ΤΖΕΝΗ ΜΑΣΤΟΡΑΚΗ
ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Το νυφικό
κρεβάτι.
Από πάνω το
εικόνισμα
της Αγίας
Απανθρωπίας
πρόβατα
κι ένας
κωφάλαλος ποιητής
που σκεπάζει
τα μάτια.
Την Πρώτη
Κυριακή των Νηστειών
φανήκανε
τρείς φράγκοι καλογέροι
με σκωταριές
κρυμμένες
στα ταγάρια
τους.
Δυό από
δαύτους στρίμωξαν
αδέσποτη
γελάδα
στην
προκυμαία
και τη
μακέλεψαν όμορφα- όμορφα.
Μετά ένα
καϊκι πήρε
τους
καλογέρους και τα κρέατα
και τράβηξε
ανατολικά.
Η Πόλη
πάρθηκε ακριβώς
σε
σαρανταοχτώ ώρες
όταν
ξεπλέναμε τα αίματα.
--
Υπόγεια κυνηγητά.
Η Εσθήρ
ζωσμένη
δυό φορές
τόσα σταφύλια
γυμνή στον
αχυρώνα.
Μας κυβερνάν
πλανόδιες
θιασάρχισσες.
Το μπουλούκι
έχοντας
καταλάβει
τα ύπατα
αξιώματα
μοιράζεται
την αυτοκρατορία.
Έφηβοι
πατριάρχες
σφαγές στις
σκάλες
του
λιμανιού.
«Οι εν
ειρήνη στρατιώται
μεριμνούν
υπέρ της ασφαλείας
του
υπηκόου».
Ο τελευταίος
καθωσπρέπει ηγεμόνας
βουλιάζει
αργά στο νερό
με το σπαθί
γυμνό σαν άγγελος.
Απάνω του
ψάρια, πουλιά
σαρακατσάνικα
κεντήματα
κάτω
πολιτείες προφητοκτόνες
οι Κομνηνοί,
οι Δούκες
κι ο
Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης.
--
Βυζαντινή
τοιχογραφία:
Το παληκάρι, χαράματα Κυριακής των Βαΐων
Είμαι το
τελευταίο πρόσωπο
στην
τοιχογραφία.
Μια κορδέλα
με σκληρά
τσακίσματα
ξετυλίγεται
απ’ το στόμα
μου
με τις
λέξεις
«εγώ ειμί ο
έσχατος».
Δεν μπορεί
να ‘μουνα ποτέ
τόσο ταπεινός.
Κι ύστερα
όταν στήθηκα
για τη
φωτογραφία
φόραγα ένα
μάλλινο πουκάμισο
κι όχι τούτο
το χιτώνα
του
μετανοούντος.
--
Κατεβαίναν
ολοένα άγιοι
μ’ αρμαθιές
κλειδιά και με σαντούρια
με το
μαχαίρι στα δόντια.
Τότες οι
τοίχοι γίνονταν
σαν το
χειρόγραφο του Ερωτόκριτου
σπαραγμένο
από κονταρομαχίες.
Παντού τα
σύμβολα:
ο ιχθύς
το πουλί-
καλόγρια
η ανήκεστος
βλάβη.
Λαβωματιές
σαν κατακάθι του καφέ.
Άγγελοι
παιδιά κουρεμένα
τρώγανε ψωμί
και ζάχαρη.
Στη μέση η
Παναγιά
είχε ένα
στόμα πικραμύγδαλο
κρατώντας
απ’ τη μιά
ένα χάρτινο
μύλο
κι από την
άλλη
ένα μικρό
πλεούμενο
που μπορεί
να το λέγανε
«κι αυτό θα
περάσει»
ή πάλι
«ο Θεός μαζί
μας». σελίδες 342-345
Πληροφοριακά:
Λέγαμε ιστορίες
να κρατηθούμε ξάγρυπνοι.
Τζένη Μαστοράκη
Στο τρίτο αυτό σημείωμα για την
ποιήτρια και μεταφράστρια Τζένη Μαστοράκη, μία από τις σημαντικότερες
γυναικείες φωνές της Γενιάς του 1970, μεταφέρω τα τέσσερα ποιήματά της στον
τόμο «Κατάθεση ‘74» τα οποία δεν συμπεριλαμβάνονται στις κατοπινές επίσημες
ποιητικές της συλλογές. Όπως φαίνεται, η δημιουργός δεν τα θεώρησε κατάλληλα(;),
άξια(;), ότι μπορεί να ενταχθούν μέσα στο νέο της ωριμότητάς της ποιητικό κλίμα
(;), να τα συμπεριλάβει στα 4 συνολικά ποιητικά της βιβλία που κυκλοφόρησαν από
τις εκδόσεις «Κέδρος» μεταγενέστερα. Τα 4 ποιήματα, όπως και η ενότητα των
ποιημάτων της «ταμπλέτας» «Συναξάρι της αγίας νιότης» τα οποία δημοσιεύτηκαν το
1971 στην «ποιητική αντιανθολογία ‘71» του ποιητή και στιχουργού Δημήτρη
Ιατρόπουλου, από όσο γνωρίζω, έμειναν άστεγα (εννοώ εκδοτικά), αφημένα στην
τύχη τους, στην μοίρα τους και στην όποια αναζήτησή τους από τους ερευνητές και
γραμματολόγους, δοκιμιογράφους οι οποίοι ιχνογραφούν και σχηματίζουν το
ποιητικό της πορτραίτο. Αν μπορεί ποτέ να ολοκληρωθεί ολοκληρωτικά και τελειωτικά
η προσωπογραφία ενός Ποιητή ή αντίστοιχα μιάς καλλιτεχνικής δημιουργίας. Η
ύπαρξή τους μνημονεύεται γενικά, -(κάπως φλου)- αλλά δεν μεταφέρονται σε
περιοδικά ή γυναικείες ποιητικές ανθολογίες ή της Γενιάς του 1970 εργασίες,
μελέτες ανθολογικές συνάξεις (1) Επίσης,
δεν επισημάνθηκαν από τους σύγχρονους δεκάδες αναγνώστες και αναγνώστριες,
σταθερούς, ένθερμους φίλους της ποίησής της στο διαδίκτυο- ηλεκτρονικά
περιοδικά και ιστοσελίδες- άτομα αμφοτέρων των φύλων τα οποία έστερξαν να
εκφράσουν την ειλικρινή τους θλίψη τις αμέσως προηγούμενες καλοκαιρινές ημέρες που
η ποιήτρια έφυγε από κοντά μας. Παραβλέποντας όλοι μας-δημιουργοί και
αναγνώστες- το γεγονός ότι ακόμα και οι Ποιητές πεθαίνουν. Τίποτα δεν μένει
αιώνιο στην μνήμη της ανθρωπότητας. Από την πλευρά μου, καθώς τα ξαναδιάβασα,
ανέτρεξα σε αυτά ένιωσα την ίδια συγκίνηση όταν τα πρωτοδιάβασα εδώ και χρόνια,
με άγγιξαν σαν αναγνώστη της ποίησής της, μου μίλησαν. Και θεώρησα ατυχές εκ
μέρος μου που δεν τα είχα επαναπροσεγγίσει νωρίτερα, να τα αναρτήσω στα
Λογοτεχνικά Πάρεργα, να τα σχολιάσω όσο βρίσκονταν ακόμα εν ζωή η ποιήτρια.
Γιατί δυστυχώς ας μην κρυβόμαστε, η Ποίηση θέλει ακροατήριο και το κυριότερο
χρειάζεται να δίνουμε χαρά στον Ποιητή μνημονεύοντας το όνομά του, αναφέροντας
όπου χρειάζεται το έργο του, να μην τους θάβουμε, τους απαξιώνουμε, τους
λησμονούμε, τους σνομπάρουμε, τους αγνοούμε κατασκευάζοντας λογοτεχνικούς
επιβραβευτικούς Κανόνες Λογοτεχνικής Καθαρότητας, δημιουργώντας αυλές και μηχανισμούς αποκλεισμού όπως συμβαίνει πάντα, ακόμα και στις μέρες
μας. Βρήκα λοιπόν τα πρόωρα αυτά Ποιήματα καλογραμμένα και άξια να διασωθούν
πέρα από την εποχή τους και τα βιβλία που πρωτοδημοσιεύτηκαν. Έχουν μία
ατμόσφαιρα ξεχωριστή, μια θεματική ύλη η οποία προέρχεται από ένα βυζαντινό και
εκκλησιαστικό- θρησκευτικό περιβάλλον και παράδοση. (όπως φαίνεται, η διδακτική
παρουσία του καθηγητή της, ποιητή και βυζαντινολόγου, μεταφραστή Νικόλαου
Τωμαδάκη κατά την διάρκεια των πανεπιστημιακών της σπουδών πέτυχε τον στόχο
της). Το ύφος της είναι στρωτό, η γλώσσα της όχι τόσο παραγεμισμένη αλλά
λάμπουσα, διαθέτουν θαυμάσιες εικόνες άλλοτε οπτικής και άλλοτε ακουστικής
μαγείας. Είναι και αυτά εξομολογητικά της γυναικείας της φωνής.
Επαναδιαβάζοντας τα πρόωρα αυτά ποιήματα της ποιήτριας Τζένης Μαστοράκη, κοίταξα
με της όποιας επάρκειάς μου κριτικό βλέμμα να βρω στοιχεία, να
ανακαλύψω εσωτερικούς αρμούς και κρυφούς κώδικες, ποιητικά στίγματα τα οποία
στέκονται γέφυρα μεταξύ της τότε πρώτης ποιητικής της εμφάνισης και των
μεταγενέστερων επίσημων καταθέσεών της. Υπάρχει ενιαία άραγε γραμμή
επικοινωνίας, κατά την γνώμη μου ναι, υπάρχει. Αναρωτήθηκα αν τα ενδιαφέροντα
ακόμα και σήμερα, αυτά πρώτα της βαδίσματα αξίζει να επανέλθουν στην επιφάνεια
του ποιητικού χρόνου και απάντησα θετικά. Σήμερα, που έχει αλλάξει τόσο πολύ η
ποιητική αισθητική μας, οι τρόποι έκφρασής μας και όταν η σημαντική αυτή
γυναικεία ποιητική φωνή της Γενιάς του 1970, η θηλυκή γραφή, έχει καταξιωθεί
στην συνείδηση των δημιουργών και κριτικών της γενιάς της- και των αναγνωστών
της- με τις επόμενες ποιητικές της επίσημες και αναγνωρίσιμες καταθέσεις και
ιδιαίτερα, με την τελευταία της συλλογή, «Μ’ ένα στεφάνι φως» όπου
ολοκληρώνεται η ποιητική της παρουσία. Μία συλλογή η οποία τάραξε τα ποιητικά
νερά, προσέχθηκε ιδιαίτερα και αγαπήθηκε περισσότερο από τις άλλες τρείς, ακόμα
και από την δεύτερή της, «ΤΟ ΣΟΪ», Κέδρος 1978 όπου περιλαμβάνεται ο δεύτερος
κύκλος των ποιημάτων της «Τα Παραμύθια της Χαλιμάς», μία ενότητα 8 έμμετρων
ποιημάτων όπου από το ποίημα «Η Κάθοδος» δανείζομαι ως μότο στα πληροφοριακά
σχόλιά μου, το δίστιχο: «Λέγαμε ιστορίες/ να κρατηθούμε ξάγρυπνοι» σ. 37. Και
δεν είναι άστοχη η επισήμανση των κριτικών της, ότι με την συλλογή αυτή «Το
Σόϊ» αρχίζει η έμφυλη ποιητική γραφή στην Ελλάδα. Μία ποιητική συλλογή η οποία
εμπεριέχει αρκετά γενεαλογικά στοιχεία και αυτοβιογραφικές πληροφορίες της
οικογενειακής της κατάστασης καθώς ακτινογραφούνται τα θηλυκά κυρίως μέλη του
σογιού της. Δηλώνονται οι οικογενειακές της ρίζες, συγγενικά της πρόσωπα,
ημερομηνία γεννήσεώς της, τόποι προγονικοί, ενδυματολογικές και άλλες
συνήθειες, φαγητά, βαφτιστικά πρώτα ονόματα, πχ. «Ιφιγένεια» (η πρώτη επιλογή
του βαφτιστικού της ονόματος) και κλειστοί χώροι και περιβάλλοντα παλαιών
σπιτιών. Στην συλλογή αυτή, το ποίημα «Το ποτάμι» η Τζένη Μαστοράκη το
αφιερώνει στον ποιητή και μεταφραστή Άρη Αλεξάνδρου. Έναν κομμουνιστή μιάς
διπλής εξορίας έλληνα σημαντικό ποιητή και μεταφραστή τόσο από τους
ιδεολογικούς του αντιπάλους όσο και από τους ιδεολογικούς του συντρόφους.
Τα τέσσερα ποιήματα
που αντιγράφω παραπάνω, προέρχονται από τον τόμο «ΚΑΤΑΘΕΣΗ ’74» Β΄ έκδοση, ξυλογραφίες Γιώργος Βαρλάμος, των
παλαιών εκδόσεων Μπουκουμάνη, Αθήναι, Μάιος 1977, σελίδες 342- 345. [Υπεύθυνοι
για τη Σύνταξη: Στέφανος Μπεκατώρος- Κώστας Γ. Παπαγεωργίου. Σύμβουλος:
Κωστούλα Μητροπούλου. Επιμέλεια-Διόρθωση: Χριστινά Γιατζόγλου. Μακέτα
εξωφύλλου: Λίκα Φλώρου]. Στον ίδιο τόμο, των «Καταθέσεων ‘74», η ποιήτρια Τζένη
Μαστοράκη μεταφράζει και «Τέσσερα Ποιήματα» του Αμερικανού Beat ποιητή Allen Ginsberg: -“Kral Majales”- «Θάνατος στ’ αφτί του Βαν Γκόγκ!»-
«Σε παρακαλώ να ξαναγυρίσεις και νάσαι χαρούμενος»- «Στρίγγλισμα»., σελ.
181-193. Ο εκδοτικός οίκος «Μπουκουμάνη» την ίδια χρονιά, 1974 κυκλοφορεί στην
σειρά Σύγχρονη Ποίηση-2, Ποιήματα του Άλλεν Γκίνσμπεργκ σε εισαγωγή και
μετάφραση της ποιήτριας Τζένης Μαστοράκη. Η μετάφραση της Μαστοράκη είναι από
τις πρώτες της ποίησης του Αμερικανού Μπητ ποιητή στα ελληνικά αν δεν λαθεύω.
Στον πόκετ αυτόν μικρό τόμο των 168 σελίδων περιλαμβάνονται και οι μεταφράσεις
των «Καταθέσεων ‘74». Παρενθετικά να σημειώσουμε ότι την επιλογή της σειράς την
είχε ο ποιητής Στέφανος Μπεκατώρος, την επιμέλεια και τις διορθώσεις η ποιήτρια
Χριστίνα Γιατζόγλου ενώ το σχέδιο του εξωφύλλου-με την φωτογραφία του
αμερικανού ποιητή-η Λίκα Φλώρου. Πέρα από την κατατοπιστική εισαγωγή της Τζένης
Μαστοράκη για την αμερικανική γενιά των Μπητ, τους προδρόμους και την ιστορία
της, υπάρχει και ο Πρόλογος «για το Ουρλιαχτό για τον Καρλ Σόλομον», του
αμερικανού ποιητή William Carlos Williams. Παράλληλα στο οπισθόφυλλο
δημοσιεύονται ψήγματα ξένων κριτικών για τον Γκίνσμπεργκ. Πρώτο στην ωραία αυτή
ποιητική σειρά των εκδόσεων Μπουκουμάνη ήταν τα ποιήματα της Σύλβια Πλαθ.
Επιπρόσθετα
πληροφοριακά να αναφέρουμε ότι η «Κατάθεση ‘74» ανοίγει την αυλαία των σελίδων
της με ένα μικρό αφιέρωμα στον Μάρκο Αυγέρη, ενώ συμμετέχουν ακόμα και άλλες
νέες ποιητικές φωνές της Γενιάς του 1970, όπως ο ποιητής Νάσος Βαγενάς, η
ποιήτρια Χριστίνα Γιατζόγλου, ο Γιώργος Ζιαμπάκας, η ποιήτρια Νατάσα Χατζιδάκη,
η ποιήτρια και μεταφράστρια Κατερίνα Αγγελάκη- Ρουκ, ο ποιητής και ανθολόγος
Γιάννης Υφαντής, ο ποιητής Μίμης Σουλιώτης, ο ποιητής, κριτικός και εκδότης του
περιοδικού «Πλανόδιο» Γιάννης Πατίλης, (ο οποίος σε κριτική του για την
τελευταία της συλλογή δεν εκφράζεται θετικά για την ποίησή της), ο ποιητής,
εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού
«γράμματα και τέχνες», κριτικός και συγγραφέας μελετών της Γενιάς του
1970 Κώστας Γ. Παπαγεωργίου. Από την πόλη του Πειραιά, έχουμε την εμφάνιση του
ποιητή και κριτικού Νίκου Λάζαρη, του Πέτρου Νέμεση, του θεατρικού συγγραφέα
Κώστα Μουρσελά, της μυθιστοριογράφου και εισηγήτριας του αντιμυθιστορήματος Κωστούλας
Μητροπούλου, (ποιος δεν έχει ψελλίσει τους στίχους της «Ο Δρόμος»), του μουσικού
και συγγραφέα βιβλίων για το λαϊκό τραγούδι Κώστα Μυλωνά. Ένας εύρωστος τόμος
με πολιτικές αναλύσεις και κείμενα της εποχής, μεταφράσεις ποιημάτων του
χιλιανού ποιητή Πάμπλο Νερούντα, της αμερικανίδας Σύλβια Πλαθ, διαβάζουμε ένα
άρθρο για την Χιλή του Κώστα Χατζηαργύρη (πρόσφατο πραξικόπημα και ανατροπή του
εκλεγμένου σοσιαλιστή προέδρου Σαλβαντόρ Αλιέντε 1973). Για την Πεζογραφία του
λησμονημένου Ρόδη Ρούφου γράφει ο πεζογράφος και βουλευτής Σπύρος Πλασκοβίτης. Ο
ποιητής και εκδότης του περιοδικού «Τομές» Δημήτρης Δούκαρης δημοσιεύει τα
«Γράμματα του Καχτίτση», ο κριτικός κινηματογράφου Βασίλης Ραφαηλίδης γράφει το
κείμενο « Η ιστορία του θεσμού της λογοκρισίας και ο κινηματογράφος» και πολλά
άλλα ενδιαφέροντα θέματα. Ένας τόμος με ταυτότητα, καθρέφτης των πολιτικών και
πνευματικών πραγμάτων και καταστάσεων των χρόνων εκείνων και όχι μόνο, μετά την
μεταπολίτευση.
(1).,
Βλέπε ενδεικτικά:
- Εισαγωγή:
Αλέξης Ζήρας. Επιμέλεια: Δημήτρης Αλεξίου, «ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ 70», Εργογραφία των
ποιητών. Βασική κριτικογραφία. Αποσπάσματα από κριτικές. Ανθολόγηση ποιημάτων.,
εκδόσεις Όμβρος, Αθήνα 2001.
- Την αγγλόγλωσση ποιητική Ανθολογία
“Contemporary Greek Poetry” , σε μετάφραση, εισαγωγή, βιογραφικά στοιχεία και
σχόλια, του Κίμωνα Φράιερ, (Kimon Friar), The Greek ministry of Culture, Αθήνα 1985. Βλέπε σελίδες 414-419. Συνολικά ο Φράιερ
μεταφράζει 10 ποιήματά της.
-Την χρήσιμη
μελέτη της Karen Van Dyck, «η Κασσάνδρα και οι λογοκριτές» στην ελληνική ποίηση
1967-1990, μετάφραση Παλμύρα Ισμυρίδου, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2002 και ιδιαίτερα το
αυτόνομο 5ο κεφάλαιο: «Οι Ιστορίες
για τα βαθιά της Τζένης Μαστοράκη και το κλεμμένο γράμμα». Η Karen Van Dyck στέκεται-δίχως να αγνοεί τις άλλες-στην
συλλογή της Μαστοράκη «Ιστορίες για τα βαθιά», εκδ. Κέδρος 1983 για να στηρίξει
την θεωρία της περί γυναικείας φεμινιστικής γραφής ελληνίδων ποιητριών. Στην έρευνα
των έμφυλων σπουδών της. Ακόμα, ο πρώιμος αυτός ποιητικός λόγος δεν συμπεριλαμβάνεται
στον Ανθολογικό δίγλωσσο τόμο: “GREEK POETRY” 1900-2000. Των Peter Bien- Peter Constantine- Edmund Keeley- Karen Van Dyck. Introduction
by Peter Bien, A Note on Translation by Karen Van Dyck. Kimon Friar’s
translation edited by Matthew Jennett, Cosmos Publishing, Αθήνα 2004. Η Τζένη Μαστοράκη είναι η 84η στην σειρά και
ανθολογείται με ποιήματα από την 1η και την 3η ποιητική της
συλλογή. Ενώ, επίσης, να αναφέρουμε εν τάχει,
στις μελέτες και τα βιβλία τα οποία καταγράφουν την πορεία και τα Γενεαλογικά των
ποιητών και ποιητριών της Γενιάς του 1970 επίσης δεν συμπεριλαμβάνονται τα ποιήματα
της «Αντιανθολογίας ‘71» και της «Κατάθεσης ‘74». Βλέπε: - «Νεώτερη Ελληνική Ποίηση
1965-1980», Εισαγωγή: Αλέξης Ζήρας, εκδ. γραφή 1979. Τα ποιήματα της Τ. Μ. των
σελίδων 98-101 προέρχονται από τα «Διόδια» και την συλλογή «Το Σόϊ». Στην
συλλογή αυτή, ο κριτικός της ελληνικής λογοτεχνίας και μεταφραστής Αλέξης Ζήρας,
ρίχνει το κριτικό του βάρος στην μελέτη του: «ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΚΑ» για την ποίηση και τους
ποιητές του ’70, εκδ. Ρόπτρον, Αθήνα 1989. – Ο ποιητής και κριτικός Κώστας Γ. Παπαγεωργίου
στην δική του μελέτη «Η ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ‘70» Ιστορία- Ποιητικές διαδρομές, εκδ. Κέδρος
1989, στην σελίδα 128 μεταφέρει «Τά Παντρολογήματα». Από την πρώτη ενότητα 12
ποιημάτων της συλλογής «Το Σόϊ». Στην συλλογή αυτή αναγνωρίζουμε και έναν ομότιτλο
τίτλο «Των Αγίων Πάντων» της Μαστοράκη με τον Παπαγεωργίου. Αντίθετα, η φωνή της
Μαστοράκη δεν συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο «Η ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ» ποιητική ανθολογία
65-70 των Στέφανου Κ. Μπεκατώρου- Αλέκου Ε. Φλωράκη, εκδ. Κέδρος 1971, μια και
η «Αντιανθολογία» του ποιητή Δημήτρη Ιατρόπουλου, πρέπει να κυκλοφόρησε μεταγενέστερα
χρονολογικά μάλλον.
Συνοψίζοντας
εκείνο που γενικά θα γράφαμε είναι ότι, η ποίηση της Τζένης Μαστοράκη δεν πέρασε
απαρατήρητη όπως και οι μεταφράσεις της. Ο λόγος της δεν κάνει «ακροβασίες»,
ανεξάρτητα αν μας εντυπωσιάζει ή θαμπώνει με το πλούσιο και λαμπρό λεξιλόγιό της.
Ακολουθεί μία διαφορετική ποιητική διαδρομή από άλλες ποιητικές φωνές της Γενιάς
της-φυσικά υπάρχουν και οι αναγκαίες συγγενικές συγκλίσεις και προσμίξεις. Ενσωματώνει
μέσα στην γραφή της κτερίσματα της Δημοτικής μας παράδοσης και σκηνών και εικόνων
από την Παλαιά Διαθήκη, υλικό το οποίο διαπραγματεύεται με έναν προσωπικό
ξεχωριστό τρόπο. Αυτό μας φανερώνει η ιδιαιτερότητα της φωνής της, η θεματική
διαφοροποίησή της σε σχέση με εκείνες των συνομήλικων ομοτέχνων της, της Γενιάς
της. Προσκομίζει στην εποχή της έναν άλλον ποιητικό αέρα- πέρα από την
αναγνωστική δυσκολία που έχει η γραφή της- εμπεριέχοντας πολιτισμικά κοιτάσματα
άλλων παραδόσεων.
Θα τολμούσα
τέλος παρακινδυνευμένα να εκφράσω την γνώμη, ότι ακόμα και αν δεν είχε προσεχθεί
η ποιητική της παρουσία, η αφηγηματική δεινότητα αυτής της ελληνίδας «Χαλιμάς»
από σημαντικές κριτικές φωνές όπως των καθηγητών Γιώργου Π. Σαββίδη, Δημήτρη Μαρωνίτη,
του Αλέξη Ζήρα, του Ευγένιου Αρανίτση, του Γιάννη Δάλλα, του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου,
του Γιάννη Κουβαρά και αρκετών άλλων σημαντικών ονομάτων, η ποίησή της, είτε
στην πρώιμη κατάθεσή της είτε στην δεύτερη περίοδο της ωριμότητάς της, θα ήταν
αγαπητή, ελκυστική και θα προσέλκυε θετικά τους αναγνώστες της Ελληνικής Ποίησης
και της Γενιάς της.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, Τετάρτη
7 Αυγούστου 2024
Εν μέσω καύσωνος
και ο ανεμιστήρας να δουλεύει στο φουλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου