ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Την περίοδο των πνευματικών ανησυχιών και των καλλιτεχνικών πραγματοποιήσεων εις τον Πειραιά, την άνοιξε με τρόπο «πανηγυρικό» και ιστορικό ο γνωστός Πειραιώτης επιστήμονας και καθηγητής της «φαρμακολογίας» στο Αθήνησι, ιατροφιλόσοφος Θεόδωρος Αφεντούλης, πού στάθηκε και μένει ως τις μέρες μας, πνευματική μορφή και οδηγητής.
Ο Θ. Αφεντούλης δεν μας άφησε κληρονομιά πλούσια σε λογοτεχνικά κείμενα’ ευτυχώς, γιατί ο Πειραιάς εκείνη την ώρα όπως βρίσκονταν στην εξόρμηση για την αστική του συγκρότηση, χρειάζονταν όχι τον κοινό λογογράφο με τις ποιητικές δοκιμές και τις λυρικές του πρόζες, αλλά τον Αφεντούλη οδηγό, δάσκαλο, αναμορφωτή.
Με τη φροντίδα και την ενίσχυση του Αφεντούλη κάνει τα πρώτα του βήματα ο γιατρός Πέτρος Αποστολίδης’ το πρώτο βιβλίο, του πασίγνωστου ύστερα από χρόνια Παύλου Νιρβάνα, που έφτασε στην κορυφή του Ελληνικού χρονογραφήματος, σεβαστός και πολύξερος ακαδημαϊκός, οφείλει την έκδοσή του στον Αφεντούλη, και η Νεοελληνική Γραμματεία του οφείλει την προετοιμασία, την εκκίνηση, την ώθηση του Νιρβάνα προς την Τέχνη. Ο Νιρβάνας δεν έμεινε στον Πειραιά’ ξεκίνησε όμως από τον Πειραιά, έκανε τα πρώτα του βήματα στη λογοτεχνία, έζησε για πολλά χρόνια στο Ν. Φάληρο κι’ από το Ν. Φάληρο μεταπήδησε στην Αθήνα.
Στην ίδια γενεά με τον Νιρβάνα ανήκει κι’ από τον Πειραιά έδωσε τη λυρική ποιητική του δημιουργία ο ποιητής των «Σκιών» Λάμπρος Πορφύρας (1879-1934)’ ο απλός και πράος , Κύρ-Δημητράκης, όπως τον ήξεραν οι ψαράδες και οι ναυτικοί της Φρεαττύδας επήρε με το στίχο του θέση ανάμεσά στους Νεοκλασσικούς της ελληνικής γραμματολογίας’ αναγνωρίστηκε ως λυρικός ποιητής με μια δική του συμβολική περιγραφικότητα’ η μονάκριβη ποιητική του συλλογή οι «Σκιές», του εξασφάλισαν τη γενική αναγνώριση. Έτσι τιμημένος από τους ιστορικούς της Νεοελληνικής λογοτεχνίας, αγαπημένος από τους νέους μας ολόκληρης ελληνικής εποχής, που βαθύτατα τους επηρέασεν πέθανε το 1934 κι’ οι πατέρες μας τον απόθεσαν στη μαυρισμένη Πειραϊκή γη, πού της έμεινε πάντα πιστός από την ημέρα που παιδάκι, άγνωστος Δημήτριος Σύψωμος, έφτασε στο μεγάλο λιμάνι της ταξιδεμένος από τη Χίο.
Μια συνεδρίαση της Αθηναϊκής Ακαδημίας, ένα τιμητικό αφιέρωμα της «Νέας Εστίας» κ’ ένας δακρύβρεχτος φιλικός αποχαιρετισμός, φροντισμένος από τον Παύλο Νιρβάνα, τον συνόδεψαν στην αιωνία του μετάσταση.
Μεγαλύτερος από το Νιρβάνα και τον Πορφύρα, Πειραιώτης και ο Γεώργιος Στρατήγης άφησε πολυσέλιδο ποιητικό έργο (καθαρεύουσα και δημοτική) με πατριωτικούς στίχους, με θέματα του Ελληνικού σπιτιού, της αγροτικής ζωής και του νησιώτικου κόσμου (Τήνος).
Το Λάμπρο Πορφύρα και το Νιρβάνα τους ακολούθησαν στην οδοιπορία τους μια χρυσή σειρά από νέους των πρώτων χρόνων του αιώνα μας, που εγεννήθηκαν στον Πειραιά και που επλησίαζαν την περιοχή της Τέχνης με καθαρή την ψυχή, με τη διάθεση να δημιουργήσουν καλλιτεχνικά, να ανανεώσουν τις πνευματικές ουσίες της ζωής και να προσφέρουν «από περίσσευμα καρδιάς», την προσωπική τους συμβολή.
Στις εμφανίσεις των χρόνων αυτών σημειώνεται ο Νίκος Χαντζάρας, πού στην Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας αναφέρεται μέσα στους πρώτους της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς (1904, Σικελιανός, Καζαντζάκης, Σκίπης, Βάρναλης, Χαντζάρας). Δημοσιεύει τους πρώτους του στίχους στα περιοδικά της εποχής («Περιοδικόν μας» Βώκου, «Ακρίτας» Σκίπη) και βρίσκεται το 1907 μαζί με τους Φ. και Γ. Λολίτη, Κ. Βάρναλη, Ν. Λαπαθιώτη, Ν. Καρβούνη, Λ. Κ. Παλαμά κλπ. στην εκδοτική ομάδα του ποιητικού περιοδικού «Ηγησώ». Τα ποιήματα του Χαντζάρα, από τα πρώτα της δημιουργίας του ως το τέλος, έμειναν «Ειδυλλιακά», τα θέματά του είναι παρμένα από το χώρο και τα πρόσωπα του Ελληνικού υπαίθρου, ενώ επίσης στην ποίηση του Χαντζάρα ξαναζούν σε νέα πλαστική έκφραση πρόσωπα και γραμμές του κλασικού μας λόγου (Ησίοδος, Θεόκριτος, Λόγγος).
Με αυστηρή εκλογή από τον ίδιο τον ποιητή και με την εκδοτική φροντίδα του περιοδικού «Μουσικά Χρονικά», εβγήκαν σε βιβλίο 18 μόνον «Ειδύλλια» του Χαντζάρα, που εκέρδισαν τη θετική σύμπτωση της κριτικής.
Ο Καμπάνης και ο Μελάς, μεταπήδησαν γρήγορα στην Αθήνα κι’ έδωσαν, από την Αθήνα πιά, ο πρώτος το κριτικό και ιστορικό του έργο και ο δεύτερος ιστορικές μονογραφίες, θεατρικά έργα, χρονογραφήματα κλπ.
Ο Δημοσθένης Βουτυράς, που γεννήθηκε στην Πόλη (1879), έφθασε με την οικογένειά του πεντάχρονο παιδάκι στον Πειραιά, για να κάνη ύστερα από λίγα χρόνια την εμφάνισή του στα Νεοελληνικά γράμματα. Σήμερα ο Βουτυράς είναι από τους «δασκάλους» του Νεοελληνικού διηγήματος με έργο πλούσιο, με στέρεα εφόδια και κοφτερό μάτι. Το έργο του Βουτυρά έχει μια ιδιαίτερη σημασία για τα μέτρα και την ιστορία της Νεοελληνικής πεζογραφίας «ανήκει στο Βουτυρά, η μεγάλη τιμή ότι πρώτος μετάφερε τη Νεοελληνική πεζογραφία απ’ την ύπαιθρο χώρα στη σύγχρονη πολιτεία, ότι αντικατάστησε την εξωτερική γραφικότητα, δηλαδή την ηθογραφία, με τη ρεαλιστική ψυχολογία των ανθρώπων των πόλεων». Από το «Περιοδικόν μας» του Βώκου, που δημοσίευσε το πρωτόλειό του ο Βουτυράς για κάποιον βρακοφόρο νησιώτη, έφθασε στη δύσκολη σύνθεση της ψυχολογίας του ανθρώπου των πόλεων και με την τεχνική του πεζού λόγου, τη γλώσσα, τη μορφή, το ύφος, έμεινε στους κορυφαίους της χορείας των λιγοστών εκλεκτών της Νεοελληνικής πεζογραφίας.
Με τον Βουτυρά με το φιλολογικό «Περιοδικόν μας» του Γερ. Βώκου, που εβγήκε το Μάρτη του 1900 στον Πειραιά, ολοκληρώνεται η πειραϊκή προσφορά για τη συγκρότηση, τον πλουτισμό και την ανύψωση του Νεοελληνικού λόγου στην πρώτη εποχή της νεώτερης ιστορίας μας, πού την άνοιξε με την ανακαινιστική του πνοή το «Ταξίδι» του Ψυχάρη και την έκλεισε, σφραγίδα πικρή, η Μικρασιατική καταστροφή. Είναι αλήθεια όμως ότι οι Πειραιώτες λογοτέχνες της εποχής αυτής, δεν συνέλαβαν στη δημιουργία τους τον τοπικό τόνο του χώρου τους, τα θέματα του Πειραϊκού περιβάλλοντος και τις ανησυχίες και τους καϋμούς της Πειραϊκής ψυχής. Περισσότερο από όλους αυτούς ίσως ο Βουτυράς, με τον δικό του τρόπο, να άγγιξε μερικά γεγονότα και φαινόμενα Πειραϊκού κύκλου και χρώματος. Ίσως… Η πειραϊκή προσφορά στο Νεοελληνικό χρονικό 1888-1922 δεν είναι μόνον λογοτεχνική ο ζωγράφος Κωνσταντίνος Βολωνάκης έζησε δούλεψε καλλιτεχνικά και πέθανε στον Πειραιά. Ο αξέχαστος Πολυχρόνης Λεμπέσης, που είναι από τους μεγάλους αγνοημένους της Ελληνικής ζωγραφικής, έζησε πολλά χρόνια στον Πειραιά και δούλεψε, με την αρμονική διαύγεια του σχεδίου του και τον πετυχημένο χρωματισμό του, τις αγιογραφίες του Αγίου Κωνσταντίνου.
Ο Βολωνάκης και ο Λεμπέσης άφησαν το έργο τους και την ιστορία τους’ μιάν ιστορία που συνεχίζεται αδιάσπαστη ως τις ημέρες μας με το Συρίγο, τη Δροσιάδου, τον Μιχ. Νικολινάκο, τον Αξιώτη, τον Τηνιακό, τον Τουφεξιάν κι’ άλλους.
Η τοπική πνευματική καλλιέργεια του Πειραιά ανανεώθηκε, στα χρόνια που ακολουθήσανε τη μικρασιατική καταστροφή, με την κίνηση και τις εκδηλώσεις ενός μακρού καταλόγου καλλιτεχνικών συλλογών’ έργο δικαιοσύνης να ξεχωρίσης το έργο και την προσπάθεια της λαμπρής Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών καθώς το ίδιο και για την πρόσφατη κίνηση της Ελληνο-Γαλλικής Ένωσης στις αίθουσες του Γαλλικού Ινστιτούτου. Θετική για την τοπική πνευματική κίνηση στάθηκε η έκθεση των φιλολογικών περιοδικών (Διανοούμενος, Πειραϊκά Γράμματα, Ρυθμός, Αργώ, Πειραϊκά Χρονικά, Νέα Αυγή, Νεοελληνική Μούσα, Ξεκίνημα, Πορεία).
Κριτική αναφορά προσώπων της δεύτερης περιόδου της Πειραϊκής λογοτεχνίας θα ήταν κάπως δύσκολη’ το έργο τους πρόσφατο, η παρουσία τους τόσο κοντά, μας δυσκολεύουν μιάν αξιολογική θεώρηση. Ο Κώστας Σούκας, ο Χρίστος Λεβάντας, ο Ν. Καββαδίας, είναι έξω από κάθε δυσκολία. Η «Θάλασσα» του Σούκα, με το «αρσενικό ζεστό γράψιμό της» πού της είχε σημειώσει ο Καζαντζάκης με την οξύτατη κριτική ματιά, είναι από τα μοναδικά βιβλία της θαλασσινής μας λογοτεχνίας, που είχε σταματήσει πρίν από το Σούκα στα θαλασσινά κείμενα του Καρκαβίτσα. Η «Φαμίλια του Νώε» του Λεβάντα-μια σειρά από διηγήματα-έχει τη δική της δημιουργική φαντασία, την άμεση διαίσθηση, τη στέρεα εμπειρία. Ακόμη ο Σπάλας, ο Θεοχάρης, ο Δ. Πιτσάκης, ο Λαμπρολέσβιος, η Δασκαλάκη, ο Καρατζάς, ο Καραμήτσος και ο Γεράνης έχουν μια σοβαρή, αναγνωρισμένη θέση στη δεύτερη εποχή της Πειραϊκής λογοτεχνίας.
Στη μαυρισμένη από τους καπνούς και τα λάδια Πειραϊκή γη, ζει και κινείται μια από τις πιο δημιουργικές προφυλακές του Νεοελληνικού κόσμου. Πρόσφερε στο παρελθόν προσφορά καρδιάς για την εθνική μας πνευματική προβολή. Προσφέρει και σήμερα την προσφορά του.
Και σημειώνει υποσχέσεις για το μέλλον.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΘΡ.
ΡΟΥΝΗΣ
ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ. Ετήσια Λογοτεχνική και
Καλλιτεχνική Έκδοση. τόμος Έκτος, 1949, σελίδες 265-267.
Σημειώσεις:
Σε μία από τις πρώτες επισκέψεις μου στο περιβόλι της Παναγίας γνώρισα το βιβλιοπωλείο «ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ» που διατηρούσε ο γέροντας Ιερόθεος. Λάτρης της τέχνης και της παράδοσης αγιορείτη μοναχού. Φίλος συγγραφέων, καλλιτεχνών και ακούραστος ξεναγός τους στο Ναό του Πρωτάτου. Ακοίμητος φύλακας της αγιορείτικης κληρονομιάς. Στο κελί της συνοδείας του, διέμενε ο πειραιώτης ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης όταν επισκέπτονταν το Όρος καθώς και άλλοι Πειραιώτες. Στο πάντα γεμάτο «ιερή» σκόνη και ακαταστασία χώρο του βιβλιοπωλείου του, έβλεπες τόσους ετερόκλητους τίτλους βιβλίων και περιοδικών, που σε ξάφνιαζε το εύρος των πνευματικών ενδιαφερόντων του λόγιου μοναχού, των διαβασμάτων του. (Το τι χαρτοβασίλειο μάζευε γύρω του). Ανάμεσα στους δεκάδες σκονισμένους παλαιούς και πρόσφατους τίτλους εκκλησιαστικών βιβλίων, αγιορείτικων περιοδικών και φυλλαδίων, σκόρπιων αποκομμάτων και εφημερίδων, εκατοντάδων μικροαντικειμένων της εκκλησιαστικής τέχνης, εύοσμα κουτάκια με λιβάνι, κομποσκοίνια κάθε ποιότητας και ποικιλίας, σταυρουδάκια, ξύλινα κομψοτεχνήματα της εκκλησιαστικής τέχνης, φωτογραφίες αγιορειτών μοναχών και μονών, χάρτες και οδηγούς των μονοπατιών του αγίου όρους, βιβλία για την εκμάθηση της διδασκαλίας της βυζαντινής μουσικής, χειροποίητα θρησκευτικά χειροτεχνήματα, που εμπορεύονταν ο γέροντας. Σε αυτόν τον ζεστό χώρο είδα για πρώτη φορά, δύο παλαιά βιβλία του πειραιώτη Μανώλη Θρ. Ρούνη. (Καστάνιτσα Κυνουρίας της Αρκαδίας 1930-Αθήνα 4/10/2010). Ρώτησα τον γέροντα Ιερόθεο πώς βρέθηκαν οι δύο αυτοί τίτλοι βιβλίων του στο μαγαζί. Μου είπε ότι του τα είχε αφήσει ο πρώην διοικητής του αγίου όρους σε επίσκεψή του. Σαν φιλέρευνος πειραιώτης γνώριζα ότι ο Μανώλης Θρ. Ρούνης είχε διατελέσει διοικητής του Αγίου Όρους. Είχα την τύχη σαν έφηβος, μετά την μεταπολίτευση στην πόλη μου, να παρακολουθήσω διαλέξεις και ομιλίες του, δίχως για να πω την αλήθεια, να ενδιαφερθώ περισσότερο για το άτομό του και τα βιβλία του. Η νιότη περί άλλων επίκαιρων αναζητήσεων πρέσβευε. Και ο Ιερόθεος όπως μου είπε τον είχε γνωρίσει από κοντά, μια και ήταν ήδη στο Όρος, ως δόκιμος μοναχός στην Μονή Σταυρονικήτα, όταν ο πειραιώτης δημοκρατικών πεποιθήσεων νομικός και πολιτικός επιστήμονας διορίσθηκε διοικητής του Αγίου Όρους, Καλοκαίρι του 1964, από την τότε κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου και τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου. Ο Μανώλης Θρ. Ρούνης παρέμεινε στην θέση αυτή μέχρι το 1967 που τον κατήργησε, τον έπαυσε στην κυριολεξία το δικτατορικό καθεστώς της 21η Απριλίου, λόγω των δημοκρατικών φρονημάτων του. Ήταν η πρώτη επαφή μου με τα βιβλία του. Είχα διαβάσει λογοτεχνικά του μελετήματα αλλά, δεν είχα συναντήσει-μέχρι τότε- τίτλους βιβλίων του. Στην ουσία ο πειραιώτης Μανόλης Θρ. Ρούνης, δεν εξέδωσε πολλά βιβλία, και μάλλον στα χρόνια της συγγραφικής του διαδρομής και άλλων πνευματικών του πειραϊκών δραστηριοτήτων, υπήρξε ολιγογράφος. Γνωρίζω πέντε αυτοτελείς τίτλους έργων του, από τους οποίους οι δύο, είναι σύναξη παλαιότερων δημοσιεύσεών του σε λευκώματα και επετηρίδες. Α) «Χρέος και Ευθύνη» Αθήνα 1960 ένα μικρό βιβλίο, στην ουσία, ανάτυπο από παλαιότερο δημοσίευμά του σε πειραϊκό λεύκωμα. Β) «Αθωνικά» είναι δημοσιεύματα του συγγραφέα στην Επετηρίδα της Αθωνιάδος Σχολής, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αστήρ 1966. Γ) «Ο φιλικός Γεώργιος Θ. Λεβέντης», Αθήνα 1967. Είναι παλαιότερη Ομιλία του για συμπατριώτη του Αρκάδα. Δ) «Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου και οι Συνεταιρισμοί.- Ξάνθη, χρονικό της συνεταιριστικής πορείας», Αθήνα 1980. Οι απόψεις του Ρούνη για τον πολιτικό είναι ενδιαφέρουσες, από όσο θυμάμαι. Ε) «Αρκαδία. Εικόνες και μνήμες από την Κυνουρία» Κέντρο Καλλιτεχνικής Πράξης, Τρίπολη 2000. Στους πέντε αυτούς αμιγώς τίτλους του να προσθέσουμε και την συμβολή και συμμετοχή του στον τόμο «Φυσιολατρική Σκέψη». Λεύκωμα για τα 50 χρόνια του «Φυσιολατρικού Ομίλου Πειραιώς» 1927-1977. Σε επιμέλεια: των Νότη Δρίτσα, Μανόλη Θρ. Ρούνη και Βελισάριου Μουστάκα». Να συμπληρώσουμε επίσης, ότι ο Μανόλης Θρ. Ρούνης μετείχε ενεργά στα πειραϊκά δρώμενα της πόλης του Πειραιά, είτε μετέχοντας σαν διοικητικό στέλεχος σε σωματεία της πόλης, Φιλολογική Στέγη, ο Ζήνων, κλπ., είτε δίνοντας αρκετές διαλέξεις σε αίθουσες της πόλης, είτε γράφοντας μικρά μελετήματα για συγγραφείς, πειραιώτες και μη. Τρία ποιήματά του δημοσιεύονται στο τεύχος 23/Άνοιξη 1976 στο περιοδικό Φιλολογική Στέγη. Είτε, να σημειώσουμε ακόμα, εκφωνώντας επικήδειους. Βλέπε ενδεικτικά: τα εξαιρετικά τρία δημοσιεύματά του-μελέτη του- στην εφημερίδα Νέοι Καιροί του Γ. Ζ. Πιτσάκη, 19, 20, και 21 Ιανουαρίου 1948, για τον ποιητή των Ειδυλλίων. «Νίκος Χαντζάρας, ο πιστός της ευαισθησίας». Τους επικηδείους του στον θάνατο του δημοσιογράφου και εκδότη Γεωργίου Ζ. Πιτσάκη (10/12/1981), στον πειραιώτη συγγραφέα Γκίκα Μπινιάρη την ίδια χρονιά καθώς και στο μνημόσυνό του στον Πειραϊκό Σύνδεσμο, 9/4/1981. Το μήνυμά του που διάβασε η αδερφή του Λιλίκα, για την απώλεια του πειραιώτη πεζογράφου Κώστα Σούκα το 1981., Την αποχαιρετιστήρια εξόδιο ομιλία του στην μητέρα του τότε προέδρου της Φιλολογικής Στέγης,-Ευαγγελία-στον ιερό ναό του αγίου Σπυρίδωνα Οκτώβρης 1979 κλπ. Να δώσω ακόμα ορισμένες πληροφορίες από ομιλίες τους σε αίθουσες της πόλης μας, που σαν έφηβος τότε, και κουλτουριάρης πειραιώτης, έχω παρακολουθήσει είτε μόνος μου είτε με φιλική εφηβική παρέα. Την ομιλία του στον δημοτικό κινηματογράφο «Σινεάκ» 22/12/1975 στην προβολή του ντοκιμαντέρ για το «Άγιον Όρος» του σκηνοθέτη Βασίλη Μάρου. Ο Ρούνης προλόγισε την ταινία με το «Άθως-άσκηση και περισυλλογή». (αμυδρά θυμίζει τον τίτλο βιβλίο του ποιητή Τάκη Παπατσώνη). Την συμμετοχή του-ομιλία του- στο πολιτικό μνημόσυνο για τον εθνάρχη Ελευθέριο Βενιζέλο 14/3/1976 στο Μοσχάτο. Την διάλεξη που έδωσε μαζί με τον συγγραφέα και κριτικό Δημήτρη Γιάκο, για τον ποιητή Κωστή Παλαμά 27/2/1978, στην αίθουσα του Πειραϊκού Συνδέσμου. Ακόμα την ομιλία του-όπως καλά θυμάμαι- στην ιερά μονή Φανερωμένης, στον λιμενοβραχίονα μπροστά στο λιμάνι της μονής που βρίσκεται το σπίτι και η προτομή του ποιητή Άγγελου Σικελιανού 19/6/1976. (Οικεία και γνώριμη για μένα τοποθεσία μια και για αρκετά παιδικά χρόνια παραθερίζαμε οικογενειακώς. Στα γνωστά μας αντίσκηνα. Επί ηγουμένης Μακρίνας).
Σε μεταγενέστερες επισκέψεις μου στην χερσόνησο του Άθω, άκουγα διάφορες ειδήσεις για το άτομό του σε επισκέψεις μου σε διάφορες μονές και κελιά, σκήτες. Επαινετικές για τον πειραιώτη παλαιό διοικητή. Αν η μνήμη δεν με απατά, ο γέροντας συγγραφέας Μωυσής είχε στο κελί του και αυτός βιβλία του Ρούνη και εκκλησιαστικά έντυπα με δημοσιεύματά του. Ο γέροντας Μωυσής, για ένα διάστημα, είχε την ευθύνη του μικρού περιοδικού «Πρωτάτο» που εξέδιδε ο Ιερόθεος ο οποίος είχε ιδρύσει και τις γνωστές μας εκδόσεις. Το ολιγοσέλιδο εκκλησιαστικό αυτό περιοδικό, το «Πρωτάτο» είναι αρκετά χρήσιμο για τους ασχολούμενους με την αγιορείτικη γραμματεία και ιστορία. Στις σελίδες του καταγράφονται σε συνέχειες με αριθμητική σειρά βιβλιογραφικά δελτάρια για το Άγιο Όρος. Ο Ιερόθεος συγκέντρωνε και αποδελτίωνε ότι εκδίδονταν και γράφονταν εντός και εκτός του Αγίου Όρους, εντός και εκτός Ελλάδος. Βιβλία, δημοσιεύματα, άρθρα, κείμενα, σχόλια, ειδήσεις, ανακοινώσεις για εκκλησιαστικά θέματα, ομιλίες μοναχών και άλλων ιερωμένων, που είχαν να κάνουν με το Άγιο Όρος, την Ιστορία του, τις διάφορες θρησκευτικές δραστηριότητες της κοινότητας των αγιορειτών μοναχών. Συστηματική, ευσυνείδητη δουλειά και αποτελεσματική. Τα γενικά ενδιαφέροντά μου εκείνη την περίοδο, δεν αποσπούσαν τόσο έντονα το ενδιαφέρον μου, στην συγκέντρωση δηλαδή βιβλιογραφικών στοιχείων και πληροφοριών για τον πνευματικό Πειραιά. Ήμουν ένας απλός ακροατής στις εκδηλώσεις και μέτοχος κοινωνικών και άλλων δραστηριοτήτων. Τότε πρωτοψέλλιζα τα πρώτα μου ποιήματα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν απολάμβανα τις πνευματικές και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις της πόλης, επισκεπτόμουνα εκθέσεις ζωγραφικής, παρακολουθούσα θεατρικές και κινηματογραφικές παραστάσεις, ερχόμουν σε επικοινωνία με πειραιώτες λογίους και λογοτέχνες. Ο χώρος του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, του Γαλλικού Ινστιτούτου, του Πειραϊκού Συνδέσμου, του Ζήνωνα, του Θωμά (Γερμανικό Ινστιτούτο, δίπλα στο Γαλλικό), ο Νώε, η αίθουσες του σινέ Αττικόν, Σινεάκ και άλλοι χώροι, ήσαν την εποχή εκείνη, τα δικά μας φυτώρια πολιτιστικών συναντήσεων και συναναστροφών. Η παρουσία του Μανώλη Θρ. Ρούνη μας ήταν γνωστή χωρίς άλλες επεξεργασίες. Ξεφύλισσα τους δύο παλαιούς τίτλους του Αρκάδα συγγραφέα, στο μαγαζί του Ιερόθεου, σημείωσα ότι γενικές πληροφορίες συγκέντρωνα για το πρόσωπό του και η όποια περιέργειά μου έμεινε εκεί. Μερικά χρόνια αργότερα, όταν άρχισα να ασχολούμαι συστηματικότερα με την ελληνική λογοτεχνία, και με εντονότερο ενδιαφέρον για τα πολιτιστικά πράγματα του Πειραιά, το όνομα Μανώλης Θρ. Ρούνης ήρθε και πάλι στην επιφάνεια της προσοχής μου. (Χρησιμοποιώ τον διπλό ορθογραφικό τύπο του ονόματός του. Με ω και με ο). Άκουγα η παρουσία του να μνημονεύεται από πειραιώτες συγγραφείς, φυσιολάτρες, διάβαζα ποιήματά του και άρθρα του για έλληνες ποιητές και λογοτέχνες. μάθαινα για διαλέξεις και ομιλίες του. Δημοσιεύματά του συναντούσες σε εφημερίδες του Πειραιά και της Αθήνας. Βλέπε «Χριστιανική», «Η Καθημερινή», «Το Παρόν», (μάλλον και στην «Αυριανή»), «Η Βραδυνή», «Η Φωνή του Πειραιώς», «Οι Νέοι Σκοποί», ο «Χρονογράφος» κ. ά. Ο τότε δήμαρχος Πειραιά, Τάσος Βουλόδημος σε τελετή 20/12/1978, τίμησε με το μετάλλιο της πόλης του Πειραιά τον «Φυσιολατρικό Όμιλο του Πειραιά» για τα 50 χρόνια πολιτιστικής προσφοράς του, και τα πρόσωπα που τον στελεχώνουν. Ο Ρούνης εκφώνησε την Ομιλία στην τελετή αυτή. Τα ποιήματά του Μανώλη Θρ. Ρούνη μου άρεσαν όπως και οι μικρές του μελέτες για έλληνες ποιητές και συγγραφείς, Βλέπε τα σχετικά κείμενα στους ετήσιους τόμους της Φιλολογικής Πρωτοχρονιάς για, τον Διονύσιο Σολωμό, τον Άγγελο Σικελιανό, τον Νίκο Καζαντζάκη, τον Ίων Δραγούμη. Τα εισαγωγικά του σημειώματά σχετικά με την πορεία και εξέλιξη της Πειραϊκής Λογοτεχνίας. Συνοπτικά-στην εποχή τους- διαγράμματα των Πειραϊκών γραμμάτων, αναφορές σε λογοτέχνες του παλαιού «καλού» Πειραιά, που είχα διαβάσει και σε πειραϊκά λευκώματα. Τα πρώτα αυτά σημειώματα για τα Πειραϊκά Γράμματα, κατέγραψα, αποδελτίωσα, και δημοσίευσα στην Γενική Βιβλιογραφία που παρουσίασα στις τελευταίες σελίδες της του βιβλίου μου «Πειραϊκό Πανόραμα», Πνευματικό και Καλλιτεχνικό Χρονολόγιο του Πειραϊκού Χώρου 1784-2005, Πειραιάς 2006, από όπου κατά καιρούς δανείζονται τα στοιχεία και τις ανάλογες πληροφορίες οι ασχολούμενοι με τα πράγματα του Πειραιά. Οι τόμοι της Φιλολογικής Πρωτοχρονιάς που γνωρίζω και που περιέχουν δημοσιεύσεις του Μανόλη Θρ. Ρούνη είναι οι εξής: Χρόνος-Τόμος 6ος,/ 1949, σ. «Πειραϊκή Λογοτεχνία». Χρόνος-Τόμος 18ος/ 1961, σ. 79-85, «Σπουδή στον Παπαδιαμάντη» Ηθικές καταβολές και κρίσιμα όρια». Χρόνος-Τόμος 19ος /1962, σ. 79-85, «ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ» (Απόψεις για το έργο του). Χρόνος- Τόμος 20ος/1963, σ. 97-103, «ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ» Από το «Ελεύθερο Πνεύμα» στην «Πνευματική Πορεία». Στο μικρό βιογραφικό στην αριστερή στήλη της σελίδας αναγράφεται σαν ημερομηνία γέννησής του το 1932, είναι λανθασμένη ημερομηνία. Στον ίδιο τόμο στις σελίδες 488-492, δημοσιεύται ένα εκτενέστερο μελέτημα διάγραμμα για τον πνευματικό Πειραιά, το «ΧΡΟΝΙΚΟ ΠΕΙΡΑΪΚΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ» , Κάτι που μας φανερώνει ότι ο Ρούνης, εξακολουθεί να επεξεργάζεται το υλικό του και να το εμπλουτίζει. Και τα δύο του μελετήματα,-αυτό που αντέγραψα και το δεύτερο που επισημαίνω, αποτελούν μία ενότητα μαζί με άλλων πειραιωτών, που προετοίμασαν την έκδοση του «Χρονικού» του Γιάννη Χατζημανωλάκη. Η συμμετοχή του πειραιώτη συγγραφέα όμως, δεν τελειώνει εδώ. Στις επόμενες ακριβώς σελίδες του τόμου ακολουθεί η μικρή του μελέτη, «ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ» (Απόψεις για την πνευματική της ζωή), σελ. 493-494. Παρατηρούμε ότι το διάγραμμα της Πνευματικής ζωής της συμπρωτεύουσας του Ρούνη είναι πιο συνοπτικό και τηλεγραφικών αναφορών σε σχέση με τα Πειραϊκά του. Τέλος η συμμετοχή του στον τόμο κλείνει με «ΤΑ ΚΡΑΤΙΚΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΒΡΑΒΕΙΑ 1961» που υπογράφει στην σελίδα 495. Ο Τόμος ολοκληρώνεται με την Θεατρική ανασκόπηση από τον Λέων Κούκουλα. Χρόνος-Τόμος 22ος/1965, σελ. 205-217. «ΆΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ» Ο Ποιητής και Μύστης. Πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη, μάλλον περίληψή της είχε εκφωνήσει στην ομιλία του στην Φανερωμένη. Στους τόμους της Φιλολογικής Πρωτοχρονιάς, δημοσιεύουν αρκετοί πειραιώτες συγγραφείς μέχρι και των χρόνων μας. Κείμενα ή ποιήματα του Μανώλη Θρ. Ρούνη συναντάμε και σε τεύχη του περιοδικού Νέα Εστία, βλέπε «Αρκεί Σοι η Χάρις», Νέα Εστία τχ. 875/Χριστούγεννα 1963, Αφιέρωμα στο Άγιον Όρος κ. ά. Στον τόμο «Πελοποννησιακή Λογοτεχνία»-Η Λογοτεχνία της Αρκαδίας του συγγραφέα Κώστα Μιχ. Σταμάτη, Αθήνα 1996, «Ορίοντας», «Καστανίτσα», «Έξοδος» και σε Ανθολογίες Αρκάδων Ποιητών καθώς και σε θρησκευτικές Ανθολογίες.
Στο σχετικά μακροχρόνιο αυτό ταξίδι μου στα Πειραϊκά Γράμματα και την ιστορία τους, σε πρόσωπα και καταστάσεις, συμβάντα, εκπλήξεις και πισωγυρίσματα, κρατούσα τις σημειώσεις μου, αυτές που με ενδιέφεραν, μια και δεν ήμουν συλλέκτης ούτε πειραϊκών βιβλίων, ούτε φωτογραφιών, ούτε χαρτών ή άλλων τεκμηρίων της ιστορίας του πρώτου λιμανιού. Επιλέγω και ακόμα προτιμώ, το δημοσιευμένο υλικό και τα βιβλία των πειραιωτών να γονιμοποιεί την δική μου σκέψη, να χαίρομαι το πειραϊκό ταξίδι στο χρόνο. Να απολαμβάνω τα ίχνη παλαιότερων πειραιωτών καλλιτεχνών, να φιλοδοξώ-εις μάτην-να γραφτεί μία Ιστορία των Πειραϊκών γραμμάτων, σύγχρονη, πιστεύοντας ότι η Πόλη και οι πνευματικοί άνθρωποι του Πειραιά-διαχρονικά-έχουν όλο το κριτικό και λογοτεχνικό δικαίωμα να υποστηρίζουν, να υιοθετούν τον όρο Πειραϊκή Σχολή στην καθόλου Ιστορία των Ελληνικών Γραμμάτων. Ο Πειραιάς, με τους εκατοντάδες λογίους και καλλιτέχνες του, μουσικούς και εικαστικούς του, ηθοποιούς και επιστήμονές του, ποιητές και ρεμπέτες του, δοκιμιογράφους και δημοσιογράφους του……. είναι μια εργατούπολη με την δική της ταυτότητα. Οι κάτοικοί της προέρχονται από κάθε γωνιά της Ελλάδος, από τα αιματοβαμμένα χώματα της Μικράς Ασίας. Έχει την αρχαία ένδοξη ιστορία του και τα σύμβολα στρατηγούς της (Θεμιστοκλής), μορφές όπως ο Δημήτρης Ροντήρης, η Κατίνα Παξινού, ο Βασίλης Λαούρδας, ο Λάμπρος Πορφύρας, ο Μάριος Πλωρίτης, κλπ., που δυστυχώς εγκλωβίστηκε σε μια νοοτροπία-και έναν όρο, «η πειραϊκή λογοτεχνία της ταβέρνας», της «κλειστής παρέας και συντροφιάς». Αν όμως ερευνήσουμε, εμβαθύνουμε και προσμετρήσουμε το πλήθος των πειραιωτών καλλιτεχνών που δραστηριοποιήθηκαν και παρήγαγαν το καλλιτεχνικό και πνευματικό τους προϊόν πέρα των στενών ορίων του Δήμου Πειραιά, τότε, ισότιμα και επάξια μπορούμε να μιλάμε για Πειραϊκή Πνευματική- Λογοτεχνική Σχολή. Το ζητούμενο αυτό αγωνίζομαι χρόνια τα εμπεδώσω στις συνειδήσεις των νεότερων λογίων Πειραιωτών μα, και, στους εκτός Πειραιά πνευματικούς συγγραφείς. Δεν είναι τι γράφω, έγραψα, δημοσίευσα, εγώ, γιατί γκρινιάζω τόσα χρόνια. Μια εποπτεία των Πειραϊκών γραμμάτων να έχουμε από την ίδρυση του Δήμου και μετά, θα μας αποκαλύψει την αλήθεια της άποψής μου.
Σε μία επίσκεψη μου σε πειραιώτικο φιλικό σπίτι, είδα και το περιοδικό που ο Μανώλης Θρ. Ρούνης εξέδωσε το 1944. Το «Ξεκίνημα». Πρώτο τεύχος Μάρτης 1944. Όπως προανέφερα, δεν είμαι συλλέκτης και έτσι, παρά την προθυμία των φιλικών μου προσώπων, αρνήθηκα την προσφορά τους, να μου δωρίσουν τα τεύχη, όπως και άλλων εντύπων. Αντέγραψα τα στοιχεία και τις πληροφορίες που με ενδιέφεραν για τις έρευνές μου, και η «υπόθεση Ρούνης» έμεινε στο Πειραϊκό μικρό μου Αρχείο και την μνήμη μου. Από νούμερο Καλοκαίρι του 2010, της δεύτερης περιόδου του περιοδικού Φιλολογική Στέγη, πληροφορήθηκα τον θάνατό του.
Το όνομα του Μανόλη Θρ. Ρούνη, ήρθε πάλι στην μνημονική μου επιφάνεια εξαιτίας του ότι αναζήτησα τίτλους βιβλίων για Πειραιώτες δημιουργούς. Χαμένες παλαιές ευκαιρίες που σπονδυλώνουν το πλαίσιο της γενικής έρευνας για την πόλη του Πειραιά. Τα κείμενα του Μανόλη Θρ. Ρούνη, όπως και άλλων πειραιωτών, για τα Πνευματικά Γράμματα στον Πειραιά, (Λεβάντας, Χαντζάρας, Γιατράκος, Μελάς, κλπ.) προετοίμασαν το βιβλίο του Χατζημανωλάκη του 1973, μαζί και με τα δικά του παλαιότερα σημειώματα και καταγραφές. Έκτοτε, ο δρόμος στρώθηκε και επαναλαμβάνονται οι σταθμοί και οι κόμβοι. Ακόμα και οι εργασίες του πρώην προέδρου της Φιλολογικής είναι εξακολουθητικές επαναλήψεις εμπλουτισμένες με νέα στοιχεία . Οι παλαιές αυτές πρωτόλειες εργασίες είναι τα σκαλοπάτια που ακολουθήθηκαν μέχρι να φτάσει η πειραϊκή γραμματεία σε μια «υποφερτή» επάρκεια και να αποκτήσει τον δικό της βηματισμό. Έκτοτε, συμπληρώνονται τα κενά, οργανώνεται το υλικό, εξετάζονται περιπτώσεις, αναλύονται καταστάσεις, ερμηνεύονται έργα, δημιουργούνται πλαίσια, γίνονται αναφορές, με δυό λόγια, στρώνεται έτη περισσότερο και ανετότερα, τεκμηριώνεται ο δρόμος της Πειραϊκής Σχολής των Πειραϊκών Γραμμάτων. Οι παλαιότεροι δρόμοι και παράδρομοι των Πειραϊκών γραμμάτων μας είναι γνωστοί, ακόμα και τα μονοπάτια τους. Οι νεότερες σύγχρονες φωνές των πειραιωτών δημιουργών, οφείλουν να αναζητήσουν το υλικό, να προσδιορίσουν πειραιοκεντρικά τα θέματα που τους απασχολούν, τα λογοτεχνικά είδη που ακολουθούν, οι μνήμες και οι παραστάσεις που μας καταθέτουν, η σχέση τους με την γενέθλια πόλη τους, με δυό λόγια, η «οργανική» σχέση που έχουν με την πνευματική παράδοση της πόλης του Πειραιά είναι το σύγχρονο ζητούμενο. Χωρίς να κλειστούν στα Μακρά του Τείχη και να χάσουν τον διεθνή ορίζοντα της τέχνης. Η σωματοποίηση των πειραϊκών τους εμπειριών και παραστάσεων μέσα στο πολυσχιδές έργο τους, να επαναλάβουμε είναι το Πειραϊκό ζητούμενο της εποχής μας. Η Λήθη, θα φέρει λήθη και ο νοών νοείτω.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, Τετάρτη 26 Μαϊου 2021.
ΥΓ. Και μια παράκληση από έναν ανώνυμο φορολογούμενο, χαμηλοσυνταξιούχο έλληνα, προς το πολιτικό σύστημα της χώρας. Είναι κρίμα, αποτελεί όνειδος να υπάρχουν πολιτικά κόμματα εντός του ελληνικού κοινοβουλίου και να μην παραμερίζουν τις όποιες διαφορές τους, και να μην συμφωνήσουν χωρίς παραγράφους και αστερίσκους, να ψηφίζουν οι Έλληνες και οι Ελληνίδες του Εξωτερικού όπου γης. Η επιστολική ψήφος, δεν είναι χάρη προς τους ξενιτεμένους συμπατριώτες μας, τους διαμένοντες στα τέσσερα σημεία της οικουμένης, είναι υποχρέωση σύσσωμης της ελληνικής πολιτείας, του ελληνικού κράτους απέναντι στους Έλληνες της διασποράς. Που θυμόμαστε την Ομογένεια μόνο όταν τους έχουμε ανάγκη στην υποστήριξη των διπλωματικών μας δικαίων. Είναι άδικο να τους στερούμε το δικαίωμα ψήφου, ότι και αν πολιτικά επιλέγουν να ψηφίσουν οι Έλληνες της διασποράς, όσες δεκαετίες και αν έχουν ξενιτευτεί. Στο κάτω-κάτω, τα εδώ ελληνικά κόμματα χρηματοδοτούνται από εμάς, τους εντός Ελλάδος Έλληνες, ακόμα και σε περιόδους σκληρών μνημονίων και πτώχευσης. Οφείλει το πολιτικό σύστημα της χώρας να δώσει χωρίς αστερίσκους ψήφο στους Έλληνες του Εξωτερικού, αν θέλει να τυγχάνει στοιχειώδους σεβασμού. Ειδάλλως, να θυμηθούν στις επόμενες βουλευτικές εκλογές οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, ποια πολιτικά κόμματα και ποιοι βουλευτές αρνήθηκαν την θετική ψήφο τους. Ελλάδα, δεν είναι μόνο το ελληνικό κοινοβούλιο. Ή κάνω λάθος;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου