Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ-ΛΑΦΥΡΑ

ΓΡΗΓΟΡΗΣ  ΘΕΟΧΑΡΗΣ

«Λάφυρα», εκδόσεις Φ. Σ. Πειραιώς 1988.

      Η ποίηση του Γρηγόρη Θεοχάρη, είναι ποίηση ψυχογραφική. Είναι η λιτανεία μιας ταραγμένης ψυχής και του κρυφού της πόνου. Ο Πειραιώτης ποιητής, χαμηλόφωνα και ψιθυριστά εξομολογείται. Ψυχογραφεί τον εαυτό του, και με έναν αχνό τόνο μας ξεναγεί στον κόσμο του. Έναν κόσμο απρόσωπο, γεμάτο σκιές, σκοτάδια και σιωπή, που δεν είναι παρά ο κόσμος του θανάτου. Ο θάνατος, στέκει βιγλάτορας και καταλύτης των όποιων προσπαθειών του-μας.
    Η μνήμη του, χάνεται μέσα σε ένα κλίμα μελαγχολικής αναπόλησης και συγκρατημένης νοσταλγίας. Το συναίσθημά του είναι τιθασευμένο, και η γραφή του λιτή και στρωτή.
     «Τα λάφυρα», είναι μικρά χαλαρά δουλευμένα ποιήματα. Διαπιστώνει κανείς, ότι ίσως αποτελούν σχεδιάσματα ενός άλλου μη ολοκληρωμένου έργου.
    Ο Πειραιώτης ποιητής, και πρώτος πρόεδρος της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στην παραδοσιακή φόρμα, χάνει τον ρυθμό του καθώς καταφεύγει στα πεζολογικά στοιχεία που αδυνατίζουν τον ρυθμό του στίχου.
    Με κρυψίβουλο ύφος προσπαθεί να καταγράψει τα συναισθήματά του, δεσμεύει θα γράφαμε τόσο την εκφραστική του επιθυμία, όσο και την αβίαστη ροή του ποιητικού του λόγου. Γιαυτό και η σύνολη εικόνα της ποίησής του αυτοαναιρείται και δίνει την αίσθηση ενός ακατέργαστου ερεθίσματος.
Οι λέξεις χωρίς μουσικότητα, νοηματικά αρνητικά φορτισμένες, παγιδεύουν τον όποιο λυρισμό προσπαθεί να αφήσει πίσω της η ποιητική εικόνα. Το συναίσθημα του ποιητή, τόσο ασφυκτικά ελεγχόμενο δίνει την εντύπωση μιας εγκεφαλικής σύνθεσης και όχι μιας αυθόρμητης έκφρασης.
Ο ποιητής μένει εγκλωβισμένος στους ίσκιους και τις φοβίες του έτσι η όποια ποιητική του δημιουργία δεν είναι λυτρωτική ούτε και για τον ίδιο. Δεν γίνεται δηλαδή ο φορέας εκείνος μέσω του οποίου ο δημιουργός θα καθαρθεί από τα αρνητικά προσωπικά του βιώματα και εμπειρίες. (αν δεχθούμε ως υπόθεση ποιητικής εργασίας ότι η ποίηση λυτρώνει, έχει σκοπό λυτρωτικό). Και αυτό συμβαίνει, γιατί ενώ από την μία η οδυνηρή πραγματικότητα της ίδιας της ζωής, τον ωθεί σε μία άνευ όρων εξομολογητική διάθεση, από την άλλη, μια συγκρατημένη απαισιοδοξία και διστακτικότητα, τον αποτρέπει από το να ξετυλίξει τις μύχιες πτυχές του ψυχικού του κόσμου και να τις καταστήσει ορατές στους άλλους αλλά και στον ίδιο του τον εαυτό.
     Ακόμα και οι ερωτικές σχέσεις όπως αμυδρά προβάλλουν μέσα στην συλλογή, καταλήγουν σε αδιέξοδο. Οι απρόσωπες, ανώνυμες, σχεδόν άφυλλες γυναικείες φιγούρες, δεν αποτελούν παρά το άλλο πρόσωπο του ίδιου του εαυτού του, ή σωστότερα την άλλη όψη της απόγνωσής του.
     Το ότι η καταγραφή των σκέψεών του γίνεται σε πρώτο πρόσωπο, και με τον τρόπο αυτόν η ποιητική του γραφή αποκτά μια αμεσότητα, δεν αναιρεί την έλλειψη λυρικών στοιχείων που οφείλει να έχει ο ποιητικός λόγος, και την ψυχρή και παγερή ατμόσφαιρα που αφήνει η ανάγνωση του ποιητικού κειμένου στον αναγνώστη.
     Οφείλουμε να κατανοήσουμε, ότι στον εξομολογητικό και βιωματικό κόσμο της ποίησης δεν χωράνε ημίμετρα. ΄Η θα αφήσεις ελεύθερο τον εαυτό σου χωρίς δεσμεύσεις, απαλλαγμένο από τις όποιες φοβίες σου και αναστολές και θα καταθέσεις με σαφή και καθαρό τρόπο τις εμπειρίες σου και τις πνευματικές σου αναζητήσεις, ή θα περάσεις στην χώρα του αμίλητου όπου η ποίηση και γενικά ο λόγος αλλά και η γραφή δεν έχουν θέση. Η προσωπική μνήμη θα παραμείνει περιτειχισμένη στην αυτάρκειά της και την καθόλου ερμηνεία της.
     Ίσως η συλλογή αυτή, να μην έχει την εκφραστική αρετή των άλλων ποιητικών συλλογών του Πειραιώτη ποιητή, δεν παύει όμως να φωτίζει με τον τρόπο της την ταραγμένη και πολυειδή προσωπικότητα του Πειραιώτη δημιουργού.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πρώτη δημοσίευση, εφημερίδα, 
«Η Φωνή του Πειραιώς», αριθμός 12875/7-7-1988.
Πειραιάς Σάββατο, 12 Οκτωβρίου 2013.

Αυτά έγραφε ο υποφαινόμενος την περίοδο εκείνη, του σκανδάλου του Κωσκωτά, και των φρικτών πολιτικών αψιμαχιών.              


     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου