Κυριακή 30 Ιουνίου 2019

Μπρα ντε φερ με την εξουσία


      «Μπρα ντε φερ» με την εξουσία
Τίτος Πατρίκιος
Δεν μου αρέσει να κάθομαι στ’ αυγά μου

     Γιός κωμικών ηθοποιών, πνευματικό παιδί του Ρίτσου που «σκότωσε» τον «πατέρα» του για να τον ξανασυναντήσει ύστερα από πολλά χρόνια, συνιδρυτής του περιοδικού «Επιθεώρηση Τέχνης», σπουδασμένος νομικός και κοινωνιολόγος, παλαιός αντιστασιακός, συνεργάτης πριν από τη δικτατορία με τον Κώστα Σημίτη στο δικηγορικό του γραφείο και φίλος (αλλά όχι «κολλητός») του Πρωθυπουργού, ο Τίτος Πατρίκιος ανήκει στους ανθρώπους του πνεύματος, οι οποίοι πραγματώνουν την έννοια του διανοούμενου με την κοινωνιολογική της σημασία. Παρεμβαίνοντας δηλαδή στο δημόσιο διάλογο-και όχι σαν ένας απλός σχολιαστής της καθημερινότητας-δίνοντας το «παρών» σε διάφορες κρίσιμες στιγμές της πορείας της χώρας, καταθέτοντας την άποψή του ή θέτοντας ερωτήματα με άνεση μεγάλη και με αμεσότητα. Και καταφέρνοντας να «ακούγεται» χωρίς να καβαλάει καλάμι και χωρίς να προκαλεί. Γι’ αυτές του τις ιδιότητες, για την πλευρά του bon vireur που έχει, για τα στεγανά που δεν δέχεται, έχει προκαλέσει αντιδράσεις. Μήπως τελικά παράγιναν στενές οι σχέσεις του με την εξουσία;
     «Με την εξουσία, είτε το ξέρουμε είτε το αγνοούμε είτε το θέλουμε είτε όχι, πάντα έχουμε σχέσεις. Αφού η εξουσία είναι και η έκφραση της δικής μας συμμετοχής στο κράτος. Το αίτημα είναι λοιπόν για έναν άνθρωπο των γραμμάτων να η γίνει κρατικοδίαιτος. Να μη δεχτεί επιδόματα, αργομισθίες, αλλά να διεκδικήσει την αμοιβή της εργασίας του. Διότι και η λογοτεχνική παρουσία είναι εργασία. Έπειτα, αν τύχει και συμφωνεί σε κάποια φάση μαζί με την εξουσία, να μην αμβλυνθεί τόσο η κριτική του ένταση, ώστε να μετατραπεί σε λιβανιστή της. Και τέλος, να μην πιστέψει πως θα μπορέσει να την ανατρέψει με τα γραπτά του και μόνον.
     Οι ποιητές, οι φιλόσοφοι δεν βασίλεψαν ποτέ όπως ονειρεύτηκε ο Πλάτων και στις καλύτερες περιπτώσεις ανέστειλαν τη συγγραφική τους δραστηριότητα. Αν λοιπόν κάποια στιγμή ένας άνθρωπος του πνεύματος κάνει μια χειραψία με την εξουσία πρέπει να ξέρει το εξής: ότι η χειραψία γρήγορα θα μετατραπεί σε «μπρα ντε φερ». Γιατί η εξουσία δεν είναι ποτέ αθώα. Δίνοντας λοιπόν το χέρι σου, πρέπει να είσαι σε εγρήγορση. Να το κρατάς ψηλά, γιατί η εξουσία θα προσπαθήσει να σου το κατεβάσει, να σε δελεάσει. Αλλά να μην έχεις και τη βλακώδη φιλοδοξία να της το κατεβάσεις εσύ».
-Ούτε για λόγους συμβολικούς; Μήπως δηλαδή θα έπρεπε ο άνθρωπος των γραμμάτων πάντα να την αντιστρατεύεται;
«Ναι», λέει ο Τίτος Πατρίκιος.
«Αλλά τότε αφήνεις το χέρι και αρχίζεις να γράφεις. Η συμβολική αντιστράτευση γίνεται πολλές φορές φιγουρατζίδικη. Η ουσιαστική αντιστράτευση είναι να βρίσκεται πάντα σε εγρήγορση, ώστε μέσα από το έργο σου, μέσα από τον ιδιαίτερο λόγο της λογοτεχνίας να μπορείς να αποτυπώσεις την εξουσία και να την αντιστρατευτείς αναπλαστικά. Όπως αναπλάθει τη ζωή η λογοτεχνία».
--
-Μα γιατί δεν κάθεται στ’ αυγά του αυτός ο Πατρίκιος;
Ας γράφει ποιήματα.
«Δεν μου αρέσει να κάθομαι στ’ αυγά μου. Πρώτον, διότι δεν είμαι κλώσα. Και δεύτερον, διότι πολλοί που κάθισαν στ’ αυγά τους, τα έσπασαν και λερώθηκαν πάρα πολύ άσχημα»
Δηλώνει με έμφαση στα «ΝΕΑ».
«Αυτού του τύπου η αυτοπροστασία ή ετεροπροστασία μου είναι αποκρουστική. Προτιμώ το ρίσκο και τον κίνδυνο να πέσω στη λούμπα. Καλύτερα να δοκιμάζει κανείς να προχωρήσει πάνω σ’ αυτήν την ταλαντευόμενη και γλιστερή σανίδα που ενώνει τις δύο άκρες του βαράθρου. Έστω και από περιέργεια, για να δει τι βρίσκεται απέναντι».
Αυτό το βιβλίο (η κυρία Μικέλα Χαρτουλάρη εννοεί το βιβλίο «Ίσαλο γραμμή» που μόλις είχε εκδοθεί) έρχεται σαν μια κίνηση συνεπής προς την όλη στάση του Τίτου Πατρίκιου. Ο οποίος πολιτογραφημένος αριστερός, μπήκε στο ψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ, πολιτογραφημένος Έλληνας βρίσκεται συχνότατα στο εξωτερικό να συνομιλεί με άνεση με Γάλλους, Ιταλούς, Ισπανούς ή Γερμανούς, πολιτογραφημένος ποιητής γράφει άρθρα, δοκίμια, σχόλια, αναλύσεις και αφηγήματα.
«Δεν πιστεύω στις πολιτογραφήσεις. Πιστεύω στη ροή των ανθρώπων, αλλά όχι στις ριζικές μετατροπές τους. Και η πολιτική επιλογή που έκανα πέρσι τέτοιον καιρό, δεν με έκανε να αισθανθώ ότι έπαψα να είμαι αριστερός. Αντίθετα και ισχυρότερος Έλληνας νιώθω και ισχυρότερος ποιητής και ισχυρότερος αριστερός, αφού τις απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα δεν τις δίνουν οι δηλώσεις για τον εαυτό μας, αλλά η ίδια η ζωή μας. Επειδή όμως υπάρχει η τάση να σε βάζουν σε κουτάκια, το σημαντικό για μένα είναι να χαράζω εγώ-στον βαθμό που μπορώ-τα όρια μέσα στα οποία θα κινούμαι. Αλλά και να τα σπάω».
     Κι αυτό το σύνθημα «άνευ ορίων και όρων» του Εμπειρίκου που τόσο κολλάει στη σημερινή ηλεκτρονική κατάργηση των συνόρων; Ο Τίτος Πατρίκιος έχει ξεκαθαρισμένη άποψη:
«Μου φαίνεται φράση εντελώς ουτοπική. Γιατί αν δεν υπάρχουν όρια, όροι ή προϋποθέσεις ακυρώνεται και κάθε πάλη εναντίον των εξωτερικών καταναγκασμών-οι οποίοι δεν έχουν πάψει ποτέ να υπάρχουν».
-Μπορεί άραγε να επηρεάσει τα πράγματα ένας άνθρωπος των γραμμάτων; Σήμερα που κυριαρχούν η εικόνα και η μαζική ενημέρωση; Όσοι πιστεύουν ότι ο Τίτος Πατρίκιος θα πέσει στην παγίδα των μεγάλων λόγων, γελιούνται. Ξυπνά μέσα του ο κοινωνιολόγος και ο συστηματικός αναγνώστης και τονίζει:
     «Ποτέ ένας συγγραφέας δεν επηρέαζε με αυτόν τον τρόπο. Επηρέασαν ίσως αυτές οι συγκλονιστικές και πολύ σπάνιες περιπτώσεις, όπου ένας κρυσταλλωμένος λόγος ενέπνευσε λαούς και πολιτισμούς ολόκληρους και τους οδήγησε να τροποποιήσουν όχι τα πράγματα, αλλά την ίδια την Ιστορία. Παράδειγμα τα Ευαγγέλια, το Κοράνιο, το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, ίσως ακόμη και το Κόκκινο Βιβλίο του Μάο. Αλλά αυτά δεν είναι έργα λογοτεχνικά. Ούτε η «Ιλιάδα» ούτε ο «Δον Κιχώτης» ούτε τα έργα του Σαίξπηρ ή του Γκαίτε τροποποίησαν τα πράγματα. Κι ας μην υπήρχε τηλεόραση. Διότι η δουλειά του συγγραφέα είναι κάτι άλλο. Όχι να οδηγήσει τους ανθρώπους στη μεταβολή του κόσμου, αλλά να οδηγήσει τη συνείδηση των ανθρώπων στο να συλλάβει πως μεταβάλλεται ο κόσμος. Και σε τρίτο επίπεδο να επηρεάσει-εάν μπορέσει ποτέ-τον κόσμο. Μην ταυτίζουμε λοιπόν το λογοτεχνικό έργο με άλλες μορφές λόγου, που ενεργοποιούν ευθέως τις συνειδήσεις. Από την εποχή του Κάφκα π.χ. δημιουργήθηκαν πλήθος γραφειοκρατικά τέρατα, αλλά χάρη στον Κάφκα φοβόμαστε λιγότερο το γραφειοκρατικό τέρας. Πρώτα λοιπόν εγώ πιστεύω στην πρακτική χρησιμότητα της λογοτεχνίας. Και η λογοτεχνία είναι «χρήσιμη» στον βαθμό που μας βοηθάει όχι ενδεχομένως  να αλλάζουμε τα πράγματα, αλλά να αναπροσαρμόζουμε την ίδια μας την ζωή μέσα στα πράγματα».
--
ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ:ΕΙΚΟΣΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΤΗΝ ΙΣΑΛΟ ΓΡΑΜΜΗ
Τίτος Πατρίκιος, Δεν μου αρέσει να κάθομαι στ’ αυγά μου. Συνέντευξη στη Μικέλα Χαρτουλάρη, εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 1997, σελ. 4-5/26-27. Στις σελίδες «ΠΑΝΟΡΑΜΑ»
Σημειώσεις:
     Σε μια εβδομάδα έχουμε βουλευτικές εκλογές στην χώρα μας. Εμείς οι απλοί φορολογούμενοι πολίτες θα προσέλθουμε στις κάλπες για  να εκλέξουμε τα άτομα που θα μας εκπροσωπήσουν στο νέο κοινοβούλιο και θα κρατήσουν το κυβερνητικό πηδάλιο της χώρας. Θα εκλέξουμε μέσα από συγκεκριμένους κομματικούς σχηματισμούς και ομάδες, τα πρόσωπα που θα στείλουμε στην κυβέρνηση, την μείζονα ή ελάσσονα αντιπολίτευση. Θα εκλεγούν πρόσωπα που έχουν δοκιμαστεί τα δέκα αυτά χρόνια της μνημονιακής κρίσης, πρόσωπα φθαρμένα ή άφθαρτα από την διαχείριση της πολιτικής κυβερνητικής ή αντιπολιτευτικής εξουσίας, και θα αποκλειστούν άλλα. Δυστυχώς, δεν θα ψηφίσουν οι Έλληνες του εξωτερικού, που διαμένουν μόνιμα σε άλλες χώρες-ηπείρους, ούτε και οι νέοι και οι νέες που μετανάστευσαν στο εξωτερικό εξαιτίας της κρίσης και της κοινής μας πτώχευσης. 
Θα διαπράξουμε και πάλι, για ακόμα μία φορά το ίδιο λάθος; Δηλαδή θα σκεφτούμε πριν την κάλπη το κοινό καλό και όχι το ιδιοτελές συμφέρον μας; Θα μας εκπροσωπήσουν άτομα εγνωσμένης καθαρής πολιτικής συνείδησης και διατεθειμένα να «σπάσουν αυγά» ακόμα και μέσα στο ίδιο τους το κόμμα; Ή θα εκλέξουμε και πάλι υποψηφίους βουλευτές και βουλευτίνες που θα εκφράσουν ξανά τις ίδιες, κουραστικές και ζημιογόνες πολιτικές και κοινωνικές μας παθογένειες σαν λαός; Η κάλπη, δηλαδή η πολιτική, η δικαιοσύνη και η ιδεολογία, δεν είναι τυφλή. Έχει προσδιοριστικό όνομα, έχει επιλεκτική θέση και κρίση, κάνει επιλογές ανάλογα με το στενό της συμφέρον, μεροληπτεί. Για να κερδίσει την εξουσία και να την διατηρήσει. Οι ίδιες κοινωνικές και πολιτικές και ιδεολογικές προϋποθέσεις, ισχύουν και για το εκλογικό σώμα, δηλαδή τον λαό, όλους εμάς.Τον λαό που δεν είναι ανεύθυνος των όποιων επιλογών του. Που ανέχεται ή αποζητά ρουσφέτια και ανταλλάγματα για ίδιον του καθενός και κάθε μίας όφελος. Ένα πολιτικό αλισβερίσι που διατηρεί το εκκρεμές της πολιτικής διακυβέρνησης πάντοτε σε κίνηση. Ανέκαθε, όταν "κινδυνεύει" το κρατούν πολιτικό και κοινωνικό-οικονομικό σύστημα, οι λέξεις είναι οι ίδιες: «Η πατρίς τελεί εν κινδύνω». «Η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης». «Υπάρχει κίνδυνος σύρραξης με τους γείτονες». «Άδεια ταμεία παραλάβαμε». «Εμείς, είμαστε καλύτεροι και αποτελεσματικότεροι στην διαχείριση από τους προηγούμενους». «Θα στηθούν ειδικά δικαστήρια για τα ενδεχόμενα οικονομικά σκάνδαλα της προηγούμενης διακυβέρνησης του αντιπάλου κόμματος». «Θα συνεργαστούμε εφόσον και αν δεχτούνε τις πολιτικές μας θέσεις, που για εμάς είναι κόκκινη γραμμή». «Όχι στην οικογενειοκρατία» αρκεί βέβαια να μην αφορά τα οικογενειακά πρόσωπα του δικού μας κόμματος. «Ναι στα νέα τζάκια». «Όλα στο φώς» (ακόμα και τώρα που έχει οικονομικά προβλήματα η ΔΕΗ. Για πληρώστε ένα λογαριασμό των ΔΕΚΟ στα ταμεία των τραπεζών. 3 ευρώ προμήθεια, η συναλλαγή, ακόμα και για την ΕΥΔΑΠ). «Παραλάβαμε χάος»,. «Θα καταργήσουμε τους αντιδημοκρατικούς νόμους των προηγούμενων». «Θα φέρουμε επενδύσεις». «Θα μειώσουμε τις κρατικές δαπάνες» και άλλες υποσχέσεις. Που, όπως λέει ο θυμόσοφος λαός, ήμουν νιός και γέρασα και αλλαγή δεν είδα. Σε μια εβδομάδα, θα δούμε πάλι μία από τα ίδια ή ισχνές χαραμάδες αλλαγής; Ότι αποφασίσει η κάθε τέσσερα έτη κάλπη για τους 300 της ελληνίδας Πηνελόπης.
     Το Κράτος και η Βία μας δίδαξε ο παππούς μας Αισχύλος στάλθηκαν από τον Πατέρα των Θεών και των Ανθρώπων τον Δία, να βασανίζουν αιωνίως τον φίλο και προστάτη των Ανθρώπων τον Προμηθέα. Παράξενη αλήθεια αυτή η συσχέτιση, της Θείας αρχής και εξουσίας με την Κρατική εξουσία και αρχή και την Βία.  Προφητικός ο λόγος του αρχαίου έλληνα τραγικού ή διαπιστωτικός; Η Ιστορία, έχει δώσει την απάντησή της στον συσχετισμό αυτό ενός παλαιού Ποιητή, του Αισχύλου. Ανεξαρτήτως αν εμείς δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε ή δεν θέλουμε να το συνειδητοποιήσουμε ή αποδεχτούμε.
Την δεκαετία του 1980, ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης ο κύριος Κούβελας, απεκάλεσε λαπάδες τους ποιητές. Προφανώς σε σχέση με τους πολιτικούς που είναι πολιτικά «λαμόγια». Οι ποιητές, τι να πωλήσουν, τα όνειρά τους ή την φαντασία τους, Ούτε είναι αποτελεσματικά προιόντα αυτά στην πολιτική και κομματική κονίστρα, ούτε τρώγονται. Ούτε αξιοποιούνται. Είναι σαν τις τιμητικές θέσεις εν αποστρατεία προσώπων  στα ψηφοδέλτια επικρατείας. Τίγκα στο παράσημο. Μας τιμά με την παρουσία του ο τάδε ποιητής και συγγραφέας ή ο δείνα πανεπιστημιακός. Κάτι σαν τις βουτιές που κάνει ο θείος Σκρούτζ μέσα στο γεμάτο χρήμα θησαυροφυλάκιό του. Τα κόμματα, χρειάζονται πνευματικές γιρλάντες για να φωτίσουν την σκοτεινή συνείδηση της εξουσίας τους. Και μάλιστα, κατά περίσταση. Αλλιώς, άπαξ η τιμητική συνεργασία, και πολύ σου πάει «κακόμοιρε» ποιητή. Ξαναγύρνα στην ποιητική σου στρούγκα να γράψεις τις πολιτικές σου αναμνήσεις με ποιητικό τέμπο.
     Το ζήτημα της συνεργασίας των ανθρώπων του πνεύματος, των συγγραφέων, των καλλιτεχνών με την εξουσία και δη την κυβερνητική, και την συνεργασία τους μαζί της, είναι ένα ανοιχτό θέμα από αρχαιοτάτων χρόνων. Οι απόψεις για την συνεργασία ή μη των καλλιτεχνών με τους κομματικούς σχηματισμούς διίστανται. Οι θέσεις που έχουν εκφραστεί είναι απόλυτες και ορισμένες φορές διχαστικές μέσα στο σώμα των διανοουμένων. Στον ευρωπαϊκό χώρο-ιδιαίτερα στην Γαλλία-οι περιπτώσεις του Αντρέ Μαλρώ και του Ζαν Πωλ Σαρτρ, (τον προηγούμενο πολιτικό αιώνα) είναι χαρακτηριστικές. Στον τρόπο της ενεργής συμμετοχής ή αποχής αντίστοιχα, σε έναν κυβερνητικό κομματικό σχηματισμό ή την υποστήριξη  ενός προβεβλημένου πολιτικού προσώπου είτε προέρχεται από την συντηρητική παράταξη είτε από την κεντρώα ή κεντροαριστερή. Ας θυμηθούμε επίσης την περίπτωση του αντιστασιακού Τσέχου συγγραφέα Βάτσλαβ Χάβελ. Του προέδρου-ποιητή της αφρικανικής χώρας που επισκέφτηκε την χώρα μας επί προεδρίας του φιλόσοφου Κωνσταντίνου Τσάτσου. (μου διαφεύγει το όνομά του). Στην πατρίδα μας, έχουμε πάμπολλα παραδείγματα και περιπτώσεις συγγραφέων και διανοουμένων και καλλιτεχνών που συμμετείχαν σε κυβερνητικά σχήματα ή διετέλεσαν βουλευτές του ελληνικού κοινοβουλίου. Πχ. ο ποιητής Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, την περίδο των Ιουλιανών, ακόμα πιο παλαιά στην Ιόνιο Βουλή την περίπτωση του ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, του πολυγραφότατου νομικού και κοινωνιολόγου Παναγιώτη Κανελλόπουλου, του τελευταίου πρωθυπουργού που καθέρεσε την κυβέρνησή του η δικτατορία, του συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη, που διετέλεσε υφυπουργός, του φιλόσοφου Κωνσταντίνου Τσάτσου, ως ο δεύτερος πρόεδρος της ελληνικής μεταπολιτευτικής δημοκρατίας, μετά την Μιχαήλ Στασινόπουλο (επίσης ποιητή και συγγραφέα), του ηθοποιού Κώστα Καζάκου, που διετέλεσε βουλευτής του ΚΚΕ. Της τραγωδού Άννας Συνοδινού, που διετέλεσε υφυπουργός της Νέας Δημοκρατίας, (θυμάστε το πανό που σήκωσε μέσα στην ελληνική βουλή;), του παιδαγωγού Ευάγγελου Παπανούτσου, που συνεργάστηκε με την κυβέρνηση του Γέρου της Δημοκρατίας- Γεωργίου Παπανδρέου, και πραγματοποίησε μαζί με τους συνεργάτες του την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Της ποιήτριας και νομικού Ρούλας Κακλαμανάκη, που έγινε υφυπουργός εργασίας επί Πασοκ. Του πεζογράφου Σπύρου Πλασκοβίτη, βουλευτή επί Πασοκ, του πεζογράφου Περικλή Κοροβέση με τον Σύριζα, του καθηγητή Γιώργου Γραμματικάκη με το Ποτάμι. Του παλαιού καθηγητή Ιωάννη Κακριδή, που τέθηκε επικεφαλής των βουλευτών επικρατείας επί Ανδρέα Παπανδρέου. (από τους εισηγητές της Δημοτικής γλώσσας και υποστηρικτή της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης το 1976 επί κυβερνήσεως Γεωργίου Ράλλη). Του πεζογράφου Βασίλη Βασιλικού, επί Πασοκ, του ποιητή Τίτου Πατρίκιου επίσης. Της ηθοποιού Μελίνας Μερκούρη που είναι η καλύτερη υπουργός πολιτισμού στα μετά την μεταπολίτευση χρόνια, του μουσικοσυνθέτη Θάνου Μικρούτσικου σαν υπουργός πολιτισμού, όπως και της εκδότριας Μυρσίνης Ζορμπα με την τελευταία κυβέρνηση και της ηθοποιού Λυδία Κονιόρδου. Και ορισμένων άλλων ελλήνων συγγραφέων και διανοουμένων, καλλιτεχνών προερχόμενων κυρίως από τον χώρο του θεάματος. Για να μείνω σε ενδεικτικά ελληνικά ονόματα που έρχονται πρόχειρα στην σκέψη. Εξαιρώντας την ομάδα των δημοσιογράφων και εκείνη των προερχομένων από τον αθλητισμό.
Οι καλλιτέχνες και οι συγγραφείς, οι ποιητές και οι άνθρωποι της τέχνης πάντα ήσαν ενεργοί πολίτες, παρόντες και μπροστάρηδες στα προβλήματα των ελλήνων. Μετείχαν στα πολιτικά κοινά, είτε με το έργο τους, είτε με την στάση ζωή τους, είτε με την ψήφο τους, πάντα ευθαρσώς και φανερά εξέφραζαν τις απόψεις και κρίσεις τους, τις πολιτικές ή κομματικές τους θέσεις μέσω των δημόσιων παρεμβάσεών τους-συνεντεύξεις, ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εκπομπές, υπογραφή επιστολών διαμαρτυρίας, δημοσιεύματά τους κλπ. Αν δεν είσαι ενεργό πολίτης, δεν μπορείς να είσαι ούτε «καλός» συγγραφέας ούτε «υποφερτός» αναγνώστης. Η ένταξη από την άλλη, πολλών διανοουμένων σε ένα κόμμα, δημιουργούσε πάντοτε πολλές συζητήσεις και γεννούσε πολλά ερωτηματικά. Για το αν όφειλε ή έπρεπε ένας άνθρωπος του πνεύματος και της τέχνης να ενταχθεί σε έναν κομματικό σχηματισμό. Να γίνει δηλαδή, ένας στρατευμένος διανοούμενος, υποστηρικτής μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας και εκφραστής προσανατολισμένων ιδεολογικών σκοπιμοτήτων. Το ζήτημα αυτό, δηλαδή της ενεργούς συμμετοχής ή μη ενός συγγραφέα, ενός ποιητή, ενός καλλιτέχνη σε ένα μόνο κόμμα, παραμένει ανοιχτό και συνεχώς αναδιαπραγματευόμενο από τους φίλους ή αναγνώστες του ποιητή. 
Πιστεύω, ότι σε μια ανοιχτή δυτική δημοκρατία, όλες οι επαγγελματικές και κοινωνικές τάξεις πρέπει να εκπροσωπούνται. Όλες, μα όλες. Και όχι να έχουμε διαρκώς μια Βουλή δικηγόρων και νομικών, λες και βρίσκεσαι σε δικαστική αίθουσα. Κάτω από αυτό το σκεπτικό, ένας Ποιητής, ένας Δημιουργός, ένας συγγραφέας, ένας καλλιτέχνης, οφείλει να συμμετάσχει στα κοινά ενεργά και δραστήρια. Το πρόβλημα έγκειται κατά πόσο ο ίδιος ο δημιουργός ή καλλιτέχνης θα θελήσει να τον χρησιμοποιήσει το κομματικό κατεστημένο και να γίνει ένα απλό κατά περίσταση φερέφωνο των κομματικών επιδιώξεων κομματικών στελεχών ή άλλων παραγόντων ενός κόμματος, μιας ιδεολογίας. Κατά πόσο θα δεχτεί να χειραφετηθεί σαν ενεργός πολίτης, απεμπολώντας την ατομική του πολιτική και κοινωνική ανεξαρτησία, την αυτονομία του, κάνοντας «σκόντο» σε βασικές αξιακές αρχές της συνείδησής του και του πνεύματός του. Εδώ, θα προσθέσουμε, και το θέμα της καλλιτεχνικής ανέλιξης και προβολής που τυγχάνει ένας διανοούμενος τόσο από τους κομματικούς μηχανισμούς, όσο και από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αν το σικέ πολιτικό παιχνίδι γίνεται επ’  αμοιβαία επωφελεία, και το κόμμα και ο υποστηρικτής του διανοούμενος «βολεύονται» και προβάλλονται ομού, τότε τίθεται ζήτημα. Αν πάλι, είναι μια συναισθηματική ή ιδεολογική επιλογή του ίδιου του συγγραφέα, που είναι δικαίωμά του-τότε κυοφορούνται άλλα ανοιχτά πολιτικά ερωτήματα. Πχ. ποιες κυβερνητικές ή κομματικές αποφάσεις οφείλει να ακολουθήσει και να υποστηρίξει με τον δημόσιο λόγο του, την υπογραφή του, την δημόσια στήριξή του,τον κομματικό χώρο που επέλεξε να ενταχθεί; Και επίσης, αν ένας επαγγελματίας βουλευτής μπορεί να μετακινείται από έναν πολιτικό σχηματισμό σε έναν άλλον, επειδή έτσι (όπως λέει το επιβάλει η συνείδησή του), να αλλάζει κομματικό στρατόπεδο, έχει δικαίωμα να πράξει το ίδιο και ένας Ποιητής, ένας Συγγραφέας, ένας Καλλιτέχνης; που δεν είναι και επαγγελματίας πολιτικός. Μπορεί να σιτιστεί από το καλλιτεχνικό του επάγγελμα. Που αρχίζει το πολιτικά και ιδεολογικά ορθό και που ολοκληρώνεται; Ποιος μπορεί να το διατυπώσει αυτό ξεκάθαρα και αβίαστα; Και σε ποιο βαθμό, οφείλει ένας διανοούμενος, να μετέχει και να σιγοντάρει με την δημόσια στάση του τα διάφορα πολιτικά παιχνίδια που παίζονται εντός και εκτός του κοινοβουλίου; Με δυό λόγια, που αρχίζει η πολιτική αλήθεια και που το πολιτικό ψέμα στους μετέχοντες ενεργά στα κοινά από τα κυβερνητικά έδρανα ή τα αντιπολιτευτικά; Ερωτήματα μάλλον όχι και τόσο άστοχα, για τα πρόσωπα εκείνα που ανήκουν στον πνευματικό, τον καλλιτεχνικό χώρο και εμπλέκονται στην πολιτική και δημόσια σκηνή. Ένας διανοούμενος, είναι πρωτίστως πολιτικό πρόσωπο ή πνευματικός άνθρωπος; Που αρχίζουν τα όρια μεταξύ τους και ποιες οι διαχωριστικές τους γραμμές, αν υπάρχουν;
     Μεταφέρω στην ιστοσελίδα μου ένα μέρος της συνέντευξης του ποιητή Τίτου Πατρίκιου, στην δημοσιογράφο της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» κυρίας Μικέλας Χαρτουλάρη, (η οποία μας έχει δώσει παλαιότερα εξαιρετικά δείγματα συνεντεύξεων με έλληνες συγγραφείς και παρουσιάσεως του έργου τους), Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 1997, σ.4-5. Με την ευκαιρία της κυκλοφορίας τότε-του νέου βιβλίου του ποιητή «ΊΣΑΛΟΣ ΓΡΑΜΜΉ» από τις εκδόσεις Κέδρος, με την ευκαιρία των επικείμενων βουλευτικών εκλογών σε μία εβδομάδα.
Ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος, ένας εγνωσμένος δημοκρατικών φρονημάτων ποιητής, πάντοτε στάθηκε μπροστάρης στους κοινωνικούς αγώνες του λαού του. Τόσο με τις πράξεις και δημόσιες παρεμβάσεις του, όσο και με την ποιητική του δημιουργία. Είναι ένας αειθαλής δημιουργός, που εξακολουθεί να δημιουργεί και να μετέχει στα πολιτικά κοινά της πατρίδας του. Μια από τις σημαντικότερες ποιητικές φωνές της ελληνικής επικράτειας και της γενιάς του, που παρά τις κατά καιρούς «στρατεύσεις» του, δεν έχασε την ανεξαρτησία της φωνής του, δεν χαμήλωσε την ποιότητα της σκέψης του, δεν μείωσε το ενδιαφέρον του και την φροντίδα του για τον ποιητικό λόγο αλλά και τον πολιτικό. Θυμόμαστε όλοι, όχι μόνο ότι υπήρξε ένας αντιστασιακός έλληνας τα δύσκολα χρόνια των δεκαετιών 1940-1950, όχι μόνο ότι υπήρξε ένας από τους συνιδρυτές του παλαιού αριστερού σημαντικού λογοτεχνικού περιοδικού «Επιθεώρηση Τέχνης», αλλά και σχετικά πρόσφατα, τις εξαιρετικής ποιότητας τηλεοπτικές του συνεντεύξεις με πρόσωπα της διεθνούς διανόησης και φιλοσοφίας. (Εκπομπές που αξίζει να προβληθούν ξανά από την δημόσια τηλεόραση). 
Το σύνολο ποιητικό του σώμα κυκλοφόρησε το 2017 και 2018 σε δύο τόμους από τις εκδόσεις Κίχλη.
     Ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος με την πολύχρονη πείρα του θέτει τις σωστές βάσεις για τον ρόλο του ποιητή στις ερωτήσεις της δημοσιογράφου. Ανίσχυρη είναι η Τέχνη μπροστά στα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Ο φτωχός αλλά αναγκαίος συγγενείς που τον κάνουμε συνδαιτυμόνα για να «γεμίσουμε» την κομματική ή πολιτική μας βιτρίνα. Και έχει δίκιο όταν λέει ότι ποτέ ένας συγγραφέας δεν κατόρθωσε να επηρεάσει τον Κόσμο όπως οι μεγάλοι διαπολιτισμικοί «Μύθοι» μέσα στην Ιστορία. Μέσα στα βιβλία θα πρόσθετα και την «Θεία Κωμωδία» του Δάντη. Το μόνο που κατορθώνει η Λογοτεχνία είναι, όπως πολύ σωστά λέει, να μας βοηθάει να «αναπροσαρμόσουμε την ίδια μας την ζωή μέσα στα πράγματα». Τα άλλα είναι για τους εκδότες και τους πάγκους των βιβλιοπωλείων.
     Εκλογές σε μία εβδομάδα, που όπως είπε η βουλευτής κυρία Κανέλλη σήμερα το πρωί στον δημοσιογράφο Γιώργο Αυτιά, φρόντισε η υπηρεσιακή κυβέρνηση, να κάνει μία εβδομάδα πριν τις εκλογές 11 ρουσφέτια. Το ένα το ανέφερε. Αν αυτό λέγεται εκσυγχρονισμός του πολιτικού μας συστήματος, τότε μήπως θα πρέπει να σκεφτόμαστε σοβαρά να μειωθεί ο αριθμός των βουλευτών του ελληνικού κοινοβουλίου; 200 δεν φτάνουν να μας εκπροσωπούν;
Και μία απορία λίγο πριν την κάλπη. Συνεχώς διατυμπανίζεται από τα επίσημα πολιτικά χείλη, τους δημοσιογράφους, τους βουλευτές, και άλλους παράγοντες και δημόσιους αναλυτές, ότι έφυγαν από την χώρα, μετανάστευσαν στο εξωτερικό περίπου 450-500.000 νέοι έλληνες και ελληνίδες. Τα πιο δυνατά και έξυπνα μυαλά της χώρας. Οι έλληνες μελλοντικοί επιστήμονες-οι άριστοι-επειδή δεν βρήκαν εδώ εργασία και υποφερτή αμοιβή μετά τις σπουδές τους. Και κάνω την εξής αφελή ερώτηση. Αν αυτοί οι νέοι και νέες που μετανάστευσαν στο εξωτερικό για καλύτερη τύχη και επαγγελματική σταδιοδρομία όπως μας λένε συνέχεια οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι, οι βουλευτές στα κανάλια, είναι τα πλέον μπρίλιαν, λαμπρά και δυνατά μυαλά της χώρας, τότε οι υπόλοιποι νέοι και νέες, σπουδαστές και φοιτητές που έμειναν και κατοικούν στην χώρα, τι είναι; Τα πλέον κουτά μυαλά, τα πλέον άχρηστα; τα κάρβουνα, τα μπάζα; Ποιοι μένουν δηλαδή στην χώρα από τους νέους; Οι επίδοξες ξαπλώστρες της Μυκόνου και των παραθεριστικών κέντρων; Αυτοί που μένουν εδώ, δεν αξίζουν; Ή μήπως δεν λέγεται ότι για να ξενιτευτείς χρειάζονται χρήματα, χρειάζεσαι οικονομική στήριξη και βοήθεια. Και ότι από το υπάρχον νεανικό δυναμικό, σπουδαστικό και φοιτητικό, που παραμένει στην πατρίδα μας, ένα μέρος τουλάχιστον από αυτό, διαθέτει εξίσου ένα υψηλό εκπαιδευτικό δείκτη ευφυΐας, είναι δυνατά νεανικά μυαλά, αλλά η κομματοκρατία, η πολιτική ρουσφετολογία, τα διάφορα παραδοσιακά κομματικά και ιδεολογικά κονέ, και κυρίως, η μη οικονομική στήριξη, τους αναγκάζει ή θα τους αναγκάσει να παραμείνουν εντός των ελληνικών γεωγραφικών ορίων. Όχι επειδή δεν θα ήθελαν να σταδιοδρομήσουν επαγγελματικά στο εξωτερικό, ή να αναζητήσουν καλύτερες συνθήκες μετά το πέρας των σπουδών τους, αλλά διότι, δεν έχουν την οικονομική βοήθεια και στήριξη. Ας πάψουν πια οι πολιτικοί μας, να μιλάν για τα δυνατά ελληνικά μυαλά που έφυγαν στο εξωτερικό, και στα οποία, ειρήσθω εν παρόδω, δεν τους επιτρέπει το εδώ πολιτικό και κομματικό, πελατειακό σύστημα να ψηφίσουν δια αποστάσεως. Και προσπαθούν να αναπληρώσουν το κενό με ελληνοποιήσεις; Γιατί να επιστρέψουν οι νέοι που έφυγαν αν τους αρνείστε την συμμετοχή της ψήφου, και αποτελούν τα πιο δυνατά και περίλαμπρα μυαλά της χώρας; ένα δυνατό μυαλό, ένας έξυπνος νέος, ένας νέος με ελπίδες και όνειρα, δεν καταλαβαίνει, δεν συνειδητοποιεί, ποιοι και γιατί τον έδιωξαν από την χώρα του; Αυτή είναι η αριστεία του πολιτικού μας συστήματος; Μπορεί να κάνω και λάθος.
 Έτσι και αλλιώς, εμείς οι μεγαλύτεροι, καταδικασμένοι είμαστε να παραμείνουμε εδώ στα πάτρια χώματα, αφού δεν έχουμε την οικονομική δυνατότητα. Να βλέπουμε στις τηλεοπτικές οθόνες, τον πάκη, τον αλέξη, τον κούλη, τον βασίλη, την φώφη, τον δημήτρη, τον γιάνη, τον νίκο, την ζωή, ομού με τους δημοσιογραφικούς αστέρες που λάμπουν μέσα στο κομματικό τους αδαμάντινο πύργο, να μας συμβουλεύουν εμάς, τα χαζά μυαλά, τα τριτοκλασάτα και βάλε, πως θα πάρουμε την κατώτατη σύνταξη όταν έρθει η ώρα-αν έρθει-πως θα αντιμετωπίσουμε τα ράντζα στα νοσοκομεία, πως θα πληρώσουμε τον εμφια, την εισφορά αλληλεγγύης, θα, ανασάνουμε για λίγο, από αυτά που μας τάζουν οι πολιτικοί, όταν γίνουν οι εκλογές. 
Και μία ακόμα απορία. Αλήθεια, για να παραμείνει μερικές εβδομάδες ακόμα στην κυβέρνηση ο κύριος Αλέξης Τσίπρας γίνονται ντάλα καλοκαίρι οι εκλογές; Δηλαδή, αν προκηρύσσονταν νωρίτερα, πριν τις ζέστες και τον καύσωνα τι θα έχανε το πολιτικό σύστημα; Πως μπορείς να ζητάς από μεγάλης ηλικίας άτομα με αυτήν την ζέστη να πάνε να ψηφήσουν, και αν δεν πάνε, να βγάλεις περισπούδαστες ανακοινώσεις ότι ο ψηφοφόρος λαός είναι αδιάφορος και ανώριμος και απαξιώνει την πολιτική; Γιατί να αφήσει ο αδειούχος την άδειά του και να τρέχει στα χωριά του να σας ψηφίσει; Γιατί δεν θέλησαν οι πολιτικοί μας να προκηρύξουν νωρίτερα εκλογές; Ποιος άραγε απαξιώνει την δημοκρατία και τους θεσμούς, την πολιτική και την δικαιοσύνη, το πολιτικό φθαρμένο μνημονιακό πολιτικό και βουλευτικό σύστημα της χώρας ή εμείς οι ψηφοφόροι πολίτες;
Ερώτηση θέτω ένας Λαπάς.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 30 Ιουνίου 2019
Και τώρα τι θα κάνουμε χωρίς ντιμπέιτ; 
Ευτυχώς μας έμεινα τα 40 κορόμηλα και τα χαρούπια από την Κρήτη. Βαρέθηκα τα γεμιστά και το «κόκκινο» χαβιάρι. Τις πταίει;                      

        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου