Σάββατο 22 Ιουνίου 2019

η πειραιώτισσα ποιήτρια και διηγηματογράφος Μαντώ Κατσουλού


                  Μαντώ Κατσουλού

     ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ
Της συμφοράς και της αράς αμφιθαλές αδέρφι
Και του Θανάτου τ’ άκληρου σκλάβα και παλλακίδα
Θεοί μ’ ορίσαν και θεές-σκληρές τ’ Ολύμπου γέννες.
Αρχέγονα προστάγματα βαριά σφυροκοπήσαν.
Στ’ αμόνι το μοιρόγραφτο, τη λύτρωση του ό,τι
Θεόδοτου κι ανθρώπινου σεβάστηκε η ψυχή μου.
Στιγμές, πού καταχθόνιους εγέννησαν αιώνες.
Πλέξαν πικρό το ριζικό για να κατευοδώσω
Τον έρωτα σε μάχητα που θα τον κεραυνώσουν.
Άχ, Έκτορα, του κόρφου μου, της νιότης μου το ταίρι.
Φεύ, ο μηνίων Αχιλλεύς διπλά σε θανατώνει
Σαν μου ‘λαχε το σπαθωτό χαλκόχυτο κορμί σου
Νεκρό να ιδώ να σέρνεται στα ξώτειχα της Τροίας…
Ώ πόνε δίχως όνομα, της άβυσσος οδύνη,
Τα νύχια μπήξετε βαθιά στη χηρεμένη σάρκα
Να ξεριζώσουν την καρδιά, τα σπλάχνα να ξεσκίσουν
Σ’ άλλην αντρίκιαν αγκαλιά μη γύρω το κεφάλι
Κι άλλου γενναίου μέτωπο τα χείλη να φιλήσουν…
Μ’ αλλοί μου! πώς επρόσταξες, ώ μοίρα μου προδότρα,
Να σμίξω με τον γιό κεινού π’ ανίλεως τον άνδρα,
Τον κύρη μου, τ’ αδέρφια μου κατάσφαξε με λύσσα;
Κείνου π’ η φύτρα το γλυκό και τ’ ακριβό μου σπλάχνο
Από της Τροίας γκρέμισε τα ‘ρειπωμένα τείχη;…
Οργή, πάθος κι ανάθεμα τα στήθια μου ξεβράζουν
Κι αν στέριωσα στην Ήπειρο με σπέρμα του Πριάμου
Καινούργια τρωαδίτικη πικρόθωρη πατρίδα,
Μηδέ κορμί, μηδέ ψυχή στο χώμα της θ’ ανθίσει
Και ζήση κακοδαίμονη στα ξένα θα με δέρνει.
          ΜΑΝΤΩ ΚΑΤΣΟΥΛΟΥ
       Αντιγράφοντας στην ιστοσελίδα μου ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΠΑΡΕΡΓΑ πριν μερικές μέρες το εμπεριστατωμένο και κατατοπιστικό κείμενο του φίλου Δημήτρη Κρασονικολάκη για την οικογένεια Κατσουλού, που δημοσιεύτηκε στο bloc που έχει δημιουργήσει που φέρει το όνομά του, η μνήμη γύρισε αρκετά πειραϊκά χρόνια πίσω. Τότε που γνώρισα την ποιήτρια και διηγηματογράφο Μαντώ Κατσουλού. Με την Μαντώ, δεν υπήρξαμε φίλοι-όπως ο Δημήτρης-είχαμε όμως, μια ζεστή και ανθρώπινη καλλιτεχνική σχέση. Συναντιόμασταν σε κοινές  πνευματικές εκδηλώσεις της πόλης μας, παρακολουθούσαμε ομιλίες, είχε έρθει σε δικές μου διαλέξεις, μου χάριζε τα βιβλία της, και εξέδωσε με την εμπειρία που είχε πάνω στους Ηλεκτρονικούς Υπολογιστές, την ποιητική μου συλλογή «Ολίγη λιβάς…». Ένας τίτλος που θυμάμαι της άρεσε, και που είχα δανειστεί από στίχο του αρχαίου ποιητή Καλλίμαχου που αγαπώ. Θυμάμαι την φροντίδα της στην έκδοση όχι μόνο του δικού μου βιβλίου, αλλά και των άλλων που επιμελήθηκε και εξέδωσε. Αντρών και γυναικών, όχι κατά ανάγκη ποιητικών συλλογών. Φλυαρούσαμε ατέλειωτα για τα καλλιτεχνικά πράγματα της πόλης της εποχής μας. Η Μαντώ, πάντα κρατούσε μια κριτική στάση απέναντι στα κακώς καλλιτεχνικά και κοινωνικά πράγματα του Πειραιά. Είχε άποψη. Είχε θέση. Διέθεται φωνή αγανάκτησης. Ήταν επίσης, αρνητική σε πράγματα του εκκλησιαστικού και θρησκευτικού χώρου. Συζητούσαμε αρκετές φορές πάνω σε θέματα πίστης ή απιστίας, ήταν αυτό που λέμε κοινώς, ψαγμένο άτομο. Χειραφετημένη γυναίκα. Γνώριζε το ενδιαφέρον μου πάνω σε θέματα θρησκείας και θρησκειολογίας και μιλούσαμε εκθέτοντας και διατηρώντας ο καθένας τις απόψεις του. Θυμάμαι όταν κάποτε με προσκάλεσε να επισκεφτούμε την Ευαγγελική Εκκλησία που βρίσκεται στην πλατεία Τερψιθέας στο κέντρο του Πειραιά. Θυμάμαι την επίσκεψη όχι όμως την ομιλία που ακούσαμε, γιατί ήταν η πρώτη μου και η τελευταία επίσκεψη σε παρόμοια Εκκλησία. Αν δεν λαθεύω, υπάρχει και άλλη μία στην πλατεία Συντάγματος; Που είχα επισκεφτεί παλαιότερα, παρακολουθώντας μια έκθεση ζωγραφικής. Πάντως, ήταν μέσα σε Εκκλησία, συνοδευόμενη από κλασική μουσική. Ποτέ δεν ρώτησα την Μαντώ γιατί επέλεξε να ασπασθεί αυτό το δόγμα. Αν ήταν δική της επιλογή ή έγινε από παρότρυνση του ανδρός της του Νίκου, ενός καλοκάγαθου ανθρώπου, που, σου πρόσφερε όταν σε συναντούσε τα βιβλία που έγραφε με «κηρύγματα» θρησκευτικού περιεχομένου.
     Η Μαντώ έγραφε, έγραφε συνεχώς και πρόσφερε σε φίλους και γνωστούς, σε εφημερίδες και περιοδικά τα κείμενά της. Εντός και εκτός πειραϊκού χώρου. Τα ποιήματά της-τα περισσότερα ήταν καλογραμμένα-αποσκοπούσαν να διαδώσουν μέσω του ποιητικού λόγου, της σύγχρονης ρίμας, την φιλοσοφία της για την κοινωνία, την θρησκεία, την γυναικεία χειραφέτηση. Να αναδείξουν το κοινωνικό «πρόβλημα» Γυναίκα, να φέρουν στην επιφάνεια τα διαχρονικά προβλήματα που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει το γυναικείο φύλλο. Η Μαντώ, πίστευε ότι ο Άνθρωπος Γυναίκα, εξακολουθεί να είναι καταπιεσμένη από τον άνδρα. Μέσα στο σπίτι, στην εργασία, στην κοινωνία, στο περιβάλλον που ζει και δημιουργεί. Η Μαντώ, δεν ήταν αυτό που καταχρηστικά αποκαλούμε «κουλτουριάρα». Δεν διάβαζε βιβλία κοινωνιολογίας ή θεωρητικά βιβλία πάνω στον ποιητικό λόγο. Η θητεία της και η κατοχή της αγγλικής γλώσσας, και η εμπειρία της στο εξωτερικό, της είχαν δώσει τα εφόδια εκείνα και τα ερεθίσματα τα αντίστοιχα ώστε να μιλά για τα θέματα αυτά. Τον χρόνο της τον αφιέρωνε στην οικογένειά της και την συγγραφή κειμένων, άρθρων, διηγημάτων, ποιημάτων για την δική της προβολή και αναγνώριση. Μια στάση θεμιτή για κάθε συγγραφέα, που ασχολείται με την συγγραφή και όχι την κριτική για το έργο άλλων ομοτέχνων του. Αγαπούσε την οικογένειά της και, πάντα μιλούσε με πίκρα αλλά όχι απαισιοδοξία για το ζήτημα της μοναχοκόρης της Έλενας. Η οποία ασχολήθηκε και εκείνη με την ποίηση. Διαρκές αγκάθι και παράπονο, ήπια αγανάκτηση, και ένα ανοιχτό γιατί;-σαν μάνα- για τον ποιητή από τον πειραιά, που θεωρούσε υπεύθυνο για το πρόβλημα και την κακοτυχία της μοναχοκόρης της. Τις φορές που μου εξομολογήθηκε το συμβάν, προσπάθησα να κατανοήσω την μάνα και ποιήτρια, θεωρώντας ότι, κάτι δεν πήγαινε καλά στην όλη υπόθεση εξιστόρησης. Απέφευγα όμως να ρωτήσω περισσότερα, για να μην την στεναχωρήσω. Παρόλα αυτά, η Μαντώ ήταν άοκνη εργάτρια του ποιητικού λόγου. Την άποψή μου για την ποίησή της την είχα εκφράσει πολλές φορές, και πολλές φορές διαφωνούσαμε σε πολλά. Γνώριζε όμως ότι ο γράφων, περισσότερο διάβαζε ποίηση και μελέτες για αυτήν και λιγότερο έγραφε. Έτσι συζητούσαμε θέματα κυρίως, για την αγγλική ποίηση, που εκείνη γνώριζε καλύτερα και περισσότερα από εμένα. Την θεωρούσα και εξακολουθώ περισσότερο να την θεωρώ μια πολύ καλή διηγηματογράφο μέσα στον πειραϊκό χώρο στην εποχή της. Τα διηγήματά διαβάζονται ευχάριστα και σου αφήνουν μια αίσθηση ικανοποίησης στην ανάγνωσή τους, Κατάγονταν από τον νομό Αχαΐας, την Πάτρα, με καταβολές από τα Επτάνησα. Το αναφέρω αυτό, για να δηλώσω ότι στο έργο της δεν μιλά μάλλον σχεδόν καθόλου ούτε για τον τόπο γεννήσεώς της ούτε για τις ρίζες καταγωγής της. Αναφέρεται τόσο στα κείμενά της όσο και στα σκόρπια δημοσιευμένα άρθρα της, στον Πειραιά, που ήρθε από την δεκαετία του 1960 και εγκαταστάθηκε μόνιμα. Αλλάζοντας συχνά σπίτια. Τις θέσεις των άλλων πειραιωτών συγγραφέων και ανθρώπων του πνεύματος για την ίδια και το έργο της, τις γνωρίζουμε καλά όλοι, όσοι ήμαστε ακόμα εν ζωή. Είμαστε σχετικά λίγοι, και γνωριζόμαστε.  Καυτηρίαζε την πνευματική παθογένεια του πειραιά και των ανθρώπων της πόλης που κρατούσαν τα «πόστα», και «έλεγχαν» κατά κάποιον τρόπο τις διόδους δημοσίευσης στον πειραϊκό χώρο. Μου είχε προτείνει να γράψω και εγώ κείμενο και να το δημοσιεύσει στο μικρού μεγέθους περιοδικό που εξέδιδε, αλλά άλλες υποχρεώσεις μου, δεν μου έδωσαν την ευκαιρία. Τελευταία φορά που συναντηθήκαμε από κοντά και μιλήσαμε, ήταν μετά την έκδοση του «Πειραϊκού Λευκώματος». Μάθαινα νέα της από άλλους πειραιώτες. Το περιοδικό «Αντιπαραθέσεις» το εξέδιδε και το φρόντιζε συνήθως μόνη της. Όπως για ένα διάστημα φρόντιζε και το περιοδικό που εξέδιδε ο λογοτέχνης Μιχάλης Σταφυλάς, όπως μου έλεγε ο ίδιος. Η ίδια πάλι, μετέφραζε στα Αγγλικά τα ποιήματά της. Που πολλές φορές, χαιρόσουν να τα διαβάσεις στην αγγλική γλώσσα πρώτα, και μετά στα ελληνικά. Η αντικριστή παράθεση των ποιημάτων της, σου έδινε την δυνατότητα να καταλάβεις την λειτουργία της γλώσσας που χρησιμοποιούσε και την τεχνική της. Μια ποιητική τεχνική που επεξεργάζονταν με πολλές εννοιολογικές αποχρώσεις αλλά πάντα ευθύβολες. Νομίζω, είναι η πρώτη πειραιώτισσα ποιήτρια που μετέφραζε σε ξένη γλώσσα τα ποιήματά της παράλληλα. Αν δεν λαθεύω, δεν το έπραξε αυτό ούτε η καθηγήτρια της αγγλικής γλώσσας ποιήτρια Μαρία Αλιφέρη ούτε ο επίσης καθηγητής της αγγλικής ποιητής και μεταφραστής Ανδρέας Αγγελάκης. Τουλάχιστον από τους πολύ νεώτερους της εποχής μας. Εκτός από το μικρού μεγέθους και ολιγοσέλιδο λογοτεχνικό περιοδικό που δημιούργησε η ίδια με προσωπικό μεράκι και κόπο, «Αντιπαραθέσεις», δημιούργησε και τον εκδοτικό οίκο «Σελάνα» που εξέδωσε και δικά της βιβλία.    
     Ακούραστη και δραστήρια γυναίκα, άφησε πίσω της σαν συγγραφέας, ένα όχι και τόσο μικρό σχετικά έργο, στα καλλιτεχνικά πράγματα της πόλης μας. Τα περισσότερα αν όχι όλα τα δημοσιεύματά της, βρίσκονται σκόρπια σε περιοδικά και εφημερίδες εντός και εκτός της Πόλης. Δεν έχουν συναχθεί ή ταξινομηθεί. Ούτε νομίζω και η ίδια φρόντισε για αυτό. Ακόμα και τα βιβλία που εξέδωσε κατά καιρούς, βρίσκονται σε χέρια και βιβλιοθήκες ανθρώπων που τους τα έστελνε και αυτά, όχι όλα. Το μεγάλο πρόβλημα με τους πειραιώτες συγγραφείς και λογοτέχνες της εποχής μου, είναι ότι δεν διάβαζαν. Ασχολούνταν μόνο με την προβολή του δικού τους του έργου. Οι Πειραιώτες συγγραφείς, με εξαιρέσεις συγκεκριμένων ατόμων-αντρών και γυναικών-δεν διέθεταν ελεύθερο χρόνο να διαβάσουν έργα άλλων ομοτέχνων τους εκτός και αν έγραφαν ένα μικρό σημείωμα ή σχολίαζαν το βιβλίο που τους έστελναν στον τοπικό τύπο. Παροιμιώδη θα μείνει για μένα η φράση πασίγνωστου συγγραφέα της πόλης που μου έλεγε: «Εγώ, δεν είμαι μαλάκας σαν και σένα να σκορπώ τα χρήματά μου για να αγοράζω βιβλία. Διαβάζω μόνο αυτά που μου στέλνουν ή επιμελούμαι». Και μεταξύ μας, είχε εν μέρει δίκιο. Αν αναλογιστώ τα χρήματα που ξόδεψα αγοράζοντας βιβλία. Αυτή ήταν η εποχή που έζησα και εγώ και η Μαντώ σαν συγγραφείς της πόλης του Πειραιά.
     Δεν μπορώ να διαγράψω την πορεία του έργου της στο μέλλον, όχι από θετική ή αρνητική κρίση ή αξιολόγηση, γιατί δεν μπορώ να προβλέψω στο που θα σταθούν, σε τι θα επιμείνουν και σε ποια πρόσωπα-συγγραφείς της εποχής μας θα αφιερώσουν τον χρόνο τους, οι μελλοντικοί μελετητές και ιστορικοί της καλλιτεχνικής και πνευματικής πορείας του Πειραιά, των δικών μας χρόνων. Αν υπάρξουν ενδιαφερόμενοι. Βλέποντας τι γίνεται και τι επικρατεί γύρω μου-μας, στην πόλη μας και στην χώρα, ευελπιστώ σε μια έστω μικρή αναφορά στο έργο και το πρόσωπό της. Το σημαντικότερο όμως είναι, όπως και άλλοι διαπιστώνουν-αυτό που έγραφα και «φώναζα» πάντα στα δημοσιεύματά μου στον τοπικό τύπο και κατ’ ιδίαν στις συζητήσεις, να συγκεντρωθούν τα έργα, τα βιβλία, τα δημοσιεύματα των πειραιωτών λογοτεχνών και άλλων καλλιτεχνών. Να αποδελτιωθεί ο τοπικός τύπος και τα περιοδικά. Μία ευκαιρία ίσως χάθηκε όταν ετοίμαζα το «Πειραϊκό Πανόραμα», με το όχι και τόσο ευκαταφρόνητο υλικό, πρωτογενές και φωτοτυπικό που είχα συγκεντρώσει για μια σύγχρονη και μοντέρνα συγγραφή της ιστορίας των πειραϊκών γραμμάτων που δεν υπάρχει. Όχι διαμερισματοποιημένη, όχι μεροληπτική και επιλεκτική, όχι αναμασήματα φιλοφρονήσεων και δήθεν φιλικού ενδιαφέροντος. Η ευκαιρία αυτή χάθηκε. Μετά τις τόσες εχθρικές αρνήσεις και τα βέλη από άτομα που κρατά εναργή η μνήμη μου. Το αρχείο δεν υπάρχει πλέον. Ακριβώς, επειδή δεν είμαι και τόσο μαλάκας πια. Με ενδιέφερε η πνευματική πορεία της πόλης και των συγγραφέων και όχι η δική μου καταξίωση. Εξάλλου, τα βιβλία και τα κείμενα που άφησα και εγώ πίσω μου, είναι μια μικρή μαγιά. Το εγχείρημα αυτό χρειάζεται χρόνο, ενδιαφέρον, οικονομική υποστήριξη, κόπο και θυσίες, όχι λόγια και ανέξοδα μπλαμπλά. Χρειάζεται πρωτίστως δημοτική υποστήριξη, για να αποδελτιωθούν τα διάφορα σκόρπια έντυπα, να καταγραφούν, να γίνει η ορθή αξιολόγηση, η επιστημονική φροντίδα και η απαραίτητη γνώση του πειραϊκού χώρου, των έργων, όχι μόνο των πειραιωτών δημιουργών αλλά, της ελληνικής γραμματείας ευρύτερα. Κάτι που φαίνεται χλωμό με τα σημερινά πειραϊκά δεδομένα τουλάχιστον.
Η Μαντώ θα μείνει και στην δική μου μνήμη μια «Γκρινιάρα» διηγηματογράφος και αρθρογράφος μια ποιήτρια του Πειραιά που γνωρίσαμε, συνεργαστήκαμε, πορευτήκαμε για ένα διάστημα μαζί μέσα στα στενά όρια της πόλης. Και αυτό, δεν είναι λίγο.
     Στην μνήμη της αντιγράφω ορισμένες κριτικές για το έργο της. Οι κριτικές που γνωρίζω του πειραιώτη ποιητή και συγγραφέα Κώστα Θεοφάνους, είναι από φωτοτυπίες που παλαιότερα στο σπίτι του, ο κυρός Κώστας Θεοφάνους μου έδωσε. Είναι μια σειρά από κριτικά σημειώματα που αφορούσαν πειραιώτες δημιουργούς που έτυχε να διαφυλάξω χωρίς άλλα πληροφοριακά στοιχεία γραμμένα από τον ίδιο τον Θεοφάνους πάνω στα χαρτιά των φωτοτυπιών. Η δική μου κριτική για τα «ΠΙΡΑΝΧΑΣ ΚΑΙ ΥΑΚΙΝΘΟΙ» είναι δημοσιευμένη στην εφημερίδα Η Φωνή του Πειραιώς φύλλο 13355/31-5-1990 και αναδημοσιευμένη και στην ιστοσελίδα μου. Μια άλλη κριτική μου για άλλο της βιβλίο, δεν μου αρέσει γιαυτό δεν την αναφέρω.

Α) «Σε αναζήτηση του Απόλλωνα», ποιήματα, εκδ. Σμυρνιωτάκη, Πειραιάς 1991
     Μικρά ποιήματα φιλοσοφημένης ευαισθησίας μπορούν να ονομαστούν όσα μας παρουσιάζει, μεταφρασμένα και στην Αγγλική από την ίδια, η Μαντώ Κατσουλού. Η ποιητική της ματιά παίρνει θέματα από την επιφάνεια και τους δίνει ένα πνευματικό βάθος αποκαλύπτοντας έτσι την κρυμμένη ουσία του κόσμου μας. Αν η λογική δεν μπορεί ν’ απαντήσει στα ερωτηματικά μας, είναι πίσω απ’ την δυναμική του συναισθήματος, που υπερπηδά-ή και υποκαθιστά με τη δική της συναιρετική λογική- τα ακατανόητα των ποικίλων σχέσεων του ανθρώπου (με τη φύση, με το συνάνθρωπο, με το Θεό). Στο ποίημα «Με την αγάπη» (τίτλος που είναι απάντηση λακωνική στα ερωτήματα: 1 πως φύτρωσεν αναμεσό στα ριζιμιά δυό βράχων. 2 πώς ξέφυγε του γερακιού τα νύχια)η ποιήτρια με νωχελική αφέλεια και φιλοσοφική ευστοχία-δείχνοντας έτσι την σοφία του Θεού- διανοίγει τη δικαίωση της επιφανειακής αντινομίας της φύσης. Όμως είναι και οι περιπτώσεις  διαπιστώσεων, όπου τα αγωνιώδη ερωτηματικά δεν ξεπερνιώνται και το φαρμάκι της αδυναμίας κρούει τον κώδωνα μόνο του θανάτου:
Μια χειμωνιά σαν παγωμένος θάνατος
Και το λουλούδι δεν άνθησε στη γλάστρα.
Ο καιρός της ανθοφορίας πέρασε
Χωρίς ποτέ να φτάσει η Άνοιξη.
Έμεινε ξερός ο μίσχος με πεθαμένα φύλλα
Σαν τα τσακισμένα πρωτάρικα όνειρα
Να θυμίζει μιαν άκαρπη γονιμοποίηση…
Άς ήταν να βλέπω τις γύρω χαρές
Χωρίς την καρδιά το κρυμμένο αγκάθι να τρυπάει.
     («Ματαίωση», σελ. 50).
     Κάτω από τον νόμο της φθοράς η μόνη μας λύση θα ήταν οι Μούσες. Όμως κι εδώ ελλοχεύει ο μέγας κίνδυνος που τώρα προέρχεται από την τεχνοκρατική πρόοδο του ανθρώπου (βλ. «Το υποκατάστατον», σελ. 56). Συναφής προς μια τέτοια ψυχολογική δεσπόζουσα υπάρχει ποικιλία θεματική που προσδιορίζει και το υπόβαθρο το φιλοσοφικό και τον ορίζοντα, όπου κινείται η ποιητική μεταπλαστική δεινότητα των εμπειριών της Μαντώς Κατσουλού. Παράπλευρα κάθε σελίδας η μετάφραση, που προανέφερα, είναι κάποτε τόσο επιβλητική ποιητικά, που σου δίνει την αίσθηση πως το ποίημα πρωτογράφτηκε στα Αγγλικά (βλ. “Through Love σελ. 9. “Progress” σελ. 15. “Awakening” σελ. 31.- όπου στα Αγγλικά προσδιορίζεται το γένος του υποκειμένου, ενώ στο ελληνικό λείπει-   For an answer”).
ΑΥΡΗΛΙΟΣ ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΗΣ
περ. Πολιτιστική Πράξη τχ. 10/9, 1992, σ.52

Β) «Λαμπηδόνες και Λαμπυρίδες», διηγήματα-αφηγήματα, Πειραιάς1993
     Η ποιήτρια, πεζογράφος και ζωγράφος Μαντώ Κατσουλού μας έδωσε με τον ερχομό του καινούργιου χρόνου ακόμα ένα βιβλίο της αξιοπρόσεχτο. Οι τακτικές της συνεργασίες στη «Φωνή του Πειραιώς» και στα λογοτεχνικά περιοδικά «Νέα Σκέψη» «Πνευματικές Σελίδες», «Αιολικά Γράμματα», «Νουμάς» κλπ., την έχουν κάνει γνωστή στο Πανελλήνιο. Οι αφηγήσεις της, σημάδι, το δίχως άλλο, παρήγορο και ασύγκριτο, σ’ έναν κόσμο ρευστό, μετέωρο και αλληλοσυγκρουόμενο για κάθαρση, έξοδο και απολύτρωση… Τις εκτιμάς απ’ την αληθοφάνεια, τον ηθικό που σου εξασκούν αντίχτυπο, κρυφοκαμαρώνεις και-κατά που πρέπει-τις σέβεσαι… Τις αισθάνεσαι, όπως αγγίζουν και συνταράζουν της καρδιάς σου τα τρίσβαθα και τις αφομοιώνεις από τη μεγαλοπρέπειά τους αβίαστα… Ένας κραδασμός θα πρόσθετα γήινος, με περισυλλογή, εγκαρτέρηση και υποβλητική δύναμη… Τετράψηλη στη σύλληψη, εκλεκτή στην επιλογή, έξοχη στην παρατήρηση, βαθιά στην ανάσα της, με αισθητική στη δομή-οργάνωση, χτίζει με υλικά πολύτιμα πάνω σε στέρεο έδαφος. Πουθενά στης διαδρομής το ξετύλιγμα- αυτό μπορεί να τονιστεί αδίσταχτα-δεν πασχίζει να μπει στα βασίλεια του ονείρου. Αντίθετα με αίσθημα πόνου ασυγκράτητο και μια κάποια πρωτόγνωρη αγνότητα, ο συμπυκνωμένος αφηγηματικός της λόγος προδίδει πεντακάθαρα το ήθος και ο πνευματικό της ανάστημα.
ΤΑΚΗΣ ΝΑΤΣΟΥΛΗΣ
περ. Πολιτιστική Πράξη τχ. 17/6/6,1994, σ.55
(Ο κριτικός Τάκης Νατσούλης, που κρατούσε τις σελίδες της κριτικής βιβλίου στην πολιτική εφημερίδα «Ελεύθερος» έχει επίσης δημοσιεύσει δύο ακόμα βιβλιοκριτικές που γνωρίζω για την Μαντώ Κατσουλού. Και οι δύο δημοσιεύτηκαν στην τοπική εφημερίδα «Η Φωνή του Πειραιώς». Α. ΜΑΝΤΩΣ ΚΑΤΣΟΥΛΟΥ: «Η άνθρωπος Γυναίκα» (Δοκίμια) στις εκδόσεις «ΠΡΙΣΜΑ»- Πειραιάς 1992, στις 8/10/1992, ένα μικρό κείμενο, και Β. ΜΑΝΤΩ ΚΑΤΣΟΥΛΟΥ: «Γυναίκες του Μύθου», Πειραιάς 1994 (Ποίηση) σελ. 70, στις 31/1/1995 ημέρα Τετάρτη). Η κριτική του που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Πολιτιστική Πράξη» τχ. 17, είναι σε δεύτερη δημοσίευση. Η πρώτη δημοσιεύτηκε στην πολιτική εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ στις 8/2/1994.

Γ) «Αντιθέσεις και εικόνες»
     Να λοιπόν, μία ακόμα, τρίτη-για την ώρα-συμπολίτισσά μας λογοτέχνιδα: η Μαντώ Κατσουλού. Είναι κι αυτή γνωστή και αξιόλογη, έχει και αυτή κάνει, ίσαμε με σήμερα, μια σημαντική κατάθεση στη λογοτεχνία μας: έξι ποιητικές συλλογές και μία συλλογή διηγημάτων. Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε τα άρθρα και τις μελέτες , πάνω σε ποικίλα θέματα, που δημοσιεύει σε διάφορα έντυπα, θα διαπιστώσουμε, ότι είναι μια δημιουργός με πολλαπλά ενδιαφέροντα, με πληθωρική ιδιοσυγκρασία και έντονη παρουσία στον κύκλο του πνεύματος.
      Με την έβδομη τωρινή ποιητική συλλογή της, υπό τον τίτλο «Αντιθέσεις και εικόνες», μας εισάγει σε μια ατμόσφαιρα προβληματισμού και αναζήτησης. Την αφιερώνει: «Στη μνήμη ων γονιών μου και σ’ όσους μέσα στη ζωή θεωρούν σαν πρώτο τους μέλημα να είναι ΑΝΘΡΩΠΟΙ». Ανθρωποκεντρικό λοιπόν το σημείο ενδιαφέροντος της έμπνευσης. Και συγκεκριμένα υπό την έννοια της ταλανιζόμενης ύπαρξης, και ειδικότερα των παιδιών:
«Σκόνταψα σε κάτι κι έπεσα… Ήταν το σώμα ενός παιδιού της Αφρικής
Ή Μήπως ήταν της Ασίας»
Συνάμα όμως η ποιήτρια κατατρύχεται από το μεταφυσικό πρόβλημα, το οποίο επιζητά να λύσει μέσω των αντιθέσεων που παρουσιάζει η ζωή ή μέσω της ομορφιάς που προβάλλει η μεγάλη μητέρα, η Φύση:
«Οι νυχτερίδες… ξετυλίγουν το μυστήριο της ζωής… Ελάτε σύντροφοι
το νόημα της ζωής μας
να κλάψουμε αντάμα…. Μίλησέ μου εσύ άγριο λουλούδι του βουνού
για το μυστήριο της ζωής
για την ελπίδα».
Συνάμα όμως επίσης, η ποιήτρια είναι προικισμένη με μια σπάνια εικονοπλαστική ικανότητα, που την χειρίζεται επιδέξια για να περιγράψει αντιφατικές ή δραματικές καταστάσεις ή ακόμα ένα φυσικό κάλλος:
«Ληστές μαχαίρωσαν τον ουρανό… Μου καρφώσανε τα πέλματα
σ’ ένα κελί δύο επί δύο… Η βροχή ήτανε διάφανο ασήμι
που στάλαζε απ’ τα βλέφαρα των αστεριών»
Ποίηση γνήσια πραγματιστική.
ΚΩΣΤΑΣ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ
περ. Πολιτιστική Πράξη τχ. 5/5,1991, σ.43
(οι άλλες δύο ποιητικές συλλογές της ποιήτριας που κρίνει ο Κώστας Θεοφάνους, είναι η «Πρωτότοκον Δοξαστικόν» και «Άυλη Παρουσία»).

Δ) «Στην εποχή των παγετώνων», (Ποιήματα)
      «Η καταγραφή σε στίχο ή πεζό ό,τι την αγγίζει, είναι γι αυτήν λύτρωση, καθώς μορφοποιεί προσωπικά και κοινωνικά γίγνεσθαι και εμπειρίες, αλλά και τυραννία, καθώς ποτέ δεν μένει ικανοποιημένη με ό,τι και όπως το καταθέτει στο χαρτί»
     Αυτή η αυτοπαρουσίαση της κ. Μαντώς Κατσουλού, νομίζω πως χαρακτηρίζει με τον αυθεντικότερο τρόπο την ποιητική της «μυθολογία». Η ποίηση στη ζωή της-όπως θα έλεγε ο Γιάννης Αποστολάκης-είναι άσκηση καθημερινής έχει γίνει μαρτύριο, που αναζωπυρώνεται και ανακυκλώνεται, αποτελώντας έρεισμα βίου, στο οποίο έχει αναγάγει τα πάντα. Η ποίηση είναι βέβαια μεγάλη εσωτερική δοκιμασία κι ένας τέτοιος «αναχωρητισμός» -αν μη τι άλλο- δείχνει άνθρωπο αποφασισμένο ν’ αναλωθεί σε «ψυχή» και να προχωρήσει. Η κ. Κατσουλού είναι ποιήτρια –και όχι μόνο-με πολλές ενδιαφέρουσες παραμέτρους, αν και δεν της «φαίνεται».
    Έχω τη συνήθεια, πριν αρχίσω να «ψάχνω» τον ποιητή, να προσέχω πολύ τους τίτλους των βιβλίων του, γιατί εκεί ανεπίγνωστα, προβάλλοντας τον εαυτό του προς τα έξω, «συμπυκνώνει» σε μια ή δύο λέξεις, όλο το ποιητικό του σύμπαν, δηλαδή πράγματα, πρόσωπα και ιδέες που ιχνογραφούν τη φυσιογνωμία του. Φυσικά δεν χωρούν σ’ αυτό γενικεύσεις, γιατί πολλοί βάζουν στα βιβλία τους τίτλους καθόλου ενδεικτικούς, που δεν έχουν καμιά σχέση με το περιεχόμενό τους. Ωστόσο η νέα ποιητική συλλογή της κ. Κατσουλού. «Στην εποχή των παγετώνων», δικαιώνει αυτή την αυθαίρετη «συγκριτική», γιατί έρχεται αμέσως μετά τις «Παλίρροιες» και τις «Φωτοσκιάσεις»- και λίγο πριν τους «Ήχους και Απόηχους»-λέξεις που εκφράζουν γεωλογικά ή κυματικά φαινόμενα (στη μία περίπτωση προσγείωση, στην άλλη ανάταση) και συμβολικά υποδηλώνουν την άρση του ανθρώπου, απ’ το γήινο στα πνευματικά.
     Η κ. Κατσουλού έχει στην ποίησή της μια νοοτροπία, που μολονότι μπορεί  κάποτε να κουράζει, τη θεωρώ στην τέχνη προτέρημα: είναι σχολαστική. Της αρέσει να «διϋλίζει» το ποίημα, να προβληματίζεται και ν’ αμφιβάλλει, αγωνιώντας για την ποιότητά του, χωρίς να στέργει ασυλλόγιστα να μετατρέψει το ερωτηματικό σε θαυμαστικό. Παράλληλα όμως-κι ας μην τις «φαίνεται» !- έχει αξιοσημείωτη παιδεία. Έχει διαβάσει αγγλική ποίηση, αφού έζησε κιόλας εκεί, και γράφει με την ίδια ευχέρεια και στον παραδοσιακό στίχο, πράγματα όχι πάντα εύκολο. Η γραφή της έχει τόνο απολογητικό. Βασανίζεται από την αλόγιστη έκρηξη του τεχνοκρατικού πολιτισμού, που μπορεί να έκανε τη σύγχρονη ζωή ακοπότερη, αγνόησε όμως τις ανθρώπινες αξίες, ηθικές και πνευματικές, που τις συνέθλιψε στα γρανάζια της μηχανής και των καρμπυρατέρ. Η ποιήτρια συλλέγει και καταγράφει ένα συνονθύλευμα ανισοτήτων και αντιθέσεων. Βλέπει με οδύνη να μας κυκλώνει ένας κόσμος ανάλγητος και υδροκέφαλος, σαν μυθολογικός Βριάρεως, όπου ο πόλεμος υποκατέστησε την ειρήνη, τα ναρκωτικά την ψυχική ευδαιμονία και ο κυνισμός την ανθρωπιά.
     Στις μητέρες και τα παιδιά όλου του κόσμου αφιερώνει το βιβλίο της, ζώντας με τη λαχτάρα πώς-δεν μπορεί-στο τέλος θα ξημερώσει ο ήλιος-της καλοσύνης, μέσα στο γνόφο του κακού. Η κ. Κατσουλού έχει οξυμένο ποιητικό αισθητήριο. Πιστεύω, όχι μόνο σε ό,τι μας έδωσε, αλλά και σ’ εκείνο που έχει τη δύναμη να μας δώσει, που κοχλάζει μέσα της σαν λάβα.
………………………………………………………………………………………………………………….
      Η κ. Κατσουλού εκφράζεται χωρίς ακραίες ελλειπτικές αφαιρέσεις. Έχω την άποψη ότι λείπει από την ποίησή της αυτό που λέμε υποβολή του καθρέφτη, το θάλπος ή το σύγκρυο της «συγκεντρωτικής» ατμόσφαιρας που απογειώνεται σε λυρικές κορυφώσεις, ίσως γιατί έχει την τάση να εξορθολογίζει τη σκέψη της. Ωστόσο σε πολλά της ποιήματα είναι αρκετά ευρηματική, με αξιοπρόσεκτες αναφορές στα προβλήματα του σημερινού –δεινά καταπιεζόμενου-ανθρώπου, όπου εκφράζεται μ’ έναν κλαυσίγελω σαρκασμό.
…………………………………………………………………………………………………….
Η γλώσσα της κ. Κατσουλού είναι καλή δημοτική, με κάποιες λόγιες παρασπονδίες. (Δεν αναφέρομαι σε καθαρευουσιάνικους λογότυπους, που χρησιμοποιεί σκόπιμα για να σαρκάσει)
……………………………………………………………………………………………………..
Η κ. Κατσουλού βλέπει το πρόσωπό της στον καθρέφτη του κόσμου και κλαίει. Δεν έχει ψευδαισθήσεις. Όμως μένει πιστή στο τάμα της.
«Φωτίζει τη φυγή του ονείρου
Με το λυχνάρι της «υπό τον μόδιον»».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΙΚΟΡΕΤΖΟΣ
περ. Νέα Εστία τχ.1611/15-8-1994, σ. 1105-

Ε) «ΛΑΜΠΗΔΟΝΕΣ ΚΑΙ ΛΑΜΠΥΡΙΔΕΣ», διηγήματα-αφηγήματα, 1993, σελ. 112. Πειραιάς
     Πολύπειρη και πολυγραφώτατη συγγραφέας η Μ. Κ. μας έδωσε έως τα τώρα 14 τόμους έργων ποίηση-δοκίμιο- διηγήματα ενώ φαίνεται καταπιάστηκε και με άλλες μορφές λόγου. Στο από 110 σελίδες διηγηματογραφικό της έργο συμπεριέλαβε σε 14 διηγήματα καθημερινών βιωμάτων που μέσα στα σκηνικά της συμπλέκονται άτομα θύματα και θύτες και στο κέντρο αναφοράς τους είμαστε εγώ, εσύ, αυτός, αυτή που ηθελημένα και αθέλητα εμπλεκόμεθα στα γρανάζια της ζωής και στον εμπαιγμόν της, κι ενώ θέλουμε να οραματισθούμε και να δούμε εύστοργα τον κόσμο μας εκείνος μας επιφυλάσσει αλόγιστες και αρίφνητες δοκιμασίες ακόμα και από τον χώρο των κοσμογονικών οντολογικών περιοχών μας. Μας παρουσιάζει σελίδες ενεργητικών και παθητικών στοιχείων κάποιων ανθρώπων που η ζωή τους έπαιξε αναιτιολόγητο παιχνίδι δοκιμασιών. Οι ήρωές της άνθρωποι της βιομάχης και του αγώνος που ζουν το παράλογο και το υπέρλογο των συνεπειών και των ασυνεπειών και προσπαθούν να αιτιολογήσουν τα αναιτιολόγητα της αρμονικής δυσαρμονίας τα αίτια.
Μέσα σε αυτό το κλίμα της τραχύτητος και της αινιγματικότητος μας βάζει και μας επικοινωνεί μέσω των επινοημένων- φανταστικών ή και πραγματικών δεδομένων τα καλώς ή κακώς κείμενα της ζωής παρουσιάζοντας και το στίγμα της εποχής μας.
Μέσα σε αυτά τα διηγήματά της αντικατοπτρίζεται η ζωή των ανθρώπων και οι σχέσεις αυτών με τα οριακά σημεία της παρακμής, ενώ μέσα στην αθωότητά της κάποιο άλλοι αναλίσκονται και θυσιάζονται για αλτρουισμό και αγάπη και ισορροπούνται τα ανισόρροπα. Στα 25 αφηγήματά της απομυθοποιεί και απογυμνώνει την αλήθεια και παρουσιάζει με την ωμή πραγματικότητα τα στοιχεία που κυριαρχούν.
………………………………………………………………………………………………………………………………….
ΚΥΡΙΑΚΟΣ Ι. ΒΑΛΑΒΑΝΗΣ, «ΣΜΥΡΝΑΙΟΣ», 
εφημ. Ελεύθερη Ώρα 16/5/1994, σ.2
Και ακόμα,
στην εφημερίδα «Η Φωνή του Πειραιώς» 19/11/1997, σ.2, δημοσιεύτηκαν δύο λιλιπούτεια κείμενα για τα βιβλία της «Στην Τροχιά του Ανθρώπινου Στοχασμού» (δοκίμια) και «Ένδον Σκάπτειν» (Σονέττα της θλίψης και του έρωτα) και τα δύο εκδόθηκαν από τον εκδοτικό της οίκο «ΣΕΛΑΝΑ»-ΠΕΙΡΑΙΑΣ 1997.  Τα μικρά αυτά ανώνυμα κείμενα μάλλον είναι του συγγραφέα Χρήστου Αδαμόπουλου, μάλλον. Που ήταν συνεργάτης της Φωνής.
     Ο διηγηματογράφος και εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού «Αιολικά Γράμματα» ο Κώστας Βαλέτας γράφει για το βιβλίο διηγημάτων της «Πιράνχας και Υάκινθοι», 1989, στο τεύχος 112/1,2,1990, σ.85-86 του περιοδικού:
"Είκοσι μικρά διηγήματα κοντά στο χρονογράφημα σαν τεχνική ή μάλλον ριγμένα στο χαρτί σαν προφορικός λόγος τα σύντομα-τρείς ή πέντε σελίδες-αφηγήματα της Μαντώς Κατσουλού έχουν κυρίως ανθρωπιστικό και κάπως διδακτικό χαρακτήρα. Με μιά χριστιανική και νοτισμένη με την αγάπη προς τον πλησίον διάθεση τα πεζά της διηγηματογράφου προσπαθούν να αγγίξουν ψυχές και να σώσουν συνειδήσεις από την ψυχική κατάρρευση που κατά την γνώμη της δημιουργού απειλούνται από το σύγχρονο μηχανιστικό τρόπο σκέψης και από την υλιστική αντίληψη των πραγμάτων που κυριαρχεί στην εποχή μας.........." 
      Στην ημερήσια πολιτική εφημερίδα «Η ΝΙΚΗ» υπάρχει ανώνυμη (;) μικρή παρουσίαση της ποιητικής της συλλογής «Στην εποχή των παγετώνων» που κυκλοφόρησε σε έκδοση της χορωδίας Ορχήστρας Νέων.
Το ποίημά της «ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ» δημοσιεύτηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό Νέα Εστία τχ. 1615/15-10-1994.  Ενώ στο τεύχος 1668/1-1-1997 του ίδιου περιοδικού δημοσιεύεται το κείμενό της με τίτλο «Σε μια φάτνη θλίψη; Χριστουγεννιάτικοι Στοχασμοί, σ. 31-32.
Ενώ το ποίημά της «ΔΙΑΒΑΣΗ» δημοσιεύεται στην σ. 33 του πειραιώτικου περιοδικού Πολιτιστική Πράξη τχ. 17/6,1994. Επίσης, στο προηγούμενο τεύχος του ίδιου περιοδικού 16/3,1994, σ.44-, δημοσιεύεται το κείμενό της «Σκέψεις και προβληματισμοί γύρω από την ποίηση» (Με αφορμή ενός Δοκιμίου της «ΝΕΑΣ ΕΣΤΙΑΣ»). Αναφέρεται στο δοκίμιο του δοκιμιογράφου Δημήτριου Νικορέτζου, «ΑΞΟΝΙΚΗ ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ» που δημοσιεύτηκε σε δύο συνέχειες στο περιοδικό, τεύχη 1562 και 1563 του Σεπτεμβρίου του 1993.
Πάρα πολλά είναι και τα κείμενά της που δημοσιεύτηκαν στην ημερήσια απογευματινή πειραιώτικη εφημερίδα Η Φωνή του Πειραιώς. 
π.χ. «ΠΡΟΣ ΤΙ;» 20/12/1994, 
«ΣΤΗΝ ΤΡΟΧΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΣ ΣΤΟΧΑΖΕΣΘΑΙ»-ΤΙ ΠΕΡΙ ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΙΣΘΙΑΣ ΑΥΤΗΣ;» 24/4/1996 και πολλά ακόμα.
ΔΙΑΒΑΣΗ
           «Ποταμώ ουκ έστιν δις τω αυτώ εμβήναι»
                                                 Ηράκλειτος

Πως δεν απεικαστήκαμεν –ολάκερη μια μέρα-
Πολλά τα παρακλάδια του, μα το ποτάμι ένα
Και μόνο μια φορά θα διαδρομήσει
Τ’ αχνάρι από τον ίσκιο μας
Στου ταξιδιού το τέρμα!
Να κόβουμε αγκαλιές τα λουλούδια
Που φύτρωναν στις όχθες.
Τις λυγαριές και τις ιτιές
Να τις ανθοκομούσαμε
Και των πουλιών τα κελαηδήματα
Να κλείναμε στις χούφτες…
Ω, πόσες αποσκευές αθώρητες
Θα ξεβραστούν στη θάλασσα μαζί μας
Και λίγο προτού βουλιάξουν στον βυθό
Θα γίνει τόσο τ’ ανώφελό τους θεατό
Και τόσο μάταιο για μας το σύνταγμά τους!  
    

Σημείωση:
Να υπενθυμίσουμε ότι πολλοί πειραιώτες ποιητές και ποιήτριες, μυθιστοριογράφοι ή διηγηματογράφοι, εξέδωσαν τα βιβλία τους εκτός Πειραιά, δηλαδή σε αθηναϊκούς εκδοτικούς οίκους, αλλά έβαζαν δίπλα στον εκδότη, ή στις μέσα σελίδες των βιβλίων την λέξη Πειραιάς, παρά του ότι δεν εκδόθηκαν στην πόλη. Θέλει δηλαδή προσοχή για τα ποια βιβλία εκδόθηκαν εντός της Πόλεως- τυπογραφεία, ή από φιλολογικά σωματεία (βλέπε Φιλολογική Στέγη, Πειραϊκός Σύνδεσμος κ. ά)-και ποια χρησιμοποιούν την λέξη Πειραιάς στο εξώφυλλο ή στις μέσα σελίδες τους. Και φυσικά, πολλοί πειραιώτες και πειραιώτισσες λογοτέχνες, εξέδωσαν τα βιβλία τους εκτός του πρώτου λιμανιού. Δεν ασχολήθηκαν καν με την Πόλη. Ή έγραψαν μόνο ένα διήγημα ή ένα ποίημα που το αφιέρωσαν σε αυτήν. Ενώ ένα μικρό μέρος από αυτούς-τους λογοτέχνες-αναφέρουν την γενέθλια πόλη τους σε αναμνήσεις τους ή συνεντεύξεις τους.
Πάντως για μία ακόμα φορά να τονίσω, ότι καμία Δημοτική αρχή από τότε που άρχισα να δημοσιεύω στον τοπικό τύπο- δεκαετία του 1980- και διαπίστωσα το πρόβλημα, δεν κάλεσε έστω τυπικά, μία φορά, ο Δήμαρχος ή άλλοι αρμόδιοι Δημοτικοί φορείς να γνωρίσει-ουν τα πνευματικά παιδιά της Πόλης που αφιέρωσαν την συγγραφική τους ικμάδα για τον Πειραιά. Πλήρης και παντελής αδιαφορία. Γιαυτό θυμάμαι, μου έλεγαν παλαιότερα καλλιτέχνες και συγγραφείς που γεννήθηκαν στον Πειραιά αλλά μεταδημότευσαν και κατοικούν σε άλλους δήμους, δεν θέλουν να ξαναπατήσουν στον Πειραιά. Είναι αυτό που ο λαός λέει: "έρριξαν μαύρη πέτρα πίσω τους" και δεν είχαν καθόλου μα καθόλου άδικο.  
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 22/6/2019
Πρώτη γραφή σήμερα δύο εβδομάδες πριν τις βουλευτικές εκλογές.
 Πλεύσατε ελευθέρως για τις κάλπες και τας παραλίας ταυτοχρόνως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου