Τρίτη 17 Αυγούστου 2021

Τάκης Νατσούλης ΣΑΠΦΩ, εφημερίδα Η Φωνή του Πειραιώς 13/11/1996

Παραλληλίες  στην ποίηση της  ΣΑΠΦΟΥΣ

                         Σ Α Π Φ Ω

του Τάκη  Νατσούλη

εφημερίδα Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 1996, σ. 5,7.

     Τη μεγάλη ποιήτρια της αρχαιότητας, πού στέκεται στο ύψος του Πίνδαρου, η Σαπφώ από τη Λέσβο, πολύ την εκτιμούσε και ο Σόλωνας, ο οποίος στα βαθειά του γηρατειά άκουσε ν’ απαγγέλλουν και να τραγουδούν ένα ποίημα της Σαπφώς τόσο πολύ ενθουσιάστηκε, ώστε κάθισε και το άκουσε από την αρχή ως το τέλος. Συγκινημένος ύστερα ευχήθηκε να μην πεθάνει πριν το μάθει καλά να το λέει και να το τραγουδά.

     Φαίνεται πως στη Λέσβο από τον 7ο π.Χ. αιώνα, είχε αναπτυχθεί ένας πνευματικός πολιτισμός, όπου η θέση της γυναίκας ήταν ξεχωριστή και μεγάλη. Όλες οι γυναίκες μορφωνόντουσαν σε ειδικές κορασιακές σχολές, όλες μάθαιναν ποίηση, χορό, μουσική και καλούς τρόπους και καλλιεργούσαν το πνεύμα και την ψυχή τους. Η Σαπφώ η ποιήτρια είχε μια τέτοια μεγάλη σχολή γυναικείας μόρφωσης και σ’ αυτήν φοιτούσαν μαθήτριες όχι μόνο από τον τόπο, αλλά και από πολύ μακρινά μέρη, τις Σάρδεις, π.χ. την Αθήνα, την Κύπρο, κλπ. Τόση ήταν η φήμη της σχολής αυτής και τόσο άρεσε στους αρχαίους η ποίηση και η μουσική της Σαπφώς, ώστε ο Πλάτωνας τη χαρακτήρισε μ’ ένα επίγραμμά του: «Δεκάτη Μούσα».

   «Εννέα λέν πως ειν’

   οι Μούσες.

   μα έχουν λάθος

   Δεκάτη είναι η Σαπφώ

   της Λέσβος το καμάρι»

      Η Σαπφώ κάποτε δέχτηκε στη σχολή της την επίσκεψη μιας αρχόντισσας, που από περιέργεια πήγε να δει τι μαθαίνουν κοντά της τόσες και τόσες φοιτήτριες. Η Σαπφώ της έδωσε εξηγήσεις για το πρόγραμμα των μαθημάτων της. «Ποίηση, της είπε, και μουσική, χορός και τέχνη είναι τα μαθήματά μας». Η αρχόντισσα δεν μπορούσε να καταλάβει τι σημαίνουν αυτά τα πράγματα, έκανε ένα μορφασμό αποδοκιμαστικό κι έφυγε. Τότε η Σαπφώ κάθισε και της αφιέρωσε ένα επίγραμμα, που με σαρκασμό καταριέται την άμουση γυναίκα και κάθε είδος αμουσίας. Το επίγραμμα αυτό της Σαπφώς φαίνεται πως το σκάλισαν στη μετόπη της σχολής και είναι το εξής:

   Θα πεθάνεις και θα λιώσεις

   μεσ’ στον τάφο σου και λόγος

   δεν θα γίνει κανένας

   μετά θάνατον για σένα,

   γιατί από των Μουσών

   τον κήπο

   δεν στολίστηκες τα ρόδα.

 

   Αλλά και στου Άδη ακόμα

   σαν θα πας την κατοικία

   άσημοι νεκροί μονάχα

   θάναι η μαύρη συντροφιά σου.

     Τη Σαπφώ την κατασυκοφάντησαν οι κωμικοί της Αθήνας και δημιούργησαν το θρύλο για λεσβιακούς έρωτες κ.λ.π. Η Σαπφώ ήταν σοφή γυναίκα και λένε πώς αγαπούσε πολύ τον άντρα της, πού ήταν από την Άνδρο και πολύ πλούσιος. Απ’ αυτόν απέκτησε μια ζηλευτή θυγατέρα, την όμορφη Κληϊδα, που την τραγούδησε με πάθος στοργικότατης μητέρας στα ποιήματά της, από την οποία διασώθηκαν τρείς περίφημοι στίχοι:

   Έχω κορούλα όμορφη

   τη λατρευτή Κληϊδα

   πού μοιάζει τα χρυσάνθεμα

   στην ομορφιά, στη χάρι.

   Δεν θα την άλλαζα εγώ

   και μ’ όλη τη Λυδία.

     Η Σαπφώ, όταν κάποτε τη ρώτησε μια μαθήτριά της αν της αρέσει ο όμορφος νέος, που τη ζήτησε σε γάμο, έγραψε το περίφημο αξίωμα για την ομορφιά και την ηθική:

   Μπορεί να είναι ηθικός

   ο όμορφος στην όψη

   μα πάντοτε ο ηθικός

   και όμορφος θε νάναι.

     Τον είδα, της είπε μ’ αυτούς τους στίχους. Ήταν, ναι, όμορφος. Αλλά πρέπει να εξετάσεις αν έχει ψυχή καλή και ηθική, γιατί δεν συμβαδίζει πάντα η ομορφιά με την ηθική, ενώ η ηθική έχει πάντα μέσα της τη θεία λάμψη της ομορφιάς.

     Την ηθική της Σαπφώς της μεγάλης αυτής και σοφής γυναίκας των αιώνων, που πρώτη άνοιξε για όλον τον κόσμο τη βρύση του μεγάλου λυρισμού και θαυμάστηκε σαν φωτεινό μετέωρο απ’ όλη την αρχαιότητα, τη διαπιστώνουμε και από το επεισόδιο που είχε με τον ομότεχνο και πατριώτη της ποιητή Αλκαίο. Αν και η Σαπφώ δεν ήταν όμορφη, αλλά μαύρη και κοντή, όμως το πνεύμα της έλαμπε κι έκανε τον Αλκαίο να τη συμπαθήσει. Μα δεν τολμούσε να της το πει ανοιχτά. Γι’ αυτό δειλά-δειλά της έκανε ένα πρόλογο ερωτικής εξομολόγησης:

   Μενεξεδένια, αόριστη,

   γλυκολαλούσα.

   Σαπφώ, κάτι έχω να σου πω,

   μα απ’ την ντροπή σωπαίνω!

     Η Σαπφώ με την ετοιμότητα που την διέκρινε, του απάντησε:

   Αν ήταν αψεγάδιαστος

   ο πόθος σου κι αθώος,

   και λόγος δεν τριγύριζε

   κακός στη γλώσσα σου επάνω

   δεν θα κρατούσες χαμηλά

   από ντροπή τα μάτια,

   μον’ θάλεγες ελεύθερα

   στο νου σου ‘κείνο πώχεις!

     Ο Αλκαίος ξεματισμένος δεν βρήκε λέξη να της πει, και τραβήχτηκε.

     Υπήρχαν στη Μυτιλήνη και άλλες ανώτερες γυναικείες σχολές, που συναγωνίζονταν τη σχολή της Σαπφώς. Η σπουδαιότερη από τις αντίτεχνές της ήταν η Ανδρομέδα. Γι’ αυτή τη μουσικοδιδασκάλισσα πολύ λίγα γνωρίζουμε, φαίνεται όμως με βεβαιότητα ότι κατάφερνε με τη διαφήμιση και την προπαγάνδα να μαζεύει στη σχολή της πολλές μαθήτριες. Κάποτε μάλιστα αποσπούσε και μερικές επιπόλαιες μαθήτριές της Σαπφώς. Όταν όμως κάποτε η Ανδρομέδα κατάφερε να της πάρει την καλύτερη μαθήτριά της, την Ατθίδα, που φαίνεται πως είχε έρθει για να σπουδάσει από την Αθήνα, η Σαπφώ της αφιέρωσε ένα πονετικό τετράστιχο, που την έκανε να ξαναγυρίσει στη σχολή της:

   Και πάλι το γλυκόπικρο

   κι’ αδιάντροπο ζουλάπι,

   η Ζήλεια σου, τα γόνατά μου

   παραλύει και τρέμω

   γιατί Ατθίδα, έπαψες

   να νοιάζεσαι για μένα

   κι’ ο λογισμός σου τριγυρνά

   όλο στην Ανδρομέδα.

      Δύο είναι οι γνωστές μεγάλες γυναίκες της αρχαιότητας. Η Σαπφώ και η Υπατία. Η Σαπφώ στη λυρική ποίηση. Η Υπατία στη φιλοσοφία και τα μαθηματικά. Γι’ αυτές τις δύο μεγάλες γυναίκες κάποιος νεώτερος κριτικός είπε πώς: «είναι δύο μεγάλα ολόλαμπρα αστέρια πάνω στον ουρανό του ανθρώπινου πνεύματος και κανένας, μα κανένας δεν θα μπορέσει να φτάσει την υπέροχη λάμψη τους». Γι’ αυτό θαυμάστηκαν και οι δύο στην εποχή τους και δημιουργήθηκαν και οι δύο στην εποχή τους και δημιουργήθηκαν γύρω τους πολλοί θρύλοι, δείγμα της φήμης και της αξίας τους μέσα στους αιώνες.

     Από τους θρύλους της Σαπφώς, ο σπουδαιότερος είναι ότι από τον έρωτά της προς τον Φάωνα, που είχε προδώσει το αίσθημά της, πήγε κι έπεσε στη θάλασσα από τη Λευκάτα, το απόκρημνο ακρωτήρι της Λευκάδας. Λέγεται πως ο θρύλος αυτός είναι επινόηση των μεταγενέστερων και προήλθε από τη σύγχυση του Φάωνα με τον Άδωνι, τον οποίο αγάπησε η Αφροδίτη και αυτό το θέμα είχε σ’ ένα τραγούδι της η Σαπφώ, και νόμισαν, οι μεταγενέστεροι, ότι πρόκειται για την ίδια. Το θρύλο όμως αυτό τον εκμεταλλεύτηκαν πολλοί νεώτεροι ποιητές και δραματουργοί και τον πήραν σαν θέμα στα έργα τους. Απ’ τους δικούς μας, πλην του Καλαποθάκη, κι ο Γρυπάρης έγραψε το γνωστό υπέροχο σονέτο του, «Σαπφώ», που αρχίζει με τους στίχους: «Και του  Λευκάτα η θάλασσα η μακραντιλαλούσα…» και τελειώνει με τον αιώνιο ύπνο της στα βάθη: «Κοιμάται η Μούσα, η Μούσα».

     Περίεργο είναι ένα απόσπασμα της Σαπφώς από δύο στίχους, που δεν ξέρουμε αν αναφέρεται στην ίδια ή εκφράζει τη γνώμη καμιάς εξυμνούμενης στα ποιήματα της ηρωίδας. Το απόσπασμα δείχνει ότι και στους αρχαιότατους εκείνους χρόνους, δηλαδή πριν από δυόμιση χιλιάδες χρόνια περίπου, λαμβανότανε υπ’ όψη η διαφορά της ηλικίας του άντρα και της γυναίκας στο γάμο. Το απόσπασμα αποτελεί απάντηση της μεγαλύτερης στα χρόνια γυναίκας σε νεότερό της και είναι το εξής:

   Φίλο να σ’ έχω δέχομαι

   άντρας μου δε ταιριάζεις,

   γιατί στα χρόνια σε περνώ

   Πιο νέα βρες να πάρεις.

     Αξιόλογο είναι επίσης ένα άλλο απόσπασμα της Σαπφώς, που αναφέρεται σε κάποιο μεγάλο πένθος. Φαίνεται πώς κάποια από τις μαθήτριές της, που είχε έρθει από μακρυά, έμαθε το θάνατο της μητέρας της, ή του αδελφού της και από την πολύ της θλίψη έκλαιγε μέρα-νύχτα και  στέναζε και θρηνολογούσε. Η Σαπφώ την παρηγορούσε, αλλά ήταν αδύνατο να την φέρει στα λογικά της. Όταν αυτή σε λίγο ξέσπασε σε θρήνους και οδυρμούς, η ποιήτρια της είπε:

   Μέσα στο σπίτι μας εδώ

   που οι Μούσες κατοικούνε

   θρήνους δεν επιτρέπεται

   και στεναγμούς ν’ ακούνε.

     Η Σαπφώ είχε τρία αδέλφια. Τον Χάραξο, τον Λάριχο και τον Ευρύγιο. Ο Λάριχος είχε πάρει τιμητική θέση στο πρυτανείο της Μυτιλήνης. Ήταν οινοχόος και πολλές φορές η Σαπφώ τον εξύμνησε στα ποιήματά της. Ο άλλος της όμως αδελφός, ο Χάραξος, έκανε ταξίδια στην Αίγυπτο και εμπορευόταν τα περίφημα λεσβιακά κρασιά.

     Σ’ ένα του ταξίδι στη Ναύκρατη της Αιγύπτου αγάπησε την περίφημη εταίρα Ροδόπη και σπατάλησε όλα του τα κεφάλαια για την απελευθερώσει και να την πάρει μαζί του στη Λέσβο. Σαν έμαθε την περιπέτεια του αδελφού της η Σαπφώ τόσο πολύ λυπήθηκε, ώστε όλο τον πόνο της τον πέρασε στα τραγούδια της, στα οποία έκλαιγε για το πάθημα του αδελφού της  που έπεσε θύμα της Ροδόπης. Παράλληλα κατηγορούσε με τα χειρότερα λόγια και την ίδια την Ροδόπη που έμπλεξε στα δίχτυα της τον αγαπημένο της  αδελφό. Απ’ αυτά τα ποιήματα όλη η αρχαιότητα γνώριζε τον έρωτα και την περιπέτεια του Χάραξου.

     Ο Οβίδιος μάλιστα έγραψε και στίχους πολύ πονετικούς:

   Έχασε τα μυαλά του

   απ’ τον έρωτα της εταίρας

   ο κακότυχος αδελφός

   και σε ζημιά μεγάλη,

   γιομάτη ντροπή, έπεσε

   κι’ έγινε φτωχός και διατρέχει

   με τα σπασμένα κουπιά

   πορθμούς και λιμάνια

   ζητώντας τα χαμένα του πλούτη!

     Ο Μάξιμος από την Τύρο παραβάλλει τη Σαπφώ με το Σωκράτη και αναφέρει τα ονόματα μερικών μαθητριών της, της Γύριννας, της Ατθίδας, της Ανακτορίας και των αντιζήλων της καθηγητριών της μουσικής, που είχαν και αυτές σχολή και συναγωνιζόντουσαν τη Σαπφώ. Εκτός από την Ανδρομέδα, άλλη σπουδαία αντίτεχνος της Σαπφώς ήταν η Γοργώ, που στα ποιήματά της η Σαπφώ πολύ την πειράζει, όπως και κείνη ζητούσε να μειώσει τη μεγάλη φήμη της Σαπφώς ως ποιήτριας και παιδαγωγού και να πάρει τις πλούσιες μαθήτριές της. Αυτός ο πανάρχαιος πολιτισμός που έδινε τόση σημασία για την εκπαίδευση της γυναίκας, προκαλεί τον θαυμασμό των ιστορικών. Και να τα ονόματα και άλλων τριών μαθητριών της σχολής: Αναγόρα από τη Μίλητο, Γογγύλα από την Κολοφωνία, Ευνίκα από τη Σαλαμίνα. Δηλαδή από διάφορα και μακρινά μέρη ήσαν οι μαθήτριες της Σαπφώς.

     Το παθητικό λυρικό ύφος, που έχει η Σαπφώ στα ποιήματά της, οι ζωηρές παρομοιώσεις, οι τολμηρές μεταφορές, η μεγάλη των Ελλήνων ευαισθησία κατά την αρχαιότητα, τα ήθη της εποχής και ο τρόπος της ζωής και της συμπεριφοράς και προ παντός η ζηλοτυπία που ενέπνεαν τα έξοχα και υψηλά προτερήματα της Σαπφώς και ιδιαίτερα η φήμη και η ανάπτυξη της σχολής της, όλα αυτά ανακατωμένα με θρύλους και ιστορικές παρεξηγήσεις, έγινε ίσως η αιτία να δυσφημιστεί η μεγάλη ποιήτρια.

     Οι ποιητές της μέσης κωμωδίας, και ιδίως ο Έφιππος, ο Αντιφάνης, ο Τιμοκλής, ο Δίφιλος έγραψαν ολόκληρες κωμωδίες και ανέβασαν την ποιήτρια στη σκηνή κάνοντας πνεύμα, μάζευαν τις διαδόσεις που δεν είχαν σχέση με την πραγματικότητα.

     Η μεγάλη μορφή της Σαπφώς είχε τόση σημασία για τους αρχαίους, ώστε το όνομα και το πρόσωπό της τα χάραξαν σε νομίσματα και πολλοί μεγάλοι καλλιτέχνες της έκαναν αγάλματα, όπως ο Σιλανίων, ο Ζεύξιππος, ο Λέων και πολλοί άλλοι. Ακόμα και σε παραστάσεις αγγείων πέρασαν τη μορφή της μαζί με τον ομότεχνό της και σύγχρονο Αλκαίο.

      Τάκης  Νατσούλης, εφ. Η Φωνή του Πειραιώς, Τετάρτη, 13 Νοεμβρίου 1996

--

                         ΣΑΠΦΩ: Η ΠΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΓΥΝΑΙΚΑ!

του Δημήτρη  Ιατρόπουλου, εφ. Έθνος άουτ της Κυριακής 16-22/3/2003, σ.12 (στην στήλη που διατηρούσε ο ποιητής και στιχουργός «Χωρίς Γραμματόσημο»

     Είναι αλήθεια πως έχουν περάσει πολλά χρόνια, με ανθρώπινο μέτρημα φυσικά, δηλαδή ούτε καν δευτερόλεπτο μπροστά στον συμπαντικό χρόνο, απ’ όταν αποφασίσεις, μόνη σου, μα αφήσεις την εδώ ενσάρκωσή σου μαζί με ένα θείο έργο και να ταξιδέψεις στο βαθύτατο κέντρο της άλλης ύπαρξης, εκεί που οι άνθρωποι αυτού εδώ του κόσμου δεν μπορούν μηδέ καν να δουν από γυαλί ή σε οθόνη, τα ένθεν δρώμενά τους!

     Όμως, κρατώντας από σένα, το μέγα Έργο σου, καταλήγω εδώ και αρκετά χρόνια τώρα στο ότι η Ποίηση είναι Γυναίκα. Δεν ξέρω αν μπορώ να το δω ανάποδα, πάντως αν ξεκινήσω απ’ την Ποίηση πάντοτε πέφτω σε θηλυκές δημιουργικές συμπεριφορές!

      Η ποίηση, ναι, είναι Γυναίκα! Παθιάζεται, αλλά και προδίδει! Τιμωρεί όποιον την φλερτάρει δίχως αληθινή παρουσία ψυχής και παραδίδεται ολόκληρη σ’ όποιον ξέρει τα χούγια της και ταξιδεύει στα πανάκριβά της σπλάχνα…

     Βέβαια, σύμφωνα με τον θρύλο που εξελίχτηκε σε μύθο που έγινε παράδοση και κατόπιν ενεγράφη και στα δελτία της Ιστορίας, εσύ δεν υπήρξες αποκλειστικά «θηλυκή». Αγάπησες τις γυναίκες, τις ερωτεύτηκες, έζησες μαζί τους και πέθανες γι’ αυτές, όμως κανείς μας, δεν ξέρει και γι’ αυτό κανείς μας δεν δικαιούται να ρισκάρει ώστε να μπορεί να αποφανθεί με βεβαιότητα, τι ήταν και τι σήμαινε να αγαπάς ανθρώπους του φύλου σου σ’ εκείνες τις εποχές. Που είχαν το δικό τους, χρώμα και άρωμα ζωής και πάνω απ’ όλα τη δική τους κοινωνική ανεκτικότητα ή δυσανεξία, απέναντι σε όποια ανθρώπινη ιδιαιτερότητα…

     Θα ήθελα στ’ αλήθεια να ζούσες στα χρόνια μας και συγκεκριμένα στις αρχές της δεκαετίας του ’70 στην Ελλάδα σου, που τόσο λάτρεψες.

     Να άκουγες από τη θεία φωνή της Φλέρυ Νταντωνάκη το «Κέλομαί σε Γογγύλα», έτσι όπως το μελοποίησε ο Μέγας, Αξέχαστος  εκείνος ο Μάνος Χατζιδάκις!

    Ή πάλι να ερχόσουνα σ’ επαφή με τον ακριβό νεοελληνικό λόγο του Οδυσσέα Ελύτη όταν σε έφερε στη γλώσσα του καιρού μας.

     Εμείς οι Νεοέλληνες, σ’ αγαπάμε Σαπφώ. Σαπφώ συκοφαντημένη λόγω τοπωνυμίου γέννησης, Σαπφώ που οι κομπλεξικοί κι οι ανέραστοι σε ταυτίσανε με τα βαθύτερα συμπλέγματά τους. Σαπφώ που σε πρωτογνώρισα στη… Γερμανία, στα μέσα της δεκαετίας του ’60, αφού εκεί κυκλοφορούσαν οι Αρχαίοι Έλληνες Λυρικοί σε δίγλωσση έκδοση, με τη μετάφρασή τους, την ώρα που εδώ στην Ελλάδα, δεν υπήρχε, μέχρι τότε τουλάχιστον, κανένα αντίστοιχο βιβλίο!

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ!  Ώ , αν γινόταν, λέει, να εμφανιζόταν στον τόπο μας, ένα μεγάλο, δυνατό Ποιητικό Κίνημα Γυναικών, στηριγμένο στο όνομα και την ιστορική σου παρουσία!

Τι σημαντικό που θα ήταν…

     Δημήτρης Ιατρόπουλος, εφ. Έθνος Κυριακή 16-22/  Μάρτιος 2003, σ. 12

--

                        ΣΑΠΦΩ, Η ΜΕΓΙΣΤΗ ΚΥΡΙΑ!

του Δημήτρη  Ιατρόπουλου, εφ. Έθνος άουτ της Κυριακής 21-27/9/2003, σ.12 (στην στήλη που διατηρούσε ο ποιητής και στιχουργός «Χωρίς Γραμματόσημο»

      Σαπφώ, δεν ξέρω αν αληθεύει πώς, λόγω του ανεκπλήρωτου έρωτά σου για τον πανέμορφο Φάωνα, που σε απέρριψε και σε εγκατέλειψε έπεσες από τα βράχια της Λευκάδας στη θάλασσα!

      Αυτό που ξέρω όμως είναι πως τα έργα σου τα εξαφάνισαν μαζί με τις βιβλιοθήκες που πυρπολούσαν από τον 4ο αιώνα και δώθε οι χριστιανοί! Το θεσπέσιο λυρικό σου, όπως το δημοσίευσαν σε βιβλία οι Αλεξανδρινοί. Ύμνοι και Επιθαλάμια. Και σωθήκανε μόνο κάτι μικρά αποσπάσματα, έχουν διασωθεί ολόκληρα μόνος ένας Ύμνος στην Αφροδίτη και μία Ωδή σε μία όμορφη νέα.

     Τη Γογγύλα θυμάσαι.

   «… Σε καλώ, ω Γογγύλα,

   εμφανίσου και πάλι κοντά σ’ εμένα

   Να ΄ξερεις πόσοι πόθοι σε φέρνουν βόλτα

   έτσι όπως ρίχνεις επάνω σου αυτό το γαλακτόχρωμο χιτώνα σου

   αχ ομορφιά μου και πως το χαίρομαι που δεν είμαι εγώ  που σε μαλώνω

   αλλά η ίδια η Αφροδίτη η κυπρογεννημένη!».

    Τ’ ακούσαμε ξέρεις, απ’ τη θεσπέσια φωνή μιας μεγάλης, πρόωρα χαμένης ερμηνεύτριας, που αν την γνώριζες θα της έδινες όλες σου τις Ωδές και τους Ύμνους να σ’ τα τραγουδήσει κι εσύ να την ακούς παρέα με τις φίλες σου ξαπλωμένες στα ακριβά λεσβιώτικα ανάκλιντρα.

     Και μιλάω βέβαια για την αξέχαστη Φλέρυ Νταντωνάκη και τον τρόπο που σε μελοποίησε ο άλλος μας αξέχαστος ο Μάνος Χατζιδάκις: «Κέλομαι σε Γογγύλα»…

     Κέλομαί σε ω Ψάπφα, όπως είναι και το άλλο σου όνομα! Να σκίσεις τους μανδύες του χρόνου και να εμφανιστείς, πανώρια, απειλητικά απέναντι σε κάθε μικροαστό φοβισμένο και να μας απαγγείλεις εσύ, η Μεγάλη Κυρία της παγκόσμιας ποίησης, τις βαθιές ερωτικές και αβάστακτα λυρικές σου εικόνες μέσα απ’ τη μοναδική ιδέα του αιώνιου έρωτα!

     Σαπφώ λοιπόν εσύ… Η Γυναίκα. Και πάνω απ’ όλα, η Ποιήτρια.

     Που τόσο αδόκιμα και αστόχαστα τροφοδότησαν με την ιερή σου μνήμη, τις κομπλεξικές ενοχές, οι ίδιοι αυτοί χριστιανοειδείς χριστιανίζοντες που σου κάψανε και τα βιβλία σου!

     Που τόσο συκοφαντημένη έζησες, τόσους αιώνες, διδάσκουσα υψηλό ποιητικό φρόνημα ζωής και προτείνοντας με την ίδια τη ζωή σου, την ανιδιοτελή υπηρεσία και προσφορά στον Έρωτα και στους βωμούς του. Μια για πάντα, χωρίς μίζερες συναλλαγές και πονηρούς υπολογισμούς!

      Στον Έρωτα τον θεό της ζωής! Γιατί μόνο ο Έρωτας απ’ όλους τους θεούς, έχει και διατηρεί το ιερό προνόμιο να μετατρέπεται σε Άνθρωπο!

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ: Να έβρισκα λέει τον τρόπο, να γυρίσω πίσω στον χρόνο, έστω για μια στιγμή, να σε δω, ανάμεσα στις πανέμορφες φίλες σου, να διδάσκεις, ποίηση και έρωτα! Μια στιγμή μονάχα, έστω σε κάποιο εξαίσιο Όνειρο, ω Θεοί!

          Δημήτρης  Ιατρόπουλος, εφ. Έθνος της Κυριακής 21-27 Σεπτεμβρίου 2003, σ. 12.

                           Λεσβιακοί    Έρωτες

του Χριστόφορου Μηλιώνη, εφ, Τα Νέα 27/8/1993

     Τον Σολωμό στη Ζάκυνθο, τον Παπαδιαμάντη στη Σκιάθο, τον Θεοτόκη στους Καρουσάδες, τον Μαβίλη στο Καρδάκι-τώρα μάλιστα ελευθερώθηκε ο ναός του Απόλλωνα. Τους βρίσκεις εκεί, παρόντες στον τόπο τους, και μ’ όλη την τουριστική εισβολή. Και στη Λέσβο: τον Αρίωνα, τον Αλκαίο, τη Σαπφώ. Γιατί βέβαια δεν είναι τυχαίο που εδώ ανάβλυσε για πρώτη φορά το νέο ποιητικό είδος, το λυρικό. Εδώ και στην Πάρο. Ακούς τη φωνή τους στο μελτέμι που έρχεται από την Αιολίδα, με τα κύματα του γαλάζιου, αισθάνεσαι την ανάσα τους στους κυματισμούς των ελαιώνων, πάνω στους λόφους, βλέπεις τις μορφές τους να σπινθηροβολούν, όταν «μετά τη δύση του ήλιου η ροδοδάχτυλη σελήνη σαρώνει όλα τ’ άστρα και σκορπίζει το φώς της στην αλμυρή θάλασσα». Στη Μήθυμνα, στη Μυτιλήνη, στην Ερεσό.

     Τι ξάφνιασμα η Ερεσός! Το θεόγυμνο τοπίο από την Άντισα ως τη θάλασσα, σεληνιακό, γεμάτο ηφαιστειακούς μύδρους και απολιθωμένα δένδρα. Του κακού θ’ αναζητήσεις στην κατάξερη κοιλάδα, από την παραλία της, το «χάριεν» άλσος της Αφροδίτης όπου «το δροσερό νερό κελαρύζει ανάμεσα στους κλώνους της μηλιάς, όλος ο τόπος σκιάζεται από τριαντάφυλλα κι από φυλλώματα που σαλεύουν στάζει ο μεσημεριάτικος ύπνος. Εδώ- λέει-βόσκουν άλογα στο θαλερό λιβάδι …». Τίποτε απ’ αυτά. Μονάχα μερικές συκιές, σκονισμένες από τ’ αυτοκίνητα. Κι ούτε θα συναντήσεις την ποιήτρια και τις φίλες της στους μίζερους δρόμους της Σκάλας-κι ας έχουν τα ονόματά τους –και στα μικρομάγαζα που πουλάνε κακόγουστους πήλινους έρωτες στους τουρίστες. Καμιά σχέση δεν έχουν μ’ εκείνες αυτές οι λεσβίες που καταφθάνουν εδώ, στην υποθετική τους Μέκκα, ψιλοκουρεμένες, και, ξέστηθες, δυο δυό στην αμμουδιά, στεγνώνουν τις άδειες καπνοσακούλες τους.

      Γι’ αυτές θα έλεγε η Σαπφώ πως «δεν ξέρουν μήτε να σηκώσουν τον ποδόγυρο πάνω από τους αστραγάλους» και πως «δεν έχουν μερίδιο στα ρόδα των Μουσών».

     Όμως όλο το τοπίο, στο χρώμα του κεραμιδιού, διατηρεί ακόμη τη θέρμη της φωτιάς που το γέννησε, μεταδίδει την αίσθηση της πρώτης έκρηξης, όπως η σαπφική ποίηση, όταν μιλάει για την ορμή του Έρωτα. Και σκέφτομαι πως οι λίγες βελανιδιές που συναντάς στα ψηλώματα είναι από κείνες που είχε στο νου της η Σαπφώ: «Ο Έρωτας μου τίναξε τις φρένες, σαν τον άνεμο που ορμάει στις βελανιδιές, πάνω στο βουνό». Και πως την άνοιξη οι γυμνοί λόφοι θα γεμίζουν υακίνθους «που τους ποδοπατάνε οι βοσκοί και χάμω κείτεται το πορφυρό λουλούδι». Η Σαπφώ ήταν και δεν ήταν από την Ερεσό…

     Θα μου πείτε: καθένας βλέπει ό,τι του αρέσει. Σύμφωνοι. Γι’ αυτό, αν προτιμάτε, πηγαίνετε στον Ταξιάρχη του Μανταμάδο, όπου θα δείτε την πιο καταχθόνια μορφή αρχαγγέλου, πλασμένη-λέει- από το λύθρο των σφαγμένων μοναχών. Ή στην Αγία Παρασκευή, αρχοντικό προάστιο του Λονδίνου. Ή τέλος, στον Άγιο Ραφαήλ της Θέρμης, το πιο κακόγουστο τουριστικό συγκρότημα. Εκεί θα βρείτε ενδιαφέροντα ψυχωφελή βιβλία και άλλα αθύρματα «σε τιμές ασυναγώνιστες». Και  επιπλέον «σερβίρεται πατσάς»! Γούστα είναι αυτά…

      Ο Χριστόφορος  Μηλιώνης είναι φιλόλογος και πεζογράφος. Εφημ. Τα Νέα 27/8/1993.

Ελάχιστα:

     Στο ένατο (9) σημείωμα για την ΣΑΠΦΩ, μεταφέρω τρία σημειώματα που το καθένα έχει την δική του ταυτότητα όταν πρωτοδημοσιεύτηκαν. Τρείς έλληνες συγγραφείς, οι οποίοι  υπήρξαν και αρθογράφοι- σχολιογράφοι σε ημερήσιες εφημερίδες της εποχής τους. (δεν γνωρίζω αν ακόμα ο ποιητής Δημήτρης Ιατρόπουλος ή ο πεζογράφος Χριστόφορος Μηλιώνης εξακολουθούν να συνεργάζονται σε σημερινά έντυπα. Ο έτερος, συγγραφέας και δημοσιογράφος Τ. Νατσούλης, έχει φύγει από κοντά μας). Δύο αθηναϊκές εφημερίδες «Έθνος» και «Τα Νέα» και μία πειραϊκή, «Η Φωνή του Πειραιώς» του Παύλου Πέτσα. Οι δύο Αθηναϊκές δημοκρατικές εφημερίδες μας είναι γνωστές, το αναγνωστικό ελληνικό κοινό τους-εντός και εκτός ελλάδος- υπήρξε αρκετά μεγάλο και σταθερό. Το δημοσιογραφικό τους επιτελείο προέρχονταν από την λεγόμενη δημοκρατική παράταξη, δηλαδή την κεντροαριστερά. Η πολιτική ταυτότητα των φύλλων τους και η υποστήριξη δημοκρατικών ηγετών και κυβερνήσεων επίσης. Ιδιαίτερα στα προδικτατορικά χρόνια, της εφημερίδας «Έθνος». Η πολιτική αρθρογραφική συμβολή των παλαιών απογευματινών αυτών εφημερίδων, τα σχόλια τους, τα κείμενα των συνεργατών τους, οι συνεντεύξεις που δημοσίευαν, ο γενικός και σταθερός  προσανατολισμός των εντύπων αυτών, συνέβαλε στην εδραίωση των θεσμών της ελληνικής δημοκρατίας διαχρονικά και πάντα, με σταθερό προοδευτικό πρόσημο. Οι σταθεροί και έκτακτοι συνεργάτες  των φύλλων αυτών ήσαν άτομα που διέθεταν σφαιρική παιδεία, ήσαν γνώστες των θεμάτων που έγραφαν, διέθεταν κρίση, είχαν άποψη, και φυσικά, ευχέρεια λόγου και συγγραφής. Το δε καθαρά δημοσιογραφικό τους επιτελείο, (τουλάχιστον στα μετά της επτάχρονης δικτατορίας που αγοράζαμε και διαβάζαμε τα έντυπα αυτά) θα τολμούσαμε να σημειώσουμε ότι διέθεταν εντιμότητα, επάρκεια, ενημέρωση. Ίσως γιατί προέρχονταν από παλαιές δημοσιογραφικές σχολές και τα διευθυντικά τους στελέχη πού, η δημοσιογραφία ήταν λειτούργημα και όχι «άχαρο» επάγγελμα ή φέικ νιους και άρπα κόλλα. Σημερινών δημοσιογραφικών φωνών και γραφίδων, που ενδιαφέρονται συνήθως, μάλλον, πως θα γεμίσουν τα κενά των σελίδων ή των ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό χρόνο. Πράγμα που έκανε το αναγνωστικό και άλλο κοινό, να χάσει την εμπιστοσύνη τους στην «τέταρτη εξουσία» και όχι άδικα. Τις προηγούμενες δεκαετίες οι εφημερίδες γνώμης ήσαν και αρκετές και σοβαρές, και προέρχονταν από όλο το πολιτικό φάσμα. Από την ανάποδη «Εστία», τις κομματικές «Εξόρμηση», «Αυγή», «Ριζοσπάστης», «Η Εποχή», το «Πρίν» έως την «Καθημερινή», την «Μεσημβρινή», τον «Αναγνώστη», την «Εβδόμη» την ολιγόζωη «Επικαιρότητα», την «Απογευματινή», την «Η Πρώτη» και φυσικά ένα από τα «βαριά δημοσιογραφικά πυροβολικά» την «Ελευθεροτυπία», που μεγάλωσε τις μεταπολιτευτικές γενιές και διαμόρφωσε συνειδήσεις. Από τα φύλλα τους πέρασαν πολιτικοί αρθρογράφοι, καθηγητές πανεπιστημίου, φιλόλογοι και εκπαιδευτικοί αρθρογράφοι και κριτικοί βιβλίων, ποιητές, που δημοσίευαν δοκίμια, μελέτες, ή χρονογραφήματα. Διηγήματα ή νουβέλες. Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ, Κωστούλα Μητροπούλου, Νικηφόρος Βρεττάκος, Θανάσης Νιάρχος, Κώστας Σταματίου, Δημοσθένης Κούρτοβικ, Ευγένιος Αρανίτσης, Μάρυ Θεοδοσοπούλου, Αλέξανδρος Κοτζιάς, Ελισάβετ Κοτζιά, Παντελής Μπουκάλας, Γιώργος Βέλτσος, Γιάννης Κουβαράς, Βασίλης Καλαμαράς, Δημήτρης Σταμέλος, Τάσος Λειβαδίτης, Κώστας Βούλγαρης, Δ. Ιατρόπουλος, Χρ. Μηλιώνης, Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Τ. Νατσούλης (κρατούσε την κριτική βιβλίου στην εφημερίδα «Ελεύθερος»), ο χρονογράφος Παύλος Παλαιολόγου και ο Δημήτρης Ψαθάς. Άνθρωποι του θεάτρου όπως ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Κώστας Παπαγεωργίου, ο Σταμάτης Φασουλής, η  ηθοποιός Εύα Κοταμανίδου, η Ασπασία Παπαθανασίου. Εικαστικοί και λάτρεις της τέχνης του χορού και της μουσικής. Η πρόωρα χαμένη Σούλα Αλεξανδροπούλου, η Ροζίτα Σώκου, ο Τώνης Τσιρμπίνος ποιητής και κριτικός κινηματογράφου. Ο Μικελίδης, ο Ζάννας και Μπακογιαννόπουλος που σου δίδασκαν την έβδομη τέχνη.  Οικονομολόγοι όπως ο Αδαμάντιος Πεπελάσης, κοινωνιολόγοι όπως ο Βασίλης Φίλιας, και, το βαρύ πυροβολικό ο δάσκαλος της κινηματογραφικής τέχνης και σχολιαστής των πάντων, Βασίλης Ραφαηλίδης. Τα δημοσιογραφικά γραφεία των παλαιών εφημερίδων, καλλιεργούσαν τόσο την πολιτική όσο και την καλλιτεχνική συνείδηση των παλαιότερων ελλήνων. Συνδημιουργούσαν την πνευματική ατμόσφαιρα της εποχής τους. Αυτά τα ελάχιστα γνωστά των γενεών μας που έχουν να κάνουν με τα της πρωτεύουσας. Στην πόλη μας, τον Πειραιά, τηρουμένων των πνευματικών και καλλιτεχνικών αναλογιών κυκλοφορούσαν τοπικές εφημερίδες που βοήθησαν με τις ισχνές τους δημοσιογραφικές δυνάμεις να κρατηθεί ζωντανή η πνευματική και καλλιτεχνική ζωή της πόλης. Εφημερίδες όπως «Ο Χρονογράφος», «Η Κοινωνική», «Ο Δημότης» και φυσικά, «Η Φωνή του Πειραιώς» στάθηκαν πνευματικοί φάροι του πρώτου λιμανιού, όταν η πόλη άνθιζε πνευματικά και οι πειραιώτες φιλότεχνοι και εν γένει ο πειραϊκός λαός, δεν ήξερε την ίδια ημέρα, σε ποιες από τις εκδηλώσεις που διοργανώνονταν στην πόλη μας να πρωτοπάει, για να μην κακοκαρδίσει φιλικά του πρόσωπα και συγγραφείς. Να επαναλάβω για μία ακόμα φορά, ότι από την «Η Φωνή του Πειραιώς» πέρασε όλος σχεδόν ο ανθός της πειραϊκής διανόησης και όχι μόνο. Οι συνεργάτες μόνιμοι και έκτακτοι, προέρχονταν από όλο το πνευματικό, καλλιτεχνικό και πολιτικό φάσμα της πόλης και των γειτονικών όμορων δήμων, αλλά και από την πρωτεύουσα και ορισμένες φορές, και από άλλα μέρη της Ελλάδας. Δυστυχώς, την τοπική αυτή εφημερίδα την άφησαν να κλείσει, πρόσωπα, δημοτικοί φορείς και αρχές, οικονομικοί παράγοντες και εφοπλιστικές δυνάμεις, αντί να την στηρίξουν και να αποτελεί ακόμα και σήμερα μια άξια φωνή των εναπομεινάντων πνευματικών και καλλιτεχνικών δυνάμεων της πόλης. Της έγινε κατάσχεση του πάγιου υλικού της με αποτέλεσμα να σταματήσει την λειτουργία της. Η δική μου γενιά, ανεξάρτητα αν δεν το γράφει ή δεν το εκφράζει φανερά, οφείλει πολλά σε αυτό το πειραϊκό έντυπο. Αλλά είπαμε, η ελληνική αχαριστία είναι εθνικό κεφάλαιο.

     Το κείμενο του Τάκη Νατσούλη, είναι καλογραμμένο και εμπεριστατωμένο για την ποιήτρια Σαπφώ, γιαυτό το δημοσιεύω πρώτο. Για να θυμηθούμε εμείς οι Πειραιώτες τι κείμενα διαβάζαμε και τι ενδιέφερε τον πνευματικό κόσμο του Πειραιά, εκείνες τις δεκαετίες. Τα μονόστηλα και όχι μόνο κείμενα του ποιητή και στιχουργού Δημήτρη Ιατρόπουλου, τα διαβάζαμε πάντα με ενδιαφέρον στην εφημερίδα που τα δημοσίευε. Θεωρώ ότι ο ποιητής Δημήτρης Ιατρόπουλος, αφήνει πίσω του ένα «τεράστιο» συγγραφικό έργο, σχολιαστικό της επικαιρότητας, ανθολογίες και ποιήματα, στίχους, που, ακόμα και σήμερα δεν έχει ερευνηθεί. Θα τολμούσα να έγραφα ότι η σύνολη παρουσία του εξαιρετικού αυτού απλού και αθόρυβου ποιητή και στιχουργού είναι άγνωστη στο ευρύ κοινό. Το σύγχρονο αναγνωστικό κοινό, γνωρίζει μάλλον ελάχιστα από τα όσα έχει κάνει και γράψει. Εδώ, η Σαπφώ ίσως είναι η αφορμή για να εκφράσει την αγάπη του προς το γυναικείο φύλο, και να υποστηρίξει για πολλαπλή φορά τα δικαιώματα της γυναίκας. Η Σαπφώ δεν είναι μόνο το διαχρονικό σύμβολο της γυναίκας αλλά, και ο Ποιητικός λόγος. Η Ποίηση είναι γυναίκα, η Σαπφώ είναι η θηλυκή φωνή της Ποίησης. Το κείμενο του πεζογράφου και διηγηματογράφου Χριστόφορου Μηλιώνη, έχει να κάνει με ταξιδιωτικές τους εμπειρίες και περιπλανήσεις παρά με την ίδια την ποίηση της αρχαία λυρικής ποιήτρια. Η ΨΑΠΦΑ είναι το «πρόσχημα» για να εκφράσει ο πεζογράφος τις απόψεις του για την ιδιαίτερη γυναικεία μορφή της σεξουαλικής προτίμησης και πως αυτή εκδηλώνεται τουριστικά στην σύγχρονη εποχή μας. Ένα ταξίδι στην Λέσβο, του δημιουργεί αλγεινές εντυπώσεις και συναισθήματα. Το κείμενο θίγει τα κακώς κείμενα της τουριστικής βιομηχανίας, της αλλοίωσης της φυσιογνωμίας του ελληνικού νησιού. Όμως μαζικός τουρισμός χωρίς αλλοίωση της φυσιογνωμίας του τοπίου και της παράδοσής του, ας μην γελιόμαστε, δεν υπάρχει. Ας μην εθελοτυφλούμε. Η τουριστική οικονομία δεν είναι μόνο φολκλορικές εκδηλώσεις, προϊόντα και δρώμενα, είναι ανάσα της τοπικής οικονομίας. Δηλαδή «μπίζνες». Τα άλλα, είναι για τους γηραιούς κυρίους και κυρίες που στις ξαπλώστρες στην παραλία, τοποθετούν ανοιχτά ογκώδη μυθιστορήματα στο πρόσωπό τους για να μην τους κάψει ο ήλιος, καθώς μαζεύουν χρώμα για τις χειμερινές εξόδους τους. Που θα εκθέσουν τις όποιες καλοκαιρινές τους εμπειρίες, νόμιμες ερωτικά ή μη.

     Το ένατο αυτό σημείωμα για την ΣΑΠΦΩ, ήθελα να έχει μια ανάλαφρη νότα, μια διάθεση σκωπτική γιατί μόνον έτσι ίσως, μπορείς να αντέξεις αυτήν την μαυρίλα των φωτιών, των αμετάκλητων καταστροφών που συμβαίνουν στα ελληνικά δάση. Αυτούς τους πνεύμονες ζωής, που είναι ακατανόητο να μην κατανοούν εμείς οι Έλληνες και Ελληνίδες ότι δίχως την πανίδα και την χλωρίδα του φυσικού τοπίου δεν υπάρχει ΖΩΗ. Τόσες χιλιάδες χρόνια υποτίθεται ελληνικού πολιτισμού, τέχνης, φιλοσοφίας, ποίησης, τραγωδίας, θρησκευτικής και εκκλησιαστικής παραμυθίας και δεν διδαχθήκαμε τίποτα; Μα τίποτα; Εντέλει με τις ανθρώπινες αυτές συμπεριφορές μας, ο άνθρωπος δεν είναι «η κορωνίς του σύμπαντος» αλλά το επιβεβαιωμένο κατακάθι. Κατά τα άλλα, τηλεοπτικές γονυκλισίες και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις κατά Μύκονο μεριά. Μην ξεχνάμε και τους σελέμπριτοι.

ΥΓ. Γουστόζικη η εικόνα των Αφγανών ταλιμπάν με τα όπλα να παίζουν στο λούνα παρκ και με τα ηλεκτρονικά αυτοκινητάκια στην πίστα. Τόσα χρόνια τους πολεμούσαν Άγγλοι, Ευρωπαίοι, Σοβιετικοί, Ρώσοι, Αμερικανοί, και νικήθηκαν κατά κράτος από αυτούς τους ορεσίβιους ρακένδυτους. Μήπως  θα έπρεπε οι Αμερικανοί να οικοδομήσουν μία Ντίσνεϋλαντ στην μακρινή αυτή χώρα, μπας και τους φέρουν με το μέρος των δυτικών και δούνε και αυτοί την πολιτιστική γλύκα; Έστω ένα μουβι ντράιβερ με αισθησιακές ταινίες.

Και για τους φοβητσιάρηδες ακόμα έλληνες και ελληνίδες που διστάζουν μέχρι σήμερα να εμβολιαστούν.  Ρήσεις και αποφθέγματα από τα «Μερικά Φύλλα εκ του ιδιαιτέρου σημειωματαρίου μου» του αλησμόνητου ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗ

-Το πονηρότερον και το μάλλον ευκόλως απατώμενον εξ όλων των ζώων είναι ο…… έλλην.

-Πολύ φοβούμαι ότι η Φρόνησις δεν κάθεται εις το ίδιον σπίτι με την Λογικήν.

--Τι τερπνότερον εν Ελλάδι;

Το μασάν, ροχαλίζειν και… αγορεύειν.

-Δεν είναι πάντοτε απαραίτητον να κυττάζης τα άστρα δια να πέσης στο πηγάδι.

-Ό,τι θεωρούμεν και ονομάζομεν συνήθως ηλιθιότητα δεν είναι ίσως τόσον απουσία σκέψεως, όσον διηνεκές ονειροπόλησις.

-Φίλημα ή δάκρυ

Το πρώτον, αλλ’ ει δυνατόν, άνευ…. Σιέλου.

-Πάντοτε παρετήρησα ότι οι γόνοι των μεγάλων ανδρών αποβάλλουσι την κεφαλήν των, επί το απλούστερον.

-Άλλοτε τα ζώα ωμίλουν’ σήμερον γράφουν.

-Εν τη φιλία όλα είναι κοινά… διά τον έναν εκ των φίλων.

-Γυνή αληθώς αξιότιμος δεν ημπορεί να γίνη σύζυγος και χήρα παρά μίαν μόνην φοράν.

-Ομολογουμένως, βλέπω ότι ο άνθρωπος τελειοποιεί καθημερινώς τα πάντα περί εαυτόν’ αλλά δεν βλέπω να τελειοποιείται και ο ίδιος.

-Το  γνώθι  σαυτόν είναι ο τύπος του συμβολαίου, όπερ συνήψαμεν με την μετριοφροσύνην.

-Πέντε Άγγλοι πέντε ασχημιές, πέντε Γάλλοι πέντε τρέλλες, πέντε Γερμανοί πέντε συμφέροντα, πέντε Ιταλοί πέντε μουσικές, πέντε Έλληνες δέκα ανοησίες.

Αυτά και άλλα αποφθέγματα στον τόμο ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗΣ, ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΟΥ, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της «Εστίας»-Αθήνα 1956. Εισαγωγή-σχόλια-επιμέλεια: Μιχάλης Περάνθης.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς,

17 Αυγούστου 2021.

-           

 

  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου