Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2023

ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΓΙΩΣΑΦΑΤ, Ο ρόλος της οικογένειας στον καθορισμό κι εξέλιξη της σεξουαλικότητας....

 

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΚΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Μ Α Τ Θ Α Ι Ο Σ   Γ Ι Ω Σ Α Φ Α Τ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ:

Ο άνθρωπος είναι βιολογικό και κοινωνικό όν. Η βιολογία του καθορίζει τις ανάγκες και τις επιθυμίες του’ και σε σημαντικό βαθμό καθορίζει την κοινωνική του πορεία και τις πολιτικές επιλογές που κάνει για την προώθηση και ικανοποίηση των κοινωνικών του αναγκών. Το κοινωνικοπολιτικό- οικονομικό κατεστημένο και οι αντιθετικές σ’ αυτό δυνάμεις που αναπτύσσονται σε μια δεδομένη ιστορική στιγμή, επηρεάζουν έντονα την διαμόρφωση μεταξύ άλλων, και του τρόπου ικανοποίησης των αναγκών του (μεταξύ των οποίων σημαντικότατη σχέση έχουν οι σεξουαλικές του ανάγκες). Το κύριο πεδίο της (αμφίδρομης) αλληλεπίδρασης αυτής μεταξύ βιολογικών και κοινωνικών δυνάμεων, είναι η οικογένεια, η οποία μεταδίνει φιλτραρισμένα, μέσα από τη δική της ιδιοτυπία (οικονομική, πολιτική, θρησκευτική, κοινωνική κλπ.), τις επιδράσεις του περιβάλλοντος στη νέα γενιά που δημιουργεί.

Θα προσπαθήσω ν’ αναπτύξω πολύ περιληπτικά το σύστημα αναγκών μέσα στην οικογένεια, τον τρόπο ικανοποίησής τους, τις δυνάμεις εξουσίας που αναπτύσσονται λόγω της δυνατότητας ενδυνάμωσης ή καταπίεσης των επιθυμιών αυτών από τους γονείς, και το τελικό αποτέλεσμα: π.χ. ετεροφυλοφιλική σεξουαλικότητα ή διάφορες άλλες μορφές σεξουαλικής επιθυμίας (αυτοδύναμες ή παρεκκλίσεις- θ’ αναφερθώ πολύ σύντομα και σ’ αυτό το αμφιλεγόμενο σημείο.)

Η ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ βάση των απόψεών μου είναι βασικά η Ηθολογία, η Ψυχανάλυση και η Θεωρία Γενικών Συστημάτων.

     Η αρχική θέση από την οποία ξεκινώ είναι ότι ο άνθρωπος είναι κοινωνικό αλλά και βιολογικό όν, και ότι η αναμέτρηση-άλλοτε θετική, συχνά συγκρουσιακή-ανάμεσα στους δύο αυτούς πόλους της ύπαρξής του καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο ικανοποιεί τις ανάγκες και επιθυμίες του και ουσιαστικά την πορεία του πολιτισμού του. Η Ζωολογία και στα τελευταία 20 χρόνια- η καινούργια Επιστήμη της Ηθολογίας (η μελέτη των ζωντανών οργανισμών στο φυσιολογικό τους περιβάλλον) περιέγραψαν με λεπτομερή τρόπο τι συμβαίνει στα ζώα, που οργανώνουν τις υποτυπώδεις και σχετικά δύσκαμπτες κοινωνίες τους, ωθούμενα βασικά από βιολογικά ένστιχτα και αναγκαιότητες. Οι «νόμοι» των κοινωνιών αυτών υπακούουν σε μια πανάρχαιη άτεγκτη και ουσιαστικά ανεξιχνίαστη ακόμη βιολογική τελεολογία. Η  επιβίωση και η αναπαραγωγή (μέσω της σεξουαλικότητας) αποτελούν το μοναδικό σχεδόν δίπολο μεταξύ του οποίου κινείται η ζωή τους.

     Ο άνθρωπος είναι κι αυτός ένα αρχικά βιολογικό όν, όσο κι αν θέλουμε να το αμφισβητήσουμε γιατί προσβάλλει την αίσθηση ελεύθερης επιλογής των κοινωνικών μας δομών. Η ανάπτυξη του πολιτισμού μέσω της κοινωνικότητας είναι μία συνεχής και μεγαλειώδης προσπάθεια του ανθρώπου να μειώσει την επίδραση των βιολογικών του ενορμήσεων και να τις εμποδίσει να επηρεάζουν κυριαρχικά την διαμόρφωση των αναγκών του και της σκέψης του. Η Θρησκεία κι η Φιλοσοφία αρχικά, σχεδόν μας έπεισαν ότι έτσι συμβαίνει και η βιολογική αναγκαιότητα πήρε την μετουσιωμένη και πιο ευκολοπαράδεχτη μορφή της ηθικής αναγκαιότητας. (Ίδε ηθικές κατηγορίες του πνεύματος του Kant, το διαλεκτικό προτσές του παγκόσμιου πνεύματος του Hegel ή την απελπισμένη ελευθερία επιλογής της υπαρξιακής φιλοσοφίας του Husserl και  Sartre).

     Πίσω απ’ όλες αυτές τις προσπάθειες βρίσκεται η αναπότρεπτη μοίρα του ανθρώπου, ο θάνατος. Η μόνη διέξοδος από το θάνατο είναι η σεξουαλικότητα που μεταβιβάζει από γονείς σε παιδιά το μόνο αθάνατο τμήμα της ανθρώπινης ύπαρξης, τα γονίδια. Αυτή η μεταβίβαση γίνεται με την ετεροφυλοφιλική σεξουαλικότητα. Αυτή είναι η βιολογική πλευρά του θέματος κι αφορά τη μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων, γιατί τόσο στους ανθρώπους, όσο και στα ζώα, φαίνεται να υπάρχει ένα ποσοστό όπου η επιθυμία εκδηλώνεται ομοφυλοφιλικά. Οφείλεται αυτό σε βασικές βιολογικές δομές εναλλακτικής σεξουαλικότητας ή είναι, στον άνθρωπο, τουλάχιστο, αποτέλεσμα διεργασιών μέσα στην οικογένεια;

    Ο Άνθρωπος είναι, όπως ανέφερα, και κοινωνικό όν, κι όλες του οι προσπάθειες τείνουν στην δημιουργία κοινωνικών δομών που χρησιμεύουν πότε για την ικανοποίηση των βιολογικών του αναγκών και πότε για την υπέρβασή τους. Τότε οι κοινωνικές δομές είναι προσωπικό δημιούργημα του ανθρώπου και προσπαθούν να μεταβάλουν εξελικτικά ή επαναστατικά την αναγκαιότητα της βιολογικής του μοίρας. Η πανάρχαιη αυτή μάχη μεταξύ βιολογικών νόμων και κοινωνικών αναγκών αποτελεί, για μένα, τη βάση του ιστορικού γίγνεσθαι. Οι κοινωνίες των ζώων χαρακτηρίζονται από ουσιαστικά στατικές αλλά κι αυστηρές δομές ιεραρχίας κι εξουσίας που εξυπηρετούν την ικανοποίηση, αλλά-βασικά- την αναγκαιότητα της αναπαραγωγής για την συνέχιση του είδους. Στον άνθρωπο, βέβαια, η ικανοποίηση της επιθυμίας έχε σε σημαντικό βαθμό αποχωρισθεί από την αναπαραγωγή.

     Το πεδίο όπου οι κοινωνικές και βιολογικές ανάγκες συμπορεύονται αλλά και συγκρούονται είναι η οικογένεια. Η θεωρία των Γενικών Συστημάτων (von Bertanlanffy, 1939) μας βοήθησε σημαντικά να δούμε τους μηχανισμούς αλληλεπίδρασης στη Φύση, στην κοινωνία και στην οικογένεια, που αποτελεί το τελικό χωνευτήρι όλων αυτών των αλληλεπιδράσεων που μεταβιβάζονται σαν τελικές επιδράσεις στα παιδιά. Η οικογένεια είναι δηλαδή το βασικό οικοσύστημα στο οποίο καταλήγουν όλες οι επιδράσεις των υπερσυστημάτων (φυλή, κράτος, κοινωνική τάξη κλπ.) και που «χωνεύονται» και μεταδίδονται στα υποσυστήματα της οικογένειας, όπως είναι τα παιδιά. Οι πολιτικές συνθήκες μιάς χώρας, σε μια δεδομένη ιστορική στιγμή, καθορίζουν μεταξύ άλλων και τις μορφές έκφρασης της σεξουαλικότητας. Τα προοδευτικά πολιτικοκοινωνικά κινήματα του ανθρώπου τείνουν σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από τον άτεγκτο βιολογικό του προσδιορισμό και να δημιουργήσει κοινωνίες, όπου επικρατούν καθαρά ανθρώπινες αξίες όπως η δικαιοσύνη, η σχετικά ισότιμη κατανομή αγαθών και η ελευθερία εκλογής τρόπου ζωής και σεξουαλικής ικανοποίησης.

      Ολοκληρωτικές μορφές εξουσίας, όπως ο φασισμός όποιας μορφής, τείνουν σε μια παλινδρόμηση του ανθρώπου σε αρχαϊκές, πιο ζωώδεις μορφές κοινωνικής οργάνωσης όπου επικρατεί το δίκαιο του ισχυρότερου. Η οικογένεια, που αποτελεί τον τελικό δέκτη όλων αυτών των βιολογικών και κοινωνικών σημάτων, δημιουργεί μια περιρρέουσα «οικογενειακή ατμόσφαιρα» που επηρεάζει καθοριστικά τον ψυχισμό του παιδιού στα πρώτα χρόνια της ζωής.

     Η Ψυχανάλυση καθόρισε τρία (συμβολικά) συστήματα μέσα στον ψυχισμό του ανθρώπου: το Προεγώ (όπου εδράζονται οι βιολογικές ανάγκες κι επιθυμίες του) το Υπερεγώ (έδρα των ηθικών απαγορεύσεων) και το Εγώ, τη συνειδητή δηλαδή προσωπικότητά μας, που είναι το πεδίο όπου επιθυμίες κι απαγορεύσεις συγκρούονται και το άτομο αποφασίζει για την τελική έκβαση. Στο Εγώ δηλαδή βρίσκεται η δυνατότητα ελεύθερης εκλογής. Δυστυχώς όμως μέρος μόνο του Προεγώ και του Υπερεγώ είναι συνειδητά, ενώ μεγάλο μέρος (και στα νευρωτικά άτομα ακόμη μεγαλύτερο) είναι ασυνείδητο. Άρα η ελευθερία εκλογής επηρεάζεται σημαντικά, δεν είναι δηλαδή πάντα ελεύθερη, συνειδητή επιλογή.

     Αν επιθυμίες του Προεγώ νικήσουν, τότε συχνά έχουμε παρεκκλίσεις από τις ηθικές επιταγές του Υπερεγώ, π,χ, σεξουαλικές παρεκκλίσεις από τη νόρμα του κατεστημένου. Δεν αναφέρομαι εδώ αν οι παρεκκλίσεις αυτές είναι «φυσιολογικές» ή όχι. Απλώς διαφέρουν από τις εντολές του Υπερεγώ, που ορίζει κατά κανόνα ότι το άτομο πρέπει να είναι πχ. ετεροφυλοφιλικό. Από πού παίρνει όμως το Υπερεγώ τις ηθικές του επιταγές; Το εξουσιαστικό υπερσύστημα στην οικογένεια είναι το γονεϊκό, κι αυτό, με μια πολύπλοκη διαδικασία, καθορίζει την ταυτότητα του ατομικού Υπερεγώ. Με τη σειρά της όμως η δομή του γονεϊκού υπερεγώ καθορίζεται από την επίδραση των ιεραρχικά ισχυρότερων κοινωνικών υπερσυστημάτων, όπως είναι το πολιτικό-κοινωνικό-οικονομικό κατεστημένο και των αντιθετικών σ’ αυτό άλλων κοινωνικών συστημάτων. Αν δηλαδή το κοινωνικό κατεστημένο ορίζει σαν ιδανικό την ετεροφυλοφιλία, τότε αυτό μπαίνει στο οικογενειακό υπερεγώ και στο οικογενειακό ιδανικό εγώ κι επιβάλλεται στα μέλη της, έτσι ώστε αντιδρούν με σχέσεις ετεροφυλοφιλικές.

      Εδώ βέβαια, γεννιούνται βασικά ερωτήματα κι αντιδράσεις σ’ αυτό το σχήμα, που είναι, για λόγους συντομίας, επικίνδυνα υπεραπλουστευμένο. Αν το κατεστημένο π.χ. είναι ετεροφυλοφιλικό, γιατί υπάρχουν ομοφυλόφιλοι σε διάφορες οικογένειες και συχνά στην ίδια οικογένεια; Τι ρόλο παίζει η ιδιοτυπία του ατόμου; Υπάρχει ή όχι εγγενής ομοφυλοφιλική επιθυμία (όπως ισχυρίζονται οι θεωρητικοί του κινήματος) ή η ομοφυλοφιλία είναι αποτέλεσμα επιδράσεων μέσα στην οικογένεια, που κι αυτή δέχεται τις κοινωνικοπολιτικές επιδράσεις του κατεστημένου; Η απάντηση μπορεί να είναι σχετική κι όχι απόλυτη και, αναγκαστικά,  αμφιλεγόμενη.

     Η Σεξουαλική επιθυμία είναι ένα ποτάμι που αρχικά δεν έχει συγκεκριμένη πορεία, είναι δηλαδή αδιαφοροποίητη και βασικά αμφισεξουαλική. Γονιδιακές ή ορμονικές επιδράσεις παίζουν ένα σημαντικό, ίσως, ρόλο στην τελική της διαμόρφωση. Στα τρία πρώτα χρόνια της ζωής, η σεξουαλική ταυτότητα δεν είναι απόλυτα καθορισμένη. Τότε επεμβαίνουν οικογενειακοί παράγοντες και μπορεί να την διαμορφώσουν προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. Θα πρέπει να δεχτούμε ότι, για τη μέγιστη πλειονότητα των ανθρώπων, η τελική διαμόρφωση είναι ετεροφυλοφιλική από βιολογική αναγκαιότητα. Πιστεύω δηλαδή ότι, αν η σεξουαλικότητα του ατόμου αφεθεί ελεύθερη από οικογενειακές επιδράσεις, θα διαμορφωθεί σε βασικά ετεροφυλοφιλική με πρόσμιξη ομοφυλόφιλων στοιχείων και άλλων «προγεννητικών» μορφών ικανοποίησης. Για ορισμένα άτομα, η διαφοροποίηση αυτή ενδεχόμενα να είναι κατά κύριο λόγο ομοφυλοφιλική. Δεν έχουν βρεθεί επιστημονικά στοιχεία (γονίδια, ορμόνες, κληρονομικότητα κλπ.) που να στηρίζουν αυτήν την αυτοδύναμη μορφή σεξουαλικής επιθυμίας’ για ένα ποσοστό όμως ομοφυλοφίλων (μικρό κατά τη γνώμη μου) η ομοφυλοφιλία είναι μια ανεξάρτητη «φυσιολογική» μορφή, σεξουαλικής επιθυμίας που ενυπάρχει ήδη κατά την γέννηση. Για το μεγάλο ποσοστό όμως των ομοφυλόφιλων (καθώς και για τις άλλες σεξουαλικές παρεκκλίσεις) η αιτία είναι οι συνθήκες που επικρατούσαν στην οικογένεια κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους.

 Το Οιδιποδειακό σύμπλεγμα δημιουργεί μια κατάσταση στην οικογένεια όπου οι μορφές εξουσίας που επικρατούν σ’ αυτή επεμβαίνουν καθοριστικά στην εξέλιξη της σεξουαλικότητας, με συνειδητούς, αλλά κυρίως ασυνείδητους μηχανισμούς. Η ικανοποίηση της σεξουαλικότητας συμβαίνει μόνο στο γονεϊκό σύστημα, ενώ το σύστημα των παιδιών μένει έξω από αυτή. Ο πατέρας π.χ. έχει την πλήρη «κατοχή και νομή» της μητέρας σαν σεξουαλικού αντικειμένου, η οιδιποδειακή σχέση είναι δηλαδή καθαρά πολιτική σχέση με την εξουσία και τα σεξουαλικά προνόμια μαζεμένα στο πρόσωπο του πατέρα, ιδιαίτερα σε μια πατριαρχική κοινωνία.

     Το τελικό αποτέλεσμα μπορεί να έχει δύο εκβάσεις: 1) Να πιέσει ένα βασικά ομοφυλόφιλο άτομο να δεχτεί συνειδητά ή ασυνείδητα την ετεροφυλοφιλία (λανθάνουσα ομοφυλοφιλία) με όλα τα καταστρεπτικά αποτελέσματα που θα έχει αυτό στον ψυχισμό του και την σεξουαλική του ικανοποίηση. 2) Να πιέσει ένα βασικά ετεροφυλόφιλο άτομο να γίνει ομοφυλόφιλο, με εξίσου καταστρεπτικά αποτελέσματα στον ψυχισμό και τη σεξουαλική ικανοποίηση.

     Η πρώτη έκβαση είναι αυτονόητη μια και οι περισσότερες κοινωνίες προβάλλουν σαν κοινωνική (κι όχι μόνο βιολογική) ανάγκη το ιδανικό της ετεροφυλοφιλίας. Η δεύτερη έκβαση οφείλεται σε οικογενειακούς μηχανισμούς και γίνεται με ασυνείδητο τρόπο. Οφείλεται όπως ήδη ανέφερα, στο οιδιποδειακό σύμπλεγμα και στο άγχος που δημιουργεί η αναγκαστικά άνιση κατανομή εξουσίας στην οικογένεια (π.χ. άγχος ευνουχισμού ή φόνου του αγοριού από τον πατέρα σαν τιμωρία για τις αιμομικτικές επιθυμίες του παιδιού που αναπόφευκτα συνδυάζονται με επιθυμίες θανάτου του πατέρα. Αντίστοιχη είναι η σχέση μητέρας-κοριτσιών). Το άγχος ευνουχισμού ή θανάτου, οι προσδοκίες των γονιών για το φύλο του παιδιού, η διαταραγμένη σχέση των συζύγων, είναι οι βασικοί καθοριστικοί παράγοντες που συχνά θα διαμορφώσουν πιεστικά (με ασυνείδητους μηχανισμούς ταυτοποίησης κ.λπ.) την σεξουαλική ταυτότητα του παιδιού προς μια κατεύθυνση που δεν ανταποκρίνεται στις ουσιαστικές του επιθυμίες. Η σεξουαλική επιθυμία τότε είτε καταπιέζεται ολοκληρωτικά (π.χ. ασεξουαλική ζωή, σεξουαλική ψυχρότητα) ή ωθείται προς παρεκκλίσεις, όπως η ομοφυλοφιλία, ο φετιχισμός και οι διάφορες άλλες μορφές σεξουαλικότητας που δεν ικανοποιούν ουσιαστικά το συγκεκριμένο άτομο, αλλά γίνονται αναγκαστικά αποδεχτές μια και η βασική γι’ αυτό το άτομο μορφή ικανοποίησης της σεξουαλικής επιθυμίας (η ετεροφυλοφιλική) είναι ουσιαστικά κι ασυνείδητα απαγορευμένη λόγω των ενδοοικογενειακών σχέσεων στην πρώτη παιδική ηλικία.

     Το τελικό συμπέρασμα, το οποίο θέλω να επαναλάβω και να τονίσω, όσο περισσότερο γίνεται, είναι ότι:

Α) Ορισμένες οικογένειες καταπιέζουν(συνήθως με συνειδητούς μηχανισμούς) ένα βασικά ομοφυλόφιλο άτομο και προσπαθούν να το κάνουν ετεροφυλοφιλικό. Οι λόγοι είναι κοινωνικοί κι εδώ συγκεντρώνονται τα πυρά του Ομοφυλόφιλου Κινήματος για την απελευθέρωση της σεξουαλικής επιθυμίας-και σ’ αυτή την περίπτωση έχουν δίκιο.

Β) Άλλες οικογένειες εμποδίζουν με ασυνείδητους μηχανισμούς ένα βασικά ετεροφυλόφιλο άτομο να γίνει ομοφυλόφιλο και το ωθούν (με ασυνείδητους, επαναλαμβάνω, μηχανισμούς) στην ομοφυλοφιλία ή άλλες σεξουαλικές «παρεκκλίσεις» σαν τη μόνη διέξοδο από τον φόβο της τιμωρίας. Οι ψυχολογικοί μηχανισμοί που επεμβαίνουν εδώ είναι πολύπλοκοι και δεν μπορούν να εκτεθούν στη σύντομη αυτή ομιλία.

      Στην περίπτωση αυτή ένα τέτοιο ομοφυλόφιλο άτομο είναι λανθάνων ετεροφυλόφιλος και οι ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία θα βοηθήσει στην απελευθέρωση του ατόμου αυτού από τα ασυνείδητα εσωτερικά του δεσμά, ώστε ν’ αποτινάξει το πλέγμα φόβου κι ενοχής που του επέβαλε η οικογένειά του σχετικά με την ετεροφυλόφιλη επιθυμία του και να ξαναβρεί τη δυνατότητα ικανοποίησης της σεξουαλικής του επιθυμίας μέσα σε μια (απαγορευμένη ως τα τώρα) ετεροφυλόφιλη σχέση.

     Και στις δύο δηλαδή περιπτώσεις έχουμε καταπίεση: στην πρώτη, η (ας πούμε εγγενής) ομοφυλόφιλη επιθυμία καταπιέζεται από την οικογένεια συνειδητά για κοινωνικούς λόγους και στη δεύτερη η (εγγενής) ετεροφυλόφιλη επιθυμία καταπιέζεται από την οικογένεια ασυνείδητα για οιδιποδειακούς και άλλους ψυχολογικούς λόγους.

     Και στις δύο περιπτώσεις ο αγώνας πρέπει να είναι για την απελευθέρωση της πραγματικής επιθυμίας. Στην πρώτη περίπτωση με κοινωνικούς αγώνες, στη δεύτερη με πλατύτερα διαδεδομένες δυνατότητες θεραπείας για όσου το επιθυμούν. Βρίσκω ανελεύθερη και καταπιεστική την τάση ενός τμήματος μόνο του  Ομοφυλόφιλου Κινήματος να θεωρεί την θεραπεία σαν μορφή καταπίεσης του κατεστημένου και ν’ αποτρέπει κάθε ομοφυλόφιλο απ’ αυτήν, ακόμη κι όταν το επιθυμεί. Τόσο ανελεύθερη και καταπιεστική όσο και η τάση του κοινωνικού  κατεστημένου να ωθήσει κάθε ομοφυλόφιλο προς την ετεροφυλοφιλία ή τον κοινωνικό στιγματισμό.

     Είδαμε μέχρι τώρα, πολύ συνοπτικά, βέβαια, τη σχέση που έχει η πολιτική της οικογένειας (οι μορφές εξουσίας που ενυπάρχουν σ’ αυτή, μερικές αναγκαστικά, μερικές οφειλόμενες σε κοινωνικούς ή οικονομικούς λόγους όπως η πατριαρχική δομή) με τη διαμόρφωση της ικανοποίησης της σεξουαλικότητας. Θα ήθελα τώρα να πω δυό λόγια (αναγκαστικά υπεραπλουστευμένα) για τη σχέση του είδους της οικογένειας με το κοινωνικό κατεστημένο της δεδομένης ιστορικής περιόδου.

    Η ανθρώπινη πολιτιστική πορεία χαρακτηρίζεται βασικά από την αντιθετική πάλη των ερωτικών ενορμήσεων (που αποβλέπουν στην αναπαραγωγή και διαιώνιση της ζωής αλλά και στην ηδονική ικανοποίηση κι απόλαυση) και των επιθετικών ενορμήσεων (που αποβλέπουν στην καταστροφή και τελικά στο θάνατο). Η αντιθετική και διαλεκτική αυτή αναμέτρηση πήρε, στον Freud κυρίως, μία βιολογική μορφή (ένστιχτα έρωτα και θανάτου), ενώ στον Marx πήρε τη μορφή της πάλης των τάξεων για οικονομικά, κυρίως, αγαθά. Η σχολή της Φραγκφούρτης Herbert Marcuse κ.ά.) καθώς και νεώτεροι στοχαστές (Fromm) προσπάθησαν να συνδυάσουν τις δύο αυτές κοσμοθεωρίες που καθόρισαν τον 20ο αιώνα. Η θεωρία Γενικών Συστημάτων συνδυάζει πολύ ικανοποιητικά, κατά τη γνώμη μου, τόσο την Ψυχανάλυση όσο και τον Μαρξισμό, γιατί ουσιαστικά δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ τους, παρά διαφορετική εκτίμηση της βαρύτητας ορισμένων σημαντικών στοιχείων.

     Το κοινωνικό-πολιτικό-οικονομικό κατεστημένο (που σε χώρες με φασιστικές δομές εξουσίας αποτελείται συχνά από ερωτικά ανικανοποίητα άτομα που ωθούνται στη συγκέντρωση πλούτου ή πολιτικής δύναμης σαν υποκατάστατο της ερωτικής ικανοποίησης και γενικά της συμμετοχής στο πανηγύρι της ζωής), έχει συμφέρον να καταπιέσει την σεξουαλικότητα και να την στρέψει προς κατευθύνσεις που το εξυπηρετούν και που είναι, συνήθως, τρεις:

1)    Μετουσίωση (sublimation) της σεξουαλικότητας υψηλής μορφής, όπως είναι η Τέχνη και η δημιουργική, απολαυστική εργασία.

2)    Καταπίεση πλευρών της σεξουαλικότητας (όπως είναι η πολύμορφη σεξουαλικότητα, το σεξουαλικό παιχνίδι κλπ.) ώστε η  μερική ματαίωση να οδηγήσει σε αυξημένη ικανότητα για παραγωγικότητα (πχ. κοινή βιομηχανική εργασία) που βέβαια, ευνοεί την συσσώρευση αγαθών, κυρίως για την άρχουσα τάξη.

3)    Καταπίεση, γενικότερα, της σεξουαλικότητας και της απόλαυσης. Η γενικότερη ματαίωση οδηγεί εδώ σε αύξηση της επιθετικότητας, που εξυπηρετεί τις πολεμικές, ιμπεριαλιστικές ανάγκες του κατεστημένου με σκοπό πάλι τον πλουτισμό της άρχουσας τάξης σε έδαφος, οικονομικά αγαθά ή πολιτική δύναμη. Αυτό μπορεί να αφορά χώρες με διαφορετικό πολιτικό σύστημα, που έχουν όμως στην ουσία ολοκληρωτικές μορφές εξουσίας που εξυπηρετούν συμφέροντα μιας ορισμένης τάξης ή ενός ορισμένου Κράτους στο σύνολο.

Στις Βιομηχανικές χώρες, αρχικά ενισχύθηκε η μετουσίωση στις ανώτερες τάξεις και η καταπίεση της σεξουαλικότητας στις κατώτερες με σκοπό την αύξηση της παραγωγικότητας σε κοινή βιομηχανική εργασία. Δεν είναι τυχαίο ότι η άνοδος του προτεσταντικού πουριτανισμού στην Αγγλία του 19ου αιώνα συμπίπτει με την βιομηχανική επανάσταση. Ή ότι η Σοβιετική Ένωση, ενώ στην αρχή της Επανάστασης διακήρυσσε την σεξουαλική απελευθέρωση, αναγκάστηκε πολύ σύντομα, όσο πιεστικότερη ήταν η ανάγκη για γρήγορη εκβιομηχάνιση, να καλύψει τη χώρα μ’ ένα πέπλο πουριτανισμού από το οποίο ακόμη δεν έχει απελευθερωθεί.

     Στη Βικτωριανή Αγγλία, ο μόνος έρωτας που προωθείται κοινωνικά κι από την Εκκλησία είναι ο σύντομος, καθαρά ετεροφυλοφιλικός και καθαρά γενετησιακός, που δεν θα καταναλώσει πολύ χρόνο κι ενέργεια και που θα δημιουργήσει πολλά παιδιά, ώστε να εξυπηρετηθούν οι οικονομικές και ιμπεριαλιστικές ανάγκες του κατεστημένου σε εργάτες και στρατιώτες.

     Το Ιδανικό του πραγματικού άντρα που προβάλλεται στις κοινωνίες αυτές είναι κυρίως του άντρα που ασχολείται με τον πόλεμο ή την εργασία κι όχι με την πολύπλευρη άσκηση κι απόλαυση της σεξουαλικότητας και, γενικά, της ζωής. Η γυναίκα παρουσιάζεται, άλλοτε τελείως ρομαντική κι εξαϋλωμένη (άρα απροσπέλαστη) κι άλλοτε σαν δοχείο εκσπερμάτωσης των ανδρικών ορμών που συχνά παίρνουν σαδιστική μορφή λόγω έξαρσης της επιθετικότητας εξαιτίας της ματαίωσης της πολύπλευρης σεξουαλικότητας. Οι κινηματογραφικές ταινίες τύπου Western, οι ταινίες του James Bond και η τελευταία έξαρση των πορνογραφικών και φιλμ βίας είναι σχετικά παραδείγματα.

    Ο MARCUSE, ο FROMM και παλιότερα ο NORMAN O. BROWN (“Life against Death) περιέγραψαν τον απανθρωπισμό του ανθρώπου σε μια πρωκτικού τύπου κοινωνική δομή, όπου πρωκτικά ιδανικά όπως η επιθετικότητα, ο σαδισμός και η συσσώρευση καταναλωτικών αγαθών, στηρίζονται στην καταπίεση της ελεύθερης σεξουαλικότητας και της ικανότητας του ανθρώπου να απολαμβάνει τη ζωή μέσω διαπροσωπικών και κοινωνικών σχέσεων. Ο ιμπεριαλισμός-πλευρά του καπιταλισμού και πλευρά του υπαρκτού σοσιαλισμού- συνειδητά στηρίζονται στις πρωκτικές αυτές αρχές.

     Η Αυταρχική εξουσία πετυχαίνει την επιβολή των αρχών αυτών που εξυπηρετούν τα συμφέροντά της, είτε με προπαγανδιστική πλύση εγκεφάλου, είτε βίαια, είτε με την εξιδανίκευση της επιθετικότητας ως πατριωτισμού, την προσωπολατρεία του αλάνθαστου αρχηγού (Hitler, Stalin, Παπαδόπουλος κλπ.) και την εξιδανίκευση της συσσώρευσης καταναλωτικών αγαθών, που προβάλλονται σαν υποκατάστατα της ερωτικής απόλαυσης και των ουσιαστικών διαπροσωπικών σχέσεων (ίδε διαφημίσεις καταναλωτικών αγαθών). Οι αρχές αυτές συχνά επιβάλλονται στους νέους ανθρώπους με την θεοποίηση της οικογένειας και του πατρικού συστήματος εξουσίας πάνω στα παιδιά, και την καταπίεση της όποιας μορφής σεξουαλικότητάς τους. Θα τελειώσω επαναλαμβάνοντας τις θέσεις μου:

     Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ έρχεται στον κόσμο μ’ ένα σύστημα βιολογικών αναγκών, όπου η ανάγκη για μια ολοκληρωμένη διαπροσωπική σχέση, που εξασφαλίζει το εσωτερικό αίσθημα ασφάλειας, είναι βασική. Η σχέση αυτή εμπλέκεται ταυτόχρονα και με την σεξουαλική ανάγκη, κι έτσι η πορεία της σχέση αυτής θα ακολουθήσει το δρόμο που θα της επιτρέψει να ικανοποιηθεί με τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια. Η οικογένεια, με το πολύπλοκο σύστημα συνειδητών κι ασυνείδητων αναγκών της και τις μορφές εξουσίας που αναπτύσσονται εξαιτίας αυτού, θα διαμορφώσει καθοριστικά την πορεία αυτή και τη δημιουργία μιας σεξουαλικής ταυτότητας που να εξασφαλίζει την ικανοποίηση της ερωτικής επιθυμίας σε συνδυασμό με την εσωτερική ασφάλεια. Και τελικά ο κοινωνικός περίγυρος, με τις πολυποίκιλες δυνάμεις που δρουν σ’ αυτόν και τον διαμορφώνουν, θα επιδράσει αποφασιστικά πάνω στην οικογένεια.

ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΓΙΩΣΑΦΑΤ,  περιοδικό ΑΜΦΙ τεύχος 14-15/ Άνοιξη- Καλοκαίρι 1983, σ. 48-53.

ΥΓ.              Τα όνειρά σου μην τα λες

                   γιατί μια μέρα κρύα

                   μπορεί και οι φροϋδιστές

                   να ‘ρθουν στην εξουσία.

    Έτσι αρχινά την εισήγησή του ο ψυχίατρος- ψυχαναλυτής ομάδας Γιάννης Κ. Τσέγκος, φοβούμενος μην γίνει βαρετός με το κύριο μέρος της εισήγησής του. «Ομαδική ανάλυση: η τριγωνομετρία δεν είναι απαραίτητη». Μάλιστα, μετά το ποιητικό τετράστιχο σημειώνει: «Προσυπογράφω την προτροπή του ποιητή παρότι η αιτιολόγησή της με βάζει σε σκέψεις: σίγουρα δεν έχει αντιληφθεί ότι οι φροϋδικοί βρίσκονται «στα πράγματα» από καιρό’ ίσως και πρίν την εποχή του Φρόϋντ…». Η εισήγηση που συνοδεύεται με σημειώσεις και παραπομπές, επικεντρώνεται (κυρίως κλινικά) σε συγκεκριμένα πλαίσια, δύο ψυχαναλυτικών τακτικών. «Την Ατομική και την Ομαδική Ψυχανάλυση- με βασική επικέντρωση στις έννοιες σεξουαλικός- ερωτικός, και θα παρουσιάσω την αντίστοιχη πολιτική αποκρυστάλλωση των τακτικών αυτών, καθώς και την συνεπακόλουθη πρακτική εφαρμογή τους με τις αναπόδραστες επιδράσεις πάνω στις θεραπευτικές τους δυνατότητες». Λόγω του εξειδικευμένου του θέματος, και την παρέλευση των τεσσάρων δεκαετιών, σκέφτηκα να αντιγράψω την εισήγηση του «περισσότερο γνωστού» Ματθαίου Γιωσαφάτ Ψυχίατρος- παιδοψυχίατρος. Διευθυντής Δημ. Παιδοψυχ. Νοσοκομείο Πεντέλης. Τ. Διευθυντής του Ινστιτούτου Ψυχοθεραπείας του Λονδίνου. Οι επαγγελματικές τους ιδιότητες αφορούν την χρονιά της εισήγησης του συνεδρίου. Η Ομιλία του Γιάννη Κ. Τσέγκου, χωρίζεται σε 7 μικρές ενότητες: -Φρόυντ ο «απολίτικος».- Η ομοφυλόφιλη απειλή.- Η  ψυχωσική άρνηση.-Φαντασιακή κατάσταση και συμβολοποιημένη σχέση. Έρως και σεξ.- Το σύμβολο Μητέρα και η Μητέρα Φάντασμα.- Η Ομαδική Αναλυτική διαδικασία.-Ο ρόλος του «Θεραπευτή».

Ας αντιγράψουμε την ενότητα Φρόιντ ο «απολίτικος»

     «Ο ΦΡΟΥΝΤ, όταν ρωτήθηκε από τον Max Eastman «Τι είσαστε πολιτικά;» απάντησε: «Πολιτικά είμαι απολύτως τίποτε»!... Είναι γνωστό βέβαια ότι ο ίδιος δεν ενδιαφερόταν για το εκλογικό παιχνίδι των κομμάτων’ κι αυτό ήταν μάλλον φυσικό, μια και ήταν ολοκληρωτικά απορροφημένος με την αρχιτεκτόνηση του Ψυχαναλυτικού Κινήματος, αυτού του τόσο πολύτιμου και προσωπικού δημιουργήματος, που είχε και έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός πολιτικού οργανισμού: την αυστηρή ιεραρχική δόμηση, τους άμεσους και απώτερους πολιτικούς στόχους, την προπαγανδιστική διάδοση των (ψυχαναλυτικών) ιδεών, τη φοβερή επαγρύπνηση διαφύλαξης της θεωρητικής ορθοδοξίας, καθώς επίσης και την πάγια πολιτική αντιμετώπιση των αναθεωρητών ή των αποστατών ψυχαναλυτών με μέθοδες που αρχίζουν απ’ την ηθική εξουδετέρωση («ψυχικά άρρωστοι») και φτάνουν ακόμη και στη φυσική εξόντωση (εξώθηση στην αυτοκτονία). Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι το ψυχαναλυτικό κίνημα, που ελάχιστα διαφέρει απ’ το σύγχρονό του Σοβιετικό Κομμουνιστικό Κόμμα, διαμορφώνεται πολύ πριν την ολοκλήρωση της Ψυχαναλυτικής θεωρίας.

     Έτσι η ψυχαναλυτική θεσμοποίηση, δηλ. η ιεραρχική δομή, επιτελείται σχεδόν εξαρχής, και εδράζεται βέβαια όχι στην απροσδιόριστη επιθυμία (ερωτισμός) παρά στη φυλετική διαφοροποίηση (σεξουαλικότητα) η οποία μοιραία αφορίζεται απ’ τις πλευρές του τριγώνου του οιδιπόδειου, δηλ. την οικογένεια. Ο «οικογενειασμός» αυτός του Φρόϋντ καθιστά αναπόδραστη την επινόηση της εξουσιαστικής διάταξης της ψυχαναλυτικής διαδικασίας (ντιβάνι), προεξοφλεί το πλαίσιο των μετέπειτα θεωρητικών διατυπώσεων, καθορίζει τη στάση του Φρόϋντ και των επιγόνων του όσον αφορά στο παράλογο, το ανώμαλο και το σεξουαλικά (δηλ. αναπαραγωγικά) έκτροπο, και, τέλος, περιορίζει αναγκαστικά τις θεραπευτικές δυνατότητες της δυαδικής ψυχανάλυσης μόνο μέσα στα πλαίσια της «οικογενειακής παθολογίας» (νευρώσεις), αποκλείνοντος έτσι τις παθολογικές καταστάσεις της «δόμησης του Εγώ» της προ- οικογενειακής περιόδου (ψυχώσεις, κλπ.)».

     Ελάχιστα διευκρινιστικά εκ των υστέρων επιλεγόμενα. 

Τα κείμενα-εισηγήσεις του Συνεδρίου «Σεξουαλικότητες & πολιτική» που διοργάνωσε το ΑΚΟΕ και το περιοδικό ΑΜΦΙ, είτε είναι η εισήγηση του πολιτιστικολόγου Δημοσθένη Αγραφιώτη, ο οποίος μας ξεκαθαρίζει τους όρους «σεξουαλικός» και «ερωτικός», είτε του καθηγητή Κοινωνιολογίας και γενικού διευθυντή του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) Κωνσταντίνου Τσουκαλά, ο οποίος μας έδωσε την εξέλιξη του θεσμού της Οικογένειας μέσα στους χρόνους της ανθρώπινης ιστορίας και πολιτισμού, είτε είναι η χιουμοριστική ιστορία της αρχαίας σεξολογίας από τον Θανάση Τζαβάρα, ή το πολύ καλό δοκίμιο του Μάριου Μαρκίδη νευρολόγου-ψυχιάτρου ο οποίος μας μιλά για την διαλεκτική της Μετουσίωσης. Είτε ακόμα με τις βιολογικές επισημάνσεις του Ματθαίου Γιωσαφάτ, και άλλων ομιλητών, όπως της συγγραφέως Ελισάβετ Κομνηνού η οποία μας μίλησε για «το ζευγάρι σαν κυτταρική μορφή της «αποικιοκρατικής ιδεολογίας», ή της συγγραφέως Τασίας Χατζή η οποία-από τότε- αναφέρθηκε στην «Σεξουαλική βία εναντίον των γυναικών και η ετεροφυλόφιλη αντροκεντρική σεξουαλικότητα». Εδώ να επισημάνουμε ότι αν συσχετίσουμε τις τότε συνθήκες με τις σημερινές της ελληνικής κοινωνίας, αναφέρομαι στις επαναλαμβανόμενες Γυναικοκτονίες και την ανεξέλεγκτη βία των νεότερων γενεών, αντιλαμβανόμαστε ότι καμία εισήγηση ενός συνεδρίου ή καμία θεωρητική ερμηνεία και εξήγηση από οποιονδήποτε επιστήμονα μπορεί να αλλάξει την φύση, τα ένστικτα του ανθρώπινου ζώου. Άγριο, κατακτητικό, εξουσιαστικό, δολοφονικό, επιθετικό, εγωπαθή, εκδικητικό, συγκεντρώνει μέσα του όσα η βιολογική του καταγωγή στην εξέλιξή της το εφοδίασε, και προσπαθεί ο πολιτισμός να καλμάρει και να μετατρέψει σε κοινωνικότητας συμπεριφορές επιβίωσης. Οι πέντε εισηγητικές ενότητες του διήμερου συνεδρίου, δηλώνουν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο όχι μόνο την θεωρητική «παιδαγωγία» του συνεδρίου,-στο τότε ακροατήριο και ελληνική κοινωνία- την επιστημονική κατάρτιση των συμμετεχόντων και τον πλούτο των ιδεών τους, των ζυμώσεων, αλλά, και τις διαφορετικές πτυχές και οπτικές θεώρησης του θέματος. Η σημαντικότητα του Συνεδρίου έγκειται και σε έναν ακόμα λόγο, στο γεγονός ότι το ΑΚΟΕ δεν «καπέλωσε» το συνέδριο, δηλαδή, δεν το οδήγησε σε συμπερασματικές απαντήσεις που ίσως να ήθελε να ακούσει το ομοφυλόφιλο κοινό και η ομοφυλόφιλη ελληνική κοινότητα στις ακτιβιστικές εκδοχές της. Σίγουρα οι εισηγήσεις λόγω της θεματολογίας τους δεν γίνονταν στο σύνολό τους κατανοητές, σε ένα κοινό το οποίο είχε «άγνοια» από τέτοιας φύσεως ζητήματα. Όταν μάλιστα θίγονταν και εξετάζονταν ζητήματα πρωτόγνωρα ίσως και πρωτάκουστα στην ελληνική κοινωνία, πέρα από ένα επιστημονικό πανεπιστημιακό κοινό και κοινότητα. Οι διευκρινιστικές ερωτήσεις που τέθηκαν μετά τις ομιλίες, έστω και για έλλειψη χρόνου δεν απαντήθηκαν όλες ή απαντήθηκαν «συνοπτικά», φανερώνουν το αμέριστο ενδιαφέρον του κοινού. Εδώ οφείλουμε να παρατηρήσουμε το εξής: Μία άλλη ή άλλες εκδοχές και ερμηνείες του ομοφυλόφιλου φαινομένου μέσα στην –τότε- ελληνική κοινωνία, και στο πως την βίωναν με τραγικό κοινωνικό τρόπο οι άντρες και γυναίκες ομοφυλόφιλοι εκείνα τα χρόνια, αποτελούν πηγή πληροφοριών οι σελίδες Αλληλογραφίας του περιοδικού, είτε αυτές αποστέλλονταν επώνυμα, είτε ανώνυμα είτε με τα αρχικά των ονομάτων τους, είτε με τις εξομολογήσεις τους στο περιοδικό Αμφί. Αν διαβάσουμε από την μία μεριά τις Εισηγήσεις και από την άλλη την πλούσια και συχνή Αλληλογραφία, θα έχουμε μία χαρτογράφηση της θεωρητικής και βιωματικής πλευράς του θέματος. Δεν είναι απαραίτητο να συγκλίνουν πάντα οι θέσεις και οι απόψεις, μπορούν και να αποκλίνουν. Εκφράζονται δύο διαφορετικές βουλήσεις πορισμάτων της σύγχρονης επιστήμης και της ίδιας της ζωής των ανθρώπων ή μιάς μειοψηφίας με ερωτικές επιλογές διαφορετικές από το κυρίαρχο ερωτικό ρεύμα. Σίγουρα ούτε ολοκληρώνονται τέτοιου είδους συζητήσεις ούτε η ανθρώπινη σεξουαλικότητα περιορίζεται σε επιστημονικά και της ψυχανάλυσης ή ψυχιατρικής στεγανά. Διαφορετικές εκδοχές απαντήσεων μας δίνει ο επιστημονικός πουριτανισμός και διαφορετικές ο κοινωνικός και πολιτειακός, της εκάστοτε εξουσίας και κυβερνητικού συστήματος. Διαφορετικό ειδικό βάρος κατέχει στο κοινωνικό σώμα η θεωρία και διαφορετικό η βιωματική εμπειρία. Οι διαμεσολαβητικές συσχετίσεις γίνονται εκ των υστέρων στην ιστορική καταγραφή των πεπραγμένων της πολιτισμικής εξέλιξης του ανθρώπου. Οι έννοιες και οι αποχρώσεις της ομοφυλόφιλης επιθυμίας και η προσπάθεια προσδιορισμού του όρου της αλλάζουν, το ίδιο και η κεντρική εικόνα της. Διαφέρει από άτομο σε άτομο και από σχέση σε σχέση. Ο συλλογικός μύθος και η φαντασίωση της ομοφυλόφιλης ερωτικής εκδοχής του κόσμου δεν στηρίζεται πλέον,- στους σύγχρονους και μοντέρνους και αναθεωρητικούς καιρούς μας, ούτε αναδύεται άμεσα από τους αρχέγονους ιστορικούς παγκόσμιους μύθους προβολής στο σύγχρονο της ανθρωπότητας υποσυνείδητο. Η Ελληνική Μυθολογία παραδείγματος χάρη και τα ομοφυλόφιλα ζεύγη και ερωτικές καταστάσεις δεν ισχύουν ως σύγχρονο ερωτικό μοντέλο, ίσως ακόμα ούτε και τα σεξουαλικά συμπλέγματα ετεροφυλόφιλα των Ινδικών Ιερών Ναών της Ινδικής Μυθολογίας και Ιστορικής παράδοσης, ή της Κινέζικης αντίστοιχα. Ούτε η ρομαντική εκδοχή της επικράτησε στο κοινωνικό σώμα, η εξιδανίκευσή της από τα πεδία της γλυπτικής τέχνης, της ζωγραφικής ή της λογοτεχνίας, όπως τα απολαμβάνουμε και θαυμάζουμε στα παγκόσμια μνημεία της ερωτικής τέχνης ή τα σημαντικά έργα της παγκόσμιας ερωτικής ποίησης και πεζογραφίας ή της αρχαίας ελληνικής Πλατωνικής φιλοσοφίας και αισθητικής ως «Έρως παιδαγωγικός». Η Τέχνη έπεται της Ζωής. Ο βίος των ανθρώπων όπως και οι ιδιωτικές ερωτικές τους σχέσεις αποτελούν κάτι το ξεχωριστό και ιδιαίτερο, κάθε φορά μεταλλάσσονται μέσα στον ιστορικό χρόνο και τις κοινωνίες. Το θαύμα της ερωτικής επιθυμίας είτε ακολουθεί ομοφυλόφιλη εκδοχή είτε ετεροφυλόφιλη είτε και τις δύο, περιστασιακά ή μόνιμα, είναι το ίδιο αινιγματικό. Η αναπαραγωγική διαδικασία εξίσου αινιγματική και θαυμαστή όσο και σταθερά χειροπιαστή, απτή στις εκδηλώσεις της. Η κάθε επιθυμία γίνεται πραγματικότητα μέσω των αισθήσεων του κάθε ατόμου ξεχωριστά και ιδιαίτερα, καθολικότητα ισχύει όταν αρχίσει η θεωρητική της επεξεργασία και ίσως η εμπορευματοποίησή της. Ο ετεροφυλόφιλος ή ο ομοφυλόφιλος Οθέλος πάντα θα παραμονεύει στα παρασκήνια της ιστορικής σκηνής της ανθρωπότητας στις ανθρώπινες κοινωνίες, για Ιουλιέτες και Ρωμαίους, Δίες και Γανυμήδηδες θα μιλάμε τώρα;

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς 7 Νοεμβρίου 2023

     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου