Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2018

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης- Χαρίλαος Τρικούπης


                ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
         Πάτρα 13/1/1859-Αθήνα 27/2/1943

     «Ότι δε χωράει να ζήση στη ζωή, βρίσκει τόπο ναπλωθή και νανθοβολήση στην Τέχνη, όσο να γίνη άξια η ζωή να το χωρέση, ύστερ’ από καιρούς κι από αιώνες»
Κωστής Παλαμάς, Η ΜΕΓΆΛΗ ΙΔΈΑ                                                                       


                                                                                                ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ

Ποτές δεν καταδέχεται τη γης να την πατήση
Καβάλλα πάει στην εκκλησιά, καβάλλα προσκυνάει.

     Δυό λόγια μόνο που καθένας θα μπορούσε να τα στοχαστή. Σ’ έναν ήρωα σαν τον Κολοκοτρώνη δείχνεται ξανά αναμμένο κάτι από το νού του Οδυσσέα. Έτσι και στο κλέφτικο το τραγούδι βρίσκεται η Ομηρική ραψωδία πολεμώντας να ξαναζωντανέψη. Ο Κολοκοτρώνης, πάντα καβαλλάρης, ανάμεσα στους άλλους γύρω τριγύρω του πεζούς, φτάνει μόνος εκείνος για να πιστέψω πώς ειν’ αθάνατ’ η Ελληνική ψυχή. Μας έδωσε τον τόνο στην ενάργεια. Μας έδωσε τον τόνο και στη νόηση ακόμα, αν είναι ο λόγος το υπέρτατο αντιφέγγισμα του νοείν’ είν’ αυτός που υπαγόρευε, κ’ έγραφ’ ένας ποιητής, ο Τερτσέτης, την ιστορία του που είναι μαζί κι από τις δυνατώτερες σελίδες μεσ’ από την ιστορία της Ελληνικής φυλής. Κι’ ‘ετσι, κατά την ζωή εκείνου, έπρεπε να τραβήξη μπρός η Ρωμιοσύνη να ξακολουθήση ο αρματωλός’ ναπομείνουμ’ ένας λαός, έτσι σαν το Μαυροβούνι, όμως με τη γοητεία της εθνικής μας ασύγκριτης ιστορίας, αχώριστης από τον καιρό του Ομήρου ίσα με τον καιρό του Σολωμού. Κ’ έτσι, κατά το λόγο εκείνου, έπρεπε ‘ναγκαλιάση η Ρωμιοσύνη τη γλώσσα του κλέφτικου τραγουδιού και μ’ αυτή να λέη όλα όσα έχει στο νου και στη καρδιά της. Το δυστύχημα είναι πώς κι ο Κολοκοτρώνης, μισός. Δεν είχε τύχη, σαν τν Οδυσσέα, να γυρίση στην πατρίδα θριαμβευτής, και να γλυτώση τη μεγάλη την Πηνελόπη από τα περιτριγυρίσματα κι από τις αγκαλιές των άλλων, των ανόμων. Η Πηνελόπη του ξεφεύγει ώρα με την ώρα, οι μνηστήρες πληθαίνουν, και πιο ξεδιάντροπα τη βασίλισσα τη ζώνουν. Ο αφέντης απόξω μένει. Παράξενο δεν είναι πώς αντί νανεβή σε θρόνο, σύρθηκε σιδερόδετος ως το δικαστήριο, κατηγορούμενος, ο Κολοκοτρώνης. Παράξενο είναι πώς του έλειψε στα τελευταία του η υψηλότατη δόξα: να πέση το κεφάλι του στην καρμανιόλα. Μήτε που είχε τύχη να πεθάνη σαν τον Καραϊσκάκη ή τον Καποδίστρια…. Τι γυρεύει ο πάντα καβαλλάρης ανάμεσα στους άλλους γύρω τριγύρω πεζούς;
Εφημερίδα Ακρόπολις 1901
--
                                                                                                ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ
     Τους έδωκε να χαρούνε, για κάμποσον καιρό, όχι τη χαρά τη χειροπιαστή της ζωής και της δύναμης, μά της ζωής αυτής και της δύναμης τόνειροφάντασμα. Και είδανε πώς είναι αυτός ο Δυνατός, κι ακούσανε πώς είναι γραφτό να ζήσουν, και πώς θα ζήσουν. Τούς φύσηξε τις μεγάλες ελπίδες, τους μεγάλους θαυμασμούς και τα μεγάλα μίση. Ξεχωριστά αγαπήθηκε και ξεχωριστά μισήθηκε, σαν άλλος κανείς. Έγινε το είδωλο και το βδέλυγμα. Οι άλλοι, των κομμάτων και της πολιτικής αρχηγοί, αυτός πρόβαλε φοβερός με τανάστημα των ιστορικών ηρώων. Κ’ έξαφνα, όταν τάλογό του σκόνταψε, στα γκρεμνά και στανηφόρια που τωδηγούσε απόκοτα, σκόνταψε, και σκιάχτηκε, και τον έρριξε,-ο λαός πού πίσω ακολουθούσε, έκαμε να τραβήξη το δρόμο του χωρίς τον καβαλλάρη. Μάλιστα σα να κατάλαβε κάποιο ξαλάφρωμα. Είταν το ξαλάφρωμα του ξύπνου, όμως με το ξύπνημα σβύνει και πάει και τονειροφάντασμα της ζωής και της δύναμης. Έχετε γειά, μεγάλες ελπίδες, μεγάλες αγάπες, και μεγάλα μίση! Και πήρανε τα πόδια τους κακόσορτοι και σταματήσανε στον Ετέμ.
Περιοδικό το «Περιοδικόν μας» 1901

Σημείωση:
     Θέλησα να τιμήσω την μνήμη του ποιητή της Ρωμιοσύνης όχι με αγαπημένα και πολυδιαβασμένα ποιήματά του, όχι με κάποιο θεωρητικό του κείμενο για την τέχνη της ποίησης, όχι με το αγαπημένο σε όλους μας ποίημα του ποιητή Άγγελου Σικελιανού πάνω στο κιβούρι του ποιητή Κωστή Παλαμά την ημέρα της κηδείας του μέσα στα σκληρά χρόνια της κατοχής. Αλλά με δύο συνοπτικές απαντήσεις του-σε μια εφημερίδα και ένα λογοτεχνικό περιοδικό-που νομίζω ότι εκφράζουν ακόμα και στις μέρες μας, το πνεύμα της πολιτικής της σύγχρονης Ελλάδας. Ο Κωστής Παλαμάς είναι ένας κατεξοχήν πολιτικός ποιητής πέρα από εθνικός. Το όραμά του για την μεγάλη Ελλάδα, οι ελπίδες του για το μέλλον της Ρωμιοσύνης, η λατρεία του για τον ελληνικό πολιτισμό και παράδοση, η πατριδολατρεία του έτσι όπως αποτυπώνεται στο ογκώδες και πολυπρισματικό έργο του, μας φανερώνουν την τεράστια επίδραση που είχε στις συνειδήσεις των νέων ελλήνων στην εποχή του. Ο Κωστής Παλαμάς επάξια θα μπορούσε να είναι ο εθνικός μας ποιητής στην θέση του γενάρχη της ελληνικής ποίησης Διονυσίου Σολωμού. Ήταν το μόνο εθνικό κεφάλαιο της ποίησής μας για πολλές δεκαετίες. Το άστρο του αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Καβάφη σκίασε κατά κάποιον τρόπο το δαιδαλώδες και πολύτομο έργο του, χωρίς ευτυχώς, να το συννεφιάσει καταλυτικά . Ο Κωστής Παλαμάς παρέμεινε στις συνειδήσεις των νεότερων αναγνωστών του ελληνικού ποιητικού λόγου, σαν το μεγάλο αραξοβόλι της ζωής των ελλήνων. Ο δημιουργός που μπορεί ακόμα και σήμερα να εμψυχώσει το εθνικό και πατριωτικό τους φρόνημα.
Τα δύο αυτά κείμενα βρίσκονται στον έκτο τόμο των απάντων του των εκδόσεων Μπίρη, έκδοση γ΄.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς 28/2/2018
ΥΓ. Αλήθεια, πιστεύει κανείς ότι η σημερινή βουλή-κυβέρνηση και αντιπολίτευση-εκφράζει το πολιτικό ήθος του έλληνα; Όσων τουλάχιστον δεν έχουν εκμαυλιστεί για ίδιον όφελος. Μας άξιζε αλήθεια η πολιτική επιλογή του κυρίου Κουβέλη; Αυτό το πολιτικό προσωπικό θα μας οδηγήσει έξω από τα μνημόνια; 
            

Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2018

ΣΥΛΛΕΙΤΟΥΡΓΌ ΚΕΙΜΕΝΩΝ


           ΣΥΛΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

     «Η παράδοση προϋποθέτει ερείπια» γράφει ο Albin Lesky, από τα ερείπια αυτά του μυστικού δείπνου του χρόνου είτε είναι αρχιτεκτονικά είτε ζωγραφικά είτε ήθη και έθιμα είτε θρησκευτικά είτε γλωσσικά, οι άνθρωποι οικοδομούν το αινιγματικό μέλλον τους, το επαναλαμβανόμενο μυστήριο ξένο της ζωής τους, την επαναλαμβανόμενη αναγέννηση της σάρκας τους. «Με τα συντρίμμια αυτά στύλωσα τα ερείπιά μου» λέει ο Τόμας Σ. Έλιοτ. Μέσα από τα ερείπια αυτά εμπειριών ζωής του ανθρώπου ανατέλλει ο ήλιος του μεσονυχτίου, προβάλει της δικαιοσύνης το νοητό φως, ο αναστημένος σπαραγμός της άλλης ελπίδας στις ψυχές των ανθρώπων. Ο προφορικός λόγος και τα γραπτά μνημεία του ανθρώπου δεν είναι παρά η πρωταρχική ερμηνεία του κόσμου, ο «πρώτος μας εαυτός» που διακηρύττει ο Άγγελος Σικελιανός, είναι η προφητική κατανόηση του μελλοντικού μας βίου. Η οριοθέτηση των ονείρων μας, τα ελεήμονα όρια της εσωτερικής μας αναζήτησης, το μεταίχμιο του ανθρώπου μεταξύ μύθου και ιστορίας, το σταυροδρόμι της μοίρας που οδηγεί στην κάθαρση και όχι στην ύβρη. Ο ύμνος του  ρυθμού της φωνής προς το ανερμήνευτο χάος που περιβάλει τον άνθρωπο και τον φυσικό κόσμο. Είναι η Ζωή επί λίκνω λέξεων, η Ζωή εν τάφω της γλώσσας. Οι λέξεις κυλούν από τα ανθρώπινα χείλη και γίνονται δάκρυα αγαλμάτων του χρόνου, γίνονται αίμα και προσφέρονται σαν θεία κοινωνία, γίνονται πνεύμα που καταργεί την σκιά του ανθρώπου, γίνονται γάργαρο νερό που ασπρογαλιάζει και γκρεμίζει τις θύρες της λήθης.       
Α.
-ΕΝ αρχή ήν ο λόγος, και ο λόγος ήν προς τον θεόν, και θεός ήν ο λόγος. ούτος ήν εν αρχή προς τον θεόν. πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν. ‘ο γέγονεν εν αυτώ ζωή ήν, και η ζωή ήν το φώς των ανθρώπων και το φώς εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ού κατέλαβεν.
     Εγένετο άνθρωπος, απεσταλμένος παρά θεού, όνομα αυτώ Ιωάννης’ ούτος ήλθεν εις μαρτυρίαν ίνα μαρτυρήση περί του φωτός, ίνα πάντες πιστεύσωσιν δι αυτού. ούκ ήν εκείνος το φώς, αλλ’ ίνα μαρτυρήση περί του φωτός.
     Ήν το φώς το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπον, ερχόμενον εις τον κόσμον. εν τω κόσμω ήν, και ο κόσμος δι’ αυτού εγένετο, και ο κόσμος αυτόν ούκ έγνω. εις τα ίδια ήλθεν, και οι ίδιοι αυτόν ού παρέλαβον. όσοι δε έλαβον αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνο θεού γενέσθαι, τοίς πιστεύουσιν εις το όνομα αυτού, οί ούκ εξ αιμάτων ουδέ εκ θελήματος σαρκός ουδέ εκ θελήματος ανδρός αλλά εκ θεού εγεννήθησαν.
  Και ο λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν έν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας. Ιωάννης μαρτυρεί περί αυτού και κέκραγεν λέγων’ ούτος ήν όν είπον ο οπίσω μου ερχόμενος έμπροσθέν μου γέγονεν, ότι πρώτος μου ήν, ότι έκ του πληρώματος αυτού ημείς πάντες ελάβομεν και χάριν αντί χάριτος’ ότι ο νόμος διά Μωυσέως εδόθη, η χάρις και η αλήθεια διά Ιησού Χριστού εγένετο. Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε μονογενής θεός ο ών είς τον κόλπον του πατρός εκείνος εξηγήσατο.
--
Β.
-IGITUR hominem accepit indiscretae opus imaginis atque in mundi positum meditullio sic est alloquutus: “Nec certam sedem, nec propriam faciem, nec munus ullum peculiar tibi dedimus, o Adam, ut quam sedem, quam faciem, quae munera tute optaveris, ea, pro voto, pro tua sentential, habeas et possideas. Definita caeteris natura intra praescriptas a nobis leges cohercetur natura intra praescriptas a nobis leges cohercetur. Tu, nullis angustiis cohercitus, pro tuo arbitrio, in cuius manu te posui, tibi illam prefinies. Medium te mundi posui, ut circum spiceres inde comodius quicquid est in mundo….
ΠΗΡΕ λοιπόν τον άνθρωπο, αυτό το δημιούργημα με απροσδιόριστη εικόνα, τον έβαλε στο κέντρο του κόσμου και του είπε τούτα τα λόγια: «Εάν δεν σου δώσαμε, Αδάμ, μια ορισμένη θέση και όψη, ούτε και μια αποκλειστικά δική σου ιδιότητα, αυτό έγινε για να μπορείς να κατέχεις και να κατακτάς όποια θέση, όποια όψη και όποιες ιδιότητες θα διάλεγες, ανάλογα με την επιθυμία και την κρίση σου. Η φύση όλων των άλλων πλασμάτων, άπαξ και καθοριστεί, παραμένει δέσμια των νόμων που τους επιβάλαμε. Όμως εσένα, κανένας περιορισμός δεν σε δεσμεύει, και μπορείς μόνος σου να προσδιορίσεις τη φύση σου ανάλογα με την ελεύθερη βούλησή σου, στα χέρια της οποίας σε εμπιστεύτηκα. Εάν σε έβαλα στο κέντρο του κόσμου, είναι για να μπορείς από τη θέση αυτή να περιεργάζεσαι με όλη σου την άνεση ό,τι βρίσκεται μέσα του. Εάν δεν σε κάναμε ούτε ουράνιο ούτε γήινο, ούτε θνητό ούτε αθάνατο, είναι για να μπορείς, ελεύθερος και προικισμένος καθώς είσαι, να διαπλάσεις και να διαμορφώσεις μονάχος σου τον εαυτό σου, και να του δώσεις όποια μορφή προτιμάς. Από σένα θα εξαρτάται αν θα ξεπέφτεις σε μορφές κατώτερες, που φέρνουν προς το ζωώδες’ κι από σένα πάλι αν θα αναγεννιέσαι σε μορφές ανώτερες που τείνουν προς το θείο, κι όλα τούτα ανάλογα με την κρίση της ψυχής σου».
Ώ, ύψιστη ελευθεριότητα του Θεού Πατρός, ύψιστη και θαυμάσια ευτυχία του ανθρώπου! Του δόθηκε να έχει ό,τι επιθυμεί, να είναι αυτό που θέλει!.....
--
Γ.
-ΠΑΝ το πρίν εαυτό επιστρεπτικόν αυθυπόστατόν έστιν. Ει γαρ επέστραπται προς εαυτό κατά φύσιν και έστι τέλειον εν τη προς εαυτό επιστροφή, και την ουσίαν αν παρ’ εαυτού έχοι’ προς ο γαρ η κατά φύσιν επιστροφή, από τούτου και η πρόοδος η κατ’ ουσίαν εκάστοις. Εί ούν εαυτώ το εύ είναι παρέχει, και το είναι δήπου εαυτώ παρέξει, και έσται της εαυτού κύριον υποστάσεως. αυθυπόστατον άρα εστί το προς εαυτό δυνάμενον επιστρέφειν.
    ΠΑΝ το κατ’ ενέργειαν προς εαυτό επιστρεπτικόν και κατ’ ουσίαν επέστραπται προς εαυτό.
ΚΑΘΕ τι πού επιστρέφει στον εαυτό του είναι αυτοϋπόστατο.
     Αν δηλαδή έχει επιστρέψει στον εαυτό του σύμφωνα με τη φύση και είναι ολοκληρωμένο με την επιστροφή στον εαυτό του, τότε και την ουσία θα την έχει από τον εαυτό του. Γιατί προς όποιο γίνεται η σύμφωνη με τη φύση επιστροφή, από αυτό γίνεται για το καθένα και η σύμφωνη με την ουσία προχώρηση. Αν λοιπόν παρέχει στον εαυτό του το τέλειο είναι, θα παραχωρήσει οπωσδήποτε στον εαυτό του και το είναι και θα έχει την κυριότητα της υπόστασής του είναι επομένως αυτοϋπόστατο αυτό που μπορεί να επιστρέψει στον εαυτό του.
     Κάθε τι που επιστρέφει στον εαυτό του από την άποψη της ενέργειας, έχει επιστρέψει προς τον εαυτό του και από την άποψη της ουσίας.
--
Δ.
-ΚΥΡΙΕ ο Θεός ημών, ο τη σή αρρήτω σοφία δημιουργήσας τον άνθρωπον εκ του χοός, και τούτον αναμορφώσας εις είδος και κάλλος, εξωραϊσας, ως τίμιον και ουράνιον κτήμα, εις δοξολογίαν και ευπρέπειαν της σης δόξης και βασιλείας, δια το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν τούτον παραγαγείν’ την εντολήν δε παραβάντα του σού προστάγματος, και μεταλαβόντα της εικόνος, και μη φυλάξαντα’ και διά τούτο, ίνα μη το κακόν αθάνατον γένηται, φιλανθρώπως κελεύσας την κράσιν, και μίξιν ταύτην, και τον άρρηκτόν σου, τούτον δεσμόν, ως Θεός των Πατέρων ημών, τώ θείω βουλήματι αποτέμνεσθαι και διαλύεσθαι’ ώστε την μεν ψυχήν εκείσε χωρείν, ένθα και το είναι προσελάβετο, μέχρι της κοινής αναστάσεως, το δε σώμα είς τα εξ ών συνετέθη αναλύεσθαι’ διά τούτο δεόμεθα σου του ανάρχου Πατρός, και του μονογενούς σου Υιού, και του παναγίου, και ομοουσίου και ζωοποιού σου Πνεύματος, ίνα μη παρίδης το σόν πλάσμα καταποθήναι τη απωλεία’ αλλά το μέν σώμα διαλυθήναι εις τα εξ ών συνετέθη, την δε ψυχήν καταταγήναι εν τω χορώ των δικαίων. Ναι, Κύριε ο Θεός ημών, νικησάτω σου το άμετρον έλεος, και η φιλανθρωπία η ανείκαστος’ και είτε υπό κατάραν πατρός ή μητρός, είτε τω ιδίω αναθέματι υπέπεσεν ο δούλος σου ούτος, είτε τινά των ιερωμένων παρεπίκρανε, και παρ’ αυτού δεσμόν άλυτον εδέξατο, είτε υπό Αρχιερέως βαρυτάτω αφορισμώ περιέπεσε, και αμελεία και ραθυμία χρησάμενος, ούκ έτυχε συγχωρήσεως, συγχώρησον αυτώ δι’ εμού του αμαρτωλού και άλλου τινός, φθόνω και συνεργεία του πονηρού, τοιούτον υπέστη ολίσθημα’ ευδόκησον, ως μόνος αγαθός και πολυέλεος, την μεν ψυχήν αυτού μετά των Αγίων ταχθήναι των απ’ αιώνός σοι ευαρεστησάντων, το δε σώμα τη παρά σου δημιουργηθείση φύσει δοθήναι. Ότι ευλογητός και δεδοξασμένος υπάρχεις εις τους αιώνας. Αμήν.
--
Ε. 
1.Ψάξε να βρεις το μυστικό μονοπάτι (τον αγωγό) της ψυχής, το μέρος όπου βρίσκεται υπηρετώντας ευλαβικά το σώμα και το σημείο από όπου αναβρύζει. Πάλι θα την αναστήσεις αν ενώσεις λόγια ιερά με έργα.
2.Μην στρέψεις προς τα κάτω το βλέμμα σου. Γκρεμός χάσκει που την ψυχή σέρνει στην επτάπορη βαθμίδα που στα πόδια της βρίσκεται η φοβερή σκάλα η οποία οδηγεί στον θρόνο της Ανάγκης.
3.Στο αγγείο σου θα κατοικήσουν τα θηρία της γης.
4.Μην προσθέτεις στην ειμαρμένη.
5.Από την πατρική αρχή δεν προέρχεται τίποτε ατελές.
6.Αλλά ούτε ο πατρικός νους δέχεται την επιθυμία της (ψυχής) αν δεν βγει πρώτα από τη λήθη και δεν εκστομίσει τον λόγο, ανακαλώντας στη μνήμη το πατρικό αγνό σύνθημα.
7.Πρέπει, λοιπόν, να σπεύδεις προς το φως και προς τη λάμψη του Πατρός, εκεί απ’ όπου σου στάλθηκε η ψυχή, ενδεδυμένη με νου περίπλοκο.
8.Αυτοί που εξώνουν την ψυχή, τη βγάζουν από τον εαυτό της και την κάνουν να αναπνεύσει, είναι ελεύθεροι.
9.Στα λαγούμια της γης κατοικεί η πηγή της αρετής. Μένει εκεί κρυμμένη χωρίς να χάνει την παρθενία της.
10.Η ψυχή των ανθρώπων σφίγγει τον θεό και τον φέρνει μέσα της. Δεν έχει τίποτε το θνητό, είναι ολόκληρη συνεπαρμένη από το θείο. Γι’ αυτό καυχήσου για την αρμονία που από κάτω της υπάρχει το ανθρώπινο σώμα.
11.Η ψυχή που υπάρχει σαν φως ολόλαμπρο προερχόμενο από τη δύναμη του Πατρός, παραμένει αθάνατη, κυρίαρχος της ζωής, και αντιλαμβάνεται την πληρότητα εκ των πτυχών του κόσμου.
12.Αναζήτησε τον παράδεισο.
13.Μην μολύνεις το πνεύμα σου, μην βαθύνεις το επίπεδο.
14.Το είδωλο έχει κι αυτό το μερίδιό του σε έναν τόπο ολόφωτο.
15.Μην ρίχνεις το σκύβαλο της ύλης στον γκρεμό.
16.Μήν απομακρύνεις την ψυχή έξω από το σώμα, μην τη βάζεις σε κίνδυνο.
17.Άπλωσε τον πυρφόρο σου νου σε έργο ευσεβείας. Μπορείς να σώσεις έτσι και το ρευστό σώμα.
18.Από κάθε κοίλωμα της γης ξεπηδούν χθόνιοι κύνες δίχως να δείξουν κανένα αληθινό σημάδι στον θνητό άνθρωπο.
19.Η φύση πείθει ότι οι δαίμονες είναι αγνοί και οι βλαστοί της κακής ύλης χρηστοί και όλβιοι.
20.Οι τιμωρίες αγκυλώνουν τους ανθρώπους (τις ψυχές των ανθρώπων).
21.Να πιστεύετε ότι το βάθος της ψυχής είναι αθάνατο. Να στρέφετε το βλέμμα πάντοτε προς τα πάντα.
22.Πολλές φορές θα μιλήσεις, θα συνοψίσεις όσα μπορεί να έχουν ειπωθεί. Ούτε ο ουράνιος θόλος φαίνεται κυρτός τότε, ούτε τ’ αστέρια λάμπουν, το φως της σελήνης καλύπτεται, η γη δεν φαίνεται, κεραυνοί ταράζουν τη γη.
24.Μην κάνεις επίκληση να εμφανιστεί μπροστά σου αυτούσια η εικόνα της Φύσεως.
25.Από παντού, τείνει τα ηνία του πυρός, μιας άπλαστης ψυχής.
26.Όταν θα αντικρίσεις το ιερόν πυρ να καίει άμορφο, αναπηδώντας μέσα στα βάθη ολόκληρου του κόσμου, άκουσε τη φωνή του πυρός.
27.Ο πατρικός νους έσπειρε τα σύμβολα στις ψυχές.
28.Μάθαινε το νοητό, επειδή υπάρχει έξω από τη σφαίρα του ανθρώπινου νου.
29.Υπάρχει κάτι νοητό, το οποίο πρέπει να συλλαμβάνεται από το άνθος του νου.
30.Όλα προέρχονται από μια φλόγα που τα κάνει να λάμπουν.
31.Ο Πατέρας τα έκανε όλα τέλεια και τα παρέδωσε στον δεύτερο νου, που εσείς, τα ανθρώπινα έθνη τον ονομάζετε πρώτο.
32.Οι ίυγγες, όταν τις νοεί ο Πατέρας, σκέπτονται κι αυτές επίσης, ώστε να καταστήσουν κατανοητές βουλές άρρητες.
33.Πώς ο κόσμος έχει νωθρά νοητά στηρίγματα!
34.Ο Πατέρας απομάκρυνε τον εαυτό του χωρίς να κλείσει μέσα στη νοερή του δύναμη το δικό του πυρ.
35.Ο Πατέρας δεν προκαλεί φόβο, αλλά εμπνέει την υπακοή.
--
ΣΤ.
1.Ο Όσιρις Τάδε λέγει: Είμαι ο Ατούμ (εκείνος όστις) έκαμε τον ουρανόν και εδημιούργησε όλα τα όντα. (Εκείνος) όστις ενεφανίσθη εντός της ουρανίας αβύσσου. Είμαι ο Ρά κατά την ανατολήν του εις την αρχήν, (εκείνος) όστις κυβερνά ό,τι έκαμε.
2.Είμαι ο μεγάλος θεός ο οποίος γεννά αυτός εαυτόν, είμαι το ύδωρ, είμαι η άβυσσος, πατήρ των θεών.
4.Είμαι εκείνος (τον οποίον δεν σταματούν) μεταξύ των θεών
5.Είμαι χθες και γνωρίζω την πρωίαν (την αύριον)
7.Γνωρίζω τον μεγάλον θεόν όστις κατοικεί (εις τον Αμέντι)
10. Είμαι εκ του κόσμου, έρχομαι εις την πατρίδα μου
14. Βαδίζω εις την οδόν του, γνωρίζω ότι η κεφαλή μου ευρίσκεται μέσα στη λίμνη της διπλής δικαιοσύνης
22. Είμαι μια ψυχή εις τα δύο δίδυμά της…
24. Ώ Ρά, μέσα εις το ωόν του! Αυτός ο οποίος ακτινοβολεί με τον δίσκο του, ο οποίος λάμπει εις τον ορίζοντά του, ο οποίος (κολυμπά επί της ύλης του)….
--
Ζ.
Των ανθρώπων οι δόξες κι αν φτάνουν
ως ον αιθέρα περήφανες,
μες στη γη σιγολιώνουν και σβήνονται ατίμητες,
σαν ορμήσουμε εμείς με τους μαύρους χιτώνες
σε χορούς φοβερούς τα ποδάρια βροντώντας.
-Γιατί με τετράψηλο πήδημα,
του ποδιού μου τη δύναμη ασήκωτη,
κατεβάζω, κι όσο κι αν φεύγουν γοργόδρομα,
απ’ τ’ αβάσταγο χτύπημα πέφτουν.
--
Η.
-Ψυχαί οσμώνται καθ’ Άιδην.
-‘Αντρον νυμφών όθεν και Ηράκλειτον ψυχήισι φάναι τέρψιν ή θάνατον υγρήισι γενέσθαι, τέρψιν δε είναι αυταίς την είς γένεσιν πτώσιν, αλλαχού δε φάναι ζήν ημάς τον εκείνων θάνατον και ζήν εκείνας τον ημέτερον θάνατον.
-τους καθεύδοντας οίμαι ο Ηράκλειτος εργάτας είναι λέγει και συνεργούς των τω κόσμων γινομένων.
-θυμώι μάχεσθαι χαλεπόν, ο γάρ αν θέληι, ψυχής ωνείται.
-ο άναξ, ού το μαντείον εστι εν Δελφοίς, ούτε λέγει ούτε κρύπτει αλλά σημαίνει.
Θ.
ΟΙ ΤΕΣΕΡΕΙΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΙ
Η ζωή τ’ ανθρώπου είναι απάτη κι απογοήτευση’
Τά πάντα είναι χωρίς υπόσταση,
Χωρίς υπόσταση κι απογοητευτικά:
Στρόβιλοι πυροτεχνημάτων, παντομίμες,
Το βραβείο που δίνουν σε παιδική γιορτή,
Το βραβείο που απονέμουν για την έκθεση ιδεών,
Ο τίτλος του φιλόλογου, το παράσημο του πολιτικού.
Τα πάντα χάνουν την υπόστασή τους, ο άνθρωπος περνά
Από ανυπόστατο σ’ ανυπόστατο.
Τούτος ο άνθρωπος είναι πεισματάρης, τυφλός, παρα-
   δομένος
Στην αυτοκαταστροφή.
Περνώντας από φρεναπάτη σε φρεναπάτη,
Από μεγαλείο σε μεγαλείο στην τελική φαντασίωση,
Χαμένος στο θάμπος της ίδιας του μεγαλοσύνης,
Εχθρός της κοινωνίας, εχθρός του εαυτού του.
Ι.
Τρίτη επιστολή Σοφοκλεί
Τι είναι, λοιπόν, εκείνο πού θα ‘ταν σωστό να πούμε, αποφεύγοντας τις υπερβολές;
     Εσύ διάλεξες μεσ’ στην ψυχή του ανθρώπου ό,τι είναι ευγενικώτερο. Και αυτό το ευγενικώτερο-το υπαρκτό στη ζωή, όχι το αδύνατο και ανύπαρκτο-το πρόβαλες στα μάτια μας, με τον ωραιότερο και αρμονικώτερο λόγο που μπορούσαν να προφέρουν τα ποιητικά χείλη του ανθρώπου, και με μια δραματική πλοκή που, σ’ ορισμένες τραγωδίες σου, φθάνει στην τελειότητα. Αν, αντί να προβάλεις την ανθρώπινη ευγένεια σαν κάτι το προσιτό, επιχειρούσες να την προβάλεις σαν κάτι το άφθαστο, σαν κάτι που δεν είχες αισθανθεί μέσα σου ή δεν είχες δει ποτέ γύρω σου ή που δε μπορούσε να το φθάσει ο άνθρωπος σε καμμιάν ώρα της ζωής του, δε θα γινόσουν παιδαγωγός και δε θα ήσουν μεγάλος ποιητής. Τα ανθρώπινα παθήματα (sufferings) μπορεί να τα παρουσιάζει ο ποιητής τόσο έντονα που κανένας πάσχων άνθρωπος δε θα μπορούσε να τ’ ανθέξει, εκτός από τον «υποκριτή» (τον ηθοποιό). Αλλά και στην περίπτωση αυτή, δηλαδή όταν τα παθήματα υπερβαίνουν την αντοχή και του ηθικά πιο ισχυρού ανθρώπου, καλύτερο είναι-όπως τόκαμε ο Αισχύλος στον «Προμηθέα Δεσμώτη»-να εμφανίζει ο ποιητής έναν Τιτάνα, ένα θεό να πάσχει από θεούς όσα δε θα μπορούσε ποτέ ν’ ανθέξει ένα ανθρώπινο όν…….
Κ.
Περί του Καλού
Φεύγωμεν δή φίλην ες πατρίδα, αληθέστερον αν τις παρεκελεύοιτο, τις ούν η φυγή και πώς; Αναξόμεθα οίον από μάγου Κίρκης (φησίν) ή Καλυψούς Οδυσσεύς (αινιττόμενος δοκεί μοι) μείναι ούκ αρεσθείς, καίτοι έχων ηδονάς δι’ ομμάτων και κάλλει πολλώ αισθατώ συνών.
Πατρίς δή ημίν, όθεν παρήλθομεν, και πατήρ εκεί, τις ούν ο στόλος και η φυγή; Ού πόσι δει διανύσαι’ πανταχού γάρ φέρουσι πόδες επί γήν άλλην επ’ άλλης’ ουδέ σε δεί ίππων όχημα ή τι θαλάττιον παρασκευάσει, αλλά ταύτα πάντα αφείναι δεί και μη βλέπειν, αλλ’ οίον μύσαντα όψιν άλλην αλλάξασθαι και ανεγείραι, ήν έχει μέν πάς χρώνται δε ολίγοι.
Αιωνία Αυτών η Μνήμη
  
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
α) διατήρησα την ορθογραφία, την στίξη και τον τονισμό των κειμένων έτσι όπως τα συνάντησα στην ανάγνωσή τους στα βιβλία. Δυσκολία στην αντιγραφή τους στάθηκε το πολυτονικό σύστημα που είναι γραμμένα πολλά από αυτά, και τους προσθέτουν μια εικαστική έκφραση διαφορετική από αυτή του μονοτονικού, δυστυχώς, δεν έχω την τεχνική βοήθεια του ηλεκτρονικού υπολογιστή ώστε να τα μεταφέρω.
β) προσπάθησα να πετύχω-όσο μου ήταν δυνατόν-μια ενιαία οντολογική κατάθεση της ανθρώπινης αναζήτησης και στοχασμού, μέσω της γλώσσας. Ένα πλέγμα νοημάτων, ερωτημάτων, αγωνιών, εμπειριών, δεήσεων, φιλοσοφικής ατμόσφαιρας της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα στις σαρκοφάγους των αιώνων. Πέρα από δόγματα θρησκευτικά, παραδόσεις εθνικές, ιδεολογήματα, φιλοσοφικές επιταγές, άλλες κοινωνικές αγκυλώσεις. Η αιώνια αγωνία του ανθρώπου και ο αγώνας του για καλύτερη ζωή και μεταφυσική δικαίωση είναι που είχα στο νου. Τα ίδια τα κείμενα νομίζω ότι εκφράζουν ορθότερα τις θέσεις, τα πιστεύω, τα ερωτήματα, τις αγωνίες, τον πόνο, τις ελπίδες, τις αναζητήσεις, τις εθιμικές και θεσμικές δοξασίες των ανθρώπων που τα γέννησαν και μας τα άφησαν ως πολιτισμική παρακαταθήκη μέσα στους αιώνες.
γ) Τα ετερογενή και διαφορετικής οντολογικής βαρύτητας και πίστης ετερόκλητα κείμενα που άντεξαν μέσα στον ιστορικό χρόνο και τροφοδότησαν άμεσα ή έμμεσα, φανερά ή υπόγεια τις κατοπινές συνειδήσεις των ανθρώπων και στήριξαν τις ζωές τους, ερανίστηκαν από τα κάτωθι βιβλία χωρίς πρόθεση αξιολόγησης ή ιεράρχησης, σεβόμενος τον μόχθο των δημιουργών που τα γέννησαν, αυτών που μας τα διέσωσαν, των μεταφραστών τους, των επιμελητών τους και των εκδοτών, και φυσικά, την αιώνια μνήμη των ανθρώπων που τα πίστεψαν και ακολούθησαν:
• Η ρήση του Albin Lesky, αναφέρεται στο βιβλίο του Ιωάννη Θ. Κακριδή, ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ, έκδοση Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1978
• Ο στίχος του άγγλου ποιητή Τόμας Στερν Έλιοτ, είναι από το έργο του Η ΕΡΗΜΗ ΧΩΡΑ, σε μετάφραση Γιώργου Σεφέρη, εκδόσεις Ίκαρος 1973
• NOVUM TESTAMENTUM GRAECE, 
post Eberhard Nestle et Erwin Nestle communiter ediderunt Kurt Aland Matthew Black Carlo M. Martini Bruce M. Metzger Allen Wikgren. Ed. Deutsche Bibelgesellschaft Stuttgart, druck 1987 (όπου τα αποσπάσματα της Καινής Διαθήκης)
• Giovanni Pico Della Mirandola, ORATIO DE HOMINIS DIGNITATE,-ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, εισαγωγή: Yves Hersant, μετάφραση από τα λατινικά Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου, εκδόσεις Άγρα 2014
• ΠΡΟΚΛΟΥ ΔΙΑΔΟΧΟΥ, ΣΤΟΙΧΕΙΩΣΙΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ, εισαγωγή-σχόλια: E. R. Dodds, μετάφραση: Ιγνάτιος Σακκαλής, εκδόσεις ΠΟΛΥΤΥΠΟ 1982
• Γιάννη Κ. Παπαχρόνη. Η ΝΕΚΡΩΣΙΜΟΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ, εκδόσεις «ΤΕΡΤΙΟΣ» Κατερίνη 1993
• Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων-Μιχαήλ Ψελλός, 
Μαγικά λόγια του Ζωροάστρη σε σχόλια του Γεωργίου Γεμιστού Πλήθωνος και του Μιχαήλ Ψελλού. Εισαγωγή-Μετάφραση στη Νεοελληνική της φιλολόγου Μαρίας Κεκροπούλου, εκδόσεις Ενάλιος χ.χ.
• Ερμού του Τρισμέγιστου, Η Αιγυπτιακή Βίβλος των Νεκρών, μετάφραση, εισαγωγή, σχόλια: Επ. Κ. Μπουφάλι, εκδόσεις Πύρινος Κόσμος χ.χ.
• Αισχύλος, ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ, μετάφραση Τάσος Ρούσσος, εκδόσεις Κάκτος 1992
• Ηράκλειτος ΑΠΑΝΤΑ, πρόλογος-μετάφραση Τάσος Φάλκας-Αρβανιτάκης, επίμετρο Ι. Σ. Χριστοδούλου, εκδόσεις Ζήτρος 1999  
• Τόμας Στερν Έλιοτ, ΦΟΝΙΚΟ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, μετάφραση Γιώργος Σεφέρης, εκδόσεις Ίκαρος 1974
• Παναγιώτη Κανελλόπουλου, Επιστολές στους Προγόνους μου, προλογίζει ο Ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Ι. Δεσποτόπουλος, εκδόσεις Νέα Σύνορα-Α.Α.Λιβάνη 1990
• ΠΛΩΤΙΝΟΥ, Εννεάδες, Περί του Καλού, εκδόσεις Κάκτος.

     Ένας λυγμός όλα τα παραπάνω, αναγνώστη, στη μνήμη της χαμένης Ιωνίας, στη μνήμη της χαμένης Κύπρου, στη μνήμη της πνευματικής μας μάνας, της χαμένης ρωμιοσύνης.
Χρήστος Γιανναράς, 
Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ, εκδόσεις Γρηγόρη 1978

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 25 Φεβρουαρίου 2018
Ημέρα της αναστύλωσης των εικόνων. 
Το Πλατωνικό Κάλλος μέσα στην Ορθόδοξη Ελληνική Παράδοση         

Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018

Για τον ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ


           ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ

         Μετά το αγγλόγλωσσο κείμενο Mathios Paskalis: His ideas about poems, του 1944 του ποιητή Γιώργου Σεφέρη, ένα κείμενο που όπως σημειώνει στο «Εκδοτικό υπόμνημα» ο επιμελητής κύριος Δημήτρης Δασκαλόπουλος στον τρίτο τόμο των ΔΟΚΙΜΩΝ-Παραλειπόμενα 1932-1971, εκδόσεις Ίκαρος 1992, «Γραμμένο απευθείας σε αγγλική γλώσσα, πρωτοδημοσιεύτηκε στο αγγλόφωνο περιοδικό του Καϊρου Personal Landscape 3/3 (1944), σ. 2. Υπογραφή G. S. Και πριν το κείμενό του [Υστερόγραφο στη δοκιμή «Κ. Π. Καβάφης, Θ. Σ. Έλιοτ παράλληλοι»] κείμενο του 1948, μεσολαβεί το δισέλιδο σχετικό κείμενο του ποιητή [Για τον κινηματογράφο] του 1947 σελίδες 115-116.
 Σημειώνει ο κύριος Δημήτρης Δασκαλόπουλος στο εκδοτικό υπόμνημα που συνοδεύει τα κείμενα των Δοκιμών, σελίδα 382:
[Για τον κινηματογράφο]
     Το βιβλιογραφικώς λανθάνον αυτό κείμενο ανακοίνωσε πρό ετών ο Αλέξανδρος Αργυρίου, «Δύο λανθάνοντα κείμενα Σεφέρη-Ελύτη» περιοδικό Γράμματα και Τέχνες 51(Ιούνιος-Αύγουστος 1987), σ. 8,9. Πρόκειται για απάντηση σε ερώτημα έρευνας της φοιτητικής εφημερίδας Φοιτητική Φωνή, όπου πρωτοδημοσιεύτηκε στο φύλλο 98, της 3ης Ιουνίου 1947. Το ερώτημα της εφημερίδας ήταν: Ποια η φύση του κινηματογράφου και ποια η συμβολή του στην πνευματική ανάπτυξη του λαού και, ιδιαίτερα της νεολαίας; Την απάντηση του Σεφέρη αναδημοσίευσε η Σταυρούλα Παπασπύρου, «Παράθυρο στον κόσμο , καθρέφτης της ψυχής», περιοδικό Επτάμισι 10 (19 Ιουλίου 1991), σ. 34-35, σχολιάζοντας τη γενικότερη στάση του ποιητή απέναντι στην τέχνη του κινηματογράφου.
     Αυτές είναι οι πληροφορίες που μας δίνει ο κύριος Δασκαλόπουλος. Αντιγράφω εν τάχει και ορισμένα από τα στοιχεία που μας δίνει ο Αλέξανδρος Αργυρίου στο λογοτεχνικό περιοδικό γράμματα και τέχνες Β΄ Περίοδος, Ιούνιος-Αύγουστος 1987, αριθμός τεύχους 51, δραχμές 250, υπερπηδώντας  την δεύτερη  δημοσίευση της κυρίας Παπασπύρου, μια και στηρίζομαι στις διευκρινιστικές σημειώσεις του τρίτου τόμου των Δοκιμών.. Πριν την ανακοίνωση του Αλέξανδρου Αργυρίου, δημοσιεύεται το ενδιαφέρον δοκίμιο του συγγραφέα  Γιώργου Αράγη για τον θεσσαλονικιό πεζογράφο και φιλόλογο Γιώργο Ιωάννου με τίτλο «Το χρονογράφημα του Γ. Ιωάννου» σ.3-.και ακολουθεί η ανακοίνωση του ιστορικού της λογοτεχνίας Αλέξανδρου Αργυρίου:
     Η φοιτητική εφημερίδα «Φοιτητική Φωνή» ιδρύθηκε μάλλον τον Νοέμβριο του 1944 ή το αργότερο αρχές του 1945 και οπωσδήποτε η δεύτερη περίοδος της αρχίζει από τις 2 Ιουλίου του 1945, και τελειώνει η έκδοσή της (πάλι μάλλον) με το τεύχος 123 της 19 Ιουλίου του 1948. Αυτές οι δύο αβεβαιότητες θα υπάρχουν μέχρις ότου ανασυρθούν από τα υπόγεια της Εθνικής Βιβλιοθήκης τα υπνώττοντα τεύχη της.
Κατά την πρώτη περίοδό της, αν όχι ιδρυτής, πάντως εμψυχωτής υπήρξε ο Κώστας Αξελός. Στην δεύτερη περίοδο υπεύθυνοι αναγράφονται αρχικά οι Κ. Μ. Αυγινός και Α. Μητρόπουλος……..
Και συνεχίζει ο Αλέξανδρος Αργυρίου: Προς το παρόν και επειδή νομίζω ότι θα ήταν κρίμα να λανθάνουν τα δύο αυτά κείμενα Σεφέρη και Ελύτη που δεν αναφέρονται στις βιβλιογραφίες Γ. Κατσίμπαλη, Δημ. Δασκαλόπουλου και Mario Vitti-Αγγελικής Γαβαθά, περιορίζομαι στο να τις αναδημοσιεύσω δίνοντας τα ακόλουθα στοιχεία: Το ερώτημα ήταν: «Ο κινηματογράφος: η φύση του και η συμβολή του στην πνευματική ανάπτυξη του λαού  και ιδιαίτερα της νεολαίας». Τις απαντήσεις τις έλαβε γραπτές ο Μήτσος Βλασσόπουλος, φοιτητής νομικής  τότε, που είχε εμφανιστεί και ως ποιητής από την συλλογική έκδοση «Θεμέλιο, 1» (Μάϊος 1947) και «Θεμέλιο 2» (Σεπτ. 1947).
Οι απαντήσεις Σεφέρη και Ελύτη δημοσιεύτηκαν στο φύλλο 98 της 3 Ιουνίου του 1947.
     Ο αναγνώστης ίσως πρέπει να ξέρει ότι η εφημερίδα αυτή διευθύνονταν ουσιαστικά από την Αριστερά, ακολουθούσε όμως μια πολιτική μετριοπαθή και ενωτική. Αυτό δεν μπορεί να μην ήταν γνωστό στην Ασφάλεια, όμως για λόγους που δεν ξέρουμε εξακολούθησε να εκδίδεται και μετά το κλείσιμο του «Ριζοσπάστη» και της «Ελεύθερης Ελλάδας» στις 18 Οκτωβρίου 1947. Αλλά χρειάζεται να υπενθυμίσουμε ότι λίγο πριν, έχει συμβεί η «δήλωση του Στρασβούργου από τον Μιλ. Πορφυρογένη που νομιμοποιεί τον «Δημοκρατικό Στρατό» (στις 27 Ιουνίου 1947) και το ΚΚΕ αναλαμβάνει αναφανδόν την ευθύνη για τον ένοπλο αγώνα, ενώ λίγο μετά (3 Αυγούστου 1947) έρχονται τα πρώτα αμερικανικά πλοία με πολεμοφόδια.
    Μετά από αυτά τα ολίγα και ενδεικτικά απλώς για την ατμόσφαιρα της εποχής, μπορεί κανείς να σκεφτεί ότι δεν διστάζουν ο Σεφέρης και ο Ελύτης να δώσουν συνεργασία σε ένα κεκαλυμμένο Αριστερό φοιτητικό όργανο.
     Σημειώνω ακόμη ότι ανάμεσα σε εκείνους που υπογράφουν το ιδρυτικό ενός νέου λογοτεχνικού σωματείου, διαχωρίζοντας τη θέση τους από την «Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών» στις 20 Ιουνίου 1948, δεν υπάρχουν τα ονόματα του Σεφέρη και του Ελύτη (Βλέπε «Νέα Εστία» τ. 504, 1 Ιουλίου 1948, τόμος 44ος σελ. 856).
      Αυτά τα διαφωτιστικά στοιχεία μας δίνει ο Αλέξανδρος Αργυρίου σχετικά με τον πολιτικό προσανατολισμό της φοιτητικής εφημερίδας που δημοσιεύτηκαν οι απαντήσεις των δύο μελλοντικών βραβευμένων με το Νόμπελ ελλήνων ποιητών και την πολιτική ατμόσφαιρα της εποχής. Στην επόμενη σελίδα, (9), του λογοτεχνικού περιοδικού Γράμματα και Τέχνες κάτω από τις φωτογραφίες των δύο ποιητών μας δημοσιεύονται οι απαντήσεις.  Η απάντηση του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη αν συνεξεταστεί με τις άλλες θέσεις και απόψεις του για την έβδομη τέχνη, θα μας φωτίσει καλύτερα το γενικό πλαίσιο προβληματισμών και ιδεών του Οδυσσέα Ελύτη για τον κινηματογράφο και τον ποιητικό λόγο.
Εδώ μεταφέρω και τα δύο κείμενα όπως δημοσιεύονται παράλληλα στο περιοδικό.
Γιώργος Σεφέρης
     Ο κινηματογράφος είναι τέχνη αλλά είναι και βιομηχανία. Σκοπός της τέχνης δεν είναι το υλικό κέρδος ενώ αυτός είναι ο σκοπός της βιομηχανίας. Γι’ αυτό ο κινηματογράφος προσπαθεί βέβαια να κάνει τέχνη αλλά την κάνει με τέτοιο τρόπο ώστε να προσελκύσει το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος.
     Έτσι τις περισσότερες φορές είναι κακή τέχνη. Ακόμα χειρότερα η φύση του είναι τέτοια που δεν διευκολύνει την αναζήτηση της καλής τέχνης. Μολονότι υπάρχουν σπάνιες εξαιρέσεις (λ.χ. Τσάρλι Τσάπλιν, Γουάλτ Ντίσνεϊ) δεν μπορεί να πει κανείς ότι υπάρχει κινηματογραφική πρωτοπορία. Ωστόσο είναι πολύ πιθανό να γίνει κάποτε συνειδητό πως και για τον κινηματογράφο ισχύει το αξίωμα ότι η τέχνη χωρίς την αφιλόκερδη αναζήτηση πεθαίνει, πράγμα που μπορεί να στοιχίσει πολλά χρήματα. Είναι πιθανό, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, να ιδούμε πλάι στις καθαρά βιομηχανικές ταινίες, ένα είδος λίγο ή πολύ κατευθυνόμενης κινηματογραφικής πρωτοπορίας. Όμως αυτό δεν εξαρτάται μόνο από τις κινηματογραφικές εταιρίες, εξαρτάται και από τη ζωντάνια της ευαισθησίας του κοινού που ο κινηματογράφος ως βιομηχανία έχει την ιδιότητα να αποκοιμίζει. Αυτό με φέρνει στο δεύτερο ερώτημά σας.
     Ο πρώτος σκοπός της τέχνης, είναι, νομίζω, να κρατά ζωντανές τις ανώτερες λειτουργίες του ανθρώπου και να τις καθαρίζει. Ώστε η τέχνη είναι ό,τι μπορούμε να φαντασθούμε πιο αντίθετο από την κατάσταση της υπνοβασίας. Γι΄ αυτό το μόνο που θα μπορούσα να πω στη νεολαία, και μάλιστα στην εξαιρετικά ζωντανή ελληνική νεολαία, είναι να παίρνει από τον κινηματογράφο το ζωντανό πράγμα και όχι το ναρκωτικό. Θα ήθελα να προσθέσω ότι μ’ ενδιαφέρει πάρα πολύ ο κινηματογράφος και αισθάνομαι πάρα πολύ πόσους άγνωστους ίσαμε τώρα ορίζοντας έχει ανοίξει στην οπτική συνείδησή μας. Ποτέ μου δεν μου πέρασε η ιδέα πως θα προτιμούσα να μην υπήρχε. Τίποτα δεν λύεται κοιτάζοντας προς τα πίσω. Αλλά η τέχνη των σκιών θέτει με μεγάλη ενέργεια το ίδιο πρόβλημα που θέτει η εποχή του μηχανικού πολιτισμού που ζούμε. Ο άνθρωπος πολλαπλασίασε στο άπειρο τη δύναμη του με τις μηχανές, αλλά οι μηχανές τον ναρκώνουν και τον υποτάσσουν. Όλο το ζήτημα είναι πώς θα τις υποτάξει, δηλαδή πώς θα μείνει άνθρωπος.
--
     Σημείωση: Αυτές είναι οι δύο λανθάνουσες, σχεδόν λακωνικές απαντήσεις του ποιητή Γιώργου Σεφέρη στις ερωτήσεις της φοιτητικής εφημερίδας Φοιτητική Φωνή φύλλο 98/3-6-1947, όπως μας τις επανέφερε στη δημοσιότητα μετά από 40 χρόνια ο Αλέξανδρος Αργυρίου. Ορθά επισημαίνει ο κριτικός και ιστορικός της λογοτεχνίας, ότι και οι δύο νομπελίστες μας ποιητές, γνώριζαν την πολιτική τοποθέτηση της φοιτητικής εφημερίδας (ότι ανήκε δηλαδή στην αριστερή παράταξη και όχι την δεξιά-την αστική, ή την Βενιζελική που και οι δύο «ακολουθούσαν»). Ας μην λησμονούμε ιστορικά, ότι η χώρα μας έμπαινε αυτήν πάνω κάτω την χρονική περίοδο στην καταστροφική και δραματική περιπέτεια του εμφύλιου σπαραγμού με τις γνωστές σε όλους μας μετέπειτα συνέπειες, εκτελέσεις, φυλακίσεις, εξορίες, βασανιστήρια από την πλευρά των νικητών και δολοφονίες ελλήνων και ελληνίδων και από τις δύο πολιτικές πλευρές, πριν καλά-καλά προλάβουν οι έλληνες να συνέλθουν από την εισβολή και την κατοχή των δυνάμεων του άξονα, τον πόλεμο, την κατοχή, τις κακουχίες, μέχρι την ελευθέρωσή της από τα ναζιστικά γερμανικά πολεμικά στρατεύματα. Ο Σμυρνιός ποιητής και διπλωμάτης είναι ήδη σαράντα επτά ετών. Τον ποιητή μετά την επιστροφή του από την Νότιο Αφρική, τον συναντάμε σαν διευθυντή-από το 1945-στο πολικό γραφείο του αντιβασιλέα αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού. Το 1931 εκδίδει την πρώτη του ποιητική συλλογή «Στροφή» που τον καθιερώνει σαν ένα από τους πρωτοπόρους και μοντέρνους έλληνες ποιητές. Μια ποιητική συλλογή που δεν θα ήταν άστοχο αν γράφαμε ότι άλλαξε τον ρου του ελληνικού ποιητικού λόγου τις επόμενες δεκαετίες, και επηρέασε τις κατοπινές ποιητικές γενιές. Ανανεώνοντας τον λυρικό ποιητικό λόγο και αφήνοντας πίσω της την παραδοσιακή φόρμα που μέχρι τότε υιοθετούσαν οι παραδοσιακοί ποιητές μας, με ελάχιστες «πειραματικές» ή  μη ποιητικές  εξαιρέσεις. Ένα χρόνο μετά εκδίδει την «Στέρνα». Μια συλλογή πεντάστιχων στροφών που οι ενδεκασύλλαβοι στίχοι της ανακαλούν στην μνήμη την  Σολωμική μουσική στιχουργία αλλά και τον αρχαιοελληνικό και χριστιανικό μυστικισμό του Άγγελου Σικελιανού, όπως μας έχει επισημάνει ο κριτικός της γενιάς του 1930 Ανδρέας Καραντώνης. Το 1935 εκδίδει το «Μυθιστόρημα» και το 1940 το «Τετράδιο Γυμνασμάτων», «Το Ημερολόγιο Καταστρώματος» Α και Β  κλπ. Όπως παρατηρούμε ο ποιητής είναι πλέον ένας καταξιωμένος δημιουργός, έχει αναγνωριστεί η τομή που έφερε στα ελληνικά ποιητικά πράματα με τον ποιητικό του λόγο, και αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο της ελληνικής γραμματείας. Πράγμα που δίνει βαρύτητα στα λεγόμενά του και στα γραπτά του.
     Ο Γιώργος Σεφέρης διαχωρίζει την αποστολή της τέχνης από εκείνη της βιομηχανίας ή την βιομηχανική της εκμετάλλευση. Το ίδιο πρεσβεύει και για τον κινηματογράφο, που η βιομηχανική του πλευρά (αναφέρεται μάλλον στις χολιγουντιανών προδιαγραφών ταινίες της εποχής του, τις εμπορικών και μόνο σκοπιμοτήτων, που «αποκοιμίζουν» τους θεατές. Τα μεγάλα χολιγουντιανά ιστορικά και θρησκευτικά ελληνορωμαϊκά και χριστιανικά έπη, και τις δακρύβρεχτες και μελό αισθηματικές ταινίες) είναι καταστροφική για την ίδια την πρωτοπόρα φύση του και οραματισμό του, σαν ένα δραστικό και ισχυρό μέσο προβολής μιας διευρυμένης ψυχαγωγίας για τις πολυπληθείς ανώνυμες ανθρώπινες λαϊκές μάζες. Μάζες που αναζητούν κάτι το εύπεπτο, το ανώδυνο, κάτι που θα τους δώσει την δυνατότητα να περάσουν δύο ανέμελες ώρες χωρίς προβληματισμούς και σκοτούρες της νόησης. Τον ακούμε  να μας μιλά για δύο διαφορετικές αντιμετωπίσεις της έβδομης τέχνης, για τον πραγματικό της και ουσιαστικό της σκοπό, την επίδρασή της στις συνειδήσεις των ανθρώπων που είναι μάλλον περισσότερο αρνητική χωρίς όμως να παραγνωρίζει και την θετική της συμβολή, στην «οπτική μας συνείδηση» όπως υπογραμμίζει, και υποστηρίζοντας μια πρωτοποριακή της διαδρομή και εξέλιξη αν απαγκιστρωθεί από την «ναρκωτική» βιομηχανική της προοπτική, δηλαδή την άκριτη και αλόγιστη εμπορική της εκμετάλλευση. Κάνει λόγο για τον μηχανικό πολιτισμό της εποχής του και την υποδούλωση του σύγχρονου ανθρώπου στις μηχανές, όπως ο ίδιος τον βιώνει τραγικά είτε σαν διπλωμάτης είτε κυρίως, σαν πνευματικός δημιουργός. Η αναφορά του στον Τσάρλι Τσάπλιν δεν είναι νομίζω τυχαία,(πρέπει μάλλον να είχε δει τις ταινίες του αγαπημένου σε όλους μας Σαρλώ, και ιδιαίτερα, εκείνες που αναφέρονται στην εργασιακή εκμετάλλευση του ανθρώπου από τις σύγχρονες μηχανές που εφεύρε για την εξυπηρέτηση και καλυτέρευση της ζωής του). Το ανθρώπινο και φιλεύσπλαχνο πρόσωπο του μοναχικού και φτωχού ανθρωπάκου με το καπέλο, το μπαστούνι, το μικρό μουστάκι, το τρύπιο παντελόνι και τα παπούτσια συνήθως χωρίς σόλες, αλλά πάντα με το χαμόγελο στα χείλη, το χαροποιό βλέμμα και την παιχνιδιάρικη διάθεση, την ερωτοχτυπημένη και μελαγχολική φύση του, και φυσικά, το ειρηνοποιό και ελπιδοφόρο μήνυμα που εκπέμπουν οι βουβές του κωμωδίες, ή οι ιλαροτραγωδίες του ταίριαζαν καλύτερα στην φύση του ποιητή, με την βαθειά ανθρωπιστική του διάθεση και την κλασική του παιδεία. Ιδιοσυγκρασία ποιητική και ευαίσθητος σαν άτομο ο Γιώργος Σεφέρης, συγκρατημένος σαν χαρακτήρας και κάπως σφιχτός, με μεγάλη ιστορική κατάρτιση, και έντονο το χρέος της εθνικής του αποστολής σαν δημιουργός, δεν θα μπορούσε να μην συγκινηθεί από τα πάσης φύσεως ανθρωπιστικά μηνύματα των ταινιών αυτών. Μνεία μας κάνει και για τον κόσμο των κινουμένων σχεδίων του Γουώλτ Ντίσνεϊ παράλληλα με αυτή των σκιών, όπως γράφει. Οι λακωνικές και περιεκτικές απαντήσεις που δίνει στην φοιτητική εφημερίδα, δεν μας φανερώνουν μάλλον την κινηματογραφική του παιδεία, όπως αντίστοιχα συμβαίνει με τις θέσεις και απόψεις του άλλου μας νομπελίστα ποιητή του Οδυσσέα Ελύτη. Οι θέσεις του Ελύτη είναι πιο συγκροτημένες και τεκμηριωμένες, σε σχέση με εκείνες του Σεφέρη που μας φωτογραφίζουν τον γενικότερο προβληματισμό και στοχασμό του, σχετικά με την αποστολή της τέχνης και τον ρόλο της. Ο Σεφέρης αγωνίζεται να μην χαθεί η ανθρωπιά από τον ίδιο τον άνθρωπο. Είναι αυτό που μας λέει ο αρχαίος Μένανδρος, ότι τι καλό είναι ο άνθρωπος αν είναι άνθρωπος. Αυτό αγωνίστηκε να πετύχει ο ποιητής σε όλη του την ζωή. Έζησε από κοντά τον νέο άνθρωπο της εποχής-καθώς και τον έλληνα-σε όλο του το τραγικό μεγαλείο, την αυτοκαταστροφική του μανία και την απαξίωση από τον ίδιο, όλων των θετικών αξιών της ιστορίας και της παράδοσής του. Ο Γιώργος Σεφέρης δεν πατά πάνω στις ράγες των θέσεων και των ιδεών των υπερρεαλιστών δημιουργών που έχουν για τον κινηματογράφο και τον ρόλο του. Ο Σεφέρης διαθέτει έναν βαθύτερο πιο ελληνοκεντρικό κλασικό προσανατολισμό, η βαθειά του παιδεία πάνω στην αρχαία τραγωδία και τα άλλα κατοπινά επιτεύγματα της ελληνικής παράδοσης, στέκουν οδηγός του στην ατομική του πορεία, στην ανίχνευση και ψηλάφηση της ελληνικής ιδιοπροσωπείας. Κάτω από αυτό το πνεύμα δίνει και τις απαντήσεις του για την τέχνη του κινηματογράφου. Και στο επόμενο κείμενο που δημοσιεύεται στον Τρίτο τόμο των Δοκιμών του που αναφέρεται στην κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού έργου του νομπελίστα άγγλου ποιητή Τόμας Στερν Έλιοτ, «Φονικό στην Εκκλησιά»  το βάρος των σκέψεών και θέσεών του στο κείμενό του «Η ποίηση στον κινηματογράφο» πέφτει στον γραπτό λόγο παρά στην εικόνα. Ο Σεφέρης είναι πρωτίστως ποιητής και κατόπιν θεατής, βλέπει τον κόσμο σαν ποιητής και τον ερμηνεύει ποιητικά, παρά σαν ένας σκηνοθέτης πίσω από τον φακό, ή παράλληλα με αυτόν όπως έχουμε παραδείγματος χάριν στον ευρωπαϊκό χώρο την περίπτωση του ιταλού διανοούμενου σκηνοθέτη Πιέρ Πάολο Παζολίνι, του γάλλου Ζαν Κοκτώ, του ισπανού κινηματογραφιστή και διανοούμενου Λουίς Μπουνουέλ και άλλων συγγραφέων και ποιητών. Η ποιητική του ιδιοσυγκρασία και αίσθηση των πραγμάτων της ζωής και του κόσμου, είναι κάτι που δεν απεμπόλησε ποτέ του. Σε όλον του τον βίο υπήρξε συγκρατημένος και προσεχτικός, στο τι όφειλε να δεχτεί από τα πνευματικά επιτεύγματα των ξένων, και πως αυτές του οι προσλήψεις θα ενσωματωθούν στην ελληνική του παράδοση και παιδεία χωρίς να αλλοιωθεί η ταυτότητά της. Γιαυτό σε σχέση με τον Οδυσσέα Ελύτη δεν κάνει αναγνωστικά πετάγματα σε πεδία της τέχνης ή καλλιτεχνικά ή φιλοσοφικά ρεύματα που δεν του ταιριάζουν, ή συσκοτίζουν την οραματική του στοχοθεσία.. Η ποίηση και το αληθινό της πρόσωπο, η ουσιαστική της αναζήτηση, η γλώσσα και η ποιητική ή προφορική έκφραση ήταν ο κύριος σκοπός της ζωής του, όπως επίσης, και η επίδραση της μοίρας πάνω στις ζωές και τις πράξεις των ανθρώπων. Αυτή η Αισχύλεια ματιά του που διακρίνουμε σε μεγάλο μέρος της ποιητικής του δημιουργίας και του γραπτού του λόγου. Αντίθετα ο Ελύτης πειραματίζεται διαρκώς, σαν χαρακτήρας είναι περισσότερο αισιόδοξος, σαν ποιητική φωνή σίγουρα λυρικότερη, σαν έλληνας δημιουργός ενώ με το ένα του πόδι στηρίζεται στην ελληνική παράδοση και ιστορία, με το άλλο πατά στα πλέον μοντέρνα και επαναστατικά ρεύματα της εποχής του. Ο κινηματογράφος, θεωρώ, ότι για τον ποιητή Οδυσσέα Ελύτη ήταν το καινούργιο, μοντέρνο, πεδίο προσέγγισης των προβλημάτων των ανθρώπων, των πολλαπλών πειραματισμών του μοντέρνου και μεταμοντέρνου ποιητικού λόγου και στοχασμού, που του δίνονταν η δυνατότητα να μπολιαστεί από τις δεξιότητες των τεχνικών του μέσων, την πρωτόγνωρη για το ανθρώπινο βλέμμα φαντασία του, την ποιητικότητά του. Ο κινηματογραφικός φακός, απελευθέρωσε το ανθρώπινο μάτι από τους παραδοσιακούς του «δεσμούς» που έβλεπε τον κόσμο, εννοώ ότι είτε το ανθρώπινο βλέμμα είχε επιρροές από την οπτική του εικαστικού καλλιτέχνη, είτε ενός σχεδιαστή, ενός φωτογράφου, ενός γλύπτη, το μάτι και η αίσθηση του κόσμου που αυτό μας έδινε άλλαζε με την έλευση και την εξέλιξη της κινηματογραφικής εφεύρεσης, από την ονειρική του ή την εφιαλτική του απεικόνιση των εσωτερικών διεργασιών της ψυχής του ανθρώπου, την μαγευτική του ατμόσφαιρα και τις βαθιές εντυπώσεις που μπορούσε να καλλιεργήσει μέσα στις συνειδήσεις των ατόμων. Η ανθρώπινη μνήμη μάλλον διεγείρεται ευκολότερα από την οπτική εντύπωση, την εικόνα παρά ίσως από τις άλλες αισθήσεις, και ο κινηματογράφος μπορεί να συνεγείρει όλες μαζί τις ανθρώπινες αισθήσεις, και από εκεί η τάση των θεατών να αγγίξουν τα νέα τους είδωλα, τους σύγχρονούς τους ήρωες που είναι οι ηθοποιοί Ένας ηθοποιός μπορεί να ενσαρκώσει πολλαπλούς και διαφορετικούς ρόλους και να γίνει πιστευτός αντίθετα αυτό είναι μάλλον δυσκολότερο να γίνει αποδεκτό από έναν μυθιστορηματικό ήρωα. Σε αντιδιαστολή πάλι με τον ποιητή και φίλο του ποιητή  Γιώργο Σεφέρη, που δεν ήταν ένα ακόμα σύγχρονο βήμα και πρόσωπο της τέχνης και της ποιήσεως ίσως, που θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει στην επανεύρεση της ανθρωπιστικής ταυτότητας του ανθρώπου, στην κοινωνική του παιδαγωγία, στην επανενοποίηση των χαμένων παραδοσιακών ανθρώπινων αξιών και αρχών. Να βοηθήσει με τα μέσα καλλιτεχνικής «προπαγάνδας» που διέθετε τον σκόρπιο και διχασμένο οντολογικά και ψυχολογικά άνθρωπο της εποχής του. Του ανθρώπου χωρίς πυξίδα, μετά τις πολεμικές ιστορικές περιπέτειες της γηρεάς ηπείρου και τις αναφομοίωτες φιλοσοφικές, αισθητικές και οντολογικές ανακατατάξεις που συνέβησαν κατά την διάρκεια των προηγούμενων τριών αιώνων. Όπως και νάχει, τα κείμενα και οι απόψεις και των δύο μας ποιητών για τον κινηματογράφο, μας παρέχουν συμπληρωματικές πληροφορίες για την σημασία που έδιναν στο ποιητικό φαινόμενο, στον ρόλο της ποίησης στις σύγχρονες ζωές των υποψιασμένων ατόμων είτε αυτή πήγαζε από τον γραπτό λόγο της παράδοσης είτε προέρχονταν από την έβδομη τέχνη των νέων αναζητήσεων. Ιδιαίτερα οι συνολικές απόψεις του Οδυσσέα Ελύτη για τον ρόλο του κινηματογράφου στον σύγχρονο βίο, μπορούν να σταθούν ισότιμα πλάι στις θέσεις σημαντικών ευρωπαίων ομότεχνών του δημιουργών, σαν ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα ενός έλληνα ποιητή και στοχαστή πλάι σε ευρωπαίους ομοτέχνους του στον ευρωπαϊκό χώρο στην εποχή του. Και την θεμιτή του φιλοδοξία να καταστήσει κοινωνούς τους έλληνες συμπατριώτες του. Ο Ελύτης και εξαιτίας των σπουδών του, της πολύπλευρης παιδείας του, εκφράζει θέσεις τεκμηριωμένες, διατυπωμένες με τέτοιον τρόπο που μας δείχνουν την προσωπική σταθερή προσέγγιση του θέματος. Η βεντάλια των πνευματικών ενδιαφερόντων του και των πλησιασμάτων του είναι μάλλον μεγαλύτερη από αυτήν του Γιώργου Σεφέρη. Ο Ελύτης διερευνά και συσχετίζει και προβλήματα των σύγχρονών τους εικαστικών τεχνών, του στερεώματος της κλασικής μουσικής, και άλλων ζητημάτων που άπτονται του χώρου των αισθητικών θεωριών, όπως βλέπουμε στα δοκιμιακά του κείμενα, εκεί που ξεδιπλώνει με ευκολότερη άνεση τις απόψεις του, επιρροές του και προσωπικές πνευματικές αγάπες και προτιμήσεις. Σίγουρα συναντάμε κοινούς και παράλληλους δρόμους μεταξύ των δύο μεγάλων μας ποιητών και των θέσεών τους, αυτό το διακρίνουμε και στον χώρο του κινηματογράφου και τα λεγόμενά τους που ξετυλίγουν ο καθένας τις σκέψεις του, οι κοινές τους εστιάσεις στον μεγάλο Τσάρλι Τσάπλιν και τον Ντίσνεϊ, δεν είναι τυχαίες, ή μάλλον πατώντας και πάνω στα Σεφερικά χνάρια ο Ελύτης αρθρώνει και την δική του θεωρία για την έβδομη τέχνη, και ιδιαίτερα, αυτήν των κινουμένων σχεδίων με τον ονειρικό και φανταστικό κόσμο τους.
     Διαφορετικό το ύφος των δύο ποιητών, άλλη η χρήση και η αίσθηση της γλώσσας, προσέγγιση με διαφοροποιήσεις στους γενικούς τους στόχους και στον ρόλο που θεωρούσαν ότι οφείλει να διαδραματίσει ο κινηματογράφος στις συνειδήσεις των μεγάλων μαζών. Ο Ελύτης όπως μας δείχνουν τα κείμενά του σίγουρα έχει παρακολουθήσει περισσότερες κινηματογραφικές ταινίες από τον Σεφέρη, κάτι που του δίνει την δυνατότητα να μιλά με περισσότερη άνεση. Ερμηνεύει το φαινόμενο του σινεμά από πολλές πλευρές, αισθητικής, οντολογικής, ποιητικής, τεχνικής κλπ, και φυσικά και ανθρωπιστικής χειραγώγησης των μεγάλων ανώνυμων μαζών.  Στο προηγούμενο κείμενό του είδαμε να αναφέρεται και σε συγκεκριμένους σκηνοθέτες.
Ας δούμε την απάντηση και του Οδυσσέα Ελύτη στα ερωτήματα
1)Αν πάρουμε για κύριο χαρακτηριστικό κάθε έργο τέχνης, την ικανότητα του να υπερνικά την φθορά, να συμμαχεί με το χρόνο και να είναι αιώνια επίκαιρο, τότε βέβαια πρέπει να πούμε ότι ο κινηματογράφος δεν είναι τέχνη.
     Ξαναδιαβάζω συχνά τα ποιήματα της Σαπφώς π.χ. ή πάω στην Πινακοθήκη να δω τον Γκρέκο, αλλά να ξαναδώ ένα φιλμ έστω και περυσινό δεν το ανέχομαι.
     Τι είναι λοιπόν ο κινηματογράφος; μόνον τεχνική; Δεν το πιστεύω. Προτιμώ να μην ψάχνω για ετικέτες και να παραδέχομαι αυτό που αισθάνομαι, αυτό που με συγκινεί. Και τα έργα του κινηματογράφου τα αισθάνομαι, με συγκινούν. Εξ άλλου βλέπω στο μέλλον ένα σωρό δυνατότητες γι’ αυτό τον εκφραστικό τρόπο που είναι τόσο συνθετικός, που λειτουργεί μαζί με τον ήχο και την εικόνα και μπορεί να παρακολουθήσει ακόμη και τα πιο τολμηρά κινήματα της φωνητικής.
     Σε μια επιφυλλίδα μου στην εφημερίδα «Ελευθερία» έγραφα πέρυσι ότι βλέπω τον κινηματογράφο μαζί με τη λυρική ποίηση σαν τους κυρίαρχους εκφραστικούς τρόπους της εποχής που έρχεται. Και το πιστεύω και σήμερα. Έλεγα ακόμη ότι μπορούμε να τον θεωρήσουμε όχι σαν ένα επί πλέον είδος της τέχνης αλλά σαν ένα κόσμο ολόκληρο, παράλληλο με τον κόσμο της τέχνης και που μπορεί να δημιουργήσει ανάλογα είδη: Έπος, λυρικό ποίημα, θέατρο, μυθιστόρημα κλπ. Ο ίδιος εγώ έχω γράψει σύντομα σενάρια με συναισθηματικό ειρμό που αν «γυρισθούν» θ’ αποτελούν αυτό που ονομάζω «λυρικά κινηματογραφικά ποιήματα».
2)Η αντίδρασή του στη νεολαία είναι αναμφισβήτητη αλλά όχι πάντοτε καλή. Όταν συλλογίζομαι πόσοι νέοι σήμερα μαϊμουδίζουν τους αστέρες του Χόλυγουντ, λησμονώντας τη ρίζα της δικής τους ζωής, καταριέμαι τον Αμερικάνικο κινηματογράφο. Μια μεταβολή ωστόσο στη νοοτροπία των λαών που παράγουν τα μεγάλα φιλμ σήμερα-μεταβολή αισθητική που θ’ ακολουθούσε μιαν άλλη μεταβολή κοινωνική-θα ‘δινε πρότυπα που με την ίδια δύναμη επιρροής θα βοηθούσαν τη νεολαία να δει πέρα από τ’ ανόητα σκηνοθετήματα των γκάγκστερς ή τις τζαζοειδείς επιδείξεις, ποιο είναι το βαθύ και ουσιαστικό νόημα της ζωής. Όπως έκαναν ως τα τώρα τα άξια έργα τέχνης σ’ όλους τους αιώνες.
--
Σημείωση: Αυτό είναι το δεύτερο λανθάνον κείμενο που μας συμπαρουσίασε πρώτος ο κριτικός και ιστορικός της λογοτεχνίας Αλέξανδρος Αργυρίου. Όταν δημοσιοποιεί τις απόψεις του για τον κινηματογράφο ο Οδυσσέας Ελύτης έχει υπερβεί το τριακοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του και μικρότερος κατά έντεκα χρόνια του Γιώργου Σεφέρη. Τον χωρίζουν τριάντα και χρόνια (1979) από την βράβευσή του με το βραβείο Νόμπελ. Ας θυμηθούμε ότι η οικογενειακή επιχείρηση των Αλεπουδέληδων, το εργοστάσιο σαπωνοποιείας, από τα μέσα του 1910 έχει μεταφερθεί στον Πειραιά και εκείνος κατοικεί στην πρωτεύουσα. Ότι το 1936 δημοσιεύει στο περιοδικό Νέα Γράμματα που εκδίδει ο Αντρέας Καραντώνης τα ποιήματα των Προσανατολισμών, ότι μεταφράζει Τροτσκιστικά κείμενα για φοιτητική εφημερίδα, ότι μεταβαίνει για σπουδές στο Παρίσι και έρχεται σε επαφή με τον ανατρεπτικό κόσμο των υπερρεαλιστών δημιουργών και ότι ενστερνίζεται τις απόψεις τους σε θέματα μοντέρνας τέχνης, υιοθετεί τις πειραματικές τους τεχνοτροπίες και μπολιάζει την πρώτη περίοδο της ποιητικής του δημιουργίας με τις καλλιτεχνικές τους αξίες και θεωρίες. Το 1943 εκδίδεται η συλλογή του « Ήλιος ο πρώτος», και στο περιοδικό «Τετράδιο» δημοσιεύεται το «Άσμα Ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας». Ένα έργο υψηλής έμπνευσης και πνοής που οι ρίζες του προέρχονται από τις προσωπικές του μνήμες της συμμετοχής του στο μέτωπο του ελληνοιταλικού πολέμου. Και τον χωρίζει επίσης, λίγο πάνω από μια δεκαετία (1959) από την έκδοση του «Άξιον Εστί» που είχε ήδη αρχίσει να συνθέτει από την εποχή που δημοσιεύει τα κείμενά του για τον κινηματογράφο, τις επιφυλλίδες του στην εφημερίδα Ελευθερία, να μεταφράζει διάφορα κείμενα και να επεξεργάζεται  ποιητικές του συνθέσεις που θα αφήσουν πίσω τους νεανικούς του ποιητικούς κύκλους και θα του δώσουν το πιο ώριμο στίγμα της ποιητικής του φωνής. Από την περίοδο αυτή έχουμε και τις απαντήσεις του για τον κινηματογράφο παράλληλα με εκείνες του Γιώργου Σεφέρη. Και δεν είναι τυχαίο, ότι συμποσιάζονται μαζί, ισότιμα.
     Ο Οδυσσέας Ελύτης με τις απαντήσεις του αρθρώνει μια θεωρία, μια κατασταλαγμένη θεωρία για την  σημασία της αισθητικής του κινηματογράφου, των τεχνικών του προδιαγραφών, της θεματολογίας του και του ρόλου του μέσα στο ευρύτερο πεδίο αναφορών της τέχνης και της ζωής των νέων ανθρώπων. Οι απόψεις του αν προστεθούν με αυτές που έγραψε για τον Γουώλτ Ντίσνεϊ και τον κόσμο των κινουμένων σχεδίων του, τον Τσάρλι Τσάπλιν και αυτές που μας αναφέρει ο ίδιος και δημοσιεύτηκαν στην δημοκρατικών προδιαγραφών εφημερίδα Ελευθερία, οικοδομούν μια συνολική σφαιρική εικόνα του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη για την έβδομη τέχνη, και τον τρόπο πρόσληψής της. Μια εικόνα οργανωμένη και σαφή για το πώς βλέπει και θα ήθελε να είναι ο σκοπός του κινηματογράφου σε συνδυασμό με τον ποιητικό λόγο και την σημασία του. Θεωρεί μάλλον πιο αυτόφωτο τον κόσμο του κινηματογράφου και με μεγαλύτερες δυνατότητες, κάτι που δεν έχει άδικο όπως ο μεταγενέστερος χρόνος μας απέδειξε.  Ο Οδυσσέας Ελύτης στέκεται κατά κύριο λόγο στην αξία της κινηματογραφικής τέχνης, στην σημασία του σινεμά και στην επίδραση στις συνειδήσεις των ανθρώπων, τις ανατροπές που φέρνει στον τρόπο που αντιμετωπίζουν την ζωή τους, τα βάσανά του; στην αντιμετώπιση της ιστορίας, της ηθικής, της θρησκείας, της ψυχαγωγίας, αλλά και τα καινούργια στοιχεία και ευκαιρίες που κομίζει στις άλλες παραδοσιακές τέχνες. Νέοι εκφραστικοί δρόμοι και μονοπάτια αισθητικής, πρωτοποριακό στιλ, προβληματισμοί πάνω σε θεματολογίες που δεν μπορούσαν να εκφράσουν με τόση άνεση οι άλλες τέχνες λόγω τεχνικών αδυνατοτήτων, κινηματογραφικός λόγος που συγκεφαλαιώνει πολλές ανθρώπινες αναζητήσεις μαζί, καινούργιους τρόπους διαπραγμάτευσης των ανθρωπίνων προβλημάτων της ζωής. Ο κινηματογραφικός φακός δημιουργούσε νέα ιδανικά και πρότυπα που αγγίζουν αμεσότερα τις μεγάλες ανώνυμες μάζες αλλά και καλλιτέχνες ατομικά. Ο Οδυσσέας Ελύτης φαίνεται να είναι περισσότερο αισιόδοξος από τον Γιώργο Σεφέρη, και αυτό κατανοείται όχι μόνο εξαιτίας του νεαρότερου της ηλικίας του αλλά και λόγω της μάλλον μεγαλύτερης οικονομικής οικογενειακής του άνεσης που είχε, κάτι που του επέτρεπε να μην μπλέξει στα καθημερινά γρανάζια της βιοπάλης, ώστε να μπορεί να διαθέτει τον προσωπικό του χρόνο με μεγαλύτερη άνεση και ελευθερία. Οι καλλιτεχνικές ευκαιρίες που σου ανοίγονται αν έχεις απαλλαγεί από τα βιοποριστικά δεσμά και διαθέτεις ευαισθησίες και ενδιαφέροντα είναι τεράστιες. Πόσοι όμως έχουν μέσα στο καμίνι της ζωής αυτήν την τύχη. Ο Ελύτης εκφράζει ακόμα την άρνησή του και τις ενστάσεις του όσον αφορά τα γκανγκστερικά φιλμ ή τις Χολιγουντιανές «σαπουνόπερες» και δεν έχει άδικο. Στα κείμενα αυτά φαίνεται να έχει περισσότερο κατασταλαγμένη άποψη για τον κινηματογράφο και τους καλλιτεχνικούς του στόχους, πράγμα που τον φέρνει κοντύτερα στο επαναστατικό κίνημα των γάλλων σουρεαλιστών που εντάσσεται και ο ίδιος και γνωρίζει από κοντά, οι θέσεις που εκφράζουν για τον κινηματογράφο και τον οραματισμό του, η σχέση του με την επιστήμη της ψυχανάλυσης, οι ταινίες που γυρίζουν τα θεωρητικά κείμενα που γράφουν στεγάζουν τις απόψεις του έλληνα ποιητή και τροφοδοτούν την ερμηνευτική φαρέτρα των ενδιαφερόντων του.  Ο Ελύτης αναγνωρίζει από νωρίς τις μεγάλες τεχνικές ευκαιρίες που διαθέτει, η νέα αυτή τέχνη, αυτός ο αρμονικός συνδυασμός εικόνας, ήχου και κίνησης. Η ζωντανή αθανασία μέσα στον ιστορικό χρόνο. Εκφραστικές δυνατότητες που δεν του προσφέρουν ούτε η στατικότητα της φωτογραφίας, ούτε ο γραπτός λόγος τόσο ίσως, γιαυτό παραδέχεται ευθαρσώς τις μελλοντικές δυνατότητες και ευκαιρίες που έχει ο κόσμος του σινεμά, μην παραγνωρίζοντας και την χρήση του από άλλες πέρα από αυτόν δυνάμεις και σκοπού, ιδιαίτερα εμπορικούς και αλόγιστου κέρδους. Οι συσχετισμοί που κάνει με τις άλλες τέχνες(αν διαβάσει κανείς και τις άλλες θέσεις που δημοσίευσα στην ιστοσελίδα) μας αποκαλύπτουν το εύρος των ενδιαφερόντων του, την καθαρή του σκέψη, το πειραματικό στοιχείο αναζήτησης της τότε γραφής του, τους δρόμους αναζήτησής του, την προσπάθεια εμπλουτισμού της ποιητικής του δημιουργίας με σύμβολα, εικόνες, χαρακτήρες ίσως, τεχνικές και από τον κινηματογραφικό χώρο, αναγνωρίζουμε την ενδοκειμενική τεχνογνωσία του σε συνδυασμό με τις αισθητικές του αρχές που προέρχονται από τον κόσμο των εικαστικών τεχνών, τα μουσικά του ακούσματα, τις αναγνωστικές του προτιμήσεις από την αρχαιότητα αλλά και τους ευρωπαίους λυρικούς δημιουργούς, τις προσωπικές του με δύο λόγια αγάπες από τα διάφορα όμορα πεδία της τέχνης και των ρευμάτων της που συμπληρώνουν εποικοδομητικά τον ποιητικό του λόγο και τον δικό του οραματισμό, που τον βοηθούν να επανεξετάσει τον ρόλο της ποίησης στους νέους καιρούς που ανατέλλουν. Γιαυτό μας μιλά για «λυρικά κινηματογραφικά ποιήματα» καθώς μας κάνει λόγο για τα «σύντομα σενάρια» που έγραψε, και για τους δρόμους αναζήτησής του, τις γέφυρες που προσπαθεί να στήσει μεταξύ της νέας και εν πολλοίς αδιαμόρφωτης ακόμα τέχνης που είναι ο κινηματογράφος και του πρεσβύτερου ποιητικού λόγου που διαισθάνεται ότι έχει αρχίσει να «ξεπερνιέται» από τις νέες επιστημονικές και τεχνολογικές ανακαλύψεις, που βοηθούν τον μεταπολεμικό άνθρωπο στις οικογενειακές και διαπροσωπικές του σχέσεις και του προσφέρουν καινούργιους δρόμους ψυχαγωγίας, χαλάρωσης και διασκέδασης. Φύση λυρικότερη του Γιώργου Σεφέρη ο Οδυσσέας Ελύτης, όχι τόσο κρυπτική μάλλον, αναγνώρισε στην κινηματογραφική τέχνη την πρωτοκαθεδρία σε σχέση με τις άλλες τέχνες, ή τουλάχιστον του παραχώρησε θέση μεγαλύτερη από τον ποιητικό λόγο, αν δεν λαθεύω. Ή ορθότερα, πρόβαλε στον κινηματογράφο την ποιητική αίσθηση και τον λυρισμό της ποιητικής έμπνευσης. Κατανόησε την δύναμη της οπτικής και ακουστικής φαντασίας σε σχέση με εκείνη της γραπτής, των τυπωμένων λέξεων στην άσπρη σελίδα. Η κίνηση της εικόνας του έδινε ασφαλέστερα εχέγγυα ονειροπόλησης. Διαφορετικά εκλαμβάνεται και ερμηνεύεται μια ταινία του Λουίς Μπουνουέλ παραδείγματος χάριν ο «ανδαλουσιανός σκύλος» και αλλιώς μια ποιητική σύνθεση όπως η «Ωδή στον Σαλβαντόρ Νταλί» του ισπανού λυρικού ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, από τις μεγάλες πολυπληθείς ανώνυμες μάζες. Μια εικόνα εν κινήσει ενεργοποιεί ευκολότερα την ανθρώπινη φαντασία από ότι ένα γραπτό κείμενο, τουλάχιστον στα χρόνια μετά τον πρώτο, τον μεγάλο και ιδιαίτερα τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Η επισήμανση του ποιητή για προσπάθεια ανεύρεσης του βαθύτερου και ουσιαστικότερου νοήματος της ζωής μέσω της κινηματογραφικής τέχνης, δηλώνει και προς τα πού ελπίζει να στραφεί η φιλοσοφία και οραματική προοπτική της έβδομης τέχνης.
     Τα δύο αυτά κείμενα των ποιητών που αναδημοσιεύω στην ιστοσελίδα μου, το προηγούμενο πιο ολοκληρωμένο του Οδυσσέα Ελύτη, καθώς και άλλα του σχόλια και κρίσεις που αφορούν την έβδομη τέχνη και βρίσκονται διάσπαρτες στις μελέτες και δοκίμιά τους μας δείχνουν την πυξίδα των ενδιαφερόντων τους, των ερευνών τους, των προσωπικών τους αναζητήσεων. Από τον κόσμο των ελλήνων υπερρεαλιστών ποιητών μάλλον ο Οδυσσέας Ελύτης είναι εκείνος που αισθάνεται περισσότερο μαγεμένος από το κινηματογραφικό σύμπαν και την λάμψη του. Προφητικός και πάλι ο Ελύτης αναγνωρίζει την αξία και την συμβολή του. Από τους υπερρεαλιστές ποιητές Ανδρέα Εμπειρίκο και Μίλτο Σαχτούρη που έγραψαν ποιήματα για τον κινηματογράφο ή μέσα σε ποιήματά τους αναφέρονται σε αυτόν, και από τα θεωρητικά κείμενα του ποιητή Νικόλαου Κάλας από όσο γνωρίζω, ο Οδυσσέας Ελύτης μας έχει αφήσει μια πιο ολοκληρωμένη θεωρία για αυτόν, τουλάχιστον όσον αφορά τον ονειρικό κόσμο των κινουμένων σχεδίων που ήρθε να συμπληρώσει ή αντικαταστήσει τον πατροπαράδοτο κόσμο των παραμυθιών.
Ο λυρισμός της κινούμενης εικόνας ενεργοποιεί ισχυρότερες δυνάμεις της φαντασίας και η πολύχρωμη ποιητικότητα της αφήγησης του φακού μας καθηλώνει άμεσα και δραστικότερα. Ο Κόσμος μας επαναιεροποιείται με τον κινηματογραφικό φακό ή αποιεροποιείται αντίστοιχα. Πολύ πριν την είσοδο του ηλεκτρονικού βιβλίου στην ζωή μας ο κινηματογράφος άνοιξε τους νέους δρόμους ανάγνωσης του γραπτού λόγου.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς 24 Φεβρουαρίου 2018.
Ένας γραφικός φορολογούμενος έλληνας όπως μας απεκάλεσε γνωστός πειραιώτης βουλευτής και πρώην υπουργός. Να τους χαιρόσαστε, Άι στο διάολο εσύ όπως είπε και η υπεροπτική «κατίνα» της βουλής. Κρίμα αγωνιστή κύριε Μανόλη Γλέζο που συμπορεύτηκες με τέτοια πρόσωπα. Αυτά, επειδή η τέχνη σε όλες της τις εκφάνσεις είναι μια πολιτική πράξη. Δεν διαβάζεις τον Μπέρτολντ Μπρεχτ και τα κείμενα του Αντόνιο Γκράμσι για να περνάς μνημόνια και να σπιλώνεις τους πολιτικούς και κοινωνικούς αρνητές σου, εκτός αν είσαι Μπερτόδουλος.