Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 2023

Νάσος Βαγενάς, Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΣΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ. Σημειώσεις για τη γραφή του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες

 

ΝΑΣΟΣ  ΒΑΓΕΝΑΣ

Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΣΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ

Σημειώσεις για τη γραφή του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες

Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, Αθήνα,1, 2020, σ.160, διαστάσεις 12Χ21, τιμή 14 ευρώ.

μακέτα εξωφύλλου- συντονισμός έκδοσης: Μαρία Τσουμαχίδου

σελιδοποίηση: Αγγέλα Ζαχαριάδου

φωτογραφία στο αφτί: Νάσος Βαγενάς και Χόρχε Λουϊς Μπόρχες 1984

Στο αφτί του βιβλίου υπάρχει λιλιπούτειο βιογραφικό του συγγραφέα, ενώ στο οπισθόφυλλο αναδημοσιεύεται το 1 απόσπασμα από τις 36 κριτικές επισημάνσεις που μας μιλά ο συγγραφέας στο κεφάλαιο «Σημειώσεις για τη γραφή του Μπόρχες». Το βιβλίο χωρίζεται σε τρείς ενότητες. Ενώ η αυλαία των σελίδων του αρχίζει με τον ισπανόφωνο λόγο του Χ. Λ, Μπόρχες:

Toda poesia es misteriosa. La triste mitologia

de nuestro tiempo habla de la subconscientia;

los griegos invocaban la musa; los hebreos

el Espiritu Santo.

        JORGE LUIS  BORGES   

          ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ, 9-10

Α

Ο ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ ΚΑΙ Ο ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ ΤΗΣ ΕΙΡΩΝΕΙΑΣ, 13-45

Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΣΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ- Σημειώσεις για τη γραφή του Μπόρχες, 47-80

Η ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΙΕΡ ΜΕΝΑΡ, μετάφραση: Μάρα Ψάλτη, 81-115

Β

Ο ΜΠΟΡΧΕΣ ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ, 119-125

Ο ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ, 127 (ποίημα-3/9/1983)

ΜΠΟΡΧΕΣ, 128 (ποίημα)

Γ

ΜΠΟΡΧΕΣ  ΠΕΝΤΕ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, 131-143

[EL ENAMORADO- Ο ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ, 132-133

JUAN  I, 14- ΙΩΑΝΝΗΣ  Α΄, 14, 134-135

EMANUEL  SWEDENBORG- ΕΜΑΝΟΥΕΛ  ΣΒΕΝΤΕΝΜΠΟΡΓΚ, 136-137

A  QUIEN YA NON ES JOVEN- ΣΕ ΕΝΑΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΙΑ ΝΕΟΣ, 138-139

MATEO  XXV, 30- ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΚΕ΄, 30, 140-143]

ΧΟΡΧΕΣ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ. ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΗ, 145-150

ΠΡΩΤΕΣ  ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ, 151-152

-«Ο Χόρχε Λουϊς Μπόρχες και ο λαβύρινθος της ειρωνείας», Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ο Μπόρχες στην Κρήτη, Στιγμή, Αθήνα 1984.

-«Η λογοτεχνία στο τετράγωνο. Σημειώσεις για τη γραφή του Μπόρχες». Μερικές από τις σημειώσεις δημοσιεύτηκαν στην Athens Review of Books- Αθηναϊκή Επιθεώρηση του Βιβλίου, τεύχος 47 (Ιανουάριος 2014). Το μεγαλύτερο μέρος τους δημοσιεύεται για πρώτη φορά.

-«Η γενεαλογία του Πιερ Μενάρ» (“Pierre Menards Genealogy”), αδημοσίευτο, University of Essex, 1972.

-«Ο Μπόρχες στην οδό Πανεπιστημίου», Χάρτης, τεύχ. 8 (Οκτώβριος 1983).

-«Ο Χόρχε Λουϊς Μπόρχες στην οδό Πανεπιστημίου», Περιπλάνηση ενός μη ταξιδιώτη, Κέδρος, Αθήνα 1986.

-«Μπόρχες», Στη νήσο των Μακάρων, Κέδρος, Αθήνα 2010

-Πέντε ποιήματα: «Ο ερωτευμένος», «Ιωάννης Α΄, 14», «Εμμάνουελ Σβέντενμποργκ», «Σε έναν που δεν είναι πια νέος», «Οι τρείς ερημίτες, Περισπωμένη, Αθήνα 2017’  «Ματθαίος ΚΕ΄, 30», Η πτώση του ιπτάμενου, Στιγμή, Αθήνα 1989.

-Χόρχε Λουίς Μπόρχες, «Αντιφώνηση», Ο Μπόρχες στην Κρήτη, ό.π.

ΣΧΕΤΙΚΑ

     Σε προηγούμενα Μπορχεσιανά μου σημειώματα, μετέφερα την Ομιλία-Κείμενο του ποιητή και πανεπιστημιακού, θεωρητικού της λογοτεχνίας Νάσου Βαγενά «Ο ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ ΚΑΙ Ο ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ ΤΗΣ ΕΙΡΩΝΕΙΑΣ» καθώς και την «Αντιφώνηση» του τιμώμενου αργεντινού ποιητή, από τις γνωστές εκδόσεις «στιγμή», Αθήνα, Φεβρουάριος 1985, «ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ. ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ. Ο ΜΠΟΡΧΕΣ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ» από όπου πρωτοδιάβασα την Ομιλία και την Αντιφώνηση. Ανήκω στην πρώτη αναγνωστική οικογένεια-σύμφωνα με αυτά που μας λέει στο με αριθμό 2 Σημειώσεις του ο Βαγενάς. Χωρίζοντας τους αναγνώστες που ήρθαν σε επαφή με το Μπορχεσιανό έργο σε δύο μεγάλες οικογένειες: «σ’ εκείνους πού γνώρισαν το έργο του παρακινημένοι από την φήμη του και σ’ εκείνους που έτυχε να το ανακαλύψουν μόνοι τους, από μιάν ευτυχή σύμπτωση που θα έπρεπε να έχει κλονίσει εκ βάθρων τις λογοτεχνικές τους πεποιθήσεις. Οι πρώτοι ήρθαν στον Μπόρχες προϊδεασμένοι από την προαναγνωστική τους πληροφόρηση για αυτόν. Οι δεύτεροι είδαν τον ορίζοντα της προσδοκίας τους να φωτίζεται ξαφνικά με τον τρόπο ενός κεραυνού εν αιθρία.». Και συνεχίζει παρακάτω: Είναι αυτή η αδιαμεσολάβητη και προσωπική ανακάλυψη που με κάνει να πιστεύω ότι η δεύτερη οικογένεια των θιασωτών του Μπόρχες αποτελεί έναν κλειστό κύκλο εν κύκλω, ένα είδος αίρεσης εν αιρέσει, μιαν ολιγάνθρωπη ομάδα πιστών, που τους ενώνει η συγκλονιστική στιγμή της πρώτης και ανυποψίαστης αναγνωστικής επαφής.». Βλέπε κεφάλαιο «Η λογοτεχνία στο τετράγωνο» σελίδες 50-51. Αποδεχόμενος τις δύο αυτές Βαγενικές αναγνωστικής πρόσληψης κατηγορίες του έργου του Μπόρχες, απώλεσα αυτήν την «ιδιότυπη αναγνωστική αίσθηση» την εμπειρική μοναδική αναγνωστική απόλαυση της απευθείας επαφής με την γραφή του αργεντινού ποιητή, μια και ήρθα σε γνωριμία μαζί της διαβάζοντας πρώτα κριτικές και μελέτες ελλήνων μεταφραστών και κριτικών του, τουλάχιστον αν η μνήμη δεν με απατά παράλληλα. Δημοσίευσα επίσης και άλλες χρηστικές πληροφορίες (εκδόσεις που γνωρίζω, κριτικές, μεταφράσεις) συμπληρωματικές τόσο για τον Βιβλιοθηκάριο ποιητή και διηγηματογράφο, όσο και για τον ποιητή, μεταφραστή, και δάσκαλο Νάσο Βαγενά, (ο προσδιορισμός του δασκάλου όπως ο ίδιος τον έχει ξεκαθαρίσει σε αφιερωματική τηλεοπτική εκπομπή, αλλά και των εκατοντάδων φοιτητών που πέρασαν από τα πανεπιστημιακά έδρανα) δοκίμιά του και ποιήματά του, τα βιβλία του, όπου η επιρροή της Μπορχεσιανής και της αντίστοιχης Καβαφικής ειρωνείας του λόγου τους, η τεχνολογία της σύνθεσης της γραφής τους, και οι θεωρητικές περί Ποιητικών αξιών απόψεις και των δύο ανόμοιων θεματικά και πολιτιστικά σημαντικών ποιητών, (προερχόμενων όμως από ένα κοινό αναγνωστικό πεδίο διαπραγμάτευσης της παλαιότερης προϋπάρχουσας αγγλοσαξονικής σατιρικής παράδοσης) είναι κάτι παραπάνω από εμφανείς στον ποιητικό και δοκιμιακό λόγο, στις εκπεφρασμένες θέσεις του για την λειτουργία και την τεχνική της ποίησης γενικότερα, του έλληνα ποιητή Πάτροκλου Γιατρά. Για να φέρουμε στη σκέψη μας το κυριότερο προσωπείο του. Ο ποιητής και θεωρητικός Νάσος Βαγενάς, μελετά ελληνόγλωσσα και ξενόγλωσσα συγγράμματα, ερευνά πηγές και εξερευνά πρωτογενείς αναφορές με προσοχή, διαβάζει το έργο, ασχολείται με δύο λόγια συστηματικά και με περισσή φροντίδα και επιμέλεια, πάνω από μισό αιώνα- τόσο με την ποιητική παρουσία του έλληνα ποιητή της περιφέρειας, του αλεξανδρινού Κωνσταντίνου Π. Καβάφη, όσο και με την παρουσία-διεθνώς και στην χώρα μας του αργεντινού ποιητή και διηγηματογράφου Χόρχε Λουϊς Μπόρχες. Την περιπέτεια αυτή της τυχαίας και μη αναμενόμενης ανακάλυψης του άγνωστου ονόματος ενός ισπανόφωνου συγγραφέα και ενός εκ των έργων του, από τον έλληνα νεαρό λάτρη της ποίησης, από τον Σεπτέμβριο του 1970 ως μεταπτυχιακός φοιτητής στη Ρώμη, μέσα σε ένα από τα βιβλιοπωλεία «στον Φελτρινέλλι της βία ντελ Μπαμπουίνο», βλ. Σημείωση αρ. 4 και προσωπικές του συνεντεύξεις, μας εξιστορεί στο παρόν βιβλίο του με διάφορα είδη γραφής. Προσωπικές αναμνήσεις, σύνθεση ποιημάτων για τον Μπόρχες, μεταφράσεις ποιητικών του μονάδων, ανέκδοτων μικρών μελετών, 36 εύστοχων μικρών πυρήνων σημειώσεων για το έργο του, ομιλίας του, τυχαίας και απροσδόκητης γνωριμίας του μαζί του στους δρόμους της Αθήνας, στην οδό Πανεπιστημίου. Η εδώ και μισό αιώνα απροσδόκητη αυτή γνωριμία του έλληνα ποιητή ο οποίος επέστρεψε στα ράφια του βιβλιοπωλείου που είχε με το πενιχρό χαρτζιλίκι του αγοράσει την νέα ποιητική συλλογή του ιταλού ποιητή και σκηνοθέτη Πιέρ Πάολο Παζολίνι για να προμηθευτεί: «επέστρεψα τα ποιήματα του Παζολίνι και πήρα το βιβλίο που είχε τον τίτλο Finzioni και το όνομα ενός συγγραφέα που το έβλεπα για πρώτη φορά» δες σ.53, όλες αυτές οι ατομικές του εμπειρίες και εκπλήξεις και φυσικά η αναγνωστική και συγγραφική ενασχόλησή του με τον παγκοσμίου φήμης ποιητή, συγκεντρώνονται και μας δίνονται στο χωρισμένο σε τρία κεντρικά μέρη βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2020 από τις εκδόσεις Πόλις. Όπως όλοι όσοι είναι σταθεροί αναγνώστες του ποιητή και θεωρητικού της λογοτεχνίας Νάσου Βαγενά γνωρίζουν ότι και σε άλλες εκδόσεις βιβλίων του, ο ποιητής έχει συμπεριλάβει κείμενα ή μελέτες ή ποιήματα τα οποία μας παραθέτει εδώ συγκεντρωτικά, συγκεφαλαιώνοντας όπως φαίνεται την προσωπική του περιπέτεια με τον αργεντινό ποιητή. Σε προηγούμενο σημείωμα έχω καταγράψει τις αναφορές που γνώριζα, και το ατυχές γεγονός ότι δεν είχα πληροφορηθεί την έκδοση του βιβλίου νωρίτερα, που έχω μπροστά μου και παρουσιάζω. Όπως φαίνεται, για άλλους και διαφορετικούς λόγους και αιτίες, είχα από την μεριά μου μπλέξει σε μία «αστραπιαία σύγχυση, μιά φωτεινή σκοτοδίνη» άγνοιας των νέων εκδόσεων και κυκλοφοριών, για να παρωδήσω την δική μου εικόνα Βαγενικά. Εκείνο που κατά την βιβλιοφαγική κρίση έχει σημασία, πέρα ασφαλώς από την σχολαστική εντρύφηση διαχρονικά και ανάλυση έργων του αργεντινού ποιητή από τον Βαγενά και τις μελέτες του, την πρόσληψη του ύφους και της τεχνικής του αργεντινού στο δικό του έργο, είναι η ανθρώπινη καθαρά πλευρά της υπόθεσης. Στο ότι ερχόμενος να το επαναλάβουμε εντελώς τυχαία σε επαφή με το έργο του, ο νεαρός μεταπτυχιακός φοιτητής, αποφασίζει να μάθει ισπανικά για να διαβάσει στο πρωτότυπο τον ξένο του και άγνωστό του συγγραφέα. Στο γεγονός ότι το ποιητικό του ένστικτο και αισθητήριο διείδε την πρωτοπορία της γραφής του αργεντινού διηγηματογράφου από πολύ νωρίς. Διέκρινε ότι είναι από τους πρωτοπόρους του ρεύματος του μοντερνισμού παγκοσμίως. Του έδωσε μάλλον την πρωτοκαθεδρία. Ας μου επιτραπεί η φράση, προσκολλήθηκε στην συγγραφική του παρουσία και θεωρίες του περί ποίησης και προπάντων της τεχνικής και σχεδιαστικής ύφανσης της λεπτής και σαρκαστικής ειρωνείας που συναντάμε στα έργα του, αυτό το υπόγειο ρεύμα παρωδίας ακόμα και των πλέων της πολιτισμικής οικουμενικής παράδοσης επικών και κλασικών φωνών και γραπτών παρακαταθηκών ως παγκόσμια κοινή μας κληρονομιά. Ο Μπόρχες φτάνει σε τέτοιο σημείο τα όρια της παρώδησης ακόμα και των ίδιων του των απόψεων ώστε είναι σαν να υποσκάπτει την ίδια του την δημιουργία. Γκρεμίζει την δομή και τον όποιο σπονδυλωτό σκελετό ενός κειμένου του παίζοντας και χαμογελώντας ή κλείνοντάς μας το μάτι πονηρά, τρίβοντας τα χέρια του σαν μικρό παιδί που χασμουριέται κατά βάθος καθώς προσπαθεί να δώσει στα κομμάτια των γνώσεών του και των χιλιάδων διαβασμάτων την σωστή τους ετοιμόρροπη θέση στην παγκόσμια Βιβλιοθήκη του. Ο εμμονικός με τις λέξεις αυτός νοτιαμερικανός ποιητής οικοδομεί το προσωπικό του λεξιλόγιο ίσως μόνο για τα δικά του «γούστα», το συγγραφικό του κέφι αν μου επιτρέπεται η έκφραση και δεν είναι ερμηνευτικά λανθασμένη. Ο Μπόρχες πρώτα από όλα είναι ένας ποιητής αναγνώστης και έπειτα ποιητής συγγραφέας παραμυθάς. Η χαρά και η ευδαιμονία του τυφλού ποιητή είναι το διάβασμα, το άκουσμα των διαφόρων ιστοριών και μύθων όταν δεν μπορούσε πλέον να διαβάσει. Την στιγμή που η όρασή του τον πρόδιδε το εσωτερικό φως της ενόρασής του πλημμύριζε την ύπαρξή του και την γραφή του. Ο Χόρχε Λουϊς Μπόρχες είναι ένα ποιητικό θαύμα, μία ευχάριστη έκπληξη για όσους ανακαλύπτουν την δημιουργική του παρουσία. Κουράζει, ναι, επαναλαμβάνεται ενδέχεται ναι, μας περιπαίζει σίγουρα, αδιαφορεί για το κριτήριό μας όχι. Ο Μπόρχες είναι πάνω και πέρα από τις καθιερωμένες αναγνωστικές μας βεβαιότητες και ακαδημαϊκές αναλύσεις και προσεγγίσεις. Ο Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, αυτός ο παρολίγον Έλληνας, ο υπερήφανος ξενόγλωσσος Έλληνας της πνευματικής διασποράς είτε σου κάνει κλικ όταν έρχεσαι σε επαφή με την ποιητική και συγγραφική παρουσία, είτε σε αφήνει αδιάφορο και προσπερνώντας τον παίζεις και διασκεδάζεις σε άλλα πεδία της ζωής και της τέχνης. Η Βιβλιοθήκη του όμως παραμένει παρούσα μέσα στον Βαβελικό πύργο της ζωής της ανθρωπότητας. Αυτήν την παράξενη περίπτωση ενός άγνωστού του ποιητή, την ξαφνική γνωριμία τους, την αποδοχή του έργου του και την σημασία και αξία της γραφής του, είναι που μας αφηγείται ο Νάσος Βαγενάς στο βιβλίο αυτό. Ο ίδιος, εκφράζει τον θαυμασμό του επίσης για την διακριτικότητα, την σεμνότητα και το πηγαίο χιούμορ του αργεντινού ποιητή. Μία ενσυναίσθηση των θρυμματισμένων θαυμάτων και μύθων που διέθεται ο ποιητής και απουσιάζει από πολλούς άλλους μεγαλόσχημους δημιουργούς, βραβευμένους ή όχι. Η ποίηση έφερε κοντά δύο ανθρώπινες υπάρξεις και δημιουργούς από διαφορετικά ημισφαίρια του πλανήτη μας. Η ποίηση και ο σαρκασμός και  αυτοσαρκασμός, η λεπτή ειρωνεία έστησε γέφυρες επικοινωνίας και εξερεύνησης της ανθρώπινης ύπαρξης και κατ’ επέκταση, δημιούργησε τις προϋποθέσεις να ορθωθούν οι καθρέφτες της αντανάκλασης μέσα στον ποιητικό τους λόγο, την διηγηματική τους γραφή, την δοκιμιακή τους σκέψη. Η Ποίηση δημιούργησε και τον Δημιουργό της, σε ένα παιχνίδι δίχως όρια ζωής και θανάτου. Ίσως να είναι παρακινδυνευμένο και μάταιο, αν θέταμε το ερώτημα, ποια θα ήταν η ποιητική και συγγραφική διαδρομή και εξέλιξη του Βαγενά αν η μοίρα δεν το έφερνε εντελώς τυχαία να ακούσει και να διαβάσει και κατόπιν με τη πάροδο του χρόνου να τον συναντήσει από κοντά. Ίσως να είναι αναποτελεσματικό να θέτουμε τέτοια ερωτήματα, όταν τα συμβάντα ανήκουν στον παρελθόντα χρόνο της ζωής και της εξέλιξης ενός ποιητή-καλλιτέχνη. Η αχλή του μύθου μιάς ζωής ή ενός έργου, αστράφτει περισσότερο όταν παραμένει αδιευκρίνιστη, μέσα στο αινιγματικό μυστήριο του ατομικού χρόνου της ζωής του καθενός μας και όχι της συγγραφικής δημιουργίας. Ποια γλώσσα όση δωρικότητα και πυκνότητα και να διαθέτει στην αποτύπωσή της μπορεί να εικονογραφήσει τον θάνατό της; Μπορεί να ξεπεράσει την ματαιότητά της με το ίδιο το λεξιλόγιό της. Το παιχνίδι διαιωνίζεται μέσα και έξω από την Συμπαντική Βιβλιοθήκη.

Ο έλληνας ποιητής δανείζεται τον τίτλο του βιβλίου του από μία κρίση του ιταλού συγγραφέα Ίταλο Καλβίνο για τον ομότεχνό του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες. Ενός εξίσου γνωστού και αγαπητού πεζογράφου στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Η επίδραση της Μπορχεσιανής φράσης που άκουσε για πρώτη φορά στη νεαρή του ηλικία «σταμπάρισε» την ποιητική συνείδηση δια βίου του νεαρού έλληνα φοιτητή, ώστε, να επαναπροσδιορίσει και την δική του ποιητική και ενδέχεται και αναγνωστική οπτική.  Έκτοτε, ο έλληνας ποιητής και μεταφραστής και μετέπειτα πανεπιστημιακός δάσκαλος έγινε ένα είδος «γκουρού»- διάδοσης και γνωριμίας του ελληνικού αναγνωστικού κοινού με τις ποιητικές θεωρίες, τον ποιητικό και πεζογραφικό λόγο του τυφλού ποιητή. Έγινε η προεξάρχουσα ερμηνευτική βακτηρία του στον ελληνικό χώρο, μαζί ασφαλώς με τις δύο άλλες σημαντικές ποιητικές και μεταφραστικές ελληνικές φωνές του Δημήτρη Καλοκύρη και του Αχιλλέα Κυριακίδη. Δίχως να παραγνωρίζουμε και τις άλλες επαινετές μεταφραστικές εργασίες ελλήνων μεταφραστών του Μπόρχες στα ελληνικά, ούτε να παραβλέπουμε την κριτική ματιά του ποιητή και κριτικού Ευγένιου Αρανίτση, οι μεταφράσεις των Καλοκύρη-Κυριακίδη είναι ότι καλύτερο αναγνωστικά έχουμε. Όσον αφορά τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις του Μπόρχες, δίχως να γνωρίζω, αποδέχομαι την σημαντική παρουσία του νεότερου μας χρονικά Αριστοτέλη Σαϊνη. Είναι ευτυχές το γεγονός ότι πέρα από το Βαγενικό πλαίσιο ανάγνωσης και ερμηνείας του έργου του Μπόρχες, κυοφορήθηκαν και άλλες, αντρικές και γυναικείες πνευματικές δυνάμεις οι οποίες συνεχίζουν την παράδοση της πρόσληψης και της διάδοσης του έργου του αργεντινού συγγραφέα στη χώρα μας και στις ημέρες μας.

Επανερχόμενος στο βιβλίο και την τυχαία συνάντηση των δύο ποιητών που μας αφηγείται ο Βαγενάς, είναι αυτό που λέει ο λαός, ότι αν πραγματικά επιθυμείς κάτι πολύ βαθιά, οι νόμοι του σύμπαντος θα σταθούν ευνοϊκοί μαζί σου. Ο ποιητής ίνδαλμα για τον έλληνα δάσκαλο και ποιητή βρίσκονταν μπροστά του, καταδεκτικός και απλός, χαμογελαστός, σεμνός, μπορούσε να συνομιλήσει μαζί του, να τον αγγίξει, να τον ρωτήσει για το έργο του. Αυτό το παράξενο και ενδέχεται παράδοξο παιχνίδι της μοίρας της επικοινωνίας δύο ποιητών από διαφορετικά προερχόμενοι ημισφαίρια, έγινε δημιουργικό συγγραφικό εφαλτήριο για να κυκλοφορήσει το βιβλίο. Νάσος Βαγενάς, «Η λογοτεχνία στο τετράγωνο. Σημειώσεις για τη γραφή του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες», εκδόσεις Πόλις 2020. Το βιβλίο όταν πρωτοκυκλοφόρησε αυτόνομα, ανεξάρτητο από τις άλλες δοκιμιακές και Μπορχεσιανές εργασίες του ποιητή έτυχε ιδιαίτερης προσοχής και θετικών κριτικών σχολιασμών. Από τον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» όπου ο συγγραφέας δίνει συνέντευξη μιλώντας μας για την περιπέτεια της συνάντησης. Συνέντευξη δίνει για το ίδιο θέμα και στην Εύη Μαλλιάρου στην εφημερίδα «Η  Καθημερινή». Ενώ η ποιήτρια και κριτικός Ελένη Γκίκα στον «Φιλελεύθερο»  υποδέχεται θετικά την έκδοση όπως και ο κριτικός Βαγγέλης Χατζηβασιλείου στην εφημερίδα «Το Βήμα» και άλλοι. Να τονίσουμε ότι στην «Εφημερίδα των Συντακτών» ο έμπειρος κριτικός και γνώστης της εκδοτικής περιπέτειας του Χ. Λ. Μπόρχες στην Ελλάδα, ο Αριστοτέλης  Σαϊνης, υπογράφει μία εξαιρετική ανάλυση για το βιβλίο, συσχετίζοντας τους διάφορους ποιητικούς σταθμούς του ποιητή Βαγενά με τα στάδια πρόσληψης της ποίησης και των θεωριών του Μπόρχες. Μία πολύ καλή κριτική παρουσίαση του βιβλίου από τα μέσα. Εξίσου σημαντική και εμπεριστατωμένη είναι και η κριτική παρουσίαση του πανεπιστημιακού, ανθολόγου και κριτικού Ευριπίδη Γαραντούδη από τις σελίδες της λογοτεχνικής επιθεώρησης “The Athens Review”. Εκτενέστερη και διεξοδικότερη η κριτική ανάλυση του πανεπιστημιακού κριτικού φωτίζει ποιητικούς κόμβους της διαδρομής του Βαγενά, θέτει ερωτήματα ενδολογοτεχνικά και προσδιορίζει σημεία σύγκλισης των δύο ποιητών ξεκαθαρίζοντας όσο του επιτρέπει ο κριτικός χρόνος και οι δημοσιογραφικές σελίδες τις παράλληλες συγγένειες των δύο ποιητών. Το κριτικό του βλέμμα είναι μία ακτινογραφία εκ των έσω. Τα στοιχεία και τις πληροφορίες τις διάβασα από την δημόσια ιστοσελίδα της «ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ», όπου μετά το δικό μου ηλεκτρονικό δημοσίευμα και ανάρτηση πριν λίγες μέρες πληροφορήθηκα την έκδοση του παραπάνω βιβλίου που κυκλοφόρησε πριν τρία χρόνια και το προμηθεύτηκα μόλις πρόσφατα.

     Οι εκλεκτικές συγγένειες μεταξύ των δύο ποιητών είναι αρκετές, αν και σωστότερα ετεροβαρείς από την ελληνική πλευρά λόγω της διαφοράς της ηλικίας του ενός ποιητή από τον άλλον, όσο και της διαφορετικής συγγραφικής πορείας και αφετηρίας των αναγνωστικών προσεγγίσεων. Παρ’ όλα αυτά τα διαδικαστικά όμως, τόσο από το πρώτο τυχαίο άκουσμα του ονόματος του Μπόρχες για πρώτη φορά πριν μισό αιώνα σε ένα βιβλιοπωλείο της Ιταλίας του σπουδαστή Βαγενά και την έκτοτε συνεχή και σταθερή προσκόλληση με την συγγραφική του παρουσία όσο και μεταγενέστερα, σχεδόν είκοσι χρόνια μετά, στην τυχαία και απροσδόκητη συνάντησή τους, η μοίρα της ποιήσεως τα έφερε έτσι ώστε το όνειρο να γίνει πραγματικότητα και ο έλληνας ποιητής να ξεκαθαρίσει όλα εκείνα τα σκοτεινά και αινιγματικά σημεία της γραφής του ποιητικού του ειδώλου και να γράψει μελέτες, να υφάνει ποιήματα, να μάθει ισπανικά και να μεταφράσει ποιήματά του, να ενστερνιστεί τις ιδέες και τις ποιητικές θεωρίες του, να ακολουθήσει το ύφος του. Ο Πάτροκλος Γιατράς ωριμότερος και σοφότερος είχε γίνει ο σημαντικός και αναγνωρισμένος ποιητής Νάσος Βαγενάς.

     Γνώριζα και εγώ, όπως και η υπόλοιπη ομάδα των σταθερών αναγνωστών της ελληνικής ποίησης και της ισπανόφωνης, τον αργεντινό ποιητή-παραμυθά, (η λέξη παραμυθάς με θετικό πάντα πρόσημο, ή αν θέλετε μυθολόγος όπως ο αρχαίος Αίσωπος), φυσικά αγαπούσαμε την ποίηση του αλεξανδρινού και την δημιουργική παρουσία του νεότερου ηλικιακά από τους τρείς, ποιητή της Γενιάς του 1970.  Έχοντας διαβάσει τα μελετήματα και τις αναφορές του και τα πάντα γεμάτα ποιητικό ενθουσιασμό λόγια του για την παρουσία του Μπόρχες και τους σταθερούς δεσμούς του σκέφτηκα να αναρτήσω ορισμένα κείμενά του. Με ενδιέφεραν κυρίως τα σημεία εκείνα που ο Βαγενάς διασαφηνίζει σχετικά με την χρήση των όρων Μοντερνισμός και Μοντερνιστής και Μεταμοντερνισμός και Μεταμοντερνιστής που έχει τις ενστάσεις και επιφυλάξεις του από κρίσεις άλλων και μας μιλά και στις Σημειώσεις του, διακριτικά δίχως να τους ονοματίζει. Μια ειρηνική και όχι εριστική διαφωνία όπως συνήθως είναι οι δημόσιοι λογοτεχνικοί διαξιφισμοί του. «… ο Μπόρχες, διασχίζοντας τα εδάφη του Μοντερνισμού, κατόρθωσε να πραγματοποιήσει με τον τρόπο των Κλασικών το ιδεώδες των Ρομαντικών, και μάλιστα με μια πρωτοβουλία που διεύρυνε και συγχρόνως συμπύκνωσε το περιεχόμενο της Ρομαντικής αναζήτησης: περιλαμβάνοντας στα συστατικά του Ρομαντικού μίγματος των ειδών και το είδος του δοκιμίου. Η διαφορά από τους Ρομαντικούς βρίσκεται στο ότι ενώ αυτοί επιδίωξαν αυτή τη μίξη στο πεδίο ενός μόνο είδους, στο ποιητικό, ο Μπόρχες κινούμενος σε αντίστροφη κατεύθυνση πραγματοποίησε το ποιητικό σε τρία πεδία: στο πεδίο της ποίησης, της πεζογραφίας και του δοκιμίου.», σ.64. Εύστοχη και ακριβοδίκαιη η παρατήρηση αυτή του Βαγενά, το συμπληρωματικό ερώτημα που μπορεί να τεθεί είναι, κατά πόσο και σε ποιο βαθμό ιχνηλατείται αυτή η πρακτική στα δικά του τα κείμενα γενικότερα όπως και σε άλλων ομοτέχνων και συνομηλίκων του ελλήνων ποιητών. Ενδεικτικά να αναφέρω τις περιπτώσεις των ποιητών Γιώργου Κοροπούλη, του Δημήτρη Καλοκύρη, του Αναστάση Βιστωνίτη, της Μαρίας Λαϊνάς, του Αντώνη Φωστιέρη, του Ντίνου Σιώτη κλπ. Αν είτε μέσω της φωνής του Μπόρχες είτε μέσω άλλων ευρωπαϊκών ποιητικών διόδων το ποιητικό αυτό ρεύμα γονιμοποίησε νέες μοντέρνες συγγραφικές φωνές.

Οι σταθεροί αναγνώστες του έργου του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες στην χώρα μας, ανεξάρτητα σε ποια από τις δύο γενικές αναγνωστικές οικογένειες ανήκαν, σύμφωνα με τον διαχωρισμό του Βαγενά, είχαν εντάξει το όνομα του Βαγενά στην «αγία τριάδα» των ελλήνων ποιητών και μεταφραστών οι οποίοι μας έφεραν σε επαφή και γνωριμία με το έργο του αργεντινού ποιητή, δίχως και να πολύ ασχολούνται με εσωτερικές της λογοτεχνίας αμάχες. Τα πράγματα κυλούν ομαλά μέσα στην άμεση αναγνωστική τους απλότητα ίσως και παρανόηση παρά μέσα από μαιανδρικές και σκοτεινές αναλύσεις από εμάς τους ανώνυμους απλούς αναγνώστες ενός βιβλίου. Είναι αυτός ο βαθμός εμπειρίας της πρώτης επαφής για τον οποίο μας μιλά ο Βαγενάς στην με 17 αριθμό σημείωσή του. Και με την ευκαιρία, πόσο εύστοχη είναι η επισήμανση της 16 σημείωσης όταν μας λέει: «Θα λέγαμε ότι ο Μπόρχες είναι ερωτικά ντροπαλός. Πολύ περισσότερο από τον φυσικό ερωτισμό τον ενδιαφέρει-τον ερεθίζει, θα έλεγα- ο πνευματικός ερωτισμός, που αποτελεί μιά παράμετρο του καλλιτεχνικού ιδεαλισμού»., σ. 63. Πόσοι άραγε από τους λάτρεις της ποιήσεως ή της πρόζας, της τέχνης ευρύτερα δεν έχουν αισθανθεί αυτό που ο έλληνας ποιητής μας λέει. Και υποστηρίζοντας την θέση του αναφέρεται στο ωραιότερο ερωτικό σονέτο του, το οποίο εκφράζει το ανεκπλήρωτο του κάθε πόθου και κάθε επιθυμίας του κάθε ανθρώπου. Το σονέτο «Ο ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ» το οποίο μεταφράζει και μας το παρουσιάζει στην σελίδα 133

Ο ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ- EL ENAMORADO

Φεγγάρια, ρόδα, χαραυγές, γρίφοι, ρολόγια

πλώρες, η μυρωδιά του δυόσμου, ωδές, λαγούτα,

το σκονισμένο τίποτα, οι μορφές του Γκόγια,

ας υποθέσουμε ότι υπάρχουν όλα τούτα.

 

Ας υποθέσουμε ότι η δοξασμένη Ρώμη

κι η Βαβυλώνα υπήρξαν κάποτε, και μόνο

πως τ’ όνομά τους απομένει ακόμη

που δεν το σκέπασε το χώμα των αιώνων.

 

Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει η οργή, η ασπίδα

του φοβερού Αχιλλέα, το αστέρευτο αίμα,

το έπος του Ωραίου, η αρμονία του Κόσμου.

 

Ας υποθέσουμε ότι υπάρχουν οι άλλοι: Ψέμα.

Εσύ μονάχα υπάρχεις, θλίψη μου κι ελπίδα,

απελπισία, χαρά, έρεβος, φως μου.

      Κατά την μεταφορά της Ομιλίας του Νάσου Βαγενά «Ο Χόρχε Λουϊς Μπόρχες και ο λαβύρινθος της ειρωνείας» στο προηγούμενο σημείωμα, υπήρξε ένα δίλημμα το οποίο με απασχόλησε κατά την αντιγραφή. Η έκδοση των εκδόσεων «ΣΤΙΓΜΗ» η οποία πραγματοποιήθηκε σε τυπογραφική επιμέλεια και φροντίδα του Αιμίλιου Καλιακάτσου, (νούμερο αριθμ. έκδ. 14, που είχα τότε αγοράσει), αν αφαιρέσουμε την Ομιλία-Κείμενο του ποιητή, μεταφραστή και καθηγητή, δεν θα παρουσίαζε μάλλον άλλο ενδιαφέρον, εκτός από την Αντιφώνηση του τιμώμενου ποιητή Χόρχε Λουϊς Μπόρχες. Μία έκδοση η οποία θα προσμετρούνταν στις γενικές βιβλιογραφικές καταγραφές τόσο του αργεντινού ποιητή όσο και του έλληνα ποιητή. Και ασφαλώς, των πανεπιστημιακών δραστηριοτήτων του Πανεπιστημίου Κρήτης και της Φιλοσοφικής Σχολής. Δεν θα ήθελα δηλαδή, να γίνω η αιτία να σταματήσει η εμπορική διακίνηση του βιβλίου, (μια και δεν συγκαταλέγεται στην κατηγορία των Σύμμεικτων) στο βαθμό που αυτό ενδέχεται να γινόταν από τους αναγνώστες του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες. Μιά και η Ομιλία του Βαγενά, είχε μεταφερθεί και σε άλλα του βιβλία που κατέγραψα στα προηγούμενα Μπορχεσιανά σημειώματα. Δυστυχώς δεν σκέφτηκα να κοιτάξω στην ιστοσελίδα της ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ όπου καταγράφονται τίτλοι βιβλίων ελλήνων συγγραφέων. Αν το είχα πράξει, θα μάθαινα για το βιβλίο, «Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΣΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ. Σημειώσεις για τη γραφή του ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ» των εκδόσεων «ΠΟΛΙΣ» Αθήνα 2020. Την έκδοση την πληροφορήθηκα εκ των υστέρων και μάλιστα είδα, ότι έτυχε ευρείας θετικής αποδοχής από αντρικές και γυναικείες φωνές. Μάλιστα, με την ευκαιρία της συγκεντρωτικής έκδοσης ο ποιητής Νάσος Βαγενάς παραχώρησε συνεντεύξεις και απάντησε σε ερωτήσεις σχετικά με την γνωριμία του τόσο με την ποίηση όσο και με τον ίδιο τον αργεντινό «εξόριστο έλληνα». Έτσι το σημείωμα αυτό έρχεται καθυστερημένα από τον γράφοντα να προστεθεί στην σειρά των προηγούμενων σημειωμάτων καθώς εξακολουθεί να διαβάζει τόσο τα ποιήματα και τα διηγήματα του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, όσο και τα μελετήματα του έλληνα θεωρητικού της λογοτεχνίας και μεταφραστή μπορχεσιανών ποιητικών μονάδων. Εύχομαι οι έλληνες και οι ξένοι αναγνώστες αυτής της μικρής λογοτεχνικής ιστοσελίδας να μην βαρεθούν διαβάζοντας για πράγμα ενδεχομένως γνωστά τους που αντιγράφω. Στην έρευνα-όποια και αν είναι αυτή, και σε όποιο πρόσωπο ή θέμα αναφέρεται κανείς,-είναι σωστό να αναφέρονται οι πηγές και οι πηγεοδότες έστω και καθυστερημένα.

Ο ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ

Επιζών του θανάτου σου,

ψηλαφώντας έναν ξεφούσκωτο ήλιο αττικό,

ανεβαίνεις αργά την Πανεπιστημίου με το λεπτό

και σκονισμένο μπαστούνι του Τσέστερτον.

 

Μπόρχες τυφλωμένε.

Πολύφημε.

Η φωνή σου μου δροσίζει τα κόκαλα.

Κατά βάθος είσαι Έλληνας.

Ο αέρας έχει καθίσει στους ώμους σου.

         Πίσω

από τις μελανές σου μεμβράνες διακρίνεις

τη μεθυσμένη σκιά του Σολωμού.

Μ’ ένα μαύρο ταξί σ’ ακολουθεί ο Όμηρος.

Ξενυχτισμένος. Αχτένιστος.

Σβήνοντας τα τσιγάρα απανωτά.

 

Μαζεύει το νόμισμα

πού πέφτει κάθε τόσο

από τα λαμπερά σου δόντια.

             3 Σεπτεμβρίου 1983.  Σελ.127  

      Μας λέει στον Πρόλογό του ο συγγραφέας:

        «Συγκεντρώνω εδώ τα κείμενα που δημοσίευσα κατά καιρούς για τον Μπόρχες, μαζί με δύο ακόμη, αδημοσίευτα-ένα νεότερο και ένα παλαιότερο. Το νεότερο συντίθεται από «σημειώσεις» για το έργο του, που έχουν προστεθεί- αποτελώντας το μεγαλύτερο μέρος του- στο δεύτερο, ομοειδές κείμενο του βιβλίου («Η λογοτεχνία στο τετράγωνο»). Το παλαιότερο («Η γενεαλογία του Πιερ Μενάρ») είναι μια μεταπτυχιακή εργασία (ξαναδιαβάζοντάς την μετά από μισόν περίπου αιώνα-γράφτηκε το 1972- αισθάνομαι πώς είναι δημοσιεύσιμη). Το «Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες και ο λαβύρινθος της ειρωνείας» είναι ομιλία κατά την τελετή αναγόρευσης του Μπόρχες σε επίτιμο διδάκτορα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης (12 Μαϊου 1984).

     Τα πέντε ποιήματα του Μπόρχες και η Αντιφώνησή του μετά την αναγόρευση, που περιέχονται στο τρίτο μέρος του βιβλίου, εικονογραφούν ορισμένες από τις «σημειώσεις» του δεύτερου κειμένου (οι μεταφράσεις είναι δικές μου).».

     Σαφής και ακριβολόγος όπως πάντα σε κάθε του εργασία ο Νάσος Βαγενάς, μας δίνει το ακριβές στίγμα των διαφορετικής χρονολογίας και αφετηριακής γραφής δημοσιευμάτων του για τον Χόρχε Λουϊς Μπόρχες. Συνοδευόμενα και με νέο ανέκδοτο κειμενικό υλικό καθώς και με δικές του μεταφράσεις 5 τον αριθμό ποιημάτων του. Πέρα φυσικά από τα δύο ποιήματα που γράφει ο ίδιος. Έχοντας πλέον μία σταθερή και ασφαλή εικόνα των διαχρονικών εργασιών, (μισός αιώνας) μελετημάτων, μεταφράσεων, κλπ. μέχρι των ημερών μας, του ποιητή Νάσου Βαγενά, πάνω στην σύνολη ποιητική και όχι μόνο συγγραφική παρουσία του αργεντινού φημισμένου ποιητή, θα αποτολμούσαμε να γράφαμε τα εξής: Πρώτον, ανεξάρτητα αν δεν είναι ο πρώτος που μετέφρασε το σύνολο των Ποιημάτων, Διηγημάτων και Δοκιμίων του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, το corpus του στα ελληνικά, (την θέση αυτή σφαιρικά κοιτώντας όπως φαίνεται κατέχουν οι ποιητές και μεταφραστές Δημήτρης Καλοκύρης και Αχιλλέας Κυριακίδης), ο ποιητής και δοκιμιογράφος Βαγενάς είναι ο εισηγητής της Σχολής Μπόρχες στην Ελλάδα. Είναι εκείνος που με τις ομιλίες και τις μελέτες του μας έφερε σε στενή επαφή με τα Μπορχεσιανά ποιητικά μυστικά, τα σημαντικότερα αντιπροσωπευτικά των ιδεών του διηγήματα, την ποιητική μέθοδο και τεχνογνωσία, την χρήση της γλώσσας, την επιλογή του λεξιλογίου με το μεγάλο ποιητικό βάρος και εννοιολογικό φορτίο, την χρήση μιάς γλώσσας δωρικής αλλά πάντα καθαρής ποιητικής, που ο Μπόρχες ακολούθησε καθ’ όλη την συγγραφική του διαδρομή. Μάλιστα, συμφωνώντας με τον υπ’ αριθμό 20 Σημείωμά του που γράφει: «Η γοητεία που ασκεί η γραφή του Μπόρχες φαίνεται και από το γεγονός ότι όσοι γράφουν γι’ αυτόν προσλαμβάνουν ασυναίσθητα στο συγκεκριμένο κείμενό τους κάτι από το ύφος του πράγμα που δεν συμβαίνει με τα κείμενα που γράφουν για άλλους συγγραφείς», σ.66. Κάτι, που αποπειράθηκε και ο υποφαινόμενος στα Μπορχεσιανά σημειώματά του. Ο Βαγενάς γνώρισε στο ελληνικό κοινό την σταδιακή οικοδόμηση του έργου του, την σοφή τεχνική του και παιγνιώδη εσωτερική διάρθρωση του Μπορχεσιανού σύμπαντος. Αυτό το σύμπαν των λέξεων της λεπτής ειρωνείας και σαρδόνιας παρωδίας της ίδιας της χρήσης της γλώσσας από τα μέσα. Όπου, την ίδια στιγμή που αρχιτεκτονεί τις ιστορίες και τα συμβάντα του, τους μύθους και τις πολιτισμικές του παραμυθίες, μεταφέρει μέσα στο κείμενά του αυτούσιες κρίσεις και θέσεις ομοτέχνων του, αυτός ο κατά Βαγενά μέγας κοινοτόπος, «Ο Μπόρχες με το έργο του απογείωσε την τέχνη της κοινοτοπίας», σ.67, ταυτόχρονα υποσκάπτει και αποδομεί το σχεδιαστικό του οικοδόμημα. Ο Βαγενάς, αυτός ο έλληνας ένθερμος θαυμαστής των Κειμένων του Μπόρχες, έθεσε τις ερμηνευτικές αναγνωστικές βάσεις του Μπορχεσιανού έργου με τις μελέτες του και τις θέσεις του, ώστε να γίνει περισσότερο κατανοητό και ενδιαφέρον σε εμάς τους αμύητους αναγνώστες. Ή αντίστοιχα ασκίαστους έλληνες ποιητές και διηγηματογράφους, μιμητές της τεχνικής, του ύφους και ίσως και της θεματικής του. Οι ελληνικοί δίαυλοι επικοινωνίας με το έργο του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες διευρύνθηκαν με τις μελέτες του Νάσου Βαγενά, ενώ παράλληλα, η οπτική του συστηματοποίησε και των άλλων ελλήνων και ελληνίδων κριτικών εργασίες προσέγγισης της παρουσίας του Μπόρχες στην Ελλάδα. Έχοντας υπόψη και τα αφιερώματα των ελληνικών περιοδικών στον Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, τα ονόματα και τα κείμενα των συμμετεχόντων (δύο από αυτά τα περιοδικά αφιερώματα έχω καταγράψει σε προηγούμενα Αυγουστιάτικα σημειώματά μου, περιοδικό Ο Χάρτης και Βιβλιοθήκη της εφημερίδας Ελευθεροτυπία) μπορούμε πλέον με βεβαιότητα να υποστηρίξουμε την ουσιαστική Μπορχεσιανή προσφορά του ποιητή Βαγενά στην κατανόηση και πρόσληψη της παράξενης και ίσως παράδοξης αυτής γραφής. Ενός πολυπολιτισμικού ποιητή παραμυθά, βιβλιοφάγου και βιβλιοθηκάριου, με τα άγνωστά του προσωπεία, ο οποίος κατόρθωσε να διακρίνει πράγματα και μυστικά, αινίγματα, που μας άφησε ενεούς, έκπληκτους ως αναγνώστες. Και ότι είδε και έγραψε, δημοσίευσε μας τα έδωσε με τον απλό, λυρικό, μαγευτικό, θαυμαστικό, παραμυθιακό τρόπο αφήγησης όπως η τελευταία επίσημη βασίλισσα ερωμένη στο έργο «Χίλιες και μία Νύχτες». Η οποία κάθε νύχτα αφηγούνταν μία καινούργια ιστορία στον Βασιλιά για να παρατείνει τον χρόνο της ζωής της. Η με 24η σημείωση του Βαγενά της σελίδας 69 είναι αρκετά χρήσιμη για αυτούς που διαβάζουν και εξερευνούν το έργο του Μπόρχες, σημειώνει: «Δεν ξέρω αν έχει παρατηρηθεί ότι το λεξιλόγιο και το ύφος του Μπόρχες διέπονται από την ορολογία, την ακρίβεια και την αυστηρότητα της γραφής ενός μεγάλου φιλολόγου. Ο φιλόλογος Μπόρχες θα μπορούσε να είναι ο τίτλος ενός βιβλίου, που για να είναι άξιο του περιεχομένου του, θα έπρεπε να γραφεί από έναν φιλόλογο της δικής του ολκής.». Πρόταση αλλά και απαγορευτική δέσμευση και νέους μελετητές. Ενώ στην επόμενη Σημείωσή του ο Βαγενάς θέτει το ερώτημα κατά πόσο ο Μπόρχες υπήρξε άθεος ή ένας αγνωστικιστής ή κράτησε τις αποστάσεις του όπως και από τον Βουδισμό, (βλέπε το βιβλίο του και κριτική από τον γράφοντα, τώρα στην ιστοσελίδα), ή αν ερωτοτροπεί με τον μωαμεθανισμό ή τον ινδουισμό ή άλλα μεγάλα παγκόσμια θρησκεύματα. Όσο για την ιδέα του Θεού ή ορθότερα του Θείου που πίστευαν οι αρχαίοι πολυθεϊστές Έλληνες, ας μεταφέρουμε ένα ποιητικό του παράδειγμα που μεταφράζει ο Βαγενάς. Το:

ΙΩΑΝΝΗΣ. Α΄. 14- JUAN I. 14

Οι ανατολίτες λένε μια ιστορία

για έναν αρχαίο μονάρχη που βαριόταν

πλούτη, κήπους, παλάτια, μεγαλεία,

και φορώντας παλιόρουχα πλανιόταν

στις φτωχογειτονιές σαν κακομοίρης,

σαν όμοιος με τους καταφρονεμένους.

 

Σήμερα, όπως εκείνος ο Εμίρης

Χαρούν Ρασίντ; Προστάτης του Τεμένους,

θέλει ο Θεός να κατεβεί απ’ τον θρόνο

κι από θνητή μητέρα γεννημένος,

να ξαναρχίσει απ’ την αρχή ο χρόνος:

η γη, το κύμα, η μνήμη, ο Θεός, το γέλιο.

Κι έπειτα το αίμα, ο χλευασμός, ο τρόμος,

το ακάνθινο στεφάνι, το φραγγέλιο., σ.135.

     Μην μου πείτε ότι δεν μας συγκινεί η φωνή αυτή πέρα από ανούσιους δογματικούς προσδιορισμούς θρησκευτικής φύσεως;

     Όσο για την άμεση σχέση ή συγγενική ορθότερα στο ζήτημα της ποιητικής ειρωνείας της ποίησης του έλληνα αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Π. Καβάφη και του αργεντινού ποιητή Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, οι αναφορές μέσα στο σπονδυλωτό μελέτημα του Νάσου Βαγενά είναι πάρα πολλές. Ας αναφέρουμε μόνο το Καβαφικό ποίημα «Δημάρατος» και την δομική ομοιότητα στο «Θέμα του προδότη και του ήρωα». Το λογοτεχνικό αυτό καθαρά ζήτημα έχει εξεταστεί και από άλλους έλληνες κριτικούς ενδεικτικά αναφέρω τον Ευγένιο Αρανίτση, ο Βαγενάς συστηματοποίησε τη σχέση αυτή και μελετώντας της έδωσε την πραγματική της διάσταση. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η Σημείωση 29, σ.73 και στην ερώτηση «Εσείς πώς θα μεταφράζατε τον «οίνοπα πόντον», ρώτησα προφέροντας το επίθετο ερασμιακά; Μιά Ομηρική λέξη της αίσθησης του θαλάσσιου στοιχείου ως μεθυστικού. Εύστοχη παρατήρηση όχι μόνο για θαλασσογράφους αλλά και οινοπαραγωγούς. Ενώ, ας μου επιτραπεί η ένσταση παρά του ότι δεν γνωρίζω ισπανικά στον αρνητικό σχολιασμό του Μπόρχες για τον ισπανό δολοφονημένο ποιητή και θεατρικό συγγραφέα Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, της σημείωσης 30, σ.74. Ας διαβάσουμε την Βαγενική σημείωση: «Δεν νομίζω να υπάρχει ευστοχότερο σχόλιο για την ποίηση του Λόρκα από τη φράση του Μπόρχες: «Επαγγελματίας Ανδαλουσιάνος». Αν κατανοώ σωστά την αρνητική ρήση του Μπόρχες και την επιδοκιμασία του Βαγενά ας μου επιτραπεί να μην συμφωνήσω με την αρνητική κρίση τους. Η αναγνωστική αγάπη μας για τον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα είναι δεδομένη και σταθερή. Ενώ θα συμφωνήσουμε με την σημείωση με αριθμό 34 της σελίδας 77-78 όπου τίθεται το ερώτημα στον ποιητή «Πιστεύετε στη συνέχεια του ελληνισμού;» και στην κρίση του Μπόρχες όταν μας λέει: «Εσείς οι Έλληνες παρουσιάζετε το παράδοξο να είστε συγχρόνως και εθνικιστές  και κοσμοπολίτες. Ο Πυθαγόρας ο Σάμιος, ο Ζήνων ο Ελεάτης, ο Θαλής ο Μιλήσιος ήταν πολίτες του κόσμου, ωστόσο προσδιορίζονταν από την πόλη της καταγωγής τους, που ήταν τότε μια μικρή μορφή έθνους…». Εδώ ας μου επιτραπεί μία μικρή παρεμβατική διευκρίνιση. Η πανεπιστημιακός κυρία Μαρία Ευθυμίου, στα υπέροχα μαθήματα παγκόσμιας ιστορίας και πολιτισμού που μας διδάσκει στο ελεύθερο πανεπιστήμιο και μεταδίδεται από το Κανάλι της Βουλής, κάνει τον εξής διαχωρισμό για τις επαναστάσεις και τα ιστορικά ρεύματα του 19ου και 20ου αιώνα, μιλά για Εθνισμό και Εθνικισμό των λαών. Διαφοροποιεί αυτούς τους δύο ιστορικούς ορισμούς. Μήπως είναι καιρός και εμείς οι υπόλοιποι να συγκεκριμενοποιούμε αυτήν την ουσιαστική διαφορά αντί να φανατιζόμαστε και να κατηγορούμε αλλήλους μέσα στην πολιτική και κοινωνική σκηνή της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας; Άλλο Εθνισμός και άλλο Εθνικισμός. Αντί να ταλανιζόμαστε διαρκώς με κάτι που εκφράζει ο Χόρχε Λουϊς Μπόρχες και μας μιλά στο επόμενο πρωτόλειο κείμενό του ο Νάσος Βαγενάς, στο «Η Γενεαλογία του Πιέρ Μενάρ», όπου διαβάζουμε στην σελίδα 87: «Η ιστορική αλήθεια, γράφει ο Μπόρχες ότι λέει ο Μενάρ, δεν είναι εκείνο που συνέβη’ είναι εκείνο που κρίνουμε ότι συνέβη.» Μια Μπορχεσιανή λογοτεχνική άποψη όπου ο αργεντινός ποιητής επαναφέρει το ερώτημα της αυθεντικότητας μεταξύ του πρωτότυπου και του αντιγράφου. Ένα ερώτημα που τέθηκε πάνω στο πραιτόριο για το Τί είναι αλήθεια;» Και δεν δόθηκε απάντηση ή το ερώτημα παρέμεινε ανοιχτό και κάθε φορά μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητας και της λογοτεχνίας επαναπροσδιοριζόμενο. Αυτό το ανάμεσό τους που λέει και ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης.

     Θεωρώ ότι οφείλουμε να τονίσουμε και την στρωτή και κατανοητή μετάφραση αυτής της παλαιάς Μπορχεσιανής ιστορίας που, στα πρώιμα χρόνια της νιότης του επεξεργάστηκε ο έλληνας ποιητής, την συμβολή της Μάρας Ψάλτη, στην απόδοση ενός τέτοιας ειδικής βαρύτητας κειμένου στο χώρο της τέχνης που γράφτηκε πριν 50 χρόνια και διατηρεί ακόμα όπως φαίνεται την φρεσκάδα και τον ενθουσιασμό της αναγνωστικής και ερευνητικής νιότης. Διαβάζουμε ως επιστέγασμα θέσεων: «Νομίζω ότι δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η ιστορία του Πιερ Μενάρ είναι το κλειδί για το σύνολο έργο του Μπόρχες, μια αλληγορία της δικής του συγγραφικής περιπέτειας, και ότι αυτός ο μονήρης λόγιος της Νιμ θα μπορούσε ορθώς να θεωρηθεί ένα μπορχεσιανό ανάλογο του βαλερικού κυρίου Εδμόνδου Τεστ.». Οι συσχετίσεις και τα συμπεράσματα των σύγχρονων αναγνωστών.

     Η περίπτωση του ποιητή Νάσου Βαγενά και η άμεση σχέση του και διαρκής επικοινωνία με το άτομο και το έργο του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, ανακαλεί στην μνήμη άλλες παρόμοιες σχετικές περιπτώσεις ελλήνων ποιητών οι οποίοι θέλησαν να γνωρίσουν από κοντά σημαντικούς δυτικοευρωπαίους και αμερικανούς δημιουργούς στην εποχή τους και επηρεάστηκαν από το έργο τους. Όπως ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής που γνώρισε από κοντά τον αμερικανό βάρδο Ουώλτ Ουίτμαν, ο νομπελίστας Γιώργος Σεφέρης που συνάντησε και συνεργάστηκε με τον επίσης νομπελίστα ποιητή Τόμας Στέρν Έλιοτ, συνάντησε επίσης τον σιωπηλό Έζρα Πάουντ. Τον Οδυσσέα Ελύτη και την σχέση του με τους Γάλλους υπερρεαλιστές και λυρικούς. Τον Γιάννη Ρίτσο και την σχέση που διατηρούσε με τον Λουϊς Αραγκόν, τον Πώλ Ελυάρ. Και μία σειρά άλλων επαφών, όπως του πειραιώτη ποιητή Στέλιο Γεράνη που υποδέχτηκε τον Ρώσο ποιητή Γιουφτεσένκο, κλπ. κάτι που φανερώνει ότι οι έλληνες δημιουργοί έχουν διευρυμένο τον αναγνωστικό και συγγραφικό ορίζοντα παρά του ότι, οι ειδικοί αποφαίνονται ότι το ξένο αλλόγλωσσο αναγνωστικό κοινό δεν ασχολείται, δεν ενδιαφέρεται με την ελληνική ποιητική και πεζογραφική παραγωγή. Όμως μία ποιήτρια και τραγουδίστρια η στιχουργός Δανάη Στρατηγοπούλου είναι που ταξίδεψε στη νότιο αμερική, γνώρισε από κοντά και μετέφρασε το έργο «Κάντο Χενεράλε» του ποιητή Πάμπλο Νερούντα. Θέλω να πω, ότι ίσως και να μην είμαστε τόσο επαρχιώτες όσο θέλουν να μας παρουσιάζουν οι εξ ατλαντικού κυρίαρχοι μιας συγκεκριμένης πολιτισμικής θεωρίας πάτρωνες μας. Είμαστε όπως λέει και ο Μπόρχες και πολυπολιτισμικοί δημιουργοί και αναγνώστες και εθνικοί. Και Χόρχε Λουϊς Μπόρχες και Κωστής Παλαμάς. Και Εμίλ Ντίκινσον και Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ. Και πάει λέγοντας. Πολλοί οι κλητοί λίγοι οι εκλεκτοί αλλά αυτό, δεν ισχύει μόνο για εμάς τους Έλληνες.

     «3 Σεπτεμβρίου 1983. Συζητούσαμε στου «Ζόναρς» η Αθηνά Γεωργαντά, ο Ηλίας Αναγνωστάκης, ο Νίκος Γαληνός κι εγώ. Η Αθηνά με ρώτησε αν γράφω τίποτε. Είχα μόλις τελειώσει ένα μικρό κείμενο για τον Χάρτη, με τίτλο «Μπόρχες ο Καβαφικός». «Ζει ο Μπόρχες;», είπε ο Ηλίας. «Θα πρέπει να ζει», απάντησα, «δεν διάβασα τίποτε αυτές τις μέρες στις εφημερίδες». «Γιατί αυτές τις μέρες;». «Γιατί σε ένα διήγημά του, στο «25 Αυγούστου 1983», γράφει ότι θα αυτοκτονούσε αυτή τη μέρα». Ο Ηλίας γέλασε: «Και περιμένεις να αυτοκτονήσει επειδή το γράφει στο διήγημα;». «Είναι ογδόντα τεσσάρων χρονών», είπα γελώντας, «τυφλός εδώ και τριάντα χρόνια. Σκέφτηκα πως θα ‘χει βαρεθεί να ζεί», σελ. 121. Στο κείμενο «Ο Μπόρχες στην Οδό Πανεπιστημίου».

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς, Δευτέρα 5 Αυγούστου 2023     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου