Ρωμανός ο Μελωδός
Παρασκευή
βράδυ, γυρίζω κουρασμένος και νυσταγμένος από την δουλειά, περιμένω υπομονετικά
το τελευταίο λεωφορείο για το σπίτι, που αργεί ως συνήθως να έρθει. Κόσμος
πολύς στους δρόμους, αγχωμένος και κουρασμένος. Προ τελευταία εβδομάδα πριν
την μεγάλη, εβδομάδα της βουβής, όπως συνηθίζεται να ονομάζεται η μετά τον Ακάθιστο Ύμνο. Οι δρόμοι πλημμυρισμένοι από ομιλούντα στα πολλά κινητά τους
άτομα. Άτομα που σχόλασαν από την δουλειά τους και τρέχουν να προλάβουν τα ανοιχτά
μαγαζιά, πρόσωπα με μια έκφραση παράξενη να σκιάζει τα πρόσωπά τους, βγήκαν
στους δρόμους να κάνουν τα διάφορα ψώνια τους,-συνήθως γυναίκες-άτομα που κοιτούν με χαροποιό διάθεση τις στολισμένες βιτρίνες της πόλης, και, αναλογίζονται
τι θα μπορούσαν να αγοράσουν για τα ίδια, τα φιλικά τους πρόσωπα, τα
βαφτιστήρια τους. Πολλές παρέες, κάθονται στις καφετέριες και τα ελληνικά
μπιστρό και απολαμβάνουν τους διάφορους τύπους των καφέδων τους, συντροφιές
νέων και νεανίδων παραγγέλνουν σουβλάκια στα σουβλατζίδικα και πίνουν την μπύρα
ή την κόκα κόλα τους στα όρθια συζητώντας τα δικά τους. Άλλες παρέες τρώνε το
γλυκό τους, τα εύγευστα ζυμωμένα κουλουράκια της παράδοσης, ή πίνουν το ποτό
τους στα διάφορα ζαχαροπλαστεία συζητώντας, γιατί άλλο, για την οικονομία και
τους ξένους που ήρθαν στην χώρα. Κόσμος αλαφιασμένος, που τρέχει σαν τρελός, μες
την τρελή χαρά, χωρίς να ενδιαφέρεται για τους άλλους, κόσμος που αναλογίζεται
φωναχτά για το που θα περάσουν το πενθήμερο του Πάσχα, τώρα που μεταφέρθηκε
και η Πρωτομαγιά, που μιλά για που θα ταξιδέψει με την οικογένειά τους. Τα
αυτοκίνητα κορνάρουν και προχωρούν σημειωτόν από το μεγάλο μποτιλιάρισμα.
Οδηγοί που μουντζώνουν άλλους οδηγούς, συνεπιβάτες οδηγών που βρίζουν τους
άλλους συνεπιβάτες των διπλανών τους αυτοκινήτων, γιατί δεν τους άφησαν να
περάσουν πρώτοι, «Νύχτα το πήρες το δίπλωμα;», ή «πόσα λάδωσες για να το
πάρεις;» ακούς στους δρόμους των ελληνικών πόλεων. Έλληνες και ξένοι κάτοικοι της πόλης σου, ή
των άλλων συνοικιών του λεκανοπεδίου, που βλέπεις από τα παράθυρα των
λεωφορείων που χρησιμοποιείς μιλούν αδιάκοπα στο τηλέφωνο, βρίσκονται διαρκώς
καλωδιωμένοι, κρατούν από δύο και τρία κινητά στα χέρια τους-συνήθως κομπάζουν
για την νέα τεχνολογία την πιο πρόσφατη των εργαλείων τους,όπως τα ονομάζουν-και μιλούν, στέλνουν μηνύματα, ακούν, παίζουν διάφορα παιχνίδια, βλέπουν
κινηματογραφικά έργα, σερφάρουν στο ίντερνετ, στήνουν μικρές χαρτοπαικτικές
λέσχες και παίζουν χαρτιά, ή ρίχνουν πασιέντσες, τα δάκτυλά των χεριών τους
κινούνται με αφάνταστη σβελτάδα, οι παλάμες τους κοκκινίζουν από την πολύ χρήση
των μικρών πλήκτρων. Με μεγάλη δυσκολία ακούν αν τους μιλήσεις.Οι σύγχρονοι
άνθρωποι, οι λεγόμενοι πολυάσχολοι, μιλάνε, μιλάνε υπερβολικά στα κινητά τους
τηλέφωνα, ο σύγχρονος κόσμος και τα προβλήματά του βρίσκεται φυλακισμένος
στις συσκευές των κινητών τους τηλεφώνων. Είτε κάθονται στα καθίσματα των μέσων
μαζικής μεταφοράς, είτε ανεβοκατεβαίνουν σε αυτά, είτε περιμένουν στις στάσεις
των λεωφορείων, είτε περπατούν στους δρόμους, είτε στέκονται ξαφνιασμένοι από
κάτι, μιλούν στα τηλέφωνα. Τα κινητά τηλέφωνα, είναι ο εν δυνάμει εραστής ή
ερωμένη τους. Είναι ο θεός εξομολόγος τους, που τους μιλά με τα δικά τους
λόγια, για τα δικά τους προβλήματα ή την νέα περιπέτεια του βίου τους. Η παλαιά
παροιμία, τα εν οίκω μη εν δήμω, έχει χαθεί προ πολλού από τις σελίδες των
ελληνικών λεξικών. Κανείς δεν σκέφτεται ποιος είναι αυτός ή αυτή που βρίσκεται
δίπλα του, τι αντιπροσωπεύει, αν αντιπροσωπεύει κάτι στην δική του ζωή, αν
ενδιαφέρονται τα διπλανά του πρόσωπα, αν έχουν την διάθεση να ακούσουν αυτά που
λένε οι άλλοι φωναχτά και με ακατάσχετη επανάληψη δίπλα τους, αν θέλουν να
ακούσουν όλη αυτήν την φλύαρη τιποτολογία που αναδεικνύει την νέα φυσιογνωμία, τουλάχιστον του νεοέλληνα και της νεοελληνίδας της σύγχρονης εποχής. Ένας
καινούργιος χαρακτηρολογικός τύπος γεννήθηκε τα τελευταία χρόνια στην χώρα μας-πριν την
κρίση-αυτός του νεοέλληνα και της νεοελληνίδας, της φλύαρης και
κουτσομπολίστικης αδιαφορίας προς τον διπλανό του. Οι σημερινοί Έλληνες, μιλούν
για τα πάντα μπροστά στους πάντες, ξένους και άγνωστους, έχοντάς τους
γραμμένους στα παλαιά τους υποδήματα, αδιαφορούν παντελώς για τους γύρω τους.
Πολλές φορές καθώς μιλούν, χύνουν τους καφέδες τους είτε πάνω στα καθίσματα των
λεωφορείων, είτε στα πατώματα, είτε στα ρούχα των διπλανών τους. Το λεξιλόγιό
τους είναι συγκεκριμένο, και συνήθως, των νεαρότερων ηλικιών, υβριστικό. Οι
ξένοι που θα ακούσουν για πρώτη φορά τους νέους και έφηβους Έλληνες και Ελληνίδες, θα νομίσουν ότι έχουν όλοι το ίδιο βαφτιστικό όνομα, αυτό του
μαλάκα. Ο νέος αυτός τύπος του Έλληνα που δένει κότσο το μαλλί του,-ή αφήνει μούσι, όπως η αυστριακή τραγουδίστρια Κοντσίτα της γιουροβίζιον, χρησιμοποιεί τους δικούς του κώδικες επικοινωνίας, που είναι συνήθως, ένα μικρό
υβριστικό λεξιλόγιο, η ψευτομαγκιά τους κομπάζει και περιγελά κάθε διαφορετική
άποψη των άλλων ατόμων. Δεν πληρώνουν το εισιτήριό τους, προφασιζόμενοι ότι
δεν έχουν χρήματα, την ίδια στιγμή που η ηλεκτρονική ταμπλέτα που κρατούν στα
χέρια τους, σίγουρα κοστίζει ακριβά, ή πάλι, δικαιολογούνται ότι είναι χαλασμένα
τα μηχανήματα. Χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι δεν υπάρχουν και άτομα, που
πραγματικά δεν δύνανται να πληρώσουν. Αν σκεφτεί κανείς όμως, τον ποδαρόδρομο
των ξένων προσφύγων, και τον ωχαδερφισμό των συμπατριωτών μας, σε πιάνει μια
μεγάλη πίκρα. Υπάρχει και μια μικρή μερίδα, που καταστρέφει τα μηχανήματα
ακύρωσης, τις στάσεις των λεωφορείων-λες και, οι βιομήχανοι ή οι εφοπλιστές, θα
χρησιμοποιήσουν τα μαζικά μέσα μεταφοράς για να πάνε στην εργασία τους.
Παρασκευή
βράδυ, οι καμπάνες χτυπούν πένθιμα, Σάββατο αύριο του Λαζάρου, το φιλαράκι του
Ιησού, που τον κάλεσαν οι αδερφές του-Μαρία και Μάρθα-να τον αναστήσει.
Τεταρταία ύπαρξη, που ευτύχησε να δει τα άρρητα θαύματα του Κάτω κόσμου, τα
έσχατα του χρόνου που, τετελεσμένος γεννήτορας, συνεχίζει αενάως την πένθιμη
πλευρά της ζωής των κεκοιμημένων. Η πρώτη ανάσταση της φθαρτής μας μοίρας, ο
σκοτεινός σφραγιδόλιθος που δεν τον αγγίζει η φθορά του χρόνου. Η χθόνια
καταβασία του ανθρώπου στην χαώδη καταπακτή, που σύμφωνα με την χριστιανική
θρησκευτική παράδοση, αφού αναστήθηκε πανηγυρικά και ένδοξα, έμεινε μογιλάλος
στο υπόλοιπο του βίου του, ο Λάζαρος, αυτός ο τυχεράκιας του θανάτου. Αυτός,
που για χάρη του, η θεία πρόνοια της πίστης της θρησκευτικής παράδοσης των
περίλυπων ανθρώπων, θαυματοποιοί τα άωρα επερχόμενα των μελλοντικών ανθρώπων.
Με την νίκη του θανάτου, δεν κερδήθηκε η φθαρτή ύλη του ανθρώπινου σώματος, δεν
νικήθηκε η φθαρτή ροή του χρόνου, αλλά κερδήθηκε η αθανασία του Λόγου, δηλαδή
της ανθρώπινης γλώσσας, γλώσσας
επικοινωνίας και συνύπαρξης των ανθρώπων. Ο ανθρώπινος λόγος εισβάλει
πανηγυρικά μέσα στην ιστορία, και προσφέρει στο χτιστό δημιούργημα της φύσης,
αυτό το εμπνέον απρόσιτο λάθος,-τον άνθρωπο-την αθανασία του πνεύματός του μέσω των
ποικίλων μορφών της τέχνης, ή την εφήμερη εκκλησιαστική αθανασία του μέλλοντος
αιώνος της θρησκευτικής παράδοσης.
Ποιοι
άραγε από τους σύγχρονους κατοίκους αυτής της πόλης και της χώρας, θα μετάσχουν
ουσιαστικά σε αυτήν την χαρμόσυνο αναμονή της ποιητικής Πασχάλιας χαρμολυπικής παράδοσης των
προγόνων τους; Αυτοί που μεθούν με την Διονυσιακή μέθεξη της αρχαίας θεατρικής
παράδοσης; ή αυτοί που ακολούθησαν την νέα πορεία της θρησκευτικής αναστάσεως,
μέσω της χριστιανικής πίστης; Επανήλθαν σε ειδωλολατρικές μορφές ζωής οι νέοι Έλληνες, ή όχι; Τι δηλώνει η νέα κοινωνική και προσωπική πρακτική του βίου
τους; Τι ιάται την ελληνική ανθρώπινη φύση στις μέρες μας; Η κάθαρση της
ανθρώπινης εξομολόγησης, μέσω των κινητών; ή η αποδοχή και συνέχεια της
πένθιμης και χαρμολυπικής παράδοσης των προγόνων;
Έφτασα
σπίτι κουρασμένος και κάθιδρος από την κουφόβραση, ευτυχώς, δεν υπήρχαν
δημοσιογραφικές ειδήσεις στην τηλεόραση, έτσι μετά από ένα λουτρό ζεστής
σωματικής παλιγγενεσίας, ο νους πέταξε στον Ρωμανό των Μελωδό και τους Ύμνους
του. Και ως άσωτος ασωτεύοντας τις ασωτίες της άσωτης τριώδιας νιότης μου, άρχισα
να ψέλνω ρυθμικά τους ύμνους του Ρωμανού του Μελωδού για τον Λάζαρο. Αυτούς
τους ύμνους τους εαρινούς, αυτούς τους επιμνημόσυνους ύμνους της ορθόδοξης
χριστιανικής αθανασίας, αυτούς τους δωρούμενους καθαρμούς της λαϊκής αυθεντικής
πίστης των ανθρώπων. Ουράνια τόξα υμνολογικού φωτός, καθαρτικά της ύπαρξης των
πιστευόντων και μη, είναι οι Ύμνοι του Ρωμανού του Μελωδού, αυτού του Σύριου
πρόσφυγα του 6ου αιώνα. Κοντάκια μελωδικής ποίησης, εξομολογητικής
των ανθρωπίνων παθών υμνολογίας, που αποτελούνται από ένα προοίμιο, από τους
οίκους, δηλαδή τις ποιητικές στροφές που συνδέονται μεταξύ τους με μικρές
ακροστιχίδες και, το σταθερό εφύμνιο. Αυτός ο Σύρος πρόσφυγας της χριστιανικής παράδοσης,
μας μετέλαβε τις λυρικές του ικετήριες και νικητήριες θεολογικές του συνθέσεις,
που σαν ρέοντας ειρηνοφόρος ποταμός, μας δροσίζει αιώνες τώρα, με τον λόγο του,
όπως μας δροσίζει με τις μουσικές του μελωδίες, ο διαχρονικός Έλληνας Μάνος
Χατζιδάκις, ο Μελωδός των Ονείρων μας. Ένθεος ποιητικός οίστρος σφράγισε αυτόν τον άγιο της ορθοδοξίας,
και μας μεταλαμπάδευσε αυτόν τον ποιητικό λόγο αφιερωμένο σε πρόσωπα της θείας
δραματουργίας και σε πρόσωπα και μάρτυρες του χριστιανικού σκηνικού της πίστης,
της παλαιάς και της καινής διαθήκης. Ζωηφόρος ποιητική πνοή ο λόγος του
Ρωμανού, κράζει με τον δικό του της πίστης τρόπο, το «μνήσθητί μου, κύριε».
Καθαρός, σαν ξάστερος ουρανός. Λαμπερός, σαν απαστράπτουσα ακτίνα ηλίου.
Μυστικός, σαν νύχτιος ψαλμός της σελάνας. Νηπτικός, σαν μικρό ξωκλήσι σε
απάτητη βουνοκορφή. Ικετήριος, σαν την εξομολόγηση της Ντοστογιεφσκικής Σόνιας.
Ελεήμων, σαν τον de
profundis
εξομολογητικό πεζολογικό λόγο του Όσκαρ Ουάιλντ. Παρακλητικός, σαν τις Ελεγείες
του Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Δοξαστικός, σαν το Άξιον Εστί του Οδυσσέα Ελύτη. Ο
ποιητικός λόγος του Ρωμανού του Μελωδού, αυτού του πρόσφυγα της ποίησης, έχει
μια δυνατή ρυθμική πυκνότητα, ένα σταθερό βάθος οντολογικής κατάθεσης, μια ποιητική οργανικότητα που
ξεφεύγει από την απλή λυρικόμορφη καταγραφή μιας θρησκευτικής εικονοποιίας, μιας συνηθισμένης και απλοϊκής μηχανικής ενός συναισθήματος, που ζητά διέξοδο για να
λυτρώσει το υποκείμενο που συνθέτει τους ύμνους.Ο Ρωμανός σαν ποιητής, δεν
απομακρύνεται από την ανθρώπινη φύση για να ενωθεί με τον άχραντο παλαιό των
ημερών, ο Ρωμανός ενώνει την φθαρτότητα της ανθρώπινης φύσης, με το θείο
πρόσωπο, στο πρόσωπο του Χριστού. Η σκηνική συμβολιστική του ξεχειλίζει από ένα
ερωτικό μυστήριο θείου έρωτος, διεισδύει στα μύχια της ανθρώπινης ύπαρξης, που
παλεύει με το ίδιο της το πεπρωμένο και τα σκιάχτρα του παρελθόντος της. Ο
ποιητικός του λόγος, χαμηλώνει ικετευτικά τους χρωματισμούς της έξαρσής του,
για να αναδυθεί το ύψος της χριστιανικής του πίστης. Η πίστη θριαμβεύει ενώ
πλεονάζει ταυτόχρονα η ποιητικότητα του ύφους του.Ο Ρωμανός διαθέτει έντονα
την αίσθηση του μέτρου, όσον αφορά την επίκληση προς το πνευματικό πρότυπο της
πίστης του. Όλα στην ποίησή του στρέφονται γύρω από τον κεντρικό πυρήνα, που
είναι ο Χριστός ως Θεάνθρωπος, αυτό όμως, δεν καταστρατηγεί την ανθρώπινη φωνή
που έχει ιστορική υπόσταση και χρονική αναφορά.Ο Θεός θα σημειώναμε, στην
ποίηση του Ρωμανού του Μελωδού, δεν αυτονομείται από τον Κόσμο και τα
προβλήματά του, δεν κατέχει μια υψηλή θέση στον ουράνιο θόλο από όπου εποπτεύει
τα ανθρώπινα, αλλά, είναι παρών μέσα στον εξομολογητικό ποιητικό λόγο, υπάρχει,
επειδή ο Ρωμανός, μέσω της ποίησής του, καταγράφει την ιστορικότητά του μέσα
στον χρόνο. Μετά την ανθρώπινη αποδοχή των χριστιανών πιστών στην ανάσταση του
Εμμανουήλ, δηλαδή μετά την πρώτη θρησκευτική εκκλησία του δήμου των μαρτύρων,
όλοι οι άλλοι, ερμηνευτές του μυστηρίου είναι μετά-“prae-cursus Cristi in naturalibus”. Τα πάντα πληρώθηκαν
με την πίστη στην ανάσταση, κατόπιν, ακολούθησε η ένδοξη μαρτυρία της απιστίας
των πιστών. Τα κοντάκια του Ρωμανού πλημμυρίζουν από μια θεϊκή οικειότητα, μια
αμεσότητα λόγου που απευθύνεται στο θεϊκό πρόσωπο χωρίς να χάνεται η ανθρώπινη
αυτεξουσιότητα. Η ρεαλιστική του εικονοποιία δεν καταστρέφει το τραγικό νόημα
των θρησκευτικών του νοημάτων. Στα ποιήματά του, δεν συναντάμε μια συμβολική
κοσμοθεωρία που έρχεται να καλύψει ένα θεολογικό κενό μέσα στις ανθρώπινες
ψυχές, αλλά μια ζωντανή ιστορικότητα που επαναλαμβάνεται σε κάθε κοντάκιο και
μας υπομνηματίζει το αναστάσιμο έσχατο ως παρών ζωής. Δεν είναι μεθυσμένος από
τον θείο οίστρο της ποίησής του ο Ρωμανός, όπως ίσως είναι ο δομινικανός
Μάιστερ Έκχαρτ, ή η αγία Τερέζα, δεν χάνει την παρθενικότητα της θείας πνοής
του, στο όνομα μιας μυστηριακής και θολής θεολογικής αγαπολογίας, ο Ρωμανός,
εκμυστηρεύεται ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν τον βίο του και που τροφοδοτούν
με τα αναγκαία της πίστεως βέλη την φαρέτρα της ψυχής του. Μια μεγάλη και
σύνθετη ποιητική εικονογραφία ιστορικών γεγονότων και συμβάντων είναι το έργο αυτού του πιστού λάτρη του χριστιανικού ιδεότυπου της χριστιανικής παράδοσης,
που μυστηριακό τον τρόπο αενάως, δημιουργεί τις δυνητικές δυνατότητες μέσα στην
ιστορία της ανθρώπινης συμπτωματικής παθολογίας των αστοχιών του ανθρώπινου
βίου, και δημιουργεί, το κατ’ εικόνα και ομοίωση του ύψιστου κριτηρίου των
αληθειών της πίστης, που επαληθεύεται, μέσω του προσωπικού του καθενός μας
βιώματος (αναφοράς).Ο πιστός άνθρωπος στο έργο του Ρωμανού, είναι ελεύθερος,
γιατί δεν υποκύπτει στην παγίδα της απιστίας των ερωτήσεων, που ανακυκλώνει το
περί ύπαρξης του Θεού ερώτημα, δηλαδή, περί της ουσιαστικής φύσεως του
ανθρωπίνου προσώπου. Η γνώση των
«αδιόρατων»-μυστηρίων-θα ολοκληρώσει τον κύκλο της γοητείας της αθανασίας
μέσα στην ανθρώπινη ιστορική διαδρομή. Το σκάνδαλο του θανάτου θα καταλυθεί, με
το ακόμα μεγαλύτερο σκάνδαλο της πίστης στην αθανασία του Λόγου στα πέρατα της
ιστορίας. Στα αναπάντεχα έσχατα της φύσεως κόσμου. Τότε που ο άνθρωπος θα
απεκδυθεί την εξωτερικότητά του, και ο θεός θα απεκδυθεί και εκείνος την
εσωτερικότητά του. Τότε και μόνο τότε στα πέρατα των ορίων της πίστης, του
καθενός ανθρώπου προσωπικά, η αδαμιαία εξωτερικότητα του ανθρώπου και η
απύθμενη και μυστηριώδης εσωτερικότητα του θεού θα ενωθούν, αποκομμένες και οι
δύο ετερικότητες από τα δεσμά του χρόνου.
Νικητά
Θάνατε, ακαταγώνιστε, άκουσον
Μέχρι
τότε, η γενναιόδωρη ποίηση των ύμνων του Ρωμανού του Μελωδού, αυτά τα κοντάκια
της ύψιστης μελωδίας, που υμνούν με ευγένεια ψυχής και σφρίγος πίστης «το
παιδίον νέον, ο πρό αιώνων θεός», αυτά τα ψυχικά μαργαριτάρια της ποίησης της ελληνικής γλώσσας, θα συνεχίζουν να μας μαθαίνουν τι
κόμισε στην παγκόσμια ποίηση ό έλλην πρόσφυγας εξομολογητικός ποιητικός λόγος.
Θα συνεχίσουν να μας υπενθυμίζουν, ότι η πρώτη συνάντηση με την όντος ζωή,
γίνεται μέσω της ποίησης. Ή μεταλλάσσοντας την ρήση ενός σύγχρονου φιλόσοφου ποιητή
του προηγούμενου αιώνα, του Λούντβιχ Βιτγκενστάιν, τα όρια του κόσμου μου,
είναι τα όρια της ποιητικής μου πνοής.
Την
σπινθηροβόλα ποίηση του Ρωμανού του Μελωδού, η γενιά μου, την έμαθε από την
εργασία του αείμνηστου καθηγητή και ποιητή Νίκου Τωμαδάκη. Οι εργασίες του κυρού Νίκου Τωμαδάκη στην έκδοση της επιμέλειας των Ύμνων του Ρωμανού μαζί με τον Μας
ή η πολύτομη του κυρού Τωμαδάκη, στάθηκαν η αφορμή να γνωρίσουμε το ποιητικό
σύμπαν του Σύρου Ρωμανού του Μελωδού, ανεξάρτητα αν από μικρή ηλικία γνωρίζαμε
να ψέλνουμε, το προοίμιο της γέννησης του Ιησού Χριστού, «Η Παρθένος σήμερον
τον υπερούσιον τίκτει…». Έκτοτε, άλλοι ποιητές και συγγραφείς μετέφρασαν στα
νέα ελληνικά Ύμνους του.
Στις
ημέρες μας, που είναι πλέον δυσεύρετη η έκδοση του Νίκου Τωμαδάκη, κυκλοφορεί η
θαυμάσια τρίτομη έκδοση «΄Υμνοι» Ρωμανού Μελωδού των εκδόσεων Αρμός 2011, σε
άξια επαίνου μετάφραση του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, και επιμέλεια των:
Φώτη Α. Δημητρακόπουλου, των Δημητρίου και Νίκου Α. Τριανταφυλλόπουλου και
Δήμητρας Π. Αγγελοπούλου. Μια θεματική έκδοση, που διευκολύνει τους λάτρεις της
ποίησης του Ρωμανού και εικονογραφεί το εύρος των θρησκευτικών του αναγνώσεων
καθώς διαμερισματοποιούνται θεματικά τα Κοντάκια. Κρίμα μόνο, που δεν
αναφέρεται η προηγηθείσα πολύτομη εργασία του Νίκου Τωμαδάκη, και ίσως, και
ορισμένων άλλων οι μεταφραστικές εργασίες, σαν οφειλή στην πολύχρονη και
πολύμοχθη προσπάθειά τους. Δεν νομίζω ότι θα έχανε κάτι από την μεταφραστική
της αυτοτέλεια η έκδοση αυτή, ούτε θα αποκτούσε φιλολογικά βαρίδια, τέτοια ώστε,
να έκαναν αποτρεπτική και μη ευχάριστα αναγνώσιμη την έκδοση. Εξάλλου, η παράθεση
στην αριστερή σελίδα της τρίτομης έκδοσης του αρχαίου κειμένου, συμβάλλει σε όσους
θέλουν να μελετήσουν τους ύμνους και τα κοντάκια του βυζαντινού αυτού μελωδού στην
γλώσσα του, στην καλύτερη ανάγνωση και της μετάφρασης.
Στους Ύμνους του Ρωμανού του Μελωδού, υπάρχουν και τρείς
αυτόνομοι μακροσκελείς ύμνοι, που αναφέρονται στον Λάζαρο.
Ο
φιλών γάρ ως φίλον μεγαλύνει
Α. Στον δίκαιο και τετραήμερο Λάζαρο
Β. Στον όσιο και δίκαιο Λάζαρο τον τετραήμερο
Η. Στον πλούσιο και τον Λάζαρο
Και καθώς
εισερχόμαστε στην Κυριακή των Βαΐων, ο ψαλμός
Κύριε, εκέκραξα προς σε,
Εισάκουσόν μου,
Εισάκουσόν μου Κύριε….,
ακολουθούμε νοερώς τις ανθρώπινες καταβασίες, με συντροφιά
τον Ρωμανό τον Μελωδό, ευελπιστώντας, ότι δεν θα λησμονηθεί μαζί με την πανάρχαια
ελληνική θεολογική-οντολογική παράδοση ζωής, και το ποιητικό έργο του Ρωμανού του
Μελωδού.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Σάββατο του Λαζάρου, 23/4/16
Πειραιάς,
Τω θρόνω εν ουρανώ, τω πώλω επί της γης
εποχούμενος, Χριστέ ο θεός,
και των αγγέλων την αίνεσιν και των παίδων ανύμνησιν
προσεδέχου βοώντων σοι
«Ευλογημένος ει ο ερχόμενος τον Αδάμ ανακαλέσασθαι»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου