Σάββατο 5 Ιουνίου 2021

Συγγραφείς-Κριτικοί του περιοδικού Φιλολογική Στέγη (Α΄ και Β΄ περίοδος)

 

                          Μ Ι Κ Ρ Ο Α Ν Θ Ο Λ Ο Γ Ι Ο 

ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΕΣ  του ΓΙΑΝΝΗ  Ε.  ΧΑΤΖΗΜΑΝΩΛΑΚΗ

Στο περιοδικό «ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ  ΣΤΕΓΗ» Α΄ και Β΄ περίοδος

     Αντιγράφω ορισμένες από τις βιβλιοκρισίες του πρώην προέδρου της «Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς», που δημοσιεύτηκαν στο ομώνυμο περιοδικό που εξέδιδε η Στέγη, σε δύο χρονικές περιόδους. Δεν έχω στην κατοχή μου το σύνολο των τευχών,-πάνω από 60 νούμερα συν δώδεκα ειδικά παραρτήματα. Και, 31; από το 2004 στην δεύτερη περίοδο της κυκλοφορίας του. Α. (1965-1997) τόμοι 8. Β. (2004-2011;)τόμοι 3. Όπως και αρκετοί άλλοι πειραιώτες συγγραφείς και ερευνητές, που δεν υπήρξαμε μέλη της Φιλολογικής Στέγης, δεν ήταν δυνατόν να προμηθευτούμε το σύνολο των τευχών. Από την άλλη, από όσο πληροφορήθηκα, και δεχόμενος τις προς εμένα απαντήσεις σε ερωτήσεις μου, ατόμων μελών της Φ. Σ. δεν ήταν εύκολο να βρεθούν όλα τα νούμερα των τευχών. Σε κρούσεις μου τις προηγούμενες δεκαετίες γνώριζα ότι ούτε στην Δημοτική Βιβλιοθήκη του Πειραιά ούτε στο Ιστορικό Αρχείο της Πόλης υπήρχαν τα τεύχη. Με είχαν πληροφορήσει ότι η Φ. Σ. δεν έστελνε τεύχη του περιοδικού στους Δημοτικούς φορείς. Από έτερες πειραϊκές πηγές γνωρίζω ότι το σύνολο των τευχών του περιοδικού υπάρχει σε ιδιωτικά αρχεία πειραιωτών. Επίσης, από συζητήσεις με τον ίδιο τον Γιάννη Ε. Χατζημανωλάκη, γνώριζα ότι έδενε τα τεύχη σε τόμους συνοδεύοντας τους με ένα μικρό φυλλάδιο-ευρετήριο, το οποίο πρόσφερε μόνο στα μέλη της Φιλολογικής Στέγης. Κατόπιν τούτων, περιορίζομαι στα νούμερα των τευχών που κατόρθωσα να αγοράσω από παλαιοπωλεία ή μου στάλθηκαν λόγω συγγραφικής μου συμμετοχής σε αυτά.

Ας προβούμε σε μια αναγκαία συνοπτική εισαγωγή για την ιστορία του παλαιού Σωματείου του Πειραιά, την «Φιλολογική Στέγη», στηριζόμενοι πληροφοριακά μεταξύ άλλων στο γενικό περίγραμμα, σε δύο αφιερώματα του ομώνυμου περιοδικού. Τεύχος 60, Καλοκαίρι 1997, έτος 32ο, τόμος Ζ. «67 Χρόνια Προσφοράς» σελίδες 410-423, και τεύχος 6/10,11,12, 2005, Δεύτερη Περίοδος, χρόνος 40ος, τόμος Η΄. «Φιλολογική Στέγη 75 χρόνια προσφοράς» Φυλλάδιο Πειραιάς 21/12/2005. Η Ιστορία και η πορεία των Πειραϊκών Γραμμάτων από τον Μεσοπόλεμο, έχει καθοριστικά προσδιοριστεί μάλλον, από τις πνευματικές και καλλιτεχνικές δράσεις και παρεμβάσεις της Φ. Σ. Ιδρύθηκε το 1930 συνεχίζοντας μέχρι σήμερα τις δραστηριότητες της, υπό άλλη σύνθεση και ηγεσία, μετά την παραίτηση του μακρόβιου παλαιού προέδρου της κυρού Γ. Ε. Χ. Η επίδρασή του Σωματείου και των μελών της Φ. Σ. στην μικρή πειραϊκή μας κοινωνία, υπήρξε ίσως μεγαλύτερη από αυτήν του «Πειραϊκού Συνδέσμου» και των Σχολών του, της «Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών του Πειραιά», και άλλους πολιτιστικούς χώρους και αίθουσες, ομαδικές πνευματικές κινήσεις, όπως ήταν το «Καλλιτεχνικό Καφενείο», «Η Στοά», «Ο Νώε» και άλλες μικρού βεληνεκούς καλλιτεχνικές, πνευματικές και μουσικές ομάδες και κινήσεις, που δραστηριοποιήθηκαν στον Πειραιά μετά την ίδρυσή του σε Δήμο το 1835. Η Φιλολογική Στέγη στην μακρόχρονη διαδρομή της έχει διοργανώσει πάνω από 610 πνευματικές και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Ομιλίες πειραιωτών και μη λογοτεχνών, παρουσιάσεις συγγραφέων και άλλων δημιουργών μελών της Φ. Σ. Διαλέξεις, συζητήσεις για ζητήματα και προβλήματα της πόλης. Ανάδειξη των αρχαιοτήτων και άλλων ιστορικών τοπόσημων του Πειραιά. Συμμετοχή σε εορταστικές εκδηλώσεις εντός και εκτός της πόλης. Συνεργασία της με άλλα Πειραϊκά Σωματεία, διοργάνωση κοινών εκδηλώσεων. Πραγματοποιήθηκαν υπό την αιγίδα της, παρουσιάσεις βιβλίων πειραιωτών και μη λογοτεχνών από πειραιώτες πεζογράφους και ποιητές σε γνωστές αίθουσες της πόλης. Γαλλικό Ινστιτούτο, Φουαγιέ Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, σινέ Σινεάκ και Αττικόν, αίθουσες Πειραϊκού Συνδέσμου και Φυσιολατρικού Σωματείου «Ο Ζήνων» κλπ.  Μουσικοφιλολογικές οργανώσεις και βραδιές απαγγελίας ποιημάτων. Μουσικές συναυλίες και θεατρικές παραστάσεις, κινηματογραφικές προβολές ελληνικών ταινιών. Με πρωτοβουλία της ηθοποιού και μέλος της Φ.Σ., κυρίας Ελευθερίας Χατζηδουλή ιδρύθηκε το 1983 η Θεατρική Σκηνή της Στέγης που μέχρι την θεατρική περίοδο 1992/1993 περίπου, παρουσιάστηκαν συνολικά 55 έργα ελλήνων και ξένων δημιουργών. Έργα που παραστάθηκαν στον Πειραιά και στους γύρω όμορους δήμους, σε νησιά του Αιγαίου και στις ελληνόφωνες περιοχές της Κάτω Ιταλίας. Το 1962 με πρωτοβουλία του τότε γενικού γραμματέα της Στέγης διηγηματογράφου και κριτικού Βελισσάριου Μουστάκα, η Στέγη πραγματοποιεί την πρώτη Έκθεση Πανελλήνιας Θαλασσογραφίας με επιτυχία. Έκτοτε, διοργανώθηκαν περίπου 23 δημόσιες Εκθέσεις με έργα πειραιωτών και όχι μόνο εικαστικών καλλιτεχνών. Διοργανώθηκαν ομιλίες, δόθηκαν διαλέξεις, γράφτηκαν σημειώματα για την εικαστική παραγωγή πειραιωτών ζωγράφων. Εκθέσεις Φωτογραφίας διοργανώθηκαν στην πόλη μας. Η Φιλολογική Στέγη συμμετείχε σταθερά (πάνω από 17 φορές) στις ετήσιες καλοκαιρινές Εκθέσεις Βιβλίου που διοργάνωνε ο Σύλλογος Βιβλιοπωλών-Χαρτοπωλών Πειραιά στο Πασαλιμάνι, με δικό της τιμητικό περίπτερο, εκθέτοντας και πουλώντας βιβλία πειραιωτών συγγραφέων. Της είχε παραχωρηθεί επίσης, εκπομπή, μετά την ίδρυση του Δημοτικού Ραδιοφωνικού Σταθμού Πειραιά, Κανάλι-1, που παρουσίασε πειραιώτες δημιουργούς. (Ήταν μετά την περίοδο της δικής μου εκπομπής «ΤΑ ΜΑΚΡΑ ΤΕΙΧΗ»). Ανάμεσα στις άλλες δραστηριότητές της ήταν και η ίδρυση Χορωδίας με εμφανίσεις της στον Πειραιά και σε άλλες περιοχές. Προκήρυξε ετήσιους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς με βραβεύσεις μαθητών και συγγραφέων. Ίδρυσε το Ινστιτούτο Πειραϊκών Μελετών. Κυκλοφόρησε και εξέδωσε με την σφραγίδα του Σωματείου, (την εκδοτική φροντίδα και επιμέλεια είχε ο Γ. Ε. Χ.) πάνω από 40 τίτλους βιβλίων πειραιωτών ποιητών και πεζογράφων. Τέλος, διοργάνωσε εκατοντάδες δεξιώσεις, συνεστιάσεις, απογευματινούς περιπάτους και ολοήμερες ή μονοήμερες εκδρομές.

     Το ενδεικτικό αυτό ανθολόγιο βιβλιογραφικών σημειωμάτων-παρουσιάσεων, του συγγραφέα-κριτικού Γιάννη Ε. Χατζημανωλάκη, νομίζω ότι είναι το πρώτο που πραγματοποιείται και δημοσιεύεται συγκεντρωτικά, βασίζεται στους αριθμούς των τευχών (μονών, διπλών ή τριπλών) που έχω στην διάθεσή μου, που σημαίνει ότι, το ανθολόγιο δεν είναι ολοκληρωμένο. Δεν έχω στην κατοχή μου-ούτε έχω διαβάσει- την σύνολη παραγωγή του στο περιοδικό. Μπορούμε όμως μάλλον, να σημειώσουμε, ότι έχει μια κάποια σχετική επάρκεια, μια και από το σύνολο των τευχών που κυκλοφόρησαν κατόρθωσα να συγκεντρώσω σχεδόν τα μισά. Αν προσμετρήσουμε και τα νούμερα των τευχών στα οποία δεν γράφει κριτική ο Γ. Χς. Αρκετά βιβλιοκριτικά του σημειώματα,(και άλλων Πειραιωτών συγγραφέων), έχουμε διαβάσει και σε τεύχη παλαιότερων πειραϊκών φιλολογικών περιοδικών καθώς και σε δεκάδες φύλλα πειραϊκών εφημερίδων, που υπήρξαν σταθεροί συνεργάτης τους. Τα παλαιά πειραιώτικα περιοδικά και οι εφημερίδες, έχουν διακόψει εδώ και χρόνια την κυκλοφορία τους. Δυστυχώς δεν υπάρχει το σύνολο των σωμάτων των εφημερίδων και άλλων εντύπων που κυκλοφόρησαν στο Ιστορικό Αρχείο της Πόλης. Κάτι που δυσκολεύει την έρευνα, όπως και η μη ψηφιοποίησή τους. Όπως και νάχει, η συγγραφική παραγωγή και επαγγελματική δραστηριότητα του Γ. Ε. Χ. είναι ογκωδέστατη. Προσθέτοντας τις επιμέλειές του, τις διορθώσεις του, τις συγγραφικές παρεμβάσεις του και τα κείμενά του για την περιοχή του Λιμανιού και του ΟΛΠ, στα ετήσια Δελτία του ΟΛΠ που εργάζονταν ως υπάλληλος. Αν θυμάμαι σωστά, σύμφωνα με λεγόμενά του, τα δημοσιεύματά του ξεπερνούν τις 4000 εντός και εκτός της πόλης. Τεράστιος αριθμός για τα πειραϊκά δεδομένα.

     Την αφορμή του ανθολογίου μου την έδωσαν δύο προσωπικά συμβάντα. Πρώτον, το ξαναδιάβασμα των όλων των βιβλιοκριτικών του περιοδικού που έχουν δημοσιευθεί, από τον ιστορικό Γ. Ε. Χ. τον ποιητή Αντώνη Α. Ζαρίφη, τον συγγραφέα και πρώτο καταγραφέα της εικαστικής παραγωγής της πόλης μας Κώστα Θεοφάνους, τον πεζογράφο Στέλιο Μπινιάρη, τον Παύλο Μπαλόγλου, τον ποιητή Στέλιο Γεράνη και ορισμένων άλλων. Περιοριζόμενος όμως σε αυτό το σημείωμα, στα δημοσιεύματα του Γ. Χς, και σε σημείωση του στην σελίδα 71 του τεύχους 23/Άνοιξη 1976, χρόνος ΙΒ΄, τόμος Δ΄. Γράφει ο Γ. Ε.Χ. στις σελίδες «ΒΙΒΛΙΑ»: «Στο διάστημα που μεσολάβησε από την έκδοση του προηγούμενου τεύχους του «Δελτίου» της Φ.Σ.Π. μέχρι σήμερα, πήρα τα βιβλία που αναγγέλλω πιο κάτω. Δυστυχώς, η στενότητα του χώρου του τεύχους αυτού-που ένα μέρος των «Χρονικών» του καλύπτεται με την αναφορά σε οδυνηρά για τη «Στέγη» και τον Πνευματικό Πειραιά γεγονότα- δεν μου επιτρέπει, παρά την αρχική πρόθεσή μου, ν’ ασχοληθώ αναλυτικά μαζί τους, όπως συνηθίζω άλλωστε, πιστεύοντας ότι η κριτική είναι χρέος-χρέος προς τον πνευματικό μόχθο κάθε δημιουργού. Περιορίζομαι, λοιπόν, για σήμερα στην αναγγελία των βιβλίων, κ’ ελπίζω σύντομα να μου δοθεί η ευκαιρία για μια κριτική τους παρουσίαση από τις ίδιες ή άλλες στήλες.». Αυτό το «χρέος» των συγγραφέων, κριτικών φωνών του Πειραιά, που έσκυψαν και εργάστηκαν πάνω στον ξένο συγγραφικό μόχθο. Τον κατέγραψαν, τον αποτύπωσαν, τον διέσωσαν, τον ανέλυσαν, τον ερμήνευσαν.  Διαβάζοντας και παρουσιάζοντας βιβλία πειραιωτών ομοτέχνων τους, ξεδίπλωσαν τις σκέψεις τους, φανέρωσαν τις ιδέες τους, εξέθεσαν τις απόψεις τους, μας μίλησαν στο πως βλέπουν την λογοτεχνία και τα είδη της. Εκμυστηρεύτηκαν τις προσωπικές τους αναμνήσεις, καθώς πρόσεξαν και έπιασαν στα χέρια τους βιβλία φιλικών τους ατόμων, ημερολογιακές σημειώσεις παλαιότερων πειραιωτών, συγγραφικές καταθέσεις-μαρτυρίες άλλων συγγραφέων της γενιάς τους. Αυτές τις «άλλες» κριτικές μαρτυρίες θέλησα να αποδελτιώσω, να αντιγράψω, να γνωρίσω στους όποιους αναγνώστες της ιστοσελίδας μου, και στους νεότερους Πειραιείς δημιουργούς και δημοσιογράφους, που δυστυχώς, όπως φαίνεται, αγνοούν μάλλον «επιδεικτικά» τον μόχθο και τις δημιουργίες των παλαιότερων πειραιωτών συγγραφέων και κριτικών. Έστω και μη ολοκληρωμένα, λοιπόν, αρχινώ από τα κριτικά σημειώματα του Γ.Ε. Χ.

     Ο Γιάννης Ε. Χατζημανωλάκης όπως βλέπουμε από τα βιβλιογραφικά του σημειώματα και παρουσιάσεις, είναι ο μόνος, σε σχέση με άλλους πειραιώτες βιβλιοκριτικούς και δοκιμιογράφους της γενιάς του, μα και αρκετούς νεότερούς του, βλέπε πχ. τα ονόματα των Στέλιου Γεράνη, Χρήστου Λεβάντα, Κώστα Θεοφάνους, Βελισσάριου Μουστάκα, Αντώνη Ζαρίφη, Γιώργου Χ. Μπαλούρδου, Παύλου Ρ. Μπαλόγλου, Γεωργίου Δρόσου, Χάρη Χρόνη, Στέλιου Μπινιάρη, για να μείνω σε ονόματα που αναγνωρίζουμε αμέσως το συγγραφικό τους στίγμα, τα οποία δημοσίευσαν κριτικές τους (σε τακτά ή σποραδικά διαστήματα) στον τοπικό τύπο και τα πειραιώτικα περιοδικά του προηγούμενου αιώνα. Από τους πειραιώτες αυτούς, ο Γ. Χς., έχει υπογράψει  πρώτον το σύνολο των βιβλιογραφικών δελτίων του περιοδικού, και δεύτερον, τις περισσότερες κριτικές για κυκλοφορίες βιβλίων πειραιωτών συγγραφέων και όχι μόνο. Τίτλοι βιβλίων που εκδόθηκαν στον Πειραιά, τυπώθηκαν εντός ή εκτός Πειραιά, που αναφέρουν ότι τυπώθηκαν στον Πειραιά. (τυπώθηκαν δηλαδή σε τυπογραφεία της Αθήνας και στην προμετωπίδα τους γράφουν Πειραιάς ή και Φ.Σ.Π.)  Στην ειδική αυτή κατηγορία βιβλίων πειραιωτών, να προσθέσουμε και τα βιβλία που εξέδωσε η Φιλολογική Στέγη με την σφραγίδα της και κρίνει ή σχολιάζει, γράφει ο Χατζημανωλάκης. Όπως επίσης, και άλλους τίτλους, προερχόμενους από συγγραφείς της Θεσσαλονίκης, της Κύπρου κλπ. Ποιητικές συλλογές ή μυθιστορήματα, που έστελναν είτε στο περιοδικό είτε στον διευθυντή του και πρόεδρο της Φ. Σ. Η γκάμα είναι μεγάλη και τα συγγραφικά είδη ποικίλουν. Τα περισσότερα από τα βιβλία που σχολιάζονται ή κρίνονται είναι ποιητικές συλλογές, διηγήματα, πεζογραφήματα, χωρίς να λείπουν τα ιστορικά, τα αρχαιολογικά, οι προσωπικές αναμνήσεις, τα χρονογραφήματα. Βιβλία με εικαστικό ενδιαφέρον.  Σπάνια, συναντάμε στις σελίδες του περιοδικού και αναδημοσιεύσεις κριτικών από έντυπο της πρωτεύουσας που αναφέρεται σε πειραιώτη ποιητή. Βλέπε αναδημοσίευση από τη «Φιλολογική Βραδυνή» της κριτικής παρουσίασης του Δημήτρη Σιατόπουλου, για την συλλογή διηγημάτων, «Ο ΑΓΑΘΟΔΩΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΗΣΤΟΣ» του Βασίλη Λαμπρολέσβιου. τχ. 27/Καλοκαίρι 1980, σ. 411. Άλλοτε αναδημοσιεύει στις σελίδες «Κριτική Βιβλίου», έναν πρόλογό του σε μια συλλογή ή μια χαιρετιστήρια ομιλία του σε παρουσίασή της. Βλέπε την συλλογή του ποιητή Γιάννη Βουρλάκου. Αρκετά βιβλία πειραιωτών δημιουργών χτυπήθηκαν σε γνωστά τυπογραφεία της πόλης. Τα βιβλία που εκδόθηκαν με την σφραγίδα της Φιλολογικής Στέγης, επιμελήθηκε, διόρθωσε, φρόντισε επαγγελματικά ή φιλικά ο ίδιος ο Χατζημανωλάκης. Θα παρακινδυνεύαμε να σημειώσουμε ότι, στην πολυετή επαγγελματική του συγγραφική και «προεδρική» σταδιοδρομία ο Χατζημανωλάκης, «δημιούργησε» αρκετές φωνές πειραιωτών συγγραφέων.  Η πολύχρονη πείρα και εμπειρία του στάθηκε ουσιαστικός βοηθός «καθοδηγητής» για αρκετούς συγγραφείς που ήθελαν να δουν διηγήματά τους ή ποιήματά τους να εκδίδονται. Με τον τρόπο αυτόν, δηλαδή την καταγραφή, αποδελτίωση, παρουσίαση, κριτική των βιβλίων από τις σελίδες του περιοδικού Φιλολογική Στέγη, με την επιμέλεια του Γ. Χς., μας διασώθηκε μεγάλο μέρος της πειραϊκής πνευματικής και συγγραφικής μας παράδοσης. Ακόμα και αν δεν έγραφε κριτική ο Γ. Ε. Χ., κατέγραφε τα στοιχεία (αν και όχι ολόκληρα, εννοώ συγγραφέα, τίτλος βιβλίου, εκδότη, τόπο έκδοση, χρονολογία, σελίδες, διαστάσεις, τυπογραφείο κλπ) του βιβλίου που έρχονταν στα χέρια του. Είτε στις κεντρικές σελίδες της Βιβλιοκριτικής, είτε στα Βιβλιογραφικά Δελτάρια, είτε στις Άλλες Εκδόσεις, είτε στις Μεταφράσεις, (βλέπε περίπτωση της πειραιώτισσας ποιήτριας Όλγας Βότσης και τις μεταφράσεις έργων του Φρανς Κάφκα. Η την μετάφραση της μελέτης του Πάτρικ Λη Φορμ, «Μάνη» Αθήνα 1972 από την Ματίνα Μάσβουλα-Τσιφόρου) είτε τέλος με μικρές σύντομες πληροφορίες που μας έδινε στις τελευταίες σελίδες. Οι Βιβλιοκριτικές συνήθως δημοσιεύονταν μετά τα Πειραϊκά Πένθη, των ανθρώπων του πνεύματος και της πολιτικής που έφυγαν από την ελλάδα και το εξωτερικό που έγραφε συνήθως ο ίδιος είτε συνεργάτες του περιοδικού και μέλη της Στέγης. Στα Πειραϊκά Πένθη,-όπου δημοσιεύεται μια σύντομη αποτίμηση της ζωής και των συγγραφικών δραστηριοτήτων του εκλιπόντος, αναφέρονται εν τάχει τίτλοι ποιητικών συλλογών, μυθιστορημάτων διηγημάτων πειραιωτών. Με τις αναφορές αυτές, «κούμπωναν» θα γράφαμε κατά κάποιον τρόπο, συμπληρωνόντουσαν τα κενά. Σχηματίζονταν ένα γενικό περίγραμμα. Μέσα σε αυτό, οφείλουμε να συμπεριλάβουμε και τα θεατρικά σημειώματα που έγραφε ο Γ.Ε.Χ., για θεατρικές παραστάσεις είτε της Θεατρικής Ομάδος της Στέγης είτε παραστάσεις έργων μελών της πειραιωτών συγγραφέων, όπως της Τούλας Μπούτου. Είναι πολύτιμες οι πληροφορίες που αντλούμε από τις σελίδες του περιοδικού για την πνευματική ιστορία και καλλιτεχνικές δραστηριότητες της πόλης. Μπορεί το ισοζύγιο των δημοσιευμάτων να φέρουν την υπογραφή του Χατζημανωλάκη, μπορεί ο ίδιος να επαναλάμβανε πληροφορίες ή να ανέτρεχε συνήθως σε δικά του παλαιότερα δημοσιεύματα, όμως, το τελικό της κατάθεσης προϊόν που μας διέσωσε με την αμέριστη αγάπη και φροντίδα του είναι σημαντικό και χρήσιμο σε όποιον θέλει να φτιάξει το σχεδιάγραμμα της διαδρομής της πειραϊκής λογοτεχνίας.

 Κάθε γενιά πρόσθετε το λιθαράκι της που εν συνόλω, πέρα από αξιολογήσεις και διαμερισματοποιήσεις μικρών ή μεγαλύτερων προσφορών κατέληξαν στην κεντρική δεξαμενή παραγωγής των δικών μας χρόνων, που η πόλη του Πειραιά έδωσε τους σύγχρονους καρπούς της και πρόσθεσε την νέα της ταυτότητα στην λογοτεχνική παραγωγή της Ελλάδος. Οι σκόρπιοι και αυτόνομοι κρίκοι της Πειραϊκής Σχολής Λογοτεχνίας είχαν συγκεντρωθεί, ενωθεί, και αποτελούσαν πλέον κοινό πεδίο αναφοράς, έρευνας και ίσως συγγραφικού σχεδιασμού

     Η βιβλιοκριτική ματιά του Γιάννη Ε. Χατζημανωλάκη, δεν περιορίζεται μόνο σε βιβλία πειραιωτών δημιουργών,-όπως προείπα- ούτε σε ορισμένα είδη ή κατηγορίες του λογοτεχνικού πεδίου (ποίηση, μυθιστόρημα, διήγημα, χρονικό κλπ.) εκτείνεται και σε τίτλους βιβλίων που του έστελναν συγγραφείς από την Αθήνα, (δες Δημήτρη Σταμέλλου για τον «Μακρυγιάννη», εκδ. Εστίας 1975. Της ποιήτριας Κυριακής Χρ. Τσολοδήμου, και την συλλογή της «Ευτέρπη», Αθήνα 1975, του συγγραφέα και ανθολόγου Κώστα Μ. Σταμάτη και το τρίτομο έργο του «Η Βουκολική Ποίηση», Αθήνα 1974-1976, του πρόωρα χαμένου παιδιού του καθηγητή της Φιλοσοφία Ιωάννου Θεοδωρακόπουλου, του Νίκου Ι. Θεοδωρακόπουλου και το βιβλίο του «Απόδημος Λόγος» με πρόλογο του Θανάση Νιάρχου, Αθήνα 1971. Τα «Ποιήματα 1933-1983» του ηθοποιού Θάνου Κωτσόπουλου κ, ά. Στην αποδελτίωση και καταγραφή των βιβλίων συναντάμε ακόμα και μεταφράσεις της ποιήτριας Κατερίνας Αγγελάκη-Ρούκ: «Σύγχρονοι Αμερικανοί Ποιητές» Επιλογή-μετάφραση Κ. Αγγελάκη- Ρουκ, εκδ. ΄Υψιλον, Αθήνα 1983) την Θεσσαλονίκη, (βλέπε Σαράντος Παυλέας, την συλλογή του «Τότε και τώρα», 1971 και το βιβλίο του «Μνήμη των διακοσίων δικαίων των σκοτωμένων στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής και άλλα ανέκδοτα κείμενα 1960-1981» Θες/κη 1982, και την συλλογή «Συνειδησιακό υπόγειο (ποίηση γραμμένη σε θήκες ιατρικών γαντιών)» Θες/κη 1985) την Κύπρο. Δες Κύπρος Χρυσάνθης και την ποιητική του συλλογή «Η ευτυχία της Γης», Λευκωσία 1983. Ή τα βιβλία του Κύπριου ποιητή: «Το φώς δεν χάνεται στην Κύπρο» (ποιήματα) έκδοση «Πνευματικής Κύπρου» Λευκωσία 1979-και «Αντιποιήματα πάνω σε υφασματογραφίες», εκδόσεις Δήμου Λευκωσία 1981, για τα οποία γράφει ο ποιητή και κριτικός Αντώνης Α. Ζαρίφης. Από τη Μυτιλήνη, καταγράφεται το Αντώνη Π. Σούπου, «Θυμάρια της Λήμνου», Μυτιλήνη 1984. Βιβλία συγγραφέων από όμορους δήμους, βλέπε Νίκαια και τις εργασίες του Δημήτρη Λιάτσου, του Γιάννη Π. Ιωαννίδη κλπ. Στα χέρια του έφταναν ακόμα λογοτεχνικά περιοδικά και έντυπα των γύρω δήμων. Τοπικές εφημερίδες. Συγγραφείς που ορισμένοι από αυτούς, έστελναν δημοσιεύματά και κείμενά τους στο πειραιώτικο περιοδικό και σε πειραϊκές εφημερίδες. Αυτό μας φανερώνει την αναγνώριση του πνευματικού χώρου του Πειραιά, των ανθρώπων του και ίσως και μιά άνθηση των πειραϊκών γραμμάτων που διήρκεσε αρκετές δεκαετίες. Είναι μεγάλος ο αριθμός των βιβλίων για τα οποία γράφει, σχολιάζει, παρουσιάζει, αποδελτιώνει ο Χατζημανωλάκης. Μικρά ή μεγάλα του σημειώματα, εύστοχες κρίσεις του ή «διεκπεραιωτικές» δημοσιεύσεις του, σύντομες αναφορές του, αποτυπώνουν τα συγγραφικά και εκδοτικά ίχνη της εποχής του. Υπεύθυνη η ματιά του, οι θέσεις και οι κρίσεις του είτε συνηθέστερα είναι θετικές είτε ορισμένες φορές αρνητικές εκφέρονται με σοβαρότητα και κοσμιότητα. Σε ορισμένα του σημειώματα, αναγνωρίζουμε να διατυπώνει την οπτική του πάνω στο τι είναι διήγημα, τι ποιητικός λόγος, ποια τα εχέγγυα ενός συγγραφέα, η ποιότητα ενός λογοτεχνικού ή ποιητικού έργου. Δημοσιεύει δύο και τρεις κριτικές για τον ίδιο συγγραφέα. Παρακολουθεί την εκδοτική του παραγωγή και γράφει τα σημειώματά του.  Αναλαμβάνει ο ίδιος την κριτική παρουσίαση των βιβλίων που στέλνονται στο περιοδικό, και είτε υπογράφει με το όνομά του, είτε με διάφορα αρχικά του ονόματός του είτε με ψευδώνυμο είτε ανωνύμως. Η καταγραφή είναι σταθερή. Ακόμα και αν ένα βιβλίο δεν παρουσιαστεί στις σελίδες του περιοδικού με κριτική, καταγράφεται και με τον τρόπο αυτόν γίνεται γνωστό σ’ εμάς. Αρκετές του κριτικές ή κρίσεις, «μεταλλαγμένες», δημοσιεύονται για δεύτερη φορά σε διαφορετικό έντυπο, (Συνήθως σε πειραϊκή εφημερίδα) ή στα βιβλία του. Πέρα από την φιλολογική ή κριτική αξία των εκατοντάδων αυτών σημειωμάτων, πέρα από την επαναληψημότητα των κρίσεων του, τις θετικές ή αρνητικές κρίσεις και θέσεις του, τα σταθερά λεκτικά κλειδιά που χρησιμοποιεί, την εμβάθυνση στο θέμα του βιβλίου, παραβλέποντας το γεγονός ότι αρκετές βιβλιοκριτικές του, «χαϊδεύουν» φιλικά σε εκείνον συγγραφικά αυτιά,  απευθύνονται μάλλον περισσότερο στον συγγραφέα, οφείλουμε να παραδεχθούμε και να του αναγνωρίσουμε ότι  τα σημειώματά του στο περιοδικό και τον τοπικό τύπο, όπως και των άλλων πειραιωτών συγγραφέων, διακρίνονται από ένα ευαίσθητο βλέμμα και ένα πλησίασμα καθαρά πειραιοκεντρικά νοσταλγικό, μας διασώζουν την εκδοτική παραγωγή, συνέχεια και παράδοση της πόλης. Δίχως αυτές τις ισχνές ή επαρκείς παρουσιάσεις, χωρίς τις συστηματικές και εξακολουθητικές καταγραφές των εκατοντάδων τίτλων από τον πρώην πρόεδρο της Φιλολογικής Στέγης, δεν θα μας είχε διασωθεί ο εκδοτικός αυτός πλούτος, η ποικιλία του, ακόμα ίσως και οι συγγραφείς του. Οι δυσκολίες θα ήταν μεγάλες και ποικίλες στην συγκέντρωση και αποδελτίωση, ταξινόμηση του σκόρπιου, πολύστικτου, πολύμορφου, ετερόκλητου πειραϊκού αυτού εκδοτικού υλικού που παρουσιάστηκε τις προηγούμενες δεκαετίες. Ανεξαρτήτως της ποιότητας και της βαρύτητας των βιβλίων, της καλαισθησίας της έκδοσής τους, της επικαιρότητας των περιεχομένων τους, το τι απαντήσεις έδιναν, αν έδιναν στην εποχή τους, με ποιους έρχονταν σε επαφή και συνομιλούσαν οι πειραιώτες συγγραφείς, σε ποια ομάδα ήθελαν να ανήκουν, τι θέματα τους απασχολούσαν, το κληροδοτούμενο υλικό της πειραϊκής συγγραφικής παράδοσης είναι μεγάλο και απαραίτητο.  Τα δεκάδες αυτά βιβλία εξέφραζαν την αγάπη τους για την γενέθλια πόλη του συγγραφέα τους. Μας εξιστόρησαν τις προσωπικές του μνήμες, τις παιδικές του αναμνήσεις, τα πειραϊκά γεγονότα που τους σημάδεψαν. Με ποιους συνομιλούσαν οι πειραιώτες συγγραφείς, σε ποιους πειραιώτες αφιερώνουν γραπτά τους ή βιβλία τους. Ποιες περιοχές της πόλης φωτογραφίζονται εντονότερα. Ποια τα θέματα που επανέρχονται. Η πόλη και το λιμάνι, το θαλάσσιο στοιχείο είναι οι σταθεροί συγγραφικοί κόμβοι που οι συγγραφείς επανέρχονται συχνότερα στα κείμενά τους, τα ποιήματά τους, στις αναμνήσεις τους. Με δυό λόγια, πως αισθηματοποιήθηκε η παρουσία της πόλης μέσα στα έργα και τις δημιουργίες τους. Πως βίωσαν την πραγματικότητα της, την διέσωσαν στα κείμενά τους, διατήρησαν την εικόνα της. Αν δεν υπήρχαν οι καταγραφές αυτών των έργων από τους παλαιότερους κριτικούς, τον Γ.Ε.Χ., οι προσπάθειές εξερεύνησης των παρελθόντων χρόνων της πόλης και των πνευματικών της πεπραγμένων θα ήσαν ανυπέρβλητες.

    Αν διαβάσει ο σύγχρονος ερευνητής εν συνόλω τα σημειώματα αυτά, αν προσθέσει τις ομιλίες-παρουσιάσεις βιβλίων που πραγματοποιήθηκαν σε αίθουσες της πόλης από πειραιώτες ποιητές ή πεζογράφους, ακόμα και τις αναδημοσιεύσεις τους σε τοπικές εφημερίδες, θα διαπιστώσει το μέγεθος της πειραϊκής  προσφοράς αυτών των προσώπων, στην διάσωση της πειραϊκής συγγραφικής και εκδοτικής παράδοσης. Την συμβολή τους στην συνέχεια της πειραϊκής λογοτεχνικής και ιστορικής μνήμης στο χρόνο. Παραβλέποντας τις κατά καιρούς γκρίνιες, τις ενδεχόμενες φανερές ή κρυφές συγγραφικές μεροληψίες, τις κραυγαλέες «εκδουλεύσεις», τις ατομικές αψιμαχίες και κόντρες, το γεγονός είναι η διάσωση του υλικού αυτού και μέσω των κριτικών αυτών σημειωμάτων. Και αν φέρουμε στην σκέψη μας ότι υπήρξαν πειραιώτες συγγραφείς που εξέδιδαν και κυκλοφορούσαν πάνω από 4 ή 5 συλλογές τους κατ’ έτος, καταλαβαίνουμε με τι μεγάλο υλικό έχουμε να κάνουμε, και να διαχειριστούμε. Μια «γραφο-εκδοτική λογοδιάρροια», (ορισμένων πειραιωτών)  που δεν μπορεί να τους προσμετρηθεί ως συγγραφικός ποιητικός άθλος φυσικά στα συν. Και τις περιπτώσεις εκείνων που κυκλοφορούσαν στην πόλη του Πειραιά, σαν «παραγνωρισμένες μεγαλοφυΐες. Να προσθέσουμε ακόμα και τις περιπτώσεις των πειραιωτών συγγραφέων που έγραψαν για την εθνική αντίσταση και τις μνήμες τους την περίοδο της κατοχής, συγγραφείς που είχαν βουτηγμένη την πέννα τους μονομερώς, μόνο και αποκλειστικά στο κόκκινο ιδεολογικό τους μελανοδοχείο. Πώς να γράψεις για παλαιούς παιδικούς φίλους; Τι και ποιους να διασώσεις στο καράβι της πειραϊκής μνημοσύνης; Και όμως βλέπουμε ο λόγος του Χατζημανωλάκη να είναι νηφάλιος, ήρεμος, απάθιαστος, συγκαταβατικός. Ορισμένες φορές-όχι συχνά- ο μεγάλος όγκος των βιβλίων που του ταχυδρομούν, περιμένοντας οι συγγραφείς να γράψει για αυτά ή να τα σχολιάσει, και έχοντας να αντιμετωπίσει τον καθημερινό φόρτο της επαγγελματικής του εργασίας, τον κάνει να σημειώσει «Ο Γιάννης Χατζημανωλάκης ευχαριστεί θερμότατα όλους, που του στέλνουν προσωπικά τα βιβλία τους. Και εκφράζει τη λύπη του γιατί λόγοι σοβαροί, που απορρέουν κυρίως από φόρτο απασχόλησης, αυτό τον καιρό, δεν του επιτρέπουν, παρά την επιθυμία του, να αναφερθεί αναλυτικά σ’ αυτά, στη στήλη «Κριτικής Βιβλίου» του περιοδικού, περιοριζόμενος αναγκαστικά σε απλή αναγγελία τους.», σελίδα 168, τεύχη 46-50-51/Άνοιξη 7,1989-3,1990. Ενώ σε άλλες στιγμές, αντί για βιβλιοκριτική, δημοσιεύεται στις σελίδες του περιοδικού, η εισήγηση του ακαδημαϊκού Τάσου Αθανασιάδη, στην απονομή του βραβείου ποιήσεως του «Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνης» της Ακαδημίας Αθηνών στην τελευταία ποιητική συλλογή του αξέχαστου Στέλιου Γεράνη: «Ξαναβρήκα την ποίηση» εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 1991, Βλέπε τχ. 59/Άνοιξη 1993, σ.379.

          Μπορεί εμείς οι νεότεροι Πειραιώτες που ασχολούμασταν με τα πειραϊκά γράμματα-εκτός των Σωματειακών τειχών, να μην σταθήκαμε τυχεροί να βρίσκεται συγκεντρωμένο όλο αυτό το συγγραφικό-εκδοτικό υλικό σε έναν δημοτικό χώρο, ώστε να έχουμε πρόσβαση να το ερευνήσουμε και να το μελετήσουμε. Να μην φρόντισαν για αυτό οι προηγούμενες γενιές των πειραιωτών δημιουργών. Μπορεί ένα μέρος του να βρίσκεται σε χέρια πειραιωτών ή αθηναίων συλλεκτών ή παλαιοπωλών, να είναι διάσπαρτο σε διάφορες βιβλιοθήκες ή ιδιωτικούς χώρους και αρχεία, αλλά αυτή η πολυπληθής πειραϊκή παραγωγή αποτελεί μια πραγματικότητα. Ίσως ακόμα ένα μέρος του υλικού αυτού να χάθηκε ή καταστράφηκε ή πωλήθηκε από τους κληρονόμους των πειραιωτών συγγραφέων, που δεν ενδιαφέρθηκαν με ζέση στην διάσωση των έργων των δικών τους ανθρώπων. Παρόλα αυτά όμως, να το επαναλάβουμε, τα κριτικά αυτά σημειώματα που διαβάζουμε, οι σκόρπιες βιβλιοκρισίες που βλέπουμε στις σελίδες των περιοδικών και εφημερίδων, οι τηλεγραφικές παρουσιάσεις βιβλίων στα βιβλιογραφικά δελτία, οι τυπικές καταγραφές, οι αποδελτιώσεις που πραγματοποιήθηκαν από προσωπικό μεράκι, την θερμή επιθυμία, την ατομική πρόθεση πειραιωτών συγγραφέων-κριτικών, είναι μια σπουδαία και σημαντική υπόθεση για τα δεδομένα της μικρής μας εργατούπολης. Μόνον όποιος ασχολείται με αυτό το άχαρο, χρονοβόρο, πολυέξοδο και παρακινδυνευμένο «χόμπι» της ελληνικής γραμματείας που λέγεται Δελτάρια Βιβλιογραφίας, μπορεί να κατανοήσει, καταλάβει την χρησιμότητα αυτών των καταγραφών. Εργασιών υποδομής που ερχόμενοι οι νεότεροι, στηρίζουν τις δικές τους εργασίες, βασίζουν τις ερμηνείες τους, προσεγγίζουν το παρόν με τους φακούς της ιστορίας του παρελθόντος τους με ακρίβεια. Η μαρτυρία του χρόνου διασώζεται μέσα από τα σημειώματα αυτά.

      Και κάτι ακόμα χρήσιμο, που ίσως να μην έχει και τόσο προσεχθεί. Με τα σημειώματα αυτά ο Γ.Ε.Χ. (τις βιβλιοπαρουσιάσεις, τα πειραϊκά πένθη, τις ημερομηνίες γέννησης και θανάτου που διασώζει, τις επαγγελματικές και άλλες δραστηριότητες γηγενών πειραιωτών και δημοτών που καταγράφει, τις πολιτικές και καλλιτεχνικές τους δραστηριότητες, τις επισημάνσεις του σε προσωπικό καθαρά επίπεδο, τον προσανατολισμό του βλέμματός του μόνον στην πόλη του τους ανθρώπους της, τα συμβάντα της, την μικρή ή μεγάλη μνεία του, ακόμα και σε συγγενικά πρόσωπα των συγγραφέων, την συμμετοχή της Στέγης σε χαρές και πένθη μελών και φίλων της), κατόρθωσε να συγκεντρώσει ένα πλήθος πειραιωτών κοντά του (γύρω του), να κρατήσει δίπλα του έναν σημαντικό αριθμό αντρών και γυναικών και να τους εμφυσήσει την Πειραιολατρεία του. Να τους κάνει μετόχους ενός οράματος για την πόλη που ίσως κάτω από άλλες συνθήκες να είχε χαθεί. Σαν ευπατρίδης πειραιολάτρης συνέβαλε με το πείσμα του, τις εξυπηρετήσεις του, τις ετσιθελικές του αποφάσεις, τις οικονομικές του συνεργασίες, να διατηρηθεί εντός των ορίων της πόλης το πνευματικό και συγγραφικό της δυναμικό. Με τις ανάλογες δυνατότητές του.  Αν προσέξουμε τα ίχνη των βιβλιοκρισιών του και τα παραλληλίσουμε με τα ίχνη άλλων πειραιωτών κριτικών που ήταν κοντά του, θα δούμε ότι υπάρχουν συγγραφικές στιγμές που η κριτική του φωνή λυγίζει, αυτό όμως δεν αναιρεί την ποιότητα των κειμένων του, των θέσεών του, των ιδεών του. Ο Γιάννης Ε. Χατζημανωλάκης είχε μια θέση, ζύγιζε την αγάπη ενός πειραιώτη για την πόλη του, όχι με το πόσα βιβλία έγραψε ή κυκλοφόρησε, αλλά, με το τι συνολικά σαν άτομο πρόσφερε στην πόλη και την ιστορία της με την παρουσία του. Έμεινε σταθερά προσηλωμένος στο όραμά του για την πόλη. Η συνεισφορά του είναι τεράστια και δε εξαντλείται με την ονοματοδοσία μιας αίθουσας στο όνομά του. Οι λανθασμένες ταχτικές και πρακτικές του- που μας είναι γνώριμες- παραγκωνίσεις προσώπων και συγγραφέων, θα λησμονηθούν. Η συνολική του εικόνα σαν συγγραφέας θεωρώ ότι ακόμα δεν έχει κριθεί. Δεν έχουμε ερευνήσει πίσω από το πρόσωπο, το πολύπλευρο έργο του που δεν έχει ακόμα συγκεντρωθεί και εξετασθεί. Εδώ βρίσκεται το παιχνίδι της διατήρησης της υστεροφημίας του σαν πειραιώτη δημιουργού.  Ο Γιάννης Ε. Χατζημανωλάκης έσυρε πρώτος ένα γαϊτανάκι πειραϊκών πνευματικών εξελίξεων και πίσω του ή μαζί του προσδέθηκαν πολλοί πειραιώτες για πολλές δεκαετίες. Όταν ο χρόνος καταλαγιάσει την παρουσία του στις συνειδήσεις των παλαιότερων που σιγά-σιγά θα αρχίσουν να εγκαταλείπουν τα εγκόσμια, αυτών που τον γνώρισαν από κοντά, συνομίλησαν μαζί του, συμφώνησαν ή διαφώνησαν με τις απόψεις και πρακτικές του, όταν φύγει η σκόνη του προσωπικού χρόνου του καθενός μας, τότε θα φανεί και η πραγματική συνεισφορά του. Θα είναι εδώ, παρόν, ανάμεσά μας, για να θυμίζει στους νεότερους πειραιώτες ότι εν τέλει, τίποτα δεν πάει χαμένο από ότι μικρό ή μεγάλο κατόρθωσαν να μας δώσουν οι παλαιότερες γενιές. Αποφεύγοντας όσο είναι δυνατόν των εκείνων λάθη.  Η συμβολή του ως τελευταίου ιστορικού της πόλης του Πειραιά, θα εδραιωθεί και από τα χιλιάδες δημοσιεύματά του, που θα μας υπενθυμίζουν ποιο ήταν το παρελθόν της πόλης και προς τα που βαδίζει ο μελλοντικός Πειραιάς. Και ποιο το οφειλόμενο Χρέος των νεότερων γενεών.

-ΑΝΔΡΕΑΣ  ΑΓΓΕΛΑΚΗΣ, «Οι Εφιάλτες» (21 ποιήματα), εκδόσεις Θ. Καστανιώτη. Αθήνα 1974

      Με τη μέχρι σήμερα προσφορά του (5 ποιητικές συλλογές και 4 βιβλία με μεταφράσεις), ο Ανδρέας Αγγελάκης έχει κάνει αισθητή την παρουσία του στην περιοχή του σύγχρονου λυρικού μας λόγου. Κι όπως παλαιότερα έγραψα, «έστω κι αν ορισμένες φορές ξεφεύγει από τα καθιερωμένα και φτάνει ως την ελλειπτική έκφραση, πετυχαίνει ωστόσο να φέρει με την ποίησή του, στην επιφάνεια χωρίς ηχηρούς τόνους κ’ εντυπωσιακά «σχήματα» τις εσώτερες πτυχές της δικής του αλλά και της ευρύτερης ανθρώπινης παρουσίας και να μας δώσει στίχους με μοναδική λυρική πυκνότητα».

     Αυτή η λυρική πυκνότητα είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα και της τελευταίας ποιητικής συλλογής του «Οι Εφιάλτες» με την οποία συνεχίζει την πορεία που άρχισε με το «Πύον»-το προηγούμενο βιβλίο του-και που κατατείνει σε ορισμένους τολμηρούς-και ακραίους ακόμη-τρόπους έκφρασης, που ξαφνιάζουν τον απροετοίμαστο αναγνώστη. Ο ίδιος σε μια προσπάθεια αυτοχαρακτηρισμού της ποίησής του, εξομολογείται: «Η ποίησή μου είναι, λέει, αμετουσίωτη, φαλλική, χυδαία…». Με τη «σαρκαστική» διάθεση που βλέπει, συνήθως, πρόσωπα, καταστάσεις και γεγονότα, επιχειρεί ο Αγγελάκης να δει από τη δική του, φυσικά, οπτική, γωνία και την ποίησή του. Είναι, άραγε, σ’ αυτήν την προσπάθειά του, αντικειμενικός; Δε νομίζω; Γιατί η ποίησή του παρά τις κάποιες εκφραστικές της ακρότητες, είναι ουσιαστικά μια κραυγή διαμαρτυρίας και μια προσπάθεια αντίδρασης στα «καθιερωμένα». Κι ακόμα, η λυρική έκφραση της εσωτερικής περιπέτειας ενός ανθρώπου που αγωνίζεται να λυτρωθεί από τους λογής Εφιάλτες που τον δυναστεύουν, όπως άλλωστε και κάθε άνθρωπο, που προβληματίζεται και αγωνιά και-το κυριώτερο-προσπαθεί να μας κάνει κοινωνούς της αγωνίας του. Ο ποιητής που θέλει «να σκοτώσει αρυτίδιαστη την αγάπη» γιατί φοβάται μη φθαρεί από το χρόνο, με τα οδυνηρά βιώματα από τον κόσμο και τους ανθρώπους δεν παύει, στη λυρική οδοιπορία του, ν’ αναζητεί διέξοδο φυγής, που θα τον βοηθήσει να ξεπεράσει το φάσμα της εσωτερικής διάσπασης και να φτάσει στην ποθητή «ενοποίηση».

     Η ποίηση του Αγγελάκη, παρά,-επαναλαμβάνω-τις εκφραστικές της ακρότητες, δεν μας απωθεί. Αντίθετα μας γίνεται οικεία και προσιτή. Γιατί είναι, με τις αγχώδεις διαστάσεις της, μια ποίηση προσαρμοσμένη στο ψυχικό «κλίμα» των σημερινών καιρών.

Φ.Σ. χρόνος ΙΓ΄, τόμος Δ΄, τχ. 24/Άνοιξη 1977, σ. 157

-ΑΝΔΡΕΑΣ  ΑΓΓΕΛΑΚΗΣ: «Το Δωμάτιο» (Ποιήματα). Εκδόσεις Καστανιώτη, 1977

     Η ποίηση του κ. Αγγελάκη, έντονα προσωπική και εντυπωσιακά μοντέρνα είναι, βασικά, ποίηση ερωτική. Ο τίτλος της τελευταίας συλλογής του είναι ενδεικτικός: «Το Δωμάτιο». Ο χώρος, όπου συντελείται η άμεση επαφή στην ώρα της ερωτικής «ομιλίας». Όμως δεν έχει καμία σχέση ούτε με την ερωτική ποίηση της παλιάς σχολής-με τις κοινότοπες συναισθηματικές φλυαρίες-, ούτε με τα εγκεφαλικά «κατασκευάσματα» των περισσότερων σύγχρονων ποιητών, που βερμπαλίζουν  ασύστολα και επικίνδυνα ακροβατούν. Η ερωτική μνήμη ασκεί, βέβαια, την κυριαρχική επίδρασή της. Όμως ο χώρος πλαταίνει, οι διαστάσεις ευρύνονται. Κι η πικρία και η διάψευση, διάχυτες μέσα στην ποίηση του κ. Α., είναι ουσιαστικά μια κραυγή διαμαρτυρίας, μια προσπάθεια αντίδρασης στα καθιερωμένα…

     Στο «Δωμάτιο» χαιρόμαστε στίχους με μοναδική λυρική πυκνότητα. Μια ποίηση απαλλαγμένη από περιττά φτιασίδια, από ωραιολογίες, δίχως νόημα αλλά και από κάποιες εκφραστικές ακρότητες-συνηθισμένες στις προηγούμενες συλλογές του κ. Α., πού απωθούσαν τον απροετοίμαστο αναγνώστη’ μια ποίηση που δίνει με τη δύναμη της αλήθειας και τη δύναμη της τέχνης, που πρίν απ’ όλα και πάνω απ’ όλα πρέπει νάναι κι αυτή αλήθεια, την πάλη του ανθρώπου, τη εναγώνια προσπάθειά του για την ενοποίηση με τον άλλο άνθρωπο, ώστε να αιστανθούν οι δύο ένας, «αφομοιωμένοι και πλήρεις».

     Η ποίηση του κ. Α. απαλλαγμένη από αλλότριες δεσμεύσεις και στρατεύσεις αθέμιτες, δεν μας συγκλονίζει, δεν φέρνει μηνύματα, δεν χαράζει κατευθύνσεις. Επιτελεί όμως μιάν άλλη-την κύρια για μένα-αποστολή: Μας ανοίγει τον δρόμο που μας οδηγεί στα «της καρδιάς κρυφά και άχραντα». Χωρίς κραυγαλέες επιφάνειες και εξάρσεις εντυπωσιακές, με λιτά, απλά αλλά βέβαια εκφραστικά μέσα, έρχεται απαλή, σαν μουσική δωματίου, με «φθόγγους» προσαρμοσμένους, απόλυτα στο κλίμα των καιρών, για να υποβάλει και να συγκινήσει, δίχως παράλληλα να μας αποστερεί κι από τη δυνατότητα κάποιου προβληματισμού.

    Ο Κ. Αγγελάκης, ένας ποιητής του τόπου μας, είναι, νομίζω, κι’ ένας άξιος ποιητής του καιρού μας.

Φ.Σ. χρόνος ΙΓ΄, τόμος Δ΄, τχ. 25/Άνοιξη 1978, σ. 239-240

-ΧΡΙΣΤΟΣ  ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: «Ένας διάλογος για τον άνθρωπο» (Δέκα αναφορές στον ψυχισμό και τα οράματα του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου) Ομιλία. «Οι εκδόσεις των Φίλων». Αθήνα, 1986. (Σχ. 14Χ21, σελ 56)

    Πρόκειται για την ομιλία που ο Χ.Α. είχε δώσει, στη σειρά εκδηλώσεων της «Φιλολογικής Στέγης», στις 2.12.1985-και στην αίθουσα του Γαλλικού Ινστιτούτου Πειραιά,-τυπωμένη τώρα σε καλαίσθητο τομίδιο. Στις δέκα αναφορές του στον ψυχισμό και τα οράματα του Ν. Βρεττάκου, που διατυπώνονται με τη μορφή «ερωτημάτων», προς τον ποιητή, επιχειρεί ο Χ.Α. να δει το έργο αυτό, από τα πιο αντιπροσωπευτικά του καιρού μας, από κάποια άλλη οπτική «γωνία», αναζητώντας ίσως τις αληθινές διαστάσεις του. Γι’ αυτό και καταχωρίζει πολλά αποσπάσματα από τα κυριότερα έργα του Ν. Β., ώστε τα συμπεράσματα να βγαίνουν μέσα από το ίδιο το έργο του. Έχουμε κι εδώ το συνήθη τρόπο «γραφής» του Χ.Α., που ίσως ξενίζει πολλούς αλλά οπωσδήποτε, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οδηγεί σε κάποιες νέες «θεωρήσεις» του έργου του Βρεττάκου. Μελέτη –γενικά- χρήσιμη.

Φ.Σ. χρόνος 22ος, τόμος ΣΤ΄, τχ. 39-40/Ιανουάριος-Ιούνιος 1987, σ.90

-ΕΙΡΗΝΗ ΑΛΙΦΕΡΗ: «Ιουλιανή η Παραβάτισσα» (ποιήματα). Πειραιάς 1985 (σχ. 17Χ24, σελ. 48)

     Δεν λείπουν κι από τη νέα συλλογή της Ε. Α. η λυρική πρωτοτυπία, το εντυπωσιακό, πολλές φορές, εύρημα, ο άρτιος-το υπογραμμίζω-ελληνικός λόγος. Κι είναι αναμφισβήτητα μιά παρουσία που προσθέτει πολλά στο ως τώρα αξιόλογο έργο της.

Δείγματα  γραφής

      Φώς μου

Το σκοτάδι ανθίζει

στα ξερά παράθυρα.

 

Πρέπει να επιπλώσω τη σιωπή

Θα σε φορέσω κατάστιχα

για ν’ ανατείλει ο Λόγος.

      Καθαρή  Δευτέρα

Κι ο χαρταετός μου Ποίηση

Κύριε των Δυνάμεων

Περιμένει στα χέρια μου

πότε θα φυσήξεις Ουρανό.

Φ.Σ. χρόνος 20ος, τόμος Ε΄, τχ. 34/10,11,12, 1985, σ. 379-380

-ΑΓΓΕΛΟΥ  ΒΟΓΑΣΑΡΗ: «Σολωμός και λευτεριά» (εκδόσεις «Δωδώνη», Αθήνα, 1972)

     Ο Σολωμός, από μιάν άλλη πλευρά του-την περισσότερη έκδηλη-απασχολεί κι’ έναν ακόμη φιλόλογο και σοβαρό μελετητή του τόπου μας, τον κ. Άγγελο Βογάσαρη. Στην μελέτη του «Σολωμός και λευτεριά», γραμμένη με υποδειγματική ευσυνειδησία και το γνώριμο γλαφυρό ύφος του συγγραφέα, υπογραμμίζεται η πρωταρχική θέση της «ελευθερίας» σαν πηγής εμπνεύσεως στο Σολωμικό έργο, που σχεδόν στο σύνολό του «θρέφεται απ’ αυτήν».

Φ.Σ. χρόνος Η΄, τχ. 20/Άνοιξη 1973, σ. 101

-ΓΙΑΝΝΗΣ  ΒΟΥΡΛΑΚΟΣ: «Ο τελευταίος περίπατος» (ποίηση), εκδόσεις «Ιωλκός» 2009.

     Θέλω να συγχαρώ θερμά τον φίλο ποιητή κ. Γιάννη Βουρλάκο για τη νέα-τέταρτη κατά σειρά-συλλογή του που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Ιωλκός». Το βιβλίο αυτό είναι, πάνω απ’ όλα και πριν απ’ όλα ένα βιβλίο καρδιάς. Αφιερωμένο στην αγαπημένη σύντροφο της ζωής του, την αξέχαστη Ειρήνη, είναι φυσικό να έχει γραφτεί περισσότερο με δάκρυα παρά με μελάνι. Και ν’ αφήνει ένα καταστάλαγμα πίκρας στον αναγνώστη. Υπάρχει πολλή οδύνη, πολλή θλίψη, ίσως και πολλή μοναξιά στους στίχους του. Αλλά ο πόνος του ποιητή, βαρύς κι ανυπόκριτος, δεν κραυγάζει. Εκδηλώνεται με κάποιες λυρικές αναδιπλώσεις, από τις οποίες αναδύεται μια μοναδική τρυφερότητα που συγκινεί και θέλγει συγχρόνως:

Περνούν οι μέρες, οι ώρες

κρίσιμες στιγμές

ανάσες σκορπισμένες στον άνεμο-

γράφει σ’ ένα από τα ποίημα της συλλογής. Και προσθέτει:

Δεν είσαι εδώ

υπάρχεις. Πάντα υπήρχες

σε περίμενα

Σ’ αγαπούσα μέσα απ’ τη μήτρα

της μάνας μου.

     Αν και απούσα πλέον, η αξέχαστη αγαπημένη εξακολουθεί να υπάρχει. Να υπάρχει σαν μνήμη. Και να συμπορεύεται μαζί του, να τον παρακολουθεί, να γεμίζει τις  άδειες νύχτες της μοναξιάς του. Με αναμνήσεις από κάποιους καλοκαιρινούς περιπάτους, από ηδονικά μεσημέρια, από ρομαντικά ηλιοβασιλέματα, από αχνά χαμόγελα, από όνειρα κι από ελπίδες. Από μνήμες μιας πλήρους ζωής που δεν μπορεί να λησμονηθεί.

     Κυρίαρχα στοιχεία στη νέα συλλογή του κ. Γιάννη Βουρλάκου, ο έρωτας κι ο θάνατος, με τον έρωτα όμως να προβάλλεται πάντα σε πρώτο πλάνο, λες και θέλει ν’ αποδιώξει τη σκιά του θανάτου και να βοηθήσει τον ποιητή «ν’ ανοίξει διάλογο με τον ήλιο», όπως λέει σ’ έναν ωραίο στίχο του. Να ξεφύγει από τον κύκλο της ηδονής και ν’ αναζητήσει μια διέξοδο αισιοδοξίας για το αύριο.

     Η νέα ποιητική συλλογή του κ. Γιάννη Βουρλάκου δεν είναι μόνο μιά αληθινή κατάθεση ψυχής. Αλλά παράλληλα και μια αξιόλογη κατάθεση στον σύγχρονο λυρικό μας λόγο.

Σημείωση: Κείμενο της χαιρετιστήριας ομιλίας του Γ.Ε.Χ. στην εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου (17-12-2009).

Φ.Σ.  χρόνος 44ος, περίοδος Β΄, τόμος 10ος, τχ. 22/10,11,12, 2009, σ.357

-ΚΩΣΤΑΣ  ΓΑΡΙΔΗΣ: «Κάτι να μείνει…» (ποιήματα). «Μαυρίδης», 1985 (σχ. 17Χ24, σελ. 48)

     Μεταθανάτια έκδοση, με τη στοργική φροντίδα της γυναίκας του Νίκης, των «καταλοίπων» του αξέχαστου ποιητή, πού, όπως εύστοχα παρατηρήθηκε, το έργο του εξέφρασε μιά «νέα διάσταση στο λυρικό ύφος».

Ευτυχώς που υπάρχω απάνω ακόμη

και βλέπω τα ποιήματα του Θεού

τα βουνά, τις χαράδρες, το φεγγάρι,

το βράδι την Αίγινα, λάμπουσα,

να κρατάει στα χέρια της

το γλυκύτατο έαρ.

Φ.Σ. χρόνος 20ος, τόμος Ε΄, τχ. 34/10,11,12, 1985, σ. 380

-ΣΤΕΛΙΟΣ  ΓΕΡΑΝΗΣ: «Ο Πειραιάς και οι ποιητές του» εκδόσεις «Στοάς»

     Ή έκδοση αυτή-μελέτημα και ανθολόγιο-ήρθε, πραγματικά, να καλύψει ένα κενό. Και να μας δώσει τον Πειραιά- το «θαλασσινό του περίγυρο και την ψυχική του τοπιογραφία»-όπως τον τραγούδησαν οι ποιητές του. Το περιεκτικό μελέτημα, όπου, πλάϊ στον ποιητή-ανθολόγο συμπορεύεται ο έμπειρος κριτικός, με τις εύστοχες παρατηρήσεις και την ευρύτερη ψυχογραφική «θεώρηση», αποτελεί έναν ασφαλώς οδηγό για τον λυρικό σου περίπατο στον πειραϊκό χώρο, αυτόν που επιχειρεί και πραγματώνει ο κ. Στέλιος Γεράνης με το «ανθολόγιο» του. Και σου δίνει την ευκαιρία-παρά τις κάποιες παραλείψεις, που είναι αναπόφευκτες σε τέτοιες προσπάθειες-να χαρείς μερικά από τα πιο αντιπροσωπευτικά, τα πιό χαρακτηριστικά ποιήματα, που γράφτηκαν στον Πειραιά και που δείχνουν-για να υπενθυμίσω τον πετυχημένο τίτλο του 2ου μέρους του «ανθολογίου»-πόση «ευφορία ονείρων και καημών» υπάρχει στη μεγάλη αυτή «κυψέλη του μόχθου».

Φ.Σ. χρόνος Η΄ τχ. 20/Άνοιξη 1973, σ. 99-100

-ΣΤΕΛΙΟΣ ΓΕΡΑΝΗΣ: «Κώστας Βάρναλης (σάτιρα, ποίηση και σοφία)». Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή». Αθήνα, 1985. (Σχ. 14Χ21, σελ. 144)

     Ο Στέλιος Γεράνης είναι ένας από τους αντιπροσωπευτικούς εκπροσώπους του σημερινού πειραϊκού πνευματικού κύκλου, με σημαντικές λυρικές «καταθέσεις» στη σύγχρονη ποίηση, που τον έχουν κάνει γνωστό και πέρα από το στενά τοπικά-στα ευρύτερα ελλαδικά πλαίσια. Και, νομίζω, ότι εξυπηρετεί κάποια σκοπιμότητα αλλά και είναι-γενικά-χρήσιμη η έκδοση, τελευταία, από την «Εταιρία Γραμμάτων και Τεχνών Πειραιά», ενός τόμου, αφιερωμένου στον ποιητή, με βιογραφικά-εργογραφικά στοιχεία και ανθολόγηση έργων του.

     Μαζί με τον τόμο αυτό κυκλοφόρησε και το μελέτημα του Σ. Γ. για τον Κώστα Βάρναλη. Στο μελέτημά του διάλεξε για ν’ αναλύσει-όπως ο ίδιος γράφει-την πιο δύσκολη πλευρά του έργου του Βάρναλη, «πού δεν είναι άλλη από την ευφυέστατη και πρωτότυπη σάτιρα, μέσα από την οποία φύεται και το άνθος του λυρισμού και η κριτική σοφία ρου πάνοπλου ερευνητή».

      Πραγματικά, η πλευρά που διάλεξε ο Σ. Γ. είναι η πιό δύσκολη-θα πρόσθετα και κάπως αμφιλεγόμενη-του έργου του Βάρναλη. Και εργάστηκε, όπως, άλλωστε, και σε άλλες κριτικές μελέτες του, με ερευνητική ευσυνειδησία και υπευθυνότητα. Μετά από μία γενική αναφορά στο έργο και την ιδεολογία του Βάρναλη, ενός γνήσιου κοινωνικού ποιητή, με ξεκάθαρη ιδεολογική θέση και την υπογράμμιση της ποίησης και της σοφίας, πού «αρμονικά συνυπάρχουν στο έργο του», ο Σ.Γ. αναλύει τα βιβλία εκείνα, με τα οποία ο Βάρναλης επιχειρεί τη σατιρική του «επίθεση» κατά των «κακώς κειμένων» του αστικού κόσμου. «Το φώς που καίει». «Σκλάβοι Πολιορκημένοι», «Η αληθινή απολογία του Σωκράτη», «Το ημερολόγιο της Πηνελόπης» και «Οι Δικτάτορες». Η ανάλυση είναι, κυρίως, περιγραφική και συμπληρώνεται με την παράθεση χαρακτηριστικών αποσπασμάτων από τα παραπάνω έργα του.

      Κανένας δεν αμφισβητεί πως ο Βάρναλης είναι μεγάλος ποιητής και πως το έργο του- ή για να ‘μαστε περισσότερο ακριβείς-ένα μέρος του έργου του έχει διαχρονική αξία. Αλλά όσο είναι απαράδεχτο ν’ αρνιόμαστε το Βάρναλη, δεν μπορούμε-και δεν πρέπει-επίσης να δεχόμαστε κι όλες τις υπερβολές του, όταν, μάλιστα, γνωρίζουμε πως είναι στρατευμένος ποιητής, ανήκει σ’ ένα συγκεκριμένο ιδεολογικό χώρο και δίνει τον αγώνα του κατά του αστικού κόσμου, κατά του «κατεστημένου» της εποχής του. Είναι ένας αρνητής, ένας επαναστάτης. Και, φυσικά, φτάνει στα άκρα, στην υπερβολή, στην άρνηση των πάντων που δεν εξυπηρετούν τον αγώνα του.

     Ο Σ.Γ. δεν θέλησε να σταθεί σ’ αυτές τις υπερβολές, τις «παρέκαμψε» και περιορίστηκε σε μιά μονομερή παρουσίαση του θέματος, συνεπή ίσως και προς τη δική του ιδεολογική θέση, πού όμως, στη συγκεκριμένη περίπτωση-νομίζω-«λειτουργεί» αρνητικά, παρά τις αναμφισβήτητες ικανότητες και τα προσόντα του συγγραφέα του, κατά τα άλλα, αξιόλογου αυτού μελετήματος.

Φ.Σ. χρόνος 21ος, τόμος Ε΄, τχ. 37-38/Ιούλιος-Δεκέμβριος 1986, σ. 520-521.

-ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΙΑΤΡΑΚΟΥ: «Εξομολόγηση» (ποιήματα), Αθήνα 1980

     Ο Καλός φίλος και πνευματικός συνοδοιπόρος των χρόνων της νιότης μου (μαζί είχαμε εκδόσει το 1953 την «Πνευματική Πορεία» κι είχαμε ιδρύσει, το 1954 τη Φιλολογική ομάδα των νέων, που στάθηκε, κατά κοινή αναγνώριση, η ουσιαστικότερη μεταπολεμική ανανεωτική προσπάθεια της πειραϊκής πνευματικής ζωής) ο Δημήτρης Γιατράκος, βγάζει κάθε τόσο από το συρτάρι του παλιά ποιήματα, γραμμένα, κυρίως, στην Κατοχή και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και μαζί με καινούργιους στίχους του, μας τα παρουσιάζει σε βιβλία. Τέτοιο είναι, βασικά, το υλικό και του νέου βιβλίου του «Εξομολόγηση». Παλιά και νέα τραγούδια, τα περισσότερα σε παραδοσιακή γραφή, που τραγουδούν τη φύση, τον έρωτα, γενικά τη ζωή, στις μικρές καθημερινές αποθεώσεις της αλλά και που σύγκαιρα μαστιγώνουν την κακία, την υποκρισία, την ψευτιά, την εκμετάλλευση-και φυσικά το φριχτότερο εμπόριο του μίσους και του θανάτου, τον πόλεμο. Απλοί, ειλικρινείς, ανθρώπινοι οι στίχοι του, δίχως την πεσιμιστική διάθεση των νεανικών του ποιημάτων, με κάποιες νοσταλγικές αναφορές σε ό,τι ανεπανάληπτα χάθηκε από το γραφικό παρελθόν, συγκινούν και είναι ευπρόσδεκτοι σε μιάν εποχή που έχει χάσει τον ανθρώπινο προσανατολισμό της. Κι είναι παρήγορο το γεγονός ότι η ποίηση αυτή, η αντιπολεμική, η αισιόδοξη, πολλές φορές, που υμνεί την ειρήνη και τη χαρά της ζωής, αποτελεί τη θετική αντίδραση μιας γενιάς που σκληρά δοκιμάστηκε, όπως η γενιά του Γιατράκου και που τα οδυνηρά βιώματα του πολέμου και της Κατοχής φαίνεται πώς ακόμα την καταδιώκουν:

Εμάς εδώ μας μάρανε των χρόνων η πικρία κι είμαστε, πές μας: Η γενιά κάποιου σκληρού πολέμου.

Ποτίσαμε με δάκρυα της νιότης την υδρία και μεγαλώσαμε γυμνοί μες στην οργή τ’ ανέμου.

Φ.Σ. χρόνος 16ος, τόμος Δ΄, τχ. 28/Φθινόπωρο 1981, σ.492-493.

-ΓΚΑΙΤΕ: «Φάουστ» (μετάφραση-σχόλια ΙΩΑΝΝΗ ΠΑΥΛΑΚΗ), εκδόσεις «Αστέρος» τόμοι 2- (Α΄, μέρος, Αθήνα 1982-Β΄μέρος, Αθήνα 1983)

     Μια από τις καλύτερες μεταφράσεις του «Φάουστ» στην ολοκληρωμένη μορφή του (Α΄ και Β΄ μέρος) 22.110 στίχοι! Καρπός σοβαρής και υπεύθυνης εργασίας, πολύμοχθης, εξαντλητικής-θα ‘λεγα- αφιέρωσης, και οικείωσης με το αριστούργημα του Γκαίτε. ΕΡΓΟ ΖΩΗΣ για το χαλκέντερο Ι. Παυλάκη πού, γι’ άλλη μία φορά, μας δίνει το μέτρο των εκπληκτικών δυνατοτήτων του.

     Πολλοί πιστεύουν πως ο «Φάουστ»-και ιδιαίτερα το Β΄ μέρος του-είναι έργο ψυχρό, εγκεφαλικό, δυσνόητο. Η μετάφραση του Ι. Π. θα οδηγήσει, νομίζω, σε αναθεωρήσεις τέτοιων απόψεων. Ο λόγος του Ι. Π. καθαρός, απλός, ζεστός, χωρίς να προδίνει το πνεύμα του έργου, μας φέρνει πολύ κοντά στο κλασικό αλλά και τόσο σύγχρονο αυτό κείμενο, με τις διαχρονικές διαστάσεις μας οικειώνει μαζί του και μας επιτρέπει να βιώσουμε-δεν είναι υπερβολή-το μεγάλο μήνυμα του έργου, μήνυμα αιώνιο και συγχρόνως βαθύτατα ανθρώπινο. Γιατί τι άλλο είναι ο «Φάουστ» από τον αγώνα του ανθρώπου, μέσα στον κόσμο και μέσα στον χρόνο, ενάντια στη φθορά και το θάνατο; Τι άλλο, από την ίδια την υπαρξιακή αγωνία κάθε ανθρώπου, σε κάθε εποχή; Βέβαια στο έργο του Γκαίτε, όσο κι αν είναι έκδηλη μια νατουραλιστική αισθητική αντίληψη, υπάρχει βαθύς στοχασμός, υπάρχει συχνή χρήση συμβόλων, απαραίτητη για την ενότητα του μύθου και ίσως για την εναρμόνιση στοχασμού και αισθήματος. Γιαυτό κι ο Ι. Π. με τον πρόλογο, τα εισαγωγικά σημειώματα στα διάφορα σκηνικά μέρη του «Φάουστ» και τα κατατοπιστικά σχόλιά του, προσπαθεί να κάνει το έργο πιο προσιτό στους πολλούς. Κοντά στον ποιητή- μεταφραστή λειτουργεί το ίδιο συνειδητά, το ίδιο υπεύθυνα ο έμπειρος φιλόλογος, που σχολιάζει, επεξηγεί, υπομνηματίζει… Έτσι εκτός από την αδιαμφισβήτητη λογοτεχνική αξία της, η μετάφραση του Ι.Π. αποκτά και μία πρόσθετη βαρύτητα, ως φιλολογική εργασία μοναδική ίσως-για το συγκεκριμένο θέμα-στη γραμματολογία μας. Είναι μια σωστή θελκτική στην έμμετρη απόδοσή της (ακόμα και για ‘κείνους που διατηρούν στη μνήμη τους λυρικούς τόνους του πρώτου «Φάουστ» του Κώστα Χατζόπουλου) και-το κυριότερο-πλήρης μετάφραση του κλασικού έργου του Γκαίτε, που ο ίδιος ο Ι. Π. χαρακτηρίζει εύστοχα «αρμονική σύνθεση ποίησης, μουσικής και εικόνας»-«κέντημα ομορφιάς, χάρης και στοχασμού»…

Φ.Σ. χρόνος 18ος, τόμος Ε΄, τχ. 30/12, 1983, σ.156-157

-ΔΙΟΝΥΣΗ ΠΑΝΙΤΣΑ- ΔΑΝΙΛΗ: «Γράμμα από τη Ζάκυνθο» (Πειραιάς, 1972)

      Το «Γράμμα από τη Ζάκυνθο» του κ. Διονύση Πανίτσα-Δανίλη είναι κάτι παραπάνω από «απλές κατατοπιστικές σημειώσεις και δημοσιογραφικές εντυπώσεις», όπως από σεμνότητα, το χαρακτηρίζει ο ίδιος ο συγγραφέας. Είναι ένα ζεστό κείμενο, γραμμένο με πολύ έρωτα προς τη γενέθλια γη-το νησί του Σολωμού και του Κάλβου. Αναφέρεται  στη φυσική ομορφιά, την ιστορία και τη συμβολή της Ζακύνθου στη διαμόρφωση του πνευματικού μας πολιτισμού, που τόσο σημαντική στάθηκε και στέκει. Και αποτελεί σύγκαιρα, μιά κραυγή διαμαρτυρίας, για τη βαθμιαία διαστροφή ορισμένων χαρακτηριστικών εκφάνσεων της Ζακυνθινής ζωής-όπως η περίφημη «καντάδα»-αλλά και μια έκκληση για επιστροφή στις ρίζες και τις πηγές της παράδοσης, από τις οποίες, παρασυρμένοι  από τους «πιθηκισμούς» της εποχής μας ξεμακραίνουμε, με κίνδυνο ν’ απολέσουμε οριστικά κάθε ανθρώπινη «γεύση» ζωής.

Φ.Σ. χρόνος Η΄, τχ. 20/Άνοιξη 1973, σ. 101.

-ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ: «Πειραϊκό Αρχείο» τόμος Γ΄, Πειραιάς, 1986, (σχ. 17Χ24, σελ. 474)

     Ο τρίτος τόμος μιάς συστηματικής συλλεκτικής εργασίας γύρω από την ιστορία του Πειραιά, που έχει αρχίσει εδώ και χρόνια ο φιλόλογος Π. Ε. Στον τόμο αυτό περιλαμβάνονται στοιχεία από το 1827 ως το 1834, με πολλές γκραβούρες και εικόνες. Έχω επισημάνει από τους πρώτους, τη χρησιμότητα αυτής της εργασίας, που φέρνει στη δημοσιότητα πολύτιμα στοιχεία από πηγές, που δεν είναι προσιτές όχι μόνο στους πολλούς αλλά και στους ειδικούς μελετητές ακόμα. Αλλά έχω και τις επιφυλάξεις μου: Γιατί δόθηκε τόσο βάρος και τόση έκταση σε μια περίοδο της τοπικής μας ιστορίας-την περίοδο της Επανάστασης 1821-1829-, όχι και τόσο ενδιαφέρουσα, ειδικά για τον Πειραιά, αφού όπως είναι γνωστό τα μόνα σημαντικά γεγονότα της περιόδου, στον πειραϊκό χώρο, είναι οι πολεμικές επιχειρήσεις του 1827; Ο Π.Ε. αφιέρωσε στην περίοδο αυτή το Β΄ και το μεγαλύτερο μέρος του Γ΄ τόμου, με στοιχεία και έγγραφα, τις περισσότερες φορές, ξένα ή με ελάχιστες αναφορές στον Πειραιά; Γιατί; Λάθος επιλογής; Ή-το πιθανότερο-κάποια «συναισθηματική» αδυναμία του συγγραφέα σ’ αυτή την περίοδο, που όμως δεν μπορεί-και δεν πρέπει-να έχει θέση τέτοιας μορφής, έκτασης και-επαναλάβω- χρησιμότητας εργασίες.

Φ.Σ. χρόνος 22ος, τόμος ΣΤ. ΤΧ. 39-40/Άνοιξη 1987, σ. 90

-ΑΝΤΩΝΗΣ  ΖΑΡΙΦΗΣ: «Εφήμερες εμπνεύσεις για πνευστά» (ποιήματα). Εκδ, «Φιλολογική Στέγη Πειραιώς» 1982

     Ο Αντώνης Ζαρίφης, που «αρχειοθετεί τον επικίνδυνο ρομαντισμό του» και «τις πληγές του κόσμου τούτου, πού ΄ναι φωνές στα μάτια της μικρής του θυγατέρας», που «τα ποιήματά του είναι αριθμοί πρωτοκόλλου σ’ αιτήσεις που εκκρεμούν», που ο ίδιος «από το παρελθόν του απουσιάζει», είναι ο ποιητής του καιρού μας΄ μιάς εποχής που «η ιστορία της συνωστίζεται στις θύρες των γηπέδων» μα πού ωστόσο δεν είπε την τελευταία της λέξης. Χρησιμοποιώ σκόπιμα μερικούς στίχους από την τελευταία λυρική παρουσία του Α.Ζ. –ίσως από τους πιο ευρηματικούς. Κι είναι ευρηματικός ο Α. Ζ., χωρίς όμως να επιδιώκει τη λεξιθηρία. Γιατί γνωρίζει πολύ καλά πως δεν αρκεί το πετυχημένο λεκτικό εύρημα για να είσαι καλός ποιητής. Χρειάζεται η ευαισθησία, ο συναισθηματικός κραδασμός, ο βέβαιος λόγος, η λυρική θέαση του κόσμου-των ανθρώπων, των γεγονότων και των πραγμάτων. Κι ο Α. Ζ., γεννημένος ποιητής, διαθέτει αυτά τα χαρίσματα. Αγγίζει την ποίηση μ’ όλες τις αισθήσεις του. Και μεταφέρει στους στίχους του, που δεν αρκούνται στη δημιουργία της απλής συγκίνησης (εκτός ίσως από το τελευταίο ποίημα της συλλογής, το ωραιότατο «Θυμάσαι Μητέρα;» γραμμένο παλαιότερα), τον προβληματισμό, τις εναγώνιες αναζητήσεις και τις διαψεύσεις του καιρού του. Ενώπιος ενωπίω με το χρέος του, ο Α.Ζ. με τη μοντέρνα-δεν λέω ελλειπτική- λυρική του γραφή πλησιάζει τα όρια μιάς εκφραστικής, που-για να χρησιμοποιήσω έναν ακόμη στίχο του από το ποίημα «Αυστηρώς προσωπικόν…»… «κάτω από το λινό μανδύα της (θα) σπαράζει η απόλυτη αλήθεια». Αυτή την αλήθεια σκοπεύει ο ποιητής με τα πλούσια εκφραστικά του μέσα. Και πετυχαίνει, και θα επιτύχει, ασφαλώς, περισσότερα με τη συνεχή άσκηση-με τη σπουδή και το χρόνο.

     Είμαι ευτυχής γιατί πρώτος επισήμανα το πηγαίο τάλαντο του Α.Ζ. στο ξεκίνημα του, προλογίζοντας μιά μικρή ποιητική του συλλογή, τη «Μετάγγιση χαράς». Χαίρομαι που οι προβλέψεις μου δικαιώνονται. Γιατί ο Α.Ζ. είναι σήμερα στον ποιητικό μας χώρο, μία παρουσία από τις πιό αξιόλογες και τις πιό ελπιδοφόρες.

Φ.Σ. χρόνος 18ος, τόμος Ε΄, τχ. 30/12, 1983, σ.156.

-ΑΝΤΩΝΗΣ  Α. ΖΑΡΙΦΗΣ: «Γεγονότα ερήμην μας» (ποιήματα) «Φιλολογική Στέγη Πειραιώς», 2008

     Όταν νεότατος πρωτοφανερώθηκε  στα γράμματα ο κ. Αντώνης Α. Ζαρίφης, με την πρώτη ποιητική του συλλογή «Μετάγγιση χαράς», έγραψα ότι μας αποκάλυπτε ένα ποιητικό ταλέντο, «εν τη γενέσει» του-και είχαμε χρέος να τον προσέξουμε. Και η μετέπειτα εξέλιξή του δικαίωσε την πρόβλεψή μου αυτή. Οι τρείς ποιητικές συλλογές που ακολούθησαν («Εφήμερες εμπνεύσεις για πνευστά», «Βήματα στο διάδρομο», «Ρήξεις συνδέσμων») μας έδειξαν, στην πράξη, ότι είναι γεννημένος ποιητής, που μπορεί με τις ευαίσθητες κεραίες του να συλλαμβάνει την «ουσία» των πραγμάτων-θα έλεγα καλύτερα την «ουσία» της καθημερινής μας ζωής-και να την μετουσιώνει σε κατορθώματα βέβαιου λόγου και λυρικής αιθρίας, που αγγίζουν με μια αφοπλιστική αμεσότητα την ευαισθησία του αναγνώστη. Αποτελεί δε ευτυχή συγκυρία ότι ο ποιητής, στη νέα συλλογή του, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη σειρά των εκδόσεων της «Φιλολογικής Στέγης», καταχωρίζει, μετά από κάποια επιλογή, παράλληλα προς την τελευταία λυρική του συγκομιδή, και ορισμένα ποιήματα από τις προηγούμενες συλλογές του που έχουν αντέξει στη δοκιμασία του  χρόνου, ώστε να έχουμε μια πλήρη και το-κυριότερο-σαφή εικόνα της δημιουργικής πορείας του, στη χρονική διαδρομή μιας περίπου τριακονταετίας.

      «Γεγονότα ερήμην μας». Πρωτότυπος ο τίτλος της νέας συλλογής του κ. Ζαρίφη, παρμένος από το ομώνυμο ποίημα που προτάσσεται σ’ αυτήν. Πρωτότυπη και ευρηματική- όπως πάντα-και η γραφή του. Δεν φλυαρεί. Δεν πλατειάζει. Αντίθετα ο λόγος του είναι καίριος. Και κατορθώνει να μας φέρει πολύ κοντά στα «γεγονότα» που συνήθως διαδραματίζονται «ερήμην μας», όχι μόνο στον εξωτερικό μας περίγυρο αλλά και στα άδυτα του εσωτερικού μας κόσμου. Κι ακόμα να μας αποκαλύψει, πολλές φορές, άγνωστες πτυχές αυτού του κόσμου, στις αληθινές και, ασφαλώς, βαθύτατα ανθρώπινες διαστάσεις τους. Άριστος τεχνίτης του στίχου-χαρακτηριστικό στοιχείο της ωριμότητας-επενδύει λυρικά αυτές τις «πτυχές», με κάποια τολμηρά ίσως εκφραστικά «σχήματα», τα οποία όμως δεν απωθούν αλλ’ αντίθετα μας έλκουν να πλησιάσουμε την ποίησή του που αν και περικλείει  πολλήν από την οδύνη, τη μοναξιά και την πίκρα του καιρού μας, αφήνει ωστόσο περιθώρια για μια αισιόδοξη ενατένιση του γύρω μας κόσμου.

     «Είναι αλήθεια, στους καιρούς μας-λέει σε κάποιο στίχο του-οι ποιητές  πολλοί/ η ποίηση ολίγη». Ευτυχώς ο κ. Α. Ζαρίφης δεν ανήκει στους πολλούς. Ανήκει στους ολίγους και εκλεκτούς, που το έργο τους ξεχωρίζει μέσα στην ισχνή ποιοτικά ποιητική «παραγωγή» των ημερών μας.

Φ.Σ. χρόνος 42ος, περίοδος Β΄, τόμος 10ος, τχ. 15/1,2,3, 2008, σ. 31-32

-ΣΤΑΥΡΟΥ  ΘΑΝΟΠΟΥΛΟΥ: «Κραυγές Ηφαιστείου», (ποιήματα), «Θερμοπύλες», Πειραιάς, 1975

     Το ηφαίστειο ανθρωπιάς που ενυπάρχει στον εσωτερικό κόσμο του Σταύρου Θανόπουλου ξεσπάει σε μερικές λυρικές «κραυγές», στην τελευταία συλλογή του. Βέβαια, ορισμένες φορές, η ποίησή του προκαλεί αρνητικές αντιδράσεις σ’ όσους δεν είναι εύκολοι στην αποδοχή μιάς «κραυγαλέας» εκφραστικής, όταν, μάλιστα, με αυτήν-και με τρόπο εντυπωσιακό-επιδιώκεται η υπογράμμιση μιάς συγκεκριμένης ιδεολογικής «θέσης». Αν όμως οικειωθεί κανείς περισσότερο με την ποίηση του Σ.Θ., αν δεν σταθεί μόνο στα εξωτερικά, τα επιφανειακά της γνωρίσματα, θα διαπιστώσει ότι, παρά τα εντυπωσιακά «σχήματα», από τις «Κραυγές Ηφαιστείου», δεν απουσιάζει ο αληθινός ποιητής’ ο ευαίσθητος δέκτης που αναζητεί την αγάπη, που αγωνιά για την ειρήνη και τη λευτεριά’ που «η καρδιά του είναι ολάνοιχτη στον αληθινό θεό του, τον άνθρωπο», όπως επιγραμματικά τονίζει στον ωραιότερο από τους μονολόγους του, το «Μονόλογο στον Ιουλιανό τον Παραβάτη». Και που φτάνει σε αξιόλογα λυρικά επιτεύγματα, στο βαθύτατα ανθρώπινο «Γράμμα σ’ ένα νέγρο» και στους τόσο περιεκτικούς «Μοιραίους επιβάτες».

Φ. Σ. χρόνος ΙΓ΄, τόμος Δ΄, τχ. 24/ Άνοιξη 1977, σ. 159-180     

-ΛΕΙΑ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ-ΚΑΡΑΒΙΑ: «Το Λάβαρο και το σημάδι» (ποιήματα), Αθήνα, 1976. – «Πρωϊ»-μεσημέρι-βράδυ» (διηγήματα), Αθήνα, 1977.

     Δυό ακόμα αξιόλογες παρουσιάσεις της κ. Λείας Χατζοπούλου-Καραβία, στην περιοχή του ποιητικού και του πεζού λόγου. Στο πρώτο βιβλίο οδυνηρές εμπειρίες και βιώματα μετουσιώνονται σε μεστό λυρικό λόγο, που με την αμεσότητά του συγκινεί βαθύτατα. Στο «Πρωϊ-Μεσημέρι-Βράδυ», η πρωτοτυπία των εμπνεύσεων και η καθαρά ανθρώπινη όρασή της, βοηθούν την κ. Λ.Χ.-Κ. να συνθέσει μερικά ωραιότατα μικρά διηγήματα, που σκοπεύουν τον άνθρωπο και τον κόσμο του, στις τρείς κρίσιμες φάσεις της ζωής του-την παιδική, την ώριμη και τη γεροντική ηλικία.

Φ.Σ. χρόνος ΙΓ΄, τόμος Δ΄, τχ. 25/Άνοιξη 1978, σ. 240

-ΜΟΣΧΟΣ ΚΕΦΑΛΑΣ, «Περί τον Λόγον» (Δοκίμια και μελετήματα), έκδοση Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς. Πειραιάς 2005

(Επιλογή δοκιμίων και μελετημάτων του, δημοσιευμένων σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά και ταξινομημένων σε τρεις ενότητες: Α! Περί του Λόγου-Β! Περί τον ποιητικό λόγο και τους ποιητές-Γ΄ Περί την εκκλησιαστική υμνογραφία στη σύγχρονη ποίηση.)

Φ.Σ. περίοδος Β΄, τχ.3/Άνοιξη 2005, σ.159 (στις σελίδες «ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ»)

-ΠΕΡΣΕΦΟΝΗΣ Α. ΚΩΣΤΕΑ: «Δύο κείμενα με το ίδιο θέμα» (Παράλληλη μελέτη). Ανάτυπο από την περιοδική έκδοση γλωσσικής παιδείας «Γλώσσα» (Νο 11/86). Πειραιάς, 1986 (Σχ. 17Χ24, σελ. 16)

Πρόκειται για μεταπτυχιακή εργασία στο φιλολογικό τμήμα του Πανεπιστημίου NANCY II της νέας φιλολόγου και ποιήτριας, γραμμένη με υπευθυνότητα, επιστημονική μεθοδικότητα και καθαρό, βέβαιο ελληνικό λόγο.

Φ.Σ. χρόνος 22ος, τόμος ΣΤ΄, τχ. 39-40/Ιανουάριος-Ιούνιος 1987, σ.93, (στις «ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ»)

-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΕΟΣ: «Τσίρκο» (μυθιστόρημα) Αθήνα 1984, (σχ. 14Χ21, σελ. 224)

     Μυθιστορηματική σύνθεση στην οποία προσωπικό βίωμα και «μνήμες» προεκτείνονται με τη καθαρή φαντασία του συγγραφέα στην περιοχή της καθαρά λογοτεχνικής δημιουργίας. Ο Πειραιάς, η Αίγυπτος, το Κογκό κι η Νότια Αφρική είναι οι φυσικοί χώροι, όπου εκτυλίσσεται η ιστορία του Δήμου Βρατσάνου-του κεντρικού ήρωα του έργου-που χρονικά καλύπτει τριάντα πέντε ολόκληρα χρόνια (1935-1970) από την εφηβεία ως την ωριμότητα. Με το δικό του τρόπο «γραφής», το προσωπικό ύφος και την αφηγηματική δεξιοτεχνία του, ο Δ. Λ. μας οικειώνει με τον ήρωα του έργου, που ζει έντονα την περιπέτεια της ζωής του, ανάμεσα στους τόπους και τους «τύπους»-άλλοτε αποκρουστικούς, άλλοτε γοητευτικούς, μα πάντα βασανισμένους-της μαύρης ηπείρου, για να βρει, τελικά, τη διέξοδο και μια ηθική λύση- την «κάθαρση» στην προσωπική τραγωδία του-στην παρουσία ενός ξένου παιδιού που θα το κάνει δικό του και στην επιστροφή στο γενέθλιο χώρο του, τον Πειραιά.

      Είναι ένα έργο που μέσα από τις σελίδες του περνάει με ρυθμό, θα ‘λεγε κανείς, κινηματογραφικής ταινίας σε αργό γύρισμα, περιγράφεται και ψυχογραφείται ένας ολάκερος κόσμος, με τα προβλήματα, τις συγκρούσεις, τα πάθη, τις αγωνίες και τις ελπίδες του.

Φ.Σ.  χρόνος 20ος, τόμος Ε΄, τχ. 34/10,11,12,1985, σ. 378-379

-Θ. ΛΙΑΡΟΥΤΣΟΣ, «Παλιννόστηση» (ποιήματα), Πειραιάς, 1978

     Σ’ ένα καλαίσθητο τομίδιο, φροντισμένο με ιδιαίτερη επιμέλεια από τον κ. Παύλο Μπαλόγλου, συγκέντρωσε ο κ. Θ. Λιαρούτσος τα ποιήματα που μέχρι σήμερα είχε δημοσιεύσει σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά, καθώς και μερικά ανέκδοτα. Κι η λυρική αυτή παρουσία-«μαρτυρία» ευαισθησίας ενός ωραίου ανθρώπου και μιάς ολάκερης εποχής-έγινε δεκτή με ξεχωριστή χαρά από τον τοπικό πνευματικό μας κύκλο. Γιατί ο κ. Θ. Λ., προικισμένος με ταλέντο πολύπλευρο, μας είχε δώσει αξιόλογα «δείγματα» γραφής σ’ όλα τα σχεδόν τα είδη του λόγου, αλλ’ απορροφημένος από το βιοποριστικό του επάγγελμα- εργάστηκε χρόνια πολλά ως δημοσιογράφος και διορθωτής-δεν μπόρεσε να παρουσιάσει συγκεντρωμένη εργασία του. Έτσι, όσοι είχαν εκτιμήσει τη λυρική προσφορά του κι είχαν πειστεί για τη γνησιότητα του ταλέντου του από το σκόρπιο ως τώρα έργο του-και συγκαταλέγομαι σ’ αυτούς (βλ. «Χρονικό της πειραϊκής πνευματικής ζωής», σελ. 138)- βρίσκουν την ευκαιρία να χαρούν, στην «Παλιννόστησή» του, συγκεντρωμένα τα ποιήματά του, αλλά γραμμένα στα «μέτρα» και τις φόρμες της παραδοσιακής τεχνικής κι άλλα σε ελεύθερο στίχο, που τα περισσότερα έχουν σαν κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα την ειλικρίνεια του λυρικού τους τόνου και κάποιον ιδιόρρυθμο «πεσσιμισμό», συνταιριασμένο με μιάν ανάλαφρη σαρκαστική διάθεση.

Φ.Σ. χρόνος ΙΔ΄, τόμος Δ΄, τχ. 26/Χειμώνας 1979, σ.327-328.

-ΚΩΣΤΑ ΛΟΥΚΑΚΗ: «Ακίνητο Κέντρο» (Η θρησκευτική ιδέα στην ποίηση της Όλγας Βότση), Μελέτη. «Οι Εκδόσεις των Φίλων» Αθήνα 1986, (σχ. 17Χ24, σελ. 112)

     Με βαθιά γνώση, με καθαρή κριτική ματιά αλλά προπάντων με αγάπη ο Κ. Λ. επιχειρεί μια ανάλυση του ποιητικού έργου της Όλγας Βότση-από τις πιο αξιόλογες λυρικές φωνές του καιρού μας-, εντοπίζοντας ιδιαίτερα την εργασία του στην «παρουσία» της θρησκευτικής ιδέας στην ποίησή της. Μια ποίηση ιδεαλιστική, υπαρξιακή και έντονα, θα ‘λεγα, θρησκευτική, που, ακριβώς, έχει, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κ. Λ. «ακίνητο κέντρο» το Αιώνιο…

Φ.Σ.  χρόνος 22ος, τόμος Στ΄, τχ. 39-40/Άνοιξη 1987, σ. 90  

-ΠΑΝΟΥ ΛΩΖΟΥ: «Ο Πειραιάς του άλλοτε» (αναμνήσεις) Πειραιάς 1987, (Σχ. 17Χ24,σ.184)

     Την καταγραφή των προσωπικών του αναμνήσεων από τον Πειραιά, στον οποίο έζησε- τον Πειραιά «του άλλοτε»-επιχειρεί ο Πάνος Λώζος, στο τελευταίο βιβλίο του. Κάθε τέτοια προσπάθεια, όπως έχω επανειλημμένα τονίσει, είναι χρήσιμη. Γιατί οι προσωπικές «μνήμες» προσθέτουν αναμφισβήτητα στην ιστορία’ και μας δίνουν ενδιαφέροντα στοιχεία και πληροφορίες από «πρώτο χέρι», που φωτίζουν κάποιες «πτυχές» μιας εποχής, που οριστικά έχει χαθεί. Αν ο Π.Λ. δεν εκτεινόταν και στην καταχώριση καθαρά ιστορικών στοιχείων για την εξέλιξη της πόλης από το 1829 ως σήμερα, που ερανίστηκε από διάφορες «πηγές», χωρίς όμως την απαραίτητη πληρότητα και τον έλεγχο για την ακρίβειά τους, θα είχε πετύχει απόλυτα το στόχο του. Αλλά και παρά την παρατήρηση αυτή, το βιβλίο διαβάζεται ευχάριστα. Και, κυρίως, όπου ο συγγραφέας περιορίζεται στην «καταγραφή» των προσωπικών του αναμνήσεων από την κοινωνική, πολιτική και οικονομική ζωή του τόπου, τους πολλούς και ποικίλους «τύπους» της εποχής του, τα γλέντια, τις διασκεδάσεις, τις αθώες συνήθως «εκτονώσεις» των συγκαιρινών του νέων και-γενικά-τις μικροχαρές της καθημερινής ζωής σ’ έναν Πειραιά πολύ διαφορετικό από το σημερινό. Και, ασφαλώς, πιο ανθρώπινο.

Φ.Σ. χρόνος 22ος, τόμος ΣΤ΄, τχ. 41-42/7,8,9,10,11,12, 1987, σ.169

-ΛΕΥΤΕΡΗΣ  ΜΑΡΜΑΤΣΟΥΡΗΣ: «Ποιήματα», Αθήνα 1982

     Η «ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ» είναι η τρίτη ποιητική συλλογή του Λευτέρη Μαρματσούρη, μετά τα «Ταξίδια» και τις «Συμπληγάδες»-και, ασφαλώς, η ωριμότερη παρουσία του. Ο ποιητής έχει βρει το δρόμο του κι έχει κατακτήσει τα εκφραστικά του μέσα. Βέβαια ο Λ. Μ. είναι ένας άνθρωπος που έντονα προβληματίζεται, γιαυτό κι ο στοχασμός βαραίνει πολύ στην ποίηση του και ιδιαίτερα στον τρίτο κύκλο της συλλογής, πού τιτλοφορείται «Στοχασμοί». Στους άλλους δύο κύκλους («Λιμάνια» και «Νοσταλγίες») κυριαρχεί το αίσθημα κι ορισμένα από τα πρώτα τραγούδια του μας φέρνουν, θεματογραφικά μόνο, πολύ κοντά σ’ εκείνο το ιδιόρρυθμο «κλίμα» της θαλασσινής ποίησης του Καββαδία, ενώ στη μορφή και στην έκφραση διατηρούν την αυθεντικότητά του.

Φ.Σ. χρόνος 18ος, τόμος Ε΄, τχ. 30/12, 1983, σ.152

-ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΕΤΣΟΛΗΣ: «Ψηφιδωτά σε δάπεδο», )Πειραιάς, 1971)

     Το συναίσθημα-για να κυριολεκτήσω, το βαθύτατα ανθρώπινο συναίσθημα- είναι έκδηλο στη λυρική εισφορά του κ. Γιώργου Μετσόλη. Και κάτω από αυτό το συναισθηματικό πρίσμα βλέπει πάντα τα πρόσωπα και τα γεγονότα, οραματιζόμενος έναν καλύτερο κόσμο-αυτό τον κόσμο, που προσπαθεί να οικοδομήσει με τις λυρικές «ψηφίδες» των στίχων του.

     Δραματικός, στις πανανθρώπινες προεκτάσεις του, «ο Μπλόκος» του και πολύ ανθρώπινο το ποίημα «Δρ. Μπάρναρντ».

Φ.Σ.  χρόνος Η΄, τχ. 20/Άνοιξη 1973, σ.92

-ΣΙΜΟΥ ΕΠ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ: «Το Ε.Α.Μ. Πειραιά» (μαρτυρία) Πειραιάς 1987, (σχ. 14Χ21, σελ, 190)

      Για την εθνική αντίσταση στον Πειραιά, είχαμε πρόσφατα και μιαν άλλη μαρτυρία, το βιβλίο του φίλου Κώστα Θεοφάνους, με στοιχεία χρήσιμα, που δεν εξαντλούν το θέμα αλλά και με το μειονέκτημα των «μαρτυριών» αυτών-τη «μονομέρεια», αφού προέρχονται από ανθρώπους που ανήκουν σ’ ένα συγκεκριμένο ιδεολογικό χώρο. Το «μειονέκτημα» είναι έκδηλο και στο βιβλίο του Σ. Μ., που καταθέτει επίσης τις προσωπικές του «μαρτυρίες» από την ανάμιξή του στην αντίσταση, στον Πειραιά, συμπληρώνοντας το προηγούμενο βιβλίο του («Το ΕΑΜ Κοκκινιάς»).

     Παρά τη γενική αυτή παρατήρηση, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο Σ.Μ. προσπαθεί με απλό, λιτό λόγο να εισφέρει τις «μαρτυρίες» του και να εκθέσει τη δράση της «εαμικής» αντίστασης στον Πειραιά. Πάντως και το βιβλίο αυτό και του Κώστα Θεοφάνους, που προανέφερα, αλλά και άλλα που τυπώθηκαν ή θα κυκλοφορήσουν, είναι χρήσιμα. Γιατί παρέχουν το απαραίτητο πρώτο «υλικό» για τον ιστορικό του μέλλοντος, πού, όταν οι αποστάσεις το επιτρέψουν, θ’ ασχοληθεί με υπευθυνότητα και-πρώτιστα-με νηφάλια κρίση με το τόσο σημαντικό αλλά συγχρόνως και τόσο ευαίσθητο αυτό θέμα: Της εθνικής αντίστασης στον Πειραιά, κατά την Κατοχή.

Φ.Σ.  χρόνος 22ος, τόμος ΣΤ΄, τχ. 39-40/Άνοιξη 1987, σ.91

-ΒΑΣΙΛΗ  ΜΟΣΚΟΒΗ: «Περαίας» (Μυθιστόρημα). «Δωδέκατη Ώρα» 1975

      Με τη  γνωστή αφηγηματική του άνεση, ο Βασίλης Μοσκόβης, αναπλάθει στη μυθιστορηματική του αυτή σύνθεση, πιστά και παραστατικά τον Πειραιά του μεσοπολέμου και μας μεταφέρει στο ιδιόμορφο «κλίμα» αυτής της εποχής, με τους συναισθηματικούς κραδασμούς, τους αγώνες και τις αγωνίες των νέων ανθρώπων που έζησαν και κινήθηκαν στον τοπικό χώρο.

  Το αυτοβιογραφικό στοιχείο προβάλλεται έντονα στις σελίδες του «Περαία» αφού, βασικά, ο Β. Μ. αναφέρεται σε πραγματικά περιστατικά και οι περισσότεροι από τους «ήρωες» του έργου είναι πρόσωπα υπαρκτά, που διακρίθηκαν αργότερα στην επιστήμη και τη λογοτεχνία. Υπάρχει πολλή αγάπη για τον τόπο μας, πολλή ποίηση και πολλή νοσταλγία στην αφηγηματική αυτή «εικονογραφία» του μεσοπολεμικού Πειραιά-ενός Πειραιά πιο γραφικού και πιο ανθρώπινου.

Φ.Σ. χρόνος ΙΓ΄, τόμος Δ΄, τχ. 24/Άνοιξη 1977, σ. 158

-ΒΑΣΙΛΗ ΜΟΣΚΟΒΗ: «Ορατόριο» (μυθιστόρημα), «Μαυρίδης». Αθήνα, 1979

     Μετά το βραβευμένο από την Ακαδημία «Περαία» του-αυτή τη μοναδική «εικονογραφία» του μεσοπολεμικού Πειραιά-και το ρεαλιστικό «Εγκεφαλογράφημά του», ο Βασίλης Μοσκόβης συνεχίζει την πεζογραφική προσφορά του με το μυθιστόρημα «Ορατόριο». Είναι ένα βιβλίο συγκλονιστικό. Στην ακριβή της διάσταση, χωρίς καμιά δόση υπερβολής, η λέξη. Η κεντρική ηρωίδα του, η μάννα, ένα μοναδικό πρότυπο αρετής και αγωνιστικής ευψυχίας, από κείνα που μόνο η τέχνη ξέρει να δημιουργεί και να καθαγιάζει και που αν φαίνονται ίσως κάπως εξωπραγματικά είναι ωστόσο βέβαια, όσο κι ήδια η ζωή. Η ζωή των απλών αλλά ηρωικών ανθρώπων του καθημερινού μόχθου που δίνει κάθε τόσο ανάλογα παραδείγματα μα που χρειάζεται η τέχνη για να προβάλλει και να προεκτείνει προς τη διάρκεια.

     Η ηρωίδα του Μοσκόβη είναι μια μάνα ηρωική που αν και νιώθει να την πλησιάζει ο θάνατος συγκεντρώνει όλες τις δυνάμεις για να κρατηθεί στη ζωή ως την ώρα που πρέπει- την ώρα της δικαίωσης του έργου ενός από τα παιδιά της. Αγωνίζεται κάθε ώρα, κάθε στιγμή με το θάνατο. Κι αυτός ο αγώνας δίνει στο Μοσκόβη το υλικό για να συνθέσει τις έξοχες αφηγηματικές σελίδες του «Ορατορίου» του, αυτού του ύμνου στη Μάνα-τη μάνα του-αλλά και σ’ όλες τις μανάδες του κόσμου.

     Ο θάνατος θα νικήσει, όπως είναι φυσικό, στο τέλος. Αλλά η Μάνα θάχει χαρεί τη μεγάλη στιγμή. Και θάναι ουσιαστικά η νικήτρια, «η καταλύτρα του θανάτου, η γονιμοποιός μήτρα της ανθρωπότητας», όπως επιγραμματικά τονίζεται στο σημείωμα του εκδότη του έργου του Μοσκόβη που με το «Ορατόριο» δίνει νέες ευρύτερες διαστάσεις στην πεζογραφική προσφορά του.

Φ.Σ. χρόνος ΙΕ΄, τόμος Δ΄, τχ 27/ Καλοκαίρι 1980, σ. 414.

-ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΟΥΡΔΟΣ, «Μυρτιώτισσα» (παρουσίαση του έργου της). Εκδόσεις Γαβριηλίδη, Αθήνα 2002

(Συνοπτικό αλλά πλήρες και τεκμηριωμένο μελέτημα, που επιχειρεί με καίριο και συγχρόνως εύχυμο κριτικό λόγο μια αντικειμενική προσέγγιση στο έργο της Μυρτιώτισσας και το τοποθετεί στις σωστές διαστάσεις του. Συμπληρώνεται με βιογραφικά στοιχεία και ανθολόγιο αντιπροσωπευτικών ποιημάτων της).

Φ. Σ. περίοδος Β΄, τχ. 2/ Χριστούγεννα 2004, σ.103 (στις σελίδες «ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ)  

-ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΟΥΡΔΟΣ, «Βιβλιογραφία για τον Πειραιά», εκδόσεις Τσαμαντάκη, Πειραιάς, 2010.

     Η ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ εργασία, όταν, μάλιστα, γίνεται για πρώτη φορά σ’ έναν χώρο, χωρίς, δηλαδή να υπάρχει ανάλογο προηγούμενο, είναι και κοπιαστική και άχαρη. Απαιτεί όχι μόνον γνώση του αντικειμένου αλλά και τόλμη. Ο κ. Γιώργος Μπαλούρδος είχε την τόλμη ν’ ασχοληθεί με την άχαρη αυτή εργασία, θέλοντας να προσφέρει στον σημερινό-και περισσότερο ίσως στον αυριανό-ερευνητή ένα εγχειρίδιο για ευκολότερη πρόσβαση στη βιβλιογραφία, τη σχετική με την πειραϊκή ιστορία και γενικότερα με τα προβλήματα και τα ενδιαφέροντα της πόλης μας. Και έφερε την εργασία αυτή σε αίσιο πέρας, με ικανοποιητική πληρότητα. Μπορεί η καταγραφή του να μην καλύπτει το σύνολο των βιβλίων που έχουν εκδοθεί για τον Πειραιά (τούτο, άλλωστε, είναι αδύνατο υπό τις σημερινές συνθήκες με την έλλειψη Αρχειακής υποδομής) αλλά ποσοστιαία, νομίζω, ότι ξεπερνάει το 90%. Κι αυτό δεν είναι απλώς κάτι. Είναι πολύ.

     ΒΕΒΑΙΩΣ σε τέτοιες εργασίες είναι φυσικό να υπάρχουν και παραλείψεις και κενά. Ακόμα θα μπορούσαν να διατυπωθούν κάποιες παρατηρήσεις για τη μεθοδολογία που ακολουθεί ως προς τη διάταξη της ύλης, με την καταγραφή των βιβλίων κατά κατηγορίες, χωρίς αλφαβητική ή χρονολογική σειρά. Αλλά όλ’ αυτά δεν έχουν σημασία. Εκείνο που μετράει είναι το αποτέλεσμα, πού, όπως επισήμανα ήδη, είναι ικανοποιητικό, ώστε το εγχειρίδιο του κ. Γ. Μπαλούρδου να αποκτά ιδιαίτερη χρησιμότητα για τον ερευνητή της τοπικής μας ιστορίας- αυτής «της συναρπαστικής-όπως την έχω χαρακτηρίσει-περιπέτειας ανάμεσα στους αιώνες».

Φ. Σ. περίοδος Β΄, χρόνος 45ος, τόμος 11ος,  τχ. 24/4,5,6, 2010, σ.58-59.

-ΓΙΩΡΓΟΣ  ΜΠΑΛΟΥΡΔΟΣ: «Πειραϊκό Πανόραμα» (πνευματικό και καλλιτεχνικό χρονολόγιο του πειραϊκού χώρου, 1784-2005) Προλογίζουν: Νάσος Βαγενάς-Μ. Γ. Μερακλής. Εκδόσεις Τσαμαντάκη. Πειραιάς, 2006.  

(Σ’ έναν τόμο 352 σελίδων ο Γ. Μ. καταγράφει χρονολογικά πρόσωπα, γεγονότα και λοιπές εκφάνσεις της πειραϊκής πνευματικής ζωής στην ιστορική διαδρομή δύο περίπου αιώνων. Είναι μια εργασία που περικλείει πολύ μόχθο. Και φυσικά δεν μπορεί να κριθεί σ’ ένα σύντομο βιβλιογραφικό σημείωμα. Λάθη ή παραλείψεις που είναι φυσικό να υπάρχουν σε μια τέτοιας έκτασης εργασία, δεν μειώνουν την αξία της. Διότι έρχεται να καλύψει ένα κενό στην πειραϊκή βιβλιογραφία των ημερών μας, όσο βέβαια, αυτό είναι εφικτό, αν αναλογιστεί κανείς τις δυσκολίες του εγχειρήματος, το οποίο όμως δεν δίστασε  ν’ αποτολμήσει και να φέρει σε πέρας ο συγγραφέας.).

Φ.Σ. χρόνος 41ος, περίοδος Β΄, τόμος Θ΄, τχ. 8/4,5,6, 2006, σ. 117-118.

-ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΟΥΡΔΟΣ: «Μαρία Περικλή Ράλλη» (μελέτημα). Πειραιάς 2006

 (Μετά το «Πειραϊκό Πανόραμα»-που αποτελεί αξιόλογη προσφορά στην πολιτιστική ιστορία του Πειραιά-ο Γ. Μπαλούρδος παρουσιάζει σ’ ένα τομίδιο «εκτός εμπορίου» τη διάλεξη που έδωσε στον «Πειραϊκό Σύνδεσμο» στις 29.5.2006 για την Πειραιώτισσα ποιήτρια Μαρία Περικλή Ράλλη (1906-1975). Εκτός από τα ενδιαφέροντα και τεκμηριωμένα εργογραφικά στοιχεία που καταχωρίζει αναλύει παράλληλα-θα έλεγα καλύτερα ανατέμνει-με καίριο κριτικό λόγο το πεζογραφικό και-κυρίως-το ποιητικό έργο της Μαρίας Περικλή Ράλλη, που υπήρξε μία από τις βεβαιότερες γυναικείες ποιητικές «φωνές» της περιόδου του μεσοπολέμου και των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων).

Φ.Σ. χρόνος 41ος, περίοδος Β΄, τόμος Θ΄, τχ. 9/7,8,9, 2006, σ. 166.

-ΝΙΚΟΥ ΜΠΑΤΑΓΙΑ: «Αντιθέσεις» (ποιήματα), «Φιλολογική Στέγη Πειραιώς» 1979

     Οι «Αντιθέσεις» είναι το τέταρτο βιβλίο του Νίκου Μπατάγια. Προηγήθηκαν μία ακόμα ποιητική συλλογή («Η στράτα της ζωής»,1956), μια συλλογή διηγημάτων («Πορεία μέσα στη νύχτα», 1978) και η «Πανελλήνια Ανθολογία Πεζογραφίας και Ποιήσεως»(1970)-σε συνεργασία με το Γεράσιμο Τσάκαλο. Και με το βιβλίο αυτό, που τιμήθηκε με το Α΄ βραβείο στο διαγωνισμό ποίησης του “GREEK INSTITUT OF LONDON”,  ο Ν. Μ. εμφανίζεται αρκετά ανανεωμένος στην όλη δημιουργική πορεία του.

     Και στη νέα του συλλογή ο Ν. Μπατάγιας δεν επιχειρεί να εντυπωσιάσει με κραυγαλέες εκφάνσεις, ούτε να προβληματίσει με στοχασμούς. Ο ποιητής αντλεί την έμπνευσή του από τις μικρές στιγμές της καθημερινής μας ζωής-που πολλές φορές γίνονται τόσο μεγάλες κα τόσο δύσκολες στις επώδυνες προεκτάσεις τους-και τις πολυσήμαντες ώρες της ιστορίας. Κι αυτές της στιγμές μεταφέρει στην ποίησή του με την παραδοσιακή τεχνική, είτε με την ελεύθερη ποιητική γραφή, δίνοντάς μας στίχους με εσωτερική αρμονία και μουσικότητα. Οι μνήμες από τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα της γενιάς του-ιδιαίτερα το έπος του 40 και την Κατοχή-κι οι μνήμες από την προσωπική του ζωή-από την οποία δεν απέλειψαν οι πικρίες που τραυματίζουν την ευαισθησία- συνθέτουν, βασικά, το θεματογραφικό πλαίσιο των ποιημάτων του, που αν και χαμηλόφωνα έχουν, όπως κι άλλοτε επισήμανα, αίσθημα, ειλικρίνεια και ανθρωπιά.

Φ.Σ.  χρόνος ΙΕ΄, τόμος Δ΄, τχ. 27/Καλοκαίρι 1980, σ.418.

-ΓΚΙΚΑΣ ΜΠΙΝΙΑΡΗΣ: «Λάσπη» (μυθιστόρημα), Κάκτος, 1980

     Μεταθανάτια προσφορά στον αξέχαστο Γκίκα Μπινιάρη, η κοινή έκδοση, σε ένα τόμο, των δύο πιό αντιπροσωπευτικών-κατά τη γνώμη μου-μυθιστορημάτων του, που άμεση είναι η οργανική τους ενότητα στο μύθο και στη διαγραφή των χαρακτήρων. Πρόκειται για τα μυθιστορήματα «Το αγόρι της γελαστής χερσόνησος», που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1953 και «Ο μεγάλος βάλτος», που κυκλοφόρησε το 1965. Και τα δύο έχουν σαν κεντρικό ήρωα το Μικαήλο το Χορμοβίτη, το αγνό χωριατόπαιδο, που από πολύ νωρίς αντιμετωπίζει, στη μεγάλη πολιτεία, τη ζωή, στη χειρότερη όψη της και παλεύει με μύριες αντιξοότητες για να μπορέσει, μέσα σ’ αυτό τον περίεργο κόσμο των κακών, των υποκριτών και των αναίσχυντων, να σταθεί, όπως και το κατορθώνει, άνθρωπος. Δυό κείμενα, γραμμένα-όπως και άλλοτε επισήμανα-με αφηγηματική δεξιοτεχνία, όπου η πίστη στις επάλξεις του ηθικού και του ανθρώπινου χρέους πληρώνεται από τον κεντρικό ήρωα του έργου με το ακριβότερο τίμημα: Τη θυσία της ζωής του…

Φ.Σ. χρόνος 16ος, τόμος Δ΄, τχ. 28/Φθινόπωρο 1981, σ. 493

-ΣΤΕΛΙΟΣ  ΜΠΙΝΙΑΡΗΣ: «Ο Πειραιάς του Μεσοπολέμου και της Κατοχής» (Χρονικό), «Φιλολογική Στέγη Πειραιώς», 1988

Ένα νέο βιβλίο του κ. Στέλιου Μπινιάρη, διαφορετικό από τα άλλα του (πεζογραφικά ή ποιητικά), που το χαρακτηρίζει «χρονικό» αλλά που στην πραγματικότητα είναι καταγραφή προσωπικών αναμνήσεων του συγγραφέα από τον Πειραιά του μεσοπολέμου και της Κατοχής.

     Δεν κρίνω τον τρόπο «γραφής» του. Ούτε στέκομαι στις κάποιες επαναλήψεις και τις πιθανές παραλείψεις του, για τις οποίες άλλωστε, με τη σεμνότητα που τον διακρίνει, κάνει λόγο στον πρόλογο του βιβλίου ο συγγραφέας. Όλ’ αυτά δεν έχουν σημασία. Εκείνο που μετράει στην προσπάθεια και την δικαιώνει είναι το αποτέλεσμα. Και ο κ. Σ.Μ. κατόρθωσε να συνθέσει ένα βιβλίο, μέσα στις σελίδες του οποίου αναζεί ο Πειραιάς του μεσοπολέμου. Με τις γραφικότητες, τις ήρεμες και γαλήνιες ώρες του, τους «τύπους» του’ με τις μικρές καθημερινές στιγμές των απλών ανθρώπων’ με τη μιζέρια του, αν θέλετε, αλλά και μ’ ένα άλλο, τελείως διαφορετικό-και φυσικό πολύ πιο ανθρώπινο-πρόσωπο, που δεν υπάρχει πια. Κι ακόμα, στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου, καταγράφονται οι οδυνηρές προσωπικές «μνήμες» του συγγραφέα από τον πόλεμο και την Κατοχή, μια περίοδο που ο Πειραιάς δοκιμάστηκε όσο ίσως καμία άλλη ελληνική μεγαλόπολη. Οι «μνήμες» από την εποχή, στην οποία αναφέρεται το βιβλίο και που χρονικά καλύπτουν πάνω από μια εικοσαετία, καταγράφονται με απλότητα, με ειλικρίνεια, με κάθε δυνατή πιστότητα, με πολύ αίσθημα τις περισσότερες φορές. Και-το κυριότερο-με έκδηλη σε κάθε σελίδα, σε κάθε σχεδόν γραμμή την άμετρη αγάπη του Στέλιου Μπινιάρη για τον παλιό, τον «επώνυμο», όπως τον χαρακτηρίζει, Πειραιά, που χάθηκε και που είναι ο μεγάλος καημός του-θα πρόσθετα κι ο δικός μου.

     Ένα βιβλίο χρήσιμο, που πρέπει να διαβαστεί από κάθε Πειραιώτη. Γιατί, όπως και άλλοτε μου δόθηκε η ευκαιρία να υπογραμμίσω, οι «προσωπικές μνήμες» συντηρούν την αγάπη για τον τόπο μας. Και κάτι σημαντικότερο: Η μνήμη γράφει την ιστορία. Όχι μόνο την «επίσημη», αλλά και την άλλη-και εξίσου χρήσιμη-ιστορία των απλών καθημερινών ανθρώπων και των μικρών καθημερινών μας πραγμάτων…» Αυτήν που επιχείρησε και πέτυχε να μας δώσει στο βιβλίο του ο κ. Στέλιος Μπινιάρης.

Φ.Σ.  χρόνος 23ος, τόμος ΣΤ΄, τχ. 45/7,8,9, 1988, σ.341-342

-ΤΟΥΛΑ ΣΟΥΒΑΛΙΩΤΗ-ΜΠΟΥΤΟΥ, «Λόγος και Λύτρωση (Η ποίηση της Χριστίνας Καρυδογιάννη και το πολύπλευρο έργο της)» (δοκίμια). Εκδόσεις Μαυρίδη, Αθήνα 2005.

Δοκιμιακό κείμενο, που αναφέρεται σε μία δημιουργό με πολύμορφο και πολύπλευρο έργο (διήγημα, θέατρο, δοκίμιο, ποίηση), στο οποίο όμως κυριαρχική θέση έχει η ποίηση με το «συναρπαστικό φιλοσοφικό της υπόβαθρο». Αυτή την ποίηση αναλύει-θα ήταν σωστό να πούμε ανατέμνει-η Τ.Σ.-Μ. με καθαρή κριτική όραση αλλά και με τον καίριο και εύχυμο λόγο της, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι «ο χρόνος με την αλάθητη κριτική του αξιολόγηση θα σεβαστεί και θα δικαιώσει» το έργο της Χριστίνας Καρυδογιάννη. Το δοκίμιο συμπληρώνεται με μικρή ανθολόγηση ποιημάτων της Χ.Κ. , στο τέλος του βιβλίου).

Φ.Σ. περίοδος Β΄, τχ. 5/7,8,9,2005, σ. 282. (στις σελίδες ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ)

-ΤΟΥΛΑΣ ΜΠΟΥΤΟΥ: «Το Ρετιρέ» (διηγήματα) εκδόσεις «Θουκυδίδης», Αθήνα 1987 (σχ. 14Χ21, σελ. 112)

     Λιτή, καίρια, με μια αμεσότητα που θέλγει, η «γραφή» της Τούλας Μπούτου. Αν και η διηγηματογράφος χρησιμοποιεί «μοντέρνους» εκφραστικούς τρόπους δεν γίνεται ποτέ ελλειπτική και πετυχαίνει να δώσει αγχώδη, πολλές φορές, ρυθμό στην αφήγηση, που σε συναρπάζει. Η επιστημονική της εμπειρία επιδρά αισθητά στο έργο της και ορισμένα από τα καλύτερα διηγήματα της συλλογής έχουν την «αφετηρία» της γραφής-την έμπνευση-στο χειρουργείο ή άλλους ιστορικούς χώρους («Αίθουσα αναμονής», «Τροχαίο δυστύχημα», «Εν ώρα κρίσεως»). Θα πρέπει να ξεχωρίσουμε ακόμα, από τα διηγήματα που ανήκουν σε άλλο «κλίμα», το «Ρετιρέ». «Το στερνό ταξίδι» και Το «Ξύπνημα».

     Γενικά για την πεζογραφία της Τ.Μ. θα επαναλάβω όσα ακριβώς έγραψα παλαιότερα: «Πετυχαίνει να μας κάνει να δούμε σαν πολύ δικούς μας τους ανθρώπινους τύπους που «πλάθει» και να ζήσουμε, σα να ‘ναι δικές μας, που με την αμεσότητα του λόγου της  καταγράφει». Κι αυτό δεν είναι απλώς κάτι. Είναι πολύ…

Φ.Σ. χρόνος 22ος, τόμος Στ΄, τχ. 41-42/Χριστούγεννα 1987, σ. 167.

-ΤΟΥΛΑΣ Π. ΜΠΟΥΤΟΥ: «Παράλληλες Γραμμές» (διηγήματα). «Πειραϊκές Εκδόσεις Σπ. Κουσουρής και Υιοί», Πειραιάς 1991

     Με το νέο βιβλίο της («Παράλληλες Γραμμές») η Τούλα Μπούτου κερδίζει αμέσως τον αναγνώστη. Αντλώντας τα θέματά της, κατά κύριο λόγο, από γεγονότα και καταστάσεις της καθημερινής ζωής, κατορθώνει, με τις αφηγηματικές της ικανότητες και την καθαρή ανθρώπινη όρασή της, να μας δώσει, στα διηγήματά της, την αληθινή διάσταση της σημερινής πραγματικότητας.

     Με το βέβαιο λογοτεχνικό της ταλέντο και την ευρηματικότητά της μπορεί και «στήνει» τον μικρό κόσμο των ανθρώπινων τύπων που πλάθει μέσα στο σκηνικό του μεγάλου θεάτρου του Κόσμου με άνεση. Και μας πείθει για την αληθινή τους υπόσταση, τόσο ώστε να τους νιώθουμε πολύ κοντινούς, δικούς μας, να συμπάσχουμε μαζί τους, να αισθανόμαστε να μας αγγίζουν οι αρετές και οι αδυναμίες τους. Ακόμα με την στρωτή αφήγηση κι ένα ύφος που δεν θα δίσταζα να το χαρακτηρίσω καθαρά προσωπικό, δίνει στις ιστορίες της-και μέσα στον αυστηρό περιορισμένο πάντα χώρο του διηγήματος-τις προεκτάσεις εκείνες που οδηγούν κάποιες στιγμές και αυτήν ακόμα την ανούσια και αδιάφορη ίσως για τους πολλούς καθημερινή ζωή των απλών ανθρώπων στις μικρές αποθεώσεις της.

     Αποτελεί, νομίζω, κοινό τόπο η διαπίστωση ότι το διήγημα είναι από τα δυσκολότερα, αν όχι το δυσκολότερο είδος της λογοτεχνικής δημιουργίας. Χωρίς να θέλω να παραγνωρίσω τις επιδόσεις της στα άλλα είδη του έντεχνου λόγου και ιδιαίτερα στην ποίηση, πιστεύω ότι το διήγημα-αυτό το δύσκολο είδος-είναι για την Τούλα Μπούτου-ο πιο οικείος χώρος δημιουργίας και της δίνει τη δυνατότητα ν’ αξιοποιήσει πλήρως τα λογοτεχνικά της προσόντα.

     Η Τούλα Μπούτου είναι κατ’ εξοχήν διηγηματογράφος.

Φ.Σ. έτος 28ο, τόμος Ζ΄, τχ. 59/Άνοιξη 1993, (Νοέμβριος 1992-Μάρτιος 1993) σ. 380.

-ΒΙΚΤΩΡ ΟΥΓΚΩ: «Οι εργάτες της θάλασσας» (μυθιστόρημα). Μετάφραση-Επίλογος: Κώστα Θεοφάνους Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος και Σία Ο.Ε. Αθήνα, 1980

     Ένα από τα ωραιότερα μυθιστορήματα του Β. Ουγκώ, με έκδηλο το ανθρώπινο στοιχείο, σε θαυμάσια μετάφραση του Κώστα Θεοφάνους, που συμπληρώνει, επίσης, το έργο με επίλογο και βιογραφικό πίνακα του Ουγκώ. Το βιβλίο αυτό- θαλασσογράφημα, είδος σπάνιο στην παγκόσμια λογοτεχνική παραγωγή παρά το γεγονός ότι η θάλασσα είναι στενά και άμεσα δεμένη με τη ζωή μας-είναι, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κ. Θεοφάνους, «ένας ύμνος στον άνθρωπο. Τον άνθρωπο που εμπνέεται από την ανωτερότητα, που ξεπερνά τα κοινά μέτρα και γίνεται ο ίδιος πλαστουργός».

Φ.Σ. χρόνος 16ος, τόμος Δ΄, τχ. 28/Φθινόπωρο 1981, σ. 495

-ΚΩΣΤΑΣ  ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ: «Ο Αλέκος» (αφηγήματα) Πειραιάς 1983

     Ο Κώστας Παντελάκης μας παρουσιάζει, για πρώτη φορά, τυπωμένη σ’ ένα καλαίσθητο τομίδιο εργασία του, έξω από το συνήθη κύκλο των συγγραφικών ενδιαφερόντων του (επιστημονικά βιβλία, ιατροκοινωνικά μελετήματα). Πρόκειται για ένα αφήγημα-ή μάλλον για μια αληθινή ιστορία από τα χρόνια της νιότης του, χρόνια δύσκολα της Κατοχής και της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου, που έμεινε ανεξίτηλη στο χώρο της μνήμης κι ένιωσε την ανάγκη να την καταγράψει. Κι άξιζε πραγματικά αυτή η προσπάθεια. Γιατί ο κεντρικός ήρωας της ιστορίας ήταν, όπως τον σκιαγραφεί ο Κ. Π., ένας σπάνιος άνθρωπος, όχι, ασφαλώς, «εκ του κόσμου τούτου» που θυσιάστηκε για τους άλλους, πού, ενώ είχε ανάγκη απ’ όλα, τα έδωσε όλα, ακόμη και τη ζωή του, για τον «πλησίον». «Πέρασε-όπως γράφει ο Κ. Π.-μια βασανισμένη ζωή τραγουδώντας πονεμένα τρυφερά τραγούδια που κανένα όμως δεν έφτανε την ομορφιά και την τρυφεράδα του τραγουδιού πού έγραψε με την ίδια τη ζωή του…».

     Θα μπορούσε αυτός ο τόσο ανθρώπινος τύπος, ο Αλέκος, ν’ αποτελέσει το κύριο πρόσωπο μιας μυθιστορίας με ευρύτερες ίσως προεκτάσεις. Ο Κ.Π. δεν το επιχείρησε. Γιατί-και νομίζω σωστά-θα πρόδινε την αλήθεια και την ομορφιά, που αναδίνεται από τη βασανισμένη αλλά πλήρη-το υπογραμμίζω-ζωή του ήρωά του. Αρκέστηκε να καταγράψει την ιστορία, δίνοντας παράλληλα, με αδρές γραμμές, και τον περίγυρο και το κλίμα της εποχής που εκτυλίσσεται. Με λιτή, εγκάρδια, άμεση γραφή. Όπως ταιριάζει στον απλό και ακέραιο Αλέκο, «τον πιό σημαντικό ασήμαντο που γνώρισε στη ζωή του». Και πέτυχε το στόχο του: Να συγκινήσει και να μας κάνει ν’ αγαπήσουμε το βαθύτατα ανθρώπινο ήρωά του.

     Θα ήταν παράλειψη αν δεν ανέφερα το ευρηματικό σε σύλληψη και άψογο σε εκτέλεση σχέδιο του εξωφύλλου, που φιλοτέχνησε ο Σπύρος Παντελάκης.

Φ. Σ. χρόνος 18ος, τόμος Ε΄, τχ. 30/12, 1983, σ. 158-159

-ΚΑΤΕΡΙΝΑ  ΜΑΝΙΤΑΡΑ- ΠΕΤΡΑΚΟΥ: «Ορόσημο» (ποιήματα), Πειραιάς, 1982

     Η πρώτη συλλογή της κ. Κατερίνας Μανιταρά-Πετράκου, που γεννήθηκε, μεγάλωσε και ζει στον Πειραιά, μας αποκαλύπτει μιά ποιήτρια με πηγαίο ταλέντο, με καθαρή σκέψη και με πλατιά ανθρώπινη όραση. Τα βιώματα, οι εμπειρίες, οι ανησυχίες της μετουσιώνονται σε ελεύθερους στίχους με στέρεα λυρική δομή-απλούς, προσιτούς, με μιά χαρακτηριστική αμεσότητα λόγου που κερδίζει κάθε ευαίσθητο «δέκτη». Στο πρώτο μέρος της συλλογής, της «Εκμυστηρεύσεις», η ποίησή της είναι περισσότερο προσωπική, με κάποιο εξομολογητικό τόνο-και με έκδηλη, φυσικά, την παρουσία του ερωτικού στοιχείου, που προβάλλεται όμως όχι με κοινότοπες φλυαρίες αλλά με τη διακριτική εκείνη βεβαιότητα όσων μπορούν και ν’ αγαπούν βαθιά και να προσφέρουν.

     Στο δεύτερο μέρος («Με το νου και την καρδιά») ο κύκλος των ενδιαφερόντων της ευρύνεται. Και με τολμηρές ενατενίσεις κι ακόμα τολμηρότερες πτήσεις αποδύεται σε μιά αγωνιώδη προσπάθεια για την αναζήτηση της αληθινής ουσίας της ζωής. Απορίες, καφτά ερωτηματικά, πικρές εμπειρίες, οδυνηρές διαψεύσεις είναι, συνήθως, η συγκομιδή. Αλλά δεν χάνει την αισιοδοξία και την πίστη της, που επιχειρεί να μεταδώσει και στους άλλους.

     Ρεαλιστική και ανθρώπινη, δίχως ίσως εντυπωσιακές εξάρσεις και με απλά αλλά βέβαια εκφραστικά μέσα, η ποίηση της κ. Κατερίνας Μανιταρά-Πετράκου συγκινεί με την αμεσότητα και την ειλικρίνεια της. Και μας επιτρέπει να στηρίξουμε στη νέα ποιήτρια τις ωραιότερες προσδοκίες για το μέλλον.

Φ.Σ. χρόνος 17ος, τόμος Ε΄, τχ. 29/Φθινόπωρο 1982, σ. 67

-ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ  ΡΟΖΟΥ: «Η τέχνη και οι δημιουργοί της», Αθήνα, 1975.- «Δέκα νεοέλληνες λογοτέχνες». Αθήνα, 1977

     Κείμενα βαθύτατης γνώσης και ευθύνης, που μας αποκαλύπτουν όχι μόνο έναν άξιο κριτικό και μελετητή, αλλά κι έναν ολοκληρωμένο πνευματικό άνθρωπο, είναι τα δύο βιβλία του κ. Ε. Ρόζου. Από το πρώτο ξεχωρίζουμε τα δοκίμια «Τέχνη και Πολιτική». «Οι πρόωρα χαμένοι» (με ενδιαφέροντα στοιχεία για τους πρόωρα χαμένους εργάτες του πνεύματος και της τέχνης όλου του κόσμου), «Το πνεύμα και η πίστη», «Τσέχωφ και Πιραντέλλο». Στο δεύτερο επιχειρεί ο κ. Ρ. μία, κατά το δυνατό, αντικειμενική κριτική θεώρηση και τοποθέτηση του έργου 10 σύγχρονων Ελλήνων λογοτεχνών (Φ. Δέλφη, Σήφη Κόλλια, Βασίλη Λαζανά, Ν. Σημηριώτη κ. ά).

Φ.Σ. χρόνος ΙΓ΄, τόμος Δ΄, τχ. 25/Άνοιξη 1978, σ. 241.

-ΓΙΑΝΝΗ  ΣΚΟΡΔΙΛΗ: «Ανακύκλωση» (ποιήματα). Πειραιάς, 1980

     Η έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής του γνωστού Πειραιώτη δημοσιογράφου Γιάννη Σκορδίλη μπορεί να ξάφνιασε πολλούς. Προσωπικά δε με ξάφνιασε. Γνώριζα από παλιά κάποιες επιδόσεις του στον ποιητικό και τον πεζό λόγο. Και χαίρομαι τώρα, που το πρώτο βήμα έγινε-κι έχουμε συγκεντρωμένα τα ποιήματά του.

     Βέβαια στην ποίηση του Γ. Σκορδίλη είναι έκδηλη μιά ιδιόρρυθμη γραφή, πού δύσκολα θα μπορούσε να τη χαρακτηρίσει κανείς παραδοσιακή κι ακόμα πιό δύσκολα «μοντέρνα». Ο στοχασμός βαραίνει πολύ, ορισμένες φορές η ποίησή του, χωρίς να το θέλει ίσως, γίνεται παραινετική, ενώ δε λείπουν και κάποιες επιδράσεις από μεγάλα πρότυπα-και ιδιαίτερα τον Καβάφη. Οι παρατηρήσεις όμως αυτές δε μειώνουν τη σημασία της προσφοράς, Γιατί ο λόγος του και εκφραστική πυκνότητα έχει, πολλές φορές, και στιλπνότητα. Κι ακόμα διαφαίνεται σε κάθε στιγμή η καθαρή ανθρώπινη όραση που οδηγεί σε βέβαιους δρόμους δημιουργίας.

     Θα ήθελα να προσθέσω και κάτι ακόμα: Από τη συλλογή, όσο κι αν κυριαρχεί ο προβληματισμός, δεν απουσιάζει η ποίηση, όπως στο «Εποχικό»:

Το κοριτσάκι που τ’ ανάθρεψα με χάδια

άνοιξε ολόδροσος ανθός.

Και σβεί σ’ ονειροπόλημα τα βράδια

στου φεγγαριού το φώς

διαβάζοντας των άστρων τα σημάδια.

     Ή στο χαρακτηριστικό ποίημα «Μνήμες», που συγκινεί ιδιαίτερα με την αναφορά στα χρόνια της πρώτης νιότης-και που μεταφέρω εδώ τους τελευταίους στίχους:

Και στ’ άχαρο, πικρό φθινόπωρο

πρίν πάρουμε τη μακαρία οδό

πρίν την φροντίδα των θεών

περάσει η ακριβή εμπειρία μας

μιά μόνο ευχή, μιά ελπίδα μόνη:

Ώ «Χρυσανθέμη», «Αμαρρυλίς», «Σιμόνη»

κι ανθόπλαστο όνειρο, «Αντιγόνη».

 

Άς μην ανταμώσουμε ποτέ

θολές ματιές σβηστών βλεμμάτων

τρέμοντα βήματα κυρτών σωμάτων,

«Κόκκινη Παπαρούνα», «Λεμονιά», «Ελένη»

τ’ ωραίο σας όραμα ας ζεσταίνει

όση πνοή, όση ζωή απομένει…

     Και μόνο οι στίχοι αυτοί θ’ αρκούσαν, νομίζω, για να δικαιώσουν την παρουσίαση της «Ανακύκλωσης» του Γιάννη Σκορδίλη.

Φ.Σ. χρόνος 16ος, τόμος Δ΄, τχ. 28/Φθινόπωρο 1981, σ. 493-494

-ΚΩΣΤΑΣ ΣΟΥΚΑΣ: «Ο έρωτας είναι ένας αληθινός Θεός» (μυθιστόρημα), Κέδρος 1979

     Ο Σεβαστός μας Κώστας Σούκας, ο κορυφαίος από τους εκπροσώπους της παλιάς πειραϊκής λογοτεχνικής γενιάς-τους ελάχιστους, δυστυχώς, που έχουν απομείνει-τύπωσε τελευταία, στη σειρά των εκδόσεων «Κέδρος», ένα ακόμα μυθιστόρημα του με τον τίτλο «Ο έρωτας είναι ένας αληθινός Θεός». Είναι το πέμπτο βιβλίο του, μετά τον «Αποστόλη Καρλά», την αριστουργηματική «Θάλασσα», το «Ποινικό μητρώο μιάς εποχής» (κρατικό βραβείο 1957) και το βαθύτατο ανθρώπινο «Καταδικάζεται η ελπίδα».

     Το «σκηνικό» για την εξέλιξη του μόχθου έχει στηθεί στη μεσαιωνική Βαρκελώνη, με όλα τα γνωρίσματα της εποχής. Και γενικά πρόκειται για μιά «περίεργη» ερωτική ιστορία, στην οποία όμως είναι έκδηλα τα αφηγηματικά χαρίσματα του γνωστού συγγραφέα.

Φ.Σ. χρόνος ΙΕ, τόμος Δ΄, τχ. 27/Καλοκαίρι 1980, σ. 414.   

-ΕΛΕΝΗΣ Α. ΣΟΦΡΑ: «Αθηνά Ταρσούλη» (μελέτη). Ιωλκός.

     Με το θερμό κ’ εγκάρδιο λόγο της, η Ελένη Σοφρά, μας φέρνει πολύ κοντά σε μια μεγάλη γυναίκα, σε μια μεγάλη Ελληνίδα, σε μια ξεχωριστή, τέλος, πνευματική φυσιογνωμία του τόπου μας: Την Αθηνά Ταρσούλη. Κέρδος από το διάβασμα του βιβλίου της Ε.Σ. όχι μόνο η άμεση επαφή με το πολύπλευρο και πολυσήμαντο έργο της Ταρσούλη, έργο κοινής αποδοχής, αλλά πρώτιστα η πολύτιμη εμπειρία από το μοναδικό της παράδειγμα: τη στέρεη πίστη στη ζωή και τις αξίες της, το ηρωικό πέρασμα μέσα από αλλεπάλληλους κύκλους οδύνης και το ανώτερο ήθος της.

     Αυτή την «ηρωϊδα του πνεύματος και την ηρωϊδα της πράξης»-κατά τον εύστοχο χαρακτηρισμό του αλησμόνητου Γιάννη Χατζίνη, πούχε προλογίσει το βιβλίο-σκιαγραφεί η Ε.Σ. με συγκινημένο λόγο και με καθαρή κρίση, υπογραμμίζοντας τις σωστές και στο έπακρο ανθρώπινες διαστάσεις της προσωπικότητάς της.

Φ.Σ. χρόνος ΙΓ΄, τόμος Δ΄, τχ. 24/Άνοιξη 1977, σ. 157

-ΕΛΕΝΗ Α. ΣΟΦΡΑ: «Λίνος Καρζής-ο άνθρωπος και το έργο του» (μελέτη), εκδόσεις «Ιωλκός», Αθήνα 1978.

     Η Αθηνά Ταρσούλη πρώτα. Και τώρα ο Λίνος Καρζής. Δύο άνθρωποι-δύο ευγενείς μορφές της πνευματικής μας ζωής-πού μαζί τους συνδέθηκε στενά και άρρηκτα η κ. Ελένη Σοφρά. Και που βαθύτατα συναισθηματική καθώς είναι, θεώρησε χρέος της, «φιλίας όφλημα», ν’ αφιερώσει δύο βιβλία της στη ζωή και το έργο τους. Όπως η μελέτη της για την Α. Ταρσούλη, έτσι και το νέο βιβλίο της είναι, βασικά, καρπός αγάπης’ αγάπης για το δάσκαλο, «πού την μύησε σ’ αυτό πούχε πιστέψει», για τον ποιητή και προπάντων για τον άνθρωπο πού αφιέρωσε τη ζωή του στην προσπάθεια για την αναβίωση του αρχαίου αττικού θεάτρου με το σωστό-κατά την άποψή του-τρόπο και πού κατά κοινή αναγνώριση, πρόσφερε, στον τομέα αυτό, πολλά. Όσο όμως κι αν το βιβλίο της κ. Ε.Σ. είναι, κυρίως, προσφορά αγάπης στο Λίνο Καρζή, διατηρεί παράλληλα και την αξία του σαν μια πρώτη προσπάθεια κριτικής αποτίμησης του ποιητικού έργου αλλά και της προσφοράς του Καρζή στην περιοχή της ερμηνείας του αρχαίου δράματος με το «Θυμελικό Θίασό» του, πού ιδιαίτερα η τελευταία είχε όλα τα στοιχεία μιάς ηρωικής προσπάθειας’ τέτοιας πού μόνο ενσυνείδητα πιστοί και ασυμβίβαστοι ιδεολόγοι σαν και κείνον μπορούσαν να οραματιστούν και να πραγματώσουν.

     Το βιβλίο κοσμούν ωραιότατες εικόνες (μακέτες σκηνικών, κοστούμια κ. ά.) των Σπύρου Βασιλείου, Λ. Τσιμένη, Γ. Ρωμανού και Τάκη Παρλαβάντζα.

Φ.Σ. χρόνος ΙΔ΄, τόμος Δ΄, τχ. 26/Χειμώνας 1979, σ.327

-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΪΝΧΑΟΥΕΡ, «Η οχύρωση και η πύλη της Ηετιώνειας», έκδοση «Συλλόγου Φίλων Αρχαιολογικού Μουσείου Πειραιά». Πειραιάς, 2003.

(Μια καλαίσθητη έκδοση, με πλούσια εικονογράφηση, που αναφέρεται στην Πύλη της Ηετιώνειας και την οχύρωσή της, με πλήρως τεκμηριωμένα ιστορικά στοιχεία-και ενέχει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της σοβαρής και πάντα υπεύθυνης επιστημονικής προσφοράς του Γ. Σ. Το βιβλίο προλογίζουν ο τ. πρόεδρος του Ο.Λ.Π. Σωτήρης Θεοφάνης- που στήριξε οικονομικά την έκδοση-και ο πρόεδρος του «Συλλόγου Φίλων Αρχαιολογικού Μουσείου Πειραιά» Γιάννης Πολυχρονόπουλος).

Φ.Σ. περίοδος Β΄, τχ. 4/4,5,6,2005, σ.215. (στις σελίδες ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ)

-ΜΑΡΚΟΣ Δ. ΣΥΝΟΔΙΝΟΣ: «Ο λυράρης βασιλιάς» (ποίηση) Αθήνα, 1986

     Οφείλω να ομολογήσω ότι ο Μάρκος Συνοδινός με το συνθετικό του ποίημα «Ο Λυράρης Βασιλιάς» πραγματώνει έναν άθλο. Χωρίς να επιχειρεί να εισφέρει τίποτα το εντυπωσιακά καινούργιο στην ποιητική τέχνη των ημερών μας, μένοντας μάλλον πιστός σε παλιά δοκιμασμένα «πρότυπα», πετυχαίνει ωστόσο να δώσει, στους 17.000 περίπου παραδοσιακούς στίχους τους, δεκαπεντασύλλαβους, κυρίως, ή δεκατετρασύλλαβους, με απλά βέβαια εκφραστικά μέσα, την εναγώνια πάλη του ανθρώπου με τους γύρω του αλλά και με τον ίδιο τον εαυτό του, για να σταθεί άνθρωπος.

     Ο λυράρης γέρο-γύφτος, ο κεντρικός «πόλος» γύρω από τον οποίο στρέφεται όλο του ποίημα του Μ.Σ., είναι πρότυπο σοφίας, ειλικρίνειας και ανθρωπιάς και μετά από τις μεταπτώσεις και τις δοκιμασίες μας σκληρής οδοιπορίας, φτάνει τελικά στη δικαίωση. Έτσι από την ποιητική σύνθεση του Μ.Σ. που εκτείνεται σε 371 (!) σελίδες και, φυσικά, δεν μπορεί να είναι απαλλαγμένη και κάποια περιττά στοιχεία ή κοινούς «τόπους», μένει σαν καταστάλαγμα-και σαν ουσιαστικό κέρδος-η προβολή ενός καθαρά ανθρώπινου «πιστεύω», συνειδητού και συνειδητοποιημένου, που αποτελεί παρήγορο μήνυμα σ’ αυτούς τους σκληρούς και απανθρώπινους καιρούς.

Φ.Σ. χρόνος 23ος, τόμος Στ΄,  τχ. 44/4,5,6,1988, σ. 279-280

-ΔΗΜΗΤΡΗ ΦΕΡΟΥΣΗ: «Η Κυριακή της Γκουέρνικα» (ποιήματα), εκδόσεις Ι. Ζαχαρόπουλου, Αθήνα, 1977

     Στα «σαράντα χρόνια του ισπανικού θρήνου» είναι αφιερωμένη η τελευταία ποιητική συλλογή του Δημήτρη Φερούση «Η Κυριακή της Γκουέρνικα». Η Ισπανία-οι άνθρωποι, οι τόποι, οι «μνήμες» της-εμπνέουν στο Δ. Φ. και τα επτά ποιήματα της συλλογής του, που είναι από τα ωραιότερα επιτεύγματα του λυρικού του λόγου. Η Γκουέρνικα, που γνώρισε την πιό ωμή εκδήλωση της φασιστικής θηριωδίας κ’ έγινε από τότε σύμβολο για όλους που καταδικάζουν κάθε μορφή βίας, ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα- «μνήμη και τιμή στο αίμα της Ισπανίας»-οι πέντε νέοι Ισπανοί που εκτελέσθηκαν από το καθεστώς του Φράνκο το 1975 και πάνω απ’ όλα αυτή η ίδια η Ισπανία-«τριαντάφυλλο κι αλήστευτη ψυχή της ελευθερίας» δίνουν τη δυνατότητα στον ποιητή να σταθεί σε μερικές χαρακτηριστικές «στιγμές» αυτού του «θρήνου»-πού φαίνεται πώς ήρθε πιά η ώρα να πάρει τέλος- και να μας μεταδώσει τη συγκίνησή του, τη συγκίνηση ενός ελεύθερου ανθρώπου, που καταδικάζει το φασισμό.

     Ακόμα, με τη συλλογή του, αυτή ο Δ.Φ. πραγματοποιεί μιά αποφασιστική στροφή στην όλη λυρική του πορεία, που θεματικά περιοριζόταν μέχρι σήμερα στην περιοχή της θρησκευτικής ποίησης,  ευρύνει τον κύκλο των εμπνεύσεών του και στρέφεται σε πλατύτερους ορίζοντες. Είναι ένας δρόμος που νομίζουμε πώς πρέπει και στο μέλλον ν’ ακολουθήσει, καταβάλλοντας σύγκαιρα προσπάθεια ν’ απαλλαγεί από τα ελάχιστα κατάλοιπα κάποιας τάσης «εξεζητημένης» ωραιολογίας που νοθεύει την αναμφισβήτητη γνησιότητα της έμπνευσης.

Φ.Σ. χρόνος ΙΓ΄, τόμος Δ΄, τχ. 24/Άνοιξη 1977, σ. 161

-ΔΗΜΗΤΡΗΣ  ΦΕΡΟΥΣΗΣ: «Φιλοθέη Μπενιζέλου, η αθηνιώτισσα κυρά» (ιστορικό αφήγημα). εκδοτικός οίκος «Αστήρ» Α. και Ε. Παπαδημητρίου, Αθήναι, 1982

     Το θέμα ενδιαφέρον. Αλλά λιγοστά τα στοιχεία, αν όχι ανύπαρκτα, για να συνθέσει κανείς ένα αφήγημα που θα έδινε, με την απαραίτητη σ’ αυτές τις περιπτώσεις πληρότητα, τη ζωή της Φιλοθέης Μπενιζέλου και τη μεγάλη προσφορά της στην Αθήνα και το έθνος, στα σκοτεινά χρόνια της δουλείας. Ο Δημήτρης Φερούσης, έσκυψε με αγάπη πολλή στη μελέτη του θέματος, μόχθησε για τη συγκέντρωση του υλικού του. Και πέτυχε να μας δώσει ένα ιστορικό αφήγημα, βιβλιογραφικά τεκμηριωμένο, που καλύπτει, με μια θαυμαστή ενότητα στην αφήγηση, τη ζωή και τη δράση της Οσίας Φιλοθέης, ως το φριχτό της μαρτύριο. Με λιτό και καίριο λόγο, δίχως ωραιοποιήσεις, χωρίς εντυπωσιακά σχήματα, ο Δ. Φ. πέτυχε να συνθέσει ένα έργο που συγκινεί άμεσα και αναδίδει «οσμήν ευωδίας πνευματικής»

Φ.Σ. χρόνος 18ος, τόμος Ε΄, τχ. 30/12,1983,σ.153

-ΚΩΣΤΑΣ Ν. ΧΑΤΖΗΠΑΤΕΡΑΣ-ΜΑΡΙΑΣ Σ. ΦΑΦΑΛΙΟΥ: «Μαρτυρίες ’40-41» (Πόλεμος- Κατοχή). «Κέδρος» Αθήνα, 1988.

     Είχα παλαιότερα χαρακτηρίσει, από τις στήλες αυτές (βλ. τεύχος 30, σελ. 155)-ως εθνική προσφορά-και είναι, πράγματι-το έργο του Κώστα Ν. Χατζηπατέρα και Μαρίας Σ. Φαφαλιού «Μαρτυρίες ’40-‘41». Ακολούθησε-αργότερα-η βράβευσή του από την Ακαδημία Αθηνών. Και η προσφορά αυτή συμπληρώνεται ήδη με το Β΄ τόμο («Μαρτυρίες ’41-‘44»), που κυκλοφόρησε, επίσης από τον «Κέδρο», σε έκδοση το ίδιο φροντισμένη και καλαίσθητη. Ο τόμος αυτός αναφέρεται, κυρίως, στην περίοδο 1941-44, καλύπτοντας τα γεγονότα, τα σχετικά με τη γερμανική εισβολή, το δεύτερο ελληνικό «όχι» και την πτώση (το «λυκόφως των ηρώων»), τη δράση του ελληνικού στόλου στο εξωτερικό (τη «μάχη στους πέντε ωκεανούς») κι ένα μέρος μόνο από την καθολική αντίσταση του ελληνικού λαού στην «ατέλειωτη νύχτα» της Κατοχής (για την τελευταία περίοδο οι συγγραφείς ετοιμάζουν ξεχωριστό τόμο.).

      Ο Κ.Ν. Χατζηπατέρας και η Μ. Σ. Φαφαλιού ακολούθησαν και στον τόμο αυτό, με τις 384 σελίδες μεγάλου σχήματος και την πλούσια εικονογράφηση, τον ίδιο, βασικά, τρόπο εργασίας και την ίδια μεθοδολογία, ως προς την επιλογή, την ταξινόμηση και την κατάταξη της ύλης, που είχαν ακολουθήσει και στον πρώτο τόμο. Παράλληλα με τις «επίσημες» (από έγγραφα, ανακοινωθέντα) και τις γνωστές (από εφημερίδες ,βιβλία κ. α) «μαρτυρίες» προβάλλονται και οι άλλες, οι άγνωστες ως τώρα «μαρτυρίες» των ανωνύμων αγωνιστών, των απλών ανθρώπων του λαού, που υπήρξαν οι αφανείς, ίσως και οι κύριοι, συντελεστές του νεότερου ελληνικού έπους «μαρτυρίες» που δίνουν, μάλιστα, περισσότερο πιστά και παραστατικά τις διαστάσεις αυτού του έπους.

     Και το κυριότερο: Οι συγγραφείς εργάστηκαν και πάλι με την ίδια αφιέρωση’ και είδαν τα γεγονότα με την ίδια καθαρή όραση, χωρίς προκαταλήψεις και φανατισμούς, ώστε να καταλήξουν σ’ ένα άρτιο αποτέλεσμα-και το έργο τους ν’ αποτελεί, κατά κοινή αναγνώριση, μια αυθεντική και πρώτιστα αντικειμενική ιστορική «μαρτυρία», πολύτιμη ιδίως για τους ερευνητές του μέλλοντος. Δεν έχω παρά να τους σφίξω θερμά το χέρι και να τους ευχηθώ κουράγιο και δύναμη για τη συνέχιση και ολοκλήρωση του εθνικού-επαναλαμβάνω-έργου τους. (12.12.89).

Φ.Σ. χρόνος 25ος, τόμος Ζ΄, τχ. 49-50-51/7, 1989-3,1990, σ. 167-168

       Παρουσιάστηκαν 51 εν συνόλω βιβλιοκριτικές-παρουσιάσεις του Γιάννη Ε. Χατζημανωλάκη, που με το δείγμα αυτό, μας αποκαλύπτεται τόσο το ταλέντο του συγγραφέα όσο και η βαθειά του αγάπη και μέριμνα για την πόλη μας τον Πειραιά. Στο μικρό αυτό ανθολόγιο, προσπάθησα να δώσω ένα σχετικό πανόραμα ονομάτων και βιβλίων, εκδόσεων και πληροφοριών. Προτίμησα να αντιγράψω τα σημειώματά του που αφορούσαν την συγγραφική διαδρομή ενός πειραιώτη ή πειραιώτισσας συγγραφέως, και όχι να προσθέσω ορισμένα ακόμα ονόματα και τίτλους βιβλίων, μια και δεν είχα στην διάθεσή μου το σύνολο των τευχών. Άφησα απέξω κριτικές για την Κωστούλα και Κάτια Μητροπούλου, για τον Γιώργο Κόμη,  τον Ιωάννη Μελετόπουλο, τον Εμμανουήλ Γ. Πρωτοψάλτη, τον Διονύση Κουλεντιανό, τον Ιωάννη Μελά, τον Αλέκο Χρυσοστομίδη, τον Παναγιώτη Τσουτάκο, την Ρένα Μαντά κ. ά. Μια και βιβλία των ανωτέρων, έχουν σχολιάσει και κρίνει και άλλοι πειραιώτες συνεργάτες του περιοδικού. Και ευλογώντας τα γένια μου, αντέγραψα τα μικρά σημειώματα του Γ. Ε. Χατζημανωλάκη για βιβλία μου. Δεν αντέγραψα ακόμα το ωραίο του σημείωμα για έργο του ποιητή Γιώργου Κάρτερ. Επίσης, βλέπουμε τον τελευταίο ιστορικό του Πειραιά, και για σχεδόν μισό αιώνα στο πηδάλιο της Φιλολογικής Στέγης, ακόμα και μετά τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, και σχεδόν μέχρι το βιολογικό του τέλος, να διαβάζει και να εξακολουθεί να γράφει. Είναι εξαιρετική η ανάλυσή του στο περιοδικό τεύχος 15/1,2,3, 2008, Β΄ περίοδος, σελίδες 29-30, του ιστορικού μελετήματος του Βασίλειου Σ.Ε. Τσίχλη: «Το κίνημα του Γουδή και ο Ελευθέριος Βενιζέλος» (ιστορική μελέτη) εκδόσεις «Πολύτροπον» (Ιστορία), Αθήνα 2007.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς,

Σάββατο 5 Ιουνίου 2021.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου