Κυριακή 2 Ιουνίου 2019

Ζήσιμος Λορεντζάτος, ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ


Ζήσιμος Λορεντζάτος
ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ
    Haiku
Αθήνα 1969, διαστάσεις 17Χ24 σελίδες 40 δραχμές 1000
ΤΟ «ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ» ΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΤΑΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΤΟ ΝΕΟ ΦΑΛΗΡΟ, ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ ΤΟΥ 1969. Η ΕΚΔΟΣΗ ΕΓΙΝΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ. ΤΥΠΩΘΗΚΑΝΕ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΠΕΝΤΑΚΟΣΙΑ ΠΕΝΗΝΤΑ ΑΝΤΙΤΥΠΑ ΣΕ ΧΑΡΤΙ ΕΚΔΟΣΕΩΝ CHAMOIS ΕΛΛΗΝΙΚΟ.

     Πέρασαν πενήντα χρόνια από την έκδοση της ολιγοσέλιδης ποιητικής συλλογής του Ζήσιμου Λορεντζάτου. (Αθήνα 25/6/1915-Αθήνα 3/2/2004). Τα Χάι-Κου που δημοσιεύονται είναι είκοσι τέσσερα, όσα και τα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου. Κάθε σελίδα του βιβλίου και ένα Χάι-Κου. Το βιβλίο δεν έχει εξώφυλλο ή οπισθόφυλλο. Βρίσκεται «τυλιγμένο» σε ένα κεραμιδί κάλυμμα όπως οι παλαιότεροι θα θυμούνται, τύλιγαν τα τετράδιά τους ή τα βιβλία τους σε μπλε κόλλα και έγραφαν σε άσπρη ετικέτα το όνομά τους και την τάξη τους. Ο τίτλος της ποιητικής συλλογής είναι κεφαλαιογράμματος ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ, ενώ το όνομα του συγγραφέα Ζήσιμος Λορεντζάτος η χρονιά έκδοσης 1969 και ο τόπος Αθήνα είναι με μικρά μαύρα έντονα στοιχεία. Η λέξη Χάι-Κου αναγράφεται στα ξένα με μικρά γράμματα Haiku. Στην ένατη σελίδα γράφεται στην ιαπωνική γλώσσα το Χάϊ-Κου. Η συλλογή είναι στο πολυτονικό. Ορισμένα Χάι-Κου, είναι με έντονα bold μαύρα τυπογραφικά στοιχεία όπως της σελίδας 12, 24,25,32. Η συλλογή συνοδεύεται και από ένα ανεξάρτητο φύλλο όπου περιλαμβάνει τα ανάλογα διευκρινιστικά σχόλια και αποσπάσματα των Χάι-Κου, με το γράμμα Β, Δ, Ζ, Θ-Ι, Κ, Ξ, Υ, Χ.
Αντιγράφω και την αυτόνομη πληροφοριακά σελίδα και την συλλογή με τα Χάϊ-Κου.
Β:
“Qu’ est ce qu’ils savent de l’ amour, et qu’est ce qu’ils peuvent
comprendre?
S’ ils ne comprennent pas la poesie, s’ ils ne sentent pas la musique,
qu’ est ce qu’ils peuvent comprendre de cette passion en comparaison
avec laquelle la rose est grossiere et le parfum des violettes
un Tonnerre?”
          CAID ALI
        Ezra Pound: Mauberley, II (1920)
Δ:
«Είς τας αρχάς εγεννήθη αυτό (μειδίαμα αρχαϊκόν) πιθανώς κατά τύχην από την προσπάθειαν των τεχνιτών να δηλώσουν την κυρτότητα των χειλέων σκαλίζοντας βαθύτερα τας γωνίας του στόματος και υψώνοντας αυτάς προς τα άνω»
      Χρήστος Τούντας: Ιστορία της αρχαίας ελληνικής τέχνης (1928), σ. 118
Ζ:
Παλιό έθιμο στους ελληνικούς καφενέδες.
Θ-Ι:
«Ως από αρχαιοτάτων ήδη χρόνων είναι γνωστόν, οι εγχέλεις από του Απριλίου και εφεξής… κατέρχονται εκ των λιμνών και ποταμών προς την θάλασσαν κατά πολυαρίθμους ομάδας… Εκεί εις τας ακτάς της θαλάσσης ή εις μικρόν βάθος γίνεται η ωρίμανσις αυτών επί τινας μήνας, ώστε να καταστώσιν ικανοί προς παραγωγήν, ότε συντελείται και τις μεταβολή αυτών ως προς την μορφήν και ιδίως τον χρωματισμόν, γίνονται δηλαδή λευκοί ή αργυρόχροοι, όπερ αποτελεί την λεγομένην «γαμήλιον περιβολήν», κατερχόμενοι δε εις μεγάλα βάθη 500-2000 μ. εκτελούσι τους γάμους των ωοτοκούσιν».
       Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ελευθερουδάκη
Κ:
Πινδάρου: Θρήνος, 137
Ξ:
Ορατίου: Epistulae II, I
Υ:
Παπαδιαμάντη: Το μοιρολόι της φώκιας
Χ:
Βιργιλίου: Aeneis II, 3 


Α
Εδώ σου γράφω
τά δε σού θέλει φέρει
ο ταχυδρόμος. σ.11
Β
        Amour
Βροντή μπροστά σου
του μενεξέ το μύρο
Κάϊντ Άλη dixit. σ.12
Γ
Άλφα της Άρκτου
πέντε φορές απάνω
η Τραμουντάνα. σ.13
Δ
        Ακρόπολη
Πέτρινη κόρη
σου χτύπησε καλέμι
το χαμόγελο. σ.14
Ε
Πήρε τ’ αγκίστρι
συναγρίδα που φεύγει
κι ακόμα φεύγει. σ.15
Ζ
Ψηλά στη στέκα
Παρασκευή Μεγάλη
κρεμιέται ο φάντης. σ.16
Η
Μέρα στ’ αυλάκι
της δωρικιάς κολόνας
που ταξιδεύεις; σ.17
Θ
Απριλομάης
κάτω στον πλαταμώνα
το χέλι φεύγει. σ.18
Ι
Ασημωμένο
στα πελαγίσια βάθη
θα ζευγαρώση. σ.19
Κ
Όλβιος όστις
μπαίνει στην κοίλαν χθόνα
ιδών εκείνα. σ.20
Λ
Χίλια σκαλούνια
να τ’ ανεβής της τέχνης
το Παλαμήδι. σ.21
Μ
Διαμάντι κόβει
τη σιγαλιά την άκρα
το πρώτο αηδόνι. σ.22
Ν
Πού ‘ναι το τέλος;
Εν αρχή ήν ο Λόγος
εμείς στη μέση. σ.23
Ξ
Graecia capta
ferum victorem cepit
μην το ζηλεύης. σ.24
Ο
Απ’ τα δυό τραίνα
στο σταθμό ποιο κουνιέται
εμείς για το άλλο; σ.25
Π
Φίδι του χάρου
βγαίνεις από δερμάτι
και σ’ άλλο μπαίνεις. σ.26
Ρ
        Θεριακλής
Μη λές κουβέντα:
σε κάνει μπουρμπουλήθρα
στο ναργιλέ του. σ.27
Σ
Άσ’ τους να τρώνε
και στρώνε το χαλί σου
για το ναμάζι. σ.28
Τ
Στη γλώσσα πρώτος
κορακοζώητη φύτρα
ο παπαγάλος. σ.29
Υ
Άχ η Ακριβούλα
κοχύλια τα προικιά της
Παπαδιαμάντη. σ.30
Φ
Όλη τη νύχτα
τ’ άρμπουρο με τ’ αστέρια
παίζαν τραμπάλα. σ.31
Χ
Infandum jubes
renovare dolorem:
οι Τρώες πληθύναν. σ.32
Ψ
Στον ουρανό σου
Μια μπαταριά σε βρήκε
πρασινολαίμη. σ.33
Ω
Λόγια γραμμένα
πάνω σε μιάς δεκάρας
ημεροδείχτες. σ.34
--
Σημειώσεις:
     Οι ασχολούμενοι με την ελληνική γραμματεία, έλληνες και ξένοι μελετητές και δοκιμιογράφοι, ποιητές ή ιστορικοί της ελληνικής λογοτεχνίας και αρθρογράφοι, οι συντάκτες των ελληνικών λογοτεχνικών λεξικών και οι εκδότες λογοτεχνικών περιοδικών, γνωρίζουν και έχουν διαβάσει το εκτενές έργο του Ζήσιμου Λορεντζάτου. Ενός έλληνα στοχαστή και κριτικού, μελετητή του ελληνικού πολιτισμού και ποιητή, ο οποίος, παρότι δεν έπαψε εδώ και χρόνια να μας εκπλήσσει-θετικά ή και αρνητικά ορισμένες φορές-με τα δημοσιεύματά του και τους προλόγους τους σε έλληνες ποιητές και ανθολόγησή τους, παρέμεινε οικεία βουλήσει, μακριά από τα φώτα της λογοτεχνικής, πνευματικής και καλλιτεχνικής δημοσιότητας στην χώρα μας. Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, στάθηκε για ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής διανόησης ο δάσκαλος του ελληνικού σύγχρονου στοχασμού του προηγούμενου αιώνα. Ο μαϊστορας κριτικός αναλυτής και σχολιαστής των σημαντικότερων ελλήνων ποιητών και όχι μόνο. Θα τολμούσα να έγραφα ο «γκουρού» της Κηφισιάς του σύγχρονου ελληνισμού ενός μεγάλου τμήματος της ελληνικής διανόησης, που, ότι έλεγε και εξέφραζε μέσω των γραπτών του, ότι εξέδιδε και κυκλοφορούσε θεωρούνταν θέσφατο, «ιερό». Τάδε έφη Ζήσιμος Λορεντζάτος. Ίσως αρκετές φορές, και παρά την δική του επιθυμία. Τα βιβλία του ήσαν πάντα καλλιτεχνικά και τυπογραφικά προσεγμένα, επιμελημένα όλα κάτω από την προσωπική και έμπειρη καθοδήγηση και εποπτεία. Παρότι αν δεν λαθεύω, δεν έχει παραχωρήσει ούτε μία συνέντευξη, στην διάρκεια του βίου του, ο ίδιος και τα γραπτά του είναι πασίγνωστα, σε έλληνες διανοούμενους και συγγραφείς, ποιητές και φοιτητές κλασικών σπουδών, σε καθηγητές και εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων. Ορισμένες φορές θαυμάζεις την τόση αθόρυβη δημοσιότητά του και σε εκπλήσσει η επιμελημένη εργατικότητά του και παρουσία του στα ελληνικά γράμματα. Στα δικά μου σπουδαστικά χρόνια, εθεωρείτο μεγάλη τιμή να γνωρίσεις από κοντά τον Ζήσιμο Λορεντζάτο ή ω θεία ευτυχία, να τον γνωρίσεις στο συγγραφικό κελλί του που διέμενε στην Κηφισιά. Αυτό σίγουρα, κάτι σήμαινε και εξακολουθεί να σημαίνει. Δεν είναι ένα τυχαίο συμβάν μέσα στην ελληνική γραμματεία, και μάλιστα, αν ο συγγραφέας αυτός δεν υπήρξε ένας αμιγώς ποιητής, παραδείγματος χάριν όπως ο Κωστής Παλαμάς ή ο νομπελίστας μας Οδυσσέας Ελύτης ή ο επίσης νομπελίστας μας ποιητής και δοκιμιογράφος διπλωμάτης Γιώργος Σεφέρης. Αλλά και ένας πεζογράφος και κριτικός της λογοτεχνίας όπως ήτα ο εκπαιδευτικός Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος ή ο μακρόβιος εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού «Νέα Εστία», λογοτέχνης Πέτρος Χάρης. Και συμπληρωματικά ο κυρός αντιστασιακός καθηγητής και δοκιμιογράφος Δημήτρης Μαρωνίτης Για να σταθώ σε ενδεικτικά πρόσωπα που βρίσκονταν εν ζωή και συγγραφική δημιουργία όταν άρχισε να ενηλικιώνεται αναγνωστικά η δική μου γενιά. Θα διακινδύνευα να έγραφα ότι, ακόμα και από τον χώρο της αριστερής διανόησης υπήρχαν άτομα που τον εκτιμούσαν και είχαν διαβάσει το πρώιμο έστω έργο του τα χρόνια πριν την επτάχρονη δικτατορία. Και μάλλον έγινε περισσότερο γνωστός στο ευρύ κοινό και προσέχθηκε ο λόγος του, όταν από την γνωστή σειρά βιβλίων της εφημερίδας «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» της δημοσιογράφου Ελένης Βλάχου, «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ» των εκδόσεων «ΓΑΛΑΞΙΑΣ», τον Ιούλιο του 1967 κυκλοφόρησε ο τόμος Γ/15/145 «ΜΕΛΕΤΕΣ» του Ζήσιμου Λορεντζάτου, που περιελάμβανε πρώτες του δημοσιεύσεις δοκιμίων πχ. Σολωμός του 1947, Σεφέρης (Το χαμένο κέντρο) του 1952, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης το 1961, την νεκρολογία του για τον άγγλο νομπελίστα ποιητή Tomas Stern Eliot- Τόμας Στερν Έλιοτ το 1965 και άλλα. Προσέχθηκε και επισημάνθηκε ιδιαίτερα το κείμενό του για τον νομπελίστα μας ποιητή Γιώργο Σεφέρη και η «θεωρία» του, περί χαμένου κέντρου του ελληνισμού. Ένα κείμενο, που μάλλον τον σημάδεψε και προσδιόρισε κατά κάποιον τρόπο την κατοπινή ερμηνευτική ματιά των αναγνωστών του, των σχολιαστών του αλλά, και των μετέπειτα δοκιμιογράφων που διαπραγματεύτηκαν παρόμοιας φύσης ζητήματα φιλολογίας και ελληνικής παράδοσης με αυτά που καταπιάστηκε ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, σε όλη την διάρκεια του συγγραφικού του βίου θα συμπληρώναμε. Η χρονική σειρά της συγγραφικής και δοκιμιακής και ερευνητικής του διαδρομής, μας φανερώνει ότι ο Λορεντζάτος, επανέρχονταν συχνά σε θέματα της λογοτεχνίας και της παράδοσης σε πρόσωπα σταθμούς που είχε διερευνήσει, και τα συμπλήρωνε ή τα επαναδιαπραγματεύονταν. Φυσικά ο Ζήσιμος Λορεντζάτος δεν υπήρξε μόνο ένας από τους αξιολογότερους στοχαστές και δοκιμιογράφος της ελληνικής γραμματείας, αλλά, και ένας δάσκαλος της ελληνικής γλώσσας. Τα γλωσσικά του πεδία είναι τόσο διευρυμένα είναι τόσο εμπλουτισμένα από κείμενα της αρχαίας γραμματείας, των ιερών βιβλίων της θρησκευτικής χριστιανικής παράδοσης, της λατινικής γραμματείας αλλά και άλλων σύγχρονών του γλωσσών, που θαυμάζεις πως κατόρθωσε να συγχωνεύσει αρμονικά και ισορροπημένα όλα αυτά τα γλωσσικά και παραδειγματικά τιμαλφή μέσα στο υφαντό της ελληνικής γλώσσας που χρησιμοποίησε με μεγάλη μαεστρία. Γλώσσα και ύφος προσεγμένα στην εντέλεια, καθαρή σκέψη, καθόλου σκοτεινή ή μυστηριώδη, δίχως αινιγματικά χάσματα ή εννοιολογικές χασμωδίες. Στρωτός λόγος, λαμπικαρισμένη σκέψη, σαφή συμπεράσματα ή υποδειγματικές κρίσεις, ανεξάρτητα αν συμφωνείς πάντα με τις θέσεις του ή όχι. Μπορεί να έχεις ενστάσεις με τις ποιητικές του ανθολογήσεις αλλά, σέβεσαι την άποψή του γιατί εντάσεις τις θέσεις και τις όποιες ίσως «μεροληψίες» του βλέπε Σικελιανός, μέσα στο ευρύ πλαίσιο στοχασμού και κοιτάγματος που κινείται όχι μόνο σαν στοχαστής αλλά και ο ίδιος σαν άτομο. Είχε την μεγάλη τύχη από την μοίρα, να μην χρειαστεί να εργαστεί στον ιδιωτικό του βίο, πράγμα που του έδωσε την δυνατότητα να διαθέσει τον βιολογικό του χρόνο όχι μόνο για τις σπουδές και την πνευματική του καλλιέργειά, αλλά και τα διαβάσματα και τις έρευνες που εκείνος επιθυμούσε. Η ατομική ή οικογενειακή οικονομία παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην πνευματική ανάπτυξη και καλλιέργεια ενός ανθρώπου. Και μάλιστα ενός Έλληνα.
     Η δική μου γενιά, άρχισε να ενδιαφέρεται για τον Ζήσιμο Λορεντζάτο όχι όταν πρωτοεκδόθηκε η ποιητική του συλλογή «ΜΙΚΡΑ ΣΥΡΤΙΣ» Αθήνα 1955, από το τυπογραφείο του Στέφανου Ν. Ταρουσόπουλου, μια δυσεύρετη συλλογή ακόμα και στις δημόσιες βιβλιοθήκες, βλέπε σχετική βιβλιογραφία του Δημήτρη Δασκαλόπουλου, περιοδικό Νέα Εστία τχ. 1786/2,2006, αλλά, με την ποιητική του συλλογή «ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ» που αντιγράφω παρά πάνω. Το Δεκέμβριο του 2006 οι εκδόσεις «ΙΚΑΡΟΣ» εξέδωσαν σε έναν αυτοτελή τόμο τα «ΠΟΙΗΜΑΤΑ» του Ζήσιμου Λορεντζάτου, που συμπεριλαμβάνει τις συλλογές «ΜΙΚΡΑ ΣΥΡΤΙΣ», «ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ» και «ΣΥΛΛΟΓΗ». Παράλληλα με τον ποιητικό του λόγο-που ίσως και να μην ήταν και τόσο γνωστός ή τουλάχιστον δεν εξετάζονταν τόσο όσο οι δοκιμιακές του μελέτες, γνωρίσαμε τον μελετητή Λορεντζάτο όταν και πάλι από τον εκδοτικό οίκο «ΙΚΑΡΟΣ» κυκλοφόρησαν το 1972 τα «ΔΥΟ ΚΕΙΜΕΝΑ» που περιελάμβαναν το μελέτημά του για τον γάλλο ποιητή Πωλ Βαλερύ Paul Valery: «Ο Παύλος Βαλερύ και τα επίχειρα της λογικής» και το εξίσου ενδιαφέρον δεύτερο δοκίμιό του για τον αυστριακό γλωσσολόγο Ludwig Wittgenstein: Ο  Tractatus” του Wittgenstein και «Ο άναξ ου το μαντείον…». Να συμπληρώσουμε ότι, την ίδια πάνω κάτω χρονική περίοδο ο δοκιμιακός λόγος του Πωλ Βαλερύ κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πλέθρον ενώ οι μελέτες του Βιτγκενστάιν από τις εκδόσεις Παπαζήση. Τέσσερα χρόνια αργότερα, από τον ίδιο εκδοτικό οίκο, θα κυκλοφορήσει ο τόμος «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ» Εκλογή. Παρουσίασμα: Ζήσιμος Λορεντζάτος, Ίκαρος 1976. Ο Λορεντζάτος ανθολογεί κείμενα των Διονυσίου Σολωμού, Ιάκωβου Πολυλά, Κωστή Παλαμά, Κωνσταντίνου Σοκόλη, Ίωνος Δραγούμη, Δ. Ζαχαριάδη, Ιωάννη Σαρεγιάννη, Τέλλου Άγρα και Γιώργου Σεφέρη. Όπως διαπιστώνουμε η βεντάλια των ανθολογούμενων επιλογών του συμπεριλαμβάνει τόσο ποιητές όσο και πολιτικούς συγγραφείς αλλά και τον Κωνσταντίνο Σοκόλη και το έργο του «Αυτοκρατορία». Ο δε αριστερός Μάρκος Αυγέρης ανθολογείται με δύο κείμενά του «Η μυστικοπάθεια στην ελληνική τέχνη» και «Η μυστικοπάθεια του Σολωμού». Τα κείμενα που επιλέγει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος είναι κείμενα που ερμηνεύουν στιγμές και θέματα της ελληνικής γραμματείας και τα οποία και ο Λορεντζάτος υιοθετεί σαν ράγες για να αρχιτεκτονήσει και σχεδιάσει τον δικό του δοκιμιακό και ερμηνευτικό καμβά. Είναι επιλεγμένα όχι τυχαία και άσκοπα. Πράγμα που μας κάνει να γράψουμε ότι, αν δεν λαθεύουμε αναγνωστικά, ο Ζήσιμος Λορεντζάτος ανήκει σε μια ελληνική παράδοση που δεν την δημιούργησε ο ίδιος αλλά, την γνώρισε, την αναγνώρισε, την κατανόησε, και την συνέχισε μέχρι των ημερών του. Το θέμα της ελληνικής παράδοσης και της ελληνικής συνέχειας αλλά και της γλώσσας και της συνέχειάς της, έχει σημασία μάλλον περισσότερο, μέσα στα γραπτά του παρά αυτή καθεαυτή η ελληνική φιλολογία. Εξ άλλου, το ενδιαφέρον του Λορεντζάτου δεν κεντρίζουν μόνο οι ποιητές και αυτό δεν είναι τυχαίο, στο όχι και τόσο μικρό έργο του. Δύο χρόνια αργότερα, το 1978 πάλι οι εκδόσεις Ίκαρος θα εκδώσει ένα του βιβλίο, το «ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΡΙΤΙΚΟΙ» που μας πάει πίσω στην αρχαία ελλάδα και το κριτικό και συγγραφικό της μεγαλείο, μια και ο Λορεντζάτος συγκρίνει τρία κείμενα της ελληνικής αρχαιότητας, το Περί Ποιητικής του Αριστοτέλη, το Ars Poetica από τις επιστολές του λατίνου ποιητή Οράτιου και το Περί Ύψους του Λογγίνου. Κείμενα του 4ου αιώνα π. Χ. και 1ου μ.Χ. Το μεγαλύτερο σε μέγεθος κείμενο που συγκρίνει είναι αυτό του Αριστοτέλη. Ο Λορεντζάτος όμως, δεν συγκρίνει τα τρία αυτά κείμενα μεταξύ τους και τα αφήνει έστω σχολιασμένα στο χρόνο και στην εποχή που γράφτηκαν αλλά τα φέρνει στο σήμερα, στο λογοτεχνικό και ποιητικό παρόν που εκείνος ζεί και αναπνέει. Αναφέρεται σε προσφάτους έλληνες ποιητές όπως ο αλεξανδρινός Κωνσταντίνος Π. Καβάφης ή ιστορικούς όπως ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος κλπ. Ο Λορεντζάτος ενδιαφέρεται να βρει τους συνδετικούς κρίκους του προσώπου του νέου ελληνισμού που δεν έχει διαρραγεί η συνέχειά τους. Τον ενδιαφέρει ο ρόλος του ποιητή σαν διαμορφωτή της εθνικής συνείδησης. Η γλώσσα σαν μεταφορέας εθνικών και άλλων της παράδοσης μηνυμάτων που άντεξε παρά τις ιστορικές πτώσεις και αλλαγές της ελληνικής φυλής και του έθνους. Η γλώσσα και τα στοιχεία εκείνα της ελληνικής παράδοσης που παρέμειναν ζωντανά και ανθηρά παρά την σκλαβιά από τους διάφορους κατακτητές. Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, πετάει τα δίχτυα της σκέψης του σε έργα προγενέστερων και αλιεύει τα ζώπυρα της ελληνικής φυλής που παρέμειναν ζωντανά, που αναπνέουν ακόμα φυσιολογικά όχι βεβιασμένα ή προκλητικά. Στοιχεία από διάφορες φωνές και κείμενα, εμφανή και μη, που αποτελούν την ραχοκοκαλιά του έθνους των Ελλήνων. Όχι σαν ένα ακόμα μουσειακό έκθεμα μέσα στα δεκάδες άλλα της φυλής μας, αλλά σαν στοιχεία και σημεία-σήματα που κοινωνούν με τους σύγχρονους έλληνες, τους απλούς έλληνες όχι τους σπουδαγμένους που βλέπου αφ υψηλού τους άλλους. Που φωτίζουν ακόμα και σήμερα τις ελληνικές συνειδήσεις και καλλιεργούν το ελληνικό ήθος της ζωής, της παράδοσής τους της γλώσσας τους, των μεταξύ τους σχέσεων. Όλα στέκουν αρμονικά μέσα στην τοιχογραφία που ζωγραφίζει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, όλα έχουν και παίζουν την σημασία τους, ή καθώς ανθολογούνται και είναι άλλων φωνές επανακτούν την πρώτη τους παρθενική αγνότητα, την πρώτη λαλιά αναγνώρισής τους μέσα στο κοινό ελληνικό σώμα. Θα παρακινδύνευα να έγραφα, εκκλησιαστικοποιούνται πέρα από την βαρύτητα που έχει ο όρος μέσα στην θρησκευτική χριστιανική συνείδηση των ελλήνων. Ο Λορεντζάτος ξαναδημιουργεί μια κοινότητα σχέσεων κειμένων ισότιμων και ισόκυρων μέσα στην οποία ζουν και αναπνέουν το ελληνικό ήθος, το φιλότιμο και η έμπρακτη παιδεία της παράδοσης των ελλήνων. Τίποτα δεν είναι πεποιημένο αλλά και τίποτα δεν είναι προκλητικά διαφορετικό. Όλα φωτίζουν και φωτίζονται με τον ίδιο σεβασμό και προσοχή. Και όλα, ταιριάζουν σε αυτό το ιστορικό διαχρονικό ψηφιδωτό που λέγεται ελληνικός πολιτισμός και ζωή. Μπορεί, σίγουρα άλλοι έλληνες στοχαστές να πρόσθεταν και άλλα κείμενα ή άλλες φωνές, όμως, ο Λορεντζάτος επιλέγει αυτά που επιλέγει με πλήρη συνείδηση της αποστολής του. Είναι κείμενα που θα μπορούσαν να ακουστούν ή διαβαστούν σε ένα υποθετικό «κρυφό σχολείο» που, δεν είναι όμως κα τόσο κρυφό μετά την ενασχόληση του Λορεντζάτου. Το δεύτερο βιβλίο είναι το «ΠΑΛΙΜΨΗΣΤΟ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ» Αθήνα 1978, που είναι αφιερωμένο «στην ιερή σκιά του πατέρα μου που μου παραστάθηκε με το Ομηρικό Λεξικό του». Εδώ ο Λορεντζάτος διαβάζει το ομηρικό έπος με έναν τέτοιο τρόπο, που θαυμάζει την αρχαιογνωσία του και το σπινθηροβόλο πνεύμα του. Η Ιλιάδα στα μάτια του, είναι το κοινό της φυλής μας αγωνιστικό «παραμύθι». Η παραμυθία της φυλής μας που έρχεται από τα βάθη των αιώνων. Η μεγαλοσύνη του Ομηρικού έπους κατόρθωσε να διασωθεί από τα παλίμψηστα των ερμηνευτών της. Από τις παρεκβολές που σαν τα «μερμήγκια απάνω στο θεριακωμένο ξύλο της ομηρικής βελανιδιάς», σκεπάζουν τα παλαιά χνάρια και αφήνουν τα δικά τους ίχνη. Ο Όμηρος όπως γράφει είναι «όνομα ομαδικό» συγκεφαλαιώνει κατά κάποιον τρόπο την συνολική συνείδηση του έθνους των ελλήνων. Η ιερή του τρέλα-σαν ποιητής-είναι η τρέλα της φυλής μέσα στην παράδοσή της. Ο Λορεντζάτος εξετάζει τις λέξεις, τις παρομοιώσεις, τα διδάγματα, τις εικόνες, το ανθρώπινο πλέγμα και τις ζωές των ανθρώπων όπως αυτές πραγματικά κινούνται μέσα στο Ομηρικό Έπος. Όχι προς δόξα του ποιητή, αλλά προς ιστορική δόξα της ίδιας της ελληνικής φυλής. Πέρα από την Μήνιν ο Λορεντζάτος διακρίνει το Έλεος. «Μέσα στο πνευματικό δασκάλεμα της Ιλιάδας, παντού σπλάχνιση και συμπόνοια πατρική για το ανυπεράσπιστο μεγάλο ανθρώπινο σύνολο» αναφέρει στην σελίδα 48-49. Και στην σελίδα 53 γράφει: «Το ανώτατο σημείο, είπαμε, στο οποίο μπορεί να φτάσει κανένας απέναντι στο ποιητικό παίδευμα της Ιλιάδας, είναι να βάλει μπροστά του το ποίημα και να το διαβάσει, λησμονώντας όσα ξέρει τυχόν για τον Όμηρο, την απειλητική βιβλιογραφία του ή το ομηρικό ζήτημα. Όσο έχουμε μπροστά μας τον Όμηρο δεν έχομε ομηρικό ζήτημα».
Να η σύγχρονη μοντέρνα και μεταμοντέρνα προσέγγιση των κλασικών και όχι μόνο κειμένων που μας προτείνει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος. Μια στέρεα αξία, διαχρονική, επίκαιρη, χρηστική, αποτελεσματική που μας κάνει κοινωνούς όχι μόνο των κειμένων αλλά και των αξιών τους. Όσε από αυτές επιβιώνουν μέχρι των ημερών μας.
     Αυτά εν τάχει είναι τα βιβλία του Ζήσιμου Λορεντζάτου, που η δική μου γενιά, γενιά του 1980, ήρθε σε επαφή με το έργο του και την σκέψη του. Βιβλία που αναδύουν ελληνικό στοχασμό, μυρωδιές εύοσμων ανθολογούμενων επιλογών, που, δεν έχουν την ξηρότητα του επιστημονικού λόγου, των παγωμένων αναλύσεων των νεκροτομείων. Ο Λορεντζάτος είναι πρωτίστως και κύρια ποιητής, γιαυτό σέβεται και αγαπά τους ποιητές από όπου και αν αυτοί προέρχονται και όποια καταγωγή και αν έχουν, ή όποια σχολή και αν ανήκουν. Βλέπε Χέλντερλιν. Βλέπε Καβάφη. Βλέπε Πάουντ. Βλέπε Έλιοτ. Βλέπε Σολωμό. Βλέπε Όμηρο κλπ. Το βλέμμα του είναι ποιητικό, δηλαδή θερμό και οικείο, τρυφερό και ευαίσθητο. Σε ορισμένα κοιτάγματά του είναι απόλυτος και σκληρός, όπως πολλοί αυθεντικοί ποιητές. Άλλες φορές επανέρχεται σε στοχασμούς που σκιάζουν τις προτιμήσεις του. Είναι εκλεκτικός αλλά σε γενικές γραμμές, μάλλον δίκαιος ή τουλάχιστον όχι αφοριστικά αρνητικός. Η ζύμη της σκέψης του είναι ζεστή και με αυτή πλάθει τις μελέτες του, τα δοκίμιά του, κρατά ζωντανή την γλώσσα του. Μια γλώσσα που έχει στοιχεία του προφορικού λόγου, που είναι η καθομιλουμένη γλώσσα των απλών ελλήνων. Των μαστόρων, των ψαράδων, που σου μιλάν με τον ίδιο σεβασμό για το καλαφάτισμα ενός καϊκιού όπως και για την αγιογράφηση του ναού του χωριού τους.
     Το 1994 οι εκδόσεις «ΔΟΜΟΣ» του εκδότη και θεολόγου Δημήτρη Μαυρόπουλου-του εκδότη των Απάντων του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη- εξέδωσαν ένα δίτομο έργο που περιλαμβάνει παλαιότερες μελέτες του. Το 1997 και πάλι ο «ΔΟΜΟΣ» εκδίδει τους «ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΥΣ» που περιλαμβάνει δύο μελέτες του Λορεντζάτου. Μία για τον πρόωρα χαμένο ποιητή Γιώργο Σαραντάρη και μία για τον Δημήτριο Καπετανάκη. Εξαιρετικές μελέτες και οι δύο, παρά τον όγκο τους. Το 2009 μετά την κοίμησή του ο «ΔΟΜΟΣ» κυκλοφορεί τον τόμο “COLLECTANEA” ένας τόμος 800 περίπου σελίδων που περιλαμβάνει σκέψεις και κείμενα, ρήσεις του Λορεντζάτου, δίχως ημερομηνία γραφής τους. Που όπως ο ίδιος λέει «τα βλέπω σαν τις χαμάδες της πατρίδας μου». Καταγραφές ανεπεξέργαστες σαν τις ανάλατες ελιές τις χαμάδες που πέφτουν στο χώμα και τρώγονται όπως έχουν.  Το 1991 επίσης μέσα σε κασετίνα κυκλοφορούν τα βιβλία του «ΣΥΛΛΟΓΗ» (ποιήματα) και «ΠΗΓΕΣ». Το 1987 κυκλοφορεί το μελέτημά του «ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΙΖΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ» εκδόσεις Δόμος. Τον αμερικανό ποιητή γνώρισε από κοντά ο Λορεντζάτος. Ο ίδιος εκδοτικός οίκος εξέδωσε και άλλες μικρότερες μελέτες του. Οι εκδόσεις «Το Ροδακιό» εκδίδουν το 2000 τις «ΑΠΟΣΙΩΠΗΣΕΙΣ» του και το 2014 οι εκδόσεις Ίκαρος εκδίδουν τις «ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ» του. Ο Λορεντζάτος έχει μεταφράσει την «ΚΑΤΑΗ» του Ezra Pound, τους «ΓΑΜΟΥΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ» του άγγλου μυστικού ποιητή William Blake, τον γερμανό ρομαντικό Friedrich Holderlin, τον άγγλο William Batler Yeats, τον Auden, τον Allan Poe και άλλους.
Το 1995 οι εκδόσεις ΔΟΜΟΣ σε συνεργασία με την ΒΙΚΕΛΑΙΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ εκδίδουν τον τόμο «ΑΝΤΙ ΧΡΥΣΕΩΝ» ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΖΗΣΙΜΟ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟ. Ενώ στις 30 Ιουλίου-9 Σεπτεμβρίου 2004 το διπλό τεύχος 823-824 του αριστερού περιοδικού «ΑΝΤΙ» είναι αφιερωμένο στον Ζήσιμο Λορεντζάτο. Τόσο στον αφιερωματικό τόμο όσο και στο αφιέρωμα του περιοδικού, γνωστοί και καταξιωμένοι καθηγητές και συγγραφείς γράφουν και αναλύουν το έργο και την προσωπικότητα του Ζήσιμου Λορεντζάτου.
     Ζήσιμος Λορεντζάτος. Μια ιδιαίτερη περίπτωση των ελληνικών γραμμάτων. Ένας στοχαστής που πάνω από μισό αιώνα άρδευσε τα ελληνικά γράμματα με τις σκέψεις και τις απόψεις του. Μπόλιασε την ελληνική γραμματεία με νέα ερωτήματα, ή έθεσε νέα ερωτήματα. Ανέδειξε τον ρόλο του Ποιητή και ερεύνησε πτυχές της ελληνικής παράδοσης και της ελληνικής γλώσσας. Άτομο με μεγάλη καλλιέργεια, με στέρεα παιδεία που προέρχονταν και από το οικογενειακό του περιβάλλον, έστρεψε τα φώτα της λογοτεχνικής δημοσιότητας πάνω του, παρά το ακριβοθώρητο του χαρακτήρα του.
Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος υπήρξε ένας έλληνας στοχαστής σε μια περίοδο που ο παλαιός παιδαγωγικός ρόλος του ποιητή έκλεινε τον κύκλο του. Που η πατρίδα μας, ακολουθούσε άλλα μονοπάτια έρευνας και ανάλυσης. Μονοπάτια προερχόμενα από τον χώρο της αριστερής διανόησης ή του υπερρεαλιστικού ρεύματος. Βλέπε Νικόλαος Κάλλας, Νάνος Βαλαωρίτης κλπ. Ο Λορεντζάτος ήταν πιο «παραδοσιοκρατικός» θα γράφαμε αλλά όχι συντηρητικός, όπως πχ. ο παλαιός Γιάννης Αποστολάκης. Άπλωσε τον στοχασμό του σε πολλά μέτωπα εντός και εκτός της ελληνικής λογοτεχνικής επικράτειας και έδωσε μια διαρκή μάχη και κέρδισε. Δεν λύγισε από το βάρος της ευθύνης που ανέλαβε. Δεν λιγοψύχησε. Άντεξε. Και αυτό φυσικά, το όφειλε όχι μόνο στην ευρεία του παιδεία και καλλιέργεια αλλά, και στην μη ενασχόλησή του με τα βιοτικά ζητήματα του ατομικού του βίου. Όμως, δεν σπατάλησε το χρόνο του σαν ένας μποέμ διανοούμενος έλληνας ο οποίος ξοδεύει τον χρόνο του σε περιπέτειες ζωής και εφήμερης απόλαυσης. Εστίασε το ενδιαφέρον του σε προβλήματα ελληνικού πολιτισμού, παράδοσης, γλώσσας και προσλήψεων, δάνειων διδαγμάτων και αυτά ανέδειξε στις μελέτες του.
Ο Λορεντζάτος ανέβηκε δυναμικά και τολμηρά στον ποιητικό Όλυμπο αλλά στον λογοτεχνικό Άθω. Θέλω να πω, δεν δίχασε την παράδοση αλλά την ένωσε. Βρήκε τις γέφυρες που πάνω τους βαδίζουν οι απλοί έλληνες και οι λόγιοι που οδηγούν από το ιστορικό παρελθόν στο ιστορικό μέλλον του ελληνισμού. Σίγουρα, δεν σχολίασε πάντοτε θετικά, μερολήπτησε ή δεν του πήγαιναν με όσα ασχολήθηκε, όμως το τελικό διακύβευμα της καθόλου συγγραφικής του παρουσίας είναι κάτι παραπάνω από θετικό. Είναι χρηστικό της ιστορικής ερμηνείας του ελληνισμού. Απέχει πολύ η σκέψη του να είναι κάτι σαν τα «Προλεγόμενα» του Αδαμάντιου Κοραή, άλλωστε ούτε και ο ίδιος θα επιθυμούσε κάτι τέτοιο, όμως, με ότι καταπιάστηκε μπορούμε ίσως να γράφαμε-αν δεν λαθεύω-είναι πριν τον Λορεντζάτο και μετά τον Λορεντζάτο.
Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος είναι ένας σταθμός ελληνικής αυτογνωσίας ή ένας από τους ελάχιστους σταθμούς αυτογνωσίας που διαθέτει η πατρίδα μας.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς 2 Ιουνίου 2019
Ημέρα των επαναληπτικών εκλογών. 
Εκλέγοντας παμψηφεί Ζήσιμο Λορεντζάτο                                           
      


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου