Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021

Μνήμη Σωτήρη Σπαθάρη και Δόμνας Σαμίου

Μνήμη Σωτήρη Σπαθάρη και Δόμνας Σαμίου

ΘΕΑΤΡΙΚΑ  ΤΕΤΡΑΔΙΑ

ΤΑ ΘΕΑΤΡΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ: Ο Καραγκιόζης του Μόλλα

     Θέλετε θέατρο αληθινό, πολιτισμένο, θέατρο μοντέρνο, ευγενικό, φίνο. Θέατρο της πιό χαριτωμένης ευθυμίας, του πιό αβίαστου γέλιου, της πιο παράξενης σκηνικής φαντασίας; Πηγαίνετε στον Καραγκιόζη του  Μόλλα. Γιατί όχι;

     Οι ξένοι που περνούν από τας Αθήνας σπανίως παραλείπουν να επισκεφθούν τα τόσο θελκτικά αυτά καταφύγια της λαϊκής διασκεδάσεως και συχνά σε ωραιότατες δημοσιογραφικές ανταποκρίσεις τους ή σε αισθητικές τους μελέτες ή αναμνήσεις, καταχωρημένες σε σοβαρότατα περιοδικά του τόπου τους μας αφηγούνται με ενθουσιασμό για τις αλησμόνητες στιγμές που πέρασαν μέσα στα χαριτωμένα αυτά κέντρα, όπου είχαν την μοναδική ευκαιρία να γνωρίσουν καλύτερα από κάθε αλλού και πλέον συγκεντρωμένα στη σημερινή Ελλάδα, εξαντλημένη σε μύθο, σε ιστορία, σε χορό, σε κίνηση, σε τραγούδι, σε αμφίεση, σε χαραχτήρα σε ρυθμό, σε χρώμα, μέσα σε μιά ατμόσφαιρα θελκτικής οικειότητας και παλλόμενη από το χείμαρρο των λαϊκών εκδηλώσεων.

     Και όμως στο τόπο του ο Καραγκιόζης κατάντησε να χρησιμεύει σαν όρος «ευφημιστικός» για όσους θέλουν να διεκτραγωδήσουν τη θεατρική μας αθλιότητα. Ήταν φυσικό να συμβή αυτό σ’ ένα τόπο, όπου δεν επέπλευσαν εις το παρελθόν παρά όσα επέτυχαν να φτάσουν ένα σοβαρό βαθμό ηλιθιότητος. Και ο Καραγκιόζης παρά την οικτρή εμφάνισή του δεν έχει καμμιά γνωριμία μ’ αυτή.  Έξυπνος, όσο μπορεί να είναι αυτή η ράτσα, όταν μένει φυσική και διάφορη, καλόκαρδος, σεμνός και αφιλόδοξος, μη έχοντας καμμιά σχέση με τις στενόκαρδες φιλοδοξίες πολλών Ελλήνων συγγραφέων και καλλιτεχνών παρά μονάχα άμεση σχέση και συνάφεια με το λαό απ’ όπου βγαίνει και στον οποίο αποτείνεται, ήταν φυσικό να βρίσκεται έξω από τα γούστα των Φραγκοχαλασμένων σνομπ νεοελλήνων.

     Μήπως την ίδια τύχη του μοναδικού αυτού νεοελληνικού θεάτρου δεν είχαν και η λαϊκή γλώσσα, η λαϊκή μουσική, ο λαϊκός χορός, το λαϊκό σπίτι, το λαϊκό κέντημα, όλη τέλος η καθαρόαιμη νεοελληνική ζωή;

      Όλ’ αυτά τα λαϊκά πράγματα, τα λαϊκά γούστα, ήταν φαίνεται πολύ δικά μας ώστε να τα εκτιμούμε και το κάτω, κάτω πρέπει να το ομολογήσουμε ότι παρ’ όλη την καλή μας προσπάθεια δεν κατωρθώσαμε να γίνουμε αρκετά Ευρωπαίοι ώστε να τα κατανοούμε. Έτσι και ο Καραγκιόζης που σ’ εμάς χρησιμεύει σαν όρος θεατρικής περιφρονήσεως έξω είναι ευφημότατα γνωστός.

Ο Λουνατσάρσκυ τον ανέφερε με θαυμασμό, σαν πρότυπο λαϊκού θεάτρου, στη συνέντευξη που έδωσε στους Αθηναίους δημοσιογράφους κατά την εδώ παραμονή του κι ο Ελληνιστής Ρουσέλ έχει καταγίνει μ’ ολόκληρη μελέτη για το νεοελληνικό αυτό λαϊκό θέατρο και τον αμίμητο Μόλλα που του έχει μεταφράσει κι’ αρκετό μέρος των κωμωδιών του. Το ίδιο στα Γερμανικά υπάρχει δίτομο έργο για το σύγχρονο τούρκικο Καραγκιόζη της Πόλης και της Ανατολής. Εδώ εξακολουθούμε να μήν του δίνουμε ούτε λαογραφική κάν σημασία.

     Μ’ όλα ταύτα ο Καραγκιόζης υπάρχει. Υπάρχει για το λαό, που για πολύν καιρό ακόμα, κι αν τον βοηθήσουμε, για πάντα, θάναι το μοναδικό του θέατρο’ μιά και δεν έχει καμμιά διάθεση για την «κατήφεια» της υψηλής φιλοσοφίας και το «ανούσιο» των ψευδοπολιτισμών, θα πηγαίνει να περνά εκεί τα βράδια του και να ξεχνά, γελώντας ή ενθουσιαζόμενος παιδικά, τους ημερήσιους κόπους του. Γιαυτόν η ώρα εκεί περνά ευτυχισμένα, χωρίς να το καταλάβει. Το θέμα τον έχει καρφώσει, το θέαμα τον έχει αιχμαλωτίσει. Ο ζωντανός ρυθμός του, οι βαθυχάραχτοι τύποι του τον έχουν συναρπάσει. Όλα περνούν γοργά, σε αντιθέσεις βασικές, σ’ εναλλαγές ζωηρές και έντονες. Το κωμικό διαδέχεται το δραματικό από πράξη σε πράξη, από εικόνα σε εικόνα, από στιγμή σε στιγμή.

       Τη δραματική είσοδο του γερω-Λεπενιώτη, πατέρα του Κατσαντώνη, απαγομένου προς τον τύραννο δέσμιου, μέσα στην κόκκινη εκείνη φλόγα της οθόνης, που ο συγκρατημένος τόνος του τραγουδιού του ήρωος την κάνει ένα σύμβολο της μαρτυρικής δόξας της Ελλάδας θα την διαδεχθή αμέσως η φαιδρή εμφάνιση του Καραγκιόζη και ευθύς κατόπι η θριαμβευτική του Κατσαντώνη μέσα στην ίδια κόκκινη, φλόγα που ο ηρωικός τώρα ρυθμός του χορού (των κόρων) την κάνει ενθουσιαστική και εορτάσιμη.

     Μιά απλοϊκότητα ενός ακατανίκητου θελγήτρου, υποκαθιστά εδώ κάθε λογική. Κι’ έτσι μέσα σ’ αυτή την παιδική ατμόσφαιρα, την τόσο γεμάτη  από συναισθηματικότητα και τόσο υποβλητική, η τέχνη μένει ελεύθερη να θαυματουργήσει.

     Γιατί ο Καραγκιόζης πίσω από την φαινομενικά απλοϊκή οθόνη του διαθέτει μια φυσική δύναμη σπανία και μιά μαεστρία εντελώς εξαιρετική. Ένας νους που συγκρατεί μιά εκατοντάδα σχεδόν έργων, που ο ίδιος πρέπει να συλλάβει, ένα μάτι που πρέπει να διευθύνει ως την παραμικρότερη λεπτομέρεια, ως την ελαφρότερη κίνηση, πολλές φορές μαζί, μιάς δεκάδας κομπάρσων, ένα χέρι που σχεδόν είναι αδύνατο και το ίδιο να εννοήση τι περίπου προφταίνει, ένας άνθρωπος που πρέπει να είναι συγχρόνως αυτοσχεδιαστής και σκηνοθέτης και σκιτσογράφος και ζωγράφος και τραγουδιστής και ρήτωρ και θεατρώνης, ένας άνθρωπος με άπειρα ταλέντα και πρό παντός προικισμένος με το φυσικό δώρο της ποιητικής φαντασίας, αυτό περίπου είναι ένας Μόλλας.

     Περάστε πίσω από την οθόνη του’ Ελάτε μέσα εδώ στο άδυτό του. Εδώ μέσα που εξαπολύονται οι θύελλες, οι τρικυμίες, οι ναυμαχίες, οι μάχες. Εδώ που σκαρώνεται και στήνεται άψε σβήσε (στην κυριολεξία) όλος αυτός ο φανταστικός κόσμος, ο καμωμένος σχεδόν με το τίποτα’ Αληθινά, ποτές δεν επιτεύχθηκε με τόσο απλοϊκά μέσα μιά τόσο έντονη εντύπωση. Σχεδόν τίποτε άλλο δεν δουλεύει εδώ, εκτός από την φαντασία και το κέφι. Αλλά τι κέφι αληθινό! Στην κάθε κίνησή του, στην κάθε του έκφραση βλέπης να ζουν οι τύποι, να παρελαύνουν τα γεγονότα που παρασταίνει. Κάθε κίνηση της φιγούρας του ανταποκρίνεται σε άπειρες του Μόλλα. Φανταστείτε τον τώρα όταν παίζει με δύο και τρία αντρείκελα μαζί. Φανταστείτε τον όταν μιλάν δύο, σχεδόν συγχρόνως, και το καθένα με το χαραχτήρα του και τη φωνή του. Εκείνο που δεν μπορεί να δώσει στη φιγούρα το ΜΟΡΦΑΣΜΟ, τον βλέπεις στο πρόσωπό του, στις προσπάθειές του τις γεμάτες φαντασία, να κινήσει τις φιγούρες του τις γεμάτες από έκφραση. Ένας ολόκληρος εκφραστικός θησαυρός του κορμιού, των ποδιών, των χεριών, των ματιών του, της κάθε ίνας του, που βρίσκεται στην εντονότερή της έξαρση, προσπαθεί να διοχετευθεί με πάθος στις φιγούρες του για να τις εμψυχώσει.

     Να τις εμψυχώσει! Είναι μιά συμβατική έκφραση. Ποτές η ζωή δεν έδωσε μιά τόσο χαρακτηριστική κίνηση, κι’ εδώ διαδέχεται σα φυσικός χείμαρρος ή μιά την άλλη δίχως διακοπή. Όταν τελειώνει είναι κατάκοπος. Από τα μάτια του φανταστικά πέρασαν τρικυμίες, φόνοι, μάχες, έρωτες, πείνες, περιπέτειες, και για να τα εκφράσει όλ’ αυτά έχει κινηθεί και το τελευταίο του μόριο. Δεν τον ενοχλούμε λοιπόν παρά όσο για να μάθουμε ότι είναι όπως οι περισσότεροι καραγκιοζοπαίχτες Μωραϊτης ότι αν και αυτοδίδαχτος, πρότυπά του είχε κι’ αυτός το Μίμαρο, το Μέμο και το Ρούλια. Αλλά γιαυτά όλα καθώς και τα ιστορικά του, ίσως και τα ανέκδοτα, θα μιλήσουμε άλλοτε.

ΣΤΡΑΤΗΣ  ΔΟΥΚΑΣ, σελίδες 317-319. Φιλολογικά Χρονικά τεύχη 20-24.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

     Το δεκαπενθήμερο λογοτεχνικό περιοδικό Φιλολογικά Χρονικά εκδόθηκε από τον λόγιο Νίκο Σ. Μοναχό. Χρόνος Α΄ Τόμος Α΄, τεύχος 1 Αθήνα 1 Μαρτίου 1944 σελίδες 72 δραχμές 40.000 διαστάσεις 21,5 Χ 14,5 εκατοστά. Οδός Γ΄ Σεπτεμβρίου 28 Αθήναι.  Στο εξώφυλλο αναγράφονται τα περιεχόμενα και τα άλλα πληροφοριακά στοιχεία της «δεκαπενθήμερης λογοτεχνικής έκδοσης». Ο τίτλος του περιοδικού και το νούμερο του τεύχους έχουν χρώμα βαθύ κόκκινο ενώ τα άλλα στοιχεία του μαύρο. Ο τίτλος υπογραμμίζεται με μαύρη γραμμή. Μεταγενέστερα τεύχη του ο λογότυπος είναι με μπλε γράμματα. Στην μέσα σελίδα του εξωφύλλου αναγράφονται τα στοιχεία του περιοδικού, το ποσό των εξαμηνιαίων 2000 δραχμές και των ετήσιων συνδρομών 2000, την διεύθυνση που θα πρέπει να αποστέλλονται τα βιβλία, οι συνεργασίες και τα εμβάσματα, τα βιβλία και τα περιοδικά που στέλνονται στο περιοδικό. Επίσης διευκρινίζεται ότι οι κριτικές και τα κείμενα πρέπει να στέλνονται σε δύο αντίτυπα. Το σημαντικό αυτό λογοτεχνικό περιοδικό, κυκλοφόρησε συνολικά 44 τεύχη, διπλά, τριπλά, πενταπλά, έως τα Χριστούγεννα του 1946. Χρόνος Γ΄, τόμος Δ΄, σελίδες (281-344) δραχμές 2000. Η ύλη του έχει μεγάλη ποικιλία. Από κριτικές βιβλίων έως κριτικές θεατρικών παραστάσεων και κινηματογραφικών ταινιών. Φιλολογικά δοκίμια, ποιήματα και δοκίμια ελλήνων δημιουργών. Μεταφράσεις ξένων ποιημάτων και μουσικούς και εικαστικούς σχολιασμούς. Ιστορικές μελέτες και θεατρικά έργα σε συνέχειες. Κρίσεις για άλλα περιοδικά της εποχής και σχολιασμούς κάπως επιθετικούς και υπερβολικούς για πρόσωπα και πολιτικές άλλων περιοδικών. Οι συνεργάτες προέρχονται από  την πρωτεύουσα αλλά και από την επαρχία. Κυρίως από την συμπρωτεύουσα. Δημοσιεύονται ακόμα, απαντήσεις λογίων και πολιτικών σε ερωτήσεις που τους θέτει συνεργάτης του περιοδικού. Διαβάζουμε κείμενα που δημοσιεύονται για πρώτη φορά και άλλα που είναι από συλλογές των συγγραφέων. Την αυλαία της έκδοσης ανοίγει η μελέτη του γνωστού δοκιμιογράφου από την Θεσσαλονίκη Πέτρου Ωρολογά, «Η ΛΥΡΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ» σελ. 1-14, ενώ το κείμενο του Σπύρου Γρανίτσα, «ΕΝΑΣ ΘΕΑΤΗΣ ΤΟΥ ΓΚΡΕΚΟ» σελ. 343-344 κλείνει τον κύκλο της κυκλοφορίας του περιοδικού. Τα δημοσιεύματα είναι συνήθως μικρής έκτασης, δεν απουσιάζουν όμως και τα μακροσκελή. Η γλώσσα που χρησιμοποιούν οι συγγραφείς είναι η καθομιλουμένη δημοτική. Στα Φιλολογικά Χρονικά παρουσιάζεται για πρώτη φορά σε εκτενή εισαγωγή του Γιώργου Βαλέτα, το διήγημα του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντης «Ο Αλιβάνιστος». Υπάρχουν συγγραφείς και δοκιμιογράφοι που στελεχώνουν το περιοδικό, είναι οι σταθεροί συνεργάτες του περιοδικού. Ανάμεσά τους, συναντάμε τον πειραιώτη Βασίλη Λαούρδα που υπογράφει αρκετά μελετήματα και κριτικές που προκαλούν συζητήσεις για το «εριστικό» τους χαρακτήρα. Διαβάζουμε αποσπάσματα από έργα του Νίκου Καζαντζάκη, την μελέτη του για τον Δάντη, και μελέτη για την πνευματική του παρουσία. Σε επτά τεύχη. Διαβάζουμε την συμμετοχή της δεύτερης συζύγου του Καζαντζάκη, της Ελένης Σαμίου, σε δύο τεύχη. Ο πεζογράφος του εσωτερικού μονολόγου Στέλιος Ξεφλούδας συμμετέχει σε ένα, ο ποιητής και κριτικός Τέλλος Άγρας  σε τέσσερα τεύχη. Ο ποιητής της Αμοργού και μεταφραστής ποιημάτων του ισπανού ποιητή Φεντερίκο Γκαρσία Λόρκα, Νίκος Γκάτσος σε έξι τεύχη. Ο πεζογράφος  από την Θεσσαλονίκη Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης σε 5 ενώ η αδερφή του ποιήτρια Ζωή Καρέλλη σε ένα τεύχος. Τον Πειραιά εκπροσωπεί-εκτός από τον Βασίλη Λαούρδα- με ένα καλογραμμένο κείμενό του, που, ερευνά την σχέση του Κινηματογράφου με την Λογοτεχνία ο Μάριος Πλωρίτης τεύχη 8-12/ 30-6-1944, ενώ η γαλαξιδιώτισσα πεζογράφος σύζυγος του εθνολόγου Παναγή Λεκατσά, η γεννημένη στην πόλη του Πειραιά Εύα Βλάμη, συμμετέχει με μετάφρασή της. Ο ιστορικός της θεατρικής τέχνης και σκηνοθέτης Αλέξης Σολομός υπογράφει κείμενά του σε τρία τεύχη. Ν. 1, 6-7, 13-14. Οι δυό πολιτικοί, διανοούμενοι και στοχαστές, πανεπιστημιακοί, ο φιλόσοφος Κωνσταντίνος Τσάτσος και ο κοινωνιολόγος Παναγιώτης Κανελλόπουλος, απαντούν σε ερωτήσεις του περιοδικού, καθώς και ο Νίκος Καζαντζάκης,(αντέγραψα σε προηγούμενο σημείωμα τις απαντήσεις τους).Την συντακτική επιτροπή της «δεκαπενθήμερης έκδοσης τέχνης και σκέψης» αποτελούν ο διευθυντής του περιοδικού Ν. Σ. Νομικός και οι συγγραφείς Αλκης  Αγγελόγλου και Αστέρης Κοββατζής. Οι δύο συνεργάτες της έκδοσης χρησιμοποιούν τα ψευδώνυμα Α. Σπύρης και Α. Σγουρός στις δημοσιεύσεις τους. Προσθετικά να σημειώσουμε ότι τους Α. Αγγελόγλου και Α. Κοββατζή τους συναντάμε στα κατοπινά χρόνια και στην συντακτική επιτροπή του περιοδικού Ελληνική Δημιουργία του θεατράνθρωπου Σπύρου Μελά. Πολλά από τα κείμενα και τα σχόλια των Φιλολογικών Χρονικών, έχουν έναν εριστικό κάπως επιθετικό σχολιαστικό χαρακτήρα έναντι άλλων λογοτεχνικών περιοδικών, στην αρχή της κυκλοφορίας τους, ιδιαίτερα την Νέα Εστία και τους συνεργάτες της. Ο υψηλός τόνος της κριτικής φωνής των Φιλολογικών Χρονικών μετριάζεται, υποχωρεί με την πάροδο του χρόνου, χωρίς το περιοδικό να ξεστρατίζει από τους στόχους και τις θέσεις του.

Περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ  ΧΡΟΝΙΚΑ. ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ, Χρόνος Α΄, Τόμος Β΄,-τεύχη 20-24/ Αθήνα, Νοέμβριος- Δεκέμβριος 1944, (σ. 80) σελίδες 241-320, δραχμές 125.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

-WALT WHITMAN, ΣΗΚΩΘΕΙΤΕ ΜΕΡΕΣ ΑΠΟ Τ’ ΑΠΥΘΜΕΝΑ ΒΑΘΗ ΣΑΣ, 241-243, (μετάφραση Γιάννης Γ. Σφακιανάκης).

-ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΛΑΟΥΡΔΑΣ, ΝΕΟΙ ΤΟΥ 1944, 244-254.

-LOUIS CHADOURNE, ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΕΑΡΙΝΟΥ ΝΕΚΡΟΥ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ), 255-256, (ελληνική απόδοση ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΠΟΥΛΟΣ)

-ΒΑΣΣΟΣ ΒΑΡΙΚΑΣ, ΟΙ ΕΥΘΥΝΕΣ ΜΙΑΣ ΓΕΝΙΑΣ, 257-264.

-ΓΙΑΝΝΗΣ Γ. ΣΦΑΚΙΑΝΑΚΗΣ, ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΕΞΟΜΟΓΗΣΗ, Διήγημα, 265-270 (σε συνέχειες)

-ΝΙΚΟΣ Δ. ΠΑΠΠΑΣ, ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΣΤΟ ΣΚΟΠΕΥΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ, 271,

(από τη συλλογή: «Το αίμα των αθώων» που τυπώνεται)

-ΤΑΚΗΣ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ,  ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ. In memoriam  Φ. ΠΑΣΧΑΛΙΝΟΥ. –ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ 1941/- ΑΝΤΑΡΣΙΑ, 272-274

-ΑΛΙΚΗ ΣΤΑΜΟΥΛΗ, ΗΡΘΕ Η ΜΕΡΑ, 274.

-ΠΕΤΡΟΣ ΛΥΚΙΔΗΣ, ΧΟΡΙΟ, 275-279, (Απόσπασμα από νουβέλλα που θα κυκλοφορήσει μαζύ με άλλα διηγήματα)

-ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΛ. ΖΕΡΒΟΣ, Η ΚΡΗΤΙΚΙΑ ΛΥΡΑ (ΡΙΜΑ ΤΟΥ ΚΑΙΡΟΥ) Του Παντελή Πρεβελάκη, 280

-ΣΤΡΑΤΗΣ ΔΟΥΚΑΣ, Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΩΝ ΕΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΑΔΑ.  1. Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ, 281-283

-ΓΙΩΡΓΟΣ  ΓΕΡΑΛΗΣ, ΕΝΤΥΠΩΣΗ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΚΙ ΕΝΑ ΕΡΓΟ, 284-288

(Η μελέτη του ποιητή Γιώργου Γεραλή αναφέρεται στον ποιητή Νικηφόρο Βρεττάκο.)

-ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΛ. ΖΕΡΒΟΣ, Ο ΝΕΚΡΟΣ ΑΔΕΡΦΟΣ (ΔΡΑΜΑ ΣΕ ΤΡΙΑ ΜΕΡΗ) ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ, 289-294. (σε συνέχειες)

-ΝΤΙΜΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΕΝΑ ΒΛΕΜΜΑ ΣΤΗ ΡΟΜΑΝΤΙΚΗ ΨΥΧΗ (Γ΄,), 295-302

-Μ. Β. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ, Γ΄. ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ, 303-307 (σε συνέχειες)

-ΛΕΑΝΔΡΟΣ ΜΙΧΑΣ, ΑΦΙΕΡΩΜΑ, 308 (ποίημα)

-Μ. ΚΡΙΩΝΑΣ, ΕΚΑΒΗ, 308 (ποίημα)

ΕΚΑΒΗ

Στη μοναξιά η αγάπη σου αναπηδά

σα φλόγα, και τα πλάτια οργώνει της ψυχής μου

και νέο αίμα που διψά χαρά και φώς

μεσ’ σε τρελλό κι’ όμως πειθαρχημένο

παλμό αναβλύζει, κι’ όλος βουτώ

στην ανανέωση των αισθήσεων και της ψυχής

πού φέρνει αυτή η μοναδική σου αγάπη.

Δεν είναι ευτυχία, ουδέ γαλήνη…

Κάποιας αντάρας μακρυνής

μακρόσυρτα φερμένη η βουή

στον ίλιγγο στη μέθη πού αναδίνει

ένα μου κάνει με τη Φύση την ψυχή,

ανήλεη στού Μεγαλείου της τ’ άφθαστο ύψος.

- ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ (15 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1944), 309-312.

[ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ.- Η ΝΕΑ ΑΚΑΔΗΜΙΑ.-ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΧΡΕΟΣ.-ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ.-Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.-ΑΚΟΣΜΑ ΑΚΟΥΣΜΑΤΑ.-ΦΩΤΟΣ ΠΑΣΧΑΛΙΝΟΣ.-ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΗΔΟΝΟΠΟΥΛΟΣ]

ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΗΔΟΝΟΠΟΥΛΟΣ

    Θύμα των τραγικών συνθηκών που αφάνισαν τόσους και τόσους εκλεκτούς του πνευματικού κόσμου, έσβυσε στις 6 Νοεμβρίου και ο Γιάννης Αηδονόπουλος.

     Νέος 29 χρονών, πάνω στην άνθιση της ζωής και του ταλέντου του, τυραγνήθηκε όλη τη νύχτα για ναναπαυθεί στην οριστική αποδημία όταν στον ουρανό μας εγλυκοχάραζεν η αιθρία των ελεύθερων ημερών.

     Πικρά μόνος, έζησε με την ευαισθησία και την εγκαρτέρηση, σ’ ένα κόσμο θλίψεων και περισυλλογής, όπου η μουσική και οι στίχοι νανούριζαν με υποσχέσεις τη διαρκή του διάψευση.

     Ο λυρισμός υπήρξεν η ψυχή του. Κι’ όταν εκστασιαζόταν το κάλεσμα της αγαπημένης, κι’ όταν εσκλήρυνε την κραυγή του φωνάζοντας για την αδικία και τη σκλαβιά. Λυρικά ήταν τα λόγια του, λυρικά ήταν τα μάτια του, τα μεγάλα φωτεινά μάτια, όπου ξεδιάκρινες τη δειλή παιδική ψυχή.

     Από τον πρώτο τόμο των «Ειδυλλίων» 1937 και ως τα τελευταία του ανέκδοτα ποιήματα παρέμεινε ο αισθαντικός και ο λυπημένος, που κρύβεται πίσω απ’ το δισταγμό για να κάνη μολπή τη θλίψη του και να παρηγορηθεί στη μαγεία του οίστρου με τη μουσική των λεπτών ευρημάτων, με τους ρυθμούς και την έξαρση, πού πάντα έρεαν στις φλέβες του, που με τέτοιαν οξύτατη αίσθηση γνώριζε να τους οργανώνει.

     Το 1943 κυκλοφόρησε μια συλλογή διηγημάτων με τον τίτλον «Ο Έβδομος Ουρανός». Το ίδιο υλικό του λυρισμού, καλυμένο από ανάμνηση κι’ ονειροπόληση, έμπειρα πειθαρχημένο σε μιά καλλιτεχνική έκφραση που πήγαινε να γίνει προσωπική που είχε όλα τα γνωρίσματα της επιβολής και της ωριμότητας. Στον πεζό λόγον ο Αηδονόπουλος είχε βρει χώρο για ναναπτύξει όλες τις δυνατότητές του. Και τις ανέπτυξε στα επόμενα έργα του-δυό μυθιστορήματα πού μένουν ακόμη ανέκδοτα. «Ο Άνθρωπος της ζωής μου» είναι το ένα, τραβηγμένο απ’ τη δίνη των τραγικών ημερών της κατοχής. «Η ξένη πατρίδα» είναι το άλλο, εμπνευσμένο από τα πρώτα χρόνια της επαναστατημένης Ρωσσίας, όπου έζησε παιδί.

     Μιά πένθιμη προαίσθηση, θάλεγες, τον ανάγκασε, και σε τόσο τραγικές συνθήκες ανέχειας, να δοθεί ωστόσο με έντονη αφοσίωση στην επιγραφή. Η σεμνή παρουσία του δεν υπάρχει πιά ανάμεσά μας. Την ψυχή του όμως την άφησε στις σελίδες του, την πικρή αγαπημένη του μνήμη την άφησε στην καρδιά μας.

   ΜΙΧΑΛΗΣ  ΠΕΡΑΝΘΗΣ, 312.

-ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΜΕΤΑΞΑΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ.-Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, 313-316.

-ΣΤΡΑΤΗΣ ΔΟΥΚΑΣ, ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΤΕΤΡΑΔΙΑ. ΤΑ ΘΕΑΤΡΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ: Ο Καραγκιόζης του Μόλλα, 317-319.

-ΦΟΙΒΟΣ ΑΝΩΓΕΙΑΝΑΚΗΣ, ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ. ΤΑ ΜΟΥΣΙΚΑ ΜΑΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ, 320.

     Διατήρησα την ορθογραφία και την στίξη των σελίδων του περιοδικού.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς,

Καθαρά Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021.

 ΥΓ. Με κυβέρνηση του κυρίου Κυριάκου Μητσοτάκη, Συνέλληνες, τα είδαμε και τα ζήσαμε όλα, δεν έχουμε παράπονο. Πασόκ Ωραία χρόνια, που λέει και η Μαριλού.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου