Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2020

Μιά παραγνωρισμένη γυναικεία ποιητική φωνή της Γενιάς του 1970

 

ΕΛΕΝΑ ΣΤΡΙΓΓΑΡΗ

(Αθήνα 9/5/1950- Αθήνα 8/10/2020)

      Δύο τηλεφωνήματα και μία συνάντηση που δεν πραγματοποιήθηκε, ήταν η γνωριμία μου με την ποιήτρια Έλενα Στριγγάρη. Το όνομά της μου ήταν γνωστό από τρείς διαύλους. Ο πρώτος, από ποιητές και ποιήτριες που την γνώριζαν και μου την είχαν αναφέρει. Ο δεύτερος, από το ετήσιο «ΧΡΟΝΙΚΟ» του Καλλιτεχνικού Κέντρου «ΩΡΑ». Και ο τρίτος, πάνε αρκετές δεκαετίες, όταν σε περίπτερα της Αθήνας κρέμονταν στην κυριολεξία στα μανταλάκια, κάτι πρωτόγνωρες για μένα ολιγοσέλιδες ποιητικές συλλογές σε μακρόστενο σχήμα. Ήταν οι εκδόσεις «Κούρος» (της δεύτερης περιόδου) που εξέδιδε ο «αντεργκράουντ» συγγραφέας Λεωνίδας Χρηστάκης, και του περιοδικού «Ιδεοδρόμιο». Οι τρείς αυτοί δίαυλοι, μου είχαν κάνει γνωστή την ποιητική παρουσία της Έλενας Στριγγάρη. Διαβάζοντας τα ποιήματά της, κυρίως, την δεύτερη ποιητική της συλλογή «Ακάλυπτος χώρος» σε τρία μέρη, εκδόσεις Δωδώνη 1974, σ. 72, δραχμές 80, παράλληλα με τα σκόρπια με τα οποία την είχαν ανθολογήσει σε ανθολογίες, (όχι πολλές), και ακόμα, τις ελάχιστες (από όσο γνωρίζω) επαναλαμβανόμενες πληροφορίες για το έργο της που συναντά κανείς σε εγκυκλοπαιδικά και βιογραφικά λεξικά ελλήνων δημιουργών, μου γεννήθηκε ένα ερώτημα. Γιατί η ποιήτρια αυτή της Γενιάς του 1970, (σύμφωνα με τα χρονικά όρια της γ΄ μεταπολεμικής γενιάς όπως τα έχουν ορίσει οι κατά καιρούς γραμματολόγοι) δεν αναφέρονταν συχνά από τους «επίσημους» ιστορικούς της ελληνικής λογοτεχνίας, τους γραμματολόγους, ανθολόγους, κριτικούς και μελετητές της ελληνικής  ποίησης και της γενιάς της; Τι ήταν αυτό που έκανε τους «επίσημους» κριτικούς και σχολιαστές να παραλείπουν την ποιητική της παρουσία; Να προσπερνούν τις ποιητικές της καταθέσεις, να μην συναντά ο αναγνώστης της ποίησης συχνά το όνομά της, στις σελίδες των Ιστοριών της Ελληνικής Λογοτεχνίας, των Ελληνικών Ανθολογιών. Παρά του ότι ποιήματά της έχουν μεταφραστεί και στο εξωτερικό. Συλλογιζόμουν αν αιτία ήταν η δική της παρουσία και τα λεγόμενά της, (όπως μας δηλώνουν αυτά που δημοσίευσε στο περιοδικό και ανάτυπο που έχω στα χέρια μου), οι δημόσιες απόψεις της και στάση της, απέναντι σε ένα ποιητικό και κριτικό κατεστημένο στην χώρα μας, που είχε καλλιεργηθεί τις δεκαετίες μετά την επτάχρονη δικτατορία και για αρκετά χρόνια μετέπειτα. Δεν ήταν αρεστή η αντισυμβατική φωνή της στους ομοτέχνους της που κρατούσαν τα ηνία του άρματος της κριτικής και της ανάδειξης των ποιητικών και συγγραφικών φωνών στην χώρα μας. Αν  έφταιγε ίσως, το κάπως ακατάστατο της ποιητικής γραφής της. Ή ακόμα, μήπως η κριτική ματιά της ποιήτριας, μεταφράστριας και ζωγράφου Νανάς Ησαΐα, και η κρίση της για την ποίησή της, προσδιόρισε την μετέπειτα δημόσια εικόνα του έργου της. Κάτι πάντως δημιούργησε την μη συχνή αναφορά της, και στο ότι οι πύλες της εξέτασης και αποδοχής του όχι μεγάλου έργου της, έμειναν σχεδόν κλειστές, για το ευρύ κοινό των ελλήνων αναγνωστών, σε σχέση με άλλες γυναικείες ποιητικές φωνές της εποχής της που εμφανίστηκαν στο ποιητικό στερέωμα τις δεκαετίες μετά το 1970. Ίσως ακόμα αιτία να υπήρξε η πληθώρα νέων γυναικείων ποιητικών φωνών που παρουσιάστηκαν εκείνες τις  δεκαετίες. Οι εκατοντάδες ποιητικές συλλογές που κυκλοφόρησαν, πριν ακόμα αρχίσει να οργανώνεται και να συστηματοποιείται το πεδίο της σύγχρονης ελληνικής ποίησης και να οριοθετούνται οι διαχωριστικές γραμμές, ή των πολλών και διασπασμένων λογοτεχνικών σωματείων θέσεις και επιλογές. Μια απορία, που με το θράσος του νεοφώτιστου αναγνώστη (τότε), της την εξέφρασα στην πρώτη μας κιόλας τηλεφωνική επικοινωνία. Την ποιήτρια αυτήν την έθαψαν, (όπως άκουγα να λεν) όπως και άλλες γυναικείες και αντρικές παρουσίες, τα διάφορα γνωστά και μη εξαιρετέα ποιητικά, κριτικά, εκδοτικά και των περιοδικών κατεστημένα της εποχής της. Απεφάνθησαν όπως μου είπε και η ίδια, ότι σαν ποιήτρια, ήταν από τις «δευτεροκλασάτες» ή «τριτοκλασάτες». Ότι η ποίησή της δεν έχει μεγάλες αντοχές, δεν είναι ομοτράπεζη άλλων γυναικείων και αντρικών φωνών. Μου ανέφερε ονόματα γνωστών ποιητών και κριτικών που είχαν εκφραστεί για την ποιητική της παρουσία. Το «σινάφι», ή αν θέλετε, τις κλειστές παρεούλες των κριτικών και ποιητών που αποφάσιζαν και αποφασίζουν για τον ποιητικό κανόνα της ελληνικής ποίησης (κάτι σαν τις κλειστές λέσχες των άγγλων αριστοκρατών), και οι απόψεις και θέσεις τους, οι αποκλεισμοί τους, γίνονταν αποδεκτοί από τα διάφορα δημοσιογραφικά συγκροτήματα δημόσιας προβολής. Κάτι ανάλογο,  μου είχε επισημάνει να προσέξω και μια άλλη ποιήτρια και επιμελήτρια του Βιτγκενστάιν, η Μ. Κ., όταν τις μίλησα για πρώτη φορά για την ανθολογία και γραμματολογία που ήθελα να γράψω για τις ελληνίδες ποιήτριες, συνεχίζοντας το έργο της ποιήτριας και λαογράφου Αθηνάς Ταρσούλη. Μιάς φωνής, που ακόμα και από τις ελληνίδες ποιήτριες, μάλλον έχει λησμονηθεί η προσφορά της. «Γιώργο, δούλεψε δημοκρατικά, όλες οι φωνές έχουν την αξία τους. Άσε πίσω σου τα διάφορα λογοτεχνικά «κυκλώματα» και τις «φιλικές παρεούλες», που δεν επιτρέπουν να ακουστεί νέα ποιητική φωνή αν δεν την εγκρίνουν οι ίδιοι, δεν είναι του γούστου και της αισθητικής τους». Άκουγα συχνά να μου εκφράζουν με παράπονο ποιήτριες και ποιητές. Μια λογοτεχνική κατάσταση και ένα ποιητικό περιβάλλον που γνώριζαν καλύτερα-εκ των έσω-οι μεγαλύτερες ηλικιακά ποιήτριες και ποιητές, που είχαν ανδρωθεί ηλικιακά μέσα στην επτάχρονη δικτατορία. Η Έλενα Στριγγάρη μου εξέφρασε και το δικό της παράπονο. Φάνηκε διστακτική απέναντί μου που την αναζήτησα, να εκπλήσσεται που ένας νεότερος αναγνώστης της ποίησης  έδειξε ενδιαφέρον για την ποίησή της, αναζήτησε και αγόρασε σε παλαιοπωλεία δύο της ποιητικές συλλογές και ένα ανάτυπό της που συνάντησε από το περιοδικό «ΤΑ ΤΕΤΡΑΜΗΝΑ» από την Άμφισσα που δεν γνώριζα-εκείνα τα χρόνια την παρουσία του. Της ανέφερα ότι διάβαζα το περιοδικό του Λεωνίδα Χρηστάκη και η κουβέντα μας στράφηκε περισσότερο, στο κλίμα και την ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης. Της είπα ότι αναζητούσα και συγκέντρωνα πληροφορίες και στοιχεία για την ελληνική ποίηση, ότι αγόραζα σποραδικά το περιοδικό «Σήμα» τα «Νέα Σύνορα» τον «Σχολιαστή» και άλλα λογοτεχνικά έντυπα. Δυστυχώς, όταν χρόνια μετά, συνάντησα ένα μεγάλο αριθμό τευχών από το περιοδικό τα «Νέα Σύνορα» ο ιδιοκτήτης του ζητούσε μια τιμή για την αγορά τους, που ήταν αποτρεπτική για το δικό μου βαλάντιο. Ένα άλλο χρήσιμο περιοδικό της εποχής της επταετίας, τον «Λωτό», έβρισκε κανείς σκόρπια τεύχη του,-σε τσουχτερή τιμή, σε περίπτερα κοντά στην πλατεία Ομονοίας, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και σε παλαιοβιβλιοπωλεία της Αθήνας και το Μοναστηράκι. Στο δεύτερο τηλεφώνημα είπαμε να συναντηθούμε, να την επισκεφτώ και να μιλήσουμε για το έργο της. Διαισθάνθηκα ότι ένιωθε κάπως ξένη, «παραμελημένη» πλέον, από το σύγχρονο περιβάλλον της ελληνικής ποίησης. Η συνάντηση αυτή δεν πραγματοποιήθηκε.

       Η Έλενα Στριγγάρη, η ποιήτρια Έλενα Στριγγάρη, υπήρξε μια αντισυμβατική, αντικομφορμίστρια φωνή της εποχής της. Αυτό φαίνεται από την πρώτη κιόλας στιγμή που θα πιάσουμε συλλογή της στα χέρια μας, θα διαβάσουμε ποίημά της, στίχους της. Μια θηλυκή δυναμική φωνή της εποχής της τολμηρή, αλλά μάλλον, ποιητικά σκόρπια, ανοργάνωτη. Υφαίνει μια ποίηση μάλλον άταχτα δομημένη και την καταθέτει πάνω στην λευκή σελίδα χωρίς να την ενδιαφέρει να την «σουλουπώσει», να τις ρίξει ένα δεύτερο βλέμμα, να την χτενίσει. Να ισορροπήσει τους στίχους που φέρουν μέσα τους ένα θερμό ρεύμα συγκίνησης,, έναν έντονο γυναικείο ερωτισμό, μια απαλότητα νοσταλγικού ύφους. Οι στίχοι της δομούνται πάνω σ’ έναν ποιητικό πυρήνα που ελεγχόμενος μας δίνει εξαιρετικές ποιητικές εικόνες, τρυφερές στιγμές γυναικείας αισθαντικότητας, ερωτικής τρυφεράδας, αναγωγές σε δρόμους της φαντασίας και ονειρικών αισθήσεων, που οι περισσότεροι έχουμε ζήσει. Και σε στοίχους, που αν έλειπαν από το ποιητικό σκηνικό, από τον συνολικό καμβά του λόγου της, θα βοηθούσαν την ποιητική μονάδα ή σύνθεση να ανασάνει. Δεν θα την βάραιναν φορτικά χωρίς λόγο και ποιητική αιτία. Ορισμένα της ποιήματα σκοντάφτουν πάνω σε επικαιρικές της σκέψεις και όχι σε ουσιαστικά διαχρονικά ποιητικά ριζώματα. Το βλέμμα της είναι γυναικείο και αυτό φαίνεται από την πρώτη στιγμή, στην εκ των υστέρων εσωτερικές της αναπολήσεις ή σύντομες εξομολογήσεις. Εκφράζει την γυναικεία χειραφέτηση, ευαισθησία, αισθαντικότητας, λύπη, νοσταλγία, τον προσωπικό της τρόπο που βίωσε τον έρωτα ή την απώλειά του, την αναμονή του. Δεν φτάνει ασφαλώς σε επίπεδα προκλητικής χειραφέτησης του γυναικείου λόγου που αναγνωρίζουμε στην ποιητική γραφή της Βερονίκης Δαλακούρα, ούτε απλώνεται και στην συνηγορία υπέρ της αντρικής πλευράς, την υποστήριξη των ερωτικών δικαίων του άλλου φύλου, όπως έχουμε σε ποιήματα της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ. Είναι αν δεν λαθεύω στην ερμηνεία μου, σαν να θέλει η ποιήτρια Έλενα Στριγγάρη να φτερουγίσει σε έναν άδειο ουρανό ενώ βαδίζει πάνω σε μια έρημη γη. Κάτι που κρατά το θυμικό της σε εγρήγορση και έξαψη. Ο λόγος της Έλενας Στριγγάρη είναι θυμωμένος, στασιασμένος απέναντι στο σύστημα και τους κατεστημένους απάνθρωπους μηχανισμούς του. Δεν φτάνει όμως στην ακραία εκδοχή της αντισυμβατικότητας και στάσης που έχει η έντονα πολιτικά οργισμένη φωνή της Κατερίνας Γώγου ενάντια στο καπιταλιστικό σύστημα στις πολλαπλές του κοινωνικές εκδοχές και εκφάνσεις. Και φέρνοντας ακόμα παράδειγμα από τις αντρικές ποιητικές φωνές, δεν διαθέτει το εύρος της πολιτικής διάστασης που έχει το μεγαλύτερο μέρος του έργου του Γιάννη Ρίτσου. Δεν είναι αντιστασιακά χρωματισμένη όπως η γραφή του Μανόλη Αναγνωστάκη. Είναι μια εξεγερμένη ποίηση μιας νεαρής σε ηλικία ποιήτριας που την κυοφόρησε το επτάχρονο στρατιωτικό καθεστώς και οι σκοτεινές κοινωνικές συνθήκες του. Μια νεανική γυναικεία γραφή και ποιητική κατάθεση, που κινείται μέσα στο κλίμα των υπολοίπων ποιητών της γενιάς του 1970, με ατομική στάση και υπευθυνότητα απέναντι στα προβλήματα της εποχής της. Η ποιητική φωνή της Έλενας Στριγγάρη, μάλλον δεν εξελίχθηκε οραματικά, ελάχιστα θεματικά, άνοιξε έναν καθαρά προσωπικό της δρόμο και τον πορεύτηκε μέχρι τέλους. Όπως αντίστοιχα, πολλές από τις ποιητικές φωνές της γενιάς του 1970 ποιητικά και συγγραφικά σίγησαν, περάτωσαν από μόνοι τους την ποιητική τους σταδιοδρομία. Δεν δημοσίευσαν ξανά σε περιοδικά ή έντυπα. Ένιωσαν ότι δεν είχαν τίποτε πλέον να πουν, να κομίσουν στους καινούργιους ποιητικούς καιρούς που ανέτειλαν στον ορίζοντα.

Η Έλενα Στριγγάρη τοποθετεί ή εγκλωβίζει μάλλον την ποιητική της νομιμότητα σε ένα εκφραστικό ναρκοπέδιο, μέσα σε ένα πεδίο φράσεων και στίχων επικαιρικών δηλώσεων, που αλλοιώνουν την σύνολη εικόνα της σύλληψης της σύνθεσης. Φαίνεται σαν να εξομοιώνει το ουσιαστικό με το μη καίριο ποιητικά. Η συμβατικότητα της κοινωνίας μεταφέρεται στο σκηνικό των εικόνων και των αποτυπωμάτων πολλών στίχων της, χωρίς όμως να αποφορτίζουν το βάρος του αρνητικού φορτίου που μεταφέρει η σκέψη της. Διαχέεται με τρόπο όχι αρμονικό πάντα και αλλοιώνει την ποιητική της, την βαθειά της συναίσθηση για την ευθύνη που έχει ένας ποιητής απέναντι στο σύστημα, την κοινωνία. Να πληρώσει το όποιο τίμημα. Ή μάλλον, πληρώνοντας το ανάλογο τίμημα από τους γύρω του, που προσαρμόστηκαν ομαλά ή συμβιβάστηκαν. Αντίθετα, ο μη συμβιβασμός, η οξεία κριτική έχει κόστος. Την εξορία από τα κοινά. Την αγνόησή σου από τους άλλους. Μια φωνή αντισυμβατική που θα μένει εξόριστη ακόμα και από την κοινωνία και πολιτεία των ποιητών. Η ποίηση της Στριγγάρη απομυθοποιεί σε πολλές της στιγμές, ακόμα και την ίδια της την φωνή, διαμορφώνει με έναν ατομικό δικό της τρόπο την δομή της σύνθεσής της, την ποιότητα της γραφής της. Το εννοιολογικό της περιεχόμενο. Την αποδομή αναδεικνύοντας έναν καταιγισμό αντισυμβατικών σκέψεών της μέσα στην εικονογραφία της, επιδιώκοντας όχι μόνο να σταθεί ένα ισχυρό ανάχωμα ενάντια στο κατεστημένο αλλά να ενεργοποιήσει στην συνείδηση του αναγνώστη την βούληση την επιθυμία για ένα καλύτερο αύριο, για ένα δικαιότερο μέλλον της κοινωνίας και των ανθρώπων. Ο λόγος της δεν είναι μία πρόταση συμβιβασμού αλλά ρήξης απέναντι σε οτιδήποτε εμποδίζει την προσωπική της ελευθερία. Μια αφύπνιση που αναπτύχθηκε μέσα σε δύσκολους πολιτικά καιρούς. Η ομορφιά της ποίησής της δεν είναι πληρεξούσιος μια ξένης αντιστασιακής ιδιοκτησίας αλλά μια φωνή ιδιοκτήτρια, αυθεντικά αντικομφορμιστική και δυναμική. Ακόμα και στις γεμάτες πόθο και ερωτική νοσταλγία ερωτικές της στιγμές χαράς και θλίψης. Τα ποιήματα της Έλενας Στριγγάρη, όχι αυτά τόσο που είναι μεγάλης πνοής, που μακρηγορούν μέσα σε ένα πλέγμα λεκτικής ορισμένες φορές αοριστίας, αλλά εκείνα που έχουν μικρότερη φόρμα, και η ποιήτρια διαχειρίζεται και επεξεργάζεται ανετότερα, της πηγαίνει καλύτερα να διατυπώνει τα συναισθήματά της και τις σκέψεις της σε μικρής φόρμας ποιητικές μονάδες,, δεν εκφράζουν έναν κόσμο μεταφυσικής κανονικότητας, μιας πανάρχαιας εθιμικής τάξης που καθορίζει την ανθρώπινη μοίρα, της δίνει το στίγμα αναφοράς της, παρά συγκροτούν ένα πλέγμα αλλοτριωμένων μορφών και καταστάσεων, που με την συνειδητοποίησής τους, ερμηνεύουν το περιβάλλον και την εποχή τους. Είναι μια ποίηση ανθρωπιστική με πινελιές υπαρξιακής διάθεσης που μας σηματοδοτεί την κανονικότητα της ανθρώπινης πραγματικότητας και συμπεριφοράς. Η ποιητική της όψη είναι ναι, σε πολλά της σημεία κακοτράχαλη, δεν είναι όμως παραπλανητική των στόχων της. Μεταφέρει την αλήθεια και την αυθεντικότητα της ίδια της ποιήτριας, του χαρακτήρα της, της γυναικείας της φυσιογνωμίας και στάση ζωής. Στα μεγάλης ανάσας ποιήματα η ποιήτρια ταλαντεύεται, χάνει την ισορροπία της, ενώ αντίθετα ο βηματισμός της είναι σταθερός στα μικρότερης πνοής, σε φόρμες που ελέγχει και μπορεί να διαχειρίζεται καλύτερα. Σε αυτές της τις συνθέσεις, στις σύντομες εικόνες της, σε στιγμές που αντιμετωπίζει τα αδιέξοδα με τα μάτια της ψυχής της και όχι του μυαλού της, αναδεικνύονται οι γυναικείες χειρονομίες των ερωτικών προβολών, την αλήθεια των συναισθημάτων της, ότι πιο πηγαίο και αληθινό διατηρεί το βλέμμα της. Ερωτική τρυφερότητα και αναπόληση χαμένων στιγμών, νοσταλγία της προγενέστερης ερωτικής πληρότητας, επιθυμία για επαναπροσέγγιση. Η σύνολη εικόνα της ποιητικής της προσφοράς θεωρώ ότι είναι μιά υπολογίσιμη γυναικεία κατάθεση της γενιάς της, παρά τις όποιες θεμιτές μας ενστάσεις και επιφυλάξεις. Αξίζει ο επαναπροσδιορισμός της μέσα στο πλέγμα και τα σύνορα των ποιητικών αναφορών της γενιάς της και η επαναφορά της στην επιφάνεια του ποιητικού χρόνου. Η επικαιροποίησή του λόγου της θα μας βοηθήσει να προσεγγίσουμε εκ νέου τις γυναικείες αυτές ποιητικές φωνές των προηγούμενων ποιητικών γενεών, που έμειναν στην αφάνεια και θα μας βοηθήσει να αξιολογήσουμε εκ νέου φωνές που είχαμε μέχρι σήμερα παραγνωρίσει. Αποδυναμωμένοι στίχοι και ποιητικές φόρμες δεν συναντάμε μόνο στο δικό της ποιητικό έργο, αλλά και σε πλήθος άλλων γυναικείων και αντρικών φωνές της γενιάς του 1970, που διατηρήθηκαν στην ποιητική επιφάνεια όχι γιατί άξιζαν την τιμή, αλλά γιατί δικαίωναν άλλα κριτήρια, κάλυπταν άλλες πνευματικές ανάγκες.  Η Ποίηση της Έλενας  Στριγγάρη φέρει την προσωπική της σφραγίδα, την ταυτότητα του ύφους της, και αυτό δεν είναι αμελητέο ούτε αδιάφορο, όταν όλα γύρω μας ισοπεδώνονται με γδούπο. Η πρώτη ύλη της ποίησής της προέρχεται από την ίδια την ζωή και τα προβλήματά της, τα αδιέξοδά της, τις αντιφάσεις της, και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Η ζωή ούτως ή άλλως, είναι ρημαδιασμένη πλέον στις σύγχρονες κοινωνίες μας, μιά παρακμή εν εξελίξει, και ο ποιητής, δεν είναι παρά ένας ακόμα θεατρίνος πάνω στο θεατρικό σανίδι της κοινωνίας και του πολιτισμού, που μας αφηγείται κάθε φορά το ίδιο παραμύθι αλλιώς.   

Έργα

1.Ποιητική Ανθολογία Νέων Ποιητών, Αθήνα, Μάης 1968

2.Υπό το φώς των προβολέων, φωτογραφίες: J. Dingly, σ. 22, αφιέρωμα του περιοδικού Κούρος 1970/ ν. 19/1973

3.Ακάλυπτος χώρος, σε τρία μέρη, σ.72, Δωδώνη 1974

4.Ανοιχτή επιστολή στους: Αργυρίου, Ζάννα, Αλ. Κοτζιά, Σινόπουλο και CIA, Άμφισσα 1974. (Ανάτυπο από τα «ΤΕΤΡΑΜΗΝΑ» τεύχος 2, σελίδες 181-190)

5.Εν Πλω και ακυβέρνητα, Αρμός 2009

6.Αντιχουντικά μέσα στη χούντα. Της γενιάς της αμφισβήτησης, Διάγραμμα 2017

Ενδεικτικές πληροφορίες

-Στριγγάρη Έλενα, ΜΙΚΡΟ ΕΝΘΥΜΙΟ ΜΑΓΕΙΑΣ ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΒΡΑΔΙΩΝ. ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ. «Μπαλαντέζα» (Ανθολογία από τις βραδιές Ποίησης και Μουσικής) Νομαρχία Αθήνας, 1990.

«… Δεν δουλεύω για το δημόσιο. Πρώτη φορά μου συνέβη. Και γρήγορα κατάλαβα γιατί επέμεναν φίλοι, που είχαν εμπειρία, να το αποφύγω… Οι ταλαιπωρίες, οι απογοητεύσεις πολλαπλασιάζονται. Τα εμπόδια πληθαίνουν. Κονδύλια που πάνω τους είχες βασιστεί για κάτι καλύτερο, τελικά-παρά τις διαβεβαιώσεις-δεν εγκρίνονται. (Πόσο μάλλον που, θα θυμάσθε το κλίμα των ημερών, είχε αποφασισθεί να «παγώσει» οποιαδήποτε κρατική δαπάνη). Έτσι και τα λάθη των άλλων (π.χ. αυθαιρεσίες του τυπογραφείου) που αρνούνται να τα διορθώσουν χωρίς αμοιβή, γιατί και κανένας αρμόδιος περιέργως δεν τους ζητά ευθύνες, υποχρεώνεσαι να τα επωμισθείς και, κάνοντας αλλαγές στη μορφή, να προσπαθήσεις όσο γίνεται να τα καλύψεις… Παραιτήθηκα τουλάχιστον 2 φορές θυμάμαι! Ποιητές που φοβόντουσαν το ακόμη χειρότερο, επέμεναν πως είχα χρέος απέναντι σ’ όσους μου εμπιστεύθηκαν τη δουλειά τους, να συνεχίσω να συνεργάζομαι προκειμένου η ανθολογία εκδοθεί όσο το δυνατόν καλύτερα. Αλλά συνέχισα και γιατί αγάπησα το βιβλιαράκι αυτό…..», σ. 374-382.  Στην σελίδα 394 ο καθηγητής Παναγιώτης Δ. Μαστροδημήτρης, παρεμβαίνει με λεγόμενά του στην εισήγηση της Έλενας Στριγγάρη.

Βλέπε: ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΕΝΔΕΚΑΤΟΥ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ ΠΟΙΗΣΗΣ. ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΑΝΘΟΛΟΓΙΕΣ. Πανεπιστήμιο Πατρών 5-7 Ιουλίου 1991, εκδ. Αχαϊκές Εκδόσεις –Πάτρα 1993.

-Στριγγάρη Έλενα -ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ: «ΜΗΝ ΠΕΙΣ…»

ΜΗΝ ΠΕΙΣ…

Άκουσε, εγώ εκείνους τους ανέμους πού μου εμπιστεύθηκες

τους φυλάω ακόμα. Μη λάχει και ξεφύγουνε και κινδυνέψεις

στο ταξίδι σου από εδώ μέχρις εκεί πού ονειρεύτηκες.

Όμως, εσύ, το ξέρω, όσα δικά μου σου εμπιστεύθηκα

στα σκοτεινά-βεγγαλικά δεξιά κι αριστερά τα τίναξες.

 

Γι’ αυτό μην αύριο πείς πώς τάχα δεν με πρόδωσες.

Μην πείς πώς σού είναι ξένη η θλίψη μου.

Μην πείς πώς δεν ευθύνεσαι για το πυρπόλημά μου…

 

Πρωτίστως, μη με κρίνεις!

       Ιούνιος 1973

ΧΡΟΝΙΚΟ ’73. Καλλιτεχνική πνευματική ζωή. Ετήσια Έκδοση Κριτικής Ενημέρωσης. Σεπτέμβριος ’72- Αύγουστος ’73. Τόμος 4ος, σ. 82 Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο Ωρα, Αθήνα 1973.

-Στριγγάρη Έλενα. (Αθήνα 1950). Από τη συλλογή της «Υπό το φώς των προβολέων», εκδ. Σύγχρονη Πνευματική Συντροφιά 1970. Μότο του βιβλίου, απόσπασμα από τον Κάφκα: Ο δρόμος της αλήθειας περνάει πάνω από ένα σκοινί που δεν είναι τεντωμένο σε μεγάλο ύψος, αλλά ακριβώς λίγο πιο πάνω από τη γη. Φαίνεται προορισμένο για να σκοντάφτουν οι άνθρωποι παρά για να βαδίζουν πάνω σ’ αυτό., σ. 125.

Ποιήματα: «ΠΑΡΕ ΜΕ ΠΙΣΩ» Α΄ Δ΄, ΙΓ΄, «ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ», σ. 106-108

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ

Οι τρείς εκκλησίες αράχνιασαν.

Οι άγιοι Σκυθρωποί

και τα λουλούδια γέρνουν σ’ αυθόρμητο επιτάφιο στόλισμα.

Κι αυτά τα ερείπια

μήτε τη δυστυχία δεν μπορούν να μιλήσουν πιά,

λίγη-λίγη τα πουλιά την κλέβουν,

που αγαπάνε τους φυλακισμένους τα πουλιά,

και τους την πάνε,

για ν’ αστράψει η στίλβη στ’ άνυδρα χείλη

και χαρμόσυνα να χτυπήσουν τα κουτάλια στα κάγκελα

κι αυτά τα ερείπια

μήτε τη δυστυχία δεν μπορούν να μιλήσουνε πιά…

                Μας απόμεινε μόνο ένα τάμα

                τάχα κρεμασμένο στο εικονοστάσι της γωνίας

                με χαραγμένα πάνω τα ονόματά μας

                -έτσι καθώς φουντώνει το φεγγάρι

                τ’ ασημένιο του-

                να προκαλώ τα βράδια τα δάκρυα…

 

Εκεί που φυραίνει το δάσο,

στον κάμπο,

στις τρείς εκκλησιές,

εκεί,

λειτουργώ τ’ αναστάσιμο βράδυ

συντροφιά με τις άναρθρες φωνές των τριζονιών,

εκεί λοιπόν, που φυραίνει το δάσο,

στον κάμπο,

στις τρείς εκκλησιές,

εκεί να μου ‘ρθεις τ’ αναστάσιμο βράδυ,

γιορτάζω, ξέρεις, το μνημόσυνό μου…   

ΣΤΕΦΑΝΟΥ Κ. ΜΠΕΚΑΤΩΡΟΥ- ΑΛΕΚΟΥ Ε. ΦΛΩΡΑΚΗ, Η ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ ποιητική ανθολογία 65-70, εκδ. Κέδρος 1971

΄-Στριγγάρη Έλενα. Γεννήθηκε το 1950 στην Αθήνα. Σπούδασε στη σχολή Βακαλό και σε σχολή ηλεκτρονικών υπολογιστών. Έχει εκδόσει α) τις ποιητικές συλλογές «Υπό το φως των προβολέων» (1970), «Ακάλυπτος χώρος» (1974), β) την «Ποιητική Ανθολογία Νέων» (1968), καθώς και το περιοδικό «Κιβωτός Τέχνης» (1969).

«Υπάρχουν στίχοι στα ποιήματα της Σ. που δείχνουν ότι εδώ υπάρχει μια προσωπική φωνή- ένας τόνος δικός της-κάτι από τα πιο σπάνια πράμματα στην ποίηση. Αλλά είναι τόσο διάσπαρτοι και τόσο χαμένοι μέσα σε αφόρητα κακούς στίχους που στο τέλος να μην ξέρει κανείς τι να συμπεράνει για τη δουλειά της… Πάντως όπως είπα υπάρχουν και στίχοι που δείχνουν μια νέα και εντατική όραση».  Νανά Ησαΐα (Νέα Σύνορα 13/1971)

Ποιήματα: «Ωδή στη νεύρωση».-«Διάγνωση»-«Εγώ κι ο μέγας αστυνόμος»- «Το Σάββατο» από (Η Νέα Ποίηση 4), σελ. 246-250

ΩΔΗ ΣΤΗ ΝΕΥΡΩΣΗ

Νεύρωση,

δώρο πολύτιμο

της οικογένειας

και της κάθε «Καλημέρας» που είπα.

Νεύρωση θεϊκή

του Ρεμπώ, του Καρυωτάκη,

του Μαγιακόφσκυ και του Πάουντ,

(νίκη και ήττα τους,

Γεννήτρια φωτός

μονταρισμένη στο σκοτάδι)

σε σένα πρόσχομαι,

που στεφανώσαν οι ιδέες,

η Εκκλησία και το τάγμα των μαρτύρων

πού επάνδρωσες,

δύναμη να μου δώσεις

να πιάσω τον Θεό

από τ’ αυτιά.  

ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ: Εισαγωγή-Ανθολόγηση. ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ’70. Α΄ Ποίηση, εκδ. σίσυφος 1979

-Στριγγάρη Έλενα. (Αθήνα, 1950): Ποιήτρια. Σπούδασε στη σχολή Βακαλό και σε σχολή ηλεκτρονικών υπολογιστών. Εξέδωσε το περιοδικό Κιβωτός Τέχνης (1969).

Έργα: Υπό το φως των προβολέων (1970). Ακάλυπτος χώρος σε τρία μέρη (1974) [πμ.]. Ποιητική ανθολογία νέων (1968, με τους Τ. Σπηλιάκο. Στ. Μελισσινό). Μπαλαντέζα (1990) [ανθολ.]

Η ποίησή της επηρεασμένη από τις συνθήκες που διαμόρφωσε η δικτατορία του 1967, χαρακτηρίζεται από εξωστρέφεια, κοινωνικό προβληματισμό και άρνηση των κυρίαρχων κοινωνικών αξιών.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ ΓΑΡΑΝΤΟΥΔΗΣ, ΛΕΞΙΚΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ, εκδ. Πατάκη 2007, σ. 2092.

-Στριγγάρη Έλενα. Ποιήτρια. Γεννήθηκε το 1950 στην Αθήνα και σπούδασε γραφικές τέχνες, Η παρουσία της στον χώρο της ποιήσεως δηλώθηκε το 1967, όταν τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο στον πανελλήνιο διαγωνισμό που οργάνωσε ο Αντώνης Σαμαράκης. Το 1968 με συνεργασία του Τάκη Σπηλιάκου εξέδωσε την «Ποιητική Ανθολογία Νέων» και τον επόμενο χρόνο το περιοδικό «Κιβωτό της Τέχνης». Το 1970 οργάνωσε έκθεση ποιητικού κολλάζ. Την ίδια χρονιά βγήκε και το βιβλίο της «Υπό το φώς των προβολέων» με ένα μεγάλο συνθετικό ποίημα («Μια ποιήτρια στην πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας») και τέσσερα μικρότερα («Αποχαιρετισμός», «Πάρε με πίσω», «Σημείο της ταύτισης του άσπρου με το μαύρο», «Οι 3 εκκλησίες»). Το εκδοτικά ιδιόμορφο βιβλίο της συγκροτείται εκτός από τους στίχους και από ασπρόμαυρες εικόνες εναρμονισμένες με την όλη θέση της ποιήτριας’ και η πνευματική και ιδεολογική της θέση βρίσκεται στην προμετωπίδα του βιβλίου της: Φράντς Κάφκα: «Ο δρόμος της αλήθειας περνάει πάνω από ένα σκοινί πού δεν είναι τεντωμένο σε μεγάλο ύψος, αλλά ακριβώς λίγο πιο πίσω από τη γη. Φαίνεται προορισμένο περισσότερο για να σκοντάφτουν οι άνθρωποι παρά να βαδίζουν πάνω σ’ αυτό». Η ποίησή της, εκτός από ευαισθησία, έχει οπωσδήποτε και τη σφραγίδα της πνευματικότητας και της οξείας διερευνήσεως των αντικειμένων της.

ΥΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΤΩΝ ΠΡΟΒΟΛΕΩΝ

Είδα τον Ποιητή

Κάτω στη γέφυρα

-έγνοια των συντρόφων

η ισάδα των τετάρτων του ψωμιού.-

 

το στήθος του

ξέχειλη γούρνα περηφάνειας

στα μάτια του

η πάλη του χρυσού, των σταχυών και του ήλιου

τα δόντια του

καλοδιαλεγμένα βότσαλα του θαλασσόκαμπου

στα δόντια του η κραυγή του

«Αδέρφια…»

 

Μα η προσοχή μόνο στα ζάρια

που αρμενίζουν στην κουβέρτα

-βενετσιάνικα καράβια-

 

κι  απόμεινε αυτός, ο πέμπτος,

με ξεροκόμματο λεπτό δυό δάχτυλα

να σφενδονίζει στον τοίχο τη μοναξιά του

πού ανακλούσε πίσω

κι απέ απ’ την αρχή.

 

Πήρε τα καλντερίμια

στο στήθος την κιθάρα

έτσι πού η κραυγή στο στόμα της

να ‘ρχεται ίσα απ’ την καρδιά.

Ξυπνήσαν τα παράθυρα απ’ την περπατησιά του…

μά ό,τι στάθηκε να τραγουδήσει

τ’ οργάνου τις χορδές

-ένα μπουκέτο μαραμένα κρίνα

Βουβά πρίν να μιλήσουν=

ένα πουλί σαϊτεψε.

 

Εκόντευαν μεσάνυχτα

σαν είπε να φερθεί πατριωτικά,

σαν είπε να ξεθάψει

μιά φούχτα απ’ το ιερό μας χώμα

πού σαπίζει κάτ’ απ’ την άσφαλτο.

Μ’ απόμεινε η αξίνα τεντωμένη στ’ άστρα

κι αυτός στη γωνία

σύρθηκε και λιθοβολήθηκε

-προδότης του Κατεστημένου γάρ-

και λίγο πρίν

οι πληγές ξεράσουν την ψυχή του

«Αδέρφια…» άρχισε,

και σβήσαν τα φώτα

κι έπεσεν η αυλαία.

 

Έφυγαν όλοι

κι έμεινα μόνη εγώ κοντά σου

φίλε μου, αγύρτη αετέ

να σου χαϊδεύω τα μαλλιά,

να σου γυρίζω το κεφάλι στο φεγγάρι,

τα πόδια στην Ανατολή,

να σε στολίζω δάκρυα που σ’ έλεγαν αητόπουλο

να σε στολίζω δάκρυα που ουρλιάζαν:

ΒΕΝΤΑΛΙΑ ΝΑ ΚΡΥΨΟΥΜΕ

ΤΟ ΣΗΜΑΔΕΜΕΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΑΣ

ΨΑΞΤΕ!

ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΝΑΣΙΩΤΗΣ,  ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, εκδ. Χάρη Πάτση, τόμος 12ος, σ. 418-419.

-Στριγγάρη Έλενα. Ποιήτρια. Γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε γραφικές τέχνες. Στα 1967 βραβεύτηκε ένα ποίημά της σε σχετικό διαγωνισμό, με πρόεδρο της κριτικής επιτροπής τον Αντώνη Σαμαράκη. Στο 1968 με τη συνεργασία του Τάκη Σπηλιάκου εξέδωσε την «Ποιητική Ανθολογία Νέων» και στα 1969 εξέδωσαν οι δυό τους το φιλολογικό περιοδικό «Κιβωτός της Τέχνης». Μια ποιητική συλλογή της με τίτλο «Υπό το φώς των προβολέων» εκδόθηκε στα 1970. Ακόμη η Έλενα Στριγγάρη πήρε μέρος με ποιήματά της στις ομαδικές εκδόσεις «Νέα Γενιά», «Κατάθεση ‘73» και επιμελείται τις εκδόσεις του Καλλιτεχνικού Πνευματικού Κέντρου «Ώρα».

Η Έλενα Στριγγάρη ανήκει στην πολύ νεώτερη ποιητική μας γενιά πού με τις αναζητήσεις και τις αγωνίες της θα οδηγήσει την Ποίησή μας σε νέους δρόμους. Απόσπασμα από το συνθετικό της ποίημα: «Μια ποιήτρια στην πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας», δημοσιεύουμε πιο κάτω:

«… Σε είδα Ομορφιά

πού σ’ έντυσαν τα λείψανα

από σκουπίδια, από σκουριά, από σκουλήκια

να κρύβεσαι, αφού

ντρέπεσαι τον ήλιο.

Με την περήφανη σαϊτα του χελιδονιού

χάραξα τ’ όνομά σου στα σύννεφα

για να το φυγαδέψουν μακριά από τη Ρώμη μας

Μα έβρεξε χθές, βλέπεις

και τώρα τρέχω

να μαζεύω τα ψηφία σου

που πέσανε στις φτωχογειτονιές

και σε λασπόνερα…

Κρίμα και θα ‘ταν η εποχή Άνοιξη

πού το πετσί της Γης ανατριχιάζει

κι ανθός το χνώτο της

ντύνει τον άνεμο».

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ,  εκδ. Αφοί Κ.  Παγουλάτου 1976, τόμος 4ος, σ.200-201. Σύνταξη-επιμέλεια ύλης: Δημήτρης Π. Κωστελένος. Εισαγωγή: Γιώργος Βαλέτας

-Στριγγάρη Έλενα. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1950. Δημοσίευσε: «Ποιητική Ανθολογία Νέων» 1968 (συνεργασία με τον Τάκη Σπηλιάκο) και «Υπό το φώς των προβολέων» ποιήματα 1970. Το 1969 εξέδωσε ένα τεύχος του περιοδικού «Κιβωτός της Τέχνης». Έχει συνεργαστεί με την έκδοση «Χρονικό»., σ. 533

Ποίηση: «ΠΡΟΣΩΠΟ ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΟ» (απόσπασμα) Α, Β, Γ, Δ, Ε, ΣΤ., σ. 434-441

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ’73, εκδ. Μπουκουμάνη Μάρτιος 1973, β΄ έκδοση. (στοιχειοθετήθηκε και τυπώθηκε στο τυπογραφείο Γ. Λεοντακιανάκου. Χαλάνδρι)

-Στριγγάρη Έλενα: Τα Ποιήματα: «ΕΤΣΙ»- «ΘΥΜΙΖΩ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ»- «Η ΦΟΡΑΔΑ»-«Ο ΡΥΘΜΟΣ»

ΕΤΣΙ

Εμείς-εγώ κι ο κόσμος μου-.

περιμένουμε να γυρίσεις

(έτσι όπως

η λακκούβα στο στρώμα, απ’ το σώμα σου

-όταν τη νύχτα σηκώνεσαι για λίγο-,

υπομονετικά

σε περιμένω)…

Ο ΡΥΘΜΟΣ

Η ομορφιά του Σώματος μ’ ενδιαφέρει’

αλλά η Κίνηση, ο Ρυθμός

(το θεϊκό χαρακτηριστικό

πού μές στο Σώμα κρύβεται

κι όλο-ακούσια ή εκούσια-προδίδεται).

κυριώτατα με νοιάζει.

Αυτό ερωτεύομαι εγώ

στο πείσμα του καιρού

και των διαφημίσεών του

(με τον ωραίο άντρα

που φοριέται στ’ έξοχα, ομολογουμένως, ρούχα

να καπνίζει

τη δεδομένη μάρκα σιγαρέττων,

με άδειες κινήσεις πού υπαγορεύουν

-κατόπι στενοτάτης σύμπραξης-

σοφοί κομπιούτερς πάμπλικ ρηλέϊσιονς,

μάρκετινγκ και μαννεκέν) της σχολής:

«Το ντύμα αποκτάτε που φρονείται ότι διαθέτει

ο τύποις επιτυχημένος».

ΘΑΝΑΣΗΣ Θ. ΝΙΑΡΧΟΣ-ΑΝΤΩΝΗΣ ΦΩΣΤΙΕΡΗΣ, ΠΟΙΗΣΗ ’75. Εκδ. μικρή άρκτος 1975, σ. 157-159

(Ο ετήσιος τόμος περιλαμβάνει 43 ποιητές με ανέκδοτα ποιήματά τους. Στούς επόμενους τόμοι της σειράς, δεν συμπεριλαμβάνονται ποιήματα της Ε. Σ.)         

-Στριγγάρη Έλενα, Τα Ποιήματα: «ΑΝΤΙΟ»- «Ο ΜΠΟΓΙΑΣ»- «ΜΗΝ  ΞΑΦΝΙΑΣΤΗΤΕ» σ. 401-402

ΑΝΤΙΟ

Θα φύγω-

γιατί ‘σαι κείνος ο Θεός

πού αφού γιορτάσει,

τις ιέρειες

βορά τις δίνει

στα ξυράφια της ημέρας.

Θα γαντζωθώ απ’ άλλο σώμα’

μ’ όλα τα μάγια

θα παλέψω να το μεταμορφώσω

σε πλοίο ή ποδήλατο, ή αεροπλάνο

πού θα με ταξιδέψει μακρυά σου…

Δεν με κρατάς.

Κι ας ξέρω πώς

με το πλοίο θα με βρεί τυφώνας

με το ποδήλατο η ανηφόρα,

κενά αέρος μ’ τ’ αεροπλάνο.

--

ΜΗΝ ΞΑΦΝΙΑΣΤΗΤΕ…

Το πείσμα μου και τ’ όραμά μου,

τα πέντε καρβέλια

-όπως τάκαμαν είκοσι-

θα τα κάμουν και πέντε χιλιάδες.

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Γ. ΡΟΖΟΣ: Επιμέλεια-Ανθολόγηση. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1900-1980, εκδ. Δρυμός 1980, σ. 401-402.

(στην παρούσα Γυναικεία Ανθολογία ο πειραιώτης ανθολόγος και συγγραφέας ανθολογεί την Έλενα Στριγγάρη, με τρία ποιήματα. Στην δεύτερη «Σύγχρονη Ανθολογία Ποίησης» 1977-1997, που εξέδωσε το 1997, δεν συμπεριλαμβάνονται ποιήματά της)    

-Στριγγάρη Έλενα,  Τα Ποιήματα: «Είδα το χάος…»- «Σ’ ένα δωμάτιο εγώ και σύ…»- «Υπό το φώς των προβολέων κι ανέκδοτα του ‘71», σ. 1466-1468, 1693, 1710.

Υπό το φώς των προβολέων κι ανέκδοτα του ΄71

 Αγόρι μου,

έχασες και τις τελευταίες πιθανότητες

να πεθάνης όμορφα.

Εξέλειψαν οι τίμιες μάχες

-κ’ εγώ είμαι τόσο κουρασμένη

που ειλικρινά βαριέμαι

να σε βοηθήσω να πεθάνης

σε κάποιο δυνατό αγκάλιασμα….

--

Απόψε συγκινήθηκα

απ’ την προσπάθεια του Φόν Μπράουν

να φτάση στο φεγγάρι

-μά πιο πολύ

από τη ζωή

αγνώστου παρατηρητή,

πού τον συνέλαβε η Αστυνομία

στην Καλλιθέα χτές το βράδυ

--

15

Έγνοια των συντρόφων:

η ισάδα των τετάρτων του ψωμιού!

--

Οι ποιητές,

σαν τα βαζάκια στην κουζίνα,

με το γλυκό του κουταλιού,

ζαχάρωσαν με τον καιρό

απ’ την ακινησία!

Τώρα οι ποιητές

πνίγονται μές στον λυρισμό,

όπως οι μύγες τ’ Αυγούστου,

μές στο βαζάκι με το μέλι!...

--

Ποιός σούπε

ότι ήτανε κακιά η μάγισσα

που μεταμόρφωσε τον πρίγκιπα σε βάτραχο;

Για ρώτα τους βατράχους!...

--

Σ’ αυτή την πόλη

πού τόσοι τρέχουν στο ποδόσφαιρο

απλώς

για να εναγκαλισθούν τους ποδοσφαιριστές

μετά την όποια νίκη

σκέφτομαι σοβαρά

να φιλοξενήσω μέσα μου τον Καραγκιόζη

μόνο και μόνο για να διασώσω την αγνότητά του.

--

25

Στο σημείο της ταύτισης του άσπρου με το μαύρο

γεννήθηκε η αγάπη!

--

27

Φώς,

φώς και κρισαρισμένο αίμα

σού στέλνω τελευταία προσφορά!...

Φώς,

φώς και κρισαρισμένο αίμα:

μιά ξερική σαντορινιά ντομάτα!...

ΡΕΝΟΥ ΗΡΑΚΛΗ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ, ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ. Η ΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΠΌ ΤΟΝ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΩΣ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ, έκδοση 10η, τόμος γ΄,  εκ. Τα Νέα Ελληνικά-Αθήναι χχ.

--          

-Στριγγάρη Έλενα: Επιμέλεια.

ΜΠΑΛΑΝΤΕΖΑ. Ανθολογία από τις βραδιές Ποίησης και Μουσικής με 16 χαρακτικά της Εθνικής Πινακοθήκης, εκδ. Νομαρχία Αθήνας, ( Ν. Ε. Λ. Ε. Αθήνας) 1990. Φωτογραφίες Εξώφυλλου Τάκης Ζερβεδάς, Σύνθεση Εξωφύλλου Γιάννης Παπαδόπουλος. Σελίδες 168. Εκτός εμπορίου. Δραχμές 2000.

(Στις ελάχιστες περιπτώσεις που η επιλογή των δημοσιευμένων κειμένων δεν έγινε από τους ίδιους τους συγγραφείς, την ευθύνη ανέλαβαν η Έλενα Στριγγάρη και ο Γιώργος Δρανδάκης-ενώ ο Γιάννης Πατίλης, με την ευγένεια και ην ευσυνειδησία που τον διακρίνουν, ανθολόγησε από το έργο των Κουγέα, Πούλιου, και Στριγγάρη).

Ποιήματα της Έλενας Στριγγάρη: «ΡΟΔΙΝΑ»- «ΕΞΙΣΟΥ»- «ΘΑ ΠΙΚΡΑΙΝΟΣΟΥΝ ;», σ. 149-152

Ρόδινα

Ρόδινα πώς να δώ;

Οι ιδέες των αγγέλων

δειλιάζουν στο σκοτάδι, δεν πετάνε.

Χάνουν την πτητική τους σκόνη.

Μόνον στο ημίφως,

γύρω από τα φτερωτά αφεντικά τους,

με τα βουκολικά αυτοκόλλητα χαμόγελα αγαθότητας.

Σε «Καλημέρες» καλλιγράφων.

Σε απεικονίσεις διακοσμητικές.

Του Έρωτα συνοδοί

Όταν χτυπά.

Ποτέ όταν χτυπιέται.

-Στριγγάρη Έλενα. Το ποίημα: «Εγώ και ο μάγος»

«Για τον εμπλουτισμό με «θησαυρίσματα παλαιότερων γλωσσικών στρωμάτων» η Ε. Στριγγάρη έχει να μας πει (στο ποίημά της «Εγώ κι ο μάγος») τα εξής:

Ο μάγος παίρνει

κομμάτια από καθρέφτες

χρωματιστά γυαλάκια

πολύχρωμα φτερά

και χάντρες

και φτιάχνει

φυλαχτά για τα δαιμόνια.

Εγώ παίρνω τις λέξεις

πού έφεραν

όσα πλοία άραξαν στο στόμα μου

απ’ την Κνωσό, την Ιωνία,

την Αθήνα, τους Δελφούς

και την Κωνσταντινούπολη.

Παίρνω όσα έζησα,

όσα δεν έζησα, τόσα ζω,

ό,τι ονειρεύομαι να ζήσω

και φτιάχνω φυλαχτά

για τους φοβοδιάκτορες»

(την τελευταία λέξη τη δανείζεται από την αρχαία γλώσσα και σε σημείωση δίνει την ερμηνεία της: «φοβοδιάκτορες’ επίθετο δαιμόνων, οι φέροντες τον φόβο, μπαμπούλες»).

Βλέπε: ΘΑΝΑΣΗΣ ΝΑΚΑΣ, «Γλωσσικό φάσμα ελληνικής μεταπολεμικής ποίησης» στον 6ο  τόμο. «ΠΡΑΚΤΙΚΑ  ΕΚΤΟΥ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ ΠΟΙΗΣΗΣ» ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ (1945-1985). Πανεπιστήμιο Πατρών 4-6-Ιουλίου 1986. Εκδ. Γνώση 1984, σ. 167, σημείωση 1  (Το κείμενο του Θ. Νάκα: «Η Γλώσσα της σύγχρονης ποίησης, (Γενιά του ΄70), μεταφέρεται και στον τόμο Θ. Ντάκα: «ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Γ΄ Μελετήματα για τη Γλώσσα και τη Λογοτεχνία. Δ΄ έκδοση. εκδ. Παρουσία 2003, σ. 187,190)

-Στριγγάρη Έλενα. (1950) Ποιήτρια. Γεννήθηκε στην Αθήνα και ακολούθησε τεχνικές σπουδές. Μεταξύ άλλων δημοσίευσε και τις συλλογές «Υπό το φώς των προβολέων» (Αθήνα 1970). «Ακάλυπτος χώρος» (Αθήνα 1974)

ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 1000 μ. Χ.-2000 μ. Χ., Φιλολογική Επιμέλεια: Ανδρέας Δ. Σταφυλίδης, εκδ. Δημήτριος Α. Σταφυλλίδη, Αθήνα 1999, σ.1092.

-Στριγγάρη Έλενα.

«Σ’ αυτή την ουσία της αμφισβήτησης, αλλά δίχως χιούμορ ή σάτιρα, κοινωνεί και η Έλενα Στριγγάρη («Υπό το φώς των προβολέων», 1970), που για ένα διάστημα συνεργάστηκε και με το Δ. Ιατρόπουλο, στην παρουσίαση ποίησης-κολάζ.».

ΜΙΧΑΛΗΣ Γ. ΜΕΡΑΚΛΗΣ, Σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία. 1945-1980. Μέρος Πρώτο: Ποίηση, εκδ. Πατάκη 1987, σ. 327.

-Ελενα Στριγγάρη, «Ο Ακάλυπτος χώρος», Δωδώνη 1974.

«Ο ΑΚΑΛΥΠΤΟΣ ΧΩΡΟΣ της Έλενας Στριγγάρη, είναι ένα βιβλίο άνισο: τόσο από την άποψη της αξίας των ποιημάτων του, όσο και της ιδιαίτερης υφής καθενός απ’ αυτά. Μές από δω προβάλλεται ένας άνθρωπος αντιφατικός, πολυεδρικός, ευκίνητος, διασπασμένος, αναζητητής του προσώπου του, με μιάν αγωνία βαθιά και διαρκή. Έχει πολλά προτερήματα η ποίηση της Σ: ορμητικότητα, ανοιχτό αέρα, καθαρή φωνή, στόχους. Ξέρει να ισορροπεί τον λόγο της, να δημιουργεί την υποβλητική της ατμόσφαιρα.

     Η διανοητική ωστόσο σύλληψη (ή και εκτέλεση) των θεμάτων της, όπου υπάρχει, και η «από πάνω» ή «από μακριά» αναφορά σε καταστάσεις, σπανίως την οδηγούν σε άρτια αποτελέσματα (όπως στο «Σ’ αυτό το Λούνα Πάρκ»), ενώ την κάνουν να γλυστράει  σε μεταφορές «πολύ λογικές» στην ανάλυσή τους. Γιατί, όσο κι αν θέλει να δώσει  έντονα κοινωνικό χαρακτήρα στην ποίησή της, ο καλύτερος εαυτός της παρουσιάζεται, νομίζω, στα ερωτικά, ή πάντως στα πολύ προσωπικά ποιήματά της. Εκεί που σπάει την επιφάνεια και αφήνει να φανεί ο ραγισμένος άνθρωπος, ο πάσχων, ο έρημος, ο αδύναμος, εκεί που δείχνει στο φώς τις ρωγμές του, εκεί φτάνει στα σπουδαιότερα επιτεύγματά της. Χαρακτηριστικό είναι το «Σε δυό μήνες», όπου, ενώ στο πρώτο μέρος η επιφάνεια του εαυτού της γράφει τους στίχους:

                Αφού το θέλεις, φύγε.

                Θα σε ξεχάσω το πολύ σε δύο μήνες,

στο δεύτερο μέρος του ποιήματος, που είναι ένα-άς πούμε-υστερόγραφο (δεν ξέρω αν όντως γράφτηκε με χρονική απόσταση) συντρίβεται ή «αποστασιοποιούσα» περηφάνια και λύνεται σε- πολύ οικείους μας- ανθρώπινους τόνους.

ΑΝΤΩΝΗΣ Θ. ΦΩΣΤΙΕΡΗΣ, Βιβλιοκριτική. περιοδικό ΤΟΜΕΣ στη σκέψη, στα γράμματα στις τέχνες. Χρόνος Α΄, τεύχος 3/ Μάρτιος 1975, σ. 56.

(Στις σελίδες «από τα άλλα βιβλία».  (Ο ποιητής Αντώνης Θ. Φωστιέρης, βιβλιοκρίνει την ποιητική της Έλενας Στριγγάρη, μαζί με τις ποιητικές συλλογές «Η ΠΕΜΠΤΗ ΧΟΡΔΗ» του Σπύρου Τζουβέλη, την συλλογή του ποιητή και σκηνοθέτη-ηθοποιού Δημήτρη Ποταμίτη: «ΕΝΑ ΔΕΝΤΡΟ ΠΟΥ ΝΟΜΙΖΕΙ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΥΛΙ». Και την συλλογή «ΔΞΘ» του Γιάννη Καρατζόγλου).

-Έλενας Στριγγάρη-Τάκη Σπηλιάκου: «Ποιητική Ανθολογία».

     Στην «ποίηση του καιρού μας» αφιερωμένη και η νέα «Ποιητική Ανθολογία» της Έλενας Στριγγάρη και του Τάκη Σπηλιάκου. Τόση είναι η ποίηση του καιρού μας, που ξεχειλίζοντας από τις αμέτρητες ποιητικές συλλογές και μήν έχοντας άλλο μέσο να διοχετευτεί στο κοινό, συγκεντρώνεται και σε ποιητικές ανθολογίες, πού κι’ αυτές, νέοι στιχουργοί τις καταρτίζουν, πρίν ακόμη, καλά-καλά, δημιουργήσουν την φυσιογνωμία τους και επιβάλουν την παρουσία τους στα γράμματά μας. Παρά τις επιφυλάξεις αυτές, όμως, με συμπάθεια θα πρέπει να αντικρύζουμε αυτές τις προσπάθειες. Γιατί ο ένας από τους δύο ανθολόγους, ο Τάκης Σπηλιάκος, είναι ακόμα «φοιτητής», καθώς μας πληροφορεί. Και πρέπει να προσέξουμε σ’ αυτό το «φοιτητής», γιατί φοιτητές ήταν κάποτε και ο Κωστής Παλαμάς, και ο Δροσίνης και ο Γρυπάρης και ο Χατζόπουλος και ο Μαβίλης-και άλλοι ποιητές που εδόξασαν τον νεοελληνικό στίχο. Ο Τάκης Σπηλιάκος έχει, άλλωστε, εκδόσει και ποιητικές συλλογές, και μάλιστα, στη μιά, την τελευταία, «Ελπίδες και δάκρυα», καλεί τον αναγνώστη να «έλθει στη δική του ηλικία, στα δεκαεννιά του χρόνια», για να τον καταλάβει! Αργότερα ο Τάκης Σπηλιάκος θα καταλάβει πώς αυτές ο επικλήσεις είναι αφελείς και μάταιες. Δεν υποκαθιστούν την ποίηση, όταν αυτή δεν υπάρχει. Η μόνη δύναμη που υπάρχει και που είναι ικανή να ελκύσει τον αναγνώστη των στίχων, είναι η ποίησή τους. Ωστόσο, πρέπει ν’ αναγνωρίσουμε στον νέο Σπηλιάκο ποιητικό ενθουσιασμό, που τον βοηθεί να διατρέξει το πρώτο στάδιο της ποιητικής λειτουργίας: το στάδιο των επιδράσεων, των μιμήσεων και των εύκολων αφομοιώσεων. Ύστερα απ’ αυτό το στάδιο, αρχίζουν οι δυσκολίες που η υπερνίκησή τους ή όχι θ’ αποφασίσει για την καλή ποιητική δημιουργία. Τώρα, ως προς την «Ανθολογία» που συνέταξε μαζί με την Έλενα Στριγγάρη, μπορεί κανείς σ’ αυτήν να χαρεί μιά νεανική δροσιά, συνυφασμένη με μοιραίες απογοητεύσεις, πολλά ανικανοποίητα, μοναξιά και άφθονο συναισθηματισμό-κυρίως ερωτικό. Αυτή πάντα είναι η «ποίηση» των περισσοτέρων νέων που ξεκινούν γράφοντας στίχους, ή «γυρεύοντας ομοιοκαταληξία», -όπως έλεγε κάποτε, πικρά, ο Καρυωτάκης.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ, Βιβλιοκριτική περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ έτος ΜΔ΄, τόμος 87ος, τεύχος 1023/15-2-1970, σ. 270. (τιμή δραχμές 10).

(Ο Ανδρέας Καραντώνης κρατά σταθερά την βιβλιοκριτική στις σελίδες της Νέας Εστίας, όπως παλαιότερα ο Γιάννης Χατζίνης. Μαζί με την «Ανθολογία» των Στριγγάρη-Σπηλιάκου, κρίνει τις ποιητικές συλλογές του Κύπρου Χρυσάνθη: «Λυρικός Λόγος». Του Σαράντου Παυλέα: «Αμαρτία και Προσευχή» του Ηλία Σιμόπουλου: «Τεκμήρια» και της Μπιάνκας Ρωμαίου: «Έν ώρα νυκτός».).

--

-ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΩΝ, ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ, περιοδικό ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ.

«… Ήταν αρχές του 1968 όταν σχεδόν είχα τελειώσει το τρίτο μου βιβλίο, Τα νεκρά λουλούδια, αφιερωμένο «Στο μικρό μου πράσινο αστέρι». Τότε είχαμε μια μεγάλη παρέα που αλώνιζε την Πλάκα και τις μπουάτ. Η επαφή μας με το Νέο Κύμα της εποχής ήταν ό,τι πιο μαγικό έζησε η γενιά μας, που μαζί με όλα εκείνα τα συγκροτήματα του Ελληνικού Ροκ έδιναν ένα πολύχρωμο αλλά συνάμα και μελαγχολικό τόνο στη ζωή μας…. Θα έλεγα ότι είχε ξεκινήσει κάτι σαν μια ρομαντική επανάσταση στο μυαλό μας.

     Θαρρώ πως ήταν στη μπουάτ «Αυλαία» του Βασίλη Μαυρομάτη, όταν με την παρέα μου το άκουσα να διαβάζει κάποια ποιήματα. Έτυχε να έχω μαζί μου το τετράδιο με τα δικά μου. Θρασύτατα του ζήτησα να ανέβω κι εγώ να διαβάσω δυο-τρία δικά μου. Είπα τέσσερα ποιήματα  από τη νέα μου συλλογή και στη συνέχεια ο Βασίλης πήρε το μικρόφωνο και είπε «…φαίνεται ότι η Ελλάδα είναι η χώρα των ποιητών. Όλοι γράφουν».

     Αυτό ήταν. Την ιδέα μου την «πέταξε» μία φίλη που κάπου-κάπου έγραφε κανένα ποίημα (της δημοσίευσε και το περιοδικό Λωτός κάποιο). «Να μαζέψουμε ποιήματα νέων και να τα κάνεις Ανθολογία», μου είπε. Την άλλη μέρα κιόλας το συζήτησα με την παρέα μου. Από όλους πιο πολύ ενθουσιάστηκε η φίλη μου η Έλενα Στριγγάρη. «Είμαι μέσα» είπε. ‘Ετσι, πολύ γρήγορα, αρχίσαμε να στέλνουμε ανακοινώσεις σε εφημερίδες και περιοδικά. Η ιδέα άρεσε. Άλλωστε ήταν κάτι που πρώτη φορά δοκιμαζόταν στην Ελλάδα. Η ανταπόκριση-μεγάλη! Δεκάδες γράμματα άρχισαν να έρχονται σπίτι μου και σε λίγο…. Εκατοντάδες. Με ποιήματα από όλη την Ελλάδα, την Κύπρο αλλά και μερικά από το εξωτερικό. Δεν προλάβαινα να τα διαβάζω για να κάνω μία πρώτη αξιολόγηση. Στην αρχή είπαμε με την Έλενα να βάλουμε αρκετούς ποιητές με ένα ποίημα του καθενός. Ύστερα το σκεφτήκαμε καλύτερα και αποφασίσαμε να βάλουμε λιγότερους με περισσότερα ποιήματα, ώστε να δίνουν  μια πιο πλήρη εικόνα στον αναγνώστη. Τέλος , μετά από δυο-τρείς μήνες δουλειάς, ξεχωρίσαμε αυτούς που κατά τη γνώμη μας ήταν οι πιο αντιπροσωπευτικοί της γενιάς μας. Ήταν οι Ναυσικά Αιγυπτιάδου, Ερρίκος Γεμιδόπουλος, Λένα Δεϊρμεντζόγλου, Πέγκυ Διακογιάννη, Ντίνα Έξαρχου, Σόνια Ζαχαράτου, Πάνος Καπώνης, Χάρης Κάτσης, Μαρία Κελεμένη, Μιχάλης Κούρτης, Τίνα Λαυρεντάκη, Ντέπυ Νικολοπούλου, Δημήτρης Νταβέας, Άγγελος Ολύμπιος, Γρηγόρης Παπαδόπουλος, Καίτη Τσιαμπούση και Άννα Χριστοφόρου. Όλοι τους ακόμα παιδιά, που δεν είχαν εκδώσει καμία ποιητική συλλογή. Η Έλενα επέμενε ότι πρέπει να ανθολογήσω και… τον εαυτό μου. Δέχτηκα, με την προύπόθεση ότι θα έγραφε κι αυτή μερικά ποιήματα για την Ανθολογία. Τελικά έτσι κι έγινε. Έγραψε κάποια εκπληκτικά ποιήματα τα οποία συμπλήρωσαν την έκδοσή μας. 19 «ποιητές», 92 ποιήματα και 124 σελίδες. Το βιβλίο ήταν έτοιμο. Τα πήγαμε στον τσαγκάρη-ποιητή Σταύρο Μελισσηνό στο Μοναστηράκι και τον παρακαλέσαμε να μας γράψει πρόλογο. Δέχτηκε.  Ζητήσαμε από τον ζωγράφο Γιάννη Σαμαρά να μας κάνει εξώφυλλο. Δέχτηκε. Τα πήγε η Έλενα στον Αντώνη τον Σαμαράκη για να πάρει μία γνώμη και αυτός ενθουσιασμένος της είπε να προχωρήσουμε. Έτσι, τον Μάη του ΄68 (σύμπτωση) εκδίδεται η πρώτη Ποιητική Ανθολογία Νέων Ποιητών….», σ.842-844. Βλέπε:

ΤΑΚΗΣ ΣΠΗΛΙΑΚΟΣ, Μνήμες. Η Γενιά του ’70. Περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ  έτος 91ος, τόμος 181ος. Τεύχος 1875/ Δεκέμβριος 2017, σ. 842-847.  

     Κλείνοντας να σημειώσω ότι, τα μελετήματα, οι ανθολογίες και τα βιβλία που ερεύνησα για την Γενιά του 1970, δεν την μνημονεύουν σχεδόν καθόλου ή δεν την ανθολογούν. Αναφέρουν το όνομά της  μόνο σε ζητήματα διαδικαστικά (χρονολογία γέννησης, έκδοσης πρώτου βιβλίου) μέσα στον συνολικό αριθμό ποιητών που αποδέχονται για τους δημιουργούς της τρίτης μεταπολεμικής γενιάς ή γενιάς της αμφισβήτησης. Το όνομά της αγνοείται ή παραλείπεται  όπως και πολλών άλλων δημιουργών, αντρών και γυναικών της περιόδου αυτής.

     Ο χρόνος θα δείξει αν θα δικαιωθούν οι αυστηρές κρίσεις και επικρίσεις των κριτικών και οι απορρίψεις τους ή θα ανακαλυφθούν ξανά φωνές που τους σκέπασε η σκόνη των σκοπιμοτήτων, ή αξιολογικών κριτηρίων της εποχής τους.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς, Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2020

 

                 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου