουσιάσουμε τις μεταφραστικές εργασίες του ποιητή Μανώλη Μαγκάκη, αυτού του πρόωρα χαμένου ταλαντούχου νέου. Ο Μανώλης Μαγκάκης όπως φαίνεται έφυγε χτυπημένος από την ισπανική γρίπη που θέριζε τους Ευρωπαϊκούς λαούς στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Ένα «ταλέντο ανολοκλήρωτο» όπως γράφει ο ποιητής και ιστορικός της Ελληνικής Λογοτεχνίας Νίκος Παππάς. Διαβάζουμε στην σελίδα 153, του βιβλίου του Νίκου Παππά, «Αληθινή Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (από 1100-1973)» εκδόσεις «Τύμφη», Αθήνα 1973.:

«Ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΑΓΚΑΚΗΣ (1891-1918). Γεννήθηκε στη Σύρα, και σπούδασε φυσικομαθηματικά στην Αθήνα. Θεωρείται ένας από τους πιό προικισμένους ποιητές της γενιάς του, αλλά δεν έδωσε τη συνέχεια που περίμεναν όλοι, ίσως γιατί πέθανε και πολύ νέος. Ωστόσο τη φιλολογική του δραστηριότητα, τη σπατάλησε σε παράλληλες ενέργειες προς τη δημιουργία, μεταφράζοντας θαυμάσια τα περίφημα σονέττα του Σαίξπηρ, (1911), τις «Εκλεκτές σελίδες» του Όσκαρ Ουάϊλντ, κι άλλους Γάλλους ποιητές και Άγγλους, πολλές δε εργασίες του μένουν ακόμα ανέκδοτες. Ταλέντο ανολοκλήρωτο.».

Λίγες αράδες για τον Μανώλη Μαγκάκη αφιερώνει και ο ιστορικός της ελληνικής λογοτεχνίας της Γενιάς του 1930 Κωνσταντίνος Θ. Δημαράς, στην «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, 9η έκδοση, εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000, σελ. 582, στο Κεφάλαιο «Στη βαριά σκιά του Παλαμά:

«Ο Μανώλης Μαγκάκης (1891-1918), δόκιμος μεταφραστής έργων της αγγλικής λογοτεχνίας, κι αυτός εκφράζει στο λιγοστό έργο του τον πόθο της φυγής από την ζωή, την ανατροπή των απόλυτων αξιών στις οποίες είχαν δουλέψει οι παλαιότεροι.».

Ενώ από το συνοπτικό ανώνυμο λήμμα της σελίδας 575 του 9ου τόμου της «Λογοτεχνίας των Ελλήνων» των εκδόσεων «Χάρη Πάτση» Αθηνα χ.χ. αντιγράφουμε:

«Μαγκάκης Μανώλης’ ποιητής (1891-1918). Γεννήθηκε στην Ερμούπολη. Αν και η πρωτότυπη εργασία του περιορίζεται σε μερικά ποιήματα συγκεντρωμένα σε έναν τόμο το 1920, έχει τη θέση του στους ποιητές του «ελάσσονος τόνου» για την λυρικότητα και το πηγαίο των στίχων του. Αξιόλογη είναι και η μεταφραστική του εργασία, που αφορά σε άγγλους κυρίως ποιητές. Σε ιδιαίτερο τόμο εξέδωσε «Τα περίφημα σονέτα του Σαίξπηρ ρυθμικά μεταφρασμένα» και τις «Εκλεκτές σελίδες του Όσκαρ Ουάλδ».

                  ΣΤΙΧΟΙ

Έλα αναπάντεχε καϋμέ, και σύ καλώς να ορίσης,

Μα ξέρει πλέον πώς δάκρυα δεν έχω να σε ράνω,

Κι’ ούτε θα βρης μιάν απαλή καρδιά για να πατήσης,

Μόνον στ’ αγκάθια που έσπειρες θα ματωθής επάνω.

       Ο ποιητής και κριτικός Τέλλος Άγρας, στην Ανθολογία Ελληνικών Ποιημάτων που συνέλεξε το 1922 και εκδόθηκε στην Αθήνα από τον εκδοτικό οίκο «Ελευθερουδάκη» (στην φωτοτυπία που έχουμε μπροστά μας), «ΟΙ ΝΕΟΙ» ΕΚΛΟΓΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ 1910-1920. Επιμέλεια: ΤΕΛΛΟΥ ΑΓΡΑ, γράφει εισάγοντάς μας στα ποιήματα του Μανώλη Μαγκάκη, σελίδα 104- 106. Είναι ο 32ος ποιητής σε σύνολο 70 ποιητών από την Ελλάδα και την Κύπρο. Διαβάζουμε:

     «ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΑΓΚΑΚΗΣ. Γεννήθηκε στη Σύρα το 1891 και σπούδασε φυσικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο, κατόπιν όμως αφιερώθηκε στη φιλολογία. Έχει εκδώσει μεταφράσεις του Σαίκσπηρ και του Όσκαρ Ουάϊλδ και συνεργάστηκε σε πολλά φιλολογικά περιοδικά των Νέων, με λίγα πρωτότυπα και πολλές μεταφράσεις Άγγλων ποιητών (Μίλτων, Σέλλεϋ, Βύρων, Πόπ, Κίπλιγκ, Ουϊτμαν, Σαίκσπηρ- αποσπάσματα από δράματα). Έμεινε ανέκδοτη μεγάλη φιλολογική του εργασία και μια κριτική μελέτη του για τον Σαίκσπηρ. Αισθητικός και κριτικός προπάντων, έγραψε λίγα πρωτότυπα ποιήματα αλλά όλα εκλεκτά. Χαρακτηριστικό του είναι η εξωτερίκευσις του λυρισμού σε απλή μορφή’ έχει την επίδραση των Άγγλων λυρικών. Πέθανε το 1918».

       Ο ποιητής και ανθολόγος, κριτικός Τέλλος Άγρας ανθολογεί τον νεαρό ποιητή Μανώλη Μαγκάκη με τα ποιήματα: «ΤΑ ΣΕΡΑΦΕΙΜ», «ΤΟ ΚΥΜΑ ΚΑΙ Τ’ ΑΓΕΡΙ», «ΤΟΥ ΧΩΡΙΣΜΟΥ», «ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΕ ΤΟ ΕΞΑΔΕΡΦΑΚΙ ΜΟΥ ΔΩΡΟΣ», «ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ».

       Ανατρέξαμε στην πολύτομη «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» του κριτικού Αλέξανδρου Αργυρίου των εκδόσεων «Καστανιώτη», στο «Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» των εκδόσεων «Πατάκη» και ξεφυλλίσαμε την μελέτη του Μιχαήλ Π. Χατζηγεωργίου, «Η Σύρα και οι Νεοέλληνες Λογοτέχνες 1827-1945»έκδοση Δημοτικής Βιβλιοθήκης Δήμου Ερμούπολη, Σύρος 2003, αλλά το όνομα του Μανώλη Μαγκάκη δεν το συναντήσαμε.

          ΣΤΙΧΟΙ

Τί κι’ αν μου στήσουν άγαλμα,

          Κι’ αν με ξεχάσουν τί;

Τη δόξα εγώ δε ζήτησα,

          Κι’ ούτε έβαλα κριτή

 

Τον κόσμο’ που όσον αίσθημα

          Κι’ αν έχη όλος μαζύ,

Απ’ τον καιρό που αγάπησα

          Μέσ’ στην καρδιά μου ζη.

       Με αυτά τα ελάχιστα εφόδια, τις γενικές πληροφορίες θέλησα να γνωρίσω και να διαβάσω την ποίηση αλλά προπάντων τις αγγλικές μεταφράσεις του Μανώλη Μαγκάκη, ιδιαίτερα αυτές των «Σαιξπηρικών Σονέτων». Σε τηλεφωνική μας επικοινωνία με το παλαιοπωλείο «Ορίζοντες» στην Αθήνα του Θοδωρή Γαζώνη που απευθυνθήκαμε, μας ενημέρωσε ότι δεν είχε το δυσεύρετο βιβλίο με τα «ΣΑΙΞΠΗΡΙΚΑ ΣΟΝΕΤΑ», ψάχνοντας όμως μας προμήθευσε το παρόν παλαιό βιβλιαράκι (δεμένο με καρφίτσα και κάπως φθαρμένο από τον χρόνο) που κυκλοφόρησε πριν έναν αιώνα, το 1920. Την έκδοση αυτή χρησιμοποιούμε μεταφέροντας τα στοιχεία και τις πληροφορίες της και αντιγράφουμε τα Περιεχόμενά της. Δίνοντας φυσικά προτεραιότητα στα δύο ποιήματα των άγγλων ποιητών- Μίλτων και Μπεν Τζόνσον για τον Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ. Το αφιερωμένο στον συμπατριώτη του Σαίξπηρ, ποίημα του Μίλτωνος το συναντάμε δύο φορές στις σελίδες του βιβλίου, μάλλον επεξεργασμένο από τον μεταφραστή, γι’ αυτό από την μεριά μου το αντιγράφουμε διπλά. Τέλος, Όπως γνωρίζουμε και μας δείχνουν τα απογραφικά στοιχεία παλαιών ελληνικών τίτλων λογοτεχνικών περιοδικών και φιλολογικών επιθεωρήσεων, η μεταφραστική παρουσία του ποιητή συναντάται στους εξής- ενδεικτικά αναφέροντας- τίτλους παλαιών περιοδικών: Στην «ΖΩΗ», στη «ΝΕΑ ΣΚΕΨΗ», στον «ΠΥΡΣΟ», στο «Φραγγέλιο», στην «Επιφυλλίδα της Φιλολογικής Κυψέλης», έχουμε τον Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ. Στο περιοδικό «Ανεμώνη» και την «Επιφυλλίδα της Φιλολογικής Κυψέλης», έχουμε τον άγγλο ποιητή και θεατρικό συγγραφέα, δοκιμιογράφο, αισθητιστή Oscar Wilde. Στο περιοδικό «Ποιητική Έκδοση» συναντάμε την μετάφρασή του για τον John Milton. Στην «Ζωή» μεταφράζει  William Wordsworth. Στον «Όμηρο»  τον αμερικανό Walt Whitman. Συνεργάζεται ακόμα με την «Πινακοθήκη», τον «Βωμό», «Τα Παρασκήνια», την «Αλκή», τον «Ερανιστή», τον «Λογοτέχνη», τη «Νέα Τέχνη», τον «Καλλιτέχνη», ενώ στο περιοδικό «Δάφνη» τον συναντάμε  και ως αρχισυντάκτη κλπ. Όπως μας δείχνουν οι πληροφοριακοί δείχτες ο νεαρός ποιητής και μεταφραστής Μανώλης Μαγκάκης έχει έντονη μεταφραστική παρουσία σε διάφορα της εποχής του Μεσοπολέμου περιοδικά στα οποία δημοσιεύει και πρωτότυπα ποιήματά του. Όσον αφορά την πρωτότυπη ποίησή του, οι ελληνικές ανθολογίες που έχω υπόψη μου, π.χ. του Τέλλου, Άγρα,  του Γεωργίου Εμμανουήλ Αυλωνίτη, του Ηρακλή Ν. Αποστολίδη και του Ρένου Ηρακλή Αποστολίδη, του Μιχάλη Περάνθη… τον ανθολογούν με ένα ή δύο ποιήματά του από την έκδοση «ΤΑ ΛΥΡΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ», Αθήνα 1920.

      Στις μέρες μας, μόνο οι εργογράφοι και βιβλιογράφοι Σαιξπηριστές αναφέρουν το όνομά του Μαγκάκη στην προϊστορία των Σαιξπηρικών ελληνικών μεταφράσεων. Αν δεν λαθεύω.

     Σ Τ Ο    Σ Α Ι Ξ Π Η Ρ

Χρόνια, καιροί, και κόποι και φροντίδες

Του Σαίξπηρ ένα μνήμα δεν εχτίσαν’

Μά θάφταναν γι’ αυτόν οι Πυραμίδες!

 

Της Φήμης κληρονόμε! Το μνημείο

Πού αδύναμα τα χέρια μας δε στήσαν,

Τώστησες μόνος άφθαστο και θείο.

 

     Σ Τ Ο   Σ Α Ι Ξ Π Η Ρ*

Χρόνια, καιροί, και κόποι, και φροντίδες

Του Σαίξπηρ ένα μνήμα δεν εστήσαν’

Μα θ΄άφταναν γι’ αυτόν οι Πυραμίδες!

 

Της Φήμης κληρονόμε! Το μνημείο

Τ’ αδύναμα τα χέρια μας δε χτίσαν’

Τώστησες μόνος άφθαστο και θείο.

            ΜΙΛΤΩΝ

--

Μ Π Ε Ν   Τ Ζ Ο Ν Σ Ο Ν

         ΣΤΟ ΘΩΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ

     Σ Τ Η  Μ Ν Η Μ Η  Τ Ο Υ  Σ Α Ι Ξ Π Η Ρ

Ψυχή των αιώνων,

Χαρά, δόξα και θαύμα της Σκηνής μας,

Ξύπνησε Σαίξπηρ!

Δεν θέλω να σε θάψω

Δίπλα στον Τσώσερ και τον Σπένσερ,

Δεν θα πω

Στο Μπωμόν λίγο τόπο να σου δώση:

Ένα μνημείο είσαι δίχως μνήμα,

Κι’ όσο τα έργα σου θα ζούν, κι’ ο κόσμος

Θα διαβάζη, θα νοιώθη και θάχη

Νέους επαίνους για να σου χαρίζη-

Τόσο θα ζης.

Μα να!

Σε βλέπω στο ημισφαίριο

να προχωρής….

Έναν αστερισμό έχεις πλάσει!

Λάμπε λοιπόν, άστρο των ποιητών,

Δίνε χαρές και λύπες στη Σκηνή μας,

Πού, αφότου εσύ μας έφυγες,

Καθώς η νύχτα κλαίει

Κι’ απελπισίες δίνει στην ημέρα,

Πού μόνο η παρουσία σου σκορπά.

     Μετάφραση  ΜΑΝΩΛΗ  ΜΑΓΚΑΚΗ

Από το βιβλίο ΤΑ ΛΥΡΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ ΜΑΓΚΑΚΗ ΙΙ.

Σχετικές πληροφορίες:

      Ας το υπενθυμίσουμε εκ νέου, ο πρόωρα χαμένος παλαιός έλληνας ποιητής και μεταφραστής Μανώλης Μαγκάκης, (Σύρος ;/8/ 1891- Ωρωπός 21/10/1918) θεωρείται ο πρώτος που μετέφρασε στα ελληνικά «ΣΟΝΕΤΑ» του άγγλου δραματουργού. Το βιβλιαράκι έχει τίτλο: ΤΑ ΛΥΡΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ ΜΑΓΚΑΚΗ ΙΙ. Μεταφράσεις του έμμετροι ποιημάτων, κατ’ εκλογήν, των εξοχωτέρων Άγγλων και Αμερικανών λυρικών- και Πράξεων από τα Δράματα του Σαίξπηρ «Βασιλεύς Ιωάννης», «Ριχάρδος Γ΄.», «Ιούλιος Καίσαρ». ΑΘΗΝΑΙ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΑ «ΝΟΜΙΚΗΣ» Π.Λ. ΒΕΡΓΙΑΝΙΤΟΥ 1920, σελ. 128, διαστάσεις 12Χ16,5. Τιμή Δια το Εσωτερικόν Δραχ. 4.- Δια το Εξωτερικόν Δραχ. 5.-. Διεύθυνσις: Εις τα Βιβλιοπωλεία Αθηνών Βασιλείου και Δεπάστα, εις τα οποία και Πωλείται.

       Δίνουμε τα Περιεχόμενα και τις σχετικές Πληροφορίες που μας δίνει η έκδοση:

-Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ, του ΧΑΡΙΛΑΟΥ  ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, σ.3-4

      «Χρωστάω δυό λόγια για το Μανώλη Μαγκάκη. Τον εγνώρισα ως άνθρωπο, και μου είχε κάμει εντύπωση η ευπάθειά του σε κάθε ευγενικό, υψηλό και μεγάλο. Είχε παρθενικό ηλεκτρισμό η ψυχή του. Το πνευματικό και καλλιτεχνικό τάλαντό του το αισθανόσουν και το ανακάλυπτες σε κάθε εκδήλωσή του. Είχε παρουσίαση και τόνο διανοητικού και λεπτά αισθαντικού ανθρώπου, ήταν από τους πολύ ολίγους εκείνους σύγχρονους «νέους» μας, οι οποίοι δείχνουν ολιγώτερο από το πραγματικό που έχουν, και κρατούν πάντα τη σκιά μιάς σοφής μετριοφροσύνης ανάμεσα του εσωτερικού των και των ανθρώπων. Τα ποιήματά του δεν εσκέφθηκε ποτέ να παρουσιάση ως ποιήματα τεχνίτου, αλλά τάγραψε ως ποιήματα ανθρώπου. Είνε ευγενικοί και θερμοί σταλαγμοί αίματος καρδιάς, που υπόφερνε μυστικά και αληθινά. Ο παλμός των είνε ωραίος και απόκρυφος. Έχουν μιά κάποια δραματικότητα που σε μαγγανεύει, και όταν, καμμιά φορά, πλέκονται με μιά αυτόματη και φυσική φιλοσοφική σκέψη, σε σταματούν αινιγματικά μπροστά στον ταραγμένο καθρέφτη της ψυχής του. Είχεν αυτός ωραίες σκιές, αλλά ο πρόωρος θάνατός του έρριξε για πάντα το μεσονύχτιό του εις τα βάθη του. Σε μερικά από αυτά αντιφεγγίζουν, απόμακρα, τον Χάϊνε, και θυμίζει τον αλησμόνητο Πέτρο Ραϊση, πού αχάριστα, και ηλίθια για τη σημερινή  φιλολογική αισθαντικότητα ελησμονήθηκε από όλους… Τα ολίγα, πολύ ολίγα, αυτά ποιήματά του, που τα έγραφε μόνο για τον εαυτό του, χωρίς να φαντάζεται ποτέ, όταν τα έγραφε, ότι θα αξιώνονταν τη δημοσιότητα, χωρίς να κάνη ποτέ λόγο για τέτοια πράγματα, δεν τα προβάλλουμε ως «έργα», αλλά ως μιά στενακτική πνοή της κυματισμένης ψυχής του. Η ψυχή αυτή ήταν πλούσια σε κίνηση αισθηματική, και φεγγίζονταν από φωτεινή πνευματική ατμόσφαιρα. Ως τέτοια ως διαβαστούν. Έσβυσε τραγικά, σε ηλικία, που μπορούσε να χρησιμέψη ως εξόρμημα σε νέα εργασία, πλουσιώτερη και μεστότερη. Ήταν εκλεκτός μεταξύ των νέων, και η μόρφωσή του, η επιστημονική και η λογοτεχνική, στερεή και ζηλευτή. Αν εζούσε, η ποίησή μας και η λογοτεχνία μας θα τον χαιρέτιζαν, με γραμμές πολύ δυνατώτερες από αυτές, που χαράζει ένας φίλος του μόνο, τέλεια ξένος προς τα σημερινά μας Γ ρ ά μ μ α τ α.» 

-ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ, του ΙΩΣΗΦ ΡΑΦΤΟΠΟΥΛΟΥ, σ. 5-6

     «Ο Μανώλης Μαγκάκης, αναθρεμμένος με το μέλι και το γάλα της Εγγλέζικης Μούσας, πήρε στο δημιουργικό του έργο το δρόμο των ποιητών που μεγαλουργούν. Απ’ τα τραγούδια του, πρωτότυπα και μεταφρασμένα, πηγάζουν οι παρακάτω αλήθειες. «Έν αρχή ήν η συγκίνηση. Κι’ ύστερα η αποκρυστάλλωσή της σε φόρμα. Σε φόρμα δουλεμένη ηρωικά, λυτρωμένη απ’ τους ψευτολυρισμούς και τις ρητορίες. Σε φόρμα που να μην πνίγη τη συγκίνηση, μα νάναι ως η μικρή πηγή, που αντιφεγγίζει την ωραιότητα της δημιουργίας. Κι’ έτσι,  να μην βασανίζεται με το τραγούδι ο νούς, μα να μας μιλάη αυτό ίσια στην καρδιά. Να μας συγκινή. Να μας συνεπαίρνη. Να το ζούμε και να αιστανόμαστε την αλήθεια του μέρες, ‘βδομάδες, μήνες ολάκερους. Να ζούμε το ξένο ποίημα και να το αναδημιουργούμε έτσι σαν νάναι πρωτότυπο. Κι’ όσο πλησιάζουμε το έργο που μεταφράζουμε, τόσο κι’ η μετάφρασή μας να γίνεται τελειότερη.

     Αυτές οι αλήθειες πηγάζουν απ’ τα τραγούδια του. Που είναι όλα αληθινά στη συγκίνηση, και στη φόρμα άρτια. Που πολλά απ’ αυτά όπως τα «Σεραφείμ» δε διστάζουμε να το τρανολογήσουμε υψώνουνται σε αριστουργηματική τελειότητα.

     Οι μεταφράσεις του Ριχάρδου, του Βασιλέα Ιωάννη, καθώς και του Καίσαρα, σε στίχο, πρώτη φορά γίνονται στη γλώσσα μας. Κι’ είναι καθώς ωμολογήσανε κι’ οι πιό δύσκολοι, ανώτερες απ’ όλες τις προσπάθειες που γεννήκανε ως τώρα στ’ άλλα του Σαίξπηρ έργα.

      Το βιβλίο του Μαγκάκη είναι πιό κοντά στην ποίηση κι’ απ’ αυτό του όχι νέου Γρυπάρη, και πιστεύουμε πώς δεν θα πικραθή για τη γνώμη μας ο άξιος φορμίστας, πούπε, καθώς λένε, κάποτε. «Εγώ δουλεύω σαν Αλεξανδρινός». Άς γίνη το έργο τούτο υπόδειγμα στους νέους μας. Άς μην προσέξουν στην κακοπιστία και την άρνηση, μα σε κείνους, που έχοντας ηθική συνείδηση του καλού θα το μελετήσουν και θα συμφωνήσουν και θα επικροτήσουν τα λίγα μου τούτα λόγια.».

-ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ, σελ. 7-8

     «Ο ποιητής είνε το πρώτο παιδί του Κωνσταντίνου και της Αγγελικής Μαγκάκη. Γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1891 στην Ερμούπολη της Σύρου. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Φυσική και Χημεία, την Αγγλική γλώσσα την εγνώριζε ως μητρική, η αγγλική φιλολογία ήταν η κυριώτερη ενασχόλησή του, μαζί με την επιστήμη του. Εξέδωσε «Όσκαρ Ουάϊλντ- Εκλεκτές σελίδες», ποιητική μετάφραση μερικών από «Τα περίφημα σοννέτα του Σαίξπηρ»- όπως ετιτλοφόρησε το βιβλίο αυτό-και έχει γραμμένη μεγάλη μελέτη για το δαιμόνιο Άγγλο ποιητή, η οποία θα εκδοθή ιδιαιτέρως αργότερα. Ήταν τακτικός και ακούραστος συνεργάτης εις τα ζωντανότερα, φιλολογικά περιοδικά της εποχής του.

     Από τη μητέρα του, κατάγεται από την περίφημο στη Νεοελληνική ιστορία ηγεμονική οικογένεια των Μαυρογενών, εις την οποία ανήκει και η δοξασμένη στην Ελληνική επανάσταση ηρωϊδα Μαντώ Μαυρογένους. Από τον πατέρα του, είνε Κρητικός, από τα Χανιά. Ο παππούς του, Εμμανουήλ Μαγκάκης, ήταν ξακουσμένος εις την εποχή του Διδάσκαλος του Γένους, είχε στη Σύρο Εκπαιδευτήριο, εις το οποίο εμορφώθηκαν γενεές.

     Ο Μανώλης Μαγκάκης απέθανε από γρίπη στις 21 του Οκτωβρίου του 1918 εις τον Ωρωπό, 27 χρονών, έπειτα από ασθένεια 3 ημερών. Εργάζονταν εκτάκτως εκεί, εις ένα μεταλλείο, ως χημικός. Ειμπορούσε ν’ αποφύγη, όσο ήθελε, το μέρος εκείνο, όπου είχε πέσει εξαφνικά βαρύτατη η επιδημία, αλλά ήταν άνθρωπος του καθήκοντος, κι’ επίστευε στον εαυτό του… Οι χωρικοί, πού τους δίδασκε, κι’ αυτούς και τα παιδιά των, σ’ όλες τις ώρες που του περίσσευαν, γέμισαν το δωμάτιο, πού ήταν το λείψανό του, από τα μυριστικώτερα λουλούδια των χωραφιών και των πλαγιών, και οι καμπάνες του χωριού εσήμαιναν λυπητερά όλη την ημέρα… Τον μοιρολόγησαν και  τον έκλαψαν ως άγιο, που έλαμψε για λίγον καιρό στο χωριό των με δυνατές και ιδιαίτερες ακτίνες, και δεν εννοούσαν ν’ αφίσουν να θαφτή έξω από το ποιητικό νεκροταφείο των ο νεκρός του. Οι τόσοι φίλοι του στην Αθήνα δεν πρόφθασαν ούτε το θάνατό του, ούτε την κηδεία του να μάθουν… Πέθανε στην αγκαλιά της αγνής και παρθενικής φύσεως, αγνής σαν το αίσθημα που φεγγίζει και καίει στα ποιήματά του. Εις το μνημόσυνό του τον ετίμησαν με ομιλίες άνθρωποι των Γραμμάτων, όπως ο Μένος Φιλήντας, και άλλοι. Ο τύπος αφιέρωσε ωραίες’ και εκλεκτές γραμμές στο πρόσωπό του και στη φιλολογική του εργασία.».

Υπάρχει ένθετο «ΣΚΙΤΣΟ ΤΟΥ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΟΥΟΝ.

-Ακολουθούν τα εξής Ποιήματα, σελ.9-21 [-ΤΑ ΣΕΡΑΦΕΙΜ.-ΑΠ’ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ «Σ’ ΑΓΑΠΩ» ΙΙ, ΙΙΙ, ΙΙΙΙ. - ΤΟ ΚΥΜΑ ΚΑΙ Τ’ ΑΓΕΡΙ.- ΤΟΥ ΧΩΡΙΣΜΟΥ.- ΗΘΕΛΑ ΠΑΝΤΑ. –ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΕ ΤΟ ΞΑΔΕΡΦΑΚΙ ΜΟΥ ΔΩΡΟΣ.- Η ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ.- ΓΛΥΚΟΧΑΡΑΓΜΑ. –ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΑΡΤΖΩΚΗΣ. – ΕΡΩΣ ΑΝΙΚΑΤΕ. –ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. –ΣΤΙΧΟΙ. – J. V. G. («Για σκέψου τ’ είναι, αγάπη μου, η ζωή μας;…»). –J. V. G. («Γλυκά πληγώνει ο έρωτας») –ΧΩΡΙΣΜΟΣ.- ΑΣΠΑΣΙΑ ΠΕΤΡΟΥ ΡΑΪΣΗ. – Ν.  Π. ΖΑΛΟΚΩΣΤΑ. –ΜΙΑ ΨΥΧΗ ΣΕ ΔΥΟ ΣΩΜΑΤΑ.

     ΜΑΝΩΛΗ ΜΑΓΚΑΚΗ: ΕΜΜΕΤΡΟΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ ΚΑΤ’ ΕΚΛΟΓΗΝ ΤΩΝ ΕΞΟΧΩΤΕΡΩΝ ΑΓΓΛΩΝ ΚΑΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΩΝ ΛΥΡΙΚΩΝ, σελ. 23-71.

-ΟΥΑΛΤΕΡ ΣΚΩΤΤ, Σκανδιναυϊκό τραγούδι. // Ο Γυρισμός του Σταυροφόρου, σ.24

            Ο Γυρισμός του Σταυροφόρου

Γειά σου, χαρά σου, ωραία μου! Δεν θέλω τ’ όνομά μου

Κανείς να μάθη, κι αν ποτέ τα κατορθώματά μου

Κερδίσουν κάποιον έπαινο, σε σένα τον χαρίζω…

Έλα, άνοιξε την πόρτα σου, γιατί, καθώς γυρίζω

Απ’ τους θερμούς ανασασμούς, οπού σκορπά η Συρία.

Μου μοιάζει του βορηά η πνοή σαν του θανάτου κρύα.

Άφισε ο Έρωτας τη ντροπή σήμερα να νικήση,

Και δόσε τη χαρά σ’ αυτόν, πού δόξα θα σ’ αφίση!

-ΘΩΜΑΣ ΜΟΥΡ, Το τελευταίο τριαντάφυλλο. // Οι ψυχές, σ. 25

            Το τελευταίο τριαντάφυλλο

Μονάχο το τριαντάφυλλο, μονάχο του ανθίζει,

Οι ωραίοι του σύντροφοι επέθαναν, πάνε,

Το χρώμα του δεν έμεινε ουδ’ ανθός να καθρεφτίζη,

Κι’ έρημα τα στενάγματά του τώρα ξεψυχάνε!

 

Έτσι άπονα, πανέρημο, δεν θέλω να πεθάνης,

Κοιμούνται οι σύντροφοί σου, και συ κοιμήσου τώρα’

Σκορπώ σου τ’ ανθοπέταλα ολάπαλα, να ράνης

Την κλίνη που τους δέχτηκε στην υστερή τους ώρα.

 

Κι’ εγώ έτσι επόθησα, η φιλία όταν δύση,

Και πέσουν απ’ του έρωτα τον κρίκο τα πετράδια,

Η αγάπη μου όταν λείπη πιά και ο φίλος μου όταν σβύση,

Να μην απομείνω μόνος μου στου κόσμου τα ρημάδια.

             Οι ψυχές

Ως που ο Δαβίδ την ιερή τη λύρα του ν’ αγγίξη

Άπονα και σιωπηλά τα τέλια είχε εκείνη’

Αλλ’ όταν την εχάϊδεψε, τέτοια αρμονία εχύθη,

Πού για ν’ ακούν κι’ οι άγγελοι απ’ τα ψηλά είχαν κλίνει.

 

Έτσι κοιμούνται κι’ οι ψυχές, ως που το θείο χέρι

Να στέρξη  απά στις άτονες χορδές σιγά ν’ αγγίξη’

Μα τότε παίρνουν μιά πνοή τόσον αρμονισμένη,

Όπου μπορεί των Ουρανών τη μουσική να σμίξη!

-ΣΕΝΣΤΟΝ (1714-63), Χωρισμός, σ.26

            Χωρισμός

Τόσο γλυκά το «Αντίο» επρόφερε

Η λατρευτή πρίν την αφίσω,

Πού εγώ την ώρα εκείνη ενόμισα

Πώς μούλεγε: Γύρισε πίσω.

 

Ύστερα στάθηκε και μ’ έβλεπε,

Καθώς, αργός και λυπημένος,

Ακολουθούσα κάποιον άγνωστο

Δρόμο, που μούτανε γραμμένος….

-ΡΟΒΕΡΤΟΣ ΜΠΑΡΝΣ, Στην Μαρία πούνε στον Ουρανό. // Ρόμπερτ Φέργκιουσον, σ.26-27

            Ρόμπερτ Φέργκιουσον

Όχι πομπικά τραγούδια, όχι μάρμαρα εργασμένα

Όχι αγάλματα κι’ υδρίες, υπερήφανα υψωμένα’

Μιά απλή πέτρα της Σκωτίας θλιβερά το βήμα ορίζει

Προς τον τάφο του ποιητή της, και με δάκρυα τον ποτίζει.

-ΕΔ. ΟΥΩΛΛΕΡ, Σ’ ένα Ρόδο. // Στερνά λόγια, σ. 28-29

             Στερνά  λόγια

Μέσα από τις χαραματιές, που ο χρόνος έχει ανοίξει

Στο σκοτεινό, παλλαϊκό σπιτάκι της ψυχής,

    Μιά νέα λάμψη χύνεται’

Κι’ όσο σιμώνει ο άνθρωπος με τ’ άπειρο να σμίξη,

 

τελειώνοντας αδύναμα το δρόμο της ζωής,

Πιό δυνατός και πιό σοφός από τη νειότη γίνεται’

Λες, καθώς βγαίνει απ’ τον παληό τον κόσμο, κι’ αργομπαίνει

Στου νέου τις πύλες- και τους δυό με μιά ματιά του δένει.

-ΡΟΣΣΕΤΤΙ, Σ’ ένα Τριαντάφυλλο, σ. 29

            Σ’ ένα Τριαντάφυλλο

Έχει το μέτωπο ψυχρό, σαν χιόνι πριν το Μάη,

Κι’ ως πριν την άνοιξην η Γη το στήθος δροσερό.

Σαν του Ιουνίου μιά θερμή ‘μέρα χαμογελάει

Τ’ ωραίο τριαντάφυλλο στο χώμα ξαπλωτό.  

-ΡΟΒΕΡΤΟΣ ΜΠΡΑΟΥΝΙΝΓΚ, Νυχτερινή συνάντηση, σ.30

-ΘΩΜΑΣ ΧΟΥΝΤ, Ρούθ. // Η ωραία Ινέζ, σ.30-32

-ΠΕΡΣΥ ΣΕΛΛΕΫ, Από τη «Βασίλισσα Μάμπ», σ.32-33

            Από τη «Βασίλισσα Μάμπ»

Ξέρετε πώς εφύτρωσαν στον κόσμο οι βασιληάδες

Και των χαραμοφάγηδων η αφύσικη όλη κλήρα,

Και γίνατε μιά ατέλειωτη κακομοιριά του κόσμου,

Πού χτίζει τα παλάτια τους και δίνει τους ψωμί;

Από τη μαύρη και φριχτή την αμαρτία, την τρέλλα,

Την προδοσία, τ’ άδικο, και τη ληστεία ακόμα,

Κι’ απ’ όλα τα κακά μαζύ, πού κάναν τη ζωή μας

Μια έρημο αγκαθόσπαρτη από τις εκδικήσεις,

Τα μίση και τους σκοτωμού. Αλλ’ όταν έρθη η μέρα

Και της αλήθειας η φωνή, που τόση δύναμη έχει,

Όση η φωνή της φύσεως, ξυπνήση όλα τα έθνη,

Και δούνε πώς τα εγκλήματα κι’ οι πόλεμοι κι’ οι πίκρες

Της αμαρτίας είναι παιδιά, κι’ η αρετή πώς είναι

Μια αρμονική κι’ ευτυχισμένη ειρήνη, κι’ όταν έρθη

Μιά μέρα, πού ανδρικώτερος ο άνθρωπος θ’ αφίση

Τα παιδικά παιγνίδια του με περιφρόνια, τότε

Δε θάχη πλέον δύναμη για να θαμπώνη η λάμψη

Του βασιλιά’ τ’ αξίωμα θ’ αργοδιαβή, κι’ ο θρόνος,

Ο πλουσιόχρωμος θα στέκη μόνος μεσ’ τη σάλα,

Κι’ απαρατήρητος εκεί θ’ αφανιστή σε λίγο.

Τότε η ψευτιά τόσο άκερδη και μισητή θα γίνη,

       Σαν την αλήθεια τώρα.

-Λ. ΧΟΝΤ, Πρωϊνή ζουγραφιά, σ.34

             Πρωϊνή ζουγραφιά

Γη κι’ ουρανός και θάλασσα

Σαν μιά ξανθιά παιδούλα

Σιγανασαίνουν, και γελούν

Την εαρινήν αυγούλα’

Τα καραβάκια ερχόμενα

Ξαπλώνουν τα πανιά τους,

Σαν χέρια τη θαλασσινή

Πού φέρνουνε χαρά τους.

Γεμάτη η φύση πνεύματα

Είνε στο ξύπνημά της,

Και τραγουδούνε τα πουλιά

Την άφθαστη ωμορφιά της’

Πετούν εδώ, πετούν εκεί,

Στο δάσος, οπού ανοίγει

Την αγκαλιά του να δεχτή

Τη θάλασσα που σμίγει…

…. Και ένα μουτράκι χαρωπό

-Νέα ζωή και κάλλη-

Βλέπεις μεσ’ τ’ ολοπράσινο

Φόντο να ξεπροβάλλη.

-ΟΥΙΛΛΙΑΜ ΟΥΟΡΝΤΣΟΥΟΡΘ, Από τις «Παιδικές Αναμνήσεις». // Οι ασφόδελοι // Σε μιά πεταλούδα, σ. 35-38

             Από τις «Παιδικές Αναμνήσεις»

Ύπνος η γέννησή μας είνε και λησμονιά,

Σαν άστρο της ζωής μας τότε η ψυχή προβάλλει,

Πού κάποτ’ είχε δύσει σε κάποια άλλη γωνία,

Κι’ από μακρυά στον κόσμο ξαναγυρίζει πάλι.

 

Τέλεια γδυμνοί δεν είμαστε στη γέννησή μας,

Πάντα κάτι φυλά’ η ανάμνηση μας,

Μα σέρνοντας σύννεφα δόξας προβαίνομε εμπρός,

Έξω απ’ το σπίτι μας, πούναι ο Θεός.

 

Ο ουρανός τα παιδικά μας χρόνια περιβάλλει’

Ύστερα αρχίζουν οι σκιές απ’ της ζωής τη φυλακή,

Να πέφτουν στο παιδί, που μεγαλώνει’

Μ’ αυτό ξανοίγει προς το φώς, την πηγή την αρχική

Βλέπει και καμαρώνει.

Κι’ ο νιός, οπού καθημερινά μακραίνει απ’ την Ανατολή,

Κι’ αυτός είναι της φύσεως ιερέας,

Και κάποιας οπτασίας της ωραίας.

 

Η δύναμη στο δρόμο τον φυλάει και τον καλεί.

Μα ο άντρας βλέπει ολάκερα την οπτασία να σβύνη

Μέσα στο ηλιόφωτο, που μιά κοινή μέρα ξεχύνει,

-ΟΛΙΒΕΡ ΓΚΟΛΤΣΜ, Στην Ησυχία, σ. 38-39

            Στην Ησυχία.

Ώ ποθητή συντρόφισσα κάθε ζωής που σβύνει,

           Γλυκύτατη ησυχία,

Γραφτό μου ειν’ η ψυχή παντοτεινά να κλίνη

          Μπρός στην απελπισία.

 

Ευλογημένος ο άνθρωπος που τη δουλειά τελειώνει

          Στον ίσκιο σου από κάτου,

Και μιάν εργατική ζωή γαλήνια στεφανώνει

          Με τ’ άνθη του θανάτου!

 

Γι’ αυτόν ο πόνος κι’ ο δαρμός, ο κίνδυνος κι’ η θλίψη,

          Πού την καρδιά λυγούνε,

Σβύνουνε αμέσως, κι’ Άγγελοι τρέχουν από τα ύψη,

          Για να τον οδηγούνε…         

-Ι. ΝΤΡΑΥΝΤΕΝ (- +1700), Άταφοι νεκροί. // Στην Κλεοπάτρα, σ. 39-40

             Άταφοι νεκροί.

Αστραπομάτες βγαίνουν Ερινύες! Κύττα, κύτα,

Δεν έχουν τρίχες για μαλλιά, έχουν οχιές, σφυίζουν-

Και λάμπουνε τα μάτια τους τρομαχτικά, στα χέρια

     Κρατούν πυρσούς!

 

           Φαντάσματα πολεμιστάδων είνε,

Είν’ Έλληνες, όπου έπεσαν στη μάχη τιμημένοι,

Κι’ άδοξοι τώρα κι΄ άταφοι μένουν λησμονημένοι,

Διατάξτε να τους θάψουνε και να τους εκδικήσουν,

Όπως αρμόζει σε γενναία, που ήταν, παλληκάρια. 

-ΣΑΜΟΥΗΛ ΚΟΛΕΡΙΤΖ, Στο Λευκό Όρος της Ελβετίας, σ. 40-41

         Στο Λευκό Όρος της Ελβετίας

Λευκοί, κρυσταλλωμένοι καταρράκτες,

Ποιός έδωκε σε σας μιά τέτοια δόξα,

Και μεσ’ το σεληνόφωτο σαν τόξα

Πυλών ‘μοιάζετε νάστε τ’ Ουρανού;

 

Στα πόδια σας τριγύρω, σαν γιρλάντα,

Χειμωνανθός ποιός είπε να φυτρώση,

Και ποιός στον Ήλιο είπε να σας δώση

για ντύμα το εφτάχρωμό του φώς;

 

«Ο Θεός», αποκριθήτε, με μιά τέτοια

Φωνή, που πέρα ως πέρα ν’ αντηχήση,

Σαν νάχε με το στόμα σας μιλήσει

Η Ηχώ των λόγων όλων των Λαών.

-ΠΟΠ, Επιτάφιο, σ. 41

-ΧΕΜΑΝΣ, Η πρώτη λύπη, σ.42-43

-ΟΤΤΟΕΥ, Το εγκώμιο της γυναίκας, σ. 43-44

-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΟΥΙΔΕΡ (1588-1667), Προσευχή, σ. 44-45

-ΡΟΒΕΡΤΟΣ ΜΠΡΑΟΥΝΙΝΓΚ, Τα πάθη. // Στην ησυχία.// «… Και ο αιτών λαμβάνει», σ. 45-47

                Στην ησυχία

Δεν θέλω να γνωρίσω πλέον τίποτα…

Μόνο την ησυχία να με σκεπάση

Ποθώ, τόσο βαθειά μεσ’ στα σκοτάδια της,

Πού κι’ ο Θεός ακόμα να με χάση.-

-ΜΙΛΤΩΝ, Στο Σαίξπηρ. // Η Εύα στον Αδάμ. σ.47-48

     Η Εύα στον Αδάμ.

Καλέ μου, μήτ’ η αυγινή πνοή, πούχει τη χάρη

Με τα πουλιά να υψώνεται, μητ’ άνθος, ή χορτάρι,

Μήτε του Ήλιου ανατολή στη χώρα αυτή τη θεία,

Μήτε καρπούς, που απ’ τη δροσιά να λάμπη, ούτ’ ευωδία

Πού σε αποβρόχια χύνεται, και μήτε τα βραδάκια,

Μήτ’ οι νυχτιές που θλιβερά τις ψάλλουν τα πουλάκια,

Μήτε άστρα, σεληνόφωτο, περίπατοι…

Κανένα πράγμα δεν μούναι αγαπητό, σαν λείπης από μένα.

-ΓΩΛΤ ΟΥΙΤΜΑΝ, Ύμνος στο Θάνατο. // Τραγούδια. σ. 48-51

              Ύμνος στο Θάνατο

Έλα θάνατε γλυκέ και παρήγορε,

Κυμάτισε τριγύρω από τον κόσμον,

Αργοφθάνοντας ειρηνικά’

Την ημέρα, τη νύχτα, σ’ όλους μας, στον καθένα,

Αργά, ή γρήγορα, ώ θάνατε ευγενικέ.

 

Ας είνε ευλογημένο το απύθμενο άπειρο,

Για τη ζωή και τη χαρά, και τα παράξενα

Μυστήρια και πράγματα,

Για την αγάπη, την αγάπη τη γλυκειά’

Μα ευλογημένο πλειότερον ας είνε

Για τα χέρια του Θανάτου,

Πού σφιχτοπλέκουν κι’ αγκαλιάζουν δροσερά.

             -----

Πατέρα σκοτεινέ,

Πού αδιάκοπα απαλογλυστράς κοντά μας,

Κανείς δεν εχαιρέτισε με ψαλμωδίες,

Από τα βάθη της καρδιάς, τον ερχομό σου.

Μα έχω εγώ για σε ψαλμούς

Κι’ απάνω απ’ όλους σε υμνολογώ’

Έχω για σε τραγούδια, π’ όταν αληθινά

Πρέπει να ρθης,

Αδίστακτα θε νάρθης.

              -----

Σίμωνε, Λυτρωτή μεγαλοδύναμε!

Κι’ όταν σιμώσης, κι’ όταν τους πάρης,

Χαρωπά θα τραγουδήσω τους νεκρούς,

Στής αγάπης σου βυθισμένος τον πολυκύμαντο Ωκεανό,

Και βαπτισμένος στής ειρήνης του τα ρείθρα,

Ω Θάνατε!

             -----

Έχω για σένα, Θάνατε, πρόσχαρες σερενάτες

Έχω γιορτάσια και στολίσματα για να σε χαιρετίσω’

Γιατί σου πρέπει η όψη τόπων ανοιχτών,

Και τα’ ουρανού η έκταση ψηλά,

Και η  ζωή κι’ κάμποι, και η νύχτα η ατέλειωτη,

Όλη σκέψη.

              -----

Η νύχτα σιωπηλή, κάτω από μύρια αστέρια,

Η όχθη του Ωκεανού και το βραχνό μουρμουριστό του κύμα,

 

Πού είνε μου η φωνή του γνώριμη’

Και η ψυχή που στρέφει προς Εσέ,

Ώ Θάνατε πυκνόπεπλε, μεγάλε,

Και το κορμί σιμά σου που φωληάζει

Μ’ ευγνωμοσύνη.

 

Απάνω απ’ τις δεντροκορφιές πλανιέται το τραγούδι μου,

Απάνω από τα κύματα που υψώνονται και πού βουτούνε πάλι,

 

Απάνω από τους κάμπους, τα λειβάδια τα πλατειά,

Πάνω απ’ τις πλήθιες πόλεις, δρόμους, στενωπά,

Λέω χαρούμενα τον Ύμνο ετούτον.  

-ΡΟΥΝΤΙΖΑΡΝΤ ΚΙΠΛΙΓΚ, Ο μονάχος. // Στον άλλο κόσμο, σ.52-54

-ΕΔΓΑΡ ΑΛΛΑΝ ΠΟΕ, Tamerlane, σ.55

              Tamerlane

Ανατραφήκαμε μαζύ, και μεν’ η αγάπη ακόμα,

Στις ερημιές γυρίζοντας και τα παπούα τα δάση,

Το στήθος μου ως ασπίδα της μες στο βαρύ χειμώνα,

Κι’ όταν ο Ήλιος έβγαινε να μας χαμογελάση,

Το κεφαλάκι ασήκωνε να δη τα ουράνια πλάτια,

Κι’ έβλεπα εγώ τον ουρανό μεσ’ στα δικά της μάτια.

-ΒΥΡΩΝ, Το θούριον άσμα, σ. 55-56

-Ι. ΓΟΥΙΤΓΕΡ, Το Βιβλίο, σ. 57

             Το Βιβλίο

Σαλόνι με πλήθος τρισάγιες εικόνες,

Με πλήθος εικόνες ντυμένη εκκλησιά,

Σε κάθε δίζωμα να τα παληά

Τα Σύμβολα- δώρα απ’ αρχαίους αιώνες.

       -----

Χωρίς να τη βλέπουμε γύρω σου λάμπει,

Καθώς φωτοστέφανος, κάποια ψυχή.

Ωιμένα, το φώς της δε φτάνει! Τα θάμπη

Πηχτώνουνε γύρω σε σκότος βαθύ.

             -----

Αχ! πώς να διαβάσω και πώς να σπουδάξω,

Βιβλίο, τα τόσα μηστήρια που κλείς,

Απαντ’ απ’ τα ουράνια το φώς της ζωής,

Την έμπνευση, νάταν γραφτό μου ν’ αδράξω!

-ΜΠΕΝ ΤΖΟΝΣΩΝ, Στη μνήμη του Σαίξπηρ, σ. 58. (το ποίημα είναι αφιερωμένο «ΣΤΟ ΘΩΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ»).

-ΟΣΚΑΡ ΟΥΑΪΛΔ, Σάλμασης, σ. 59

  Σάλμασης

Ο Σάλμασης δεν ήταν ένα αγόρι

-Δυό φλόγες του αγκαλιάζαν τη ζωή-

Ο Σάλμασης δεν ήταν μία κόρη,

Γιατί ήταν, ο φτωχός, τα δυό μαζύ.

 

Δυό φλόγες αγκαλιάζαν τη ζωή του,

Κι’ όμως καμμιά δεν τούταν αρκετή,

Γιατί, κάθε πουρχόταν η έξαψή του,

Δεν ήθελε καμμιά τον χωριστή.

 

Και έτσι, μ’ αυτό το πείσμα το μοιραίο,

Τον έρωτά του πνίγαν τον ωραίο.

-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΕΡΒΕΡΤ (1593-1632), Υπερπέραν, σ. 59-60

-ΣΟΥΘΕΫ, Οι φτωχοί, σ. 60-61

-ΣΑΙΞΠΗΡ, (ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΑΫΛΟΚ), Η Μουσική, σ.62-63. («ΣΤΗ ΛΗΔΑ ΕΥΛΑΜΠΙΟΥ»).

-ΚΟΥΛΕΫ, Το μελισσόχορτο, σ. 63-64

-ΜΙΛΤΩΝ, Στο Σαίξπηρ, σ. 64

-Ρ. ΜΠΑΡΝΣ, Σκωτία, σ. 65

-ΙΩΑΝΝΑ ΒΙΛΣΩΝ ΤΡΑΫΦΟΡΟΣ, Το στεφάνι.// Το λουλούδι.// Το γράμμα. // Η πριγκήπισσα, σ. 66- 69

-ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ. ΜΟΤΟ ΣΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΟΥ, σ. 70-71 *

*Τα πέντε αυτά πρωτότυπα λυρικά ποιήματα του ποιητή εμπήκαν εδώ, χωριστά από τα άλλα, επειδή ευρέθηκαν εις τα χειρόγραφα του όταν εκείνα είχαν εκτυπωθή.

     ΜΑΝΩΛΗ  ΜΑΓΚΑΚΗ  μτφ. ΣΑΙΞΠΗΡ

1), ΡΙΧΑΡΔΟΣ Γ΄, ΔΡΑΜΑ ΠΡΑΞΙΣ Α΄, ΣΚΗΝΗ Α΄, σ. 73-92

2), ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, σ. 93-108

3), ΙΟΥΛΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡ, ΠΡΑΞΙΣ Γ΄, ΣΚΗΝΗ Β΄, σ. 109-123

     Στην σελίδα 123 τελειώνει η πρωτότυπη και μεταφραστική ύλη του παλαιού ποιητή Μανώλη Μαγκάκη. Στην σελίδα 125 έχουμε τα «ΠΕΡΙ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΛΑΘΩΝ…» ΚΑΙ ακολουθούν οι σελίδες 126-127: ΜΑΝΩΛΗ ΜΑΓΚΑΚΗ: ΛΥΡΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΙΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ. ΕΚΔΟΣΙΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ-8 ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΚΑ ΦΥΛΛΑ.

Πληροφορούμεθα ακόμα τα εξής:

ΣΑΙΞΠΗΡΙΚΑ ΔΡΑΜΑΤΑ. ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΠΩΛΕΙΤΑΙ ΕΙΣ ΤΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ ΕΣΤΙΑΣ, ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, ΣΙΔΕΡΗ, ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΥ, ΣΑΛΙΒΕΡΟΥ, ΤΑΜΠΑΚΗ, ΚΟΡΝΑΡΟΥ- ΟΔΟΣ ΣΤΑΔΙΟΥ, ΔΕΠΑΣΤΑ- ΟΔΟΣ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗ, ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΚΟΥΚΛΑΡΑ- ΟΔΟΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ.

     ΕΞΕΔΟΘΗ ΕΙΣ 1000 ΜΟΝΟΝ ΑΝΤΙΤΥΠΑ

    Εις τα ίδια Βιβλιοπωλεία ευρίσκονται «ΤΑ ΠΕΡΙΦΗΜΑ ΣΟΝΕΤΤΑ ΤΟΥ  ΣΑΙΞΠΗΡ», εκλογή από τα θαυμάσια λυρικά του δαιμονίου Άγγλου ποιητού, μετάφρασις Μανώλη Μαγκάκη, εις αριστοτεχνικήν δημοτικήν, η μόνη εις την Ελληνικήν γλώσσαν, τόμος κομψότατος, επί αρίστου χάρτου, έκδοσις Β΄ Δραχμ. 2.

     Του ιδίου, υπό έκδοσιν: Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΣΑΙΞΠΗΡ. Μεγάλη αισθητική, κριτική και ιστορική μελέτη διά τον αθάνατον τραγικόν, επί τη βάσει των αρίστων και νεωτάτων πηγών, και με ανάλυσιν όλων των έργων του.

-Ο ΠΕΤΡΟΣ ΞΥΠΝΟΣ- ΤΑ ΛΥΡΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ και ΤΑ ΣΟΝΕΤΤΑ ΤΟΥ ΣΑΙΞΠΗΡ αποστέλλονται αμφότερα ελεύθερα ταχυδρομικών τελών εις τους εν ταις επαρχίαις αντί δραχμ. 6, εις τους εν τω εξωτερικώ αντί δραχ, 7. Διεύθυνσις Βιβλιοπωλείον Γ. Βασιλείου, Σταδίου 42 και Μ. Δεπάστα Βουκουρεστίου 2Β.

        Τα παραπάνω που αντιγράψαμε, φανερώνουν την ταυτότητα του μικρού σε μέγεθος παλαιού και κάπως φθαρμένου βιβλίου του 1920 που έχουμε μπροστά μας. Η ύλη των Περιεχομένων του περιλαμβάνει τα σχετικά με την ποίηση, τις μεταφράσεις και τον βίο του Μανώλη Μαγκάκη, πρωτότυπα ποιήματά του, μεταφράσεις Άγγλων και Αμερικανών γνωστών μας και άγνωστών μας Ποιητών, Σαιξπηρικά αποσπάσματα τριών θεατρικών έργων και τις ανάλογες πληροφορίες για άλλες εργασίες του ποιητή-μεταφραστή και από ποια Βιβλιοπωλεία μπορούσε κανείς να προμηθευτεί τα βιβλία του.

      Εύλογο είναι, ότι τα Ποιήματα του νεαρού ποιητή σήμερα, μετά από έναν αιώνα, στην νέα χιλιετία με εντελώς διαφορετικές κοινωνικές και καλλιτεχνικές συνθήκες, ποιητικές αξίες, ποιητικά γούστα, αισθητικές, είναι λιγάκι σπάνιο να συγκινήσουν τον σημερινό αναγνώστη με εντελώς διαφορετικά ποιητικά και αναγνωστικά προτάγματα, ηχητικά ακούσματα, ρυθμολογία και θεματογραφία. Η διαπίστωση μας δεν οφείλεται στις τυπογραφικές ατέλειες, τις ορθογραφικές αβλεψίες, τα λαθάκια που συναντούμε ή στην εκδοτική προχειρότητα του μικρού βιβλίου, αυτά τα προσπερνάμε, όλοι όμως οι σταθεροί αναγνώστες της ελληνικής και παγκόσμιας ποίησης γνωρίζουν πολύ καλά πλέον, ότι είναι άλλο το ποιητικό και μεταφραστικό κλίμα μέσα στο οποίο εργάζονται και λειτουργούν οι σημερινοί ποιητές- μεταφραστές, είναι άλλοι οι κανόνες που επικρατούν στις δικές τους δουλειές και οι προτιμήσεις. Οι παραστάσεις και οι εικόνες είναι διαφορετικές, το ύφος των ποιητών, οι τεχνικές, η γλώσσα είναι ξένες προς αυτές των ποιητών του Μεσοπολέμου. Έπειτα, ο Μανώλης Μαγκάκης στις δικές του μεταφραστικές προτάσεις όπως εμφανίζονται στην παρούσα έκδοση, παρά την πνευματική του κατάρτιση, το μορφωτικό του επίπεδο, διαπιστώνουμε ότι δεν μας δίνει ολοκληρωμένα και ακριβή στοιχεία για τους ποιητές που παρουσιάζει. Πόσοι προέρχονται από την αγγλική παράδοση και πόσοι από την αμερικάνικη γραμματεία. Ποιο είναι ολόκληρο το όνομα των αγγλοσαξόνων ποιητών στην ελληνική απόδοσή τους.  Ποιά η χώρα καταγωγής τους, πότε γεννήθηκαν και πότε πέθαναν, ποια τα έργα τους (ενδεικτικά), αν έχουν μεταφραστεί από άλλους έλληνες λογίους και συγγραφείς, και άλλα χρήσιμα για τους αναγνώστες πληροφοριακά στοιχεία, ακόμα και για τους αλλόγλωσσους έλληνες ποιητές του καιρού του. Δεν έχουμε επίσης μία μικρή εισαγωγή (όπως αυτές του Τ. Άγρα), ένα μεταφραστικό προοίμιο ή δεν προσθέτονται ελάχιστες έστω σημειώσεις για την δική του ποιητική τεχνική, το μέτρο, το ρυθμό, τη γλώσσα, το ύφος των ποιητών το σκοπό της έκδοσης. Οι μεταφράσεις είναι μάλλον ριγμένες κάπως άτακτες στο λευκό χαρτί, δίχως ιδιαίτερη συγγραφική φροντίδα και την ανάλογη επιμέλεια που χρειάζονται. Ακόμα, δεν αναφέρεται αν η μεταφραστική του αυτή επιλογή προέρχεται από προηγούμενες δημοσιεύσεις του σε λογοτεχνικά περιοδικά. Κατόπιν δεν είναι μόνο αυτοί οι ποιητές με τους οποίους ασχολήθηκε μεταφραστικά ο Μανώλης Μαγκάκης. Μετέφρασε Ντ’ Αννούτσιο, Edmund Walter, Ruskin, Richter, Herman, Λόρδο Βύρωνα, William Wordsworth, κ.ά. Έχουμε ένα μικρό πανόραμα μεταφραστικής του δουλειάς, ποιητικές μονάδες ή αποσπάσματα από διαφορετικούς χρονολογικά αιώνες. Και όπως έχει λεχθεί μεγάλο μέρος των φιλολογικών του εργασιών παρέμεινε ανέκδοτο και εξακολουθεί να παραμένει. Κατά την κρίση μας, ήταν λάθος να συν- παρουσιάσει μαζί τη δική του ποίηση και αυτή των ξένων. Η συσχέτιση είναι αναμενόμενη όπως και τα συμπερασματικά παραγόμενα. Το «κοντράστ» μεταξύ της δικής του πρωτότυπης ποιητικής λυρικής παρουσίασης με αυτήν των άγγλων και αμερικανών δημιουργών, ανεξάρτητα από την ποιότητα, ευστοχία της μετάφρασης, την συνπαρουσίαση σ' έναν τόμο. Όταν μάλιστα τα ονόματα αυτά προέρχονται από «ογκόλιθους» της αγγλικής και αμερικάνικης γραμματείας όπως είναι ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε, ο Ουώλτ Ουίτμαν κλπ. Δεν μας μιλά για την αιτία που επέλεξε τα συγκεκριμένα θεατρικά έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Ιστορικά έργα υψηλής συμβολικής σημασίας και ποιότητας, καταξιωμένα στο παγκόσμιο θεατρικό ρεπερτόριο, ιδιαίτερα ο «Ριχάρδος ο Γ΄», ο «Ιούλιος Καίσαρ». Από ποιες αγγλικές εκδόσεις διαβάζει τον αγγλοσαξονικό ποιητικό λόγο και τον μεταφράζει για το ελληνικό αναγνωστικό φιλότεχνο κοινό.

     Ο ποιητής Μανώλης Μαγκάκης όπως διαβάζουμε στο «Βιογραφικό του Σημείωμα» έφυγε ξαφνικά από γρίπη το 1918, μόλις στα 27ου χρόνια. Η έκδοση πραγματοποιήθηκε το 1920, δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, όπως υποψιαζόμαστε δικοί του άνθρωποι φίλοι και πνευματικοί του συνοδοιπόροι θέλησαν να εκδώσουν την δουλειά του εις μνήμη του, δίχως όμως να δείξουν την πρέπουσα φιλολογική και εκδοτική, τυπογραφική επιμέλεια. Ενώ οι δύο (;) τόμοι των έργων του πρέπει να κυκλοφόρησαν ιδίοις αναλώμασι.  Όπως και νάχει ο Μανώλης Μαγκάκης είναι ο πρώτος που μεταφράζει Σονέτα του Σαίξπηρ στα ελληνικά και αξίζει να το θυμόμαστε και να το υπενθυμίζουμε. Για την μεταφραστική διαδρομή του Σαίξπηρ αξίζει να αναζητηθούν και οι εργασίες του Μαγκάκη, να σχολιαστούν, πέρα από την εικόνα που εμφανίστηκαν στην εποχή τους.  Να αναζητηθούν τα ανέκδοτα χειρόγραφά του.

            ΗΘΕΛΑ  ΠΑΝΤΑ

Ήθελα πάντα νύχτα νάτανε

Αφού και μέρα δε σε βλέπω,

Ήθελα πάνα νύχτα νάτανε…

 

Μέσ’ στα σκοτάδια να ονειρεύωμαι

Μαζί τις μέρες πώς περνούμε,

Μεσ’ στα σκοτάδια να ονειρεύωμαι….

     Ο νεαρός  ποιητής και μεταφραστής Μανώλης Μαγκάκης έζησε σε μία κρίσιμη και ταραγμένη ιστορικά εποχή, την εποχή Μεσοπολέμου που πραγματοποιούνται οι μεγάλες ρήξεις και οι θυελλώδεις αλλαγές στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και τα κράτη, τα ευρωπαϊκά και δυτικοευρωπαϊκά γράμματα και επιστήμες. Το σύντομο της ζωής του, μεταφραστικά τουλάχιστον, είναι αντίστροφο των εργασιών του. Χαμηλή Φωνή ναι, αλλά ποιητική.

     Η ανάρτησή μας ας σταθεί μια αφορμή επανεξέτασης για όσους και όσες ενδιαφερόμενους και ενδιαφερόμενες.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

1 Μαρτίου 2025      

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου